Jump to content

Το Πέταγμα


RaspK

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Παναγιώτης Κουτελιδάκης

Είδος: Αφήγημα

Βία: Όχι

Σεξ: Όχι

Αριθμός Λέξεων: 979

Αυτοτελής: Ναι.

Σχόλια: Αυτό το κείμενο γράφτηκε αρχικά για το Εργαστήριο· το θέμα του είναι μια σύγχρονη άποψη/εφαρμογή ενός θρύλου, που λέει πως, αν αφήσεις ένα λευκό περιστέρι, αυτό μπορεί να οδηγήσει την ψυχή του στα ουράνια, ενώ, αν αφήσεις ένα κοράκι, αυτό θα τραβήξει την ψυχή του προς την κατεύθυνση της κόλασης.

 

«Τί κάνεις, Τζομπ; Συμβαίνει κάτι;» Η ανησυχία δεν μπορούσε να κρυφτεί από τη φωνή μου, και δεν προσπάθησα κάτι τέτοιο, άλλωστε.

Ένα δάκρυ ήταν έτοιμο να κυλήσει από την άκρη του ματιού σου, αλλά σ' έσωσε από τις αγχώδεις ερωτήσεις μου αυτή η τόσο συνηθισμένη πια για σένα κίνηση, σαν να έτριβες τα μάτια σου για να διώσεις την κούραση και το πρήξιμο από την ανάγνωση αμέτρητων σελίδων - κατάλαβα εκείνην κιόλας τη στιγμή ότι θ' απέφευγες να δώσεις την όποια απάντηση, και δεν άργησες να μ' επαληθεύσεις. «Μην προβληματίζεσαι, Χέκατε: όλα είναι μια χαρά. Λίγο κουρασμένος είμαι μόνο, ξέρεις.» Είχα μάθει πια πως σε κούραζε αυτή μου η προσπάθεια να σε προστατεύσω από το κάθετι, ακόμα κι αν κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο, αν και είχ' αργήσει πάρα πολύ, δυστυχώς. «Όλα είναι καλά...» συμπλήρωσες, σα να ήθελες, σχεδόν, να πείσεις τον εαυτό σου, ίσως ακόμα και για ν' αφήσω τ' όλο θέμα στην άκρη. Έτριψες λίγο πιο δυνατά τα μάτια σου για να προλάβεις να κρύψεις τα δάκρυα που έρρεαν τώρα πια.

 

Το επόμενο πρωί πήρες το αυτοκίνητό σου και ξεκίνησες για το κοντινότερο κατάστημα ζώων - σε ακολούθησα μ' ένα ταξί, φυσικά, όπως έκαναν παλιά και στις ταινίες, θυμάσαι; Δεν περνάνε, όμως, τόσο συχνά όσο θα με βόλευε, οπότε έπρεπε να κάνω εγώ την πρώτη κίνηση: κάλεσα το ταξί και ζήτησα από τον οδηγό να μπει στην πάροδο απέναντι από το σπίτι μας και να σε ακολουθήσει μόλις έβγαινες.

Το ήξερα, βλέπεις, πως θα βγεις. Πάντα παίρνεις αυτό το ύφος όταν καλύπτεις μεγάλες αποστάσεις, δεν το ξέρεις; Σα να προσπαθείς να κάνεις τον κόσμο να κινηθεί με το βλέμμα σου και, όταν διαπιστώνεις ότι το βουνό δε θα έρθει τελικά στο Μωάμεθ, το παίρνεις απόφαση και ξεκινάς. Άσε που ήξερα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να έκανες το παραμικρό παρά μόνο αφότου έφευγα - και μόνο η κουβέντα της προηγούμενης μέρας μου έλεγε ότι δε θ' ανοιγόσουν, ό,τι κι αν συνέβαινε.

Μού ήταν αδύνατο, όμως, να μαντέψω τη συνέχεια: στην αρχή νόμιζα ότι θα πήγαινες να βρεις κάποιον, να πας σε κάποιο στέκι σου, ίσως και να... ξεδώσεις με κάποιον άλλο τρόπο, πραγματικά οτιδήποτε - αρκεί να σιγουρευόμουν ότι θα είσαι καλά και μετά θα έφευγα. Ποτέ δε θα μπορούσα, όμως, να φανταστώ ότι θα έμπαινες, στο κατάστημα ζώων που τόσο συχνά απέφευγες λόγω της βαριάς μυρωδιάς που ανέδιδε. Μου ήταν αδύνατο, φυσικά, να παρακολουθήσω τι συνέβη, αλλά έμεινες αρκετή ώρα εκεί. Θυμάμαι καθαρά την εικόνα σου, όταν τελικά βγήκες κρατώντας ένα κλουβί. Δεν μπόρεσα να καταλάβω εκείνην την ώρα γιατί μπορεί να είχες πάρει κάτι, και άρχισα να σκέφτομαι που θα το βάλεις το ζωντανό, μέχρι που πρόσεξα ότι δεν είχε τίποτα μέσα.

 

Απορρώντας τί έχεις με το νου σου, έβαλα τον ταξιτζή να σε πάρει στο κατώπι καθώ έπαιρνες μία-μία τις πλατείες, κόβοντας ταχύτητα μολίς περνούσες δίπλα τους, σχεδόν σα να ψάχνεις κάτι. Το μόνο που είδα από την απόσταση που ήμουν ήταν πως, στην κεντρική πλατεία, έσκυψες και μάζεψες κάτι που πήρες μαζί σου στο αυτοκίνητο, αλλά δεν τράβηξες για το σπίτι, παρά για έξω απ' την πόλη. Και αν μου είχε κάνει εντύπωση αυτό, ακόμα μεγαλύτερη μου έκανε η κατεύθυνση που έπαιρνες. Την ίδια μπορούσα να την καταλάβω, αλλά γιατί μου διεύφευγε η όποια σύνδεση με όλα όσα είχες κάνει μέχρι εκείνην τη στιγμή.

 

Σου πήρε λίγη μόνον ώρα μέχρι να φτάσεις στον προορισμό σου. Είχε περάσει πολύς καιρός, βέβαια, αλλά το μέρος σου ήταν τόσο γνώριμο όσο τίποτ' άλλο - εδώ είχες ζήσει σαν παιδί, εδώ περνούσες τόσες ώρες με τους φίλους σου, όλα εδώ, ώσπου μετακομίσαμε. Ήταν η πρώτη φορά, όμως, που ξαναερχόσουν, παρότι είχες πει σε όλους ότι δε θα τους άφηνες πίσω, πως θα ερχόσουν κάθε τόσο να πεις ένα γεια.

Φάνηκες τόσο κουρασμένος καθώς έβγαινες από τη θέση του οδηγού, τόσο βαθειά μετανιωμένος εκείνην τη στιγμή, που κόντεψα να τρέξω κοντά σου και να σε τυλίξω στην αγκαλιά μου όπως έκανα παλιά αν είχες χτυπήσει τα γονατά σου ή όταν είχες πυρετό, αλλά έβαλα τα δυνατά μου για να μη σε φέρω σε δύσκολη θέση. Αυτό ήταν ένα βήμα που έπρεπε να κάνεις μόνος, κατά πώς φαινόταν, και δεν μπορούσα να κάνω κάτι γι' αυτό.

Κάθησα και σ' έβλεπα καθώς κατέβασες το κλουβί από το πορτ-μπαγκάζ πρωτού κλειδώσεις το αυτοκίνητο και περάσεις το δρόμο. Σε λίγο είχε περάσει τις αψυδωτές πύλες και βρισκόσουν ανάμεσα στα κρύα παρτέρια, με την καταχνιά και την ομίχλη να σε τυλίγουν βαριά.

Τότε μονάχα μου πέρασε από το μυαλό τι θα μπορούσε να έχει συμβεί, αλλά δεν ήξερα τις λεπτομέρειες, και δε θα μπορούσα να βγάλω κάποιο πιο σαφές συμπέρασμα χωρίς να σε ρωτήσω περί τίνος πρόκειται. Προτίμησα, λοιπόν, παρά την απρέπεια της πράξης μου, να σε ακολουθήσω.

 

Στεκόμασταν ανάμεσα στα πέτρινα αγάλματα και τις πλάκες, κάτω από την αχνή σκιά των κυπαρισσιών, όταν έφτασαν οι ψαλμωδίες στ' αυτιά μου και οι πρώτοι θρήνοι. Εσύ προχωρούσες ατάραχος, κι αυτό ήταν, ίσως, αυτό που με τάραξε περισσότερο. Συνέχισα, μπερδεμένη όσο ποτέ άλλοτε εκείνην τη μέρα, μέχρι που κάθησες λίγο παράμερα από την τελετή, χωμένος ανάμεσα στις συστάδες κι αφήνοντας το κλουβί μπροστά στα πόδια σου. Παραμέρησα για να μη με δεις και δεν άργησα να προσέξω ότι τα μάτια σου ήταν καρφωμένα πάνω στους συγκεντρωμένους ανθρώπους, βυθισμένος ολόψυχα στη λιτανεία που πλημμύριζε το βαρύ φθινοπωρινό αέρα.

 

Καθώς οι τελευταίοι ψαλμοί έφτασαν την κορύφωση, πλησιάζοντας και το τέλος τους, έσκυψες και άνοιξες προσεκτικά την πόρτα του κλουβιού και τράβηξες από μέσα αυτό που μπορούσα μόνο να μαντέψω ότι είχες πάρει μαζί σου από την πλατεία: ένα περιστέρι άσπρο σαν το καθαριο χιόνι μιαν ηλιόλουστη μέρα του χειμώνα. Καθόμουν και σε κοίταζα νωχελικά καθώς το χάιδευες για να ηρεμήσει στα χέρια σου και σαν το ελευθέρωσες την ώρα που οι ιερείς είπαν τα τελευταία του λόγια και άρχιζαν όλοι να φεύγουν. Το βλέμμα σου ακολούθησε το πέταγμά του στα ουράνια και μετά είπες: «Νομίζω ότι θα το ήθελες.»

Link to comment
Share on other sites

Χρειάζεται ακόμα κάποιες διορθώσεις, αλλά σίγουρα είναι καλύτερο από την έκδοση του εγραστηρίου. Ως ιστορία έχει το ενδιαφέρον της, αν και είναι πολύ αφηρημένη, της λείπουν οι λεπτομέρειες που θα μας κάνουν να ενδιαφερθούμε περισσότερο για τους πρωταγωνιστές.

Link to comment
Share on other sites

Χμ, σε αυτό δεν έχεις άδικο, αλλά δεν μπορώ να πω ότι υπήρξε η διάθεση εκ μέρους μου, προς το παρόν, σε αυτήν την προσέγγιση. Οφείλω, όμως, να ομολογήσω ότι έχεις δίκιο: οι χαρακτήρες μου μοιάζουν σχετικά επίπεδοι, και πρέπει να τους δώσω ψυχή. Θα χαιρόμουν να μου υποδείκνυες οιοδήποτε λάθος προσέξεις. ;)

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..