Popular Post Mournblade Posted September 27, 2017 Popular Post Share Posted September 27, 2017 Όνομα Συγγραφέα: Γρηγόρης Δημακόπουλος Είδος:Φαντασία Βία; Λίγη Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: 3850 (Χωρίς τον τίτλο και τους αστερίσκους) Αυτοτελής; Όχι Σχόλια: Η συμμετοχή μου στον 46ο Διαγωνισμό Σύντομης Ιστορίας, Κατηγορία: Fantasy, με Θέμα «Κατάρα». Διήγημα βασισμένο σ' έναν κόσμο που γεννήθηκε με αφορμή τον περυσινό διαγωνισμό, και που σκοπεύω να αναπτύξω σε κανονικό βιβλίο κάποια στιγμή στο μέλλον. Όσοι επιθυμούν να μάθουν περισσότερα για το background και την κοσμοπλασία, μπορούν να διαβάσουν την ιστορία του φόρουμ "Δυστυχία". Αρχείο: word & pdf (στο τέλος του διηγήματος θα βρείτε τα αρχεία) Ο πρώτος φύλακας. «Σίρα; Είσαι καλά;» Εκείνη δεν απάντησε. Απέμεινε να κοιτά έξω από το δακρυσμένο τζάμι, με σκυμμένο το κεφάλι. Στα δάχτυλα της ένιωθε ακόμη την υγρασία από τις σταγόνες που είχε σκουπίσει· σταγόνες που έπεφταν από το γείσο του παραθύρου και νότιζαν το μάρμαρο της ποδιάς. Έξω η βροχή ακόμα να κοπάσει. Μια αραχνοΰφαντη κουρτίνα μουντού λυκόφωτος κάλυπτε τις ερημιές της ανατολής, μα σιμά στη δύση, ο κυανόχρους ορίζοντας είχε μετατραπεί σ’ ένα ρήγμα ξεφτισμένου φωτός· ένα ρήγμα που αλλοιωνόταν από τις ανταύγειες του δειλινού, μια νουθεσία εφήμερης ανάπαυλας που σηματοδοτούσε την εξοικείωση με την παρηγοριά της νύχτας. Η μέρα χρονοτριβούσε, αρνούνταν να υποχωρήσει στην υποταγή που υποσχόταν το σκοτάδι. Ένα βουβό και θλιβερό τοπίο, στολισμένο από το ράπισμα της πλαγιαστής βροχής, αυτό είχε γίνει η στέρφα πλαγιά και τα αδειανά χωράφια. Το σκιάχτρο έγερνε παραδομένο· είχε νικηθεί ολοσχερώς από το αγέρι. «Τι έπαθες;» Εκείνη δεν γύρισε να τον κοιτάξει. «Δεν είμαι καλά. Νιώθω πως φταίω σε κάτι». Ο Κένσεχ την κοίταξε προβληματισμένος. «Έχεις άσχημο προαίσθημα για κάτι;» «Νιώθω στεναχωρημένη». Για μια στιγμή, δίστασε. «Με κάνει να νιώθω άσχημα. Με πιέζει. Μου λέει συνέχεια δυσάρεστα πράγματα». Το ύφος του Κένσεχ άλλαξε. Θυμωμένος, πήγε να πει κάτι, μα εκείνη τον πρόλαβε: «Τη λυπάμαι όμως. Μην αρχίζεις». Ο άντρας της στένεψε επικριτικά τα μάτια και σηκώθηκε όρθιος. Το βλέμμα του δεν άλλαξε, μα όπως την πλησίασε, την αγκάλιασε σφιχτά από πίσω. Αμέσως η Σίρα ένιωσε το βάρος στο στήθος της να αλαφραίνει. Πάντα είχε αυτή την επιρροή πάνω της, τα δυνατά χέρια του να τυλίγονται προστατευτικά γύρω της, να την κάνουν να νιώθει ακόμη κοριτσάκι. Αναστέναξε και το άσχημο προαίσθημα καταλάγιασε. Παρόλο ταύτα ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί. «Είναι κατατρεγμένοι πρόσφυγες. Τους λυπάμαι. Έχουν το παιδάκι τους τυφλό». Ο Κένσεχ δεν πείστηκε. «Αναζητά μια φίλη. Κάποιον που να νοιαστεί για εκείνη». «Την έπιασα να τριγυρνά έξω από το σπίτι Σίρα. Άκουσε με: κάτι κακό έχει στο μυαλό της». «Θέλει μονάχα έναν άνθρωπο να την ακούει». «Εκμεταλλεύεται τον οίκτο σου. Θέλει ελεημοσύνη. Λεφτά». «Καλά, πόσο αναίσθητος έχεις γίνει; Δεν λυπάσαι το παιδάκι τους;» «Έχω δικό μου παιδί να νοιαστώ. Ούτε εμείς μεγαλώνουμε τη Χάνα μέσα στα πλούτη, και ξέρεις πολύ καλά πως τίποτα δεν μας περισσεύει. Δουλεύω σαν σκυλί και μετά βίας τα βγάζουμε πέρα». Η Σίρα δεν μίλησε. Το άσχημο προαίσθημα αναζωπυρώθηκε από τις τύψεις. Ένιωσε την ανάγκη να κάνει κάτι, να συμφωνήσει μαζί του, να δραστηριοποιηθεί, να δώσει σημασία στο ένστικτο της. Να οχυρωθεί. Δεν έκανε τίποτα όμως· κι αυτό ήταν ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να είχε κάνει. * * * Οι μήνες πέρασαν. Δεν είχαν και τόσο σημασία. Τα κακά που τους βρήκαν τους ανάγκασαν να πουλήσουν το σπίτι και να μείνουν στη τρώγλη που έμενε η Νίνα και η οικογένεια της. Εκείνοι είχαν εξαφανιστεί από προσώπου γης μετά το αναίτιο φονικό. Η Χάνα δεν μπορούσε να πει πως ένιωθε στεναχωρημένη. Ποτέ δεν τους είχε συμπαθήσει. Είχαν μια κακία στο βλέμμα, μια σκληράδα ανησυχητική. «Που είναι η μαμά;» μονολόγησε. «Δεν νιώθω καθόλου καλά σήμερα». Θα είναι πάνω. Θα φροντίζει τον μπαμπά. Παραπατούσε στον σκοτεινό διάδρομο του ισογείου. Καιγόταν απ’ τον πυρετό. Τα χέρια της είχαν ξεφλουδίσει, η δίψα που την βασάνιζε ήταν εφιαλτική. Το χειρότερο απ’ όλα όμως ήταν πως η όραση της είχε θολώσει. Έβλεπε τα πάντα μέσα από ένα βρώμικο γυαλί. Ένιωθε παράξενα σήμερα… αποστασιοποιημένη. Στο όνειρο που την ξύπνησε τα ζώα, οι άνθρωποι, τα έντομα, όλος ο κόσμος, την απέφευγαν σαν να ήταν λεπρή. Μπορούσε να το διαισθανθεί, όπως ακριβώς νιώθει εκείνος που αντιλαμβάνεται πως ο οικοδεσπότης βιάζεται να τον ξεφορτωθεί. Η Χάνα συνοφρυώθηκε κι ένιωσε τα μάτια της να δακρύζουν, πράγμα που έκανε τα δωμάτια να φαντάζουν ακόμη πιο μουντά. Οι αισθήσεις της άρχισαν να παραπαίουν. «Τα χέρια μου! Καίνε..!» Το κορίτσι τρέκλισε και σωριάστηκε άτσαλα στο δάπεδο. «Μαμά! Βοήθεια!» Δεν άκουσε ποτέ το γδούπο της πόρτας, ούτε τα ποδοβολητά στη σκάλα. Βύθιση. Αιφνίδια μεταβολή στον κόσμο. Μαύρο σκοτάδι άρχισε να την τυλίγει. Αναμιγνύονταν άτακτα με το χώρο, όπως το αίμα στο νερό. Ό,τι ήξερε, έπαψε μεμιάς να υπάρχει, μετουσιώθηκε σ’ έναν κόσμο ξένο. Μια αλλοιωμένη εκδοχή της πραγματικότητας μορφώθηκε μπροστά της, μια λανθάνουσα συστοιχία ύπαρξης που βρήκε τρόπο να εισχωρήσει στην αντίληψη της. Τα ένστικτα της άρχισαν να ουρλιάζουν. Εμβρόντητη, άρχισε να κοιτά τριγύρω. Η γη είχε μεταμορφωθεί σε κάτι που παραμόρφωνε τη συμμετρία, που διέκοπτε κάθε φυσική αλληλουχία. Η Χάνα ένιωσε τη διάρθρωση των διαστάσεων να συνθλίβει τα φυσικά όρια που προστάτευαν τη Δημιουργία. Αισθάνθηκε με κάθε λεπτομέρεια την πλέξη των αισθήσεων που θα όριζαν από εδώ και το εξής τη μοίρα της. Κτύποι ακούγονταν. Και βοή. Κάποιος ανάσαινε βαριά. Κάτι απαίσιο αναδυόταν μέσα από τη γη. Μια αποφορά εμετική. Όχι, δεν ήταν πνοή..! Ήταν ο αέρας. Παλλόταν λες κι ήταν ζωντανός. Το κορίτσι άρχισε να τουρτουρίζει. «Θεοί, είναι τόσο παγωμένος!» Που βρίσκομαι; Πως βρέθηκα εδώ; Τι είναι τούτος ο κόσμος; Η Χάνα αντίκρισε τον Σκιώδη Κόσμο να αλληλεπιδρά μαζί της, να νοθεύει την εγγύτητα του χώρου, να συγχωνεύεται μαζί της. Μαύρο χιόνι έπεφτε τριγύρω, τρεμόπαιζε ράθυμα, σκοτεινή φλόγα απαθανατισμένη σε ολόλευκο φόντο. Η ουδετερότητα που στιγμάτιζε την κορυφή του αλλοιωμένου χώρου περιγελούσε καθετί απτό και γήινο, μόλυνε τα χρώματα και την υφή των πάντων, έκανε την ανάμνηση της ζεστασιάς να φαντάζει έννοια φευγαλέα, ιεροπρεπή ευχή για τους αδαείς. Η γη από κάτω είχε γίνει βούρκος. Που πήγε το καλοκαίρι; «Γιατί ο ουρανός είναι τόσο κοντά; Συμπιεσμένος… ραγισμένος;» Τα νέφη και η σκοτεινιά που μάστιζαν το ψεύτικο στερέωμα την έκαναν να αναριγήσει από τον φόβο. Βρισκόταν σε μια ρημαγμένη μαύρη ύπαιθρο, μα το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν πόσο ασφυκτικά ένιωθε. Ο αγέρας – αν ήταν αγέρας αυτός που φυσούσε – αναδεύονταν χαοτικά, αλλοπρόσαλλα, κηλίδωνε το περιβάλλον. Και το βάθος! Τερατώδες..! Ασύμμετρο σε σχέση με τις υπόλοιπες διαστάσεις..! Τη συντάρασσε με το ψεύδος του… και το πόσο αληθινό έμοιαζε. «Ανάσα, να πάρω μια ανάσα. Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό. Ονειρεύομαι. Ακούω τα δέντρα να θροΐζουν, μα αυτά που βλέπω είναι άρρωστα, δεν έχουν φύλλα. Πω πω, δείχνουν τόσο ζωντανά». «Τι είναι καλή μου;!» φώναξε ανήσυχα η Σίρα, καθώς έσπευσε κοντά της. «Τι συμβαίνει;» «Που είσαι μαμά;» «Δεν με βλέπεις;» Η φωνή της ήταν μεγεθυμένη. Η ακοή της, καθ’ έναν αλλόκοτο τρόπο, είχε οξυνθεί. Η Χάνα ένιωσε το άγγιγμα της μάνας της και στιγμιαία πλημμύρισε από ανακούφιση. Ανακούφιση που έδιωξε η ξαφνική σιγή. «Τα μάτια σου. Τι έπαθαν τα μάτια σου;!» Η Σίρα άγγιξε το μέτωπο της. «Ζεματάς ολόκληρη!» Η Χάνα δεν μίλησε. Αντίκριζε τώρα τα ερείπια ενός άλλου κόσμου. Σκιές ίπτανται από πάνω. Ένα μικρό παιδί ήταν θαμμένο στα συντρίμμια. Ένας τυφλός γέρος με μαύρα ράσα πάσχιζε να το απεγκλωβίσει. Πτώση. Μούδιασμα ξανά. Αιματοκύλισμα από μαύρο μύρο. Συντριβή, ομίχλη, που πριν διαλυθεί, άρχισε να υφαίνει σχήματα παράξενα και όγκους υπαρκτούς. «Τώρα είμαι αλλού. Σ’ ακούω, σε νιώθω δίπλα μου, μα κινούμαι… αλλού. Είμαι αλλού μαμά». «Τι λες;» «Είμαι μισή εδώ, μαζί σου, και μισή αλλού. Οι αισθήσεις μου… έχουν εισβάλει σε κάποιον άλλο χώρο». «Που;» ρώτησε διστακτικά εκείνη. «Είμαι σε μια σήραγγα. Χαμένη στα σκοτάδια». Η Σίρα πάγωσε. Το κορίτσι της έλεγε ασυναρτησίες. Δίπλα της, η Χάνα επεξεργαζόταν αμίλητη την κεντρική αρτηρία του μαύρου δρόμου. Κάθε μικρή λεπτομέρεια, τις χαρακιές, τα νέφη της εγκλωβισμένης σκόνης, τα σταυροδρόμια. Βρισκόταν εκεί αληθινά· δεν βίωνε ψευδαισθήσεις. Οι τριγμοί, το μέγεθος και η βαθύτητα της κοκάλινης στοάς την έκαναν να νιώσει τρόμο αληθινό. Ήταν αχανής… ατελείωτη. Ένα αμάγαλμα από συγκεχυμένες, χωνευτές αβύσσους. Που να οδηγούν άραγε; Σε τι βάθη στοιχειωμένα; «Από κάτω…» ψέλλισε το κορίτσι. Άρχισε να ασθμαίνει. Οι σφίξεις της καρδιάς της τάχυναν. «Βλέπω κι άλλους κόσμους! Τον έναν πάνω στον άλλο, όπως όταν κοιτάς τον πυθμένα του νερού. Αναδεύονται. Σκιρτούν. Είναι καμωμένοι από κάτι απτό… κάτι ζωντανό». «Τι λες κορίτσι μου; Δεν βγάζουν νόημα αυτά που λες». Σιγή· η Χάνα κρατούσε την αναπνοή, λες και παρατηρούσε κάτι. Βυθιζόταν ξανά. «Κάτι σεργιανίζει στα σκοτάδια», σιγοψιθύρισε. «Τι;» «Κάτι απαίσιο..! Με βλέπει! Με κυνηγάει! Τρέχω, τρέχω τώρα! Όχι – όχι, δεν τρέχω· αιωρούμαι… κυλώ». Η Σίρα δεν ήξερε τι να πρωτοπεί. «Παραμιλάς. Έχεις παραισθήσεις. Χάνα, κάτι συμβαίνει στα μάτια σου!» «Τώρα είμαι σε μια κρύπτη. Βλέπω νερό που στραφταλίζει. Κάτι πιάνω. Ένα δόρυ. Μαύρο. Είναι τόσο όμορφο, τόσο παράξενο… παραμορφώνει το νερό. Κάτι γράφει πάνω. Τη λέξη… Καταδίκη». Η Χάνα άρχισε να ουρλιάζει σπαρακτικά, γεμάτη οδύνη. «Τι συμβαίνει;!» φώναξε έντρομη η Σίρα. «Μαμά! Κόβομαι στα δυο! Αααααααααχ! Βοήθεια! Σώσε με, δεν θέλω να πεθάνω!» Με χέρια που έτρεμαν, καταπνίγοντας τον λυγμό που της έφρασσε την αναπνοή, η Σίρα πήρε την κόρη της αγκαλιά, φωνάζοντας σε βοήθεια όσο πιο δυνατά μπορούσε. Με τον Κένσεχ σε κωματώδη κατάσταση, δεν υπήρχε κανείς στο σπίτι να τη βοηθήσει. * * * «Λένε πως είσαι η τελευταία μάγισσα που έχει απομείνει», είπε η Σίρα με πρόσωπο χαρακωμένο από την αϋπνία. «Μόνο η Γητεύτρα του αρχαίου λόφου μπορεί να σε βοηθήσει. Έτσι μου έταξαν». Η Έιρι δεν μίλησε. Απέμεινε να κοιτά ανέκφραστη τη συντετριμμένη γυναίκα. «Βοήθησε με, σε παρακαλώ. Έχω τον άντρα μου κατάκοιτο». Τα χείλη της άρχισαν τρέμουν. Οι ώμοι της τραντάζονταν. Τελικά, δεν άντεξε. Απελπισμένη, άρχισε να κλαίει με αναφιλητά. «Το κοριτσάκι μου…» ψέλλισε. «Κάτι έχει. Βοήθησε με. Θα τρελαθώ αν χάσω και δαύτη. Κανείς δεν μπόρεσε να τη βοηθήσει». Αυστηρή, επικριτική σιωπή. Το βλέμμα της γερόντισσας ήταν διαπεραστικό. «Αν και συνήθως η κατάρα είναι επίκληση για επέλευση κακού, κορίτσι», είπε, «από πολλούς θεωρείται δίκαιη ανταπόδοση για την αδικοπραγία. Βλάψατε ποτέ κανέναν;» Η Σίρα κούνησε αρνητικά το κεφάλι, σκουπίζοντας τα δάκρυα. Η Έιρι δεν μίλησε. Άλλωστε, δεν είχε σημασία. Η ζημιά είχε ήδη γίνει. Κοίταξε συμπονετικά το αθώο πλάσμα που είχε πέσει σε αφασία. Ξαφνικά, ένα δυσάρεστο κάψιμο αισθάνθηκε στα χείλη. Βαριανασαίνοντας, πήρε τα χέρια της μικρής στις παλάμες της, κι άνοιξε τα βλέφαρα της. Χάλκινες ήταν οι κόρες των ματιών της, σε άσχημη κατάσταση τα άκρα της. Η καρδιά της βούλιαξε. Αίσθημα φλόγωσης. Ξεφλουδισμένα χέρια. «Εσάς δεν σας ταλαιπωρεί συνηθισμένη κατάρα,» είπε. Η καρδιά της Σίρα σφίχτηκε. «Τι είναι;» «Ανάθεμα. Κατάρα άδικη, γέννημα πυρομαντείας. Πλήττει πρώτα τους προστάτες, έπειτα τους απογόνους. Δεν μπορείς να την εξαλείψεις, ούτε να την ξεριζώσεις, παρά μόνο να την ξεφορτωθείς. Να βαρύνεις άλλους. Είναι σαν αρρώστια. Άπαξ και επωάσει, χάθηκες». Η Σίρα ένιωσε τα μάτια της να βουρκώνουν πάλι. «Τι της κάνει;» «Ξεφτίζει την ψυχή της σε κομμάτια, θραύσματα που προβάλλονται σ’ άλλους κόσμους. Αυτό που βιώνει είναι μια σύγχυση των αισθήσεων που εξαναγκάζει την αντίληψη της να εκδηλώνεται σε εναλλακτικές εκδοχές της πραγματικότητας». Σιγή. «Είναι καταδικασμένη· κάποια στιγμή η ύπαρξη της θα πάψει να έχει αντίκρισμα στο υφαντό της μοίρας. Θα γίνει περιπλανώμενη… ένας παρατηρητής της ύλης. Η ψυχή της θα διχοτομηθεί σε άπειρα κομμάτια, η ζωή θα μοιάζει με συναίσθημα που έχει ατονήσει». Η συντετριμμένη γυναίκα ένιωσε τα χείλη της να τρέμουν. «Όπως τα Στοιχειά…» «Ναι, μόνο που τα Στοιχειά είναι πανίσχυρα ενώ οι Πληγμένοι κατακερματισμένα είδωλα, λησμονημένες ψυχές που στοιχειώνουν τα σκοτάδια». Κάτι πήγε να πει, μα τη διέκοψε η γερόντισσα. «Οι βεβαρημένοι ξεφορτώθηκαν την κατάρα πάνω σας. Σας περιτριγύριζαν σαν αρπακτικά. Ήξεραν πως για να μεταδώσουν το μίασμα έπρεπε να χτίσουν δεσμούς μαζί σας, να ανοίξουν δίοδο στην ψυχή σας». Η Σίρα φαρμακώθηκε. «Πως μας..;» ψέλλισε. Η γερόντισσα χαμογέλασε σφιγμένα. «Με τη συμπόνια, πως αλλιώς. Με δώρα. Με δεσμούς ανθρώπινους. Γεννώντας υποχρεώσεις. Η γνώση της κληροδοτούμενης δυστυχίας, επίσης, έκανε τα πράγματα χειρότερα. Επίσπευσε το μαρτύριο». «Μπορείς να τη βοηθήσεις;» «Έχει πληγεί πολύ. Αν επιχειρήσω οτιδήποτε, το κορίτσι θα γίνει παρανάλωμα πυρός. Θα καεί εκ των έσω και η ψυχή της θα περιπλανιέται στο μεταίχμιο των κόσμων. Πίστεψε με, αυτό είναι ακόμη πιο άγρια τιμωρία απ’ αυτή που την περιμένει». Η Σίρα δεν άντεξε. Χώθηκε στην αγκαλιά της κι άρχιζε να κλαίει βουβά. Για λίγη ώρα δεν μίλησαν. «Δεν θέλω να χάσω το παιδί μου… δεν θέλω». Η Έιρι απέμεινε αμίλητη. Οίκτος είχε πλημμυρίσει την καρδιά της. Καημένο κορίτσι… Το βλέμμα της έπεσε στη Χάνα. Εκτός αν… Το καλοσκέφτηκε για μια στιγμή. Η ψυχή της θα είναι μεγάλο δέλεαρ. Αν κάνω την επίκληση, θα μείνει να την κυνηγήσει. Δεν θα τραπεί σε φυγή. Εδώ και καιρό την απασχολούσε το ζήτημα. Η μεγαλύτερη αποτυχία της ζωής της. Η κατάρα, το δώρο που της έδωσε αυτός που κατοικούσε στο βουνό, ίσως αποτελούσαν χρυσή ευκαιρία για να λήξει το θέμα μια και καλή. Διστακτικά, έσφιξε τα χείλη. «Υπάρχει τρόπος», είπε σιγανά. «Απεγνωσμένος όμως». «Ποιός;» ρώτησε όλο αγωνία η Σίρα. «Οι Συμφορές μπορούν να λύσουν οποιαδήποτε κατάρα». Η Σίρα πάγωσε. Για αρκετές στιγμές δεν μίλησε. «Τι είναι οι Συμφορές;» ρώτησε. Η Έιρι έσφιξε τα χείλη. «Δαίμονες. Παντοδύναμες, εχθρικές οντότητες που ευθύνονται για όλα τα δεινά του ανθρώπου. Καταναλώσουν την αρνητική ενέργεια από τις κατάρες, όπως ρουφά κανείς το δηλητήριο από την πληγή». Η συνομιλήτρια της απέμεινε αμίλητη. Διέκρινε νευρικότητα στο βλέμμα της, καχυποψία. «Κάτι μου λέει πως δεν ήρθες εδώ περιμένοντας εύκολη λύση, κορίτσι. Δεν υπάρχει άλλη ευκαιρία. Θα εκμεταλλευτείς τη συγκυρία ή θα χαθεί». Η Έιρι για μια στιγμή αφαιρέθηκε. Ο νους της ανέτρεξε στο παρελθόν που τη στοίχειωνε είκοσι χρόνια τώρα. Θυμήθηκε τη σφαγή. Το πτώμα της μικρής της αδερφής. Τα αναστατωμένα, έντρομα βλέμματα στο κονκλάβιο των μάγων. Την απελπισία. Το βλέμμα της σκλήρυνε. Έπρεπε να δώσει λύση οριστική, πριν φύγει από τη ζωή. Ο χρόνος της τελείωνε. «Θυμάσαι τον άντρα με το μαύρο σπαθί;» ρώτησε. «Πέρασε κάποτε απ’ μέρη μας. Επάρατο τον φώναζαν. Άφησε δυστυχία που μεταδίδεται ακόμη στον τόπο μας, σαν κληρονομική αρρώστια. Ευθυνόταν για το μακελειό στο Κάαν, αν έχεις ακούσει». «Νόμιζα πως ήταν μύθος». Η ηλικιωμένη κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Είναι αληθινός, πίστεψε με». Σιγή. Αισθανόταν στο πετσί της το δισταγμό της. «Είναι κι αυτός ψυχή βασανισμένη. Έγινε υποχείριο μιας Συμφοράς. Καταδίκασε τη γυναίκα του, άθελα του». Η Σίρα δεν μίλησε, ξανά. «Βοήθησα να τον εξορίσουμε. Έκτοτε ζει στο βουνό, εγκλωβισμένος στην κορυφή, πέρα από το Κεντρί των Ουνένθο και τη Σαρκοφάγο του Ράμενανχ». Το βλέμμα της πλανήθηκε στη Χάνα. «Μέσω αυτού, βρήκε τρόπο η Συμφορά να εισχωρεί στον κόσμο», εξήγησε η γερόντισσα. «Το μαύρο σπαθί δηλητηριάζει το μυαλό του». «Είναι σκλάβος της;» «Είναι ένα κτήνος. Τον χρησιμοποιεί για να τρέφεται από την αρνητική μαγεία, τον πόνο και τη δυστυχία που προκαλεί. Το μαύρο ξίφος είναι το ομοίωμα, η φυσική εκδήλωση της. Χτίζει δύναμη στον πόνο. Αρνητικά συναισθήματα τη θρέφουν. Με τις κατάρες ειδικά, το ξίφος γίνεται πανίσχυρο. Μολύνουν το πνεύμα σαν σκουλήκι, κι όποτε ωριμάσουν, έρχεται να το δρέψει». Η Έιρι γύρισε την πλάτη. «Αυτό που δεν ξέρει ο κόσμος είναι πως η ποινή του λήγει. Είναι μια σοβαρή απειλή που μου τριβελίζει το μυαλό εδώ και πολύ καιρό. Οι Γητευτές έχουν εκλείψει. Μόνο εγώ έχω απομείνει, η τελευταία σφραγίδα. Αν φύγω από τη ζωή, θα ξαμοληθεί ξανά στον κόσμο». «Γιατί δεν τον καταστρέψατε;» «Μόνο οι μονόκεροι μπορούν να εξαλείψουν ολοκληρωτικά τα δίχτυα που υφαίνει μια Συμφορά. Δεν μπορέσαμε παρά να τον περιορίσουμε. Τώρα όμως… τώρα πια κατέχω έναν Όνειδο. Ένα κειμήλιο μυθικό, που μου χάρισε αυτός που ζει στο Όρος Χινάνθ. Κέρας που κάποιος κάποτε ξερίζωσε από τα λείψανα ενός μονόκερου. Θα είναι αρκετό… αν βρω τρόπο να τον παρασύρω ως εδώ». Η Σίρα πάγωσε. Αντιλήφθηκε που το πήγαινε. «Θέλεις να χρησιμοποιήσεις τη Χάνα ως δόλωμα…» «Είναι χρυσή ευκαιρία, κορίτσι. Αναζητά βασανισμένες ψυχές για να ενισχυθεί. Κι όλως τυχαίως, έχουμε μια μαζί μας. Αν τον καλέσω, είμαι σίγουρη, θα ενδώσει στον πειρασμό. Δεν θα αντισταθεί στο πρόσταγμα». Η σιωπή της Σίρα ήταν χαρακτηριστική. «Κι αν αποτύχεις;» «Αν πέσει στα νύχια της, η Συμφορά θα βαλσαμώσει την ψυχή της». Η δυσοίωνη εξήγηση έκανε την καρδιά της να σκιρτήσει από τον φόβο. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. «Πως σκοπεύεις να το κάνεις;» «Με την επίκληση θα άρω τον αποκλεισμό. Ο Όνειδος θα αποδυναμώσει το κακόηθες πνεύμα… θα παραλύσει το κορμί του. Η Συμφορά θα αντισταθεί στη παγίδα: θα επιχειρήσει να ενισχυθεί από την κατάρα». Η γερόντισσα χαμογέλασε ψυχρά. «Θα γίνει μάχη». «Εγώ;» «Θα τον παρασύρεις στον βωμό». Η Σίρα δεν μίλησε. «Αντικριστοί καθρέφτες από οψιδιανό και αχάτη θα τυφλώσουν τον δαίμονα. Το κέρας, τελικά, θα σφραγίσει τον δίαυλο που έχει αναπτύξει με το ξίφος. Το αντίτιμο που θα θυσιάσω θα ενισχύσει κατά πολύ τον ξενιστή, ώστε να μπορεί να της αντιστέκεται δια παντός». Δυσπιστία. Φόβος. «Το ξίφος όμως – η φυσική εκδήλωση της οντότητας – δεν θα χάσει τη στοιχειότητα του. Θα γίνει ισχυρότερο· θα έχει απορροφήσει την κατάρα. Θα είναι ικανό να λυγίζει κάθε φράγμα… όμως αυτή τη φορά θα έχει άλλο αφέντη. Αυτή θα είναι πια μια φωνή στο βάθος». Χαμογέλασε. «Με ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια». «Τι πρέπει να κάνουμε;» «Να παραμείνετε ζωντανές μέχρι το σπαθί απομυζήσει την κατάρα. Η Σκιά ταλανίζεται από ελαττώματα και περιορισμούς της θνητής της φύσης. Η λεπίδα όμως… η λεπίδα δεν πρέπει επουδενί να σας αγγίξει». Δισταγμός, ξανά. «Είναι πολύ επικίνδυνο… Θα μας σφάξει!» «Είναι ο μόνος τρόπος, κορίτσι. Δεν υπάρχει άλλη ευκαιρία». Η Σίρα κατέβασε το κεφάλι. «Σπάσε όλους τους καθρέφτες, βούλωσε τις τρύπες, σφράγισε ακόμη και την πιο μικρή ρωγμή στο σπίτι. Παραμείνετε αθέατες όσο θα ετοιμάζω το ξόρκι. Χρειάζομαι ψυχική εγρήγορση για την αναμέτρηση». Η γυναίκα την κοίταξε αβέβαια. «Στο μεταξύ, θα γυρέψω καθοδήγηση απ’ αυτόν που μένει στο βουνό». Ασυναίσθητα όμως σκέφτηκε: Επιτέλους. Θα εκδικηθείς την αδερφή σου. Θα φύγει το βάρος από το στήθος σου. Θα τον βοηθήσεις να πάει πιο μακριά στη χώρα των αιώνιων πάγων… να ξεπεράσει το φράγμα της απαγορευμένης γης, να τρυπήσει το καταστρεπτικό περιβάλλον της Γης της Μοναξιάς. Να γίνει παράσιτο στη χώρα των σκιών· να σπείρει χάος εκεί που όλα πεθαίνουν. Η εκατοντάχρονη γερόντισσα σηκώθηκε βαρυγκωμώντας. «Αχ, τι το θέλω άλλο τούτο το γέρικο κορμί;» * * * Η ώρα είχε περάσει. Όλα ήταν έτοιμα. Η Σίρα με τη Χάνα περίμεναν στον προθάλαμο της έπαυλης, η Έιρι επάνω, στην αίθουσα με τους καθρέφτες. Ήταν νύχτα. Μια βαθιά νηνεμία απλώθηκε στον κόσμο. Ακόμη και τα νυχτοπούλια είχαν σιγήσει. Οι ώρες κυλούσαν βασανιστικά αργά, η μια μετά την άλλη, γεμίζοντας τη Σίρα με ανυπομονησία. Ξαφνικά όμως, το κορίτσι ξύπνησε· ένα επιφώνημα φόβου ξέφυγε από χείλη της. «Θεοί, τι συμβαίνει εκεί έξω;!» Ο αέρας είχε ξυπνήσει. Το δάσος που στεφάνωνε το λόφο λυσσομανούσε. Τα δέντρα θρόιζαν τόσο δυνατά, σαν σε θαλασσοταραχή. Ρυτιδισμοί απλώθηκαν στα χωράφια της βορινής πλαγιάς. Η ξύλινη θύρα άρχισε να βροντοχτυπάει. Ξαφνικά, το σκοτάδι συσπειρώθηκε γύρω τους, τρεμούλιασε λες και ήταν ζωντανό. Ένα περιτύπωμα σχηματίστηκε στο έρεβος, μια ακαθόριστη παρουσία που διατάρασσε όλες τις αισθήσεις. Οι ξύλινοι τοίχοι γέμισαν υγρασία. Ένα ανυπόφορο ψύχος άρχισε να αναβλύζει από το δάπεδο. Ένας οξύς κνησμός μούδιασε το δέρμα τους. Η επίκληση – έπιασε! Η ατμόσφαιρα άρχισε να μυρίζει άσχημα, μια μεταλλική οσμή γεμάτη βρώμα. Συριγμοί γέμισαν τις παρυφές του δωματίου, κρυμμένα μαύρα φίδια. Η εβένινη λεπίδα διαπέρασε την πόρτα. Σκλήθρες από ξύλο εκσφενδονίστηκαν βίαια στον χώρο. Θεοί! Δεν ήταν απλό ξίφος, ήταν σκοτάδι! Τα πάντα γύρω του έπεσαν σε κατάσταση καταστολής. Καθολική αδράνεια που απομυζούσε κάθε κίνηση, κάθε εκδήλωση στην έκφραση του χρόνου. Ο ήχος της εκρίζωσης, κι έπειτα αυτός της αναρρόφησης, ήταν καθηλωτικός. «Μαμά, τι συμβαίνει;!» ρώτησε η Χάνα τρομοκρατημένη. «Τα πάντα τρελάθηκαν! Το σκοτάδι που βλέπω ρουφάει τα πάντα – κάνει τα μάτια μου να τσούζουν!» «Τρέξε! Στην αίθουσα επάνω! Γρήγορα!» Ο Όνυχας δεν συνέθλιψε απλώς την πόρτα· εκείνη στην κυριολεξία εξερράγη. Η Χάνα ούρλιαξε. «Τι...;!» «Τώρα!» Η μαύρη λεπίδα έσκισε τον βαρύ αέρα σαν δρεπάνι. Απορροφώντας κάθε κίνηση στον χώρο, διέγειρε τη συνοχή του κόσμου, εκδήλωνε τις κρούσεις της με μια ένταση συντριπτική. Το διπλανό δωμάτιο κατεδαφίστηκε, γεμίζοντας την ατμόσφαιρα με σκόνη. Η Σίρα με την κόρη της άρχισαν να τρέχουν ξέφρενα προς την κεντρική σκάλα. Πάλι καλά που ξύπνησε η Χάνα! Ανέβαιναν δυο – δύο τα σκαλιά. Το τέρας που είχε ξαμοληθεί στο κατόπι τους έμοιαζε ασταμάτητο. Σε κάθε αιώρηση του Όνυχα γλύτωναν τον θάνατο την τελευταία δυνατή στιγμή. Σκόνη, παγωνιά, συντρίμμια, ρημαδιό, φιμωμένοι ήχοι – κι έπειτα χαμός. Το κυνηγητό εξελίχθηκε σε αληθινή μάχη με τον χρόνο. Η Σίρα ένιωθε να την έχουν δέσει με αλυσίδες, το ξίφος την έλκυε βίαια προς τα πίσω. Ο φόβος όμως έδωσε φτερά στα πόδια τους· ούτε που κατάλαβε πότε έφτασαν στο βωμό με τους καθρέφτες. Η Έιρι είχε πέσει σε έκσταση· παραληρούσε δυσνόητες εκφράσεις σε μια ξύλινη αρχαϊκή γλώσσα. Η μάνα με την κόρη διέσχισαν το χώρο αλαφιασμένες, και κρύφτηκαν πίσω από την πρισματική στήλη που δέσποζε στο κέντρο. Ξέπνοες, στράφηκαν να αντικρίσουν αυτόν που της κυνηγούσε. Δεν ήταν άνθρωπος. Το δάπεδο βούλιαζε κάτω από τα πόδια του. Δεν είχε πρόσωπο – ή μάλλον είχε – αλλά δεν ήταν ανθρώπινο. Ήταν κάτι που χλεύαζε καθετί οικείο, με χαρακτηριστικά αλλοτριωμένα από το σκοτάδι. Ο αέρας αφήνιασε, πριν ενωθεί με τον ορυμαγδό των παραμορφωμένων ήχων. Η λεπίδα άπλωσε συρμάτινες ραφές στον χώρο. Οι τοίχοι σημαδεύτηκαν, γέμισαν ρωγμές, θυμίζοντας γυάλινο ψηφιδωτό. Ένα ανυπόφορο είδος πίεσης βούλωσε τα αυτιά τους. Τα πάντα παρασύρθηκαν σε αργή κίνηση, χάθηκαν στην ιδιομορφία του παγωμένου χρόνου. Η φωνή της Έιρι μεγεθύνθηκε αφύσικα. Το τρέμουλο, και το δέος που διέκρινε εκεί, γέμισαν με τρόμο τη Σίρα. Η γερόντισσα έδινε μάχη φοβερή. Ένα παρατεταμένο κάψιμο ακούστηκε· κι έπειτα κόκαλα που σπάνε, ένας ήχος ανατριχιαστικός, που προήλθε μέσα από ένα βάθος αδιανόητο, ένα βάθος φοβερό. Η Χάνα άρχισε να σφαδάζει. Μια ανυπόφορη σαπίλα κατέκλυσε την αίθουσα. Η αψύτητα που αισθάνθηκαν αρχικά στα χείλη, απλώθηκε σ’ ολόκληρο το κορμί τους. Η παγίδα έκλεισε. Το δάπεδο στερεοποιήθηκε. Ο Όνειδος έσπασε, σκεπάζοντας με μια απόκοσμη διαπεραστική χροιά τους παγιδευμένους θορύβους. Οι σκιές στα πέρατα της αίθουσας αναρίγησαν και ζάρωσαν, μεταμορφώθηκαν σε μια νοτερή μάζα από μολύβι. Οι καθρέφτες, έχοντας φυλακισμένο τον τελευταίο αντικατοπτρισμό που είχαν δεσμεύσει, ράγισαν. Το σκοτάδι που σκέπαζε τον άντρα ήρθη. Ο Όνυχας ξέφυγε από τα χέρια του και βυθίστηκε με δύναμη στο κορμί της Έιρι. «Όχι..!» Η γερόντισσα έκλεισε τα μάτια, καλωσορίζοντας συμβιβαστικά τον αναγκαίο πόνο. Θα παρατείνω για λίγο το ταξίδι. Αξίζει. Το αντίτιμο που πλήρωσα είναι πολύ φτωχό. Δεν θα αντικρίσω ποτέ τη Κεράτινη Σκάλα με σκυμμένο το κεφάλι. «Έιρι, όχι…» Η γυναίκα σωριάστηκε απαλά στο δάπεδο και ξεψύχησε μ’ έναν αναστεναγμό. Η Σίρα άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Ο άντρας τους κοιτούσε συγχυσμένος. Ο Όνυχας αποχωρίστηκε το θύμα του κι επέστρεψε στα χέρια του μ’ έναν τρόπο μαγικό. Η εβένινη, ανάγλυφη λεπίδα ακτινοβολούσε όλο έξαψη. Η Χάνα ένιωσε τη φυσιολογική της όραση να επιστρέφει. Πριν όμως ο κόσμος ντυθεί ξανά με χρώμα, διέκρινε τη φασματική αύρα που στεκόταν πλάι. Ήταν μια θεσπέσια γυμνή γυναίκα, καμωμένη από λευκή φλόγα. Είχε μια ρώμη στην όψη της δύσκολη να περιγραφεί με λόγια, μια δύναμη συνταρακτική. Η αντανάκλαση της λευκής φλόγας έμοιαζε με κατοπτρισμό που διαγραφόταν ξεκάθαρα μέσα στο σκοτάδι, μια περήφανη, άσπιλη οπτασία που κεντούσε με τόλμη την αοριστία του σκοτεινού χώρου, θυμίζοντας λευκό λύκο. Ήταν δεμένη στη λεπίδα, από έναν ομφάλιο λώρο καμωμένο από πρισματικό φως. Η Έιρι γύρισε να τη κοιτάξει. Το κορίτσι ένιωσε ξεγυμνωμένο. Έτσι είμαστε από κάτω, ξέρεις. Τώρα καταλαβαίνεις γιατί αυτοί που ζούνε στα βάθη θέλουν να μας μοιάσουν. Ο άντρας φάνηκε να την ακούει. «Τι έκανες;» ρώτησε. «Γιατί..;» Έγινα Θυσία. Φύλακας του μαύρου σπαθιού. Σιγή. Εκείνος έσκυψε το κεφάλι. «Δεν σου αξίζω. Δεν έχεις ιδέα τι αίσχη έχω κάνει». Δεν είσαι ο μόνος που τους αγαπημένους του έχουν κλέψει. Οδήγησε μας στο σταυροδρόμι των κόσμων. Θα σε βοηθήσω να υπομείνεις λίγο παραπάνω. Έχεις πια το μέσο για να φτάσεις εκεί που μόνο οι σημαδεμένοι έχουν πάει. Ο άντρας με το μαύρο σπαθί σκυθρώπιασε. «Σ’ ευχαριστώ για τη τιμή. Θα παραμείνω σταθερός. Άγρυπνος. Στο υπόσχομαι». Εκδικήσου το κακό που μας έχουν κάνει. Ο Όνυχας ναρκώθηκε. Η σκόνη καταλάγιασε. Τα πάντα – οι θόρυβοι, το φως, η υφή των τοίχων, τα χρώματα – επέστρεψαν στην πρότερη μορφή τους. Ο Σέθ έσφιξε τα χείλη. «Έιντα. Θα ‘ρθω να σε βρω», είπε. «Θα σε φέρω πίσω». Ο πρώτος φύλακας..doc Ο πρώτος φύλακας..pdf 10 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Morfeas Posted September 28, 2017 Share Posted September 28, 2017 Δεύτερό σου φάντασυ κείμενο που διαβάζω, στον ίδιο κόσμο με τον προηγούμενο, που όχι απλώς βασίστηκες στα όσα είχες ήδη φτιάξει, αλλά επινόησες και καινούρια πράγματα. Αυτή τη φορά οι χαρακτήρες σου μου φάνηκαν πιο γεμάτοι, η πρώτη ενότητα είναι ό,τι καλύτερο έχω διαβάσει από σένα. Υπάρχουν πράγματα που πάλι ασφυκτιούν λόγω χώρου (ο κατάκοιτος πατέρας αργεί να εμφανιστεί ως πληροφορία, εκτός αν έχασα κάτι), αλλά οι διάλογοι είναι λειτουργικότεροι από τα υπόλοιπα διηγήματά σου (Μπορείς και καλύτερα; Σαφώς, η γερόντισσα παραείναι ακριβής στις εξηγήσεις της, σαν να έχει αποστηθίσει το επίσημο θεωρητικό textbook της κοσμοπλασίας σου). Αλλά -κατά φωνή- πάλι τον βασικό ρόλο παίζει η κοσμοπλασία, κάτι που δεν έχει τόσο μεγάλη επίπτωση στους χαρακτήρες, όσο στην πλοκή κατ’ εμέ. Από τη σκηνή με την γερόντισσα και μετά έχασα την μπάλα. Δεν κατάλαβα το σχέδιο, δεν μου έβγαλε νόημα ενώ σταμάτησα την ανάγνωση για να το ξαναδιαβάσω, δεν κατάλαβα τι παίχτηκε με το σπίτι με τους καθρέφτες και με το μαύρο σπαθί, ουσιαστικά δεν κατάλαβα το τέλος (πώς λύθηκαν όλα). Τι έφταιξε; Σίγουρα η γλώσσα που σε σημεία βερμπαλίζει αρκετά (σε άλλα σημεία λυρικός, άλλοτε καθαρευουσιάνος βλ. «ήρθη»), και το να παρουσιάζεις με εξεζητημένες φράσεις πράγματα που είναι ούτως ή άλλως αρκετά αφηρημένα δεν κάνει καλό στο κείμενο. Ίσως να φταίει κι η high fantasy φύση ορισμένων εικόνων προς το τέλος, που μπορεί έτσι κι αλλιώς να μην ήταν του γούστου μου. Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα του διηγήματος, είναι κάτι που κι εσύ ο ίδιος το αναφέρεις, αν κι επειδή δεν το πρόσεξα πριν την ανάγνωση το κατάλαβα με απογοήτευση στο τέλος: Το διήγημα δεν είναι αυτοτελές. Έτσι ως έχει, η τελευταία σκηνή δεν βγάζει νόημα (ποιος είναι ο Σεθ, οέο; Οι αναγνώστες του διαγωνισμού δεν έχουν διαβάσει απαραίτητα τη Δυστυχία σου), γενικά μοιάζει οι υποπλοκές να ξεπηδούνε από το πουθενά και είναι υπερβολικά πολύπλοκο για το μέγεθός του (αν και μάλλον όχι τόσο όσο το πρίκουέλ του). Μπήκες στην παγίδα του κοινού σύμπαντος με την άλλη ιστορία και προσπάθησες να τα συνδυάσεις όλα (τη μοίρα του κοριτσιού, της μάγισσας, του Σεθ), χωρίς να γίνεις αφαιρετικός στις πληροφορίες του κόσμου σου. Δεν αρκούσαν οι Συμφορές, τα Στοιχειά, οι Γητευτές κλπ, έπρεπε να υπάρχουν μονόκεροι και Όνειδοι; Ήταν όλα αυτά απαραίτητα για την ιστορία, δεν μπορούσαν να μείνουν ασαφείς ορισμένες λεπτομέρειες του κόσμου, με τη δικαιολογία της γερόντισσας «γιατί έτσι λειτουργεί η μαγεία»; Δεν με ενθουσιάζει ως λογική, το ομολογώ, αλλά εδώ θα το προτιμούσα. Εν πάση περιπτώσει, πιστεύω ότι τα μπερδέματα οφείλονται σε 2 παράγοντες, που τους συνοψίζω, ελπίζοντας να βοηθήσω σε επόμενα διηγήματα: Όσο όμορφες κι αν είναι μερικές φράσεις, σκότωσέ τες αν δεν είναι απαραίτητες. Για κάθε μία όμορφη φράση που κρατάς εδώ, εγώ θα έκοβα τρεις. Αν δεν θες να τις σκοτώσεις, φυλάκισέ τες σε ένα μπλοκάκι, μπορεί να τις υιοθετήσει κάποιο άλλο διήγημα ή μυθιστόρημα. Δεν χρειάζεται να χωρέσεις όλες σου τις ιδέες για την κοσμοπλασία σε ένα μικρό διήγημα. Δες τι απ’ όλα αυτά είναι απαραίτητο: όχι τι από αυτά θα ενθουσιάσει τους αναγνώστες όπως ενθουσιάζει εσένα. Τι πραγματικά χρειάζεται, τι δίνει βάθος στο περιβάλλον σου, τι σε απομακρύνει από τον στόχο (να πεις μια ιστορία/να περάσεις ένα μήνυμα, έναν προβληματισμό). Κι αυτό το τονίζω, επειδή πιστεύω ότι η ίδια ιστορία, χωρίς καθόλου λεπτομέρειες για τον συγκεκριμένο κόσμο (ιδίως από τη στιγμή που τα περισσότερα στοιχεία τα είχα συναντήσει και στο προηγούμενο) και αξιοποιώντας τα αρχέτυπα/κλισέ της μάγισσας, που θέλει να εκδικηθεί έναν κάποιο (δεν μας νοιάζει ποιον), σώζοντας παράλληλα ένα κοριτσάκι από μια κατάρα, θα λειτουργούσε, κατά τη γνώμη μου, πολύ καλύτερα. Έχεις πολλές δυνατότητες, έχεις την ικανότητα να γράφεις όμορφες κι εντυπωσιακές εικόνες στη φαντασία του αναγνώστη. Απλώς, κατά τη γνώμη μου, θέλει ρέγουλα, σε όλα. Καλή σου επιτυχία! Υ.Γ. Πάλι έγραψα ολόκληρο κατεβατό σε σένα: πιάνει και τα όρια του διαγωνισμού. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
gismofbi Posted September 28, 2017 Share Posted September 28, 2017 Ειχα διαβασει καποτε κατι που εγραψε ο Στεφεν Κινγκ, συμφωνησα απολυτα και απο τοτε το εφαρμοζω οσο μπορω. Ο αναγνωστης οταν πιανει να διαβασει κατι, το κανει για να μαθει μια ενδιαφέρουσα ιστορια. Δεν ειναι φιλολογικος διαγωνισμος για το ποιος εχει το καλυτερο λεξιλογιο και τις πιο περιτεχνες εκφρασεις. Απο τον τροπο γραφης σου φαινεται πως ξερεις πολυ καλα να χειριζεσαι τον λογο αλλα πεφτεις στην παγιδα της υπερβολης. Οι περιγραφες σου ειναι πολυ καλες αλλα τοσο βαριες που ξεχνας τι διαβασες. Επισης μπλεκεις πολλους χαρακτηρες, πολλες ονομασιες, υπεραναλυεις καποια σημεια οπως πχ το manual λυσεως καταρας της μαγισσας και κανεις το κειμενο δυσκολοδιαβαστο και μη κατανοητο. Δοκιμασε να βαλεις λιγο μετρο και λιγο απλοτητα και μολις ανασανει η ιστορια θα κυλαει νερακι και θα εξυπηρετεί το σκοπο της με αψογο τροπο. Συγνωμη αν σε στεναχωρησα ειλικρινα. Καλη επιτυχία στο διαγωνισμο. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted September 28, 2017 Share Posted September 28, 2017 Καλησπέρα Γρηγόρη, "Εκείνη δεν απάντησε. Απέμεινε να κοιτά έξω από το δακρυσμένο τζάμι, με σκυμμένο το κεφάλι. Στα δάχτυλα της ένιωθε ακόμη την υγρασία από τις σταγόνες που είχε σκουπίσει· σταγόνες που έπεφταν από το γείσο του παραθύρου και νότιζαν το μάρμαρο της ποδιάς. Έξω η βροχή ακόμα να κοπάσει. Μια αραχνοΰφαντη κουρτίνα μουντού λυκόφωτος κάλυπτε τις ερημιές της ανατολής, μα σιμά στη δύση, ο κυανόχρους ορίζοντας είχε μετατραπεί σ’ ένα ρήγμα ξεφτισμένου φωτός· ένα ρήγμα που αλλοιωνόταν από τις ανταύγειες του δειλινού, μια νουθεσία εφήμερης ανάπαυλας που σηματοδοτούσε την εξοικείωση με την παρηγοριά της νύχτας. Η μέρα χρονοτριβούσε, αρνούνταν να υποχωρήσει στην υποταγή που υποσχόταν το σκοτάδι. Ένα βουβό και θλιβερό τοπίο, στολισμένο από το ράπισμα της πλαγιαστής βροχής, αυτό είχε γίνει η στέρφα πλαγιά και τα αδειανά χωράφια. Το σκιάχτρο έγερνε παραδομένο· είχε νικηθεί ολοσχερώς από το αγέρι." "Εκείνη δεν απάντησε. Έξω έβρεχε όσο το σκοτάδι άρχισε να καλύπτει το τοπίο" Η πρώτη παράγραφος είναι η δική σου κι έχει 138 λέξεις Η δεύτερη γραμμή είναι δική μου κι έχει 13 λέξεις.Είναι ένα μοτίβο το οποίο έχω παρατηρήσει σε κάθε ιστορία σου που διαβάζω καθώς και σε πολλά σημεία της συγκεκριμένης ιστορίας. Δεν ξέρω πώς το έχεις στο μυαλό σου ή πώς σου αρέσει να το μεταδίδεις, αλλά αν είναι ένα πράγμα να κρατήσεις απ' όλα κι αν σε ενδιαφέρει η γνώμη μου, κράτα αυτό: Ο κόσμος μας είναι απλός. Τόσο απλός, που μπορεί να τον περιγράψει έξοχα ένα 6χρονο παιδί με 2-3 λέξεις. Οι ιστορίες μας, οι χαρακτήρες μας, οι πινελιές μας, η πλοκή μας τον κάνουν λίγο πιο περίπλοκο (κράτα το λίγο), τόσο όσο ώστε να μπορούμε να αφηγηθούμε μία ιστορία που ξεφεύγει από την καθημερινότητα. Ο αναγνώστης, δε θέλει να του δείξεις ότι η βροχή μπορεί να περιγραφεί με 80 διαφορετικές λέξεις. Θέλει να του δείξεις ότι την ώρα που βρέχει, ξετυλίγεται μία ιστορία. Συμβουλή μου, κι επαναλαμβάνω μπορείς να αγνοήσεις ό,τι γράφω καθώς είναι απλά η γνώμη μου και τίποτα άλλο, είναι να διαβάζεις ξανά και ξανά το κείμενό σου. Δεν νομίζω ότι αν κάποιος σου αφηγούταν μία ιστορία και έκανε τόσες υπεραναλύσεις ότι θα σε κρατούσε. Έτσι θέλω να πιστεύω δηλαδή. Το είχες στην Δυστυχία, το είχες στην Ύβρι, το κάνεις κι εδώ. Θες να εντυπωσιάσεις με πράγματα που ο αναγνώστης θα αγνοήσει. Δεν τον νοιάζουν τα κυανόχρωμα νεφελώματα, τον νοιάζουν οι χαρακτήρες σου. Δεν τον ενδιαφέρει η λανθάνουσα συστοιχεία ύπαρξης, τον ενδιαφέρει τι νιώθει το παιδί.Δεν προσπαθώ να στο παίξω υπεράνω ούτε γνώστης, καμία σχέση. Προσπαθώ να σου μεταφέρω για ποιον λόγο δεν μπορώ με τίποτα να συγχρονιστώ με την γραφή σου. Έχεις μία τεράστια φαντασία, έχεις πολύ υλικό στα χέρια σου το οποίο πρέπει να αναπνεύσει. Άστο να αναπνεύσει. Σε 3500 λέξεις δεν γίνονται όλα. Δε θα πω κάτι παραπάνω για την ιστορία σου γιατί δεν την κατάλαβα και δεν κατάφερα, όσο κι αν προσπάθησα, να κρατηθώ πάνω της. Μου ήταν ξένη, μου ήταν απόμακρη, μου ήταν μη - ανθρώπινη. Αν σε όλα τα παραπάνω διαφωνείς, αγνόησε τα και συνέχισε όπως επιθυμείς γιατί στην τελική γράφουμε ό,τι γουστάρουμε κι όπως γουστάρουμε. Απλά εγώ, προσωπικά, δε θα μπορώ να σε ακολουθήσω Όσο πιο ειλικρινά και φιλικά μπορώ, πάντα. Καλή επιτυχία στον διαγωνισμό! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted September 29, 2017 Share Posted September 29, 2017 (edited) Δεν ξέρω πώς να σχολιάσω αυτή την ιστορία. Από τη μια έχει σίγουρα ένα πολύ ενδιαφέρον, πολύ πλούσιο υπόβαθρο κοσμοπλασίας. Από την άλλη, υποφέρει από δυο προβλήματα: 1. Την πνίγει η πολύ φορτωμένη γλώσσα. Να κάνω επίσης την παρατήρηση ότι οι όμορφες και ηχηρές λέξεις χάνουν όταν δεν χρησιμοποιούνται σωστά. Ας πούμε, λες "Η ψυχή της θα διχοτομηθεί σε άπειρα κομμάτια", όμως διχοτομώ σημαίνει κόβω στα δύο, οπότε εδώ η έκφραση γίνεται άκυρη. 2. Γίνεται πάρα πολύ περίπλοκη, σε σημείο που στο τέλος δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει. Θα αφήσω, ωστόσο στην άκρη αυτά τα δυο θέματα, μια που βλέπω ότι τα έχουν αναφέρει και άλλοι και μια που ίσως είναι το προσωπικό σου στυλ (που έχω ξαναδεί) και δεν είναι δουλειά μου να σου υποδείξω στυλ γραφής. Αλλά θα ήθελα να εστιάσω σε ένα πιο βασικό σημείο, που ίσως πρέπει να σκεφτείς, ανεξαρτήτως γλώσσας και κοσμοπλασίας. Η αφήγηση σε μια ιστορία αυτού του μεγέθους είναι καλύτερα να είναι εστιασμένη σε έναν ή το πολύ δυο αφηγητές. Εσύ, ακολουθώντας ένα παλιότερο στυλ αφήγησης, λίγο-πολύ αυτό που λέμε του παντογνώστη αφηγητή, μας περιγράφεις σκέψεις και εικόνες ολονών. Ωστόσο, εδώ υπάρχουν κάποια προβλήματα. Ως αναγνώστες έχουμε μάθει να αντιλαμβανόμαστε τόν κόσμο μέσα από τα μάτια του αφηγητή. Εκεί λοιπόν, όταν διαβάζω πώς βλέπει τον κόσμο η Χάνα, "κλωτσάω". Καταλαβαίνω ότι είναι ένα μικρό παιδί. Δεν είναι δυνατόν ούτε να αντιλαμβάνεται τέτοιες έννοιες (π.χ. Η Χάνα ένιωσε τη διάρθρωση των διαστάσεων να συνθλίβει τα φυσικά όρια που προστάτευαν τη Δημιουργία. Αισθάνθηκε με κάθε λεπτομέρεια την πλέξη των αισθήσεων που θα όριζαν από εδώ και το εξής τη μοίρα της), πολύ δε μάλλον να τις περιγράφει. Αν θέλεις να μας πεις τι συμβαίνει, θα πρέπει να φαίνεται ότι το λες εσύ (ο παντογνώστης αφηγητής), αλλά η Χάνα δεν μπορεί να το αντιλαμβάνεται έτσι. Οι αλλαγές οπτικής, οδηγούν σε ένα νέο πρόβλημα: Ξεκινάμε με τη Σίρα. Με ενδιαφέρει τι συμβαίνει στη Σίρα. Προχωράμε στη Χάνα. ΟΚ, αναγκαστικά με ενδιαφέρει τι κάνει η Χάνα (αν μη τι άλλο, επειδή είναι κόρη της Σίρα). Σε λίγο βλέπουμε και τις σκέψεις της Έιρι. Δεδομένου του μήκους της ιστορίας, δεν προλαβαίνουμε να ταυτιστούμε με την Έιρι. Και στο τέλος εμφανίζεται ο Σεθ (που δεν τον ξέρουμε, τουλάχιστον όχι μέσα σ' αυτή την ιστορία) και θα πάει να βρει την Έιντα (που είναι επίσης άγνωστη). Και τώρα εγώ ποιον να νοιαστώ; Εγώ ακόμα είμαι λίγο κολλημένη στη Σίρα και δεν ξέρω καν αν από το λύσιμο της κατάρας γιατρεύτηκε και ο άντρας της ή όχι. Η λύση σε θέματα ταύτισης, όταν είναι να εμφανιστούν περισσότερα άτομα είναι να έχουμε μια μικρή εικόνα γι' αυτά από πιο νωρίς. Καταλαβαίνω ότι ο χώρος είναι λίγος, αλλά αν περιορίσεις λίγο τις περιγραφές, μια χαρά εξοικονομείς χώρο για να δώσεις λίγο περισσότερη ζωή στους χαρακτήρες. Edited September 29, 2017 by Tiessa 4 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted October 2, 2017 Share Posted October 2, 2017 Συμπαθητικό ξεκίνημα, πίστεψα πως είχα πάρει όλη την πληροφορία που χρειαζόμουν για τη συνέχεια (αν και μου την έφερες στο τέλος). Επίσης έχεις μερικές ιδέες που ξεχωρίζουν, π.χ. η κατάρα της μικρής και πώς την περιγράφει η τύπισσα. Η παράγραφος τώρα που λες για τις αλλαγές είναι λίγο σύντομη και θολή. Στη συνέχεια το πας ωραία, η κατάσταση με το παιδί έχει ενδιαφέρον και χτίζει ένταση. Η ροή πληροφορίας μπορεί να βελτιωθεί. Έχεις σημεία που δείχνεις πως ελέγχεις τι θες να πεις και πότε και το δίνεις με λίγες λέξεις. Σε άλλα σημεία πάλι χρειαζόμουν περισσότερες εξηγήσεις. Αν εξοικονομούσες λέξεις από μερικές περιγραφές θα μπορούσες να είχες δώσει πιο ομαλά την πλοκή σου. Όσον αφορά τις περιγραφές τώρα, αν και αποφεύγω να αναφερθώ σε σχόλια προηγούμενου (για να μη γίνονται οι κριτικές λαϊκό δικαστήριο), εδώ θα κάνω μια εξαίρεση για να πω ότι βρίσκω αυτό που έγραψε ο Ballerond ακριβές –συγκεκριμένα θα ήθελα να στο είχα γράψει εγώ. Δηλαδή, ενώ είναι φανερό πως μπορείς να γράψεις καλά (π.χ. η παρομοίωσή σου με τον οικοδεσπότη μου άρεσε), υπάρχουν φορές που το παρακάνεις. Γενικά νομίζω πως αν περάσεις το κείμενο ένα γερό χέρι οικονομία, τότε η πρόζα σου θα βελτιωθεί. Εκεί που δυσκολεύτηκα ήταν στη μάγισσα. Η ιστορία και η οπτική γωνία της έρχεται δίχως προοικονομία, σε ένα κείμενο που είχε ήδη αρκετούς χαρακτήρες. Και αν ήταν μόνη της ίσως να λειτουργούσε, αλλά εκεί βάζεις ακόμα περισσότερες πληροφορίες κοσμοπλασίας και νέων χαρακτήρων. Γενικά η πλοκή από τη μάγισσα και μετά, μου έκανε για πλοκή μυθιστορήματος και μάλιστα για πρώτο κεφάλαιο. Ωστόσο μετά, αφού έβγαλα άκρη με όσα ειπώθηκαν, η δράση ήταν εντάξει. Το τέλος όμως, ξέφευγε τελείως. Σαν σύνολο ήταν ευχάριστη ιστορία που μου έμοιασε περισσότερο με αρχικό κεφάλαιο βιβλίου. Αν ήθελες να το χρησιμοποιήσεις ως τέτοιο, θα έλεγα πως ακόμα κι έτσι, θέλει περισσότερες λέξεις. 1 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted October 3, 2017 Share Posted October 3, 2017 Απ' ό,τι βλέπω, το σχόλιο που είχα κάνει χάθηκε με το update. Με λίγα λόγια, λοιπόν. Ενδιαφέρουσα η ιστορία σου, με πολλές και ωραίες ιδέες, που ωστόσο δεν προλάβαιναν να αναδειχτούν για τον ίδιο λόγο: ήταν πολλές. Φαίνεται ότι σου αρέσει να δημιουργείς πράγματα για τον κόσμο σου, αλλά μέσα σε ένα διήγημα περιορισμένων λέξεων θα πρέπει να ελέγχεις περισσότερο το πώς τις χρησιμοποιείς. Φυσικά, οι πληθώρα ιδεών θα σου είναι χρήσιμη για το μυθιστόρημα που θες να γράψεις με βάση αυτόν τον κόσμο. Η γλώσσα είναι αρκετά φορτωμένη. Αυτό, ορισμένες φορές, την κάνει κάπως δυσνόητη ενώ δεν χρειάζεται. Πιστεύω ότι αν δοκίμαζες να γράψεις λίγο πιο απλά την ίδια ιστορία, θα ήταν αρκετά καλύτερη από άποψη σαφήνειας. Δεν μπορώ να πω πάντως ότι δεν μου άρεσε. Την διάβασα ευχάριστα και μου κράτησε το ενδιαφέρον. Καλή επιτυχία! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Νίκη Posted October 4, 2017 Share Posted October 4, 2017 Λοιπόν: ως ιστορία ήταν ωραία, αλλά δυστυχώς είχε ορισμένα ελαττώματα που την καθιστούσαν δυσνόητη . Αν ήταν βιβλίο και μπορούσαμε να μάθουμε περισσότερα για τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις των ηρώων θα ήταν καλό, αλλά εξαιτίας της γλώσσας χάνονται οι χαρακτήρες και τα κίνητρά τους και οι αλληλεπιδράσεις τους δεν εξηγούνται πλήρως. Πιο συγκεκριμένα: Spoiler Τι σχέση έχει με την κατάρα και την απελευθέρωσή της η πεθαμένη αδερφή της γριας μάγισσας και αναφέρεται κι αυτής η απελευθέρωση από το-κάτι-σαν-Καθαρτήριο; Αυτό το όραμα που βλέπει η Χάννα πριν συνέλθει είναι η ψυχή της μάγισσας; Ο διάλογος στο τέλος είναι ανάμεσα στον Σεθ; και στην ψυχή της Έιρι; Ποια είναι αυτή η Έιντα στο τέλος του διαλόγου, δεν έχεις χαρακτήρα με αυτό το όνομα πριν. Τι φονικό ήταν αυτό που έγινε στην αρχή από τους ανώνυμους πρόσφυγες και τι σχέση έχει με την κατάρα; Ποια σχέση έχει ο τίτλος με την υπόθεση; Θα συμφωνήσω λοιπόν με τους προηγούμενους σχολιαστές ότι τα πρόσωπα και οι οπτικές γωνίες είναι δυσανάλογα πολλές σε σχέση με την έκταση του κειμένου. Επίσης, υπάρχουν πολλά ονόματα που αναφέρονται ελλειπτικά και δεν μπορεί να αντιστοιχίσει ο αναγνώστης σε ποιο πρόσωπο ή πράγμα αναφέρονται. Spoiler Ας πούμε εγώ στην αρχή νόμισα ότι ο Όνυχας ήταν όνομα προσώπου και μετά κατάλαβα ότι είναι το όνομα του σπαθιού. Ο άντρας με το σπαθί είναι ο Σεθ-Επάρατος, δεν είναι άλλο πρόσωπο ο καθένας, έτσι; Η περιγραφή της κατάρας από τη Χάννα και μ' άρεσε και δε μ' άρεσε. Απ' τη μια, ήταν πολύ ατμοσφαιρική αφήγηση και ήταν πρωτότυπο να μην βλέπουμε απλώς απ' έξω τι κάνει μια κατάρα, αλλά να μας το αφηγείται το ίδιο το πρόσωπο που βασανίζεται απ' αυτή. Απ' την άλλη όμως παραήταν φιλοσοφική η αφήγηση για να δώσει την οπτική γωνία ενός παιδιού και έτσι φάνταζε κάπως ψεύτικο. Παρόλη την φροντισμένη γλώσσα, υπήρχαν δυστυχώς πολλά λαθάκια απροσεξίας. Αυτά από εμένα. Καλή επιτυχία! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted October 4, 2017 Share Posted October 4, 2017 (edited) Φίλε Γρηγόρη, φοβάμαι πως θα συμφωνήσω με τους προλαλήσαντες. Όμορφες ιδέες; Έχεις. Χειρισμό γλώσσας; Μπορείς να τον έχεις με λίγη προσοχή και λίγο συμμάζεμα, καθώς θα παραδεχτώ ότι εκφράσεις όπως έκανε την ανάμνηση της ζεστασιάς να φαντάζει έννοια φευγαλέα, ιεροπρεπή ευχή για τους αδαείς, ή το: μια νουθεσία εφήμερης ανάπαυλας που σηματοδοτούσε την εξοικείωση με την παρηγοριά της νύχτας μου φάνηκαν ανεπιτυχείς. Νουθεσία; Δλδ συμβουλή; Μπερδεύομαι βρε παιδί. Τι εννοείς ακριβώς; Σαν φράσεις μου φάνηκαν υπερβολικές και πολύ φοβάμαι ακατανόητες. Από επιλογή πιστεύω έχεις ένα ύφος βαρύ στις ιστορίες σου. Αυτό μπορεί να είναι ΟΚ διότι ως γνωστόν ο καθένας γράφει όπως θέλει και όπως κρίνει πως εξυπηρετείται καλύτερα η ιδέα του, το θέμα του, το γούστο του. Από κει και ύστερα όμως σκοπός είναι να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε απρόσκοπτα μία ιστορία. Από ένα σημείο και ύστερα δεν έβγαλα νόημα και πιστεύω ότι κοντά στα άλλα φταίει και ο περιορισμός των λέξεων. Εννοώ δηλαδή ότι η ιδέα αυτή που είχες ήταν από μόνη της τόσο περίπλοκη και τόσο απαιτητική στην παρακολούθησή της που δεν χρειαζόταν παραπάνω φόρτωμα. Μία περίπλοκη ιδέα είναι καλύτερα να μην την φορτώνεις υπερβολικά, με εκφρασεις περισπούδαστες, με στολίδια και παιχνίδια λεκτικά, ιδιαίτερα όταν η φόρμα σου είναι φόρμα διηγήματος. Πόσα θα πεις πια; Πόσα θα εξηγήσεις; Άσε να καταλάβουμε τι και πώς και μετά το στολίζεις. Στα γενικότερα της ιστορίας, τώρα. Η ιστορία σου θα μπορούσε μεν αλλά τη χάσαμε κάτω από βάρος των λέξεων. Το έκανες στην Ύβρι, το έκανες στη Δυστυχία. Πολύ φόρτωμα. Γούστο σου βέβαια, προσωπική σου σφραγίδα. Όμως επειδή ξέρω ότι έχεις δυνατότητες θα σου πω ότι αδικείς τον εαυτό σου. Όσον αφορά στις οπτικές γωνίες. Στα διηγήματα δεν μας παίρνει να συναλλάζουμε διαρκώς οπτική γωνία. Ένα μυθιστόρημα σου δίνει το χώρο να το κάνεις και δίνει στον αναγνώστη το χρόνο να το χωνέψει. Σε ένα διήγημα είναι εξαιρετικά δύσκολο. Στα θέματα των ηρώων. Δεν τους συμπόνεσα. Ούτε καν το κοριτσάκι, και όσοι με ξέρουν από δω μέσα γνωρίζουν ότι είναι ψιλοαδύνατο να υπάρχει παιδάκι σε ιστορία/ ταινία/ καρτούν που να υποφέρει και να μην τα μπήξω. Αλλά και το κοριτσάκι ακόμη το έχασα. Κάτω από το βάρος των περιγραφών σου. Θα συμβούλευα λοιπόν να αποφεύγεις το συνωστισμό. Πολλοί ήρωες, πολλά βάσανα, πολύ περίπλοκο, ελάχιστος χώρος. Το καρύκευμα δεν πρέπει να σκεπάζει ολότελα τη γεύση του φαγητού. Καλός ο πιπεράτος μεζές, αλλά το σκέτο πιπέρι σου καίει τη γλώσσα. Να θυμάσαι τι είχε γράψει στο ποίημά του Ένας γέροντας στην ακροποταμιά ο Γιώργος ο Σεφέρης: Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη. Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές που σιγά-σιγά,βουλιάζει και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε από τα μαλάματα το πρόσωπό της κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά. Λιγότερα, Γρηγόρη μου. Λιγότερα. Απλούστερα. Καθαρότερα. Να είσαι καλά και καλή σου επιτυχία. Edited October 4, 2017 by Ιρμάντα 2 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Philip Hart Posted October 5, 2017 Share Posted October 5, 2017 (edited) Χαίρεται κι από εμένα. Προσπάθησα να διαβάσω ένα-δυο σχόλια, από τη μία για να μη με επηρεάσουν αυτά που είπαν οι προλαλήσαντες, από την άλλη για να δω πάνω κάτω πώς να ξεκινήσω. Η αλήθεια είναι ότι σαν διήγημα ήταν περίπλοκο να το διαβάσω, οπότε το αντιμετώπισα σαν ένα τμήμα μιας μεγαλύτερης ιστορίας. Με βοήθησε αρκετά αυτό στο να βγω από ιδέες όπως «ποιος είναι αυτός ο χαρακτήρας, τι σχέση έχει με τον άλλον κ.ο.κ. — ελπίζω να γίνομαι κατανοητός) Αδύναμα σημεία θεωρώ κι εγώ, όπως είπαν και κάποια παιδιά από επάνω, την —ίσως— εξεζητημένη γραφή, που σε ορισμένα σημεία έκανε το κείμενο δυσνόητο, παρόλα αυτά όμως, σε κάποια σημεία μου άρεσε πολύ και έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται «α, αυτό ήταν ωραίο!» Δε θα μείνω σε αυτό άλλο γιατί σχολιάστηκε αρκετα. Ένα πράγμα που θα μπορούσε να διορθωθεί άμεσα (κυρίως γιατί θα το έχεις στο μυαλό σου) είναι ο σωστός χειρισμός των σημείων στίξεων. λ.χ. ...! ή ;! δεν είναι σωστά, οπότε βρίσκοντας τον κατάλληλο οδηγό μπορείς να το διορθώσεις. Τελευταίο (και καταϊδρωμένο αν και του δίνω μεγάλη βαρύτητα όταν διαβάζω κάτι) είναι τα ονόματα. Νιώθω ότι ο κόσμος σου είναι ένας άλλος κόσμος, όχι κόσμος μέσα στον δικό μας, οπότε ονόματα όπως Χάνα και Νίνα δεν μπορώ να τα φανταστώ να συνυπάρχουν με το Σίρα ή το Έιρι. Επίσης, μιας και το θυμήθηκα, θα συμφωνήσω με κάποιον που είπε ότι ο τρόπος ομιλίας/σκέψεις των χαρακτήρων θα ήθελαν λίγη δουλειά ως προς το ύφος τους. π.χ. Εκεί που πήγαινες λίγο με φτιάξεις με αυτά που έλεγε η Είρι η γερόντισσα, τσούπ πετούσε και κάτι εκλεπτυσμένο, ας πούμε, ενώ θα την ήθελα ίσως να μιλάει λίγο πιο... λαϊκά να το πω, ίσως πιο παλιομοδίτικα (άλλωστε είναι, ή ήταν καλύτερα (ζωή σε λόγου μας ) και εκατόν χρονων). Τα πολύ θετικά της ιστορίας ήταν το υπόβαθρο της κοσμογονίας σου. Οι ονομασίες που έδωσες πχ. Συμφορές (μια απλή λέξη που μπορεί να σημαίνει τόσα μυστήρια πράγματα), η Γη της Μοναξιάς, ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί μια κατάρα, ότι δηλαδή πρέπει να «ανοίξουν δίοδο στην ψυχή» για να πιάσει, και αυτό το καταφέρνουν με τη λύπη. Όλα αυτά ήταν λεπτομέρειες που γενικά μου άρεσαν. Η σκηνή της επίκλησης, αν και είχε γρήγορο ρυθμό και το νόημα πηγαινοεχόταν (λόγω γραφής κυρίως) ήταν ατμοσφαιρική και ωραία δοσμένη. Γενικά, πάντως, θα ήθελα να μάθω παραπάνω για αυτον τον κόσμο και την πλοκή του. Γκουντ τζομπ! Edited October 5, 2017 by Philip Hart 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted October 6, 2017 Share Posted October 6, 2017 Γρηγόρη σου έχω γράψει και σε άλλες περιπτώσεις πόσο θαυμάζω την ικανότητα που έχεις στην κοσμοπλασία. Σίγουρα δεν υπάρχει μόνο ο κόσμος των Συμφορών μέσα στο μυαλό σου αλλά και άλλοι που περιμένουν να γεννηθούν από την αστείρευτη φαντασία σου. Το ίδιο μου αρέσει και ο τρόπος γραφής σου, που δείχνει ότι ξέρεις να χειρίζεσαι περίτεχνα τον λόγο αν και συνηθίζεις να τον "στολίζεις" περισσότερο απ`ότι ίσως χρειάζεται. Και αυτή σου η ιστορία με τράβηξε από την αρχή, με αιχμαλώτισε, την απόλαυσα και δεν σταμάτησα παρα μόνο στο τέλος της. Και αυτή σου η ιστορία έχει το ίδιο "πρόβλημα" όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ τουλάχιστον, που έχω συναντήσει και σε άλλες ιστορίες σου. Και αυτό είναι, ( και ξέροντας ότι μιλάω σε κάποιον που το πρώτο του συγγραφικό βήμα είναι μια επική τριλόγία) ότι δεν την αντιμετωπίζεις ακριβώς σαν ενα αυτοτελές short story αλλά σαν μέρος κάτι πολύ μεγαλύτερου. Προσπαθείς να δώσεις στον αναγνώστη τόσες πληροφορίες μέσα σε τόσο μικρό χώρο, που δεν είναι εύκολο να τις "χωνέψει". Και εδώ που τα λέμε, δεν του χρειάζεται κιόλας να τις χωνέψει, αφού δεν διαβάζει ένα μυθιστόρημα που θα πρέπει να μάθει τους κανόνες που διέπουν τον κόσμο του, αλλά ακριβώς μια μικρή ιστορία. Οπότε εγώ στην θέση σου θα φρόντιζα να εστιάσω σε ένα βασικό θέμα, την προσπάθεια π.χ. της Σίρα να σώσει την Χάνα, χωρίς να εξηγήσω με κάθε λεπτομέρεια τα του Σκιώδη Κόσμου, για παράλληλες διαστάσεις κ.λ.π. Δες το σαν ένα μικρό επεισόδιο της βασικής ιστορίας που απλά πρέπει να το εξιστορήσεις χωρίς να έχεις φτιάξει ένα τόσο λεπτομερές υπόβαθρο πρώτα. Εγώ προσωπικά δεν χρειάστηκα κανένα απολύτως υπόβαθρο για να απολαύσω, ενώ κάθε τρίχα μου είχε σηκωθεί όρθια, την σκηνή που η Χάνα προσπαθεί να εξηγήσει στην Σίρα τι βλέπει και τι αισθάνεται. Πραγματικά ανατριχιαστικά υπέροχο σημείο, όπως και η σκηνή της επίθεσης του Επάρατου. Μια ιστορία που με κέρδισε και απόλαυσα, αν και θα μπορούσες να την είχες κάνει πιο"εύπεπτη". Καλη επιτυχία Γρηγόρη. Υ.Γ. Ακόμα και ο τίτλος μας δείχνει τελικά ότι η ιστορία έχει...πολλή συνέχεια. Αφού η Έιρι είναι ο "Πρώτος", πόσοι φύλακες ακόμα υπάρχουν; 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted October 7, 2017 Share Posted October 7, 2017 Θα μπορούσα να κάνω copy-paste τα σχόλια της Tiessa. Είπε ό,τι ήθελα να σου πω. Δυσκολεύτηκα πολύ να παρακολουθήσω το διήγημά σου, λόγω της γλώσσας, που είναι προβληματική. Τα πράγματα χειροτέρεψαν κι άλλο με τις εναλλαγές οπτικής γωνίας. Δεν σου κρύβω ότι, τελικά, δεν κατάλαβα τι έγινε. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Steel Guardian Posted October 8, 2017 Share Posted October 8, 2017 Η αλήθεια είναι ότι, δυστυχώς, την ιστορία δεν την πολυκατάλαβα. Η βασική ιδέα ή ό,τι κατάλαβα από αυτή παρουσίαζε ενδιαφέρον. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας πολύ καλοδουλεμένος και ξεχωριστός κόσμος πίσω από την ιστορία σου. Βομβαρδίζεις όμως τον αναγνώστη με πάρα πολλές πληροφορίες, που δεν μπορεί να τις αφομοιώσει και να τις καταλάβει σε μία τόσο σύντομη ιστορία. Είναι φανερό ότι είσαι σε θέση να χειριστείς πολύ καλά τον γραπτό λόγο, αλλά νομίζω πως η γλώσσα που χρησιμοποιείς είναι υπερβολικά φορτωμένη και βαριά, κάτι που δεν βοηθάει καθόλου το ήδη δυσνόητο κείμενο. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει μεγάλο περιθώριο για την ανάπτυξη των χαρακτήρων και τελικά δεν ενδιαφέρθηκα καθόλου για κανέναν από αυτούς. Καλή επιτυχία. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
jjohn Posted October 14, 2017 Share Posted October 14, 2017 Καλησπέρα Γρηγόρη, Σε γενικές γραμμές με έχουν καλυψει οι υπόλοιποι και δεν έχω να προσθέσω κάτι παραπάνω. Τα σφάλματα της εν λόγω ιστορίας είναι τα ίδια σφάλματα στις δύο προηγούμενες ιστορίες σου. Πολλή πληροφορία(πολλή όμως) και μία αποστασιοποιημένη γραφή. Σαν πλοκή είναι καλή και μπορώ να πω ότι την διάβασα με ενδιαφέρον. αλλά υποφέρει αρκετά από ένα στυλ γραφής που περισσότερο δυσκολεύει παρά ευκολύνει την ανάγνωση. Υπάρχουν δύο ειδών γραπτές ιστορίες. Αυτές που τις διαβάζω και τις φαντάζομαι στο μυαλό μου. και οι άλλες που τις διαβάζω και φαντάζομαι να παίζουν σε μία τηλεόραση στο μυαλό μου γιατί είναι αρκετά αποστασιοποιημένες, περπλόκες και εν πάση περιπτώσει κάτι τις εμποδίζει από το να τις νιώθω εντελώς 'δικές μου' και να έλθω κοντά τους. Μάντεψε σε ποια κατηγορία ανήκει η ιστορία σου ;) Ελπίζω στον επόμενο διαγωνισμό που θα συμμετάσχεις να δοκιμάσεις τον εαυτό σου σε μία πιο απλή ιδέα με πιο απλό τρόπο γραφής. Και αυτό μία μορφή άσκησης είναι. Θα επωφελήθιες κι εσύ ο ίδιος πολύ περισσότερο απ' αυτή την διαδικασία και πιθανότατα θα πάρεις και μία καλύτερη θέση στον διαγωνισμό Αυτά! Καλή επιτυχία! Υ.Γ Μέχρι να έρθει ο επόμενος διαγωνισμός, θα ήταν καλό να δοκιμάσεις εαυτόν και σε ένα FFL(άπαξ και τον διοργανώσει κανείς...). Εκεί έχουμε κάνα διωράκι(παίζει και λιγότερο) να γράψουμε μία ολοκληρωμένη ιστορία. Θέλωντας και μη, θα αναγκαστείς να εγκαταλείψεις την πολυπλοκότητα! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Disco_Volante Posted October 15, 2017 Share Posted October 15, 2017 Γρηγόρη καλησπέρα κι από εμένα! Πολλές οι υποχρεώσεις και ομολογουμένως άργησα να σχολιάσω την ιστορία σου. Έχοντας διαβάσει και το προηγούμενο έργο σου (τη Δυστυχία) μπορώ να πω ότι και τα δύο μαζί έδεσαν πολύ σωστά, δημιουργώντας μια καλή βάση πάνω στην οποία μπορείς να αναπτύξεις όχι ένα μυθιστόρημα αλλά ακόμα και μια σειρά βιβλίων. Όπως έχω πει και άλλη φορά θαυμάζω πραγματικά εκείνους που μπορούν να δημιουργούν ωραίους επιθετικούς προσδιορισμούς στο λόγο τους, και σίγουρα είσαι ένας από αυτούς. Βέβαια σε κάποια σημεία ίσως η ποσόστωσή τους να είναι κάπως υψηλή, αλλά αυτό επαφίεται στα γούστα και στον τρόπο γραφής του συγγραφέα. Η πλοκή στην ιστορία σου είναι ενδιαφέρουσα, ενώ οι πληροφορίες που δίνεις κρατούν συνεχώς σε επαγρύπνηση τον αναγνώστη. Εν ολίγοις, η φαντασία σου οργίασε πάλι και αυτό μόνο ως θετικό μπορώ να το εκλάβω! Αν με ρωτήσεις αν βρήκα κάποιο αρνητικό στοιχείο η απάντησή μου θα είναι καθαρά υποκειμενική. Πιο συγκεκριμένα, ως αναγνώστης εντόπισα δύο θέματα: (α) ο ρυθμός και (β) η ευθύτητα της ιστορίας. Προσωπικά, και το τονίζω αυτό, θα προτιμούσα η ιστορία να εξελισσόταν λίγο πιο γρήγορα και επίσης τα νοήματα να είναι πιο καθαρά. Ως αναγνώστης αλλά και ως συγγραφέας προτιμώ τις straight-forward ιστορίες του τύπου 1 + 1 = 2, στις οποίες έχεις καταλάβει τα πάντα με την πρώτη ανάγνωση. Στη γενική εικόνα οι εντυπώσεις μου είναι αρκετά θετικές. Επομένως συνέχισε τα εξερευνείς τα όρια της φαντασία σου (όσον αφορά στην πλοκή των ιστοριών), έχοντας όμως στο νου σου ότι (4 + sqrt{9} – 6/2)/2! κάνει 2 αλλά σίγουρα υπάρχει και πιο απλός τρόπος να φτάσεις στο ίδιο αποτέλεσμα! Καλή επιτυχία! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted October 18, 2017 Share Posted October 18, 2017 Καλησπέρα, Γρηγόρη. Spoiler Έχεις μια φράση κάπου μέσα στο κείμενο, που – κατά σατανική σύμπτωση – περιγράφει ακριβώς αυτό το οποίο συνέβη εδώ: «δυσνόητες εκφράσεις σε μια ξύλινη αρχαϊκή γλώσσα». Κάποιοι θα σου πουν πως αυτό είναι θέμα ύφους και, κατά συνέπεια, θέμα προτίμησης. Δεν είναι. Έχεις ολόκληρες εκφράσεις και προτάσεις μέσα στο κείμενό σου που δεν βγάζουν απολύτως κανένα νόημα. Δεν είναι απλώς δυσνόητες μεταφορές, κυριολεκτικά δεν σημαίνουν τίποτα. Τι πάει να πει «αιματοκύλισμα από μαύρο μύρο» ή «λανθάνουσα συστοιχία ύπαρξης»; Και δεν είναι μόνο αυτά τα δύο, είναι πάρα πολλά μέσα στο διήγημα. Πάσχεις από σύνδρομο κακομεταφρασμένου Λάβκραφτ και Κλαρκ Άστον Σμιθ, χρησιμοποιείς μεγάλες και εντυπωσιακές λέξεις που δεν κολλάνε πάντα μεταξύ τους ούτε είναι πάντα καλοσυνταγμένες (η Βάσω, παραπάνω, σου επεσήμανε ένα παράδειγμα), αλλά αυτό δεν αρκεί για να τραβήξει την προσοχή από τα σημεία εκείνα στα οποία η ιστορία σου πάσχει: δηλαδή τους χαρακτήρες και τους διαλόγους. Η Χάνα δεν μιλάει και δεν σκέφτεται σαν κορίτσι της ηλικίας της. Κανένας χαρακτήρας δεν είναι διακριτός, κανένας χαρακτήρας δεν μας ενδιαφέρει. Βασίζεσαι στο γεγονός ότι θα μας νοιάξει η Χάνα γιατί είναι παιδί και οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μια ευαισθησία όσον αφορά τα παιδιά. Βασίζεσαι στο γεγονός ότι η Σίρα θα μας νοιάξει γιατί έχει άντρα κατάκοιτο και καταραμένο παιδί κι αυτό σαν κατάσταση θα έπρεπε να μας προκαλέσει συμπόνια. Κεφαλαιοποιείς λέξεις κατά την παράδοση του κλασικού φάνταζι και βασίζεσαι στο ότι αυτό θα μας ψαρώσει γιατί υπονοεί κάποια μεγάλη και τρανή κοσμοπλασία. Πετάς και το Stormbringer μέσα και βασίζεσαι στο ότι, αν τίποτε από τα υπόλοιπα δεν πιάσει, τουλάχιστον θα πιάσουμε το κλείσιμο του ματιού στον Μούρκοκ και θα νοσταλγήσουμε αυτό το παλιό, κλασικό φάνταζι που τόσο θαυμάζεις. Μόνο που, στο τέλος, τίποτε από όλα αυτά δεν πιάνει και τίποτε από όλα αυτά δεν μας ενδιαφέρει γιατί εσένα τον ίδιο δεν σε ενδιαφέρουν οι χαρακτήρες σου. Σε ενδιαφέρει η επικούρα και δεν καταλαβαίνεις ότι ο Έλρικ, ας πούμε, είναι τόσο αγαπημένος χαρακτήρας γιατί τα βάσανά του τα έχουμε νιώσει στο πετσί μας ή ότι αυτό που μας πορώνει στις μάχες του LotR είναι ότι χαρακτήρες που μας νοιάζουν πάνε στον θάνατό τους έχοντας πλήρη επίγνωση. Η τραγωδία, Γρηγόρη, είναι "μίμηση πράξης σημαντικής και ολοκληρωμένης, η οποία έχει κάποια διάρκεια, με λόγο ποιητικό, τα μέρη της οποίας διαφέρουν στη φόρμα τους, που παριστάνεται ενεργά και δεν απαγγέλλεται, η οποία προκαλώντας τη συμπάθεια και το φόβο του θεατή τον αποκαθάρει από παρόμοια ψυχικά συναισθήματα". Κι εσύ πας να μου φτιάξεις τραγωδία χωρίς χαρακτήρες να με νοιάξουν ή να φοβηθώ για την τύχη τους. Αυτό το οποίο πραγματικά με στεναχωρεί, όμως, είναι ότι από τον πρώτο σου διαγωνισμό ως τώρα δεν έχεις καν προσπαθήσει να αλλάξεις το παραμικρό – αντίθετα, σε κάθε σου συμμετοχή κάνεις περισσότερα και όχι λιγότερα απ’ αυτά που σου επισημάνθηκαν ως αρνητικά. Ακόμη κι αν έχεις καταλήξει ότι έτσι θέλεις να γράφεις, δοκίμασε, απλώς δοκίμασε, κάτι διαφορετικό και δες πώς θα πάει και τι σχόλια θα λάβεις. Όσο κάνεις τα ίδια πράγματα, δεν θα ακούς τίποτα καινούριο – αυτό είναι δεδομένο. Καλή επιτυχία! 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted October 18, 2017 Share Posted October 18, 2017 Η ιστορία μου άρεσε, ήταν μια ωραία επινόηση αν και κάποες εξηγήσεις ακόμα δεν θα έβλαπταν. Το φορμάτ ήταν λίγο περίεργο αλλά υποθέτω ότι γι' αυτό φταίει το πως την μετέφερε το φόρουμ από το δικό σου έγγραφο. Η μόνη μου παρατήρηση, και όχι μόνο δική μου όπως είδα, είναι το βαρύ φόρτωμα της γλώσσας, είναι ωραία και ποιητική αλλά σε μερικά σημεία νομίζω ότι θα εξυπηρετούσε καλύτερα να ήταν πιο απλή. Καλή επιτυχία. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 19, 2017 Author Share Posted October 19, 2017 Θέλω να ευχαριστήσω θερμά () όλα τα παιδιά που διάβασαν την ιστορία μου, και να επισημάνω πως σύντομα σκοπεύω να απαντήσω σε όλα τα σχόλια (μόλις το επιτρέψουν οι επαγγελματικές μου υποχρεώσεις). Θέλω επίσης να τονίσω πως, ασχέτως προτιμήσεων (ή διάστασης απόψεων), αφουγκράζομαι με προσοχή το feedback της κοινότητας, φιλτράρω τις πληροφορίες που μου παρέχονται και γενικώς θεωρώ εξαιρετικά χρήσιμη την όλη διαδικασία. Ευχαριστώ για τον χρόνο σας, το εκτιμώ πραγματικά! 5 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 20, 2017 Author Share Posted October 20, 2017 (edited) Λοιπόν, εξοικονόμησα λίγο χρόνο, και αποφάσισα αρχικά, προτού απαντήσω προσωπικά στα σχόλια σας, να παραθέσω τη γενική πλοκή έτσι όπως τη συνέλαβα στο μυαλό μου, έτσι ώστε να λυθούν οι όποιες απορίες παρουσιάστηκαν κατά την ανάγνωση του διηγήματος. Να θυμήσω εδώ πως (σκοπεύω) να μετατραπεί κάποια στιγμή σε βιβλίο, οπότε, όπως αντιλαμβάνεστε υπάρχει αρκετή πληροφορία για την κοσμοπλασία που ακόμη και σήμερα χτίζω: Spoiler Ο Σεθ καταλαμβάνεται από τη Συμφορά Δυστυχία, στο τέλος του αντίστοιχου διηγήματος, αφού πρώτα έχει προκαλέσει άθελα του την καταδίκη της γυναίκας του (Έιντα). Η ψυχή της βαλσαμώνεται και φυλάσσεται ως τρόπαιο στον Σκιώδη Κόσμο. Οι γηραιοί ονόμαζαν Σκιές όλους τους δαιμονισμένους. Ο Σεθ, υποχείριο της Συμφοράς πια, γίνεται μάστιγα. Προκαλεί τρόμο και μαζικά φονικά, αίσχη, (Ένας λύκος που βαδίζει στο σκοτάδι, το σκέφτομαι ως τίτλο – τι λέτε;) εωσότου το Κονκλάβιο των Γητευτών αποφασίσει να τον αντιμετωπίσει. Η αδερφή της Έιρι σκοτώνεται από τον Σεθ, στο χωριό Κάαν. Οι λιγοστοί κάτοικοι που επιζούν ονομάζουν τον εχθρό Επάρατο. Εκεί η Έιρι μαθαίνει πως η Συμφορά είναι δεμένη με το ξίφος του Σεθ, τον Όνυχα. Είναι η φυσική εκδήλωση της, δεν έχει άλλον τρόπο ώστε να αλληλεπιδράσει άμεσα με τον κόσμο. Η Συμφορά τρέφεται από τη δυστυχία που προκαλεί. (ο Όνυχας σκοτώνει, η οντότητα δυναμώνει από τον πόνο και τη θλίψη των ανθρώπων που επιβιώνουν). Αν σκεφτεί κανείς πως μια κατάρα αποτελεί την επιτομή της ανθρώπινης δυστυχίας, - κάτι που προκαλεί και συλλέγει μιζέρια - είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς πως απομυζώντας την αρνητική ενέργεια της, η Συμφορά ενισχύεται κατά πολύ. Οι Γητευτές καταφέρνουν να φυλακίσουν τον Σεθ. Η Έιρι συνδράμει στην επιχείρηση: γίνεται η τελευταία σφραγίδα. Δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν οριστικά την απειλή. Απλά αναβάλλουν τον κίνδυνο μέχρι να χαθούν όλες οι σφραγίδες. Τα χρόνια περνούν. Η Νίνα γνωρίζει την Σίρα. Μεταδίδει την κατάρα στην άτυχη οικογένεια. Το μίασμα κυοφορείται μέσα στον Κένσεχ, η κατάρα γεννιέται, και η 17χρονη Χάνα προσβάλλεται. Η κατάρα διχάζει την ψυχή, και κατά συνέπεια τις βασικές αισθήσεις του θύματος. Κοινώς: η Χάνα βλέπει και ακούει πράγματα που συμβαίνουν σε άλλους κόσμους με έναν καθολικό, συνταρακτικό τρόπο, χωρίς να έχει φύγει από το σώμα της. Λαμβάνει διαδοχικά ερεθίσματα από άλλους κόσμους με λίγα λόγια, που αποσυντονίζουν ολοσχερώς την αντίληψη της. Από τη δυστυχία που προκαλεί, και με την πάροδο του χρόνου, τα συμπτώματα χειροτερεύουν. Η Σίρα αναζητά βοήθεια από την τελευταία Γητεύτρα, την Έιρι. Η Έιρι θέλει να πάρει εκδίκηση για τον θάνατο της αδερφής της και να λήξει μια και καλή το θέμα με τον Σεθ. Έχει πια τα μέσα να τα καταφέρει (το μυθικό κειμήλιο Όνειδος), αλλά δεν διαθέτει το κατάλληλο δόλωμα ώστε να την παρασύρει στο βωμό. Η Χάνα αποτελεί χρυσή ευκαιρία. Ξέρει πως η Συμφορά δεν θα αντισταθεί στο δόλωμα: θα επιχειρήσει να ενισχυθεί με την κατάρα. Με το κειμήλιο θα μετριάσει την επιρροή της Συμφοράς (θα ελαττώσει τη «φωνή» της) και θα ενισχύσει κατά πολύ τη θέληση του Σεθ, που όλον αυτό τον καιρό ήταν δούλος της. Τα πάντα συντελούνται επάνω στο ξίφος, τονίζω, τον συνδετικό τους κρίκο. (Ουσιαστικά ο Όνυχας είναι κάτι σαν χειροπέδες μεταξύ τους). Με την θυσία της, θα σφραγίσει το ξόρκι και ταυτόχρονα θα κάνει πιο ισχυρό το ξίφος. Η Έιρι δένεται με το ξίφος, με τον ίδιο τρόπο που δένεται και η Συμφορά πάνω του. Γίνεται θυσία: ο πρώτος φύλακας του Όνυχα. Αναβάλλει την «εξύψωση» της, (ο θάνατος είναι το πέρασμα προς έναν καλύτερο κόσμο) Το ξίφος, μπολιασμένο πια με την κατάρα, την υποδόρια παρουσία της Συμφοράς, και το πανώριο πνεύμα της Έιρι, αποκτά μυθικό status. Προηγουμένως ήταν ικανό να στραγγίζει κάθε κίνηση στον χώρο, (έλκυε τα πάντα γύρω του, πάγωνε τον χρόνο – σαν τάνυσμα φανταστείτε το – κι έπειτα εκδήλωνε αυτή την «αφαίμαξη» με μια ένταση εκρηκτική). Τώρα όμως… τώρα έχει αποκτήσει την ικανότητα να αντιτίθεται στον ίδιο τον χρόνο. Όποια φθορά συντελείται πάνω στον Σεθ, θα μεταδίδεται (στραγγίζει) στον Όνυχα. Η Έιρι παροτρύνει τον Σεθ να διασχίσει τη Γη της Μοναξιάς, ώστε να σώσει τη γυναίκα του. Πίσω από αυτό το σταυροδρόμι των κόσμων κρύβεται ο Σκιώδης Κόσμος, ένα κατώτερο, ατελές περιβάλλον όπου δεν υπάρχει συμμετρία, ζεστασιά, ζωντάνια. Ένα περιβάλλον που το διέπουν οι δικοί του κανόνες, που ακολουθεί τον δικό του χρόνο. (Σκεφτείτε το παράδοξο των διδύμων για να πάρετε μια ιδέα, σε κόσμους όμως) Οι φύλακες του Όνυχα, θα βοηθήσουν τον Σεθ να αντέξει λίγο παραπάνω στο σουρεαλιστικό, καταστρεπτικό περιβάλλον των αιώνιων πάγων· θα τον βοηθήσουν να υπομείνει το ταξίδι, εκεί όπου όλοι οι χρόνοι (και η φθορά που προκαλούν…) σμίγουν και κάθετι φυσιολογικό έχει χάσει το νόημα του. ******Παραθέτω ένα απόσπασμα από το 2ο βιβλίο μου, όπου κάνω μια αναφορά στον θρύλο του Σεθ, για να δώσω μια επιπλέον ιδέα για τις Συμφορές: ‘’Είναι ένα σκοτεινό, λυπητερό παραμύθι που επιζεί ως και τις μέρες μας. Ένα τραγικό ταξίδι, όπου ο ήρωας του διέσχισε μόνος του την απαγορευμένη Γη της Μοναξιάς για να φτάσει ως τις πύλες του Σκιώδη Κόσμου, του Unth Gorath, με σκοπό να σώσει τη γυναίκα του. Ένα μέρος όπου δαιμονικά όντα, οι Συμφορές, δολοπλοκούσαν, προκειμένου να μπορούν να εκδηλωθούν στον κόσμο μας μέσω δεινών όπως η κατάθλιψη, η δυστυχία και η τρέλα, για να αναφέρω ορισμένα». «Άρα μπορούν να επικοινωνήσουν οι κόσμοι μεταξύ τους;», ρώτησε έξυπνα ο μικρός. Ο Έιντεν κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. «Καθρεφτισμοί είναι η κατάλληλη έννοια, σύμφωνα με τον μύθο. Νύξεις και υποδόριες επιδράσεις. Αντίληψη μέσω των ονείρων ή της διαίσθησης, όχι άμεση επαφή. Οτιδήποτε έχει να κάνει με την ψυχική και συναισθηματική νοημοσύνη. Ενίοτε οι ‘’κρούσεις’’ εκδηλώνονται σαν εφιάλτες, οράματα και προαισθήματα. Το Κάλεσμα από το Υπερπέραν, όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Στοχαστής Κενάχ Νάδεριν. Βέβαια, η αληθινή υπέρβαση γίνεται μόνο μέσω της εξύψωσης, όταν η ψυχή εγκαταλείπει το δοχείο της για να ταξιδέψει σ’ ένα καλύτερο και πιο πλούσιο περιβάλλον’’. Edited October 20, 2017 by Mournblade Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted October 20, 2017 Share Posted October 20, 2017 Φίλε Γρηγόρη, καλημέρα. Διάβασα την ανάλυση της ιδέας σου και μπορώ να πω ότι μου φάνηκε... χαώδης. Έχεις βασίσει όλο σου τον σκελετό σε πράγματα που έχουν ειπωθεί και με χαρακτήρες που μάλλον θα υπάρχουν για να εξυπηρετούν την πλοκή και τίποτα παραπάνω. Αυτά, βέβαια, είναι προσωπικό γούστο και μπορείς να τα αγνοήσεις. 3 πραγματάκια μόνο έχω να σου προτείνω με την μικρή μου εμπειρία: 1) Αν η πλοκή σου είναι τόσο χαοτική, κάνε το γράψιμο σου 1000 φορές πιο απλό απ' ότι είναι τώρα. Αν το υπερστολίσεις, ο αναγνώστης θα χάσει την μπάλα από πολύ νωρίς 2) Σε συνέχεια του πρώτου... να ξέρεις το εξής: ο αναγνώστης δεν είναι στο κεφάλι σου. Δεν γνωρίζει αυτά που γνωρίζεις. Πρέπει να του τα μεταφέρεις. Μην τα θεωρείς δεδομένα και μην εξελίσσεις την ιδέα βάση του κόσμου που έχεις στο μυαλό σου, αλλά βάση των πραγμάτων που του έχεις αποκαλύψει. 3) Σου προτείνω να ασχοληθείς παραπάνω με χαρακτήρες. Τι τους αρέσει, τι όχι. Τι εμμονές έχουν, τι αδυναμίες, τι προτερήματα και τι ελατώμματα. Πράγματα που θα μας κάνουν να νοιαστούμε. Αν τους αφήσεις στην άκρη εσύ, σαν συγγραφέας, θα τους αφήσουμε κι εμείς. Αυτά 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 20, 2017 Author Share Posted October 20, 2017 (edited) Καλημέρα Γιάννη, και σε σενα! Τι ακριβώς σου φάνηκε χαώδες από πράγματα που έχουν ήδη ειπωθεί, όπως λες; Μια απλούστατη παράθεση πλοκής σε 2 σελίδες είναι, high fantasy, διανθισμένης με κάποιες λεπτομέρειες που θα σε βοηθήσουν να κατανοήσεις καλύτερα τον κόσμο (αν το θέλεις φυσικά. Αν δεν το θέλεις... όλοι ξέρουμε τι γίνεται). Αν διαβάσεις προσεκτικά τα γεγονότα, θα την καταλάβεις, μη σου πω πως θα μου πεις και το αντίθετο στο τέλος. Να σημειώσω μόνο πως επιθυμία μου είναι η συγκεκριμένη πλοκή να κυμανθεί σε 500-600 σελίδες. Υπάρχει χώρος να αφομοιωθεί ομαλά, δηλαδή. Επίσης, πως ακριβώς έβγαλες συμπέρασμα για τους χαρακτήρες, αυτό δεν το κατάλαβα; Να σου θυμίσω πως οι άνθρωποι είναι πολύπλοκα όντα: δεν μπορείς να γνωρίσεις τι κρύβουν μέσα τους στα πρώτα 10 λεπτά, ή σε μια απλή παράθεση του... βιογραφικού τους. Το δέσιμο έρχεται με την εξοικείωση, τη συμπόνια, την ενσυναίσθηση, την κατανόηση των κινήτρων τους. Με τον χρόνο (που μεταφράζεται σε χώρο στα βιβλία). Αν υπονοείς πως δεν με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι (οι χαρακτήρες στα βιβλία), απλώς θα χαμογελάσω, και θα σε συγχωρέσω γιατί δεν με γνωρίζεις προσωπικά, ούτε και έχεις διαβάσει το βιβλίο μου. Έχεις λαθεμένη (και στενή) οπτική γωνία από κάτι που πάει να γεννηθεί, αυτό κράτα στο μυαλό σου. 1) ναι, το κατάλαβα καλά αυτό από τα σχόλια σας. Θα επανέλθω στο θέμα, αλλά να προϊδεάσω και να πω πως συμφωνώ ως ενα βαθμό 2) δυστυχώς, σ' αυτό θα συμφωνήσω στο 100%. Θέλει πολύ προσοχή το συγκεκριμένο θέμα 3)Το κάνω, σε υπερθετικό βαθμό, στο βιβλίο μου (έκτασης 1300σελίδων Α4). Καλή (και πορωτική) η κοσμοπλασία, αλλά δεν γεμίζει σελίδες. Στα διηγήματα (Δυστυχία & Πρώτος φύλακας) δεν μου έφτανε ο χώρος (δεδομένου πως γεννιόταν το υπόβαθρο), και θεώρησα απλά προτιμότερο να δώσω ένα στίγμα. Στην Ύβρι, έδωσα την παλαιά διαθήκη σαν παραμύθι Ε.Φ. Δεν γινόταν να μην είναι κοσμοπλασία. Την επόμενη φορά θα συγκρατηθώ και θα δώσω κάτι πιο απλό, character oriented. Βασικά, έχω ήδη ένα διήγημα στα σκαριά, που τον τελευταίο καιρό κλωθογυρίζει στο μυαλό μου. Αν αξιωθώ να καθίσω να το γράψω, θα χαρώ πολύ να μάθω τη γνώμη σου! Υγ: Και κάτι ακόμη, προσωπική άποψη: η πλούσια κοσμοπλασία εξυπηρετεί την φαντασία, και αληθοφανείς χαρακτήρες εξυπηρετούν το συναίσθημα. Και τα δυο βοηθούν ώστε να συνθέσουν ένα καλό φάνταζι, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει πως είναι κανόνας, όπως απέδειξε ο Αντώνης φέτος. Edited October 20, 2017 by Mournblade Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted October 20, 2017 Share Posted October 20, 2017 (edited) 9 hours ago, Mournblade said: Επίσης, πως ακριβώς έβγαλες συμπέρασμα για τους χαρακτήρες, αυτό δεν το κατάλαβα; Να σου θυμίσω πως οι άνθρωποι είναι πολύπλοκα όντα: δεν μπορείς να γνωρίσεις τι κρύβουν μέσα τους στα πρώτα 10 λεπτά, ή σε μια απλή παράθεση του... βιογραφικού τους. Το δέσιμο έρχεται με την εξοικείωση, τη συμπόνια, την ενσυναίσθηση, την κατανόηση των κινήτρων τους. Με τον χρόνο (που μεταφράζεται σε χώρο στα βιβλία). Αν υπονοείς πως δεν με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι (οι χαρακτήρες στα βιβλία), απλώς θα χαμογελάσω, και θα σε συγχωρέσω γιατί δεν με γνωρίζεις προσωπικά, ούτε και έχεις διαβάσει το βιβλίο μου. Έχεις λαθεμένη (και στενή) οπτική γωνία από κάτι που πάει να γεννηθεί, αυτό κράτα στο μυαλό σου Καταρχάς, δεν μπορώ να καταλάβω πώς σου γεννήθηκε η εντύπωση ότι μιλάω για εσένα προσωπικά και το κατά πόσο ενδιαφέρεσαι ή όχι για τους ανθρώπους. Γρηγόρη, τα κείμενα σου κρίνω, εσένα σαν άνθρωπο δεν σε γνωρίζω. Σε καμία περίπτωση δε θα έβγαζα αυθαίρετα συμπεράσματα για εσένα από τα κείμενά σου. Μην τρελαθούμε τελείως. Έκρινα τον τρόπου που χειρίζεσαι τους χαρακτήρες από τα τρία κείμενα σου που έχω διαβάσει εδώ στο forum. Δεν γνωρίζω πώς θα βγάλεις το μυθιστόρημα, δεν ξέρω σε πόσες λέξεις θα το αναπτύξεις, έβγαλα ένα συμπέρασμα βάσει αυτών που έχω δει. Και δεν σου έκανα "κύρηγμα", σου είπα τι θα ήταν καλό να προσέξεις - πάντα σύμφωνα με τα δικά μου κριτήρια. Και ναι, η υπόθεση και η κοσμοπλασία σου με χαώνουν κι επίσης μου θυμίζουν σε τεράστιο βαθμό τον Elric. Το σπαθί, η κατάρα, η αναγέννηση της κατάρας, πάλι το σπαθί, όλα αυτά με βάζουν σε αυτό το τρυπάκι. Αλλά αυτό είναι καθαρά προσωπικό γούστο, δεν έχει να κάνει με το αν είναι καλή ή κακή η ιδέα σου. Οτιδήποτε έχω γράψει στα γραπτά σου γίνεται με καλή θέληση. Αυστηρά μεν, αλλά πάντα με σκοπό να δεις μία διαφορετική σκοπιά. Τέσπα, ας μην αναλωθούμε άλλο σε κάτι τέτοιο, ο σκοπός εδώ είναι να μιλήσες για το διήγημά σου κι όχι για να έχουμε αντιπαράθεση εμείς Edited October 20, 2017 by Ballerond 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 24, 2017 Author Share Posted October 24, 2017 Καλημέρα! Ακολουθεί ένα γενικό, πρώτο σχόλιο και συνεχίζω με τον καθένα από εσάς: Spoiler Ανατρέχοντας στο κείμενο, το λάθος που βρίσκω στον εαυτό μου είναι – ξανά – ο χώρος και ο χρόνος. Έπρεπε να δοκιμάσω κάτι πιο απλό, περισσότερο ανθρωποκεντρικό, που να μπορούσε να σταθεί μόνο του. Μόνο και μόνο το γεγονός πως έβαλα 4 acts (εκ των οποίων τα 2 είναι βασικοί διάλογοι και τα άλλα 2 σκηνές που βασίζονται heavily στο οπτικό κομμάτι) σε μια ιστορία των 10-12 σελίδων, με 3-4 χαρακτήρες, είναι ένα μικρό θαύμα. Αντιλαμβάνομαι πως το περισπούδαστο ύφος και η αποκλίνουσα γλώσσα μπορεί να ενοχλεί ορισμένους, μα είναι απόπειρα έκφρασης λογοτεχνικότητας από μεριάς μου (επιτυχημένη ή όχι, τραχιά ή μπουκωμένη, δεν έχει σημασία), με απώτερο σκοπό να προσφέρει αισθητική απόλαυση. Ελπίζω πως με την κατάλληλη τριβή θα έρθει η ανάλογη φινέτσα και ποιότητα. Σκοπός μου είναι τα κείμενα που γράφω να θυμίζουν κάτι από το ύφος των παλιών συγγραφικών έργων, αλλά να είναι και διανθισμένα με σύγχρονα στοιχεία. Βέβαια, θα μου πείτε, υπάρχει πάντα ο κατάλληλος τόπος και ο κατάλληλος χρόνος γι’ αυτό, όπως και ο κατάλληλος ρυθμός με τον οποίον πρέπει να παρουσιάζεις τα πράγματα, και είναι κάτι με το οποίο δεν θα διαφωνήσω. Προς υπεράσπισης μου, να τονίσω μόνο πως στο παρόν κείμενο η αποκλίνουσα γλώσσα χρησιμοποιήθηκε ως επί το πλείστον για να τονίσει το υπερφυσικό στοιχείο. Μια γενική εντύπωση που ανακυκλώνονταν σε όλα τα σχόλια, βρήκα άκρως αποθαρρυντική: το γεγονός πως βρίσκατε το κείμενο δυσνόητο και πολύπλοκο. Σ’ ένα διήγημα που κατά τη γνώμη πατάει σκανδαλωδώς σε μια απλοϊκή κεντρική πλοκή (καταριούνται τη Χάνα και η μάγισσα σώζει την ψυχή της με ένα ξόρκι επίκλησης στο τέλος). Αν και μόνο εδώ στο sff είπαν πως δεν το κατάλαβαν (οι απέξω μου έκαναν άλλες παρατηρήσεις ή διορθώσεις) θα το εκλάβω ως υπαρκτό – και άκρως σοβαρό – πρόβλημα. Είναι τμήμα ενός ευρύτερου έργου που εύχομαι να καταπιαστώ κάποια στιγμή μαζί του. Είναι λογικό να σε πετάει κάπου απότομα στη μέση. Ήλπιζα να εγείρω την περιέργεια και να κεντρίσω το ενδιαφέρον με τις αποσπασματικές ιδέες που αναφέρω, όχι να αποπροσανατολίσω. Ήλπιζα να επικεντρωθείτε στα γεγονότα και η φαντασία σας να συμπληρώσει τα κενά. Προφανώς, δεν τα κατάφερα. Δεν πειράζει όμως· ο σκοπός για τον οποίο γράφτηκε αυτό το διήγημα, επετεύχθη. Ο κόσμος αυτός (με τα μέρη, την πλοκή και τους χαρακτήρες του) μεγαλώνει μέσα μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 24, 2017 Author Share Posted October 24, 2017 (edited) Νικόλα και Κοσμά, σας ευχαριστώ κατ' αρχάς για την ανάγνωση και τα σχόλια σας. Νικόλα: Quote On 9/28/2017 at 3:32 PM, Morfeas said: Δεύτερό σου φάντασυ κείμενο που διαβάζω, στον ίδιο κόσμο με τον προηγούμενο, που όχι απλώς βασίστηκες στα όσα είχες ήδη φτιάξει, αλλά επινόησες και καινούρια πράγματα. Reveal hidden contents Αυτή τη φορά οι χαρακτήρες σου μου φάνηκαν πιο γεμάτοι, η πρώτη ενότητα είναι ό,τι καλύτερο έχω διαβάσει από σένα. Υπάρχουν πράγματα που πάλι ασφυκτιούν λόγω χώρου (ο κατάκοιτος πατέρας αργεί να εμφανιστεί ως πληροφορία, εκτός αν έχασα κάτι), αλλά οι διάλογοι είναι λειτουργικότεροι από τα υπόλοιπα διηγήματά σου (Μπορείς και καλύτερα; Σαφώς, η γερόντισσα παραείναι ακριβής στις εξηγήσεις της, σαν να έχει αποστηθίσει το επίσημο θεωρητικό textbook της κοσμοπλασίας σου). Αλλά -κατά φωνή- πάλι τον βασικό ρόλο παίζει η κοσμοπλασία, κάτι που δεν έχει τόσο μεγάλη επίπτωση στους χαρακτήρες, όσο στην πλοκή κατ’ εμέ. Από τη σκηνή με την γερόντισσα και μετά έχασα την μπάλα. Δεν κατάλαβα το σχέδιο, δεν μου έβγαλε νόημα ενώ σταμάτησα την ανάγνωση για να το ξαναδιαβάσω, δεν κατάλαβα τι παίχτηκε με το σπίτι με τους καθρέφτες και με το μαύρο σπαθί, ουσιαστικά δεν κατάλαβα το τέλος (πώς λύθηκαν όλα). Τι έφταιξε; Σίγουρα η γλώσσα που σε σημεία βερμπαλίζει αρκετά (σε άλλα σημεία λυρικός, άλλοτε καθαρευουσιάνος βλ. «ήρθη»), και το να παρουσιάζεις με εξεζητημένες φράσεις πράγματα που είναι ούτως ή άλλως αρκετά αφηρημένα δεν κάνει καλό στο κείμενο. Ίσως να φταίει κι η high fantasy φύση ορισμένων εικόνων προς το τέλος, που μπορεί έτσι κι αλλιώς να μην ήταν του γούστου μου. Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα του διηγήματος, είναι κάτι που κι εσύ ο ίδιος το αναφέρεις, αν κι επειδή δεν το πρόσεξα πριν την ανάγνωση το κατάλαβα με απογοήτευση στο τέλος: Το διήγημα δεν είναι αυτοτελές. Έτσι ως έχει, η τελευταία σκηνή δεν βγάζει νόημα (ποιος είναι ο Σεθ, οέο; Οι αναγνώστες του διαγωνισμού δεν έχουν διαβάσει απαραίτητα τη Δυστυχία σου), γενικά μοιάζει οι υποπλοκές να ξεπηδούνε από το πουθενά και είναι υπερβολικά πολύπλοκο για το μέγεθός του (αν και μάλλον όχι τόσο όσο το πρίκουέλ του). Μπήκες στην παγίδα του κοινού σύμπαντος με την άλλη ιστορία και προσπάθησες να τα συνδυάσεις όλα (τη μοίρα του κοριτσιού, της μάγισσας, του Σεθ), χωρίς να γίνεις αφαιρετικός στις πληροφορίες του κόσμου σου. Δεν αρκούσαν οι Συμφορές, τα Στοιχειά, οι Γητευτές κλπ, έπρεπε να υπάρχουν μονόκεροι και Όνειδοι; Ήταν όλα αυτά απαραίτητα για την ιστορία, δεν μπορούσαν να μείνουν ασαφείς ορισμένες λεπτομέρειες του κόσμου, με τη δικαιολογία της γερόντισσας «γιατί έτσι λειτουργεί η μαγεία»; Δεν με ενθουσιάζει ως λογική, το ομολογώ, αλλά εδώ θα το προτιμούσα. Εν πάση περιπτώσει, πιστεύω ότι τα μπερδέματα οφείλονται σε 2 παράγοντες, που τους συνοψίζω, ελπίζοντας να βοηθήσω σε επόμενα διηγήματα: Όσο όμορφες κι αν είναι μερικές φράσεις, σκότωσέ τες αν δεν είναι απαραίτητες. Για κάθε μία όμορφη φράση που κρατάς εδώ, εγώ θα έκοβα τρεις. Αν δεν θες να τις σκοτώσεις, φυλάκισέ τες σε ένα μπλοκάκι, μπορεί να τις υιοθετήσει κάποιο άλλο διήγημα ή μυθιστόρημα. Δεν χρειάζεται να χωρέσεις όλες σου τις ιδέες για την κοσμοπλασία σε ένα μικρό διήγημα. Δες τι απ’ όλα αυτά είναι απαραίτητο: όχι τι από αυτά θα ενθουσιάσει τους αναγνώστες όπως ενθουσιάζει εσένα. Τι πραγματικά χρειάζεται, τι δίνει βάθος στο περιβάλλον σου, τι σε απομακρύνει από τον στόχο (να πεις μια ιστορία/να περάσεις ένα μήνυμα, έναν προβληματισμό). Κι αυτό το τονίζω, επειδή πιστεύω ότι η ίδια ιστορία, χωρίς καθόλου λεπτομέρειες για τον συγκεκριμένο κόσμο (ιδίως από τη στιγμή που τα περισσότερα στοιχεία τα είχα συναντήσει και στο προηγούμενο) και αξιοποιώντας τα αρχέτυπα/κλισέ της μάγισσας, που θέλει να εκδικηθεί έναν κάποιο (δεν μας νοιάζει ποιον), σώζοντας παράλληλα ένα κοριτσάκι από μια κατάρα, θα λειτουργούσε, κατά τη γνώμη μου, πολύ καλύτερα. Έχεις πολλές δυνατότητες, έχεις την ικανότητα να γράφεις όμορφες κι εντυπωσιακές εικόνες στη φαντασία του αναγνώστη. Απλώς, κατά τη γνώμη μου, θέλει ρέγουλα, σε όλα. Καλή σου επιτυχία! Υ.Γ. Πάλι έγραψα ολόκληρο κατεβατό σε σένα: πιάνει και τα όρια του διαγωνισμού. Ο Λούκυ Λουκ του sff. Σχολιάζεις πιο γρήγορα και από τον ίσκιο σου! Θεωρώ όμως εξίσου εύστοχο το σχόλιο όσο τις βολές του συγκεκριμένου φτωχού καουμπόι..! Συμφωνώ σε όλα όσα λες. Θέλει περισσότερη ρέγουλα και λιγότερη eagerness. Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, και εκτιμώ τον κόπο που έκανες να με διαφωτίσεις. Κοσμά: Quote On 9/28/2017 at 6:12 PM, gismofbi said: Ειχα διαβασει καποτε κατι που εγραψε ο Στεφεν Κινγκ, συμφωνησα απολυτα και απο τοτε το εφαρμοζω οσο μπορω. Ο αναγνωστης οταν πιανει να διαβασει κατι, το κανει για να μαθει μια ενδιαφέρουσα ιστορια. Δεν ειναι φιλολογικος διαγωνισμος για το ποιος εχει το καλυτερο λεξιλογιο και τις πιο περιτεχνες εκφρασεις. Απο τον τροπο γραφης σου φαινεται πως ξερεις πολυ καλα να χειριζεσαι τον λογο αλλα πεφτεις στην παγιδα της υπερβολης. Οι περιγραφες σου ειναι πολυ καλες αλλα τοσο βαριες που ξεχνας τι διαβασες. Επισης μπλεκεις πολλους χαρακτηρες, πολλες ονομασιες, υπεραναλυεις καποια σημεια οπως πχ το manual λυσεως καταρας της μαγισσας και κανεις το κειμενο δυσκολοδιαβαστο και μη κατανοητο. Δοκιμασε να βαλεις λιγο μετρο και λιγο απλοτητα και μολις ανασανει η ιστορια θα κυλαει νερακι και θα εξυπηρετεί το σκοπο της με αψογο τροπο. Συγνωμη αν σε στεναχωρησα ειλικρινα. Καλη επιτυχία στο διαγωνισμο. Κατά τη γνώμη μου, εκτός από την παγίδα της υπερβολής, υπάρχει κι άλλη παγίδα: αυτή της απόλυτης απλούστευσης, και αναπόφευκτα της μετριότητας. Εκτιμώ αρκετά τον Κίνγκ, και συμφωνώ ως ένα βαθμό μαζι του, μα λογοτεχνία για μένα δεν είναι μόνο η ιστορία ή οι χαρακτήρες. Είναι και η αισθητική απόλαυση που μπορεί να σου προσφέρει ένα κείμενο. Είναι και το ανάλογο βάθος που μπορεί να κρύβει. Μάλλον το συγκεκριμένο το δήλωσε ως απάντηση στους επικριτές του. Συμφωνώ στο 100% για το μέτρο που μου λες και θα προσπαθήσω να το εφαρμόσω στο εγγύς μέλλον. Υγ: Δεν με στεναχώρησες, με βοήθησες! Edited October 24, 2017 by Mournblade 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted October 24, 2017 Author Share Posted October 24, 2017 On 9/28/2017 at 7:35 PM, Ballerond said: Καλησπέρα Γρηγόρη, Reveal hidden contents "Εκείνη δεν απάντησε. Απέμεινε να κοιτά έξω από το δακρυσμένο τζάμι, με σκυμμένο το κεφάλι. Στα δάχτυλα της ένιωθε ακόμη την υγρασία από τις σταγόνες που είχε σκουπίσει· σταγόνες που έπεφταν από το γείσο του παραθύρου και νότιζαν το μάρμαρο της ποδιάς. Έξω η βροχή ακόμα να κοπάσει. Μια αραχνοΰφαντη κουρτίνα μουντού λυκόφωτος κάλυπτε τις ερημιές της ανατολής, μα σιμά στη δύση, ο κυανόχρους ορίζοντας είχε μετατραπεί σ’ ένα ρήγμα ξεφτισμένου φωτός· ένα ρήγμα που αλλοιωνόταν από τις ανταύγειες του δειλινού, μια νουθεσία εφήμερης ανάπαυλας που σηματοδοτούσε την εξοικείωση με την παρηγοριά της νύχτας. Η μέρα χρονοτριβούσε, αρνούνταν να υποχωρήσει στην υποταγή που υποσχόταν το σκοτάδι. Ένα βουβό και θλιβερό τοπίο, στολισμένο από το ράπισμα της πλαγιαστής βροχής, αυτό είχε γίνει η στέρφα πλαγιά και τα αδειανά χωράφια. Το σκιάχτρο έγερνε παραδομένο· είχε νικηθεί ολοσχερώς από το αγέρι." Reveal hidden contents "Εκείνη δεν απάντησε. Έξω έβρεχε όσο το σκοτάδι άρχισε να καλύπτει το τοπίο" Η πρώτη παράγραφος είναι η δική σου κι έχει 138 λέξεις Η δεύτερη γραμμή είναι δική μου κι έχει 13 λέξεις. Είναι ένα μοτίβο το οποίο έχω παρατηρήσει σε κάθε ιστορία σου που διαβάζω καθώς και σε πολλά σημεία της συγκεκριμένης ιστορίας. Δεν ξέρω πώς το έχεις στο μυαλό σου ή πώς σου αρέσει να το μεταδίδεις, αλλά αν είναι ένα πράγμα να κρατήσεις απ' όλα κι αν σε ενδιαφέρει η γνώμη μου, κράτα αυτό: Ο κόσμος μας είναι απλός. Τόσο απλός, που μπορεί να τον περιγράψει έξοχα ένα 6χρονο παιδί με 2-3 λέξεις. Οι ιστορίες μας, οι χαρακτήρες μας, οι πινελιές μας, η πλοκή μας τον κάνουν λίγο πιο περίπλοκο (κράτα το λίγο), τόσο όσο ώστε να μπορούμε να αφηγηθούμε μία ιστορία που ξεφεύγει από την καθημερινότητα. Ο αναγνώστης, δε θέλει να του δείξεις ότι η βροχή μπορεί να περιγραφεί με 80 διαφορετικές λέξεις. Θέλει να του δείξεις ότι την ώρα που βρέχει, ξετυλίγεται μία ιστορία. Συμβουλή μου, κι επαναλαμβάνω μπορείς να αγνοήσεις ό,τι γράφω καθώς είναι απλά η γνώμη μου και τίποτα άλλο, είναι να διαβάζεις ξανά και ξανά το κείμενό σου. Δεν νομίζω ότι αν κάποιος σου αφηγούταν μία ιστορία και έκανε τόσες υπεραναλύσεις ότι θα σε κρατούσε. Έτσι θέλω να πιστεύω δηλαδή. Το είχες στην Δυστυχία, το είχες στην Ύβρι, το κάνεις κι εδώ. Θες να εντυπωσιάσεις με πράγματα που ο αναγνώστης θα αγνοήσει. Δεν τον νοιάζουν τα κυανόχρωμα νεφελώματα, τον νοιάζουν οι χαρακτήρες σου. Δεν τον ενδιαφέρει η λανθάνουσα συστοιχεία ύπαρξης, τον ενδιαφέρει τι νιώθει το παιδί. Δεν προσπαθώ να στο παίξω υπεράνω ούτε γνώστης, καμία σχέση. Προσπαθώ να σου μεταφέρω για ποιον λόγο δεν μπορώ με τίποτα να συγχρονιστώ με την γραφή σου. Έχεις μία τεράστια φαντασία, έχεις πολύ υλικό στα χέρια σου το οποίο πρέπει να αναπνεύσει. Άστο να αναπνεύσει. Σε 3500 λέξεις δεν γίνονται όλα. Δε θα πω κάτι παραπάνω για την ιστορία σου γιατί δεν την κατάλαβα και δεν κατάφερα, όσο κι αν προσπάθησα, να κρατηθώ πάνω της. Μου ήταν ξένη, μου ήταν απόμακρη, μου ήταν μη - ανθρώπινη. Αν σε όλα τα παραπάνω διαφωνείς, αγνόησε τα και συνέχισε όπως επιθυμείς γιατί στην τελική γράφουμε ό,τι γουστάρουμε κι όπως γουστάρουμε. Απλά εγώ, προσωπικά, δε θα μπορώ να σε ακολουθήσω Όσο πιο ειλικρινά και φιλικά μπορώ, πάντα. Καλή επιτυχία στον διαγωνισμό! Καλημέρα Γιάννη (ξανά)! Η δική σου πρόταση μεταφέρει πληροφορία. Θα μπορούσε να αποδοθεί κι ως ‘’έξω, έβρεχε’’, με 2 λέξεις. Η δική μου παράγραφος επιχειρεί να αποδώσει πληροφορία, συναίσθημα και οπτική εικόνα. Επομένως, αν σκεφτείς την πρόθεση μου, 185 λέξεις δεν είναι και τόσο πολλές. Για τα υπόλοιπα που αναφέρεις ελπίζω να καλύφθηκες από τα γενικά σχόλια, τις απαντήσεις αλλά και το pm που σου έστειλα. Και όχι, δεν επιθυμώ να αγνοήσω την άποψη σου' για την ακρίβεια την βρίσκω αρκετά χρήσιμη, ως και διαφωτιστική. Επιθυμία μου είναι να συνεχίζω να διαβάζω τα σχόλια σου, αν κι εσύ το θέλεις. Σ' ευχαριστώ ξανά για τον χρόνο σου! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.