Jump to content

Ο Αφυπνιστής


Enas_alla_lewn

Recommended Posts

Είδος: τρόμος

Βία; Ναι

Σεξ; Ναι

Αριθμός Λέξεων: 2340

Αυτοτελής; Ναι (περίπου)

 

Ήταν αγαπημένη μου συνήθεια να κατασκηνώνω στο βουνό αρκετά χιλιόμετρα από τον «πολιτισμό». Δεν μου άρεσε ο τρόπος ζωής του, δεν άντεχα την πίεση και την ψευτοηθική αντίληψη του. Για αυτό άφηνα την πόλη και τους ανθρώπους της και πήγαινα στο δάσος για νιώσω τη χαμένη αγνότητα. Ήθελα να νιώθω το δάσος με όλες μου τις αισθήσεις, να γίνω ένα μαζί του και να φτάνω στον άγριο εαυτό που κρύβουμε μέσα μας.

 

Δεν ανάλωνα το χρόνο μου σε περιπλανήσεις, περισσότερο καθόμουν έξω από την σκηνή μου και διαλογιζόμουνα. Έτσι προσπαθούσα να ακούσω κάθε θόρυβο, κάθε τι που συνέβαινε. Την ημέρα βυθιζόμουνα στα παιχνίδια του φωτός, την νύχτα στις δραστηριότητες των πλασμάτων της νύχτας. Το αλύχτισμα των λύκων με ανατρίχιαζε και γέμιζε αρχέγονο φόβο την ψυχή μου. Οι άλλοι θόρυβοι τις νύχτας, που μεγεθύνονταν μέσα στην νυχτερινή γαλήνη, έμοιαζαν απόκοσμοι. Μέσα στη νύχτα έβρισκα την ψυχική ηρεμία και απέβαλα την οργή που με πλημμύριζε από τη ζωή μου στην πόλη.

 

Εκείνη τη νύχτα όμως οι θόρυβοι δεν ήταν ίδιοι. Τα πλάσματα της νύχτας σιωπούσαν καθώς μια υπόκωφη μελωδία, ένας ανατριχιαστικός ψαλμός γέμιζε τη νύχτα με τρόμο και χαμήλωνε τα άστρα. Ο ψαλμός προέρχονταν από μια σπηλιά εκεί κοντά όπου η είσοδος της λειτουργούσε σαν μεγάφωνο επιτρέποντας τον να ακούγεται χιλιόμετρα μακριά. Οι ντόπιοι λέγανε πως στις γύρω σπηλιές κάποιοι κάνουν σατανιστικές τελετές και πως θυσιάζουν όποιον τυχαίνει να βρίσκετε κοντά άλλα δεν είχα δώσει σημασία.

 

Τότε όμως ο εαυτός μου χωρίστηκε στα δύο. Ο μισός μου εαυτός ήθελε να το βάλει στα πόδια πιστεύοντας τα λόγια των χωρικών, ο άλλος μισός να πάει να δει τι συμβαίνει. Ο φόβος μπορεί να σε κάνει ή δειλό η περίεργο, σε εμένα ίσχυε σαφώς το δεύτερο.

 

Άρχισα να πλησιάζω την επίμαχη σπηλιά. Ο ψαλμός ακούγονταν όλο και πιο δυνατά παγώνοντας μου το αίμα. Όταν μπήκα στη σπηλιά ο ψαλμός περιορίστηκε σε μια επαναλαμβανόμενη φράση που λέγονταν όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο δυνατά. Όλη μου η ύπαρξη ούρλιαζε να απομακρυνθώ αμέσως αλλά κάτι μέσα μου με τραβούσε κατά ‘κει.

 

Η σπηλιά μέσα ήταν φωτισμένη με πυρσούς που ζωντάνευαν τα τοιχώματα της με σκιές απόλυτα τρομαχτικές. Η σπηλιά κατηφόριζε απότομα και φάρδαινε σχηματίζοντας έναν τεράστιο θόλο. Κρυμμένος πίσω από έναν βράχο είδα πράγματα που μου κόψανε την ανάσα. Στη μέση της σπηλιάς δέσποζε το υπερμέγεθες άγαλμα ενός δαίμονα.

 

Ήταν ένας γυμνασμένος κερασφόρος άντρας με πόδια τράγου και τεράστια φτερά. Στο ένα του χέρι κρατούσε έναν αναμμένο πυρσό και στο άλλο έναν αυλό. Το πιο τρομαχτικό μέρος του αγάλματος ήταν το πρόσωπο. Ήταν φριχτά άσχημο και παραμορφωμένο σε αηδιαστικό βαθμό.

 

Γύρω από το άγαλμα κάθονταν σταυροπόδι μια ομάδα γυμνών μασκοφόρων οι ποίοι έψελναν εκστατικά. Οι μάσκες του φαινόταν να συμβολίζουν ζώα όπως ο ταύρος, ο λύκος και ο τράγος. Ο ψαλμός κορυφώνονταν σε μια δαιμονική κακοφωνία, οι κινήσεις τους ξεφεύγανε από τα ανθρώπινα δεδομένα. Είχα ανατριχιάσει και είχα παρασυρθεί στο ρυθμό τους.

 

Τότε απότομα ο ψαλμός σταμάτησε με το νεύμα κάποιου που μάλλον ήταν ο αρχιερέας καθώς η μάσκα του ήταν πιο περίπλοκη, στολισμένη με δέρματα ζώων. Μετά από μια μικρή σιωπή, στάθηκε όρθιος και ύψωσε τα χέρια του ευλαβικά προς το άγαλμα. Τότε άρχισε να απευθύνει μια προσευχή προς αυτό.

 

«Ω μεγάλε αφυπνιστή, πυρπολητή του νου. Είμαστε τώρα εδώ οι γιοι σου και οι κόρες που απαντήσαμε στο κάλεσμά σου. Έλα κάψε με τον πυρσό σου τον αποτυχημένο κόσμο τους και χόρεψε πάνω στις στάχτες της ματαιοδοξίας τους».

 

Όλοι τους άκουσαν ευλαβικά την προσευχή. Μόλις τελείωσε όμως άρχισε το όργιο. Χωρίστηκαν σε ζευγάρια και άρχισαν να κάνουν έρωτα με το ίδιο εκστατικό πάθος που ψέλνανε. Ένα ζωώδες πάθος που έκανε τη σπηλιά να αντηχεί από τα βογκητά τους. Έμοιαζαν αποκομμένοι από τον εαυτό τους και παραδομένοι στα ένστικτά τους. Ήταν απόλυτος διονυσιασμός, ιερό προσκύνημα στις χαρές της σάρκας, επιστροφή στη σεξουαλική αγνότητα των αγρίων, ξεχασμένων προγόνων μας.

 

Τότε όμως με είδαν…

 

Ένας από αυτούς κραύγασε: «πιάστε τον». Αμέσως άρχισα να τρέχω στη θέα είκοσι μασκοφόρων να τρέχουν κατά πάνω μου με δολοφονικές διαθέσεις. Δεν υπήρξα ποτέ περισσότερο τρομαγμένος στη ζωή μου, δεν ήξερα όμως ότι αυτή ήταν μόνο η αρχή.

Είχα την ιδέα βγαίνοντας από τη σπηλιά ότι δεν θα μπορούσαν να με ακολουθήσουν ξυπόλυτοι στο γεμάτο πέτρες δάσος. Αρχικά φαινόταν πως θα γλίτωνα αλλά δεν ήταν έτσι. Μπροστά μου φάνηκε από το πουθενά ένας μαυροφορεμένος άντρας.

 

«Που πας;», μου φώναξε.

 

Άλλαξα κατεύθυνση βιαστικά αλλά μάταια, μπροστά μου πετάχτηκε ένας άλλος μαυροφορεμένος για να μου κλείσει το δρόμο.

 

«Δεν μπορείς να ξεφύγεις», είπε με ένα ειρωνικό χαμόγελο.

 

Είχα παγώσει από τον φόβο, στα αφτιά μου ένιωθα να χτυπάνε οι φλέβες μου με μανία. Άλλαξα πάλι κατεύθυνση αλλά και πάλι κάποιος ήταν μπροστά μου. Μέσα στην απελπισία μου αποφάσισα να πέσω πάνω του μπας και τον προσπεράσω. Στην αρχή μου φάνηκε κοντός και στα μέτρα μου αλλά καθώς πλησίαζα όλο και ψίλωνε στα μάτια μου. Με τρόμο διαπίστωσα ότι δεν ψίλωνε μόνο στα μάτια μου αλλά και στην πραγματικότητα.

 

«Τι γίνετε εδώ!» στρίγκλισα καθώς κατέρρεα στη θέα του γίγαντα.

 

Τότε από την πλάτη του ξεπετάχτηκαν δυο τεράστια μαύρα φτερά σαν του αγάλματος γεμίζοντας με με δέος. Η σκηνή ήταν εφιαλτική με το φεγγάρι να ξεπροβάλει φωτίζοντας τα φρικτά χαρακτηριστικά του γίγαντα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω, «είμαι στη σκηνή μου και κοιμάμαι, όλα αυτά είναι όνειρο», έλεγα ξανά και ξανά, αλλά όχι, αυτό το ζούσα. Ο γίγαντας τότε διαλύθηκε σε ένα σμήνος μυγών που όρμισε κατά πάνω μου. Αγωνιωδώς κάλυψα το πρόσωπο μου με τα χέρια μου μέχρι να περάσει το κακό.

 

Όταν άνοιξα τα μάτια είδα ότι με είχαν περικυκλώσει όσοι είδα μέσα στη σπηλιά. Ο «αρχιερέας» κρατούσε ένα μεγάλο, γεμάτο αίμα, μαχαίρι λερωμένο προφανώς από κάποια θυσία. Κατάλαβα ότι είχε έρθει το τέλος, θα ήμουν εγώ η επόμενη θυσία στον σκοτεινό θεό τους. Δεν είχα σκοπό να παλέψω άλλο ή να παρακαλέσω για τη ζωή μου, θα αντιμετώπιζα ψύχραιμα – όσο μπορούσα - το μοιραίο.

 

Ο «αρχιερέας» με πλησίασε, τράβηξε πίσω το κεφάλι μου και ετοιμάστηκε να μου κόψει το λαιμό. Εγώ τον κοίταξα με ένα βλέμμα όσο το δυνατόν πιο οργισμένο κρύβοντας τον τρόμο μου.

 

«Τελείωνε», του είπα προκλητικά.

 

Τότε εμφανίστηκε εκείνος…

 

«Αρκετά!», φώναξε και μου ‘ριξε ένα καθησυχαστικό βλέμμα. Όλοι τον υπακούσανε και τραβηχτήκανε πίσω.

 

Η παρουσία του ήταν επιβλητική. Ήταν ψηλός και γεροδεμένος, μαυροντυμένος και με μακριά, κατάμαυρα, κορακίσια μαλλιά. Μεγαλύτερη εντύπωση όμως έκαναν τα έντονα πράσινα μάτια του που σε κάρφωναν με τη δύναμη και την αποφασιστικότητα τους. Το βλέμμα του συμπληρώνονταν από το μόνιμα ειρωνικό του χαμόγελο που αντανακλούσε την ισχυρή προσωπικότητα του. Όλα αυτά φαίνετε να είχαν κερδίσει το σεβασμό όλων τους και να έκανε τη γνώμη του να μετράει.

 

«Φοβήθηκες;», μου είπε με ένα κάπως κοροϊδευτικό τόνο.

 

«Τι… τι… είστε εσείς;», τον ρώτησα χωρίς να πάρω απάντηση.

 

«Είναι δικός μας», ανακοίνωσε στους δικούς του, «η παρουσία του εδώ δεν είναι τυχαία. Ο Αφυπνιστής τον καλεί σε αυτά τα βουνά τόσα χρόνια και τελικά του προκάλεσε την περιέργεια που τον έφερε κοντά μας. Η περιέργεια είναι που οδηγεί στην συνεχή εξερεύνηση, η συνεχής εξερεύνηση οδηγεί στην αμφισβήτηση και αυτή η αμφισβήτηση θα είναι η σημαία του νέου κόσμου. Αυτός ο απρόσκλητος – από εμάς – επισκέπτης είναι αδελφός μας αληθινός. Αφήστε τον λοιπόν να γίνει ένα μαζί μας, δεχτείτε τον με όλη την καρδιά σας».

 

Όλοι ακούγανε ευλαβικά τα λόγια του και φαινόταν να πείθονται από αυτά. Θα τη γλίτωνα τελικά αλλά ακόμα ήμουν μπερδεμένος. Ποιοι ήταν όλοι αυτοί; Μέλη σατανικής λατρείας; Τρομοκρατική ομάδα που έχει καταστρεπτικούς σκοπούς; Ξαναρώτησα «τι είστε;» αλλά η απάντηση με μπέρδεψε περισσότερο. «Ξέρεις πολύ καλά τι είμαστε και τι σκοπούς έχουμε», αποκρίθηκε.

 

Είχε δίκιο, από την πρώτη στιγμή ήξερα τα πάντα. Δεν είχα έρθει τυχαία εκεί και δεν είμαι άγνωστος με αυτούς. Ήθελαν ότι κι εγώ, σκέφτονταν όπως και εγώ. Είχαν το ίδιο μένος κατά του «πολιτισμένου κόσμου» και της καταπίεσης του. Ενός κόσμου που θεωρεί την αγνή παρόρμηση του σαρκικού έρωτα βρώμικη και τα ιερά μηνύματα της φύσης σατανικά. Εδώ ήταν ο προορισμός μου τελικά, εδώ θα έμενα, πιστός ακόλουθος του Αφυπνιστή. Να πυρπολώ το νου των ανθρώπων και να χορεύω πάνω στις στάχτες του παλιού κόσμου. Αυτή θα είναι η ζωή μου από ‘δω και πέρα. Μια ζωή απόλυτης ελευθερίας και απόλυτης υποταγής.

 

Είχαμε μείνει μόνοι πια εγώ και αυτός. Ένιωθα μια απέραντη γαλήνη, σαν μόλις να είχα γεννηθεί από τις ακτίνες του φεγγαρόφωτου. Η προηγούμενη ζωή μου δεν μετρούσε πια.

 

«Πάμε μέσα», μου είπε μετά τη σιωπή, «σε περιμένει το τελευταίο στάδιο της μύησης σου». Τον κοίταξα στα μάτια απορημένος χωρίς να φαντάζομαι τι εννοεί. Τότε χαμογέλασε πλατιά, μου έκλεισε το μάτι και είπε πονηρά: «τις αδελφές σου εννοώ».

 

Αυτό το «τελευταίο στάδιο» ήταν μια μεταφυσική εμπειρία. Πριν μπω στη σπηλιά μου έδωσε ένα πικρό παραισθησιογόνο μανιτάρι. Η Δράση του ήταν άμεση. Γρήγορα οι αισθήσεις μου οξύνθηκαν και άρχισαν οι παραισθήσεις να με καταλαμβάνουν. Οι σκιές που απλά με ανησυχούσαν τώρα έβλεπα σε αυτές δαιμονικά πλάσματα. Τρόμαξα αλλά αυτός με ακούμπησε καθησυχαστικά στον ώμο και μου ‘πε να μη φοβάμαι γιατί θα ‘δω πολλά απόψε. «Η πρώτη φορά είναι η δύσκολη», μου είπε.

 

Με παρέδωσε σε τρεις πανέμορφες κοπέλες. «Περιποιηθείτε τον τις είπε», τις είπε και προχώρησε στο βάθος τις σπηλιάς για να συμμετάσχει και αυτός στο «γλέντι».

 

Με αργές κινήσεις άρχισαν να μου βγάζουν τα ρούχα κοιτάζοντας με λάγνα βλέμματα και χαμογελώντας μου πονηρά. Καθώς με έγδυναν και με χάιδευαν σε όλο μου το σώμα ψιθυρίζοντας στο αφτί μου βρομόλογα το λογικό μέρος του μυαλού έπεφτε σε λήθαργο. Ήμουν πλέον υποταγμένος στη δύναμη της αισθήσεων, ένας κυνηγός που αναζητούσε. Βυθιζόμουνα στον ωκεανό των απολαύσεων.

 

Μια από τις κοπέλες σταμάτησε να με χαϊδεύει και ξάπλωσε στο έδαφος. Πήρε μια προκλητική πόζα και με κάλεσε κοντά της. «Πάρε με», είπε με αισθησιακή φωνή. Τίποτα στον κόσμο δεν θα με σταμάταγε από το να υπακούσω.

 

Έπεσα πάνω της με μανία και μπήκα μέσα της βίαια. Η αντίδραση της ήταν να αρχίσει να λέει βρομόλογα ανάμεσα στα βογκητά της. Εγώ μούγκριζα σαν άγριο ζώο, δεν υπολόγιζα τίποτα, είχα ελευθερώσει το θηρίο μέσα μου. Αυτό που κάναμε δεν ήταν σεξ, ήταν πάλη. Με όλη μου τη δύναμη την κρατούσα κάτω και εκείνη μου έχωνε τα νύχια της στην πλάτη μου μέχρι που μάτωσα. Πόνος και ηδονή είχαν γίνει ένα καθώς οι παραισθήσεις με αγκάλιαζαν ακόμη πιο έντονα και με ταξίδευαν στα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης.

 

Εκείνη όμως ήταν πολύ δυνατή και με γύρισε ανάσκελα. Τότε ήταν που είχα τα πιο φρικτά οράματα. Άγγελοι και δαίμονες πετούσαν μέσα στη σπηλιά και πάλευαν, δικέφαλοι δράκοι με ένα κεφάλι μαύρο και ένα άσπρο σέρνονταν ανάμεσα στο κορμιά, φίδια αγκάλιαζαν τους εραστές με λαγνεία. Ένας πανάσχημος δαίμονας την αγκάλιασε σαν να ήθελε να την μοιραστεί μαζί μου. Εκείνη έδειχνε να το ευχαριστιέται και χαμογέλασε άγρια αποκαλύπτοντας δυο μεγάλους κυνόδοντες.

 

Αλλά τίποτα δε με φόβιζε πια, ούτε ο ίδιος ο θάνατος. «Κάνε με ότι θες πόρνη των δαιμόνων», της φώναξα, «η ζωή μου στα χέρια σου».

 

Η κορύφωση πλησίαζε καθώς όλα γύρω μου αγρίευαν. Ο δαίμονας έκλεινε τα φτερά του γύρω μας, οι άγγελοι σφάζονταν από τους δαίμονες και πέφτανε ουρλιάζοντας, τα μαύρα κεφάλια των δράκων έτρωγαν τα άσπρα ενώ τα φίδια έφτυναν δηλητήριο και γεννούσαν άπειρα αυγά από τα οποία πετάγονταν στρατιές εντόμων. Τότε μας αγκάλιασε το σκοτάδι των φτερών του δαίμονα και έχασα κάθε αίσθηση χώρου και χρόνου. Δεν ήμουν πια στη σπηλιά, πετούσα σε άλλους κόσμους. Δεν κάναμε έρωτα αλλά αδειάζαμε τις ψυχές μας ο ένας στον άλλο. Δεν ήμουν εγώ και αυτή αλλά ο ουρανός και η γη που ενωνόταν για να δώσουν την πρώτη σπίθα της ζωής, ο Άδωνις και η Αφροδίτη που φέρναμε τη νέα εποχή. Δεν ήταν οργασμός αυτός που είχα αλλά θάνατος και ανάσταση μαζί…

 

Ο ήλιος ανέτειλε καθώς ξυπνούσα αγκαλιά μαζί της μέσα σε απέραντη γαλήνη. Τίποτα γύρω δεν μαρτυρούσε τα γεγονότα της νύχτας. Κανείς άλλος δεν ήταν εκεί, το άγαλμα είχε εξαφανιστεί και μόνο λίγα απομεινάρια φωτιάς εδώ κι εκεί δήλωναν πως είχε μαζευτεί κόσμος μέσα στη σπηλιά.

 

Εκείνη τη στιγμή που παρατηρούσα καλύτερα – και σαφώς πιο νηφάλια - το γυμνό της κορμί την έβλεπα ακόμα πιο όμορφη. Τα μεταξένια της μαύρα μαλλιά είχαν καθίσει πάνω στο αφράτο στήθος της και το πρόσωπο της είχε μια αγγελική ηρεμία. Ήταν αδύνατη αλλά όχι καχεκτική με καλοσχηματισμένα πόδια και με ένα αισθησιακό φούσκωμα στην κοιλιά. Εκεί είχε μια παράξενη ουλή, μια οριζόντια γραμμή που οριοθετούνταν από δυο μικρές κάθετες, σαν ένα επίμηκες «Η».

 

Τότε ξύπνησε και με κοίταξε στα μάτια. Αντί για την χτεσινή μανιασμένη τίγρη είχα μπροστά μου μια τρυφερή γατούλα.

 

«Καλημέρα», μου είπε γλυκά, «φύγανε όλοι;».

 

«Ναι, δεν βλέπω κανέναν εδώ γύρω».

 

Χαμογέλασε με ένα ελαφρύ κοκκίνισμα στα μάγουλα που έκανε το πρόσωπο της να λάμπει. «Μας άφησαν να κοιμηθούμε μαζί», είπε, «κάτι θα διέκριναν ίσως. Μην τους βλέπεις έτσι, είναι πολύ ρομαντικοί κατά βάθος.».

 

Ήταν η σειρά μου να ντραπώ. Δεν είχα συνηθίσει να βρίσκομαι γυμνός με μια κοπέλα που δεν ξέρω και να μου πετάει υπονοούμενα που να με κάνουν να νιώθω ότι διαβάζει τη σκέψη μου. Άλλαξα θέμα στρέφοντας τη συζήτηση στο θέμα της επιστροφή αλλά εκείνη ήθελε άλλα να ακούσει.

 

«Διέκριναν κάτι λες;», είπε ακουμπώντας το χέρι της στο πρόσωπο μου και κοιτώντας με στα μάτια, «δεν κάνουν ποτέ κάτι στην τύχη».

 

«Όλο και κάτι θα ξέρουν», είπα αμήχανα.

 

Με φίλησε τρυφερά και μου είπε: «σου λέω ποτέ δεν κάνουν λάθος.

 

Πράγματι κάτι ήξεραν, όπως αποδειχτικέ. Δεν έμενε πολύ μακριά από ‘μένα, ίσως να την είχα δει κάποια φορά και να μην της έδωσα σημασία. Την πήγα σπίτι της και κανονίσαμε να ξαναβρεθούμε σύντομα. Εκεί ρώτησα – επιτέλους – το όνομα της. Την λένε Σοφία…

 

Δεν ξέρω πως θα πάνε τα πράγματα μαζί της αλλά ξέρω πως ήδη τη νιώθω πολύ κοντά μου, σαν να τη γνώριζα από πάντα. Όσο για τους άλλους, μπορεί να μη κατάλαβα πλήρως τους σκοπούς τους και κυρίως τα μέσα που χρησιμοποιούν για να τους πετύχουν αλλά δεν μπορώ να διανοηθώ ένα τόσο γλυκό πλάσμα σαν τη Σοφία να συμμετέχει σε άσχημες πράξεις. Ακόμα όμως δεν είμαι σίγουρος για το τι πρέπει να κάνω.

 

Αλλά αυτό που έγινε χθες βράδυ με έμαθε να ακολουθώ την καρδιά μου και να ζω κάθε στιγμή. Οπότε θα προχωρήσω μαζί τους και ότι είναι να γίνει ας γίνει.

Link to comment
Share on other sites

In domine Satanas και έτς . :diablo: Καλογραμμένη ιστορία δεν λέω αλλα πολύ λαβεϊκη για τα γούστα μου .Θα μπορούσε να είναι η αρχή για κάτι μεγαλύτερο :)

 

 

 

 

 

 

 

 

"Και απ' την δικιά μας κόλαση λείπει ο σατανάς ,τον σκότωσε ένα βράδυ καράφλας χαρντκοράς.."

Edited by Anadeleth
Link to comment
Share on other sites

Δε με τρόμαξε. Επίσης δε με άγγιξε ο συγκεκριμένος συμβολισμός, αλλά αυτό είναι, υποθέτω, προσωπικό θέμα. Θαρρώ πως πρέπει να είναι κανείς πολύ καταπιεσμένος για να βιώσει έτσι τη σεξουαλική απελευθέρωση, δεν ζούμε και σε κανέναν καιρό που το σεξ σπανίζει πια... Εκτός αν πριν από όλα αυτά είχε τρομερές κοινωνικές προκαταλήψεις, ή αν περιστοιχίζονταν από ανθρώπους με τρομερές τέτοιες προκαταλήψεις.

 

Πάντως αν θέλεις να τρομάξεις καλύτερα να μην περιγράφεις με τόση λεπτομέρεια, βλέπεις κανείς δε φοβάται ο γνωστό. Α, και - κατά τη γνώμη μου πάντα - να αποφεύγεις τα ουδέτερα τέλη. Το τέλος είναι εκεί που πρέπει να χτυπάς τον αναγνώστη, πρέπει αυτό που γράφεις να έχει αντίκτυπο. Εκτός αν δεν τελειώνει εδώ. Αλλά και πάλι... Ακόμα και για τέλος κεφαλαίου... Δεν έχει δύναμη.

Link to comment
Share on other sites

Ένα αλλά λέοντα, καλωσήρθες.

Για πρώτη ιστορία αφήνει χλιαρές εντυπώσεις. Γιατί ένώ έχει προοπτικές και φαίνεται ότι ξέρεις να γράφεις, έχει μια σειρά από αδυναμίες που καταστρέφουν οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα.

Ξεκινώντας με τις επιλογές των λέξεων, όπου, αντι να χρησιμοποιείς συνώνυμα, επαναλαμβάνεις συνεχώς τις ίδιες λέξεις, κάνοντας έτσι το κείμενο κουραστικό.

Συνεχίζουμε με το ίδιο το ύφος της γραφής: ενώ η ιστορία είναι τρόμου, δεν καταφέρνει να σε τρομάξει ούτε σε ένα σημείο. Της λείπουν τα τρικ για να το πετύχει. Πουθενά δεν υπάρχει η αργή, βασανιστική καταγραφή των γεγονότων που σε κάνει να ανησυχείς, πουθενά η κρυμένη απειλή που περιμένει να βγει στη γωνία, πουθενά δεν υπάρχει το τέρας που κρύβεται πίσω από την πόρτα που μόλις άνοιξες, πουθενά η φρίκη της αποκάλυψης όπως και η δαμόκλειος σπάθη της απειλής δε βρίσκεται πουθενά στο τέλος. Περισσότερο μου θυμίζει ερωτική φαντασίωση το κείμενο παρά ιστορία τρόμου.

Στο θέμα χαρακτήρες τώρα, κι εδώ υπάρχει πρόβλημα. Πιο συγκεκριμένα στο τέλος αναφέρει ο πρωταγωνιστής

αλλά δεν μπορώ να διανοηθώ ένα τόσο γλυκό πλάσμα σαν τη Σοφία να συμμετέχει σε άσχημες πράξεις.
. Δηλαδή ρε φίλε μια χαρά έκανες ότι έκανες και θα το ξανακάνεις, αλλά η πράξη είναι άσχημη; Δε σου άρεσε δηλαδή; Δε γούσταρες;

Με λίγα λόγια χρειάζεται ακόμα δουλεία η ιστορία. Θα σου πρότεινα να διαβάσεις ή να δεις κάποια από τα έργα των "μαστόρων" του είδους και να "ξεσηκώσεις" βασικές τεχνικές από εκεί. Θα ήθελα πάντος να διαβάσω κι άλλα έργα σου και να μην αργήσεις να διαψεύσεις με αυτά τα όσα γράφω εδώ.

Link to comment
Share on other sites

Βρε καλώστονε.... όχι μόνο μας ήρθες δηλαδή, αλλα και με ιστορία απο την πρώτη μέρα της εγγραφής σου :thmbup:

Λοιπόν, η ιστορία δεν είναι κακή, αλλα ο τρόμος που θες να προκαλέσεις εξαφανίζεται αφού δεν αφήνεις κανένα μυστήριο. Δείχνει να περιγράφεις μια αρρωστημένη κατάσταση σε υπόβαθρο φανταστικόύ, και αυτό για να προκαλέσει φόβο, πρέπει λογικά να αφήνει κάποια πράγματα φλού (στο σκοτάδι ...άμα τα λούζεις όλα με φώς δεν προκαλείς τρόμο).

Πάντως για αρχή είναι αρκετά καλό

Edited by brave
Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ για τις παρατηρίσεις και τα σχολια σας.

 

Πράγματι δεν είναι τόσο τρομαχτικό όσο θα ήθελα αλλά ο σκοπός μου δεν είναι αυτός. Περισσότερο ήθελα να κάνω μια εισαγωγή στα επόμενα διηγήματα του κύκλου που θέλω να γράψω στη συνέχεια. Μόνο στη φάση της καταδίωξης προσπαθώ να δημιουργίσω μια αίσθηση απειλής, η σκηνή πιο πέρα δεν γράφτικε για να τρομάξει κανέναν.

 

Το θέμα που θέλω να θήξω δεν είναι η σεξουαλική καταπίεση αλλά η ενοχοποίηση των ανθρώπινων συναισθημάτων. Ο ήρωας μου δεν εμπλέκεται απλά σε μια σεξουαλική πράξη αλλά σε μια δυναμική απελευθέρωση των συναισθημάτων του που εκδηλώνεται μέσω αποκαλυπτικών οραμάτων. Αυτη την ηρεμία που δημιουργείτε μέσω της αποδοχής των ζωικών ενστικτών ως μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης ανακαλύπτει ο ήρωας μου.

 

Nihilio που ακριβώς αναφέρω ότι όσα συνέβησαν ήταν μια άσχημη πράξη; Για άλλες πράξεις ανησυχεί ο ήρωας μου, όσα εκείνοι κάνανε στη σπηλιά τα αποθέωνε ακόμα και όταν τα κρυφοκοιτούσε.

Link to comment
Share on other sites

Δεν ξέρω πως θα πάνε τα πράγματα μαζί της αλλά ξέρω πως ήδη τη νιώθω πολύ κοντά μου, σαν να τη γνώριζα από πάντα. Όσο για τους άλλους, μπορεί να μη κατάλαβα πλήρως τους σκοπούς τους και κυρίως τα μέσα που χρησιμοποιούν για να τους πετύχουν αλλά δεν μπορώ να διανοηθώ ένα τόσο γλυκό πλάσμα σαν τη Σοφία να συμμετέχει σε άσχημες πράξεις. Ακόμα όμως δεν είμαι σίγουρος για το τι πρέπει να κάνω.

Προτελευταία παράγραφος. Επίσης αναμένουμε τα υπόλοιπα του κύκλου.

Link to comment
Share on other sites

Ξέρω τι έγραψα και στο σημείο που αναφέρεις δεν λέω ότι η άσχημη πράξη είναι το σεξ.

Link to comment
Share on other sites

Μα... το ίδιο κάνει. Ίσως να είναι απλά θέμα πεποιθήσεων και ιδεολογίας, αλλά ο κόσμος, όπως τον βλέπω εγώ, δεν είναι απομακρυσμένος από τα ένστικτα. Ίσα ίσα, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις θα βρεις από κάτω ένστικτα, θεμελιώδη ένστικτα. Σκέψου το λίγο. Ακόμα και οι "μάσκες" της κοινωνικοποίησης σε ένστικτα οφείλονται, και σε πράγματα που έχουν να κάνουν με τα ένστικτα αποσκοπούν.

Link to comment
Share on other sites

. Ακόμα και οι "μάσκες" της κοινωνικοποίησης σε ένστικτα οφείλονται, και σε πράγματα που έχουν να κάνουν με τα ένστικτα αποσκοπούν.

 

Σωστό, στην αναζήτηση της αποδοχής συγκεκριμένα .. (αν και το θέμα κολλάει περισότερο αλλού). Πάντως αν θέλει να δώσει φανταστικές προεκτάσεις ο Σωτήρης μπορεί άνετα να βάλει τις ιστορίες του σε ένα κόσμο που είναι όντως απομακρυσμένος απο τα ένστικτα (τωρα πως χτίζεις τέτοιοπ κόσμο είναι μια άλλη ιστορία)

Link to comment
Share on other sites

Τα ένστικτα υπάρχουνε αλλά οι περισσότεροι απλά δεν τα αποδέχονται και ντρέποντε για αυτά. Εχουμε αποδεχθεί πολλά αλλά ακόμα σε πολλά έχουμε αδικαιολόγητα ταμπού.

Link to comment
Share on other sites

Χρειάζεται πολλή ανάλυση το θέμα, είναι πολύ ενδιαφέρον. Μιας και έγραψες ολόκληρη ιστορία που το διαπραγματεύεται, γιατί δεν ανοίγεις ένα topic στο subforum φιλοσοφίας/επιστημών, να το συζητήσουμε εκεί; Για να μη σου γεμίζουμε την ιστορία σου με απόψεις και ιδέες.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..