Jump to content

Τυλίγοντας το κουβάρι των σκέψεων γύρω από τον λαιμό


Arachnida

Recommended Posts

Τυλίγοντας το κουβάρι των σκέψεων γύρω από το λαιμό

 

Γιάννης Πλιώτας και Γιώργος Μάγης

 

Το παλιό εκκρεμές χτυπάει τρεις συνεχόμενες φορές…

 

Πόσοι άνθρωποι έχουν την τύχη να ξυπνήσουν μέσα στη νύχτα, να κοιτάξουν δίπλα τους και να συνειδητοποιήσουν ότι κοιμούνται με τον άνθρωπο της ζωή τους; Ένας από αυτούς είναι ο Γιώργος. Το παλιομοδίτικο εκκρεμές ρολόι στο σαλόνι, μια περιποιημένη αυλή κι ένα σπίτι που θυμίζει παλιό αρχοντικό περισσότερο λόγω της εσωτερική του διαμόρφωσης, παρά της εξωτερικής του δομής, είναι όλα όσα αγαπάει.

 

Ο Γιώργος ανοίγει τα μάτια, ξυπνάει. Λες και τόσα χρόνια στο ίδιο σπίτι δεν είχε συνηθίσει τους χτύπους του ρολογιού. Κι όμως ξύπνησε λες και οι χτύποι σήμαιναν αδιάκοπα δίπλα από το αυτί του σαν ένα παλιό ξυπνητήρι.

 

Δεν μπορεί να καταλάβει αν ο χτύπος έχει κάτι το γνώριμο, παράδοξα είναι αναπάντεχος, ξαφνικός. Αν και είναι κουρασμένος απ’ την πολύωρη, μονότονη δουλειά στο γραφείο, σηκώνεται. Τα μάτια του μπερδεμένα από το σκοτάδι του ύπνου, αναγνωρίζουν δίπλα του μια μορφή που του φέρνει πάντα γαλήνη και ηρεμία.

 

Συναισθήματα αγάπης, αλλά και μια κρυμμένη ανάγκη για φροντίδα. Φροντίδα για εκείνη που κοιμάται δίπλα του τόσο γαλήνια. Ο Γιώργος δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα μπορούσε γυναίκα να κοιμάται με τόση ηρεμία ζωγραφισμένη στα χαρακτηριστικά του προσώπου της. Όμορφη, αδιάφορη ή και άσχημη.

 

Αυτή, όμως είναι τόσο όμορφη. Ίσως και να είναι από τα πιο όμορφα αντικείμενα που έχει δει ποτέ στη ζωή του. Και κοιμάται δίπλα του. Ο Γιώργος παραμερίζει τα μεταξένια σεντόνια και φεύγει όσο πιο σιγά μπορεί.

 

Αυτή η γαλήνη στο πρόσωπο της είναι τόσο τέλεια που ο ίδιος θα σιχαινόταν για πάντα τον εαυτό του, αν την ξυπνούσε χωρίς λόγο.

 

Πατώντας με τις μύτες των ποδιών του πάνω στο ξύλινο πάτωμα, περνάει βιαστικά από το σαλόνι, κάτω από το ρολόι που τον ξύπνησε και περπατάει προς την κουζίνα, ανοίγει το φως και βάζει ένα ποτήρι νερό. Αμέσως μετά όσο πιο ήσυχα μπορεί, κάθεται σε μια καρέκλα, αφήνει το φτηνό ποτήρι πάνω στο τραπέζι μπροστά του και φέρνει πιο κοντά ένα βρώμικο, κρυστάλλινο τασάκι.

 

Το βλέμμα του φτάνει μέσα από την ανοιχτή πόρτα μέχρι το παλιό εκκρεμές. Τρεις και δέκα. Φέρνει πιο κοντά, με αργές κινήσεις, ένα ασπροκόκκινο μικρό πακέτο τυλιγμένο σε ζελατίνα, το ανοίγει, βγάζει ένα τσιγάρο που πολλά χρόνια μετά θα του προσφέρει απλόχερα τον καρκίνο και το ανάβει με κάτι πρόχειρα σπίρτα.

 

Σκέφτεται όλα εκείνα τα βράδια που εκείνη δεν τον έχει αφήσει να κοιμηθεί δίπλα της. Βράδια στη σοφίτα, στον άβολο καναπέ στο σαλόνι, στην απομόνωση και στο μουχλιασμένο υπόγειο. Ευτυχώς κάποτε είχε δει εκείνη την ταινία στην τηλεόραση και άνοιξε μία τρύπα στον τοίχο του δωματίου, όπως ο πρωταγωνιστής. Έτσι μπορούσε ακόμα κι εκείνες τις βραδιές, να ρίχνει την αδιάκριτη ματιά του στο σώμα της. Αισθανόταν τόσο ένοχος τότε…

 

Εκείνη τη στιγμή ακούει θόρυβο μέσα από το δωμάτιο. Εκείνη. Μάλλον όσο ήσυχος κι αν ήθελε να είναι, την ξύπνησε τελικά. Σχεδόν έχει τελειώσει το τσιγάρο και αυτή εμφανίζεται μπροστά του ντυμένη αρκετά απλά. Τζιν και λευκό εφαρμοστό μπλουζάκι. Πίσω της το ρολόι· ο χρόνος που κυλάει. Δίπλα από το ρολόι ένα παράθυρο με ανεβασμένα ρολά. Νύχτα.

 

-Σε ξύπνησα; ρωτάει με αγωνία ο Γιώργος.

 

-Όχι μωρό μου, απλά πρέπει να πάω για ψώνια, απαντάει σχεδόν αδιάφορα εκείνη.

 

Ο Γιώργος πιάνει το κεφάλι του και σκύβει θλιμμένος, το έχει πια αποδεχθεί. Αυτή τον πλησιάζει, τον φιλάει στο σκυμμένο του κεφάλι, ανοίγει την πόρτα της κουζίνας, βγαίνει και κλειδώνει.

 

Ο Γιώργος αφού ακουστεί και ο τελευταίος ήχος στην κλειδαριά, σβήνει το τσιγάρο. Κοιτάει προς την πόρτα με κενό βλέμμα και του ξεφεύγει ένα νευρικό χαμόγελο απόγνωσης. Δεν έχει άλλα κλειδιά για την πόρτα. Πώς θα βγει από το σπίτι; Είναι αποκλεισμένος.

 

Δεν περνούν παρά μερικά δευτερόλεπτα και ακούγονται πάλι τα ελατήρια της κλειδαριάς να μετακινούνται. Αυτή τη φορά ο ήχος δεν είναι γνώριμος και οικείος.

 

Εμφανίζεται στην πόρτα ένας σοβαρός κύριος ντυμένος με μαύρο Hugo Boss κοστούμι, λευκό, κενό πουκάμισο και εκπληκτικά γυαλιστερά παπούτσια. Κλείνει την πόρτα πίσω του, περπατάει με σταθερό βήμα προς τον Γιώργο, παίρνει την απέναντι καρέκλα και κάθεται με άνεση. Είναι απροσδιόριστης ηλικίας· το ντύσιμο πολλές φορές ξεγελάει. Κάπου στα τριάντα;

 

Ο Γιώργος χωρίς να ξαφνιαστεί, σηκώνει το κεφάλι του και χαιρετάει τον καθισμένο πλέον και χαμογελαστό κύριο:

 

-Χαίρεται.

 

-Γεια σου και πάλι Γιώργο.

 

-Έχουμε βρεθεί τόσες φορές σε αυτό το ίδιο το σαλόνι. Δεν βαρέθηκες να με επισκέπτεσαι; Να με συμβουλεύεις; Να με στοιχειώνεις;

 

-Μην ξεχνάς ότι εσύ με φώναξες Γιώργο. Με κάλεσες, του απαντάει ο κύριος χαμογελαστός και πολύ χλωμός. Τόσο χλωμός που μοιάζει με νεκρός. Ένας κουστουμαρισμένος, νεκρός κλόουν. Ο κύριος κοίταξε προς την πόρτα για να βεβαιωθεί πως δεν την έχει ξεχάσει ανοιχτή και συνεχίζει:

 

-Και το ξέρεις πολύ καλά, καλύτερα από εμένα. Αν θέλεις να υπάρχει έστω και η παραμικρή ελπίδα να την ξαναδείς, δεν πρέπει ποτέ να βγεις από αυτό το σπίτι, από αυτή την πόρτα. Θα πρέπει εσύ να την περιμένεις.

 

Ο κύριος κάνει μία παύση και προσθέτει:

 

-Αν ποτέ θελήσει αυτή να γυρίσει.

 

Ο Γιώργος προσπαθεί να κάνει προσποιητά τον αδιάφορο:

 

-Δεν με ενδιαφέρει ειλικρινά αν θα γυρίσει ή όχι. Άλλωστε η πόρτα είναι ανοιχτή για πάρα πολλές σαν κι αυτή.

 

-Χα, χα, χα, ποιον πας να κοροϊδέψεις; Ξεχνάς ποιος είμαι ή μάλλον ποιος δεν είμαι. Νομίζεις ότι αν σε ρωτούσα την ώρα που ξύπνησες, πριν φύγει, τι αισθάνεσαι γι’ αυτήν, θα μου έλεγες και πάλι τα ίδια; Σε αυτήν σίγουρα θα μου έλεγες ότι βρίσκεις τα πάντα τέλεια. Ακόμα και τον τρόπο που κοιμάται, ακόμα και τον τρόπο που υπάρχει. Τα μαλλιά της, τα μάτια της, τα βλέφαρά της, τα χέρια της, το στήθος της, τα πόδια της, τα πάντα ανόητε! Αυτά δεν θα μου έλεγες αν σε ρωτούσα τώρα μπροστά της; Η γυναίκα που συγκλονίζει το είναι σου, το κάθε μόριό σου μόνο και μόνο επειδή αναπνέει εδώ μέσα. Σε αυτό το σπίτι. Αυτό θα μου έλεγες βιαστικά και χωρίς να πάρεις ανάσα. Ο πόθος θα έκαιγε τα πνευμόνια σου.

 

Ο Γιώργος γέλασε σα να είχε ακούσει το πιο πρόστυχο αστείο. Ξαφνικά σοβαρεύει και απαντάει:

 

-Αυτό που σου είπα, είναι η μόνη αλήθεια. Κατάλαβες;

 

-Ψέματα! Ψέματα! Χίλιες φορές ψέματα! Δεν θα με είχες καλέσει αλλιώς. Με χρειάζεσαι όσο τίποτε άλλο, επιμένει ο κύριος. Και μετά εκείνη η ίδια ερώτηση, όπως τόσες και τόσες φορές:

 

-Θες να σε προστατεύσω; Το θες;

 

Ο Γιώργος δεν βιάζεται να απαντήσει σαν τις προηγούμενες φορές. Παίρνει μια βαθιά ανάσα κι άλλη μία κι άλλη μία, σα να φοβάται πως ο αέρας στο δωμάτιο σύντομα θα τελειώσει. Ανάβει ένα τσιγάρο και σα να έχει αποδεχτεί πολύ εύκολα αυτά που του λέει ο συνομιλητής του, του προσφέρει ένα από τα τσιγάρα του. Εκείνος χαμογελάει ευγενικά:

 

-Όχι ευχαριστώ Γιώργο. Το ξέρεις ότι είμαι πολύ πιο δυνατός από σένα και το τσιγάρο προφανώς μου φαίνεται μια σκέτη βλακεία. Ας το παραδεχτούμε. Θέλεις να σε προστατεύσω λοιπόν;

 

Σιωπή από τον Γιώργο που τραβάει μια δυνατή τζούρα και ξεφυσάει τον καπνό με πολύ δύναμη. Η προσπάθειά του να αλλάξει θέμα απέτυχε. Ο κύριος με το μαύρο κοστούμι πλέον είχε το πάνω χέρι στην συζήτηση. Τον ακούει να ξαναμιλάει:

 

-Θα μου απαντήσεις; Το ξέρεις ότι ούτως ή άλλως τουλάχιστον θα με ακούσεις, είσαι αναγκασμένος. Μετά κάνε όπως νομίζεις Γιώργο.

 

-Λέγε λοιπόν, αλλά σταμάτα να επαναλαμβάνεις το όνομά μου με αυτόν τον τρόπο, δεν το αντέχω σου λέω!

 

Ο κύριος σκύβει μπροστά στο τραπέζι ευχαριστημένος με την εξέλιξη και κοιτώντας τον στα μάτια λέει με σταθερή φωνή:

 

-Ωραία. Άκουσέ με. Η πόρτα είναι πέντε βήματα από εκεί που κάθεσαι. Αν λοιπόν κάνεις αυτά τα πέντε βήματα, την ανοίξεις και τρέξεις σαν βλάκας στους δρόμους να βρεις εκείνη, τότε την έχασες για πάντα. Έχασες το παιχνίδι. Έ-χ-α-σ-ε-ς! Κατάλαβες; Και μην ξεχνάς ότι δεν έχω σώσει μόνο εσένα. Έχω σώσει και πολλούς άλλους. Αν θες να σωθείς, αν θες να σωθεί το μυαλό σου, αν θες να σωθεί το σπίτι αυτό, η αυλή και το εκκρεμές, δεν θα βγεις να την ψάξεις. Ποτέ!

 

Ο Γιώργος σκύβει, κοιτάει το τραπέζι και απαντάει σιγανά:

 

-Το αστείο είναι ότι όσες φορές κι αν σε άκουσα δεν ξέρω τελικά αν βγήκα χαμένος ή όχι. Γιατί θεωρείς όταν εμφανίζεσαι σε κάποιον στρατιώτη στη διάρκεια μιας μάχης και τον αποτρέπεις να πολεμήσει γενναία, ότι θα σκοτωθεί και ότι δεν θα γίνει ήρωας; Πώς μας έχεις πείσει όλους, ότι το σκοτάδι και ο θάνατος δεν μπορεί να κρύβουν κάτι καλό; Πώς τα έχεις καταφέρει να φοβόμαστε τα στοιχεία της φύσης; Τον άνεμο που σφυρίζει τις νύχτες, τους κεραυνούς που πέφτουν τα βράδια και την ομίχλη που κατεβαίνει αργά από τα βουνά σαν χιονοστιβάδα;

 

Ο σοβαρός κύριος τον διακόπτει λίγο απότομα, με ένα βεβιασμένο χαμόγελο:

 

-Καταρχήν ξέρεις ότι δεν εμφανίζομαι από μόνος μου. Εσύ, ο γείτονάς σου ο Δημητράκης, η Ολυμπία, όλοι εσείς με καλείτε. Αδιάκοπα. Φυσικά υπάρχουν άνθρωποι που δεν με κάλεσαν ποτέ σπίτι τους, αλλά και λίγοι που με κάλεσαν και στο τέλος κατάφεραν να με διώξουν με τις κλωτσιές. Όσο για αυτά που μου έλεγες πριν, άσε με κι εμένα να πω κάτι. Από την προσωπική σου εμπειρία, συνήθως πότε λειτουργούν οι φονιάδες, οι κλέφτες, οι λωποδύτες, οι ανώμαλοι, οι βιαστές; Την ημέρα με το φως του ήλιου; Όχι βέβαια. Όλοι αυτοί λειτουργούν στο σκοτάδι. Το σκοτάδι κρύβει κινδύνους. Το σκοτάδι κρύβει την αμαρτία. Είναι αλήθεια, πίστεψέ με. Πρέπει να με πιστέψεις Γιώργο.

 

-Όχι πάντα. Όταν θέλεις να ονειρευτείς και να ξεκουραστείς, σε βοηθάει το σκοτάδι. Μια βόλτα το βράδυ σε ερημική παραλία με δροσερό αέρα και τον ήχο των κυμάτων είναι μαγευτική εμπειρία. Οι άνθρωποι διασκεδάζουν και βγαίνουν περισσότερο τη νύχτα στο σκοτάδι, παρά την ημέρα. Όπως επίσης και οι περισσότεροι έχουν βρει το ταίρι τους τη νύχτα. Σκοτάδι.

 

-Τέλος πάντων, ίσως να μην μπορώ να σε πείσω ότι είναι απόλυτα λογικό οι άνθρωποι να φοβούνται το σκοτάδι, αλλά ο θάνατος; Έρχεται πάντα με πόνο και προκαλεί και στους οικείους που αγαπάς και αφήνεις πάντα πόνο. Θάνατος ίσον πόνος. Είναι αλληλένδετα. Και δεν μπορείς ούτε να το αποφύγεις, ούτε να αμφισβητήσεις την ύπαρξή του. Υπάρχει ο πόνος παντού και πάντα. Μερικές φορές μπορεί να σε κάνει πιο δυνατό, αλλά σε κατατρώει, σε γερνάει. Είτε σωματικός, είτε ψυχικός έχει τεράστια δύναμη, γιατί μπορεί να αλλάξει τα πιστεύω σου. Πόσοι άνθρωποι άλλαξαν και πρόδωσαν τις ιδέες τους εξαιτίας φρικτών βασανιστηρίων; Πόσοι γονείς τελικά αποκήρυξαν από την ψυχή τους τα ίδια τους τα παιδιά, επειδή τους προκάλεσαν αβάστακτο ψυχικό πόνο; Και με εμένα μπορείς να αποφύγεις αυτή την φρικτή πραγματικότητα. Μπορώ να σε σώσω από τον θάνατο…

 

Για λίγο επικράτησε σιωπή προτού ο κύριος ξαναμιλήσει καγχάζοντας:

 

-Χα, χα, χα. Το ξανασκέφτηκες μήπως; Σε βοηθάω πολύ και δεν μου αρέσει. Εσύ δεν παίρνεις καμιά πρωτοβουλία.

 

-Τι περισσότερο θες να κάνω; Εγώ σε κάλεσα.

 

-Να με αποδεχτείς Γιώργο κι όχι να προσπαθείς να αμφισβητήσεις το έργο μου! Είμαι τρανός! λέει ξαφνικά με μάτια που γυαλίζουν ο κύριος με το μαύρο κοστούμι, χτυπώντας τη γροθιά στο τραπέζι.

 

-Το ξέρω, απαντά σχεδόν ατάραχος ο Γιώργος. Άλλωστε παραδέχομαι ότι είσαι από τις συμπάθειες μου.

 

Ο κύριος σηκώνεται με αργές κινήσεις και χωρίς ένα νεύμα, μια κουβέντα, μια εξήγηση, απλά ανοίγει την πόρτα, την κλειδώνει πίσω του και φεύγει. Εκείνη τη στιγμή ο Γιώργος αρχίζει να σκέφτεται. Θυμάται…

 

***

Θυμάται την πρώτη γνωριμία τους. Ο Γιώργος ήταν πέντε ή έξι χρονών. Οι γονείς του είχαν αποφασίσει να βγούνε βράδυ έξω για να μιλήσουν. Έτσι είχε ακούσει την μητέρα του να λέει στον πατέρα του: «Πρέπει να μιλήσουμε».

 

Οι γονείς του αποφάσισαν να κοιμάται στην γιαγιά του όσα βράδια έβγαιναν έξω για να μιλήσουν. Η γιαγιά πριν τον βάλει για ύπνο του έλεγε παραμύθια για νεράιδες, ξωτικά, δαίμονες, βρικόλακες, νεκρούς και άλλα τέτοια που λένε οι γιαγιάδες στα εγγόνια τους.

 

Ο Γιώργος μετά έπρεπε να κοιμηθεί μόνος του σε ένα σκοτεινό δωμάτιο στο πέτρινο, κρύο σπίτι της γιαγιάς. Η ανάμνηση είναι σα να έχει γκρι χρώμα, ο χρόνος την έχει ξεθωριάσει. Ξαπλώνει ανάσκελα. Από την χαραμάδα της πόρτας σκορπίζεται λιγοστό φως. Πίσω από την πόρτα στέκεται καμπουριασμένη η γιαγιά του:

 

-Καληνύχτα καμάρι μου. Η γιαγιά τον φιλάει από μακριά και τον σταυρώνει.

 

-Καληνύχτα γιαγιά, απαντά ο Γιώργος και σκεπάζεται ακόμα περισσότερο, δεν θέλει να αφήσει ούτε ένα χιλιοστό του κορμιού του έξω από το πάπλωμα. Φοβάται ότι κάποιο αλλόκοτο πλάσμα θα τον αρπάξει. Τι παράξενος φόβος;

 

Μετά από λίγη ώρα όταν όλα ησύχασαν και τα φώτα του σπιτιού έκλεισαν, ο Γιώργος απορούσε γιατί είναι ακόμα ξύπνιος. ΤΟ χειρότερο δεν ήταν αυτό όμως. Το χειρότερο ήταν ότι τις νεράιδες, τα ξωτικά και τους μοχθηρούς νάνους, τους έβλεπε στους τοίχους, στα ντουλάπια και στον τρομακτικό καθρέφτη του δωματίου. Αισθανόταν πως ένας δαίμονας χωρίς πρόσωπο, κρύβονταν κάτω απ’ το κρεβάτι του. Το δωμάτιο όλο και μίκραινε μέχρι που εμφανίστηκε ο κύριος με κοστούμι. Ήταν η πρώτη τους συνάντηση…

 

***

Ο Γιώργος δεν μπόρεσε να υπολογίσει πόσος χρόνος είχε περάσει. Η πόρτα της κουζίνας άνοιξε για ακόμη μία φορά και μπήκε μέσα εκείνη η παράξενη, ογκώδης φιγούρα. Σχεδόν όλο το σώμα του ήταν καλυμμένο με ένα μαύρο, φαρδύ ύφασμα. Στις ιδρωμένες παλάμες του σφίγγει μία μαύρη βαλίτσα. Η φωνή του είναι μπάσα και υποβλητική:

 

-Σε χαιρετώ Γεώργιε.

 

Ο άγνωστος κάθεται απέναντι στον Γιώργο. Εκείνος κάπως ανήσυχος ρώτησε:

 

-Ποιος είσαι;

 

Ο άγνωστος σήκωσε τα μανίκια του και κορδώθηκε σαν για να πει κάτι πραγματικά σημαντικό:

 

-Είμαι ο αντιπρόσωπος της Πνευματικής Εταιρείας Ιδεολογίας και Αγάπης. Θα πρέπει να μας έχεις ακουστά. Μας ξέρεις καλά Γεώργιε. Για την ακρίβεια εμείς σου δώσαμε αυτό το όνομα, θυμάσαι;

 

Ο Γιώργος άρχισε να εκνευρίζεται:

 

-Και τι θες;

 

Ο άγνωστος ανακάτεψε μερικά χαρτιά στην καθόλου τακτοποιημένη βαλίτσα του και είπε:

 

-Ρίχνοντας μια πρόχειρη ματιά στα πολύ σημαντικά χαρτιά μου, παρατήρησα έκπληκτος πως η συνδρομή σου πλησιάζει προς την λήξη της και δεν την έχεις ανανεώσει. Αν δεν το κάνεις σύντομα, τότε ποιος ξέρει; Πολλά μπορεί να συμβούν. Τι να κρύβει το μέλλον άραγε;

 

Κάνει μια αόριστη κίνηση με τα μακριά χέρια του και συνεχίζει:

 

-Μόνο ένα μέντιουμ θα μπορούσε να μας πει, αλλά εγώ ξέρεις δεν πιστεύω σε αυτά. Προτιμώ τον ορθολογιστικό τρόπο σκέψης.

 

Ο Γιώργος θυμώνει ακόμα περισσότερο:

 

-Τι παραπάνω μπορεί να μου συμβεί;

 

Ο άγνωστος κουνάει δεξιά-αριστερά το κεφάλι και πλαταγίζει την γλώσσα του:

 

-Γιώργο, Γιώργο μη θυμώνεις. Ξέρεις ότι σε βοηθάω και σε στηρίζω. Εγώ νοιάζομαι για σένα.

 

Ο άγνωστος κουνάει το κεφάλι του και μετά τρίβει τα χέρια του με μανία σα να ξύνονται τόσο πολύ που δεν το αντέχει. Ξαφνικά με μια απότομη κίνηση απλώνει το χέρι και τα γαμψά νύχια του στο τραπέζι και προσπαθεί να αρπάξει τον Γιώργο. Εκείνος τραβιέται φοβισμένος. Ο άγνωστος ξαναμιλάει:

 

-Οι καταστάσεις και οι συνθήκες μπορεί να μεταβληθούν Γεώργιε. Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο οι τρόποι να αλλάξουν.

 

Τα τελευταία λόγια τα προφέρει πιο μακρόσυρτα, σαν μία αδιόρατη απειλή.

 

-Κι αν δεν θέλω να ανανεώσω πια; Τι μου προσφέρει η συνδρομή; Αν ανανεώσω θα μπορώ να βγω έξω πάλι; Θα ξαναδώ εκείνη;

 

Ο άγνωστος συνοφρυώνεται φευγαλέα και ανασκουμπώνεται στην καρέκλα. Για μια στιγμή δεν μιλάει σα να διαλέγει τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσει:

 

-Η Πνευματική Εταιρεία Ιδεολογίας και Αγάπης μπορεί να κάνει τα πάντα. Άφησέ με να σου δείξω.

 

Ο άγνωστος γίνεται πιο φιλικός και χαμογελάει βεβιασμένα. Ψάχνει πάλι στα χαρτιά το και μετά από ώρα ανασύρει θριαμβευτικά μια σχεδόν λευκή κόλλα. Στο πάνω μέρος γράφει με μεγάλα κόκκινα γράμματα «συμβόλαιο». Στο κάτω μέρος γράφει «υπογραφή». Ο άγνωστος το τείνει προς το μέρος το Γιώργο λέγοντας:

 

-Ορίστε το νέο σου συμβόλαιο Γεώργιε! Κοίταξε, μπορείς να δεις τα πάντα! Αρκεί να βάλεις μια υπογραφή εκεί που λέει «υπογραφή». Όλα είναι τόσο απλά σήμερα. Μην ανησυχείς έχω κι εγώ ένα πανομοιότυπο, φυλαγμένο κάτω από το μαξιλάρι μου.

 

-Με αυτό θα μπορέσω να βγω έξω και πάλι;

 

Ο Γιώργος είναι θλιμμένος πια, φαίνεται στην έκφρασή το πως είναι απελπισμένος.

 

Ο άγνωστος σηκώνεται, πάει πάνω από τον Γιώργο και τον χτυπάει φιλικά στην πλάτη βάζοντας έναν στυλό ανάμεσα στα δάχτυλα του:

 

-Όλα θα πάνε καλά, αρκεί μόνο μια υπογραφή, επαναλαμβάνει με χαιρέκακο χαμόγελο ο άγνωστος. Καθώς ο Γιώργος πέφτει πάνω στο συμβόλαιο κλαίγοντας, ο άγνωστος βγάζει κάτω από τα ρούχα το μια μαύρη σακούλα σκουπιδιών και αρχίζει να ρίχνει μέσα αντικείμενα από το δωμάτιο. Μετά σκοτάδι…

 

***

Τις επόμενες μέρες ο Γιώργος τις πέρασε σκάβοντας μερικά σκαλιά από την πόρτα της κουζίνας προς το τραπέζι που συνήθως κάθονταν καπνίζοντας. Στα διαλλείματα έβλεπε ταινίες στο καινούριο dvd player που είχε παρουσιαστεί αναπάντεχα στο σαλόνι το. Ποιος το είχε φέρει εκεί και πότε έγινε αυτό; Μάλλον όταν έσκαβε τα σκαλιά ή όταν κοιμόταν. Ή μήπως έσκαβε τα σκαλιά όσο κοιμόταν; Τα πάντα ήταν τόσο μπερδεμένα στο μυαλό του.

 

Παρατήρησε ότι ορισμένες φορές, όταν ήταν πολύ κουρασμένος από το σκάψιμο, παρουσίαζε μια ελαφρά αδυναμία σύνδεσης γεγονότων με την πραγματικότητα. Ναι, αυτό ήταν. Ο Γιώργος ήταν ευχαριστημένος με την διάγνωση που έκανε μόνος του. Ίσως όταν επέστρεφε εκείνη, να επισκέπτονταν μαζί έναν γιατρό. Πόσες μέρες είχαν περάσει; Πλέον για να θυμάται τράβαγε χαρακιές με το κουζινομάχαιρο στο ψυγείο.

 

***

Την εικοστή ένατη ημέρα ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος, η πόρτα άνοιξε με κρότο και έκανε την είσοδό του Εκείνος. Ο Γιώργος τον είδε έντρομος να κατεβαίνει τα σκαλιά και να μπαίνει στη κουζίνα. Ή μήπως ήταν το σαλόνι; Ο Γιώργος αρχίζει να τρέμει στην θέα του και να στριφογυρίζει ιδρωμένος στην άβολη καρέκλα. Η φωνή που γεμίζει τον χώρο είναι γεμάτη ένταση και κακία:

 

-Δεν με περίμενες τόσο νωρίς. Ή δεν ήθελες να με περιμένεις.

 

-Δεν θέλω να σου μιλήσω απόψε. Γιατί δεν φεύγεις;

 

-Πώς ήταν η ταινία;

 

-Καλή.

 

-Εγώ προσωπικά επέτρεψέ μου να την βρίσκω λίγο υπερβολικά. Αλλά φυσικά αυτή είναι μονάχα η άποψή μου.

 

-Είπα ήταν καλή.

 

-Σωστά. Γιατί όμως συμβαίνον όλα αυτά; Έχεις αναρωτηθεί;

 

-Ποια;

 

-Εσύ, το δωμάτιο, τα πάντα γύρω. Όλα αυτά τα πράγματα. Ακόμα και το ρολόι. Νομίζεις ότι πραγματικά σου χρειάζεται; Σε βοηθάει σε κάτι; Τι σου προσφέρει;

 

-Κι εσύ; Τι μου προσφέρεις εσύ; Δεν σε έχω καλέσει εγώ. Γιατί ήρθες πάλι να με δεις; Τι σου προσφέρω; Εμένα;

 

Ο συνομιλητής του Γιώργου γελάει:

 

-Εγώ; Είναι σα να μην υπάρχω. Θα μπορούσες ακόμα και να με αγνοήσεις. Μπορείς να κάνεις ότι θες. Ακόμα και να ξαναδείς την ταινία.

 

Ο Γιώργος διστακτικά σηκώνεται και βάζει λίγο νερό που κυλάει από το ποτήρι. Αδειάζει το τασάκι, πηγαίνει στο ολοκαίνουριο dvd player και ξαναβάζει την ίδια ταινία. Είναι ανήσυχος. Συνεχώς ρίχνει ματιές πίσω από την πλάτη του προς την κουζίνα. Η ταινία ξεκινάει. Τα φώτα σβήνουν.

 

Το παλιό εκκρεμές χτυπάει τρεις συνεχόμενες φορές…

Link to comment
Share on other sites

  • 4 months later...

Το είχα γράψει παλιότερα με έναν φίλο μου, τώρα το διορθώσαμε και ίσως έγινε λίγο πιο ευανάγνωστο. Για να πάρω και μία ακόμα γνώμη κυρίως. Ευχαριστώ όποιον αφιερώσει χρόνο να το διαβάσει.

Ο τίτλος είναι: "Τυλίγοντας το κουβάρι των σκέψεων γύρω απ' το μυαλό".

_το_μυαλό.doc

Edited by Arachnida
Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Αυτό εδώ μοιάζει λίγο με σκετς, με θέατρο του παραλόγου θα έλεγα των τριών πράξεων, ας πούμε, που μένει κατά κάποιο τρόπο στο τέλος του ανοιχτό για να υποθέσεις ό,τι προτιμάς σε σχέση με το τι συνέβη. Το σκάψιμο των σκαλιών στην κουζίνα κι ο τρόπος που το εισάγετε, οι άντρες που μπαινοβγαίνουν, η ίδια η κουζίνα βασικά. Ομολογώ πως το διασκέδασα αρκετά. Είναι δομημένο με εκείνον τον τραβηχτικό τρόπο που συμβαίνουν πράγματα περίεργα για εμάς αλλά όχι για τον ήρωα και μόλις πάμε να το συνηθίσουμε ανατρέπεται και αναθεωρείτε σε κάθε σκηνή. Επίσης, κατάλαβα κι από που προήλθε η εταιρεία Ιδεολογίας και Αγάπης και ειλικρινά εδώ είναι όλα τα λεφτά, πολύ ωραία σύλληψη. Μου άρεσε ιδιαίτερα το σημείο όπου από τον δεύτερο επισκέπτη, τον αντιπρόσωπο, περνάτε στα σκαλιά.

 

Έχω να κάνω μερικές εικαστικές παρεμβάσεις σχετικά με τα γραμματολογικά του, επειδή λες πως το έχετε διορθώσει ήδη (αν σκοπεύετε να το κοιτάξετε ξανά μόνοι σας κάποια άλλη στιγμή μπορείς να αγνοήσεις την προσπάθεια επιμέλειας κειμένου, αν όχι θα χαιρόμουν να βοηθούσε):

 

Καταρχάς τα επιρρήματα γράφονται με ωμέγα. Έχετε ένα κομμάτι: «Είτε σωματικός, είτε ψυχικός έχει τεράστια δύναμη, γιατί μπορεί να αλλάξει τα πιστεύω σου. Πόσοι άνθρωποι πρόδωσαν τις ιδέες τους εξαιτίας φρικτών βασανιστηρίων;» είναι σωματικώς και ψυχικώς και βασικά κάπου βρήκα κι άλλο ένα αλλά δε μπορώ να το εντοπίσω τώρα να στο βάλω εδώ.

 

«Έπειτα άνοιξε την πόρτα της και εξαφανίστηκε» Υποθέτω πως εννοείτε «της κουζίνας»

 

«Δεν πέρασαν παρά μερικά δευτερόλεπτα και ακουστήκαν» Έπρεπε να είναι «ακούστηκαν», λάθος ο τονός :p

 

«μερικά επιχειρήματα που θα αντίκρουαν τον κύριο απέναντί του» Το ρήμα στον μέλλοντα είναι «αντικρούανε».

 

«Ποιος αμφιβάλει γι’ αυτό;» Το «ποιός» θέλει τόνο.

 

«Ρίχνοντας μια πρόχειρη ματιά στα πολύ σημαντικά χαρτιά μου, παρατήρησα έκπληκτος πως η συνδρομή σου πλησιάζει προς την λήξη της και δεν την έχεις ανανεώσει. Αν δεν το κάνεις σύντομα, τότε ποιος ξέρει; Πολλά μπορεί να συμβούν. Τι να κρύβει το μέλλον άραγε; Σας έχει ξεφύγει το εισαγωγικό του κλεισίματος.

 

«Μετά κούνησε το κεφάλι του και έτριψε τα χέρια του με μανία σα να ξύνονται τόσο πολύ που δεν το άντεχε.» Ο χρόνος, κάτι δεν πάει καλά. Θα μπορούσε να ήταν «να ξυνόταν τόσο πολύ που δεν το άντεχε» αλλά και πάλι δε μου πολυαρέσει η πρόταση γενικά. «Σαν να είχε τρομερή φαγούρα στις παλάμες»? πρόταση απλώς.

 

«Ήξερε απ’ την μακρόχρονη εμπειρία του πως έπρεπε να χρησιμοποιήσει φράσεις που θα εξασφάλιζαν νομικά την εταιρεία του» Αυτό εδώ είναι φάουλ οπτικής γωνίας. Σε όλο το κείμενο παρακολουθούμε τη σκέψη και την έκφραση του Γιώργου. Δεν υπάρχει κανένας εμφανής λόγος να αλλάξετε οπτική γωνία για μία και μοναδική πρόταση.

 

«Στα διαλλείματα έβλεπε ταινίες στο καινούριο dvd player» Είναι «διαλείμματα».

 

Αρχικά είχα σκεφτεί και να σας πω για το μπέρδεμα με τους χρόνους που συμβαίνει σε διάφορα σημεία, όμως πέρα από το «ξύνονται», την τρίτη φορά που το πέρασα πιστεύω τελικά πως ήταν ηθελημένο για να δυναμώσουν την αίσθηση της παράνοιας. Είναι ένα όμορφο κείμενο που το παίρνει να το δουλέψετε ακόμα αρκετά. Αυτού του είδους οι δουλειές όσο περνάει καιρός από την τελευταία φορά που χτενίστηκαν, έχουν συνήθως πληθώρα πραγμάτων που μπορούν να δώσουν ακόμα και πιστεύω πως οι δικές του δεν έχουν εξαντληθεί. Είναι ήδη πολύ ενδιαφέρον.

Link to comment
Share on other sites

Για αρχή ευχαριστώ ειλικρινά που μπήκες στον κόπο να το διαβάσεις και να το διορθώσεις τόσο εύστοχα, επιπλεόν όμως γιατί όσα έγραψες με βοήθησαν να κατανοήσω περισσότερο τον λόγο ύπαρξης αυτής της ιστορίας ή καλύτερα τον λόγο μη ύπαρξης. Αποδεικνύεται ότι θα λειτουργούσε καλύτερα ως κάτι θεατρικό, που η επιλογή της μεταφοράς του στο χαρτί, αφαίρεσε ένα κομμάτι της δυναμικής του.

Μία μικρή αντίρρηση θα φέρω μόνο στην παρατήρηση για τα επιρρήματα. Περισσότερο μάλλον είναι απορία και ζητάω τη βοήθειά σου για να το καταλάβω. Χρησιμοποίησα το "σωματικός" και "ψυχικός" ως επίθετα και όχι ως επιρρήματα, απλά παράλειψα να προσθέσω το "πόνος" στην πρόταση. Εξήγησέ μου αν είναι σωστός ο συλλογισμός μου, αλλά ασαφής η φράση ή αν τα χρησιμοποιώ όντως συντακτικά λάθος.

Για την αλλαγή στην οπτική γωνία έχεις δίκιο, έπρεπε να τεθεί με διαφορετικό τρόπο, το ίδιο και για την φαγούρα στις παλάμες. Η πρώτη τρελή φαεινή ιδέα που έχω για το πρώτο είναι να είχε γίνει μέσα από έναν καθρέφτη, ενώ στην απόδοση της φαγούρας να είχα χρησιμοποιήσει κάπως την απίθανη φράση "σκόνη φαγούρας για παλάμες". Για τα ντροπιαστικά διαλείμματα φταίει το καταραμένο word- πού είχε το μυαλό του;

Γενικότερα ευχαριστώ και πάλι για την πολύτιμη βοήθεια.

Link to comment
Share on other sites

Καταρχάς να συμπληρώσω ένα κατιτίς, επειδή ίσως σε κάποιους να μην είναι γνώριμος ο όρος: Όταν λέω "θέατρο του παραλόγου", δεν εννοώ πως είναι ένα παράλογο είδος θεατρικού, έτσι? :p Εννοώ το είδος των θεατρικών με το οποίο έχει ασχοληθεί κατά και καιρούς και ο Ίψεν και στο οποίο συμβαίνουν πράγματα που βρίσκονται πέρα από τη λογική και το συμβολισμό μεν, πολύ συνεκτικά κοντά στο θέμα δε.

 

Τώρα, όχι δε νομίζω πως αποδεικνύεται ότι λειτουργεί καλύτερα σαν θεατρικό ρε συ. Απλά μου το θύμισε το στυλ του κι ίσως όντως να ήταν όμορφο έτσι, όμως είναι δυνατό και σαν κείμενο και δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό.

 

Εδώ τώρα: «Είτε σωματικός, είτε ψυχικός έχει τεράστια δύναμη, γιατί μπορεί να αλλάξει τα πιστεύω σου. Πόσοι άνθρωποι πρόδωσαν τις ιδέες τους εξαιτίας φρικτών βασανιστηρίων;» θα το καταλάβαινα σίγουρα αν είχες μπροστά άρθρα: "είτε ο σωματικός, είτε ο ψυχικός..." όμως αυτό που σου λέω δεν είναι απαραίτητα σωστό. Απλά θα το καταλάβαινε το μάτι μου με τη μία. Μπορεί να είναι εντάξει κι ως έχει. Όπως είναι τώρα είχα καταλάβει πως είχε την εξής έννοια: "Ο πόνος, είτε όσον αφορά το σώμα σου, είτε όσον αφορά την ψυχή σου..."

 

Για τα ντροπιαστικά διαλείμματα φταίει το καταραμένο word- πού είχε το μυαλό του;

Χεχεχε, η αλήθεια είναι πως το word έχει προβλήματα συγκέντρωσης :p Άμα ξεφεύγει άντε να το συμμαζέψεις :p

Edited by Nienor
Link to comment
Share on other sites

Καταρχάς να συμπληρώσω ένα κατιτίς, επειδή ίσως σε κάποιους να μην είναι γνώριμος ο όρος: Όταν λέω "θέατρο του παραλόγου", δεν εννοώ πως είναι ένα παράλογο είδος θεατρικού, έτσι? :p Εννοώ το είδος των θεατρικών με το οποίο έχει ασχοληθεί κατά και καιρούς και ο Ίψεν και στο οποίο συμβαίνουν πράγματα που βρίσκονται πέρα από τη λογική και το συμβολισμό μεν, πολύ συνεκτικά κοντά στο θέμα δε.

 

Τώρα, όχι δε νομίζω πως αποδεικνύεται ότι λειτουργεί καλύτερα σαν θεατρικό ρε συ. Απλά μου το θύμισε το στυλ του κι ίσως όντως να ήταν όμορφο έτσι, όμως είναι δυνατό και σαν κείμενο και δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό.

 

Σκέφτηκα πως λειτουργεί καλύτερα επειδή ούτως ή άλλως το γράψαμε ως σκηνή από ένα θεατρικό.

Link to comment
Share on other sites

Εμένα πάλι η ιστορία μου άφησε πολλά κενά. Ίσως αυτό να εξηγείται αφού πρόκειται για τμήμα ενός ευρύτερου έργου.

Πάντως δεν πρόκειται για θεατρικό έργο, αφού οι διάλογοι διακόπτονται από εκτενείς περιγραφές ή και σκέψεις-αναμνήσεις του ήρωα, κάτι που ποτέ δεν συμβαίνει σε ένα θεατρικό κείμενο. Εαν σε ένα θεατρικό έργο έργο ό ήρωας πρέπει να αναπολήσει ή να νοιώσει βρίσκει τρόπο να εκφραστεί δυνατά ώστε οι θεατές να γίνουν κοινωνοί των σκέψεών του.

Οι περιγραφές του τρόπου που οι πρωταγωνιστές μπαίνουν ή βγαίνουν από τη σκηνή αφορούν στη σκηνοθετική προσέγγιση μάλλον και όχι σε οδηγίες του συγγραφέα, χωρίς βέβαια να αποκλείονται μικρές οδηγίες εκ μέρους του που συνήθως δίνονται στην εισαγωγή της πράξης ή της σκηνής. Ειδικά οι εναλλαγές των χώρων (κρεβατοκάμαρα - κουζίνα - ίσως υπόγειο) μέσα στην ίδια πράξη του έργου είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδοθούν σκηνικά.

Επίσης ο θεατής ή αναγνώστης στη συγκεκριμένη περίπτωση (έστω στο τμήμα αυτό του έργου) δεν κατανοεί τα διαδραματιζόμενα ούτε τις προθέσεις του συγγραφέα. Με κατάλληλη επεξεργασία και περισσότερες πληροφορίες προς το θεατή το έργο θα μπορούσε να παρουσιαστεί και ως μονόπρακτο.

Τελικά ίσως και να πλησιάζει περισσότερο σε σενάριο για τον κινηματογράφο (αν και δεν έχω δει ποτέ μου) παρά σε θεατρικό (που έχω δει άπειρα).

Θα ήθελα όμως και μια επιπλέον διευκρίνιση. Γιατί όταν ο ήρωας παρατηρεί την όμορφη που καιμάται δίπλα του την σκέπτεται ως αντικείμενο; "Ίσως και να είναι από τα πιο όμορφα αντικείμενα που έχει δει ποτέ στη ζωή του". Είναι μη ανθρώπινη η ύπαρξή της ;

Link to comment
Share on other sites

Στην αρχή ήταν σκέψη για θεατρικό, μετά το σκεφτήκαμε για σενάριο και τελικά το βάλαμε σε χαρτί, δηλαδή σε οθόνη υπολογιστή. Τελικά το αποτέλεσμα κατά τη γνώμη μου είχε στοιχεία κι απ' τα τρία είδη χωρίς να ξεπερνάει την μετριότητα. Τώρα γιατί ο ήρωας περιγράφει την Ξένια (όπως ήταν το όνομά της στην ιστορία πριν το αφαιρέσω) σαν αντικείμενο, δε νομίζω πως μπορώ να το αιτιολογήσω απόλυτα. Η παρόρμηση της στιγμής να γράψω αυτή την φράση, ίσως έχει μόνο να κάνει με την προσπάθεια η αφήγηση να αποκτήσει διαστάσεις έξω απ' την πραγματικότητα και να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα ψευδομυστηρίου.

Πάντως ευχαριστώ που μπήκες στο κόπο να το σχολιάσεις, ελπίζω να το κάνεις και για ένα fantasy απόσπασμα που έχω ανεβάσει με τον τίτλο "Απρόσμενος Φίλος". Θα βρω πολύ χρήσιμες οποιεσδήποτε παρατηρήσεις σου.

Link to comment
Share on other sites

Αυτό που γράφω δεν αφορά στη δημοσιευμένη ιστορία αλλά σε μια παρατήρηση της Nienor σχετικά με το θέατρο του παραλόγου και τον Ίψεν. Νομίζω κι αν κάνω λάθος ας με διορθώσει κάποιος ότι η θεατρική παραγωγή του Ίψεν εντάσσεται σε αυτό που αποκαλείται νατουραλιστικό και συμβολιστικό θέατρο (ο Ίψεν άρχισε με στρατευμένο δράμα για να καταλήξει στην ψαχαναλυτική προσέγγιση πολύπλοκων ηρώων). Θέατρο του παραλόγου έχουν γράψει οι Μπέκετ, Ιονέσκο, Πίντερ κ.α. και είναι όπως το λέει και ο όρος παράλογο (επαναλήψεις, ακανόνιστοι ρυθμοί, παύσεις, σιωπές, άρνηση επικοινωνίας).

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Έχει ένα συγκεκριμένο κλίμα τρόμου ή όλη αφήγηση(με το διάλογο να έχει την πρωτοκαθεδρία -ως ανέφεραν και οι προλαλλήσαντες μοιάζει θεατρικό). Ειλικρινά δεν ξέρω πώς θα βγει έτσι που το μπερδεύεις όσο πάει... Θα μπορούσες να απαντάς σε ένα ερώτημα που και που πριν δημιουργήσεις καινούρια. Δεν ξέρω... έχω μπερδευτεί τοοοσο πολύ.... Δεν ξέρω.

 

Καλογραμμένο, έχει ατμόσφαιρα και ωραίο και ενδιαφέρον διάλογο, αλλά δεν κατάλαβα χριστό :p

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..