Jump to content

Οι πλανευτές - Αργυρώ Χαρίτου


Baldwin the Victorius
 Share

Recommended Posts

Untitled-design-3.thumb.png.2d18aa60b83b870c4c9b6a385dcdab17.png

Στη Νέα Υόρκη του σήμερα ζει ανάμεσα στους θνητούς μια αρχαία φατρία με υπερδυνάμεις, οι Πλανευτές: Αλλάζουν μορφές για να ζουν στην αφάνεια και για να τραφούν. Τώρα όμως καλούνται να δείξουν το πραγματικό τους πρόσωπο και να πάρουν μέρος σε έναν πόλεμο που άρχισε χιλιετίες πριν. Αντίπαλός τους, η πανίσχυρη Νεφελίμ που παρακολουθεί κάθε τους κίνηση με τις μαγικές της δυνάμεις. Ο θνητός Έντριαν και η Πλανεύτρα Γιασμίν θα πρέπει να θυσιάσουν πάρα πολλά, πολλά περισσότερα από τον έρωτα ανάμεσά τους που δεν μπορούν να ζήσουν, για να κερδίσουν έναν πόλεμο που δεν ξεκίνησαν αλλά πρέπει να τελειώσουν...
Η Αργυρώ Χαρίτου δημιουργεί μια κοσμοπλασία που συνδυάζει τους αρχαίους μύθους με τη σύγχρονη πραγματικότητα και μας αφηγείται μια πρωτότυπη ιστορία επικής φαντασίας με συνεχείς ανατροπές, όπου οι ήρωες αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο: έναν κόσμο όπου η αγάπη μπορεί να έχει μια ευκαιρία... (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Οι Πλανευτές είναι η πρώτη συγγραφική προσπάθεια της Αργυρώς Χαρίτου στο μυθιστόρημα. Αν και από την περίληψη του οπισθόφυλλου μου φάνηκε πως θα διάβαζα κάτι που δεν θα ήταν ακριβώς μέσα στις προτιμήσεις μου, εν τούτοις η περιγραφή του βιβλίου ως ‘’πρωτότυπη ιστορία επικής φαντασίας’’ με έσπρωξε στο να του δώσω μία ευκαιρία ( περισσότερα για αυτό θα ακολουθήσουν πιο κάτω). Οφείλω να πω κάποιες απεικονίσεις στα πρώτα κεφάλαια μού έδωσαν να καταλάβω πως κατά πάσα πιθανότητα θα δω μία ιστορία συγκεκριμένου τύπου, παρόμοιου επιπέδου με άλλες που έχουν κατακλύσει την παγκόσμια αγορά τις οποίες δεν θα χαρακτηρίζαμε ιδιαίτερα αξιόλογες αλλά ίσως αυτή η ιστορία να ήταν η εξαίρεση. Θέλω να πω, αρκεί κάποιος να κοιτάξει τις πεντάστερες κριτικές . Οι όποιες προσδοκίες μου όμως διαψεύστηκαν. Προς το χειρότερο.

Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι μπορώ να καταλάβω τις ιδέες που υπήρχαν εντός του έργου κατά τόπους, κάποιες από τις οποίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν πρωτότυπες. Μπορώ να κατανοήσω την πρόθεση της συγγραφέως να διορθώσει ίσως κάποια από τα κακώς κείμενα του είδους στο οποίο το έργο αυτό ανήκει και το γεγονός ότι έπεσε δουλειά πάνω σε αυτό. Και μπορώ να πω ότι χρησιμοποιεί όσο καλύτερα γινόταν τον ενεστωτικό χρόνο ώστε να προκαλέσει το λεγόμενο immersion στον αναγνώστη όσο γίνεται πιο γρήγορα και εύκολα και στις πρώτες σελίδες του φαίνεται η βάση για την ύπαρξη  μίας ενδιαφέρουσας ιστορίας.  Δυστυχώς είναι τα μόνα θετικά  που μπορώ να πω για το βιβλίο.

Εδώ ξεκινάει η κριτική μου με το κύριο πρόβλημα του βιβλίου από το οποίο απορρέουν όλα τα υπόλοιπα του και ταυτόχρονα το ενισχύουν.  Η ιστορία του βιβλίου με τον τρόπο που είναι γραμμένη μπορούσε να ειπωθεί με τις μισές περίπου λέξεις. Έχει κυριολεκτικά τραβηχτεί από τα μαλλιά και καταλαμβάνει υπερβολικά μεγάλη έκταση χωρίς να υπάρχει κάποιος λόγος που να την δικαιολογεί ή να ανταμείβει τον αναγνώστη για την υπομονή που χρειάζεται να δείξει. Η ιστορία αποτελεί παραλλαγή του αρχέτυπου ‘’ αγόρι βρίσκει κορίτσι, ερωτεύονται παθιασμένα, ξεκινάνε να αντιμετωπίσουν το κακό που απειλεί τον κόσμο, παίρνουν παρέα μαζί τους στην πορεία και πάνε να πολεμήσουν τον BBG’’ και τραβάει υπερβολικά πού χωρίς να φαίνεται κάποιος λόγος. Παρακάτω θα αναλυθεί πως αυτό επηρεάζει την ιστορία, την πλοκή και τα συστατικά στοιχεία τους.
Εδώ θα ήθελα να πω ότι υπάρχει ένας επιπλέον σοβαρός λόγος για τα προβλήματα του βιβλίου. Η ιστορία του και η πλοκή του σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι αντιγραφή του
Twilight saga. Δεν μιλάω για απλές επιρροές όπου η συγγραφέας εμπνεύστηκε από το έργο της Stephenie Meyer. Έχει πάρει τόσα πολλά πράγματα που πλέον μπορούμε να μιλάμε για αντιγραφή και πολλά από τα προβλήματα του saga έχουν περάσει σχεδόν αυτούσια σε αυτό το βιβλίο.

Εδώ θα πρέπει να κάνω μία διευκρίνιση. Θα ήταν μεγάλη ανεντιμότητα από μέρους μου και ένδειξη υποκρισίας αν δεν έλεγα πως δεν ανήκω στο κοινό που το βιβλίο στοχεύει. Αυτό το βιβλίο δεν γράφτηκε για εμένα και αναγνώστες σαν εμένα. Για αυτό και μεγάλο μέρος όσων θα πω προέρχονται από το γεγονός ότι δεν είμαι φαν τέτοιων ιστοριών και για αυτό δεν μπορώ να παραβλέψω τα όποια ελαττώματα τους. Από την άλλη ίσως για αυτό να μπορώ να δω τα πράγματα πιο καθαρά.

 

Συγγραφή:

Η έκταση του βιβλίου είναι 528 σελίδες. Τολμώ να πω ότι θα έπρεπε να είναι στο μισό. Υπάρχουν ένα σωρό σκηνές που δεν γίνεται κάτι που επηρεάζει την πλοκή, την υπόθεση ή τους χαρακτήρες ή  σκηνές όπου οι περιγραφές είναι υπερβολικά μεγάλες για τα τεκταινόμενα. Ακόμα και κεφάλαια ολόκληρα δεν έχουν καμία λειτουργία από αυτή την οπτική – υπάρχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο προς το τέλος που απλά αφηγείται την ιστορία ενός ιππότη θρησκευτικού ιπποτικού τάγματος και ενός αγγέλου. Δεν μπορώ να δω πως αυτή η ιστορία δείχνει κάτι για τον κόσμο ή τους χαρακτήρες ούτε επηρεάζει αυτούς ή την πλοκή με κάποιο τρόπο. Η μόνη λειτουργία που έχει είναι η συναισθηματική χειραγώγηση του αναγνώστη ώστε να νοιαστεί για τους χαρακτήρες στο τέλος. Διάλογοι ολόκληροι δεν αποτελούν τίποτα άλλο παρά μόνο ανταλλαγή φιλοφρονήσεων, άλλοι εξηγούν το worldbuilding ή την πλοκή σε υπερβολικά μεγάλη έκταση – υπάρχει ένας διάλογος στο τελευταίο 1/5 της ιστορίας που επαναλαμβάνεται 6 φορές σε 10 σελίδες και στο μεγαλύτερο μέρος του είναι χαιρετισμοί και φιλοφρονήσεις. Άλλο παράδειγμα είναι στην αρχή όπου η Αναέλ όταν πάει να βρει τον Ειντριαν πριν του πει τον λόγο που τον ψάχνει του λέει την ιστορία της ζωής της. Πρώτον δεν ταιριάζει εκεί πέρα γιατί φρενάρει την αφήγηση αδικαιολόγητα και δεύτερον δεν χρειάζεται τέτοια έκταση – πολλά από όσα λέει δεν έχουν καμία σχέση με την πλοκή και την υπόθεση και μπορούσαν είτε να παραβλεφθούν είτε να προστεθούν σε μετέπειτα στάδια όταν θα είχε νόημα για την ανάπτυξη του χαρακτήρα.  Όλα αυτά τα πράγματα μαζί με αρκετά άλλα θα έπρεπε να είχαν κοπεί ή συντομευθεί αρκετά διότι το μόνο που καταφέρνουν είναι να κάνουν την ανάγνωση κουραστική και βαρετή. Δεν δίνουν πολύ υλικό για την ιστορία ούτε την πλοκή και δεν σετάρουν πολλά πράγματα για τους χαρακτήρες αν και έτσι δείχνει.

 Ένα ακόμα πρόβλημα του βιβλίου, τόσο κατά την διάρκεια της αφήγησης όσο και στους διαλόγους, είναι η προσπάθεια να γραφτεί με γλώσσα  όσο γίνεται περισσότερο επίσημη, ουσιαστικά αποστειρωμένη. Κάτι τέτοιο έχει την θέση του, σε συγκεκριμένου είδους κείμενα και αφηγήσεις. Όχι όμως σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση και σίγουρα όχι στο σύνολο της. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ταιριάζει περισσότερο με γράψιμο στα πρότυπα του προφορικού λόγου μιας και μοιάζει με καταγραφή γεγονότων σε στυλ ημερολογίου και ακόμα περισσότερο όταν χρησιμοποιείται ενεστωτικός χρόνος για να αρχίσει ο αναγνώστης όσο γίνεται πιο γρήγορα να πιστεύει ότι δεν διαβάζει μία ιστορία αλλά την ζει. Τέτοιου είδους γράψιμο ταιριάζει περισσότερο με τριτοπρόσωπη αφήγηση. Ειδικά στους διαλόγους είναι προβληματικό γιατί κάνει τους χαρακτήρες να μιλάνε με τρόπο που δεν μιλάνε φυσιολογικοί άνθρωποι μεταξύ τους. Είναι σαν να βλέπει κάποιος να συζητάνε συνέχεια πρέσβεις και ευγενείς  σε δεξίωση στο παλάτι του Μπάκιγχαμ. Είναι διάλογοι άνευροι, χωρίς συναίσθημα μέσα τους και δεν προκαλούν κάποια συναισθηματική αντίδραση στον αναγνώστη, κάτι σημαντικό σε ιστορίες.

Ο κύριος λόγος που όλο αυτό εμφανίζεται θεωρώ πως συμπυκνώνεται σε δύο λέξεις: purple prose. Για όσους δεν ξέρετε τι είναι, σας φθονώ. Αυτό το στυλ πεζού λόγου έχει το εξής χαρακτηριστικό που την διακρίνει από άλλες: υπερβολική χρήση επιθέτων, επιρρημάτων και μεταφορών με σκοπό να στολίσει όσο γίνεται περισσότερο το κείμενο. Ακριβώς επειδή καταλήγει να χρησιμοποιεί μελοδραματικές και περίτεχνες περιγραφές, το νόημα του κειμένου καταλήγει να χάνει αξία και τέτοια κείμενα, αν εξεταστούν προσεκτικά θα φανεί ότι δεν λένε κάτι ουσιώδες. Γενικότερα αυτό το στυλ είναι προβληματικό διότι (1) η γραφή τραβάει την προσοχή πάνω της αντί στην ιστορία όπως είναι το ζητούμενο, (2) είναι υπερβολικά περίτεχνη για να διαβαστεί ομαλά και εύκολα μπορεί να διαταράξει τον ρυθμό της αφήγησης. Ο μοναδικός λόγος που πολλοί συγγραφείς καταφεύγουν σε αυτό το στυλ είναι απλός: η προσπάθεια να εμφανιστούν περισσότερο ‘’λόγιοι’’.

Σε όλο το βιβλίο παρατήρησα πως υπάρχει συνέχεια το ρήμα ‘’αποδεσμεύω’’ σε πληθώρα λεκτικών τύπων του για χρήση σε σκηνές μάχης και μόνο αυτό. Αναρωτιέμαι γιατί δεν χρησιμοποιείται άλλο ρήμα για τις ίδιες χρήσεις που είναι πιο σύντομο στην ανάγνωση, ηχητικά και συναισθηματικά ισχυρότερο  και βοηθάει περισσότερο στην ροή της. Παρόμοιο πρόβλημα το εντόπισα σε όλο το βιβλίο, η χρήση περίπλοκων λέξεων στην θέση άλλων πιο σύντομων και με ισχυρότερους συναισθηματικούς συνειρμούς για τις ίδιες έννοιες. Το μόνο που γίνεται είναι απλά να καθυστερεί η ανάγνωση, να γίνεται πιο κουραστική και να δυσκολεύει το έργο του immersion για το οποίο επιλέχθηκε η πρωτοπρόσωπη αφήγηση.

Όλοι οι συγγραφείς στην σύγχρονη εποχή γνωρίζουν ότι ένας πολύ σημαντικός κανόνας είναι το ‘’show, dont tell’’. Να δείχνεις και όχι να λες. Δεν λέω ότι δεν πρέπει να υπάρχει tell αλλά αυτό είναι πρέπει να χρησιμοποιείται για συγκεκριμένους λόγους. Η υπερβολική χρήση του απλά καταφέρνει να κάνει την ανάγνωση βαρετή και κουραστική. Σε αυτό το βιβλίο μία από τις πιο συχνές χρήσεις του είναι η περιγραφή συναισθημάτων των χαρακτήρων. Δεν χρειάζεται να περιγράφεται συνέχεια τι νιώθουν οι χαρακτήρες, μπορεί να γίνει με το να δείξει ο συγγραφέας την σωματική τους έκφραση στις εκφράσεις και κινήσεις. Είναι θυμωμένος ένας χαρακτήρας; Μπορεί να σφίξει το χέρι του σε γροθιά ή να χτυπήσει με αυτή ένα τοίχο. Είναι κουρασμένος; Οι κινήσεις του είναι αργές και βαριές. Είναι φοβισμένος; Μπορεί να αρχίσει να τρέμει; Τέτοια απλά πράγματα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί η συγγραφέας δεν έχει εμπιστοσύνη στο κοινό της πως θα το καταλάβει.

Το γεγονός ότι πολλά κεφάλαια είναι μεγάλα δεν βοηθάει. Όχι επειδή είναι μεγάλα αυτά καθεαυτά αλλά επειδή υπάρχουν τόσες πολλές περιγραφές και ανούσιοι διάλογοι και όπου στην πραγματικότητα λίγα ουσιαστικά γίνονται. Αυτό επηρεάζει και τον ρυθμό της διήγησης διότι ενώ θεωρητικά ο ρυθμός είναι αυτός που πρέπει, πρακτικά με τόσο αχρείαστο περιεχόμενο η ανάγνωση προχωράει με ταχύτητα σαλιγκαριού. Η ίδια η γραφή του δεν βοηθάει σε αυτό μιας και πολλές φορές επαναλαμβάνονται οι ίδιες εκφράσεις, λέξεις και προτάσεις καταλήγοντας να είναι υπερβολικά επαναλαμβανόμενο.

Θα ήθελα να πω λίγα πράγματα για τις ανατροπές της ιστορίας. Ως τεχνική σε αυτό το βιβλίο δεν λειτουργούν για τρεις λόγους. Πρώτον, ένα μέρος τους παρότι τεχνικά μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοιες δεν εκπλήσσουν κανέναν διότι από την στιγμή που δεν σε νοιάζει για τίποτα και για κανέναν δεν σε νοιάζουν ούτε αυτές. Δεύτερον, πολλές είναι κενές περιεχομένου. Δεν επηρεάζουν με κάποιο τρόπο την εξέλιξη της πλοκής, της ιστορίας ή των χαρακτήρων. Είναι από αυτές που προσωπικά θεωρώ πως ανήκουν στην παπακαλιάτειο σχολή. Παράδειγμα το ότι μία από τους χαρακτήρες που εμφανίζονται στο τέλος του βιβλίου ήταν ο εργοδότης του Έιντριαν και έτσι εξηγείται πως ξέρει τόσα πράγματα για αυτόν. Και τρίτον, επειδή οι υπόλοιπες σεταρίζονται τουλάχιστον επί 100 σελίδες πριν με πολύ φανερό τρόπο. Παράδειγμα η Ασμάριελ που στο τέλος αποκαλύπτεται πως είναι άγγελος, το οποίο δεν είναι κάποια έκπληξη διότι ήδη 200 σελίδες πριν την έδειξε να βγάζει σε μάχη από το πουθενά ένα σπαθί από φως, κανείς δεν ξέρει την ακριβή φύση της ούτε το παρελθόν και από το ίδιο το όνομα που τελειώνει σε κατάληξη –ελ που πάντα δηλώνει στην εβραϊκή αγγελικά όντα.   

 

Χαρακτήρες:

Είναι από τα πολύ κακά αυτού του βιβλίου και ένας από τους λόγους που αυτό αποτυχαίνει στον σκοπό του. Υπάρχουν πολλοί χαρακτήρες αλλά δεν μπαίνει σε βάθος σε κανέναν τους. Ως το τέλος της ιστορίας δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα για κανέναν από αυτούς. Έχουμε μεν πληροφορίες για αυτούς αλλά δεν τους ξέρουμε ως ανθρώπους. Δεν γνωρίζουμε τους φόβους, τις επιθυμίες τους, τα ηθικά τους στάνταρ, απολύτως τίποτα. Αν γράψω σε ένα φύλλο χαρτί τα γνωρίσματα του καθενός, σε κάθε όνομα θα αντιστοιχεί μία πρόταση ( εκτός από την Αμιμώνη ή των Φαέθοντα που τους ανέπτυξε λίγο περισσότερο και οι οποίοι είναι χαρακτήρες με ελάχιστη συμβολή στην πλοκή). Οι μισοί χαρακτήρες είναι μονοδιάστατοι και οι υπόλοιποι είναι στην καλύτερη ρηχοί. Ή τουλάχιστον φαίνονται έτσι διότι δεν έδωσε τον απαραίτητο χρόνο για να τους χτίσει όπως έπρεπε. Ακόμα και οι αντιδράσεις τους σε γεγονότα ή καταστάσεις δεν είναι φυσιολογικές. Παράδειγμα ο Έιντριαν που λίγες ώρες πριν την μάχη και τον θάνατο του σκέφτεται τον τουρισμό. Ποιος φυσιολογικός άνθρωπος θα σκεφτόταν τον τουρισμό ενώ πλησιάζει στον θάνατο του; 
 

Τα character arc τους, όταν αυτά υπάρχουν, είναι ουσιαστικά απλοϊκά. Πηγαίνουν από την μία κατάσταση στην άλλη με τρόπους που δεν βγάζουν κανένα απολύτως νόημα, μόνο και μόνο για να προχωρήσει η πλοκή είτε του κύριου storyline είτε κάποιου δευτερεύοντος. Οι πράξεις τους, τα λόγια τους και οι σκέψεις τους είναι αφύσικες για ανθρώπινα όντα ( ναι, ξέρω ότι δεν είναι άνθρωποι αλλά η συγγραφέας δεν μπήκε στην διαδικασία έστω να τους δώσει κάποια μη ανθρώπινη πλευρά).

Οι σχέσεις τους δεν χτίζονται με κάποιο λογικό και συνεπή τρόπο, σχεδόν απλά υπάρχουν. Δεν αφιερώνεται ο απαραίτητος χρόνος για να κτιστούν με φυσιολογικό τρόπο ( εκτός από τους πρωταγωνιστές που τους δίνεται κάποιος χρόνος). Παράδειγμα ο Γιότνερ και η Αμαέλ που ερωτεύονται ο ένας τον άλλο μέσα σε λίγες σελίδες  - είναι κλασσική περίπτωση χρήσης του κακού trope instalove. Επειδή η ερωτική σχέση δύο ανθρώπων δεν χτίζεται έτσι, δεν μπορεί να σε πείσει.  Άλλο είναι όταν ο Φαέθων πεθαίνει. Η σχέση του με τους χαρακτήρες δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ και για αυτό δεν μπορεί να πείσει η όποια λύπη αισθάνονται. Και αυτό συμβαίνει για όλους τους χαρακτήρες.

Σε όλο το βιβλίο δεν μπορούν να με πείσουν με τίποτα ότι οι αντρικοί χαρακτήρες είναι άντρες. Αντίθετα σε όλη την διάρκεια αυτό που φαίνεται είναι γυναικεία νοοτροπία, ψυχοσύνθεση και συμπεριφορά με αντρικό περιτύλιγμα. Είμαι άντρας, κάνω παρέα με άντρες και ούτε ένας τους δεν έχει τέτοιες συμπεριφορές ή αντιδράσεις.

Αντίστοιχα προβλήματα έχει και η villain της ιστορίας και ίσως να είναι από τα μεγάλα προβλήματα της. Για αρχή, όπως και με άλλους χαρακτήρες δεν βλέπουμε ούτε κίνητρα ούτε επιθυμίες ούτε φόβους. Απολύτως τίποτα. Το generic κίνητρο περί της κατάκτησης του κόσμου και μετατροπής της ανθρωπότητας σε αγελάδες από τους βρικόλακες το έχουμε ξαναδεί σε καλύτερη εκτέλεση σε άλλες ιστορίες που δεν δρέπουν δάφνες ποιότητας και όπως εμφανίζεται εδώ είναι απλά σαν κάποιο αόριστο σχέδιο. Οι πράξεις και ο τρόπος που μιλάει περισσότερο την κάνουν να μοιάζει με καρικατούρα κακού τύπου Cruella de Vil. Τέτοιες καρικατούρες δεν μπορείς να τις πάρεις στα σοβαρά, δείχνουν στον αναγνώστη ότι οι χαρακτήρες δεν διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο με επόμενο να μην επενδύει συναισθηματικά πάνω τους και να μην τον ενδιαφέρει  ιστορία, και αν δεν τον ενδιαφέρει η ιστορία γιατί να συνεχίζει να διαβάζει το βιβλίο; Απλά θα το παρατήσει. Αν ένας villain παρουσιαστεί με σοβαρό τρόπο, να έχει ένα όραμα του τι θέλει να πετύχει και να πιστεύει ότι το δικό του όραμα είναι το σωστό τότε ο αναγνώστης μπορεί να αρχίσει να επενδύει πάνω του διότι θα δει πως είναι ένας χαρακτήρας με βάθος, ένας πιστευτός  χαρακτήρας με τον οποίο μπορεί ενδεχομένως να συσχετιστεί  – και μέρος αυτής της επίδρασης θα ισχύει και για όσους ακολουθούν τον villain. Το ένα ακολουθεί το άλλο, ένας villain με τέτοιο βάθος σκέψης και χαρακτήρα θα έπαιρνε ως ακολούθους μόνο άτομα παρόμοιου επιπέδου. Ένας τέτοιος χαρακτήρας ωφελεί με επιπλέον τρόπους την ιστορία διότι αποτελώντας πραγματική απειλή πλέον, ο αναγνώστης μπορεί να αρχίσει να ενδιαφέρεται για τους υπόλοιπους χαρακτήρες και κατ’επέκτασιν για την ιστορία.

Romance:

Δεν μπορώ να πω πολλά λόγια για το romance στοιχείο του βιβλίου. Αποτελεί αν όχι το κύριο μέρος της πλοκής, σίγουρα ένα από τα δύο κύρια μέρη της. Συνολικά υπάρχουν τρία romance storylines, το κύριο και δύο δευτερεύοντα. Το πρόβλημα είναι πως όλα τους καταλήγουν ουσιαστικά να είναι προβλέψιμα. Δεν υπάρχει η παραμικρή έκπληξη, όχι απλά στην κατάληξη τους ( που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε κάποιος να το παραβλέψει) αλλά ούτε στον τρόπο που αυτά φτάνουν εκεί. Είναι μεν η ιστορία paranormal romance και ως ανήκουσα στο υποείδος romance πρέπει να υπακούει σε κάποιους κανόνες αλλά δεν χρειάζεται να είναι τόσο στερεοτυπική. Όταν ο αναγνώστης ξέρει πως και που θα καταλήξει ένα storyline τότε δεν έχει την περιέργεια να συνεχίσει να το διαβάζει. Το μόνο που θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή του είναι οι χαρακτήρες και οι σχέσεις μεταξύ τους και το πρόβλημα σε αυτό το βιβλίο είναι πως οι χαρακτήρες είναι αδιάφοροι στην καλύτερη. Το γεγονός ότι καταστάσεις και διάλογοι εντός των romances επαναλαμβάνονται συνέχεια δεν βοηθάει. Το να βλέπει ο αναγνώστης τις ίδιες περιγραφές, τις ίδιες καταστάσεις και τους ίδιους διαλόγους να εμφανίζονται του στερεί την όποια περιέργεια μπορεί να είχε. Τέλος είναι απόλυτα προσαρμοσμένα πάνω στην πλοκή τους και της κύριας πλοκής. Το χτίσιμο της σχέσης της Γιασμίν και του Είντριαν είναι υπερβολικά γρήγορο ( κάποιος θα πει πως δεν χρειάζεται τόσος χρόνος λόγω της επιτακτικής ανάγκης της ιστορίας όσο και ότι αποτελεί επανασύνδεση και όχι πρώτη γνωριμία. Θα αναφερθώ πιο κάτω τι ακριβώς συμβαίνει με τον πρώτο λόγο, για τον δεύτερο έχω να πω πως ακριβώς επειδή είναι επανασύνδεση πρέπει να κυλήσει πιο αργά και πιο φυσιολογικά, δεν είναι πρώτη γνωριμία που οι όποιοι δισταγμοί θα μπορούσαν να μπουν στην άκρη, είναι δύο άνθρωποι που γνωρίζουν ο ένας τον άλλο με παρελθόν μεταξύ τους και θα έπρεπε να αντανακλάται αυτό στην ατμόσφαιρα  και στους διαλόγους στις σκηνές και δεν γίνεται παρά τις προσπάθειες της συγγραφέως), δεν υπάρχουν οι απαραίτητες σκηνές και διάλογοι μεταξύ τους λόγω της ιδιάζουσας περίπτωσης τους και αυτές που υπάρχουν τραβάνε χωρίς λόγο με τους διαλόγους να έχουν υπερβολική διάρκεια και να μην ξεφεύγουν από κλισέ μορφές που μόνο σε τηλεοπτικές σειρές και ελληνικές ταινίες του 1960 έχουμε δει. Θα έπρεπε να υπάρχει ανάμεσα τους θυμός από την μία μεριά και αμηχανία από την άλλη δεδομένης της κατάστασης και δεν το βλέπουμε.  Τα romance του είναι κυριολεκτικά μες στα σιρόπια, τόσο πολύ που όταν τελειώνει το βιβλίο ο αναγνώστης έχει πάθει διαβήτη τύπου 2. Αυτά όταν βλέπουμε κάτι διότι η ανάπτυξη τους σε μεγάλο βαθμό γίνεται off-page και πολλά πράγματα που θα έπρεπε να τα δούμε δεν τα βλέπουμε και αυτά που βλέπουμε δεν βγάζουν ιδιαίτερο νόημα ως προς την ύπαρξη τους. Απλά συμβαίνουν για να εξυπηρετηθεί η πλοκή.  Και τέλος δεν βλέπουμε γιατί ελκύονται τόσο πολύ ο ένας από τον άλλο, ποια είναι τα γνωρίσματα του χαρακτήρα από τα οποία θέλγονται, τι είναι αυτό που τους κάνει να έχουν τέτοια αισθήματα ερωτικής αγάπης ο ένας προς τον άλλον. Αυτό που κυρίως βλέπουμε είναι έλξη λόγω εξωτερικής εμφάνισης. Όμως αυτό δεν είναι έρωτας, είναι λαγνεία.

Δεν χρειάζεται να μιλήσω για την περίπτωση του Γιότνερ και της Αναέλ. Είναι κλασσική περίπτωση insta-love, ενός κακού trope που υπάρχει απλά για να βγαίνει εύκολα η πλοκή και να μην χρειάζεται δουλειά από τον εκάστοτε συγγραφέα για να καλλιεργήσει την ιστορία με τρόπο που να φαίνεται φυσιολογική, ρεαλιστική και ενδιαφέρουσα. 

 

World-buiding / Μαγεία:

Ο κόσμος είναι ο πραγματικός. Δεν υπάρχει πρόβλημα ως προς αυτό, τέτοιες επιλογές έχουν το πλεονέκτημα να μην χρειάζεται ο συγγραφέας να φτιάξει ένα κόσμο από την αρχή αλλά αντίθετα να εισάγει μόνο συγκεκριμένα πράγματα και να φροντίσει να δέσουν αρμονικά με το setting ( και εκεί είναι η μόνη δυσκολία διότι οι κανόνες λειτουργίας του setting πρέπει να παραμείνουν ως έχουν). Θεωρητικά η δουλειά της συγγραφέως δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη από την στιγμή που υιοθετεί έτοιμες μυθοπλασίες. Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι έτσι.

Θα ξεκινήσω λέγοντας πως η συγγραφέας χρησιμοποιεί τους αγγέλους και τους νεφελίμ ως μέρος της μυθοπλασίας της και ειδικότερα μία ερμηνεία της γνωστής παλαιοδιαθηκικής ιστορίας που την έχουμε δει χιλιάδες φορές. Από μόνο του δεν θα ήταν πρόβλημα, όμως με βάση κάποια σημεία στο βιβλίο που δείχνουν ότι η συγγραφέας επιθυμεί να μείνει όσο πιο κοντά στο δόγμα γίνεται, αναρωτιέμαι γιατί χρησιμοποίησε μία ερμηνεία που η Εκκλησία παράτησε ήδη από τον 4ο αιώνα μ.Χ. Θεωρώ πως αν χρησιμοποιούσε την αποδεκτή αγγελολογία όπως φαίνεται πως θέλει να κάνει, θα είχε ένα πιο ενδιαφέρον περιεχόμενο μιας και η αποδεκτή διδασκαλία δίνει περισσότερα πλεονεκτήματα ( και αυτό ισχύει και στις περιγραφές της περί των αγγελικών οντοτήτων).

Από εκεί και μετά, το lore της περί αυτών των πλασμάτων δεν είναι ποτέ ξεκάθαρο και χειρότερα ακόμα έχει δομικά προβλήματα. Δεν ξέρουμε ακριβώς το πλήρες εύρος των δυνατοτήτων τους. Υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για αυτό, αλλά θα τον αναλύσω πιο κάτω. Προς το παρόν θα πω πως κάτι τέτοιο δεν είναι άγνωστο φαινόμενο γενικά στο world-building. Είτε γίνεται όταν έχουμε όντα που είναι μυθικά είτε εξαιρετικά σπάνια και οι όποιες γνώσεις lorewise αντιμετωπίζονται ως προερχόμενες από μύθους. Όταν σε ιστορίες έχουμε τέτοιες δυνάμεις σε υπαρκτά όντα που δεν εξηγούνται πλήρως και τα οποία όντα παίζουν ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής και ιστορίας, συνήθως η ιστορία θα αναπτυχθεί σε σειρά βιβλίων οπότε και θα υπάρχουν σταδιακά και οι ανάλογες εξηγήσεις είτε μέρος του lore είναι χαμένο και απαιτείται να ανακαλυφθεί ξανά. Όταν έχεις όντα που οι πράξεις τους παίζουν σημαντικό ρόλο στην ιστορία, είναι σημαντικό το εύρος των δυνατοτήτων τους να γίνεται κάποια στιγμή ξεκάθαρο αλλιώς ο αναγνώστης δεν μπορεί να καταλάβει τι βλέπει.

Ερχόμαστε στους Πλανευτές. Είναι όντα που όπως λέει η λέξη πρέπει να πλανεύουν τα θύματα τους για να τρέφονται, τόσο με αλλαγή της εξωτερικής τους εμφάνισης όσο και με συμπεριφοριστικές τεχνικές και υποτίθεται πως διαχωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες. Καταρχάς, ας είμαστε ειλικρινείς.  Είναι βρικόλακες και λυκάνθρωποι. Δεν υπάρχει λόγος να υποκρινόμαστε. Μπορεί η συγγραφέας να έχει διαφορετική θέση σε αυτό, αλλά είναι βρικόλακες και λυκάνθρωποι. Για την ακρίβεια είναι το είδος πλασμάτων που εμφανίζονται στο Twilight saga. Όσο αφορά τους λυκανθρώπους οι διαφορές είναι ελάχιστες. Μόνο στους βρικόλακες υπάρχουν κάποιες διαφορές που είναι ουσιαστικά επιφανειακές. Υποτίθεται ότι για να τραφούν πρέπει να έχουν την άδεια του θύματος τους, εξού και η πλάνη. Εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, τα όντα αυτά δεν μπορούν να ξεγελάσουν ή να υποβάλλουν με κάποιο μαγικό τρόπο την επιθυμία για άδεια στα θύματα τους οπότε πρέπει να τα πείσουν. Αυτό δεν μπορώ να καταλάβω πως λειτουργεί σε φυσιολογικές συνθήκες, οπότε μάλλον πρέπει να ψάχνουν για θύματα τα οποία πρέπει να μεθάνε ή ναρκώνουν ή να είναι ήδη σε τέτοια κατάσταση, επομένως οι συνήθεις τόποι κυνηγιού είναι μπαράκια, κλαμπάδικα, τεκέδες  και λοιπές τέτοιες επιχειρήσεις. Πρώτο πρόβλημα, τα σημάδια από τα δόντια δεν έχουν παραξενέψει κανέναν τόσα χρόνια; Δεύτερον, το πλήθος όλων αυτών των θυμάτων δεν έχει παραξενέψει κανέναν να το ψάξει; Γιατί οι βρικόλακες εφόσον χρειάζονται ( και θα μιλήσω σε λίγο περί αυτού) μεγάλες ποσότητες αίματος σε καθημερινή βάση δεν παίρνουν όσες χρειάζονται από τράπεζες αίματος; Ή γιατί αφού είναι τόσο πλούσιοι, όπως μας παρουσιάζονται, γιατί δεν χρηματοδοτούν έρευνες κλωνοποίησης για να παράγουν όσο αίμα χρειάζονται;
Οι πλανευτές υποτίθεται ότι δεν χρειάζονται το αίμα, απλά για αυτούς είναι όπως μία λιχουδιά για τον άνθρωπο – αχρείαστη που όμως μπορεί να αυξήσει τις δυνάμεις τους. Δεν είναι κακή μία τέτοια ιδέα και δεν είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται. Στον κόσμο του
witcher οι βρικόλακες δεν έχουν ανάγκη το αίμα για να επιβιώσουν, για αυτούς είναι μία απλή επιθυμία όπως το αλκοόλ και η πόση του μπορεί να βελτιώσει τις ικανότητες τους. Είναι μία ιδέα που μπορεί να βοηθήσει μία ιστορία αν χρησιμοποιηθεί στο κατάλληλο settting ώστε να δείξει βρικόλακες μακριά από το σύνηθες στερεότυπο. Στο βιβλίο δεν χρησιμοποιήθηκε κάτι τέτοιο παρά μόνο για να σεταριστεί σαν μία διαφορετική εκδοχή των μη βίαιων, διψασμένων για αίμα βρικολάκων της Meyer – κάτι που το θεωρώ χαμένη ευκαιρία. Το πραγματικό πρόβλημα όμως είναι πως στο επόμενο κεφάλαιο δείχνει πως χωρίς αυτό οι βρικόλακες αποδυναμώνονται σε μεγάλο βαθμό, ενώ από την μέση και μέχρι το τέλος σε κάποιες σκηνές υπονοείται ξεκάθαρα πως το αίμα είναι απαραίτητο για την επιβίωση. Τι ακριβώς συμβαίνει τελικά;
Άλλο πρόβλημα είναι η ύπαρξη ατόμων με ικανότητες πρόβλεψης του μέλλοντος. Γενικά η ύπαρξη τέτοιων ατόμων σε μία ιστορία χωρίς πολύ μεγάλους περιορισμούς στην άσκηση της δύναμης είναι προβληματική διότι τέτοιοι χαρακτήρες είναι ουσιαστικά σπασμένοι, μπορούν κυριολεκτικά μόνοι τους να τελειώσουν την πλοκή. Για αυτό συνήθως οι συγγραφείς που έχουν τέτοιους χαρακτήρες βάζουν πολλούς περιορισμούς στις δυνάμεις τους και οι περιορισμοί είναι τέτοιοι που είτε πραγματικά εμποδίζουν την συχνή χρήση της είτε η χρήση της έχει πολύ μεγάλο κόστος είτε τα ίδια τα οράματα δεν είναι ξεκάθαρα είτε οι χαρακτήρες βλέπουν πολλά πιθανά μέλλοντα με μεγάλο και διαφορετικό κόστος το καθένα που μπορούν να προκαλέσουν αμφιβολίες στον χαρακτήρα ως προς το μονοπάτι που ακολουθούν ( εσένα κοιτάω
Robin Hobb). Εδώ υπάρχουν τρεις χαρακτήρες αν και δύο είναι οι πιο σημαντικοί: ο Τζον και η Νεφελιμ. Ο Τζον μπορεί να βλέπει το μέλλον και το παρελθόν ως απαντήσεις σε ερωτήσεις άσχετα αν αυτές έγιναν συνειδητά προς αυτόν. Υπάρχουν δύο περιορισμοί που υποτίθεται εμποδίζουν την δύναμη του. Οι γύρω του προσέχουν τι θα πουν ώστε να μην βλέπει οράματα και η Νεφελίμ έχει μπλοκάρει όσα οράματα αφορούν ουσιαστικά την εξέλιξη της πλοκής. Ίσως ο πρώτος περιορισμός να μπορεί υπό προυποθέσεις να γίνει δεκτός ως μηχανισμός, όμως ο δεύτερος όχι. Πρώτον επειδή είναι ξεκάθαρο plot device και δεύτερον επειδή θέτει το εξής ερώτημα: αν η Νεφελίμ μπορεί να μπλοκάρει τις δυνάμεις άλλων έτσι εύκολα, γιατί δεν έχει μπλοκάρει τις δυνάμεις όλων τους; Η Νεφελίμ μπορεί να βλέπει από το μέλλον μόνο ότι την αφορά. Το πρόβλημα είναι αν βλέπει μόνο ότι την αφορά άμεσα ή και έμμεσα. Αν και η απάντηση στην μέση του βιβλίου δίνεται, εν τούτοις υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ισχύει το αντίθετο. Επίσης υτπάρχει το φαινόμενο που ονομάζω ΄΄Harry Potter syndrome’’. Οι υπερφυσικοί χαρακτήρες διαθέτουν ικανότητες που τις χρησιμοποιούν για να ξεπεράσουν μία δύσκολη κατάσταση αλλά όταν μία άλλη κατάσταση εμφανίζεται που μπορεί να ξεπεραστεί με την χρήση της ίδιας ικανότητας και ακόμα πιο εύκολα αυτή την φορά, ο εκάστοτε χαρακτήρας κάνει σαν να την έχει ξεχάσει. 
Όσον αφορά τους λυκανθρώπους δεν έχω πολλά να πω, είναι ουσιαστικά οι λυκάνθρωποι του Twilight. Γενικά τα υπερφυσικά όντα του Πλανευτές έχουν το ίδιο πρόβλημα με αυτά του Twilight saga. Δεν είναι αρκετά απειλητικά. Η εμφάνιση τους δεν είναι απειλητική για κανέναν εκτός από τις φορές που η πλοκή το απαιτεί. Και θα έπρεπε να είναι απειλητική διότι βασίζονται σε υπαρκτό lore με τέρατα. Είναι θηρευτές και πρέπει να φαίνονται και να δρουν ως τέτοιοι. Βέβαια μου προκαλείται η απορία γιατί δεν υπάρχουν περισσότεροι πλανευτές από την μεριά των πρωταγωνιστών. Όχι απαραίτητα σύμμαχοι αλλά έστω να αναφέρεται η ύπαρξη τους.  Δεν υπάρχει κανένας και δεν αναφέρεται πουθενά ότι η Νεφελίμ εξόντωσε τους πάντες ή δεν υπάρχει κάποιος άλλος.

Όσο για την μαγεία, θα ήθελα να πω κάποια πράγματα αλλά δεν υπάρχει κάτι να πω. Μαγεία βλέπουμε μόνο μία φορά και η οποία δεν βγάζει ιδιαίτερο νόημα διότι ο τρόπος που λειτουργεί και τα αποτελέσματα που δίνει δείχνει ξεκάθαρα ότι εισήχθηκε απλά και μόνο για να εξυπηρετηθεί η πλοκή χωρίς να έχει σεταριστεί πρότερα. Η ιστορία μας λέει συνέχεια  ότι υπάρχει αλλά ουσιαστικά δεν την βλέπουμε. Οπότε είναι σαν να μην υπάρχει.

Τέλος, ένα ακόμα μέρος του world-building αφορά τις παραδόσεις περί της ιστορίας των υπερφυσικών όντων που σε γενικές γραμμές δεν είναι κακή. Ίσως είναι το μόνο καλογραμμένο πράγμα σε όλο το βιβλίο.

 

Plot:

Δεν μπορώ να πω πολλά για την πλοκή. Ουσιαστικά σε μεγάλο βαθμό είναι η πλοκή του Twilight saga και έχει πολλά προβλήματα του. Όσοι το έχουν διαβάσει καταλαβαίνουν τι εννοώ. Φαίνεται να είναι καλύτερο αλλά αυτό γίνεται επειδή είναι υποχρεωμένο λόγω κατασκευής να συμπυκνώσει την αρχική πλοκή. Αναλογικά έχει τα ίδια προβλήματα. Δεν μπορώ να πω ότι καθυστερεί να μπει στο κυρίως θέμα αλλά καθυστερεί να το προχωρήσει. Αντίθετα βλέπουμε δευτερεύουσες πλοκές η οποίες είναι άσχετες με την ιστορία και υποτίθεται ότι βοηθούν στην παρουσίαση και ανάπτυξη χαρακτήρων αλλά στην πραγματικότητα δεν το καταφέρνουν. Έχω μιλήσει για τα romances, οι πλοκές τους δεν βγάζουν νόημα απλά υπάρχουν για να τελειώσουν σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα και να βοηθήσει την βασική πλοκή. Που και αυτή έχει το πρόβλημα της ασυνάρτητης δόμησης. Πράγματα γίνονται για να συμβούν χωρίς να έχουν λόγο να γίνονται και χωρίς να βγάζουν νόημα πως διαδραματίζονται ακόμα και με τους κανόνες της ιστορίας. Τα πάντα υπάρχουν και αλλάζουν μορφή και περιεχόμενο ώστε να εξυπηρετηθεί η πλοκή και να καταλήξει αυτή σε συγκεκριμένα σημεία, άσχετα αν ο τρόπος δεν βγάζει νόημα. Είναι μία πλοκή δομημένη με σεναριακή λογική και μάλιστα με κακό τρόπο, αντίστοιχου επιπέδου με το γράψιμο της 8ης σεζόν του GoT. Ακόμα και το τέλος δεν είναι πραγματικό τέλος. Όχι μόνο η πλοκή δεν βγάζει νόημα αλλά αφήνει και ένα σωρό αναπάντητα ερωτήματα που είναι μέρος της κεντρικής υπόθεσης. Γιατί η Γιασμίν ήταν τόσο σημαντική για τα σχέδια της Νεφελίμ; Ποια ακριβώς ήταν αυτά;  Ήξερε η Νεφελίμ την τοποθεσία του κάστρου στην Γερμανία όπως φαίνεται από το flashback ή όχι, και αν ναι γιατί δεν τους κατέστρεψε μαζί με τους υπόλοιπους νωρίτερα ώστε να κάνει τα πράγματα πιο εύκολα για τον εαυτό της; Γιατί δεν μπόρεσε να βρει του Βολκώφ με απλή ανίχνευση των οικονομικών τους δραστηριοτήτων; Γιατί ο Ασάτροι εφόσον οι Ναζί τον έβλεπαν ως θεό και σε αυτόν άρεσε το όραμα τους δεν άρπαξε την ηγεσία του κόμματος ώστε όχι απλά να σώσει την Γερμανία από την ήττα αλλά να την οδηγήσει στην νίκη; Γιατί οι Βολκωφ αφού είχαν την διακυβέρνηση ουσιαστικά της τσαρικής Ρωσίας ( διότι όταν κατέχεις την οικονομία μίας χώρας και κάνεις τα μεγάλα κουμάντα πρακτικά την ελέγχεις) δεν έσωσαν το καθεστώς του Τσάρου από τους μπολσεβίκους και γιατί από όλους τους ανθρώπους διάλεξαν ως σωτήρα τον Ρασπούτιν; Όλος αυτός ο στρατός της Νεφελίμ που βρίσκει το απαραίτητο αίμα για να τρέφεται; Αν κυνηγάνε, κανείς δεν έχει προσέξει τον αριθμό των ανθρώπων που λείπουν; Οι βρικόλακες που προκάλεσαν το τροχαίο γιατί δεν κοίταξαν αν υπήρχε ο στόχος μέσα πριν χτυπήσουν; Η προηγούμενη αποτυχία τους δεν τους έμαθε να μην βασίζονται μόνο στο αμάξι ( εδώ να πω πως η Νεφελίμ και οι υπηρέτες της εμφανίζονται μονίμως τόσο ανίκανοι και ηλίθιοι που δεν γίνονται πιστευτοί ως απειλές σε πλανητικό επίπεδο); Πως βρήκε η οικογένεια της Γιασμίν την Αναέλ στο πάρκο που της επιτέθηκαν; Πως τους βρήκαν οι πλανευτές της Νεφελίμ στο αεροπλάνο; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που προκαλούνται λόγω των κενών στην πλοκή.

 

Συμπερασματικά:

Το πρόβλημα με αυτό το βιβλίο είναι πως αποτελεί μία ιστορία που αντιγράφει σε μεγάλο βαθμό το Twilight saga ενώ προσπαθεί να κάνει τα ίδια πράγματα σε πολύ μικρότερη έκταση. Μπορώ να εκτιμήσω το μνημειώδες έργο που η συγγραφέας είχε να κάνει. Να σετάρει χαρακτήρες  και σύμπαν στα 2/3 ενός βιβλίου και παράλληλα να αφηγηθεί μία ιστορία όταν η Meyer έκανε το ίδιο σε 4 βιβλία. Δυστυχώς δεν θα μπορούσε να γίνει. Το μόνο αντίστοιχου επιπέδου έργο που μου έρχεται στο μυαλό με παρόμοιους στόχους είναι το Batman vs Superman: Dawn of Justice. Αν ο Zack Snyder δεν τα κατάφερε, τότε αμφιβάλλω αν η συγγραφέας θα μπορούσε έστω να το προσεγγίσει.

Είναι ένα βιβλίο στο οποίο για 528 σελίδες δεν σε νοιάζει για κανέναν και για τίποτα. Οι χαρακτήρες είναι κακ
oδομημένοι, το world-building και η πλοκή έχουν τρύπες που προκαλούν ερωτήματα. Ούτε για μία στιγμή δεν μπορεί να με πείσει ότι αυτό που βλέπω είναι αληθινό. Το στυλ πεζού λόγου δεν βοηθάει από την στιγμή που παραφορτώνει το κείμενο. Θεωρητικά υπάρχει ρυθμός στην ιστορία αλλά λόγω του στυλ η ανάγνωση επιβραδύνει σε ρυθμούς χελώνας επηρεάζοντας και τον ρυθμό, κάνοντας να φαίνεται πως δεν υπάρχει. Το romance είναι κριντζάδικο μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Δυστυχώς πολλά προβλήματα της αρχικής πηγής πέρασαν σε αυτό το βιβλίο και ενισχύθηκαν από άλλα που προέκυψαν. Τα προβλήματα δεν θα ήταν αδύνατο να αποφευχθούν αν επιμελητές κειμένου, περιεχομένου και beta-readers μιλούσαν στην συγγραφέα και αυτή ήταν πρόθυμη να τους ακούσει. Και αυτό είναι το κρίμα, πρόκειται για μία ιστορία που στην βάση της το υλικό υπάρχει για να ειπωθεί κάτι πολύ αξιόλογο και αντίθετα πετιέται στον κάλαθο των αχρήστων. Προσωπικά θεωρώ πως όχι απλά είναι κακή romance ιστορία, αλλά κακή ιστορία γενικά.

Επίσης η ποιότητα του βιβλίου ως κατασκευή είναι κακή. Σε 15 μέρες χρήσης άρχισε να αποδυναμώνεται η κόλλα. Η περίληψη από πίσω δεν θα έπρεπε να δίνει την επανασύνδεση των χαρακτήρων εφόσον είναι σημαντικό μέρος της πλοκής. Επίσης, αντίθετα με ότι λέει η περίληψη, η ιστορία δεν είναι epic/high fantasy αλλά paranormal romance. Το epic/high fantasy έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που εδώ δεν εκπληρώνονται. 

Οι μόνοι θεωρώ  που μπορούν να διαβάσουν το βιβλίο χωρίς πρόβλημα είναι μόνο αυτοί που τους αρέσει να διαβάζουν romances που απλά περιέχουν τα tropes τυπωμένα στο χαρτί χωρίς να τους νοιάζει αν η ιστορία είναι πειστική και είναι καλά δομημένη. Τους υπόλοιπους απλά θα τους απογοητεύσει στην καλύτερη, θα κουράσει και θα εκνευρίσει στην χειρότερη.  

Untitled-design-3.png

Edited by Baldwin the Victorius
Link to comment
Share on other sites

  • Φάντασμα changed the title to Οι πλανευτές - Αργυρώ Χαρίτου

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
 Share

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..