Atrelegis Posted May 16, 2005 Share Posted May 16, 2005 «Είναι αλήθεια λοιπόν, λοχαγέ;» ακούστηκε η φωνή του στρατιώτη, παράταιρη μέσα στο αδιαπέραστο σάβανο της σιωπής που κάλυπτε την πεδιάδα «τελείωσε ο πόλεμος;» Ο άνδρας δίπλα του, που είχε σώμα σαραντάχρονου αλλά μάτια πολύ πιο γερασμένα, κατέβασε τις διόπτρες με τις οποίες εξέταζε το τεράστιο πεδίο της μάχης, καλυμμένο από το πράσινο και το γαλάζιο των φακών. Είχε περάσει δώδεκα ώρες εκεί, αναζητώντας το παραμικρό ίχνος του Εχθρού, αλλά δεν υπήρχε κανείς. Ούτε μία μύγα δεν περνούσε στον αέρα και η στάχτη που κάλυπτε την πεδιάδα σηκωνόταν κατά καιρούς, σχηματίζοντας περίεργα σχήματα που ούρλιαζαν σε διαμαρτυρία, παρασυρμένα από μία περαστική ριπή ανέμου. Κοίταξε τη γυναίκα που ήταν γονατισμένη δίπλα του, κρατώντας το ακουστικό του πομπού κολλημένο στο αυτί της, περιμένοντας σήμα από την Αστρική Διοίκηση. «Κανένα σήμα μέχρι τώρα, λοχαγέ. Παράσιτα. Μόνο αυτό» είπε, και τα χέρια της συνέχισαν να αναζητούν τις συχνότητες, περνώντας μέσα από ολόκληρα έτη φωτός, αναζητώντας την παραμικρή ανταπόκριση. Αλλά δεν υπήρχε απάντηση στο σήμα της. Μόνο παράσιτα, το μονότονο μουρμούρισμα του ασυρμάτου που πλέον είχε γαντζωθεί και στα μυαλά τους, τραγουδώντας το σαν να ήλπιζαν πως θα θυμούνταν το υπόλοιπο τραγούδι. Το βουητό ήταν πια η μόνη τους συντροφιά, η μόνη επαφή τους με την προηγούμενη ζωή, τον έξω κόσμο. Για τον στρατιώτη, που κρατούσε με μουδιασμένα χέρια το όπλο του, ήταν ένα παλιό νανούρισμα. Για τον λοχαγό, η ανάμνηση της ορκωμοσίας του. Για την ασυρματίστρια, ήταν ένα κάλεσμα για απάντηση, σαν αυτή που αποζητούσε όλη της την ζωή. «Τρία χρόνια τώρα η ίδια ιστορία. Πάντα με μεταθέτουν σε ένα χαράκωμα στην άκρη του πουθενά» γκρίνιαζε ο στρατιώτης. «Μου είχαν υποσχεθεί μία μετάθεση στη Σελήνη, ξέρεις. Η μάνα μου ξέρει κάποιον που ξέρει έναν μεταβουλευτή. Αρχικά ήταν να είμαι στην Κασσιόπη, αλλά μετατέθηκα στον Δία γιατί μπλέχτηκαν οι αιτήσεις. Τρία χρόνια τώρα και ακόμη να δω το σπίτι» έλεγε την ιστορία πλέον μηχανικά, με τον ίδιο τόνο και χροιά σε κάθε λέξη όπως έκανε τα τελευταία τρία χρόνια. Και οι δυο σύντροφοί του δεν έδιναν σημασία, όχι τόσο γιατί δεν τον πρόσεχαν, αλλά γιατί η ιστορία του ήταν για αυτούς συνηθισμένη, σαν το βουητό του ασύρματου. «Αλλά έχω βαρεθεί πια αυτό τον πόλεμο. Θέλω να φύγω από εδώ. Δεν έχω δει τη μάνα μου τρία χρόνια τώρα. Μου λείπει η Σελήνη, η θέα της ολόγιομης Γης μια φορά τον μήνα» υπήρχε πόνος και παράπονο στη φωνή του, που φάνηκε να απλώνεται σε όλο το τοπίο. Κάτι λύγισε στη καρδιά της ασυρματίστριας, σταματώντας για λίγο το χέρι της πριν αναζητήσει την τελευταία συχνότητα. «Και εγώ κατατάχτηκα για τον δικό μου λόγο. Δεν είχα γνωστούς, αλλά ποτέ δεν είχα ούτως ή άλλως. Ήρθα εδώ για να βρω συντρόφους, αλλά παρέμεινα μόνη. Τρία χρόνια τώρα, το μόνο που βρήκα ήταν εντολές, θάνατο και το βούισμα του ασύρματου» «Δε μπορεί να ήσουν τόσο καιρό μόνη σου. Είσαι μαζί μας για έξι μήνες τώρα» «Είμαι με τον ασύρματό σας έξι μήνες τώρα, ποτέ με εσάς. Δεν μίλησα με κανέναν σας, ανέλαβα όμως να μιλήσω για εσάς. Όταν ένας από εμάς τραυματιζόταν, έδινα το σήμα για να έρθει βοήθεια. Όταν εγκλωβιζόμασταν ανάμεσα σε διασταυρωμένα πυρά, καλούσα ενισχύσεις. Και όμως, δε μίλησα ποτέ σε κανένα σας» Επικράτησε για λίγο μια ησυχία που ο άνεμος εκμεταλλεύτηκε για να μιλήσει, λυσσομανώντας και στέλνοντας στήλες από στάχτη να αγγίξουν το γκρίζο στερέωμα, παγιδευμένο στο λυκόφως του πλανήτη. «Δε θυμάμαι ποτέ να άλλαξε αυτό το τοπίο. Και είμαι δύο χρόνια εδώ» είπε ο στρατιώτης «Τι εννοείς;» «Δεν είμαι σίγουρος, είναι λίγο μπερδεμένο. Είναι σαν αυτό το συναίσθημα που έχεις, ότι κάτι πάει στραβά, ενώ όλοι οι άλλοι προσπαθούν να σε πείσουν για το αντίθετο…» «Θες να πεις ότι λείπει κάτι σε αυτή την εικόνα;» «Ναι, είναι σαν να λείπει…ο ήλιος. Ή μάλλον, είναι σαν να λείπει…η ζωή» «Ο Πλούτωνας ήταν πάντα έτσι» «Όχι, δεν καταλαβαίνεις. Το ξέρω πως είναι ο Πλούτωνας, έχω δει δέκα όψεις αυτού του μέρους, πότε φωτισμένο από τις ομοβροντίες του πυροβολικού και πότε στρωμένο με αναποδογυρισμένα οχήματα και ετοιμοθάνατους. Αλλά αυτό είναι…διαφορετικό. Δεν μοιάζει με τον Πλούτωνα. Μοιάζει με κάτι άλλο» «Σαν τι;» «Σαν κάτι να πάει στραβά. Στο είπα και πριν. Άκουσες κανέναν άλλο εδώ; Δε θυμάμαι να άκουσα έστω έναν πυροβολισμό, και κάναμε ντου πριν λίγο. Πόση ώρα είμαστε εδώ;» Η ασυρματίστρια κοίταξε το ρολόι της, μία οθόνη που σχηματίστηκε μπροστά στα μάτια της, δείχνοντάς την το χρόνο σε σχέση με τον Μεσημβρινό του Άρη, την επίσημη ώρα του Ηλιακού Συστήματος. «Τρεις ώρες» «Και κανείς δεν έχει φανεί ως τώρα. Τι απέγιναν όλοι; Δεν υπήρχε σημάδι του εχθρού…» «Δεν είναι δυνατόν. Ίσως έχω χάσει τον συγχρονισμό μου. Μπορεί να έκανα λάθος. Τα κεφαλικά ρολόγια χάνουν ένα λεπτό ξέρεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε απόκλιση-» «Χάνουν ένα λεπτό κάθε τριακόσια χρόνια. Ήμουν ρολογάς, ξέρω. Δεν έχει κάνει λάθος. Είμαστε εδώ τρεις ώρες και δεν έχουμε πάρει απάντηση. Η εντολή για την τελική έφοδο δόθηκε τρεις ώρες πριν. Κανείς δεν επέστρεψε» Οι δυο τους κοίταξαν τον λοχαγό, που αναζητούσε, ακίνητος, την παραμικρή παρουσία των στρατιωτών του. «Τι συμβαίνει, λοχαγέ; Πού πήγαν όλοι;» ρώτησε με αγωνία η ασυρματίστρια. «Η εντολή της εφόδου δόθηκε. Η έφοδος ενάντια στο ύψωμα Α-13 διεξάγεται ακόμη. Της επίθεσης ηγούνται οι Γκέμμελ και Νέμοφ. Θα επιστρέψουν όπου να’ναι» «Πάνε τρεις ώρες, λοχαγέ. Θα είχαν γυρίσει…» «Τα σύννεφα της στάχτης θα πρέπει να παρεμβάλλονται στον εξοπλισμό μας. Η ίδια η θέση του Πλούτωνα προκαλεί παρεμβολές στα όργανά μας, αλλά η επιτυχία είναι εξασφαλισμένη» δεν υπήρχε συναίσθημα στη φωνή του. Μιλούσε όπως όφειλε να μιλήσει. Σαν στρατιωτικός. Τους έδινε τις οδηγίες από της Διοίκηση, αυτές που θα τους καθησύχαζαν. Βαθιά όμως μέσα του, υπέφερε. Δεν θα μπορούσε να το κρύψει για πολύ. «Δοκίμασε την επόμενη συχνότητα» είπε ο στρατιώτης. Τρέμοντας, τα δάχτυλα της ασυρματίστριας σχημάτισαν την τελευταία συχνότητα, την τελική τους ελπίδα. Ο ασύρματος έσκουξε αυτή τη φορά, πιάνοντας μία τελική λήψη, ένα κουρελιασμένο σήμα, ίσως τον απόηχο ένας σήματος από την Διοίκηση. Τα μάτια τους άνοιξαν διάπλατα, καθώς τα χέρια της αναζητούσαν μία διέξοδο, μία λύση μέσα από το μήνυμα, αποκωδικοποιώντας το, ώσπου ο θόρυβος έγινε λέξεις, που με τη σειρά τους απέκτησαν τη φωνή ενός άνδρα. Υπήρχε ένα τελεσίδικο ύφος στο παροδικό άκουσμα των λόγων του, αλλά προσποιούνταν πως δεν το πρόσεξαν. Ο λοχαγός δάγκωσε τα χείλη του. «…στις 15:15, ο Εχθρικός στρατός…κατέλαβε τη Γη. Η Μήτρα, αρχηγείο της Αστρική Διοίκησης, δέχεται επίθεση. Δέκα χιλιάδες στρατιώτες προστατεύουν το τελευταίο φρούριο της ανθρωπότητας. Η Τελική Έφοδος απέτυχε. Ηττηθήκαμε. Αν είστε ακόμη εκεί έξω, αυτό είναι το τελευταίο μήνυμα του ανθρώπινου είδους. Μακάρι να είχαμε πετύχει περισσότερα» Ο πυροβολισμός σήμανε το τέλος της αναμετάδοσης. Ο κάλυκας έπεσε κάτω, συνοδεύοντας τον ξερό ήχο του ανθρώπινου σώματος που έπεσε στο έδαφος. Το μυαλό τους σχημάτισε την εικόνα των θολών, ανέκφραστων ματιών που αντίκριζαν τον ασύρματο, το μικρόφωνο που κατέγραψε και μετέδωσε τον αποχαιρετισμό της ανθρωπότητας σε όλο το ηλιακό σύστημα. Το αίμα του εκφωνητή απλώθηκε στο έδαφος, ένα τεράστιο κόκκινο χαλί που αποχαιρετούσε για πάντα την γενέτειρά του. «Η Τελική Έφοδος ήταν καταδικασμένη από την αρχή» είπε ο λοχαγός, η φωνή του γεμάτη με πόνο, τα μάτια του δακρυσμένα «δεν είχαμε ελπίδα ενάντια στον Εχθρό, αλλά ούτε και μπορούσαμε να συνεχίσουμε τον πόλεμο. Η Διοίκηση διέταξε την Έφοδο γιατί ο Εχθρός πλησίαζε στη Γη. Θα τον καθυστερούσαμε αρκετά ώσπου να μπορέσουν να αμυνθούν, αλλά το σχέδιο απέτυχε. Ήταν βασισμένο στη γενικότερη αποτυχία του πολέμου, άλλωστε» «Μα γιατί; Γιατί δε μας είπες τίποτα; Είμαστε εδώ τόσες ώρες, περιμένοντας τι; Να πεθάνουμε από την πείνα; Μπορούσαμε να ξεφύγουμε…» «Δεν υπάρχει μέσο διαφυγής. Οι πόλεις του Πλούτωνα ισοπεδώθηκαν στον προηγούμενο βομβαρδισμό και τα καταφύγια καταστράφηκαν ολοσχερώς. Οι άνθρωποι αυτού του χαρακώματος ήταν οι μόνοι που απέμειναν στον πλανήτη. Τα εφόδιά μας εξαντλούνταν και είχα εντολές. Ο Άρης έπεσε χθες στις 13:00 και χάσαμε τον Ποσειδώνα στις 23:00. Η Αφροδίτη δεν ήταν πια κατοικήσιμη, έχοντας καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς μετά το πυρηνικό μας μπαράζ. Περίεργο δεν είναι; Ο μόνος πλανήτης που δεν κατέλαβαν, είναι πια μία απέραντη έρημος…» «Και η Σελήνη;» «Πήρα την ειδοποίηση για την κατάληψη της Σελήνης πριν τρεις ώρες. Η Διοίκηση αναγκάστηκε να την καταστρέψει, ώστε να καθυστερήσει τον Στόλο» Η ασυρματίστρια σηκώθηκε, αρπάζοντας τον λοχαγό από τον γιακά, κοιτάζοντάς τον στα μάτια με μίσος. «Τους σκότωσες όλους! Χάσαμε τα πάντα και δεν μπορούσες να μας το πεις;» «Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα! Ολόκληροι πλανήτες έπεσαν στον Εχθρό, τι περίμενες να γίνει; Τι μπορούσαμε να κάνουμε;» Το χαστούκι της γυναίκας τον έριξε στο έδαφος, καλύπτοντας τη στολή τους με ένα σεντόνι στάχτης. «Τρία χρόνια δώσαμε τη ζωή μας για την Διοίκηση, για να πεθάνουμε σε μία ερημιά; Τι στο διάολο πολεμάμε; Τι είναι οι Εχθροί; Τρία χρόνια τώρα χάνουμε τις ζωές μας, αλλά δεν τους έχουμε δει ποτέ!» Ο λοχαγός βαριανάσαινε και η γυναίκα έπεσε στα γόνατα, ξεσπώντας σε λυγμούς. Ο αέρας άρχισε να καταλαγιάζει, κατεβάζοντας τη μεγάλη γκρίζα αυλαία, αποκαλύπτοντας αργά το τεράστιο αφιλόξενο περιβάλλον του Πλούτωνα. Τα μυτερά βουνά στο βάθος και ο γκρίζος ουρανός αποκαλύφθηκαν, ένα έργο νεκρής φύσης, με μόνους μάρτυρές του τους τελευταίους επιζώντες μίας φυλής. Ο στρατιώτης συγκράτησε ένα λυγμό. Δεν μπορούσε να κλάψει. Δεν είχε νιώσει ποτέ ανάλογη θλίψη, δεν ήξερε αν ποτέ θα μπορούσε να βρει έναν τρόπο να εκφράσει όσα ένιωθε. Κάτι στο μυαλό του λύγισε και τον έκανε να νιώσει ένα περίεργο τίναγμα. Διαπίστωσε πως χαμογελούσε. Δεν μπορούσε να το συγκρατήσει. Προτού το καταλάβει, γελούσε τρανταχτά. Το γέλιο του ακούστηκε πέρα από τον άνεμο, απλώθηκε ανάμεσα στα βουνά, ως τον ουρανό. Οι σύντροφοί του τον κοίταξαν αλλά δεν υπήρχε απορία στα μάτια τους, παρά μόνο θλίψη. Διαπίστωναν πως ένιωθε το τελευταίο πουλί, πριν τα εργοστάσια και το κυνήγι τα εξολοθρεύσουν. Αυτός ήταν τελικά ο τρόπος του σύμπαντος. Ίσως έτσι να γελούσε ο τελευταίος αετός καθώς έπεφτε κατακόρυφα προς το έδαφος, τα φτερά του λαβωμένα από μολυβένια σφαίρα. Αλλά η σύγχυση τους έγινε έκπληξη. Φιγούρες φάνηκαν μέσα από το σκοτάδι, πλησιάζοντας πίσω από τον στρατιώτη, παντού γύρω τους. Πετούσαν σα μέδουσες, σπρώχνοντας τον αέρα, φτάνοντάς τους με φαινομενική χάρη και ταχύτητα. Τα φωτεινά τους μάτια τους κύκλωσαν, ένα δαχτυλίδι από προσμονή και μία δίψα για αίμα παρόμοια με αυτή των ανθρώπων. Τα όπλα που κρατούσαν ήταν περίεργα σπειροειδή αντικείμενα, ο σχεδιασμός τους αδύνατο να χρησιμοποιηθεί με βάση την ανθρώπινη ευφυΐα και ανατομία. Με γουργουρίσματα και σφυρίγματα, σημάδεψαν τον στρατιώτη, μειώνοντάς τον σε ένα σωρό από στάχτη με τα όπλα τους. Ο λοχαγός προσπάθησε να σηκωθεί, τράβηξε το όπλο του για να πυροβολήσει. Μία στιγμή μετά, το μόνο που είχε απομείνει από αυτόν ήταν η παλάμη του, πάνω σε έναν σωρό από φωτιά. Η ασυρματίστρια περίμενε τον θάνατο, αλλά οι εξωγήινοι της γύρισαν την πλάτη, φεύγοντας στο σκοτάδι. Τους κοίταζε αποσβολωμένη, όμως προσπάθησε να τρέξει πίσω τους. Τα πόδια της βυθίζονταν στη στάχτη και ένιωθε αναγούλα καθώς πλέον γνώριζε από πού προέρχονταν. Έτρεχε συνέχεια, τα μάτια και το δέρμα της καλυμμένα με ένα γκρίζο σεντόνι, απομεινάρια του είδους της. Άρπαζε τον αέρα, τρέχοντας αλαφιασμένη, ώσπου χτύπησε σε κάτι. Πισωπάτησε, ταραγμένη και νιώθοντας πόνο, που την έκανε να ανοιγοκλείσει τα μάτια της, καθαρίζοντας την όρασή της. Άρχισε να ουρλιάζει, χτυπώντας το τζάμι και τα όντα που βρίσκονταν μπροστά της έκαναν ένα νόημα σε κάτι στο βάθος. Αέριο την έριξε αναίσθητή, και έπεσε ανάσκελα στη στάχτη. Ένα από αυτά στερέωσε μία επιγραφή στο τζάμι. Στη δική μας γλώσσα, θα έλεγε: HOMO SAPIENS Δίποδο είδος που κατοικούσε στο Έβδομο ηλιακό σύστημα, συγγενικό των Α’ναμπα και Βίντγκο. Παρά την εμφανή του γενετική κατωτερότητα σε σχέση με τα άλλα όντα του συστήματός του, είχε επικρατήσει χάρη στην καταπληκτική ικανότητα αυτοσχεδιασμού του, που του επέτρεψε να δημιουργεί πρωτόγονα όπλα. Πρωτόκολλα ψηφίστηκαν για την προστασία του, από τον Κύκλο των Μητέρων, αλλά το λαθραίο κυνήγι του συνεχίστηκε ακατάπαυστα. Κυνηγήθηκε ως την εξαφάνισή του, τον Ζβιμ του 2345. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted May 16, 2005 Share Posted May 16, 2005 Πάρα μα πάρα πολύ καλή ιστορία ΕΦ. Μου άρεσε πολύ η τραγικότητα και η ειρωνία της. Μια παρατηρησούλα: Με γουργουρίσματα και σφυρίγματα, σημάδεψαν τον στρατιώτη, μειώνοντάς τον σε ένα σωρό από στάχτη με τα όπλα τους. Αυτό νομίζω δεν υπάρχει ως ελληνική έκρφαση, αλλά μόνο ως αγγλική. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
LeMirage Posted May 16, 2005 Share Posted May 16, 2005 Καλοστημένη ιστορία ΕΦ, με αρκετά καλή απόδοση σκηνών. Κατά τη γνώμη μου όμως έχει μερικά ελαττώματα που χτυπούν αρκετά στο μάτι: επίτρεψέ μου λοιπόν τις εξής (σχετικά βαριές) παρατηρήσεις: 1. Το σενάριο είναι κλασσικό και αρκετά χρησιμοποιημένο ("Human race's last stand") κάτι που προκαλεί για σύγκριση με παρόμοια διηγήματα (βλ. παρακάτω). 2. Ο διάλογος των στρατιωτών σε μερικά σημεία δεν πείθει. Καπνισμένοι, έμπειροι φαντάροι δεν μιλάνε τόσο αόριστα. Ο διάλογός τους έπρεπε να είναι κοφτός, με κωδικούς και θα έπρεπε ήδη να ήξεραν τα πάντα ο ένας για τον άλλον. Ο μονόλογος της ασυρματίστριας είναι σαν να είχε μόλις φτάσει. 3. Τα μυνήματα της διοίκησης επίσης δεν είναι πειστικά. Είναι στομφώδη και δεν μοιάζουν με στρατιωτικά μυνήματα. 4. Είναι λίγο παράξενο η τελευταία άμυνα να είναι στον Πλούτωνα, τον πιο απομακρυσμένο πλανήτη, ενώ όλοι οι εσωτερικοί έχουν καταληφθεί. Πιο λογικό θα ήταν να είναι στον Αρη. Επίσης, στον Αρη μπορεί να σηκωθεί σκόνη από μια μάχη, ενώ στον Πλούτωνα, με τέτοια θερμοκρασία είναι πολύ δύσκολο! (Συμπαγής βράχος + πάγος, έλλειψη ατμόσφαιρας). 5. Το τέλος (έκθεση ανθρώπων ως αξιοπερίεργο) είναι επίσης πολυχρησιμοποιημένο, και δεν ταιριάζει καθόλου με την υπόλοιπη ιστορία! Προσωπικά, μου χάλασε τη σχετικά καλή εντύπωση που είχα μέχρι τότε για το διήγημα. Αν δεν το έχεις διαβάσει, συνιστώ το αριστουργηματικό "Τρίτη Ποικιλία" (λυπάμαι, δε θυμάμαι το συγγραφέα) που έγινε και ταινία με τίτλο "Screamers". Το βασικό σενάριο είναι ακριβώς αυτό, οι τελευταίοι στρατιώτες της ανθρωπότητας, μόνο που οι εχθροί εδώ είναι οι μηχανές. Επίσης, για απόδοση ατμόσφαιρας πολέμου, κανένα άλλο απο το "Ουδέν Νεώτερο από το Δυτικό Μέτωπο", Ε.Μ Ρεμάρκ. Εν κατακλείδι: Εκμεταλλεύσου την καλή απόδοση των σκηνών σου (η σιωπή στη σκόνη, λ.χ.) σε ένα πιο πρωτότυπο σενάριο! Φιλικά, LeMirage Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Atrelegis Posted May 18, 2005 Author Share Posted May 18, 2005 Καλοστημένη ιστορία ΕΦ, με αρκετά καλή απόδοση σκηνών. Κατά τη γνώμη μου όμως έχει μερικά ελαττώματα που χτυπούν αρκετά στο μάτι: επίτρεψέ μου λοιπόν τις εξής (σχετικά βαριές) παρατηρήσεις: 1. Το σενάριο είναι κλασσικό και αρκετά χρησιμοποιημένο ("Human race's last stand") κάτι που προκαλεί για σύγκριση με παρόμοια διηγήματα (βλ. παρακάτω). 2. Ο διάλογος των στρατιωτών σε μερικά σημεία δεν πείθει. Καπνισμένοι, έμπειροι φαντάροι δεν μιλάνε τόσο αόριστα. Ο διάλογός τους έπρεπε να είναι κοφτός, με κωδικούς και θα έπρεπε ήδη να ήξεραν τα πάντα ο ένας για τον άλλον. Ο μονόλογος της ασυρματίστριας είναι σαν να είχε μόλις φτάσει. 3. Τα μυνήματα της διοίκησης επίσης δεν είναι πειστικά. Είναι στομφώδη και δεν μοιάζουν με στρατιωτικά μυνήματα. 4. Είναι λίγο παράξενο η τελευταία άμυνα να είναι στον Πλούτωνα, τον πιο απομακρυσμένο πλανήτη, ενώ όλοι οι εσωτερικοί έχουν καταληφθεί. Πιο λογικό θα ήταν να είναι στον Αρη. Επίσης, στον Αρη μπορεί να σηκωθεί σκόνη από μια μάχη, ενώ στον Πλούτωνα, με τέτοια θερμοκρασία είναι πολύ δύσκολο! (Συμπαγής βράχος + πάγος, έλλειψη ατμόσφαιρας). 5. Το τέλος (έκθεση ανθρώπων ως αξιοπερίεργο) είναι επίσης πολυχρησιμοποιημένο, και δεν ταιριάζει καθόλου με την υπόλοιπη ιστορία! Προσωπικά, μου χάλασε τη σχετικά καλή εντύπωση που είχα μέχρι τότε για το διήγημα. Αν δεν το έχεις διαβάσει, συνιστώ το αριστουργηματικό "Τρίτη Ποικιλία" (λυπάμαι, δε θυμάμαι το συγγραφέα) που έγινε και ταινία με τίτλο "Screamers". Το βασικό σενάριο είναι ακριβώς αυτό, οι τελευταίοι στρατιώτες της ανθρωπότητας, μόνο που οι εχθροί εδώ είναι οι μηχανές. Επίσης, για απόδοση ατμόσφαιρας πολέμου, κανένα άλλο απο το "Ουδέν Νεώτερο από το Δυτικό Μέτωπο", Ε.Μ Ρεμάρκ. Εν κατακλείδι: Εκμεταλλεύσου την καλή απόδοση των σκηνών σου (η σιωπή στη σκόνη, λ.χ.) σε ένα πιο πρωτότυπο σενάριο! Φιλικά, LeMirage <{POST_SNAPBACK}> Πρώτα από όλα, ευχαριστώ για την κριτική! Δυστυχώς, μου λείπει ο χρόνος και το χρήμα για βλιβλία, άρα για την ώρα θα βολευτώ με κάποιο αντίτυπο μου μπορεί να ανήκει σε φίλο μου! 1-Πάντα είχα το απωθημένο να γράψω τέτοια ιστορία! Χαίρομαι που τουλάχιστον διαβαζόταν 2-Κλασική βλακεία μου. Κάτι με πιάνει και όλοι οι χαρακτήρες μιλούν έτσι. Ήθελα να αποφύγω κωδικούς, αφού δεν τους κατείχα τόσο, ώστε να γλιτώσω γκάφες 3-Είναι το τέλος. Αυτό είναι το τελευταίο μύνημα που ένας στρατιωτικός εκφωνητής απευθύνει στους ανθρώπους που απέμειναν. Απλά διαβάζει το κείμενο. Ήθελα να αποδόσω το καθήκον του, εκφωνόντας με στόμφο το τελυταίο μύνημα. 4-Δεν είναι η τελευταία άμυνα. Η έφοδος έγινε σε όποιον πλανήτη υπήρχαν άνθρωποι και βάσεις, ενάντια σε όποιους εξωγήινους επιτίθονταν. Απώς θα κέρδιζε χρόνο. Ανακρίβεια στον Πλούτωνα, κατνοητή. 5-Το άλλο τέλος, που θα στείλω σιμά-κοντά ήταν κακογραμμένο. Κατέφυγα βλακωδώς σε κλισέ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
King_Volsung Posted May 20, 2005 Share Posted May 20, 2005 ARG! Ήταν τρομερο! Wow! Και να φανταστείς δεν είμαι και πολύ fan της επιστημονικής φαντασίας... Μου άρεσε ιδιαίτερα αυτή η τραγικότητα και ειρωνία που λέει ο nihilio. Το σενάριο έχει υποθέτω πολλά κλισέ ΕΦ (όπως λέει και ο Οφθαλμαπάτης) αλλά με ταρακούνησε για τα καλά! Κάποια σημεία με ξένισαν... ένα είναι αυτό που λέει ο nihilio, άλλο είναι αυτό «Και εγώ κατατάχτηκα για τον δικό μου λόγο. Δεν είχα γνωστούς, αλλά ποτέ δεν είχα ούτως ή άλλως. Ήρθα εδώ για να βρω συντρόφους, αλλά παρέμεινα μόνη. Τρία χρόνια τώρα, το μόνο που βρήκα ήταν εντολές, θάνατο και το βούισμα του ασύρματου» και «Είμαι με τον ασύρματό σας έξι μήνες τώρα, ποτέ με εσάς. Δεν μίλησα με κανέναν σας, ανέλαβα όμως να μιλήσω για εσάς. Όταν ένας από εμάς τραυματιζόταν, έδινα το σήμα για να έρθει βοήθεια. Όταν εγκλωβιζόμασταν ανάμεσα σε διασταυρωμένα πυρά, καλούσα ενισχύσεις. Και όμως, δε μίλησα ποτέ σε κανένα σας» τα οποία μου φάνηκαν λίγο off...(ε πως να το κάνουμε, δεν αρχίζεις στα καλά καθούμενα να λες τέτοια σε ξένο κόσμο...) αν (στο δεύτερο quote) ήταν πιο οργισμένη-θυμωμένη-λυπημένη ταυτόχρονα θα φαινόταν πιο αληθινό. Γιατί ποιο εύκολο και αληθινό είναι να ξεσπάσεις παρά να αρκεστείς μόνο σε ένα παράπονο... κατάλαβες; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Atrelegis Posted May 20, 2005 Author Share Posted May 20, 2005 Κάποια συμβουλή τότε για πώς να το αποδόσω; Δυστυχώς, μετά το Streets Of Tomorrow, αυτή είναι η ΔΕΥΤΕΡΗ απόπειρά μου σε επιστημονική φαντασία. Έχεις δίκιο πάντως. Βρήκα αρκετά σημεία ότι δεν ήταν πειστικά, κυρίως γιατί θεωρούσα πως η κατάσταση στην οποία οι χαρακτήρες ήταν παγιδευμένοι τους οδηγούσε να εκφράζονται έτσι. Το επόμενο θα γραφτεί λαμβάνοντας υπόψη τις βελτιώσεις! (Ελπίζω...) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Balidor Posted May 25, 2005 Share Posted May 25, 2005 Πολύ καλό... Ίσως είμαι ο άνθρωπος που έχει ανάγκη και μερικα κλισέ... Νταξ τι να κάνουμε ... εμένα μου άρεσε η περιγραφή των σκηνών ... Η ματαιώτητα, και το πόσο αδύναμοι μπορεί τελικά να είμαστε !!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Illidan Posted May 26, 2005 Share Posted May 26, 2005 Ηθικό δίδαγμα: Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Πολύ καλά δομημένο, αν και ομολογώ πως δε μου άρεσε το όλο aspect της εξόντωσης της ανθρωπότητας. Πάντως ήταν καλό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Throgos Posted June 1, 2005 Share Posted June 1, 2005 χμμμ.....πολύ καλό. Ματαιότητα και ταυτόχρονα λυρισμός. Αν και οι διάλογοι δεν ήταν φυσικοί όπως θα έπρεπε, δε νομίζω ότι είναι λάθος να γράψεις ότι οι άνθρωποι μιλάνε έτσι. Απλά στην συγκεκριμένη κατάσταση είναι λίγο άσχετο. Αν π.χ. ήταν μαζεμένοι γύρω από ένα τραπέζι και συζητούσαν, τότε ταιριάζει, αλλά στην συγκεκριμένη περίσταση όχι τόσο. Anyway, πολύ καλό! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
danny Posted January 10, 2006 Share Posted January 10, 2006 (edited) Πολύ καλό Atrelegis, αν και ψιλο-κλασική η ιστορία! Μου άρεσαν ειδικά, σημεία σαν "Ούτε μία μύγα δεν περνούσε στον αέρα και η στάχτη που κάλυπτε την πεδιάδα σηκωνόταν κατά καιρούς, σχηματίζοντας περίεργα σχήματα που ούρλιαζαν σε διαμαρτυρία, παρασυρμένα από μία περαστική ριπή ανέμου." Οι διάλογοι μου άρεσαν ακόμη περισσότερο, δεδομένης της ψυχολογικής κατάστασης των πρωταγωνιστών (πχ το κόλλημα που τρώει η loner κοπελιά). Well done, keep up the good work! Edited January 10, 2006 by danny Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.