Jump to content

ΜΟΝΑ ΛΑΣΕΛ


iliosporos

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Ηλίας

Είδος: Απλά μια ιστορία

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:5819

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Είχα την αρχική ιδέα στο μάθημα της Μικροβιολογίας από ένα περιστατικό που είχε συμβεί πριν αρκετά χρόνια. Μην φανταστείτε τίποτα ακραίο, απλά ένα γεγονός που με προβλημάτισε αρκετά για να του προσθέσω μερικούς χαρακτήρες και να το περιγράψω από μια άλλη οπτική γωνία.

Όλα τα στοιχεία που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι ακριβή.

Σαν κείμενο είναι λίγο διαφορετικό απο αυτά που γράφω συνήθως αλλά εκεί με οδήγησε το πληκτρολόγιο.

Όποιος δεν βαριέται, του ρίχνει μια ματιά

 

 

ΜΟΝΑ ΛΑΣΕΛ

 

Σε πρώτο πρόσωπο

 

Το όνομά μου είναι Μόνα Λασέλ, και όλοι με ξέρουν επειδή κάνω τους ανθρώπους να υποφέρουν. Πολλές φορές μπορεί και να σκοτώσω αδύναμους ηλικιωμένους και μικρά παιδιά. Δεν είμαι δολοφόνος, ίσως όχι με την κλασική έννοια της λέξης αλλά έτσι κι’αλλιώς το αποτέλεσμα είναι πάντοτε το ίδιο, νεκροί άνθρωποι. Δεν το κάνω ούτε επειδή θέλω, αλλά ούτε και επειδή μου αρέσει. Έχω απλά την ικανότητα να σκοτώνω αλλά νομίζω πως τίποτα δεν συγκρίνεται με την απόλαυση του να κάνεις κάποιον να υποφέρει. Μου αρέσει να βασανίζω όποιον πέσει στα χέρια μου, ή καλύτερα όποιον πέσω στα χέρια του. Βρίσκομαι παντού ανάμεσά σας και ενώ γενικά με ξέρετε, με υπολογίζετε και προσέχετε ώστε να μην εμφανιστώ, εγώ πάντα περιμένω να ξεχαστείτε στιγμιαία, να χαλαρώσετε για λίγο και να μου δώσετε το έδαφος να πλησιάσω πιο κοντά, λίγο πιο κοντά, όσο ακριβώς χρειάζεται.

 

Υπάρχουν πολλοί σαν και εμένα αλλά ποτέ δεν θα ξεχωρίσουν μέσα από τη μάζα. Απλά μικρόβια μπροστά μου γιατί εγώ είχα πάντα φιλοδοξίες. Ήθελα να γίνω σπουδαία, να με μελετάνε και να ακούγονται ιστορίες με το όνομά μου. Η Μόνα Λασέλ έκανε 469 άτομα να υποφέρουν. Το απόγειο της δόξας μου το τελευταίο μου αριστούργημα. Βασάνισα 469 άτομα τον έναν μετά τον άλλον αλλά και όλους μαζί. Υπέφεραν από εμένα την ίδια ώρα που οι συγγενείς τους αγωνιούσαν για το μέλλον αλλά έκαναν το λάθος και πλησίαζαν πολύ, και πριν καταλάβουν τι συνέβαινε ήταν ήδη οι επόμενοι, και ο κατάλογος όλο και μεγάλωνε. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή…

 

Ξεκίνησα από το Ροζάριο της Αργεντινής, σε μια μεγάλη μονάδα επεξεργασίας και συσκευασίας κρέατος. Τεμαχισμοί, καταψύξεις-αποψύξεις, μετατροπές σε κιμά, σε λουκάνικα, κάθε είδους συσκευασίες φρέσκου κρέατος και φυσικά κονσέρβες. Ένα μεγάλο δίκτυο διακίνησης υποστήριζε την εταιρία, φροντίζοντας να φτάσουν τα προϊόντα σχεδόν σε όλον τον κόσμο. Όσο για μένα βρισκόμουν παντού, φυσικά όχι επειδή ήμουν η κόρη ή η ερωμένη του διευθυντή. Ίσα-ίσα μάλιστα που αν γνώριζε την ύπαρξή μου δε νομίζω πως θα ενθουσιαζόταν ιδιαίτερα μιας και μόνο προβλήματα θα μπορούσα να του προκαλέσω.

 

Στόχευα ψηλά και είχα φιλοδοξίες αλλά δεν γνώριζα από τη αρχή για τι ήμουν προορισμένη. Εκείνο τον καιρό απλώς υπήρχα χωρίς να αναγκάζω κανέναν να μου δίνει σημασία. Σίγουρα όμως ήμουν αρκετά ελεύθερη. Μπορούσα να τριγυρνάω κοντά στα μηχανήματα τεμαχισμού και στις μηχανές του κιμά, στους καταψύκτες και τις θερμάστρες απόψυξης. Πάντα έβρισκα κάτι να απασχολούμαι. Το 1963 η ζωή σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις ήταν πολύ εύκολη. Το μόνο μέρος που δεν μου άρεσε ήταν το τμήμα της κονσερβοποίησης. Δε μου άρεσε κυρίως λόγω της υψηλής θερμοκρασίας και της αυστηρότητας των ανωτέρων. Θα καταλαβαίνετε όμως ότι όταν μια επιχείρηση παράγει χιλιάδες τόνους κονσέρβας, δεν υπάρχουν περιθώρια για λάθη.

 

Τότε το κόρνμπιφ ήταν πολύ της μόδας. Αποτελούσε το 75% των προϊόντων και έβγαινε σε χρωματιστές μεταλλικές συσκευασίες των 3 κιλών. Ένα πολύ μικρό ποσοστό έμενε για κατανάλωση στην Αργεντινή και το υπόλοιπο πήγαινε για εξαγωγή σε Αμερική και Ευρώπη. Η Μεγάλη Βρετανία έκανε τις μεγαλύτερες παραγγελίες μιας και τα κρέατα από Αργεντινή σημείωναν τεράστιες πωλήσεις. Η εικόνα της καθαρής, τροφαντής αγελάδας που βόσκει ανέμελη στις Πάμπας γύρω από το Μπουένος Άιρες ήταν η καλύτερη διαφήμιση.

 

Τη μέρα που άρχισε η περιπέτειά μου βρισκόμουν στο τμήμα απόψυξης. Μια πολύ μεγάλη παρτίδα κατεψυγμένα κοτόπουλα είχε φτάσει και οι εργάτες έπρεπε να τα ξεπαγώσουν, να τα τεμαχίσουν και να τα συσκευάσουν. Τους παρακολουθούσα να τα κρεμάνε από τα μηχανήματα ώστε να αιωρούνται δίπλα ακριβώς από τις θερμάστρες που σιγά-σιγά άρχιζαν να πυρώνουν. Από τα παγωμένα άψυχα κουφάρια έσταζαν βρώμικα νερά που σχημάτιζαν δυσώδεις λιμνούλες σε μία δεξαμενή ακριβώς από κάτω. Κατόπιν τα κρέατα πήγαιναν στα μηχανήματα τεμαχισμού και χωρίζονταν σε φτερούγες, μπούτια και φιλέτα για να συσκευαστούν λίγο αργότερα. Την ίδια στιγμή το υπόλοιπο προσωπικό εργάζονταν στο τμήμα με τις κονσέρβες του κόρνμπιφ. Πάντα μου άρεσε να παρακολουθώ αυτή τη διαδικασία αλλά από μακριά αφού με ενοχλούσαν οι ακραίες θερμοκρασίες που επικρατούσαν. Είχα όμως καημό να πλησιάσω και σε εκείνο το μέρος.

 

Στοίβαζαν το παστωμένο μοσχαρίσιο κρέας στις κονσέρβες των τριών κιλών, τα μηχανήματα τις σφράγιζαν ανεβάζοντας παράλληλα τη θερμοκρασία με ατμό ώστε το κρέας να αποστειρωθεί και να μη χαλάσει και λίγο αργότερα τις περνούσαν από άλλα μηχανήματα υδρόψυξης για να τις ψεκάσουν με νερό και να τις κρυώσουν.

 

Όλα πήγαιναν καλά όπως πάντα ώσπου το σύστημα παροχής νερού χάλασε. Ο υπεύθυνος βάρδιας έτρεχε σαν αφηνιασμένος για να διορθώσει την βλάβη αλλά γρήγορα συνειδητοποίησε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, τουλάχιστον όχι μέσα στις επόμενες ώρες, κάτι που σήμαινε πως χιλιάδες κονσέρβες θα καίγονταν ή θα καταστρέφονταν.

 

Ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά και παίρνοντας γρήγορες αποφάσεις ο υπεύθυνος αποφάσισε να εγκαταστήσει μια πρόχειρη αντλία και να χρησιμοποιήσει το νερό από τα αποψυγμένα κοτόπουλα. Ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να κάνει για να σώσει όσες περισσότερες κονσέρβες μπορούσε.

 

Η αντλία βυθίστηκε μέσα στη δεξαμενή που είχε σχεδόν γεμίσει με το νερό από τα κοτόπουλα και ξετύλιξαν ένα λάστιχο μέχρι τη κονσερβοποίηση. Μαζεύτηκαν πολλοί εργαζόμενοι για να δουν αν θα δουλέψει η πατέντα και να βοηθήσουν αν χρειαζόταν και έτσι βρήκα την ευκαιρία να πλησιάσω σχεδόν απαρατήρητη ανάμεσα στον κόσμο.

Η αντλία ξεκίνησε με ένα μουγκρητό να ρουφάει νερό και με πίεση να το σπρώχνει μέσα στο λάστιχο και από το στόμιο να το εκτινάσσει πάνω στις κονσέρβες που έβγαζαν ένα τσιτσιριστό ήχο καθώς το νερό εξατμιζόταν στην καυτή επιφάνειά τους.

 

Εκείνη τη στιγμή περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ένοιωσα γεννημένη για κάτι σπουδαίο. Ξεχωριστή ανάμεσα στο πλήθος ομοίων μου. Υπήρχαν πολλοί σαν και εμένα σε όλο τον κόσμο και παρόλο που υπήρχε “δουλειά” για όλους, εγώ ήθελα να ξεχωρίσω και να ακούγονται ιστορίες με το όνομά μου.

Ήξερα ότι αυτό που είχα στο μυαλό μου ήταν επικίνδυνο με τεράστια πιθανότητα αποτυχίας. Δε υπήρχε περίπτωση να φοβηθώ. Τόσο καιρό ζούσα στην αφάνεια και είχε έρθει η ώρα να βγω. Αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος. Μια βουτιά.

 

Και ενώ όλοι κοιτούσαν προς την αντίθετη κατεύθυνση, έπεσα στο νερό. Έπρεπε να είμαι προσεκτική. Όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα προς τις κονσέρβες και είχα το χρόνο να κάνω αυτό που έπρεπε.

 

Υγρό στοιχείο, ελευθερία κινήσεων. Κολύμπησα αργά

 

και ύστερα, παφλασμός, αναταραχή.

 

Πλησίασα προς τη δίνη του νερού. Μου φάνηκε πελώρια. Με παρέσυρε.

 

Ξάφνου ένα τούνελ.

Άγγιξα τις καυτές μεταλλικές επιφάνειες από τις κονσέρβες.. Ένοιωσα πολύ άσχημα, από τη μια η ανυπόφορη ζέστη του μετάλλου και από την άλλη η αφόρητη πίεση του νερού πάνω μου με έκανε να σέρνομαι αδύναμη πάνω στα εκατοντάδες στοιβαγμένα κουτιά.

 

Σκέφτηκα πόσο κρίμα ήταν που υπερηφανευόμουν και κόμπαζα για μια δήθεν μεγάλη ιστορία που από ότι φαινόταν θα τελείωνε πριν καν αρχίσει.

 

Έχασα τις αισθήσεις μου. Σκοτάδι.

 

Συνήλθα στιγμιαία. Προσπάθησα να αναγνωρίσω το περιβάλλον αλλά όλα γύρω μου ήταν μαύρα. Ένιωθα στριμωγμένη και πιεσμένη. Δεν μπόρεσα να μείνω ξύπνια αρκετά και για άλλη μια φορά αφέθηκα στο ανακουφιστικό σκότος.

 

Ένοιωσα κίνηση. Κλεισμένη στη μαύρη φυλακή μου ταξίδευα για κάποιον άγνωστο προορισμό.

 

Με ανακάλυψαν; Ήμουν άραγε παγιδευμένη; Είχαν μήπως τελειώσει όλα;

 

Δεν είχα δει άνθρωπο όσο καιρό παρέμενα κλεισμένη εκεί μέσα. Ευτυχώς υπήρχε φαγητό αρκετό για να ανακτήσω τις δυνάμεις μου, να σχεδιάσω τα επόμενα βήματα μου και να ελπίζω για το καλύτερο – το χειρότερο για τους άλλους εννοώ.

 

Έπρεπε να προσέξω ώστε να μην γινόταν φανερή η παρουσία μου αν κάποιος άνοιγε το χώρο στον οποίο βρισκόμουν. Δεν ήθελα να καταλήξω πεταμένη σε κανένα χαντάκι, όχι πριν προλάβω να κάνω αρκετή ζημιά και να προκαλέσω αρκετό πόνο.

 

Η κινήσεις είχαν σταματήσει. Ούτε που ήξερα πόσες μέρες ταξίδευα.

 

Είχα πολλαπλασιάσει τον όγκο μου όλο αυτό το διάστημα και ήμουν έτοιμη να ξεχυθώ και να καταστρέψω ότι έβρισκα μπροστά μου. Δεν είχα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης αλλά έπρεπε να είμαι μεθοδική και τυχερή φυσικά.

Ναι πάνω από όλα τυχερή

 

Άκουσα θόρυβο στα τοιχώματα του δωματίου μου. Κάποιος προσπαθούσε να ανοίξει τη μία πλευρά. Ετοιμάστηκα για το καλύτερο και για το χειρότερο.

 

Φως και ένα τεράστιο χέρι όρμησε προς το μέρος μου. Πάλεψα για λίγο μαζί του αλλά με τη βοήθεια ενός μαχαιριού κατάφερε να με πετάξει έξω σαν ένα άψυχο κομμάτι κρέας. Με κοπάνησε με δύναμη σε έναν πάγκο καλυμμένο με χαρτιά και ύστερα με σήκωσε και με πλησίασε προς μία τεράστια λεπίδα έτοιμος να με κόψει κομματάκια, ενώ εγώ κοιτούσα… απορημένη με την τύχη μου.

 

Σε τρίτο πρόσωπο

 

Σε ένα μικρό σουπερμάρκετ στην παραθαλάσσια πόλη του Αμπερντήν στα βορειοανατολικά της Σκοτίας ο μόνιμα γελαστός και με κόκκινα μάγουλα ιδιοκτήτης παρέλαβε είκοσι κονσέρβες κόρνμπιφ από την Αργεντινή.

Μετάνιωσε που δεν είχε παραγγείλει περισσότερες μιας και είχαν τρομερή ζήτηση. Την πρώτη κιόλας μέρα πούλησε πέντε ολόκληρες και άνοιξε άλλες δύο για να βάλει στη βιτρίνα και να τις πουλήσει σε μικρότερα κομμάτια αν χρειαζόταν αλλά και αυτές εξαντλήθηκαν αμέσως.

 

Όταν μπήκε στο μαγαζί εκείνος ο φοιτητής της Αγγλικής Φιλολογίας, που ποτέ δεν θυμόταν το όνομά του αλλά που πάντα τον χαιρετούσε και έπιαναν κουβέντα για την τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, χρειάστηκε να ανοίξει μια καινούργια κονσέρβα για να του κόψει τις τέσσερις φέτες κόρνμπιφ που ζήτησε. Έβαλε το υπόλοιπο στο ράφι του ψυγείου. Ήταν 8 Μαΐου 1964.

Σε πρώτο πρόσωπο

 

Άκουσα τον άντρα που λίγο πριν μου είχε επιτεθεί να ρωτάει:

 

«-Πόσο θέλετε;»

«-Τέσσερις φέτες ήταν η απάντηση»

 

Έχοντας αποδείξει πόσο τολμηρή ήμουν η τύχη μου χαμογέλασε με τον ίδιο τρόπο που η ατυχία θα χαμογελούσε με το άσχημο, αποκρουστικό στόμα της σε 469 άτομα λίγο αργότερα.

 

Αυτός που απάντησε «τέσσερις φέτες» και οι γύρω του ήταν απλά η αρχή.

 

Πολλοί παράγοντες έπαιξαν ρόλο στην ιστορία αλλά ο πιο σημαντικός ήταν σε ποια θέση της στοίβας με τις κονσέρβες βρισκόμουν και τι θα ήθελε ο επόμενος πελάτης. Σε ένα μικρό σουπερμάρκετ σαν και αυτό που καραδοκούσα είχα περισσότερες πιθανότητες να πετύχω. Έπρεπε να χωριστώ και να χτυπήσω όσους περισσότερους μπορούσα όσο πιο γρήγορα γινόταν. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάμβανε η ασύγκριτη μεταδοτικότητά μου. Αν ήμουν καθηγήτρια θα είχα φοβερή επιτυχία με τέτοια ικανότητα μετάδοσης.

 

Έπρεπε όμως να προσέξω και να μην με αντιληφθούν πριν να είναι αργά. Είχα φροντίσει να καμουφλαριστώ στο χρώμα του κόρνμπιφ, να γίνω διάφανη και άοσμη και κανείς ποτέ να μην καταλάβει το γιατί και πως έγιναν όλα αυτά. Οποιαδήποτε μεταβολή στο χρώμα ή στη μυρωδιά του παστού κρέατος θα κατέληγε την επίδοξη καριέρα μου στα σκουπίδια μαζί με χαλασμένα αλλαντικά και σάπια τυριά. Όχι δεν μου άξιζε ένα τέτοιο τέλος, ειδικά όταν είχα καταφέρει να φτάσω τόσο μακριά, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.

 

Ο πελάτης που μπήκε μέσα ζήτησε μόνο 4 φέτες κόρνμπιφ και η κονσέρβα που βρισκόταν πάνω-πάνω στη στοίβα εκείνη τη στιγμή ήταν η κρυψώνα μου.

Είδα το φως της μέρας μετά από μήνες αλλά τι σημασία είχε. Έτσι και αλλιώς δεν τα πήγαινα ιδιαίτερα καλά με τους ανοιχτούς χώρους, πάντα προτιμούσα να είμαι κλεισμένη κάπου.

 

Με ένα μαχαίρι ο πωλητής ξεκόλλησε τις άκρες του κόρνμπιφ από τα τοιχώματα της κονσέρβας και αναποδογύρισε το κρέας σε μια λαδόκολλα..

Στη λαδόκολλα φρόντισα να αφήσω τα πρώτα ίχνη μου. Όποιο άλλο μη συσκευασμένο προϊόν ακούμπησε εκεί πήρε μαζί του και κάτι από εμένα.

 

Ύστερα ο πωλητής έπιασε το τριών κιλών κομμάτι του μοσχαρίσιου κρέατος με το γυμνό χέρι του και εγώ έστειλα ένα μέρος του εαυτού μου να χωθεί κάτω από τα νύχια του και ανάμεσα από τα δάχτυλά του. Ακούμπησε το κρέας στη μηχανή κοπής αλλαντικών για να ετοιμάσει τις τέσσερις φέτες που του ζήτησε ο πελάτης.

 

Με το που άγγιξα το μηχάνημα και πέρασε ο τροχός μέσα μου, χωρίζοντας την πρώτη φέτα απλώθηκα σε όλη τη λεπίδα. Μέχρι να κόψει και τις υπόλοιπες τρεις ήμουν παντού. Σε κάθε μικρή γωνίτσα του μηχανήματος έτοιμη να στείλω το στρατό μου σε οποιοδήποτε άλλη φέτα τυριού ή αλλαντικού πέρναγε από εκεί.

 

Αφού έκοψε και τύλιξε τις κομμένες φέτες πήρε το υπόλοιπο κόρνμπιφ και το έβαλε στη βιτρίνα δίπλα στα αλλαντικά και ακριβώς πάνω από τα νωπά κρέατα.

 

Ο πωλητής τακτοποίησε το χοιρομέρι, το καπνιστό ζαμπόν, τα λουκάνικα και την κρύα γαλοπούλα στη βιτρίνα ώστε να δείχνουν όλα περιποιημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Βέβαια τα χέρια του λίγο πριν με είχαν αγγίξει και τώρα βρισκόμουν στα περισσότερα από τα προϊόντα που θα καταναλώνονταν ωμά. Έτσι είχα καταφέρει να παγιδέψω ολόκληρο το κατάστημα. Δεν υπήρχε περίπτωση να γλιτώσει κανείς από όσους ψώνιζαν εδώ.

 

Έβλεπα τον εαυτό μου να αποδημεί προς άγνωστες κατευθύνσεις αλλά με ένα και μοναδικό σκοπό. Έφευγα από το μαγαζί χρησιμοποιώντας ως μέσον τα αλλαντικά και τα τυριά που είχα γνωρίσει στον κόφτη, ολόκληρα κοτόπουλα από το κάτω ράφι που δεν θα ψήνονταν αρκετά καλά στο εσωτερικό τους. Έφευγα με όποιον τρόπο μπορούσα για να κάνω όποιον με έβαζε σπίτι του να υποφέρει.

 

Έφυγα σε σακούλες μανάδων, σε οικογενειακά ψώνια, σε εργένικες επιλογές. Σύντομα θα γινόμουν συνοδευτικό του μεσημεριανού για μια γυναίκα, σάντουιτς για ένα παιδί στο σχολείο, πηγή πρωτεΐνης για κάποιον ηλικιωμένο, πλούσιο φοιτητικό πρωινό και στην καλύτερη περίπτωση, αν το πίστευα πραγματικά μπορεί να με καλούσαν και σε κάποιο πάρτι, σε κάποια δεξίωση, σε κάποια φιλική συγκέντρωση όπου εκεί οι γνωριμίες μου θα διευρύνονταν δραματικά.

 

 

Σε τρίτο πρόσωπο

(1 και 2)

Ο φοιτητής 1 γυρνούσε σπίτι σφυρίζοντας χαρούμενα μια μελωδία του Τσακ Μπέρυ κρατώντας την τσάντα του και μια καφέ σακούλα με φρέσκο ψωμί, ντομάτες, βούτυρο, τυρί τσένταρ και τέσσερις φέτες κόρνμπιφ. Σκέφτηκε την εργασία που είχε για την επόμενη μέρα και το σφύριγμά έχασε σταδιακά το ρυθμό και την έντασή του μέχρι που σταμάτησε τελείως.

 

Ο φοιτητής 2 είδε το συγκάτοικό του να έρχεται από το παράθυρο της κουζίνας. Είχε μόλις ξυπνήσει και πεινούσε πάρα πολύ. Πεινούσε με ογδόντα χιλιόμετρα την ώρα όπως συνήθιζε να λέει. Δεν υπήρχε τίποτα στα ντουλάπια για πρωινό και έτσι η χάρτινη σακούλα που κρατούσε ο φίλος του ίσως έκρυβε μέσα τη σωτηρία από την πείνα. Θα τσιμπούσε κάτι και μετά θα πήγαινε για μια βόλτα στην παραλία. Μακριά από τη Γλασκόβη και τους καταπιεστικούς γονείς του απολάμβανε κάθε στιγμή της φοιτητικής του ζωής.

Κάτσανε στο τραπέζι της κουζίνας και τράβηξαν κλήρο όπως κάνανε πάντα για το ποιος θα φτιάξει τα σάντουιτς. Ενώ το νερό για το τσάι έβραζε ο φοιτητής 2 που είχε χάσει ετοίμασε δυο τεράστια σάντουιτς με βούτυρο, χοντροκομμένο τσένταρ, αγγλική μουστάρδα και κόρνμπιφ. Τα απόλαυσαν πίνοντας καυτό τσάι με γάλα και πολύ ζάχαρη.

 

(3 – 4 – 5 – 6)

Ο άντρας της την είχε κουράσει πολύ. Είχε βαρεθεί τα ξενύχτια του, τις φωνές του και την ανάσα του που βρώμαγε μπύρα στις καλύτερες και ουίσκι στις χειρότερες νύχτες που γυρνούσε - όταν γυρνούσε - σπίτι. Τουλάχιστον δεν την είχε χτυπήσει ποτέ και υπέθετε πως και αυτό ήταν κάτι. Και έμενε μαζί του γιατί τον αγαπούσε και ήλπιζε πως όλα αυτά θα άλλαζαν. Τα δύο αγόρια της την κοιτούσαν πολλές φορές να βουρκώνει και πάντα σκούπιζε βιαστικά τα μάτια λέγοντάς τους πως είχε φυσήξει ο άνεμος και είχε μπει μέσα σκόνη. Υπήρχαν μέρες που φυσούσε συνέχεια.

 

Όχι όμως εκείνη τη μέρα. Ήταν χαρούμενη γιατί ο άντρας της δεν μέθυσε το προηγούμενο βράδυ, γύρισε νωρίς σπίτι και κοιμήθηκαν αγκαλιά μετά από πάρα πολύ καιρό. Ήταν ευτυχισμένη. Περπατούσε με γρήγορο βήμα και κατευθύνθηκε προς το συνοικιακό σουπερμάρκετ για να ψωνίσει κάτι εκλεκτό και να περιποιηθεί τα παιδιά και τον σύζυγό της. Αβγά, κόρνμπιφ, φασόλια σε σάλτσα ντομάτας και γλυκά μάφινς με σοκολάτα και βατόμουρα.

 

Στην κουζίνα τα παιδιά της έτρωγαν ήδη ζεστό πόριτζ, χυλό με βρώμη, γάλα και ζάχαρη και αφού τελείωσαν και πήγαν στα δωμάτιά τους να ντυθούν, εκείνη τους ετοίμασε από ένα σπέσιαλ σάντουιτς με κρεμμύδι τουρσί, μαρμίτα και κόρνμπιφ. Έβαλε σε δύο χάρτινες σακουλίτσες από ένα σάντουιτς και ένα μάφιν. Σοκολάτα για τον μικρό, βατόμουρο για τον μεγάλο. Τα αγόρια της έδωσαν ένα ηχηρό φιλί στο μάγουλο, έβαλαν το κολατσιό τους στην τσάντα και ξεκίνησαν για το σχολείο.

 

Τηγάνισε αβγά, ζέστανε τα φασόλια και δυο φέτες χθεσινό ψωμί για τον άντρα της. Τοποθέτησε όλα τα φαγητά σε ένα μεγάλο πιάτο μαζί με χοντροκομμένο κόρνμπιφ και τα ανέβασε στην κρεβατοκάμαρα κρατώντας παράλληλα μια τσαγιέρα γεμάτη αχνιστό γλυκό τσάι. Θα τον ξυπνούσε με χάδια και φιλιά, θα του πήγαινε πρωινό στο κρεβάτι και ίσως οι μέρες από εδώ και στο εξής να ήταν καλύτερες. Ναι, ίσως σταματούσε να φυσάει.

 

(7)

Ζήλευε που τα περισσότερα παιδιά στο σχολείο είχαν χαρτζιλίκι και μπορούσαν να φάνε ότι ήθελαν από το κυλικείο στα διαλείμματα. Η μοναδική επιλογή που είχε εκείνος όμως ήταν ή να φάει το σάντουιτς που του έβαζε μαζί η μητέρα του ή να μείνει νηστικός.

 

Πεινούσε όμως πολύ. Είχε χάσει σε ένα ανόητο στοίχημα παίζοντας μπίλιες τα λίγα σεντς που είχε μαζί του και τις δύο αγαπημένες του γαλάζιες μπίλιες και η μόνη επιλογή αν ήθελε να μη μείνει με άδειο στομάχι μέχρι το απόγευμα που θα γυρνούσε η μητέρα του από τη δουλειά, ήταν το σάντουιτς με λαχανοσαλάτα κόλσλοου και κόρνμπιφ. Δεν του άρεσε και πολύ αλλά σίγουρα ήταν χίλιες φορές καλύτερο από το σχεδόν καθημερινό με τσένταρ και πίκλες που του ετοίμαζε. Μήπως να ζητούσε λεφτά από τον αδελφό του. Έψαξε να τον βρει στην αυλή του σχολείου αλλά δεν τον είδε πουθενά. Έτρεξε σε όλες τις κρυψώνες των «μεγάλων μαθητών» αλλά δεν τον βρήκε. Μπορεί να ήταν κάπου και να κάπνιζε με τους φίλους του. Δεν του άρεσε που ο αδελφός του είχε αρχίσει να καπνίζει αλλά δεν μπορούσε να πει τίποτα γιατί θα τον έδερνε όπως συνήθως. Ιδρωμένος από το τρέξιμο έκατσε σε μια άκρη της αυλής και άρχισε να τρώει.

 

(8 – 9 – 10 – 11)

Τώρα ένοιωθε και η ίδια τον πυρετό της να ανεβαίνει. Ο άντρας της ήταν στο δωμάτιο των παιδιών προσπαθώντας να τα καθησυχάσει. Φώναζαν και στριφογύριζαν συνέχεια. Τους είχαν βάλει θερμόμετρο λίγα λεπτά νωρίτερα. Ο μεγάλος είχε 41 μισό και η κόρη τους 40. Ο πιο μικρός γιος ευτυχώς ήταν σε φυσιολογική θερμοκρασία. Τον είχανε μόνο του στο σαλόνι για να μην τον κολλήσουν τα αδέλφια του. Στην αρχή αυτή και ο άντρας της νόμιζαν πως τα παιδιά τους έκαναν πλάκα για να μην πάνε σχολείο. Όταν αισθάνθηκε το μέτωπο του γιου της είδε πως δεν αστειευόταν, ούτε και η κόρη της. Ύστερα πρόσεξε τα μάτια του άντρα της που γυάλιζαν και τα μάγουλά του που ήταν κατακόκκινα. Τον φίλησε στο κούτελο για να νοιώσει τη θερμοκρασία του αν και είχε καταλάβει από πριν ότι και εκείνος ανέβαζε πυρετό.

Το κεφάλι της πονούσε και αισθανόταν αδύναμη. Ήλπιζε ο ξάδελφός της να μην είχε μείνει μέχρι αργά στο ιατρείο αν και ήταν σίγουρη πως είχε ακούσει την πόρτα από το διαμέρισμά του λίγο πριν. Βγήκε στο διάδρομο να τον φωνάξει. Ήταν όλοι πολύ περήφανοι που τον είχαν στην οικογένεια. Ο πρώτος γιατρός που είχε βγει ποτέ. Ήταν βέβαια ακόμα δόκιμος κάνοντας την πρακτική του αλλά σίγουρα θα τους βοηθούσε. Θα ετοίμαζε το βαλιτσάκι του και θα ερχόταν αμέσως.

 

Στην κουζίνα είχε μαζευτεί μια τεράστια στοίβα από πιάτα. Ήταν τουλάχιστον τεσσάρων ημερών. Ξεκίνησε από τα πιο παλιά. Είδε την πράσινη κρούστα στην επιφάνειά τους και θυμήθηκε το γεύμα εκείνης της μέρας. Μπιζέλια και ρύζι συνοδευμένα με μια φέτα κόρνμπιφ για τον καθένα. Εκτός από τον μικρό που προτίμησε να φάει περισσότερο ρύζι και μπιζέλια γιατί σιχαινόταν το κόρνμπιφ. Πρέπει να ήταν 19 Μαΐου.

 

(12)

Κάθε μέρα ανελλιπώς τα τελευταία δύο χρόνια έκανε τζόκιν στο Seaton Park. Τρεις γύρους κάθε απόγευμα, σχεδόν δέκα χιλιόμετρα κάθε μα κάθε μέρα. Με κρύο και με βροχή αλλά συνήθως με συνδυασμό και των δύο εκείνος έτρεχε για να ξεφύγει από τους δαίμονες που τον κυνηγούσαν. Ήταν η μία ώρα της κάθε ημέρας κατά την οποία δεν σκεφτόταν απολύτως τίποτα. Καθάριζε το μυαλό του και απλά έτρεχε. Το ένα βήμα μετά το άλλο, με σταθερή ταχύτητα και με μόνη συνειδητή λειτουργία του μυαλού να μετρήσει ως το τρία. Ένα νούμερο για κάθε γύρο που έκανε. Ύστερα το τρέξιμο τελείωνε και οι κακές σκέψεις πλημμύριζαν και πάλι το μυαλό του.

 

Όμως εκείνο το απόγευμα δεν αισθανόταν καλά. Ένοιωθε πολύ αδύναμος, με ρίγη και κομμάρες σε όλο του το κορμί. Σκέφτηκε ότι το τρέξιμο θα τον έκανε να νοιώσει καλύτερα. Το αίμα θα κυλούσε γρήγορα στις φλέβες του και θα του έδινε δύναμη. Περπατώντας προς το πάρκο πέρασε έξω από το σουπερμάρκετ που ψώνιζε. Δεν είχε δουλειά και ο ασπρομάλλης ιδιοκτήτης στεκόταν στην πόρτα με τα κατακόκκινα μάγουλά του και το μονίμως γελαστό πρόσωπό του. Σαν Άγιος Βασίλης χωρίς στολή και γενειάδα. Τελευταία φορά είχε περάσει από εκεί πριν μια εβδομάδα. Του είχε τελειώσει το σαπούνι για το ξύρισμα και χρειαζόταν και ένα καινούργιο πινελάκι για να κάνει αφρό. Φυσικά δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό να αγοράσει και λίγο φρεσκοκομμένο καπνιστό χοιρινό. Ίσως θα μπορούσε να αγοράσει λίγο ακόμα επιστρέφοντας από το τρέξιμο.

 

Χαιρέτησε τον ιδιοκτήτη, μπήκε στο πάρκο και άρχισε να τρέχει χωρίς να σκέφτεται απολύτως τίποτα. Πρόλαβε να μετρήσει μόνο μέχρι το δύο. Λίγο πριν τον τρίτο γύρο λιποθύμησε δίπλα σε ένα παγκάκι. Ήταν 20 Μαΐου

 

(13 – 14)

Ήταν μια από τις χειρότερες μέρες της ζωής της. Ο μικρός της γιος είχε μπει στο νοσοκομείο από τον επίμονο υψηλό πυρετό που τον έκαιγε τις τελευταίες μέρες και οι γιατροί δεν ήξεραν τι είχε. Εκείνη όχι μόνο δεν ένοιωθε καθόλου καλά αλλά είχε πατήσει και κάτι ξεχασμένες μπίλιες του μικρού και είχε σωριαστεί στο πάτωμα χτυπώντας το πόδι της και σαν να μην έφταναν όλα αυτά είχε βρει και ένα πακέτο τσιγάρα στο παντελόνι του μεγάλου της γιου ο οποίος το είχε καταλάβει και έκανε τον άρρωστο για να μην τα ακούσει.

 

Χτύπησε το κουδούνι. Άνοιξε την πόρτα και είδε μπροστά της έναν άγνωστο κύριο με σκουρόχρωμο κουστούμι. Συστήθηκε ως ιατρικός ερευνητής στο νοσοκομείο που βρισκόταν ο γιος της. Ήθελε να την ρωτήσει κάποιες λεπτομέρειες σχετικά με την ασθένειά του μήπως και τους βοηθούσε να καταλάβουν τι ακριβώς είχε. Πότε ξεκίνησε; Πόσο καιρό είχε πυρετό πριν τον πάνε στο νοσοκομείο;

 

Η ξεψυχισμένη φωνή από το δωμάτιο του μεγάλου γιου της τους διέκοψε.

 

Φώναξε ότι δεν νοιώθει καλά. Η μητέρα έτρεξε στο δωμάτιο και ο ερευνητής γιατρός την ακολούθησε.

 

Ο μεγάλος γιος βρισκόταν κάθιδρος στο κρεβάτι τρέμοντας και τους κοίταζε με μάτια που γυάλιζαν από τον πυρετό. Η μάνα τον αγκάλιασε και άγγιξε το μάγουλό του με το δικό της αλλά δεν τον αισθάνθηκε ζεστό, ίσως επειδή και η ίδια έβραζε εδώ και αρκετή ώρα.

 

Ο γιατρός τους μετέφερε με το αυτοκίνητό του στο νοσοκομείο.

 

Τα πρακτικά

Κύριοι,

 

1. Μας ανατέθηκε από τους προκάτοχούς σας στις 29 Ιουνίου, 1964 να σχηματίσουμε μια ανακριτική επιτροπή για να διερευνήσουμε την αιτία της πρωτογενούς πηγής μόλυνσης που προκάλεσε την επιδημία τυφοειδούς πυρετού στο Αμπερντήν το 1964, και τους τρόπους με τους οποίους μεταδόθηκε και να σας αναφέρουμε.

 

3. Τα ευρήματά μας μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

 

(i) Η πιο πιθανή αιτία της επιδημίας τυφοειδούς πυρετού στο Αμπερντήν το 1964 ήταν μία κονσέρβα κόρνμπιφ που περιείχε τον τυφοειδή βάκιλο (salmonella typhi)

(ii) Η πιο πιθανή εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε σύμφωνα με τις αποδείξεις που συγκεντρώσαμε εκ των υστέρων είναι ότι ο βάκιλος βρήκε πρόσβαση σε μια κονσέρβα κόρνμπιφ από ένα μικρό κενό που δημιουργήθηκε στο μέταλλο της κονσέρβας εξαιτίας της υψηλής θερμοκρασίας κατά τη διαδικασία της σφράγισης. Κατά πάσα πιθανότητα ο τυφοειδής βάκιλος περιεχόταν σε μη χλωριωμένο νερό που χρησιμοποιήθηκε εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή για την ψύξη των κονσερβών με το αποστειρωμένο κόρνμπιφ

(iii) Η μολυσμένη κονσέρβα πουλήθηκε σε ένα σουπερμάρκετ στο Αμπερντήν ανάμεσα στις 7-9 Μαΐου. Η εν λόγω κονσέρβα παράχθηκε στην Αργεντινή στην περιοχή Ροζάριο.

(iv) Δεν βρήκαμε ενδείξεις που να συνηγορούν στο γεγονός ότι το κόρνμπιφ μολύνθηκε μετά το άνοιγμα της κονσέρβας

(v) Μετά το άνοιγμα της κονσέρβας οι συνθήκες στο σουπερμάρκετ - παρόλο που σύμφωνα με τα συνηθισμένα στάνταρτ το μαγαζί ήταν καθαρό – ευνόησαν την εξάπλωση της βακτηριολογικής μόλυνσης και σε άλλα κρύα κρέατα που πουλήθηκαν από το ψυγείο αφού πρώτα είχαν παραμείνει στα ράφια βιτρίνας με χαμηλή ψύξη μέσα στο μαγαζί.

(vi) Η εμφάνιση πάνω από τετρακοσίων περιπτώσεων τυφοειδούς πυρετού οφείλεται στις δυνατότητες που είχε ο βάκιλος να αναπτυχθεί γρήγορα και μεμονωμένα στο περιβάλλον του σουπερμάρκετ.

(ix) Όταν μια τέτοια μολυσμένη κονσέρβα ανοιχτεί ο βάκιλος μπορεί να αναπτυχθεί ραγδαία σε αριθμό.

(xi) Η μόλυνση διήρκεσε μέχρι και τις 23 Μαΐου, και με λίγες μόνο εξαιρέσεις όλα τα θύματα της ασθένειας μολύνθηκαν απευθείας από την ίδια πηγή.

 

 

Ιστορικό

 

8. Το απόγευμα της Τρίτης 19 Μαΐου Τμήμα Δημόσιας Υγείας του Αμπερντήν πληροφορήθηκε ότι δύο φοιτητές μεταφέρθηκαν από τα ιατρεία του πανεπιστημίου στο νοσοκομείο της πόλης ως ύποπτοι για εμφάνιση τυφοειδούς πυρετού. Η διάγνωση βγήκε την επόμενη μέρα.

 

9. Ο ένας από τους δύο φοιτητές (ασθενής 1) μεταφέρθηκε στο αναρρωτήριο του πανεπιστημίου στο Crombie στις 12 Μαΐου υποφέροντας από κράμπες στο στομάχι. Από εκεί μεταφέρθηκε στις 16 του μήνα στο βασιλικό νοσοκομείο της πόλης με διάγνωση υψηλό πυρετό αγνώστου προελεύσεως. Ο δεύτερος φοιτητής (ασθενής 2) που συγκατοικούσε με τον ασθενή 1 ένοιωσε αδιάθετος στις 14 Μαΐου, μπήκε στο αναρρωτήριο του πανεπιστημίου στις 15 και τελικώς εισήχθη στο βασιλικό νοσοκομείο στις 16 Μαΐου επίσης με διάγνωση υψηλού πυρετού αγνώστου προελεύσεως. Και στους δύο ασθενείς έγιναν αιματολογικές εξετάσεις και εξετάσεις σωματικών υγρών και στις 19 Μαΐου οι γιατροί υποπτεύθηκαν για πρώτη φορά ότι οι δύο ασθενείς έπασχαν από τυφοειδή πυρετό. Το ίδιο απόγευμα μεταφέρθηκαν εσπευσμένα στο Εθνικό Νοσοκομείο Αμπερντήν όπου και η αρχική διάγνωση τυφοειδούς πυρετού τελικά επιβεβαιώθηκε στις 20 Μαΐου.

 

10. Όταν οι δύο φοιτητές μεταφέρθηκαν στο Εθνικό Νοσοκομείο της πόλης βρισκόταν ήδη στο νοσοκομείο η ασθενής 3 που είχε εισήχθη από τις 16 του μήνα με σοβαρή γαστρεντερίτιδα. Στις 19 Μαΐου εισήχθησαν επίσης ο άντρας της ασθενούς 3 και τα δύο τους παιδιά (ασθενείς 4, 5 και 6) καθώς και ένα άλλο αγόρι (ασθενής 7). Στις 20 Μαΐου επιβεβαιώθηκε ότι η ασθενής 3 έπασχε από τυφοειδή πυρετό.

 

11. Το αγόρι (ασθενής 7) ήταν πολύ άρρωστο κατά την εισαγωγή του και ο ιατρικός ερευνητής που είχε αναλάβει τις περιπτώσεις του τυφοειδούς πυρετού αποφάσισε να μην του κάνει ερωτήσεις αλλά να επισκεφτεί το σπίτι του παιδιού για να συγκεντρώσει περισσότερες πληροφορίες. Στο σπίτι ανακάλυψε πως και η μητέρα και ο αδελφός του παιδιού ήταν ήδη άρρωστοι και κανονίστηκε η εισαγωγή τους στο νοσοκομείο.(ασθενείς 13, 14)

 

12. Στις 14 Μαΐου ένας δόκιμος γιατρός έλαβε κλήση για επίσκεψη στο σπίτι από μια οικογένεια στην οποία τα τέσσερα από τα πέντε μέλη της ήταν άρρωστα. Στις 16 του μήνα έστειλε δείγμα αίματος από τα μέλη της οικογένειας για βακτηριολογικές εξετάσεις. Στις 20 Μαΐου διαπιστώθηκε ότι το δείγμα αίματος ήταν θετικό στον βάκιλο της τυφοειδούς σαλμονέλας και συνεπώς τα τέσσερα μέλη της οικογένειας (ασθενείς 8 – 11) μεταφέρθηκαν άμεσα στο νοσοκομείο.

 

13. Στις 20 του μηνός μεταφέρθηκε επίσης στο νοσοκομείο ο ασθενής 12 που ήταν άρρωστος ήδη για δύο μέρες με αρχική διάγνωση υψηλό πυρετό αγνώστου προελεύσεως.

 

14. Συνεπώς στο Εθνικό Νοσοκομείο ήταν συγκεντρωμένοι το απόγευμα της 20ης Μαΐου 14 ασθενείς με διάγνωση ή υποψία τυφοειδούς πυρετού.

 

15. Στις 22 Μαΐου εισήχθησαν ακόμα 7 ασθενείς μεταξύ των οποίων και η κόρη του ασθενούς 12 από την παράγραφο 13. Ένας ακόμα ασθενής εισήχθη στις 23 του μήνα. Από εκείνη την ημερομηνία και στη συνέχεια ο αριθμός των ασθενών που εισήχθησαν στο νοσοκομείο ανέβηκε δραματικά και είχε ως εξής:

 

24/25 Μαΐου - 38

26/27 Μαΐου - 31

28/29 Μαϊου - 65

30/31 Μαΐου - 42

1/2 Ιουνίου - 59

3/4 Ιουνίου - 46

5/6 Ιουνίου - 58

7/8 Ιουνίου - 19

9/10 Ιουνίου - 32

11/12 Ιουνίου - 13

16. Από την τελευταία ημερομηνία ο αριθμός των εισαγωγών στο νοσοκομείο μειώθηκε τόσο απότομα όσο αυξήθηκε αρχικά και ο τελευταίος καταγεγραμμένος ασθενής εισήχθη στις 7/8 Ιουλίου.

 

17. Ο συνολικός αριθμός των ασθενών που έκανα εισαγωγή ήταν 487. Από αυτούς ένας μικρός αριθμός αποδείχθηκε πως δεν έπασχε τελικώς από τυφοειδή πυρετό. Δεν είναι εξακριβωμένος ο ακριβής αριθμός των ατόμων που ήρθαν σε επαφή με την ασθένεια αλλά εικάζουμε πως είναι 469.

Η ασθένεια

19. Ο τύφος ανήκει σε γκρουπ εντερικών ασθενειών και το παθογόνο μικρόβιο αποκτά πρόσβαση στο σώμα από το στόμα. Ο βάκιλος αναπτύσσεται μέσα στο λεπτό έντερο και η ασθένεια προκαλεί σοβαρή τοξικολογική ζημιά στο σώμα και μπορεί να αποβεί θανατηφόρα ή να προκαλέσει μόνιμη αναπηρία.

 

20. Ο οργανισμός που προκαλεί την ασθένεια είναι ο τυφοειδής βάκιλος και ανήκει στο γκρουπ των παθογόνων βακτηρίων σαλμονέλας (salmonella typhi). Ο συγκεκριμένος βάκιλος είναι πολύ σκληρός οργανισμός και μπορεί να επιβιώσει για πολλές εβδομάδες μέσα σε αποστειρωμένο νερό, αποξηραμένος ακόμα όντας κατεψυγμένος.

 

21. Εξαιτίας της ικανότητας του βακίλου να επιβιώνει σε ποικίλες συνθήκες έτσι μπορεί και να μεταφερθεί με διάφορους τρόπους. Τα απόβλητα, το νερό, το γάλα, τα ενδύματα, τα κλινοσκεπάσματα και τα τρόφιμα είναι όλα γνωστά και πιθανά μέσα που ευνοούν την εξάπλωση της ασθένειας.

 

22. Σαν ασθένεια ο τυφοειδής πυρετός παρουσιάζει εξαιρετική δυσκολία στη διάγνωσή του. Επίσης είναι μια ασθένεια που μπορεί να «αυτοελέγχεται» με διάφορους τρόπους. Συχνά παρουσιάζει συμπτώματα που μιμούνται αυτά άλλων εντελώς διαφορετικών ασθενειών.

 

Οι αρχικές έρευνες

25. Για να εκτιμήσουμε την πηγή μιας επιδημίας τυφοειδούς πυρετού, είναι απαραίτητο να ανακαλύψουμε τι φαγητό είχε καταναλώσει ο ασθενής και από πού είχε αγοραστεί. Συγχρόνως έπρεπε να έχουμε κατά νου ότι η τοξιναιμία και ο υψηλός πυρετός που παρουσιάζουν τα θύματα της σαλμονέλας καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την ανάκληση περιστατικών που συνέβησαν τις τελευταίες μέρες και επηρεάζουν επίσης τη δυνατότητα συγκέντρωσης. Ακόμα και για απολύτως υγιείς ανθρώπους είναι δύσκολο να θυμηθούν τι ακριβώς έφαγαν μέσα σε μία εβδομάδα, πόσο μάλλον σε τρεις. Παρόλα αυτά ο γιατρός που είχε την ευθύνη της προανακριτικής έρευνας για το περιστατικό ανακάλυψε ότι στο ιστορικό των 11 από τους 12 ασθενείς στο νοσοκομείο το απόγευμα της 20ης Μαΐου υπήρχε ένα κοινό σημείο. Όλοι είχαν φάει κρέας από κονσέρβα το οποίο είχαν αγοράσει στο ίδιο σουπερμάρκετ περίπου 10 μέρες νωρίτερα.

 

Όπως προαναφέρθηκε ο ασθενής 7, ένα νεαρό αγόρι ήταν πολύ άρρωστο για να μιλήσει ο γιατρός μαζί του και έτσι επισκέφτηκε το σπίτι του όπου η μητέρα του αγοριού όπου ήταν ήδη άρρωστη επιβεβαίωσε ότι η οικογένεια είχε καταναλώσει κόρνμπιφ αγορασμένο από το συγκεκριμένο σουπερμάρκετ.

 

26. Ένα σημαντικό εύρημα που σχετίζεται με τους ασθενείς 8-11 μέλη της ίδιας οικογένειας ήταν το εξής. Το πέμπτο μέλος, ένα αγόρι, δεν είχε μολυνθεί και δεν είχε καμία απολύτως επαφή με την ασθένεια. Το εν λόγω αγόρι δεν είχε φάει κόρνμπιφ επειδή το απεχθανόταν. Είχαν φάει όμως τα τέσσερα μέλη της οικογένειας τα οποία και τελικά αρρώστησαν.

 

27. Καθώς όλο και περισσότεροι ασθενείς κατέφθαναν στο νοσοκομείο οι έρευνες σχετικά με το ιστορικό του φαγητού τους συνεχίζονταν και μέχρι τις 23 Μαΐου όλοι οι ασθενείς με μία μόνο εξαίρεση παραδέχθηκαν ότι είχαν φάει κρύο κρέας αγορασμένο από το συγκεκριμένο σουπερμάρκετ. Τότε έγινε φανερό ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς είχαν καταναλώσει κόρνμπιφ, 17 από τους 31 αλλά υπήρχαν οι υπόλοιποι που είχαν φάει άλλου είδους κρύο κρέας όπως αλλαντικά και καπνιστά φιλέτα.

 

43. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που συγκεντρώθηκαν από όλους τους ασθενείς που είχαν καταναλώσει κόρνμπιφ αγορασμένο από το συγκεκριμένο κατάστημα, διεξήχθη έρευνα και το κεντρικό εργαστήριο γάστρο εντερικών προβλημάτων ανακοίνωσε στις 23 του μήνα ότι ο τυφοειδής βάκιλος που εντοπίστηκε, απομονώθηκε και εξετάστηκε ήταν τύπου 34 ο οποίος δεν είναι ευδοκιμεί στην Μεγάλη Βρετανία αλλά συναντάται αποκλειστικά στην Λατινική Αμερική.

 

Σε τρίτο πρόσωπο

Είκοσι περίπου άτομα ήταν συγκεντρωμένα γύρω από το κρεβάτι ενός δεκαπεντάχρονου έφηβου σε ένα μεγάλο και ευρύχωρο δωμάτιο στο βασιλικό νοσοκομείο του Αμπερντήν. Οι περισσότεροι ήταν γιατροί και προσωπικό του νοσοκομείου. Ανάμεσά τους όμως βρίσκονταν δύο αστυνομικοί, ο δήμαρχος της πόλης, ο Βρετανός υπουργός υγείας με το δεξί χέρι του πρωθυπουργού και οι γονείς του παιδιού. Το αγόρι νοσηλευόταν ήδη για δώδεκα ημέρες και παρόλο που ήταν δυνατό παιδί ο οργανισμός του είχε εξασθενήσει. Στο δωμάτιο δεν ακουγόταν ο παραμικρός θόρυβος τα τελευταία πέντε λεπτά.

 

Η αποκλειστική του νοσοκόμα κοίταξε το ρολόι στον τοίχο και πλησίασε το κρεβάτι του παιδιού. Άγγιξε λίγο το μέτωπό του με την ανάστροφη της παλάμης της και ύστερα πέρασε απαλά το χέρι της μέσα από τη ξεθωριασμένη λαχανί μπλούζα του ασθενούς και έβγαλε το θερμόμετρο από τη μασχάλη του.

 

Κοίταξε την ένδειξη και φώναξε δυνατά «38 και 1. Τελείωσε. Τελείωσε»

 

Όλοι ξέσπασαν σε χαρούμενες φωνές και ενθουσιώδεις πανηγυρισμούς.

 

Το παιδί στριφογύρισε στο κρεβάτι του ενοχλημένο από τη φασαρία. Ανασηκώθηκε και κοίταξε γύρω του. Ο μητέρα του αγκαλιαζόταν με έναν γιατρό και έναν αστυνομικό, ενώ ο πατέρας του χόρευε με τον υπουργό υγείας ενώ τους χειροκροτούσαν νοσοκόμες γιατροί και ο δήμαρχος .

 

Ξανάκλεισε τα μάτια του σίγουρος ότι ο πυρετός δεν είχε πέσει καθόλου κάτω από σαράντα που είχε όλη την τελευταία εβδομάδα.

 

Στο δωμάτιο μέχρι εκείνη τη στιγμή βρισκόταν και η Μόνα Λασέλ. Έμεινε για λίγο ακόμα και έφυγε.

 

Ίσως για πάντα.

 

Ίσως όχι…

 

Σε πρώτο πρόσωπο

Όλα κύλησαν ομαλά όπως τα σχεδίαζα τότε που ήμουν ακόμα αδύναμη και άσημη σε εκείνη τη βιομηχανία κρέατος στο Ροζάριο της Αργεντινής. Στάθηκα βέβαια πολύ τυχερή αυτό πρέπει να το παραδεχτώ αλλά ήμουν και πολύ τολμηρή και φιλόδοξη και αξιοποίησα την ευκαιρία που μου δόθηκε. Δεν φοβήθηκα να ρισκάρω και βούτηξα τη στιγμή που έπρεπε όταν οι περισσότεροι θα είχαν απομείνει να κοιτάνε τις κονσέρβες όπως έκαναν οι εργάτες. Να κοιτάνε και να ονειρεύονται.

 

Οι διαδικασίες με τις οποίες λειτουργώ από τη στιγμή που αποφασίσω να κάνω κάποιον να υποφέρει είναι απλές και μονότονες αν και καμιά φορά μπορώ να κάνω την έκπληξη.

 

Ξεκινάω πάντα από το στομάχι. Το αναστατώνω με την παρουσία μου, το σφίγγω, το χαλαρώνω, το ανακατεύω και πλέον το σώμα ξέρει ότι βρίσκομαι εκεί. Προκαλώ συσπάσεις και ερεθισμούς και ο πρώτος εμετός δεν θα αργήσει να έρθει.

 

Το σώμα καταλαβαίνει πως είναι μολυσμένο και ανεβάζει πυρετό. Όταν καταλάβει από τι ακριβώς είναι μολυσμένο ανεβάζει πολύ υψηλό πυρετό αλλά ακόμα και τότε όλοι νομίζουν ότι πρόκειται για γρίπη.

 

Περιστασιακά ανεβαίνω προς τα πάνω. Όταν ο ξενιστής μου χαλαρώνει και αρχίζει να παίρνει τα πάνω του, νοιώθοντας ότι η αδιαθεσία του περνάει, και τελικά είχε δίκιο η γιαγιά του, ήταν όντως μια απλή ίωση, τότε η μύτη αρχίζει να αιμορραγεί. Ξαφνικά αίμα κυλάει στα χείλη του και στο σαγόνι του και ο πανικός γίνεται σύμμαχος μου.

 

Μετά κατεβαίνω στο λεπτό έντερο. Αναπαράγομαι και απλώνομαι παντού. Απομυζώ τα υγρά και σχεδόν το στρίβω μέχρι ο ξενιστής μου να τρελαθεί από τον πόνο.

 

Οι περισσότεροι τρέχουν στην τουαλέτα με την ελπίδα της ανακούφισης αλλά εγώ είμαι ακόμα εκεί και διασκεδάζω με την αγωνία τους.

 

Και όταν αποφασίσω ότι έκανα τον κύκλο μου, τότε αποχωρώ, σαν κυρία.

 

Το όνομά μου είναι Μόνα Λασέλ, και όλοι με ξέρουν επειδή κάνω τους ανθρώπους να υποφέρουν, επειδή τους βασανίζω.

 

Τι σημαίνει όμως να υποφέρει κάποιος;

 

Ανεβάζω τον πυρετό τόσο που ο εγκέφαλος σιγοβράζει και τα μάτια γυαλίζουν λες και τα υγρά τους θα εξατμιστούν, κανείς όμως δεν είχε υποθερμία για να μου ζητήσει να το κάνω.

 

Αίμα τρέχει από τη μύτη αλλά δεν είμαι πυγμάχος.

 

Στρίβω το λεπτό έντερο σαν να είμαι χειρούργος γαστρεντερολόγος και αναταράσσω το στομάχι προκαλώντας τρομερό πόνο στην κοιλιά και διάρροια μέχρι σημείου αφυδατώσεως αλλά δεν έδωσα ποτέ σε κανέναν καθαρτικό.

 

Είμαι από τους καλύτερους βασανιστές όλων των εποχών και η δύναμή μου είναι ότι κανείς ποτέ δεν κατάλαβε. Όλοι νόμιζαν πως ήταν άρρωστοι, ή απλά άτυχοι άρρωστοι με βαριά συμπτώματα. Κανείς όμως δεν συνειδητοποίησε ότι εγώ ήμουν μέσα του και αποφάσιζα. Εγώ επέλεγα πόσο πόνο θα δώσω και πού. Εγώ αποφάσιζα για όλα.

 

Ο καλύτερος βασανιστής είναι αυτός που το θύμα ούτε καν αντιλαμβάνεται την παρουσία του.

 

Και εσείς μπορεί να με έχετε ακούσει. Να με θυμάστε στιγμιαία κάθε φορά που πιάνετε κρέας με γυμνά χέρια, κάθε φορά που δεν ψήνετε αρκετά ένα φαγητό, κάθε φορά που ξεχνάτε να πλύνετε τα χέρια σας πριν το φαγητό.

 

Τώρα μάλλον ξέρετε γιατί…

Edited by iliosporos
Link to comment
Share on other sites

Αγαπητέ Ηλία, γενικά πολύ καλό, υπήρξαν όμως μερικά πράγματα που με χαλάσανε. Θα προτιμούσα να αρχίσω να το διαβάζω χωρίς να ξέρω τι με περιμένει. Στην προ του τίτλου εισαγωγή σου έδωσες too much information για την γνώμη μου.

 

Το κείμενο όμως ήταν έξοχο και αιχμαλώτισε την προσοχή μου. Εκείνο που θαύμαζα, διαβάζοντας το πρώτο μέρος, ήταν το πόσο καλά ο συγγραφέας γνώριζε την επιστήμη του τρόμου που περιέγραφε. Μετά όμως…έβγαλες στην φόρα και όλα τα πρακτικά/ιστορικά, τις πηγές σου δηλαδή, στη φόρα. Ok, το κείμενο έγινε ενημερωτικό, γουστάρω να μαθαίνω, χάθηκε όμως η δραματουργική ψευδαίσθηση. Δεν υπήρχε τρόπος να τα μάθουμε όλα αυτά με το πρώτο και τρίτο πρόσωπο στο οποίο μας εξοικείωσες;

 

Επανήρθες στον δρόμο σου με το κλείσιμο, το οποίο έσωσε την κατάσταση αρκετά για να σου συγχωρέσω την διδασκαλία στην μέση.

 

Αλλά πολύ καλό.

 

Υ.Σ. Προς αποτυχία ή επιτυχία του συγγραφέα, παρά την φρίκη, δεν έπαψα να λιμπίζομαι κατά την ανάγνωση ένα κορνμπιφ σάντουιτς. Να’χα τώρα ένα…

Link to comment
Share on other sites

Βασικά προβληματίστηκα αρκετά για το πως έπρεπε να γράψω μια τέτοια ιστορία.

Χρειαζόμουν όπωσδήποτε το 1ο πρόσωπο και χρειαζόμουν και το 3ο για να περιγράψω κάποιες καταστάσεις.

 

Προς το τέλος όμως αποφάσισα να βγάλω και τα πρακτικά στην φόρα γραμμένα με στυγνή επιστημονική γλώσσα. Τα περισσότερα απο τα οποία είναι πραγματικά και θεώρησα ότι προσδίδουν κάτι παραπάνω στο κείμενο επιβεβαιώνοντας ότι περιστατικό είναι πραγματικό.

 

Τώρα ενδεχομένως να έχεις δίκιο για τα πολλά σχόλια στην αρχή του κειμένου και ίσως τα κατεβάσω στο τέλος.

 

Και εγώ ψήνομαι για ένα σαντουιτσάκι με κορν μπιφ πάντως :D

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..