Jump to content

Το σύννεφο


Myyst

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Myyst
Είδος: φαντασία
Βία; όχι
Σεξ; όχι
Αριθμός Λέξεων: 1.482 (1.057 χωρίς την εισαγωγή)
Αυτοτελής; όχι (ας πούμε)
Σχόλια: για το write-in #2 με εισαγωγή από την elli sketo

 

 

 

Το σύννεφο

 

Ο Αντρέας αναστενάζει απογοητευμένος. Το φεστιβάλ του χωριού είναι μέσα στα χειρότερα που έχουν οργανωθεί ποτέ και νιώθει υπεύθυνος γιατί φέτος δεν έχει βοηθήσει πουθενά. Βέβαια, δεν είναι δουλειά του, ούτε και τον υποχρεώνει κανένας, αλλά έχει γίνει παράδοση τα τελευταία χρόνια. Παρόλα αυτά, ο κόσμος μοιάζει να περνάει καλά. Η μουσική είναι, όπως πάντα, πολύ καλή και στην πλατεία έχει στηθεί χορός και γλέντι σωστό. Μέσα στον κόσμο εντοπίζει την Άννα και νιώθει μια τσιμπιά στην καρδιά του. Δεν της το έχει παραδεχτεί ακόμα, αλλά του αρέσει πάρα πολύ και κάθε φορά που της μιλάει ο κόσμος γύρω του καταρέει . Τεντώνει το πράσινο γιλέκο του και την πλησιάζει δειλά. Μια φωνή μέσα στο κεφάλι του επαναλαμβάνει ξανά και ξανά.

Μην πεις χαζομάρα, μην πεις χαζομάρα, μην πεις χαζομάρα.

«Άννα, καλησπέρα» λέει και αισθάνεται το πρόσωπό του να κοκκινίζει. Ευτυχώς, η Μαίρη δείχνει αφηρημένη ως συνήθως.

«Καλησπέρα» απαντά μονολεκτικά η κοπέλα κι εστιάζει την προσοχή της στο ποτήρι που κρατάει.

«Είναι εδώ η αγαπημένη μου απόψε. Θες να στη γνωρίσω;»

Μπράβο ηλίθιε.

«Γιατί όχι;»

Ο Αντρέας οδηγεί την κοπέλα ανάμεσα στον χαρωπό σαματά, προς το μέρος που ξέρει ότι κάθεται η Μαίρη. Νιώθει ότι κάνει χαζομάρα συστήνοντας τον κρυφό του έρωτα στη σχέση του. Η Μαίρη τον ξέρει πολύ καλά. Θα το καταλάβει αμέσως. Ήταν όμως κι αυτή μια δικαιολογία για να κρατήσει το χέρι της για λίγο κι αυτό του αρκεί. Με τη Μαίρη ούτως ή άλλως μαλώνουν όλη την ώρα τελευταία. Τι είναι άλλος ένας καυγάς; Η Μαίρη κάθεται στο σημείο ακριβώς που την έχει αφήσει. Δεν κάνει καμιά προσπάθεια να περάσει καλά και φαίνεται. Την πλησιάζει.

«Να σου γνωρίσω την Άννα» λέει πρόσχαρος και τραβά την Άννα δίπλα του, «είναι η κοπέλα που δουλεύει στο μαγαζί.

«Α, ναι» λέει με ενδιαφέρον η Μαίρη και της δίνει το χέρι της, «χαίρω πολύ Άννα, εγώ είμαι η Μαίρη.»

«Χάρηκα» ψιθυρίζει η Άννα τραβώντας μια μπούκλα πίσω από τ’ αυτί της και χαμηλώνοντας το βλέμμα της.

Για λίγο οι κοπέλες μένουν σιωπηλές χωρίς να διακόψουν τη χειραψία, σα να επικοινωνούν με τα μάτια, ή με μια άλλη γλώσσα, που δε χρειάζεται λέξεις. Τότε σκέφτεται για πρώτη φορά ότι η Άννα θα μπορούσε, όπως κι η αγαπημένη του, να μην είναι άνθρωπος. Θα μπορούσε, όπως κι η αγαπημένη του, να κρύβεται.

«Γνωρίζεστε;» ρωτά αυθόρμητα.

Καμιά από τις δύο κοπέλες δε δείχνει να τον έχει ακούσει, μόνο η Άννα σαλεύει λίγο, μουρμουρίζει μια δικαιολογία και γεύγει τρέχοντας προς το δάσος.

Η Μαίρη ξεπαγώνει από τη θέση της, χαμογελά πονηρά και της φωνάζει: «ξέχασες το γοβάκι σου.»

Η Αντρέας κοιτά την Άννα να χάνεται στη στροφή του σκιερού μονοπατιού. Ύστερα στρέφει το καχύποπτο βλέμμα του προς τη φίλη του με τα ερεβώδη μάτια.

«Λοιπόν;»

«Λοιπόν, δε θα την ακολουθήσεις;»

«Υπάρχει κάποιος λόγος να την ακολουθήσω;» ρωτά αμυντικά.

Η Μαίρη του κοιτά με νόημα το μικρό φεγγάρι που μόλις ξεπροβάλλει από τα συννεφοσκέπαστα βουνά πίσω της· ένας κύκλος πορφυρού φεγγαρόφωτου λαμπρότερου κι από την μισοσβησμένη Σελήνη.

«Ίσως σκοντάψει σε κάποιο σύννεφο.»

«...και τι θα συμβεί τότε;» ρωτά ο Αντρέας, ανήσυχος για την, πάντοτε έτοιμη να κλάψει, Άννα.

«Ε, ξέρεις τι λένε... τα σύννεφα γεννούν καταιγίδες.» απαντά η Μαίρη.

Τον φιλά. Μ’ ένα φιλί που μαζεύει αρκετά αγριεμένα βλέμματα από τη γερουσία του χωριού που συνεδριάζει στα έδρανα αριστερά και δεξιά από τρία ευμεγέθη βαρέλια μηλίτη. Η ερωτική του σχέση με τη Μαίρη πάντοτε συγκρουόταν στα πατροπαράδοτα ήθη του μικρού χωριού. Ξενοφερμένη από την Ακαδημία των Μάγων όπου τον έχει στείλει ο Ευφθύσιος, ο λιγάκι σαλεμένος μάγος του χωριού, αισθανόμενος το πλήρωμα του χρόνου να πλησιάζει, όπως οι λευκές τρίχες της μεγαλοπρεπούς του γενειάδας πλησιάζουν το έδαφος, καθώς η κύρτωση της πλάτης του επιδεινώνεται.

Τα σαχλομπουρδίσματά του δε θα γινόντουσαν ποτέ δεκτά από τον μακαρίτη τον πατέρα του που έφαγε τα νιάτα του να τον κάνει άνθρωπο και να του προσφέρει ένα όνομα. Τη χαροκαμένη του τη μάνα δε τη σκέφτεται ποτέ; Κακοφαινόταν πολύ στην ευυπόληπτη κοινωνία που συζούσαν χωρίς την ευλογία του πάτερ-Εράσμιου που όποτε διασταυρώνονταν έκανε το σημάδι του φτερνίσματος τρεις φορές. Κι αυτό επειδή δεν ήταν εις γάμου κοινωνίαν με τη Μαίρη...

«...θ’ ανέβω στη μεγάλη βελανιδιά του κήπου σου εγώ, πριν με βάλουν να τραγουδήσω με το ζόρι, όπως πέρυσι. Εσύ θα πας να τη βρεις;»

«Μάλλον» απαντά διστακτικά ο Αντρέας.

«Καλά» λέει αγκαλιάζοντάς τον, «τα λέμε.»

Η Μαίρη τον παρακολουθεί καθώς τον καταπίνουν οι σκιές του μονοπατιού που οδηγεί στο δάσος. Ένα μειδίαμα σχηματίζεται στα χείλη της.

Τα σύννεφα γεννούν καταιγίδες... μα, πού τα βρίσκει; Είναι καιρός, μου φαίνεται, ν’ αρχίσω ν’ αντιμετωπίζω τα πραγματικά μου προβλήματα που με τυλίγουν σαν πελώριο καζάνι με τυρί που λιώνει κι ύστερα χύνεται και καλύπτει τα μικρά ανθρωπάκια με τις κουτάλες που τρέχουν πανικόβλητα γύρω-γύρω πασαλείβοντας τα πάντα ακόμη γρηγορότερα.

 

***

 

Ο Αντρέας διασχίζει προσεχτικά τις ανοίκειες σκιές που γεννούν τα δέντρα στην παράξενη ομίχλη που έχει καλύψει τη ρίζα του μεγάλου δάσους που τρυπώνει, συμβιωτικά συνήθως, στις παρυφές του μικρού του χωριού. Σκαρφαλώνει τα δύο βράχια που σχηματίζουν γωνία πάνω από το μικρό ρυάκι και τη βρίσκει να κάθεται στην αγαπημένη της θέση, κρυμμένη ανάμεσα στα δύο κυπαρίσσια που γέρνουν σα να προσπαθούν ν’ αποφύγουν το ένα τ’ άλλο. Ή, μάλλον,βρίσκει το περίγραμμά της και το βάθος των ματιών της να τον κοιτά με τρόμο καθώς ρέει έξω από το σώμα της σ’ ένα πυκνό φεγγαρόχρωμο σύννεφο που καταπίνει τα νερά που κυλούν προς τον ποταμό που κόβει το χωριό στα δύο.

«Άννα» ψιθυρίζει καθησυχαστικά στη... ό,τι κι αν είναι αυτό το πλάσμα από νερό κι ομίχλη τέλος πάντων -και καλά θα κάνει να μελετήσει λίγο περισσότερο τα βιβλία του όταν θα επιστρέψει στην Ακαδημία.-

«Αντρέα» σφυρίζει σ’ απάντηση ο άνεμος τυλιγοντάς τον σε μια ζεστή παγωνιά πριν διαλυθεί σαν ομίχλη, «καταλαβαίνεις;»

Μερικές στιγμές περνούν...

«Καταλαβαίνω» απαντά στο σιωπηλό και γνώριμο δάσος ο Αντρέας κι ακολουθεί το λευκοπόρφυρο μονοπάτι του γυρισμού στάζοντας ένα ρυάκι πίσω του.

Πηδάει μάλιστα δυο-τρεις μάντρες ώστε να μην περάσει από την κεντρική πλατεία όπου ο χορός ακούγεται σα να κρατάει καλά. Φτάνει στην αυλή του πατρικού του, κοιτά το παράθυρο του δωματίου της μητέρας του που δεν έχει φως. Λείπει ακόμη στη γιόρτη. Ανεβαίνει στο παλιό του δωμάτιο, κοιτά τον έρημο δρόμο από το μικρό του μπαλκόνι και πηδά στο κλαδί της μεγάλης βελανιδιάς του κήπου, για να βρεθεί στη μέση δύο θανατηφόρων βλεμμάτων· της Μαίρης από δεξιά του, ενώ από τ’ αριστερά του μιας γυναίκας που θα θύμιζε αμυδρά τη Μαίρη γερασμένη, αν η Μαίρη μεταμόρφωνε πριγκίπισσες σε βάτραχους κι έτρωγε παιδιά. Η σιωπή μοιάζει λεπιδόφτερη κι έτοιμη ν’ απογειωθεί.

«Είναι εκείνος;» ρωτά σαν παγετώνας που συντρίβει όλες τις λεπιδόφτερες σιωπές αυτού του κόσμου η γριά γυναίκα.

«Αντρέα, από εδώ η μητέρα μου, η Ιώβη. Μητέρα από εδώ ο φίλος μου, ο Αντρέας» απαντά η Μαίρη.

«Χαίρω πολύ» προσθέτει ο Αντρέας επιστρατεύοντας το γοητευτικότερο του, μαγεμένο με δύο ξόρκια συμπάθειας, χαμόγελο του.

«Ξεχνάς τι έχεις υποσχεθεί, κόρη μου, ξεχνάς» κράζει η Ιώβη.

Ύστερα στρέφει το επιτιμιτικό της βλέμμα προς τον Αντρέα.

«Εγώ όμως δε χάρηκα καθόλου νεαρέ, καθόλου, μα καθόλου» αναφωνεί και χάνεται.

Η Μαίρη τον κοιτά εξαγριωμένη.

«Λοιπόν;» ρωτά ο Αντρέας.

«Λοιπόν, έπρεπε, οπωσδήποτε, να διαλέξεις να επιστρέψεις την πιο ακατάλληλη στιγμή;» φωνάζει η κοπέλα.

«Για στάσου. Γιατί, δηλαδή, θα έπρεπε εγώ να γνωρίζω ότι ήταν μια ακατάλληλη στιγμή;» διαμαρτύρεται ο Αντρέας.

«Α, ναι, βέβαια» απαντά ειρωνικά η Μαίρη, «είναι έτρεχες στα δάση πίσω από το χαζογκομενάκι σου...»

«Για μισό λεπτ-»

«...ενώ εγώ σε χρειάζομαι Αντρέα. Σε χρειάζομαι εδώ κι εσύ κοιμάσαι με τα τσαρούχια.»

«Με συγχωρείς, αλλά εγώ δε γνώριζα καν ότι είχες μητέρα. Πότε περίμενες να μου πεις ότι έχεις μητέρα δηλαδή;»

«Δεν το φαντάστηκες;»

«Όχι! Από ό,τι γνωρίζω εγώ, θα μπορούσες απλά να 'χεις ξεφυτρώσει από ένα δέντρο. Μου κρατάς μυστικά. Πώς, λοιπόν, θα έπρεπε να γνωρίζω κάτι τέτοιο;»

Η Μαίρη ανασαίνει βαθιά, ύστερα απομένει σιωπηλή δαγκώνοντας τα χείλη της.

«Με συγχωρείς που σου φώναξα» λέει τελικά, «δε φταις εσύ.»

«Δεν πειράζει» απαντά με προσπάθεια ο Αντρέας, «τι της έχεις υποσχεθεί;»

«Α, αυτό» μουρμουρίζει η Μαίρη, «τη γλώσσα ενός βατράχου, τα φτερά μιας νυχτερίδας και τα δάκρυα ενός αερικού.»

«Μα, τι τα χρειάζεται όλα αυτά;»

«Προσπαθεί, λέει, να φτιάξει ένα φίλτρο νεότητας. Α, τρομερή ιστορία! Αηδίες. Δε θέλω ούτε να το σκέφτομαι.»

«Κι εσύ γιατί της υποσχέθηκες ότι θα της τα πας εσύ;»

«Άκου να δεις!» λέει η Μαίρη συγκρατόντας με δυσκολία τον εκνευρισμό της, «είχες, δεν είχες, τη γνώρισες τη μάνα μου. Προσπαθούσα να την ξεφορτωθώ απλώς.»

«Και...» προσθέτει διστακτικά ο Αντρέας, «με τι μοιάζει ένα αερικό;»

«Με έναν άνεμο, ένα σύννεφο, κάτι τέτοιο συνήθως, δεν έχει σημασία, εγώ δεν ασχολούμαι.»

Ένας σύντομος λυγμός ακούγεται. Ο Αντρέας κι η Μαίρη κοιτούν δύο υγρά μάτια να τους παρακολουθούν ανάμεσα από τα πυκνά φύλλα της βελανιδιάς. Η Άννα. Που αρχίζει να παίρνει ξανά τη μορφή της ομίχλης, μιας ομίχλης μαύρης και τρομερής που σχεδόν άμεσα τυλίγει το οπτικό τους πεδίο. Βρέχει. Μια αστραπή και μια βροντή και πολύ, μα πάρα πολύ, νερό. Μια καταιγίδα.

  • Like 5
Link to comment
Share on other sites

Όμορφες εικόνες, λίγο υπερβολικές αλλά ταιριάζουν στο γενικότερο κλίμα.
Ομολογώ όμως ότι δεν κατάλαβα τον Χριστό μου :p

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Λοιπόν εγώ με τα πολλά κατάλαβα τι συμβαίνει στην ιστορία - περίπου - αν και περισσότερο μου μοιάζει για αρχή διηγήματος αυτό που έγραψες παρά για διήγημα καθεαυτό. Η ιδέα με το αερικό ήταν καλή και η απόδοσή της σε εικόνες όμορφη, όμως το γιατί η Άννα έφυγε τρέχοντας μου έμεινε ασαφές. Οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες είναι κάπως άχρωμοι και άοσμοι και, γενικά, μου φαίνεται πως δεν εκμεταλλεύτηκες στο έπακρο το όριο λέξεων. Κάπως ανικανοποίητη έμεινα, κάπως με ένα "μιεχ", σαν να προετοιμαζόμουν να φάω μπέργκερ από το Μπαρμπεεκιου και να μου έφεραν Big Mac, ένα πράγμα. Δεν ξέρω αν σου έλειπε η έμπνευση ή ο χρόνος, πάντως θα σου πρότεινα να το ξανακοιτάξεις κάποια στιγμή γιατί η συγκεκριμένη ιδέα μπορεί να έχει ζουμί.

 

Καλή επιτυχία!

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

ΟΚ....

 

Λοιπόν, με μία πρώτη ανάγνωση έχασα τον μπούσουλα. Τον ξαναβρήκα με τη δεύτερη, ή σχεδόν, αλλά νομίζω ότι η ιστορία ζητούσε ρε παιδάκι μου πιο σαφήνεια. Τώρα βέβαια εγώ θυμάμαι και εκείνο το ποίημα που είχες ανεβάσει στο διαγωνισμό. Με τις εξαιρετικές εικόνες και το νόημα που αν δεν πρόσεχες πολύ, μα πολύ όμως, δεν αποκαλυπτόταν. Η ιδεά του αερικού (εδώ) καλή, αλλά με τόση συννεφένια και ομιχλώδη ασάφεια γύρω γύρω, χάνεται. Πνίγεται. Επίσης να πω πως η εικόνα με το fondue προβλημάτων που τους πνίγουν δεν με κέρδισε διόλου.

 

Άκου λοιπόν. Νομίζω, και θα δω και άλλα κείμενά σου για να βεβαιωθώ, πως η σκέψη σου είναι κατά κύριο λόγο ποιητική. Αυτή την εντύπωση αποκόμησα και την καταθέτω με κάθε επιφύλαξη. Πολλοί άνθρωποι που σκέφτονται ποιητικά έχουν ένα θέμα να αποφασίσουν/ φιλτράρουν τι και τι πρέπει να περνά και στο πεζό κείμενο. Δεν χωράνε όλα παντού. Με κίνδυνο να ακουστώ υπερβολικά συμβουλευτική θα πρότεινα απλώς να είσαι πιο συγκεντρωμένος όταν γράφεις πεζό. Το κείμενό σου σε έχει πάρει από το χέρι και σε πηλαλάει, ναι, αλλά κάπως εμείς οι υπόλοιποι δεν μπορούμε να σε παρακολουθήσουμε εξίσου απρόσκοπτα....

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Αγαπητέ Στέφανε τελικά η φήμη σου προηγείται του ονόματος σου ;) 
Η ιστορία σου ήταν...σαν παραίσθηση ονείρου. Σαν τις εικόνες που σκάνε στο μυαλό μας και ξετυλίγονται όταν ξεκινάει ένα όνειρο και κόβονται απότομα είτε από το ταρακούνημα του λεωφορείου που σε έχει πάρει ο ύπνος είτε από ένα παλαβό ξυπνητήρι.

Το αποτέλεσμα; Άνισο. Οι εικόνες σου ντύνουν ωραία μία ελεγειακή ιστορία φαντασίας αλλά το αποτέλεσμα μένει μόνο του και ρηχό. Ο καθένας μπορεί να καταλάβει διαφορετικά πράγματα για το τι έγινε (αυτό δεν είναι καθόλου κακό) αλλά υπάρχει μεγάλη έλλειψη πληροφοριών και σκηνών για να ολοκληρωθεί σαν concept.

Νοιώθω σαν να παρέλαβα ένα σενάριο για μία πολλά υποσχόμενη ταινία και να έλειπαν οι μισές σελίδες. Σίγουρα αξίζει να το αναπτύξεις χωρίς καθόλου άγχος χρόνου ή λέξεων. Έχεις έναν δικό σου τρόπο να γράφεις και να σκέφτεσαι οπότε δούλεψε το.

Αρκετά αξιόλογη προσπάθεια πάντως που απλά έκανε πολύ μεγάλα άλματα και χάθηκε λίγο στον δρόμο ;)

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Γεια σου, Στέφανε! Και λέω "γεια σου" γιατί παρακάτω θα γίνω πιο κακός κι από Σάουρον που ξύπνησε με γιγάντιες τσίμπλες. :p

Υπάρχουν 2 προβλήματα που είχα με την ιστορία σου και τα 2 είναι ζητήματα που σου έχω ξαναεπισημάνει.

1ον, δεν κατάλαβα τι συνέβη και το χειρότερο δεν με ενδιέφερε να μάθω και τι συνέβη. Δεν βρήκα κάτι να με παρασύρει στους χαρακτήρες ή στους διαλόγους τους, ούτε η ατμόσφαιρα -παρά τις ωραίες κατά τόπους εικόνες- με κέρδισε, κι ούτε η πλοκή (που δεν κατάλαβα κιόλας περί τίνος επρόκειτο). Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι έχεις κάτι γαμάτο στο κεφάλι σου (όπως την άλλη φορά με το witchpunk, που η εξήγηση της ιστορίας σου ήταν καλύτερη από την ιστορία), αλλά δεν νομίζω ότι βγαίνει στο κείμενο.

2ον, εμένα δεν μου άρεσε η γραφή σου. Εδώ ευτυχώς οι περίοδοί σου δεν είναι μισή σελίδα ο καθένας :p, οπότε το κείμενο δεν είναι δυσκίνητο. Αλλά μου χτυπούν άσχημα φράσεις όπως "συννεφοσκέπαστα βουνά" και "κύκλος πορφυρού φεγγαρόφωτου λαμπρότερου κι από την μισοσβησμένη Σελήνη" όταν πέφτουν η μια δίπλα στην άλλη. Μου κάνουν λίγο για παρωδία ρομαντικού κειμένου (το οποίο είναι θέμα δικού μου γούστου και εφόσον εσένα σε εκφράζουν, δεν χρειάζεται να δώσεις πολλή σημασία). Αυτό που εγώ προτείνω είναι να ρωτάς (τον εαυτό σου) για κάθε φράση που επιχειρεί να στολίσει το κείμενό σου αν είναι απαραίτητη και προσφέρει στο διήγημα ή αν είναι περιττή. Το ίδιο και για τους διαλόγους: έχει νόημα η κάθε ατάκα τη δεδομένη στιγμή (για τον χαρακτήρα, την πλοκή, αυτό που κατά βάθος θέλεις να πεις);

 

Βλέπω βήματα βελτίωσης σε τομείς (αυτό με τις προτάσεις το χεις παλέψει), αλλά κατά τη γνώμη μου μπορείς να δουλέψεις και τη σαφήνεια των διηγημάτων σου (ακόμη κι αν δεν θέλεις να αλλάξεις το στυλ γραφής σου), κάτι που μόνο καλό θα σου κάνει.

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Έλα ρε... Πάνω που με είχες αρπάξει απ' τα μαλλιά, τό 'κοψες απότομα. Γιατί έτσι μου φάνηκε, ότι τό 'κοψες. Θα ήταν πολύ ωραίο να είχε προχωρήσει η ιστορία με το αερικό. Η σκηνή που τη βρήκε μέσα στο δάσος, μέσα στην ομίχλη, ήατν πολύ καλή και ίσως να έπρεπε να την είχες επεκτείνει λίγο ακόμη. Και τότε, αν είχαν ειπωθεί πράγματα μεταξύ τους μέσα στη σιωπή, αν το αερικό είχε κλάψει τότε και όχι στο τέλος, αυτό που του είπε η Μαίρη θα έκανε μεγάλη αίσθηση. "Γι' αυτό μ' έστειλες ξωπίσω της, είπα κι εγώ, η Μαίρη έγινε ρομαντική" κάτι τέτοιο...

Η ατμόσφαιρα που έχτισες μου άρεσε, αλλά τη χάλαγες για να ακολουθήσεις τη χαβαλεδιάρικη διάθεση της εισαγωγής. Με πέταγες, με τους τσακωμούς τους, έξω από το ομιχλιασμένο δάσος, ενώ εκεί κάπου το πήγαινες.

Το θυμάμαι αυτό κι από άλλα σου κείμενα, την αίσθηση ότι δεν τα ολοκληρώνεις. Και κάτι άλλο, (αυτό έχει να κάνει με τη γραφή), είναι ότι κολλάς πολλές δευτερεύουσες προτάσεις μαζί. Με πιάνει η ψυχή μου να μετράω "που": «Ο Αντρέας διασχίζει προσεχτικά τις ανοίκειες σκιές που γεννούν τα δέντρα στην παράξενη ομίχλη που έχει καλύψει τη ρίζα του μεγάλου δάσους που τρυπώνει, συμβιωτικά συνήθως, στις παρυφές του μικρού του χωριού».

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Η γραφή σου είναι η κατάλληλη για να γράψεις ένα φάντασι ή ένα παραμύθι. Είναι πολύ ποιητική, γεμάτη με εικόνες που κερδίζουν τον αναγνώστη. Η ιστορία αυτή θα ήθελε λίγο χώρο ακόμα για να αναπνεύσει, ξέρω πως γράφηκε με περιορισμούς χρονικούς, και θα πρότεινα να την ξαναδουλέψεις για να την απλώσεις λίγο και να δοθούν και οι απαραίτητες εξηγήσεις. Όπως το διάβασα εγώ σχημάτισα την άποψη ότι επίτηδες τον έστειλε πίσω από την Άννα που θεωρούσε ότι θα κλάψει ή για να κλάψει μιας και ήθελε δάκρυα αερικού. Στα μείον η παρομοίωση με το καζάνι με το τυρί, δε μου άρεσε. 

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Μετά τη δεύτερη ανάγνωση κατάλαβα το βασικό στόρυ. Είναι ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά χρησιμοποιείς 'ονειρική' γραφή, δηλαδή περιγραφές που είναι παρέξενες, αφύσικες και περιμένω από στιγμή σε στιγμή κάποιον να ξυπνήσει και να μου πει πως ήταν όνειρο. Τελικά δεν γίνεται και μένω με τα διάφορα ερωτηματικά που είχα αποδεχθεί νωρίτερα. Λ.χ.:

 

...και πηδά στο κλαδί της μεγάλης βελανιδιάς του κήπου, για να βρεθεί στη μέση δύο θανατηφόρων βλεμμάτων· της Μαίρης από δεξιά του, ενώ από τ’ αριστερά του μιας γυναίκας που θα θύμιζε αμυδρά τη Μαίρη γερασμένη, αν η Μαίρη μεταμόρφωνε πριγκίπισσες σε βάτραχους κι έτρωγε παιδιά...

 

-τι στην ευχή κάνει μια γρια με δυο νεαρά παιδιά πάνω σ'ένα δέντρο; Γιατί δεν συναντήθηκαν στη Γη; Είναι όντως άνθρωποι ή έχουν μορφή κάποιου ζώου;

-το ότι η γριά μεταμόρφωνε πριγκίπισσες σε βάτραχους κι έτρωγε παιδιά θέλει μια σύντομη επεξηγησούλα.

 

ή

 

«Αντρέα» σφυρίζει σ’ απάντηση ο άνεμος τυλιγοντάς τον σε μια ζεστή παγωνιά πριν διαλυθεί σαν ομίχλη, «καταλαβαίνεις;»

...

«Καταλαβαίνω» απαντά στο σιωπηλό και γνώριμο δάσος ο Αντρέας κι ακολουθεί το λευκοπόρφυρο μονοπάτι του γυρισμού στάζοντας ένα ρυάκι πίσω του.

 

-Τι κατάλαβαν; Υποθέτω εννοείς ότι εκείνη είναι αερικό και γι'αυτό δεν μπορούν να εμπλακούν περισσότερο αλλά είσαι υπερβολικά λακωνικός με την έννοια ότι δεν έχουμε εικόνα να δούμε εκφράσεις (όπως σε μια ταινία π.χ.), έχουμε μόνο τη φράση αυτή οπότε αξίζει δυο λόγια παραπάνω.

-Επειτα, αν το ρυάκι που αφήνει πίσω του είναι δάκρυα, δεν συνάδει με τον συγκεκριμένο χαρακτήρα εως τώρα - για κλαψιάρα πέρασε η Άννα, αυτός ήταν πιο...ψύχραιμος.

 

Στα συν η γλωσσοπλασία και η ποιητική γραφή - ταίριαξε με το ονειρικό (υποψία βερμπαλισμού στην ποιητική γραφή αλλά όχι τόσο ώστε να ενοχλήσει...)

Edited by Man_from_Earth
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..