Jump to content

Εντροπία


Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Απόστολος (Guardian of the RuneRing #2)

Είδος:Eπιστημονική φαντασία

Αριθμός Λέξεων:1329

Αυτοτελής:Ναι

Σχόλια: Θα την βάλω στο διαγωνισμό...

 

 

 

 

ΕΝΤΡΟΠΙΑ

 

Ο Δεύτερος Νόμος της θερμοδυναμικής

προκύπτει από το γεγονός ότι για

ένα φυσικό σύστημα οι δυνατές καταστάσεις

αταξίας είναι πάντοτε πολύ περισσότερες

από τις δυνατές καταστάσεις τάξης.

 

Stephen Hawking, A Brief History of Time.

 

 

 

 

«Τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Ο κόσμος τρελαίνεται. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο φανερό είναι πως η ακμή του ανθρώπου, το μέγιστο, ήταν η φωτιά. Πλέον μας το λένε και οι φυσικοί. Εντροπία, θερμοδυναμικά βέλη του χρόνου και όλα τα σχετικά…», είπε βαριεστημένα και γύρισε ξανά στην οθόνη του υπολογιστή.

«Ξεκόλλα, ρε Γιάννη. Γιατί τα βλέπεις όλα τόσο μουντά; Τόσα όμορφα πράγματα υπάρχουν κάνουν οι άνθρωποι· τέχνες, επιστήμες…»

«…πολέμους, καταστροφές…»

«Αυτό σου λέω. Μη βλέπεις όλα τα’ άσχημα μόνο, δες και τα θετικά. Εσύ το έχεις ανάγει σε φιλοσοφία: ‘Όλα πάνε κατά διαόλου και γι’ αυτό εγώ δεν κάνω τίποτα για να βοηθήσω’. Πότε έκανες κάτι αξιόλογο, μια καλή πράξη; Μου φαίνεται δικαιολογείς τον ωχαδερφισμό σου…»

«Δε μας παρατάς, λέω εγώ. Άρχισες πάλι. Αν θες να συνεχίσεις μ’ αυτά φύγε καλύτερα, ρε Πέτρο.»

Μια μανία γεννήθηκε στο πρόσωπο του Πέτρου. Σηκώθηκε απότομα από τον λερωμένο κόκκινο καναπέ, έπιασε το μπουφάν του που ήταν κρεμασμένο δίπλα στην πόρτα και έφυγε από το μικρό διαμέρισμα του Γιάννη. Ο δυνατός ήχος της πόρτας που έκλεισε βίαια, αντήχησε για λίγο, σπάζοντας την μονοτονία από τον χτύπο των πλήκτρων του πληκτρολογίου.

«Τι αξιόλογο να έχω κάνει; Είμαι πιόνι του σύμπαντος. Αφού τα πάντα πάνε στο χάος πως εγώ θα φέρω την τάξη; Δε γίνεται», απολογήθηκε στον εαυτό του.

Έριξε μια ματιά στο δωμάτιό. Πέρα από το μπάνιο ήταν το μόνο δωμάτιο του «σπιτιού του». Ο καναπές γεμάτος λεκέδες, συνήθως από τα ποτά και το φαγητό, το έτοιμο, που καταναλώνει μπροστά στην τηλεόραση. Αυτή παίζει σιγανά. Το τραπεζάκι ανάμεσά τους ήταν γεμάτο μπουκάλια, ποτήρια και πλαστικά πιάτα, όπως και διάφορα σημεία του πατώματος. Το κρεβάτι ξέστρωτο με την κουβέρτα να κρέμεται, από τα ανακατεμένα σεντόνια, πάνω από το μικρό σκονισμένο χαλάκι.

«Ούτε να κοιτάξω δε μπορώ» μονολόγησε. «Ας πάω στο μπαρ, απέναντι. Λίγη μουσική, λίγη παρέα, κανένα ποτάκι…»

Σηκώθηκε. Το σκισμένο του παντελόνι άφηνε να φανεί το πόδι του λίγο πιο κάτω από το γόνατο. Έψαξε για τη μπλούζα του ανακατεύοντας ακόμα περισσότερο τα σεντόνια. Τη βρήκε, τη φόρεσε, σχεδόν με το ζόρι, λες και δεν ήθελε να πάει για να πιει αλλά μια δύναμη τον ανάγκαζε να το κάνει. Έπιασε τα κλειδιά του που βρίσκονταν πάνω στο γραφείο, δίπλα στην, γεμάτη δαχτυλιές, οθόνη του υπολογιστή και έφυγε.

 

«Έι, φίλε, ξύπνα! Σήκω, κλείνουμε. Δεν ακούς; Σήκω· μη ξεχάσεις να πληρώσεις.» η φωνή ενός νέου, που έμοιαζε νυσταγμένος, τον έφερε πίσω στον κόσμο. Πόσο είχε πιει; Ούτε ο ίδιος ήξερε αλλά πάντως όλα γύριζαν.

«Δεν έχω να πληρώσω. Όταν βρω δουλειά θα σου τα δώσω…» είπε μέσα στη ζάλη του.

«Αν δεν είχες να μην έπινες» απάντησε ο νέος που πιθανότατα ήταν ο σερβιτόρος.

«Έλα ρε, δεν έχω όρεξη για κουβέντα τώρα, τι με πρήζεις, αφού ξέρεις εδώ απέναντι μένω.»

«Άντε καλά, αλλά φύγε, κλείνει το μαγαζί…»

Σηκώθηκε. Τα πάντα γύρω του χόρευαν μ’ έναν περίεργο ρυθμό και αυτός, το μοναχικό παιδί στη μέση που όλοι περιγελούν. Παραπατώντας, σα να χορεύει και αυτός, προσπαθώντας να γίνει ένα με τον κόσμο, φτάνει στην πόρτα και βγαίνει έξω. Το φως από τους πυλώνες τρεμοπαίζει τραγουδώντας μια μαγεμένη μελωδία, κάνοντας τον να ταξιδεύει από το φως στο σκοτάδι, απ’ τα πάντα στο τίποτα, σε μια στιγμή. Πρέπει να φτάσει στο πεζοδρόμιο απέναντι. Κοιτάει τον ουρανό. Στις πόλεις δεν υπάρχουν άστρα, μόνο μουντά σύννεφα που αντανακλούν το κιτρινισμένο φως που έφτιαξαν οι άνθρωποι. «Καλημέρα» λέει με μια βαθιά υπόκλιση στη νύχτα και σωριάζεται.

 

Ο ήλιος, γεμάτος ζωντάνια, τον ξυπνάει. Ανοίγει τα μάτια του. Βρίσκεται δίπλα στην είσοδο της πολυκατοικίας που ζει. Τα ρούχα του, κολλημένα πάνω του και βρεγμένα, τον κάνουν να κοιτάξει γύρω. Πρέπει να έβρεξε το βράδυ· τα πάντα είναι υγρά. Τώρα όμως ο γαλάζιος ουρανός με τα λίγα σύννεφα του δίνει ενέργεια. Σα να τον χτυπάει κεραυνός, σηκώνεται όρθιος απότομα. Προσπαθεί να βάλει μια τάξη στο μυαλό του. Δε μπορεί να θυμηθεί τι συνέβη στο μπαρ, ούτε πως βρέθηκε εκεί που ήταν. Θυμάται πως είχε διαφωνήσει με τον Πέτρο και πως αποφάσισε να πάει στο μπαρ. «Τι σημασία έχει» σκέφτεται. «Δεν ξέρω πως αλλά σήμερα έχω μεγάλη όρεξη για να κάνω τα πάντα.» Βγάζει τα κλειδιά του και ανοίγει την πόρτα. Ξεχειλίζει από ενέργεια. Περιμένει τον ανελκυστήρα. Από αμηχανία κλοτσάει τον κάδο που βρίσκεται δίπλα στις σκάλες. Αυτός αναποδογυρίζει και τα σκουπίδια σκορπίζονται στο πάτωμα. Κι άλλος κεραυνός. Σκύβει και τα μαζεύει, προσεχτικά, τα τοποθετεί πάλι μέσα με επιμέλεια. Το ξανασκέφτεται. Παίρνει τον κάδο και με μεγάλες δρασκελιές βγαίνει έξω και τον αδειάζει στον κάδο του δήμου. Έπειτα επιστρέφει μέσα, τοποθετεί τον κάδο στην σωστή του θέση με ακρίβεια. «Θα πάω απ’ τις σκάλες. Πρέπει να χάσω και μερικά κιλά.» ψιθυρίζει.

 

Ξεκλειδώνει την πόρτα του σπιτιού του. Το χάος δεν τον πτοεί. «Κάποιος πρέπει να βάλει μια τάξη στο μέρος αυτό!» λέει σχεδόν τραγουδιστά και αρχίζει να συμμαζεύει. Τα χέρια του, κινούμενα από μια ανώτερη δύναμη, βιαστικά μα επιδέξια, δουλεύουν. Ακούραστος, μέσα σε λίγες ώρες, έχει κάνει το μικρό του δωμάτιο να μοιάζει καινούριο. Χαμογελάει. «Λίγη τηλεόραση, για να επιβραβεύσω τον εαυτό μου». Κάθεται προσεχτικά στον καναπέ, σα να προσπαθεί να μη μετακινήσει τα καλά τοποθετημένα φουσκωτά μαξιλάρια. Πατάει το κουμπί. Κεραυνός. Μόνο που τα μάτια του αντικρίζουν την μικρή πολύχρωμη οθόνη, νιώθει την ανάγκη να την κλείσει. «Δεν πρέπει να ξοδέψω ούτε ένα δευτερόλεπτο. Ας κάνω κάτι παραγωγικό, κάτι αξιόλογο.». Δεν μπορεί να αποφασίσει. Τόσο τριγυρίζουν στο μυαλό του, όλα όσα έχει αμελήσει τόσο καιρό. «Πρέπει να διαβάσω κανένα βιβλίο. Τι σπίτι είναι αυτό χωρίς βιβλία; Θα αγοράσω!» Άνοιξε το συρτάρι, πήρε τα αρκετά δανεικά που του είχε αφήσει η μητέρα του «Πρέπει να της τα επιστρέψω. Στο δρόμο, ας πάρω μια εφημερίδα να βρω καμιά δουλεία. Είμαι αρκετά ικανός, αν και δεν έχω σπουδάσει τίποτα.». Έκλεισε το συρτάρι και έφυγε ξανά.

 

Στο δρόμο, οι άνθρωποι που πήγαιναν βαριεστημένο στις δουλείες τους, τον κοιτούσαν με θαυμασμό και περιέργεια. Περπατούσε γρήγορα, προσεχτικά και κάθε μικρή ατέλεια που έβλεπε τη διόρθωνε πάση θυσία. Κάποιοι τον ρωτούσαν τι κάνει, άλλοι τον έβριζαν όταν μπλεκόταν στα πόδια τους (που παραδόξως είχε πάντα θετικά αποτελέσματα) και αυτός πάντα απαντούσε με ένα μεγάλο χαμόγελο, φτιάχνοντάς τους έτσι τη μέρα. Σύντομα επέστρεψε στο σπίτι του με μια ντουζίνα βιβλία. Στο μυαλό του είχε κάθε λεπτομέρεια της διαδρομής, σα να τα ζούσε εκείνη τη στιγμή. «Ας στρωθώ στη δουλειά!».

 

Διάβαζε ακατάπαυστα μέχρι το απόγευμα. Τα μάτια του γέμιζαν με τα αμέτρητα γράμματα και ο νους του με όλες τις διηγήσεις, τις ιστορίες και τις πληροφορίες που περιείχαν. Τελείωσε, όμως η δίψα του για να κάνει οτιδήποτε δεν είχε σβήσει. Είχε φουντώσει. Ένιωθε την ανάγκη να γράψει και αυτός κάτι στον υπολογιστή. Καθώς διάβαζε του ήρθαν στο μυαλό τόσες ιδέες· έπρεπε να τις δώσει ζωή. Έτσι άνοιξε τον υπολογιστή και άρχισε να γράφει. Οι μούσες, δε του έκρυβαν τίποτα. Του χάριζαν απλόχερα κάθε τους δύναμη, κάθε τους πνοή. Ζούσαν μέσα του και τον γέμιζαν, ήταν ένα με αυτόν.

 

Τα μεσάνυχτα τελείωσε τη δουλεία του. Ένιωθε πως έπρεπε να κάνει κάτι διαφορετικό. Ήταν νύχτα. Το μυαλό του άστραψε από μια ιδέα. Στο μπάνιο είχε μπογιές για να βάψει το σπίτι. Πολλά χρώματα. Θα μπορούσε να βάψει τους τοίχους, να τους δώσει ζωή. Είχε την ανάγκη να εκφραστεί. Έτσι τις πήρε και με μανία ζωγράφου που έχει στο νου του ακριβώς αυτό που πρέπει να δημιουργήσει άρχισε.

 

Άνοιξε τα μάτια του. Είχε κοιμηθεί καθώς δούλευε. Έριξε μια ματιά στους τοίχους. Πουλιά ξεπετάγονταν από κάθε γωνία του σπιτιού εικόνες από κάθε κόσμο. Μαγικές φλογέρες, κάστρα και πλανήτες, θεοί και δαίμονες, πόλεις ανάμεσα στους κόσμους και σκοτεινά δάση που, κρυμμένα στα δέντρα, ξωτικά κοιτούν με υποψία τους χαμένους στα ανθρωπόμορφα δέντρα ταξιδιώτες. Θάλασσες που καθρεπτίζουν τους πιο όμορφους ουρανούς και άστρα που φωτίζουν το δρόμο σε κάθε ζωντανό πλάσμα. Όλα μαζί να χορεύουν, να τραγουδούν, να παίζουν, με τον πιο αξεπέραστο τρόπο, γεμάτα πάθος για τη ζωή, πάθος για το καθετί, γύρω από ένα μεγάλο βέλος, κατακόκκινο, πανίσχυρο, ολοζώντανο, που στριφογυρίζει χαρούμενο, υπνωτιστικά, αιώνια στο ταβάνι και παίρνει μαζί του όλο τον κόσμο.

 

«Τι μαλακίες· πεινάω.»

Link to comment
Share on other sites

Μερικές διευκρινήσεις για το κείμενο:

 

Ο Δεύτερος Νόμος της θερμοδυναμικής λέει πως είναι αδύνατο να μεταφέρεις θερμότητα από ένα ψυχρό σώμα σε ένα θερμότερο χωρίς να δαπανηθεί ενέργεια (πηγή: βιβλίο φυσικής κατεύθυνσης 2ας λυκείου). Δηλαδή οταν επιδιώκουμε να βάλουμε τάξη (δηλαδή να καθαρίσουμε το δωμάτιο μας ή να διαβάσουμε ένα βιβλίο) ξοδεύουμε ενέργεια μεγαλύτερη από το επίπεδο τάξης που επιτυγχάνεται. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να αυξάνεται η θερμική ενέργεια στο σύμπαν και συνεπώς η αταξία.

 

Το θερμοδυναμικό βέλος του χρόνου είναι ένα βέλος με φορά από την τάξη στην αταξία, που με έναν τρόπο ορίζει μια διεύθυνση στον χρόνο. Το τι θα συμβεί αν το βέλος αυτό θα αντιστραφεί (δηλαδή το σύμπαν οδηγείται από την αταξία στην τάξη) δεν είναι βέβαιο (τουλάχιστον από τα λίγα που ξέρω).

 

Στο παραπάνω κείμενο, παίρνοντας την ελευθερία να θεωρήσω ότι ο καθένας μας έχει το δικό του θερμοδυναμικό βέλος του χρόνου (πράγμα που με τα σημερινά επιστημονικά δεδομένα είναι λάθος) προσπάθησα να δώσω τις επιπτώσεις που θα έχει σ' έναν άνθρωπο μια τέτοια αλλαγή.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Μπορώ να πω ότι, από θεωρητική άποψη, η ιστορία αυτή είναι πολύ κοντά στο θέμα, για την ακρίβεια πέφτει σχεδόν κέντρο, αφού η λογική συνέπεια της εντροπίας είναι η φθορά, και μάλιστα σε συμπαντικό επίπεδο. Από άποψη γραφής έχω να παρατηρήσω λίγα πραγματάκια εδώ κι εκεί :

 

"Τη βρήκε, τη φόρεσε, σχεδόν με το ζόρι, λες και δεν ήθελε να πάει για να πιει αλλά μια δύναμη τον ανάγκαζε να το κάνει"

 

Μια δύναμη *να* τον ανάγκαζε

 

«Δεν ξέρω πως αλλά σήμερα έχω μεγάλη όρεξη για να κάνω τα πάντα.»

 

Το πως θέλει τόνο.

 

"Πατάει το κουμπί. Κεραυνός. Μόνο που τα μάτια του αντικρίζουν την μικρή πολύχρωμη οθόνη, νιώθει την ανάγκη να την κλείσει."

 

Πολύ καλύτερα θα ταίριαζε το «με το που τα μάτια του αντικρίζουν….»

 

"Οι μούσες, δε του έκρυβαν τίποτα."

 

Το κόμμα δε χρειάζεται.

 

Αυτά από τα μικρά. ¨Ένα σημαντικό «λάθος» που έχεις κάνει, είναι στους χρόνους σου. Από το σημείο που φεύγει από το μαγαζί μέχρι το τέλος, είναι μια ενιαία ενότητα, και άρα θα πρέπει να έχουν όλα τα ρήματα τον ίδιο χρόνο. Προσωπικά νομίζω ότι ο ενεστώτας του ταιριάζει καλύτερα, άλλωστε και πιο πριν έχεις αόριστο και η αλλαγή χρόνου δείχνει και την αλλαγή της διάθεσης του ήρωα. Έτσι το ξεκινάς κι εσυ (εκτός από το «τα φώτα χόρευαν» που μάλλον σου ξέφυγε ) αλλά το αλλάζεις πάλι μετά και δεν πρέπει. [/size]

 

Το μόνο πρόβλημα που βλέπω με την ιστορία, είναι δυστυχώς στο ίδιο το θέμα της…Εϊναι μια πάρα πολύ ωραία ιδέα σε θεωρητικό επίπεδο – για την ακρίβεια, θυμάμαι την πρώτη φορά που διάβασα για την εντροπία ότι σκέφτηκα αυτό ακριβώς, το ότι η αρχή σαφώς και έχει και ατομικές προεκτάσεις :p. Αλλά είναι δύσκολο να τη μεταφέρεις στον αναγνώστη – κάτι που μάλλον κατάλαβες κι εσυ, και έβαλες και την επεξήγηση. Αλλά πέρα απ αυτό, θα λειτουργούσε πιστεύω καλύτερα απ ό,τι τώρα, αν αναπτύσσες κι άλλο την τελευταία παράγραφο, αντί να αρκεστείς μόνο στην ατάκα. Να τον δούμε να σηκώνεται, να ριχνει πάλι τον καφέ στον καναπέ, να του πέφτουν τα πατατάκια στο πάτωμα, και να τελείωνες ίσως με το ότι στο τέλος της μέρας το διαμέρισμα ήταν πάλι όπως πριν, και ίσως και χειρότερα. Δεν είναι ανάγκη να είναι μεγάλη παράγραφος - ώστε να διατηρηθεί και η εντύπωση της αλλαγής και το εφέ του απότομου τέλους. Νομίζω με 3-4 το πολύ προτάσεις θα ήταν εντάξει.

 

Συνολικά λοιπόν, η γραφή σου είναι πολύ ωραία, η δομή σου θέλει λιγη δουλίτσα, και όσον αφορά το θέμα, να σου πω κάτι που έχω ανακαλύψει κι εγώ τελικα: το ότι οι «ιδεολογικές» ιδέες δεν κάνουν μια καλή ιστορία από μόνες τους – τις περισσότερες φορές θες μια πλοκή με πολλές ιδέες να ενσωματώνονται :)

Edited by trillian
Link to comment
Share on other sites

Επί του τεχνικού δεν έχω να συμπληρώσω τίποτα περισσότερο από αυτά που λέει ήδη η Αλεξάνδρα επάνω. Πρέπει να σου πω κι εγώ πως αν δεν είχες βάλει το υπόμνημα δε θα είχα καταλάβει περί τίνος πρόκειται κι έιναι κρίμα γιατί είναι μια όμορφη ιδέα. Τα κάποια γραμματικά λαθάκια της προσθέτουν λιγάκι σε προχειρότητα και μαζί με το ότι δεν καταλαβαίνω ακριβώς το νόημα μέσα από την ίδια την ιστορία βλέπω πως ήθελε πολύ δουλειά ακόμα προτού τη θεωρήσεις έτοιμη.

 

Η ιδέα της όπως σου είπα ήδη μου αρέσει και θα μου άρεσε να τη δω περισσότερο δουλεμένη ώστε να την υποστηρίξεις καλύτερα.

 

Πρόσεξε γενικά λίγο το διάλογό σου. Είσαι αρκετά ρεαλιστικός εδώ όμως και πάλι δεν αλλάζεις τρόπο γραφής από άτομο σε άτομο. Έχεις ένα ιδιαίτερο στυλ που διατρέχει όλο το κείμενο, απλά είναι ελαφρώς μονοκόμματο οπότε και δε με πείθει επαρκώς πως όντως μιλάνε άλλοι.

 

Επειδή είναι και η τελευταία ιστορία από τις τρεις του διαγωνισμού όπου σου ανεβάζω σχόλια να σου πω και λίγο γενικά.

 

Καταρχάς γράφεις όμορφα και φαίνεται πως έχεις πολύ ενδιαφέρουσες ιδέες. Αυτά για μένα είναι και τα πολύ βασικά. Τα γραμματολογικά τα βρίσκεις, δεν είναι και τίποτα φοβερό δηλαδή. Πιστεύω πως γενικά χρειάζεσαι λίγη περίσσοτερη δουλειά στο επίπεδο της διόρθωσης (όλοι μας άλλωστε) να τις αφήνεις ίσως και να κοιτάζεις ξανά με πιο καθαρή ματιά αφού έχει περάσει λίγος χρόνος από τη γραφή τους. Λειτουργείς καλά υπό πίεση και "παράγεις" εύκολα, "σου βγαίνει" θα έλεγα και θα ήταν κακό να μην το προχωρήσεις.

 

Συνέχισε την καλή δουλειά. :)

Link to comment
Share on other sites

Λοιπόν, για την ιστορία αυτή θα πω δυο πραγματάκια.

 

Είχα σκεφτεί άλλα δύο "σενάρια" για αυτή την ιστορία με διαφορετικό τέλος το καθένα. Το ένα θύμιζε "Το αβάσταχτο βάρος του να είσαι" (διαφημιστής έπρεπε να γίνω) και γι' αυτό το παράτησα και το άλλο με οδήγησε στο εξής συμπέρασμα: Αν είναι να μιλήσω για έναν άνθρωπο που είναι από τη φύση του αδύνατο να μπει σε μπελάδες πως είναι δυνατό να τον βάλω σε μπελάδες (για να υπάρχει και ενδιαφέρον στην ιστορία). Αν είναι να κάνει κάτι που αυξάνει την τάξη δεν μπορεί ούτε για μια βόλτα να βγει χωρίς να τον "χτυπήσει κεραυνός". Έτσι κατέληξα πως τα πράγματα που αυξάνουν την τάξη είναι και τα πιο βαρετά :bleh: (και επίσης κατέληξα σ' αυτή την ιστορία).

 

Όσο για τα σχόλια, το ίδιο μου είπε και ο Nihilo και ναι το ξέρω αλλά ήθελα (και ίσως τελικά δεν θα έπρεπε) να δώσω αυτή την κοσμική αλλαγή μέσα από τα μάτια του ήρωα που δεν ξέρει από φυσική.

 

Αυτά και ευχαριστώ.

Link to comment
Share on other sites

Πιθανότατα να σε βοηθούσαν πολύ οι ασκήσεις που έχουμε κάνει στο Εργαστήρι, Guardian. Ειδικά αυτές της οπτικής γωνίας.

Τα μάτια του ήρωα είναι μόνο ένα κομμάτι μιας διήγησης, το άλλο κομμάτι είναι ο "θεός" που λέμε, ο συγγραφέας-αφηγητής δηλαδή, ο οποίος δίνει όλα τα υπόλοιπα απαραίτητα στον αναγνώστη. Αφαιρόντας αυτή την οπτική γωνία αφαίρεσες και την όλη γοητεία της ιστορίας, όλη την ιστορία ουσιαστικά η οποία, σημειωτέον, ήταν εξαίρετη σαν ιδέα.

 

Το αν ο πρωταγωνιστής δεν ξέρει από φυσική δεν έχει σημασία. Αυτό το έδωσες στο characterization που έκανες. Σαν συγγραφέας όμως έπρεπε να "πλέξεις" όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, προς χάρην του αναγνώστη σου, *μέσα* στην ιστορία και όχι με ένα μικρό υπόμνημα.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 years later...

Μου άρεσε η ιστορία και ο τρόπος που γράφεις. Δε θα επαναλάβω τα σχόλια των ανωτέρω, θα συνεισφέρω μόνον μια ιδέα. Ίσως θα είχε ενδιαφέρον να δείξεις με ποιον τρόπο η τάξη που επέφερε ο πρωταγωνιστής στο σύστημα προκαλούσε και αταξία έξω από αυτό...

Link to comment
Share on other sites

Guest Anime_Overlord

Αυτός ο νόμος της θερμοδυναμικής είναι μια βλακεία και μισή όταν πας να τον παραβάλεις με την ατομική ζωή. Αν δαπανίσεις Α ενέργεια για να φτιάξεις έναν ορεινό δρόμο τότε σε 100 χρόνια θα γλυτώσεις πολύ περισσότερη ενέργεια από όλους όσους περνάνε πιο άνετα χάρη σε αυτόν.

 

Μη το συγκρίνετε όμως με το ανατολικό θρησκευτικό "Το Μη Πράττειν" γιατί έχει εκεί να κάνει με την αρμονία του μυαλού και είναι πραγματικά χρήσιμο.

 

Πέρα από αυτό, το κείμενο είναι υλικό για νουβέλα ολάκερη και το άφησες σε μια παράθεση ιδεών. Αλλά μην ανυσηχείς, το καταπιάνω κι εγώ με παρόμοιο τρόπο στις δικές μου ιστορίες.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..