Elsanor Posted June 9, 2005 Share Posted June 9, 2005 (edited) Όπως όλοι γνωρίζουμε, όταν ένα άτομο γράφει μία ιστορία, ένα διήγημα, ένα μυθιστόρημα, υπάρχει μια (αρκετά κοπιαστική) διαδικασία που βρίσκεται ανάμεσα στην αρχική έμπνευση και σύλληψη, και στο τελικό αποτέλεσμα. Αυτή του να σκεφτεί πώς θα γράψει όσα έχει σκεφτεί. Πώς θα βάλει δίπλα-δίπλα λέξεις, πώς θα τις ενώσει για τη δημιουργία προτάσεων και περιόδων, πώς θα παραγραφοποιήσει το όλο κείμενο. Πολλές φορές μάλιστα, δεν είναι η αρχική ιδέα μας αυτή που οδηγεί την πένα (ή το χέρι στο πληκτρολόγιο, αν θέλετε ), αλλά οι ίδιες οι λέξεις αυτές που καθοδηγούν την ιστορία μας. Το έχετε παρατηρήσει; Οι λέξεις οι ίδιες μπορεί καμιά φορά να κολλήσουν στο μυαλό μας και να σχηματιστούν ξέμπαρκες προτάσεις που να θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε, που να θέλουμε να τις εντάξουμε στο κείμενό μας επειδή τις βρίσκουμε όμορφες σαν συνδιασμούς γραμμάτων και σαν ήχους. Πολύ απλά έχουμε σκεφτεί κάτι που θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε, ενώ ακόμα δεν ξέρουμε πού, πώς και γιατί να το συμπεριλάβουμε. Ελπίζω να γίνομαι κατανοητός γιατί, ως συνήθως, μιλάω μπερδεμένα. Σκέφτηκα λοιπόν, ότι μία ενδιαφέρουσα εξάσκηση στο να καταφέρνουμε να εντάσσουμε λέξεις ή προτάσεις στο κείμενό μας, είναι να προσπαθούμε να δημιουργούμε ένα κείμενο αποκλειστικά από μία σειρά λέξεων οι οποίες θα καταγράφονται τυχαία από έναν τρίτο. Βέβαια, είναι αρκετά ακραίο σαν ιδέα αυτό. Το να δημιουργεί κανείς όντας τόσο περιορισμένος. Αλλά σκεφτείτε ότι αν αρχίσει να τα καταφέρνει καλά κάτω από τέτοιες συνθήκες, ίσως να βοηθηθεί αργότερα στο γράψιμο. Και αναφέρομαι στο καθαρά τεχνικό του κομμάτι, όχι το καλλιτεχνικό. Για να σας δώσω να καταλάβετε, βάζω ένα κομμάτι από μία αστεία φάση που είχε συμβεί σε ένα άλλο forum, σε εκείνο του rpg.gr. Βέβαια η όλη φάση ξεκίνησε σε spam topic, αλλά σκεπτόμενος αντίθετα πιστεύω ότι ίσως βγει κάτι καλό. Ο Lord Phoenix Velkion λοιπόν, είχε πει στο ξεκάρφωτο να φτιάξουμε μία ιστορία με τις λέξεις: κέηκ, αρβύλα, μπαζούκα, τράπουλα, πολυβιταμίνες, αναπτήρας, κωλόχαρτο, τυφλοσούρτης, παρλαμάς, γομολάστιχα, σατυρομεζές. Βέβαια δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους, πράγμα που με πείσμωσε ακόμη περισσότερο να γράψω την παλιοϊστορία. Είχα και καιρό να γράψω... Eh, well. * * * * * Ο Μάρτζον τελείωσε το κέικ του από μυζήθρα και μέλι και μάζεψε το μικρό πορσελάνινο πιατάκι. Η μητέρα πάντα έλεγε ότι πρέπει να μαζεύει κανείς το τραπέζι αφού φάει, και τώρα του είχε γίνει πια συνήθεια. Αφού έπλυνε λοιπόν το πιατάκι και το πηρούνι, τα τοποθέτησε αντίστοιχα πάνω στην πιατοθήκη και το συρτάρι με τα μαχαιροπήρουνα. Κατευθύνθηκε προς το δωμάτιό του και άνοιξε την πόρτα από μπαμού που έτριζε ελαφρά. Λίγο πριν ανοίξει τελείως, το σκοινάκι που είχε χρησιμοποιήσει για να στηρίξει τα καλάμια μεταξύ τους έσπασε και η πόρτα έπεσε στο πλάι. Αφού έβρισε για κανα δίλεπτο, σήκωσε την πόρτα και την έβαλε στο πλάι' θα την επισκεύαζε αργότερα. Τώρα δεν είχε πια χρόνο, έπρεπε να είναι ακριβής στο ραντεβού του αλλιώς θα είχε να κάνει με τον Μαρλόνε. Και κανένας δεν τα έβαζε με τον Μαρλόνε, τον μεγαλύτερο έμπορο κοκαΐνης της Κολομβίας. Φόρεσε γρήγορα το πάνω μέρος της φόρμας παραλλαγής του και ενώ φορούσε τη δεύτερη αρβύλα του, τον άκουσε: ένας περίεργος θόρυβος, κάτι σαν φφφφφσσσσσσσσ που προερχόταν λίγο πιο έξω από την καλύβα του. Μία μεγάλη έκρηξη τον έριξε κάτω και το παράπηγμα γρήγορα τυλίχθηκε στις φλόγες. Προφανώς, κάποιος είχε εκτοξεύσει κατά του σπιτιού του μία οβίδα με μπαζούκα! Δεν μπορούσε να το πιστέψει ΚΑΙ ήταν έξαλλος! Το γουρούνι που το έκανε θα το πλήρωνε ακριβά αυτό! Σύρθηκε προς το έξω μέρος επειδή από το σοκ της έκρηξης δεν μπορούσε να περπατήσει, αλλά το καλοακονισμένο πολεμικό μαχαίρι του ήταν σταθερότατο στο αριστερό του χέρι. Η βλάστηση τριγύρω είχε πάρει κι εκείνη φωτιά, αλλά δε θα κρατούσε για πολύ. Θα την έσβηνε η βροχή που θα ερχόταν σύντομα, εφόσον βρέχει κάθε μισάωρο και δεν είχε πέσει ούτε μια σταγόνα εδώ και είκοσι λεπτά περίπου. Κρίνοντας από το μέρος της καλύβας του που είχε υποστεί τη μεγαλύτερη ζημιά, αποφάσισε ότι οποιοσδήποτε του επιτέθηκε θα πρέπει να ήταν από την ανατολική πλευρά, πράγμα που σήμαινε ότι θα έπρεπε να κάνει το γύρο του σπιτιού. Μετά από μερικά λεπτά, και ενώ είχε καταφέρει να ψιλοπερπατάει κουτσαίνοντας, έφτασε στο σημείο. Όμως δεν ήταν κανείς εκεί... Το μόνο που μπορούσε να διακρίνει ήταν σημεία όπου η τροπική βλάστηση ήταν πατημένη. Αλλά όχι... τι ήταν αυτό; Κάτι ξεχώρισε ανάμεσα στα φύλα ενός κοντινού θάμνου. Πλησίασε για να ερευνήσει καλύτερα. Ήταν ένα χαρτί από τράπουλα! Το γύρισε ανάποδα, και είδε ότι επρόκειτω για άσσο. Μυστήριο... ο δολοφόνος είχε αφήσει πίσω του έναν άσσο. Αλλά γιατί; Και τότε του ήρθε! Είχαν περάσει κάμποσες εβδομάδες από τότε, αλλά το θυμόταν ξεκάθαρα. Ήταν βράδυ, στο καφέ του Μπαμπάτσι. Είχε φτάσει κατά τη δύση του ηλίου, όπως το συνήθιζε όταν είχε αρκετό ρευστό πάνω του. Ένα χαμόγελο διέγραψε το πρόσωπό του όταν θυμήθηκε τη Σούζυ, τη χορεύτρια. Ότι έγινε όμως ήταν μετά από αυτό το ευτυχές περιστατικό... Είχε ξεκινήσει μία παρτίδα πόκερ και κέρδιζε... Όλα έδειχναν να πηγαίνουν θαυμάσια εκείνη τη μέρα, μέχρι που μπήκε στο παιχνίδι ένας τύπος με καουμπόικο καπέλο. Θυμάται την άσχημη εντύπωση που του είχε κάνει, και το πώς στράβωσε όταν ο τύπος αυτός -αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν ένας καινούριος σωματοφύλακας του Τομ Τζουλς- τον προκάλεσε σε μία παρτίδα. Έχασε γρήγορα από τον καινούριο και αποφάσισε να τραβήξει το παιχνίδι όσο πήγαινε. Έχασε σε όλες τις παρτίδες, και τότε άρχισε να καταλαβαίνει ότι μάλλον ο καινούριος έκλεβε. Ίσως φταίει και το ποτό που είχε πιεί με τη Σούζυ που άργησε τόσο πολύ. Όπως και να χει όμως, σηκώθηκε πάνω και του τράβηξε το μανίκι μέχρι που το έσκισε... και δεκάδες χαρτιά έπεσαν στο πάτωμα! Δεν ήθελε κανέναν άλλο λόγο για να τον σαπίσει στο ξύλο. Αυτό ήταν λοιπόν, ο καουμπόης ήθελε να τον εκδικηθεί που τον είχε δείρει τόσο πολύ, αλλά θα είχε ξεμείνει κανένα χαρτί στο μανίκι του... χαρτί που έπεσε όταν τον σημάδευε με το όπλο. Θα πήγαινε στην πόλη, στην εταιρία του Τομ Τζουλς να κάνει αυτό που έπρεπε να κάνει. Έφτασε μετά από μερικές ώρες στην πόλη, και πλήρως εξοπλισμένος. Ο Τομ είχε μία επιχείρηση με μπιλιάρδα και ηλεκτρονικά παιχνίδια, αλλά δεν ήταν παρά μία καλοστημένη βιτρίνα που έκρυβε την πραγματική ενασχόλησή του: Αποθήκευε παράνομα αναβολικά, φάρματα και πολυβιταμίνες άκρως επικίνδυνα για την υγεία. Ευτυχώς είχε τις άκρες του και κατάφερε να μπει μέσα στο μέρος. Ένα τσιράκι τον οδήγησε στο γραφείο του αφεντικού, αλλά μέσα ήταν μόνο ο τύπος με το καπέλο. Δεν πίστευε την τύχη του! Ταράχτηκε εμφανώς όταν τον είδε και έκανε ενστικτωδώς ένα βήμα πίσω. Ο Μάρτζον έκλεισε ατάραχος την πόρτα πίσω του και τον πλησίασε. Σταμάτησε λίγο μπροστά του, και έβγαλε ένα τσιγάρο βασανιστικά αργά. "Μπορώ να έχω φωτιά; Ο αναπτήρας μου είναι άδειος" είπε λες και έκανε μία νορμάλ συζήτηση. Ο τυπάς τον πλησίασε και με τρεμάμενο χέρι άναψε ένα σπίρτο και το κατεύθυνε προς τον Μάρτζον. Αφού άναψε το τσιγάρο και πήρε μία μεγάλη τζούρα, έριξε μία ξαφνική μπουνιά στη μούρη του νεοφερμένου. Εκείνος έπεσε κάτω βογκώντας, και έφτυσε τρία δόντια στο πάτωμα. Αφού τον έδειρε μέχρι να λιποθυμήσει, αποτελείωσε το τσιγάρο του που είχε πέσει, και κοίταξε τα χέρια του που έτρεμαν από τις μπουνιές. Σκατά, ήταν γεμάτες αίματα! Έπρεπε να καθαρίσει τα χέρια του για να βγει χωρίς προστριβές, αλλά ευτυχώς στο δίπλα μπάνιο είχε αρκετό κωλόχαρτο. Αφού σκουπίστηκε καλά, έριξε άλλη μία κλοτσιά στον πεσμένο λάκη ο οποίος βόγγηξε φτύνοντας άλλο ένα δόντι, και έκλεισε την πόρτα του γραφείου. Μίλησε με τον δικό του που είχε μείνει έξω να φυλάει τσίλιες, και μετά από μερικά λεπτά, διαδικασία που είχε γίνει τυφλοσούρτης μετά από χρόνια στη "δουλειά", ήταν έτοιμος. Αφού τακτοποίησε την κάλυψή του, βγήκε με άνεση από την μπροστινή πόρτα του μπιλιαρδάδικου. Και πήγε σε ένα καρτοτηλέφωνο. Έπρεπε να ειδοποιήσει τον Μαρλόνε πάσει θυσία γιατί διαφορετικά την είχε κάτσει. "Εμπρός." "Αφεντικό... κάτι συνέβει, δε θα μπορέσω να έρθω σήμερα..." "Τι στο διάολο έγινε Μάρτζον; Δε μου αρέσουν καθόλου αυτά και το ξέρεις." ο Μάρτζον μόρφασε όταν ο Μαρλόνε χρησιμοποίησε το όνομά του στο τηλέφωνο "Το ξέρω... αλλά να..." "Δε δέχομαι καμία δικαιολογία ρε κωλόπαιδο! Μόνο αν έπεσε το σπίτι σου και ήσουν μέσα, μόνο τότε θα δεχόμουν την απολογία σου." Αφού εν τέλει ο Μάρτζον τον ενημέρωσε ότι ακριβώς αυτό είχε γίνει, ο Μαρλόνε του είπε ότι θα τον συγχωρούσε για πρώτη και τελευταία φορά για χάρη της μακαρίτισας μητέρας του που την ήξερε και την αγαπούσε. Ας έχει... το αφεντικό του μπορεί να ήταν πολύ επικίνδυνος αλλά ήταν και μεγάλος παρλαμάς και τον είχε συγχωρήσει. Όταν αναλάμβανε τη δικιά του μεγάλη επιχείρηση ορκίστηκε ότι δε θα συγχωρούσε κανέναν αν τον έστηνε. Τις σκέψεις του διέκοψε ένα δυνατό γουργουρητό του στομαχιού του. Είχε αρχίσει να βραδυάζει και όλη μέρα δεν είχε φάει τίποτα εκτός από το κέικ με μυζήθρα και μέλι, και αυτό νωρίς το πρωί. Ήξερε ένα καλό μέρος να τσιμπήσει κάτι, και μετά θα πήγαινε γραμμή στο μοτέλ για να περάσει το βράδυ. Δυστυχώς ήταν αρκετά μακρυά και έπρεπε να περπατήσει. Καθώς προχωρούσε κοίταξε τον ουρανό που είχε βαφτεί με μία κατακόκκινη απόχρωση. Αναρωτήθηκε αν θα έπρεπε να είχε ξεκάνει τον παπάρα που είχε προσπαθήσει να τον σκοτώσει, αλλά είναι πολύ πιθανό να μη θυμόταν ούτε το όνομά του όταν συνερχόταν - αν συνερχόταν. Και επίσης, είχε ένα παράξενο γούστο να διακινδυνεύει με την πρώτη ευκαιρία. Ο κίνδυνος ήταν το δικό του ναρκωτικό. Μόνο και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί να συνερχόταν και να έλεγε στο αφεντικό του ότι ο Μάρτζον τον είχε σαπίσει στο ξύλο και μετά να τον κυνηγούσαν με στέκες μπιλιάρδου τον έκανε να νοιώθει ωραία... σχεδόν ερωτικά. Και εκεί που είχε φτιαχτεί και έκανε σχέδια για το μέλλον, ένοιωσε ένα δυνατό τράνταγμα στο δεξί του πόδι που τον επανέφερε στην πραγματικότητα. "Τι στο διάλα;" ξεφώνησε εκνευρισμένος. Κάτι είχε κλοτσήσει. Πλησίασε το μικρό αντικείμενο να δει τι ήταν. Μία γομολάστιχα! Κάποιο μικρό βλαμμένο θα την είχε ρίξει στο δρόμο από το παράθυρο του σπιτιού του όταν θα διάβαζε. Έβρισε με όλη του την καρδιά το μικρό μούλικο που εξαιτίας του τρόμαξε τόσο. Αλλά είχε φτάσει πια στο εστιατόριο. Οι μπουκιές της Πιπίτσας, διάβασε στην ταμπέλα του. Καταράστηκε και την Πιπίτσα και τους πάντες. Αυτό το κωλόπαιδο τον είχε τρομάξει τόσο πολύ που η καρδιά του εξακολουθούσε να χτυπάει σαν τρελή. Αφού έκατσε σε ένα μικρό ταπεζάκι, περίμενε τη σερβιτόρα να πάρει παραγγελία. "Τι θα πάρετε κύριε;" "Για αρχή έναν κατάλογο. Τι θες, να ξέρω απέξω τι έχετε;!" Η κοπελίτσα έφυγε τρομαγμένη και του έφερε αμέσως έναν κατάλογο. Είχε πολλά ωραία πράματα μέσα, αλλά δεν μπορούσε να διαλέξει... Ήταν και σχετικά αναποφάσιστος. Άνοιξε το μενού στην τύχη και διάβασε τι είχε στη σελίδα: Σατυρομεζές. Τι σκατά ήταν αυτό; αναρωτήθηκε. Έστω, ας έχει... "Κοπελιά! θέλω αυτό!" "Θα πιείτε κάτι κύριε;" "Μία μακφάρλαντ χωρίς αφρό." * * * * * Ο λόγος που το έβαλα αυτό στο spam forum είναι επειδή έγραψα μία γελοία ιστορία. Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορεί κάποιος να γράψει μία σοβαρή με τις κατάλληλες λέξεις. Το όλο εγχείρημα βέβαια μοιάζει "φτιάξτε προτάσεις με τις λέξεις της καρτέλας" από το δημοτικό. Και έχοντας φύγει από το δημοτικό 9 χρόνια τώρα, μου φαίνεται κι εμένα κάπως παράξενο. Τελοσπάντων, αν ενδιαφέρεστε για κάποια παρόμοια ασκησούλα με λογοτεχνικές προεκτάσεις πείτε το εδώ ώστε να γίνει κάτι. Αν σας φανεί πολύ χαζό ( ), να κι εγώ: Edited June 9, 2005 by Elsanor Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Μελδόκιος Posted June 9, 2005 Share Posted June 9, 2005 Χα! Ναι! Είναι ενδιαφέρον παιχνίδι, αν και όντως περιοριστικό. Κάνω κάτι τέτοια για να περνάει η ώρα. Βρίσκω κάποιο κείμενο, οτιδήποτε, πχ άρθρο σε περιοδικό, και κυκλώνω καμιά δεκαριά λέξεις στην τύχη. Μετα απο κεί γράφω χρησιμοποιώντας τις λέξεις αυτές με τη σειρά. Έχουν βγεί από λογικά μέχρι ασυνάρτητα και από γελοία μέχρι τρομακτικά κειμενάκια, ανάλογα με τις λέξεις που θα τύχουν και τη εκάστοτε διάθεση. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Bardoulas© Posted June 9, 2005 Share Posted June 9, 2005 ΧΑ! Μου θυμίζει ένα παιχνίδι που έπαιζα με ένα φίλο στο δημοτικό. Τον τσάντιζα γιατί του έλεγα να μου πει δυο τελείως ξεκάρφωτες λέξεις μεταξύ τους κι εγώ θα του έλεγα μια πρόταση που να τις περιέχει. Με το φίλο μου αυτόν χαθήκαμε, γιατί κρύφτηκε μια μέρα στη ντουλάπα και δεν τον ξαναείδα. Εγώ πάντως ενδιαφέρομαι για τη συγκεκριμένη. Πάμε με αυτές τις λέξεις Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Eroviana Posted June 9, 2005 Share Posted June 9, 2005 Δε μου φαίνεται καθόλου γελοίο το όλο εγχείρημα. Μάλιστα σήμερα σκεφτόμουν να ανοίξω αυτό το θέμα λίγο πιο συγκεκριμένα(δε νομίζω ότι η θέση του είναι στο spam forum αλλά τεσπα). Διαβάζοντας ένα εγχειρίδιο συγγραφής και αφήγησης*(το τελειότερο κατά τη γνώμη μου) παιδικού βιβλίου, ανακάλυψα διάφορες πολύ όμορφες ασκήσεις. Μία από αυτές είναι το "φανταστικό διώνυμο". Και εξηγούμαι: Επιλέγεις δύο λέξεις άσχετες μεταξύ τους και με μεγάλη απόσταση μεταξύ τους. Να μη συνδέονται δηλαδή ούτε νοηματικά ούτε να ανήκουν στον ίδιο χώρο. Όπως για παράδειγμα: ομπρέλα και πόρτα(το καλύτερο είναι να επιλεχθούν από δύο ανθρώπους ξεχωριστά). Μετά παίρνουμε αυτές τις λέξεις και προσπαθούμε να τις συνδυάσουμε ώστε να δημιουργήσουμε αργότερα μία ιστορία. π.χ. Η ομπρέλα και η πόρτα Η ομπρέλα της πόρτας Η πόρτα της ομπρέλας Μια ομπρέλα δίπλα σε μια πόρτα κλπ. Στη συνέχεια επιλέγουμε την πρόταση που μας εμπνέει περισσότερο και προσπαθούμε να συνδυάσουμε τις λέξεις "λογικά": Υπήρχε κάποτε μια ομπρέλα, ροζ με ρίγες, που κουβαλούσε πάντα μαζί της μία πόρτα. Όταν κουραζόταν, σταματούσε και τοποθετούσε την πόρτα σε έναν τοίχο. Έπειτα την άνοιγε και βρισκόταν σε ένα χώρο που δεν είχε ξαναβρεθεί ποτέ. Έτσι μπορεί τη μια μέρα να έμενε σε ένα παραδοσιακό άσπρο σπιτάκι της Σαντορίνης και την επόμενη να εμφανιζόταν ως διά μαγείας στην πλατεία ενός μικρού γαλλικού χωριού. Η ομπρέλα αυτή είχε μια ιδιαιτερότητα. Αντιπαθούσε τη βροχή! Μια μέρα που έβρεχε λοιπόν, τοποθέτησε την πόρτα της στο ναό του Παρθενώνα και όταν την άνοιξε βρέθηκε........ Αυτό ήταν ένα παράδειγμα του τι μπορείς να κάνεις με την τεχνική αυτή. Σχολιάστε ελεύθερα. *Γραμματική της φαντασίας(Εισαγωγή σστην τέχνη να επινοείς ιστορίες), κεφ. 4 "Το φανταστικό διώνυμο", του Τζάνι Ροντάρι, Εκδόσεις Μεταίχμιο Σημείωση: Τα παραπάνω είναι η δική μου εξήγηση για την τεχνική και τα παραδείγματα προσωπικά. Αν θέλετε το πρωτότυπο, δείτε το βιβλίο B) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Elsanor Posted June 9, 2005 Author Share Posted June 9, 2005 (edited) Δηλαδή προσπαθείς να συνδέσεις άμεσα τις δύο λέξεις; Κάτι τέτοιο βοηθάει τα μικρά παιδιά στο να αναπτύξουν κάτι συγκεκριμένο; Τη λογική πορεία, αν κατάλαβα καλά. Με την παιδαγωγική δεν είμαι και πολύ σχετικός, ούτε με την παιδική ψυχολογία (αν και θα μου άρεσε). Αν έχεις όρεξη, εξηγείς λίγο παραπάνω; Edit: Α, ξέχασα. Αν ενδιαφέρει αρκετά παιδιά ώστε να οργανώσουμε κάτι τέτοιο με νορμάλ λέξεις όμως ( ) ας το κάνουμε. Δεν ήξερα πού να βάλω το topic. Αν είναι ας μεταφερθεί εκεί που ταιριάζει περισσότερο (και sorry για την ταλαιπωρία). Edited June 9, 2005 by Elsanor Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Bardoulas© Posted June 9, 2005 Share Posted June 9, 2005 Μέσα με χίλια Έλσανορ! Αν και δεν πολυκατάλαβα την τεχνική σου Ερωβιάνα. Εμένα μ'αρέσει η χαοτική διάσταση που μπορεί να πάρει μια ιστορία. Ναι, είμαι λάτρης του Χάους! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Eroviana Posted June 9, 2005 Share Posted June 9, 2005 Δηλαδή προσπαθείς να συνδέσεις άμεσα τις δύο λέξεις; Κάτι τέτοιο βοηθάει τα μικρά παιδιά στο να αναπτύξουν κάτι συγκεκριμένο; Τη λογική πορεία, αν κατάλαβα καλά. Με την παιδαγωγική δεν είμαι και πολύ σχετικός, ούτε με την παιδική ψυχολογία (αν και θα μου άρεσε). Αν έχεις όρεξη, εξηγείς λίγο παραπάνω; Edit: Α, ξέχασα. Αν ενδιαφέρει αρκετά παιδιά ώστε να οργανώσουμε κάτι τέτοιο με νορμάλ λέξεις όμως ( ) ας το κάνουμε. Δεν ήξερα πού να βάλω το topic. Αν είναι ας μεταφερθεί εκεί που ταιριάζει περισσότερο (και sorry για την ταλαιπωρία). <{POST_SNAPBACK}> Γι αυτό έδωσα και παραδειγματάκια για να καταλάβετε. Μάλλον δεν πέτυχα . Αν μου πείτε ακριβώς τι δεν καταλάβατε θα το επεξηγήσω. Στην ουσία προσπαθείς να βρεις λογική σύνδεση ανάμεσα σε δύο λέξεις που είναι παράλογα τοποθετημένες δίπλα-δίπλα. Όχι δε θέλουμε πιο νορμάλ λέξεις, γιατί αυτή η ασχετοσύνη είναι που ελκύει τα παιδιά και κάνει την άσκηση διασκεδαστική και για σένα. Απλά κάνεις στον εαυτό σου ερωτήσεις: τι δουλειά έχουν μια ομπρέλα και μια πόρτα παρέα; Πού χρησιμεύει μία πόρτα που την κουβαλάς συνέχεια μαζί σου και σε κουράζει κιόλας(θα πρέπει να κάνει πολύ καλό για ν'αξίζει τον κόπο); Τι ξεχωριστό έχει αυτή η ομπρέλα που της φτιάξαμε και ιστορία(π.χ. αυτό που έγραψα ότι σιχαίνεται τη βροχή); Στη συνέχεια προσπαθείς ν'απαντήσεις σ'αυτές τις ερωτήσεις και κάποια στιγμή η διαδικασία γίνεται αυτόματη και σταματάς να σκέφτεσαι' απλά δημιουργείς. Σαν ένα αφηρημένο έργο τέχνης... Η παιδική φαντασία είναι απεριόριστη και είναι κρίμα να τη βάζουμε σε καλούπια όταν μεγαλώνουμε. Ποιος μας απαγορεύει να γράψουμε μ'αυτό τον τρόπο. Στην τελική θα έχεις στα χέρια σου μια ιστορία που κάνει τους άλλους να γελάνε(είτε μικρούς είτε μεγάλους). Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι πιο όμορφο απ'αυτό! Ξεκαθάρισα καθόλου ή σας τα έμπλεξα περισσότερο; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Bardoulas© Posted June 12, 2005 Share Posted June 12, 2005 Στην ουσία προσπαθείς να βρεις λογική σύνδεση ανάμεσα σε δύο λέξεις που είναι παράλογα τοποθετημένες δίπλα-δίπλα. Εμμ...μάλλον όταν λες λογική σύνδεση, εννοείς κάτι που να ακούγεται λογικό. Όχι να είναι λογικό (εγώ τουλάχιστον, όσο πατάω στη γη, δεν έχω δει ομπρέλες να κουβαλάνε πόρτες). Πάντως ο μηχανισμός ακούγεται καλός. Λοιπόν; Θα το ζμπρώξουμε το εγχείρημα; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Eroviana Posted June 12, 2005 Share Posted June 12, 2005 Δεν κατάλαβα τι ακριβώς θέλετε να κάνουμε Για ποια παιδάκια μιλάμε; Ή απλά λέτε να γράψουμε συλλογικό παραμύθι; Για ρίξτε μια επεξήγηση. Υ.Γ: Βάρδουλα, αυτό ακριβώς που είπες εννοώ. Είστε πάντως αρνητικοί προς αντικείμενα που μιλάνε, περπατάνε κλπ. Γιατί; Τομ Ρόμπινς δεν έχετε διαβάσει;(κακώς ) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Elsanor Posted June 12, 2005 Author Share Posted June 12, 2005 Κατάλαβα τι έλεγες, ok. Καλό ακούγεται! Και μόνο που προσπάθησα να κάνω κάτι παρόμοιο με την ομπρέλα και την πόρτα ένοιωσα κάπως διαφορετικά, σαν να δημιουργούσα από την αρχή. Σαν να έβγαζα όλα όσα έχω συνηθίσει από πάνω μου και να έφτιαχνα κάτι από την αρχή. Αλλά αυτό που πρότινα εγώ δεν έχει να κάνει με όσα είπες, τουλάχιστον όχι άμεσα. Ξαναδες λίγο αν θέλεις τις πρώτες δύο παραγράφους από την πρώτη μου καταχώρηση κυρίως. Η ιδέα είναι να ορίζουμε σαν ασκησούλα μερικές λέξεις και μετά όποιος θέλει να χρησιμοποιεί τις λέξεις αυτές (μία σε κάθε παράγραφο, ας πούμε) για να φτιάξει ένα κείμενο με σωστή δομή και συνοχή. Η όλη φάση είναι για να βοηθήσει όποιον θελήσει να συμμετάσχει στο να χρησιμοποιεί τις λέξεις αλλά και προτάσεις που του έρχονται ξαφνικά στο μυαλό όταν γράφει. Στο να τις εντάσσει δηλαδή όμορφα μέσα στο κείμενό του. Για παράδειγμα, πολλές φορές έχουμε σκεφτεί μία ξεκομμένη πρόταση που βρήκαμε πολύ ωραία και τη σημειώνουμε σε ένα μπλοκάκι. Αργότερα αυτή την πρόταση πρέπει να την εντάξουμε κάπως στην ιστορία μας. Το θέμα αυτό είναι αρκετά τεχνικής φύσης, οπότε πιστεύω πως θα βοηθούσε να κάναμε κάτι αντίστοιχο με λέξεις που θα έχουμε ορίσει στην αρχή κάθε άσκησης. Έχουμε κάποιες λέξεις που εξαρχής δεν έχουν σχέση μεταξύ τους και στη συνέχεια προσπαθούμε να βγάλουμε μία ιστορία από αυτές. Αυτά, δεν έχω κάτι άλλο να πω. Ελπίζω να το εξήγησα καλά αυτή τη φορά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted June 12, 2005 Share Posted June 12, 2005 Εργαστήριο; 16η άσκηση; (για τη 15η υπάρχει άλλος υποψήφιος...) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Bardoulas© Posted June 12, 2005 Share Posted June 12, 2005 Γιατί, φτάσαμε στη 14; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted June 12, 2005 Share Posted June 12, 2005 ναι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Orpheus Posted June 14, 2005 Share Posted June 14, 2005 (edited) Αγαπητοί Συμφορουμίτες, Εχθές, Δευτέρα 13 Ιουνίου 2005, ή μάλλον σήμερα, Τρίτη 14, τα ξημερώματα, είχαμε ένα session-πείραμα πάνω σ'αυτές τις ιστορίες, εγώ, ο Elsanor και η Eroviana, κάτω απ'την ευγενική καθοδήγηση της τελευταίας. Με την άδεια και των δύο συμφορουμιτών μας, σας κοινοποιώ μια μικρή περιγραφή της τρόπον τινά χθεσινής μας συζήτησης. (με δυο λόγια θα έλεγα πως ήταν αυτό που λέμε 'θεατρικό παιχνίδι', σε συγγραφή ) Les hômmes σκεφτήκαμε ο καθένας από μία λέξη, χωρίς καμμία σχέση μεταξύ τους (συγχρόνως), και μετά με βάση αυτές τις λέξεις κάναμε ο καθένας από μερικές προτάσεις-θέματα (συνολικά 6). Απ'τις προτάσεις αυτές διάλεξε ο καθένας μας μία και έγραψε με βάση αυτήν μια ιστοριούλα, σαν ένα μικρό παραμυθάκι. Παραθέτω μόνο την ιστορία του καθενός, θα είναι εύκολο να μαντέψει κανείς τις λέξεις . Σας προκαλώ επίσης να μαντέψετε τους συγγραφείς! Οι ιστορίες πάντως, όπως είναι φανερό εξ άλλου, δεν είναι ολοκληρωμένες. Ήταν μονάχα μια δοκιμή, που τελείωσε στις τέσσερις παρά τέταρτο τα ξημερώματα(!)... [apologetic smileyface] (Οι ιστορίες παρατίθενται σε αύξουσα σειρά μήκους.) I. Το ολοκαίνουριο ποδήλατο χαιρόταν όταν άκουγε τα κλειδιά του επιστάτη που άνοιγε το μαγαζί. Το είχαν τοποθετήσει στη βιτρίνα κι ένας πανέμορφος κόκκινος φιόγκος στόλιζε τα χέρια του. Του άρεσε να βλέπει τις φατσούλες μικρών παιδιών να κολλάνε στο τζάμι για να το δουν καλύτερα και να λένε στους γονείς τους: "Το θέλο! Είναι τέλειο!" Αυτές οι μικρές καθημερινές χαρές άρχισαν να μετατρέπονται σε λύπες, όταν πλέον το είχαν βγάλει απ'τη βοτρίνα επειδή είχε παλιώσει. Το μετέφεραν στο πίσω μέρος του μικρού μαγαζιού παρέα με άλλα άχρηστα, αλλά ένοιωθε τόση μοναξιά... Εdit: Μου ξέφυγε μία παράγραφος, του αθλίου! Ιδού: Έτσι κύλησαν δυο χρόνια σχεδόν, που όμως έμοιαζαν με αιωνιότητα μέσα στην ησυχία της γωνιάς των αχρήστων. Μια νύχτα, όπως όλες, εμφανίστηκε ένας καίκάντζαρος - κοντός, αδύνατος και άσχημος - απ'το πουθενά. Ή μάλλον απ'τη χαραμάδα της πίσω πόρτας. II. Ο Μικρούλης Μικ-και-Ρικ-και-Σπικ, ο καλικαντζαρούλης ήταν μικρός και ντροπαλός. Γι'αυτό, όταν οι άλλοι καλικαντζαρέοι έβγαιναν και πείραζαν τις νοικοκυρές, αυτός αντί να τρώει μπισκότα κι άλλες λιχουδιές πού'κλεβαν απ'τα παιδάκια, κρυβόταν μέσα σ'ένα ποδήλατο. Το ποδήλατο ήταν καλό, και άφηνε τον Μικ-και-Ρικ-και-Σπικ το Μικρούλη να κρύβεται μέσα του μέχρι να περάσουν τα Χριστούγεννα και τα καλικαντζαράκια να γυρίσουν στο σπίτι τους, μέσα στη γη. Έτσι κι αυτά τα Χριστούγεννα, όταν ήρθε ο καιρός να 'ρθούν οι καλικάντζαροι ν'αρχίσουν τα οειράγματά τους, το ποδήλατο περίμενε χαρούμενο τον μικρούλη ντροπαλό του φίλο. Μα όταν χτύπησαν τα μεσάνυχτα των Χριστουγέννων, και ξεχύθηκαν τα ξωτικά στους δρόμους και στα σπίτια, κι έγινε χαμός και τζερτζελές και κέφι κι αντάρα, κι αφού τα καλικανταράκια μαζευτήκαν πάλι στα σπίτια να κρυφτούνε από τον Ήλιο, ο Μικρούλης Μικ-και-Ρικ-και-Σπικ, ο καλικαντζαρούλης, δε φαινόταν πουθενά! III. Ήτανε ένα ποδήλατο που είχε για φίλο ένα καλικάντζαρο. Ήταν φίλοι από πολύ μικροί, από τότε που τους γνώρισαν οι γονείς τους στην εξοχή. Το ποδήλατο ήταν σιωπηλό και δε μιλούσε πολύ, όμως άφηνε τον καλικάντζαρο να ανεβαίνει πάνω του και τον πήγαινε βόλτα. Ο καλικάντζαρος μιλούσε πιο πολύ απ'το ποδήλατο. Συχνά πήγαιναν στην παραλία και έκαναν μπάνιο, και μετά το ποδήλατο τους ανέβαζε πίσω στο σπίτι. Το ποδήλατο και ο καλικάντζαρος ήταν πολύ καλοί φίλοι. Μια μέρα όμως που έκαναν βόλτα σε ένα μεγάλο δρόμο, το ποδήλατο παρατήρησε κάτι περίεργο. Ο καλικάντζαρος είχε σωπάσει και δε μιλούσε πια. Το ποδήλατο δεν ήξερε τι να κάνει, τι να πει. Δε μιλούσε και πολύ και είχε ξεσυνηθίσει. Έτσι έμεινε σιωπηλό και ταξίδεψαν λίγο ακόμα στο μεγάλο δρόμο. Ώσπου ο καλικάντζαρος μετά από λίγο μίλησε και το ποδήλατο ήταν χαρούμενο. Μια άλλη μέρα όμως ο καλικάντζαρος πάλι σταμάτησε να μιλάει και το ποδήλατο ένιωσε περίεργα. Το ποδήλατο συνέχισε να μη μιλάει καθόλου κι έτσι προχωρούσαν στη σιωπή. Μετά από πολλή ώρα το ποδήλατο δεν άντεξε και ρώτησε τον Καλικάντζαρο τι είχε. Η φωνή του ήταν βραχνή και δεν έβγαινε εύκολα επειδή δε μίλαγε πολύ. Ο καλικάντζαρος του είπε ότι δεν μπορούσε πια να μιλάει εκείνος, θα έπρεπε να μιλήσει κι εκείνο λίγο. Το ποδήλατο τότε αισθάνθηκε πολύ περίεργα γιατί δεν ήξερε τι να πει. "Πες κάτι, οτιδήποτε", του είπε ο καλικάντζαρος. Το ποδήλατο σκέφτηκε για πολύ ώρα, και τελικά είπε στον καλικάντζαρο: "Σε αγαπάω, είσαι φίλος μου". Ο καλικάντζαρος χαμογέλασε και του είπε: "Είδες; Αν δεν το έλεγες ποτέ μπορεί να μην ήμουν σίγουρος όπως είμαι τώρα." Και οι δυο φίλοι γέλασαν και συνέχισαν τη βόλτα τους. Extra πληροφορίες: Οι λέξεις: ποδήλατο (Elsanor) καλικάντζαρος (Orpheus) Τα κείμενα: Ι. Θεματική φράση: 2. Ήτανε ένα ποδήλατο που είχε για φίλο ένα καλικάντζαρο. (by Elsanor) To olokainourio podhlato xairotan otan akouge ta kleidia tou epistath pou anoige to magazi. To eixan topo8ethsei sth vitrina ki enas panemorfos kokkinos fiogkos stolize ta xeria tou. Tou arese na vlepei tis fatsoules mikrwn paidiwn na kollane sto tzami gia na to doun kalutera kai na lene stous goneis tous:"To 8elw!Einai teleio!" (sunexeia)Autes oi mikres ka8hmerines xares arxisan na metatrepontai se lupes otan pleon to eixan vgallei ap'th vitrina epeidh eixe paliwsei. To meteferan sto pisw meros tou mikrou magaziou parea me alla axrhsta, alla enoiw8e tosh mona3ia... Η παράγραφος, που λέγαμε... (ki allo)Etsi kulhsan duo xronia sxedon, pou omws emoiazan me aiwniothta mesa sthn hsuxia ths gwnias twn axrhstwn. Mia nuxta, opws oles, emfanisthke enas kalikantzaros-kontos, adunatos kai asxhmos-ap'to pou8ena. H mallon ap'th xaramada ths pisw portas. _ ΙΙ. Θεματική φράση: O Καλικάντζαρος που κρυβόταν μέσα σε ένα ποδήλατο (by Orpheus) O Mikroulhs Mik-kai-Rik-kai-Spik, o kalikantzaroulhs, htan mikros kai ntropalos. Gi'auto, otan oi alloi kalikantzareoi ebgainan kai peirazan tis noikokures, autos anti na trwei mpiskota pou'kleban ap'ta paidakia, krubotan mesa s'ena podhlado. To podhlato htan kalo, kai afhne ton Mik-kai-Rik-kai-Spik ton Mikroulh na krubstai mesa tou, mexri na perasoun ta Xristougenna kai ta kalikantzarakia na gurisoun sto spiti tous, mesa sth Gh. (sunexeia) Etsi ki auta ta Xristougenna, otan hr8e o kairos na r8oun oi kalikantzaroi n'arxisoun ta peiragmata tous, to podhlato perimene xaroumeno ton mikroulh ntropalo tou filo. Ma otan xtuphsan ta mesanuxta twn Xristougennwn, kai ksexu8hkan ta 3wtika stous dromous kai sta spitia, kai egine xamos kai tzertzeles kai kefi kai antara, ki afou ta kalikantzarakia mazeuthkan pali sta spitia na kruftoune apo ton Hlio, o Mikroulhs Mik-kai-Rik-kai-Spik, o kalikantzaroulhs, den fainotan pou8ena! _ ΙΙΙ. Θεματική φράση: 2. (by Elsanor) Htane ena podhlato pou eixe gia filo ena kalikatzaro. Htan filoi apo polu mikroi, apo tote pou tous gnwrisan oi goneis tous sthn e3oxh. To podhlato htan siwphlo kai de milouse polu, omws afhne ton kalikantzaro na anebainei panw tou kai ton phgaine bolta. O kalikantzaros milouse pio polu apo to podhlato. Suxna phgainan sthn paralia kai ekanan mpanio, kai meta to podhlato tous anebaze pisw sto spiti. To podhlato kai o kalikantzaros htan polu kaloi filoi. (sunexeia) mia mera omws pou ekanan bolta se ena megalo dromo, to podhlato parathrhse kati periergo. O kalikantzaros eixe swpasei kai de milouse pia. To podhlato den h3ere ti na kanei, ti na pei. De milouse kai polu kai eixe 3esunh8hsei. Etsi emeine siwphlo kai ta3ideusan ligo akoma sto megalo dromo. Wspou o kalikantzaros meta apo ligo milhse kai to podhlato htan xaroumeno. Mia allh mera omws o kalikantzaros pali stamathse na milaei kai to podhlato enoiwse perierga. (sunexeia) To podhlato sunexise na mh milaei ka8olou kai etsi proxwrousan sth siwph. Meta apo polu wra to podhlato den ante3e kai rwthse ton kalikantzaro ti eixe. H fwnh tou htan braxnh kai den ebgaine eukola epeidh de milage polu. O kalikantzaros tou eipe oti den mporouse pia na milaei ekeinos, 8a eprepe na milhsei ki ekeino ligo. To podhlato tote ais8an8hke polu perierga giati den h3ere ti na pei. "Pes kati, otidhpote" tou eipe o kalikantzaros. (sunexeia) to podhlato skefthke polu wra, kai telika eipe sto kalikantzaro: "se agapaw, eisai filos mou". O kalikantzaros xamogelase kai tou eipe: "Eides? An den to eleges pote mporei na mhn hmoun sigouros opws eimai twra." kai oi duo filoi gelasan kai sunexisan th bolta tous... __ Παρ'όλ'αυτά δε γράφω τους συγγραφείς ακόμα! Για μένα ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία (και χρήσιμη, αφού έπεσε έκθεση με θέμα "να τελειώνει με τη φράση "she woke up to find a grand piano on the lawn in front of her house", οπότε παραμυθάκι! ), και ελπίζω πως θα υπάρξουν κι άλλα. Χεχε. Δεν με καταλάβατε ακόμα απ'την μητιγκιομανία; Edit: Χμμ... Στο εργαστήρι, ε; Ενδιαφέρον, ίσως... Fίδωμεν! Οι Μούσες μαζί σας, -Ορφέας Edited June 14, 2005 by Orpheus Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
King_Volsung Posted June 14, 2005 Share Posted June 14, 2005 Ωραίο είναι! Ο Έλσανορ μου έδωσε δυο λέξεις και έγραψα κι εγώ κάτι... Here you are... ---------- Πεινούσε πολύ. Το στομάχι του γουργούριζε τόσο πολύ που ίσως και ξύπνησε από τον θόρυβο.Κάθισε στο κρεβάτι του και ξύθηκε νυσταγμένος, τα μάτια του σχεδόν κλειστά και πολύ βαριά. Τεντώθηκε, χασμουρήθηκε και σηκώθηκε. Πήγε στην τουαλέτα και έπλυνε το πρόσωπό του με κρύο νερό για να ξυπνήσει για τα καλά. Το στομάχι του συνέχιζε να τον ενοχλεί. "Ε σταμάτα πια!" Σέρνοντας τα πόδια του πήγε στην κουζίνα. Κοίταξε ερευνητικά το εχθρικό στρατόπεδο. Το θησαυροφυλάκιο τον περίμενε, κλειστό και σκοτείνο. Οδοφράγματα εμπόδιζαν τον δρόμο του, αλλά δεν ανυσηχούσε. Ήξερε πως μπορούσε να τα προσπεράσει. Οι εχθροί κοιμούνταν' θα τους αιφνιδίαζε και θα έφτανε στο θησαυροφυλάκιο γρήγορα. Ετοιμάστηκε, έσφιξε τα δόντια του και όρμησε. Με ένα σάλτο βρέθηκε μπροστά από ένα εμπόδιο και έπειτα άρχισε να τρέχει προς τα δεξιά που βρισκόταν το βάραθρο. Προσπέρασε άλλη μια καρέκλα και κάνοντας μια τούμα βρέθηκε μπροστά στην τρύπα. Κοίταξε την απειλητική μαυρίλα κάτω του. Σάστισε και έχασε την ισορροπία του, αλλά τελικά την ξαναβρήκε και έπεσε στα γόνατα. Άπλωσε προσεκτικά το χέρι του και προσέχοντας να μην κάνει θόρυβο άνοιξε το οπλοστάσια του εχθρού. Άρπαξε από μέσα ένα μαχαίρι και τινάχτηκε μπροστά. Τώρα βρισκόταν ακριβώς δίπλα από τον στόχο του. Ήρεμος και σίγουρος για τη νίκη του, άνοιξε την πόρτα. Ο θησαυρός περίμενε μέσα. Ένα φως τον τύλιξε και φώτισε όλο το εσωτερικό του θησαυροφυλακίου. Μπάλες διαφόρων σχημάτων και χρωμάτων στέκονταν καμαρωτά. Διάφορα παράξενα κυλινδρικά και τετράγωνα πράγματα, σαν πύργοι κάστρου, άλλα μικρά άλλα μεγάλα, άλλα γυάλινα άλλα χάρτινα, έκαναν αισθητή την παρουσία τους. Γενικά είχε τόσες πολλές λιχουδιές εκεί μέσα που δεν μπορούσε να αποφασίσει εύκολα. Ξανά ο θόρυβος από το στομάχι του. Σταμάτα! Θα ξυπνήσεις τους εχθρούς! Τελικά η ματιά του εστιάστηκε σε μια αρκετά μεγάλη μπάλα, σε μέγεθος ενός μικρού κεφαλιού, πράσινη στο χρώμα. Ένα πεπόνι! Το κάρφωσε με το μαχαίρι του με δύναμη. Χαχα! Τώρα είναι δικό μου! Θα σε ξεσκίσω και θα σε φάω! σκέφτηκε καθώς το έβγαζε έξω και το σήκωνε στον αέρα Το πεπόνι άρχισε να σκούζει από τον πόνο. Τα ζουμιά του έτρεχαν πάνω στο πρόσωπο του δολοφόνου του. Και τότε, εντελώς ξαφνικά, ένας φίλος του κατέφτασε σε βοήθεια! Ένα άδειο γυάλινο κυλινδρικό μπουκάλι πήδηξε από την ταράτσα του θησαυροφυλακίου και έπεσε με φόρα πάνω στο κεφάλι του εισβολέα. Φώναξε από τον πόνο και έπεσε αναίσθητος στο πάτωμα. --------------- Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Elsanor Posted June 14, 2005 Author Share Posted June 14, 2005 Προτίνω να φτιάξουμε άλλο topic για να μεταφέρουμε την ιδέα της Ερωβιάνας μαζί με τις απαντήσεις μας γιατί στην ουσία έχουμε δύο topic σε ένα τώρα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Eroviana Posted June 15, 2005 Share Posted June 15, 2005 Προτίνω να φτιάξουμε άλλο topic για να μεταφέρουμε την ιδέα της Ερωβιάνας μαζί με τις απαντήσεις μας γιατί στην ουσία έχουμε δύο topic σε ένα τώρα. <{POST_SNAPBACK}> Έχεις δίκιο Els. Έκανα highjack(σωστά το λέω;) στο αρχικό τόπικ, επειδή νόμιζα ότι απαντούσα έτσι. Θα αναλάβεις εσύ; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.