Jump to content

Ένα σακούλι με πεπονόσπορους


Throgos

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Κορνήλιος Κρέοντας Παπαμαραγκόπουλος..εεεεεεε...Θρώγκος

Είδος: ντανταϊστική φαντασία σε μι ύφεση ελάσσονα

Βία;Ναι

Σεξ;Ναι, κυρίως στοματικό

Αριθμός Λέξεων:967

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Ευχαριστώ προκαταβολικά την μούσα μου, Τσιμούχα, για την αστείρευτη έμπνευση που μου προσφέρει. Σας παρακαλώ, θέλω τεχνικά σχόλια, όχι μόνο μ' αρέσει/δε μ' αρέσει. Ευχαριστώ.

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Η πόρτα της τάξης άνοιξε με έναν κόκκινο ήχο, και, ενώ πριν επικρατούσε πανζουρλισμός, μεμιάς όλα τα παιδιά σώπασαν (ακόμα και εκείνα που είχαν τρία χέρια). Ο καθηγητής μπήκε σοβαρός στην τάξη καβάλα στην μεγάλη κίτρινη σκουληκαντέρα του, και είπε «Καλημέρα» στα παιδιά με το ανάλογο σνομπ ύφος καθηγητή.

 

Τα παιδιά αμέσως απάντησαν τραγουδιστά «Καλημέρα κύριε», χωρισμένα σε τετράφωνη χορωδία και πάνω σε μελωδία χορικού του 13ου αιώνα. Μόλις τελείωσαν την κορόνα, αναστέναξαν και κάθισαν στις θέσεις τους, ενώ μερικά πέθαναν ακαριαία. Για μερικά δευτερόλεπτα επικράτησε απόλυτη ησυχία στην τάξη, την οποία διέκοπτε κατά διαστήματα η φιδίσια γλώσσα του Βασιλάκη που πλατάγιζε ανήσυχα. Ξαφνικά ο καθηγητής (που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν απορροφημένος στο να ακονίζει τα νύχια του στον ξύλινο πίνακα ανακοινώσεων) άρχισε να βήχει, και έπεσε στα τέσσερα. Συνέχισε να βήχει όλο και πιο έντονα, μέχρι που άρχισε να ξεπροβάλλει απ’ το στόμα του το βιβλίο της ιστορίας. Με έναν ήχο σαν βόθρος που ξεβουλώνει, το βιβλίο πετάχτηκε μαζί με διάφορα στομαχικά υγρά στο πάτωμα.

 

Ο καθηγητής το άνοιξε, και είπε στα παιδιά «Ανοίξτε όοολοι το βιβλίο σας στη σελίδα 82. Σήμερα θα μάθουμε για τον ντανταϊσμό. Ανίτα, μάζεψε τα πλοκάμια σου απ’ τις κεραίες της Λίλας, Νίκο διάβαζε.» Η Λίλα τίναξε ενοχλημένη τις κεραίες της για να διώξει την βλέννα που είχε εναποθέσει πάνω τους η Ανίτα, ενώ η τελευταία ντροπιασμένη τύλιξε τα πλοκάμια της γύρω από τα πόδια της καρέκλας. Ο Νίκος, που μέχρι εκείνη τη στιγμή πάσχιζε να ξεκολλήσει ένα χαρτάκι από την πλάτη του, καθάρισε το λαιμό του και άρχισε να διαβάζει:

 

«Ο Ντανταϊσμός.

 

Ο Ντανταϊσμός γεννήθηκε πέρυσι το βράδυ, τα ξημερώματα της νύχτας. Τη μητέρα του την έλεγαν Καφάσι και πατέρας του ήταν ο θείος του. Μέσα σε ένα τόσο τραγικό περιβάλλον, ο Ντανταϊσμός μεγάλωσε ευτυχισμένα μέχρι τα δώδεκά του χρόνια, και μετά πέθανε. Μετά το θάνατό του, αποφάσισε να μην αποφασίσει τίποτα, και επισκέφτηκε τη φίλη του την Ρώγα. Αφού γκρέμισε το σπίτι της, εκείνη τον σκότωσε με ένα κουτάλι, και εκείνος την παντρεύτηκε.

 

Τότε ο Ντανταϊσμός έγινε μια ευτυχισμένη μητέρα, γεμάτη κουτσούβελα που πετούσαν γύρω της και σκορπούσαν παραφινέλαιο. Στις 32 Νοεμβρίου του 1903,14 πέθανε για τρίτη φορά, και η εφαπτομένη του διάβασε την «Σονάτα για κατσαρόλα» στην κούνια του. Γι’ αυτό και έφτιαξε ένα κουκλόσπιτο και το στερέωσε πάνω στα καλώδια της ΕΥΔΑΠ, μέχρι που αυτά βούλωσαν και όλοι γέμισαν ηλεκτρικά σκατά.

 

Στις έξι το μεσημέρι, υπολόγισε τον λόγο της κασέτας προς το αντίστοιχο κεφάλι, και όλοι τον τίμησαν και τον έχρισαν Μέγα Μαθηματικό, αλλά εκείνος αρκέστηκε στο να χτενίσει τον ψυχαναλυτή του. Εκείνος τον ευχαρίστησε, και χωρίς να χάνει χρόνο, πέθανε. Ο Ντανταϊσμός το εκτίμησε πολύ αυτό, και γι’ αυτό βεβήλωσε τον τάφο του ψυχαναλυτή, και τον γέμισε κρόσσια που είχε μαζέψει απ’ το άγριο δάσος. Όλοι ούρλιαξαν τότε, και άνοιξαν τα μπουκάλια με το νάτριο.

 

Τα τελευταία πόδια που είδε ήταν τα πόδια ενός κηροπηγίου που είχε πάθει μανιοκατάθλιψη. Πριν γεννηθεί, κλότσησε ένα βόδι στην κοιλιά και εκείνο άνοιξε στα δύο.»

Ο καθηγητής πήρε ένα μαχαίρι και έκοψε το χέρι του, και μετά είπε «Μπράβο Νικολάκη, διαβάζεις χάλια! Δέκα με τόνο στο τρίμηνο!». Ο Νικολάκης έγειρε το κεφάλι του στην πλάτη της καρέκλας και αποχαυνώθηκε, βγάζοντας έναν θόρυβο που έμοιαζε με βόμβος καλωδίων. Ο καθηγητής, μόλις τον είδε, πήρε το χέρι του που το είχε κόψει λίγο πριν, και άρχισε να το μασουλάει με ευχαρίστηση. Η Συρμούλα, που καθόταν στο τρίτο θρανίο, πετάχτηκε απ’ το παράθυρο, ενώ ο Κορνήλιος που καθόταν δίπλα της την αγνόησε επιδεικτικά, και συνέχισε να παρακολουθεί τον καθηγητή. «Θυμίστε μου παιδιά να κλείνω το παράθυρο όταν βγαίνω από την τάξη. Η Συρμούλα είναι ιδιαίτερα επιρρεπής στην εντροπία των κλώνων.»

 

«Μάαλιστα κύριε» είπαν με μια φωνή τα παιδιά, αυτή τη φορά πάνω σε χορωδιακό από μια αποτυχημένη όπερα του εξίσου αποτυχημένου συνθέτου Cazz-ini . Η στέγη τότε κατέρρευσε, και εμφανίστηκαν άρματα μάχης και ελικόπτερα Απάτσι, ενώ ένα μαχητικό βολόδερνε πάνω απ’ το κτήριο με μια βόμβα νετρονίου κρεμασμένη. Ο Γιωργάκης δεν άντεξε την ανιαρότητα του μαθήματος, και αποκοιμήθηκε, ενώ τα άλλα παιδιά πετούσαν κιμωλίες στο ανοιχτό του στόμα (σε ένα από τα ανοιχτά του στόματα, σωστότερα).

 

Τη στιγμή που δυο κομάντος αφόπλιζαν την Κλημεντίνη, ενώ εκείνη ούρλιαζε «Εγώ είμαι μαζί σας! Είμαι δωσίλογος!», ο καθηγητής σηκώθηκε για να γράψει τα κύρια σημεία στον πίνακα. Πάνω πάνω έγραψε «Ντανταϊσμός» ενώ από κάτω έγραψε: «Ημερομηνία γέννησης», «Ημερομηνία θανάτου», «Ημερομηνία θανάτου», Ημερομηνία θανάτου», «Ημερομηνία γέννησης» και τέλος «Αποκρουστική πανδαισία». Γύρισε προς τα παιδιά και φώναξε (για να ακούγεται πάνω από τους ήχους των ελικοπτέρων):

 

«Ποιό παιδάκι θα μου πει την προπαίδεια;»

 

Αμέσως όλα άρχισαν να φωνάζουν, να τσιρίζουν, να ουρλιάζουν με πάθος και ένταση, να ξεφωνίζουν αλλοπρόσαλλα και να βγάζουν άναρθρες κραυγές «Εγώ! Εγώ!». Όλα εκτός από τον Αντώνη, που είπε μέσ’ απ’ τα δόντια του «Καταραμένοι μαρξιστές!». Ο καθηγητής χαμογελώντας (ή μήπως γαμογελώντας;) πλησίασε την Νίτσα (από το Ρουφιανίτσα) που καθόταν στο πρώτο τραπέζι πίστα, της έπιασε το χέρι, και αφού την στριφογύρισε μερικές φορές πάνω απ’ το κεφάλι του, την πέταξε και αυτή έσκασε σαν καρπούζι στον τοίχο, παρασέρνοντας έναν αλεξιπτωτιστή-καμικάζι. Τα εκρηκτικά εξερράγησαν και οι δύο πέθαναν ακαριαία.

 

Ξαφνικά όμως, το βιβλίο του καθηγητή παρασύρθηκε από τον από το ωστικό κύμα της βόμβας νετρονίου (η οποία είχε πέσει πριν λίγο), και αυτός βλαστήμησε την τύχη του. Εκείνη τη στιγμή ο διευθυντής μπούκαρε απ’ την πόρτα και του είπε αυστηρά «Τι λόγια είναι αυτά, κύριε Μολόκε; Γιατί βρίζετε μπροστά στα παιδιά;». Ο καθηγητής γύρισε προς το μέρος του και του είπε με φόρα «Δεν πα να γ***θείς, παλιομ***κα, μη σου γ***σω όλο το σόι, κ****όλη, π*****ας γιε!». Εκείνος του απάντησε «Έτσι μπράβο, κύριε Μολόκε. Συγνώμη και για την ενόχληση, παλιοπουστάρα», και έκλεισε αργά και ευγενικά την πόρτα.

 

Στο βάθος, κάτω από το νεκροτομείο του σχολείου, το κουδούνι σήμανε το διάλειμμα. «Ελεύθεροι! Βγείτε για διάλειμμα και προσέχετε τις νάρκες.» είπε ο καθηγητής, και πέθανε.

Link to comment
Share on other sites

Θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί εισαγωγικό άρθρο στον ντανταϊσμό. Είναι αστείο και είναι ηλίθιο και μου αρέσει και γελάω και γελάω. Είναι σημαντικό. Είναι κι εφιαλτικό if you get me.

Link to comment
Share on other sites

Ανησυχώ! Μου θυμίζει αυτό που κάποιοι αποκαλούν "αυτόματη γραφή". Δεν είμαι καθόλου σίγουρη πως μπορώ να το καταλάβω, πόσο μάλλον να το συμπαθήσω.

Link to comment
Share on other sites

Κορυφαίο. Πραγματικά. Γέλασα σε σημεία, χαμογέλασα σε άλλα. Θες και τεχνικά ε; Σιγά μη θέλεις. Θα τα έχεις όμως. Αφού έβαλες πολλά χέρια σε μερικά παιδιά δεν έλεγε να βάλεις και πολλά στόματα σε ένα άλλο παιδί, αργότερα - ήταν προβλέψιμο! :tease:

Edited by Nienna
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..