Jump to content

Το Αίμα Θυμάται


elgalla

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Αταλάντη Ευριπίδου
Είδος: Η Elli Sketo για steampunk την έγραψε την εισαγωγή, εγώ μετά βίας έγραψα gaslight fantasy
Σεξ; Ωωω. Ναι.
Αριθμός Λέξεων: 2950 (2.500 ακριβώς χωρίς την εισαγωγή)
Αυτοτελής; Ναι.
Σχόλια: Για το δεύτερο SFF Write In, με διοργανώτρια την Elli Sketo. Με μοβ,σημειώνω την εισαγωγή της Έλλης.
Αρχείο: Το Αίμα Θυμάται.doc

 

 

Τα πάρτυ της υψηλής τάξης πάντα την κούραζαν και δεν βοηθούσε καθόλου το γεγονός ότι ο Αντρέας  την είχε σύρει εκεί σχεδόν με το ζόρι. Ένιωθε λίγο σαν το λάβαρό του, σαν το κοινωνικό του κατόρθωμα.

Κούνησε το κοκτέιλ της και προσπάθησε να μη χαμογελάσει με τις χαιρέκακες σκέψεις που κατέκλυζαν το μυαλό της για το αγόρι της και τους κουλτουριάρηδες φίλους του. Πού να είχε χαθεί ο ανεπρόκοπος πάλι; Κάπου στη σάλα θα ήταν και θα χόρευε. Το φόρεμα ήταν κόλαση και ο κορσές την έσφιγγε. Κατέβασε άλλη μια γουλιά απο το κοκτέιλ και το άφησε στον δίσκο ενός από τους υπηρέτες της βίλας.

Τόσο χρήμα την έκανε να αισθάνεται αηδία.

Όχι, ζήλεια είναι, σκέφτηκε. Να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου Μαίρη.

Μέσα από το κουστουμαρισμένο πλήθος ξεπρόβαλε ο Αντρέας. Θα τον έβρισκε γοητευτικό αν η φάτσα του δεν της θύμιζε τον επικό καυγά που είχαν κάνει πριν το πάρτυ. Από το χέρι έσερνε σχεδόν μια κοπέλα λίγο μικρότερή τους.

«Μαίρη» είπε γελαστός και επίσημος, «θα ήθελα να σου συστήσω την Άννα. Εργαζόμαστε μαζί».

Η Μαίρη χαμογέλασε ζεστά αν και την καρδιά της έσφιξε κάτι. Κάπου το ήξερε αυτό το πρόσωπο.

«Χάρηκα» είπε η Μαίρη και τέντωσε το χέρι της στην κοπέλα που έδειχνε να κοιτά ένοχα το παρκέ.

«Παρομοίως» μουρμούρισε κάπως άβολα η κοπέλα και της ανταπέδωσε τη χειραψία.

Η Μαίρη την έσφιξε, όπως είχε κάνει με όλα τα καμένα πλουσιόπαιδα εκείνο το βράδυ, όμως το δανδελωτό γάντι που έκρυβε το χέρι της Άννας ούτε που σάλεψε. Η κοπέλα συνέχισε να αποφεύγει το βλέμμα της και η στιγμή σερνόταν στο χρόνο σα να είχαν παγώσει όλα γύρω. Μια τρελή σκέψη καρφώθηκε στο μυαλό της Μαίρης που δεν θα τολμούσε να ξεστομίσει ποτέ.

Είσαι η μάγισσα!

Η κοπέλα σήκωσε τα καφετιά της μάτια και την κοίταξε τρομαγμένη, σα να είχε διαβάσει τη σκέψη της και για λίγο έμειναν να κοιτιούνται, το ένα χέρι περασμένο μέσα στο άλλο χωρίς καν να αναπνεόυν.

Ο Αντρέας είπε κάτι αδιάφορο που η Μαίρη δεν άκουσε καν, όμως η Άννα σα να ξύπνησε από τον λήθαργο. Έριξε ξανά το βλέμμα της στο παρκέ, ζήτησε συγγνώμη και κατευθύνθηκε τρέχοντας προς τη μεγάλη εσωτερική σκάλα την οποία κατέβηκε σχεδόν τρέχοντας. Ο κυνισμός και η μισανθρωπία επισκέφτηκαν για άλλη μια φορά τη Μαίρη, η οποία χαμογελώντας όλο κακία, της φώναξε από το κάγκελο του μπαλκονιού:

«Ε, Άννα»!

 Μερικοί από τους κουστουμαρισμένους βλάκες σταμάτησαν τις συζητήσεις τους, κάποια ζευγάρια στη σάλα σταμάτησαν τον χορό, ακόμα και η ορχήστρα έπαιξε λίγο πιο απαλά από πριν. Η Άννα όμως έφτασε στη βάση της σκάλας χωρίς να κοιτάξει πίσω και συνέχισε να τρέχει ανάμεσα στον κόσμο.

«Πού πας; Ξέχασες το γοβάκι σου!» φώναξε κακιασμένα η Μαίρη και έβαλε τα γέλια. Παρατήρησε για λίγα δευτερόλεπτα την κοπέλα που έτρεχε, κρατώντας το φουστάνι και τα μεσοφόρια της μαζεμένα ψηλά στα γόνατα. «Καλά, τι μύγα την τσίμπησε;» ρώτησε τον Αντρέα μουτρωμένη.

Εκείνος χαμογέλασε απολογητικά.

«Τι να σου πω» είπε και τη φίλησε στο μάγουλο. Μύριζε λεμόνι και πεύκο κι η Μαίρη ήθελε να ξεράσει. «Είναι λίγο ντροπαλή, είχε αγχωθεί που θα συναντούσε την αρραβωνιαστικιά μου».

Ή μπορεί να την έπιασε κόψιμο, σκέφτηκε πικρόχολα η Μαίρη. Υπάρχει και μια άλλη πιθανότητα, ψιθύρισε μια μικρή, ύπουλη φωνούλα στο πίσω μέρος του μυαλού της. Ίσως ένιωσε ό,τι ένιωσες κι εσύ. Το πρόβλημα ήταν πως η Μαίρη δεν μπορούσε να εκφράσει με λόγια αυτό που είχε αισθανθεί αντικρίζοντας τα μάτια της Άννας και αγγίζοντάς την. Ήταν πολύ παράξενο. Κι αυτή η σκέψη που της είχε έρθει: είσαι η μάγισσα. Κούνησε το κεφάλι της απαυδισμένη, λες και το κούνημα θα έδιωχνε όλες τις απορίες της.

«Μάλλον έχει ακούσει τις φήμες» σχολίασε τελικά. Μισοσήκωσε τους ώμους της. Μισό, μόνο, και όχι περισσότερο, διότι ο κορσές της έκοψε την ανάσα για λίγο. «Ξέρεις, αυτές που λένε ότι τρώω ανθρώπους».

Ο Αντρέας γέλασε.

«Έλα, καλή μου. Είμαι σίγουρος πως η Άννα σε βρήκε συμπαθέστατη και πως η... απρόσμενη... αποχώρησή της δεν είχε καμία σχέση με σένα. Εσύ είσαι γοητευτικότατη, όπως πάντα».

Κάτι τέτοια της έλεγε μονίμως, νομίζοντας πως θα την έριχνε. Ποτέ δεν έπιανε. Συνέχισε να κοιτάζει προς την κατεύθυνση όπου είχε δει την Άννα να εξαφανίζεται.

 

***

 

            Η Άννα έγειρε σ’ έναν τοίχο να ξαποστάσει. Δεν είχε ιδέα πού βρισκόταν ούτε πόση ώρα είχε τρέξει. Τούφες μαλλιών είχαν κολλήσει στο ιδρωμένο της μέτωπο κι οι μισές μπούκλες είχαν ξεφύγει από τα τσιμπιδάκια και τις κορδέλες που τις συγκρατούσαν και κρέμονταν στον λαιμό της. Τα παπούτσια και το κάτω μέρος του φουστανιού της ήταν γεμάτα χώματα. Πήρε μερικές βαθιές, λαίμαργες ανάσες. Τι ήταν αυτό; αναρωτήθηκε. Τι συνέβη;

Προσπάθησε να βάλει τις σκέψεις της σε τάξη. Ήταν στη δεξίωση της Κιάρα Ατσαγιόλι, Δούκισσας των Αθηνών. Μιλούσε με μερικούς συναδέλφους μηχανικούς όταν την είχε πλησιάσει ο Αντρέας και την είχε τραβήξει με το ζόρι για να τη συστήσει στην αρραβωνιαστικιά του. Η Άννα δεν ήταν προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο. Με τους συνεργάτες της στο πρόγραμμα είχαν μπορούσε να επικοινωνήσει, όμως μ’ αυτές τις κοσμικές, μοσχαναθρεμμένες δεσποσύνες δεν τα πήγαινε καλά. Όχι πως τις αντιπαθούσε – απλώς δεν ήξερε τι να τους πει και πώς να τους μιλήσει. Κι η αρραβωνιαστικιά του Αντρέα έμοιαζε κοσμικότερη και πιο μοσχαναθρεμμένη απ’ όλες.

Δεν είναι αυτός ο λόγος που το έβαλες στα πόδια,  επέπληξε νοερά τον εαυτό της. Από μικρή ηλικία, η Άννα είχε ορκιστεί πως δεν θα εθελοτυφλούσε ποτέ για τίποτα, αν αυτό περνούσε από το χέρι της. Δεν θα γινόταν σαν τη μητέρα της, που μονίμως ήλπιζε ότι ο εκάστοτε εραστής και χρηματοδότης της θα την παντρευόταν. Η Άννα ήταν πρακτική και προτιμούσε την αλήθεια από τα ψέματα. Ήξερε, λοιπόν, ότι δεν ήταν η εμφάνιση της Μαίρης που την είχε τρομοκρατήσει τόσο. Ήταν το γεγονός πως εκείνο το πρόσωπο το είχε ξαναδεί, εκείνο το δέρμα το είχε ξανακουμπήσει, εκείνα τα χείλη... δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη σκέψη της. Η ζάλη ήρθε απότομα. Προσπάθησε να κρατηθεί, όμως δεν τα κατάφερε. Αισθάνθηκε το κορμί της να χτυπάει στο σκληρό, υγρό πλακόστρωτο και το τελευταίο πράγμα που πέρασε από το μυαλό της ήταν πως είχε καταφέρει να καταστρέψει το μοναδικό καλό της φόρεμα.

 

Γέλια. Το ανάλαφρο χάδι μεταξωτών σεντονιών πάνω στο γυμνό της δέρμα. Η γνώριμη θέρμη ενός άλλου σώματος. Άνοιξε τα μάτια και κοίταξε τη γυναίκα δίπλα της. Ήταν ό,τι ομορφότερο είχε αντικρίσει ποτέ της. Είχε βαριές, χαλκόχρωμες μπούκλες και μάτια στο βαθύ μπλε του ουρανού που μόλις είχε πάρει να νυχτώνει. Φακίδες κάλυπταν το κατάλευκο δέρμα της. Ήταν ολόκληρη λευκή και χάλκινη και ροζ, μ’ ένα κορμί πληθωρικό, γεμάτο απαλές καμπύλες.

«Πιστεύεις πως μας έχει καταλάβει;» ρώτησε η Μερόπη και, ξαφνικά, κάθε ευχάριστη διάθεση εξαφανίστηκε.

Εκείνη σοβάρεψε. Χάιδεψε το μέτωπο της Μερόπης, παραμερίζοντας μερικές πυρρόξανθες τούφες.

«Μη φοβάσαι, καρδιά μου. Θα τα καταφέρουμε», είπε η Άνα.

Στην πραγματικότητα, δεν ήταν τόσο σίγουρη όσο προσπαθούσε να δείχνει, όμως δεν είχε και άλλη επιλογή. Κάποια από τις δυο τους έπρεπε να παραμείνει ψύχραιμη. Η Μερόπη ανασηκώθηκε και κάθισε οκλαδόν στο κρεβάτι.

«Πώς να μη φοβάμαι; Είναι δυνατό να μου ζητάς κάτι τέτοιο; Ξέρεις πολύ καλά τι θα γίνει αν μας ανακαλύψει».

Η Άνα της έπιασε το χέρι και το έσφιξε καθησυχαστικά.

«Έλα, Μέρι μου, έλα ψυχή μου. Μην ανησυχείς, όλα καλά θα πάνε. Μια μέρα έχει μείνει μόνο, κάνε λίγη υπομονή. Εμπιστέψου με, ξέρω τι κάνω».

Στη θεωρία, τουλάχιστον. Είχε προετοιμάσει όλα τα απαραίτητα υλικά για την τελετουργία, είχε βυθίσει το μαχαίρι της σε δροσοσταλίδες μαζεμένες την έβδομη ώρα της ημέρας και το είχε θάψει στο χώμα, τυλιγμένο σε φασκόμηλο, για ένα ολόκληρο φεγγάρι. Η Μερόπη τράβηξε το χέρι της. Δεν έδειχνε ιδιαίτερα καθησυχασμένη.

«Αναλγησία» της είπε κι ήταν μία από τις λίγες φορές που χρησιμοποιούσε ολόκληρο το όνομά της, «το συνειδητοποιείς πως, αν οτιδήποτε πάει στραβά, αυτό ίσως να είναι το τελευταίο μας βράδυ μαζί»;

Η Άνα – που μισούσε το όνομά της σχεδόν όσο και τη θεία από την οποία το είχε πάρει – το ήξερε πολύ καλά.

 

***

 

«Σσσσσςςς» μουρμούρισε ο Νέριο Ατσαγιόλι στο αφτί της Μαίρης και της έκλεισε το στόμα.

Εκείνη τον δάγκωσε με δύναμη, εκδικητικά, κι αυτός της έριξε ένα χαστούκι.

«Σκάσε, γαμώτο» της είπε. «Θα μας ακούσουν».

Η Μαίρη έπνιξε ένα βογκητό. Ήταν στριμωγμένοι στη γκαρνταρόμπα της Δούκισσας και πηδιόντουσαν λυσσασμένα. Πάντοτε έτσι ήταν με τον Νέριο. Της έστελνε μια κάρτα, βρίσκονταν κάπου και ορμούσαν ο ένας στον άλλο με το απελπισμένο πάθος δύο ανθρώπων που δεν είχαν απολύτως τίποτα κοινό και, τον περισσότερο καιρό, δεν τους ένωνε καν αμοιβαία συμπάθεια. Η μουσική και ο θόρυβος του πάρτυ ακούγονταν μέχρι εκεί, αν και θολά, λες κι ο ήχος περνούσε μέσα από βαμβάκι.

Ο Νέριο τη γύρισε και την κόλλησε με το πρόσωπο μέσα στα γουναρικά της γυναίκας του. Αύξησε την ταχύτητά του κι η Μαίρη έκανε να φωνάξει, αλλά το στόμα της γέμισε τρίχες και φόδρα και οι κραυγές της πνίγηκαν. Αναρωτήθηκε αν ο Αντρέας την έψαχνε. Σιγά να μην, σκέφτηκε. Μάλλον θα έχει γίνει κολλιτσίδα στη Δούκισα. Τουλάχιστον αυτή τη φορά ήταν ευγενικός και την είχε ρωτήσει. Αγάπη μου, σε πειράζει να σε αφήσω για λίγο μόνη σου; της είχε πει. Βλέπω πως η Δούκισσα είναι διαθέσιμη και πρέπει να την ενημερώσω για την πρόοδο του προγράμματος. Θα χαρεί να μάθει πόσο έχουμε προχωρήσει με την κατασκευή του αερόπλοιου. Κάνουμε κάποιες ρυθμίσεις τώρα με βάση τους υπολογισμούς των αιθερικών ρευμάτων, αλλά νομίζω πως σύντομα θα είμαστε έτοιμοι για την πρώτη δοκιμή. Κάπου εκεί, η Μαίρη είχε πάψει να του δίνει σημασία. Του είχε χαμογελάσει γλυκά και του είχε πει ότι, βεβαίως, δεν είχε κανένα πρόβλημα. Με την άκρη του ματιού της, είχε δει τον Νέριο να της κάνει νόημα να τον βρει στον επάνω όροφο. Από τη μία, δεν είχε την παραμικρή όρεξη να γαμηθεί μαζί του εκείνη τη στιγμή. Από την άλλη, δεν είχε και τίποτα καλύτερο να κάνει.

«Τι πουτάνα που είσαι» ψιθύρισε ο Νέριο, τραβώντας τα μαλλιά της.

Είμαι σίγουρη ότι σε όλες τα ίδια κομπλιμέντα κάνεις, ανέβηκε στα χείλη της η δηκτική απάντηση. Ωστόσο, προτίμησε να μη μιλήσει. Αυτό που είχαν με τον σύζυγο της Δούκισσας – η Κιάρα Ατσαγιόλι δεν του επέτρεπε να αυτοαποκαλείται Δούκας – ήταν κάτι που δεν ήθελε να χαλάσει. Δεν θα το έλεγε σχέση, σε καμία περίπτωση. Μάλλον αμοιβαία προσοδοφόρος διακανονισμός ήταν, παρά οτιδήποτε άλλο. Ο Νέριο ήταν όλα όσα η Μαίρη απεχθανόταν: πάμπλουτους, πανέμορφος και πανούργος. Όπως όλοι της τάξης του, θεωρούσε τα πάντα και τους πάντες δεδομένα. Οι γυναίκες έπρεπε να πέφτουν στα πόδια του, οι υπηρέτες έπρεπε να γίνονται χαλί να τους πατάει μιας και ανήκαν σε κάποιο κατώτερο είδος ανθρώπων, το homo pauperibus.

Δύο ήταν οι λόγοι για τους οποίους η Μαίρη γινόταν αποδεκτή στις συναθροίσεις των ευγενών: η ξενική της εμφάνιση και το ότι ήξερε να ράβει. Η Μαίρη έφτιαχνε μόνη της όλα της τα φουστάνια από τότε που ήταν δώδεκα χρονών. Δούλευε σαν εσώκλειστη συνοδός της γηραιής Κόμισσας Ασανίνα, που την υπεραγαπούσε και επέμενε να την αποκαλεί ανιψιά της. Οι κακές γλώσσες έλεγαν πως η Μαίρη ήταν εγγονή της Κόμισσας, από παράνομη σχέση της νεκρής, πλέον, κόρης της. Φυσικά, αυτό ήταν ψέμα, αλλά η ίδια η Μαίρη φρόντιζε να τροφοδοτεί τα κουτσομπολιά. Πού να ‘ξεραν πως ψώνιζε υφάσματα απ’ την υπόγα του Μπαρίμ στην Ευριπίδου, ανάμεσα στα μπαχαράδικα.

Άκουσε μια πόρτα ν’ ανοίγει κι ένιωσε τον Νέριο να σταματάει για λίγο. Βήματα και το θρόισμα μιας φούστας. Ίσως η Δούκισσα να είχε ξεχάσει κάτι. Στη σκέψη πως η ψηλομύτα Κιάρα Ατσαγιόλι θα έπιανε τον άντρα της να την απατάει μαζί της, η Μαίρη πίεσε τους γοφούς της πάνω στον Νέριο. Η πόρτα άνοιξε και έκλεισε ξανά, κι εκείνος άρχισε να την παίρνει με μανία, ρίχνοντας τσουχτερές σφαλιάρες στους γλουτούς της και βρίζοντάς την ανάμεσα στα αγκομαχητά του. Ο οργασμός της ήρθε απότομα, έσκασε πάνω της σαν κύμα και τη ζάλισε τόσο που πίστεψε πως θα λιποθυμούσε.

Όχι, δεν είναι ο οργασμός, συνειδητοποίησε, όντως λιποθυμ...

 

«Νόμιζες πως θα ήταν τόσο εύκολο;» τη συνέφερε η γνώριμη φωνή της Πρωθιέρειας. Μακριά, ντελικάτα δάχτυλα χάιδεψαν το πρόσωπό της. Η Μερόπη μισάνοιξε τα μάτια. Το κορμί της πονούσε ολόκληρο και με τρόμο είδε πως αιμορραγούσε από τόσα σημεία που της ήταν αδύνατο να τα μετρήσει. «Πως θα με πρόδιδες και δεν θα το μάθαινα;» ρώτησε η γυναίκα μπροστά της. Η φωνή της δεν είχε το παραμικρό ίχνος ανθρώπινου συναισθήματος και, για μια ακόμη φορά, η Μερόπη αναρωτήθηκε μήπως ήταν κάποιο νέο, εξελιγμένο είδος αιθερικού αυτόματου. Ένα αιθερικό αυτόματο που ήθελε να γίνει αληθινό κορίτσι. «Πως θα ήταν τόσο εύκολο να με δολοφονήσετε, εσύ κι αυτή η κομπογιαννίτισσα με την οποία πλαγιάζεις»;

Η Πρωθιέρεια μπήκε στο οπτικό της πεδίο, ντυμένη με την πορφυρή ρόμπα που άφηνε ακάλυπτα τα λαδωμένα στήθη της. Οι θηλές της ήταν τρυπημένες και στολισμένες με ένα επτάκτινο αστέρι κάθε μία. Τα ψυχρά της μάτια καρφώθηκαν πάνω στη Μερόπη, που ρίγησε άθελά της. Κοίταξε γύρω της. Η Άνα δεν ήταν πουθενά. Η Πρωθιέρεια την έπιασε σφιχτά από το σαγόνι και την ανάγκασε να στρέψει το βλέμμα επάνω της.

«Αναζητάς την ερωμένη σου; Δεν θα τη βρεις εδώ. Τη βρήκα πρώτη εγώ».

Η Μερόπη ένιωσε τα μάτια της να βουρκώνουν και δάγκωσε τη γλώσσα της για να μην κλάψει. Η μορφή της Άνας ξεπρόβαλε στο νου της. Ήταν τόσο εύθραυστη, τόσο λεπτή και γεμάτη γωνίες – θα ήταν τόσο εύκολο για την Πρωθιέρεια να τη σπάσει. Όχι για πρώτη φορά, αναρωτήθηκε γιατί είχε επιτρέψει στον εαυτό της να ερωτευτεί.

«Τι της έκανες;» ψέλλισε.

Το στόμα της ήταν στεγνό, τα χείλη της ξερά.

«Την τιμώρησα, όπως θα τιμωρήσω κι εσένα. Αυτή γιατί σε παρέσυρε και σ’ έκανε να πατήσεις τους όρκους σου. Εσένα γιατί αφέθηκες να παρασυρθείς» απάντησε η Πρωθιέρεια.

Η Μερόπη έσκυψε το κεφάλι. Φοβόταν αυτή τη στιγμή από τότε που η Άνα είχε προτείνει, για πρώτη φορά, να το σκάσουν μαζί.

«Έδωσες υπόσχεση με αίμα, το θυμάσαι»; συνέχισε απτόητη η γυναίκα. «Εγώ δεν το ξεχνώ, ούτε η Θεά, να είσαι σίγουρη. Έδωσες υπόσχεση πως θα αγαπάς  μονάχα Εκείνη και πως, όταν έρθει η στιγμή, όταν το Πορφυρό Άστρο το απαιτήσει, θα δώσεις πρόθυμα τη ζωή σου και την ψυχή σου για χάρη Της. Πρόδοσες τις αδελφές σου στην πίστη για μια ψευτομάγισσα που, πιθανότατα, ήθελε μόνο να σε χρησιμοποιήσει για να αποκτήσει πρόσβαση στο θησαυροφυλάκιό μας».

Η κοπέλα ήθελε να ουρλιάξει, να της πει πως δεν ήταν έτσι τα πράγματα, πως η Άνα την αγαπούσε και προσπαθούσε απλώς να την απελευθερώσει από τις ανόητες επιλογές της νιότης της. Προτίμησε να μείνει σιωπηλή. Δεν είχε νόημα, πλέον. Η Αναλγησία θα ήταν ήδη νεκρή – ή χειρότερα – κι εκείνη θα έπρεπε να υπομείνει όποια τιμωρία είχε σκαρφιστεί η Πρωθιέρεια.

«Γι’ αυτά σου τα κρίματα σε καταριέμαι, Μερόπη, κόρη του Ιλαρίωνα. Ο έρωτας πάντα κρυφός θα είναι για σένα και θα τον ψάχνεις σε πρόσωπα ψεύτικα. Μισή θα είναι η ψυχή σου, στα δύο χωρισμένη, κι όλο θα αναζητάς κάτι που δεν θα ξέρεις. Ακόμη κι αν ο έρωτας σταθεί μπροστά σου, δεν θα αναγνωρίσεις την όψη του ούτε θα ακούσεις τη φωνή του. Έτσι θα είναι, όσα κορμιά κι αν φορέσεις, όσα προσωπεία κι αν ντυθείς. Για επτά γενιές κι επτά ζωές, έτσι θα είναι».

Η Μερόπη ένιωσε τη δύναμη της κατάρας να κάθεται βαριά στο στήθος της και να την πνίγει. Πόνος έσκισε τα σωθικά της. Ήταν λες και της κόβαν την ψυχή στα δύο. Θα λιποθυμούσε, το ήξερε. Καλωσόρισε το σκοτάδι. Μόνο μια ελπίδα υπήρχε: το ξόρκι της Άνας να είχε πιάσει.

 

***

 

Το ξόρκι έπιασε. Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που συνειδητοποίησε η Άννα όταν συνήλθε. Το δεύτερο ήταν πως βρισκόταν πεσμένη στη μέση του δρόμου. ‘Εκανε να σηκωθεί κι οι παλάμες της αμέσως έτσουξαν. Τα γάντια της είχαν σκιστεί κι από κάτω το δέρμα ήταν γδαρμένο. Πέρα από τους κάλους και την τραχύτητα που οφείλονταν στο επάγγελμά της, διέκρινε τώρα και μια λεπτή, λευκή ουλή στο δεξί της χέρι που έβλεπε για πρώτη φορά.

«Το μαχαίρι» μονολόγησε, κοιτώντας το σημάδι. « Εκείνο που βύθισα σε δροσοσταλίδες μαζεμένες την έβδομη ώρα της ημέρας και έθαψα στο χώμα, τυλιγμένο σε φασκόμηλο, για ένα ολόκληρο φεγγάρι».

Στο μυαλό της ξεπήδησε μια εικόνα άγνωστη και γνώριμη συνάμα.

 

***

 

Η Μαίρη τινάχτηκε απότομα. Ήταν ζαλισμένη, είχε πονοκέφαλο και, απ’ ό,τι φαινόταν, κάποιος την είχε χώσει σε μια γκαρνταρόμπα γεμάτη γούνες και πανάκριβα φουστάνια. Ο Νέριο, συνειδητοποίησε. Πιάστηκε από κάτι πανωφόρια για να σηκωθεί κι ένιωσε μια σουβλιά στο αριστερό της χέρι. Τράβηξε το γάντι της και είδε, με έκπληξη, ανάμεσα στα δεκάδες τρυπήματα της βελόνας, μια λεπτή, λευκή ουλή που έμοιαζε να βρίσκεται εκεί από πάντα. Η καρδιά της αναπήδησε.

«Το ξόρκι πέτυχε» μονολόγησε έκπληκτη, χωρίς καλά-καλά να καταλαβαίνει τι εννοούσε. «Η Άννα είχε δίκιο».

Συνειδητοποίησε πως, στο μυαλό της, η Άννα που είχε γνωρίσει και η Αναλγησία που είχε... ονειρευτεί;... ήταν το ίδιο πρόσωπο. Τη θυμόταν να σκίζει τις παλάμες τους και να τις ενώνει, σαν να ήταν χτες. Τη θυμόταν να λέει τα λόγια της τελετουργίας.

 

***

 

Οι μνήμες της Άνας γίνονταν ολοένα και πιο συγκεκριμένες, ολοένα και πιο συμπαγείς.

 

«Η Πρωθιέρεια μπορεί να επηρεάζει τα μυαλά των ανθρώπων» της είπε η Μερόπη φοβισμένη. «Αν με ανακαλύψει... μπορεί μέχρι και να με κάνει να σε ξεχάσω».

Η Άνα χαμογέλασε και τη φίλησε τρυφερά.

«Μη φοβάσαι. Όσο περνάει από το χέρι μου, δεν θα με ξεχάσεις. Κι αν μπορεί να επηρεάσει το μυαλό σου ή την ψυχή σου, μην ανησυχείς. Υπάρχει ένα πράγμα που δεν μπορεί να πειράξει κι αυτό είναι το αίμα σου. Το αίμα θυμάται».

Καμιά άλλη μάγισσα και καμιά Πρωθιέρεια δεν ξεπερνούσε την Αναλγησία στη μαγεία του αίματος.

 

***

 

«Τα κατάφερε» μουρμούρισε η Μέρι, θαυμάζοντας ακόμη με τις μνήμες που είχαν ξεκλειδώσει, ξαφνικά, μέσα στο κεφάλι της. «Δεν θα αναγνώριζα την όψη της ούτε θα άκουγα τη φωνή της, όμως με άγγιξε και το αίμα θυμήθηκε. Το αίμα θυμήθηκε...» συνειδητοποίησε, καθώς δάκρυα ανακούφισης κυλούσαν από τα μάτια της.

Αποφασιστικά, σηκώθηκε όρθια. Έπρεπε να τη βρει. Είχε χάσει τόσο χρόνο – ίσως όχι επτά γενιές κι επτά ζωές, όμως τόσο χρόνο. Δεν σκόπευε να χάσει περισσότερο. 

 

 

  • Like 5
Link to comment
Share on other sites

Ωραία ιστορία, τώρα με τα είδη και τα υποείδη δεν τα πάω καλά αλλά μου άρεσε η ιστορία όπως και να έχει.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Εμένα η ιστορία μου άρεσε πολύ. Μου φάνηκε αποσπασματική, ναι, αυτές οι παράγραφοι σαν σπασμένες εικόνες έμοιαζαν, αλλα νόημα βγαίνει μία χαρά και σε κάθε περίπτωση είναι μία ιστορία που γράφτηκε πολύ -πολύ γρήγορα.

Στα συν ο Νέριο, και τα κοπλιμέντα του.

Στα μείον ότι θα ήθελα περισσότερο φώτισμα στο μαγικό. ερωτικό υπόβαθρο των κοριτσιών (αλλά ξέρω πως η Αταλάντη θα το ξαναπιάσει για να μας αφήσει ικανοποιημένους)

Επίσης, η κοπέλα έχασε όντως το γοβάκι της; Είναι μάλλον κάποιο αστείο, ότι και καλά φεύγει βιαστικά από το χωρό μην και λυθούν τα μάγια, γουέλ. (Να σου πω θα ήθελα αυτό το γοβάκι να έπαιζε ενεργό ρόλο με κάποιον τρόπο.)

Πολύ καλή προσπάθεια, μπράβο. Και πολύ στο στυλ σου.

  • Like 4
Link to comment
Share on other sites

Αταλάντη καλησπέρα,
Η ιστορία σου ως συνήθως με τράβηξε και με ταξίδεψε. Ίσως όχι όσο συνήθως αλλά δεδομένου του χρόνου με πήγες μακριά. Μου άρεσε πολύ η ιδέα σου - ότι δηλαδή η Μάιρη με την Άννα είχαν κάτι ερωτικό ανάμεσά τους, καθώς αυτή ήταν και η δική μου σκέψη όταν έγραφα την εισαγωγή. Νομίζω ότι κατάφερες να χτίσεις την σχέση τους μέσα στο περιορισμό των λέξεων. Αυτό για το οποίο πάντα με κάνει να θέλω να σου σφίξω το χέρι είναι οι υπόλοιποι χαρακτήρες της ιστορίας σου που είναι εκεί για κάτι περισσότερο από απλούς κομπάρσους στο φόντο ενως διηγήματος. κάθε ένας από αυτούς είχε λόγο ύπαρξης ιδιαιτερότητες και ένα τρισδιάστατο χαρακτήρα που συμπλήρωνε τον κόσμο στον οποίο κινούνται οι πρωταγωνίστριές σου χωρίς να κλέβουν τίποτα από αυτόν. Πολύ όμορφη η σκηνή του σεξ με τον Νέριο πολύ δυνατές εικόνες και όμορφες περιγραφές.

Δεν μου άρεσε η επιλογή σου να πας αποσπασματικά αν και καταλαβαίνω τους λόγους για τους οποίους επέλεξες να το κάνεις και δε νομίζω ότι χάνει το κείμενο από κατανόηση - απλά φαίνεται ότι ήταν βιαστικό. Το τέλος ήταν αστραπή. Αν δεν ήξερα ότι είχες κι άλο χρόνο θα έλεγα ότι ανέβασες το κείμενο 11:59 με την ψυχή στο στόμα αλλά τώρα πιστεύω ότι σε είχε κουράσει. Θα προτιμούσα έναν επίλογο ή έστω δυο λόγια παραπάνω για το τι έχει γίνει. Δεν έμαθα τι έγινε με την κατάρα - οκ το ξώρκι της Άννας δούλεψε αλλά τι έκαναν ακριβώς; Πόσες γενιές ήταν χώρια; Τι απέγινε η Πρωθιέρεια; Είναι ακόμα μάγισσα η Άννα;
Ίσως απλά να στεναχωρήθηκα που τελείωσε αλλά μένω στην άποψή μου ότι το έκλεισες απότομα. 
Αν αποφασήσεις ποτέ να το δουλέψεις περαιτέρω, θα ήθελα να το δω.

Είσαι η ψήφος μου  :thumbsup:

  • Like 3
Link to comment
Share on other sites

Ήρθε και η σειρά μου λοιπόν,

 

Ομολογώ ότι το δικό σου adaptation και σύλληψη στο πως πρέπει να πάει η εισαγωγή μάλλον βγήκε καλύτερα κι από τους τρεις μας ;) Αμέσως εγκλιματίστηκες στο σκηνικό και κύλησε πολύ όμορφα η ιστορία σου.
Κατάφερες να αποδώσεις κι άλλους χαρακτήρες αρκετά πειστικά, μας οδήγησες χεράκι χεράκι αν και στο τέλος έτρεξες λίγο απότομα. Προφανώς σε τόσο λίγο χρόνο και με τέτοιο όριο, δεν μπορείς να κάνεις θαύματα, αλλά σε κάποια σημεία μείναμε λίγο με την απορία στο μυαλό.
Τι έγινε με την Πρωθιέρεια; Πόσος καιρός πέρασε; Ήταν όντως τυχαίο που βρεθήκανε στο πάρτυ και απλά το ξόρκι λειτούργησε;

 

Γενικά ένας κόσμος που πιστεύω όλοι θα θέλαμε να δούμε παραπάνω. Πάντως΄οπως πάντα η γραφή σου σε υψηλά επίπεδα, η ατμόσφαιρα ιδανική και το κλείσιμο με έναν ωραίο ρομαντικό τόνο για την σχέση των δύο πρωταγωνιστριών.

Πολύ καλή προσπάθεια για τις περιστάσεις και θα μπορούσε να αναπτυχθεί και στο μέλλον παραπάνω να βγει ολοκληρωμένη :)

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Αγαπημένη, δεν θα αναφερθώ στα αναμενόμενα πολύ θετικά των κειμένων σου (γραφή, χαρακτήρες, ατμόσφαιρα). Η ιστορία σου ήταν ολοκληρωμένη, παρά το μικρό της μέγεθος και τους περιορισμούς της εισαγωγής, και ικανοποιούσε τους κάνόνες του SSL. Όχι ότι δεν μου έμειναν απορίες: η Άννα και η Μαίρη ήταν απόγονοι των Άνα και Μερόπη ή οι ίδιες (έντιτ: εγώ το δεύτερο κατάλαβα, αλλά με μπέρδεψε η φύση της κατάρας και το κάπως άχρονο setting των "φλας μπακ"); Γιατί η κατάρα μιλάει για 7 γενιές και 7 ζωές (κι έτσι έχει νόημα κι η φράση του τίτλου) και σε περίπτωση που είναι οι ίδιες δεν βρίσκω το νόημα στο να αναφέρονται ρητά οι 7 γενιές από άποψη πλοκής και κινήτρων της ιέρειας (κι επίσης αφού η Μερώπη θα ήταν παρθένα (αν παρέμενε) ή λεσβία έστω, πώς περίμενε η Πρωθιέρεια να έχει απογόνους;). Αυτό το κομμάτι μου είναι θολό και λόγω γούστου δεν με πολυκερδίζει (η κατάρα των 7 γενιών σε ζήτημα ερωτικής φύσεως), και θα ήθελα περισσότερη σαφήνεια στη σκηνή που η Πρωθιέρεια την τιμωρεί.

 

Συνολικά καλή γεύση και -σε παρακαλώ- ολοκλήρωσε κάποτε το χρωστούμενο -εδώ κι έναν χρόνο σχεδόν- διήγημα, ώστε να σε διαβάσω και σε διήγημα χωρίς (πολύ) αυστηρούς περιορισμούς.

Edited by Morfeas
  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Έφτασε και πάλι η αναμενόμενη ώρα των εξηγήσεων. Έχω πολλές να δώσω, οπότε κάντε λίγη υπομονή.

 

Στα μείον ότι θα ήθελα περισσότερο φώτισμα στο μαγικό. ερωτικό υπόβαθρο των κοριτσιών (αλλά ξέρω πως η Αταλάντη θα το ξαναπιάσει για να μας αφήσει ικανοποιημένους)

Επίσης, η κοπέλα έχασε όντως το γοβάκι της; Είναι μάλλον κάποιο αστείο, ότι και καλά φεύγει βιαστικά από το χωρό μην και λυθούν τα μάγια, γουέλ. (Να σου πω θα ήθελα αυτό το γοβάκι να έπαιζε ενεργό ρόλο με κάποιον τρόπο.)

Πολύ καλή προσπάθεια, μπράβο. Και πολύ στο στυλ σου.

 

(1) Μετά θα πρέπει να γράψω νουβέλα, μάναμ!

(2) Όχι, εγώ το εξέλαβα ως ένα αστείο και δεν ασχολήθηκα παραπάνω μαζί του γιατί, όσες φορές κι αν διάβασα την εισαγωγή, δεν υπήρχε καμία αναφορά σε γοβάκι που έφυγε ή χάθηκε καθώς η Άννα έτρεχε.

 

Δεν μου άρεσε η επιλογή σου να πας αποσπασματικά αν και καταλαβαίνω τους λόγους για τους οποίους επέλεξες να το κάνεις και δε νομίζω ότι χάνει το κείμενο από κατανόηση - απλά φαίνεται ότι ήταν βιαστικό. Το τέλος ήταν αστραπή. Αν δεν ήξερα ότι είχες κι άλο χρόνο θα έλεγα ότι ανέβασες το κείμενο 11:59 με την ψυχή στο στόμα αλλά τώρα πιστεύω ότι σε είχε κουράσει. Θα προτιμούσα έναν επίλογο ή έστω δυο λόγια παραπάνω για το τι έχει γίνει. Δεν έμαθα τι έγινε με την κατάρα - οκ το ξώρκι της Άννας δούλεψε αλλά τι έκαναν ακριβώς; Πόσες γενιές ήταν χώρια; Τι απέγινε η Πρωθιέρεια; Είναι ακόμα μάγισσα η Άννα;

 

Το βασικό μου πρόβλημα ήταν το όριο λέξεων. Στην αρχή πίστευα πως ήμουν άνετα, αλλά από τη στιγμή που αποφάσισα να βάλω τη σκηνή με τον Νέριο δυσκόλεψε το πράγμα. Οπότε για να χωρέσει η ιστορία έπρεπε ή να βγάλω τη συγκεκριμένη σκηνή (που μου άρεσε πολύ) ή να κόψω από το τέλος, όπως και έκανα. Έφυγαν 350 λέξεις πάνω-κάτω.

Όσον αφορά τις ερωτήσεις σου: (1) η κατάρα έσπασε γιατί η Άν(ν)α προνόησε με το δικό της ξόρκι. (2) ένωσαν τα αίματά τους, ώστε να υπάρχει ένας δεσμός και να μπορούν να "κλέψουν" όσον αφορά την κατάρα. (3) δεν διευκρινίζεται, αλλά υπολογίζω γύρω στους 3 αιώνες. (4) κανείς δεν ξέρει, ίσως μάθουμε σε άλλη ιστορία. (5) αδιευκρίνιστο, αλλά ναι.

 

Ό,τι έγραψα και στην Έλλη παραπάνω. Όσον αφορά το κατά πόσο ήταν τυχαίο, χάθηκε στο ψαλίδι που έπεσε πριν ανεβάσω, αλλά όχι. Το ξόρκι της Άν(ν)ας που ένωσε τα αίματά τους (και κατά συνέπεια τις ψυχές τους) λειτουργούσε σαν μαγνήτης, η μοίρα τους ουσιαστικά τις έσπρωξε κοντά.


 

 

η Άννα και η Μαίρη ήταν απόγονοι των Άνα και Μερόπη ή οι ίδιες (έντιτ: εγώ το δεύτερο κατάλαβα, αλλά με μπέρδεψε η φύση της κατάρας και το κάπως άχρονο setting των "φλας μπακ"); Γιατί η κατάρα μιλάει για 7 γενιές και 7 ζωές (κι έτσι έχει νόημα κι η φράση του τίτλου) και σε περίπτωση που είναι οι ίδιες δεν βρίσκω το νόημα στο να αναφέρονται ρητά οι 7 γενιές από άποψη πλοκής και κινήτρων της ιέρειας (κι επίσης αφού η Μερώπη θα ήταν παρθένα (αν παρέμενε) ή λεσβία έστω, πώς περίμενε η Πρωθιέρεια να έχει απογόνους;).

 

Η Άννα και η Μαίρη είναι μετενσαρκώσεις της Άνας και της Μερόπης (7 ζωές)

Επειδή το κείμενο διαδραματίζεται στη Βικτωριανή εποχή κι επειδή και οι δύο πρωταγωνίστριες έζησαν από τη συνάντησή τους με την Πρωθιέρεια, μπορεί κάλλιστα να παντρεύτηκαν και να έκαναν παιδιά (7 γενιές). Δεν διευκρινίζεται.

Ουσιαστικά τι λέει η κατάρα; Ότι δεν θα θυμούνται η μία την άλλη εκτός κι αν περάσουν τουλάχιστον 7 γενιές απογόνων τους ή εκτός κι αν περάσουν τουλάχιστον 7 ενσαρκώσεις τους. Αν υποθέσουμε πως δεν έκαναν παιδιά, αυτό δουλεύει υπέρ της κατάρας γιατί φυσικά οι μετενσαρκώσεις αργούν περισσότερο από τους απογόνους. Makes sense?

 

Σας ευχαριστώ όλους για τα σχόλια και τη βοήθειά σας, αγκαλιές, φιλιά, λουλούδια και αρκούδια!

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..