Jump to content

Οι περιπέτειες της καθημερινής ζωής ενός εσωστρεφούς


Guest

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Thodoris
Είδος: Μία μίξη από Σατυρικό/Δραματικό/Κοινωνικό/Κωμικό
Βία; Όχι
Σεξ; Όχι
Αριθμός Λέξεων: 2,580
Αυτοτελής; Σκέφτομαι να ξεκινήσω σειρά από μίνι ιστορίες σε αυτό το στυλ σε μορφή vol.1 , vol.2 κτλπ, θα δείξει
Σχόλια: Σκέφτηκα να προσθέσω το "θαυμαστές" πριν από το "περιπέτειες" για να δώσω μεγαλύτερη έμφαση στο πόσο μεγάλη είναι η διαφορά μεταξύ των εσωστρεφών/αντικοινωνικών ατόμων με τους εξωστρεφείς/κοινωνικούς, αλλά ο τίτλος ίσως να ήταν μεγαλύτερος από το επιτρεπτό όριο.

 

Ο Βασίλης κοιτάχτηκε στον ολόσωμο καθρέφτη στο χωλ του για τρίτη φορά: ήθελε να πάρει την επιβεβαίωση, πως ντύθηκε σωστά για την εποχή, με το casual ντύσιμό του με ζακέτα, blue jeans και sneaker παπούτσια.

 

Κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια αφομοίωσης και ενσωμάτωσης στην μεγάλη άμορφη μάζα του πλήθους, δεν ήθελε να ξεχωρίζει, δεν έπρεπε να ξεχωρίζει, ήθελε να είναι ανώνυμος, να μην τον παρατηρεί κανείς, σαν να μην υπάρχει καν.

 

"Κ-καλημέρα" επανέλαβε στο είδωλό του στον καθρέφτη, δοκιμάζονταα την χροιά της φωνής του, προετοιμάζοντας τον λόγο του.

Ξερόβηξε. Ακούστηκε λίγο πιο ντροπαλός απ' ότι έπρεπε.

 

"Καλημέρα!" επανέλαβε, αυτή τη φορά πιο δυνατά και με φωνή γεμάτη προσποιητό ενθουσιασμό.

"Θα ήθελα 450 γρ. τυρί φέτα Mr. Grand, παρακαλώ".

Με το μυαλό του έπλασε την εικόνα της υπαλλήλου στην κοπή τυριών & αλλαντικών του σούπερ μάρκετ της γειτονιάς του, μίας 42άρας παντρεμένης, εύσωμης, μελαχρινής κυρίας που οι αιώνιες ρυτίδες και σακούλες στα μάτια πρόσδιδαν ύφος ανθρώπου που έχει βαρεθεί ήδη με το που άρχισε την βάρδιά του και δεν θέλει και πολλά πολλά για να πάει με ένα καλάσνικοφ εκεί μέσα και να τινάξει κάθε σπαστικό πελάτη στον αέρα, να τους προκαλέσει περισσότερες τρύπες και από τα τυριά Ελβετίας έμενταλ, να τους κάνει σουρωτήρι, αυτούς και τις ιδιοτροπίες τους.

"Σε περίπτωση που δεν έχει περισσέψει τυρί Mr. Grand, θα με ρωτήσει τι μπορεί να μου βάλει ως εναλλακτική επιλογή και τότε θα πω Κολιός. Αν δεν έχει ούτε Κολιό, θα πω να μου βάλει όποιο έχει σε προσφορά, όποιο γουστάρει, όποιο καλό τυράκι πιάσει το κουρασμένο χέρι της, δεν με νοιάζει, βάλε μου όποιο νά' ναι..βάλτε μου θέλω να πω...παρακαλώ βάλτε μου όποιο νά' ναι, όλα τα τυριά μ' αρέσουν, όλα τα τυριά τα τρώω..." μουρμούριζε και άρχισε ήδη να νιώθει την αυτοπεποίθησή του να σιγολιώνει, σαν παγωτό που το άφησες έξω από την κατάψυξη τους καλοκαιρινούς μήνες.

Κόμπιασε λίγο, έβηξε, ξεροκατάπιε και πήρε μία βαθιά αναπνοή, θυμούμενος τις συμβουλές για καταπολέμηση του κοινωνικού άγχους που του συνέστησε ο κ. Ανέστης, ο ψυχολόγος που επισκεπτόταν 1 φορά την βδομάδα για να του μιλήσει για την μηδαμινή του πρόοδο, ο μόνος άνθρωπος που τον έκανε να νιώθει ασφάλεια και την έλλειψη της επιτακτικής πίεσης του "εδώ και τώρα" , αυτού του χωροχρονικού δαίμονα που έκανε κάθε γνήσιο εσωστρεφή να λούζεται από κρύο ιδρώτα και να μπερδεύει τις λέξεις, να νιώθει πως όλοι τριγύρω του σταμάτησαν να κάνουν ό,τι έκαναν πριν το πάθει και αρχίζουν να τον παρατηρούν σαρκαστικά, βγάζοντας επιδοκιμαστικά κουτσομπολίστικα επιφωνήματα χωρίς καμιά προσπάθεια να καμουφλάρουν την ειρωνία τους μέσα από τις καθωσπρεπιστικές τους μάσκες.

Άκουγε το αίμα στα μηνίγγια του να χτυπάει σαν τύμπανα επέλασης Βίκινγκς.

"Όχι, δεν θα ρωτήσει τι άλλο να βάλει, όχι, όχι...διπλοτσέκαρα την ιστοσελίδα του Μασούτη, αναφέρουν ξεκάθαρα πως υπάρχει η προσφορά στο τυρί Mr. Grand μέχρι και την Πέμπτη και σήμερα έχουμε Τετάρτη... πρέπει να υπάρχει απόθεμα τυριού, πρέπει να ευαισθητοποιήθηκαν και να μερίμνησαν αρκετά ώσε να περίσσεψε λίγο τυράκι, απλά για την περίπτωση πυρηνικής καταστροφή, απλά για έναν απελπισμένο επιζήσαντα που το τελευταίο πράμα που θέλει πριν τον κατασπαράξουν τα αδηφάγα ζόμπι, πριν καταντήσει λεπρός, πριν τυφλωθεί από την έκθεση στην ραδιενέργεια, να φάει λίγο τυράκι ακόμα..."

Πήγε και έβαλε λίγο νερό σε ένα ποτήρι και πήρε ένα χάπι ρισπεριδόνης και ένα ladose των 100mg.

Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη.

 

"Μακάρι να ήξερα το username της στο Facebook, να μπορούσα να κοιτάξω τις πληροφορίες που επέλεξε να μοιραστεί με τον κόσμο του διαδικτύου, αν έχει κατοικίδια, αν είναι παντρεμένη, τι μουσική ακούει...να μπορούσα να πετάξω μία άκυρη αναφορά σε κάτι που να ξέρω από πριν ότι την βρίσκει 100% σύμφωνη, να την κάνω να χαμογελάσει -και γιατί όχι, να γελάσει- , ώστε να μην με αντιμετωπίσει ως διαφορετικό, δεν είμαι, όχι, όχι, δεν είμαι, είμαι ένα τίποτα, ένας κανένας, δεν θα κοκκαλώσω μπροστά της αν ξεχάσω τα λόγια που πρόβαρα, θα με συμβουλέυσει για ποιο τυρί να πάρω επειδή θα με συμπαθούσε που έχω κεγώ σκύλο Λαμπραντόρ όπως αυτή ή που ακούω κεγώ Μητροπάνο όπως τα τραγούδια που ακούει και ανεβάζει αυτή... Αχ, μακάρι να ήξερα κάτι για αυτήν, την οποιαδήποτε πληροφορία.." σκεφτόταν δυνατά, χωρίς να καταλάβει πως απλώς κουνούσε τα χείλη του αθόρυβα χωρίς όμως να βγαίνουν λέξεις, όπως οι μουγκοί, χωρίς να συνειδητοποιεί πως το κοινωνικό του άγχος ήταν εκτός ελέγχου και πλέον εκδηλωνόταν ψυχοσωματικά.

 

Τα μακαρόνια βρισκόταν στο υπόγειο, τα απορρυπαντικά επίσης στο υπόγειο, οι καφέδες στον 1ο όροφο όπως και τα γάλατα.

Όλα τα προϊόντα που έγραφε η λίστα με τα ψώνια που του είχε αφήσει η μητέρα του πριν φύγει για την δουλειά, δεν απαιτούσαν παρά να τα πλησιάσει, να τα πιάσει και να τα ρίξει στο καλάθι του σούπερ μάρκετ που θα είχε, μόνο το τυρί, αυτό το τυρένιο τέρας, προυπόθετε ανθρώπινη επικοινωνία και αλληλεπίδραση.

"Γιατί να υπάρχουν ακόμα υπάλληλοι στα σούπερ μάρκετ; Τόση τεχνολογική πρόοδο έχουμε κάνει με το A.I. και τα ρομπότ και όλα αυτά...χάθηκε να εφήυρε κάποιος μηχανές αυτόματης πώλησης τυριών, κασεριών και αλλαντικών...;" άφησε με ένα παραπονιάρικο μουρμουρητό που ήξερε πολύ καλά πως δεν θα είχε κανένα αντίκτυπο στο μεγάλο άκαρδο σύμπαν, κανείς δεν θα νοιαζόταν για αυτόν, για έναν εσωστρεφή, για το άγχος και τις υπεραναλύσεις του, ο κόσμος στην καλύτερη θα αδιαφορούσε και στη χειρότερη θα τον κορόϊδευε και θα τον έκανε να νιώθει σαν εξωγήινος, σαν κάτι το περίεργο και μυστήριο, κάτι που δεν μπορεί να συνυπάρχει στη σύγχρονη κοινωνία των ανθρώπων όπου όλοι βιάζονταν να πάνε στις δουλειές τους και όλοι έτρεχαν να προλάβουν τα λεωφορεία, τα αεροπλάνα, τα πλοία, μόνο αυτός κόμπλαρε και έμενε ακίνητος μέσα στο μάτι του κυκλώνα, μόνο αυτός ήταν έτσι...

 

"Ακόμα και αν δεν είμαι" σκεφτόταν αφήνοντας τις απαισιόδοξες σκέψεις να τον κατακλύζουν μονομιάς στο σκοτάδι σαν ξαφνική έκλειψη Ηλίου, "ακόμα και αν υπάρχουν και άλλοι σαν εμένα, εκατοντάδες, χιλιάδες, εκατομμύρια εσωστρεφείς με ΔΕΠΥ και αντικοινωνικοί εκεί έξω, δεν θα ενωθούμε ποτέ σε μιάς μορφής Λεγεώνας, θα είμαστε πάντα μεμονωμένες κουκίδες, ποτέ δεν υπήρξε υποστηρικτική ομάδα όπως Ανώνυμοι Αλκοολικοί και Ανώνυμοι Ναρκομανείς, έτσι και Ανώνυμοι Εσωστρεφείς, ποτέ δεν θα ενώσουμε τις δυνάμεις μας, πάντα θα είμαστε ο καθένας μόνος του, σαν ναυαγοί σε διαφορετικά νησιά ο καθένας, να μας χωρίζουν ωκεανοί ασυνεννοησίας, παρεξηγήσεων και τραυλίσματος." κατέληξε συμπερασματικά.

Ξανακοιτάχτηκε στον καθρέφτη.

 

"Καλημέρα, επειδή βιάζομαι πάρα πολύ επειδή έχω αργήσει σε μία σημαντική δουλειά και είναι επείγον και αφορά..αφορά..εμμ..ραντεβού με γιατρό...ΕΙΝΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΝΑ ΕΧΩ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ 400 ΓΡΑΜΜΑΡΙΑ ΤΥΡΙ ΦΕΤΑ MR. GRAND ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ, ΣΑΣ ΙΚΕΤΕΥΩ ΝΑ ΒΙΑΣΤΕΙΤΕ, ΚΑΘΕ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΟ ΠΟΥ ΧΑΡΑΜΙΖΕΤΕ ΣΤΟ ΝΑ ΚΟΨΕΤΕ ΤΟ ΤΥΡΙ ΣΤΑ ΣΩΣΤΑ ΓΡΑΜΜΑΡΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΒΕΙ ΜΟΙΡΑΙΟ, ΔΩΣΤΕ ΜΟΥ ΚΑΙ 500 ΓΡΑΜΜΑΡΙΑ, ΚΑΙ 600 ΚΑΙ 1,000 ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΥΡΙ, ΔΕΝ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ, ΔΩΣΤΕ ΜΟΥ Ο,ΤΙ ΕΧΕΤΕ, ΑΠΛΑ ΒΙΑΣΤΕΙΤΕ!!!".

 

Είχε λαχανιάσει και τα μάγουλά του είχαν πάρει το χρώμα φρεσκομαχαιρωμένου καρπουζιού που ακόμα δεν έχει αποκολληθεί στα 2 και τα ζουμιά του είναι ακόμα ακέραια.

 

Ξαναήπιε νερό και προσπάθησε να θυμηθεί, να ξεψαχνίσει στη μνήμη του κάθε λεπτομέρεια σχετικά με τις βάρδιες των υπαλλήλων στα τυριά & αλλαντικά, μήπως και σήμερα δεν ήταν η συγκεκριμένη αλλά η καινούρια κοπέλα η οποία ως μαθητευόμενη ακόμα υπάλληλος, περνούσε από αυστηρή εκπαίδευση και δεν έκανε πολλές ερωτήσεις, απλά υπηρετούσε πιστά την κάθε εντολή-διαταγή του πελάτη εφαρμόζοντας το "ο πελάτης έχει πάντα δίκιο".

Ακόμα και αν της έλεγε πως θέλει 377 γραμμάρια μέτριας ωρίμανσης τυρί αγελαδίσιο του οποίου η αγελάδα το έβγαλε σε κάποια  πανσέληνο και ο τσομπάνης που την άρμεξε είναι στο ζώδιο Κριός, όφειλε να το ξέρει.

Ουφ...

Ναι, ίσως και να δούλευε εκείνη σήμερα.

Μακάρι, μακάρι Θεέ μου, μακάρι..

Έβαλε τα κλειδιά στην τσέπη του και πήρε τα 10€ από το τραπέζι που του είχε αφήσει η μητέρα του, μαζί με την λίστα.

Πάντα έκανε με την αριθμομηχανή του κινητού του την αφαίρεση των τιμών, ώστε να δίνει ακριβώς τα χρήματα, να μην χρειαζόταν να του δώσει ρέστα η υπάλληλος στο ταμείο, να τα πετούσε εκεί και να περίμενε υπομονετικά τα αμήχανα 7-8  δευτερόλεπτα, τους 7-8 βασανιστικούς αιώνες δηλαδή, μέχρι να τα μετρήσει.

Απόδειξη δεν χρειαζόταν να του κόψει, σακούλα έπαιρνε από το σπίτι του για να τοποθετήσει τα πράματα που αγόραζε, δεν χρειαζόταν τίποτα άλλο, ευχαριστώ πάρα πάρα πολύ, καλησπέρονύχτα σας, καλή σας συνέχεια, ματς μουτς, γεια σας, αντίο, ΑΝΤΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!

"Μπορείς να το κάνεις, μπορείς να το κάνεις, μπορείς να το κάνεις" επανέλαβε μερικές φορές από μέσα του σαν Ινδικά mantras ενώ κοιτάζονταν στον καθρέφτη του ασανσέρ της πολυκατοικίας του.

Έπιασε το χερούλι της εξώπορτας της οικοδομής και ξάφνου το άφησε και έτρεξε, πηδώντας δύο-δύο τα σκαλοπάτια, σχεδόν σαν να πηδούσε στα σύννεφα λες και ήταν ο Super Mario, και έτρεξε σπίτι του: κατουριόταν.

Το υπερβολικό άγχος είχε ως συνέπεια να ιδρώνει και να ξεραίνεται το στόμα του, οι δε παρενέργειες των αντικαταθληπτικών του έφερναν συχνοουρία.

Κατούρησε, έπλυνε τα χέρια του και το πρόσωπό του, επανέλαβε ξανά πως μπορεί να τα καταφέρει, πως τα πάντα μπορεί αρκεί να το θέλει πραγματικά, πως ήταν ο αδιαμφισβήτητος Βασιλιάς, ο ανώτατος Άρχοντας του Σούπερ Μάρκετ και ειδικός στα τυριά, πως μπορούσε να μιλήσει με ευφράδεια, αυτοπεποίθηση και φωνή τόσο στεντόρεια που θα την ζήλευε και ο Λουτσιάνο Παβαρόττι.

 

Περπάτησε σκυφτός, φορώντας την κουκούλα από την ζακέτα του αν και έξω ούτε έβρεχε, ούτε είχε ήλιο, ένιωθε σαν όλοι να μπορούσαν να ακούσουν το πόσο δειλός είναι, πόσο ανίκανος να αγοράσει λίγο γαμημένο τυρί, πόσο εξαρτώμένος είναι από την υπομονή και την συγκαταβατικότητα των άλλων.

Μπήκε μέσα στο σούπερ μάρκετ και όταν συνειδητοποίησε πως ένας από τους υπαλλήλους, αυτός ο ψηλός ξερακιανός της μαναβικής, τον κοιτούσε περίεργα, έβγαλε αμέσως την κουκούλα και προσπάθησε να αποφύγει την διασταύρωση των ματιών του με του υπαλλήλου, σαν να μην υπήρχε καν, σαν να ήταν αόρατος.

Με την περιφερειακή του όραση, έβλεπε πως με βάση την γλώσσα του σώματός του, ο υπάλληλος εξυπηρετούσε έναν ηλικιωμένο πελάτη ο οποίος μάλλον είχε σκοπό να φτιάξει φρικασέ επειδή είχε πάρει μόνο σπανάκι και μερικά λεμόνια.

Πήρε μία βαθιά αναπνοή, μία τζούρα safe zone.

Καθώς την έπαιρνε, κρυμμένη μέσα στη χούφτα του για να μην τον κοιτάξει κάποιος τριγύρω με ύποπτο βλέμμα, να μην μάθουν ποτέ τι είναι αυτός και πόσο διαφέρει από τους άλλους που τα θεωρούν όλα δεδομένα και με απλοϊκές, μηχανικές σχεδόν κινήσεις, μπορούν και λειτουργούν μέσα στο σούπερ μάρκετ, στη κοινωνία, στην ζωή, έβγαλε την τσαλακωμένη λίστα με τα ψώνια από την τσέπη του.

 

Διάβασε την λίστα 3 φορές, μέχρι που την απομνημόνευσε σαν να ήταν κάποιο ερμητικό μυστικό ή κάποιος κώδικας για απόρρητη κυβερνητική αποστολή.

"Καφές, μακαρόνια, απορρυπαντικό για τα πιάτα με μυρωδιά πορτοκάλι , γάλα φρέσκο πλήρες 1,5% λιπαρά. Καφές, μακαρόνια, απορρυπαντικό για τα πιάτα με μυρωδιά πορτοκάλι, γάλα φρέσκο πλήρες 1,5% λιπαρά... γάλα με μυρωδιά πορτοκάλι 1,5% σπαγκέττι Λουμίδης κλασικός.. και...τελευταίο, επιτέλους, τελευταίο το κωλότυρο, το τυρί που κανένας ποντικός δεν κατάφερε να εξαφανίσει και να με σώσει από το μαρτύριο, από  αυτό το ψυχικό βασανιστήριο..." ψιθύρισε με τόση απελπισία που ακόμα και τα ψεύτικα αιωνίως ανθισμένα λουλούδια που βρίσλονταν πίσω από τα ταμεία ένιωσαν άσχημα, εγκλωβισμένα μέσα στο πλαστικό τους σαρκείο.

Πήρε τρεις κοφτές ανάσες και έτρεξε σαν να είχε ξεχάσει ανοιγμένο το μάτι του φούρνου στο σπίτι του και κινδύνευε να πάρει φωτιά και να καεί συθέμελα ολόκληρη η πολυκατοικία.

Έτρεξε στους καφέδες, πήρε τον  Λουμίδη  καφέ των 100γρ. , πήρε το γάλα, κατέβηκε δυό-δυό τα σκαλιά του ημιόροφου, πήγε στο υπόγειο και γράπωσε τα μακαρόνια λες και αυτά ήταν τα τελευταία μακαρόνια που κάποιος μελλοθάνατος βαρυποινίτης τα ζήτησε ως το τελευταίο γεύμα, πήρε το απορρυπαντικό για τα πιάτα με μυρωδιά πορτοκάλι, το οποίο μύριζε περισσότερο βιομηχανικίλα παρά πορτοκάλι αλλά για εκείνον, εκείνη την στιγμή, ήταν το αρχέτυπο, το τέλειο, το ιδανικό δείγμα της μυρωδιάς του πορτοκαλιού, τόσο αυθεντική που αν τελείωναν όλα τα άλλα απορρυπαντικά με αυτή τη μυρωδιά και σάπιζαν όλες οι πορτοκαλιές, έπρεπε να χρησιμοποιήσουν αυτό ως δείγμα για να παρασκευάσουν χημικά όλα τα άλλα, αρκούσε να τονμυρίσουν για να ξυπνήσει μέσα τους η σαγηνευτική ολάνθιστη μυρωδιά του πορτοκαλιού που μόνο τα βιβλία του Τζον Σταίνμπεκ μπορούν να προσεγγίσουν έστω στο ελάχιστον την πεμπτουσία του, τα έσφιξε με όλη του την δύναμη πάνω του λες και ήταν η μητέρα που προστάτευε τα παιδιά της από κάποια επίθεση ενό άγριου ζώου, ανέβηκε τα σκαλοπάτια και πήγε στο ταμείο.

Καθώς περνούσε μπροστά από τον πάγκο με τα τυριά και τα αλλαντικά, παρατήρησε πως σήμερα είχε βάρδια η μαθητευόμενη υπάλληλος.

Κόμπιασε, πήρε μία βαθιά αναπνοή και πλησίασε διστακτικά.

Από μακριά συναντήθηκε η ματιά του με την δικιά της, μία κοπελίτσα στην ηλικία του, χαριτωμένη και ευγενική.

Του χαμογέλασε και εκείνος ένιωθε σαν να του κόπηκαν τα γόνατα, άρχισε να νιώθει πως τα μάγουλά του ζεματούν, σαν να το ν  βαρούσε επαγγελματίας πυγμάχος επί ώρες και ένιωθε νυχτερίδες να προσπαθούν να σκίσουν το στήθος του για να απελευιερωθούν.

Έτρεξε στο ταμείο, πέταξε το δεκάρικο και ζήτησε συγνώμη αλλά βιαζόταν πάρα πολύ, θα πάθαινε κάτι, δηλαδή ήταν επείγον, δηλαδή... ΣΥΓΝΩΜΗΕΥΧΑΡΙΣΤΩΚΑΛΗΣΥΝΕΧΕΙΑΑΝΤΙΟ.

 

Ίσα ίσα που άκουσε την στοργική φωνή της υπαλλήλου στο ταμείο που φοβισμένη τον ρωτούσε ανήσυχη αν ήταν καλά, αν χρειαζόταν βοήθεια.

 

Σκυφτός, περπατούσε ανάμεσα σε περαστικούς οι οποίοι ενώ δεν τον κοιτούσαν, αυτός ένιωθε πως όχι μόνο τον κοιτάνε αλλά μπορούν να διαβάσουν και τις σκέψεις του και πως γελούσαν από μέσα τους μαζί του, με τα χάλια του.

Όταν γύρισε η μητέρα του και τον ρώτησε που είναι το τυρί, αν το ξέχασε, της είπε πως το τυρί είχε τελειώσει, πως ο πόλεμος μεταξύ Ρωσσίας-Ουκρανίας και Παλαιστίνης-Ισραήλ εκτίναξε τις τιμές των μεταφορικών, πως η ενεργειακή κρίση, η τρύπα του όζοντος, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η Greta Thunberg, το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνομπίλ το 1986, η οικονομική κρίση του 2008-2010, η πανδημία του Covid-19, όλα και το καθένα ξεχωριστά έκαναν το τυρί απαίσιο στη γεύση και απωθητικό στην μυρωδιά και πως τα ελάχιστα εναπομείναντα αποθέματα τυριού προορίζοταν για την ελίτ, γι' αυτό και ήταν τόσο πανάκριβο το τυρί τελευταία, και πως η ακρίβεια στις αγορές, η ανεργία, δεν είναι παίξε-γέλασε να δίνουμε τώρα πεταμένα χρήματα στα τυριά και εξάλλου τι να την κάνεις την πρωτείνη, σκέφτομαι να γίνω vegan έτσι και αλλιώς... λυπάμαι, συγνώμη... άλλη φορά δεν θα αποτύχω, θα τηρήσω την λίστα κατά γράμμα, υπόσχομαι, ορκίζομαι... πάω να ξαπλώσω, τα λέμε, καλή συνέχεια, καληνύχτα..

 

Πήγε στο δωμάτιό του, χωρίς να ανοίξει φως, χωρίς να ξεντυθεί, έπεσε όπως ήταν με τα ρούχα και τα παπούτσια.

Φόρεσε τα ακουστικά του και έβαλε μία playlist με παλιά κομμάτια τζαζ μουσικής.

Όση ώρα τα άκουγε, σκεφτόταν πως θα το έλεγε στον κ. Ανέστη, πως θα του μιλούσε για το τυρί και την όμορφη κοπέλα στα τυριά και για τις αισθήσεις του που χτυπούσαν κόκκινο, σαν να κατάπιε κεραυνούς, σαν να είχε πάει για σαφάρι στην Αφρική και τον κυνηγούσαν τίγρεις και λιοντάρια.

Δυνάμωσε την μουσική και ενώ ήταν ξαπλωμένος μπρούμυτα, βύθισε το πρόσωπό του στο μαξιλάρι, ένα στεγνό μαξιλάρι που σύντομα μετατράπηκε σε βρεγμένο.

"Εδώ είμαι ασφαλής" ψιθύρισε, τόσο σιγανά που αν βρισκόταν η μητέρα του στο δωμάτιο θα νόμιζε πως το μαξιλάρι ζωντάνεψε και μιλούσε αυτό εκ μέρους του γιου της.

"Εδώ είμαι ασφαλής, εδώ έχει ησυχία, εδώ όλα είναι καλά...όλα είναι καλά..." επαναλάμβανε μέχρι που εξαντλήθηκε τόσο πολύ από το κλάμα, που αποκοιμήθηκε με την μουσική να παίζει καθ' όλη την διάρκεια του ύπνου του.

Είδε όνειρο να είναι τζαζ μουσικός, να παίζει το σαξόφωνό του σε κάποιο underground μπαράκι της Νέας Ορλεάνης και όση ώρα έπαιζε και τραγουδούσε παλιά κομμάτια του Dizzy Gillespie, του Charlie Parker και του Chet Baker, όμορφες μαυρομάλλες ημίγυμνες κοπέλες που όλες ήταν ολόιδιες με την μαθητευόμενη υπάλληλο στο πάγκο των τυριών, του σέρβιραν τυρί που μόλις παρασκευάστηκε από μία αγελάδα η οποία ήταν αποκλειστικά για αυτόν και μπορούσε ανά πάσα στιγμή να έχει ολόφρεσκο τυράκι.

🧀 🧀 🧀

 

Screenshot_20250402_184303_Firefox.jpg

Edited by Thodoris
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..