Popular Post Cassandra Gotha Posted May 7, 2017 Popular Post Share Posted May 7, 2017 Όνομα Συγγραφέα: Άννα ΜακρήΕίδος: τρόμοςΒία; ΌχιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων: 1707Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Η συμμετοχή μου στον τρομοδιαγωνισμό του Μαΐου 2017 http://community.sff.gr/topic/17125-45%CE%BF%CF%82-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%BC%CE%B7%CF%82-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CF%81/page-6?do=findComment&comment=308650 Αρχείο: Το Δόντι.doc Κάτι με ενοχλεί. Είναι ένα χαλίκι, στο στόμα μου. Όχι, δεν είναι χαλίκι. Μια... καραμέλα; Μοιάζει με καραμέλα, αλλά δεν είναι γλυκιά, δεν έχει καμία γεύση. Τη φέρνω από τη μια πλευρά στην άλλη, κι όμως, δε λιώνει. Πρέπει να την κάνω να λιώσει, να εξαφανιστεί, αλλιώς θα πνιγώ έτσι όπως είμαι ξαπλωμένη. Αλλά αυτή εκεί, χορεύει πάνω στη γλώσσα μου, χτυπάει πάνω στα δόντια μου λες κι είναι ζωντανή, λες και τό 'βαλε σκοπό να με ξυπνήσει. Ξυπνάω. Όμως, η καραμέλα είναι ακόμη στο στόμα μου, έχοντας ξεφύγει από τα όρια του ανύπαρκτου. Πλασμένη από την ύλη των ονείρων, με τρομάζει με την επιμονή της να υπάρχει. Σηκώνομαι απότομα -τόσο απότομα που μου 'ρχεται ζάλη- και τη φτύνω στην παλάμη μου. Επιτέλους. Την κοιτάζω με μάτια νυσταγμένα, δεν είναι καραμέλα, είναι ένα δόντι. Ψαχουλεύω με τα δάχτυλα το στόμα μου, αλλά δε βρίσκω πουθενά κενό, ούτε πόνο. Το δόντι στη χούφτα μου περισσεύει. Μοιάζει παλιό και φθαρμένο, δεν μπορεί να είναι δικό μου. Έχω, άραγε, ξυπνήσει; Σηκώνομαι και ανοίγω δειλά την πόρτα του δωματίου μου. Όλα γύρω μου κρύβονται σε μαύρες σκιές, μόνο το νυχτικό μου φαίνεται, άσπρο και μακρύ, κι από κάτω τα γυμνά μου πόδια. Μου αρέσει αυτό το νυχτικό, έχει δαντελένιες άκρες και η αίσθησή του είναι δροσερή. Από δίπλα ακούω τις βαριές, κοιμισμένες ανάσες των γονιών μου. Οι ρυθμικές εισπνοές κι εκπνοές τους σαν να με φωνάζουν “Άν-να”, “Άν-να”... Δεν απαντώ. Έχω μάθει από μικρή να αγνοώ τις φωνές της νύχτας. Χωρίς να ανάψω φως στον διάδρομο, πηγαίνω προς την άλλη άκρη του. Περπατώ στις μύτες των ποδιών. Ο διάδρομος μου φαίνεται πιο μακρύς από ό,τι συνήθως και το τέρμα του αόριστο, όπως μου φαίνονται όλες οι αποστάσεις στο σκοτάδι. Με το ένα χέρι στηρίζομαι στον τοίχο, ενώ στο άλλο κρατάω σφιχτά το ξένο δόντι. Η αίσθησή του είναι παγερή, σαν κάτι νεκρό. Έχω φτάσει στο τέλος του διαδρόμου. Από την τζαμόπορτα βγαίνει ένα τρεμουλιαστό, άχρωμο φως. Τη σπρώχνω με προσοχή κι αυτή ανοίγει βουβά, δεν κάνει ούτε ένα τρίξιμο, πράγμα που με εκπλήσσει. Μπαίνω στο καθιστικό, η τηλεόραση είναι ακόμα αναμμένη. Κάτι με ενοχλεί, όσο την κοιτάζω. Δεν είναι η δική μας τηλεόραση, ή μάλλον είναι, αλλά η παλιά. Τόσο παλιά, που δεν έχω καθαρή ανάμνησή της, μόνο εικόνες σαν παράσιτα. Σαν αυτά που φαίνονται τώρα στην οθόνη της. Ασπρόμαυρα χιόνια. Κοιμάμαι ακόμα. Πρέπει να κοιμάμαι, γιατί οι τηλεοράσεις σήμερα δεν κάνουν χιόνια. Αφού δεν μπορώ να επιλέξω το πότε θα ξυπνήσω, συνεχίζω. Υπάρχει μόνο το μπροστά, είμαι σίγουρη ότι, αν κοιτάξω πίσω, ο διάδρομος που οδηγεί στο δωμάτιό μου δεν θα βρίσκεται πια εκεί. Η διαπίστωση ότι ονειρεύομαι δεν με ανακουφίζει, αντίθετα, με κάνει να νιώθω απομονωμένη σ' έναν κόσμο από όπου δεν θα μ' ακούσει κανείς αν φοβηθώ και φωνάξω. Πλησιάζω το έπιπλο της τηλεόρασης. Είναι παλιό όσο και η ίδια η συσκευή, ένα μίζερο τραπεζάκι με ρόδες. Ο γύρω χώρος καλύπτεται από ένα γκρίζο σύννεφο ασάφειας, αλλά στο ράφι του επίπλου διακρίνω καθαρά ένα αντικείμενο. Είναι ένα μαύρο, γυαλιστερό κουτί με ασημένια σκαλίσματα. Μοιάζει με αυστηρή κοσμηματοθήκη, με αντίκα. Εμείς δεν έχουμε τέτοια κοσμηματοθήκη στο σπίτι μας. Από πού να ήρθε; Παίρνω στα χέρια μου το μαύρο κουτί, το κοιτάζω και δεν αποφασίζω αν θα το ανοίξω ή όχι. Το παρατηρώ από όλες τις πλευρές. Στο κάτω μέρος έχει μια επιγραφή, κι αυτή σκαλισμένη με ασημένια γράμματα. Λέει “Στην Αννούλα”. Η γιαγιά μου με φώναζε πάντα έτσι, “Αννούλα”. Ποτέ δε μ' είχε πει “Άννα”, ούτε μία φορά. Η καημένη η γιαγιά μου. Πέθανε, είναι λίγος ο καιρός. Θυμάμαι την γκρίζα κορδέλα που στόλιζε μια φωτογραφία της και τον πατέρα μου να χαϊδεύει τα άσπρα της μαλλιά. Κι όμως, ακούω τώρα τη φωνή της. Κλαίει. Από πού έρχεται αυτό το κλάμα; Δεν είναι κανείς εδώ. Το κλάμα σταματάει απότομα. Κοιμόμουν. Τρομάζω, γιατί δεν βρίσκομαι πια στο καθιστικό μας, αλλά σε μία κρύπτη. Αναγνωρίζω ότι είναι κρύπτη κι ας μην έχω ξαναδεί ποτέ μου. Είναι σκοτεινή, γκρίζα και κρύα, και έχει μία πέτρινη σαρκοφάγο στο κέντρο της. Δεν έχω ξαναβρεθεί σε τέτοιο μέρος ποτέ στην πραγματικότητα. Με κάνει να νιώθω άδεια μέσα στο στήθος μου και να ζαλίζομαι. Αυτό με φοβίζει. Στα χέρια μου έχω ακόμη το μαύρο κουτί με τα ασημένια σκαλίσματα. Κρατάω και το δόντι φυλαγμένο στη γροθιά μου. Είμαι ιδρωμένη και κρυώνω, επειδή ο ιδρώτας παγώνει πάνω μου σ' αυτό το καταθλιπτικό μέρος. Θέλω να φύγω, αλλά ξέρω ότι είμαι πολύ μακριά από το σπίτι για να φωνάξω και να με ακούσουν. Πρέπει να προχωρήσω, να βρω τον δρόμο μόνη μου. Παρατηρώ το δωμάτιο και τη σαρκοφάγο. Είναι σφραγισμένη με τσιμέντο. Αυτό, αντί να με κάνει να ανασάνω με ανακούφιση, με γεμίζει απελπισία. Ξέρω ότι πρέπει να την ανοίξω, αλλά δεν μπορώ. Ο τρόπος για να ξεφύγω κρύβεται εκεί μέσα, κι εγώ είμαι κλεισμένη ερμητικά απ' έξω. Αντί για τη σαρκοφάγο, ανοίγω το κουτί που κρατώ. Την ίδια στιγμή, χωρίς να μπορώ να αντισταθώ στην παρόρμηση, κάνω και κάτι άλλο: ξαναβάζω το δόντι-καραμέλα στο στόμα μου. Αυτή τη φορά έχει γεύση και η γεύση του είναι πικρή, γεμίζει το στόμα μου σάλιο, μουδιάζει τη γλώσσα μου μέχρι που δεν τη νιώθω πια. Μέσα στο κουτί υπάρχει κάτι που δεν καταλαβαίνω. Τη μια είναι άμμος -όχι, όχι άμμος, στάχτες- και την αμέσως επόμενη ένας ανθρώπινος σκελετός. Το κουτί είναι μεγάλο, δεν είναι η κοσμηματοθήκη-αντίκα που νόμιζα, είναι ένα φέρετρο και δεν το κρατώ, αλλά στέκομαι από πάνω του μέσα στο κρύο δωμάτιο. Ο σκελετός είναι του παππού μου, γιατί βλέπω καθαρά το πρόσωπό του. Ο παππούς μου πέθανε πριν πολλά χρόνια, όταν ήμουν μικρή, αλλά τον αναγνωρίζω. Είχε αυτό το πρόσωπο. Θα έπρεπε να έχει λιώσει τώρα πια. Φοράει ένα μαύρο κοστούμι, μαύρα παπούτσια, και έχει τα χέρια του σταυρωμένα στο στήθος. Η γιαγιά μου είχε κλάψει πολύ για τον παππού, θυμάμαι. Κάτω από τα κόκκινα μάτια της, το ρυτιδιασμένο και σακουλιασμένο δέρμα είχε μουσκέψει, κι εγώ χωρίς να το θέλω αηδίαζα. Αλλά τότε ήμουν μικρή. Καημένη γιαγιάκα. Το στόμα του παππού μου ανοίγει, αλλά τα μάτια του όχι. Θέλω να δω αν έχει όλα του τα δόντια, αλλά δεν προλαβαίνω, επειδή αρχίζει να μιλάει. Αυτό δεν μου φαίνεται τόσο περίεργο, όσο το τι λέει. Ακούω τη φωνή χωρίς να την ακούω, κι αυτό μου φέρνει πάλι εκείνο το κενό μέσα στο στήθος. Η σιωπηρή φωνή του παππού λέει να πάρω το κεφάλι του και να το πετάξω στον τοίχο. Εγώ, κι ας μου φέρνει φόβο, τον πιστεύω. Πιστεύοντας ότι αυτός είναι ο τρόπος για να ξεφύγω, ότι ο τοίχος θα σπάσει και θα ελευθερωθώ, δεν διστάζω και το κάνω. Παίρνω στα χέρια μου το κεφάλι του, είναι ένα ξερό, άσπρο κρανίο, χωρίς σάρκα πάνω του. Η σάρκα έχει λιώσει πια. Το πετάω με δύναμη στον τοίχο απέναντί μου, αλλά αυτό επιστρέφει. Κατά πάνω μου. Τρομαγμένη, το ξαναχτυπώ να φύγει μακριά μου, αλλά αυτό αναπηδάει σαν μπάλα στον τοίχο και γυρνάει σ' εμένα με ορμή. Αυτό το κάνω πολλή ώρα, αλλά, όσες φορές κι αν το διώχνω, το κρανίο με πλησιάζει με τη φόρα βέλους, και κάθε φορά επιστρέφει μεγαλύτερο, σαν να ενσωματώνει πάνω του ύλη από τον τοίχο. Τα σκοτεινά βαθουλώματα στα μάτια και το ανοιχτό στόμα του με κάνουν να θέλω να φωνάξω, αλλά δεν έχω χρόνο. Πρέπει να συνεχίσω να το αποκρούω, δεν πρέπει να το αφήσω να με αγγίξει, να με καταπιεί, όπως καταπίνει τον τοίχο. Όσο μεγαλώνει, προσθέτει λίγο-λίγο κι άλλα κομμάτια, φτιάχνει λαιμό, φτιάχνει στήθος, κορμό και άκρα, δεν είναι το κρανίο του παππού μου πια, αλλά το ογκώδες, βαρύ σώμα της γιαγιάς μου, το ίδιο αφράτο όπως ήταν όταν ζούσε, όταν μ' έπαιρνε στην αγκαλιά της. Η καημένη η γιαγιά μου. Τότε μύριζε φρεσκοψημένο ψωμί, τώρα βρωμάει σαν μουχλιασμένη πέτρα. Μου χαμογελάει, όμως, κι αυτό μου δίνει κουράγιο. Μου λέει να μην κουραστώ, να συνεχίσω να την πετάω στον τοίχο. Μου λέει ότι είναι ένα παιχνίδι, κι ότι δεν έχω τίποτα να φοβάμαι. Εγώ είμαι μεγάλη πια για παιχνίδια, αλλά δεν της το λέω. Συνεχίζοντας, βλέπω σε λίγο ότι, πράγματι, ο τοίχος διαλύεται με κάθε πρόσκρουση της τεράστιας γιαγιάς πάνω του. Εκείνη χαμογελάει. Ο τοίχος λιώνει σαν παλιά καραμέλα, τρίβεται και εξαφανίζεται από μπροστά μου. Είμαι κάτω από βαρύ σκοτάδι. Τα μάτια μου είναι κλειστά, γι' αυτό καταλαβαίνω ότι μόλις τώρα ξυπνάω. Αυτή τη φορά, στ' αλήθεια. Οι πρώτες μου αισθήσεις με καθησυχάζουν. Δεν κάνει κρύο, ούτε μυρίζει υγρασία, ούτε ακούω καμιά φωνή στο σκοτάδι. Δεν ακούω τίποτα, και κάτω από το ξαπλωμένο σώμα μου νιώθω το μαλακό σεντόνι. Είμαι ξαπλωμένη αναπαυτικά στο κρεβάτι μου. Νιώθω ασφαλής. Ναι, κοιμόμουν. Αλλά, με τα μάτια ακόμη κλειστά, μια γνώριμη αίσθηση αρχίζει να κάνει την επανεμφάνισή της στο μουδιασμένο από τον ύπνο στόμα μου. Κουνάω τη γλώσσα ψαχουλευτά. Είναι ένα δόντι. Όσο ψάχνω, τόσο το νιώθω ξεκάθαρα πια, είναι το δόντι του παππού μου. Πρέπει να το φτύσω, πρέπει να σηκωθώ και να το φτύσω στην παλάμη μου, δεν μπορεί να είναι αλήθεια, γιατί έχω ξυπνήσει. Αυτή τη φορά είναι πολύ τρομακτικό, αυτή τη φορά δεν έχει δουλειά εκεί, γιατί έχω ξυπνήσει! Παλεύω να κινηθώ, αλλά μου είναι δύσκολο. Σαν να είμαι τυλιγμένη σε κουκούλι. Παλεύω να ανοίξω τα μάτια, αλλά μου είναι αδύνατο. Σαν να μην έχουν ανοίξει ποτέ και δεν ξέρουν πώς. Η καρδιά μου χτυπάει σαν... Όχι. Η καρδιά μου θα έπρεπε να χτυπάει σαν τρελή, αλλά στην πραγματικότητα δεν χτυπάει καθόλου. Το στήθος μου δεν ανεβοκατεβαίνει και η ανάσα μου δε σφυρίζει. Όλα είναι ήρεμα, γαλήνια. Μπλε. Ναι, τα πάντα είναι ένα άρρωστο, βρώμικο μπλε. Γιατί το ασπρόμαυρο της παλιάς τηλεόρασης το θυμάμαι τώρα σαν μπλε. Το γκρίζο της κρύπτης, το μαύρο σκοτάδι, όλα, έχουν γίνει μπλε. Και το μόνο άσπρο στην εικόνα είμαι εγώ, ίσια και τεντωμένη μέσα στο κουκούλι μου. Ενώ το σώμα μου αδυνατεί να κινηθεί, δεν είμαι μουδιασμένη. Μπορώ και τα αισθάνομαι όλα, και θα ήθελα να μην το μπορώ, αφού δεν καταφέρνω να τα αλλάξω. Τα αισθάνομαι όλα: τα σταυρωμένα στο στήθος χέρια μου, το μακρύ ένδυμα που με καλύπτει, τα παπούτσια στα πόδια μου. Τα στενά όρια του κρεβατιού μου. Το κρεβάτι που δεν είναι κρεβάτι, αλλά ένα κουτί. Ξέρω ποιο κουτί είναι, είναι εκείνο με την επιγραφή “Στην Αννούλα”. Και δεν μπορώ να φωνάξω να έρθουν να το ανοίξουν, να με σώσουν. Αλλά δεν έχω φόβο. Γιατί, ξέρω πια: κοιμάμαι. Πρέπει να κοιμάμαι. 13 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
jjohn Posted May 12, 2017 Share Posted May 12, 2017 Καλησπέρα Άννα, θα κάνω σεφτέ μ' εσένα Αυτή η ιστορία πώς να το με μπέρδεψε.... Από την μία έχουμε έναν αρκετά καλογραμμένο εφιάλτη. Η γραφή ρέει άβιαστα, είναι όμορφη και γενικά σε τραβάει να συνεχίσεις. Λάτρεψα την φράση για τις φωνές της νύχτας. Από την άλλη, σαν να του λείπει η λεπτομέρεια και το βάθος. Δεν ξέρω μου φαίνονται ότι οι σκηνές τρέχουν κάπως γρήγορα* και πως οι εναλλαγές μεταξύ αυτών χρειάζονται λίγο καλύτερο δέσιμο. Κοινώς, μου φάνηκε αρκετά weird και δεν είμαι ιδιαίτερα φίλος του τόσο αλλόκοτου Επίσης, η σκηνή με την Άννα και το κρανίο μπούμερανγκ του παπού της μου φάνηκε πολύ αστεία . *Το έχω γενικότερα αυτό το θέμα με τον πρωτοπρόσωπο ενεστώτα οπότε ίσως να έχεις κάνει κάτι εσύ στραβά! Αυτά! Καλή επιτυχία! Χάρηκα που ξανασυναντιόμαστε διαγωνιστικά 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted May 12, 2017 Share Posted May 12, 2017 Ανατριχιαστική, αγχωτική ιστορία, που διαβάζεται εύκολα και γρήγορα. Η γραφή πολύ όμορφη, υπάρχουν προτάσεις που μου άρεσαν πάρα πολύ, χαρακτηριστική η “Οι ρυθμικές εισπνοές κι εκπνοές τους σαν να με φωνάζουν “Άν-να”, “Άν-να” που την βρήκα πανέξυπνη. Το ίδιο μου άρεσε και η πρόταση για τις φωνές, που ακολούθησε. Η ιστορία όμως με μπέρδεψε με τις συνεχόμενες μεταβολές από “όνειρο- πραγματικότητα” και δεν μπόρεσα να την ακολουθήσω ακριβώς. Στο τέλος έμεινα με την απορία του τι πραγματικά έγινε. Ήταν όλα όνειρο, παραισθήσεις ή τελευταίες σκέψεις μπερδεμένες με όνειρα κάποιας θαμμένης ενώ έχει νεκροφάνεια; Όταν μου πέρασε από το μυαλό αυτή η σκέψη, ήταν μια στιγμή απόλυτης ανατριχίλας, σημάδι ότι η ιστορία έκανε μια χαρά την δουλειά της, αφού μου προκάλεσε συναισθήματα ακόμα και μετά την αναγνωσή της. Φυσικά αν συμβαίνει κάτι απ`όλα αυτά δεν βλέπω να υπάρχει το “υπερφυσικό” στοιχείο στην ιστορία. Καλή επιτυχία! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cucci Posted May 14, 2017 Share Posted May 14, 2017 (edited) Γεια σου Άννα/Cassandra Gotha/κάτοικε σπηλιάς (μπορώ κι εγώ να αποκτήσω κουλ τίτλο ή είναι πολύ νωρίς; ) Εγώ θα διαφωνήσω με τη δήλωση που έκανες ότι ήταν παλιομοδίτικος τρόμος, αλλά δεν έχω και τίποτα ιδιαίτερες γνώσεις στον τρόμο για να σου πουλήσω Ένταμ Αυθεντίας. Αρχικά συμφωνώ με τον SymphonyX13/Δημήτρη ότι είχες πολύ ωραία ευρήματα: 1) Το δόντι ως ξένο σώμα με έστειλε. Είναι αυτός ο ύπουλος τρόμος της συνειδητοποίησης ότι κάτι φυσικό και σχεδόν κοινό (ακόμα κι αν πατάει στην ευκολία του πρώτου επιπέδου τρόμου, της οριακής σιχασιάς), μετατρέπεται σε αυτό το μυστήριο του τρίτου επιπέδου τρόμου με την υποψία του υπερφυσικού [και θα παραπέμψω στο Danse Macabre του King για τα τρία επίπεδα ή στην απάντηση της elgalla στον disco volante στο θέμα περί τρόμου που τον κάνει quote].2) Οι εισπνοές/εκνποές που λένε το όνομά σου. Πςςς Εκεί παίζεις όμορφα με την αντίληψη/θεώρηση του αναγνώστη και δίνεις εικόνα/ήχο κατευθείαν, μπουμ, με έβαλες μέσα. Πήρες κάτι που [επίσης, οπως και από πάνω] έχουμε ζήσει όλοι, και του έδωσες ένα σατανικό twist. Γενικά δηλαδή έχεις ένα ωραίο λεξιλόγιο/εικονολόγιο τρόμου που φυσικά αντλεί από το παλιομοδίτικο, που λες, και το τιμάει όμορφα. Ωστόσο— Αν πάμε να δούμε την ιστορία με παλιομοδίτικα φίλτρα, το μόνο που βγαίνει ως πρωταρχικό θέμα είναι η κλειστοφοβία, ένας χώρος-ματριόσκα που είναι δωμάτιο, γίνεται διάδρομος, γίνεται σπηλιά, καταλήγει σε φέρετρο και στη φαντασμαγορική, εξαιρετική, spooky πρωτοπρόσωπη "πρέπει να κοιμάμαι" δήλωση. Δε θα πω ότι απέτυχε η ιστορία, αλλά ότι απέτυχα εγώ να βρω συμβολισμό για το δόντι ή για κάτι άλλο πέρα από την κλειστοφοβία που ανέφερα, που κατά μία έννοια είναι σύμβολο που περικλείει τον εαυτό του, σαν κρεμμύδι που αποκαλύπτει στο τέλος τι πραγματικά εννοεί. Ακόμα και το "πρέπει να κοιμάμαι" δε μου δίνει κάτι σίγουρο και δεδομένο για να καταλάβω τι συμβαίνει στην ιστορία, αν και αυτό από μόνο του δεν είναι κακό. Για αυτό θεωρώ ότι η κληρονομιά για την ιστορία, τουλάχιστον με τον τρόπο που την ερμήνευσα εγώ, ήταν απλώς πρόσχημα. Η παλιά τηλεόραση, το κουτί, η σπηλιά, το κουτί που έχει στάχτη, που τελικά είναι ανθρώπινες, αλλά τελικά είναι σκελετός, που είναι κρανίο, αλλά έχει facial features και είναι ο παππούς, και μετά γίνεται η γιαγιά, και τελικά φέρετρο, και τελικά είναι η ηρωίδα αυτή μέσα στο φέρετρο— —κοινώς, μπερδεύτηκα και η μόνη κληρονομιά που κατάλαβα ήταν ότι πιθανώς οι παππούδες του κοριτσιού να έχουν πεθάνει, αλλά τώρα πέθανε και το κορίτσι; Μήπως κατάπιε δόντι στον ύπνο του; Τα λέω όλα αυτά, γιατί θέλω να καταλήξω ότι έκανες συνεχώς shift το perception του αναγνώστη, σχεδόν μας ενέπαιζες, αποκαλύπτοντάς μας συνεχώς μια άλλη πραγματικότητα πιθανώς εξίσου ονειρική που κάποιους μπορεί και να τους ενοχλήσει ή να το θεωρήσουν φτηνό κόλπο, γιατί ο εξωτερικός/πραγματικός χρόνος της ιστορίας επηρεάζεται και επίσης συρρικνώνεται/μηδενίζεται στο επίπεδο φωτογραφίας. Μέσα σε αυτές τις πιρουέτες, δηλαδή, εγώ έχασα [τουλάχιστον] την έννοια της κληρονομιάς. Μου άρεσε αρκετά ως ιστορία, πέρασα καλά, αλλά νομίζω ότι αυτοπεριορίστηκες, κλείστηκες και η ιστορία έμεινε στατική, στο επίπεδο του δυνητικού, που εμένα δε με άφησε να ενθουσιαστώ. Ένα τελευταίο σχόλιο, σχετικό με το θέμα: όπως έγραψα στην elgalla ότι αν έμπαινε ο παππούς της δικής της ιστορίας από την πόρτα και έκανε στους ήρωες ένα "ΤΣΑ; πλάκα σας έκανα!", θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρησιμοποίησε και τα τρία θέματα, πιστεύω ότι και εσύ έπαιξες με τα δύο από τα τρία θέματα. Μάλιστα θα μπορούσε κάποιος να πει, δεδομένου ότι ο πραγματικός χρόνος της ιστορίας συρρικνώνεται και ισούται σχεδόν με μια φωτογραφία (πιθανώς) νεκρού/με νεκροφάνεια/νεκρού με συνείδηση/τελευταίων σκέψεων, ότι σε δεύτερη ανάγνωση της ιστορίας, ουσιαστικά, γράφεις το θέμα με το Σπίτι [καλά, κανείς δε βρήκε να το σχολιάσει αυτό για τον διαγωνισμοκράτορα ότι σας έβαλε τετοιο θέμα για να κάνει διαφήμιση στο βιβλίο του, ξεκάθαρα; ] και ότι έχουμε πρωτοπρόσωπη αφήγηση του στοιχειώματος που επιθεωρεί τους γονείς του μετά τον θάνατό του, σε ένα χώρο που θυμίζει αλλά δεν είναι ο πραγματικός, που μπερδεύονται οι χρόνοι των αναμνήσεών του και... και... Ωστόσο, δε θα πω ότι είσαι εκτός θέματος για να μη χαλάσω την πρώτη ανάγνωση στους επόμενους. Πολλή όμορφη προσπάθεια, πολύ χάρηκα που σε διάβασα! ΥΓ. Θέλεις να ανοίξουμε ένα flame κάπου να αποκτήσω παραπάνω ποστ; Έχω βαρεθεί να γράφω γκιλγκαμέδια και να μην έχω πιάσει καν τα 40 ποστς. Edited May 14, 2017 by Cucci 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted May 14, 2017 Author Share Posted May 14, 2017 Τι να κάνουμε, λέει; Ν' ανοίξουμε flame; Μετά από τόσο ωραίο σχολιασμό που έκανες στο Δόντι; Μανείναιδυνατόν... 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cucci Posted May 14, 2017 Share Posted May 14, 2017 E τότε θα κάνω άλλο ένα ποστ για να στείλω καρδούλες φρεσκοκομμένες και να ευχηθώ καλή επιτυχία!. <3 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted May 14, 2017 Share Posted May 14, 2017 Καλό ξεκίνημα, ενδιαφέρον. Ωραίο γράψιμο, προφορικό, συνεπές με κάτι εξάρσεις που δεν χρειάζονται αλλά ούτε ενοχλούν (ύλη των ονείρων, όρια του ανύπαρκτου, αυστηρή κοσμηματοθήκη). Στην αρχή σου δίνει την εντύπωση πως το πας για φάση έκτης αίσθησης, την οποία διαλύεις γρήγορα. Έτσι η δυνατή ατμόσφαιρα γίνεται ακόμα δυνατότερη και είχα αγωνία να δω τι θα συμβεί. Το τέλος μου ήρθε απότομο κι έμεινα με ερωτήσεις. Διαισθάνομαι πως κατάλαβα τι έγινε, ήταν νεκρή τόση ώρα, βασικά, κάτι τέτοιο, αλλά έχω απορίες. Και για να γίνω κατανοητός, να τι θα ήθελα να καταλάβω: -Γιατί το δόντι του παππού; -Τι έπαιζε με το κουτί της γιαγιάς; -Πώς ξεκίνησε όλο αυτό και γιατί; -Γιατί ακολούθησε αυτή τη διαδικασία, τι σήμαινε η κάθε μία; -Πώς συνέβη αυτό που συνέβη; Αν υπάρχει –υποψιάζομαι πως υπάρχει- κάποια σύνδεση, πρέπει να την κάνεις σαφή. Αν το κάνεις αυτό, θα έχεις ένα πολύ δυνατό διήγημα. Καλή επιτυχία! ΥΓ. Η πρόταση «αυτή τη φορά είναι πολύ τρομακτικό», περιττεύει. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted May 14, 2017 Share Posted May 14, 2017 Πολύ ωραία γραφή, σαν γραφή. Και η ιδέα να ξυπνάς με το δόντι του πεθαμένου παππού στο στόμα, δεν το συζητώ. Και πρωτότυπο, και ανατριχιαστικό, και εφιαλτικό.... Από κει και πέρα....με μπέρδεψες. Τι παίζει με το κουτί, για παράδειγμα. 'Ηταν ένα τέχνασμα, κουτί και δόντι, για να μπει η Άννα στη θέση του παππού; Για να παγιδευτεί στο κουτί με ποιο σκοπό ακριβώς; Και γιατί στη θέση του παππού και όχι της γιαγιάς; Που έχει επίσης πεθάνει και ποιο το νόημα να γυρίσει πίσω ο παππούς και όχι η γιαγιά; Ο ένας χωρίς τον άλλο, δηλαδή. Που όπως κατάλαβα ήταν αγαπημένο ζευγάρι. Αν έγινε και αυτό δηλαδή. Γιατί δεν κατάλαβα τι ακριβώς έγινε. Η γραφή εντελώς αβίαστη ωστόσο, ώριμη, στη λεπτομερειά της εξαιρετική: η ανάσα των γονιών -η Άν-νάσα των γονιών πιο σωστά- το νυχτικό με το δαντελωτό τελείωμα, χιόνια στην τηλεόραση. Πόσον καιρό έχω να ακούσω τη φράση αυτή. Η τηλεόραση κάνει χιονάκια, έλεγε η δική μου γιαγιά (που πέθανε πιο ορθόξοδα από αυτή στο διήγημά σου. Δηλαδή....ναι. Πάντως όλα μου τα δόντια είναι δικά μου.) Με πέταξε στον τοίχο, μπαρδόν, έξω από το κλίμα, αυτό με το κρανίο που γινόταν γιαγιά. Δεν ξέρω πώς σου ήρθε. Δεν είχε καμία σχέση με τα λοιπά. Καμία σχέση με το πνεύμα της ιστορίας, όπως το κατάλαβα εγώ τουλάχιστον. Καμία σχέση με την εξαιρετική ατμόσφαιρα που είχες χτίσει. Θα το ξαναπώ: δεν κατάλαβα το αλισβερίσι έτσι κι αλλιώς. Πέθανε κάποιος για να ζήσει κάποιος άλλος; Πήρε η Άννα τη θέση κάποιου στον τάφο; Η σαρκοφάγος; Η κρύπτη; Και μετά πώς ξαναβρέθηκε στο κρεβάτι της; Ομολογουμένως είναι ονειρική η γραφή, με τη συνεχή και άνευ λογικού ειρμού συρραφή των εικόνων. Επειδή όμως τελικά δεν είναι όνειρο, θα ήθελα να το είχες τεκμηριώσει λίγο καλύτερα. Τι κουτί ήταν αυτό. Πώς και γιατί. Τι ιδιότητες είχε, εννοώ όχι λεπτομερώς όλα, αλλά με κάποιον τρόπο να δίνεται ή να υπονοείται μία εξήγηση. Βασικά αν ζούσε ακόμη η γιαγιά και κάπως διαφαινόταν ότι τα είχε σκαρώσει αυτά για να γυρίσει στη ζωή ο παππούς. Μία προσωπική γνώμη αυτό. Έτσι όπως είναι γραμμένο, έδειχνε σαν να μην υπήρχε ξεκάθαρος σκοπός στην ιστορία. Θα επαναλάβω το πιο σημαντικό από όλα ωστόσο: μου άρεσε πολύ το εύρημα του δοντιού. Ούτε να το έχω ξαναδιαβάσει θυμάμαι, ούτε να έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο. Αρκούντως τρομακτικό, πρωτότυπο, ουάου. Δηλαδή έκανε εκείνο που έπρεπε να κάνει η σκηνή αυτή. Με τρόμαξε. Άννα, συγχαρητήρια και καλή επιτυχία στο διαγωνισμό! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Morfeas Posted May 20, 2017 Share Posted May 20, 2017 Για να θυμηθώ, ποιος δεν μπορούσε μέχρι πρότινος το α πρόσωπο ενεστώτα; Πολύ όμορφη η γραφή σου, ζωντανεύεις εικόνες, απλώς κάπως ασύνδετες νοηματικά σ’ εμένα. Δίνει έντονα την αίσθηση ονείρου –εφιάλτη στην προκειμένη–, ωραία ατμόσφαιρα, αλλά κι εγώ δεν κατάλαβα τι έγινε. Δεν σκέφτηκα καθόλου τα περί νεκροφάνειας, κατάλαβα απλώς ότι κατέληξε εγκλωβισμένη σε ένα κουκούλι (το οποίο είναι αγριευτικό), αλλά έχασα το πώς φτάσαμε εκεί. Κι εγώ δεν ήμουν φαν της εικόνας του παππού-σώμαπουφτιάχνεται-μπαλάκι του στρες. Μια ωραία συλλογή εικόνων, συμβόλων και φράσεων, που όμως θέλει κάτι ακόμη για να γίνει ολοκληρωμένο διήγημα (σαφήνεια, ενδεχομένως). Στα θετικά και η αρχή, που σε γραπώνει αμέσως. Καλή επιτυχία! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted May 22, 2017 Share Posted May 22, 2017 Καλημέρα Άννα, Θα κρατήσω μερικά κοινά σημεία από τους σχολιασμούς των αποπάνω καθώς συμφωνώ. Κι εγώ μπερδεύτηκα αρκετά, έχω διαβάσει την ιστορία τρεις φορές και θεωρώ ότι μετά από ένα σημείο το διήγημα χάνει, όταν δεν γίνεται κατανοητό μετά από τρεις φορές (τουλάχιστον σ' εμένα). Η γνώμη μου είναι ότι ξεκίνησες προς μία κατεύθυνση Α κι ήσουν πολύ πιστή σε αυτό (οι πρώτες δύο παράγραφοι είναι ανατριχιαστικές και σε βάζουν απευθείας στο κλίμα) μετά κάπου άλλαξες γνώμη, πήγες λίγο προς το Β αλλά δεν ξέχασες το Α και στο τέλος έκανες ένα ζιγκ ζαγκ σε Α-Β-Α-Β κτλ. Κοινώς, σαν να μην ήξερες ακριβώς τι ήθελες να πεις, βασίστηκες στο ευρηματικό δόντι το οποίο σε βουτάει κατευθείαν στην ιστορία, αλλά κάπου έχασες τη συνέχεια. Η γραφή είναι καλή πάντως, στο ύφος που μας έχεις συνηθίσει και είμαι σίγουρος οτι το α' πρόσωπο σου ταιριάζει Πολύ καλά σημεία: Η αρχή που δεν ξέρει τι έχει στο στόμα της, η περιγραφή με την τηλεόραση, το Αν-να, η τελευταία φράση αν και δεν ταιριάζει με την εξέλιξη, το σκηνικό που τα βλέπει όλα μπλε. Σημεία που δεν μου έκατσαν: -"Πλασμένη από την ύλη των ονείρων" , σαν φράση δεν μου ταίριαζε να το πει η πρωταγωνίστρια εκεινη τη στιγμή. -"Μου αρέσει αυτό το νυχτικό, έχει δαντελένιες άκρες και η αίσθησή του είναι δροσερή" ενώ είναι ωραία περιγραφή, νιώθω ότι η πρωταγωνίστρια σαν να μην ήξερε ότι το φόραγε πριν πέσει για ύπνο. Σαν να μην ειναι δικό της. Αν αυτό ήθελες να δείξεις, το πέτυχες. - Το σκηνικό με το κεφάλι του παππού και το σώμα της γιαγιάς, δυστυχώς μου έβγαλε γέλιο κι όχι τρόμο. Περνάει στο bizarro κομμάτι αφήγησης και δεν ταιριάζει καθόλου Καταλαβαίνω ίσως τον συμβολισμό που ήθελες να κάνεις, αλλά με πέταξε εκτός. - "Όσο ψάχνω, τόσο το νιώθω ξεκάθαρα πια, είναι το δόντι του παππού μου." πώς ήξερε ότι είναι του παππού της κι όχι της γιαγιάς της; Αφού δεν είδε αν λείπουν δόντια του παππού. Τον κατάλαβε από την υφή του δοντιού; Το βρήκα ευκολία στο να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα. Πιστεύω ότι βιάστηκες ίσως να το ανεβάσεις ενώ με 300-500 λεξούλες ακόμα το συγκεκριμένο θα έλαμπε. Καλή επιτυχία! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted May 23, 2017 Share Posted May 23, 2017 Καλησπέρα! Στην Αννούλα, λοιπόν: Μου άρεσε πάρα πολύ η γραφή σου, δεν σε είχα ξαναδιαβάσει σε τρόμο και πραγματικά σε απόλαυσα. Συνεπέστατη η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, έχει όλον τον σουρρεαλισμό που θα περίμενα από ένα όνειρο, η γλώσσα τραγουδάει και έχεις δύο ευρήματα που πραγματικά βρήκα πολύ έξυπνα και πρωτότυπα. Το πρώτο είναι, βέβαια, το δόντι - κάτι απλό και καθημερινό που αποκτάει εφιαλτικές διαστάσεις, σχεδόν ένιωθα στο στόμα μου την αίσθηση που έχεις παιδί όταν σου κουνιέται το δόντι και βάζεις επίτηδες τη γλώσσα εκεί και το κουνάς μέχρι να βγει (δεν ξέρω αν βγάζει νόημα όπως το έγραψα, ελπίζω να κατάλαβες). Δούλεψε, δηλαδή, πολύ καλά σε μένα και πέτυχε να με αγχώσει. Το δεύτερο είναι ότι η σαρκοφάγος γίνεται διέξοδος αντί για το μέρος από το οποίο περιμένεις να ξεπηδήσει κάτι απειλητικό και τρομακτικό. Την πρώτη φορά που το διάβασα το πέρασα στο έτσι, αλλά τη δεύτερη εντυπωσιάστηκα από το πόσο καλά λειτουργεί αυτό ως προς το ονειρικό κλίμα της ιστορίας. Τώρα, το σημείο με το κεφάλι που κάνει γκελ στον τοίχο σαν τρελομπαλάκι (τα θυμάσαι αυτά;) κι εμένα με έκανε και γέλασα, αλλά το βρίσκω συνεπές προς το όνειρο. Δηλαδή, πώς να στο πω, αν μας πεις μετά το τέλος του διαγωνισμού ότι αυτό ήταν ένα όνειρο που όντως είδες και το περιέγραψες ακριβώς όπως το είδες, θα το πιστέψω απόλυτα γιατί τα όνειρα έχουν αυτήν την τάση να είναι κουλά. Μου άρεσε και το κουκούλι που κατάλαβα πως μάλλον ήταν σάββανο. Ωστόσο, στο τέλος έμεινα με τη χαρά. Δεν κατάλαβα τι συμβαίνει, αν είναι νεκροφάνεια, αν είναι όνειρο κανονικό και πού ακριβώς έγκειται η κληρονομιά (αν, δηλαδή, το κουτί δεν έλεγε πάνω "στην Αννούλα", θα μπορούσαμε να έχουμε την ίδια ακριβώς ιστορία). Θέλω οπωσδήποτε να το πιάσεις και να το διορθώσεις μετά τον διαγωνισμό γιατί θα ήταν πραγματικά κρίμα να μην ασχοληθείς περαιτέρω μαζί του, έχει όλα τα φόντα να γίνει ένα πολύ ανατριχιαστικό διήγημα. Καλή επιτυχία! 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
gr.crex Posted May 24, 2017 Share Posted May 24, 2017 (edited) Γεια σου Άννα. Πρώτα απ'όλα να πω ότι μου αρεσε η ιστορία και νομίζω ότι για τις λέξεις που καταλαμβάνει είναι καλά κατανεμημένη. Επίσης έχει καλό σε γενικές γραμμές ρυθμό και είναι ιδιαίτερα οπτική, όπως (προσωπική άποψη) πρέπει να είναι κάθε ιστορία τρόμου. Αλλά να μερικά σημεία που με ξένισαν λίγο. 1) Η τηλεοραση. Νομίζω ότι ενώ αρχίζει να χτίζεται μια ένταση, η τηλεόραση και το κουτί με τον τρόπο που δίνονται με "πέταξαν" έξω για λίγο. 2) Το κρανίο-τρελομπαλάκι περισσότερο μου έβγαλε γέλιο (όχι ότι είναι απαραίτητα κακό αυτό), παρά αγωνία και πίεση. 3) Χρησιμοποιείς το α' ενικό σε βάρος νομίζω μερικές φορές της δράσης και αυτό γενικά επιβραδύνει. (Πχ "παρατηρώ το τάδε να κάνει κάτι" και όχι "Το τάδε κάνει κάτι") Σε καθε περίπτωση, Καλή Επιτυχία στο διαγωνισμό ! G. Edited May 24, 2017 by gr.crex 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted May 29, 2017 Share Posted May 29, 2017 Καλησπέρα Άννα! Διάβασα το διήγημα σου, μου άρεσε, και μου μετέδωσε ακριβώς αυτή την αίσθηση που έχει κάποιος όταν βλέπει έναν ακαταλαβίστικο εφιάλτη. Βρήκα την γραφή σου μεστή, to the point, και σωστά δομημένη. Παραδέχομαι πως δεν έπιασα ακριβώς τι συνέβη στο τέλος, αλλά έχω την αίσθηση πως αυτό ακριβώς ήταν ο στόχος του διηγήματος, πέρα από το να ψυχαγωγήσει φυσικά. Μια ωραία, καλογραμμένη ιστορία λοιπόν, που ίσως έχανε σε ισχύ αν ήσουν επεξηγηματική. Καλή επιτυχία εύχομαι! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Glokta Posted June 2, 2017 Share Posted June 2, 2017 (edited) Γεια σου Άννα. Πάρα πολύ καλογραμμένος και ενδιαφέρον εφιάλτης. Ιστορία δεν το λες πάντως. Γιατί γίνονται πράγματα χωρίς καμιά εξήγηση, γιατί η πλοκή ίσα-ίσα που υπάρχει. Καλές η μεταφορές, τα κρανία μπούμερανγκ και οι έντονες εικόνες αλλά και το "γιατί" πρέπει να υπάρχει, νομίζω.Πάντως η γραφή σου είναι άξια ζήλιας ! Συγχαρητήρια ! Όσο δεν μου άρεσε το τέλος τόσο πολύ μου άρεσε η αρχή που με τράβηξε να διαβάσω το κείμενο σαν σφηνάκι.Καλή επιτυχία! Edited June 2, 2017 by Glokta Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Popular Post Cassandra Gotha Posted June 3, 2017 Author Popular Post Share Posted June 3, 2017 Παιδιά, έβλεπα τις απαντήσεις σας και δαγκωνόμουν, σας λυπήθηκα! Πολύ μπέρδεμα... Δεν ήθελα να σας τρολλάρω, όμως, μ' αυτή την ιστορία, αλήθεια! Αταλάντη, το βρήκες, είναι πράγματι ένα όνειρό μου, ο χειρότερος εφιάλτης της παιδικής μου ηλικίας. Ήμουν πολύ μικρή, όντως ο παππούς (που δεν τον θυμάμαι καθόλου, μόνο μια βλοσυρή φυσιογνωμία, γιατί δεν παίζει να μου είχε μιλήσει και ποτέ) είχε μόλις πεθάνει, η κακομοίρα η γιαγιά ζούσε όμως όταν το είδα! Και τα πράγματα έγιναν περίπου έτσι... πρόσθεσα κάτι στο τέλος, για να μοιάζει, ας πούμε, με διήγημα. (Πραγματικά έπαιξα βόλεϋ με το κρανίο του παππού - σώμα γιαγιάς. Και πραγματικά ξύπνησα και το Δόντι ήταν εκεί, το ένιωθα ακόμα μέσα στο στόμα μου.) Όταν το έγραφα, έκανα σκέψεις που δεν είχα κάνει ποτέ μου, και μπορείς να πεις ότι ήταν μία μίνι ψυχανάλυση για 'μένα η συγγραφή του. Πάντως, πέρα από τα ψυχαναλυτικά, προφανώς ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα σε κηδεία. Σας ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια. Είναι σαφέστατα, κατάλαβα ακριβώς τι αίσθηση έκανε και τι σύγχιση προκάλεσε αυτό το κείμενο. 10 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Γιώργος77 Posted June 4, 2017 Share Posted June 4, 2017 Η σουρεαλιστική, πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι πολύ καλή, αλλά το φινάλε μου φαίνεται πεζό. Η εγγύτητα του θανάτου είναι κάτι που το περιμέναμε, ίσως παραήταν προφανές. Ένα άλλο τέλος θα άλλαζε την εικόνα μου για το διήγημα. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted June 5, 2017 Author Share Posted June 5, 2017 Η σουρεαλιστική, πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι πολύ καλή, αλλά το φινάλε μου φαίνεται πεζό. Η εγγύτητα του θανάτου είναι κάτι που το περιμέναμε, ίσως παραήταν προφανές. Ένα άλλο τέλος θα άλλαζε την εικόνα μου για το διήγημα. Ναι, ήταν βεβιασμένη προσθήκη, έχεις δίκιο, ούτε εμένα μου αρέσει. Θα πρέπει να βρω άλλο τρόπο να το κλείσω. Ευχαριστώ. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted June 5, 2017 Share Posted June 5, 2017 Πολύ καλογραμμένο, δηλαδή άμεση γλώσσα χωρίς ούτε να παραγίνεται προφορική, ούτε να χαλάει με "εξάρσεις", όπως τις λέει ο Αντώνης. Εγώ αυτές που θεωρεί εξάρσεις ούτε που τις πρόσεξα. Μου αρκεί να μην έχει ατάκες και εξεζητημένες παρομοιώσεις. Και δεν έχει. Συγχαρητήρια που, παρόλο που περιγράφεις εφιάλτη (και δίνεις πετυχημένα την αίσθηση του εφιάλτη), μιλάς για συγκεκριμένα αντικείμενα και δεν αρχίζεις τις αφηρημένες περιγραφές της εντύπωσης που κάνει όλο αυτό στην ηρωίδα - εκεί θα το άφηνα στη μέση. Πολύ πρωτότυπο αυτό με το κρανίο που το πετάς στον τοίχο και μεγαλώνει κάθε φορά που το ξαναπιάνεις. Σε πιστεύω ότι ειναί αληθινό, γιατί το λέει και ο Ξενόπουλος για ένα διήγημα που είχε γράψει βασισμένος σε κάτι που του είχε συμβεί του ίδιου, ότι "έτσι πρωτότυπα βγαίνουν αν τα πάρεις από τη ζωή σου". Επίσης μπράβο που οι πεθαμένοι αυτή τη φορά είναι γέροι, παππούς και γιαγιά, και όχι κάποια νέα γυναίκα, το οποίο νομίζω πως έχει παρασυνηθιστεί αφενός και αφετέρου είναι σαν να υπονοεί πως μόνο ενός νέου ατόμου ο θάνατος είναι τρομαχτικός, ενώ οι γέροι καλά κάνουν και πεθαίνουν. Και άλλα, αλλά να μην ανοίξω αυτό το θέμα εδώ... Και οπωσδήποτε τρομαχτικό το να ξυπνάς από τον έναν εφιάλτη και να συνειδητοποιείς ότι βρίσκεσαι μέσα σε άλλον. Φτάνει αυτό για να είναι τρόμου το διήγημα. Κατά τα άλλα συμφωνώ ότι δεν είναι απολύτως σαφές τι γίνεται στο τέλος και επίσης είναι πολύ μικρό, αλλά αυτά διορθώνονται. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted June 9, 2017 Author Share Posted June 9, 2017 Βλέπω παντού δόντια, ή το βλέπετε κι εσείς; 5 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted June 10, 2017 Share Posted June 10, 2017 Ναι βρε συ. Το βλεπω! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted June 10, 2017 Share Posted June 10, 2017 Μια καλή ιστορία και μπορώ να σε συγχαρώ γιατί αν και δεν με τρόμαξες με ζόρισες πάρα πολύ. Το δόντι ήταν μια οικεία αίσθηση, 4 φορές έχω σπάσει ένα οπότε ξέρω πως είναι να περιφέρεται ένα μέσα στο στόμα! Αλλά αυτό που με ζόρισε περισσότερο ήταν οι κλειστοφοβικές περιγραφές και η αίσθηση του αποπνικτικού περιορισμού. Σαν κλειστοφοβικός σε ένιωσα πολύ καλά. Τώρα ίσως ήθελε λίγο ακόμα για να κλείνει πιο ομαλά αλλά είναι σίγουρο ότι θα το θυμάμαι για καιρό αυτό το διήγημα. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Christos.Antonaros Posted April 28, 2018 Share Posted April 28, 2018 Καλησπέρα Άννα, Τα παρακάτω σχόλια είναι προσωπική μου άποψη και μόνο, πράμα που σημαίνει πως δεν είναι υποχρεωτικά σωστά. Μου άρεσε η ιστορία σου, αν και σε πολλά σημεία της έπρεπε να σταματήσω και να σημειώσω κάποια πράγματα που δεν μου καθόντουσαν καλά στο αναγνωστικό μου μάτι. Για να γίνω πιο σαφής θα χωρίσω την κριτική μου σε αυτά που μου άρεσαν και σε αυτά που με παραξενεύσαν. Τι μου άρεσε: Spoiler Η εισαγωγή σου είναι τρομερά δουλεμένη και την διάβασα 1-2 φορές γιατί μου άρεσε πολύ. Η εμμονή με αυτό που έχει η Άννα στο στόμα της, οι εικασίες για το τι μπορεί να είναι, αλλά και το τι καταλήγει να είναι, ήταν εντυπωσιακά. Το ίδιο εντυπωσιακό ήταν και το πως αλλάζεις εικόνες χρησιμοποιώντας αντικείμενα που κρατά η Άννα, π.χ. το κουτί, η νεκροκεφαλή, ή το δόντι. Τι με παραξένευσε: Spoiler Οι παρομοιώσεις σου είτε είναι εύστοχες και εντυπωσιακές, ή θα είναι άτοπες τελείως. Έπρεπε να σταματήσω και να διαβάσω λίγο παρακάτω, ή μια πρόταση ξανά, για να καταλάβω τι εννοείς. Επίσης, κάποιες παρομοιώσεις δεν ταιριάζουν στον χαρακτήρα της πρωταγωνίστριας που έχεις αναπτύξει στο κείμενο συλλογικά. Το ίδιο παρατήρησα και με ορισμένες φράσεις ή λέξεις που χρησιμοποιεί η πρωταγωνίστρια. Φαίνεται πως σε κάποια σημεία ήθελες απλά να προχωρήσεις προς το τέλος της ιστορίας. Τώρα, το τέλος. Αν και μου άρεσε ο τρόπος που τελειώνεις την ιστορία, ήταν λίγο απότομο. Θα προτιμούσα λίγο παραπάνω "προετοιμασία" και μερικά στοιχεία για την τύχη της πρωταγωνίστριας πριν το "όραμα". Ελπίζω να μην σε πρόσβαλε ή πείραξε η κριτική μου. Να `σαι καλά! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted April 29, 2018 Author Share Posted April 29, 2018 Ευχαριστώ πολύ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.