Throgos Posted October 29, 2005 Share Posted October 29, 2005 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Θρώγκος (σώπα ) Είδος: ? Βία; Όχι Σεξ; Άγριο Όχι Αριθμός Λέξεων:1086 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: No comments Το χέρι μου πλησίαζε, πλησίαζε προς τον δίσκο· θολός και μαύρος σαν κάρβουνο, με υφή γυαλισμένη τόσο, που σαν κοιτούσες στην όψη του έβλεπες μιαν αντανάκλαση του εαυτού σου σκοτεινή, σε φόντο μαύρο. Ο δίσκος, ανάποδα αφημένος πάνω στη δερμάτινη επιφάνεια του ξύλινου σκαλισμένου γραφείου, φαινόταν ν’ αδιαφορεί για τον κόσμο γύρω του· σαν να ειρωνευόταν, σαν να ήξερε κάτι παραπάνω και να σε κορόϊδευε. Δε με πτόησε αυτό καθόλου, και συνέχισε το χέρι μου να τον προσεγγίζει. «Άνθρωπεε...». Μια φωνή παραμορφωμένη, βγαλμένη από μια ηλεκτρονική κόλαση, διαπέρασε το κεφάλι μου και με έκανε να κοκαλώσω· μια φωνή που η υφή της ήταν τραχιά, σαν να είχε εκατοντάδες εσοχές και προεξοχές σκαλισμένες πάνω στις φωνητικές χορδές. Άνοιξα το στόμα μου μα δεν έβγαινε φωνή· προσπάθησα να ηρεμήσω και να κατεβάσω τους παλμούς της καρδιάς μου στο κανονικό επίπεδο, με συνεχείς βαθιές ανάσες. Δεν έπρεπε να λυγίσω τώρα, τώρα που είχα κάνει τόσο δρόμο μέχρι εδώ. Ήταν μονόδρομος· ή αυτό ή θάνατος. Το χέρι μου πλησίασε κι άλλο, τα τρεμάμενα δάχτυλά μου έφτασαν στα δύο εκατοστά μακριά απ’ το δίσκο. Ξάφνου ένα χάος σατανικού γέλιου πέρασε απ’ τ’ αυτιά μου, συνοδευμένο από ήχους κολασμένους και παραμορφωμένους, που μ’ έκαναν ν’ ανατριχιάσω. Έριξα μια γρήγορη ματιά στο υπόλοιπο δωμάτιο, έχοντας πάντα υπόψη μου τον μαύρο δίσκο· κανείς δεν είχε καταλάβει τίποτα προς το παρόν, άρα το σχέδιο πήγαινε καλά. Εστίασα ξανά στο δίσκο και έβαλα όλο το θάρρος και την τόλμη μου μπροστά· τα δάχτυλά μου έφτασαν στο εκατοστό, και από κάτω η γυαλιστερή μαύρη επιφάνειά του φλογιζόταν από αόρατες υπάρξεις. Τριγμοί και στριγκλίσματα πελώριων μηχανών ακούστηκαν μέσα στο κεφάλι μου· κραυγές ανθρώπων σε πόνο, ουρλιαχτά απελπισίας και τρέλας, αλυσίδες, ένα απόκοσμο βουητό βγαλμένο από βόθρο. Κρύος ιδρώτας με έλουζε από πάνω μέχρι κάτω. Τα ουρλιαχτά δυνάμωσαν, τα γέλια ακούστηκαν ταυτόχρονα, και η ίδια διαβολική φωνή με διαπέρασε: «Άανθρωπεε....ανόητο απόβρασμα, πού πας; Νομίζεις πως έχεις τα κότσια να μ’ αγγίξεις; Θα τρελαθείς αν κάνεις κάτι τέτοιο, θα καούν τα σωθικά σου, θα εκραγεί ο εγκέφαλός σου. Είσαι ένα τίποτα, ανθρωπάριο. Γύρνα στη φωλιά σου και ασχολήσου με τα των ανθρώπων. Ανόητο ζώο...» Προσπάθησα να τον αγνοήσω· μα η φωνή του ήταν μέσα μου, ήταν στην ψυχή μου, ήταν παντού. Δεν μπορούσα, έπρεπε να τον ακούσω. Ένα εκατοστό ήθελα για να φτάσω την επιφάνεια του δίσκου. Το κεφάλι μου κόντευε να σπάσει, τα γέλια μ’ έκαναν ν’ ανατριχιάζω, οι κραυγές με κάρφωναν σαν μαχαιριές· «Δεν πρέπει ν’ αποτύχω. Όχι. Αυτό δε θα γίνει.». Στο μυαλό μου ήρθαν εικόνες απ’ τη μητέρα μου, στο σπίτι μας, στην πόλη, στον τάφο. Τα δάκτυλά μου κινήθηκαν σχεδόν ασυνείδητα και άγγιξα τον δίσκο· ελάχιστα, μα ήταν αρκετό. Εκείνος γέμισε φλόγες· έγινε πορφυρός, έπειτα κατακόκκινος, μετά γκρι σαν τη στάχτη, και στο τέλος άσπρος. Ένα «Όχιιιιιι......» ακούστηκε αδύναμο μες στο μυαλό μου, και οι ήχοι της κολάσεως έπαψαν ξαφνικά. Μια σταγόνα ιδρώτα από το πηγούνι μου έσταξε στο πάτωμα· αυτό με έκανε να ξυπνήσω. Γράπωσα το δίσκο, τον τύλιξα στο μεταξένιο ύφασμα που είχα μαζί μου και τον έβαλα στην τσέπη μου. Έτρεξα προς το παράθυρο και κοίταξα προσεκτικά· πεδίο ελεύθερο. Έπιασα τον κισσό και άρχισα να κατεβαίνω τον τοίχο· μόλις ακούμπησα το έδαφος, κατευθύνθηκα προς τον εξωτερικό τοίχο, τον πήδηξα και μετά ανέβηκα στην μηχανή μου. Καθώς άνοιγα το καπάκι της αναρριχώμενης μπουκαμβίλιας για να ελέγξω αν ήταν όλα καλά, μου ξέφυγε ένας στεναγμός ανακούφισης. Με το που πήρε μπρος η μηχανή, η ένταση του εγχειρήματος με εγκατέλειψε, και μια αίσθηση ελευθερίας με γέμισε· ο καθαρός αέρας χτυπούσε το πρόσωπό μου και έδιωχνε κάθε σκέψη. Στην γέφυρα δυο φύλακες με κοίταξαν ύποπτα, αλλά μετά γύρισαν τα κεφάλια τους και με αγνόησαν. Τώρα πλέον ήμουν ασφαλής, και έκοψα ταχύτητα για να απολαύσω την φύση της γερμανικής εξοχής· τα σύννεφα είχαν αποτραβηχτεί για λίγο και ο ήλιος χλωμός φώτιζε τα κλαδιά των δέντρων. Απορροφημένος στις σκέψεις μου, δεν πρόσεξα δύο μαύρα οχήματα που με πλησίαζαν από πίσω. Κοίταξα με τρόμο τον καθρέφτη και συνειδητοποίησα πως βρίσκονταν σε απόσταση μικρότερη των πενήντα μέτρων· αμέσως ανέπτυξα ταχύτητα (όση μου επέτρεπε η ανθισμένη μπουκαμβίλια που φυόταν ανάμεσα στα πόδια μου) και έστριψα στον πρώτο χωματόδρομο, ο οποίος φαινόταν να κατευθύνεται προς την πόλη μέσα από τη βιομηχανική περιοχή. Η σκόνη που σηκωνόταν από τις φαρδιές ρόδες της μηχανής μου φαίνεται πως καθυστέρησε λίγο τα αμάξια. Μόλις που πρόλαβα να ανασάνω πριν μπω στο ασφαλτοστρωμένο κομμάτι του δρόμου. Νταλίκες και φορτηγά πηγαινοέρχονταν στα στενά δρομάκια μεταξύ των εργοστασίων, πράγμα που σίγουρα θα καθυστερούσε τους διώκτες μου. Όμως αυτοί, κορνάροντας με πείσμα και τρέχοντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα, απωθούσαν τους άλλους οδηγούς και σιγά σιγά με έφταναν. Όταν είχα πια απελπιστεί, πρόσεξα πως το σκηνικό είχε αλλάξει: τα εργοστάσια είχαν φύγει, και βρισκόμουν πλέον στα γνωστά δρομάκια των δυτικών προαστίων. Έκοψα απότομα στον πρώτο δρόμο που βρήκα, και παρέσυρα εκεί τα μαύρα αυτοκίνητα· πριν προλάβουν όμως να με δουν, έστριψα σε έναν παράδρομο και βγήκα, κάτω από μια γέφυρα του αυτοκινητόδρομου προς Βραδεμβούργο, σε μια αλάνα με μερικά παιδιά που έπαιζαν ποδόσφαιρο. Σταμάτησα κρυμμένος πίσω από μια κολόνα για να δω αν με είχαν ακολουθήσει μέχρι εκεί. Μετά από μερικές ανάσες, συνειδητοποίησα πως με είχαν χάσει, και προχώρησα επιφυλακτικά στον δρόμο που απλωνόταν μπροστά μου. Τα σπίτια ήταν στην πλειοψηφία τους διώροφα, με περιποιημένους κήπους, ενώ κανείς δεν περπατούσε στο δρόμο. Ξάφνου πετάχτηκε μπροστά μου από ένα πλαϊνό στενό ένα από τα μαύρα αυτοκίνητο, και κινήθηκε προς το μέρος μου. Έκανα κι εγώ το ίδιο, και όσο πλησιάζαμε, το μυαλό μου πήγαινε να εκραγεί. Έκανα να στρίψω, μα έστριψε κι αυτός. Πήγα ίσια καταπάνω του και τελευταία στιγμή καβάλησα το πεζοδρόμιο και τον προσπέρασα ξυστά απ’ τον δεξί του καθρέφτη· ήταν ένας λεπτός φαλακρός τύπος με μαύρο γυαλί και κουστούμι, σαν μυστικός πράκτορας. Ίσως και να ήταν. Μέχρι να κάνει μεταβολή και να συνεχίσει την καταδίωξη, εγώ είχα στρίψει δυο φορές και είχα περάσει κάτω από τις γραμμές του τραίνου. Χωρίς να υπολογίζω φανάρια, πεζούς, διαβάσεις και ταμπέλες, μπήκα στα στενά του κέντρου και χώθηκα σε ένα γνωστό σοκάκι. Άφησα τη μηχανή κάτω από τη σκάλα του σπιτιού μου και την σκέπασα γρήγορα με έναν μουσαμά. Ανέβηκα τρέχοντας και μπήκα από την πίσω πόρτα. Μέσα όλα ήταν τακτοποιημένα· είχε περάσει η γυναίκα που πλήρωνα να καθαρίζει το πρωί. Έβγαλα τον δίσκο από την τσέπη μου, τον ξετύλιξα και τον έβαλα με τρεμάμενα χέρια στον υπολογιστή, που τον είχα αφήσει αναμμένο. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα αγωνίας και κομμένης ανάσας η οθόνη μαύρισε, και νότες άρχισαν να ξεχύνονται από τα ηχεία. Κάθισα χαλαρωμένος στην πολυθρόνα και άναψα ένα τσιγάρο· τελικά άξιζε τον κόπο. Edited October 29, 2005 by Throgos Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Isis Posted October 29, 2005 Share Posted October 29, 2005 Πολύ θα ήθελα να είχα λίγες σκηνές πριν από την παρούσα ιστορία. Να μάθω περισσότερα, ίσως, για το δίσκο και για το σκοτεινό του παρελθόν! Πολύ όμορφες οι περιγραφές, μεστές και λεπτομερείς, χωρίς να γίνονται κουραστικές! Nice! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Βάρδος Posted October 29, 2005 Share Posted October 29, 2005 Κατ'αρχήν, αυτή την περίοδο, μην περιμένεις τεχνικά σχόλια, πρόταση-πρόταση. Είμαι τρελαμένος. Γενικά, αυτό το κομμάτι μού άρεσε, αλλά μου φαίνεται ή σαν κορύφωση μιας ιστορίας (που λείπει) ή σαν αρχή μιας ιστορίας (που η συνέχεια λείπει). Κατά τα άλλα, έχεις πάει ποτέ Γερμανία; Ξέρεις ότι όντως έτσι --ή περίπου έτσι-- είναι αυτά που περιγράφεις; Δε λέω ότι δεν είναι πιστευτά' είναι απόλυτα πιστευτά. Τουλάχιστον, για μένα, που δεν έχω πάει ποτέ Γερμανία. Απλά μια σκέψη: θα μπορούσες να κοιτάξεις (σε κάποια εγκυκλοπαίδεια ή στο Νετ) αν τα σπίτια είναι όντως έτσι' επίσης, θα μπορούσες να κοιτάξεις και κάποιο χάρτη σχετικά με τους δρόμους. Κι αυτά απλά τα αναφέρω γενικότερα, όχι πως αισθάνθηκα ότι η ιστορία παρουσιάζει κανένα πρόβλημα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Isis Posted October 30, 2005 Share Posted October 30, 2005 Ο Βάρδος είπε "χάρτη". Βάρδος<Bookmarks<Add Bookmark<Favorites Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Throgos Posted October 30, 2005 Author Share Posted October 30, 2005 Ναι, έχω πάει Γερμανία και τα έχω δει with my own eyes. Όσον αφορά τον χάρτη, δε μου χρειάζεται, καθώς δε μιλάω για κάποια συγκεκριμένη πόλη - εξάλλου υπάρχουν μάλλον διάφορες πόλεις που έχουν κάποιον αυτοκινητόδρομο "προς Βραδεμβούργο", άρα απλά μιλάω για κάποια αόριστη πόλη στην κεντρική Γερμανία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Orpheus Posted November 1, 2005 Share Posted November 1, 2005 > θολός και μαύρος σαν κάρβουνο, με υφή γυαλισμένη τόσο, Έχω την εντύπωση ότι υφή είναι αυτό που αισθανόμαστε με την αφή, οπότε δίνεις την αίσθηση ότι το έχεις ήδη αγγίξει. > Τώρα πλέον ήμουν ασφαλής, και έκοψα ταχύτητα για να απολαύσω την φύση της γερμανικής εξοχής· τα σύννεφα είχαν αποτραβηχτεί για λίγο και ο ήλιος χλωμός φώτιζε τα κλαδιά των δέντρων. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς στο καλό με έκανες να έχω άγχος εδώ... Γενικά η ιστορία μου φάνηκε σαν να είχε μια αίσθηση παραμυθένιου στοιχείου, όπως στο Lemony Snicket's A Series of Unfortunate events ή το Big Fish (αλλά πιο παιδικό απ'το τελευταίο). Δεν ξέρω γιατί. Ίσως επειδή μόλις είδα το Lemony Snicket κλπ.. Πάντως είχε ωραίο κλίμα. Δυστυχώς η έκπληξη στο τέλος μου φάνηκε λιγάκι χαλαρή και ... out-of-tune, δηλαδή σαν απότομο αλλά όχι πραγματικά ΜΠΑΜ τέλος. Απλώς ξαφνικά έσβησε. Έτσι ένοιωσα δηλαδή. Βραχυπερίοδος λόγος σου λέει μετά. Good work! Oι Μούσες μαζί σου Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Bardoulas© Posted November 4, 2005 Share Posted November 4, 2005 Χάρτη; Όχι χάρτη. Χάνει όλη τη μαγεία έτσι. Το παν είναι να φαντάζεσαι αυτά που φαντάστηκε ο συγγραφέας. Τα μάτια σου να γίνουν μάτια του. Αλλιώς ποιό το νόημα της περιγραφής; Εννοείται πως η ιστορία μου άρεσε. Είναι ακριβώς το στυλ της ιστορίας που μου αρέσει να γράφω και η χρήση πρώτου προσώπου είναι kickass. Και στην ιστορία σου και γενικά. Για το φινάλε θα διαφωνήσω λίγο με τον Ορφέα. Αυτό είναι το αποκορύφωμα της ιστορίας. Το απότομο φινάλε. Όσο πιο αγωνιώδης ήταν η διαφυγή τόσο πιο πολύ σε κάνει να σκέφτεσαι "Τελικά άξιζε;" στο φινάλε. Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
tetartos Posted December 6, 2008 Share Posted December 6, 2008 Πολύ διαφορετικό από το στυλ που έχω συνηθίσει από τον συγγραφέα. Μόνο το τέλος μου τον θύμισε λιγάκι. Μια ωραία περιγραφή, λίγη αγωνία (αλλά όχι πολύ), ένα κομμάτι φανταστικού κρυμμένο μέσα σε αρκετό ρεαλισμό. Παρόλα αυτά, δεν με ικανοποίησε. Η σύνδεση με τον τίτλο χαλαρή, η εξήγηση για την σημασία του δίσκου ουσιαστικά απούσα, δεν ταυτίστηκα ιδιαίτερα με τον ήρωα. Οπότε τι μου μένει; Μερικές όμορφες περιγραφές. Δεν λέω ότι δεν άξιζε τον χρόνο μου - λέω ότι μπορούσε να κάνει πολλά περισσότερα. Υψηλές προσδοκίες, βλέπεις... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.