Jump to content

ΣΑ #12 (Απαντήσεις και Σχολιασμοί)


Ιρμάντα

Recommended Posts

exerciseowl.png.6d74ce017088c507f1a24e4c17208d0a.png Γεια σας και από δω, καλά μου παιδάκια!

Δημοσιεύετε εδώ απαντήσεις για την ΣΑ #12

Γράφετε: μέχρι τέλος Σεπτέμβρη.

Όριο λέξεων δεν υπάρχει. Όσο σας προκύψει.

 

Επιτρέπονται κατά τα γνωστά:

  • κακά λογάκια δεν θα σας βάλω πιπέρι
  • μονόλογοι απελπισίας
  • σεξ και βία
  • σατανιστικά, παγανιστικά, οπιοειδή και άλλα ειδεχθή
  • οτιδήποτε, αρκεί να ταιριάζει και να μπορείτε να το διαχειριστείτε
Edited by Ιρμάντα
  • Like 3
Link to comment
Share on other sites

  • Ιρμάντα pinned this topic
  • 2 weeks later...

Let the game begin! Η πρώτη ιστορία, μένουν άλλες 8. 


Συγγραφέας Βιβή Κανάρη 

Είδος φλας

Στα πλαίσια του ΣΑ #12 - Επικίνδυνα Παιχνίδια - Συγγραφικές Ασκήσεις (ΣΑ)

Λέξεις 160 

Θεματική Αίθουσα σύνταξης εφημερίδας - αλήθεια ή θάρρος.

 

ΨΕΜΑΤΑ Η ΘΑΡΡΟΣ

"Λοιπόν, Ειρήνη, ψέματα ή θάρρος;" Μάλιστα, λες και δεν ήξερε πόσο δύσκολα τα έβγαζα πέρα μετά το διαζύγιο. Λες κι είχα περιθώριο για ψέματα. 

"Θάρρος, φυσικά", απάντησα. Ο αρχισυντάκτης χαμογέλασε. 

"Μπράβο στο κορίτσι μου. Για πες". 

"Ο Υπουργός Ναυτιλίας, παίζει το μάτι του. Σίγουρες πηγές. Αύριο βράδυ, στη δεξίωση στο προεδρικό Μέγαρο. Έχω κανονίσει ξενοδοχείο εκεί κοντά ". 

"Άρα να ετοιμάσω πρωτοσέλιδο για ερωτικό σκάνδαλο;" Του χαμογέλασα. Ή τώρα ή ποτέ. Η μικρή ήθελε να την πάω και Ντίσνεϋλαντ. 

"Χρήστο, μήπως να αναλάβω κι εγώ καμία νεκρολογία;" Αναστέναξε. "Έχω ανάγκη τα χρήματα", πρόσθεσα. "Κι έχω ξεκινήσει μαθήματα σκοποβολής". 

"Ο Βασίλης..."

"Ο Βασίλης παρολίγο να τα θαλασσωσει στην προηγούμενη". 

"Όλα πήγαν καλά όμως και βγάλαμε δέκα μέρες συνεχόμενα πρωτοσέλιδα για εκείνον τον πολιτικό μηχανικό. Όλοι τελικά πίστεψαν πως το έκανε η μυκονιάτικη μαφία. Άλλωστε, ποιός θα ξεμυαλίζει τους ισχυρούς άντρες αυτής της χώρας, αν το ρίξεις στα όπλα; Τα ερωτικά σκάνδαλα πουλάνε". Όχι τόσο όσο οι δολοφονίες. Του χρόνου η Ντίσνεϋλαντ, μικρή. 

Edited by Roubiliana
  • Like 3
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Μένουν άλλες 7. 


Συγγραφέας Βιβή Κανάρη 

Λέξεις 800 

Είδος φλασάκι 

Σεξ όχι, βία υπονοείται. 

Για τη ΣΑ #12 - Επικίνδυνα Παιχνίδια - Συγγραφικές Ασκήσεις (ΣΑ)     ουιτζι διάστημα.docx

Edited by Roubiliana
  • Like 3
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Μένουν 6. 

Θεματική πλοίο -σκάκι

Τιτανικός 2023

"Ρουά Ματ" Ο Βαρώνος Μακ Ρόναλντ έφερε το ουίσκι στα χείλη. Μία γερή γουλιά για να γιορτάσει άλλη μια νίκη. Μια από τις χιλιάδες. Ο στρατηγός Λεμέρ είχε βελτιωθεί μετά από τόσες αμέτρητες παρτίδες. Αμέτρητες παρτίδες, πράγματι. Αμέτρητες, ατελείωτες παρτίδες. Με έναν συμπαίκτη που όσο και να βελτιωνόταν, θα παρέμενε μέτριος. Απλά θα δυσκόλευε λίγο παραπάνω τον Βαρώνο, αλλά μέχρι εκεί.

Ένα ψάρι πέρασε μέσα από το ποτήρι, συνηθισμένο ή μήπως απλά αδιάφορο στους νεκρούς; Τα παγάκια κροτάλισαν σα κοχύλια στην παραλία. Αχ, οι παραλίες της Σκωτίας... 

Γύρω του, αμέτρητες άλλες παρτίδες βρίσκονταν σε εξέλιξη. Δεκάδες άντρες και μερικές γυναίκες από την τρίτη θέση κάποια στιγμή είχαν παρακολουθήσει τους δύο άντρες της πρώτης να παίζουν κι είχαν μάθει. Όχι, όχι απλά μάθει. Είχαν αγαπήσει το παιχνίδι, είχαν γίνει καλύτεροι από τον στρατηγό. Θα μπορούσε να παίξει καταπληκτικές παρτίδες μαζί τους• αν δεν ήταν τόσο πληβείοι. Γιατί αυτή ήταν η καταδίκη του Βαρώνου, η κόλαση που πλήρωνε ποιός ξέρει για ποια αμαρτία. 

Στο ναυάγιο του Τιτανικού, ελάχιστοι επιβάτες της πρώτης θέσης πνίγηκαν κι ελάχιστοι της τρίτης θέσης σώθηκαν. Κι αυτό που ανακάλυψε τα ατελείωτα χρόνια του θανάτου του ήταν πως η ικανότητα στο σκάκι δεν εξαρτιόταν από την κοινωνική θέση. Δυστυχώς. 

Ο Τζακ, ένα χαμίνι από τους δρόμους του Λίβερπουλ, ήρθε μισοτρέχοντας, μισοπλέοντας προς το μέρος τους. 

"Βαρώνε, Βαρώνε, έχουμε επισκέπτες". Ο Βαρώνος κροτάλησε άλλη μια φορά τα παγάκια και κοίταξε αδιάφορα το ποτήρι. 

"Μπορείς να μιλήσεις, παιδί μου".

"Ένα βαθυσκάφος μας πλησιάζει, είναι εξερευνητικό". Αυτό του τράβηξε την προσοχή. Έκανε νόημα στον μικρό να συνεχίσει. "Το λένε Τιτάνα κι από ό,τι κατάλαβα, έχει μέσα πέντε άντρες, θέλουν να εξερευνήσουν το ναυάγιο. Πλούσιοι τουρίστες". 

"Πλούσιοι; Είσαι σίγουρος;"

"Τους άκουσα να συζητάνε για τις επενδύσεις και τα σπίτια τους". Ο Βαρώνος άφησε το αόρατο ποτήρι στο τραπέζι-φαντασμα. Το πραγματικό τραπέζι είχε σαπίσει, έναν αιώνα τώρα στο νερό. 

"Συνταγματάρχα, λες οι πλούσιοι να μαθαίνουν ακόμα σκάκι;"

"Δεν έχω καμία αμφιβολία" απάντησε εκείνος. 

"Τζακ, πιστεύεις πως μπορούμε να προσκαλέσουμε τους κυρίους αυτούς στον Τιτανικό;" Το χαμίνι χαμογέλασε και έκανε νόημα σε μερικά αλητάκια. Όλα μαζί όρμησαν στο βαθυσκάφος. Ένα μικρό ρήγμα ήταν αρκετό. Η υψηλή πίεση του βυθού θα έκανε τα υπόλοιπα.

 

 

Edited by Roubiliana
  • Like 4
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Μένουν 5

Θεματική ναός μπουκάλα 

Μπουκάλα στον Άγιο Κυπριανό

Ο αρχιμανδρίτης Αγάθωνας έκλεισε μαλακά την πόρτα του ναού. Δεν χρειαζότανε να ανάψουν φώτα, να μην προκαλέσουν και την περιέργεια των περαστικών. Η Αγνη, πρόεδρος του φιλόπτωχου ταμείου, άπλωσε τη μακριά σεμνή  φούστα γύρω από τα πόδια της καθώς καθόταν αναπαυτικά στη μοκέτα. Ο επίτροπος της εκκλησίας ήταν ήδη καθισμένος δίπλα της και ακολούθησαν  ο αρχιμανδρίτης και φυσικά ο νεαρός καντηλανάφτης. Ήταν δεν ήταν 20 χρονών, παιδί φτωχής και πολύτεκνης οικογένειας και όχι και πολύ έξυπνος, ό,τι δηλαδή χρειάζονταν για τις συναντήσεις τους. Δεν ήξερε πως ο Αγάθωνας είχε καταφέρει να τον πείσει αλλά τον είχε πείσει και αυτό είχε σημασία. Δεν χόρταινε να τον τρώει με τα μάτια και ανυπομονούσε να τον φάει και αλλιώς. Αναρωτιόταν αν την είχε μεγάλη, θα απογοητευόταν πολύ αν δεν την είχε. Ο Αγάθων έβαλε στη μέση τη μπουκάλα και εξήγησε στον νεοφερμένο τους κανόνες του παιχνιδιού.

"Η πρώτη φορά που η μπουκάλα θα δείξει κάποιον από εμάς θα πρέπει να τον φιλήσεις απαλά στο στόμα, την δεύτερη φορά που θα πετύχεις το ίδιο άτομο θα είναι γλωσσίφιλο, την τρίτη φορά στοματικό. Στην τέταρτη θα επιλέξεις ένα μέρος να απομονωθείτε οι δυό σας."

Η Αγνή φοβόταν πως ο νεαρός ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να πει όχι. Ανά πάσα στιγμή μπορούσε να βγει από το ναό τρέχοντας και να πει σε όλους τι έκαναν εκεί μέσα. Από την άλλη το αγόρι αυτό ήταν μεγάλος πειρασμός. Δύσκολα μπορούσαν να του αντισταθούν. Έπρεπε να τον εντάξουν στο παιχνίδι. 

"Συμφωνείς λοιπόν;" τον ρώτησε ο Αγάθωνας.

"Το ξέρετε πως ο άγιος Κυπριανός είναι προστάτης της μαγείας;" είπε εκείνος.

Ναι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον νεαρό. Κάτι με το μυαλό του. Αλλά βέβαια δεν τον θέλανε για το μυαλό του. 

"Ο άγιος Κυπριανός ναι ήτανε στην αρχή μάγος αλλά μετά πείστηκε για τη δύναμη του θεού και αρνήθηκε τη μαγεία και τον σατανά" εξήγησε η Αγνή. "Λοιπόν ποιος είναι ο πρώτος στην μπουκάλα;"

"Εγώ" είπε ο νεαρός όλο ενθουσιασμό. Την γύρισε και πέτυχε τον επίτροπο. Αθώο φιλί στα χείλη. Η Αγνή είχε αρχίσει ήδη να υγραίνεται από το θέαμα. Ανυπομονούσε να τον πάρει στο στόμα της. Η μπουκάλα γύρισε άλλες 2-3 φορές προτού ο νεαρός ξαναμιλήσει.

"Νομίζω πως δεν τα λένε πολύ σωστά. Ναι ήταν μάγος, που όμως χρησιμοποιούσε τη μαγεία για να προστατεύσει την αγνότητα της Αγίας Ιουστίνης".

"Δεν ισχύει αυτό", τον διέκοψε ο  αρχιμανδρίτης, "μη γίνεσαι αιρετικός". Αν το αγόρι δεν είχε τόσο γυμνασμένο κορμί, η Αγνή σίγουρα θα είχε φύγει εξοργισμένη από κει μέσα. Άλλο ένα γύρισμα της μπουκάλας και επιτέλους έφτασε η στιγμή η Αγνή να φιλήσει τον νεαρό. Ναι, άξιζε όλη την αναμονή. Η θερμοκρασία ανέβηκε απότομα. Δυστυχώς στο επόμενο γύρισμα ο αρχιμανδρίτης ήταν αυτός που εκείνη τη νύχτα τον πέτυχε για τρίτη φορά. Στοματικό. Ο Αγάθωνας πήρα τον νεαρό από τη μέση και αποτραβήχτηκαν πιο μέσα στο ναό. Η Αγνή είδε τον Αγάθωνα να ανεβάζει το ράσο του. Το στόμα της είχε  γεμίσει από σάλια.

Ο Αγάθωνας άρχισε τότε να ουρλιάζει. Τι έγινε; μήπως τον δάγκωσε κατά λάθος ο μικρός; Έτρεξαν προς το μέρος του. Τα ράσα ήταν ακόμα ανεβασμένα και εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεται το πέος και οι όρχεις δεν υπήρχε τίποτα. Απολύτως τίποτα. Σαν αυτές τις αφυλες κούκλες που παίζουν τα παιδιά.

Τα ουρλιαχτά ήταν πολύ δυνατά, ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα του ναού μου. Κάποιος μπήκε μέσα και ρώτησε τι συμβαίνει. Η Αγνή πετάχτηκε έξω με κατεβασμένο κεφάλι. Ό,τι και αν είχε συμβεί, δε σκόπευε να την αναγνωρίσουν και να τη συνδέσουν με το γεγονός. Άρχισε να περπατάει. Ο άγιος Κυπριανός, ο προστάτης της μαγείας, είχε πει ο νεαρός. Έριξε μία κλεφτή ματιά πίσω στο ναό μόλις απομακρύνθηκε αρκετά. Ο νεαρός βρισκόταν τώρα στην είσοδο και την κοιτούσε με ένα στραβό χαμόγελο. Η Αγνή ξεκίνησε να τρέχει.

 

Edited by Roubiliana
  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

On 8/10/2024 at 12:33 PM, Roubiliana said:

Let the game begin! Η πρώτη ιστορία, μένουν άλλες 8. 


Συγγραφέας Βιβή Κανάρη 

Είδος φλας

Στα πλαίσια του ΣΑ #12 - Επικίνδυνα Παιχνίδια - Συγγραφικές Ασκήσεις (ΣΑ)

Λέξεις 160 

Θεματική Αίθουσα σύνταξης εφημερίδας - αλήθεια ή θάρρος.

 

ΨΕΜΑΤΑ Η ΘΑΡΡΟΣ

"Λοιπόν, Ειρήνη, ψέματα ή θάρρος;" Μάλιστα, λες και δεν ήξερε πόσο δύσκολα τα έβγαζα πέρα μετά το διαζύγιο. Λες κι είχα περιθώριο για ψέματα. 

"Θάρρος, φυσικά", απάντησα. Ο αρχισυντάκτης χαμογέλασε. 

"Μπράβο στο κορίτσι μου. Για πες". 

"Ο Υπουργός Ναυτιλίας, παίζει το μάτι του. Σίγουρες πηγές. Αύριο βράδυ, στη δεξίωση στο προεδρικό Μέγαρο. Έχω κανονίσει ξενοδοχείο εκεί κοντά ". 

"Άρα να ετοιμάσω πρωτοσέλιδο για ερωτικό σκάνδαλο;" Του χαμογέλασα. Ή τώρα ή ποτέ. Η μικρή ήθελε να την πάω και Ντίσνεϋλαντ. 

"Χρήστο, μήπως να αναλάβω κι εγώ καμία νεκρολογία;" Αναστέναξε. "Έχω ανάγκη τα χρήματα", πρόσθεσα. "Κι έχω ξεκινήσει μαθήματα σκοποβολής". 

"Ο Βασίλης..."

"Ο Βασίλης παρολίγο να τα θαλασσωσει στην προηγούμενη". 

"Όλα πήγαν καλά όμως και βγάλαμε δέκα μέρες συνεχόμενα πρωτοσέλιδα για εκείνον τον πολιτικό μηχανικό. Όλοι τελικά πίστεψαν πως το έκανε η μυκονιάτικη μαφία. Άλλωστε, ποιός θα ξεμυαλίζει τους ισχυρούς άντρες αυτής της χώρας, αν το ρίξεις στα όπλα; Τα ερωτικά σκάνδαλα πουλάνε". Όχι τόσο όσο οι δολοφονίες. Του χρόνου η Ντίσνεϋλαντ, μικρή. 

Σαν ιδέα; Ανησυχητικά καλό. Τι κανεις άραγε για να αυξήσεις το εισόδημά σου δεν θέλω να ρωτήσω, δεν τολμώ. Μόνο αρνητικό που μπορεί να είναι προσωπική εντύπωση, ότι το κατάλαβα με τη δεύτερη. Όχι με την πρώτη. Σίγουρο σταφ για καλό διήγημα πάντως. 

Επίσης ίσως -ίσως να κάνω και λάθος- είχα δει κάποια ταινία με παρόμοια ιδέα. Δημοσιογράφοι /εκδότες που έκαναν διάφορα για να εξασφαλίσουν αποκλειστικότητες. Τεσπα. Βέβαια εκεί δεν το καθόριζαν μέσα από Φόνος Θάρρος ή Αλήθεια.  Εύγε.

  • Like 1
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

On 8/12/2024 at 11:44 AM, Roubiliana said:

Μένουν άλλες 7. 


Συγγραφέας Βιβή Κανάρη 

Λέξεις 800 

Είδος φλασάκι 

Σεξ όχι, βία υπονοείται. 

Για τη ΣΑ #12 - Επικίνδυνα Παιχνίδια - Συγγραφικές Ασκήσεις (ΣΑ)     ουιτζι διάστημα.docx

Μια χαρά το πας, ναι. Δυνατή ιδέα, με προοπτικές. Μου άρεσε η άρνησή τους να αποδεχτούν το έγκλημα που έχουν διαπραξει, από όσο κατάλαβα το έχουν εκδιώξει σχεδόν από τη μνήμη τους. Αλλά σας είχε το Ouija. ALL OF YOU. Yeah!

  • Like 1
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

On 8/14/2024 at 3:58 PM, Roubiliana said:

Μένουν 6. 

Θεματική πλοίο -σκάκι

Τιτανικός 2023

"Ρουά Ματ" Ο Βαρώνος Μακ Ρόναλντ έφερε το ουίσκι στα χείλη. Μία γερή γουλιά για να γιορτάσει άλλη μια νίκη. Μια από τις χιλιάδες. Ο στρατηγός Λεμέρ είχε βελτιωθεί μετά από τόσες αμέτρητες παρτίδες. Αμέτρητες παρτίδες, πράγματι. Αμέτρητες, ατελείωτες παρτίδες. Με έναν συμπαίκτη που όσο και να βελτιωνόταν, θα παρέμενε μέτριος. Απλά θα δυσκόλευε λίγο παραπάνω τον Βαρώνο, αλλά μέχρι εκεί.

Ένα ψάρι πέρασε μέσα από το ποτήρι, συνηθισμένο ή μήπως απλά αδιάφορο στους νεκρούς; Τα παγάκια κροτάλισαν σα κοχύλια στην παραλία. Αχ, οι παραλίες της Σκωτίας... 

Γύρω του, αμέτρητες άλλες παρτίδες βρίσκονταν σε εξέλιξη. Δεκάδες άντρες και μερικές γυναίκες από την τρίτη θέση κάποια στιγμή είχαν παρακολουθήσει τους δύο άντρες της πρώτης να παίζουν κι είχαν μάθει. Όχι, όχι απλά μάθει. Είχαν αγαπήσει το παιχνίδι, είχαν γίνει καλύτεροι από τον στρατηγό. Θα μπορούσε να παίξει καταπληκτικές παρτίδες μαζί τους• αν δεν ήταν τόσο πληβείοι. Γιατί αυτή ήταν η καταδίκη του Βαρώνου, η κόλαση που πλήρωνε ποιός ξέρει για ποια αμαρτία. 

Στο ναυάγιο του Τιτανικού, ελάχιστοι επιβάτες της πρώτης θέσης πνίγηκαν κι ελάχιστοι της τρίτης θέσης σώθηκαν. Κι αυτό που ανακάλυψε τα ατελείωτα χρόνια του θανάτου του ήταν πως η ικανότητα στο σκάκι δεν εξαρτιόταν από την κοινωνική θέση. Δυστυχώς. 

Ο Τζακ, ένα χαμίνι από τους δρόμους του Λίβερπουλ, ήρθε μισοτρέχοντας, μισοπλέοντας προς το μέρος τους. 

"Βαρώνε, Βαρώνε, έχουμε επισκέπτες". Ο Βαρώνος κροτάλησε άλλη μια φορά τα παγάκια και κοίταξε αδιάφορα το ποτήρι. 

"Μπορείς να μιλήσεις, παιδί μου".

"Ένα βαθυσκάφος μας πλησιάζει, είναι εξερευνητικό". Αυτό του τράβηξε την προσοχή. Έκανε νόημα στον μικρό να συνεχίσει. "Το λένε Τιτάνα κι από ό,τι κατάλαβα, έχει μέσα πέντε άντρες, θέλουν να εξερευνήσουν το ναυάγιο. Πλούσιοι τουρίστες". 

"Πλούσιοι; Είσαι σίγουρος;"

"Τους άκουσα να συζητάνε για τις επενδύσεις και τα σπίτια τους". Ο Βαρώνος άφησε το αόρατο ποτήρι στο τραπέζι-φαντασμα. Το πραγματικό τραπέζι είχε σαπίσει, έναν αιώνα τώρα στο νερό. 

"Συνταγματάρχα, λες οι πλούσιοι να μαθαίνουν ακόμα σκάκι;"

"Δεν έχω καμία αμφιβολία" απάντησε εκείνος. 

"Τζακ, πιστεύεις πως μπορούμε να προσκαλέσουμε τους κυρίους αυτούς στον Τιτανικό;" Το χαμίνι χαμογέλασε και έκανε νόημα σε μερικά αλητάκια. Όλα μαζί όρμησαν στο βαθυσκάφος. Ένα μικρό ρήγμα ήταν αρκετό. Η υψηλή πίεση του βυθού θα έκανε τα υπόλοιπα.

 

 

Απλώς ουάου. Εμένα μου άρεσε πάρα πολύ η ιδέα αυτή, κάποιοι θα τη βρουν μαύρη και κολασμένη φυσικά αλλά.... ναι αυτό ήταν το ζητούμενο.

Επίσης Τζακ ήταν εκείνος ο μορφονιός στην ταινία έτσι; Χαμίνι ρε συ Βιβή; Χαμίνι;

Μπράβο πάντως. Μέχρι τελευταία στιγμή δεν είχα καταλάβει πού το πήγαινες. Μπράβο.

Μέχρι τώρα, η μία σου ιδέα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. 

  • Like 1
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

On 8/15/2024 at 3:51 PM, Roubiliana said:

Μένουν 5

Θεματική ναός μπουκάλα 

Μπουκάλα στον Άγιο Κυπριανό

Ο αρχιμανδρίτης Αγάθωνας έκλεισε μαλακά την πόρτα του ναού. Δεν χρειαζότανε να ανάψουν φώτα, να μην προκαλέσουν και την περιέργεια των περαστικών. Η Αγνη, πρόεδρος του φιλόπτωχου ταμείου, άπλωσε τη μακριά σεμνή  φούστα γύρω από τα πόδια της καθώς καθόταν αναπαυτικά στη μοκέτα. Ο επίτροπος της εκκλησίας ήταν ήδη καθισμένος δίπλα της και ακολούθησαν  ο αρχιμανδρίτης και φυσικά ο νεαρός καντηλανάφτης. Ήταν δεν ήταν 20 χρονών, παιδί φτωχής και πολύτεκνης οικογένειας και όχι και πολύ έξυπνος, ό,τι δηλαδή χρειάζονταν για τις συναντήσεις τους. Δεν ήξερε πως ο Αγάθωνας είχε καταφέρει να τον πείσει αλλά τον είχε πείσει και αυτό είχε σημασία. Δεν χόρταινε να τον τρώει με τα μάτια και ανυπομονούσε να τον φάει και αλλιώς. Αναρωτιόταν αν την είχε μεγάλη, θα απογοητευόταν πολύ αν δεν την είχε. Ο Αγάθων έβαλε στη μέση τη μπουκάλα και εξήγησε στον νεοφερμένο τους κανόνες του παιχνιδιού.

"Η πρώτη φορά που η μπουκάλα θα δείξει κάποιον από εμάς θα πρέπει να τον φιλήσεις απαλά στο στόμα, την δεύτερη φορά που θα πετύχεις το ίδιο άτομο θα είναι γλωσσίφιλο, την τρίτη φορά στοματικό. Στην τέταρτη θα επιλέξεις ένα μέρος να απομονωθείτε οι δυό σας."

Η Αγνή φοβόταν πως ο νεαρός ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να πει όχι. Ανά πάσα στιγμή μπορούσε να βγει από το ναό τρέχοντας και να πει σε όλους τι έκαναν εκεί μέσα. Από την άλλη το αγόρι αυτό ήταν μεγάλος πειρασμός. Δύσκολα μπορούσαν να του αντισταθούν. Έπρεπε να τον εντάξουν στο παιχνίδι. 

"Συμφωνείς λοιπόν;" τον ρώτησε ο Αγάθωνας.

"Το ξέρετε πως ο άγιος Κυπριανός είναι προστάτης της μαγείας;" είπε εκείνος.

Ναι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον νεαρό. Κάτι με το μυαλό του. Αλλά βέβαια δεν τον θέλανε για το μυαλό του. 

"Ο άγιος Κυπριανός ναι ήτανε στην αρχή μάγος αλλά μετά πείστηκε για τη δύναμη του θεού και αρνήθηκε τη μαγεία και τον σατανά" εξήγησε η Αγνή. "Λοιπόν ποιος είναι ο πρώτος στην μπουκάλα;"

"Εγώ" είπε ο νεαρός όλο ενθουσιασμό. Την γύρισε και πέτυχε τον επίτροπο. Αθώο φιλί στα χείλη. Η Αγνή είχε αρχίσει ήδη να υγραίνεται από το θέαμα. Ανυπομονούσε να τον πάρει στο στόμα της. Η μπουκάλα γύρισε άλλες 2-3 φορές προτού ο νεαρός ξαναμιλήσει.

"Νομίζω πως δεν τα λένε πολύ σωστά. Ναι ήταν μάγος, που όμως χρησιμοποιούσε τη μαγεία για να προστατεύσει την αγνότητα της Αγίας Ιουστίνης".

"Δεν ισχύει αυτό", τον διέκοψε ο  αρχιμανδρίτης, "μη γίνεσαι αιρετικός". Αν το αγόρι δεν είχε τόσο γυμνασμένο κορμί, η Αγνή σίγουρα θα είχε φύγει εξοργισμένη από κει μέσα. Άλλο ένα γύρισμα της μπουκάλας και επιτέλους έφτασε η στιγμή η Αγνή να φιλήσει τον νεαρό. Ναι, άξιζε όλη την αναμονή. Η θερμοκρασία ανέβηκε απότομα. Δυστυχώς στο επόμενο γύρισμα ο αρχιμανδρίτης ήταν αυτός που εκείνη τη νύχτα τον πέτυχε για τρίτη φορά. Στοματικό. Ο Αγάθωνας πήρα τον νεαρό από τη μέση και αποτραβήχτηκαν πιο μέσα στο ναό. Η Αγνή είδε τον Αγάθωνα να ανεβάζει το ράσο του. Το στόμα της είχε  γεμίσει από σάλια.

Ο Αγάθωνας άρχισε τότε να ουρλιάζει. Τι έγινε; μήπως τον δάγκωσε κατά λάθος ο μικρός; Έτρεξαν προς το μέρος του. Τα ράσα ήταν ακόμα ανεβασμένα και εκεί που θα έπρεπε να βρίσκεται το πέος και οι όρχεις δεν υπήρχε τίποτα. Απολύτως τίποτα. Σαν αυτές τις αφυλες κούκλες που παίζουν τα παιδιά.

Τα ουρλιαχτά ήταν πολύ δυνατά, ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα του ναού μου. Κάποιος μπήκε μέσα και ρώτησε τι συμβαίνει. Η Αγνή πετάχτηκε έξω με κατεβασμένο κεφάλι. Ό,τι και αν είχε συμβεί, δε σκόπευε να την αναγνωρίσουν και να τη συνδέσουν με το γεγονός. Άρχισε να περπατάει. Ο άγιος Κυπριανός, ο προστάτης της μαγείας, είχε πει ο νεαρός. Έριξε μία κλεφτή ματιά πίσω στο ναό μόλις απομακρύνθηκε αρκετά. Ο νεαρός βρισκόταν τώρα στην είσοδο και την κοιτούσε με ένα στραβό χαμόγελο. Η Αγνή ξεκίνησε να τρέχει.

 

Εδώ τώρα, εδώ. Κοίταξε Κυριακή μου, λάθος, Βιβή, κάπου το έχασα το νόημα. Υποθέτω ότι είναι ο Άγιος ο νεαρός; Δεν κατάλαβα. Αν ναι, πρέπει να το δούμε. Η Αγνή είναι η Αγία Ιουστίνη; Επίσης πρέπει να το δούμε. Δλδ ο Άγιος μετέτρεψε τον πρόστυχο παπά σε άφυλο ον; Κάπως πιο σαφώς το ήθελα για να το καταλάβω. Αλλά ωραίο είναι, δεν είναι άσχημο. 

Μέχρι τώρα ο Τιτανικός τα βούλιαξε όλα τα υπόλοιπα....

  • Like 1
  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Μένουν 4. Τάβλι, χωριό. 

Τάβλι στο χωριό των Ορκ

«Τα Ορκ, λοιπόν, για αιώνες μετά τον αφανισμό του Σκοτεινού Άρχοντα, διαλυμένα και ακέφαλα, επιζούσαν κάνοντας επιθέσεις στους ανθρώπους. Έκαιγαν χωριά και έπιαναν αιχμαλώτους. Κανείς αιχμάλωτος δεν επέστρεψε ποτέ». Έριξα ζάρια. Ασόδυο. Ο ξένος χαμογέλασε κι έπιασε τα ζάρια με τη σειρά του, όσο εγώ πάλευα με τη χάλια ζαριά μου. Συνέχισα την αφήγηση.

«Πιθανότατα κάποιος από τους αιχμαλώτους τα έμαθε να παίζουν τάβλι. Θα πρέπει να ήταν τα νταπα ντούπα που κάνουν τα πούλια στο ξύλο ή ο ρευστός ήχος των ζαριών που κυλάνε, που τα κέρδισε. Αληθινή μελωδία. Να, άκου», κι έριξα άλλη μια φορά τα ζάρια, αυτή τη φορά όμως προσέχοντας τη μουσικότητα παρά τους αριθμούς. «Ντόρτια», αναφώνησα και ο ξένος βλαστήμησε.

«Η ουσία είναι πως τα Ορκ δεν έκαναν πια επιθέσεις. Κι επειδή το νομίσαμε ύποπτο, ξέρεις, κάτι μεγάλο θα ετοιμάζουν κι εμείς καθόμαστε και χαλαρώνουμε σα πρόβατα ενώ ο λύκος πλησιάζει, είπαμε να στείλουμε κατασκόπους. Κι αυτό που μας είπανε μόλις γυρίσαμε, δεν το πιστεύαμε. Τα Ορκ, ξέρεις, ζουν σε άθλιες καλύβες χτισμένες γύρω από ένα κεντρικό σημείο, σα πλατεία ένα πράμα. Εκεί ήταν όλα μαζεμένα, θηλυκά και αρσενικά, και, να σου, έριχναν τα ζάρια, και, να σου, κοπανούσαν τα πούλια, γρυλίζοντας».

«Εξάδες», είπε ο ξένος κι ήταν η σειρά μου να βλαστημήσω. «Και μετά;» ρώτησε.

«Ξέρεις τί λένε στο χωριό μου; Όποιος παίζει τάβλι, είναι σαν αδερφός. Και δεν γινόταν να αφήσουμε τα αδέρφια να κάνουν μισές δουλειές».

«Τί;» απόρησε ο ξένος. «Δεν έπαιζαν σωστά;»

«Και ναι, και όχι. Εντάξει, φαινόταν να γνωρίζουν τους κανόνες, αλλά δεν αρκεί αυτό. Κι έτσι αποφασίσαμε να τους κάνουμε να δώρο, να, μια γνώση που αγνοούσαν». Ο ξένος έμεινε με τα ζάρια στη χούφτα, απορροφημένος από την αφήγησή μου. Εκείνη τη στιγμή βγήκε ο καφετζής και πλησίασε το Ορκ που είχε αράξει στο τραπεζάκι κάτω από τον Πλάτανο, αυτό που είχε γεννήσει με απορίες τον ξένο και με κανε να του ιστορήσω τα συμβάντα.

«Το συνηθισμένο;» ρώτησε ο καφετζής. Το Ορκ γρύλισε κι ο καφετζής πήγε να φύγε.

«Ε, Θανάση», του φώναξα. Φτιάξε άλλον ένα, γλυκό με γάλα, για τον επισκέπτη μας, εδώ».

«Να μου φτιάξει τί;» ρώτησε ο ξένος.

«Κι έτσι στείλαμε αντιπροσωπεία στο χωριό των Ορκ», συνέχισα, σα να μην με είχε ρωτήσει ποτέ, «ξέρεις, με λευκή σημαία και τα λοιπά, να σταματήσουν οι έχθρες, ρε αδερφέ. Κι έτσι τους μάθαμε πως το τάβλι δεν παίζεται έτσι, σκέτο, ξεροσφύρι». Ο Θανάσης ο καφετζής επέστρεψε, με έναν σκέτο φραπέ για το Ορκ κι έναν γλυκό με γάλα για τον ξένο. Μέσα κολυμπούσαν παγάκια, τον πάγο μας τον έφερναν τα Ορκ από τα Όρη του Χαμού, κι ένα κούφιο καλάμι. Έβαλα την άκρη του καλαμιού στα χείλη κι ο ξένος, παραξενευμένος, με μιμήθηκε. «Τώρα πάρε μια ρουφηξιά», τον προέτρεψα. Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα, ενώ ρουφούσε αχόρταγα. Παραδίπλα το Ορκ απολάμβανε τον δικό του φραπέ στη λιακάδα. Είχε ανοίξει το τάβλι μπροστά του περιμένοντας συμπαίκτη.

Edited by Roubiliana
  • Like 1
  • Haha 2
Link to comment
Share on other sites

5 hours ago, Roubiliana said:

Μένουν 4. Τάβλι, χωριό. 

Τάβλι στο χωριό των Ορκ

«Τα Ορκ, λοιπόν, για αιώνες μετά τον αφανισμό του Σκοτεινού Άρχοντα, διαλυμένα και ακέφαλα, επιζούσαν κάνοντας επιθέσεις στους ανθρώπους. Έκαιγαν χωριά και έπιαναν αιχμαλώτους. Κανείς αιχμάλωτος δεν επέστρεψε ποτέ». Έριξα ζάρια. Ασόδυο. Ο ξένος χαμογέλασε κι έπιασε τα ζάρια με τη σειρά του, όσο εγώ πάλευα με τη χάλια ζαριά μου. Συνέχισα την αφήγηση.

«Πιθανότατα κάποιος από τους αιχμαλώτους τα έμαθε να παίζουν τάβλι. Θα πρέπει να ήταν τα νταπα ντούπα που κάνουν τα πούλια στο ξύλο ή ο ρευστός ήχος των ζαριών που κυλάνε, που τα κέρδισε. Αληθινή μελωδία. Να, άκου», κι έριξα άλλη μια φορά τα ζάρια, αυτή τη φορά όμως προσέχοντας τη μουσικότητα παρά τους αριθμούς. «Ντόρτια», αναφώνησα και ο ξένος βλαστήμησε.

«Η ουσία είναι πως τα Ορκ δεν έκαναν πια επιθέσεις. Κι επειδή το νομίσαμε ύποπτο, ξέρεις, κάτι μεγάλο θα ετοιμάζουν κι εμείς καθόμαστε και χαλαρώνουμε σα πρόβατα ενώ ο λύκος πλησιάζει, είπαμε να στείλουμε κατασκόπους. Κι αυτό που μας είπανε μόλις γυρίσαμε, δεν το πιστεύαμε. Τα Ορκ, ξέρεις, ζουν σε άθλιες καλύβες χτισμένες γύρω από ένα κεντρικό σημείο, σα πλατεία ένα πράμα. Εκεί ήταν όλα μαζεμένα, θηλυκά και αρσενικά, και, να σου, έριχναν τα ζάρια, και, να σου, κοπανούσαν τα πούλια, γρυλίζοντας».

«Εξάδες», είπε ο ξένος κι ήταν η σειρά μου να βλαστημήσω. «Και μετά;» ρώτησε.

«Ξέρεις τί λένε στο χωριό μου; Όποιος παίζει τάβλι, είναι σαν αδερφός. Και δεν γινόταν να αφήσουμε τα αδέρφια να κάνουν μισές δουλειές».

«Τί;» απόρησε ο ξένος. «Δεν έπαιζαν σωστά;»

«Και ναι, και όχι. Εντάξει, φαινόταν να γνωρίζουν τους κανόνες, αλλά δεν αρκεί αυτό. Κι έτσι αποφασίσαμε να τους κάνουμε να δώρο, να, μια γνώση που αγνοούσαν». Ο ξένος έμεινε με τα ζάρια στη χούφτα, απορροφημένος από την αφήγησή μου. Εκείνη τη στιγμή βγήκε ο καφετζής και πλησίασε το Ορκ που είχε αράξει στο τραπεζάκι κάτω από τον Πλάτανο, αυτό που είχε γεννήσει με απορίες τον ξένο και με κανε να του ιστορήσω τα συμβάντα.

«Το συνηθισμένο;» ρώτησε ο καφετζής. Το Ορκ γρύλισε κι ο καφετζής πήγε να φύγε.

«Ε, Θανάση», του φώναξα. Φτιάξε άλλον ένα, γλυκό με γάλα, για τον επισκέπτη μας, εδώ».

«Να μου φτιάξει τί;» ρώτησε ο ξένος.

«Κι έτσι στείλαμε αντιπροσωπεία στο χωριό των Ορκ», συνέχισα, σα να μην με είχε ρωτήσει ποτέ, «ξέρεις, με λευκή σημαία και τα λοιπά, να σταματήσουν οι έχθρες, ρε αδερφέ. Κι έτσι τους μάθαμε πως το τάβλι δεν παίζεται έτσι, σκέτο, ξεροσφύρι». Ο Θανάσης ο καφετζής επέστρεψε, με έναν σκέτο φραπέ για το Ορκ κι έναν γλυκό με γάλα για τον ξένο. Μέσα κολυμπούσαν παγάκια, τον πάγο μας τον έφερναν τα Ορκ από τα Όρη του Χαμού, κι ένα κούφιο καλάμι. Έβαλα την άκρη του καλαμιού στα χείλη κι ο ξένος, παραξενευμένος, με μιμήθηκε. «Τώρα πάρε μια ρουφηξιά», τον προέτρεψα. Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα, ενώ ρουφούσε αχόρταγα. Παραδίπλα το Ορκ απολάμβανε τον δικό του φραπέ στη λιακάδα. Είχε ανοίξει το τάβλι μπροστά του περιμένοντας συμπαίκτη.

Έλα βρε. Ωραίο ήταν και αυτό. Όχι Τιτάνας - Τιτανικός, αλλά χαριτωμένο. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να είναι πιο σκαμπρόζικο, με την έννοια να υπάρχει ένα ξερωγω πιο πικάντικο event στην αφήγηση. Στο τι έγινε τότε, δηλαδή. Πάντως τα βουνά του χαμού είχαν λάβα γενικά, όχι πάγο. Βέβαια εφόσον έχει φύγει ο Σάουρον δεν ξέρω, ίσως έφυγαν και οι λάβες. 

Συνοψίζοντας μου άρεσε. Ίσως έχουμε παρα συνηθίσει στην πικάντικη γραφή σου και περίμενα και άλλα. Να, αυτά γίνονται όταν μας κακομαθαίνεις. Και ναι, ένα όρκ να παίζει στο καφενείο Ο Πλάτανος τάβλι με το μπάρμπα Θανάση, είναι μια χαρά. Αλλά μετά θες να δεις και τον παπά του χωριού και το δάσκαλο και το ορκ να πίνει καφεδάκι από τη χόβολη ρουφώντας με θόρυβο το πορσελάνινο φλυτζανάκι του. Και κάπου εκεί να αχνοφαίνεται ξερωγω η Δασκάλα με τα Ξανθά Μαλλιά ή ο Θύμιος με το γαϊδουράκι του

-σταματώ-

-είμαι άρρωστη το ξέρω 🤪-

  • Like 1
  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

On 8/22/2024 at 8:39 PM, Ιρμάντα said:

Απλώς ουάου. Εμένα μου άρεσε πάρα πολύ η ιδέα αυτή, κάποιοι θα τη βρουν μαύρη και κολασμένη φυσικά αλλά.... ναι αυτό ήταν το ζητούμενο.

Επίσης Τζακ ήταν εκείνος ο μορφονιός στην ταινία έτσι; Χαμίνι ρε συ Βιβή; Χαμίνι;

Μπράβο πάντως. Μέχρι τελευταία στιγμή δεν είχα καταλάβει πού το πήγαινες. Μπράβο.

Μέχρι τώρα, η μία σου ιδέα είναι καλύτερη από την προηγούμενη. 

Ερώτηση σε όποιο το διαβάζει. Καταλάβατε πως αναφέρεται σε αληθινό περιστατικό με το βαθυσκάφος Τιτάνας;

Link to comment
Share on other sites

11 minutes ago, Roubiliana said:

Ερώτηση σε όποιο το διαβάζει. Καταλάβατε πως αναφέρεται σε αληθινό περιστατικό με το βαθυσκάφος Τιτάνας;

Τώρα μάλλον κατάλαβες ότι το κατάλαβα ε;

  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

15 hours ago, Ιρμάντα said:

Έλα βρε. Ωραίο ήταν και αυτό. Όχι Τιτάνας - Τιτανικός, αλλά χαριτωμένο. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να είναι πιο σκαμπρόζικο, με την έννοια να υπάρχει ένα ξερωγω πιο πικάντικο event στην αφήγηση. Στο τι έγινε τότε, δηλαδή. Πάντως τα βουνά του χαμού είχαν λάβα γενικά, όχι πάγο. Βέβαια εφόσον έχει φύγει ο Σάουρον δεν ξέρω, ίσως έφυγαν και οι λάβες. 

Συνοψίζοντας μου άρεσε. Ίσως έχουμε παρα συνηθίσει στην πικάντικη γραφή σου και περίμενα και άλλα. Να, αυτά γίνονται όταν μας κακομαθαίνεις. Και ναι, ένα όρκ να παίζει στο καφενείο Ο Πλάτανος τάβλι με το μπάρμπα Θανάση, είναι μια χαρά. Αλλά μετά θες να δεις και τον παπά του χωριού και το δάσκαλο και το ορκ να πίνει καφεδάκι από τη χόβολη ρουφώντας με θόρυβο το πορσελάνινο φλυτζανάκι του. Και κάπου εκεί να αχνοφαίνεται ξερωγω η Δασκάλα με τα Ξανθά Μαλλιά ή ο Θύμιος με το γαϊδουράκι του

-σταματώ-

-είμαι άρρωστη το ξέρω 🤪-

Μπα, δεν το πέτυχες. Τώρα πίνουν φραπέ. Σε μια δεκαετία θα ξεκινήσει η διαμάχη του φρεντοτσινο, που αναδύθηκε από τα ορυχεία τη Μόρια. Γιατί, όπως λένε κ οι προφητείες, "ένας Μπαρίστα θα τους ενώσει όλους". 

  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

20 hours ago, Roubiliana said:

Ερώτηση σε όποιο το διαβάζει. Καταλάβατε πως αναφέρεται σε αληθινό περιστατικό με το βαθυσκάφος Τιτάνας;

Ναι, βέβαια! Και το βρήκα εξαιρετικά έξυπνο!

  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Μονόπολη Μέγαρο μένουν 3

Όταν ο Πρωθυπουργός σε προσκαλεί μία μέρα πριν τον ανασχηματισμό στο Μέγαρο Μαξίμου, τότε, ΤΟΤΕ, ξέρεις πώς το υπουργικό γραφείο σε περιμένει. Φοράς το καλό σου ταγιέρ, το ακριβό σου στριγκάκι, γιατί κι ο Πρωθυπουργός άντρας είναι, κι ας λένε όλοι πόσο πιστός είναι στη γυναίκα του, ξέρεις εσύ κι άλλους τέτοιους πιστούς, έχεις ήδη περάσει πεντάωρο σε κομμωτήριο και μακιγιάζ, και ναι, είσαι έτοιμη. Έτοιμη να εξαργυρώσεις χρόνια κωλογλειψίματος, ατελείωτες προεκλογικές περιόδους, στοχευμένο φλερτ και ακόμα πιο στοχευμένο πήδημα. ΈΤΟΙΜΗ. 

Στη βραδιά βρίσκεστε τόσοι όσα και τα διαθέσιμα Υπουργεία. Σε ενοχλεί αυτό. Σε ενοχλεί ο αριθμός. Κανένας ανασχηματισμός ως τώρα στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας δεν ήταν πλήρης. Πάντα κάποιος Υπουργός έμενε στη θέση του. Δεν μπορεί. Αλλά και πάλι... το πολιτικό σκάνδαλο της περασμένης εβδομάδας... Κανείς δεν ξέρει από πού ξεκίνησε. Εσύ ξέρεις. Γιατί τόσα χρόνια κωλογλειψίματος και πηδήματος σου άφησαν κονέ σε σκοτεινές πολιτικές γωνίες. Ξέρεις ποιος είναι. Ο ανιψιός του Πρωθυπουργού. Δεν πρόκειται να πάει φυλακή ο ανιψιός του Πρωθυπουργού. Αλλά κάποιος πρέπει να πάει. Ξέρεις πως ένας ανασχηματισμός δε θα σας σώσει. Και το αγόρι σας το ξέρει. Τί θα κάνει λοιπόν; 

Θα σας οδηγήσει στη βιβλιοθήκη του Μεγάρου και θα διώξει τους υπηρέτες. Θα κλείσει τις πόρτες και θα σας προσκαλέσει σε μια ροτόντα. Μία τεράστια Μονόπολη είναι στημένη. Μια Μονόπολη διαφορετική, αντί για περιοχές, έχει... έχει Υπουργεία. Δε σου αρέσει καθόλου αυτό. Κι αν κρίνεις από τις εκφράσεις των υπολοίπων, ούτε σε εκείνους αρέσει. Κάθεστε, όμως, και διαλέγετε τα πιόνια σας. Γιατί δεν φτάσατε όλοι εσείς σε αυτό το σημείο, στο Μέγαρο Μαξίμου, αυτό το συγκεκριμένο βράδυ, επειδή κωλώνετε εύκολα. Έτσι δεν είναι; 

Ρίχνεις τα ζάρια. Το πιόνι σου πλησιάζει επικίνδυνα στο Υπουργείο Παιδείας. Δύσκολο Υπουργείο, αλλά και πάλι, δε θα μοιραστούν τα υπουργεία μέσα από ένα παιχνίδι, έτσι; Ίσως είναι μια φάρσα του Πρωθυπουργού όλο αυτό. Έτσι σου λέει η λογική. Τα χρόνια σου ως κομματόσκυλο σου λένε άλλα. Τα χρόνια αυτά έχουν κρεμαστεί τώρα από μια καμπάνα μέσα στον εγκέφαλο σου και χτυπούν μανιασμένα συναγερμό. Ο Αλέξης, βουλευτής Έβρου, ρίχνει το ζάρι. Ο αριθμός τον στέλνει φυλακή. 

"Μάλλον θα μείνω για λίγο εκτός παιχνιδιού" λέει γελώντας. Κανείς δεν γελάει. Ο Πρωθυπουργός πατάει ένα κουμπί ενσωματωμένο στο τραπέζι. Η πόρτα της βιβλιοθήκης ανοίγει, η αστυνομία μπαίνει, περνάνε χειροπέδες στον Αλέξη. Εκείνος διαμαρτύρεται. Γιατί; Γιατί; Τί συμβαίνει; Για το σκάνδαλο, του απαντάνε. Είμαι αθώος, φωνάζει. Και λέει την αλήθεια. Κι εσύ το ξέρεις και σιωπείς. 

Ως το τέλος της βραδιάς ο κώλος σου σε τρώει από το στρινγκ. Ως το τέλος της βραδιάς είσαι Υπουργός Παιδείας. Μέχρι την επόμενη Μονόπολη.

Edited by Roubiliana
  • Like 3
Link to comment
Share on other sites

Παιδιά, τα γράφω όλα στο κινητό λόγω έλλειψης χρόνου. Συγχωρήστε αναπόφευκτα τυπογραφικά.

Edited by Roubiliana
Link to comment
Share on other sites

Κρυφτό στην άμμο 

Βαριέμαι, θέλω να παίξω κρυφτό. Α, ένα παιδάκι, ένα ανθρώπινο παιδάκι. Αυτό μπορεί να παίξει μαζί μου. Η μαμά του κοιτάζει το κινητό. Ωραία. Από τότε που οι μαμάδες κοιτάζουν κινητά, βρίσκω πιο εύκολα παιδάκια για παιχνίδι. Ε, παιδάκι, του λέω. Θες να παίξουμε κρυφτό; Εκείνο κοιτάζει τριγύρω. Δεν υπάρχουν πολλές κρυψώνες στην παραλία. Όχι, όχι εδώ, στις καλαμιές, λέω. Το πρόσωπο του λάμπει. Γιούπι! Βρήκα παρέα! Γυρίζω την πλάτη και μετράω ενώ το παιδάκι τρέχει να κρυφτεί στις καλαμιές. Όσο μετράω, φτιάχνω από άμμο και το αντίγραφο του, ένα παιδάκι ολόιδιο, να μην ανησυχήσει η μαμά όταν αφήσει το κινητό και το παιδάκι λείπει. Μισώ τις μαμάδες. Πάντα προσπαθούν να μου χαλάσουν το παιχνίδι. Όταν νυχτώσει και το αντίγραφο διαλυθεί και η μαμά καταλάβει πως δεν έχει πια παιδάκι, δεν θα πειράζει. Τότε το παιχνίδι θα έχει τελειώσει. Μετράω μέχρι το δέκα κι αρχίζω το ψάξιμο. Το βρίσκω σχεδόν αμέσως. Έχει κρυφτεί στις καλαμιές, αλλά όλο κουνιέται, χασκογελάει, προδίδει τη θέση του. Θυμώνω. Θυμώνω πολύ. Δε μου αρέσει όταν δεν παίζουν σωστά κρυφτό. Κάνω την άμμο γύρω από το παιδάκι να κοχλάσει, να το καταπιεί. Το παιδάκι προσπαθεί να ουρλιάξει. Του κλείνω με άμμο το στόμα. Το παιδάκι κοκκινίζει και μετά μελανιάζει και μετά βουλιάζει στην άμμο. Είμαι τόσο απογοητευμένο. Βουρκώνω. Στην παραλία η μαμά ρωτάει το αντίγραφο αν θέλει παγωτό.

  • Like 4
Link to comment
Share on other sites

Ωραίο, ανατριχιαστικό! Έξυπνο που βάζεις την οπτική γωνία του τέρατος. Ίσως θα ήθελα μεγαλύτερο χώρο για το παιχνίδι, αλλά ως παραγραφούλα από την οπτική γωνιά ενός αόριστου τέρατος ήταν νομίζω πετυχημένο

  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Χαρτιά-δωμάτιο, 1 ζευγάρι έμεινε

Ο  Άλκης έβγαλε τον βαλέ από την τράπουλα και ο Βαλές βγήκε από το χαρτί. Ψήλωσε, γέμισε, έγινε άνθρωπος, έγινε άντρας. Ο Άλκης περίμενε, τον περίμενε, να ολοκληρώσει την υπόστασή του, έδινε τον χρόνο που χρειαζόταν να συνηθίσει τον τρισδιάστατο κόσμο. Το είχαν συμφωνήσει. Μόλις ο Βαλές ένιωθε έτοιμος, του άπλωνε το χέρι και ο Άλκης το έπιανε. Μετά, αμέσως μετά, πάντα μα πάντα κατέληγαν στο κρεβάτι. Ήταν δύσκολο να μιλήσουν, να συζητήσουν με όλες τις ορμόνες στο κόκκινο. Πρώτα θα τις καταλάγιαζαν.

Ο Βαλές του άπλωσε το χέρι και ο Άλκης το έπιασε και τον τράβηξε επάνω του. Είχαν ίδιο ύψος, ταίριαζαν τόσο πολύ σε αυτό. Στα υπόλοιπα ήταν τα δυο αντίθετα, ο Άλκης μελαχρινός και αδύνατος, ο Βαλές ξανθός και μυώδης. Του άρεσε αυτή η αντίθεση, το μελαχρινό πάνω στο λευκό. Κάθισε στο κρεβάτι και πήγε να παρασύρει και τον Βαλέ πάνω στο γαλάζιο πάπλωμα. Εκείνος έκανε μια γκριμάτσα πόνου.

«Τί συμβαίνει, αγάπη μου;». Αν και δεν υπήρχε νόημα να ρωτήσει. «Εκείνη;» Ο Βαλές έκρυψε το πρόσωπο στον ώμο του Άλκη. «Τί συνέβη πάλι;» Ο Βαλές τραντάχτηκε από αναφιλητά, μούσκευε την μπλούζα του Άλκη.

«Τριαντάφυλλα», μουρμούρισε ανάμεσα σε δύο λυγμούς. «Τα γαμημένα λευκά τριαντάφυλλα». Ο Άλκης ξεροκατάπιε. Θέλεις; Θέλεις να το αναλάβω εγώ; ήθελε να πει αλλά δεν τολμούσε. Μπορεί να μη συνέβαινε και τίποτα, βέβαια, αν έβγαζε τη βασίλισσα από την τράπουλα, αλλά μπορεί και να συνέβαινε. Και τότε, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τί θα γινόταν σε εκείνο το μικρό δωμάτιο, σε εκείνο το μικρό δυάρι στο κέντρο της Αθήνας. Έτσι δεν είπε τίποτα και περίμενε μέχρι ο Βαλές να ηρεμήσει λίγο με τα δάκρυα, και μετά να ηρεμήσει με τα χάδια, και μετά με τα φιλιά και μετά και μετά…

«Είχε διατάξει να φυτέψουμε παντού λευκά τριαντάφυλλα. Και το κάναμε. Το ξέρεις πως πάντα κάνουμε ό,τι μας ζητάει». Ο Βαλές ήταν ξαπλωμένος γυμνός πάνω στο στήθος του Άλκη. Στην πλάτη είχαν αρχίσει να κλείνουν οι πληγές από το μπαστούνι του κρίκετ. «Και τότε μας μήνυσε να έχουμε τελειώσει το φύτεμα των κόκκινων τριαντάφυλλων ως το μεσημέρι. Κι εμείς είχαμε φυτέψει λευκά. ΛΕΥΚΑ!!!»

«Και τί κάνατε;» ρώτησε ο Άλκης. Το κινητό του δονούταν. Ήταν η μητέρα του. Έπρεπε να το απαντήσει, αλλιώς θα τρελαινόταν από την αγωνία της. Του το είχε ζητήσει, να της απαντάει αμέσως και πάντα έκανε ό,τι του ζητούσε.

«Τί άλλο να κάναμε; Πήραμε μπογιά και προσπαθήσουμε να τα βάψουμε κόκκινα». Σήκωσε το τηλέφωνο, δεν μπορούσε να το καθυστερήσει άλλο. Ο Βαλές δεν θα το παρεξηγούσε. Τον αγαπούσε πολύ για να τον παρεξηγήσει.

«Άλκη, πού είσαι αγόρι μου; Πέρνα λίγο από το σπίτι σου έχω φτιάξει το αγαπημένο σου κέικ». Ο Βαλές θα βρισκόταν στον αληθινό κόσμο μέχρι την άλλη μέρα το πρωί. Κάπου τόσο κρατούσε η μαγεία.

«Έχω δουλειά τώρα, μαμά. Σου το έχω πει πως τα Σάββατα έχω δουλειά και δεν μπορώ να περνάω από το σπίτι. Μου υποσχέθηκες πως θα το σεβαστείς». Η μητέρα του δεν το πήρε καλά κι ο Άλκης έκλεισε το τηλέφωνο μετά από δέκα λεπτά ενοχών. Ο Βαλές πήρε την τράπουλα στα χέρια του.

«Να φύγω;» ρώτησε. «Να σε περιμένω;» 

Πάνω πάνω στην τράπουλα βρισκόταν το χαρτί της βασίλισσας. Κι ο Άλκης έπρεπε να πάρει μια απόφαση.  

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Σήμερα τελειώνω την πρόκληση που έβαλα στον εαυτό μου, 9 ζευγάρια, 9 ιστορίες. Απολαύστε υπεύθυνα και περιμένω τα σχόλιά σας. 

Το πρώτο τρένο μετά τα μεσάνυχτα

Ο σιδηροδρομικός σταθμός της Σφενδάλης δεν ήταν μακριά από την Αθήνα, δίπλα στο χωριό της Μαλακάσας και στην Εθνική Οδό. Δίπλα, όχι μέσα στο χωριό, στους πρόποδες της Πάρνηθας, στην ερημιά. Το τρένο Αθήνα-Χαλκίδα έκανε στάση εκεί, αλλά ελάχιστοι ανέβαιναν ή κατέβαιναν, κυρίως νωρίς το πρωί ή το απόγευμα. Από τότε που άνοιξε η δομή προσφύγων στην Μαλακάσα, στις αποβάθρες έβρισκες κυρίως Σύριους ή Αφρικανούς πρόσφυγες. Όχι όμως τόσο αργά. Γιατί το τελευταίο τρένο για Χαλκίδα περνούσε γύρω στις 10 και τώρα ήταν μεσάνυχτα και σε λίγο θα περνούσε η ταχεία για Θεσσαλονίκη, χωρίς στάση. Αυτό ακριβώς το τρένο περίμενα. Ολομόναχη, σε μίαν έρημη αποβάθρα, με έναν σταθμό εδώ και χρόνια χωρίς σταθμάρχη.  

Στα χέρια μου κρατούσα την τράπουλα ταρώ, ετοιμοπόλεμη. Θα την πετούσα στις ράγες μόλις έβλεπα τα φώτα της ταχείας να πλησιάζουν και μετά θα φωτογράφιζα τα βαγόνια. Είχα κάνει πρόβες και με άλλα τρένα. Αν είχες καλή κάμερα, όσο γρήγορα και να πήγαινε το τρένο, κάτι θα έπιανε. Αχ, τεχνολογία! Σε φέρνει πάντα ένα βήμα πιο κοντά στη μαγεία.

Η Πάρνηθα κατέβαζε αγιάζι κι ήταν ακόμα φθινόπωρο. Το ελαφρύ μπουφάν μου ήταν αυτό ακριβώς : ελαφρύ. Έσφιξα τα χέρια γύρω μου, τρέμοντας και περιμένοντας. Κοίταξα το ρολόι. 00:05. Σε πέντε λεπτά. Συχνά τα τρένα είχαν καθυστερήσεις, αλλά άλλες τόσες φορές ερχόντουσαν στην ώρα τους. Άραγε είχε λύκους η Πάρνηθα; Θα το ήξερα, αν είχε, σωστά; Αν δεχόμουν επίθεση, πάντως, ένα ήταν το σίγουρο: δεν θα είχα πουθενά να πάω. Η αίθουσα αναμονής εγκαταλείφθηκε και κλειδώθηκε από τότε που έκλεισαν και τα εκδοτήρια εισιτηρίων κι έπαυσαν και τον σταθμάρχη. Ο μικρός αριθμός επιβατών δεν δικαιολογούσαν τον μισθό του.   

Άκουσα βήματα στο χαλίκι και δεν ήταν από ζώο. Τέτοια ώρα αμφέβαλλα αν θα ήταν γυναίκα, δύσκολα να βρισκόταν δεύτερη τρελή, σαν κι εμένα, να συχνάζει στις ερημιές με μια τράπουλα στο χέρι. Δεν ήταν γυναίκα. Ένας άντρας αφρικανικής καταγωγής εμφανίστηκε στην αποβάθρα και στάθηκε μπροστά στις ράγες. Σιχτίρισα άλλη μια φορά τον Δήμο Ωρωπού που επέτρεψε να ανοίξει δομή στα όριά του, σιχτίρισα και τη βλακεία μου να έρθω στις ερημιές μόνη. Ήμουν έτοιμη να το βάλω στα πόδια αν ο άντρας με πλησίαζε έστω και λίγο. Εκείνος μου έριξε μια σύντομη ματιά και παρέμεινε μπροστά στις ράγες, ακίνητος. Δε χαλάρωσα ούτε δευτερόλεπτο. Δεν ήξερα τί γύρευε, αλλά πάντως τρένο δεν περίμενε. Το επόμενο που θα έκανε στάση στη Σφενδάλη, θα περνούσε στις 05.53 το πρωί.

Ο άντρας στράφηκε στα αριστερά, στράφηκα κι εγώ. Τα φώτα της ταχείας για Θεσσαλονίκη. Είχε έρθει η στιγμή. Πέταξα την τράπουλα στις ράγες, φροντίζοντας τα χαρτιά να είναι όσο το δυνατόν πιο διασκορπισμένα. Κι ο άντρας πετούσε κάτι στις ράγες. Στο διάολο, πετούσε τραπουλόχαρτα. Αυτό δεν επιτρεπόταν, δεν γινόταν να πέσουν δύο τράπουλες ταυτόχρονα. Κοιταχτήκαμε και είδα στο βλέμμα του την ίδια αγανάκτηση που ένιωθα κι εγώ. Μα, με ποιό δικαίωμα; Σε τελική ανάλυση, ήταν δική μου η χώρα, δικές μου οι ράγες. Ας πετούσε τα ταρώ του σε καμιά Ακτή Ελεφαντοστού, ή κάπου αντίστοιχα.

Το τρένο πλησίαζε με μεγάλη ταχύτητα, ο θόρυβος δυνάμωνε, η γη σειόταν και δεν υπήρχε άλλος χρόνος. Έβγαλα το κινητό και ο Αφρικανός έκανε το ίδιο. Η ταχεία πέρασε από μπροστά μας και άρχισα να πατάω το κουμπί της κάμερας όσο πιο γρήγορα μπορούσα, να πιάσω όσα πιο πολλά ταρώ γινόταν. Χωρίς να τον κοιτάξω, ήμουν σίγουρη πως κι εκείνος έκανε το ίδιο. Ο αστικός μύθος έλεγε πως αν πετούσες μια τράπουλα ταρώ στις ράγες ενός ερημικού σταθμού, στα παράθυρα του πρώτου τρένου μετά τα μεσάνυχτα θα εμφανίζονταν οι κάρτες του μέλλοντος σου. Ποιό μέλλον όμως τώρα έδειξαν τα παράθυρα; Το δικό μου ή το δικό του;

Το τρένο εξαφανίστηκε στο σκοτάδι και μείναμε οι δυο μας, μέσα στο κρύο και την υγρασία. Ο άντρας σήκωσε το κινητό του ψηλά.

«Να δω δικό σου; Να δεις δικό μου;» είπε με σπαστά ελληνικά. Ήμουν ακόμα θυμωμένη μαζί του, αλλά, η ιδέα του, έπρεπε να παραδεχτώ, ήταν καλή. Αν, για παράδειγμα, το κινητό του είχε συλλάβει διαφορετικές κάρτες, τότε αυτό θα σήμαινε πως το εγχείρημα έπιασε, πως ο καθένας είδε το δικό του μέλλον. Πλησιάσαμε ο ένας τον άλλο και ανοίξαμε τις φωτογραφίες. Είχαμε τις ίδιες. Ή μάλλον την ίδια κάρτα, ξανά και ξανά, να εμφανίζεται σε όλα τα βαγόνια, από την πρώτη ως την τελευταία θέση. Ο τρελός. Κοιταχτήκαμε.

«Ο τρελός. Σημαίνει μια καινούργια, δύσκολη και τρομαχτική αρχή», είπα.

«Και αλλαγή», συμπλήρωσε ο άντρας.

«Πνίγομαι. Με πνίγει η ζωή μου», του είπα και δεν ήξερα γιατί το είπα σε έναν άγνωστο μετανάστη, αλλά κάπου έπρεπε να το πω. Ο άντρας έβαλε το χέρι στο στήθος του και το χτύπησε μια φορά με έμφαση.

«Κι εγώ», είπε. Χαμογέλασα και μου ανταπέδωσε το χαμόγελο. Όλα θα πάνε καλά.  

«Όλα θα πάνε καλά;» ρώτησα.

«Κοίτα, ήλιος», μου έδειξε τον ήλιο στην κάρτα, να λάμπει μπροστά από τον τρελό, το μέλλον μας. Ήλιος.  

Οι δύο τρελοί εγκαταλείψαμε τον σταθμό.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

περιμένω να μου πείτε ποιά από τις 9 σας άρεσε περισσότερο.

Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε πάρα πολύ η ιστορία με τον Τιτανικό!

  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

και εγώ προς τον Τιτανικό προσανατολίζομαι (βραχεία κεφαλή από το κρυφτό στην άμμο και τρίτο τα Ορκ)

  • Like 1
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Συγγραφέας: Σταυρινού Βάγια

Θεματική: παραλία-κρυφτό, φλασάκι τρόμου

Σεξ όχι, βία όχι περιγραφόμενη

Λέξεις 500

Στο πλαίσιο της συγγραφικής άσκησης 12 Επικίνδυνα παιχνίδια

Άσκηση.odtΆσκηση.odtΆσκηση.odt

Το κρυφτό της θάλασσας

 

 

«Όσο η μητέρα μου συζητάει με την κυρία απ’ το διπλανό σπίτι, είναι η ευκαιρία μου να χορτάσω παιχνίδι με το κοριτσάκι που γνώρισα εδώ» σκεφτόταν ο Γιάννης.

«Τι παράξενο το όνομα σου, Αλία!» απάντησε στο κάλεσμα της κοπελίτσας. Η μικρή απάντησε μόνο με ένα κρυπτικό χαμόγελο και άρχισαν το παιχνίδι.

Το αγαπημένο παιχνίδι των δύο παιδιών ήταν το κρυφτό. Ανέβαιναν στα πεύκα και τα αρμυρίκια, σκαρφάλωναν σε βράχους, κρύβονταν πίσω από τραπέζια του πικνικ και παγκάκια, πίσω από παρκαρισμένα αυτοκίνητα, κούρνιαζαν σε θάμνους… Μια άλλη αγαπημένη κρυψώνα ήταν κάτι μισογκρεμισμένοι τοίχοι από ένα παλιό σπίτι, εκεί που σταματούσε η άμμος της παραλίας.

Όταν κουράζονταν, κάθονταν δίπλα δίπλα σε ένα απόμερο μέρος της παραλίας, όπου δεν τους έβλεπαν οι μεγάλοι, και κουβέντιαζαν, όπως μόνο τα παιδιά μπορούν να συζητάνε.

-Μακάρι το καλοκαίρι να κρατούσε για πάντα!, μουρμούριζε βουρκωμένος ο Γιαννάκης. Μόνο αυτή την εποχή μπορώ να παίξω ελεύθερος και να βρω φίλους!

Σε αυτές τις στιγμές, η Αλία του εξομολογούνταν ότι κι αυτή δεν είχε φίλους της ηλικίας της και του έλεγε ιστορίες από τα θαύματα της θάλασσας, για να τον ηρεμήσει.

Ο Γιάννης είχε κι απορίες για το παιχνίδι τους.

-Γιατί, βρε Αλία, κάθε τρεις και λίγο διακόπτεις το παιχνίδι και βουτάς τα πόδια σου στο νερό, εκεί που σκάει το κύμα;

-Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς! Νιώθω πολύ έντονη την ανάγκη για επαφή με το θαλασσινό νερό. Πειράζει; Χαλάω το παιχνίδι μας;

-Ε, όχι… Απλά σε βρίσκω πολύ πιο εύκολα!

-Ε, αντισταθμίζει τις περιπτώσεις που κρύβομαι στα βραχάκια και με ψάχνεις με τις ώρες, αστειεύτηκε η Αλία και τα δυο παιδιά γέλασαν μαζί.

Η παραλία σιγά-σιγά ερήμωσε, διότι μπήκε ο Σεπτέμβρης. Ο Γιάννης όμως με τη μητέρα του δεν είχαν φύγει ακόμη για την πόλη. Έπαιζε λοιπόν ακόμη κρυφτό στην παραλία κάθε μέρα με την Αλία.

Μια μέρα, στην έρημη παραλία, ο Γιαννάκης είδε το κεφάλι της συμπαίκτριας του να ξεπροβάλλει από τη θάλασσα, μακριά στον ορίζοντα.

-Α, εκεί μου κρύφτηκες σήμερα, Αλία! Θέλεις να παίξουμε θαλάσσιο κρυφτό, φαίνεται.

Ο Γιάννης έπεσε στη θάλασσα και κολυμπούσε κατά τη συμπαίκτρια του.

Η Αλία τον χαιρετούσε χαρούμενα, μέχρι που ξαφνικά έπαψε να τον βλέπει για λίγο. Όμως, όλο και ξεπεταγόταν το κεφάλι του αγοριού από το νερό, παραξενεύοντας και ταυτόχρονα εφησυχάζοντας την Αλία.

Ύστερα από λίγο, κανένα ανθρώπινο σημάδι δεν μαύριζε την επιφάνεια της θάλασσας. Επιτέλους ανήσυχη, η Αλία βούτηξε προς τα εκεί όπου είχε βυθιστεί ο Γιάννης. Κινούμενη έτσι, δεν αποκάλυψε ανθρώπινα πόδια, αλλά μια ψαρίσια ουρά, γαλαζοπράσινη σαν το νερό, που σπίθιζε στον ήλιο.

Ήταν όμως πια αργά. Με κάνα δυο βουτιές, η γοργόνα βρήκε το σώμα του αγοριού, άψυχο πια.

Τα δάκρυα της ανακατεύτηκαν με το αλμυρό νερό της θάλασσας.

-Δεν ήξερα ότι οι άνθρωποι πνίγονται, ομολόγησε η γοργόνα μέσα στα κλάματά της. Εγώ μπορούσα να επιβιώσω για μικρό διάστημα στον κόσμο των ανθρώπων, να μεταμφιεστώ σε άνθρωπο για να βρω φίλους και να παίξω, εσύ όμως δεν είχες τη δυνατότητα να επιβιώσεις στον δικό μου κόσμο. Έτσι έχασα τον μοναδικό μου φίλο...

 

  • Like 2
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..