Nihilio Posted December 18, 2015 Share Posted December 18, 2015 (edited) Είδος: Southern Gothic υποθέτωΒία; Ναι, όχι περιγραφικήΣεξ; Ναι, όχι περιγραφικόΑριθμός Λέξεων: 1623Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Το κείμενο αυτό γράφτηκε για να το διαβάσω σε εκδήλωση στο club Death Disco σε αφιέρωμα στον Αυστραλό τραγουδιστή Nick Cave. Εμπνευσμένος από το κλίμα των τραγουδιών του, τη σκληρή και σκοτεινή πλευρά που μου θυμίζει πολύ Αμερική του '50 έγραψα το παρακάτω, χώνοντας όσες περισσότερες αναφορές σε στίχους/τραγούδια μπορούσα. --- Ξύπνησα και το δεξί μου χέρι ήταν κατακόκκινο. Και όταν λέμε κόκκινο δεν εννοούμε κόκκινο σαν τα πρόσωπα των Ιρλανδών όταν τα δει πολύ ο ήλιος, μιλάμε για κόκκινο βαθύ, σαν αυτό της παπαρούνας, της φωτιάς, του διαβόλου. Ξύπνησα πρωί Κυριακής και το καλό μου το χέρι είχε πάρει το χρώμα του οξαποδώ, σαν θεία τιμωρία που δεν ξύπνησα νωρίς να πάω στη λειτουργία. Πάλι καλά που δεν είχε κοκκινίσει το ζερβό μου, μετά θα με μάζευε το Εφ-Μπι-Άι για κομουνιστή. Σηκώθηκα λοιπόν και έβαλα το χέρι κάτω από τη βρύση, μήπως το τρεχούμενο νερό το κάνει να ξασπρίσει και πάλι, αλλά μάταια. Το κόκκινο χρώμα δεν έλεγε να φύγει. Άραγε, αν έτρεχα τώρα να προλάβω τη λειτουργία, ο Θεούλης θα με λυπόταν και θα το έκανε πάλι να ασπρίσει; Δε το σκέφτηκα και πολύ. Έβαλα τα καλά μου, μπαντάρισα το χέρι με ότι γάζα βρήκα πρόχειρη στο σπίτι (θα έλεγα σε όλους ότι είχα κοπεί το προηγούμενο απόγευμα ενώ έκοβα ξύλα στην πίσω αυλή) και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Η μικρή πόλη του Τούπελο ήταν σα πόλη φάντασμα τέτοια ώρα. Ευτυχώς ήμασταν ακόμα στο Φθινόπωρο και ο ουρανός ήταν απλά συννεφιασμένος. Το ραδιόφωνο έλεγε ότι το χειμώνα θα έπεφτε πολύ χιόνι, ίσα με 15 πόδια λέγανε. Ευτυχώς όμως, ήμουν τυχερός και δεν πέτυχα κανέναν στο δρόμο. Τελικά χώθηκα στα μουλωχτά μέσα στο ναό και κανένας δε με κατάλαβε. Εκείνη την ώρα ο πατέρας Χένρυ έκανε το γνωστό εβδομαδιαίο του κήρυγμα για τους πειρασμούς του αλκοόλ και του Ροκ εν Ρολ και κατέληγε στο ότι ο Επουράνιος Πατέρας δε θα μας εγκαταλείψει. Κρατιόμουν πολύ να συγκρατήσω τα πιο δυνατά χασμουρητά μου, για να μην τραβήξω την προσοχή σε εμένα και στο μπανταρισμένο χέρι μου, το οποίο παρέμενε προφανώς κόκκινο. Μάλλον ο καλός Θεούλης δεν ήθελε να με συγχωρέσει για ακόμα μία Κυριακάτική μου αμέλεια. Αν ήταν αυτός που έκανε το χέρι μου έτσι. Γιατί, ξαφνικά, μία μαχαιριά έτρεξε κατά μήκος του χεριού μου και το ένιωσα να καίει σα διαολεμένο. Συγκράτησα μία κραυγή και σήκωσα το βλέμμα προς τον άμβωνα. Και τότε πάγωσα. Στο πρόσωπο του καλού και πράου και πουριτανού πατέρα Χένρυ είδα άξαφνα το σκοτεινό μυστικό του, τι έκανε στα ταξίδια που έκανε μία φορά το μήνα, τις επισκέψεις του στην κοντινότερη πόλη και τα όσα έκανε σε μικρά, ορφανά αγόρια. Ένιωσα το στομάχι μου να ανακατεύεται από την αηδία και θα ξερνούσα εκεί μέσα, στο χαλί της εκκλησίας, αν το χέρι μου δεν πονούσε σαν αναθεματισμένο. Ο διπλανός μου φαίνεται πρόσεξε τη δυσφορία του και πρότεινε να με συνοδεύσει έξω. “Πάλι τα έπινες χθες βράδυ Τζακ,” με ρώτησε κι εγώ έκανα πως ναι, ήμουν έτσι από το ποτό. “Ξέρω τι θα σε φέρει στα ίσια σου,” μου είπε ο Ρίτσαρντ Σλέηντ με ένα πονηρό χαμόγελο και με οδήγησε στην παμπ του Ο Μάλευ. “Ένα ποτήρι ουίσκι θα σε στρώσει.” Η Σιόν, η κόρη του Ο' Μάλευ καθάριζε τον πάγκο όταν μπήκαμε και ο Σλέηντ της παράγγειλε δύο ποτήρια ουίσκι και της έσκασε το πιο διαβολικό του χαμόγελο. “Στο λέω, φιλαράκι, αυτό θέλουν οι γυναίκες. Χαμογέλα τους λίγο γλυκά, δώσε τους σημασία και θα πάρουν ότι τους προσφέρεις. Έτσι έκανα την καλή εγώ.” Συνέχισε να μου λέει για τα χρόνια που ταξίδευε ως περιπλανώμενος πωλητής και τις περιπέτειες που είχε καθώς πίναμε αργά το ποτό μας. Είχα αρχίσει να βαριέμαι τη φλυαρία του όταν με ρώτησε για το μπανταρισμένο χέρι μου. “Αυτό;” έκανα τάχα αδιάφορος, “αυτό το έπαθα χθες που έβραζα νερό. Έπεσε πάνω μου και έκαψε ολόκληρο το χέρι.” “Πρέπει να πονάει σα διάολος,” σχολίασε εκείνος, όμως δε με κοίταζε. Με τα μάτια του έτρωγε την κυρία Φινν, που μαζί με την κυρία Λη είχαν μπει στην παμπ. Οι δυο τους ήταν αχώριστες φίλες για τις οποίες λέγονταν πολλά κουτσομπολιά. “Εντάξει, πονάει κάπως,” είπα και ο πόνος που με είχε πιάσει στην εκκλησία ξαναχτύπησε. Το βλέμμα μου πήγε στην κυρία Φινν. Ήταν μία μελαχρινή γυναίκα, όμορφη, με λαχταριστές καμπύλες. Όλη η πόλη απορούσε πώς ο Τζον Φινν, ένα κακόμοιρο ανθρωπάκι, μπόρεσε να καπαρώσει μία τόσο όμορφη γυναίκα. Η θολωμένη μου όραση όμως έβλεπε το ένοχο μυστικό της, την κυρία Φινν να τριγυρνάει από τον έναν εραστή στον άλλο, πολλές φορές ακόμα και μπροστά στα μάτια του ίδιου της του συζύγου. Θα είχα σοκαριστεί, αν δεν έβλεπα και τα μυστικά της φίλης της. Όλοι ήξεραν ότι ο Χένρυ, ο άντρας της κυρίας Λη την είχε παρατήσει για κάποια άλλη και μόνη υπενθύμιση της ύπαρξής του ήταν κάποιες κάρτες που έστελνε τα Χριστούγεννα στην ηλικιωμένη μάνα του από τα Μεσοδυτικά. Κανένας δεν ήξερε όμως ότι η σύζυγός του, που έμαθε για την απάτη του άντρα της, τον είχε καρφώσει με ένα μαχαίρι για την αλληλογραφία και είχε πετάξει το κορμί του σε ένα βαθύ πηγάδι. “Είσαι καλά,” προσπάθησε να με επαναφέρει στην πραγματικότητα o Ρίτσαρντ και το βλέμμα μου είδε βαθιά τα μύχια μυστικά του. Ο Ρίτσαρντ, ως πλασιέ, είχε πολλά φλερτ. Ένα από αυτά, μία αφελή ξανθιά κοπέλα που την έλεγαν Ελαίζα Ντέυ, την πήγε με το αμάξι του σε ένα ποτάμι και τη διακόρευσε εκει, δίπλα στα αγριολούλουδα που υποτίθεται ήθελε να της δείξει. Όποτε τα ταξίδια του την έφερναν από την πόλη της την επισκεπτόταν. Όταν όμως αυτή, κουρασμένη από τις συνεχείς του απουσίες, του ζήτησε να διακόψουν τη σχέση τους, αυτός της άνοιξε το κεφάλι στα δύο με μία πέτρα, έτσι ώστε κανένας άλλος να μη γευτεί το νέκταρ που πρώτος αυτός δοκίμασε. Ακολούθησαν και άλλες, κακόμοιρες και αφελείς κοπέλες που τις παρέσυρε, αποπλάνησε και σκότωσε, με τελευταία την Μαίρη Μπέλλοους, μία κοπέλα που είχε περιμαζέψει από το δρόμο, υποσχόμενος ότι θα την πάει μέχρι το Χόλυγουντ για να κάνει καριέρα ως ηθοποιός. Τα μόνα φλας που άναψαν για αυτή ήταν αυτά του ιατροδικαστή, όταν την βρήκαν σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι, δεμένη σε ένα κρεβάτι με μία τρύπα από σφαίρα στο κεφάλι της. “Μείνε μακριά μου!” του ούρλιαξα και σηκώθηκα τόσο απότομα που σχεδόν έριξα το τραπέζι. Βγήκα στο δρόμο, αλλά το κάψιμο δεν έσβησε. Αντίθετα, γινόταν όλο και πιο έντονο, όσο τα μυστικά και οι αμαρτίες των συμπολιτών μου μου γίνονταν φανερές. Να, η μικρή Λόρρι, ξανθιά και πρασινομάτα, ίδια με άγγελος. Ήταν αυτή που είχε καρφώσει το κεφάλι του σκύλου του λυκειάρχη έξω από την πόρτα του, απλά και μόνο για να δει πως είναι. Εκείνο το Κυριακάτικο πρωί σχεδίαζε να κάνει το ίδιο με τον μικρό Λάρρυ Μπλέηκ, απλά και μόνο για να δει αν ένα αγόρι αιμορραγεί διαφορετικά από ένα τερριέ. Λίγο πιο κάτω στεκόταν ο Τζέημς Χόλμς, που μικρός έβλεπε τις γυναίκες να χαιρετούν τους άντρες τους με δάκρυα πριν πάνε στο Μεγάλο Πόλεμο. Όταν έφτασε η ώρα να πάει κι αυτός να πολεμήσει για τη Δημοκρατία, αυτός σκηνοθέτησε το θάνατο του πατέρα του έτσι ώστε να μοιάζει με ατύχημα για να αποφύγει τη στράτευση ως προστάτης. Πιο πέρα, η όμορφη Ντεάνα, η αθώα Ντεάνα, που στο πίσω μέρος της ντουλάπας της έκρυβε μία στολή της Κου Κουξ Κλάν και που ηδονιζόταν με τη σκέψη εγχρώμων να πεθαίνουν στην πυρά. Άλλα δύο τετράγωνα πιο κάτω, στην πανσιόν του, ο Ντέηβ Κέρτις έβαζε τα όμορφα κορίτσια πάντα στο δωμάτιο 29 – για να μπορεί να τα κρυφοκοιτάει με την ησυχία του, τα βράδια εκείνα που η σύζυγός του, κουκουλωμένη στο κρεβάτι της, ονειρευόταν δαιμονικούς εραστές να την παραμονεύουν στο κατώφλι της Και όσο το χέρι μου έκαιγε όλο και περισσότερο, σα να είχε πιάσει φωτιά, τόσο συνειδητοποιούσα όλα εκείνα τα εγκλήματα: παιδοφιλίες, φόνους, κλοπές, μοιχείες, σοδομισμούς και παραφιλίες που βάραιναν τις ψυχές των συμπολιτών μου. Αυτό δεν είναι πόλη, είναι συγκέντρωση των καταραμένων, τα νέα Σόδομα, συνειδητοποίησα. Το μόνο που ήθελα ήταν να γυρίσω σπίτι μου, όμως δεν ήθελα να είμαι άλλο κοντά στα κτήνη που μέχρι εχθές νόμιζα για συνανθρώπους μου. “Δεν ξέρω τι να κάνω αδερφέ μου,” είπα πάνω από το μαρμάρινο μνήμα. Ο αδερφός μου ο Μάικλ ήταν ο μόνος που εμπιστευόμουν όμως με άφησε, όταν το αυτοκίνητό του ξέφυγε από το δρόμο και έπεσε σε έναν γκρεμό. Ο τάφος δε μου απάντησε. Παράδοξα λογικό, μέσα σε αυτή την τόσο παράλογη μέρα. Το νεκροταφείο ήταν ψηλά, έβλεπα όλη την πόλη του Τούπελο κάτω από τα πόδια μου. Έβγαλα από το παλτό μου το φλασκί με το ουίσκι και έχυσα λίγο από ποτό στο μνήμα σα σπονδή στο νεκρό. Ύστερα τράβηξα μία γουλιά και χάρηκα που το χέρι μου δε με έκαιγε καν. Μεγάλο λάθος. Ο πόνος ήρθε σαν σφάχτης και, στην φευγαλέα στιγμή που κράτησε, είδα έναν από τους βοηθούς του σερίφη να πυροβολεί τον αδερφό μου στο πίσω μέρος του κεφαλιού και να σκηνοθετεί το δυστύχημα. Θα μπορούσα να δω και ποιος από τους βοηθούς ήταν και ποιος ήταν ο λόγος για το έγκλημα, αλλά δε με ένοιαζε πια. Ήπια μονορούφι όλο το περιεχόμενο από το φλασκί και είπα προς τον τάφο “Ξέρεις αδερφάκι, η κούπα μου άδειασε.” Όπως είχε αδειάσει και η ανοχή μου. Ένιωθα τώρα πως και το κεφάλι μου έκαιγε και το μόνο που ήθελα ήταν να απαλλαγώ μια και καλή από αυτές τις μισές αλήθειες. “Οφθαλμό αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος”, αποφάσισα και δε φοβόμουν πια ακόμα και το να πεθάνω Με αποφασιστικές κινήσεις ξετύλιξα τη γάζα από το χέρι μου και το σήκωσα ψηλά στο συννεφιασμένο ουρανό. Έτσι κατακόκκινο όπως ήταν έμοιαζε με φωτοβολίδα. Άνοιξα την παλάμη μου και την έκλεισα. Ένα δυνατό μπουμπουνητό συντάραξε την μικρή πόλη του Τούπελο. Ξανάνοιξα και ξανάκλεισα την παλάμη μου. Ένα δεύτερο μπουμπουνητό έκανε τα σπίτια να τρίζουν. Ύστερα σήκωσα την παλάμη μου και την έστρεψα προς τα κάτω, και με την κίνηση μου αυτή, άνοιξαν και οι ουρανοί. Σύντομα η πόλη του Τούπελο θα πλημμύριζε και θα καθάριζε από τη βρώμα. Όσα για εμένα, εγώ, σα νέος Νόε, θα καθόμουν ψηλά, ανάμεσα στους αθώους νεκρούς, και θα έβλεπα την οργή του Κυρίου της οποίας έγινα, άθελά μου, όργανο. Edited February 15, 2016 by Nihilio 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted December 19, 2015 Share Posted December 19, 2015 Πέρα από Where the Wild Roses Grow και τα συναφή ο νους μου πήγε και εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=3U7kcwiFsVM (μεγάλη απογοήτευση by the way) Το κείμενο μάλλον ήταν ΟΚ για τη δουλειά που το ήθελες. Αν ήταν διήγημα κανονικό, θα σου έλεγα ότι μπορείς και πολύ -πολύ καλύτερα. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.