Popular Post Mournblade Posted September 22, 2016 Popular Post Share Posted September 22, 2016 (edited) Όνομα Συγγραφέα:Γρηγόρης ΔημακόπουλοςΕίδος: ΦαντασίαΒία; ΝαιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων: 3850Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Η συμμετοχή μου για τον 43ο διαγωνισμό σύντομης Ιστορίας με θέμα "Το Φυλαχτό". ---Από τους Θρύλους της Ιμάρ--- Αρχείο: Δυστυχία Όλα ξεκίνησαν τον περασμένο χειμώνα. Τότε είχε αρχίσει να γίνεται απόμακρη, μελαγχολική. Τότε είχε αρχίσει να ξεγλιστρά από κοντά του. Δεν νοιάστηκε αρκετά, υποτίμησε την απειλή, και εκείνη χάθηκε, ενώθηκε με τους ψιθύρους του ανέμου, με τους αχούς των περασμένων χρόνων. Οι τύψεις ήταν αφόρητες. Η Έιντα δεν υπήρχε πια. Έφταιγε, ναι, εκείνος έφταιγε για όλα. Θα τρελαθώ’, σκέφτηκε. ‘Θα τρελαθώ χωρίς εσένα. ’ Ο Σεθ στέκονταν μονάχος του στο νεκροταφείο, δίπλα στο δάσος με τους κέδρους. Η γη ήταν νοτισμένη, και σε πολλά σημεία λασπωμένη. Τα δέντρα θρόιζαν απαλά, σιγανά μουρμουρητά παρηγοριάς και λύπης, που δεν μπορούσαν όμως με τίποτα να απαλύνουν τον αβάσταχτο πόνο και την φρίκη. Πέρα μακριά, στο βάθος, δέσποζαν το βουνό κι ο πύργος. Μια εικόνα απόλυτης αντίθεσης, σε έναν κόσμο άγριας ομορφιάς. Πίσω τους, τα σύννεφα ταξίδευαν σαν αργοκίνητα αέρινα καράβια. Απόμακροι, αδιάφοροι, πουπουλένιοι γίγαντες που γύρευαν έναν τόπο για να ξεσπάσουν την οργή τους. Έμοιαζαν ψεύτικα κι αυτά, απατηλά, οπτασίες ντυμένες με φως και χρώμα, εφήμεροι μύθοι που σκέπαζαν σαν γέρικοι θεοί τη γη. «Τι πήγες κι έκανες Έιντα;» μουρμούρισε. «Με άφησες. Γιατί; Δεν με αγαπούσες; Νόμιζες πως ήσουν μόνη; Ήμουν εκεί. Ήμουν εκεί για σένα». Ένας λυγμός έφτασε ως τα χείλη του, μα τίποτα δεν ακούστηκε. Τίποτα δεν άλλαξε. «Πονάει Έιντα. Πονάει αυτός ο δίχως εσένα κόσμος. Είναι άδειος. Δεν έχει νόημα να ζω χωρίς εσένα. Δεν έχει αξία». Ένα αδιάκοπο ψιλόβροχο θόλωνε το γκρίζο τοπίο, κρύβοντας πίσω από ένα πέπλο μυστηρίου κάθε μορφή και σχήμα, κάθε αλλαγή της γης. Η θλίψη του έσκιζε τα σωθικά.Κρατούσε το φυλαχτό στο ένα χέρι και το σπαθί στο άλλο. Η λεπίδα ήταν ακουμπισμένη στον δεξί του ώμο. Το ατσάλι ήταν παγωμένο. Η λαβή του, τραχιά και ξεφτισμένη. Πόσο βαρύ το ένιωσε! Ασήκωτο. Και η κόψη του… ψυχρή, σκληρή. Αληθινή. Θα το χρειαζόταν απόψε, το ‘ξερε. Το ένιωθε ως τα τρίσβαθα της ψυχής του. Η λευκή γενειάδα του παρασύρθηκε με δύναμη από τον τσουχτερό αγέρα. Μια παράξενη μεταλλική αρμύρα έφτασε στην γλώσσα του, για να χαθεί και πάλι.Τα μάτια του έτσουζαν από τα δάκρυα. Η ατμόσφαιρα μύριζε έντονα πεύκο και υγρασία. Σιγή ιχθύος επικρατούσε στο νεκροταφείο. Η προσοχή του στράφηκε στους δύο τάφους μπροστά του. Ο ένας ήταν της γυναίκας του. Ο άλλος ήταν βαθύς και πρόσφατα σκαμμένος. Κάποιος πέθανε αργά το βράδυ. Ασυναίσθητα σήκωσε το φυλαχτό για να το περιεργαστεί. Σκαλισμένο πάνω στο νόμισμα ήταν ένα χέρι που κρατούσε ένα άλλο χέρι. Και κάτω από αυτό, μια κομψή επιγραφή: Για να μην χαθείς. Άθελα του, άκουσε την φωνή της πάλι. Παραμορφωμένη ήταν, ανοίκεια, πίσω από τον τοίχο που είχε ορθώσει πια ο χρόνος. Όχι, όχι δεν έφταιγε ο χρόνος, ούτε ο πόνος. Δεν ήταν πραγματικά δική της. Ήταν αλλοιωμένη από την δυστυχία. "Σε κρατά πάντα κοντά σ’ αυτούς που σε αγαπάνε". Έτσι του ψιθύρισε πριν κόψει τον λαιμό της. "Μην το χάσεις Σεθ. Μην το χάσεις". Πρώτη φορά το πρόσεξε τότε. Πρώτη φορά άγγιξε το φυλακτό. "Δεν υπάρχει ελπίδα΄΄ έλεγε απελπισμένη, λίγο πριν υποκύψει στην τρέλα που την είχε καταβάλει. "Βρίσκονται παντού, καταλαβαίνεις; Μέσα στο χώμα, μέσα στον τοίχο, μέσα στα κόκαλα, μέσα στα αυτιά μου. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να σταματήσεις τις φωνές. Είμαι μια Σημαδεμένη. Εγώ φταίω για όλα." Τότε θυμήθηκε τα βάσανα τους και η καρδιά του μάτωσε. Ο κόσμος γύρω του έλιωσε σε μια τρεμάμενη δυσδιάκριτη θολούρα. Βούρκωσε ξανά και τα αναφιλητά άρχισαν να τραντάζουν το κορμί του. Κατάλαβε πως ποτέ δεν είχαν καμία ελπίδα. Τόσο καιρό ζούσαν μέσα στην μιζέρια, μέσα στην εξαθλίωση. Μέσα στην ανέχεια. Από τότε που η Έιντα πήγε να δουλέψει ως προσωπική υπηρέτρια της Αρχόντισσας, τους χτύπησε η κακοτυχία. Μια κακοτυχία που η ίδια ισχυρίζονταν πως πήγαζε από εκείνη. Τα χτυπήματα ήταν απανωτά. Η δουλειά που έχασε λόγω ηλικίας, οι αρρώστιες, τα ζωντανά που πέθαιναν, τα σπαρτά που μαράθηκαν, το πηγάδι που στέρεψε. Το σπίτι που χάλαγε. Τα αγέννητα παιδιά που έχασαν. Είχαν φτάσει σε σημείο να μην έχουν να φάνε. Τα χρήματα που έφερνε η Έιντα δεν ήταν αρκετά. Έπρεπε να ζητιανέψουν. Έπρεπε να παρακαλέσουν για ένα κομμάτι ψωμί. Και τότε, τότε του έδειξε το σημάδι στην πλάτη. Του μίλησε για τους ψιθύρους. Για τους ψιθύρους που γεννούσε το σκοτάδι. Για την σφραγίδα που η δυστυχία κεντούσε πάνω της μέρα με τη μέρα. Φαρμακωμένος, ανήσυχος, της εξήγησε πως όλα ήταν απόρροια του άγχους της. Πως ήταν κουρασμένη από τις στεναχώριες… πως το σημάδι ήταν απλώς τσιμπήματα εντόμων. Εκείνη είχε γελάσει ειρωνικά τότε και πήρε το χαρακτηριστικό προδομένο ύφος της. Δεν του ξαναμίλησε για μήνες. Όσο περνούσε ο καιρός, η κατάσταση χειροτέρευε. Έδειχνε να χάνει μέρα με τη μέρα το μυαλό της. Σιγόκλαιγε, μιλούσε θυμωμένα στο πηγάδι πίσω από το σπίτι, όταν πίστευε πως κανείς δεν ήταν τριγύρω. Έκλεινε κάθε τρύπα, έσπαζε τους καθρέφτες, ήθελε να φύγει. Φυσικά, δεν την άφησε. Που θα πήγαιναν; Τι θα απογίνονταν; Ζητιάνοι; Πως θα ζούσαν; Από την ελεημοσύνη τρίτων; Όχι. Έπρεπε να μείνουν στο χωριό, έπρεπε να κρατήσουν το σπίτι τους. Έπρεπε να δουλέψει στο κάστρο κι άλλο, τουλάχιστον μέχρι την έλευση της άνοιξης και την διακήρυξη του Κυνηγιού. Όμως, τα προβλήματα μεγάλωναν, κι εκείνη κλείνονταν περισσότερο στον εαυτό της. Είχε γίνει άτονη, μελαγχολική, και η φωνή της είχε αλλάξει δραματικά. Είχε αποκτήσει μια άχρωμη, βραχνή χροιά. Κρίσεις υστερίας την έπιαναν από το πουθενά, κι έδειχνε να μαραζώνει από τη στεναχώρια. Ώσπου ένα βράδυ βροχερό, του μίλησε ξανά. Του εκμυστηρεύτηκε τα πάντα. Για τις φωνές μέσα από το πηγάδι, για την μόνιμη αίσθηση πως κάποιος την παρακολουθούσε, για τις συνομιλίες στην άδεια κάμαρα της Αρχόντισσας, για το πόσο ψυχρή είχε γίνει απέναντι της. Για την περιέργεια της και τον απαίσιο λάκκο που βρήκε να μεγαλώνει στο υπνοδωμάτιο της. Κι όταν της εξήγησε πως αυτό ήταν αδύνατο γιατί η κάμαρα ήταν στην κορυφή του πύργου και όχι στο κελάρι, εκείνη θύμωσε και αποτραβήχτηκε από κοντά του. "Κρυφοκοίταξα στο Βασίλειο της Αμαρτίας," έλεγε, "και με καταράστηκαν. Ήμουν περίεργη. Ήμουν ανόητη. Πόσο το έχω μετανιώσει. Οι φωνές με σημάδεψαν Σεθ. Είναι γλυκερές και μελιστάλακτες. Είναι γλοιώδεις. Προσπαθούν να με επηρεάσουν. Προσπαθούν να τρυπήσουν το μυαλό μου. Καίνε, καίνε σαν φωτιά τα λόγια τους. Προσπαθούν να με δελεάσουν με τις προσφορές τους και να με κρατήσουν εκεί κάτω, στα βάθη τους. Δεν χωρά ο νους σου τι μου έχουν τάξει. Δεν μπορείς να με βοηθήσεις. Κανείς δεν μπορεί". Για τρεις μέρες προσευχήθηκε. Για τρεις μέρες είχε κλειστεί μέσα στο δωμάτιο της, εκλιπαρώντας για βοήθεια, χωρίς να βγει ούτε μια φορά. Την τέταρτη μέρα όμως βγήκε. Βγήκε, κρατώντας το φυλαχτό στα χέρια. Κι ύστερα αυτοκτόνησε. Ξαφνικά, ένας παγωμένος άνεμος άρχισε να φυσά. Βήματα δεν άκουσε, μα ένιωσε κάποιον να πλησιάζει. Μια γριά γυναίκα, μαυροφορεμένη, έχοντας την κουκούλα χαμηλά στα μάτια της, έκατσε απέναντι του, πάνω από τον ανοιγμένο τάφο. Δεν μπορούσε να δει καθαρά το πρόσωπο της. Τα δέντρα του δάσους πάγωσαν, στέναξαν από τη θλίψη, και όλες οι μυρωδιές έσβησαν από το παράξενο αλμυρό αεράκι. Τα δάκρυα του στέγνωσαν. Ρίγη ανατριχίλας απλώθηκαν στην ραχοκοκαλιά του και ο Σεθ απέμεινε να την κοιτά αμίλητος, χωρίς να ξέρει πώς να αντιδράσει. «Σας καταράστηκαν Σεθ Γκριμ» είπε εκείνη με την απαλή, ευγενική φωνή της. «Κι εμένα με έφερε ο αγέρας ως εδώ για να σε προειδοποιήσω. Για να σου μιλήσω για τον Σκιώδη Κόσμο. Για τις μολυσμένες σκιές και τα βδελύγματα. Για τους ψιθύρους στο σκοτάδι». Τα μάτια του Σεθ άνοιξαν διάπλατα από την έκπληξη, και εκείνη κούνησε απαλά το κεφάλι της, όλο κατανόηση. «Υπάρχει ένας παράξενος κόσμος κάτω από τον δικό μας» είπε. «Ένας κόσμος εχθρικός, που θέλει να εισβάλει με την βία μέσα στον δικό μας. Που καιροφυλακτεί μέσα στους τοίχους, κάτω από τη γη, πίσω από τον φθόνο, την κολακεία και το όμορφα στολισμένο ψέμα. Πίσω από οτιδήποτε άσχημο». Ο Σεθ κοίταξε παγωμένα την γερόντισσα και έκατσε απέναντι της. Εκείνη απέφυγε το βλέμμα του και συνέχισε να του μιλά. «Οι Σκιές που ζούνε εκεί», είπε, «δεν έχουν φυσική υπόσταση. Προσπαθούν όμως να αποκτήσουν. Θέλουν να εισχωρήσουν στον κόσμο μας και να ντυθούν με τομάρια αληθινών ανθρώπων. Είναι παράσιτα, κακόβουλα πνεύματα δίχως ψυχή, που ασελγούν πάνω στη ζωή. Οι χειρότεροι του είδους μας ίσως κρύβουν μια Σκιά κάτω από το δέρμα τους. Άνθρωποι ψεύτικοι, κούκοι που τρύπωσαν μέσα στη φωλιά, μοχθηρά πλάσματα που κρύβονται θέλοντας να εκμεταλλευτούν τον κόσμο των ανθρώπων. Έχουν βρει τον τρόπο βλέπεις, να ταξιδεύουν ως εδώ. Έχουν βρει τον τρόπο να διασχίσουν μια Σχισμή, και να την κρατήσουν ανοιχτή. Έχουν, δυστυχώς, συμμάχους ισχυρούς». Μια μακρά σιωπή έπεσε ανάμεσα τους. Η γυναίκα πλησίασε κι εκείνος έσκυψε ενστικτωδώς το κεφάλι. «Θες να σου πω ένα μυστικό;» τον ρώτησε ψιθυριστά. «Ένα μυστικό για τους καθρέφτες; Είναι όντα ζωντανά. Δεν είναι αντικείμενα όπως λαθεμένα πιστεύουν όλοι. Είναι οι Ξένοι. Ταξιδευτές από έναν άλλο κόσμο, ολότελα διαφορετικό από τον δικό μας. Πλάσματα ρευστά, μιμητές, κακέκτυπα της πεμπτουσίας, που μπορούν να πάρουν ό,τι μορφή θέλουν. Δεν είναι σύμμαχοι μας. Κι εμείς, δελεαστήκαμε από την κολακεία τους. Τους βάλαμε σε κάθε σπίτι. Αφήσαμε τον λύκο να μας περιτριγυρίζει. Κι εκείνοι, μέσω αυτών, βλέπουν τα πάντα. Μας μελετούν, μαθαίνουν από τα πάθη μας. Ξέρουν όλα μας τα μυστικά». «Εκείνοι;» ρώτησε ο Σεθ, κοιτώντας τη λοξά, με κομμένη την ανάσα. «Οι Σκιές. Αυτοί που αναπνέουν μέσα από τα βάθη, που μιλούν μέσα από τις τρύπες». «Τι θέλεις;» ρώτησε εκείνος, σφίγγοντας τη λαβή του ξίφους. «Ποια είσαι;» Η γριά του έδειξε τον σκαμμένο τάφο και δεν μίλησε. «Μην κάνεις το λάθος που έκανα εγώ» είπε μετά από λίγο, αναστενάζοντας. «Άκου την προειδοποίηση μου. Ο Αγέρας σας έδωσε μια τελευταία ευκαιρία». Ο Σεθ δάγκωσε τα χείλη του και περίμενε την ξένη να συνεχίσει. «Χάρισαν στην γυναίκα σου το φυλαχτό» είπε εκείνη σιγανά. «Για να σας φέρει τάχα τύχη, για να σας βοηθήσει να κάνετε παιδί. Ο καθρέφτης, βλέπεις, τους έλεγε τα πάντα. Τους έλεγε πώς δεν μπορούσε εκείνη να τεκνοποιήσει. Μοιράστηκε μαζί τους το αδύνατο της σημείο». «Ποιοι; Ποιοι της το χάρισαν;» ρώτησε εκείνος. «Οι Σκιές;» «Όχι, όχι. Το υποχείριο του νεκρομάντη. Η Αρχόντισσα. Της έχει δηλητηριάσει εδώ και χρόνια το μυαλό. Η άτυχη γυναίκα σου τσίμπησε στο δόλωμα. Πήρε το φυλαχτό που ήταν δεμένο με μαύρα μάγια. Σημαδεύτηκε και με την δυστυχία σας βοηθήσατε την Σχισμή να μεγαλώσει. Με το μαρτύριο σας κάνατε τον δίαυλο ισχυρό. Τρέφεται με πνεύμα, ξεδιψά με τα βάσανα όσων έχουν ψυχή, και δίνει υπόσταση στις Σκιές του Κάτω Κόσμου». «Ποιος νεκρομάντης;» ρώτησε ο Σεθ, νιώθοντας την οργή μέσα του να θεριεύει. «Ποιος έφτιαξε το φυλαχτό;» «Ο Γέρος στο Βουνό. Αχ, καημένε Σεθ, τι εχθρός σας έτυχε. Δεν μπορείς να τον σκοτώσεις. Είναι πάνω από τις δυνάμεις σου. Ζει ταυτόχρονα και σε άλλα πότε, και σε άλλα αν. Είναι ένα από τα Στοιχειά της Ερημιάς. Διαψεύδει τον Χώρο και τον Χρόνο». Ο Γέρος στο Βουνό. Τα Στοιχειά της Ερημιάς. Περιπλανώμενες ψυχές δίχως πεπρωμένο, καταδικασμένες να ακολουθούν έναν ύστατο ακαθόριστο σκοπό. Εξόριστες υπάρξεις που έχουν εξοβελιστεί από ένα άλλο επίπεδο ύπαρξης, που είχαν ακρωτηριαστεί νοητικά και συναισθηματικά, και το μόνο που τους ένοιαζε ήταν να βρουν έναν τρόπο να γυρίσουν πίσω. Καταραμένα πλάσματα που περιδιάβαιναν σαν φασματικοί ταξιδευτές τους μυριάδες κόσμους, αγκιστρωμένα στον κλοιό της θλίψης, για πάντα αναγκασμένοι να βαδίζουν προς τον προσωπικό τους τελεσίδικο προορισμό, υπακούοντας μονάχα στην Εμμονή και στις επιταγές της Μοίρας… γυρεύοντας ενστικτωδώς την γλυκιά απρόσιτη πατρίδα, το σπίτι που διαγράφονταν στο βάθος, πάντα κοντά, μα και πάντα τόσο μακριά, πίσω από τα τείχη, πίσω από κάθε εμπόδιο, στο τέλος του μαρτυρίου και της ατέλειωτης, γεμάτης αγκάθια στέρφας γης που αλυσόδενε με θλίψη την αιώνια ύπαρξη τους. «Ο Γέρος το έφτιαξε» είπε η γριά, «και το υποχείριο του, η Αρχόντισσα, της το έδωσε. Αυτή τα έκανε όλα. Μόλυνε τον κόσμο μας. Άνοιξε τη Σχισμή. Και ο Γέρος περιμένει να σας καταβροχθίσει όλους, περιμένει να ανοίξει κι άλλο, ώστε να χωρέσει μέσα της, και να διασχίσει την Χώρα των Σκιών. Να έρθει λίγο πιο κοντά στην αγαλλίαση που τον περιμένει στο πέρας του Αιώνιου Δρόμου». Σαν πάρεις το μονοπάτι για τις Εκατό Πηγές, βάσταξε τις προσευχές αυτών που σε αγαπούν μαζί σου. Στην κορυφή σε περιμένει αυτός που είδε κι άλλους κόσμους. Έτσι ισχυρίζονται οι δοξασίες. Δεν πίστευε ποτέ στη μαγεία, μα αυτό το πίστευε. Πίστευε στον Γέρο. Πίστευε πως το βουνό ήταν στοιχειωμένο. Ακροβατούσε λέγανε στα σύνορα ενός άλλου κόσμου, που κρύβονταν πίσω από την γέρικη γη σαν ξεθωριασμένη οπτασία. Έναν κόσμο που πάλιωνε μέρα με τη μέρα, στιγματίζοντας τις αναμνήσεις, βάφοντας με γκρίζο χρώμα κάθε εικόνα που ταξίδευε από το παρελθόν. Ακτές θαμμένες στην ομίχλη ήταν οι πλαγιές του, χάλκινες ήταν οι σκιές του, αφύσικα σιωπηλά δάση του, ένα απόρθητο οχυρό αληθινής, οικείας σκέψης πίσω από μια αύρα μυστηρίου που ξεχύνονταν σαν πνοή μέσα από τα βραχώδη, απόκρημνα σχιστά λαγκάδια. Πέρα από κει, το ‘ξεραν όλοι, απλώνονταν το άγνωστο. Η δίχως τέλος τούνδρα και οι εσχατιές της γης, το τέλος για κάθε τέλος στο μυαλό κάθε ταξιδευτή. Το απέραντο χιονόλευκο όνειρο που στιγμάτιζε την κορυφή του κόσμου, εκεί όπου όλοι οι ορίζοντες έλιωναν και αναμιγνύονταν σε ένα παγωμένο, παράδοξο είδωλο κάλπικης, εφήμερης γης, όπου αν και επισφαλής, κατόρθωνε να παραμείνει αιώνια. Οι Δρόμοι έσβηναν, αναμιγνύονταν μεταξύ τους, υφαίνοντας την απέραντη, λευκή Γη της Μοναξιάς, το ύστατο όριο κάθε κόσμου και κοινό τόπο για τις παράλληλες πραγματικότητες. Ένα αμάγαλμα από συγκεχυμένες ψευδαισθήσεις που κρύβονταν σαν αδιόρατες σκιές πίσω από την μυθική ομορφιά ενός σμαραγδένιου έναστρου ουρανού, πίσω από τους πάγους και τις αφηνιασμένες χιονοθύελλες που ξεσπούσαν αλύπητα για να σβήσουν κάθε ίχνος πάνω στο σκληρό πρόσωπο της θλιμμένης γης, κάθε απατηλό γέρικο σημάδι. Οι κανόνες πέθαιναν εκεί, οι διαφορετικοί χρόνοι της πολυδιάστατης ζωής αλληλοεξουδετερώνονταν και ο ωκεανός έφτανε σε ένα τέλος, λυσσομανώντας σαν θηρίο εγκλωβισμένο. Ακόμα και ο κύκλος της μέρας αλλοιωνόταν, συγχυσμένος από την μείξη των χαμένων χρόνων, από αυτό το ξέφτισμα των άπειρων νημάτων στο υφαντό της Μοίρας. Και αυτοί… αυτοί ζούσαν στο χείλος της σκιάς. Τόσο κοντά σε μέρη ξεχασμένα από θεούς και ανθρώπους. Στις Ερημιές που δεν κατοικούν ψυχές, μα δαίμονες και γέρικα στοιχειά. Όχι, ο Γέρος υπήρχε. Ήταν αληθινός. «Μην ξεστρατίσεις» προειδοποίησε η γριά, διακόπτοντας τις σκέψεις του. Αναζήτησε το Σημάδι της Μαύρης Γης στην κορυφή του πύργου. Μια γη παχύρρευστη υφαίνεται μέσα της, μια γη που κοχλάζει στις σκιές. Σπάσε το φυλακτό, διέκοψε την επαφή και θάψε για πάντα την Σχισμή». «Ναι, είναι δυνατόν» συνέχισε υπομονετικά, βλέποντας το δύσπιστο βλέμμα του. «Η γυναίκα σου, με το φυλακτό, εξαγόρασε εν αγνοία της λίγη δύναμη με άφθονη δυστυχία. Μην το πετάξεις. Κράτησε το. Θα δώσει σάρκα στις Σκιές. Θα μπορείς να τις σκοτώσεις αν το σπάσεις, αν το πετάξεις μέσα στον Λάκκο. Θα μπορείς να τρυπήσεις με την λεπίδα σου αυτό που σας μολύνει». «Κι ο Γέρος;» «Αν αποτύχει εδώ, θα αναζητήσει άλλες διεξόδους για τους μυριάδες κόσμους. Θα τον ξεφορτωθείτε. Πήγαινε το βράδυ στην κορυφή του Πύργου. Χρησιμοποίησε τη δύναμη του φυλαχτού για να κλείσεις τη Σχισμή και να βοηθήσεις το πνεύμα της Έιντα να γαληνέψει». Τότε η γριά γυναίκα σηκώθηκε και πριν μπορέσει ο Σεθ να την σταματήσει έπεσε μέσα στον τάφο. Έπεσε και εξαφανίστηκε από προσώπου γης, αφήνοντας τον και πάλι μόνο, συγχυσμένο, με μοναδική συντροφιά τις τύψεις και τις θολωμένες σκέψεις του. Η νύχτα τρύπωσε ύπουλα στο χωριό, ταξιδεύοντας σαν κλέφτης από τα βάθη της ανατολής. Άκρα του τάφου σιωπή επικρατούσε στους άδειους δρόμους. Η υγρασία θόλωνε τα τζάμια, γεμίζοντας με ένα βαθύ αίσθημα απομόνωσης τον σκυφτό, σκεπτικό Σεθ. Τα βήματα του ακούγονταν εκκωφαντικά μέσα από τα σοκάκια. Προσπέρασε γρήγορα το θορυβώδες ποτάμι, βάδισε μόνος στους γυμνούς λόφους με το σπαθί στο χέρι, γυρεύοντας μάταια το προδοτικό φεγγάρι. Το κάστρο διαγράφονταν μελανό στον ορίζοντα, ένας πιστός φρουρός που φύλαγε τα αινίγματα και τα μυστικά της θλιμμένης, ορεινής γης. Βαθύ κρύο ανέβλυζε μέσα από το χώμα, μέσα από τα πέτρινα λαγκάδια. Ο αγέρας είχε ξεσηκωθεί’ τριγυρνούσε εδώ κι εκεί, σφυρίζοντας ένα μελαγχολικό, δυσοίωνο τραγούδι. Πριν περάσει πολύ ώρα έφτασε στο κάστρο. Οι θύρες ήταν μισάνοιχτες. Οι μεντεσέδες έτριζαν και από μακριά ακούγονταν πεντακάθαρα παράθυρα να κροταλίζουν. Ο Σεθ γύρεψε, όπως του ‘παν, την κορυφή του πύργου. Πέρασε τις κλειδωμένες αίθουσες, ανέβηκε τις σκάλες, και έφτασε στα δώματα της Αρχόντισσας. Δεν συνάντησε ψυχή στο διάβα του’ μήτε βάρδους, μήτε στρατιώτες. Κάτι είχε συμβεί. Κάτι άσχημο. Αναπνέοντας βαριά, άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα στο δωμάτιο, όσο πιο αθόρυβα μπορούσε. Ένα πνιχτό επιφώνημα φόβου ξέφυγε από τα χείλη του. Ένα θλιβερό πλάσμα βρισκόταν αλυσοδεμένο απέναντι του, σωριασμένο στο δάπεδο. Ήταν καχεκτικό και πασαλειμμένο από τη λάσπη. Ήταν η Αρχόντισσα’ και ξάπλωνε στο χείλος ενός απόκοσμου μαύρου λάκκου που έχασκε ορθάνοιχτος καταμεσής του δωματίου. Ένας αλλόκοτος λάκκος που ξερνούσε υγρασία. Το πρόσωπο του Σεθ πάνιασε και εκείνη κάγχασε. Ήρθες, ήταν σαν να του ‘λεγε. Άρχισε να του μιλά, με την φωνή της να είναι αδύναμη και βραχνή. «Έπλασα τον Λάκκο. Μια πύλη για τον κόσμο που βρίσκεται κάτω από τον δικό μας». Το βλέμμα της, παρανοϊκό και γεμάτο δέος, έπεσε στον τεράστιο επιχρυσωμένο καθρέφτη που έστεκε απέναντι της. Το κρύσταλλο ήταν ρηγματωμένο. «Γιατί;» ρώτησε ο Σεθ. Εκείνη δεν απάντησε ποτέ και άρχισε να βήχει. Τα πνευμόνια της σφύριζαν. Πέθαινε. Κάτι απομυζούσε την ψυχή της. «Ξέρεις πως κρατούν τις πύλες ανοιχτές;» τον ρώτησε. «Οι Κρύπτες του Κάτω Κόσμου φιλοξενούν τέρατα Σεθ Γκριμ. Τις Συμφορές. Παντοδύναμα όντα, δαίμονες, που θρέφονται με ψυχές για να μεγαλώσουν. Εκδηλώνονται μέσα από τους θύλακες του σκότους, γεννιούνται μέσα από τις τρύπες, εκφυλίζουν τον κόσμο μέσα από τις Σχισμές. Αν κάποια πόρτα ανοίξει, οι κόσμοι συγκλίνουν, και οι Συμφορές ταΐζουν την Σχισμή με σάρκες για να κρατήσουν το χάσμα ανοιχτό. Αναζητούν τον πιο αδύναμο από εμάς, τον πιο επιρρεπή, για να γίνει η μαριονέτα τους. Ο σύνδεσμος τους με αυτόν τον παράξενο, πλούσιο σε ύλη κόσμο. Θέλουν να καταβροχθίσουν τις ψυχές γρήγορα, πριν θάψει κανείς τον Λάκκο, πριν κλείσει η Σχισμή. Σπέρνουν τον κακόβουλο σπόρο τους και τον καλλιεργούν σιγά – σιγά ώσπου το μίασμα να μεγαλώσει και να μεταδοθεί στα θύματα τους. Απλώνουν τα δίχτυα τους μέσα από τους εφιάλτες, τις παραισθήσεις, τις παρεξηγήσεις και τις λανθασμένες εντυπώσεις. Λυμαίνονται τα συναισθήματα, διαστρεβλώνουν την αλήθεια, παίρνουν δύναμη από το ψέμα. Θάβουν τις όμορφες στιγμές γεμίζοντας την σκέψη με σιωπή. Ροκανίζουν το μυαλό με υποψίες. Υπαίτιοι, σφετεριστές, ραδιούργοι και καταστροφείς. Με ψιθύρους και υποβολές υφαίνουν τις πλεκτάνες και μαυρίζουν την ψυχή μας. Συνήθως σε ξεμοναχιάζουν όπως οι θηρευτές… Μόνο ο ύπνος μπορεί να τις κρατήσει μακριά. Το Άγγιγμα του Μορφέα. Αλλά και πάλι, τις περισσότερες φορές, ούτε αυτό είναι αρκετό». Ο Σεθ έριξε από μακριά μια ματιά στον λάκκο και δεν έβγαλε άχνα. «Οι Συμφορές είναι πολλές» συνέχισε εκείνη να παραληρεί. «Ζήλεια. Μίσος. Δυστυχία. Λαγνεία. Τρέλα. Ενοχή. Οργή. Σύγχυση. Απληστία. Έριδα. Κατάθλιψη. Διαστροφή. Αλαζονεία. Περιέργεια». Η Αρχόντισσα τον κοίταξε χαιρέκακα. «Κι εγώ έφερα μια εδώ» είπε. «Η σάρκα κρατά την Σχισμή ανοιχτή και βοηθά την Σκιά να γεννηθεί. Οι χαμένες ψυχές και το μίασμα που φωλιάζει σαν σκουλήκι στο πνεύμα θρέφουν την Συμφορά, αυτή την θέληση που τροφοδοτεί με σάρκες τον μαύρο λάκκο. Τους μάντρωσα όλους στις αίθουσες, σαν πρόβατα. Τους πότισα φαρμάκι. Έσπειρα…». «Εσύ. Εσύ τρέλανες την γυναίκα μου» φώναξε οργισμένα ο Σεθ και σήκωσε ψηλά τον Όνυχα. Η φθαρμένη λεπίδα ορθώθηκε σαν ένας πύργος καμωμένος από παγερό ατσάλι. «Εσύ την καταράστηκες». Η Αρχόντισσα γέλασε. «Αν αφαιρέσεις το κομμάτι του σπασμένου καθρέφτη, θα δεις κι εσύ. Ένας ολόκληρος κόσμος κρύβεται από πίσω. Εσύ δεν θα ήσουν περίεργος; Δεν θα διακινδύνευες τα πάντα για την επαφή;» «Όχι!» ούρλιαξε ξετρελαμένος και της πήρε με μίσος το κεφάλι. «Όχι δεν θα το έκανα ποτέ αυτό» ψιθύρισε κι έπεσε στα γόνατα συντετριμμένος. Ένα σιγανό γέλιο ακούστηκε στο δωμάτιο. Έμοιαζε με ψίθυρο και προέρχονταν μέσα από τον λάκκο. «Από τότε που η γυναίκα σου κρυφοκοίταξε προς τα εδώ ήθελα να την κάνω δική μου», είπε μια απαλή γλυκιά φωνή. «Ήθελα να την βάλω στο χώμα. Τα κατάφερα. Μην τολμήσεις να σπάσεις το φυλακτό. Θα το μετανιώσεις». Ο Σεθ στηρίχθηκε πάνω στον Όνυχα και κοίταξε μέσα στον λάκκο. Έμοιαζε με βαθύ πηγάδι. Ένα πηγάδι που θα έπρεπε να τρυπά απ’ άκρη σε άκρη τον μαύρο πύργο, ως τα θεμέλια. Λάσπη και κόκαλα διέκρινε, και μια αδιαπέραστη μαυρίλα που σκέπαζε τα πάντα, σαν στροβιλιζόμενη, τρεμάμενη ομίχλη. Τα βάθη, αν και ιλιγγιώδη, έμοιαζαν ψεύτικα. Ένα τερτίπι των σκιών που γεννούσε το κουρασμένο του μυαλό. Ήταν οφθαλμαπάτη. Θα ‘πρεπε να είναι. Δεν θα μπορούσε αυτό το πράγμα να διαπερνά ολόκληρο τον πύργο. Μια φριχτή μυρωδιά πλανιόταν στον αέρα. Θύμιζε βρώμικη αναπνοή. Το δάπεδο στο χείλος είχε λιώσει, και τα τοιχώματα του λάκκου ήταν καλυμμένα με μια πηχτή μαύρη βλέννα. Αφόρητη παγωνιά κατέκλυζε τον χώρο. Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα από την φρίκη. Κάτι σάλευε εκεί κάτω, στην επιφάνεια του βούρκου. Κάτι απαίσιο, που θύμιζε ερμητικά κλεισμένο στόμα. Μια παραμορφωμένη θεόρατη τομή πάνω σε λιωμένη σάρκα, πνιγμένη από τη λάσπη και τη βλέννα. Τα μάτια του άρχισαν να καίνε. Ένιωσε το κεφάλι του να ραγίζει από τον πόνο. Το πρόσωπο του παραμορφώθηκε από το μίσος. Κραυγάζοντας, έσπασε το φυλακτό και το πέταξε μέσα στο σκοτάδι. Αμέσως μια διαπεραστική κραυγή αγωνίας έσκισε την ατμόσφαιρα. Μια αόρατη μορφή άρχισε να βουλιάζει στην λάσπη. Ένα αδύναμο βογγητό ακούστηκε, και ένα σκίσιμο που τον έκανε να ανατριχιάσει. Η φωνή άρχισε να γελά υστερικά. Ήταν η γριά. Η γριά από το νεκροταφείο. «Την είχα σημαδέψει» είπε. «Ήταν η μόνη που μου είχε ξεφύγει. Μόλις καταδίκασες την ψυχή της. Έκοψες τον ομφάλιο λώρο. Την αλυσίδα που την κρατούσε μακριά. Ααααααχ… Ήρθε στην αγκαλιά μου. Άκουσε την. Άκουσε τη να πονά». Οδύνες μαρτυρίου έφτασαν στα αυτιά του. Η Έιντα. Άκουγε την Έιντα! Ένα άγριο σφυροκόπημα στα μηνίγγια του σκέπασε κάθε ήχο. Μαύρη απελπισία πλημμύρισε την καρδιά του. Θεοί, τι έκανα;! «Ανόητε» άκουσε την Αρχόντισσα μέσα στο μυαλό του. «Η Έιντα προσευχήθηκε. Την εισάκουσε ο Γέρος. Αυτός που κατοικεί πάνω στο Βουνό ήταν καλός. Της έδωσε το φυλαχτό. ΄΄Είσαι καταδικασμένη να πεθάνεις,΄΄ της είπε.΄΄Σε σημάδεψε μια Συμφορά. Τουλάχιστον σώσε την ψυχή σου. Το φυλαχτό θα σε κρατήσει κοντά στον άντρα σου. Όταν πεθάνει, η αγάπη του θα σε τραβήξει ως τον Κόσμο των Ονείρων. Μαζί με τον Άνεμο θα δραπετεύσετε ως τις Πύλες του Ουρανού. Μαζί θα υπερβείτε την Κεράτινη Σκάλα. Μαζί θα φτάσετε ως την Κατοικία των Θεών. Φύγε από εδώ. Ο τόπος είναι καταδικασμένος.΄΄ Η Αρχόντισσα αναστέναξε, τάχα λυπημένα, λίγο πριν βουλιάξει στην Σχισμή. «Αν και περαστικός, κοντοστάθηκε για λίγο, διέκοψε την ατέρμονη αναζήτηση του. Τράβηξε την προσοχή του η προσευχή της. Προσπάθησε να σας σώσει. Ω, τι κρίμα». Ο Σεθ στράφηκε προς τον Λάκκο, τρέμοντας. Η ψυχή της Αρχόντισσας χάθηκε κάτω από την λάσπη. Η επιφάνεια έγινε ξανά λεία σαν γυαλί. Ήταν μόνος. Μόνος αυτός και η μοχθηρή φωνή. «Τι είσαι;» ρώτησε, πριν χάσει το μυαλό του. «Είμαι το Κακό. Είμαι η Δυστυχία». «Φτωχή, φτωχή ψυχή. Νόμιζες πως η Δυστυχία είναι απλώς μια έννοια; Κάτι φευγαλέο; Όχι. Υπάρχω. Υφαίνω. Είμαι». Ο Σεθ άρχισε να σιγοκλαίει. «Εγώ είμαι όταν σας τυλίγω μέσα στην αγκαλιά μου. Εγώ είμαι εκεί όταν νιώθεις να σε πνίγει η απελπισία. Χθες το βράδυ παρασύρθηκα. Αφήνιασα. Μες την λαιμαργία μου δεν άφησα ούτε έναν ζωντανό.. Όμως… όμως και σήμερα πεινάω. Όσο μεγαλώνει ο λάκκος, πεινάω πιο πολύ. Η Σχισμή χρειάζεται κι άλλη σάρκα. Σε έχω ανάγκη». Σιωπή. Ο Σεθ έπεσε στα γόνατα. «Αν θέλεις να ελευθερώσω την ψυχή της, θα ξεκοιλιάσεις όλους στο χωριό. Θα τους φέρεις έναν-έναν ως εδώ. Θα τους στριμώξεις μέσα στη Σχισμή. Θα γίνεις ένας Λύκος. Ένας Λύκος που θα βαδίζει στο Σκοτάδι». «Έλα, τι περιμένεις;» είπε. «Κατέβα. Το Παράσιτο γεννήθηκε. Σε περιμένει. Μπες μέσα στον Λάκκο. Υπέκυψε στην Δυστυχία». Δυστυχία.pdf Δυστυχία.doc Edited October 9, 2016 by Nihilio 14 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Morfeas Posted September 29, 2016 Share Posted September 29, 2016 (edited) Το δείγμα γραφής είναι καλό, δείχνει άνθρωπο που ξέρει να χειρίζεται τη γλώσσα, φτιάχνοντας ωραίες εικόνες, ζωντανούς διαλόγους και όμορφες φράσεις. Μπράβο σου! Σε κάποια σημεία κατά τη γνώμη μου, βέβαια, τα καλολογικά στοιχεία βαραίνουν αχρείαστα το κείμενο, δηλαδή αισθάνθηκα ένα άγχος να γράψεις "όμορφα", βάζοντας συχνά (πολλά) επίθετα, κι ειδικά στα σημεία που είναι πιο αφηρημένα/μεταφυσικά με δυσκόλευες, επιβράδυνα τον ρυθμό μου για να σε φτάσω. Όμως, η ροή ήταν (ακόμη κι έτσι) καλή και στο κομμάτι αυτό με κέρδισες. Στο κομμάτι της ιστορίας μού φαίνεται ότι του λείπει το φόκους, σαν να έγραφες περισσότερο για να πεις τις ιδέες σου για τον κόσμο σου, κι όχι για την ιστορία του άνδρα (που δεν τον ένιωσα ως χαρακτήρα και μέχρι το τέλος ξέχασα τον σκοπό του) ή την πλοκή. Μοιάζει με αλληγορία, αλλά δεν έπιασα τον συμβολισμό, οπότε δεν ξέρω αν πέτυχε τον σκοπό της έτσι. Δηλαδή ενώ συναισθηματικά είναι εντάξει, δεν ξέρω τίποτα άλλο για τον χαρακτήρα πέρα από τον έρωτά του, λες και ορίζεται μόνο από αυτό (κάτι που εντείνει την αίσθηση ότι είναι αλληγορικό), σαν να είναι μια σκιά κι όχι άνθρωπος κανονικός. Δεν έχω αποφασίσει αν θέλει περισσότερο ή λιγότερο χώρο το διήγημα. Αν θες να μας μιλήσεις για όλες αυτές τις λεπτομέρειες, τότε θέλει χώρο η πλοκή σου και να γίνει ο χαρακτήρας πιο ανθρώπινος. Αν το πας για αλληγορία, το πρώτο κομμάτι δεν ξέρω αν είναι απαραίτητο, μάλλον γεννά προσδοκίες που βλάπτουν το διήγημα – δεν ξέρω καν αν είναι απαραίτητο να έχεις κάποια πλοκή στην περίπτωση αυτή. Ελπίζω να βοηθάω, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να γίνω πιο σαφής, γιατί μπορεί και να χάνω την ουσία του διηγήματος. Συνολικά, κείμενο με υψηλές δυνατότητες (παρ’ όλη την ασάφεια μένω με θετική γεύση) και σίγουρα θα ήθελα να σε ξαναδιαβάσω, που είναι και το σημαντικότερο. Καλή επιτυχία! Edited September 29, 2016 by Morfeas 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
jjohn Posted September 30, 2016 Share Posted September 30, 2016 (edited) Καλημέρα Γρηγόρη, Για εσένα πρώτη φορά είχα διαβάσει σε ένα status που είχε κάνει ο Σπύρος πριν μερικούς μήνες. Θυμόμουν τα καλά λόγια που είπε κι έτσι περίμενα να διαβάσω κάτι καλό. Και, πράγματι, αυτό που διάβσα δεν με απογοήτευσε Θα συμφωνήσω με αυτό που είπε ο Νικόλαος για την γραφή. Όντως τεχνικά είναι άρτια(την συνομιλία με την γριά την ζή-λε-ψα), αλλά κι εγώ ένιωσα να κουράζομαι σε λίγα σημεία(εκεί που μιλάς για το γέρο/βουνό π.χ) . Σαν γενική συμβουλή θα σου πρότεινα, αν γίνεται, να προσπαθήσεις να κάνεις μια απλοποίηση στον λόγο σου.Συχνά-πυκνά τέτοια περιγραφική/λυρική γλώσσα καταντάει δίκοπο μαχαίρι. Δεν ξέρω π.χ αν εγώ θα μπορούσα να διαβάσω ένα ολόκληρο βιβλίο με τόσο έντονα segments. Στα της ιστορίας τώρα, αυτό που παρατήρησα είναι μία γενική ασάφεια να πλανάται, που μάλλον είναι και ηθελημένη. Εκείνο που δεν με έπεισε είναι Η προδοσία της γριάς. Όχι γιατί δεν την περιμένα (νομίζω κάνει μπαμ από χιλιόμετρα),αλλά γιατί ενώ συμβαίνει αρκετά αργά στην ροή του κειμένου, η ίδια η 'εξήγηση' της μου φάνηκε πολύ βιαστική σε τύπο 'άντε να σου αποκαλύψω την πλοκή να τελειώνουμε γιατί το πιάσαμε το όριο'. Ο Νικόλαος ανέφερε ότι δεν είναι σίγουρος για το αν η ιστορία θέλει κι άλλες ή λιγότερες λέξεις, αλλά εγώ νομίζω πως θέλει κι άλλο χώρο Και για το τέλος να προσθέσω ότι δικαιολογείς πλήρως τοψευδώνυμο σου. Αυτά! Συνολικά καλή εντύπωση. Θα ήθελα να σε δω λίγο πιο απλό και προσιτό σε επόμενες προσπάθειες! Καλή επιτυχία! Υ.Γ Είμαι διχασμένος για το άγγιγμα του διάσημου φορουμίτη μας και το πόσο καλό κάνει Edited September 30, 2016 by jjohn 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted September 30, 2016 Share Posted September 30, 2016 Το πρώτο που διαβάζω από εσένα και μπορώ να πω ότι μου άρεσε. Έχεις ωραία γλώσσα και ωραίο τρόπο αφήγησης αν και μερικές φορές τον φορτώνεις λίγο πιο πολύ από όσο θα έπρεπε. Το τέλος θα το προτιμούσα θετικό, αλλά αυτό είναι καθαρά μια υποκειμενική άποψη. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
LoL4NevEr Posted September 30, 2016 Share Posted September 30, 2016 Σε γενικά πλαίσια, πρέπει να συμφωνήσω με τους προηγούμενους. Η γραφή από άποψη ποιότητας είναι πολύ καλή, και πραγματικά δημιουργείς ζωντανές εικόνες. Το βασικό μου πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι το πόσο κουραστικό είναι (καθώς, επειδή μακρηγορείς στους διαλόγους για να τους κάνεις πιο όμορφους, απλά επαναλαμβάνονται και γυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους, καταλήγοντας σε κάτι που προσωπικά θεωρώ πως έπρεπε να είναι πιο σύντομο και συγκροτημένο), αλλά στον ρόλο της γριάς. Μέσα σε 8 σελίδες κείμενο, ο διάλογος της γριάς στην αρχή είναι τόσο μακρύς, αναλυτικός και από άποψη του κόσμου, λειτουργεί μόνο σαν ένα exposition dump παρά σε μια προσπάθεια να πείσει τον χαρακτήρα. Μέσα σε αυτόν και τον διάλογο αργότερα, ανακυκλώνεις ιδέες και τις επαναλαμβάνεις, που θέτει την ιδέα της κατανόησης του σύμπαντος ανούσια. Βέβαια, όντας αναγνώστης τέτοιων ιστοριών λίγο πολύ είχα φανταστεί πως θα τελειώσει, αλλά μου άρεσε πως δεν είχε όμορφο τέλος, και πως άφησες το τι συμβαίνει (Αν, δηλαδή, δέχεται ή όχι) στον αέρα. Τέλος, το τελευταίο κομμάτι, δηλαδή που κατανοείς ακριβώς τι έχει γίνει, (με το κατάλληλο soundtrack) και τις λεπτομερείς περιγραφές σου με έκαναν να ανατριχιάσω. Me likey. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted October 2, 2016 Share Posted October 2, 2016 Γρηγόρη, αυτή είναι μια ιστορία με πολύ όμορφη γραφή, ωραίες εικόνες και πλούσιο λεξιλόγιο, που παρόλο είναι σε σημεία παραπάνω φορτωμένη απ` όσο χρειάζεται δεν με κούρασε κάπου. Εκεί που με έχασες λίγο είναι στα πιο "φιλοσοφικά" κομμάτια, όπως σε αυτό που ακολουθεί την πρόταση "Πίστευε στον Γέρο". αφού μου έπεσε λίγο βαρύ. Οι χαρακτήρες σου όμως είναι πολύ ζωντανοί, οι διάλογοι επίσης και το κείμενο σου, γεννάει άνετα συναισθήματα στον αναγνώστη, κρίμα μόνο που το κυρίαρχο από αυτά ειναι η δυστυχία. Βλέποντας που πήγαινε το θέμα, είχα προειδοποιήσει σχετικά την γυναίκα μου, και όταν με είδε τελειώνοντας την ιστορία, να πετάγομαι για να βρω ένα (σκουριασμένο κατά προτίμηση) ξυράφι για να κόψω τις φλέβες μου, μου έχωσε μια στο κεφάλι και όταν βρήκα τις αισθήσεις μου είχα έρθει στα ίσα μου! Αστειεύομαι φυσικά, αφού όταν ένα κείμενο που λέγεται "Δυστυχία" καταφέρνει να σου βγάλει τέτοια "μαυρίλα", απλά έχει πετύχει τέλεια τον σκοπό του. Υ.Γ. Στο "Υπαίτιοι, σφετεριστές, ραδιούργοι και καταστροφείς" δεν μπόρεσα να εμποδίσω τον Δεντρογένη να πεταχτεί στο μυαλό μου φωνάζοντας: "Destroyers and usurpers! Curse them!" 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted October 3, 2016 Share Posted October 3, 2016 Καλησπέρα, Γρηγόρη διαβάζοντας την ιστορία σου, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν: "αυτός έχει τα φόντα να γράψει εξαιρετικό φάνταζι με λίγη δουλειά". Η γραφή σου είναι πολύ καλή και δουλεμένη, αλλά και πολύ φορτωμένη επίσης. Πολλές κορδέλες και μπουκώνει πολύ το κείμενο. Το κείμενο μπουκώνει επίσης από πληροφορία, υπήρχαν σημεία που ένιωθα σαν να προσπάθησες να χωρέσεις κοσμοπλασία που στήνεις 10 χρόνια μέσα σε 10 σελίδες. Θα συμφωνήσω (τι πρωτότυπο) με τον σύζυγο, Μορφέα, από πάνω - κι εγώ έχασα την πλοκή και ξέχασα τον σκοπό του ήρωά σου. Εν τέλει, αυτό που μου έμεινε διαβάζοντας το διήγημα αυτό ήταν ότι μπορείς να κάνεις πολύ ωραία πράγματα στο είδος, αλλά ίσως οι μικρές φόρμες όπως το διήγημα δεν σου ταιριάζουν τόσο. Όπως και να 'χει μπράβο σου και καλή επιτυχία! 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted October 6, 2016 Share Posted October 6, 2016 (edited) Εγώ θα διαφωνήσω με όσους συνφορουμίτες λένε ότι αυτό το διήγημα έχει καλή γραφή. Τη βρήκα παραφορτωμένη, στολισμένη χωρίς λόγο και σε σημεία άστοχη, και με πολλά λαθάκια. Το γεγονός ότι η ίδια η γραφή με κούρασε, έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για την πλοκή, η οποία με μπέρδεψε σε αφόρητο βαθμό. Δηλαδή, για να λέω τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, αν δεν ήταν ο διαγωνισμός δεν θα το είχα παλέψει ως το τέλος αυτό το διήγημα. Θα σου πω τι κατάλαβα: Ο ήρωας βρίσκεται στο νεκροταφείο και θρηνεί τη γυναίκα του, η οποία έχει αυτοκτονήσει. Κάτι με μια κατάρα, όλα τους πήγαιναν στραβά, δεν είχαν να φάνε, έχαναν τη μία εγκυμοσύνη μετά την άλλη, ό,τι προσπαθούσαν να κάνουν κατέρρεε. Μετά η γυναίκα του έπιασε δουλειά σε μια αρχόντισσα και τό 'χασε λίγο-λίγο, άρχισε να λέει περίεργα πράγματα. Σε κάποια φάση εμφανίζεται με ένα φυλαχτό (δεν κατάλαβα πώς) και αμέσως αυτοκτονεί. Και ξαναγυρνάμε στο παρόν, ο άντρας στο νεκροταφείο τα θυμάται και θρηνεί. Τότε εμφανίζεται μια γριά και αρχίζει ένα -συγνώμη, αλλά θα πω την αλήθεια μου- παραλλήρημα για τις Σκιές και άλλες οντότητες. Τον πείθει να πάει να βρει τον Γέρο και αυτός πηγαίνει και βρίσκει... την αρχόντισσα. Εκεί δεν κατάλαβα τι έγινε. Και, γενικά, από αυτό το σημείο και μετά έχασα το νόημα. Η αρχόντισσα έχει ένα πηγάδι που το έβλεπε και η γυναίκα του, που εκεί κρύβεται η σχισμή που θα καταστρέψει τον κόσμο; δεν είμαι σίγουρη τι θα κάνει. Ο άντρας πιστεύει ότι αν σπάσει το φυλαχτό και το πετάξει μέσα στο πηγάδι θα ησυχάσει η γυναίκα του (που δεν κατάλαβα ότι δεν έχει βρει τη γαλήνη). Τελικά, η γριά τον ξεγέλασε, δεν ξέρω με ποιον τρόπο, και η αρχόντισσα ήταν κι αυτή θύμα; Όπως βλέπεις, τα νέα είναι πολύ άσχημα. Βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να μην έχω να πω ένα καλό για αυτό το διήγημα. Ακόμη και το θέμα του διαγωνισμού, το φυλαχτό, ήταν για 'μένα ασαφές. Το μόνο θετικό είναι ότι κατάφερες να ολοκληρώσεις μία ιστορία για τον διαγωνισμό, κάτι στο οποίο απέτυχα η ίδια. Το αρχείο με τα σχόλια: Δυστυχία - σχόλια Κασσάνδρας.doc Edited October 6, 2016 by Cassandra Gotha 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 6, 2016 Author Share Posted October 6, 2016 Διάβασα με θετική σκεψη και προσοχη το σχόλιο σου, οπως ολα, αποδεχομενος το γεγονος οτι δεν σου αρεσε καθολου, μεχρι το σημείο που ανέφερες το εξής καταπληκτικό: οτι καταφερα (!) να ολοκληρωσω το διηγημα. Αυτό ειναι mean, ειναι επιθεση, δεν ειναι κριτικη. Ειναι προσβολη. Υποδηλώνει εχθρικες διαθεσεις και σιγουρα δεν με βοηθα να γινω καλυτερος, οπως πιστευα αλλωστε οτι ειναι κι ο σκοπος του διαγωνισμου. Αν θες να ξερεις, το διηγημα μου βγηκε αβιαστα, δεν το πιεσα καθολου. Λυπαμαι αν εσυ δεν μπορεσες να το καταλάβεις, αν και η πλοκη του ειναι απλοικη θα ελεγα. Ειναι μια ιστορια εκδικησης, εμπλουτισμενη με κοσμοπλασια. Το like πηγαινε φυσικα στο οτι μπηκες στον κοπο να γραψεις σημειωσεις. Ζητω συγνωμη απο τους moderators για την παρεμβαση πριν το περας των σχολιασμων αλλα εδω τίθεται θεμα τιμης. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted October 6, 2016 Share Posted October 6, 2016 (edited) Διάβασα με θετική σκεψη και προσοχη το σχόλιο σου, οπως ολα, αποδεχομενος το γεγονος οτι δεν σου αρεσε καθολου, μεχρι το σημείο που ανέφερες το εξής καταπληκτικό: οτι καταφερα (!) να ολοκληρωσω το διηγημα. Αυτό ειναι mean, ειναι επιθεση, δεν ειναι κριτικη. Ειναι προσβολη. Υποδηλώνει εχθρικες διαθεσεις και σιγουρα δεν με βοηθα να γινω καλυτερος, οπως πιστευα αλλωστε οτι ειναι κι ο σκοπος του διαγωνισμου. Αν θες να ξερεις, το διηγημα μου βγηκε αβιαστα, δεν το πιεσα καθολου. Λυπαμαι αν εσυ δεν μπορεσες να το καταλάβεις, αν και η πλοκη του ειναι απλοικη θα ελεγα. Ειναι μια ιστορια εκδικησης, εμπλουτισμενη με κοσμοπλασια. Το like πηγαινε φυσικα στο οτι μπηκες στον κοπο να γραψεις σημειωσεις. Ζητω συγνωμη απο τους moderators για την παρεμβαση πριν το περας των σχολιασμων αλλα εδω τίθεται θεμα τιμης. Όχι, όχι, όχι! Δεν κατάλαβες, αυτό πήγαινε σ' εμένα! Που έλεγα, και έλεγα, και έβγαζα τίτλους και αφισάκια... και όταν ήρθε η ώρα... μηδέν. Ήθελα να πω ότι και μόνο η συμμετοχή σε έναν διαγωνισμό είναι κάτι δύσκολο με τα όρια και το θέμα και όλα αυτά και συγχαρητήρια σε όσους τα κατάφεραν. Λυπάμαι που έγιναν αιτία τα λόγια μου να προσβληθείς, πραγματικά δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου, και γιατί άλλωστε. Γι' αυτό και έγραψα «κάτι στο οποίο απέτυχα η ίδια». Edited October 6, 2016 by Cassandra Gotha Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 6, 2016 Author Share Posted October 6, 2016 ...ok, δεκτο, παρεξήγηση τότε. No hard feelings απο μενα. Θα διαβασω με προσοχη τα σχολια σου! Ζητω συγνωμη ξανά. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted October 6, 2016 Share Posted October 6, 2016 Φίλε μου Mournblade, μια παρατήρηση μόνο για το μέλλον, οι συγγραφείς είμαστε δεσμευμένοι από τους κανόνες να μην απαντήσουμε στα σχόλια ως το πέρας του διαγωνισμού. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted October 6, 2016 Share Posted October 6, 2016 Και για να αποφορτίσω λίγο το κλίμα, ας κάνω κι εγώ την κριτική μου. Αγαπητέ Γρηγόρη θεωρώ ότι έχεις πολύ καλή τεχνική και τρόπο να πλέκεις την γραφή όπως θέλεις. Οι λέξεις βγαίνουν αβίαστα και μπορείς να τις αλλάξεις όπως και όποτε θες. Το θέμα εδώ είναι ότι μάλλον σε αρκετά σημεία σου ξέφυγαν λίγο παραπάνω. Παραπλέχτηκαν και το αποτέλεσμα βγαίνει λίγο πολύπλοκο, μπουκωμένο και κουραστικό. Όπως πολύ σωστά επισήμαναν και σε εμένα, δεν χρειάζεται κάτι να είναι πομπώδες για να είναι fantasy ή epic. Αρκεί να υπάρχουν οι σωστές σταγόνες που αλλάζουν το μείγμα. Η ιστορία είχε πολλές προοπτικές και το τέλος εμένα προσωπικά με άγγιξε πολύ. Αλλά η κοσμοπλασία χάθηκε κάπου στην πολυπλοκότητα της. Δε θα επιμείνω πολύ γιατί συμφωνώ με αρκετά που έχουν γράψει οι αποπάνω. Οι χαρακτήρες θέλουν λίγη δουλίτσα για να γίνουν πιο ζωντανοί, ειδικά μέσα σε έναν κόσμο ο οποίος ζει και αναπνέει μόνος του και δεν τους έχει ανάγκη. Εδώ παίζουν διακοσμητικό ρόλο. Οι περιγραφές σου είναι πρωταγωνιστές κι αυτό δεν είναι πάντα καλό. Το φυλαχτό υπάρχει για να καταριέται; Λίγο δίκοπο μαχαίρι. Πολύ καλή προσπάθεια γενικά αλλά με αρκετό καπνό που την κάνει να πνίγεται. Αν την καθαρίσεις λίγο θα βγει κάτι πάρα πολύ καλό 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted October 9, 2016 Share Posted October 9, 2016 (edited) Γρηγόρη φίλε μου, τα έχουμε ήδη πει για τη "Δυστυχία". Μου άρεσε το χτένισμα που έκανες στο beta που είχα διαβάσει, έγινε πολύ πιο βατό τώρα. Παρότι ήξερα τι να περιμένω, το διάβασα ξανά τώρα με το ίδιο ενδιαφέρον, κι αυτό λέει αρκετά για το διήγημα. Αν θα ήθελα κάτι περισσότερο, θα ήταν αυτό ακριβώς: περισσότερο, ο κόσμος του διηγήματος φωνάζει για άπλωμα. Ωραία η χρήση του θέματος και, φυσικά, εντελώς μέσα στο είδος. Το δε τέλος, ο ορισμός των "happy end"! (Ε, Δημήτρη; ) Καλή επιτυχία φίλε μου! Edited October 9, 2016 by MadnJim 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted October 9, 2016 Share Posted October 9, 2016 Γρηγόρη φίλε μου, τα έχουμε ήδη πει για τη "Δυστυχία". Μου άρεσε το χτένισμα που έκανες στο beta που είχα διαβάσει, έγινε πολύ πιο βατό τώρα. Παρότι ήξερα τι να περιμένω, το διάβασα ξανά τώρα με το ίδιο ενδιαφέρον, κι αυτό λέει αρκετά για το διήγημα. Αν θα ήθελα κάτι περισσότερο, θα ήταν αυτό ακριβώς: περισσότερο, ο κόσμος του διηγήματος φωνάζει για άπλωμα. Ωραία η χρήση του θέματος και, φυσικά, εντελώς μέσα στο είδος. Το δε τέλος, ο ορισμός των "happy end"! (Ε, Δημήτρη; ) Καλή επιτυχία φίλε μου! Με εσένα συμβουλάτορα, επιρροή, beta reader κ.λ.π. δεν μπορεί να αγιάσει κανένας όσον αφορά τα καλά τέλη! Σίγουρα το "μαυριλόμετρο" (πςς! μα που το σκέφτηκα αυτό ο άτιμος! )θα τερμάτισε μετά δική σου παρέμβαση-συμβουλή! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted October 9, 2016 Share Posted October 9, 2016 Γρηγόρη φίλε μου, τα έχουμε ήδη πει για τη "Δυστυχία". Μου άρεσε το χτένισμα που έκανες στο beta που είχα διαβάσει, έγινε πολύ πιο βατό τώρα. Παρότι ήξερα τι να περιμένω, το διάβασα ξανά τώρα με το ίδιο ενδιαφέρον, κι αυτό λέει αρκετά για το διήγημα. Αν θα ήθελα κάτι περισσότερο, θα ήταν αυτό ακριβώς: περισσότερο, ο κόσμος του διηγήματος φωνάζει για άπλωμα. Ωραία η χρήση του θέματος και, φυσικά, εντελώς μέσα στο είδος. Το δε τέλος, ο ορισμός των "happy end"! (Ε, Δημήτρη; ) Καλή επιτυχία φίλε μου! Με εσένα συμβουλάτορα, επιρροή, beta reader κ.λ.π. δεν μπορεί να αγιάσει κανένας όσον αφορά τα καλά τέλη! Σίγουρα το "μαυριλόμετρο" (πςς! μα που το σκέφτηκα αυτό ο άτιμος! )θα τερμάτισε μετά δική σου παρέμβαση-συμβουλή! (Σόρυ για το σπαμ) Χαχαχα, όχι, δεν υπήρξε καμία δική μου παρέμβαση-συμβουλή επ' αυτού. Δεν μπορώ να εισπράξω εύσημα για κάτι που δεν έκανα. Όλη η ιστορία, η ιδέα, η υλοποίηση, τα πάντα, είναι του Γρηγόρη και της υπέροχης φαντασίας του. Εγώ απλά δηλώνω βαμμένος φαν. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Νίκη Posted October 9, 2016 Share Posted October 9, 2016 (edited) Γεια σου Γρηγόρη, Θα μου επιτρέψεις να κάνω κάποια σχόλια για την ιστορία σου: Τη θεωρώ ενδιαφέρον κείμενο, με καλή γραφή. Θα έλεγα, ότι μπορεί να χαρακτηρισθεί αλληγορία για την κατάθλιψη ή για ψυχικές ασθένειες, γενικά. Πάντως σε φάσεις το κείμενο ήταν λίγο ασαφές. Ας πούμε, στην παράγραφο «Περιπλανώμενες ψυχές δίχως πεπρωμένο….. γεμάτης αγκάθια στέρφας γης που αλυσόδενε με θλίψη την αιώνια ύπαρξη τους», δεν κατάλαβα τι ακριβώς περιγράφεις, ποια από τα πλάσματα-φάσματα που αναφέρεις. Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και στην παράγραφο «Πίστευε πως το βουνό ήταν στοιχειωμένο….Στις Ερημιές που δεν κατοικούν ψυχές, μα δαίμονες και γέρικα στοιχειά.», καθώς μάλιστα αναφέρεις τόπους που δεν έχουν ξανααναφερθεί σαν να τους γνωρίζει ο αναγνώστης. Για την ίδια την υπόθεση, τώρα: Μ’ άρεσε η ανατροπή, ότι αρχικά και ο πρωταγωνιστής και εμείς οι αναγνώστες πιστεύουμε ότι το φυλαχτό είναι κακόβουλο, αλλά τελικά αποκαλύπτεται ότι ήταν μέσο βοήθειας. Όμως, έχω κάποιες απορίες: οι Συμφορές και οι Σκιές είναι το ίδιο πράγμα, η αρχόντισσα και η γριά είναι το ίδιο άτομο; Το φυλαχτό πού είναι; Αναφέρεται στην ιστορία, αλλά δεν το βλέπουμε. Γενικά, όπως είπαν κι άλλα άτομα, μου φάνηκε ότι η γραφή και ο πολύ ενδιαφέρον σκοτεινός κόσμος που περιγράφεις επίσκιαζαν κάπως τους ήρωες. Καλή επιτυχία! Edited October 9, 2016 by Νίκη 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted October 11, 2016 Share Posted October 11, 2016 Η ιδέα αν και δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη, είναι ειπωμένη με φρέσκο τρόπο. Το σύμπαν σου δείχνει ολοκληρωμένο, με έπεισες πως το κατέχεις και πως το έχεις σκεφτεί καλά πριν γράψεις. Η ατμόσφαρα καλή. Μπήκα στην ιστορία κι είχα μόνιμα αυτή τη βαριά αισθηση που φαντάζομαι πως ήθελες να πετύχεις –την πέτυχες. Και το γράψιμο μπαίνει δυναμικά, με στυλ. Σταδιακά οδεύει προς το να γίνει λειτουργικό ενώ μετά γίνεται πομπώδες και ίσως λίγο υπερβολικό. Νομίζω θέλει μερικά χέρια να γίνει πιο ομοιογενές. Οι περιγραφές συχνά παρατραβάνε. Υπάρχουν όμορφες παράγραφοι στις οποίες όμως το κείμενο μου άφησε την αίσθηση επίδειξης. Όσο κομψά κι αν δωθούν, όσο κι αν κρυφτεί αυτή η αίσθηση και πάλι κάποιες περιγραφές είναι τόσο εκτενείς που θα ταίριαζαν σε κορύφωση μυθιστορήματος παρά σε διήγημα. Επίσης αυτά τα πλατειάσματα ξέφυγαν και σε κάποιους διαλόγους κι εκεί θέλει προσοχή. Πάντως όσα αναφέρω είναι μικρά και διορθώνονται εύκολα. Λίγη οικονομία και αυτό που θα μείνει θα είναι μια καλή αφήγηση. Στα ασήμαντα, φράσεις όπως άκρα του τάφου σιωπή/σιγή ιχθύος μου φάνηκαν λίγο αταίριαστες. Επίσης εκεί με τον σκαμμένο τάφο, μου φάνηκε λίγο παράξενο να κηδεύουν το βράδυ, αλλά, οκ, είναι δικό σου σύμπαν. Η ιστορία, τώρα, είναι ωραία και ατμοσφαιρική (το ‘παμε αυτό, δεν το ‘παμε; ). Η ροή της πληροφορίας ξεκινάει καλά αλλά μετά ζορίζεται κομματάκι. Κι αυτό διότι η κοσμοπλασία σου είναι πολύ μεγάλη για να χωρέσει στο κείμενο. Αυτό φαίνεται κι από το ότι δίνεις πληροφορίες σχεδόν ως και την τελευταία παράγραφο. Ακόμα και το ξίφος το ονοματίζεις αργά. Νομίζω πως αυτό σου έφαγε χώρο με αποτέλεσμα η κορύφωση του τέλους να μη λειτουργεί άψογα διότι ούτε ο κακομοίρης ο Σεθ, ούτε ο αναγνώστης (τουλάχιστον εγώ) δεν είχαν ελπίδα να μυριστούν την ανατροπή σου μιας και όλα γίνονται γρήγορα: έρχονται οι πληροφορίες και μετά τα γεγονότα. Ωστόσο αυτό δεν αλλάζει το πόσο μου άρεσε το γράψιμο και το ότι πέρασα καλά με την ιστορία. Απλώς το σενάριό της νομίζω ταιριάζει περισσότερο σε νουβέλα παρά σε διήγημα. Α, ναι. Νομίζω πως μέσα στο κείμενο μπορείς να βρεις μια χούφτα καλύτερους τίτλους. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted October 11, 2016 Share Posted October 11, 2016 Φίλε μου Γρηγόρη Χάρηκα πολύ που έλαβες μέρος στο διαγωνισμό. Είχα την ευκαιρία να διαβάσω και άλλα κείμενά σου και θα συμφωνήσω με αυτό που ειπώθηκε παραπάνω, ότι οι μεγάλες φόρμες σου ταιριάζουν σαφώς καλύτερα, επί του παρόντος. Λέγοντας αυτό εννοώ απλώς ότι είναι αρχή, είσαι στο ξεκίνημά σου και θα πρότεινα να ασκηθείς πολύ σε μικρές φόρμες, καθώς και σε λιγότερο φορτωμένο γράψιμο. Δοκίμασε να κουρέψεις μία ιστορία στα απολύτως απαραίτητα, έτσι σαν άσκηση. Και μετά ξαναστολίζεις εδώ κι εκεί. Όσον αφορά το Δυστυχία. Ο τίτλος, πράγματι, δεν με κέρδισε. Πολλά λες που δεν χρειάζονται και κάπου χάνονται και η κυρίως πλοκή και ο κυρίως ήρωας. Πώς και γιατί σπάει το φυλαχτό, πώς και γιατί παγιδεύτηκε η γυναίκα του, πώς και γιατί ο Γέρος είναι τελικά τέτοιος που είναι και όχι αυτό που νομίζαμε. Όλα κάπου μπερδεμένα στα βάθη του Λάκκου. Να ξέρεις ότι στις ιστορίες των διαγωνισμών η σαφήνεια (μάλλον η έλλειψή της) είναι κάτι που όλους μας ταλαιπωρεί, πόσο μάλλον αν κάποιος λαμβάνει μέρος για πρώτη φορά. Αυτό γιατί οι λέξεις είναι περιορισμένες και ο συγγραφέας έχει να νοιαστεί για την έκταση της ιστορίας του, το χρονικό περιθώριο και βέβαια το θέμα του. Υπήρχαν ωστόσο όμορφα κομμάτια στην ιστορία σου, ποιητικά, καλογραμμένα. Απλώς κάπου χανόταν ο σκοπός, εκείνο το κάτι που πρέπει να είναι ξεκάθαρο όταν γράφουμε γιατί όταν δεν είναι το γραπτό μας μπορεί να μην κερδίσει τις εντυπώσεις όσο θα του άξιζε. Όπως και να έχει, καλή σου επιτυχία στο διαγωνισμό! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Man_from_Earth Posted October 15, 2016 Share Posted October 15, 2016 Γειά σου Γρηγόρη, Αν και φορτωμένο το κείμενο ήταν δουλεμένο ώστε να μην τραβάει ο λόγος την προσοχή. Ακολουθώντας όμως την ιστορία αρχικά με ξένισε η μαυρίλα και στη συνέχεια η ασάφεια (βλ. το σχόλιο της Ιρμάντας). Λ.χ. η ασάφεια αυτή στον ιστό φανταστικών στοιχείων που έπλεξες (λάκκοι, γέροι, γριές, αρχόντισσα κλπ.) μου δημιούργησε αρνητικά συναισθήματα διότι για μένα είναι σημαντικό εάν πρόκειται να μπω σε ένα κόσμο δυστυχίας, μαυρίλας (που κανονικά δεν μου αρέσει) να υπάρχει σαφώς όρισμένος λόγος. Παρόλα αυτά, μερικές παραγράφους αργότερα με κέρδισες. 'Συγχώρεσα' αυτά τα μειονεκτήματα διότι με έκανε το κείμενο να αισθανθώ την αγωνία των χαμένων δύο ηρώων μέσα στην κατάθλιψη και τη μαυρίλα να βγουν σε ένα ξέφωτο, να τους πάρει ένα χέρι και να τους σώσει. Το εκτίμησα αυτό γιατί τελικά δεν εκπέμπει απλά μια κακομοιριά χωρίς τέλος αλλά φωτογραφίζει κάπως πιο ολιστικά τι μπορεί να συμβαίνει σε έναν άνθρωπο που δυστυχεί. Έχοντας αυτό κατά νου, θεωρώ ότι ο τίτλος αδικεί την ιστορία γιατί προδιαθέτει για μαυρίλα χωρίς έλεος ενώ δίνεις περισσότερα. Σου εύχομαι καλή επιτυχία! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted October 15, 2016 Share Posted October 15, 2016 Ένα κείμενο που ξεχειλίζει από δυστυχία και επιβεβαιώνει και τον τίτλο του και το nick σου. Δεν έχω διαβάσει κάτι άλλο δικό σου, αλλά απ’ αυτό το εδώ το δείγμα τα καλά νέα είναι ότι φανερώνει δυνατότητες για ισχυρή κοσμοπλασία. Στα κακά νέα πάλι, είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλοί όροι για ένα τόσο μικρό κείμενο και πάρα πολλές περιγραφές οι οποίες μπερδεύουν. Βρήκα ενδιαφέρουσα την ανατροπή του τέλους. Ωστόσο, μερικά σημεία με μπέρδεψαν, όπως για παράδειγμα Όταν του μιλάει η γριά για έναν γέρο στο βουνό, εγώ περιμένω να ξεκινήσει για το βουνό και όχι για τον πύργο. Ίσως βέβαια να πηγαίνει εκεί για να συναντήσει την αρχόντισσα που μαθαίνει ότι είναι το υποχείριό του και τελικά να μην τίθεται θέμα να πάει στο βουνό, αλλά χρειάζεται μια εξήγηση –έστω μια πρόταση γιατί πάει εκεί κι όχι να βρει τον νεκρομάντη. Εκτός αν εννοείς ότι ο πύργος είναι στο βουνό, πράγμα πολύ πιθανό ασφαλώς, αλλά από τις περιγραφές περίμενα ένα ερημικό βουνό. Το δείγμα πάντως γενικά είναι καλό. Πιστεύω ότι με λίγη δουλειά στις εξηγήσεις θα μπορούσε να γίνει μια πολύ καλή ιστορία. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted October 16, 2016 Share Posted October 16, 2016 Ένα διήγημα που θα ήθελε να είναι ποίημα, να μπορεί να βάλει όσες λυρικές φράσεις θέλει και από την άλλη να μη χρειάζεται πολλές περιγραφές χώρων, κοινωνιών, ανθρώπων για να σταθεί. Μου φάνηκε κι εμένα παραφορτωμένο ως γράψιμο και ταυτόχρονα μου έλειψαν πληροφορίες. Λες λίγα πράγματα με πολλά λόγια, ενώ θα έπρεπε να λες περισσότερα πράγματα (γεγονότα, πχ) με πιο σκέτο γράψιμο. Αυτό δε σημαίνει ότι κάποιες από αυτές τις ενδεχομένως περιττές φράσεις δεν ήταν πολύ ωραίες. Η ιδέα με τους δαίμονες από άλλο κόσμο, αν και όχι πρωτότυπη, είναι εντυπωσιακή και δείχνει να το έχεις σκεφτεί καλά αυτό το σύστημα και τη λειτουργία του, αλλά νομίζω ότι δε χρειάζονταν τόσα λόγια για να μάθουμε όσα χρειάζεται από αυτόν τον κόσμο για να καταλάβουμε αυτό το διήγημα. Γλωσσικά λαθάκια έχει μερικά, αλλά δε με ενόχλησαν ιδιαιτέρως, εκτός από ένα που το κάνουν σχεδόν όλοι σ' αυτό το διαγωνισμό: δε βάζετε κόμματα στις κλητικές. Γράφετε, πχ, "φεύγω Έιντα για το βουνό", ενώ το σωστό είναι "φεύγω, Έιντα, για το βουνό". Γενικά μια όχι κι άσχημη προσπάθεια, που δείχνει ότι ο συγγραφέας έχει δυνατότητες για κάτι καλύτερο. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted October 16, 2016 Share Posted October 16, 2016 Πόσο καλύτερα τα λένε κάποιοι άνθρωποι. Mournblade, συγνώμη, μερικές φορές γίνομαι αναίσθητη (και μετά τό 'χω βάρος). 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Πυθαρίων Posted October 17, 2016 Share Posted October 17, 2016 (edited) Σημειώσεις, που αφορούν λεπτομέρειες της πλοκής σε συγκεκριμένα σημεία, γράφτηκαν πιο πάνω. Νομίζω πάντως πως δεν πρέπει να τίθεται ζήτημα συνολικής ασάφειας της ιστορίας, ακόμα κι αν υπάρχει ένα μικρό θέμα, από την ενσωμάτωση στο γλαφυρό -ασφαλώς- κείμενο, κάποιων νοηματικά δυσνόητων σχημάτων, δοσμένων με πληθωρικό τρόπο έκφρασης, που δημιουργούν μια αίσθηση ποιητικής αοριστίας (που δεν εκτρέπουν, όμως, τη ροή της ιστορίας). Πάντως, η γενικότερη διάθεση, που χαρακτηρίζει τη γραφή, είναι, θεωρώ, κατάλληλη για να αποδώσει το σκοτεινό κλίμα και να περιγράψει την βαριά ψυχολογία του κεντρικού ήρωα. Ο τρόπος, άλλωστε, να γράψεις κάτι είναι, σύμφωνα με την ταπεινή μου άποψη, το ίδιο σημαντικός με την ουσία εκείνου που θέλεις να πεις. Αίσθησή μου είναι πως η αλληγορία και η φιλοσοφική χροιά στο λόγο φανερώνουν συγγραφείς με δυνατότητες και προοπτική. Edited October 17, 2016 by Πυθαρίων 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Γελωτοποιός Posted October 17, 2016 Share Posted October 17, 2016 (edited) Γρηγόρη, καταρχάς το πρώτο πράγμα που με εντυπωσίασε διαβάζοντας τη ιστορία σου, ήταν η λυρική γραφή σου. Το λεξιλόγιο που χρησιμοποίησες ήταν ποικίλο με πανέμορφες λέξεις και φράσεις. Τις περιγραφές σου στολίζουν επίσης υπέροχα επίθετα, μεταφορές και παρομοιώσεις που η πληθώρα τους με εντυπωσίασε αφάνταστα! Πρέπει να αφιέρωσες πολύ χρόνο (ή μπορεί και να σ` έρχονται ακατάπαυστα ) για να σκαρφιστείς τόσες πολλές και σου βγάζω το καπέλο γι` αυτό. Η ικανότητά σου αυτή (χρήση των στοιχείων που προανέφερα), ενώ κάνει την εμπειρία ανάγνωσης της ιστορίας σου ξεχωριστή, μπορεί αν δεν έχει μια σωστή διαχείριση να γίνει κουραστική. Εσύ πιστεύω πως χειριστικές αρκετά καλά την κατάσταση αν και στη συνέχεια θα σου πω γιατί δεν λειτούργησε τόσο σωστά όσα θα ήθελα. Στο διήγημα σου έφτιαξες έναν κόσμο με μεγάλη μυθολογία/κοσμοπλασία. Πολλές από τις ιδέες σου τις ευχαριστήθηκα με το παραπάνω. Μπράβο σου που κατάφερες να δημιουργήσεις τόσα πολλά μέσα σε ένα μικρό διήγημα. Και εδώ ερχόμαστε στο βασικό, κατ` εμέ, πρόβλημα της ιστορίας σου. Την πρώτη φορά ήμουν ανυποψίαστος και τη διάβασα γρήγορα. Η γραφή έρεε ομαλά, αλλά οι φορτωμένες περιγραφές σε συνδυασμό με τα πολλά ονόματα της κοσμοπλασίας σου με πέταξαν έξω από την πλοκή της ιστορίας. Έχασα κάθε ιδέα του ποιος ήταν ποιος και γενικά του τι συνέβαινε. Μετά ήρθε η δεύτερη ανάγνωση και τα ανέτρεψε όλα. Γνώριζα τις δυσκολίες που θα συναντούσα και ξεκίνησα να διαβάζω λίγο πιο αργά και προσεκτικά. Αναγνώρισα την ομορφιά της γραφής και τον καλοφτιαγμένο κόσμο της ιστορίας σου, που προηγουμένως μου είχε φανεί μπουκωμένη. Η πλοκή πήρε μορφή και τα γεγονότα άρχισαν να ξετυλίγουν μία πολύ ικανοποιητική ιστορία. Εν τέλει, είναι πολύ πιθανό να έφταιξα αποκλειστικά εγώ που δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτα και αφαιρέθηκα στην πρώτη ανάγνωση. Μπορεί επίσης να έφταιξε που περιορίστηκες στις λίγες λέξεις του διηγήματος. Σίγουρα όμως, τη δεύτερη φορά που τη διάβασα, με κέρδισε. Αυτά από μένα. Επίσης, τώρα που ήρθα σε μια πρώτη επαφή με τη γραφή σου, η πείνα μου να διαβάσω την τριλογία σου, που ο Σπύρος προϊδέασε με τεράστιο ενθουσιασμό σε ένα παλιό status, έχει μεγαλώσει. Συγχαρητήρια και καλή επιτυχία! Edited October 17, 2016 by Γελωτοποιός 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.