Jump to content

Write off #11 (Isis vs King_Volsung)


Βάρδος
 Share

Recommended Posts

edit 7/1/09: ένδειξη poll Isis 9 King Volsung 4

 

 

 

Σιγή βασίλευε στον κήπο. Το σκοτάδι είχε πέσει και μονάχα μικροί ήχοι ακούγονταν: το φτεροκόπημα ενός νυχτοπουλιού, καθώς πετούσε απ’το ένα κλαρί στο άλλο· τα ελαφριά βήματα των βασιλίσκων, που βγαίνανε από τα πέτρινα σιντριβάνια και χώνονταν στους θάμνους, παρατηρώντας τις σκιές με λαμπυρίζοντα, κιτρινωπά μάτια· το νιαούρισμα δύο ξαναμμένων γατών· το φύσημα του ανάλαφρου ανέμου, σα χάδι πάνω στις φυλλωσιές...

 

Οι δύο σκοτεινές φιγούρες βάδιζαν ξυπόλυτες, μην κάνοντας τον παραμικρό θόρυβο.

 

«Σελήνη, είσαι σίγουρη ότι αυτό είναι το σωστό μονοπάτι;»

 

«Ναι· μην ανησυχείς τόσο.»

 

Έκαναν το γύρω ενός σιντριβανιού, προσπαθώντας ν’αγνοήσουν τα παρατηρητικά μάτια των βασιλίσκων.

 

Η Σελήνη βάδιζε πρώτη, σκυφτή· ο Άντριν ακολουθούσε, κοιτάζοντας ολόγυρα, το σκοτάδι και τα σημεία που φωτίζονταν από το ασθενικό φεγγαρόφωτο.

 

Ένα δέντρο άνοιξε, σαν ο κορμός του να σχίστηκε στα δύο...

 

Ύστερα, έκλεισε... και ο Άντριν δεν ακολουθούσε, πια, τη Σελήνη, η οποία δεν είχε ακούσει ή αντιληφτεί τίποτα.

 

Μερικά βήματα παρακάτω, κάτι έφτασε στ’αφτιά της. Ένα νιαούρισμα, που (για κάποιο λόγο) της έμοιαζε κοροϊδευτικό.

 

Στράφηκε, τραβώντας το ξιφίδιο που είχε περασμένο στη ζώνη της... και δεκάδες γάτες τής χίμησαν, από παντού, προσπαθώντας να την ξεσκίσουν με νύχια και με δόντια, ενώ οι ουρές τους τυλίγονταν σαν σκληρά, δερμάτινα μαστίγια γύρω απ’τα μέλη της.

 

 

 

Μια ευγενική προσφορά της Μαύρης Γάτας Α.Ε.

Edited by Nienor
Link to comment
Share on other sites

λέξεις; χρόνος;

να υποθέσω 2000 και 15 μέρες όπως συνήθως;

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Έπειτα από μεταξύ μας (εγώ και η Ίσις) συνεννόηση, παρατείνεται η προθεσμία.

 

Η μονομαχία ( :mf_swordfight: ) λήγει το Σάββατο 6 Αυγούστου.

 

 

 

 

 

 

:guitar:

Link to comment
Share on other sites

Εξαιτίας κάποιων ατυχών περιστατικών (εδώ) δεν ξέρω τι θα γίνει με το write off...

ελπίζω να μην έπαθε τίποτα ο σκληρός, γιατί δεν το έχω γράψει στο τετράδιο...

 

 

 

edit:

Τελικά συμφωνήσαμε να λήξει το write off στις 19 αυτού του μήνα.

Edited by King_Volsung
Link to comment
Share on other sites

Καλό. :thmbup: Το μόνο παράπονό μου είναι ότι δε δίνεις μια εικόνα του Δημιουργού, οπότε δεν ήξερα ακριβώς πώς να τον φανταστώ πέρα από ένα έντονο φως.

 

 

Κι αυτοί οι βασιλίσκοι απίστευτα κουτσομπόλιδες. :rofl2: :cool2:

 

 

 

 

Βολσούνγκιε, σε περιμένουμε κι εσένα, αγαπητέ. Μουαχαχαχαχαχαχα. :diablo: :tease:

 

 

 

:lion:

Link to comment
Share on other sites

Τέλειο,υπέροχο,μαγικό,ονειρικό....

Μπράβο Isis.Ανυπομονώ να δω τι θα κάνει ο αντίπαλος σου...

Βασιλέα Βολσούνκιε,βιάσου.

(Λεπτομέρεια...Κάτι στο όλο σκηνικό μου θύμισε έντονα την ταινία φαντασίας "Labyrinth".)

Link to comment
Share on other sites

Καλα Ισιδα...Εγραψες μυθολογια!Φοβερο!Κατι μεταξυ Σιλμαριλλιον,Κυριος του Φωτος και δεν ξερω εγω τι αλλο.

Τωρα Volsung...Your Grace,if it please you...

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Dio...κατά κόσμον Volsung...μήπως την ξέχασες ΤΕΛΕΙΩΣ τη μονομαχία;

 

Δε βλέπω φως ούτε λόγο ύπαρξης αν δεν post-άρεις κάποια στιγμή (πριν γεράσω :p )

 

Όχι τίποτε άλλο, αλλά εσύ την είχες ζητήσει! :dazzled:

Link to comment
Share on other sites

Καταπλικτικο Ισιδα, πραγματικα βγαλμενο απο ενα βιβλιο μυθολογιας κρυμμενο στην σκοτεινη πλευρα των ματιων σου. Το λατρεψα, με εχεις κανει να διαβαζω μεγαλα κειμενα που αυτο για εμενα ηταν αδιανοητο.

 

btw ο Volsung πρεπει να ειναι ακομα διακοπες/

Link to comment
Share on other sites

Hello παίδες!!!

 

Μόλις γύρισα από διακοπές!

Τις χρειαζόμουν οπωσδήποτε, οπότε συγχωρήστε με για την καθυστέρηση.

Τώρα πρέπει να οργανωθώ πάλι και τέτοια... ξέρετε πως είναι μετά από διακοπές...

Θα προσπαθήσω να το τελειώσω όσο πιο γρήγορα γίνεται.

 

Όχι τίποτε άλλο, αλλά εσύ την είχες ζητήσει!

ανωτέρα βία βλέπεις : /

Link to comment
Share on other sites

Βάζω το Poll αναμένοντας την ιστορία του Volsung!

 

~~~~~~~~~~~~

 

Πρόλογος (By Βάρδος):

 

Σιγή βασίλευε στον κήπο. Το σκοτάδι είχε πέσει και μονάχα μικροί ήχοι ακούγονταν: το φτεροκόπημα ενός νυχτοπουλιού, καθώς πετούσε απ’το ένα κλαρί στο άλλο· τα ελαφριά βήματα των βασιλίσκων, που βγαίνανε από τα πέτρινα σιντριβάνια και χώνονταν στους θάμνους, παρατηρώντας τις σκιές με λαμπυρίζοντα, κιτρινωπά μάτια· το νιαούρισμα δύο ξαναμμένων γατών· το φύσημα του ανάλαφρου ανέμου, σα χάδι πάνω στις φυλλωσιές...

 

Οι δύο σκοτεινές φιγούρες βάδιζαν ξυπόλυτες, μην κάνοντας τον παραμικρό θόρυβο.

 

«Σελήνη, είσαι σίγουρη ότι αυτό είναι το σωστό μονοπάτι;»

 

«Ναι· μην ανησυχείς τόσο.»

 

Έκαναν το γύρω ενός σιντριβανιού, προσπαθώντας ν’αγνοήσουν τα παρατηρητικά μάτια των βασιλίσκων.

 

Η Σελήνη βάδιζε πρώτη, σκυφτή· ο Άντριν ακολουθούσε, κοιτάζοντας ολόγυρα, το σκοτάδι και τα σημεία που φωτίζονταν από το ασθενικό φεγγαρόφωτο.

 

Ένα δέντρο άνοιξε, σαν ο κορμός του να σχίστηκε στα δύο...

 

Ύστερα, έκλεισε... και ο Άντριν δεν ακολουθούσε, πια, τη Σελήνη, η οποία δεν είχε ακούσει ή αντιληφτεί τίποτα.

 

Μερικά βήματα παρακάτω, κάτι έφτασε στ’αφτιά της. Ένα νιαούρισμα, που (για κάποιο λόγο) της έμοιαζε κοροϊδευτικό.

 

Στράφηκε, τραβώντας το ξιφίδιο που είχε περασμένο στη ζώνη της... και δεκάδες γάτες τής χίμησαν, από παντού, προσπαθώντας να την ξεσκίσουν με νύχια και με δόντια, ενώ οι ουρές τους τυλίγονταν σαν σκληρά, δερμάτινα μαστίγια γύρω απ’τα μέλη της.

 

Μια ευγενική προσφορά της Μαύρης Γάτας Α.Ε.

Edited by Isis
Link to comment
Share on other sites

Ο Κήπος

 

Σιγή βασίλευε στον Κήπο. Το σκοτάδι είχε πέσει και μονάχα μικροί ήχοι ακούγονταν: το φτεροκόπημα ενός νυχτοπουλιού, καθώς πετούσε απ’το ένα κλαρί στο άλλο· τα ελαφριά βήματα των βασιλίσκων, που βγαίνανε από τα πέτρινα σιντριβάνια και χώνονταν στους θάμνους, παρατηρώντας τις σκιές με λαμπυρίζοντα, κιτρινωπά μάτια· το νιαούρισμα δύο ξαναμμένων γατών· το φύσημα του ανάλαφρου ανέμου, σα χάδι πάνω στις φυλλωσιές...

 

Οι δύο σκοτεινές φιγούρες βάδιζαν ξυπόλυτες, μην κάνοντας τον παραμικρό θόρυβο.

 

«Σελήνη, είσαι σίγουρη ότι αυτό είναι το σωστό μονοπάτι;»

 

«Ναι· μην ανησυχείς τόσο.»

 

Έκαναν το γύρω ενός σιντριβανιού, προσπαθώντας ν’αγνοήσουν τα παρατηρητικά μάτια των βασιλίσκων.

 

Η Σελήνη βάδιζε πρώτη, σκυφτή· ο Άντριν ακολουθούσε, κοιτάζοντας ολόγυρα, το σκοτάδι και τα σημεία που φωτίζονταν από το ασθενικό φεγγαρόφωτο.

 

Ένα δέντρο άνοιξε, σαν ο κορμός του να σχίστηκε στα δύο...

 

Ύστερα, έκλεισε... και ο Άντριν δεν ακολουθούσε, πια, τη Σελήνη, η οποία δεν είχε ακούσει ή αντιληφτεί τίποτα.

 

Μερικά βήματα παρακάτω, κάτι έφτασε στ’αφτιά της. Ένα νιαούρισμα, που (για κάποιο λόγο) της έμοιαζε κοροϊδευτικό.

 

Στράφηκε, τραβώντας το ξιφίδιο που είχε περασμένο στη ζώνη της... και δεκάδες γάτες τής χίμησαν, από παντού, προσπαθώντας να την ξεσκίσουν με νύχια και με δόντια, ενώ οι ουρές τους τυλίγονταν σαν σκληρά, δερμάτινα μαστίγια γύρω απ’τα μέλη της. Πανικόβλητη κοίταξε τριγύρω, οι γάτες ολοένα και πλήθαιναν κι ούτε ένα ίχνος του Άντριν!

 

«Άντριν! Να πάρει!»

 

Τίναξε σπασμωδικά τα χέρια της, προσπαθώντας μάταια να ελευθερωθεί από τα εχθρικά νύχια που πλήγιαζαν ακατάπαυστα το δέρμα της...

 

«Να πάρει! Να σας πάρει!»

 

Πριν προλάβει να σκεφτεί, οι μαύροι γάτοι την είχαν κιόλας κάνει να χάσει την ισορροπία της και να πέσει στο χώμα, καθιστώντας έτσι αδύνατη κάθε προσπάθεια απόδρασης. Ζαλισμένη από την πτώση κοιτούσε σαστισμένα τα κατάμαυρα αιλουροειδή καθώς περιεργάζονταν τα ρούχα της: δεν τη γρατζούνιζαν πια, μόνο τη μύριζαν και την περιεργάζονταν, σα να έψαχναν κάτι...Το Βιβλίο των Σκιών...και μόνο η σκέψη έκανε το δέρμα της να ανατριχιάσει...Δεν πρέπει να πέσει στα χέρια τους!

 

Ένας από τους γάτους, όμως, ήταν πολύ διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Περπάτησε κατά μήκος του στέρνου της Σελήνης και την κοίταξε κατάματα: πρώτη φορά έβλεπε γάτο με βαθυγάλανες στρογγυλές κόρες! Το βλέμμα του ήταν αλλόκοτο, εξώκοσμο, σαγηνευτικό και μυστηριώδες και τότε ήταν που κατάλαβε...

 

«Καταραμένε! Προδότη!»

 

Η Σελήνη ούρλιαξε έξαλλη στη θέα του παράξενου γάτου. Εκείνος, ήρεμα και στωικά, έστρεψε το σώμα του κατεβαίνοντας από πάνω της. Απομακρύνθηκε λίγο και η γατίσια ουρά του χάθηκε σε ένα εκτυφλωτικό μοβ φως που έκανε τη Σελήνη να στρέψει ασυναίσθητα το κεφάλι από την άλλη μεριά. Όταν το φως καταλάγιασε κι η Σελήνη ξεπέρασε την αρχική θολούρα, είδε τα καταγάλανα μάτια του Ουρανού να την κοιτούν γαλήνια.

 

«Πραγματικά, αγαπητή μου, φαντάστηκες πως θα σε άφηναν να κλέψεις το Βιβλίο των Σκιών μέσα από τον Κήπο;»

 

Η Σελήνη άφριζε από μένος. Τίναζε τα άκρα της, όμως οι παράξενοι μαύροι γάτοι είχαν τυλίξει τις ουρές τους σφιχτά γύρω από τα χέρια και τα πόδια της κι ήταν αδύνατο να μετακινηθεί. Ο Ουρανός την πλησίασε αργά και με μια αέρινη κίνηση έβαλε το χέρι του μέσα στο παλτό της. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, η αναζήτησή του απέδωσε καρπούς...

 

«Τι έχουμε εδώ; Μάλιστα...ιδού το μήλον της έριδος!»

 

Τράβηξε το παράξενο βιβλίο μέσα από το παλτό της έξαλλης Σελήνης και το σήκωσε ως το ύψος του στέρνου του.

 

Ξαφνικά, νεκρική σιγή επικράτησε στον Κήπο για μια ακόμα φορά και μια μακάβρια αύρα διαπέρασε τις οντότητες του Κήπου. Οι βασιλίσκοι κρύφτηκαν γοργά ανάμεσα στις φυλλωσιές των θάμνων, το νυχτοπούλι πέταξε τρομαγμένο κι όλες οι γάτες σώπασαν απότομα. Το βιβλίο, ένας σκουρόχρωμος παχύς τόμος δεμένος με δέρμα και σχοινί, φαινόταν παλαιωμένο αν και αχρησιμοποίητο. Στο εξώφυλλό του, ένα τεράστιο γραμμικό σύμβολο, προκαλούσε αποστροφή και ανησυχία στα περίεργα βλέμματα που τολμούσαν να το αντικρίσουν.

 

Ο Ουρανός έκρυψε βιαστικά το βιβλίο μέσα στο μακρύ δερμάτινο παλτό του...Δεν πρέπει να αμφισβητώ τη δύναμή του, αυτό το Βιβλίο και κλειστό είναι επικίνδυνο!

 

Κοιτώντας επιτιμητικά τη Σελήνη προσέθεσε:

 

«Πόσο άμυαλη είσαι, να καλείς μια δύναμη που δε μπορείς να ελέγξεις! Αλλά δε θα αποφασίσω εγώ για σένα: αυτό μόνο ο Δημιουργός μπορεί να το κάνει! Το παιχνίδι εξουσίας που ξεκινήσατε με τον Ήλιο τελειώνει εδώ!»

 

Αποκαμωμένη από την υπερπροσπάθεια να ελευθερωθεί από τα δεσμά της, η Σελήνη αναστέναξε απογοητευμένη. Με ένα νεύμα του Ουρανού τα μαύρα αιλουροειδή απαγκιστρώθηκαν από το σώμα της κι εκείνη ανακάθισε ζαλισμένη. Ο Ουρανός τη σήκωσε όρθια με μια άγαρμπη κίνηση. Μ’ ένα σήκωμα του χεριού του ισχυρά δερμάτινα δεσμά εμφανίστηκαν από το πουθενά φυλακίζοντας πισθάγκωνα τους καρπούς της, στο ύψος της μέσης. Της έκανε νεύμα να προχωρήσει μπροστά κι εκείνη δεν αντιστάθηκε. Περπάτησαν ως τη βελανιδιά με το χοντρό κορμό που είχε καταπιεί πρωτύτερα τον Άντριν και με ένα βλέμμα του Ουρανού το δέντρο υπάκουσε ελευθερώνοντας το συνεργό της Σελήνης. Ο Άντριν ζαλισμένος έτριψε τα μάτια του μπροστά στη θέα του Ουρανού μην πιστεύοντας το θέαμα που αντίκριζε. Αναστέναξε στη θέα των δεσμών της συνεργού του κι ακολούθησε αποκαρδιωμένος τη μυστικιστική πομπή ως την αίθουσα του Δημιουργού...

 

Η αίθουσα της Κρίσεως ήταν ένα τεράστιο κυκλικό οίκημα με θολωτό ταβάνι κι υπέροχες τοιχογραφίες που όλες απεικόνιζαν σύννεφα. Μέσα στον τοίχο, ακριβώς στη διεύθυνση του Βορρά, βρισκόταν λαξευμένος ο θρόνος του Δημιουργού, καλυμμένος από ολόλευκο μάρμαρο. Δεξιά του θρόνου οι τοιχογραφίες απεικόνιζαν κάτασπρα σύννεφα σε καταγάλανους ουρανούς που φωτίζονταν από το φως του ήλου. Αριστερά του απεικονίζονταν καταιγίδες που δημιουργούσαν μαύρα σύννεφα σε σκοταδιασμένους ουρανούς, υπό τη λάμψη της σελήνης. Τα πατώματα ήταν πάλλευκα και κρύα, ενώ μια τεράστια αχνή σπείρα σχηματιζόταν από το κέντρο του πατώματος ως τους τοίχους.

 

Ο Άντριν είχε ακούσει να μιλούν για την αίθουσα της Κρίσεως, όμως το θέαμα ξεπερνούσε κάθε περιγραφή! Σαστισμένος κοιτούσε τριγύρω με ανοιχτό το στόμα. Ένιωσε απαράμιλλο δέος στη μεγαλοπρέπεια της απλότητας του οικήματος, δέος που μετατράπηκε σε φόβο όταν άκουσε τη φωνή του Δημιουργού, συνοδευόμενη από μια εκτυφλωτική λάμψη, να απευθύνεται στον Ουρανό:

 

«Μπορείς να αποσυρθείς, Ουρανέ. Να τοποθετήσεις το Βιβλίο στην κρύπτη του με προσοχή. Θα κληθείς ξανά όταν παραστεί ανάγκη.»

 

Η Σελήνη ένιωσε τα περικάρπιά της να απελευθερώνονται από τα μαγικά δεσμά του Ουρανού και ασυναίσθητα τα έτριψε για να ξεμουδιάσουν τα χέρια της. Νέα και όμορφη, σαν ηλιοβασίλεμα, με τα μακριά κατάμαυρα μαλλιά της και τα πράσινα μάτια της, το νεότερο μέλος της οικογένειας του Δημιουργού, μόλις είχε διαπράξει ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ιστορία του Στερεώματος: είχε αναζητήσει το Βιβλίο των Σκιών στα έγκατα του Κήπου, το είχε ανασύρει από τη μυστική του κρυψώνα με τη βοήθεια ενός εκκολαπτόμενου εκπροσώπου των κατώτερων στρωμάτων του Κήπου και προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τις μαγικές του ικανότητες για να κυριαρχήσει στο ουράνιο Στερέωμα έναντι του Ήλιου. Αυτό καθιστούσε προδοσία ικανή να της κοστίσει την ύπαρξή της.

 

«Άντριν, κατάπτυστο ων των κατώτερων στρωμάτων του Κήπου, διέπραξες ξανά προδοσία, βοηθώντας αυτή τη φορά τη Σελήνη να κλέψει το Βιβλίο των Σκιών! Τι έχεις να πεις για την πράξη σου;»

 

Η βροντερή φωνή του Δημιουργού ήχησε τρομακτική στ’ αυτιά του μικρόσωμου Άντριν. Ένα ανθρωπάκι κοντό και παχουλό, με αστείες κόκκινες μπούκλες και θλιμμένα μαύρα μάτια, πίσω από τα οποία έκρυβε ένα ασυνήθιστα πανούργο μυαλό που σοφιζόταν διαρκώς ραδιούργα σχέδια υπονόμευσης της ισορροπίας του Κήπου. Στο άκουσμα της κατηγορίας κρύφτηκε ενστικτωδώς πίσω από το φόρεμα της Σελήνης βάζοντας τα κλάματα: ένα κλάμα διαπεραστικό και απεγνωσμένα αξιολύπητο, που παρακαλούσε κατά βάθος για την επιείκεια του Δημιουργού, χωρίς όμως να τη ζητά!

 

«Πάντα στα έγκατα της Γης να σέρνεσαι Άντριν, εκεί που η ζέστη είναι τόσο φρικτή που μαλακώνει και τις πιο σκληρές καρδιές. Να πορευθείς στη μοναξιά και την απαξία μαζί με τους ομοίους σου και το φως του Ήλιου να μην φτάνει ν’ αγγίξει στο δέρμα σου!»

Στο άκουσμα της τιμωρίας του ο Άντριν εξαϋλώθηκε κι η σκιά του μετατράπηκε σε μαύρο σύννεφο που άφησε στο μαρμάρινο πάτωμα μια υποψία γκρίζας σκόνης. Κανείς δε μίλησε ξανά γι’ αυτόν στον Κήπο κι όσοι πρόφεραν το όνομά του από εκείνη την ημέρα το έκαναν με εξαιρετική προσοχή. Φήμες λένε πως τον είδαν κάποιοι να περιφέρεται στα κατώτερα στρώματα του Κήπου με δέρμα λευκό όπως των νεκρών και μάτια κατακόκκινα όπως του κερασιού...αλλά στον Κήπο συχνά ακούγονται συχνά διάφορες υπερβολές από τους κουτσομπόληδες βασιλίσκους!

 

«Σελήνη, τι έχεις να πεις για την αποτρόπαια πράξη σου;»

 

Η Σελήνη, δακρυσμένη, δεν τόλμησε να σηκώσει τα μάτια της για να αναζητήσει την πηγή της φωνής που έκανε την ψυχή της να ριγεί από φόβο. Μονάχα έτριβε από αμηχανία τους καρπούς των χεριών της, που εδώ και ώρα είχαν ξεμουδιάσει.

 

«Η ματαιοδοξία, Σελήνη, είναι σοβαρό παράπτωμα! Θέλησες να καταλάβεις την εξουσία του Στερεώματος, αποδιώχνοντας τον Ήλιο, ώστε να κυβερνάς μόνη τον Ουρανό και να βυθίσεις τη Γη στο σκότος! Κι όλα αυτά για να τα επιτύχεις επεδίωξες να χρησιμοποιήσεις Μαγεία, κλέβοντας παράλληλα το ξιφίδιο του Φύλακα του Βιβλίου των Σκιών!»

 

Η Σελήνη έκρυψε το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια της κλαίγοντας με λυγμούς. Δεν είχε πια καμία σημασία αν αυτό τον πόλεμο τον είχε ξεκινήσει ο Ήλιος κάμποσες Συνεδρίες νωρίτερα, ούτε είχε νόημα να κατηγορήσει κάποιον. Σημασία είχε πως εκείνη συνέχισε τη βεντέτα για την κατάκτηση του Στερεώματος χρησιμοποιώντας αθέμιτα μέσα. Ένιωθε αποτροπιασμό για τον εαυτό της και δεν είπε κουβέντα: άλλωστε καμία συγγνώμη δεν αρκούσε για να ξεπλύνει τη ντροπή που ένιωθε...

 

«Η απόφασή μου είναι αυτή και κανείς δε δύναται να την αμφισβητήσει: ο Ήλιος κι εσύ θα μοιράζεστε ισοδύναμα το χρόνο στο στερέωμα και κανείς δε θα λογίζεται χρονικά σημαντικότερος του άλλου. Καθένας θα βασιλεύει το δικό του χρονικό διάστημα. Όσα είναι τα πλάσματα της ημέρας, τόσα θα είναι και τα πλάσματα της νύχτας και έως επτά φορές το χρόνο ένας από τους δυο σας θα εξαφανίζεται από τον ουρανό, δίνοντας τη θέση του στον άλλο, ώστε να θυμάστε στον Αιώνα τον Άπαντα πως όλοι είναι ίσοι στο Στερέωμα και πως κανείς ποτέ δε θα αποκτήσει πλήρη κυριαρχία πάνω σε αυτό.»

 

Στο άκουσμα αυτών των λόγων η Σελήνη αναστέναξε με μελαγχολία και συνάμα ανακούφιση που δεν είχε την τύχη του Άντριν. Η τιμωρία ήταν δίκαιη και σίγουρα τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι χειρότερα. Για μια στιγμή η Σελήνη αναρωτήθηκε αν η διαπίστωση της σοβαρότητας του σφάλματός της ήταν που της χάρισε το έλεος του Δημιουργού, ή αν ο διαχωρισμός του στερεώματος ήταν εξ’ αρχής μέσα στις προθέσεις Του. Ο φόβος και η αναγνώριση του δικαίου της απόφασής Του την έκαναν να σταματήσει να κάνει τέτοιες σκέψεις.

 

Η λάμψη που συνόδευε τη βροντερή φωνή του Δημιουργού χάθηκε τόσο απότομα όσο είχε εμφανιστεί και απόλυτη ησυχία κυριάρχησε στην αίθουσα της Κρίσεως. Η Σελήνη κοίταξε κουρασμένα προς την έξοδο της αίθουσας, την ομορφιά του Κήπου.

 

Το νυχτοπούλι ξανάρχισε να πετάγεται από κλαράκι σε κλαράκι, οι βασιλίσκοι σταμάτησαν να κρύβονται πίσω από τις πλούσιες φυλλωσιές των θάμνων κι οι ξαναμμένοι γάτοι ξανάρχιζαν να «συζητούν» τον έρωτά τους.

 

Κι όπως η Σελήνη βάδιζε με αργά αλλά σταθερά βήματα προς την έξοδο της αίθουσας της Κρίσεως αποδεχόμενη την – καθ’ όλα δίκαια – τιμωρία της, η Πρώτη Μέρα της Δημιουργίας ολοκληρωνόταν...

Link to comment
Share on other sites

NE! Επιτέλους τέλειωσα!!!

Κάλλιο αργά παρά ποτέ, όμως... :p

------------------------

 

 

Σιγή βασίλευε στον κήπο. Το σκοτάδι είχε πέσει και μονάχα μικροί ήχοι ακούγονταν: το φτεροκόπημα ενός νυχτοπουλιού, καθώς πετούσε απ’ το ένα κλαρί στο άλλο· τα ελαφριά βήματα των βασιλίσκων, που βγαίνανε από τα πέτρινα σιντριβάνια και χώνονταν στους θάμνους, παρατηρώντας τις σκιές με λαμπυρίζοντα, κιτρινωπά μάτια· το νιαούρισμα δύο ξαναμμένων γατών· το φύσημα του ανάλαφρου ανέμου, σα χάδι πάνω στις φυλλωσιές...

 

Οι δύο σκοτεινές φιγούρες βάδιζαν ξυπόλυτες, μην κάνοντας τον παραμικρό θόρυβο.

 

«Σελήνη, είσαι σίγουρη ότι αυτό είναι το σωστό μονοπάτι;»

 

«Ναι· μην ανησυχείς τόσο.»

 

Έκαναν το γύρω ενός σιντριβανιού, προσπαθώντας ν’ αγνοήσουν τα παρατηρητικά μάτια των βασιλίσκων.

 

Η Σελήνη βάδιζε πρώτη, σκυφτή· ο Άντριν ακολουθούσε, κοιτάζοντας ολόγυρα, το σκοτάδι και τα σημεία που φωτίζονταν από το ασθενικό φεγγαρόφωτο.

 

Ένα δέντρο άνοιξε, σαν ο κορμός του να σχίστηκε στα δύο...

 

Ύστερα, έκλεισε... και ο Άντριν δεν ακολουθούσε, πια, τη Σελήνη, η οποία δεν είχε ακούσει ή αντιληφτεί τίποτα.

 

Μερικά βήματα παρακάτω, κάτι έφτασε στ’ αφτιά της. Ένα νιαούρισμα, που (για κάποιο λόγο) της έμοιαζε κοροϊδευτικό.

 

Στράφηκε, τραβώντας το ξιφίδιο που είχε περασμένο στη ζώνη της... και δεκάδες γάτες τής χίμησαν, από παντού, προσπαθώντας να την ξεσκίσουν με νύχια και με δόντια, ενώ οι ουρές τους τυλίγονταν σαν σκληρά, δερμάτινα μαστίγια γύρω απ’τα μέλη της.

 

------------

 

«Άντριν! Που είσαι;!» άκουσε μια εξασθενημένη φωνή από κάπου μακαριά. Μόλις εξαφανίστηκε από τον κήπο, ένιωσε για μια στιγμή σαν να πετάει και αμέσως βρέθηκε σε ένα σκοτεινό μέρος. Δεν ήξερε καν αν ήταν δωμάτιο ή κάτι άλλο. Θα μπορούσε να είναι μια σπηλιά. Έσκυψε και άγγιξε το δάπεδο, ώστε να καταλάβει με την αφή τι μέρος ήταν αυτό. Οι κρύες, καλά λαξευμένες και τοποθετημένες πέτρες του έφεραν ένα ρίγος. Το μόνο που φαινόταν μέσα στο απόλυτο σκοτάδι ήταν μια πηγή αμυδρού φωτός που έριχνε τις πράσινες ακτίνες της στο τραπέζι πάνω στο οποίο στηριζόταν και σε μια καρέκλα παραδίπλα. Προφανώς τίποτα άλλο δεν βρισκόταν εκεί κοντά, γιατί θα το φώτιζε η σφαίρα. Όμως πέρα από το τραπέζι, όλα ήταν θεοσκότεινα.

 

Πλησίασε γρήγορα και προσεχτικά την πηγή του παράξενου πράσινου φωτός. Όντως, δεν υπήρχε τίποτα άλλο πέρα από το ξύλινο τραπέζι και την καρέκλα. Ήταν καλοδουλεμένα έπιπλα, σκαλιστά και από ωραίο ξύλο, σαν αυτά που θα έβρισκε κανείς στα σπίτια των πλουσίων. Η πηγή του φωτός ήταν μια σφαίρα, γυάλινη κατά πάσα πιθανότητα, που ανέδυε μια αύρα απαλού ροδοπράσινου φωτός. Ο Άντριν κάθισε στην καρέκλα γεμάτος περιέργεια και δέος για το πρωτόγνωρο αυτό θέαμα και αμέσως κοίταξε τη σφαίρα. Αρχικά το μόνο που έβλεπε ήταν αυτό το παράξενο φως, αλλά σταδιακά υποχωρούσε και μια εικόνα άρχισε να ξεπροβάλει μέσα στην σφαίρα. Ο Άντριν δεν συνειδητοποίησε τι εικόνα ήταν αυτή παρά μόνο όταν ξεκαθάρισε εντελώς και μπορούσε να δει ακόμη και τις πιο μικρές λεπτομέρειες.

 

Ήταν η Σελήνη που προσπαθούσε να αντισταθεί στα νύχια και στα δόντια των δεκάδων γατών με ένα ξιφίδιο μόνο και την ευκινησία της. Τίποτα από αυτά όμως δεν την βοήθησαν? τα χτυπήματα ήταν τόσα πολλά - μέχρι να σηκώσει το χέρι της για να καρφώσει μια γάτα, αυτή εξαφανιζόταν και άλλες δέκα ορμούσαν και την ξέσκιζαν με τα νύχια τους. Το αίμα κυλούσε ποτάμι από τις αμέτρητες πληγές της -στα πόδια και τα χέρια κυρίως- και φαινόταν φοβερά εξουθενωμένη. Οι κινήσεις της γίνονταν όλο και πιο αργές, όλο και πιο βαριές, ώσπου κάποια στιγμή σταμάτησε να μάχεται και έπεσε κάτω ξεθεωμένη και αναίσθητη. Ο Άντριν παρακολουθούσε κοκαλωμένος τόση ώρα την Σελήνη να κατασπαράζεται από τις γάτες. Μόλις την είδε να πέφτει κάτω, όλος ο τρόμος και η αγωνία μέσα του ξύπνησαν. Πετάχτηκε όρθιος και άρχισε να φωνάζει:

 

«Σελήνη! Σελήνη! Περίμενέ με! Θα βρω έναν τρόπο να σε σώσω!»

 

Πήρε τη σφαίρα στα χέρια του και τη σήκωσε ψηλά. Την περιεργάστηκε για λίγο και προσπάθησε να συγκεντρωθεί και να πάει κοντά στην Σελήνη με την σκέψη του. Είχε ακούσει ιστορίες για μάγους που με το μυαλό τους και μόνο μεταφέρονταν από το ένα μέρος στο άλλο. Δεν τα κατάφερε. Ίσως δεν ήταν αυτός ο σωστός τρόπος. Αλλά πώς να τον βρει όταν κινδύνευε η αγαπημένη του; Μέσα στην ταραχή και την οργή του πέταξε τη σφαίρα στο πάτωμα μπροστά του, αλλά αντί να σπάσει σε χιλιάδες κομματάκια, απλώς έκατσε στην σκληρή πέτρα. Ούτε καν αναπήδησε. Ακούμπησε στο πάτωμα και στάθηκε ακίνητη. Ο Άντριν έπεσε στα γόνατα απελπισμένος. Κοίταξε μια ακόμη φορά την παράξενη σφαίρα.

 

Οι γάτες είχαν φύγει, σαν να άκουσαν τις φωνές του και τρόμαξαν. Εκείνο το νυχτοπούλι όμως που πετούσε από κλαδί σε κλαδί τώρα διέγραφε απειλητικά κύκλους πάνω από το σώμα της Σελήνης.

 

«Φύγε καταραμένο!»

 

«Άδικα φωνάζεις. Κανείς δεν σ’ ακούει,» ακούστηκε μια φωνή στον χώρο. Δεν μπορούσε να προσδιορίσει από πού ερχόταν. Πάντως ήταν ήρεμη, καθησυχαστική και καλοσυνάτη.

 

«Που βρίσκομαι;! Τι σκατά είναι αυτό το μέρος;!»

 

«Είναι… ένα μέρος. Ούτε κι εγώ ξέρω πού ακριβώς είναι. Πάντως δεν πρέπει να βρίσκεται πάνω στον κόσμο που γνωρίζεις,» του εξήγησε.

 

«Τι λες τώρα; Πες μου ξεκάθαρα που βρισκόμαστε!» φώναξε στο σκοτάδι ο Άντριν και σηκώθηκε απότομα. παίρνοντας αμυντική στάση.

 

«Άδικα θυμώνεις. Δεν θα καταφέρεις τίποτα έτσι,» του είπε με τον ίδιο ήρεμο τρόπο.

 

«Εμφανίσου και μίλα μη σε κόψω στα δύο!» απείλησε ο Άντριν βγάζοντας το μαχαίρι του.

 

«ΔΕΝ ΘΑ ΑΠΕΙΛΕΙΣ ΕΜΕΝΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΜΟΥ ΤΟ ΣΠΙΤΙ!!!» η φωνή του έγινε τόσο βροντερή και δυνατή που παραλίγο να κούφαινε τον Άντριν.

 

Έτρεξε τρομαγμένος να κρυφτεί πίσω από το τραπέζι, πετώντας κάτω το μαχαίρι από την τρομάρα του. Ο άντρας αυτός έκανε τότε την εμφάνισή του. Περπάτησε μέχρι τη σφαίρα στο πάτωμα. Το γενειοφόρο πρόσωπό του ήταν αλλοιωμένο από κακία και οργή και ο φωτισμός τον έκανε να φαίνεται επιβλητικός και τρομερός. Φορούσε μαύρα άμφια και διάφορα χρυσά στολίδια. Το μαύρο ρούχο του είχε στα μανίκια και στο στήθος πολύπλοκα χρυσοκέντητα και πορφυρά σχέδια, σαν τα διακοσμητικά σχέδια στους βαρείς τόμους των ναών. Η κουκούλα ήταν ριγμένη πίσω και τα μακριά του καφέ μαλλιά γυάλιζαν στο φως της σφαίρας Η μακριά γενειάδα-ο Άντριν δεν είχε ξαναδεί τόσο μεγάλη- ήταν περιποιημένη. Έσκυψε και πήρε την σφαίρα στα χέρια του. Αμέσως το πρόσωπό του και η φωνή του έγιναν καλοσυνάτα όπως πρώτα, σαν να έπαιρνε ένα αίσθημα απέραντης ικανοποίησης και ανακούφισης κρατώντας την στα χέρια του.

 

«Θα ήθελες κάτι να πιεις; Ή μήπως πεινάς; Το λουτρό είναι έτοιμο εάν επιθυμείς να πλυθείς. Αν πάλι είσαι κουρασμένος, θα σε οδηγήσω ευθύς αμέσως στο δωμάτιό σου.»

 

Ο Άντριν δεν περίμενε να ακούσει τέτοια λόγια. Φαινόταν πολύ συγχυσμένος και ο άντρας με τα άμφια το κατάλαβε.

 

«Είσαι φιλοξενούμενός μου εδώ,» είπε χαμογελώντας.

 

Τα λόγια του τελικά καθησύχασαν τον Άντριν και τον έκαναν να ηρεμήσει και να σκεφτεί καλύτερα. Κάθισε στην καρέκλα και προσπάθησε να χαλαρώσει. Πήρε μια βαθιά ανάσα και μίλησε:

 

«Θέλω να μου πεις πού βρίσκομαι και ποιος είσαι.»

 

«Α ναι! Ας συστηθούμε πρώτα. Εγώ είμαι...εχμ.. δεν έχει σημασία ποιος είμαι. Μπορείς όμως να με λες Αλμούνταγκραν-Σλοχφ, ή απλά Άλμο. Και εσύ είσαι ο Άντριν.»

 

«Πως το ξέρεις;!» ο Άντριν αναφώνησε και αναπήδησε στην καρέκλα του.

 

Ένας αμυδρός ήχος, σαν κάτι μεταλλικό να πέφτει στο πέτρινο δάπεδο, ακούστηκε από πολύ μακριά. Ο Άντριν πετάχτηκε όρθιος με τα νεύρα του τσιτωμένα, έτοιμος για το οτιδήποτε και τις αισθήσεις του σε εγρήγορση. Ο ήχος τον έκανε επίσης να αναρωτηθεί και για το μέγεθος του δωματίου. Σαν απάντηση στις σκέψεις του, το μέρος φωτίστηκε και φανερώθηκαν τα πάντα.

 

Το φως ερχόταν από έναν γαλάζιο ήλιο στη μέση ενός κάτασπρου ουρανού. Το κτηρίου όπου βρίσκονταν αυτοί οι δύο δεν είχε σκεπή και έτσι το φως τους έλουζε. Το κτήριο ήταν γενικά εγκαταλειμμένο: ρημαγμένοι χώροι, σπασμένα παράθυρα, κισσοί και άλλα αναρριχητικά φυτά στους τοίχους, έδιναν όλα αυτά μια θλιβερή εικόνα παλαίωσης. Από την φθαρμένη διακόσμηση, τα διαλυμένα έπιπλα και τα πεταμένα στο πάτωμα διάφορα αντικείμενα, φαινόταν πως παλιά ίσως ήταν κάποιο αρχοντικό ή πλούσιο σπίτι. Από τα παράθυρα και τις τρύπες μπορούσε να δει τον περίγυρο του σπιτιού. Πυκνή βλάστηση το περικύκλωνε, απ' όσο μπορούσε να δει, όμως δεν είχε ξαναδεί τέτοια φυτά. Χρυσά αγριολούλουδα, μωβ κισσοί με ασημένιες και ρόδινες αποχρώσεις, φυτά σαν πορφυρές κληματαριές, ήταν μόνο ένα μέρος όσων έβλεπε ο Άντριν. Και μπροστά σε αυτό το θέαμα, δέος, χαρά και περιέργεια τον πλημμύρισε. Το άρωμα των παράξενων λουλουδιών τον μέθυσε και ξέχασε κάθε έννοια που είχε πιο πριν, ακόμα και την Σελήνη.

 

Σηκώθηκε και αποχαυνωμένος βγήκε από το ερειπωμένο σπίτι. Ο ήλιος ήταν πιο λαμπερός έξω και τα αρώματα πιο έντονα. Μία πλατιά μαρμάρινη σκάλα οδηγούσε σε μια τεράστια αυλή με κήπους με σιντριβάνια, ρυάκια, πισίνες, πηγάδια, γεφυρούλες, αγάλματα, θάμνους, δέντρα και λουλούδια όλων των ειδών, που εκτεινόταν μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι. Αντίθετα με το σπίτι, όλη η αυλή ήταν πολύ καλά περιποιημένη. Μάλιστα, στο βάθος ο Άντριν μπορούσε να διακρίνει κινήσεις. Ήταν άνθρωποι –μάλλον υπηρέτες- που φρόντιζαν τους κήπους: πότιζαν τα φυτά, ξερίζωναν αγριόχορτα, καθάριζαν τα μαρμάρινα αγάλματα, πηγαινοέρχονταν κρατώντας δίσκους, κουβάδες, εργαλεία.

 

Κατέβηκε τη σκάλα και προχώρησε στον κεντρικό διάδρομο της αυλής, ο οποίος χανόταν στο βάθος του ορίζοντα ανάμεσα σε ψηλές λεύκες. Αισθανόταν χαρούμενος και ευτυχισμένος καθώς έμπαινε όλο και πιο πολύ στον κήπο. Σε αυτόν τον βουκολικό τόπο όλα ήταν τόσο ωραία και ήρεμα. Το κελάηδημα των πουλιών, το δροσερό αεράκι και το ανάλαφρο γαργάρισμα του νερού που κυλούσε στα κανάλια του κρατούσαν συντροφιά στον περίπατό του αυτό. Καθώς περπατούσε ανέμελος οι υπηρέτες που φρόντιζαν τον κήπο τον χαιρετούσαν φιλικά, σαν να τον ήξεραν πολύ καιρό, και αυτός ανταπέδινε τον χαιρετισμό καλοσυνάτα. Ύστερα γύριζαν στις προηγούμενες ασχολίες τους, το ίδιο αποχαυνωμένοι με τον Άντριν.

 

Και τότε ένιωσε ένα κάλεσμα, μια ανάγκη να κατευθυνθεί σε ένα συγκεκριμένο μέρος… μια φωνή μέσα του τού έλεγε να αλλάξει πορεία. Έστριψε αμέσως και μπήκε σε έναν μικρό και τετράγωνο χώρο του κήπου, περιφραγμένο με χαμηλό ξύλινο φράχτηֹ ένα σιντριβάνι στη μέση και πέτρινα καθίσματα γύρω - γύρω. Ένιωσε πως έπρεπε να πιει νερό από τη γούρνα και έτσι έκανε, σαν άβουλο ων καθοδηγούμενο από τα ξόρκια ενός κακού μάγου. Το νερό πρέπει να είχε κάποια παράξενη ουσία μέσα, γιατί μόλις το ήπιε του ήρθε νύστα και ξάπλωσε κάτω αμέσως και κοιμήθηκε.

 

Είδε περίεργα όνειρα μόλις τον πήρε ο ύπνος. Παράξενα σχήματα και χρώματα, ακανόνιστα και ασαφή, αλλά τόσο δυνατά που τον διέλυαν. Ύστερα από ένα τέτοιο ταξίδι στους αλλόκοτους κόσμους των ονείρων, τα σχήματα και τα χρώματα άρχισαν να γίνονται πιο καθαρά, με συνοχή, ώσπου τελικά πήραν τη μορφή της Σελήνης. Τον κοίταξε γλυκά και του ψιθύρισε να έρθει κοντά της’ τον καλούσε. Η γυναίκα όμως αυτή ήταν άγνωστη τώρα στον Άντριν. Η μυρωδιές των λουλουδιών και το φως του γαλάζιου ήλιου τον είχαν μεθύσει, του είχαν πάρει το μυαλό. Έτσι έδιωξε την εικόνα της από το μυαλό του, σαν να ήταν μια ενοχλητική μύγα που ζουζούνιζε γύρω από το κεφάλι του. Τότε ήρθε μια άλλη εικόνα στο μυαλό του. Ήταν η εικόνα του τόπου όπου βρισκόταν πριν κοιμηθεί. Κουρασμένος ψυχικά, την έδιωξε και αυτήν, γιατί είχε βαρεθεί τον άσπρο ουρανό και τους απέραντους κήπους. Η Σελήνη, παρ’ όλο που της γύρισε την πλάτη, είχε ξυπνήσει μέσα του τον πραγματικό του εαυτό. Τα «ξόρκια του κακού μάγου» άρχισαν να χαλαρώνουν και ο Άντριν άρχισε να ξυπνάει. Πριν ακόμη αφήσει πίσω του τον κόσμο των ονείρων, άκουσε τον Άλμο να φωνάζει:

 

«Άντριν! Γύρνα πίσω! Δεν σου έδωσα το δικαίωμα να φύγεις! Άντριν, σε παρακαλώ! Μην το κάνεις αυτό! Σε χρειάζομαι εδώ!»

 

Ο Άντριν παράκουσε τα παρακάλια του και συνέχισε το ταξίδι του προς τον πραγματικό κόσμο. Άλλη μια φωνή έσχισε τον αέρα του ονείρου:

 

«Θα το πληρώσεις Άντριν!»

 

Και τότε ο Άντριν ξύπνησε. Άνοιξε διστακτικά τα μάτια του. Ένιωθε πολύ μπερδεμένος και διαφορετικός. Δεν βρισκόταν πλέον στους απέραντους κήπους του παράξενου Άλμο, αλλά στον μικρό κήπο που είχε τρυπώσει μαζί με την Σελήνη. Ήταν νύχτα. Δεν ήξερε πόσος χρόνος είχε περάσει από τότε που τον ρούφηξε το δέντρο. Συνειδητοποίησε πως μπορούσε να δει καλύτερα μέσα στο σκοτάδι απ’ ότι πριν. Γενικά όλες οι αισθήσεις του τού φάνηκαν πιο ανεπτυγμένες. Ίσως επειδή ξύπνησε από εκείνον τον λήθαργο, από τα μάγια του Άλμο, τώρα να νόμιζε πως αισθανόταν καλύτερα. Χωρίς να δώσει σημασία, έκανε να σηκωθεί. Για άλλη μια φορά παρατήρησε κάτι διαφορετικό, χωρίς να μπορέσει να καταλάβει τι ήταν. Κοίταξε γύρω του. Ησυχίαֹ ακουγόταν μόνο το απαλό αεράκι στα φύλα των δέντρων. Ύστερα κοίταξε τον εαυτό του. Ήθελε να βγάλει μια κραυγή, αλλά αυτό που βγήκε ήταν ένα νιαούρισμα. Είχε μεταμορφωθεί σε γάτα!

 

Πέρασε λίγη ώρα μέχρι να συνηθίσει λίγο στην ιδέα ότι ήταν γάτα και όχι άνθρωπος και λίγη ακόμη μέχρι να συνηθίσει το νέο του σώμα με τις διαφορετικές ικανότητές του, λόγω της ανατομίας του. Τότε σκέφτηκε ήρεμα τι έπρεπε να κάνει. Έπρεπε να βρει την Σελήνη. Ας έβρισκαν μετά μαζί τρόπο για να ξαναγίνει άνθρωπος. Ήταν γάτα πλέον και έπρεπε να το εκμεταλλευτεί αυτό. Χαμήλωσε το κεφάλι του και άρχισε να μυρίζει. Χωρίς πολύ κόπο, βρήκε μια μυρωδιά η οποία θα μπορούσε να ταιριάζει με την Σελήνη. Υπήρχαν όμως και τόσες άλλες μυρουδιές… Όλες εκείνες οι γάτες πρέπει να είναι εδώ κοντά. Ίσως να παρακολουθούν. Ακολούθησε βιαστικά την οσμή που νόμιζε πως ήταν η σωστή και τελικά είδε το σώμα μιας γυναίκας. Ήταν σίγουρα αυτή. Και ήταν τόσο όμορφη, κάτω από το φως των αστεριών, μέσα σ’ αυτόν τον ευωδιαστό αέρα. Το χλωμό πρόσωπό της έφεγγε σαν τα δυο φεγγάρια του ουρανού μαζί.. Την πλησίασε και είδε πως ήταν ζωντανή’ ανέπνεε. Σαν γάτα – έβγαλε την γλώσσα του και την έγλειψε στο μάγουλο.

 

Από το άγγιγμα η Σελήνη ξύπνησε και άνοιξε τα μάτια της. Με απότομες κινήσεις ανακάθισε και κοίταξε γύρω της, όπως όταν ξυπνάς ύστερα από έναν εφιάλτη. Έσφιξε τη λαβή του μαχαιριού της. Αντίκρισε μια γάτα που καθόταν και την παρατηρούσε. Η όψη της ήταν πολύ τρομαχτική? γκρίζα γούνα και μάτια που λάμπουν κάτω από το χλωμό φως του φεγγαριού. Δεν θα τις άφηνε αυτή τη φορά να της κάνουν περισσότερο κακό. Θα υπερασπιζόταν τον εαυτό της μέχρι το τέλος. Τίναξε αδύναμα το χέρι της και κάρφωσε τη γάτα στο πλευρό.

 

Οι δεκάδες γάτες που παρακολουθούσαν την σκηνή χίμηξαν και πάλι πάνω της, νομίζοντας πως σκότωσε μία από αυτές. Έτσι, η Σελήνη και ο Άντριν άφησαν την τελευταία τους πνοή μαζί, ξαπλωμένοι στα χόρτα σε εκείνον τον σκοτεινό κήπο. Η Σελήνη με το μαχαίρι της σκότωσε τον Άντριν και αυτός με τη μορφή του έγινε η αιτία για το θάνατό της.

 

--------

 

Μετά την εξαφάνισή τους, άρχισαν να τους ψάχνουν. Στον κήπο αυτό όπου ξεψύχησαν, εξαφανίστηκαν πολλοί άνθρωποι και έτσι θεωρήθηκε καταραμένος και στοιχειωμένος από τη Σελήνη και τον Άντριν. Κανείς όμως δεν έμαθε ποτέ πως ο Αλμούνταγκραν-Σλοχφ, ο παράξενος αυτός τύπος με τα μαύρα άμφια, ήταν ο ιδιοκτήτης του κήπου και χρειαζόταν υπηρέτες για να φροντίζουν την απέραντη αυλή του, πέρα μακριά, σε έναν κόσμο διαφορετικό.

 

 

----------------------------------

That's all folks!

Ξέρω, είχε πολλά προβλήματα και λάθη σε πολλά σημεία και σε διάφορους τομείς, αλλά ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα να κάνω. :heat:

Κάποια στιγμή θα το ξαναγράψω.

Link to comment
Share on other sites

Ωραιο και το δικο σου Κινγκ.Το διαβασα στα γρηγορα αρα θα κανω περισσοτερα σχολια αργοτερα αλλα προς το παρον αυτο που εχω να πω ειναι οτι στο τελος βιαστηκες να το τελειωσεις.Η τελευταια παραγραφος ειναι...καπως.Δε νομιζεις?

Α,και ωραιες περιγραφες αν και τις ψιλοβαρεθηκα.Δεν ειναι το στυλ μου βεβαια.

Link to comment
Share on other sites

Isis, Η ιστορία σου θα μπορούσε να είναι ένας μύθος για κάποια κοσμογονία. Η γραφή είναι αρκετά στρωτή και η ιστορία σου κρατάει το ενδιαφέρον.

 

Κινg Volsung, κεντρική ιδέα είναι πολύ καλή, το ίδιο και οι περιγραφές των χώρων. Το μόνο πρόβλημα που διαπίστωσα ήταν κατά τη μετάβαση από σκηνή σε σκηνή, όπου μου αφήνεις μια αίσθηση αμηχανίας.

 

Και για τους δυό σας έχω κάποιες παρατηρησούλες, αλλά θα έρθουν κάποια στιγμή αργότερα.

Link to comment
Share on other sites

King, θέλω να πεθάνεις. :worshippy: Καταπληκτικές ιδέες, φοβερό σκηνικό και στήσιμο της ιστορίας, και σοκαριστικό τέλος. Με κέρδισε.

Link to comment
Share on other sites

Sorry παιδιά, αλλά έγινε ένα λάθος κατά την συνένωση των 2 topic και το poll χάθηκε. Αν δε σας κάνει κόπο ξαναψηφίστε.

Link to comment
Share on other sites

Είναι η μία καλύτερη από την άλλη! Δυσκολεύτηκα αρκετά να διαλέξω πρέπει να πω.

 

Isis για λίγο μου έδωσες την εντύπωση πως είχες ήδη μια ιστορία στο μυαλό σου και μέσα σε αυτήν ενσωμάτωσες τον πρόλογο. Όμως ήταν όμορφη, πολύ παραμυθένια -ίσως παραμύθι κανονικό!

 

 

King Volsung τραγική ειρωνεία τη λατρεύω! Δεν ξέρω αν χρειάζεται επίλογο. Ίσως είναι εκείνο το πλάνο πίσω από τους τίτλους του τέλους, αλλά είναι λίγο σαν επεξήγηση και δεν μου πολυάρεσε.

 

Αυτή ήταν όντως μια καλή μονομαχία!

Link to comment
Share on other sites

Isis,

 

απ' ότι βλέπω έχεις θετικότατα σχόλια από τους περισσότερους. Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω το λόγο. Η ιστορία-κοσμογονία που περιγράφεις είναι κοινότυπη. Δεν περιμένω κάποιος να εντοπίσει και να περάσει μέσα από ένα μικρό κείμενο κάτι το εντελώς πρωτότυπο, αλλά ένα εύρυμα θα το επιθυμούσα. Μία πλοκή. Εκτός αυτού, η γραφή σου αισθάνομαι ότι αφορά άτομα που είναι νέα στο χώρο της φανταστικής λογοτεχνίας. Και νέα στη ζωή. Κάτι σαν τη μετάφραση του "Χόμπιτ". Τέλος, οι χαρακτήρες ήταν αδιάφοροι.

Παραταύτα, ομολογώ ότι ξέρεις να γράφεις. Δε διστάζεις να χρησιμοποιήσεις μεγάλες προτάσεις και, ευτυχώς, ξέρεις πως. Τα σημεία στίξης είναι καλά, όπως και η σύνταξη. Το λεξιλόγιό σου είναι φανερά ανεπτυγμένο αλλά διακρίνω και μία "δειλία" ως προς τη χρήση πιο...ενήλικων λέξεων.

 

Γράφοντας αυτήν την κριτική, εντόπισα ένα λάθος μου. ΑΝ προόριζες αυτή την ιστορία για παιδικό παραμύθι, τότε είναι πολύ δυνατή. Εκπαιδευτικής φύσεως θα τολμούσα να πω. Σα φανταστικό λογοτέχνημα για ενηλίκους όμως...το έχω ξαναδει το έργο.

 

King_Volsung,

 

χρησιμοποιείς συνέχεια μικρές προτάσεις. Δημοσιογραφικός τρόπος γραφής. Εύπεπτο, ψεκάστε-σκουπίστε... Όχι πως είναι κακό, αλλά με μέτρο. Έτσι γράφουν οι "έμποροι". Έχεις και κάποιο μικρό ζόρι με τα κόμματα. Από την άλλη όμως, όλοι έχουν (πρώτος εγώ).

Έχεις όμως ιδέες. Και μπορείς να τις εκφράσεις ικανοποιητικά. Διόλου άσχημα. Για μένα κέρδισες.

 

ΥΓ: Οι επεξηγήσεις με προσβάλλουν. Είμαστε έξυπνα παιδάκια.

Link to comment
Share on other sites

Αν η κοσμογονια της δεν ηταν καπως κοινοτοπη δεν θα την ελεγαν Ισις αλλα Ησιοδο η εστω Τολκιν.Μαλλον Σιλμαριλλιον θυμιζει παρα Χομπιτ.Και δεν πειραζει τοσο που ειναι γραμμενο "για νεους".Το ιδιο στυλ χρησιμοποιουσαν και ο Τολκιν και ο Ντανσανυ...απλα οι συγχρονοι γραφουν πιο "μεγαλιστικα" γιατι οσο να'ναι το σεξ,η βια και οι βρισιες πουλανε.Αν θελει να το γραψει σαν παιδικο παραμυθι δικαιωμα της ειναι.Δεν γραφουμε αποκλειστικα για ενηλικες εδω!

Ανιγουεη,η πλοκη στα write off ειαι συνηθως λιγο φτωχη-πως και η αναπτυξη των χαρακτηρων.Δε νομιζω να υστερησαν τα παιδια σε σχεση με αλλα write off παντα.

 

ΥΓ-Παντως,καλο ειναι που καποιος κανει πιο σκληρη κριτικη!

ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ,ΠΑΝΟ!!!!(καλα που προλαβα να κανω edit)

Edited by heiron
Link to comment
Share on other sites

Σπανίως απαντάω σε κριτικές κειμένων μου. Έχω να παρατηρήσω Pano σε όσα λες τα εξής:

 

1.Σε ένα write-off δεν υπάρχει όριο ως προς τη θεματολογία και το αν θα απευθύνεται σε ενηλίκους ή παιδιά. Δε γράφουμε μόνο φανταστικά λογοτεχνήματα για ενηλίκους (θέλω να πιστεύω). Και σίγουρα το να απευθύνεται ένα κείμενο σε παιδιά δεν το υποβιβάζει ως είδος. (Τι είπε ο heiron; αυτό!) Αυτό δε σημαίνει πως συμφωνώ με το χαρακτηρισμό του κειμένου ως παιδικού.

 

2.Τα write-offs έχουν όριο λέξεων. Αυτό απαντά απλά στο σημείο που λες πως δεν έχω αναπτύξει αρκετά κάποια πράγματα.

 

3.Βέβαια τα όσα αναφέρεις για την ιστορία μου (αν και κάπως άκομψα ειπωμένα) είναι η άποψή σου προφανώς και τη σέβομαι παρ'ότι δε συμφωνώ μαζί της.

 

:book:

Link to comment
Share on other sites

  • Φάντασμα changed the title to Write off #11 (Isis vs King_Volsung)

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
 Share

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..