Nienor Posted January 25, 2006 Share Posted January 25, 2006 Όνομα Συγγραφέα: Κιάρα Είδος: Ρεαλιστική Φαντασία Βία; όχι (σε αυτό το μέρος) Σεξ; όχι (σε αυτό το μέρος) Αριθμός Λέξεων: 543 Αυτοτελής; όχι, 1ο Μέρος Σχόλια: Παραγγελία, εξαιρετικά αφιερωμένη . Θα ολοκληρωθεί σε τρία ή τέσσερα μέρη (μπορεί και σε 40 ) Χρονολόγιο Καταστρώματος, υπ’ αριθμ. 1 Όσον αφορά τον καπετάνιο Ρομπέν, πολλά ακούγονται και λίγα από αυτά είναι αλήθεια. Ξεκινάω να καταγράφω την ιστορία του και των μελών του πειρατικού του, εν ονόματι «Φανταστικός Σίφουνας», ως νέο μέλος του πληρώματος, έπειτα από προτροπή του ιδίου, ώστε η αλήθεια των γεγονότων να λάμψει σε πείσμα των αντιπάλων του και οι προσπίπτοντες κατηγορίες, στο άτομό του, από τους διάφορους τροφαντούς ευγενείς, να αποδειχτούν δειλές δολοπλοκίες ανθρώπων μόνο επιφανούς κύρους και ουχί πραγματικού. Ο Ρομπέν ειδικεύεται στις τέχνες του ξεκλειδώματος, του τζόγου, της χαρτοπαιξίας, των ακροβατικών κόλπων, της εξαπάτησης (την οποία όμως χρησιμοποιεί μονάχα εναντίων των διεφθαρμένων δυνατών του κόσμου τούτου) όπως και στη χρήση μαγικών τεχνασμάτων. Η τελευταία του ασχολία αυτή, είναι εξαιρετικά πρόσφατη, η αλήθεια είναι πως, σαν αντικείμενο, δεν τον εκφράζει όσο θα μπορούσε, οπότε και ασχολείται μαζί της υποτυπωδώς με αποτέλεσμα να μην προχωράει στην τέχνη αυτή τόσο γρήγορα. Είναι πάντοτε ευγενικός με τις δεσποινίδες και, όπως κάθε αλτρουιστής, θέλει κάποτε να καταφέρει να «χορτάσει, γιατρέψει και μορφώσει το λαό, ώστε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, για να αστράψει μέσα του το φως της αλήθειας, της ομορφιάς και της αρετής» -όπως αναφέρει σε σχετικό σύγγραμμα ο Δον Παπανούτσος, ο Σοφός. Δεν κλέβει ποτέ από ανθρώπους που διαχειρίζονται τον πλούτο τους σωστά –ανθρωπιστικά- παρά μονάχα από αυτούς που ο υπερκαταναλωτισμός τους, δεν τους αφήνει να δουν τα προβλήματα του κοσμάκη γύρω τους και νοιάζονται μόνο για τα δικά τους μεγάλα στομάχια. Ο καπετάνιος είναι ένας άνθρωπος με πνευματική και σωματική αντοχή και ρώμη, από νωρίς εκπαιδευμένος στις τέχνες της θάλασσας και των ακροβατικών τεχνασμάτων που βοηθούν εξαιρετικά το παρεξηγημένο επάγγελμα του πειρατή. Από τα νεαρά του χρόνια ακόμη η φήμη του κυκλοφόρησε μακριά από τον τόπο του και μάζεψε κοντά του μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που ήθελαν να ζήσουν την περιπέτεια, που ονειρεύονταν καλύτερα πράγματα, που τον αγαπούσαν και τον ακολουθούσαν στις εξορμήσεις του στις επαύλεις των εμπόρων και τα κάστρα των έκφυλων μάγων της κυβέρνησης. Εκεί, η ομάδα έκλεβε τα προς το ζην∙ από τα κλοπιμαία κρατούσε ακριβώς όσα της χρειάζονταν για να σιτιστεί και να ντυθεί και τα άλλα μοιράζονταν στον κόσμο που είχε ανάγκη. Κοντά του εξαρχής, βρισκόταν ως σύντροφος και φίλος, ο Γάτος. Για το πλάσμα αυτό, φημολογείται πως αλλάζει μορφές και μεγέθη, πως κάνει τελετές μονάχος του στο σεληνόφως και πως γδέρνει με τα κοφτερά του νύχια κάθε επίδοξο εκμεταλλευτή του Ρομπέν ή του ίδιου. Τίποτα από αυτά δεν είναι αλήθεια, παρά μόνο φήμες που βοηθούν στο να μένουν μακριά από τη γυαλιστερή του γούνα, όλοι όσοι έχουν σκοπό να τον βλάψουν. Ο Γάτος, στην πραγματικότητα, είναι βάρδος, παραμυθάς, μπορεί να αλλάζει χρώματα στη γούνα του και, που και που, περπατά σαν άνθρωπος μέσα στο καράβι και διηγείται τις ιστορίες που έχει μαζέψει στο πλάι του Ρομπέν. Από το πλήθος του κόσμου που μαζεύτηκε γύρω του, ο Ρομπέν αναγκάστηκε να πάρει ένα μεγαλύτερο σκάφος, για να τους χωρέσει όλους μέσα, να μην εξαιρέσει κανέναν και να βρει σε όλους μια δουλειά. Άλλοι είναι καλοί στο ρεσάλτο, άλλοι μαγειρεύουν εξαιρετικά, άλλοι είναι τακτικοί με τις κουκέτες τους, άλλοι όχι, αν και το πιο διαδεδομένο είναι τα χρονολόγια, που όλοι, λίγο πολύ, αρεσκόμαστε να κρατάμε στο σκάφος, στις μεγάλες θαλάσσιες διαδρομές που δεν έχουν τελειωμό. Κρατάτε στα χέρια σας, ένα από αυτά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienna Posted January 25, 2006 Share Posted January 25, 2006 Κι άλλο Robin Hood fan-fic; Μα την αλήθεια ξεπηδάνε σαν τα μανιτάρια! Αλλά είναι καλά. Μ' αρέσουν, μ' αρέσουν. Περιμένω εναγωνίως τη συνέχεια. Μ' αρέσει ιδιαίτερα η περιγραφή του Γάτου. Ζήτω τα προυπρούκια! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Arachnida Posted January 26, 2006 Share Posted January 26, 2006 Όνομα Συγγραφέα: Κιάρα Είδος: Ρεαλιστική Φαντασία Βία; όχι (σε αυτό το μέρος) Σεξ; όχι (σε αυτό το μέρος) Αριθμός Λέξεων: 543 Αυτοτελής; όχι, 1ο Μέρος Σχόλια: Παραγγελία, εξαιρετικά αφιερωμένη . Θα ολοκληρωθεί σε τρία ή τέσσερα μέρη (μπορεί και σε 40 ) Χρονολόγιο Καταστρώματος, σελίδα υπ’ αριθμ. 1 "Γιαρ,χαρ,χαρ!" Καπετάνιος Ρομπέν, Τα μεγάλα αποφθέγματα, Πλιάτσικο γ', σεντούκι ια' Όσον αφορά τον καπετάνιο Ρομπέν, πολλά ακούγονται και είναι αλήθεια ότι πολλά απ' αυτά έχουν συμβεί. Ξεκινάω να καταγράφω την ιστορία αυτού και των μελών του καλοτάξιδου «Φανταστικού Σίφουνα», ως βενιαμίν του πληρώματος, έπειτα από προτροπή του ιδίου. Φιλοδοξώ η αλήθεια των γεγονότων να λάμψει σε πείσμα των αντιπάλων του και όσα οι δόλιοι ευγενείς του προσάπτουν, να αποδειχτούν δειλές μηχανοραφίες ανθρώπων μόνο επιφανούς κύρους και ουχί πραγματικού. Ο Ρομπέν είχε από όσο μπορούσε να θυμηθεί τον εαυτό του μία έμφυτη κλίση προς τις τέχνες. Στην τέχνη του ξεκλειδώματος, του τζόγου, της χαρτοπαιξίας, των ακροβατικών κόλπων, της εξαπάτησης (την οποία όμως χρησιμοποιεί μονάχα εναντίων των διεφθαρμένων δυνατών του κόσμου τούτου). Και δεν θα έλεγε ψέματα κανείς αν υποστήριζε πως ο Καπετάνιος Ρομπέν είχε ασχοληθεί και με πολλών ειδών μαγικά τεχνάσματα. Η τελευταία του ασχολία αυτή μάλιστα, είναι εξαιρετικά πρόσφατη και η αλήθεια είναι πως, σαν αντικείμενο, τον εκφράζει πολύ, τόσο που έχει ενθουσιαστεί μαζί της και πραγματοποιεί εκπληκτικές προόδους στην χρήση της. Είναι φυσικά πάντοτε ευγενικός με τις δεσποσύνες και σίγουρα αν παρευρεθεί σε μία σημαντική δεξίωση επιμελώς θα φροντίσει να ασπαστεί κάθε γυναικείο χέρι, ώστε να μην αφήσει ούτε ένα παραπονεμένο. Είναι και αλτρουιστής και όπως κάθε αλτρουιστής θέλει κάποτε να καταφέρει να «χορτάσει, γιατρέψει και μορφώσει το λαό, ώστε να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, για να αστράψει μέσα του το φως της αλήθειας, της ομορφιάς και της αρετής». Αυτό το τελευταίο δεν είναι δικό του, το είχε διαβάσει μια φορά που έτυχε να κρυφτεί σε μια βιβλιοθήκη που μετέφερε μια τρικάταρτη σκούνα, και του άρεσε τόσο πολύ που αποφάσισε να το αποστηθίσει. Ο Καπετάνιος Ρομπέν έχει μια αρχή: δεν κλέβει ποτέ από ανθρώπους που διαχειρίζονται συνετά τον πλούτο τους, παρά μονάχα από αυτούς που ο υπερκαταναλωτισμός τους, δεν τους αφήνει να δουν τα προβλήματα του κοσμάκη γύρω τους και νοιάζονται μόνο για τα δικά τους μεγάλα στομάχια. Ο Καπετάνιος Ρομπέν είναι ένας άνθρωπος με αξιοθαύμαστη πνευματική και σωματική αντοχή και ρώμη, από νωρίς εκπαιδευμένος στις τέχνες της θάλασσας και των ακροβατικών τεχνασμάτων που βοηθούν εξαιρετικά το παρεξηγημένο επάγγελμα του πειρατή. Τα κοριτσόπουλα στα λιμάνια ψιθυρίζουν αναμεταξύ τους ότι είναι και όμορφος σαν ξανθός άγγελος, αλλά αυτό θα το χαρακτήριζα "υποκειμενική άποψη." Πρώτα απ' όλα ο Καπετάνιος Ρομπέν είναι μαυρομάλλης. Μόλις ενηλικιώθηκε, η φήμη του κυκλοφόρησε μακριά από τον τόπο του και κατάφερει να συγκεντρώσει μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που ήθελαν να ζήσουν την περιπέτεια, που ονειρεύονταν με ανοιχτά βλέφαρα, που τον αγαπούσαν και τον ακολουθούσαν στις επιδρομές του στις επαύλεις των εμπόρων και τα κάστρα των έκφυλων μάγων του Βασιλείου. Η ομάδα έκλεβε αυστηρά τα προς το ζην∙ από τα κλοπιμαία κρατούσε ακριβώς όσα της χρειάζονταν για να σιτιστεί και να ντυθεί και τα άλλα μοιράζονταν στον κόσμο που είχε ανάγκη. Κοντά του εξαρχής, βρισκόταν ως σύντροφος και φίλος, ο Σενιόρ Γάτος. Για το πλάσμα αυτό, φημολογείται πως αλλάζει μορφές και μεγέθη, πως κάνει τελετές μονάχος του στο σεληνόφως και πως τα βράδια κοιμάται ανάποδα κρεμασμένος από μια κουκέτα που έχει πλέξει αριστερόχερη γιαγιά από μαλλί αλογοουράς στο σεληνόφως μονού μήνα. Ο Γάτος λέγεται ότι γδέρνει με τα κοφτερά του νύχια κάθε επίδοξο εκμεταλλευτή του Ρομπέν και δεν είναι λίγοι όσοι έχουν καταλήξει στην κοιλιά του. Όμως τίποτα από αυτά δεν είναι αλήθεια. Είναι μόνο φήμες που βοηθούν στο να μένουν μακριά από την καλοφροντισμένη, γυαλιστερή του γούνα, όλοι όσοι έχουν σκοπό να τον βλάψουν. Ο Γάτος, στην πραγματικότητα, είναι περισσότερο βάρδος και παραμυθάς παρά πολεμιστής και . Μπορεί να αλλάζει χρώματα στη γούνα του και, που και που, περπατά σαν άνθρωπος πάνω στο κατάστρωμα για να διηγηθεί τις ιστορίες που έχει μαζέψει στο πλάι του Ρομπέν. Από το πλήθος του κόσμου που μαζεύτηκε γύρω του, ο Ρομπέν αναγκάστηκε να εχμ, αποκτήσει ένα μεγαλύτερο σκάφος, για να μας χωρέσει όλους μέσα και να μην εξαιρέσει κανέναν αξιότιμο σύντροφο. Άλλοι είναι καλοί στο ρεσάλτο, άλλοι μαγειρεύουν εξαιρετικά, άλλοι μαζεύουν πανιά σα να έχουν τέσσερα χέρια αντί για δύο, άλλοι είναι τακτικοί με τις κουκέτες τους (άλλοι πάλι όχι), αν και το λιγότερο διαδεδομένο είναι η συγγραφή χρονολόγιων, που μονάχα εγώ απ' όλο το πλήρωμα, αρέσκομαι να κρατάω στο σκάφος, στις ατέλειωτες θαλάσσιες διαδρομές του Φανταστικού Σίφουνα στον γαλάζιο Ωκεανό. Μα την πίστη μου, κρατάτε στα χέρια σας αυτό το χρονολόγιο. Κατ' αρχήν ζητώ εκ των προτέρων συγνώμη απ' την Κιάρα γιατί έβαλα λίγο το χεράκι μου στην ιστορία της. Το έκανα γιατί μου άρεσε πολύ. Αν θες ζήτα από κάποιον απ' τους admin να εξαφανίσει το post. Για όλα τα άλλα ζητάω την ευγενική σου άδεια δια χειροφιλήματος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Management RObiN-HoOD Posted January 26, 2006 Management Share Posted January 26, 2006 Η αρχή είναι καταπληκτική από το χέρι της καλλιτέχνιδας και περιμένω και την συνέχεια. Keep it up Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted January 26, 2006 Share Posted January 26, 2006 Κιάρα, προσκυνώ.... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted February 22, 2006 Author Share Posted February 22, 2006 Χρονολόγιο Καταστρώματος, υπ’ αριθμ. 2 Τις τελευταίες δύο μέρες τις περάσαμε κουκουλωμένοι μέσα σε λινάτσες και ζεστά ρούχα. Το κρύο ήταν χοντρό και η διάθεση του αρχηγού άσχημη. Ήταν λιγάκι άρρωστος τις τελευταίες μέρες, ίσως να έφταιγε αυτό. Επιπλέον είχαμε αρχινήσει την παρακολούθηση της έπαυλης του Φον Ντε Μπλερ, ενός μεγάλου ζωέμπορά της δύσης ο οποίος εμπορευόταν γάτες –κυρίως- αλλά και διάφορα αγαθά. Η έπαυλη είναι χτισμένη στο επάνω μέρος ενός γκρεμού, που βρίσκεται στο μικρό νησί που ανήκει στον έμπορα. Δεσπόζει τεράστια επάνω στο ύψωμα. Τα πολυεπίπεδα διαμερίσματά της με τις χρυσοποίκιλτες κουρτίνες ν’ ανεμίζουν στο νυχτερινό αέρα και αποτέλεσαν πρόκληση για μας που ξεπαγιάζαμε στο καράβι. Λίγη ώρα πριν να εισβάλουμε, παρακολουθούσα το Ρομπέν και τις ετοιμασίες για το ρεσάλτο. Πέρασε σταδιακά το χέρι του πάνω από την αρπάγη, το μικρό λοστό, τη συλλογή με τα επιμελώς ακινητοποιημένα κλειδιά του (έτσι ώστε να μην προκαλούν τον παραμικρό θόρυβο), το στενό δισάκι που κρεμόταν στα αριστερά της ζώνης του με την εκρηκτική σκόνη και τέλος χάιδεψε απαλά το μεταξωτό, κεντημένο μαντήλι στο πέτο του, ένα μαντήλι που είχε πάντα μαζί του. Πέρασε τα μάτια του σταδιακά επάνω από όλους μας, έλεγξε ξανά τους έτοιμους κόμπους στο σκοινί, που κρεμόταν από τις αρπάγες που είχαμε μαγκώσει στο βράχο και κοίταξε τον Τιποτένιο, που είχε αφήσει το τιμόνι για να σαλτάρει έξω μαζί μας. Ο Τιποτένιος του έγνεψε πως ήμασταν έτοιμοι και ο Ρομπέν έδωσε το σινιάλο. Το σχέδιο ήταν απλό. Θα μπουκάραμε μέσα, θα ελευθερώναμε τις γάτες που κρατούσε ο ζωέμπορας αιχμάλωτες για να τις πουλά (σε όχι και τόσο ευκαταφρόνητες τιμές), θα παίρναμε μαζί μας τα μεγάλα μπαούλα με τα νομίσματα και τα κοσμήματα του έμπορα, θα δέναμε τον Φον Ντε Μπλερ χειροπόδαρα και θα τα φορτώναμε όλα μαζί στο πλοίο. Πίσω μας δεν αφήνουμε ποτέ νεκρούς, είναι μια από τις αρχές του καραβιού. Εξάλλου δε χρειάζεται, κανείς δεν αντιστέκεται στο Ρομπέν των θαλασσών και το πλήρωμα του, κανείς υπηρέτης ή φρουρός, όχι όταν μάθαινουν ποιος είναι. Το σκαρφάλωμα στα βράχια αποδείχτηκε παιχνιδάκι για τα εξασκημένα μέλη του πληρώματος. Μόνο οι γκρίνια του Γενναίου, πως θα μπορούσαμε να είχαμε χρησιμοποιήσει την καινούργια τροχαλία που έχει εφεύρει, έσπασε τη σιωπή και τα γέλια που ακολούθησαν. Επάνω, μας περίμεναν ο Ατρελέγιος, ο ικανότατος ιχνηλάτης μας και προσωπικός γραφέας του Ρομπέν και ο, πάντα ατάραχος, Γάτος. Μετά από σύντομη περιγραφή του ιχνηλάτη στον αρχηγό, για το πως έχουν τα πράγματα –και πολλά χασμουρητά του Γάτου- ξεκινήσαμε να εισβάλλουμε στην έπαυλη. Πρώτος μπήκε ο Ρομπέν –όπως πάντα. Πήδηξε από ένα ψηλό παράθυρο, κατευθείαν εμπρός μιας μικρής υπηρέτριας και προτού το κορίτσι προλάβει να ξεφωνίσει από την έκπληξη, ο Ρομπέν της φίλησε το χέρι, της είπε ποιος είναι και την καθησύχασε. Η φήμη του είχε φτάσει βεβαίως μέχρι το νησί του μεγαλέμπορα, οπότε η κοπελίτσα μας πληροφόρησε για το που βρισκόταν ο Φον Ντε Μπλερ με ένα στραβό γελάκι ζωγραφισμένο στα χείλια της. Η συνάντηση με τον ζωέμπορα αποδείχτηκε βαρετή. Ο Ατρελέγιος, μονάχος του, άρχισε να του κάνει ερωτήσεις, απανωτά, χωρίς να του αφήνει περιθώριο για απαντήσεις, κι έπειτα ο Τιποτένιος στάθηκε μπροστά του κοιτάζοντάς τον με παγερό ύφος, χωρίς να του μιλά καθόλου κι, έτσι, ο Μπλερ μας έδωσε όλες τις πληροφορίες που χρειαζόμασταν για την έπαυλη. Μάλιστα, όταν ο Τιποτένιος σταύρωσε τα χέρια του μπροστά στον έμπορα που μιλούσε (επειδή κουράστηκε από την πολυλογία του) και ξεφύσησε απηυδισμένος, ο έμπορας έβγαλε μια σπαρακτική τσιρίδα και αναφώνησε «Πάρτε τα όλα, πάρτε τα!» (μια φράση που έπεται να μείνει στις ιστορίες.) Εν το μεταξύ, ο Γάτος, που καταδέχτηκε για λίγη ώρα να περπατήσει σαν άνθρωπος μέσα στην έπαυλη, είχε ανακαλύψει τα κλουβιά με τις γάτες και τις είχε βγάλει έξω με τη βοήθεια της Εντέλβα της Κόκκινης -που μάλλον τον καθυστερούσε αντί να τον βοηθάει, αφού ήθελε να περιθάλψει κάθε ταλαιπωρημένο γατί που βγάζανε από τα κλουβιά, ξεχωριστά. Όταν τις είχαν ελευθερώσει όλες, ο Γάτος, πήρε ξανά τη μορφή που προτιμούσε και μπήκε επικεφαλής των γατών∙ μια παρέλαση από μαλακές πατούσες, χουρχουρίσματα, υψωμένες, βελούδινες ουρές και γυαλιστερές γούνες. Έπειτα κι ενώ ήμασταν συγκεντρωμένοι έξω από την έπαυλη, ο Ρομπέν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τις νεοαποκτηθείσες...ω! ας με συγχωρέσει ο αρχηγός! Είμαι ταγμένη στο σώμα της αλήθειας και πρέπει να τα πω όπως έγιναν, χωρίς να υποκρύπτω από τους αναγνώστες τα λάθη του, αφού λάθη έχουν κάνει και οι μεγαλύτεροι ηγέτες της ιστορίας. Η αλήθεια είναι, πως ο Ρομπέν δεν υπήρξε ποτέ καλός με τα μάγια. Προσπαθούσε πάντοτε –ακόμα προσπαθεί-, αλλά δεν είχε κλήση στην τέχνη αυτή. Την εύρισκε αξιοθαύμαστη, αλλά το έντονο ταμπεραμέντο του και η ανήσυχη κοινωνικότητά του δεν του επέτρεπαν να βρίσκει τον απαιτούμενο χρόνο για το διάβασμα που προϋποθέτει η σωστή χρήση της τέχνης της μαγείας. Όμως είχε αποστηθίσει τα υλικά που χρειάζονταν για κάθε είδος επίκλησης και ξορκιού -όπως τα διάφορα πολύχρωμα κλειδιά και τα φτερά του παπαγάλου που χρησιμοποιούσε- κι αυτό έχει πολύ θετικά αποτελέσματα. Αποφάσισε, λοιπόν, ενώ είχαμε τελειώσει τη δουλειά, να κλειδώσει για λίγο την έπαυλη, με μαγικό τρόπο, ώστε να μας εξασφαλίσει, ασφαλή αναχώρηση. Πήρε το μεγαλύτερο από τα κλειδιά που βρισκόταν στην αρμαθιά του (αυτό χρησιμοποιούσε συνήθως για τα ξόρκια τέτοιου είδους, τα υπόλοιπα ήταν κυρίως πασπαρτού, κι αν και έκαναν εξίσου καλά τη δουλειά, έπαιρνε το μεγάλο για λόγους εντυπωσιασμού) το σήκωσε ψηλά στον αέρα κι άρχισε να απαγγέλλει τις απόκρυφες λέξεις. Ο Ντάιν, ο Εξωπραγματικός, μόλις άκουσε τις πρώτες νότες από τα χείλη του Ρομπέν, φώναξε κοντά του όλα τα νεαρά μέλη του πληρώματος για να τα κατεβάσει αμέσως στο καράβι. Πολλοί διαφώνησαν, αλλά η πειθώ του Εξωπραγματικού τα έβαλε γρήγορα στη θέση τους και κατέβηκαν από το γκρεμό στο πλοιάριο χωρίς δεύτερη κουβέντα. Λίγοι είδαμε τη δυσλειτουργία στο ξόρκι. Μόλις η τελευταία επίκληση βγήκε από τα χείλια του καπετάνιου, φάνηκαν στους τοίχους της έπαυλης όρθιες ελλείψεις συνδυασμένες με κάθετες γραμμές (σε μακρινές χώρες νομίζω τα ονομάζουν «άσσους») που δημιουργούσαν πολλές σειρές πρασινωπού φωτός, επάνω στους λευκούς τοίχους και απομακρύνονταν προς τον ουρανό. Το μεγάλο κλειδί υψωνόταν στον ουρανό σαν μαέστρος, έδινε το ρυθμό στην οπτασία των συμβόλων για να το ακολουθήσουν. Όσοι είχαμε μείνει κοντά στον αρχηγό ήμασταν έκθαμβοι. Ο Ρομπέν περισσότερο από όλους. Όταν καταλάγιασε λίγο η πρώτη έκπληξη από το αλλοπρόσαλλο αυτό γεγονός, ο αρχηγός ζήτησε από τον Γενναίο και τον Ατρελέγιο να πλησιάσουν μαζί του την έπαυλη -αφού δεν ήταν σίγουρος για το αν ο ίδιος θα μπορούσε να περάσει από το δικό του ξόρκι. Σύντομα διαπίστωσαν πως δεν μπορούσαν να πλησιάσουν, οπότε παρά τη δυσλειτουργία το ξόρκι είχε δουλέψει. Δεν ασχοληθήκαμε περισσότερο με το θέμα, προτιμήσαμε να φύγουμε γιατί το ξόρκι αυτό δεν διαρκεί πολύ. Εξάλλου, κανείς μας δεν είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένος με την τέχνη της μαγείας ώστε να προσπαθήσει να εξηγήσει τα φαινόμενα.... Στο καράβι περνάμε υπέροχα. Οι μόνες απώλειες από την περιπέτεια μας ήταν το κλειδί του Ρομπέν και η μοναδικότητα του –ευτυχή- Γάτου, αφού πλέον το καράβι μας είναι γεμάτο γάτες. Μικρές, μεγάλες, παχουλές, μακρύτριχες και μη, όμορφες κι άσχημες, πονηρές και χουρχουλίτσες, γάτες από κάθε είδος κι οικογένεια. Οι κανάτες μας είναι γεμάτες κρασί και μπύρα, τα μπαούλα γεμάτα θησαυρούς και οι αμέτρητες γάτες -αφού ποτέ δεν τις μετρήσαμε- μας χαϊδεύουν έκτοτε με τις μακριές, βελούδινες ουρές τους, περνώντας δίπλα μας μέσα στο καράβι. Είμαστε ευτυχείς προς το παρόν, έχουμε να μοιράσουμε κέρδη στους φτωχούς και να ανακαλύψουμε το επόμενο θύμα μας. Μέχρι τότε, πάω να συμμετάσχω στο γλέντι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted February 24, 2006 Author Share Posted February 24, 2006 Χαχαχαχαχα, "όταν ένα έργο φύγει από τα χέρια του δημιουργού του, αποκτά δική του ταυτότητα..." μπλα μπλα, κι άμα σου αρέσουν αυτές οι λεξούλες, κάνε μια βόλτα στο ice tea, θα βρεις πολλές πολλές ακόμα (ειδικά για γατες) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienna Posted February 28, 2006 Share Posted February 28, 2006 (edited) Μα βέβαια. Εγώ μίλησα για τα προυπρούκια, και όλος ο κόσμος τα λέει πια προυπρούκια. :tongue: O Νικόλας μάλιστα [tec goblin] έχει φτιάξει κι άλλες λεξούλες απ' αυτήν, όπως τη λέξη 'πρυπριά'. Προυπρουκίζω, προυπρούκισμα, φρουφρουκίζω, πρου... Η λεξιπλασία δεν είναι για να την κρατάμε για τα μούτρα μας! Κιάρα είναι πολύ, πολύ όμορφο, μου έφτιαξε τη διάθεση παρ' όλες της ατυχίες της κατά τα άλλα πανέμορφης αυτής ημέρας! Ειδικά αυτό το 'αμέτρητες γιατί δεν τις μετρήσαμε ποτέ' είναι υπέροχο, υπέροχο. Αναμένω τη συνέχεια με αγωνία. Άσε που έγινα και ήρωας σε ιστορία, επί τέλους! Μικ! Edited February 28, 2006 by Nienna Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted February 28, 2006 Author Share Posted February 28, 2006 Ευχαριστώ, Αλίνα κι εν συνεχεία, συγχωρήστε με (στη δικιά μου ιστορία θα σπαμάρω εξάλλου ) Λοιπόν.... πραπρούκια, είναι άλλη μία παραλλαγή (της Αταλάντης και αυτή) και: μαχμουρλιτσουλάκια, ζουρχουλίτσες (όπως και χουρχουλίτσες), χουρχουρούλες, χουρχουροζουδάκια, χουρχουρόζουδια (κι άλλα με ρίζα χουρ-) κι από την άλλη πλευρά: υπουλωχούρχουλα, σκατοχούρχουλα και πολλά άλλα εις -χούρχουλα είδες τι γίνεται αν απλώς αλλάξεις τη ρίζα με την κατάληξη? Τέλος spam Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted September 7, 2006 Author Share Posted September 7, 2006 (edited) Χρονολόγιο καταστρώματος, υπ’ αριθμ. 3 Μπουνάτσα για μέρες. Έχουμε βαρεθεί φρικτά με τον καιρό αυτό και η κατάσταση που επικρατεί στο καράβι είναι ανυπόφορα οκνηρή. Στην αρχή ήταν ακριβώς χρειαζόμασταν για να αναρρώσουμε από την τελευταία περιπέτεια: το κυνήγι ενός χαμένου θησαυρού, τώρα όμως είμαστε έτοιμοι για νέα πράγματα. Ξεκούραστοι και ακμαίοι. Τέσσερις μέρες πριν περάσαμε από τη γη του Ρόσμπαχαρ, ένα νησί βγαλμένο από τους θρύλους, που πολλοί τον αναζήτησαν και μονάχα εμείς το βρήκαμε και γυρίσαμε για να τα διηγηθούμε. Το προσεγγίσαμε ακολουθώντας μικρά σημάδια επάνω σε έναν μεγάλο χάρτη. Ο χάρτης αυτός ήταν η προσφορά της Μοργκάνας στο καράβι και παρά το γεγονός του ότι είναι και αυτή κοκκινομάλλα, η αναζήτηση του θησαυρού των Ρόσμπαρ μας απέφερε κέρδη. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως, για να κατανοήσουν πλήρως οι επόμενες γενιές τις αρετές του καπετάνιου μας και της δουλειάς του. Η Τριλλιάνα ένα πρωί, έχοντας θέση στην πλώρη με το σκαντίλι φώναξε «τρία». Ο Τιποτένιος στο τιμόνι ζήτησε να φωνάξουν το Ρομπέν από την καμπίνα του γιατί το βάθος ίσα που έφτανε τον Φανταστικό Σίφουνα να περάσει επάνω του. Όταν ο Ρομπέν με το μακρύ του κυάλι ανέβηκε στην κουβέρτα, κάποιοι από εμάς τους υπόλοιπους, που δεν είχαμε συγκεκριμένη δουλειά, βλέπαμε ήδη στεριά στον ορίζοντα μα πολύ μακριά. Έπειτα από εντολή του καπετάνιου μας προχωρήσαμε προσεκτικά λίγο ακόμα και ρίξαμε άγκυρα όταν οι κόμποι του σκαντιλιού έγιναν δυόμισι όπως μας πληροφόρησε ανάστατη η Τριλλιάνα. Ο Ντάιν, ο Εξωπραγματικός, με τη βοήθεια του Ρικ, ενός ψηλού, γεροδεμένου κι ανερχόμενου στην ιεραρχία πιτσιΡίκου, και του Γάτου θα κρατούσαν το καράβι μαζί με τα νεαρά μέλη του πληρώματος και τις γάτες. Έκανα κι εγώ μια προσπάθεια να μείνω μαζί τους, αποτυχημένη. Έπρεπε να δω τα γεγονότα από κοντά για να τα περιγράψω. Οι υπόλοιποι, λοιπόν, κατεβήκαμε με τις βάρκες κατευθυνόμενοι προς το τη γη του Ρόσμπαχαρ. Ο ήλιος έκαιγε πάνω μας κι όλοι μας θέλαμε να κατέβουμε να κολυμπήσουμε, όμως ο σοφός καπετάνιος μας είπε πως θα υπήρχε και για αυτό χρόνος, αργότερα, κι εμείς τον ακούσαμε. Έπειτα από λίγη ώρα το βάθος του νερού είχε ελαττωθεί τόσο που ούτε και οι βάρκες δε μπορούσαν να συνεχίσουν. Βγάλαμε όλοι τις μπότες μας, σηκώσαμε τα μπατζάκια και βουτηχτήκαμε μέχρι το γόνατο στο νερό. Το νησί έδειχνε να είναι ακόμα μακριά μας. Περπατήσαμε πολύ μέσα στο δροσερό νερό, ρίξαμε στο πρόσωπο και τους καρπούς μας, κάποιοι βουτήξαμε κι ολόκληροι και κάναμε ένα μέρος της απόστασης κολυμπώντας. Για το πόσο μακριά ήμασταν ακόμα από τη στεριά, χαρακτηριστική ήταν η φράση της Σκοτεινής Κόρης, η οποία δήλωσε πως αν περπατούσαμε άλλο τόσο θα βγαίναμε στην Ιαπώνια, κάποια γη, στα πέρατα του κόσμου, την οποία είχε επισκεφτεί πρόσφατα με μαγικό κι ανεξιχνίαστο τρόπο. Ώρες αργότερα, κι ενώ είχαμε μουλιάσει, φτάσαμε στη γη του Ρόσμπαχαρ. Ήμασταν πλέον σίγουροι πως ήταν αυτή διότι ο χάρτης της Μοργκάνα είχε πάνω του ένα αστέρι στα παράλια που προσεγγίζαμε τόσες μέρες που όλοι το είχαμε θεωρήσει σημάδι. Φτάνοντας παρατηρήσαμε πως δεν ήταν σημάδι μα η ίδια η παραλία. Φέτες γης έμπαιναν μέσα στη θάλασσας και κατέληγαν σε τριγωνικά «πόδια» έτσι που αν το κοίταζε κάποιος από ψηλά θα έβλεπε ένα αστέρι σχηματισμένο από γη και νερό να σηματοδοτεί την παραλία της στεριάς στην οποία βρισκόμασταν. Ο Ατρελέγιος, ο ιχνηλάτης μας, έφυγε μπροστά ψάχνοντας για οτιδήποτε χρήσιμο κι αυτή τη φορά τον ακολούθησε ο Μαυρομανδύτης για να γυρίσει πίσω να αναφέρει στον καπετάνιο αν κάτι χρειαζόταν. Ο Ρομπέν έβγαλε το κυάλι του και σάρωσε την παραλία απ’ άκρη σ’ άκρη: αμμουδιά παντού και ένα δάσος από κάποιο είδος μπανανιάς στο βάθος. Όταν επιτέλους βγήκαμε σε στέρεο έδαφος ο Ατρελέγιος γύρισε πίσω και μας πληροφόρησε πως το πεδίο είναι ελεύθερο και δε δείχνει να υπάρχει ψυχή στη γη του Ρόσμπαχαρ. Όταν συνήλθαμε ανοίξαμε το χάρτη: το γνωστό μας πλέον αστέρι, μέσα σε αυτό ένας κύκλος και μέσα στον κύκλο ένα παραλληλόγραμμο κομμάτι που έμοιαζε με πόρτα. Κοιταζόμασταν μεταξύ μας, κοιτάζαμε και το νησί γύρω μας μέχρι που αρχίσαμε να ψάχνουμε για κάτι, οτιδήποτε, προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Απογοητευμένοι, ώρες αργότερα, συναχτήκαμε σε ένα σημείο και μετρηθήκαμε γιατί έπεφτε η νύχτα και δε μπορούσαμε να συνεχίσουμε το ψάξιμο και να μείνουμε όλοι μαζί ταυτόχρονα. Η γενική διάθεση ήταν πεσμένη. Ψάχναμε όλη μέρα κι ήμασταν πολύ κουρασμένοι, όμως κανείς μας δε μπορούσε να κοιμηθεί γιατί ξέραμε πως είμαστε στο σωστό νησί και ένας μεγάλος θησαυρός μας περιμένει κάπου, κρυμμένος τόσο καλά που ίσως να μην τον βρίσκαμε ποτέ. Όλοι φτιάχναμε θεωρίες για το που μπορεί να βρίσκεται ο κύκλος και το τι να είναι. Θεωρούσαμε πως η πόρτα που βλέπαμε ζωγραφισμένη ήταν συμβολική και σήμαινε πως εκεί είναι η είσοδος για το θησαυρό. Κανείς μας δεν ήξερε την αλήθεια. Κάποτε έπεσε το σκοτάδι και μαζί του χάθηκε το αίμα από τα πρόσωπά μας. Ο πρώτος που είδε τις μορφές ήταν το γκόμπλιν, που συνηθίζαμε να φωνάζουμε Χαρούμενο Γκόμπλιν, επειδή κανένα άλλο όνομα δε μας έδωσε ποτέ. Τα μικρά πράσινα χεράκια του υψώθηκαν δείχνοντας και μια κραυγούλα βγήκε πνιχτά από το στόμα του. Κοιτάζοντας γύρω μας τους είδαμε όλοι. Φασματικές φιγούρες στέκονταν ολόγυρα μας, που στο φως της σελήνης έμοιαζαν να αιωρούνται λίγο πάνω από την άμμο και να ανεμίζουν, ασχέτως με την άπνοια που μας ζέσταινε ακόμα και τη νύχτα. Είχαμε παγώσει όλοι στη θέση μας. Το θέαμα ήταν εξαιρετικά τρομαχτικό παρόλο που καμία από τις μορφές δεν έκανε κινήσεις εναντίον μας. Ήταν ο σοφός Κένταυρος που είδε τελικά τι συνέβαινε. Κοιτάζοντας γύρω του, με τη γνωστή στωικότητα που τον διακρίνει, είπε δυο λέξεις μόνο: «ο κύκλος» κι έπειτα ξεστραβωθήκαμε και οι υπόλοιποι. Οι φιγούρες σχημάτιζαν έναν τέλειο κύκλο γύρω μας, του οποίου το κέντρο βρισκόταν λίγο πιο δεξιά μας. Όταν καταφέραμε να βρούμε την ανάσα μας μετακινηθήκαμε προς το κέντρο του κύκλου τους. Εκεί, πατώντας επάνω σε κάτι που δεν ήταν άμμος συνειδητοποιήσαμε πως θαμμένη λίγο στην άμμο βρισκόταν μια δρύινη πόρτα. Δεν ήταν σύμβολο η πόρτα του χάρτη μας, υπήρχε όντως μία πόρτα, χωρίς κάσα, που έδειχνε να μην ακουμπάει πουθενά κι όμως τα χέρια μας δε μπορούσαν να περάσουν από κάτω της ώστε να τη σηκώσουμε. Από τη χαρά μας που επιτέλους είχαμε βρει μια κάποια άκρη, είχαμε ξεχάσει τον κύκλο και τις μορφές και την επόμενη φορά που τις είδαμε ήταν –δυστυχώς- πολύ κοντά μας σχηματίζοντας αρκετούς ομόκεντρους κύκλους με εμάς στο κέντρο τους. Παγώσαμε για άλλη μια φορά, σκουντώντας ο ένας τον άλλο για να κοιτάξει. Τα πρόσωπα ήταν στραπατσαρισμένα, λευκά δόρατα έβγαιναν μέσα από λευκά πλευρά, υπήρχαν μαχαίρια καρφωμένα σε κάποιους λαιμούς κι ήταν και μία ανάμεσά τους που κρατούσε το κεφάλι της στο δεξί χέρι. Τα φαντάσματα δεν έκαναν καμία απειλητική κίνηση απλά στέκονταν σε απόσταση αναπνοής από εμάς και μας κοιτούσαν ανέκφραστα. Ο Ρομπέν μαζεύοντας το κουράγιο του όρθωσε το ανάστημά του και τους είπε ποιος είναι και τι θέλει στο νησί τους. «Μα ναι, μα ναι! Αυτό περιμένουμε κι εμείς από σένα.» Η φωνή έμοιαζε να βγαίνει από ένα λαρύγγι και ταυτόχρονα από πολλά μαζί μα δεν ήταν περισσότερο ανατριχιαστική από τις μορφές τους. Κοιταχτήκαμε αμήχανα για άλλη μια φορά κι έπειτα ο Ρομπέν τα ρώτησε: «Δηλαδή θέλετε να βρούμε και να πάρουμε τον θησαυρό;» «Μα ναι, μα ναι!» ήρθε η απάντηση τους. «Ωραία λοιπόν. Γιατί τότε δε μπορούμε να σηκώσουμε την πόρτα για να δούμε τι έχει από κάτω;» έκανε ο καπετάνιος μας θαρρετά, έχοντας ξαναβρεί το περήφανο βλέμμα του. «Μα είναι πόρτα,» του αποκρίθηκαν απορημένα, «στην πατρίδα σου συνήθως σηκώνετε τις πόρτες;» Κοιτάζοντας την πόρτα ξανά είδαμε όλοι –για πρώτη φορά- ένα χερούλι επάνω της. Γελάσαμε με την ψυχή μας κι ανοίξαμε την πόρτα. Είχε μια σκάλα από κάτω της την οποία ευθύς αρχίσαμε να κατεβαίνουμε. Πρώτος πήγαινε ο Ατρελέγιος, ο ανιχνευτής μας και τελευταίος ο Κένταυρος που τον ακολουθούσαν όλα τα φαντάσματα. Το σκοτάδι στη σκάλα ήταν απόλυτο κι έτσι κάποια στιγμή ο Ατρελέγιος άναψε έναν πυρσό και το παράδειγμά του ακολούθησαν κι άλλοι. Φτάνοντας κάτω το πρώτο πράγμα που είδαμε ήταν το χρυσάφι. Έντεκα μπαούλα ανοιχτά γεμάτα με χρυσάφι! Όπως ακριβώς τα έλεγε ο θρύλος του Ρόσμπαρ. Έπειτα προσέξαμε και τους σκελετούς ανάμεσα στο χρυσάφι και είδαμε τα φαντάσματα να κατευθύνονται προς αυτούς. Ακουγόντουσαν αναστεναγμοί ανακούφισης γύρω μας και βλέπαμε τα φαντάσματα να ξαπλώνουν επάνω στους σκελετούς, ψάχνοντας και διαλέγοντας τους σωστούς, κι έπειτα να χάνονται. Κοιτάζαμε εντυπωσιασμένοι και για πρώτη φορά από τη στιγμή που πατήσαμε το πόδι μας στο νησί αισθανθήκαμε πως κάναμε κάτι σωστό. Μας πήρε δύο μέρες ολόκληρες να ανεβάσουμε το θησαυρό στο καράβι μας. Κοπιάσαμε περισσότερο για να πάρουμε το θησαυρό μαζί μας παρά για να τον βρούμε. Τα νεαρά μέλη του πληρώματος όταν τους διηγηθήκαμε τα καθέκαστα μας μούτρωσαν που τα αφήσαμε πίσω και δεν είδαν τα φαντάσματα του Ρόσμπαχαρ αλλά σύντομα, όταν ο Τιποτένιος δέχτηκε να τους τα διηγηθεί ησύχασαν και τον άκουγαν μαγεμένοι. Αυτό που δεν είπαμε ποτέ σε κανέναν –το σημειώνω εδώ για να μη χαθεί δια παντός από την ιστορία- είναι πως το πλήρωμα του πλοίου του Ρόσμπαρ δεν το σκότωσαν άγριοι όπως ο μύθος πρεσβεύει, αλλά ο ίδιος ο καπετάνιος τους, που σάλεψε το μυαλό από το πολύ χρυσάφι κι αφού έχτισε την κρύπτη εκείνη τους έκλεισε μέσα και τους εκτέλεσε έναν έναν με τη σειρά. Βρήκαμε το σκελετό του να κείτεται μέσα σε ένα μπαούλο καλυμμένο από χρυσά νομίσματα. Τον αφήσαμε εκεί, γυρίσαμε μόνο με δέκα από τα έντεκα μπαούλα του και ξέρουμε καλά πως πρέπει να ξεφορτωθούμε γρήγορα τα νομίσματα για να μη μας χτυπήσει κι εμάς η αρρώστια του Ρόσμπαρ. Edited September 7, 2006 by Nienor Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted September 7, 2006 Share Posted September 7, 2006 Δε χορταίνω να διαβάζω τις ιστορίες σου Κιάρα... Ακούω πυροβολισμούς, φαντασματοφωνές, βλέπω αστερόσχημα νησιά και χιλιάδες χρυσά νομίσματα κι όλα αυτά όμορφα και περιεκτικά, σαν στο σινεμά. Πρέπει να σε προσλάβουν για να βοηθήσεις στο τρίτο μέρος των πειρατών της Καραϊβικής, το έχεις χαλαρά! Κι άλλο! Κι άλλο! Γράφε, γράφε γράφε (για να μάθεις ) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
month Posted September 7, 2006 Share Posted September 7, 2006 μια φιλική εκδίκηση sonya; Σοβαρά είναι αρκετά ωραίο, αναμένο την συνχεια... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
heiron Posted September 7, 2006 Share Posted September 7, 2006 Ο κυκλος... Βασικα το διαβασα μονο για τη χαρη του σοφου κενταυρου!Χε,χε...φαση εχει!Αντε,Κιαρα συνεχισε... Αν και τωρα αρχιζω να φοβαμαι τον καπετανιο Ρομπεν μην του σαλεψει(κι αλλο). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
trillian Posted September 8, 2006 Share Posted September 8, 2006 Ώστε μετράω το βάθος ε; χμ....pas mal . Εφόσον παίρνω το μερίδιό μου από τους θυσαυρούς, μπορώ να κάνω ό,τι θέλετε - εκτός από το να με βάλετε στο παρατηρητήριο, καθότι δε βλέπω καλά και θα σας ρίξω σε ξέρα . Α! Πρέπει να πω ότι κατα τη γνώμη μου ο καπετανιος μας δεν έχει να φοβηθεί από την καταρα...είναι τόσο σαλεμένος ήδη, που ακόμα κ οι κατάρες τον αποφεύγουν . Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.