Management RObiN-HoOD Posted December 3, 2014 Author Management Share Posted December 3, 2014 Και τώρα πηγαίνετε στο 1ο post για kinder-έκπληξη (πήγαινε ντε σου λέω και σταμάτα να ρωτάς.... ) Επίσης υπενθυμίζουμε να μας γράψετε τη γνώμη σας για το βιβλίο... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
melkiades Posted December 3, 2014 Share Posted December 3, 2014 Ωωω, βιντεάκι! 'Αντε, να δούμε κι εμείς που χάσαμε τη παρουσίαση. Όσο να 'ναι, καλά τα γραπτά βρε Ευθυμία, αλλά εγώ θέλω να σε ακούσω! Δεν μου φτάνει τι να κάνω; 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Δημήτρης Posted December 4, 2014 Share Posted December 4, 2014 (edited) Μόλις το τελείωσα οπότε να 'μαι και εγώ Στα του βιβλίου πρώτα, είναι πραγματικά πολύ ωραίο Όμορφο σχήμα και εξώφυλλο, με ξεκούραστη γραμματοσειρά και καλή επιμέλεια. Δεν ξέρω γιατί, αλλά το περίμενα λίγο πιο μικρό. Οπότε ήταν και αυτό μία ευχάριστη έκπληξη. Ευχαριστώ πολύ τον πανμέγιστο Robin Hood για την δωρεάν αποστολή και ιδίως για τον επικό του πρόλογο χαχα Στα του ψητού τώρα, τα περισσότερα διηγήματα ήταν ωραία. Ελάχιστα δεν βρήκα του γούστου μου αλλά και εκεί, πέρα από την όποια αδιάφορη ιδέα, μου άρεσε το γράψιμο. Δεν υπήρξε δηλαδή κάποιο που να σκέφτηκα ''ουφ, τι είναι αυτά που διαβάζω τώρα'', και αυτό είναι κάτι που λέω με κάθε ειλικρίνεια. Το ποσοστό των καλών ιστοριών λοιπόν σε σχέση με το μεγάλο σύνολο είναι πολύ ικανοποιητικό, αλλά θα ξεχωρίσω τέσσερις: Βάσω Χρήστου: ''Έχεις μόνο μία Ευκαιρία'', Αντώνης- Δημήτρης Μίλησης: ''Συστραμμένο Χέρι'', Κωνσταντίνος Κέλλης: ''Long Hog'' και Γιάννης Παπαδόπουλος: ''Σαράντα Τρία Λεπτά πριν''. Με καλύτερη όλων αυτή της Tiessa την οποία είχα διαβάσει και παλαιότερα, και αυτή ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να την ξαναθυμηθώ. Πολλά- πολλά συγχαρητηρία σε όλους όσους συμμετείχαν στη προσπάθεια, πάντα τέτοιες συγγραφικές και μη επιτυχίες. Edited December 4, 2014 by Δημήτρης 8 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Management RObiN-HoOD Posted December 4, 2014 Author Management Share Posted December 4, 2014 Να ευχαριστήσω τον giorgos lagonas για το video αλλά και τον mman που προνόησε για τις φωτογραφίες. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted December 4, 2014 Share Posted December 4, 2014 (edited) Και μερικές φωτογραφίες από μένα. Κάλλιο αργά παρά αργότερα Edited December 5, 2014 by RObiN-HoOD gallery link added 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted December 6, 2014 Share Posted December 6, 2014 Και άλλες δέκα, στο προηγούμενο άλμπουμ που άνοιξα. Αυτές είναι του Γιώργου Κατσαβού. http://community.sff.gr/gallery/image/4244-pb300001/ Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
stratigos Posted December 14, 2014 Share Posted December 14, 2014 Μπραβο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Natasha Posted May 11, 2015 Share Posted May 11, 2015 (edited) Το καταβρόχθισα σε μία μέρα Ιστορίες που τους έβαλα 10/10 με σειρά ανάγνωσης: Οι ρίζες της ζωής. Κώστας Χαρίτος Συστραμμένο χέρι. Αντώνης-Δημήτρης Μίλησης Χιροσίμα μπαχαλάκι. Ντίνος Χατζηγιώργης Long Hog. Κωνσταντίνος Κέλλης Συναίνεση. Αντώνης Πάσχος Πιο ενδιαφέρουσα εικόνα: η μοτοσυκλέτα στην Laguna Seca του Μιχάλη Μανωλιού. Χαρακτήρας που με έκανε να αντιδρώ πιο έντονα: ο πρωταγωνιστής στο Η τελειότητα στο σκοτάδι του Μιχάλη Γεωργοστάθη. Πιο ικανοποιητικό τέλος: Ο νυχτερινός επισκέπτης της Κιάρας Καλουντζή. Πιο ξεσηκωτική ιδέα: Συναίνεση του Αντώνη Πάσχου. Πολλά μπράβο! 5/5 Edited May 11, 2015 by Natasha Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted May 11, 2015 Share Posted May 11, 2015 Χαρακτήρας που με έκανε να αντιδρώ πιο έντονα: ο πρωταγωνιστής στο Η τελειότητα στο σκοτάδι του Μιχάλη Γεωργοστάθη Είναι αξιαγάπητο ο ατιμος 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted May 11, 2015 Share Posted May 11, 2015 Πιο ξεσηκωτική ιδέα: Συναίνεση του Αντώνη Πάσχου. Α-χα! Ο (Αθηναίος πλέον) Αντώνης Solonor Πάσχος θα ενημερωθεί πάραυτα για τις αναγνωστικές σας προτιμήσεις, κυρία μου. :-) Ευχαριστούμε για την ανάγνωση και τη γνώμη. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Natasha Posted May 11, 2015 Share Posted May 11, 2015 Χαχα! Ναι, να ενημερωθεί πάραυτα ο Solonor! Νιχιλιε, νομίζω σε τόσο σύντομο κείμενο κανένας άνθρωπος δε με έχει εκνευρισει τόσο όσο αυτός που περιγραφεις. Ειναι κι αυτό μια νίκη και μάλιστα στιβαρη!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted May 13, 2015 Share Posted May 13, 2015 Natasha 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted May 23, 2015 Share Posted May 23, 2015 Με τη γνωστή μου χαρακτηριστική καθυστέρηση, να μια παρουσίαση της ανθολογίας στο diavasame.gr από την Αγγέλα Γαβρίλη. Η μηχανική των μύθων 4 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted May 24, 2015 Share Posted May 24, 2015 Πολύ πολύ όμορφη παρουσίαση Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Fan-tasy Posted June 17, 2015 Share Posted June 17, 2015 (edited) Πάρα πολύ ωραίο βιβλίο. Έχει πρωτότυπο τίτλο και ωραίο εξώφυλλο. Διάβασα πολύ ενδιαφέρουσες ιστορίες, που όλες έχουν κάτι ξεχωριστό να πουν. Ακόμα και αυτές που δεν ήταν του γούστου μου, με κράτησαν να τις διαβάσω. Edited June 17, 2015 by Fan-tasy 6 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted November 30, 2015 Share Posted November 30, 2015 (edited) Επειδή σήμερα συμπληρώνεται ένας χρόνος από την παρουσίασή της, κάνω ένα μικρό bump εδώ για να το δουν όσα νέα μέλη δεν γνωρίζουν την ύπαρξή αυτής της ανθολογίας και να τη θυμηθούμε οι υπόλοιποι. Επίσης, με την ευκαιρία αυτή, αντιγράφω εδώ τη γνώμη του μελετητή του ελληνικού Φανταστικού, Σπύρου Βρετού (ο οποίος, δυστυχώς, έφυγε πρόσφατα και πρόωρα) όπως τη διάβασα σήμερα στο τεύχος 22 του περιοδικού Φανταστικά Χρονικά, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε. Ο Βρετός (ο οποίος μας είχε κάνει και την τιμή να παρουσιάσει το βιβλίο, μαζί με τον Δημήτρη Βανέλλη και τη δικιά μας Ευθυμία Naroualis Δεσποτάκη) στο άρθρο του "Ανθολογώντας το Φανταστικό", κατατάσσει την "Εφαρμοσμένη Μυθομηχανική" στην τρίτη και "πιο ενδιαφέρουσα" κατηγορία ελληνικών ανθολογιών (μαζί με τις "9ΕΦ", "Τρεις Ματιές τ' αλλάζουν όλα", "ΕΦΦάνταστες Ιστορίες" και "Ονείρων Σκιές") τα διηγήματα των οποίων επιλέγονται μέσα από ένα ευρύτερο σώμα κειμένων "...κάτι που τους εξασφαλίζει κάποια minimum ποιότητας και ισόρροπου αποτελέσματος. [...] Οι ανθολογίες αυτές περιλαμβάνουν διηγήματα τα οποία καλύπτουν την Ε.Φ., τη Fantasy, τον Τρόμο ή τη Φρίκη και την Παράξενη Μυθοπλασία (Weird Fiction), άρα δίνουν μια ευρύτατη εικόνα του Φανταστικού. Εκτείνονται από το χιούμορ και τη σάτιρα, μέσα από το ρομάντζο και το δράμα, ως την ποίηση και τη φιλοσοφική διάθεση. Είναι έργα ατόμων που ασχολούνται επί μακρόν με το γράψιμο, έχουν -οι περισσότεροι, αν όχι όλοι- δημοσιεύσει αλλού, ενώ αρκετοί έχουν εκδώσει και βιβλία. [...] Αποτελούν έναν σαφή, ευρηματικό και δημιουργικό καθρέφτη της χώρας. Και σίγουρα θα αποτελέσουν έναν πολύ καλό οδηγό για το ποιανού τα βιβλία θα αγοράσετε. (Κατά τη γνώμη μου: όλων)." Edited November 30, 2015 by mman 8 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
nikosal Posted September 7, 2016 Share Posted September 7, 2016 (edited) Διάβασα το καλοκαίρι το βιβλίο, με μεγάλη καθυστέρηση, αποκομίζοντας έτσι μια εικόνα από τις βιβλιοθήκες του φόρουμ. Κάτι που μου έλειπε, αφού τα τελευταία πέντε έξι χρόνια δεν έχω ανατρέξει στις βιβλιοθήκες συστηματικά. Ενδεικτικό ότι από τα διηγήματα που περιλαμβάνονται στη «μυθομηχανική», είχα διαβάσει μόλις δύο. Μερικές σκέψεις μου: Σταδιακά στη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά ιδιαίτερα μετά το 1930, δημιουργήθηκε αυτό που σήμερα αναγνωρίζουμε ως σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Δεν ήταν αυτονόητο ότι θα δημιουργούταν μια «εθνική» λογοτεχνία -τέτοια που να μπορείς δηλαδή να την ξεχωρίσεις από την ευρωπαϊκή- ωστόσο «συνέβη» ως έργο ορισμένων λογοτεχνών που έγραψαν την περίοδο που η Ελλάδα άλλαζε ραγδαία. Υπήρχε δηλ. μια αφορμή, ένα υπόβαθρο, μια κοινωνική έμπνευση. Για αυτό στα έργα τους παρατηρεί κανείς πίσω από τους χαρακτήρες τον κεντρικό ρόλο της Ελλάδας που αλλάζει, των πόλεων που μεγαλώνουν, των νέων κοινωνικών σχέσεων, των μεγάλων γεγονότων κλπ.Δεν πάω να γράψω θεωρία -σταματώ λοιπόν εδώ. Θέλω απλώς να παρατηρήσω ότι η σύγχρονη ελληνική εφ (υποπτεύομαι και φάνταζι, χωρίς να την ξέρω εξίσου καλά), όπως εν μέρει εκφράζεται στα διηγήματα της μυθομηχανικής, δεν εμπνέεται από κάτι ανάλογο. Εκ των πραγμάτων, το βίωμα των Ελλήνων εφ συγγραφέων τις περισσότερες φορές δεν είναι κοινωνικής προέλευσης, αλλά η εικόνα της λογοτεχνίας του φανταστικού που προσλαμβάνουν από τις διεθνείς τάσεις. Για αυτό και το αποτέλεσμα μου φαίνεται συχνά «διεθνής» εφ, γραμμένη στην ελληνική γλώσσα.Με πειράζει; Και ναι, και όχι. Γιατί όχι: Γιατί μου αρέσει να διαβάζω ένα - δυο καλά διηγήματα τη βδομάδα, ψάχνοντας καλές ιδέες, καλά δοσμένους χαρακτήρες, καλή χρήση του λόγου, υψηλή αισθητική στη μορφή και όλα τα ποιοτικά γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν ένα καλό έργο, και ας προέρχονται από όπου προέρχονται. Από Έλληνες ή Αμερικανούς συγγραφείς. Και γιατί ναι: γιατί έχω την αίσθηση (και μπορεί κάλλιστα να κάνω λάθος...) ότι χωρίς την κοινωνική έμπνευση ως στήριγμα, το αποτέλεσμα είναι φτωχότερο. Διαβάζοντας την «Εφαρμοσμένη Μυθομηχανική» (που παρεμπιπτόντως, ήταν πολύ καλός τίτλος) βρήκα αρκετά διηγήματα που μου φάνηκαν αδύναμα. Στην ιδέα, στην ανάπτυξή της, κάποιες φορές επιπλέον στη γλώσσα. Ακόμα και διηγήματα συγγραφέων, των οποίων προηγουμένως έχω διαβάσει πολύ καλές ιστορίες. Τι ξεχώρισα: Το «φαρμάκι» του Ελευθέριου Κεραμίδα, για το έξυπνο μείγμα της μαγείας με την επιστήμη. Το βρήκα κάπως αδύναμο στο τελείωμά του. Τις «ρίζες της ζωής» του Χαρίτου. Νομίζω ότι τις «ρίζες» τις ξεχώρισα γιατί μου αρέσει γενικώς ο τρόπος του Χαρίτου, αλλά συγκεκριμένα εδώ μου άρεσε η «μεγάλη» ιδέα που προσπάθησε να αφηγηθεί, αν και ο χειρισμός της (και οι επιπτώσεις της) μου φάνηκαν τραβηγμένες και αναληθοφανείς. Ο «νυχτερινός επισκέπτης» της Κιάρας ήταν αντίθετα μια «μικρή» αλλά καλή ιδέα, σε ωραίο σκηνικό (στο κρεβάτι με έναν/μία άγνωστο, τη νύχτα...) αλλά ο λόγος του αφηγητή μου φάνηκε παράταιρος. Θα μιλούσε πράγματι τόσο αναλυτικά, τόσο περιγραφικά, τόσο χαλαρά, από την αρχή; Το «Χιροσίμα Μπαχαλάκι» είναι ένα καλό διήγημα για το ταξίδι στο χρόνο, πάνω στον περιορισμό του διαγωνισμού (πρόλογος Dain...) αν και, όπως και στην πρώτη ανάγνωση, βρίσκω αδύναμο το τελευταίο μέρος. Δίκαια πάντως είχε κερδίσει τότε (παρένθεση: Το «Μάλλον Ουαλοί» δεν το κρίνω, δημοσιεύθηκε πρώτα αλλού και δεν αποτελεί προϊόν του φόρουμ).Άφησα τελευταία τα δύο διηγήματα που βρήκα ανώτερα όλων. Η «τελειότητα στο σκοτάδι» του Μιχάλη Γεωργοστάθη στηρίζεται σε μια πολύ καλή ιδέα, γραμμένη με σχεδόν άρτιο, ζωντανό, επιδέξιο τρόπο, που μας βάζει κατευθείαν μέσα στο μυαλό του πρωταγωνιστή. Εντυπωσιάστηκα όμως από τα «σαράντα τρία λεπτά πριν» του Γιάννη Παπαδόπουλου, για τη δύναμη της ιδέας αλλά και του λόγου. Θα ομολογήσω ότι είναι το μόνο διήγημα της ανθολογίας που σκέπτομαι ακόμα, είκοσι μέρες μετά την ανάγνωσή του, και σίγουρα ένα από τα δυο, τρία καλύτερα που έχω διαβάσει φέτος. Από σύμπτωση είναι επίσης το λιγότερο «διεθνές» της ανθολογίας, με το περιεχόμενο που έδωσα στον όρο παραπάνω. Edited September 7, 2016 by nikosal 6 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted September 7, 2016 Share Posted September 7, 2016 O.T. Σταδιακά στη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά ιδιαίτερα μετά το 1930, δημιουργήθηκε αυτό που σήμερα αναγνωρίζουμε ως σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Ελπίω με αυτό να μην υπονοείς ότι πριν το 1900-1930 δεν υπήρχε νεοελληνική λογοτεχνία καθόλου, διότι έτσι διαγράφονται συγγραφείς όπως ο Παπαδιαμάντης, ο Ξενόπουλος, ο Καρκαβίτσας κλπ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
heiron Posted September 7, 2016 Share Posted September 7, 2016 Εμένα μου φάνηκε ότι μίλησε για "σύγχρονη ελληνική" όχι με την έννοια της "νεοελληνικής" αλλά σαν μια μορφή που διαφοροποιήθηκε από την "πρώιμη" νεοελληνική λογοτεχνία και έφτασε μέχρι τη σημερινή εποχή. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted September 7, 2016 Share Posted September 7, 2016 Εμένα μου φάνηκε ότι μίλησε για "σύγχρονη ελληνική" όχι με την έννοια της "νεοελληνικής" αλλά σαν μια μορφή που διαφοροποιήθηκε από την "πρώιμη" νεοελληνική λογοτεχνία και έφτασε μέχρι τη σημερινή εποχή. Αυτό ελπίζω κι εγώ να εννοούσε. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted November 22, 2017 Share Posted November 22, 2017 Το διάβασα πρόσφατα -άργησα μάλλον. Είναι απ' τις συλλογές που χαίρομαι που έχω διήγημα μέσα. Τα περισσότερα τα ήξερα, αλλά τα θυμήθηκα. Απ' όσα δεν είχα διαβάσει με εντυπωσίασαν ο Νυχτερινός Επισκέπτης, το συστραμμένο χέρι και τα σαράντα τρία λεπτά (άραγε τυχαία μπήκε κοντά στη συναίνεση; ) Το Laguna Seca δεν το βάζω με τα υπόλοιπα, γιατί περίμενα ακριβώς αυτό που πήρα. Στα έξτρα συν πως ο συγγραφέας σε πείθει για τις γνώσεις του στους αγώνες ταχύτητας (μήπως πρέπει να σε πάρω Θριάσιο μια μέρα;) Εντάξει, τα "Έχεις μόνο μία ευκαιρία", "Το τραγούδι απ' το σακούλι", "Φαρμάκι" και "Οι ρίζες της ζωής" τα ήξερα καλά και τα θυμόμουν. Το διήγημα που για μένα ξεχωρίζει από τη συλλογή πάντως, είναι η τελειότητα στο σκοτάδι του Μιχάλη. Γαμάτο. Γουατ δε φακ μπρο; 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted November 23, 2017 Share Posted November 23, 2017 22 hours ago, Solonor said: 1) [...]και τα σαράντα τρία λεπτά (άραγε τυχαία μπήκε κοντά στη συναίνεση; ) 2) Το Laguna Seca δεν το βάζω με τα υπόλοιπα, γιατί περίμενα ακριβώς αυτό που πήρα. Στα έξτρα συν πως ο συγγραφέας σε πείθει για τις γνώσεις του στους αγώνες ταχύτητας (μήπως πρέπει να σε πάρω Θριάσιο μια μέρα;) 1) Όχι, βέβαια. Η θέση των διηγημάτων στο βιβλίο είναι τέτοια που, αν ο αναγνώστης τα διαβάσει με τη σειρά, να μεταφέρεται όσο πιο ομαλά γίνεται από το ένα είδος / θέμα / περιβάλλον στο άλλο. Οπότε το "Σαράντα τρία λεπτά πριν" και το "Συναίνεση" έπρεπε αναγκαστικά να είναι δίπλα δίπλα. 2) Η εμπειρία του συγγραφέα στους αγώνες ταχύτητας περιορίζεται σε μερικές δεκάδες ώρες τηλεοπτικής παρακολούθησης, όποτε he did his homework. Thx! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Baldwin the Victorius Posted November 21, 2021 Share Posted November 21, 2021 Μυθομηχανική:η επιστήμη που δίνει στο μύθο κίνηση και ζωή. Που τον παίρνει από το μακρινό και άπιαστο κόσμο των ονείρων και τον φέρνει δίπλα μας. Σ' αυτό τον τόμο θα βρείτε είκοσι δύο εφαρμογές αυτής της επιστήμης, που τόσο απαραίτητη είναι στην καθημερινή ζωή. Είκοσι δύο ιστορίες του φανταστικού, από μια ομάδα συγγραφέων που μοιράζονται την αγάπη για τη φαντασία, την επιστημονική φαντασία και τον τρόμο, για τους κόσμους του ονείρου και του εφιάλτη, του μέλλοντος ή ενός διαφορετικού παρόντος. Αν αναρωτιέστε τι κρύβει ένα συστραμμένο χέρι, τι μπορεί κανείς ν' αγοράσει με μόνο δύο Ζαΐρ, ποιος λέει το τραγούδι απ' το σακούλι, τι συνέβη σαράντα τρία λεπτά πριν ή γιατί έχεις μόνο μια ευκαιρία, ανοίξτε το εξώφυλλο και ταξιδέψτε. Αυτό το βιβλίο αποτελεί μία συλλογή ιστορίων από διάφορους συγγραφείς του sff. Αντί να μιλήσω συνολικά για τον τόμο λόγω του αριθμού των ιστοριών θεωρησα καλύτερο να μιλήσω για το καθένα ξεχωριστά. Ας ξεκινήσουμε. Έχεις μόνο μία ευκαιρία: σελ. 24 Ακριβώς, ποιος; Υποτίθεται ότι πρέπει να επιθυμήσεις τον θησαυρό. Πως ακριβώς επιθύμησε να χρησιμοποιήσει το βιβλίο για να καταγράψει το οτιδήποτε ώστε αυτός να εμφανιστεί; Δεν το επιθύμησε, ούτε καν συνειδητοποίησε τι είναι το βιβλίο. Απλά το υπέθεσε βασισμένος ουσιαστικά στο τίποτα. Και εφόσον δεν τον είχε αναζητήσει, αυτός γιατί αποκαλύφθηκε; σελ. 28: Νωρίτερα δεν είχε πει ότι τον έγδυσε η Ζιμέρθα για να μην έχει τίποτα δικό του; Γιατί άφησε την πένα; Διότι ως καλαμένια πένα, όσο μικρή και να είναι λόγω όγκου φαίνεται με γυμνό μάτι. Ειδικά σε μαλλιά χτενισμένα σε πλεξίδα όπου τέτοια αντικείμενα όσο μικρά και να είναι δεν κρύβονται. Γιατί λοιπόν η Ζιμέρθα το άφησε; Η πλοκή και η υπόθεση της ιστορίας είναι πολύ απλή. Δεν είναι εγγενώς κακό κάτι τέτοιο, ίσα-ίσα που για διηγήματα αυτό ενδείκνυται για αρκετές περιπτώσεις. Θα μπορούσε λοιπόν να γραφτεί στην μισή έκταση – αντιθέτως οι σελίδες γεμίζουν με ατέρμονες περιγραφές που από ένα σημείο και μετά θεωρώ πως δεν έχουν λόγω ύπαρξης. Κατανοώ για ποιο λόγο ένα μέρος του αναγνωστικού κοινού εκθειάζει τέτοιου είδους γράψιμο, δεν παύει όμως ένα τέτοιο γράψιμο να είναι ελαττωματικό. Η πλοκή κυριολεκτικά προχωράει με ρυθμούς χελώνας χωρίς να χρειάζεται, δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανάπτυξη χαρακτήρα και ο τελικός σκοπός φτάνει σχεδόν στο τέλος του από τον πρωταγωνιστή με πολύ εύκολο τρόπο ( όσο και αν η συγγραφέας προσπαθεί να το κρύψει ). Τα προβλήματα στην πλοκή δεν βοηθάνε τα οποία δεν θα υπήρχαν αν είχε αφιερωθεί επιπλέον σκέψη πάνω στην εξέλιξη της πλοκής και την ιστορία. Αν και τεχνικά η ιστορία είναι πολύ καλή, αποτυχαίνει στο να προκαλέσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη με την υπόθεση, τους χαρακτήρες, την εξέλιξη της πλοκής και να τραβήξει την προσοχή του μακριά από τα όποια ελαττώματα και είναι κρίμα γιατί η ιδέα και το περιεχόμενο ( τα υλικά πίσω από κάθε ιστορία) έχουν την ποιότητα που χρειάζεται. Η συγγραφέας αντί να ασχοληθεί με την ίδια την ιστορία ασχολήθηκε με τον στολισμό του κειμένου και παρασύρθηκε από αυτό. Αυτό είναι κάτι που ισχύει και για άλλες ιστορίες αυτής της συλλογής και αυτό θα εννοώ όταν θα λέω ότι οι εκάστοτε ιστορία είναι αδιάφορη. ( 2,5/5) Το τραγούδι απ’ το σακούλι: Το κείμενο είναι αυτό που θα λέγαμε plotless διήγημα. Δεν υπάρχει πλοκή, με το ζόρι υπάρχει υπόθεση. Αυτό που υπάρχει είναι η ιδέα πίσω από το διήγημα και μία αφήγηση στα όρια της λεκτικής διάρροιας. Το ίδιο πράγμα επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά επί 7 σελίδες κάνοντας την ανάγνωση κουραστική στην καλύτερη. Το τέλος είναι απλά αδιάφορο ακριβώς επειδή η αφήγηση δεν τραβάει το ενδιαφέρον. ( 2/5) Φαρμάκι: Είναι ένα διήγημα με ενδιαφέρουσα ιδέα. Το ενδιαφέρον εδώ έγκειται ουσιαστικά στην απάντηση του εξής ερωτήματος: πως ένας μάγος θα ασκούσε την τέχνη του στην σύγχρονη εποχή έχοντας στην διάθεση του το αντίστοιχο επίπεδο τεχνολογίας. Κρίμα που η ιδέα δεν εξερευνήθηκε περισσότερο. Η αρχή του διηγήματος είναι καλή καθώς τραβάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και καταφέρνει να το κρατάει. Δυστυχώς προς το τέλος το χάνει διότι προχωρά σε φιλοσοφικές αναλύσεις αφήνοντας την ιστορία σε δεύτερη μοίρα. ( 3,5/5) Οι ρίζες της ζωής: Πρόκειται για ένα κείμενο που ίσα που έχει πλοκή και υπόθεση. Σε αυτό το θέμα είναι πολύ απλοϊκό και παρόλο που τεχνικά έχει μία ποιότητα, κανονικά δεν θα ξεχώριζε μιας και αυτό είναι στην ουσία μία φιλοσοφική ανάλυση ( και ο μέσος αναγνώστης ενδιαφέρεται για την ιστορία και όχι για την όποια ανάλυση ). Σε αντίθεση όμως με τους περισσότερους ΄΄συγγραφείς΄΄, αυτός μιλάει για πραγματικά σοβαρά θέματα, τα αντιμετωπίζει με την αρμόζουσα σοβαρότητα και για αυτό θεωρώ πως στέκεται πιο ψηλά από την μέση ιστορία με ΄΄νόημα΄΄. Μιλάει κυρίως για την επιθυμία αρκετών ανθρώπων να επιλύσουν μία δυσάρεστη κατάσταση όχι λύνοντας την αλλά κάνοντας πως αυτή δεν υπάρχει, απαγορεύοντας μάλιστα σε όλους να μιλάνε για αυτήν. Σαν τους ανόητους της πολιτικής ορθότητας που νομίζουν πως τα πραγματικά σημαντικά προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών θα πάψουν να υπάρχουν αν σταματήσουμε να μιλάμε για αυτά, αν σταματήσουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, αν τους δώσουμε άλλο όνομα ή εφεύρουμε άλλες λέξεις για αυτά. Αν αντί να δούν την πραγματικότητα όπως αυτή όντως είναι και όχι όπως θέλουν να είναι για να επιβεβαιώσει ο καθένας την κοσμοθεωρία του, τα γούστα του και τις επιλογές του. Αν αντί να αποδώσουν την ύπαρξη μίας κατάστασης στις πραγματικές της αιτίες την αποδώσουν σε ψεύδη μόνο και μόνο για να κοιμούνται ε ήσυχοι τα βράδια και να νιώθουν καλά με τον εαυτό μας. Για την αφροσύνη τους να προσπαθήσουν να ελέγξουν την πραγματικότητα τροποποιώντας το λεξιλόγιο, διαγράφοντας λέξεις, εισάγοντας άλλες καινούργιες και αλλάζοντας τα νοήματα τους. Για την απόπειρα επιβολής της θέλησης τους σε όλους τους άλλους επεμβαίνοντας στο μυαλό τους και όταν αυτό δεν είναι αρκετό να επιδιώκουν την εξόντωση τους σε κάθε επίπεδο και κάθε τρόπο, ακόμα και στο σωματικό. Την προσπάθεια τους να αμαυρώσουν την υπόληψη όλων όσων διαφωνούν με την νοοτροπία τους και αντιδρούν στις πράξεις τους. Είναι ένα διήγημα που συσχετίζεται με τον σύγχρονο κόσμο μιας και μέθοδοι που περιγράφονται σε αυτό επιστρατεύονται ενάντια σε όλους όσους διαφωνούν με τους υπέρμαχους της πολιτικής ορθότητας, του ευνουχισμού της σκέψης και της κοινωνικής μηχανικής ενάντια στην θέληση της πλειοψηφίας και το μόνο που καταφέρνουν να αποδεικνύουν είναι την πραγματική φύση τους , την υποκρισία τους και κυρίως την κενότητα των ιδεών τους. Η συσχέτιση αυτή φαίνεται στην αντιμετώπιση των πλειοψηφιών των κοινωνιών τις τελευταίες δεκαετίες, όμως γίνεται απόλυτα ξεκάθαρη στην σήμερον ημέρα με την πανδημία και την αντιμετώπιση των σκεπτικιστών: αντί της επιλογής της πειθούς με την παράθεση επιχειρημάτων στην βάση της επιστημονικής μεθοδολογίας και σκέψης ( όπως πρέπει να γίνεται, όχι απλά επειδή είναι επιστημονικό ζήτημα αλλά επειδή έτσι γίνεται συζήτηση για κάθε σοβαρό θέμα ) επιλέγεται η λασπολογία, η δολοφονία χαρακτήρα, η καταδίωξη ανθρώπων σε κάθε έκφανση της κοινωνίας και η διαστρέβλωση της επιστήμης και της γλώσσας. (5/5) Νυχτερινός Επισκέπτης: Δεν έχω πολλά να πω για το συγκεκριμένο διήγημα. Η ιδέα του είναι απλή και έχει να κάνει με το trope του Άγγελου του Θανάτου στα υποψήφια θύματα. Αποτελεί τις περισσότερες φορές πρώτης τάξεως υλικό για συγγραφή τρόμου ή θρίλερ. Το ίδιο θα μπορούσε να γίνει και εδώ, μία καλή ιστορία τρόμου αν η συγγραφέας δεν έχανε τον καιρό της με ανούσιες περιγραφές αλλά αντιθέτως ασχολιόταν με την ιστορία. Και είναι κρίμα γιατί έχω ακούσει πολλά για τις ικανότητες της συγγραφέως και εδώ δεν βλέπω κάτι που να επιβεβαιώνει την φήμη της. ( 3/5) Η τελειότητα στο σκοτάδι: Σαν διήγημα δεν είναι κακό. Ίσα-ίσα που επιτέλους βλέπω χαρακτήρες να μιλούν και να δρουν σαν φυσιολογικοί άνθρωποι και η ιστορία να εξελίσσεται με φυσιολογικό τρόπο και κάτι τέτοιο είναι ενδεικτικό της ικανότητας του. Δομικά είναι όπως πρέπει. Το πρόβλημα είναι αλλού. Το πρώτο και λιγότερο σημαντικό είναι το γράψιμο κάποιων εκφράσεων, που είναι περίεργο στα όρια του γελοίου χωρίς να υπάρχει λόγος όπως σελ. 75 ΄΄κάνει την λίμπιντο μου να χλιμιντρίζει σαν αφηνιασμένο άτι΄΄. Καταλαβαίνω τι πήγε να δείξει εδώ αλλά σίγουρα υπάρχει και καλύτερος τρόπος από μία μεταφορά τύπου Τρελές σφαίρες. Δεν υπάρχει κάποια ένταση ως τώρα ώστε να λειτουργήσει ως κάποιο είδους comic relief και δεν συνδυάζεται με το γενικότερο ύφος και τόνο της ιστορίας. Το δεύτερο και σημαντικότερο έχει να κάνει με το τέλος. Από μόνο του δεν είναι πρόβλημα. Αυτό που θέλει να κάνει το πετυχαίνει. Το πρόβλημα είναι πως δεν ταιριάζει ιδιαίτερα με την όλη ιστορία στο θέμα του ύφους. Η ιστορία μέχρι περίπου το τέλος μοιάζει με ένα διήγημα περίπου fantasy και στο τέλος ξαφνικά γίνεται τρόμου. Μόνο που αυτό γίνεται φανερό στο τέλος και όχι από την αρχή όπως θα έπρεπε και καταφέρνει απλά να υπάρχει ασυνέπεια στο τόνο της ιστορίας – και είναι σημαντικό να μην υπάρχει ώστε οι αναγνώστες να γνωρίζουν τουλάχιστον τι είδους ιστορία διαβάζουν. Και είναι κρίμα γιατί είναι ενδιαφέρουσα ιδέα με δύο επίπεδα ανάγνωσης. Θα πει βέβαια κάποιος ότι στο τέλος γίνεται ξεκάθαρο ότι από την αρχή ήταν ιστορία τρόμου και το έδειχνε. Η απάντηση είναι πως όχι, στην καλύτερη έκανε ένα είδος αόριστης προοικονομίας που αφενός δεν είναι αρκετό και αφετέρου ακριβώς λόγω αοριστίας μπορούσε να ερμηνευτεί κατά το δοκούν. Δεν γίνεται έτσι δουλειά. Τρίτον, ένα σημαντικό θέμα πλοκής. Ο τύπος ήταν υπεύθυνος για την εξαφάνιση τόσων γυναικών. Ούτε ένας δεν αναρωτήθηκε για αυτές; Ούτε ένας δεν τις έψαξε; Ούτε ένας δεν σκέφτηκε να ψάξει τον τύπο με τον οποίο τις είδαν μαζί για τελευταία φορά; ( 3,5/5) Συστραμμένο χέρι: Δεν είναι κακό διήγημα. Έχει ενδιαφέρουσα ιδέα που την εκτελεί αρκετά καλά, χρησιμοποιεί όλα τα tropes και τις τεχνικές που χρειάζεται για να καλλιεργηθεί η ατμόσφαιρα τρόμου και καταφέρνει να κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Θα ήταν καλύτερη ιστορία αν έλειπε εκείνη η βλακώδης ιδέα με τα μπονσάϊ, εκεί είναι που χάνει σε πειστικότητα το διήγημα. Όσοι ασχολούνται με την καλλιέργεια και κατασκευή τους γνωρίζουν πως μόνο έτσι παίρνουν τα γνωστά σχήματα τους. Αν αντί για μπονσάι μιλούσε για κανονικά φυτά θα ήμουν πιο πρόθυμος να πιστέψω την ιδέα ( αν και οι ίδιες αρχές εφαρμόζονται και στην περίπτωση τους ). Αν έβαζε τον πατέρα να ανησυχεί από την αρχή θα το πίστευα ακόμα πιο εύκολα. Εφόσον αυτός δεν ανησυχεί γιατί να ανησυχεί ο αναγνώστης; Ναι, προσπαθεί να χτίσει το αίσθημα της αγωνίας. Το πρόβλημα όμως είναι πως πρόκειται για μία κατάσταση που έχει εμφανιστεί εδώ και πολύ καιρό – θα είχε νόημα το άγχος και η αγωνία να υπήρχαν εξαρχής. Με λίγα λόγια έχουμε εδώ μία ιδέα η οποία ταιριάζει σε ιστορία μεγαλύτερης έκτασης που προσπαθεί να χωρέσει σε λιγότερες σελίδες από όσες χρειάζεται, με ότι προβλήματα αυτό προκαλεί. ( 3,5/5) Ένα τραγούδι για τον Γιόρας: Είναι μία κλασσική ιστορίας ενός μετα-αποκαλυπτικού κόσμου όπου η κεντρική ιδέα είναι μία παραλλαγή της ιστορίας από την σειρά ταινιών Ο Πλανήτης των Πιθήκων με την ανθρωπότητα και τον πολιτισμό της να εξαφανίζεται και να αντικαθιστάται από ένα άλλο είδος. Πρόκειται για μία ιστορία που τεχνικά στα βασικά μέρη της είναι καλοφτιαγμένη και έχει μία ιδέα με δυνατότητες – παρόλο που την έχουμε δει 1.000.000 φορές – αποτυχαίνει για μία πλειάδα λόγων. Τα περισσότερα προβλήματα της έχουν την ρίζα τους στις φιλοσοφικές αναλύσεις της ιστορίας ( τι πρωτότυπο ). Π.χ.: Σελ. 106 ΄΄ Ο Γιόρας ήταν κάτι σαν θεός στα μάτια τους. Όχι ότι πίστευαν βέβαια σε κάτι τέτοια πράγματα΄΄ ( Αν δεν πίστευαν σε μία θεότητα τότε πως είναι δυνατόν να τον βλέπουν έτσι; Αγαπητέ συγγραφέα, δεν μπορείς να μου παρουσιάζεις μία κοινωνία που είναι αθεϊστική/αγνωστικιστική και ταυτόχρονα εκδηλώνουν τα γνωρίσματα μίας θεϊστικής κοινωνίας. Ή το ένα είναι ή το άλλο. Μιλάω βέβαια για πραγματικούς άθεους/αγνωστικιστές, όχι για αθεϊστές και τα παρακλάδια τους. ) Σελ. 113 ΄΄ Δεν ξέρεις πόσους αιώνες σπατάλησαν οι άνθρωποι ελπίζοντας σε κάτι ή κάποιον να τους σώσει. Από την δυστυχία τους, από τη φτώχεια, από τον θάνατο τον ίδιο. Και δεν ξέρεις πόσο μίσος ξόδεψαν σ’αυτές τις ελπίδες τους.΄΄ ( Θα έλεγα πως ούτε εσύ ξέρεις μιας και υποτίθεται ότι είσαι τέκνο της εποχής που η ανθρωπότητα είχε ήδη καταρρεύσει. Είναι από τους λόγους που θεωρώ τέτοιες ιστορίες μετριότητες στην καλύτερη – με το ζόρι έχουν αξία από μόνες τους και προσπαθούν να αποκτήσουν εκφράζοντας θολές και ακαθόριστες ιδέες με απίστευτη αοριστολογία χωρίς να εξηγούν πως και γιατί. Βέβαια σε τέτοια περίπτωση υπάρχει αφήγηση ιστορίας αλλά κύρηγμα.) Σελ. 113: ΄΄Κάποιοι πρόγονοι μου πίστευαν ότι όταν κάποιος πεθάνει, κάθεται μετά πάνω σε ένα σύννεφο στον ουρανό και μας κοιτάζει ( Αυτό μπορεί να το πίστευαν οι λαϊκές μάζες μέχρι τα τέλη του Μεσαίωνα. Και πάλι είναι ένα μεγάλο μπορεί, από την στιγμή που είναι γνωστό το επίπεδο γνώσεων ανά εποχή και τόπο και από την στιγμή που το περιεχόμενο του χριστιανικού δόγματος – διότι αυτό σχολιάζεται – είναι πολύ συγκεκριμένο πάνω στο θέμα. Όταν αγαπητέ συγγραφέα θες να κάνεις ισχυρισμούς πάνω στο ιστορικό παρελθόν καλό είναι να μπορείς να το τεκμηριώνεις και όχι να πετάς θολές φιλοσοφίες. ) Από εκεί και μετά υπάρχουν προβλήματα πειστικότητας που προέρχονται από τον πυρήνα της ιδέας . Όταν η διαδοχή πληθυσμών γίνεται με γενοκτονικό πόλεμο, αυτός δεν σταματάει μέχρι το ένα από τα δύο είδη να εξοντωθεί πλήρως ( υπάρχουν εξαιρέσεις στις περιπτώσεις τεχνητής νοημοσύνης). Επομένως δεν υπάρχει λόγος η εξόντωση να έχει σταματήσει και η εξήγηση που δίνεται είναι αδύναμη. Από την άλλη δημιουργούνται ερωτήματα που δεν απαντιούνται: Πως και γιατί ξεκίνησε ο πόλεμος, πότε και πως εμφανίστηκε άλλο νοήμων είδος, πως αυτό ξέφυγε από κάθε έλεγχο ώστε να μπορεί να ξεκινήσει την σύγκρουση; Κρίμα που έχουμε δει την ιδέα αυτή, όπως και τα περί παρακμής του ανθρώπινου πολιτισμού πολύ καλύτερα εκτελεσμένες σε άλλες ιστορίες. Ή άλλη ιδέα που ασχολείται και που ως φαίνεται αποτελεί το κύριο θέμα της ιστορίας είναι η βλαπτικότητα της εναπόθεσης ελπίδων σε μεσσίες ( κυριολεκτικά και μεταφορικά ) και πως ο άνθρωπος μόνος του μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Δεν θα ασχοληθώ με την κακή εκτέλεση της ιδέας λόγω έλλειψης context ( που ο συγγραφέας δεν θεώρησε ότι χρειάστηκε γιατί βασίζεται στην μετα-αφήγηση ) αλλά στο πόσο κακή είναι η ιδέα στον πυρήνα της. 1) Ο άνθρωπος εκ της φύσεως του είναι ένα ιεραρχικό είδος και φτιάχνει αντίστοιχες κοινωνίες και πολιτικά/πολιτειακά συστήματα. Ακόμα και τα δημοκρατικά συστήματα βασίζονται στην ιεραρχία με μία βασική διαφορά: η βάση ελέγχει την κορυφή. Στις περιπτώσεις αυταρχικών καθεστώτων ( είτε είναι κομμουνιστικά – ή οποιασδήποτε άλλης μαρξιστικής φύσης – είτε φασιστικά είτε ναζιστικά ) προηγήθηκε περίοδος ανωμαλίας που έθεσε σε κίνδυνο την φυσική και ψυχική επιβίωση των ανθρώπων οι οποίοι θεώρησαν ότι η επιβίωση και η ασφάλεια είναι πιο σημαντικά από την ελευθερία. Στην σήμερον ημέρα απλά χρειάζεται να πείσεις τους υπόλοιπους ότι ο κίνδυνος υπάρχει – άσχετα αν αυτός είναι αποκύημα φαντασίας – με το ερώτημα να είναι αν οι άνθρωποι θα λειτουργήσουν ως πολίτες ή ως υπήκοοι. Να τα πραγματικά ερωτήματα με τα οποία ο συγγραφέας θα μπορούσε να ασχοληθεί: ανταλλαγή των ελευθεριών με το αίσθημα της ασφάλειας και αν άνθρωποι θα λειτουργήσουν ως πολίτες ή θα αποδεχθούν την μοίρα τους να καθορίζεται από άλλους ως υπήκοοι. Αντίθετα ο συγγραφέας αποφάσισε να βάλει μία ψευδοανάλυση στα όρια της ανέξοδης συνθηματολογίας. Και μπορεί να αντιμετωπιστεί με την αντίστοιχη σοβαρότητα. 2) Ο δεύτερος λόγος που η ιδέα είναι κακή έγκειται στο ηθικό επίπεδο της. Ουσιαστικά λέει πως ο άνθρωπος δεν χρειάζεται την ύπαρξη ενός ανώτερου όντος και κατ’επέκτση ενός ανώτερου προορισμού ώστε να νιώθει ολοκληρωμένος, αλλά αρκεί η δική του οντότητα από μόνη της. Είναι μία νοοτροπία που στην πραγματικότητα με την απομάκρυνση ανώτερων όντων θεοποιεί τον άνθρωπο βάζοντας αυτόν στην θέση τους. Η ανθρώπινη φύση όμως είναι ελαττωματική και όταν αυτή παίρνει την θέση αλήθειας εξ αποκαλύψεως θα παράγει πάντα στρεβλά αποτελέσματα. Δεν χρειάζεται να πάμε σε δυστοπικές ιστορίες για να το δούμε, η ανθρώπινη εμπειρία αρκεί. Τα αυταρχικά καθεστώτα του 20ου αιώνα πάνω σε αυτή την βάση έχτισαν την ιδεολογία τους και όλοι ξέρουμε τα αποτελέσματα. Ακόμα όμως και στην σύγχρονη εποχή που η ανθρώπινη ηθική και δη η προσωπική έχει πάρει την θέση σε τόσους τομείς του θρησκευτικού δόγματος μπορούμε να δούμε την κατάληξη μίας τέτοιας επιλογής, με την κατάπτωση της ανθρώπινης διάνοιας και πνεύματος επίπεδο ψυχοπάθειας και πισωγύρισμα του ανθρώπου την εποχή που υπάκουε στα ζωώδη ένστικτα του. Ουσιαστικά ως είδος δεν είμαστε έτοιμοι πνευματικά και ψυχονοητικά για να χειριστούμε μία τέτοια δύναμη, εκτός και αν μετατραπούμε σε κάτι μη ανθρώπινο. Αλλά ως φαίνεται ο συγγραφέας δεν μπήκε στην διαδικασία να το σκεφτεί ιδιαίτερα ( και αναρωτιούνται μετά γιατί τους κράζω ). Με λίγα λόγια είναι μία ιστορία που την έχουμε ξαναδεί ένα σωρό φορές, με αναζητήσεις πάνω σε υψηλά νοήματα που δεν είναι ούτε υψηλά ούτε αναζητήσεις και μία υπόθεση και πλοκή που με το ζόρι βγάζει νόημα. ( 2/5) Μόνο δύο ζαΐρ: Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να πω για αυτό διήγημα. Τεχνικά είναι όσο καλύτερο θα μπορούσε να είναι ένα κείμενο ( εκτός από κάνα δύο σημεία μέσα ). Το πρόβλημα είναι πως η υπόθεση και πλοκή του είναι πολύ απλή – τόσο απλή που θα μπορούσε να γραφτεί σε λιγότερο από την μισή έκταση. Αντίθετα η συγγραφέας ασχολήθηκε με τον στολισμό του κειμένου σε μία αλληγορική θα έλεγα ιστορία - και τουλάχιστον εδώ μπορώ να πω ότι ταιριάζει – με λυρικότητα που περισσότερο υπάρχει στον έμμετρο λόγο ενός ποιήματος παρά ενός πεζογραφήματος. Δεν μπορώ να πω ότι η ιστορία μου τράβηξε το ενδιαφέρον ούτε η κοσμοπλασία ή ο χαρακτήρας. Αντιλαμβάνομαι την αξία του κειμένου ως κείμενο σε τεχνικό επίπεδο αλλά μόνο αυτή την αξία έχει. Οι μόνοι που θα το εκτιμήσουν είναι όσοι συμμετέχουν σε βραδιές και λέσχες ποίησης και ασχολούνται κυρίως με την λυρικότητα του λόγου. Τον μέσο αναγνώστη δεν θα τον ενδιαφέρει. (2,5/5) Δέκατο τρίτο φεγγάρι: Πάλι είναι από τα διηγήματα που δεν μπορώ να πω πολλά. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο συγγραφέας αποφάσισε για τεχνολογίες που είτε υπάρχουν είτε αποτελούν το φανταστικό μέρος του sci fi να χρησιμοποιήσει δικές του ορολογίες αντί για τις ευρέως χρησιμοποιούμενες, που ακούγονται και περίεργα – και όχι με την καλή έννοια. Από εκεί και μετά η υπόθεση δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, το βάρος δείχνει να έχει πάει ουσιαστικά στο worldbuilding. Δεν είναι κακή μία τέτοια επιλογή, όμως εδώ υπάρχουν κενά λογικής. Μιλάω κυρίως για το πρόβλημα υπερπληθυσμού του πλανήτη που οδήγησε πολλούς είτε να αυτοκτονούν είτε να μετακινούνται συνέχεια έλλειψη χώρου. 20 δις πλυθησμού δεν είναι δύσκολο να χωρέσουν, ειδικά με το επίπεδο τεχνολογίας που υπότιθεται ότι υπάρχει στο διήγημα – υποθαλάσσιες πόλεις, ψηλότεροι ουρανοξύστες, υπόγειες πόλεις, αιωρούμενες πόλεις, διαστημικοί σταθμοί στα σημεία Langrage και πάει λέγοντας. Οπότε δεν έχει νόημα να υπάρχουν οι επιλογές της εθελούσιας φυγής ή αυτοκτονίας. Δεν είναι κακό διήγημα αλλά δεν είναι κάτι που θα τραβήξει τον αναγνώστη με την ιστορία του ( 3/5) Τα μπισκότα της Μάρας: Άλλη μία ιστορία της Άννας Μακρή. Η συνήθεια που έγινε λατρεία, η λατρεία που έγινε θρησκεία. Αλλά μακρηγορώ. Έχοντας διαβάσει και άλλα κείμενα της συγγραφέως περίμενα άλλη μία από τα ίδια. Όμως φευ. Εκπλάγηκα, εν μέρει τουλάχιστον. Ταυτόχρονα όμως δεν εκπλάγηκα. Εκπλάγηκα διότι σε αντίθεση με άλλα κείμενα της, αυτό εδώ δεν με τσάντισε. Η ιστορία κύλησε γρήγορα και για αυτό ευχάριστα, υπήρχε δομή και κάποια πράγματα βγάζανε νόημα. Όμως δεν εκπλάγηκα διότι εδώ φαίνεται ένα χαρακτηριστικό της συγγραφής της. Η βασική ιδέα είναι καλή και μπορεί να δώσει μία πολύ καλή ιστορία τρόμου, αντίθετα όμως παίρνουμε μία αδιάφορη ιστορία. Το πρώτο μισό της ιστορίας είναι μία περίπλοκη εκτέλεση του ΄΄με τα δύο χεράκια πλάθω κουλουράκια΄΄. Το άλλο μισό, όταν δεν αναλίσκεται σε self-indulgence φλυαρία αντιχριστιανικού οχετού και μισανδρικού μένους (και έχει γίνει κουραστικό να υπάρχει αυτό το πράγμα), είναι διαπροσωπικές σχέσεις εντός ενός χωριού. Που δεν θα ήταν πρόβλημα αν δεν προσπαθούσα να βρω που είναι το φανταστικό κομμάτι ( και σε μία ανθολογία φανταστικού περιμένω να υπάρχει σε κάθε μέρος της και να φαίνεται κιόλας) το οποίο κάνει την εμφάνιση του στο τέλος. Και αυτό είναι ενδεικτικό του τι πάει στραβά τόσο με αυτό το διήγημα όσο και με το ελληνικό φανταστικό γενικότερα. Οι συγγραφείς έχουν καλές ιδέες στα χέρια τους αλλά αντί να ασχοληθούν με αυτές χάνουν την ώρα τους με όλα τα υπόλοιπα ( που στην καλύτερη μη έχοντας σχέση είναι για αυτό αδιάφορα ) και απλά πετάνε το φανταστικό στοιχείο προς το τέλος όταν είναι ήδη αργά. Αυτή η ιστορία δεν αποτελεί εξαίρεση. ( 2,5/5) Χιροσίμα Μπαχαλάκι: Είναι ίσως από τα καλά διηγήματα του βιβλίου. Είναι μία ιστορία η οποία τρέχει με γρήγορο ρυθμό και στην οποία δεν αφιερώθηκε υπερβολική σκέψη στην συγγραφή της και αντίστοιχα δεν απαιτεί κάτι τέτοιο από τον αναγνώστη. Δεν είναι κακό κάτι τέτοιο, ίσα-ίσα που επειδή έχει γρήγορο ρυθμό διαβάζεται και γρήγορα παρά το μεγάλο σχετικά μέγεθος της. Παρόλα αυτά δεν είναι ιστορία χωρίς τα προβλήματα της και αυτά ξεκινάμε πίσω από την κεντρική ιδέα της: ταξίδι πίσω στον χρόνο. Ο τρόπος με τον οποίο αυτό γίνεται είναι ουσιαστικά όπως στην σειρά ταινιών Εξολοθρευτής. Δεν είναι κακό βέβαια να παίρνεις μία συνταγή που έχει πετύχει και να την χρησιμοποιείς και εσύ. Δεν είναι κακό βέβαια να την αλλάξεις λίγο ώστε να μην σε πουν αντιγραφέα, με την προϋπόθεση ότι δεν δυσκολεύεις εδώ την θέση σου. Εδώ όμως ο συγγραφέας στην προσπάθεια του να δείξει ότι σε αυτό το μέρος το έχει αλλάξει έστω και λίγο βάζει λεπτομέρειες που προκαλούν προβλήματα στην πειστικότητα και ακόμα χειρότερα το μετατρέπει σε μέρος της πλοκής του. Εδώ θα πω ότι γενικά το trope του ταξιδιού στον χρόνο είναι προβληματικό εγγενώς διότι αυτόματα σχεδόν προκαλεί τρύπες στην πλοκή ή την υπόθεση. Ο μοναδικός τρόπος για να μην ξενίσει τον αναγνώστη είναι είτε να σκεφτεί πολύ καλά την τεχνολογία ώστε να μην προκαλεί τρύπες είτε να μην ασχοληθεί μαζί της περισσότερο από το απολύτως απαραίτητο. Εδώ όμως βάζει ένα σωρό λεπτομέρειες στο κομμάτι της τεχνολογίας που δεν βγάζει νόημα να λειτουργούν όπως δείχνει να λειτουργούν – η τεχνολογία είναι από τον σύγχρονο κόσμο και στον σύγχρονο κόσμο δεν λειτουργούν αυτά τα πράγματα έτσι. Αυτό μου δείχνει δύο πράγματα: ότι ο συγγραφέας δεν το σκέφτηκε ιδιαίτερα πριν το γράψει και δεν γνωρίζει πως λειτουργεί η βασική τεχνολογία υπολογιστών και κυκλωμάτων ούτε μπήκε στον κόπο να το ψάξει. Μου θυμίζει τον τρόπο με τον οποί αντίστοιχες ιστορίες λειτουργούν στον κινηματογράφο, μόνο που εδώ έχουμε να κάνουμε με διαφορετικό μέσο. Και είναι κρίμα διότι θα μπορούσε να ψάξει πως το έχουν χειριστεί άλλοι συγγραφείς που αποσκοπούσαν στο ίδιο αποτέλεσμα. Κατά τα άλλα είναι μία ιστορία που τρέχει γρήγορα, δομικά είναι όπως πρέπει και δεν απαιτεί πολλά από τον αναγνώστη. Είναι διασκεδαστική αλλά δεν είναι από αυτές που μένουν στην μνήμη. ( 3,5/5) Μάλλον Ουαλοί: Σε γενικές γραμμές είναι μία μέτρια ιστορία. Είναι σπασμένη σε μικρότερα κομμάτια, πράγμα που την βοηθά να κυλάει πιο γρήγορα. Αν και η ιδέα είναι ενδιαφέρουσα η εκτέλεση κάνει την ιστορία απλά αδιάφορη. Τα γεγονότα που εκτυλίσσονται μέσα είναι ηλίθια και παράλογα. Ίσως ο συγγραφέας να μην νοιαζόταν ιδιαίτερα για αυτό και απλά να ήθελε να κάνει τον σχολιασμό του πάνω στην κοινωνία. Δεν αλλάζει όμως αυτό τα πράγματα. Δεν θα κερδίσει κάτι όποιος την διαβάσει αλλά δεν θα χάσει και κάτι. ( 2,5/5 ) Τα παιδιά κάτω στον κάμπο: Καλά γραμμένο σαν κείμενο και με καλή ιδέα για ένα λαϊκό παραμύθι, αλλά μέχρι εκεί. Ως ιστορία είναι αδιάφορη και εύκολα ξεχνιέται. Προσωπικά δεν με πειράζει που ο συγγραφέας μέσω του ιερέα ασκεί κριτική στο καθολικό ιερατείο. Βέβαια δεν έχουμε πληθυσμό της προκοπής από καθολικούς στην Ελλάδα, αλλά δεν βαριέσαι. ( 2,5/5) Ονειροψυχές: Καλά γραμμένο σαν κείμενο και με ενδιαφέρουσα ιδέα. Ως ιστορία είναι αδιάφορη και εύκολα ξεχνιέται. Δεν μπορώ να πω ότι η ιστορία με τράβηξε. Από ένα σημείο και μετά ήταν υπερβολικά μελοδραματική. Και τα χρονικά πήγαινε-έλα στην αφήγηση δεν βοηθούν ιδιαίτερα. ( 2,5/5) Long Hog: Από τις λίγες καλές ιστορίες της συλλογής. Έχει μία ενδιαφέρουσα ιδέα που ακολουθεί τα κθουλοειδή πρότυπα, παρουσιάζει αρκετά καλά τους χαρακτήρες ώστε να ξέρει κάποιος ποιοι είναι και ποια είναι τα κίνητρα τους και να καταλαβαίνει τις πράξεις τους, τραβάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και το κρατάει και η ιστορία είναι αρκετά καλή με επίσης σωστή χρήση του suspence και του μυστηρίου του. Με λίγα λόγια είναι μία ιστορία που αξίζει. Το μόνο πρόβλημα είναι ο μονόλογος/εξομολόγηση ενός από τους χαρακτήρες. Θα έπρεπε να είναι καλύτερα γραμμένος και διαρθρωμένος εντός του κειμένου ώστε πραγματικά να εμπνέει το αίσθημα του τρόμου, ειδικά από την στιγμή που παίζει καίριο ρόλο στο διήγημα ( 4,5/5) Ανωριμότητα: Με λίγα λόγια είναι μία αδιάφορη ιστορία. Πάλι, ενδιαφέρουσα ιδέα αλλά κακή εκτέλεση. Η ιστορία και η πλοκή αφορούν μία εκδρομή σε άλλο πλανήτη. Από εκεί και μετά δεν μπορείς να καταλάβεις τι συμβαίνει και γιατί και το πρόβλημα είναι πως είναι η θεματική της ιστορίας και ο λόγος ύπαρξης της πλοκής. ( 2/5) Laguna Seca: Το δεύτερο κορυφαίο διήγημα της συλλογής. Ως ιδέα δεν είναι κάτι το πρωτότυπο ή φοβερό. Αφορά αγώνες ταχύτητας μοτοσυκλετών. Παρόλα αυτά η αφήγηση και οι σχέσεις των χαρακτήρων φτιάχνουν μία ιστορία που είναι πολύ καλύτερη από ότι θα ήταν σε άλλες συνθήκες. Είναι αντίστοιχου είδους με τις ιστορίες τύπου anime που έχουν να κάνουν με αγώνες πολεμικών τεχνών μεταξύ ρομπότ, ποδοσφαιρικούς αγώνες και λοιπές ιστορίες που από μόνες τους δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αλλά οι Ιάπωνες καταφέρνουν να τις κάνουν πολύ καλύτερες επενδύοντας πάνω στην δράση και τους χαρακτήρες. Ειδικά σε αυτή την ιστορία όπου εστιάζει ο συγγραφέας πάνω στις σχέσεις των οδηγών με τις μηχανές τους. Οι οποίες μηχανές είναι γυναίκες που πριν τον κάθε αγώνα τις κουμπώνουν πάνω σε μεταλλική ανάρτηση. Εδώ θέλω να δώσω τα συγχαρητήρια μου στον συγγραφέα για την τόλμη και το θάρρος του να γράψει μία συγκεκριμένη σκηνή πάνω σε αυτή την ιδέα ( και όσοι την έχουν διαβάσει ξέρουν για ποια σκηνή μιλάω). Γιατί στην εποχή της φλωριάς και της παρθενοπιπίασης ο συγγραφέας τολμάει να πάει κόντρα στο ρεύμα του στείρου συντηρητισμού και του φλώρικου, μουχλιασμένου καθωσπρεπισμού. Επιτέλους, κάποιοι τολμάνε. ( 5/5 ) Femme Fatale: Σε κάποια σημεία αυτή η ιστορία μιλάει για σοβαρά θέματα του σύγχρονου ανθρώπου. Αν οι περιγραφές σε συγκεκριμένα σημεία ήταν καλύτερες το αποτέλεσμα θα ήταν ποιοτικά ανώτερο. Το υπόλοιπο κείμενο όμως …ω Χριστέ μου. Παραδέχομαι ότι έπεσε δουλειά στην τεχνική του κειμένου, είναι όμως και το μόνο άλλο θετικό που μπορώ να πω. Δεν μπορείς να καταλάβεις γιατί πράγμα ακριβώς μιλάει. Είναι σίγουρα κάποιου είδους μεταφορά ή αλληγορία για κάτι. Δεν πρόκειται όμως να μπω στην διαδικασία να μαντεύω και ούτε είναι η δουλειά μου αυτή ως αναγνώστη. Θα ήταν προτιμότερο αν ο συγγραφέας μιλούσε για αυτό ξεκάθαρα. ( 2,5/5) Συναίνεση: Ως ιστορία δεν είναι κακή και σίγουρα είναι άνω του μετρίου. Η περιγραφή της τεχνολογίας εικονικού κόσμου φαίνεται περίεργη και άτσαλη αλλά αυτό έχει να κάνει με την ίδια την τεχνολογία. Η πλοκή προχωράει ικανοποιητικά και γίνεται καλή παρουσίαση του κύριου χαρακτήρα. Η ιδέα πίσω από την ιστορία δεν είναι κάτι το καινοφανές – και άλλοι έχουν προειδοποιήσει για την κακή χρήση των δυνατοτήτων της τεχνολογίας στην σύγχρονη εποχή και σε ποια κατώτατα σημεία της ύπαρξης μπορεί να φέρει έναν άνθρωπο, παρόλα αυτά δίνεται με σοβαρό και διακριτικό τρόπο. Αν υπάρχει ένα πρόβλημα αυτό είναι προς το τέλος όπου τελειώνει η ιστορία σε συγκεκριμένο σημείο της πλοκής και αυτό διότι βγαίνει υπερβολικά απότομα και χωρίς καμία εξήγηση. Σε αυτό το σημείο ήταν σαν να έβλεπα ένα μέτριο επεισόδιο της σειράς 10η Εντολή. ( 3,5/5) Σαράντα τρία λεπτά πριν: Ότι έχω πει για την προηγούμενη ιστορία ισχύει και για αυτήν. Εδώ το επιστημονικό κομμάτι φαίνεται κάπως πιο άτσαλο και περίεργο ως προς το φαρμακευτικό σκεύασμα. Παρόλα αυτά δεν είναι κακή ιστορία. Και επιτέλους βλέπουμε μία κριτική ως προς το άσχημο πρόσωπο της λαθρομετανάστευσης, την σεξουαλική εκμετάλλευση μικρών παιδιών. Μπράβο στον συγγραφέα που το έκανε. Καταλαβαίνω βέβαια γιατί δεν προχώρησε ολοκληρωτικά στην παρουσίαση αλλά αντίθετα το κωδικοποίησε – θα έπεφταν να τον φάνε ζωντανό. Και η κωδικοποίηση δείχνει το πραγματικό πρόσωπο όσων επαγγελματιών ανθρωπιστών υποστηρίζουν την αθρόα λαθρομετανάστευση αδιαφορώντας τη τύχη που περιμένει αυτούς τους ανθρώπους σε έναν τόπο που δεν υπάρχει τρόπος επαγγελματικής αποκατάστασης τους αλλά κυρίως την τύχη των πραγματικών θυμάτων της κατάστασης, των μικρών παιδιών που πέφτουν θύματα της υποκριτικής ελίτ τύπου Λιγνάδη και διαφόρων άλλων υποκειμένων. Μπράβο στον συγγραφέα που πήρε τέτοιο ρίσκο, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των άλλων συγγραφέων που κάνουν κοινωνική κριτική εκ του ασφαλούς σε εύκολους στόχους κλωτσώντας ένα πτώμα για κατά φαντασίαν προβλήματα. Και τέτοιους συγγραφείς ακόμα και όταν βγάζουν μέτριες ιστορίες προσωπικά τους έχω λίγο πιο πάνω στην εκτίμηση μου. ( 4/5) Χρώμα γλυκό και πολύτιμο: Ενδιαφέρουσα ιδέα και η ιστορία είναι θεωρώ άνω του μετρίου. Η πλοκή βγαίνει αρκετά καλά και οι χαρακτήρες παρουσιάζονται σε αντίστοιχο επίπεδο. Το πρόβλημα έγκειται σε ελάχιστα μεν αλλά σημαντικά προβλήματα στην πλοκή, στην αφήγηση που ακολουθεί ένα μη-γραμμικό τρόπο και εν μέρει στην ιδέα η οποία αν και πρωτότυπη προσωπικά δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. ( 3,5/5) Προσωπικά θεωρώ ότι ήταν μία μέτρια συλλογή. Τα πραγματικά καλά διηγήματα μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Βέβαια πραγματικά κακά είναι συγκριτικά λίγα. Εν τούτοις πολλά από τα υπόλοιπα είναι απλά μέτρια. Ο κύριος λόγος έγκειται στο ότι οι συγγραφείς αντί να ανανπτύξουν σοβαρά την ιδέα πίσω από το κάθε διήγημα ασχολήθηκαν με το στόλισμα των κειμένων και την περιγραφή εικόνων παρά με την ίδια την ιστορία. Αξίζει κάποιος να ασχοληθεί με την συλλογή; Είναι αποφάση του κάθε αναγνώστη ξεχωριστά. Προσωπικά θεωρώ πως υπάρχουν καλύτερες συλλογές εκεί έξω για να δώσει κάποιος τον χρόνο του και οι λίγες ποιοτικές ιστορίες αυτής της συλλογής δεν θεωρώ ότι αρκούν από μόνες τους. 1 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.