DinoHajiyorgi Posted February 7, 2020 Share Posted February 7, 2020 Η άφιξη της Άνοιξης μου φέρνει πάντα την Κλαίρη. Μπαίνει με τις ηλιαχτίδες από το παράθυρο του καθιστικού, γεμίζει το σπίτι, όνειρο και εφιάλτης μαζί, μια μαινόμενη Περσεφόνη. Όμορφη μου Κλαίρη, φωτεινή, ευωδιαστή, παντοτινή μου τυραννία. Το ανέμισμα της πυρόξανθης χαίτης σου γνέφει υποσχέσεις, το χαμόγελο σου συμπλήρωμα στη λάμψη των ματιών σου, η φωνή σου να γνέφει ξόρκια στην άμοιρη καρδιά μου. Ποτέ μου δεν υπήρξα ποιητής μέχρι που συνάντησα εσένα και η ανεπαρκής μου προσπάθεια κατέληξε συντρίμμια στα πόδια σου. Τουλάχιστον σε έκανα να γελάσεις. «Είσαι τόσο “τουίτης”» ανταποκρίθηκες στην εξομολόγηση μου. Μαύρισε ο κόσμος μου και φάνηκε στο πρόσωπο μου. Φαντάζομαι έδειξα ακόμα πιο αστείος. «Είδες που είχα δίκιο;» συμπλήρωσες ναζιάρικα, όπως έλιωνα ηττημένος. Φτερούγισαν τα γέλια σου σαν πεταλούδες, έγιναν καμπάνες στο κεφάλι μου και ακόμα φτερουγίζουν, σηκώνουν τρικυμίες στη συνείδηση μου. Πως μπορούσα να της αντισταθώ; Πως θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε; Η σαγήνη που εξέπεμπε αυτό το πλάσμα ήταν έμφυτη, δεν προσπαθούσε να το πετύχει. Ήταν στη μελωδία της φωνής της, στον χορό της κάθε της κίνησης, ήταν στα λουλουδάτα φορέματα που ανέμιζαν γύρω από τη μορφή της. Στις κόκκινες κορδέλες με τις οποίες έδενε κότσο τα μακριά της μαλλιά. Στις ρόδινες αποχρώσεις του κύκνειου λαιμού της. Πόσο με κατέστρεφε η επίγνωση ότι οι θεοί μπορούσαν να φτιάξουν μια Κλαίρη και ότι υπήρχαν εκείνοι που μπορούσαν να γευτούν την γλύκα της, χωρίς να είμαι εγώ ένας από αυτούς. Στη ζαριά του σύμπαντος ήταν γραφτό να πέσω λειψός. Δεν θα είχα άλλες ζωές, άλλη ευκαιρία. Με ένα μπουκέτο βιολέτες είχα το υπνωτικό της βλέμμα να μου ζεσταίνει έστω για λίγο τη μαύρη μου ψυχή. «Τουίτη» ψιθύριζε τρυφερά. Είχα κερδίσει τον παράδεισο και δεν το ήξερα. Απέρριψα το μερτικό μου. Έβγαλα τα μάτια μου και με κέρδισε το σκοτάδι. Ο Χειμώνας με λυπάται, κουκουλώνει τον κήπο με βαρύ χιόνι, σβήνει τα βασανιστικά χρώματα και σιγεί τα φαντάσματα. Παύουν να φτερουγίζουν οι πεταλούδες. Το χώμα, οι θάμνοι, το δέντρο κοιμούνται σαβανωμένα, ανακουφιστικά, μόνο ο άνεμος βοά προειδοποιητικά για τα μελλούμενα μέσα από τις χαραμάδες. Η ψυχή μου επαναπαύεται για λίγο, πέφτει σε χειμερία νάρκη και όταν έρχονται τα πρωινά, δεν μένει ίχνος από τους εφιάλτες. Ελπίζω στη λήθη και το σκοτάδι, αλλά δεν μου δίνεται χάρη. Το χιόνι λιώνει, η γη ξανθίζει, γεννά μπουμπούκια και ο ήλιος καίει άπονα πάνω στο παράθυρο μου. Η Άνοιξη επιστρέφει, επιστρέφει πάντα. Παρακολουθώ ανήμπορος τις πρασιές να διεκδικούν τον κήπο. Δεν υπάρχει άφεση για τον ένοχο. Στη γωνία, στο ανάχωμα μέσα από το φράκτη, φυτρώνουν εκδικητικά οι μωβ βιολέτες που τόσο αγαπούσε εκείνη. Θέλω να χωθώ εκεί, να κλείσω τα μάτια μου δίπλα της, σε ποιον όμως να εμπιστευτώ τέτοιο χατίρι; Ριγούν τα μικρά λουλουδάκια στο φιλί της ανοιξιάτικης αύρας και με προετοιμάζουν για το βασανιστήριο που έρχεται. Είμαι σίγουρος ότι ακούω την πνοή που διαπερνά τα πέταλα τους να μουρμουράν και «τουίτη» να με καλούν. 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted February 8, 2020 Share Posted February 8, 2020 Δεν είμαι σίγουρος αν όταν το διάβασα περισσότερο ανατρίχιασα ή ένιωσα θλίψη. Ωραίο, Ντίνο, βαρύ και μουντό αλλά ωραίο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.