Ιρμάντα Posted March 13, 2022 Share Posted March 13, 2022 Πόσες φορές έχουμε ακούσει τη φράση: πώς θα γράψεις χωρίς τραύμα; Είναι αλήθεια αυτό, αλλά επίσης είναι αλήθεια ότι δεν μπορείς να γράφεις μονάχα για το τραύμα σου (διότι ο αναγνώστης θα βαρεθεί) ή πάντως δεν μπορεί να γράφεις διαρκώς για το τραύμα σου με τον ίδιο (ψυχαναλυτικό, αυτοκατακριτικό, νοσταλγικό, ό,τι θέλετε) τρόπο. Η ενδοσκοπική αυτή θεώρηση έχει δυστυχώς γίνει αποδεκτή από μεγάλη μερίδα της προοδευτικής διανόησης, διότι είναι αλήθεια ότι το να γράφει κανείς για το τραύμα του και τον προσωπικό του σκοτάδι θέλει κουράγιο και ενέχει κάποιον βαθμό αυτοέκθεσης. Από κει και ύστερα όμως το κουράγιο αυτό δεν είναι κουράγιο αλλά επίδειξη. Το τραύμα παύει να γίνεται τραύμα και γίνεται τσίχλα που μασάνε όλοι επειδή έτσι είναι ο συρμός. Το τραύμα και η ενδοσκόπηση (όσο πιο μίζερα έζησες τόσο πιο καλά) γίνεται ακόμη ένα στερεότυπο στο πλαίσιο που λέγαμε στο πρώτο μέρος του παρόντος άρθρου. Προσβάλλοντας έτσι και την αισθητική μας και τους ανθρώπους που βιώνουν όντως κάποιο τραύμα. Ανατρέχοντας στο Δάσκαλο Στανισλάφσκι, θα συναντήσουμε μία πολύ επιτυχημένη περιγραφή των στερεοτύπων αυτών, που ταιριάζει θαυμαστά και στα ζητήματα της δημιουργικής γραφής: Μπορεί κανείς να απεικονίσει στη Σκηνή ένα θεατρικό πρόσωπο με γενικούς προσδιορισμούς: έμπορος, στρατιώτης, αριστοκράτης, χωρικός….ο στρατιωτικός στέκεται στητός και αλύγιστος…ο χωριάτης φτύνει, φυσάει τη μύτη του χωρίς μαντίλι…ο αριστοκράτης εμφανίζεται πάντα με ψηλό καπέλο. Όλα αυτά είναι στερεότυπα υποκριτικά τεχνάσματα γενικού χαρακτήρα που τάχα απεικονίζουν ορισμένο πρόσωπο. …έτσι λοιπόν….ο Βάσια (ένας μαθητής του Στανισλάφσκι, στο παράδειγμα αυτό) μας έδωσε κάθε τί που θα μπορούσε να θεωρηθεί πως απεικονίζει κάποιον έμπορο. Αλλά αυτό δεν ήταν η εικόνα κάποιου συγκεκριμένου ρόλου. Δεν ήταν ποτέ ένας απλός έμπορος, ήταν ο «έμπορος» μέσα σε εισαγωγικά. Μην φανταστείτε δυστυχώς πως οι συγγραφείς σήμερα δεν υποπίπτουν σε παρόμοια σφάλματα. Μπορεί το είδος των χαρακτήρων να διαφέρει. Και για να έρθουμε στα δικά μας, σκεφτείτε το έτσι: Η Μάγισσα, ο Μάγος, ο πολεμιστής, ο ιερέας. Ο μάγος είναι βλοσυρός και απρόσιτος, ο πολεμιστής τολμηρός και βάρβαρος και θα φάει το ψητό του με τα χέρια, η μάγισσα δελεαστική και επικίνδυνη. Αν δώσουμε μονάχα αυτά (χωρίς άλλο βάθος, χωρίς πρωτοτυπία) τότε δεν έχουμε γράψει για ένα μάγο αλλά για τον «μάγο» μέσα σε εισαγωγικά, σαν τον «έμπορο» του καημένου Βάσια. Έχουμε τον αστυνομικό που είναι σκληρός και δεν εμπιστεύεται κανέναν. Είναι «ο αστυνομικός» όπως τον φέρνουμε όλοι στο νου μας και τίποτα περισσότερο. Έχουμε τον άρχοντα που είναι αυστηρός και καμιά φορά καλόγνωμος, είναι «ο άρχοντας» και κανένας άλλος. Όλοι μία πλειάδα χαρακτήρων που τους έχουμε ξαναδεί, να φοράνε τα ίδια ρούχα, να μας λένε τα ίδια λόγια, να κάνουν τα ίδια πράγματα. Μία κομέντια ντελ άρτε που ταξιδεύει με τα φτερά του fantasy. Η αξία τέτοιων χαρακτήρων σε ένα μυθιστόρημα είναι όταν τους εναποτίθεται ο ρόλος ενός ήρωα επίπεδου, ενός ήρωα που δεν εξελίσσεται, σύμφωνα με τον ορισμό το Φόρστερ που ήδη εξετάσαμε για τους ανάγλυφους και τους επίπεδους χαρακτήρες, ενός ήρωα που η παρουσία του αποτελεί κάποιου είδους ανάπαυλα μέσα στον κυκεώνα των εξελίξεων δεδομένου ότι ξέρουμε τι ακριβώς έχουμε να περιμένουμε από αυτόν και η εμφάνισή του μας ξεκουράζει, μας κάνει να αισθανόμαστε ασφάλεια. Επίσης ειπώθηκε ότι τέτοιοι χαρακτήρες θέλουν λίγη δουλειά για να πλαστούν –επειδή είναι ήδη έτοιμοι. Μία φράση για δαύτους, μισή σειρά περιγραφής έχει επισύρει στη συνείδηση του αναγνώστη όλα όσα χρειάζεται για να τους γνωρίσει, για να τους δει ζωντανούς μπροστά του. Ναι, μόνο που δεν μπορεί να βασιστεί μυθιστόρημα εξ’ ολοκλήρου σε αυτούς. Δεν καταδικάζονται τέτοιοι ήρωες, ή σωστότερα, δεν καταδικάζονται τέτοιες προσεγγίσεις. Ο κίνδυνος που εδώ επισημαίνεται είναι ότι συχνά οι συγγραφείς που καταφεύγουν στη χρήση στερεοτύπων δεν έχουν κάτι πέρα από αυτά για να διανθίσουν την αφήγησή τους. Χαρακτήρες στερεότυπα από τη μία, πλοκές κονσέρβα από την άλλη. Στο διαδίκτυο θα βρεθούν πολλές σελίδες που εξηγούν πώς και τι και πότε πρέπει να γράφουμε στο σενάριο ή στο μυθιστόρημά μας το ένα ή το άλλο ζήτημα. Η λούπα ρομάντζο /αδιέξοδο /διάσωση αποτελεί μία υπεραπλούστευση αυτής της κονσέρβας. Η πυραμίδα Freytag φαίνεται να συναινεί σε τέτοιες δομές, αλλά με μία βασική διαφορά: η πυραμίδα φτιάχτηκε για να περιγράψει τις φυσικές τάσεις στις δομές μίας ιστορίας, μίας αφήγησης, και όχι για να επιβάλει αυτές τις δομές ως αφηγήσεις, από μόνες τους. Κατά την προσωπική μου άποψη μία πρωτότυπη χρήση μη πρωτότυπων στερεοτύπων αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες συγγραφικές προκλήσεις. Η κατάταξη του Campbell και ο κύκλος του Hero’s Journey μελετά τα πρότυπα (μαζί με τις αιτίες τους, τον ψυχαναλυτικό συμβολισμό και την μυητική τους αξία) και δεν νουθετεί να τα ακολουθήσει κάποιος σώνει και ντε. Έτσι λοιπόν ο συγγραφέας πρέπει σαν τον καλό ηθοποιό να έχει την ικανότητα να μεταμορφώσει τον εαυτό του σε κάποιον άλλο. Να έχει τη δυνατότητα να πλάσει χαρακτήρες που να μην έχουν σχέση με τον ίδιο, με τα βάσανά του, ή πάντως αν έχουν, να μπορεί να το καλύψει επαρκώς. Υπάρχει στη Σκηνή ένας κανόνας, ότι ο καλός ηθοποιός πρέπει να μπορεί να τσαλακώσει την εικόνα του. Ομοίως πρέπει και ο συγγραφέας να μην φοβάται να τσαλακώσει τον ήρωά του. Και επειδή ήδη ειπώθηκε ότι συχνά οι συγγραφείς γράφουν για τραύματα, να ξέρετε ότι το να τσαλακώσει ένας συγγραφέας τον ήρωά του δεν έχει να κάνει με τα βάσανα που θα τον βάλει να αντιμετωπίσει. Έχει να κάνει με τη διάθεσή του να τον παραχαϊδέψει. Για παράδειγμα, η ακραία Ιστορία του Ματιού του Ζωρζ Μπατάιγ είναι ένα καθαρά ψυχαναλυτικό αφήγημα, του οποίου ο δημιουργός είχε την τιμιότητα να παραδεχτεί την ψυχαναλυτική του αξία για τον ίδιο (και την πιθανότητα της μηδενικής του αξίας για οποιονδήποτε άλλον), καθώς και ότι συγκεκριμένοι επαγγελματίες του είχαν συστήσει να ‘ξεκαπνίσει’ όσα τον βάραιναν με ανάλογο τρόπο. Από κει και πέρα το γράψιμο αυτό έγινε συρμός και είναι αδιάφορο πόσο πόνο θα αντιμετωπίσει ο χαρακτήρας, πόσα ούρα θα καταπιεί (και κυριολεκτούμε, αν πρόκειται για έργα σαν την Ιστορία του Ματιού) ή πόσο ξύλο θα φάει. Η αίσθηση του παραχαϊδέματός του δεν μας αφήνει στιγμή. Πίσω από κάθε τέτοιο έργο κρύβεται ένας φιλάρεσκος ή και αυτάρεσκος συγγραφέας. Ένας που λέει: «κοίτα τι πέρασα και πώς τολμώ να μιλήσω για αυτό. Δεν είμαι σπουδαίος;». Το να βρωμίσεις τον ήρωά σου, τον χαρακτήρα σου, έχει να κάνει με το να τον βάλεις να αντιμετωπίσει καταστάσεις που μπορεί να κάνουν το μέσο αναγνώστη να νιώσει άβολα. Αλλά να μην το κάνεις επειδή θέλεις να νοιώσει άβολα ο οποιοσδήποτε, να μην το κάνεις για να είσαι μοντέρνος, να μην το κάνεις για να προκαλέσεις και να κουβεντιάζουν μετά για σένα. Να το κάνεις για να εξερευνήσεις τα δικά σου όρια, όχι την υπομονή και τις αντοχές του ανθρώπου που θα σε διαβάσει. Όσο διαδραστική είναι η ανάγνωση, επικοινωνία δηλαδή συγγραφέα και αναγνώστη, τόσο μοναχική πρέπει να είναι η γραφή και δημιουργία. Εκείνη τη στιγμή που γράφεις δεν υπάρχει και δεν πρέπει να υπάρχει ο αντίχτυπος που θα προκαλέσει αυτό που γράφεις. Δεν πρέπει να υπάρχει τέτοιο κίνητρο στο έργο σου. Εκείνη τη στιγμή πρέπει να υπάρχεις μονάχα εσύ και αυτό που γράφεις. Για αυτό έργα σαν την Ιστορία του Ματιού έχουν μία τιμιότητα που δεν έχουν κατόπιν οι μιμητές του Μπατάιγ. Για αυτό ο Τελευταίος Πειρασμός είναι αριστούργημα και όσοι καταπιάστηκαν μετά με το θέμα για να προκαλέσουν, έγραψαν απλώς ενοχλητικές ανοησίες. Στην δημιουργία ενός ρόλου ο Στανισλάφσκι συστήνει μία μέθοδο που παραθέτω, επειδή θεωρώ πως μπορεί να φανεί χρήσιμη. Ο δάσκαλος ζητά από έναν νεαρό ηθοποιό να περπατήσει σαν γέρος, να καθίσει σαν γέρος, να τρέξει σαν γέρος. Ο ηθοποιός προσποιείται το γέρο, αλλά ο δάσκαλος τον σταματά. «Όχι, πρέπει να σκεφτείς τι σημαίνει να είσαι γέρος. Σημαίνει άλατα, σημαίνει κλειδώσεις που πονάνε, σημαίνει δυσκολία στην κίνηση, ακαμψία στα άκρα, σημαίνει ανασφάλεια σε κάθε βήμα, επειδή ο γέρος μπορεί να μην βλέπει καλά». Ο ηθοποιός πάλεψε να βαδίσει σαν γέρος έχοντας όλα αυτά υπόψη του και, ω του θαύματος, μεταμορφώθηκε. Ο γέρος δεν θα καθίσει απλά σε μία πολυθρόνα, θα απλώσει τα χέρια του για να πιαστεί γιατί ενδεχομένως να μην ξέρει πού ακριβώς κάθεται, ή να φοβάται μήπως το κάθισμά του τον πονέσει στη μέση. Αντιστοίχως, ένας συγγραφέας που θα κληθεί να πλάσει έναν ήρωα νέο ή γέρο (ή μάγο ή μάγισσα, ή άρχοντα, ή βάρδο) πρέπει να αναρωτηθεί και να ερευνήσει τί κάνει το μάγο, μάγο, τον βάρδο, βάρδο, τον άρχοντά, άρχοντα. Σε ομιλίες για λογαριασμό του φόρουμ έχω ήδη αναφέρει ότι η έρευνα που γίνεται για έναν χαρακτήρα και για έναν κόσμο δεν είναι ανάγκη να παρατίθεται ολόκληρη και αυτούσια. Αν όμως έχει πραγματοποιηθεί έρευνα, αν υπάρχει γνώση για τον αντικείμενο, με κάποιο μαγικό τρόπο αυτή η γνώση θα βγαίνει στο προσκήνιο, πάντα. Να ξέρουμε για παράδειγμα, γιατί ο μάγος έχει αυτή τη συμπεριφορά που έχει; Επειδή έχει γνώσεις, επειδή φέρνεται αλαζονικά εξαιτίας των γνώσεων ή και του πλούτου του, επειδή έχει αντιμετωπίσει κοινωνικό αποκλεισμό ή επειδή χαίρει σεβασμού (λόγω της ιδιότητάς του και τα δυο); Γιατί περιφρονεί τους ανθρώπους; Επειδή στην αναζήτηση της μαγικής του γνώσης απέρριψε τους ανθρώπους ή τον απέρριψαν αυτοί; Επειδή έχει ζήσει μερικές εκατονταετίας παραπάνω και είχε την ευκαιρία να μελετήσει διεξοδικά την ανθρώπινη φύση; Τα παραδείγματα που δίνω είναι απλά, τα απλούστερα. Αν τα έχουμε υπόψη και έχουμε κάνει τη μελέτη μας με τούτο τον ρόλο/ χαρακτήρα, είναι πιθανό να πλάσουμε έναν μάγο με αρτιότερες αντιδράσεις και πειστικότερες ιστορίες. Έχουμε ερευνήσει τι είναι ο άνθρωπος αυτός, τον ξέρουμε, δεν είναι μία καρικατούρα που κόψαμε από κάποια ιστορία άλλου και την καρφιτσώσαμε στη δική μας. Αυτό το κολάζ χαρακτήρων ειδικά είναι κάτι στο οποίο καταφεύγουν οι αρχάριοι συγγραφείς (και το λένε κιόλας.) Λένε, θα κάνω έναν μάγο σαν τον Μέρλιν, έναν ήρωα σαν τον Χωκ Φιν, μια πριγκίπισσα σαν την Οφηλία. Δεν το κρύβουν δηλαδή, τους ακούς. Ήθελα να κάνω κάτι σαν τη βασίλισσα Σέρσι….εντάξει, εντάξει. Για τους αρχάριους μόνο επιτρέπεται. Και μάλιστα μονάχα την πρώτη φορά επιτρέπεται. Για τους ωριμότερους συγγραφείς δεν υπάρχει το ήθελα να κάνω κάτι σαν. Σαν τι; Μέσα σου δεν υπάρχει κάτι καινούριο; Μία σκέτη απεικόνιση δεν αρκεί. Μία σκέτη απεικόνιση δεν είναι πραγματική ενσάρκωση. «Η απεικόνιση (Δάσκαλος Στανισλάφσκι ξανά) όταν συνοδεύεται από μία πραγματική μεταμόρφωση, από μία ενσάρκωση, είναι κάτι μεγάλο. Και αφού αυτό ζητάει ο κόσμος από τον ηθοποιό, να δημιουργήσει μία εικόνα όταν βρίσκεται στη Σκηνή και όχι να κάνει επίδειξη του εαυτού του, η απεικόνιση είναι απαραίτητη για όλους μας. Με άλλα λόγια, κάθε ηθοποιός που είναι καλλιτέχνης, δηλαδή δημιουργός εικόνων, πρέπει να χρησιμοποιεί την απεικόνιση εκείνη που του δίνει τη δυνατότητα να ενσαρκώνει το ρόλο του». Ο ηθοποιός υποτάσσεται στο ρόλο του, στην αλήθεια του χαρακτήρα του. Ο συγγραφέας υποτάσσεται στην αλήθεια της ιστορίας του. Δεν θέλουμε τη δική του αλήθεια, δεν θέλουμε να φαίνεται. Θέλουμε την ιστορία του. Δεν θέλουμε την αλήθεια άλλων συγγραφέων, τη βρίσκουμε αυτή στους άλλους συγγραφείς. Θέλουμε του καθενός την αλήθεια και να μην επιβάλλεται, μονάχα να απεικονίζεται. Με άλλα λόγια, τις μαριονέτες πολλοί ηγάπησαν, τους σπάγκους αυτών, ουδείς. 3 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted April 5, 2022 Share Posted April 5, 2022 Εγώ μόνο με το να κάνω άβολα τους αναγνώστες μου θα διαφωνήσω, θέλω να απολαμβάνουν την ιστορία, όχι να νιώθουν άσχημα διαβάζοντας. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nick V. Posted April 5, 2022 Share Posted April 5, 2022 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.