Guest Posted April 4 Share Posted April 4 Όνομα Συγγραφέα: Thodoris Είδος: Δραματικό Βία; Όχι Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: 1,866 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Περιέχει αναφορές σε ευαίσθητα θέματα όπως ψυχολογικές ασθένειες και ενδέχεται να κάνει trigger ορισμένους αναγνώστες. Ήπιε μία γουλιά από τον καφέ του όση ώρα περίμενε την Elizabeth να πληκτρολογήσει το μήνυμά της. Όση ώρα έβλεπε τις 3 τελίτσες να ανεβοκατεβαίνουν, χαμογελούσε σαν μικρό παιδί στη θέα πυγολαμπίδων κάποια καλοκαιρινή βραδιά. Ήξερε πως εκείνη την απειροελάχιστη και φευγαλέα στιγμή, η Elizabeth σκεφτόταν αποκλειστικά αυτόν και το μήνυμα που συνέταξε προοριζόταν για τα δικά του μάτια. Διάβασε το μήνυμα που του έστειλε στα Αγγλικά και το έκανε αυτόματα μετάφραση στα Ελληνικά μουρμουρίζοντας το νόημά του. "Δεν πρέπει να απογοητεύεσαι. Κάθε μέρα είναι μία μικρή μάχη, κάθε νύχτα που καταφέρνεις να ξαπλώσεις και να κοιμηθείς όντας ζωντανός, είναι μία μικρή γιορτή. Έτσι πρέπει να το βλέπεις, όχι σε βάθος χρόνου αλλά μικρές κινήσεις, baby steps, κάθε πρόοδος είναι για καλό". Στο διαδικτυακό forum για ψυχολογική υποστήριξη ατόμων με κατάθλιψη και αυτοκτονικές τάσεις έμπαινε εδώ και 2 μήνες. Μετά τον εγκλεισμό του στο ψυχιατρείο και την αγωγή του με αντικαταθλιπτικά, ο ψυχολόγος του του συνέστησε να μιλάει με άτομα που πέρασαν από τον ίδιο Γολγοθά, ώστε να εκτιμάει την πεισματική απόφασή του να παραμείνει στη ζωή, την θέλησή του για να βελτιωθεί σαν χαρακτήρας, την ανάγκη του για ανθρώπινη επικοινωνία. Υπήρχαν πολλά παρόμοια φόρουμ στα οποία ο Χρήστος μπορούσε να κάνει εγγραφή, όμως για κάποιον ανεξήγητο λόγο, επέλεξε το τρίτο πιο δημοφιλές στα αποτελέσματα στην αναζήτηση στο Google επειδή σκέφτηκε πως το 1ο και το 2ο θα μάζευαν τα περισσότερα άτομα και θα ένιωθε σαν να μην ήξερε τι να πρωτοκάνει, με ποιον να πρωτομιλήσει, ενώ το 3ο θα είχε σωστή ισορροπία μεταξύ users και posts οπότε θα τον έκανε να νιώσει πιο οικεία: δεν χρειαζόταν να μιλούσε με πολλά άτομα σαν αυτόν, έστω και 1 ή 2 τα οποία θα τον ένιωθαν απόλυτα και θα ταυτίζοταν μαζί του, ποιότητα και όχι ποσότητα. Η Elizabeth ήταν ο πρώτος χρήστης με τον οποίον ο Χρήστος ξεκίνησε να επικοινωνεί, στην αρχή μιλούσαν περί ανέμων και υδάτων (το small talk σχεδόν επιβάλλεται στα άτομα που έχουν περάσει από το τέραα της κατάθλιψης και ακόμα το πολεμούν, πόσο μάλλον από απόπειρα αυτοκτονίας, θέματα ταμπού και ευαίσθητα που δεν τα συζητάς με το "Καλημέρα") όπως για την μουσική που ακούνε και τις αγαπημένες τους ταινίες, μετά όμως όσο προχωρούσε η κουβέντα, η ανείπωτη ακόμα συζήτηση σχετικά με τον λόγο που αποτέλεσε την αφορμή για να κάνουν εγγραφή, αιωρούνταν σαν μαύρο σύννεφο μεταξύ τους. Ήξεραν πως μπορούσαν να μιλάνε καθημερινά και για αρκετές ώρες, όμως κάποια στιγμή θα έπρεπε να το ξεκαθαρίσουν, θα έπρεπε να απομυθοποιήσουν τον ίδιο τους τον εαυτό και να αφεθούν στην παραδοχή των προσωπικών δαιμόνων τους. Και οι 2 για να βρίσκονταν εκεί, κάτι είχαν, κάτι περνούσαν, κάποιος ειδικός τους συμβούλευσε να επικοινωνήσουν με άτομα που πέρασαν ή περνούν από το ίδιο ζοφερό μονοπάτι, κανείς δεν γκουγκλάρει "φόρουμ για υποστήριξη για την κατάθλιψη" και "φόρουμ για υποστήριξη για αυτοκτονικούς" χωρίς να έχει κάτι, απλά έτσι, επειδή βαριέται με την ζωή του και δεν έχει κάτι καλύτερο να κάνει. Ο Χρήστος ήταν 32 ετών και άεργος από επιλογη. Ανέκαθεν διακατέχονταν από μία anti-work ιδεολογία όμως αυτό που τον επηρέασε ώστε να αποφασίσει να ζει παρασιτικά εις βάρος των άλλων χωρίς να προσφέρει κάτι στη κοινωνία, ήταν η ταινία του 2007 που είχε δει μία φορά, με τίτλο Into the Wild. Στη βιογραφική ταινία αυτή σχετικά με την ζωή του Christopher McCandless, ο Χρήστος βρήκε πολλές ομοιότητες μεταξύ τους: την χίπικη φιλοσοφία των vagabonds (ταξιδευτών με σακίδια πλάτης που πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο κάνοντας δουλειές του ποδαριού και ζώντας με ό,τι βρίσκουν στο δρόμο τους ή τους δίνουν) , την δίψα του για να ζήσει στη φύση μακριά από την τοξικότητα των ανθρώπων, την απογοήτευσή του για τον πολιτισμό και την κοινωνία όπου όλα γινόντουσαν ολοένα και πιο αποπνικτικά, δυστοπικά, ανυπόφορα βαρετά. Ήθελε απλά να φύγει, να ξεφύγει από την κοινωνία σαν φυλακισμένος δραπέτης, σαν Κόμης Μοντεχρήστος, να ζήσει μακριά απ' όλους και όλα, σαν Ροβινσώνας Κρούσος σε κάποιο νησί, να ζήσει σαν ναυαγός, ξεχασμένος και απελευθερωμένος. Η Elizabeth ήταν επίσης άεργη, με την μόνη διαφορά να είναι πως ήταν η κόρη ενός καπνοβιομήχανου στην Αγγλία, οπότε δεν ρομαντικοποιούσε την κατάσταση της αεργίας της: ήταν απλά πλούσια και αυτό ήταν όλο, δεν χρειαζόταν να δουλέψει είτε το ήθελε είτε όχι, όμως παρ' όλ' αυτά, είχε αρκετά δραστήρια ζωή, περνούσε τον καιρό της σε ΜΚΟ και φιλανθρωπικούς οργανισμούς όπου πρόσφερε εθελοντικά τον χρόνο και την αγάπη της στους αστέγους, στα αδέσποτα ζώα, στους πρόσφυγες και στα ορφανά. Όταν δεν πήγαινε στις ΜΚΟ, έγραφε ποιήματα και μικρές ιστορίες, τις οποίες είχε δείξει στον Χρήστο. Δεν του άρεσε ιδιαίτερα το στυλ της, αρκετά δήθεν για την κυνική δικιά του κοσμοθεωρία, πολύ επιτηδευμένοι στίχοι γεμάτοι στόμφο και σνομπισμό, όμως της είπε πως του άρεσαν επειδή δεν ήθελε να την στεναχωρήσει, εξάλλου όταν 2 άτομα με κατάθλιψη συζητούν, γνωρίζουν και τα 2 το πόσο απίστευτα εύκολο είναι να χαλάσει η διάθεση του ενός και να πέσει σε κυκλοθυμικούς λαβύριθνους οι οποίοι θα τον παγιδεύσουν για ώρες, σαν κάποιον μανιασμένο Μινώταυρο, οπότε φροντίζει να μην λέει πάντα την σκληρή, ωμή αλήθεια και να αποφεύγει την απόλυτη ειλικρίνεια, όσο αυτό είναι εφικτό. Η Elizabeth ήταν 28 χρονών και αρκετά όμορφη για Αγγλίδα, σκεφτόταν ο Χρήστος, έχοντας στο μυαλό του την μία φωτογραφία που του είχε στείλει όταν στην αρχή της συζήτησής τους, της έστειλε μία και αυτός για να ξέρει πως είναι ο άνθρωπος με τον οποίον ανταλλάσσει τις σκέψεις της. Είχε στο μυαλό του τα Αγγλικά κριτήρια ομορφιάς με χλωμές επιδερμίδες, καστανά σγουρά μαλλιά και λυπημένα γκρι μάτια που πάντα αντανακλούσαν τον βροχερό καιρό και τα συννεφιασμένα τοπία, σαν χαρακτήρες τη Έμιλι Μπροντέ. Δεν είχε όμως σημασία αν η Elizabeth ήταν όμορφη ή όχι, όταν έχεις κάποιον να μιλήσεις ο οποίος σε καταλαβαίνει και ξέρει τι περνάς, φαντάζει σαν τον Ντόριαν Γκρέυ ακόμα και αν κάπου υπάρχει ένα πορτραίτο του που όσο αυτός παραμένει γοητευτικά όμορφος και εκθαμβωτικά χαριτωμένος, αυτό σαπίζει και βρωμάει μούχλα, σκόνη και ποντικίλα. Ήπιε μία γουλιά από τον ζεστό Ελληνικό καφέ του και απολαμβάνοντας το κάπνισμα ενός Dunhill τσιγάρου (της μάρκας τσιγάρων που παρασκευάζονταν στην Αγγλία από το 1907 και ένας από τους ιδρυτές καπνοβιομήχανους ήταν ο προπάππους της Elizabeth, ο Alfred Dunhill) σκέφτηκε να τα παίξει όλα για όλα και να την ρωτήσει ευθέως για να μάθει την ιστορία της και το γιατί κατέληξε να συχνάζει εδώ μέσα. Δύο μήνες ήταν υπεραρκετοί για να χτιστεί μία κάποια εμπιστοσύνη, δεν πρότρεχε να μάθει κάτι μυστικό, ήθελε απλά να κάνουν ένα βήμα πιο κοντά ο ένας στη ψυχή του άλλου. Άρχισε να πληκτρολογεί το μήνυμά του, το οποίο το έσβησε και το ξανάγραψε 5 φορές μέχρι να το γράψει αρκετά κατανοητά με τα λίγα Αγγλικά που ήξερε προς αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων. "Αλήθεια, πως και ήρθες εδώ; Τι σε έφερε εδώ πέρα, θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μου την ιστορία σου;" έγραψε και το έστειλε μαζί με ένα σκεπτικό emoji. Όση ώρα περίμενε να γράψει η Elizabeth την ιστορία της, κοίταξε έξω από το παράθυρο τον συννεφιασμένο ουρανό, συννεφιασμένος όσο και ο εσωτερικός του κόσμος. Θυμήθηκε κάτι που του είχε πει ο ψυχολόγος του σαν κάποιο αινιγματικό εσωτερικό απόφθεγμα: "Όλα είναι κάπου εκεί έξω". Με αυτό εννοούσε πως οτιδήποτε καλό ή κακό, οτιδήποτε υπάρχει και με το οποίο μπορεί να αλληλεπιδράσεις, να το αγγίξεις, να το παρατηρήσεις, να το ακούσεις, να φιλοσοφήσεις πάνω του, είναι κάπου εκεί έξω, όχι μέσα στους 4 δυσοίωνα ανέκφραστους και μακάβρια σιωπηλούς τοίχους που σε περιβάλλουν στο σπίτι-φυλακή σου. Ο ψυχολόγος του, του είχε συστήσει να βγαίνει συχνά έξω. Απλά επειδή μία μέρα είδε μία πατημένη από αμάξι, ξεκοιλιασμένη γάτα στη μέση της ασφάλτου, γεγονός που υποσυνείδητα του θύμισε τους δολοφονημένους γονείς του από μία συμμορία αδίστακτων διαρρηκτών με αποτέλεσμα να συνδέσει στο μυαλό του το έξω με τον θάνατο και να είναι μεταξύ δύο τελείως διφορετικών νοοτροπιών, ή του να κλείνεται μέσα στο σπίτι από τον φόβο του θανάτου και της βίας ή του να πάει με ωτοστόπ και με σακίδια πλάτης στην άλλη άκρη της Γης, δεν σημαίνει πως πρέπει να κάνει αυθυποβολή στον εαυτό του πως είτε μαύρο είτε άσπρο, δεν μπορεί να διαλέξει το γκρι. Στο τεστ Ρόρσαχ που του έβαλε όσο νοσηλευόταν στο ψυχιατρείο, ο Χρήστος θυμόταν πως όποια εικόνα έμοιαζε έστω και αμυδρά με πατούσα, μουστάκι ή αυτιά γάτας, αυτόματα έλεγε κάτι το αρνητικό για την εικόνα, πως η αισθητική της δεν του είναι ευχάριστη. Τα anima και animus του ψυχικού του κόσμου ήταν Πόλη όπου μεταφράζονταν ως Αυτοκίνητα-Διαρρήκτες-Άγχος-Πίεση-Θάνατος-Απώλεια-Έλλειψη Κατανόησης-Μοναξιά και Φύση όπου μεταφράζονταν ως Ψυχική γαλήνη-Ειρήνη-Ασφάλεια-Ευτυχία. Διένυσε τον κλασικό κύκλο, γνωστό ως "5 στάδια του πένθους" , όταν δολοφονήθηκαν οι γονείς του: Άρνηση, Θυμός, Διαπραγμάτευση, Κατάθλιψη, Αποδοχή. Πλέον είχε φτάσει να αποδέχεται τον χαοτικό, παράλογο, άναρχο κόσμο στον οποίον ζούσε. Είχε αποδεχτεί το πόσο τυχαία συνέβαιναν όλα, πως δεν υπήρχε ούτε ηθική, ούτε κάποια θεία δικαιοσύνη, ούτε κάρμα, και ο κάθε μαλάκας μπορούσε να καταστρέφει τις ζωές άλλων, απλά επειδή μπορούσε, απλά έτσι. Το μόνο που ήθελε ήταν κάποιον για να πολεμήσει μαζί το Κακό αυτού του κόσμου, ήθελε έναν σύντροφο, έναν σύμμαχο και φίλο. Η μοναξιά τον έκανε να νιώθει απελπισμένος, σαν να ήταν όλος ο κόσμος εναντίον του. Η μοναξιά τον οδήγησε στο ξυραφάκι, η απελπισία καθοδήγησε την κάθετη κίνηση του αριστερού χεριού του πάνω στις φλέβες του καρπού-πήχη του δεξιού του. Η μοναξιά και ο φόβος του να πεθάνει μόνος χωρίς έναν άνθρωπο να τον καταλαβαίνει, χωρίς έναν άνθρωπο που να νοιάζεται αν αυτός είναι καλά, αν πραγματικά είναι καλά επιμένοντας στο να τον ρωτάει και να μπορεί να "διαβάσει" τα σημάδια πίσω από τις μονολεκτικές απαντήσεις. Η Elizabeth του έστειλε μήνυμα και αμέσως διαλύθηκαν τα σκοτεινά σύννεφα της καρδιάς του μέσα σε ένα ουράνιο τόξο αναγνώρισης και αλληλεγγυής. Όση ώρα διάβαζε την ιστορία της, έμεινε έκπληκτος για τα πόσα κοινά είχαν δύο τόσο διαφορετικοί άνθρωποι από δύο τόσο μακρινές χώρες. Όση ώρα της απαντούσε, σκεφτόταν πόσο υπέροχο θα ήταν να έβρισκε μία δουλειά και με τα χρήματα να πήγαινε στο Λονδίνο για να την συναντήσει. Μπορούσε να επιβιώσει από το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγυής που έπαιρνε μιας και το Κράτος τον θεωρούσε "ΑμΕΑ" μιας και είχε νοσηλευτεί στο ψυχιατρείο, έπαιρνε και φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης και επισκέπτονταν καθημερινά τον δημόσιο ψυχολόγο. Μπορούε να επιβιώσει αλλά αυτός δεν ήθελε απλά να επιβιώσει: ήθελε να ζήσει Ω, ναι. Να ζήσει και χωρίς να κρύβεται από τίποτα και κανέναν, χωρίς να φοβάται τίποτα και κανέναν. Θα έβρισκε μία δουλίτσα και θα μάζευε χρήματα στην άκρη και θα ένωνε τα παλιά σκισμένα του όνειρα για αγάπες και ταξίδια με σελοτέιπ, θα πήγαινε στην Αγγλία, μακριά από όλα τα γνώριμα μέρη και τα χιλιοπερπατημένα σοκάκια που το καθένα από αυτά του θύμιζε και κάτι άσχημο, κάτι που ήθελε να αφήσει πίσω του κατά το check in στο αεροδρόμιο και να ξεχάσει όση ώρα θα πετούσε για Αγγλία. Μία λάμψη πέρασε μέσα από τα σύννεφα, έπεσε στην οθόνη του υπολογιστή του, αντανάκλασε και τον χτύπησε στα μάτια τυφλώνοντάς τον. Γύρισε και κοίταξε τον ουρανό: παντού υπήρχαν σύννεφα και σε ένα μικρό σημείο, σαν παζλ από το οποίο λείπει ένα κομμάτι, υπήρχε λιακάδα, μία μίνι λιακάδα η οποία βρίσκονταν πέρα από την φαινομενική μουντίλα, μία επερχόμενη λιακάδα που σε λίγες ώρες θα τον έλουζε στο αναζωογονητικό της φως. Χαμογέλασε για πρώτη φορά εδώ και μήνες. "Όλα είναι κάπου εκεί έξω" ψιθύρισε. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Christinalexiou Posted April 18 Share Posted April 18 Μου αρέσει που δεν ωραιοποιει τα πράγματα. Ναι, υπάρχει το κομμάτι του παζλ που με την απουσία του επιτρέπει στον ήλιο να περάσει, αλλά τα υπόλοιπα κομμάτια βρίσκονται γύρω και απειλούν να κλείσουν το πέρασμα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest Posted April 18 Share Posted April 18 1 minute ago, Christinalexiou said: Μου αρέσει που δεν ωραιοποιει τα πράγματα. Ναι, υπάρχει το κομμάτι του παζλ που με την απουσία του επιτρέπει στον ήλιο να περάσει, αλλά τα υπόλοιπα κομμάτια βρίσκονται γύρω και απειλούν να κλείσουν το πέρασμα. Ακριβώς αυτό είναι το δύσκολο με την κατάθλιψη (και τις περισσότερες ψυχικές νόσους) : να εστιάζεις σε μία μικρή ηλιαχτίδα και να παίρνεις δύναμη και κουράγιο από αυτήν ακόμα και αν παντού γύρω σου σε περιτριγυρίζουν τα σύννεφα της μιζέριας/απαισιοδοξίας. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.