chrismad Posted January 7, 2016 Share Posted January 7, 2016 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Chris Mad Είδος: Βιογραφικό διήγημα Ηλικίας 18 ετών και άνω Βία; (Λίγο) Σεξ; (Όχι) Αριθμός Λέξεων: 4470 Αυτοτελής; (Ναι) Σχόλια: Βιογραφία εποχής ενός μουσικού της Τζαζ από την Νέα Ορλεάνη στην δεκαετία του 60. Ο ήχος της τρομπέτας Ο Τζόνι Ρανς έστριψε στη «N Mitrou Street» και κατευθύνθηκε στο παλιό κτήριο, που ήταν για πάρα πολλά χρόνια ξενοδοχείο μιας νύχτας. Ο Τζόνι το θυμόταν από πάντα εκεί, ίσως από τότε πού ήταν ακόμα παιδί και έτρεχαν με τους φίλους του στα σκοτεινά μπαράκια της περιοχής, για να ακούσουν τους νεοφερμένους μουσικούς να παίζουν. Οι πορτιέρηδες τους κυνηγούσαν και τους έδιωχναν. Η οικογένεια του διωγμένη από τον Βορρά είχαν βρει καταφύγιο σε αυτή την γειτονιά της Νέας Ορλεάνης, με τον πατέρα του να εργάζεται σε ένα από τα εργοστάσια της περιοχής. Έμεναν σε μια ξύλινη παράγκα και μην έχοντας τα χρήματα, ο Τζόνι δεν μπόρεσε να μορφωθεί, αλλά έκανε θελήματα για τους εμπόρους που επισκέπτονταν τις αποθήκες στην περιοχή. Από αυτά τα μπαράκια ξεκίνησε και αυτός πριν πολλά χρόνια, νέος αυτοδίδαχτος μουσικός να σερβίρει σε ένα από αυτά, μέχρι που ένας γέρος με σκαμμένο από τα χρόνια πρόσωπο, του έδωσε για πρώτη φορά την ευκαιρία να παίξει με την δανεική τρομπέτα του. Την τρομπέτα που του είχε δώσει ο γέρο Τζάκσον, όταν ο Τζόνι πήγαινε στην παράγκα του για να του πει τα νέα της γειτονιάς αλλά και να τον φροντίσει. Ο γέρος ήταν τρομπετίστας στα νιάτα του, τότε που ακόμα η τζαζ ήταν στα σπάργανά της, είχε έρθει στη Νέα Ορλεάνη μαζί με τον Τσάρλς Τζάσπερ προτεστάντη της τζαζ. Του Τζόνι άρεσε να κάθετε μαζί με τον γέρο και να ακούει τις ιστορίες του για τα καλά χρόνια και για τις μουσικές καταβολές του. Έτσι έπιασε για πρώτη φορά τρομπέτα και άρχισε δειλά – δειλά, με τις οδηγίες του γέρου, να κάνει τα πρώτα του βήματα στην σκάλα του πενταγράμμου και την τζαζ. Από εκείνο το μπαράκι άρχισε η πορεία του στην μουσική Τζαζ. Στην αρχή σαν δεύτερη τρομπέτα σε μικρά συγκροτήματα και έπειτα πρώτη τρομπέτα σε μικρά σχήματα αλλά και σε ένα συγκρότημα που είχαν κάνει μικροί αυτοδίδακτοι μουσικοί. Αυτοδίδακτος τρομπετίστας και αυτός, έπαιζε κομμάτια μεγάλων μουσικών, μέχρι που ο Ρόμπερτ Τραντ, κιθαρίστας σε ένα από τα συγκροτήματα που έπαιζαν μαζί, θέλησε να του μάθει να γράφει και να διαβάζει μουσική. Από τότε ήταν πάντα μαζί. Έγιναν οι αχώριστοι τζαζίστες, όπως τους έλεγαν. Στην πραγματικότητα ο Τζόνι, ήταν πιο ευαίσθητος, καλόκαρδος, απονήρευτος αλλά πεισματάρης από τους δύο. Ο Ρόμπερτ του έλεγε πάντα «Είσαι ένα πεισματάρικο παλιάλογο, αλλά τι να κάνω που είσαι φίλος μου». Για να μπορούν να εξασκούνται και να σκαρώνουν τα πρώτα τραγούδια τους, είχαν κανονίσει με τον ιδιοκτήτη του μπαρ, να πηγαίνουν εκεί τα πρωινά, όταν θα ήταν κλειστό με αντάλλαγμα τον καθαρισμό του. Έτσι Ο Τζόνι έπαιζε τρομπέτα, σαξόφωνο και τρομπόνι, ενώ ο Ρόμπερτ κιθάρα και μπάντζο. Μαζί έπαιζαν τα αυτοσχέδια κομμάτια τους στο άνοιγμα και το κλείσιμο κάθε βραδιάς. Με την ηχογράφηση του πρώτου δίσκου τους, «The beginning - Η αρχή» γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην πολιτεία και οι προτάσεις για συναυλίες σε άλλα μπαρ ήταν αρκετές. Ο Τζόνι έλεγε πάντα «Το να παίζω μουσική, μου το έδωσε ο Θεός, είμαι υποχρεωμένος να προσφέρω την μουσική μου πάντα. Δεν έχω το δικαίωμα να την στερώ από τους άλλους». Έτσι μπόρεσαν, να κάνουν πραγματικότητα το όνειρο τους, να νοικιάσουν το μπαρ που πρωτοξεκίνησαν «The old shipyard - Το παλιό καρνάγιο». Βρισκόταν στην «Βurbon Street» λίγους δρόμους πιο κάτω από την παλιά γειτονιά τους. Η παλιά γειτονιά τους πλέον, είχε γίνει ο νέος αυτοκινητόδρομος. Οι δυο τους είχαν ένα μικρό δωμάτιο στην σοφίτα του μπαρ, έτσι πέρναγαν όλη μέρα με την μουσική τους. Τα τραγούδια τους βγαλμένα μέσα από την καθημερινότητα, μίλαγαν για ότι έβλεπαν ή γινόταν γύρω τους. Το 1965 όταν ο Λάρι Σάμιουελ , ντραμίστας των «Moris A» δολοφονήθηκε από το ρατσιστικό κίνημα, είχαν γράψει το τραγούδι που ακούστηκε στην κηδεία του «color - Χρώμα» που οι στοίχοι του μίλαγαν για την διαφορετικότητα του χρώματος. «Αν το χρώμα σου δεν είναι φωτεινό, μην περιμένεις να στο φωτίσουν άλλοι, βρες τον τρόπο εσύ, φως να του δώσεις δυνατό, να μην μπορεί κανείς να σου το σβήσει». Από την αρχή της δεκαετίας, όταν ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός ξεκίνησε την λειτουργία του στην Νέα Ορλεάνη «New Orleans Radio - The jazz of South», είχε γίνει η αγαπημένη συνήθεια των φτωχών πολιτών. Σε αυτόν έβρισκαν την εύκολη διασκέδαση. Ένα ράδιο μπορούσες να βρεις από καφέ μέχρι κουρεία και φυσικά η τζαζ ήταν ένα από τα είδη που ακουγόταν συνέχεια. Τα τραγούδια τους ακούγονταν καθημερινά, έτσι είχαν αρχίσει να γίνονται γνωστά και αγαπημένα. Μια μέρα που είχαν πάει στον σταθμό, για μια συνέντευξη, ο Τζόνι βγαίνοντας συνάντησε στην είσοδο μια κοπέλα. Ήταν η Τζέρεμι Λαμπέρτ, που έμελλε να γίνει σύζυγος του. Ο Τζόνι σχεδόν έπεσε επάνω της και την ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή. Ήταν αδύνατη με σγουρά μαύρα μαλλιά και ματιά που έλαμπαν, αλλά αυτό που τον έκανε να μην μπορεί να ξεκολλήσει το βλέμμα του από το πρόσωπο της, ήταν το λαμπερό χαμόγελο της. Ακολουθώντας την, έφτασαν σε ένα καπελάδικο. Σε αυτό το κατάστημα εργαζόταν σαν ράφτρα. Εκείνη την ημέρα δεν μπόρεσε να της μιλήσει. Όταν μετά από λίγες μέρες έμαθε ποια ήταν, πήρε την μπάντα του, κάτι που συνηθιζόταν, και περνώντας από την γειτονιά της έπαιξαν το τραγούδι που είχε γράψει για αυτήν «Love at first sight - Αγάπη με την πρώτη ματιά» «Όταν στα μάτια της μπορείς να δεις τον ήλιο, μην σταματήσεις να την κοιτάς, για να έχεις πάντα στην καρδιά σου τον ήλιο να ανατέλλει. Το σκοτάδι της μοναξιάς σου πίσω άσε, και στα απέραντα λιβάδια των ματιών της χάσου για πάντα. Θα ξέρεις ότι το φως που βλέπεις, αγάπη είναι και δεν θα σε προδώσει». Μια βδομάδα μετά βρισκόταν στο σπίτι της και την ζήτησε σε γάμο. Όλοι οι φίλοι και γείτονες βρέθηκαν στην εκκλησία και με τραγούδια και χορό ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου, «Μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος», όπως είπε και ο παπάς. Ο Ρόμπερτ κουμπάρος του ζευγαριού, μετά τον γάμο τους έκανε μια έκπληξη. Είχε αγοράσει λίγο πιο κάτω απ’ την παλιά γειτονιά, στην οδό «Martin Luther King» όπως ονομάστηκε μετά από καιρό, ένα διπλό σπίτι, ώστε να είναι και μαζί και χώρια. Δύο μονοκατοικίες με κήπο, που η μεσοτοιχία τους τις έκανε λες και καθρεπτιζόταν η μια στην άλλη. Με ένα ροζ χρώμα στους τείχους, άσπρα παράθυρα και το μικρό μπαλκονάκι τους, ήταν το κουκλίστικο καταφύγιό τους. Στο πίσω μέρος τους, στην αυλή, είχε μια αποθήκη που την μετέτρεψαν σε στούντιο ώστε να μπορούν να συνθέτουν και να παίζουν την αγαπημένη μουσική τους. Πολλές βραδιές όταν δεν έπαιζαν σε μαγαζί, μαζεύονταν στην πίσω αυλή με φίλους και έπαιζαν τα καινούργια τραγούδια τους. Την άνοιξη του 1967 ξεκίνησαν την περιοδεία τους, σε όλες τις Νότιες Πολιτείες της Αμερικής. Έφτιαξαν ένα μουσικό σχήμα, που εκτός από τους δύο τους είχαν μαζί τους στα κρουστά τον Μάικλ Τζόνσον, στο μπάσο τον Λάκι Στραν και ακόμα δύο αδερφές στα φωνητικά την Μαρί και Λόλα Τέρνερ. Ο Ρόμπερτ ενθουσιασμένος με την φωνή της Λόλας άλλα και με την ομορφιά της δημιούργησε την δεύτερη οικογένεια στην παρέα. Έτσι όλοι μαζί αγόρασαν ένα παλιό πούλμαν, το διαμόρφωσαν κατάλληλα για την περιοδεία και ξεκίνησαν το ταξίδι τους. Πρώτος σταθμός το «Baton Rouge» όπου έμειναν δύο βραδιές και έπαιξαν στο «MaroonBar». Συνέχισαν για την «Alexandria» εκεί στις όχθες του «Red River – κόκκινου ποταμού» και έπαιξαν στο ομώνυμο μπαρ για άλλες τρεις μέρες. Μετά τις παραστάσεις που έδωσαν στη Λουιζιάνα, πέρασαν στην πολιτεία του Μισσισσίπι. Εδώ, στην πόλη Τζάκσον, είχε ένα από τα πιο γνωστά μουσικά μαγαζιά, το παλιό αφεντικό τους ο Τρεντ,ή όπως τον φώναζαν «Ο πατέρας της νότας». Τότε, που στα πρώτα τους βήματα, έπαιζαν για αυτόν στην Νέα Ορλεάνη. Εδώ πρώτο έπαιξαν το τραγούδι «Μισσισσιπι Ντιξι - Mississipi Dixy» ένα τραγούδι που εξιστορούσε τα ταξίδια του ποταμόπλοιου Ντιξι. Το πλοίο αυτό τις δύσκολες μέρες των μαύρων, όταν στο κατάστρωμα του μετέφερε τους λευκούς πλούσιους, κρυμμένους στα αμπάρια του μετέφερε τους φυγάδες μαύρους. Ο καπετάνιος του Ντιξι και ιδιοκτήτης, κατά των φυλετικών διακρίσεων, έσωσε πολλούς κυνηγημένους από την θανατική καταδίκη τους. Με ένα τέτοιο ποταμόπλοιο είχε φτάσει και ο πατέρας και η μητέρα του Τζόνι λίγο πριν γεννηθεί. «Δεν θέλω το παιδί μου να γεννηθεί σκλάβος» είχε πει τότε ο πατέρας του. Έτσι όταν έμαθε ότι η κοπέλα που κρυφά είχαν σχέσεις περίμενε παιδί το έσκασαν από την φυτεία που δούλευαν στην πόλη «Wickliffe» στην πολιτεία «Kentucky». Είχε κρυφά επισκευάσει μαζί με έναν άλλο σκλάβο, μία βάρκα που την έκρυβαν σε κάτι καλαμιές στο ποτάμι. Ένα βράδυ το έσκασαν κρυφά και μπαίνοντας στην βάρκα άρχισαν να κατηφορίζουν το ποτάμι. ταξίδευαν όλη νύχτα και τις μέρες κρύβονταν όσο καλύτερα μπορούσαν. Μετά από αρκετές μέρες μπόρεσαν να ανέβουν κρυφά σε ένα ποταμόπλοιο και να κρυφτούν. Όταν οι εργάτες, μαύροι και αυτοί, τους βρήκαν, για να μην τους παραδώσει ο καπετάνιος, εργάστηκαν για αυτόν στο υπόλοιπο ταξίδι, σαν χαμάληδες. Έτσι έφτασαν μία μέρα στην Νέα Ορλεάνη και ξεκίνησαν την νέα τους ζωή. Μετά από δεκαπέντε μέρες στο μαγαζί του Τρεντ πέρασαν στην Αλαμπάμα. Έφτασαν αργά το απόγευμα στην «Tuscaloosa – Τασκαλουζα», εκεί έπαιξαν για τρεις μέρες. Εδώ έμειναν σε ένα ξενοδοχείο στην 15η οδό και οι γυναίκες μπόρεσαν να κάνουν μια βόλτα στην αγορά. Όλοι μαζί ξεκουράστηκαν σε κοντινό πάρκο ξαπλωμένοι στο γρασίδι. Ήταν από τις ξένοιαστες μέρες του ταξιδιού. Την τέταρτη μέρα συνέχισαν για την πόλη «Birmingham – Μπέρμιγχαμ» εδώ έπαιξαν σε δύο διαφορετικά μαγαζιά. Πλέον ήταν αρκετά γνωστοί και στα μαγαζιά όπου έπαιζαν γινόταν το αδιαχώρητο. Πολλοί μαύροι, αλλά και λευκοί φίλοι της τζαζ, έκαναν ουρές στην είσοδο. Η Λόλα τραγούδησε για πρώτη φορά το γραμμένο από τον Ρόμπερτ για αυτήν τραγούδι, «Love at first sight - Αγάπη για μια μέρα». «Είσαι το αστέρι που στον ουρανό κοιτώ, να σε φτάσω προσπαθώ, στο άρμα της ημέρας θα ανέβω, να σε πιάσω προσπαθώ, μα δεν σε προλαβαίνω, γιατί η νύχτα φεύγει και χάνεσαι. Μείνε για ένα πρωινό, να μπορέσω να σε αγγίξω, να σε φτάσω, να σε δω. Αγάπη για μια μέρα, στην καρδιά μου, να κρατώ την μορφή σου για πάντα». Το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε ζωντανά σε ένα από τα μαγαζιά με τον Ρόμπερτ να δίνει ένα ρεσιτάλ σόλο κιθάρας, που έμεινε στην ιστορία σαν το «Tears of love - Κλάμα της αγάπης». Το πέρασμα τους στην «Georgia – Τζορτζια» ήταν επεισοδιακό. Στην διαδρομή που πήγαιναν με το πούλμαν τους, βρέθηκαν δύο αυτοκίνητα ξαφνικά να τους ακολουθούν. Στην αρχή πίστεψαν ότι ήταν τυχαίοι θαυμαστές ή φίλοι του συγκροτήματος, αλλά γρήγορα κατάλαβαν ότι είχαν αρκετά εχθρική συμπεριφορά. Ήταν ρατσιστές από τους Κου Κλουξ Κλαν. Όταν τα οχήματα έφτασαν κοντά τους, είδαν τις άσπρες κουκούλες, και καραμπίνες στα χέρια τους, να θέλουν να σταματήσουν το πούλμαν. Η σωτηρία τους ήρθε τυχαία όταν περνώντας τα σύνορα της πολιτείας, ένα περιπολικό ήταν σταματημένο για να ελέγχει την εθνική οδό και επενέβη σωτήρια. Όταν τα άλλα οχήματα άκουσαν την σειρήνα του περιπολικού, ανέπτυξαν ταχύτητα και χάθηκαν. Το περιπολικό τους συνόδευσε μέχρι την Ατλάντα. Εδώ στην Ατλάντα στο «Atlanta Music Hall» συνάντησαν άλλα μουσικά σχήματα, όπου σε μια συνεργασία έδωσαν όλοι μαζί μια συναυλία. Ο Τζόνι ήταν η πρώτη φορά που άρχισε να πειραματίζεται με ξεχωριστούς ήχους της τρομπέτας του. Όταν τελείωσε η συναυλία, ήταν προβληματισμένος με το τραγούδι τους «Απέραντο χωράφι - Boundless field». Ο Ρόμπερτ που τον γνώριζε περισσότερο από όλους, ήθελε να μάθει τι τον προβλημάτισε. «Το σόλο» είπε «είναι σαν να έχει τέλος. Το χωράφι έχει τέλος. Δεν είναι απέραντο. Νιώθω ότι το βλέμμα μου σταματά πριν το άπειρο. Μου λείπει το τέλος, του λείπει το άπειρο, το άπιαστο». Ο Ρόμπερτ θέλησε να τον καθησυχάσει «Θα βρεις το τέλος. Δεν σε φοβάμαι» είπε. Στην συνέχεια του ταξιδιού ξεκίνησαν για την πόλη «Savannah – Σαβάνα» στα Νότια της «Τζόρτζια». Μια απρογραμμάτιστη βλάβη στο πούλμαν, ήταν η αιτία να σταματήσουν στη πόλη «Macon – Μάκον». Ήταν η ευκαιρία η Τζέρεμι να επισκεφτεί τους συγγενείς της. Αυτή η συνάντηση είχε μια άσχημη τροπή. Η προ γιαγιά της Τζέρεμι ήταν από τις νέγρες γυναίκες, μιας παλιάς σχολής, που παρόλο τυφλή έριχνε τα «κόκαλα» όπως έλεγαν και μπορούσε να δει το μέλλον. Όταν η γιαγιά έριξε για την Τζέρεμι τα κόκαλα, το πρόσωπό της σφίχτηκε, συσπάστηκε και είπε «Το τέλος δεν μπορώ να δω, καλό αυτό δεν είναι, ένα άσπρο πέπλο σε τυλίγει και σε καταπίνει». Στην αρχή η Τζέρεμι τρόμαξε αλλά μετά σκέφτηκε «Λόγια γριάς γυναίκας» και δεν είπε τίποτα στον Τζόνι. Την άλλη μέρα συνέχισαν το ταξίδι τους για την «Savannah – Σαβάνα». Σε όλη την διαδρομή ο Τζόνι, προσπαθούσε να βρει το χαμένο κομμάτι, όπως έλεγε από το τραγούδι. Στην προσπάθεια αυτή έγραψαν το τραγούδι «Give me strength - δώσε μου δύναμη» ένα θρησκευτικό τραγούδι που μετά για πολλά χρόνια ακουγόταν ακόμα σε πολλές εκκλησιαστικές εκδηλώσεις. «Δώσε μου δύναμη, να αντέξω την φωτιά, να αντέξω την παγωνιά, στον κόσμο για να ζήσω. Δώσε μου δύναμη να μπορώ να αγαπήσω, ότι με καίει, ότι με παγώνει, ότι με πονά. Δώσε μου δύναμη εσένα να τιμήσω, να σε δοξάσω, να αντέξω ότι μου προσφέρεις, καλό ή κακό. Δώσε μου δύναμη, τους άλλους να αγαπήσω, να πετάξω μακριά ότι κακό στο μυαλό μου έρχεται. Δώσε μου δύναμη». Όταν έφτασαν στην Σαβάνα, λόγο της καθυστέρησης τους από την βλάβη στο πούλμαν, υποχρεώθηκαν σε λιγότερες παραστάσεις. Στο «Victory Heights Bar» συνάντησαν τον μουσικό «John Coltrane - Τζον Κολτρέιν» που θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους και πρωτοπόρους συνθέτες και δεξιοτέχνες σαξοφωνίστες της τζαζ. Μαζί του, έπαιξαν μερικά κομμάτια, που αυτοσχεδιάζοντας ενθουσίασαν όσους ήταν εκείνη την βραδιά και τους απόλαυσαν. Το πέρασμα στην Νότιο Καρολίνα έδινε στον Ρόμπερτ μεγάλη χαρά μιας και στην πόλη «Rock Hill - Ροκ Χιλ» που θα πήγαιναν μετά την «Columbia – Κολούμπια» ζούσε εδώ και μερικά χρόνια ο αδερφός του. Φτάνοντας στην «Columbia – Κολούμπια», είχαν κάποια καλά νέα. Η Λόλα ήταν έγκυος. Ο Ρόμπερτ θα γινόταν πατέρας. Η είδηση αυτή έφερε χαρά στην παρέα, αλλά και κάποια στενοχώρια στο άλλο ζευγάρι τον Τζόνι και την Τζέρεμι. Προσπαθούσαν πολύ καιρό για ένα τέτοιο νέο, αλλά δεν είχαν ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Ο Τζόνι με την Τζέρεμι κρυφά από τους υπόλοιπους κανόνισαν και έβαλαν μια επιγραφή μέσα στο πούλμαν που έλεγε «We have a baby». Μια έκπληξη για τον Ρόμπερτ και την Λόλα που έδωσε πάτημα, για πολύ γέλιο και πολλά πειράγματα. Στο Ροκ Χιλ είχαν κανονίσει να μείνουν μερικές μέρες για ξεκούραση. Έτσι ο αδερφός του Ρόμπερτ, είχε νοικιάσει για αυτούς, ένα επιπλωμένο μεγάλο σπίτι, στα περίχωρα της πόλης. Εκεί έκαναν ένα πάρτυ, με μουσική, φαγητό και αρκετό ποτό, για να γιορτάσουν το νέο. Το τραγούδι που έγραψαν για το μωρό που περίμενε η Λόλα, «Ένα μωρό αστέρι - A baby star» ήταν για τον Ρόμπερτ ύμνος για το παιδί που περίμενε και για τον Τζόνι παράκληση για το μωρό που επιθυμούσε. «Όταν γεννιέται ένα μωρό. Ένα αστέρι λάμπει στον ουρανό. Το φως του ρίχνει στην γη, το φως του δίνει σε μια ψυχή. Φώτισε άστρο την ψυχή και μην φύγεις την αυγή. Το δάκρυ της χαράς μου θα κυλίσει, και στο χώμα θα ανθίσει. Όταν ο σπόρος θα βλαστίσει, ένα παιδί θα γεννηθεί, ένα δέντρο κλαδιά θα βγάλει, θα ανεβεί στον ουρανό. Ένα παιδί ένα αστέρι, ένα φως στον ουρανό, ένα φως που το δέντρο της ζωής μας θα στηρίξει. Ένα παιδί ένα αστέρι για εμάς τους δυό». Οι μέρες ξεκούρασης τελείωσαν και ξεκίνησαν περνώντας στην Βόριο Καρολίνα να πάνε στην πόλη «Charlotte – Σάρλοτ». Εκεί είχαν να παίξουν σε ένα από τα ποιο γνωστά μαγαζιά της πόλης. Το «carson Bar» ήταν από τα πρώτα Τζαζ μαγαζιά της πόλης. Όταν πρωτοξεκίνησε το 1932 ήταν μια μικρή ξύλινη αποθήκη, ανάμεσα σε πολλές άλλες. Σε αυτή φιλούσαν τα εργαλεία τους, οι περιφερόμενοι μαύροι εργάτες. Εκεί μαζεύονταν μετά την δουλειά και με μουσική και ποτό πέρναγαν τα βράδια τους, μακριά από τα βλέμματα των λευκών. Με το πέρασμα των χρόνων η αποθήκη αυτή έγινε το κρυφό γκέτο των μαύρων, με απαγορευμένη είσοδο σε όποιον δεν είχε πρόσκληση από άλλο θαμώνα. Μέσα σε αυτό το μπαρ είχαν κλειστεί μεγάλες εμπορικές νόμιμες και παράνομες συμφωνίες. Την σημερινή εποχή, μετά από την αλλαγή της περιοχής, το μπαρ πέρασε στα χέρια μιας εταιρίας που σαν ιδιοκτήτης φαινόταν ένας λευκός. Ο Τζακ Περόν ήταν η βιτρίνα σε μια εταιρία, που είχε και εκμεταλλευόταν πολλές μικρές επιχειρίσεις της πόλης. Από καφέ, μαγαζιά για πώληση περιοδικών και εφημερίδων μέχρι εστιατόρια και πορνεία. Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί που εργάζονταν σε αυτές τις επιχειρίσεις, ήταν και οι ιδιοκτήτες, αλλά για να μην έχουν προβλήματα, με ένα μικρό αντίτιμο, φαίνονταν σαν εργαζόμενοι σε αυτές. Έτσι, δεν είχαν πρόβλημα με τους λευκούς μαφιόζους, που υπήρχαν στην περιοχή και φυσικά κανείς δεν προσπαθούσε να τους την αρπάξει. Στις επόμενες δεκαετίες η εταιρία αυτή θα γινόταν ο κολοσσός «Kastrol management and marketing company - Κάστρολ εταιρία διαχείρισης και εμπορίας». Θα είχε στην διαχείριση της ένα από τα μεγαλύτερα δικηγορικά γραφεία και το «General Hospital Of USA». Στο μπαρ αυτό έπαιξαν για πέντε βράδια και μάλιστα όλα τα βράδια ήταν ασφυκτικά γεμάτο. Επόμενος σταθμός τους ήταν στην πολιτεία «Tennesse – Τεννεσί» και η πόλη «Nashville – Νασβίλ». Εκεί στο ποταμόπλοιο «Belle of Hot Springs - Η καλλονή των ζεστών πηγών» που έκανε μουσικές βόλτες στον ποταμό «Cumberland River - Κάμπερλαντ» ήταν οι επόμενες παραστάσεις τους. Η ατμόσφαιρα ήταν πρωτόγνωρη για την παρέα μιας και για πρώτη φορά δεν έπαιζαν σε ένα απλό μπαρ. Η εμπειρία του ποταμόπλοιου, έκανε το Τζόνι, να θέλει ακόμα με πιο μεγάλο πείσμα να βρει το τρόπο που θα έκανε την τρομπέτα του, να δημιουργήσει τις νότες που του έλειπαν. Η θέα της πόλης από το ποταμόπλοιο, αλλά και των καταπράσινων ακτών, έφερνε μια περίεργη αγαλλίαση στο περιπλανώμενο βλέμμα τους. Τον τελευταίο καιρό, παρόλο που δεν έλεγε και έδειχνε τίποτα, το μυαλό του δεν μπορούσε να φύγει από το χαμένο τέλος του τραγουδιού. Όλο και περισσότερο του γινόταν εμμονή, που πολλές φορές έφτανε στα όρια του εφιάλτη. Δεν ήταν λίγες οι φορές που πετιόταν στον ύπνο του. Στο όνειρό του έβλεπε ένα μουσικό χωνί, που εκείνος έπεφτε κυκλικά μέσα, μέχρι που ενώ στην αρχή άκουγε την μουσική, όσο έπεφτε προς το κέντρο του, να τον καταλαμβάνει μια απέραντη σιωπή. Πετιόταν ιδρωμένος και όσες φορές η Τζέρεμι τον είχε ρωτήσει, εκείνος της απαντούσε «Δεν έχω τίποτα. Όνειρο ήταν και έφυγε». Επόμενος σταθμός τους ήταν το «Memphis – Μέμφις» στα σύνορα της πολιτείας «Arkansas – Αρκάνσας». Περνώντας από την πόλη «Jakson – Τζάκσον» σταμάτησαν σε ένα σταθμό ανεφοδιασμού για να ξεκουραστούν αλλά και για κάποιες προμήθειες. Το πούλμαν σταμάτησε στον χώρο που στάθμευαν τα μεγάλα οχήματα. Ήταν από την αντίθετη πλευρά του κτιρίου που στάθμευαν τα μικρά οχήματα. Ήταν όμως, στην είσοδο του σταθμού, έτσι όποιο μικρό όχημα πήγαινε στο πάρκινγκ πέρναγε πρώτα από το πάρκινγκ των μεγάλων οχημάτων. Την ώρα που η παρέα κατέβαινε από το πούλμαν, μπήκαν στο πάρκινγκ δύο αγροτικά με κυνηγούς. Η περιοχή ήταν ιδανική και επιτρεπόταν το κυνήγι. . Στο μάρκετ του σταθμού οι κυνηγοί άρχισαν να πειράζουν την παρέα με ρατσιστικά σχόλια. Ο ένας από αυτούς πηγαίνοντας στον υπάλληλο του φώναξε «Πολύ μαυρίλα το μαγαζί σου. Μετά θα πρέπει να καθαρίσεις από την μουντζούρα». Ο υπάλληλος του απάντησε «Το μαγαζί είναι για όλους. Αν θέλεις μπορείς να περιμένεις έξω και όταν καθαρίσω θα σε φωνάξω». Γυρνώντας προς τον Ρόμπερτ που ήταν ποιο κοντά του είπε «Μην ανησυχείτε όσο είσαστε εδώ μόνο λόγια μπορούν να πουν». Η παρέα, πήραν μόνο τα απαραίτητα και έφυγαν γρήγορα μην θέλοντας να δώσουν πάτημα για περαιτέρω φασαρίες. Πήραν το πούλμαν και συνέχισαν τον δρόμο τους. Θα σταματούσαν πάλι σε άλλον σταθμό για να τελειώσουν τα ψώνια τους. Είχαν φτάσει στα μισά της διαδρομής, στο κομμάτι που ο δρόμος πέρναγε μέσα από δάσος, όταν από το πουθενά εμφανίστηκαν πάλι τα αγροτικά αυτοκίνητα. Αυτή την φορά ήταν περισσότερα από πριν. Περικύκλωσαν το πούλμαν τους και άρχισαν να προσπαθούν να το βγάλουν από τον δρόμο. Όταν το πούλμαν άνοιξε ταχύτητα, μέσα από τα αγροτικά άρχισαν να πυροβολούν τα λάστιχα. Το πούλμαν αναγκάστηκε να σταματήσει και μέσα από τα αγροτικά οχήματα πετάχτηκαν άντρες με άσπρες κουκούλες, οι γνωστή ρατσιστική οργάνωση Κου Κλουξ Κλαν. Άρχισαν να χτυπάνε το πούλμαν μέχρι που έσπασαν τα τζάμια. Με ξύλα και ρόπαλα χτύπησαν τους άντρες τους συγκροτήματος και άρπαξαν τις γυναίκες. Τις έδεσαν με σχοινιά και τις ανέβασαν σε ένα από τα αγροτικά και ξεκίνησαν να φύγουν. Όλοι γνώριζαν ότι δεν θα τις άφηναν, αν δεν τις βασάνιζαν, και πολλές φορές τις βίαζαν και τις σκότωναν. Ο Ρόμπερτ προσπάθησε να τους σταματήσει, παρόλο που ήταν και αυτός χτυπημένος και αίματα έτρεχαν από το κεφάλι του. Ο Τζόνι αναίσθητος στην άκρη του δρόμου δεν είχε καμιά αντίδραση. Η Τζέρεμι τον φώναζε χωρίς να παίρνει απάντηση. Τότε έκανε μία κίνηση που ήταν μοιραία για εκείνη και σωτήρια για τις άλλες γυναίκες. Πήδηξε από το όχημα που είχε ξεκινήσει με μεγάλη ταχύτητα. Το δεύτερο όχημα, που ακολουθούσε μην περιμένοντας να πηδήξει η Τζέρεμι, έπεσε επάνω της. Κυριολεκτικά πέρασε από πάνω της. Όλα τα οχήματα σταμάτησαν. Ο οδηγός του δεύτερου οχήματος, είπε μια βρισιά ανάμεσα από τα δόντια του. Δεν ήταν για την κοπέλα, αλλά φοβήθηκε μήπως το όχημα του έπαθε καμιά ζημιά. Οι υπόλοιποι στα άλλα οχήματα πέταξαν από αυτά τι άλλες γυναίκες αύξησαν ταχύτητα και εξαφανίστηκαν στην τεράστια λεωφόρο. Ο οδηγός περαστικού φορτηγού, που είδε όλη την σκηνή, μέσω του ασυρμάτου του ειδοποίησε τον σερίφη της περιοχής. Μισή ώρα πέρασε μέχρι ο σερίφης με ασθενοφόρα να φτάσει στο σημείο. Πρώτα πήγαν στην Τζέρεμι αλλά ήταν πολύ αργά για αυτήν. Μεταφέρθηκαν όλοι στο νοσοκομείο του Μέμφις. Ο Τζόνι ήταν σε κώμα αρκετές μέρες. Όταν άρχισε να συνέρχεται ζήτησε να μάθει για την Τζέρεμι και για τους άλλους. Ο Ρόμπερτ ήταν αυτός που ανέλαβε να του πει τα δυσάρεστα νέα. Έκλαψαν μαζί για τον χαμό της, παρόλο που ο Τζόνι δεν ήθελε να πιστέψει την κακιά τύχη του. Όταν ανάρρωσαν λίγο και μπόρεσαν να γυρίσουν στην Νέα Ορλεάνη, πήγαν στο νεκροταφείο που ήταν θαμμένη η Τζέρεμι. Εκεί μαζί με πολλούς φίλους και γνωστούς τραγούδησαν το «color - Χρώμα»,τραγούδι που είχαν γράψει το 1965 για τον Λάρι Σάμιουελ που δολοφονήθηκε από το ρατσιστικό κίνημα όπως και η Τζέρεμι, αλλά και το «Don't cry for me - Μην κλαις για μένα». Ένα κομμάτι που είχαν ξεκινήσει να γράφουν όλοι μαζί στην περιοδεία τους και ήταν το κύκνειο άσμα για κάθε αγαπημένο που χανόταν. Έμελλε τελικά να πρωτακουστεί στο μνημόσυνο της αγαπημένης τους Τζέρεμι. «Μην κλαις για μένα, όταν φεύγω θέλω τραγούδι να με συνοδεύει στο ταξίδι μου. Μουσική να ακούω όταν από τα χωράφια του ουρανού περνώ και στην αγκαλιά του κυρίου βρεθώ. Μην κλαις για μένα, ένα τραγούδι για μένα να πεις που μιλά για την ζωή μου, ότι έζησα την κάθε στιγμή, ότι αγάπησα, ότι δεν ήμουν φίλος του κακού. Μην κλαις για μένα, όταν εκεί ψηλά βρεθώ θα έχω πάρει μαζί μου, κάθε καλή στιγμή, κάθε φίλο, κάθε αγαπημένο στην καρδιά μου. Και με όλα αυτά αγαλλίαση να βρω και εσείς έτσι χαρούμενο γελαστό να με θυμάστε για πάντα. Μην κλαις για μένα, μόνο ένα τραγούδι να πεις, και στην καρδιά σου μέσα κράτησε με φυλαγμένο καλά, σαν μια αγάπη που δεν θες να χάσεις. Μην κλαις για μένα». Ο Τζόνι είχε μείνει μόνο με την τρομπέτα του. Μάταια ο Ρόμπερτ προσπαθούσε να τον παρηγορήσει. Έφυγε από το σπίτι δίπλα στου Ρόμπερτ και έκλεισε ένα δωμάτιο στο παλιό ξενοδοχείο μιας νύχτας στην Ν Μήροου στρητ. Με την τρομπέτα του αγκαλιά και ένα μπουκάλι ουίσκι, πέρναγε τις ώρες του σε μια μικρή αποθήκη, πίσω από το μπαρ τους «The old shipyard - Το παλιό καρνάγιο». Άλλες φορές δεν έβγαινε από το δωμάτιο του ξενοδοχείου για μέρες. Ο Ρόμπερτ πήγαινε κάθε μέρα και πολλές φορές δύο και τρεις φορές να τον επισκεφτεί. Πολλές φορές τον είχε βρει πεσμένο στο σοκάκι δίπλα στο μπαρ, αναίσθητο, μεθυσμένο για ώρες και τον μετέφερε στο δωμάτιο του. Τον περιποιούνταν και τον έβαζε για ύπνο σαν να ήταν μικρό παιδάκι. Το 1968 γεννήθηκε το παιδί που περίμενε η Λόλα με τον Ρόμπερτ. Ήταν ένα όμορφο κοριτσάκι, που έμοιαζε στην μαμά της. Ο Ρόμπερτ της έδωσε το όνομα της αδικοχαμένης Τζέρεμι. Δεν κατάλαβε κανείς αν ο Τζόνι ανάμεσα στα μεθύσια του είχε καταλάβει για την νέα Τζέρεμι. Δεν πήγε ποτέ πάντως να την δει, ίσως δεν μπορούσε να φανταστεί μια άλλη Τζέρεμι και φοβούμενος ότι μπορεί να αγαπήσει το μωρό, δεν ήθελε να μοιράσει την αγάπη του. Τον χειμώνα του 1969 μια πολύ κρύα μέρα ο Ρόμπερτ πήγε να επισκεφτεί τον Τζόνι. Δεν τον βρήκε στο ξενοδοχείο. Πήγε στο δωματιάκι πίσω από το μπαρ αλλά ούτε και εκεί ήταν. Άρχισε να ανησυχεί, δεν τον έβρισκε για πολλές ώρες. Μαζί μα άλλους έψαξαν σε όλα τα σημεία που μπορούσε να είναι,αλλά ήταν χαμένος. Τελικά μετά από καμιά δεκαριά ώρες πήγε στον τάφο της αγαπημένης του Τζέρεμι, και τον βρήκε πεσμένο εκεί, μέσα στο κρύο και την βροχή. Αυτή ήταν και η αιτία για την ασθένεια που ακολούθησε. Μετά από δύο μέρες στο νοσοκομείο, γύρισε στο ξενοδοχείο, παρόλο που οι γιατροί ήθελαν να τον κρατήσουν για περισσότερο. Εκεί με τον βήχα από την πνευμονία που είχε πάθει, πέρναγε τις μέρες του με την αγαπημένη του τρομπέτα αγκαλιά και την εμμονή του να βρει τον ήχο που του έλειπε. Εκείνη την μέρα ο Ρόμπερτ τον επισκέφτηκε και τον βρήκε να ψήνεται στον πυρετό. Η ασθένεια τον είχε καταβάλει και με την άρνηση του για ζωή, ο Τζόνι ήταν σε κακά χάλια. Ο Ρόμπερτ βγήκε στον διάδρομο και τηλεφώνησε σε ασθενοφόρο, για να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο. Μετά έβαλε κομπρέσα στο κεφάλι του και κάθισε δίπλα του βαστώντας το χέρι του. «Ήρθε η ώρα να πάω να συναντήσω την αγαπημένη μου» είπε ο Τζόνι «έχω στο συρτάρι ένα γράμμα που θέλω να το διαβάσεις όταν φύγω. Για το μόνο που λυπάμαι είναι ότι δεν βρήκα τον ήχο για το τέλος του «Απέραντο χωράφι - Boundless field»». Με την τρομπέτα του αγκαλιά έκλεισε τα μάτια του σαν να περίμενε να έρθει η ώρα να φύγει. Μάταια ο Ρόμπερτ του έλεγε «Κρατήσου φίλε, θα έρθουν. Δεν πρέπει να με αφήσεις, κρατήσου». Από μακριά ακούστηκε ο ήχος της σειρήνας του ασθενοφόρου. Ο Τζόνι άνοιξε τα μάτια του και είπε με τρεμάμενη φωνή. «Αυτός είναι, αυτή είναι η νότα που λείπει». Έφερε με το ζόρι την τρομπέτα στα χείλη του, προσπάθησε να βγάλει την νότα που ερχόταν όλο και πιο κοντά, και έτσι εκεί, άφησε την τελευταία του πνοή. Με την χαρά ότι θα έβλεπε ξανά την αγαπημένη του Τζέρεμι και την νότα που έψαχνε. Στο γράμμα του έγραφε για την μικρή Τζέρεμι. Όλα όσα κρατούσε μέσα στην καρδιά του για την κόρη του φίλου του. Άφηνε όλα όσα του είχαν απομείνει σε αυτήν. Μαζί με το τελευταίο τραγούδι του. «Black Pearl - Μαύρο μαργαριτάρι» «Στο βάθος της θάλασσας, Μέσα σε κοχύλι Μαύρο κοχύλι Γεννήθηκε ένα θαύμα, Μαύρο μαργαριτάρι. Κοχύλι κράτα το σφικτά, μέχρι να μεγαλώσει Μεγάλη η αξία του, Ακόμα και για τους λευκούς. Μαύρο μαργαριτάρι. Όταν θα βγει απ’ τον βυθό, και αέρας το στεγνώσει Ο ήλιος θα το δει, σε αυτό θα καθρεφτίσει Με Λάμψη θα γεμίσει κάθε ψυχή Μαύρο παιδί, μαύρο μαργαριτάρι. Στο μαύρο κοχύλι, γεννήθηκε ένα θαύμα, Μαύρο μαργαριτάρι». By Chris Mad Edited January 7, 2016 by chrismad Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
chrismad Posted January 7, 2016 Author Share Posted January 7, 2016 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.