nikosal Posted February 22, 2007 Share Posted February 22, 2007 (edited) Κυρίες και κύριοι, συγγραφείς και αναγνώστες, καλωσορίσατε. Αυτό που θα δείτε στα επόμενα μηνύματα είναι η πρώτη ομαδική νουβέλα επιστημονικής φαντασίας του φόρουμ, γραμμένη από δέκα μέλη του. Λίγα λόγια για να μπείτε στο κλίμα: Ποιοι γράφουν τη νουβέλα; Δέκα συγγραφείς - μέλη του φόρουμ που δήλωσαν συμμετοχή. Η σειρά καθορίστηκε από κλήρωση, που έκανε η συντονίστρια του εγχειρήματος, Nienor. Κάθε συγγραφέας γράφει ένα πλήρες κεφάλαιο 800 - 1,200 λέξεων. Προσοχή, ούτε μια λέξη παρακάτω ή παραπάνω... (σε αυτό είμαστε αυστηροί). Η σειρά των συγγραφέων: 1. Nihilio 2. Atrelegis 3. Celestial 4. Arachnida 5. DinoHajiyorgi 6. Araquel 7. RaspK Fog 8. Naroualis 9. Dain 10. Nikosal Πόσο χρόνο έχουν στη διάθεσή τους; Κάθε συγγραφέας έχει στη διάθεσή του τρεις μέρες. Η προθεσμία τελειώνει πάντα στις 9:00 το πρωί της συγκεκριμένης μέρας. Με έναρξη την Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου, ο πρώτος συγγραφέας, Nihilio, πρέπει να αποστείλει το κεφάλαιό του ως τις 9 το πρωί της Δευτέρας, 26 Φεβρουαρίου. Ο δεύτερος, Αtrelegis ως τις 9 το πρωί της Πέμπτης, 1 Μαρτίου και πάει λέγοντας. Επισημαίνεται ότι η τήρηση του χρόνου είναι ένα άλλο σημείο που είμαστε αυστηροί... Επίσης: Αν ένας συγγραφέας τελειώσει νωρίτερα από τις τρεις μέρες, ουσιαστικά παραχωρεί χρόνο στον επόμενο. Οι προθεσμίες δηλαδή για τους υπόλοιπους παραμένουν σταθερές. Πώς γράφουν; Κάθε συγγραφέας που συνεισφέρει το κεφάλαιό του, μετά τον πρώτο, φροντίζει να συνεχίσει την ιστορία που έχει παραλάβει από τους προηγούμενους, διατηρώντας τις βασικές αρχές του σεναρίου, την ατμόσφαιρα και τους χαρακτήρες (σημείωση: προφανώς κάθε συγγραφέας διατηρεί το δικό του συγγραφικό ύφος, στόχος όμως είναι να δημιουργηθεί ένα συνεκτικό κείμενο που να διαβάζεται άνετα από τους αναγνώστες). Ο συγγραφέας έχει δικαίωμα να προκαλέσει ανατροπές στο σενάριο και να δημιουργήσει νέους χαρακτήρες. Δεν έχει δικαίωμα να σκοτώσει ένα βασικό χαρακτήρα, να του αλλάξει ανεξήγητα τη συμπεριφορά και τα πιστεύω, να τον ανυψώσει σε επίπεδο θεού ή γενικότερα να του δώσει υπερφυσικές διαστάσεις. Βάζουμε εδώ ένα "εκτός και αν". Εκτός και αν λοιπόν, αυτό που κάνει δικαιολογείται πολύ καλά στο κεφάλαιό του. Μόλις ο συγγραφέας τελειώσει το κεφάλαιό του το στέλνει σε αυτό εδώ το τόπικ (περιεχόμενο σε ένα μήνυμα) και είναι στη διάθεση όλων να το διαβάσουν. Την ίδια στιγμή στέλνει με προσωπικό μήνυμα στη συντονίστρια Nienor ένα μικρό, συνοπτικό (50-100 λέξεις φτάνουν) κείμενο με "εξήγηση - τέλος" των όσων περιέχονταν στο κεφάλαιο που έγραψε. Με αυτό το κειμενάκι αποδεικνύει ότι αυτό που έχει συνεισφέρει "κολλάει" νοηματικά στη νουβέλα, στηρίζεται στους κανόνες της λογικής και δεν βραχυκυκλώνει τους υπόλοιπους συγγραφείς. Επίσης περιγράφει το τέλος της νουβέλας, όπως το φαντάζεται μετά το δικό του κεφάλαιο και όπως θα το έγραφε αν έπρεπε να τελειώσει το έργο. Τα μικρά αυτά κείμενα είναι μυστικά και η συντονίστρια θα τα δημοσιοποιήσει μόνο μετά την ολοκλήρωση της νουβέλας. Σημείωση: Για ευνόητους λόγους, οι δύο πρώτοι και ο τελευταίος συγγραφέας δεν έχουν υποχρέωση να στείλουν το εν λόγω κειμενάκι. Ποιος είναι ο τελικός στόχος; Να γραφεί μια νουβέλα πράγματι ομαδικά. Να δημιουργηθεί ένα συνεκτικό έργο που να διαβάζεται από τον ανύποπτο αναγνώστη -συνεπώς οι συγγραφείς δεν αραδιάζουν ανεξέλεγκτα καινούργια δεδομένα σε κάθε κεφάλαιο, που απλά θα οδηγούσαν σε σύγχυση. Αντίθετα, παίρνουν τη δουλειά των προηγούμενων και προσπαθούν να την συνεχίσουν προάγοντάς την μυθοπλαστικά και λογοτεχνικά. Τέλος: Είναι προφανές ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η νουβέλα δεν επιτρέπονται τα σχόλια ανάμεσα στους συγγραφείς (ή τους συγγραφείς και τους αναγνώστες) καθώς θέλουμε αυτοί να είναι ανεπηρέαστοι από οτιδήποτε (σκέψη, πρόταση, υπόδειξη κλπ.) γράφοντας το κεφάλαιό τους. Edited February 22, 2007 by nikosal Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted February 23, 2007 Share Posted February 23, 2007 <h1 class="western" align="center">Κεφάλαιο 1</h1> Το γραφείο ήταν ανάστατο. Συρτάρια ανοιγμένα, με τα περιεχόμενά τους σκορπισμένα στο πάτωμα, ψηφιακοί δίσκοι πεταμένοι χάμω, φάκελοι σκισμένοι, χαρτιά να σκεπάζουν τον χώρο. Και στη μέση το πτώμα. Το πτώμα του Ιάκωβου Νετρ είχε βρεθεί μόλις πριν μια ώρα από τη γραμματέα του, που είχε έρθει κανονικά στην δουλειά της. Ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα, λίγο πιο μπροστά από το γραφείο του από κρυσταλλόπλεγμα. Φορούσε ακόμα το ακριβό κουστούμι που φορούσε και την προηγούμενη μέρα. Στο στήθος του ένα έγκαυμα από πολυπαλμικό όπλο μικρής ισχύος ήταν αρκετή απόδειξη ότι το θύμα δολοφονήθηκε. Ο επιθεωρητής Αλβίδης προσπέρασε τους δύο αστυνομικούς που έφραζαν την είσοδο και μπήκε στον τόπο του εγκλήματος. Το τμήμα ανθρωποκτονιών της Νέας Αθήνας είχε ειδοποιηθεί αμέσως και ήδη η σήμανση σάρωνε τον χώρο για δαχτυλικά αποτυπώματα, ίχνη DNA και ηχώ από αύρες, με πενιχρά ως τώρα αποτελέσματα. Ο επιθεωρητής, ένας ψηλός μελαχροινός άντρας με αυστηρά χαρακτηριστικά, έβγαλε από την τσέπη του τον ψηφιακό βοηθό του. Πάτησε ένα κουμπί και η μικρή μαύρη συσκευή, ένα από τα παλιά μοντέλα ώστε να είναι στο μέγεθος της παλάμης του, ενεργοποιήθηκε. Με μια γρήγορη σάρωση κατάφερε να συνδεθεί στο δίκτυο της επιχείρησης και να προσπελάσει τον κεντρικό υπολογιστή της υπηρεσίας. “Δώσε πληροφορίες για το θύμα,” είπε ο επιθεωρητής, και αμέσως ο συνθετήρας φωνής της συσκευής ξεκίνησε την αναφορά των στοιχείων που μάζεψε. “Ιάκωβος Νετρ, ετών τριανταοχτώ,” είπε η ψυχρή μεταλλική φωνή, “γεννηθείς το 2254 στην Κοπεγχάγη της Βαλτικής Ομοσπονδίας, απόφοιτος του πανεπιστημίου του Όσλο με πτυχίο Βιολογίας και διδακτορικό από το πανεπιστήμιο του Νέου Ρέικιαβικ στην Νανοβιολογική μηχανική. Τα τελευταία τρία χρόνια κατοικεί στη Νέα Αθήνα των Ηνωμένων Βαλκανικών Κρατών και εργάζεται στο ερευνητικό τμήμα της Ιντερμέντικαλ Ελλάς. Αντικείμενο της έρευνάς του φαίνεται να ήταν η κυτταρική ανοικοδόμηση, αν και περισσότερες λεπτομέρειες δεν είναι διαθέσιμες στα αρχεία που έχω στη διάθεσή μου. Είναι παντρεμένος με την Κλημεντίνη Φλίντ και έχουν δύο παιδιά, την Ειρήνη, ετών 12 και τον Νίκο, ετών 7. Η οικογένειά του κατοικεί στη Μαδρίτη της Ισπανίας.” Ο επιθεωρητής έκλεισε τη συσκευή του και εξέτασε τον χώρο. Η σήμανση είχε τελειώσει με την έρευνά της και η αστυνόμος Αργυρίου τον περίμενε για μια γρήγορη αναφορά. Ήταν μια γυναίκα λίγο νεώτερη από τριάντα και γνωστή στην υπηρεσία για τη σχολαστικότητα που επιδείκνυε στις αναφορές της, είτε ήταν σύντομες προφορικές ή εκτενείς έγγραφες. “Τι βρήκατε, Αλίκη,” την ρώτησε ο Επιθεωρητής, με την οικειότητα των τριών χρόνων που συνεργάζονταν. “Όχι πολλά πράγματα,” απάντησε εκείνη, “έχουμε δείγματα DNA από έξι τουλάχιστον άτομα που επισκέφτηκαν το γραφείο τις τελευταίες δύο ημέρες, συμπεριλαμβανομένου και του θύματος, καμία ηχώ, πέρα από αυτή που υποθέτουμε ότι είναι του θύματος, και διάσπαρτα δακτυλικά αποτυπώματα. Από το έγκαυμα στο σώμα του θύματος υποθέτουμε ότι το φονικό αντικείμενο ήταν ένα πολυπαλμικό πιστόλι που ο δράστης πυροδότησε από μικρή απόσταση. Η ιατροδικαστική εξέταση πιθανότατα να μπορέσει να μας προσδιορίσει το μοντέλο με βάση τη συχνότητα του παλμού, ίσως και τη σειρά κατασκευής, αν σταθούμε τυχεροί.” Η αστυνόμος σταμάτησε για να πάρει μια ανάσα. “Όσο για το γραφείο,” συνέχισε, “είναι εμφανές, νομίζω, ότι ερευνήθηκε μετά το θάνατο του θύματος, πιθανότατα από τον δράστη, ενώ μέχρι στιγμής δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν έχει αφαιρεθεί οτιδήποτε και τι μπορεί να είναι αυτό.” “Ευχαριστώ,” της είπε ο επιθεωρητής, “πότε θα έχω την πλήρη αναφορά;” “Αύριο το πρωί θα είναι στο ταχυδρομείο σας,” απάντησε η αστυνόμος και, μαζί με τους συναδέλφους της, βγήκε από το γραφείο, αφήνοντας τον επιθεωρητή μόνο του. Ο επιθεωρητής, αφού έριξε μια τελευταία ματιά στον χώρο, βγήκε κι αυτός από το γραφείο και κατευθύνθηκε προς το διάδρομο, στον οποίο και τον περίμενε η γραμματέας του θύματος για να απαντήσει στις ερωτήσεις του. Φτάνοντας στο γραφείο της δεν μπόρεσε παρά να προσέξει πόσο ταραγμένη φαινόταν η γραμματέας. Ήταν μια νεαρή γυναίκα, όχι μεγαλύτερη από εικοσιπέντε, ξανθιά, με χλωμό δέρμα που από την ταραχή της είχε πάρει μια νεκρική όψη. “Καλημέρα,” της είπε όσο πιο ευγενικά μπορούσε, ενώ έκανε νόημα σε έναν από τους αστυνομικούς που φυλούσαν την είσοδο του γραφείου να πάει να της φέρει ένα ποτήρι νερό, “θα ήθελα να σας κάνω κάποιες ερωτήσεις σχετικές με το έγκλημα.” Η κοπέλα έγνεψε καταφατικά. “Ονομάζεστε;” την ρώτησε ο επιθεωρητής. “Ισμήνη Χαρίτου,” απάντησε εκείνη με τρεμάμενη φωνή. “Πόσο καιρό εργάζεστε με το θύμα, κυρία Χαρίτου;” την ρώτησε ο επιθεωρητής. “Κοντά έξι μήνες,” απάντησε εκείνη. “Και εσείς ήσασταν που ανακαλύψατε το πτώμα, έτσι δεν είναι;” “Μάλιστα,” είπε εκείνη, “ήρθα σήμερα το πρωί στη δουλειά μου και, όπως κάθε μέρα, μπήκα στο γραφείο του Ιακ... του κυρίου Νετρ για να το τακτοποιήσω. Και εκεί είδα το πτώμα.” Ο επιθεωρητής έκανε ότι δεν πρόσεξε το ότι η γραμματέας προσφώνησε το θύμα με το μικρό του όνομα, αντίθετα συνέχισε με τις προκαταρκτικές ερωτήσεις. “Εργάζεστε αρκετό καιρό με τον κύριο Νετρ. Γνωρίζετε μήπως ποιος θα τον ήθελε νεκρό;” “Όχι,” είπε κατηγορηματικά η γραμματέας, “ο κύριος Νετρ δεν είχε κάποιον εχθρό, αν αυτό εννοείτε, μόνο κάποιες επαγγελματικές αντιπαλότητες που σίγουρα δεν είναι λόγος για δολοφονία.” “Αυτό θα το κρίνουμε εμείς,” μπήκε στη μέση ο αστυνομικός που επέστρεψε με ένα ποτήρι νερό, εισπράττοντας ένα θυμωμένο βλέμμα από τον επιθεωρητή. “Μήπως έλαβε κάποιο περίεργο μήνυμα ή είχε κάποια απροσδόκητη επίσκεψη τις τελευταίες μέρες;” συνέχισε ο επιθεωρητής. “Όχι,” είπε η γραμματέας, παραμένοντας σκεπτική, “εκτός από...” συνέχισε, “δεν ξέρω αν βοηθάει, αλλά πριν δύο μέρες τον επισκέφτηκε ένας παλιός συμφοιτητής του, ο κύριος Ανδρέας Μετράκης, με τον οποίο είχαν μια σύντομη συνάντηση και είχαν κανονίσει να γευματίσουν αύριο. Αλλιώς δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα περισσότερο. Πλήρης λίστα επισκεπτών υπάρχει στον υπολογιστή μου.” “Ευχαριστώ πολύ,” της είπε ο επιθεωρητής με ένα θερμό χαμόγελο, “θα σας καλέσουμε για συμπληρωματικές ερωτήσεις όταν ηρεμήσετε. Προς το παρόν είστε ελεύθερη να φύγετε.” και λέγοντας αυτό σηκώθηκε και έκανε νόημα στον αστυνομικό που τον είχε διακόψει να την οδηγήσει έξω. Αφού η γυναίκα έφυγε, ο επιθεωρητής έβγαλε τον ψηφιακό βοηθό του από την τσέπη του και είπε: “βρες ότι μπορείς για τους Χαρίτου Ισμήνη και Μετράκη Ανδρέα και δώσε μου γραπτή αναφορά”. Και στη συνέχεια έκατσε στην καρέκλα και κοίταξε το ταβάνι. Ήταν ο τρίτος φόνος στελέχους πολυεθνικής που αναλάμβανε τη χρονιά αυτή και, όπως οι δύο προηγούμενες υποθέσεις, προμήνυε μια εξαιρετικά πολύπλοκη υπόθεση. --------------- 1015 λέξεις, ελεύθερο περιθώριο του project 2,5 μέρες, η σκυτάλη περνάει στον Ατρελέγκι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Atrelegis Posted February 27, 2007 Share Posted February 27, 2007 «Κάτω τα ξερά σου, κωλόμπατσε! ‘Εχω δικαιώματα ρε, ακούς;» φώναζε ο άντρας πίσω από το φιμέ συνθοκρύσταλλο στο ανακριτήριο, δυνατότερα από τις χαλαρωτικές μελωδίες που είχαν σκοπό να περάσουν υποσυνείδητα μυνήματα στην παρεγκεφαλίδα του, ώστε να τον ηρεμήσουν. «Με το συμπάθιο κύρια Διοικητή, αλλά γιατί να μη του σπάσω τη μάπα στο τραπέζι;» ρώτησε με σφιγμένα δόντια ο επιθεωρητής Αλβίδης. «Γιατί τον φέραμε μέσα χωρίς ένταλμα με σκοπό να τον τρομάξουμε ώστε να μιλήσει. Αν χρησιμοποιήσουμε την παλαιομοδίτικη τακτική σας, επιθεωρητά, θα έχουμε να τα βάλουμε με τη συλλογική μήνη του Τύπου του Όλονετ» σταμάτησε για να ανάψει ένα τσιγάρο και τράβηξε μερικές ρουφηξιές. «Νόμιζα ότι θα το έκοβες το ρημάδι» γκρίνιαξε ο επιθεωρητής. «Έχασα το μισό μου εφάπαξ για να μου κλωνοποιήσουν ένα νέο πνεύμονα. Το καλύτερο που μπορώ να κάνω είναι να τον χαρώ. Τώρα μπες μέσα και κοίτα να μάθεις ό,τι μπορείς» «Γιατί να μη φέρουμε τον Γκόραν;» «Γιατί ο Γκόραν είναι ένα ξενοφοβικό νευρόσπαστο. Με το που δει το δέρμα του μικρού θα χρησιμοποιήσει βία και το ξέρεις» Ο επιθεωρητής ξεφύσησε και μπήκε μέσα στο μικρό, λευκό δωμάτιο που μύριζε αντισηπτικό. Πήρε μια διάφανη καρέκλα και έκατσε απέναντι από τον κρατούμενο. «Πώς πάει Ιβάν, αγορίνα μου; Πάλι εδώ;» Ο νεαρός σούφρωσε το πρόσωπό του σε αηδία, κάνοντας τα ρευστά τατουάζ στο συνθόδερμά του να αλλάξουν σχήμα, πριν φτύσει στο μανίκι του. Ο επιθεωρήτής Αλβίδης πήρε μια βαθιά ανάσα και χαμογέλασε με το ζόρι. «Αντίσταση κατά της αρχής. Καλά ξεκινάμε» «Εσύ με έφερες εδώ ρε καριόλη! Και μου μιλάς για αντίσταση;» «Εξύβριση κατά της αρχής» «Δε μπορείς να με κρατήσεις εδώ, γαμώ το σπίτι σου! Είμαι αθώος ρε!» Ο επιθεωρητής Αλβίδης πέταξε κάτι από την εσωτερική του τσέπη προς τον νεαρό. Τα χέρια του άρπαξαν ενστικτωδώς το αντικείμενο, το οποίο αποκάλυψε μια λεπτή λωρίδα από συνθετικό ατσάλι με ένα απαλό κλικ. «Και οπλοφορία. Μέσα σε αστυνομικό τμήμα. Αν συνεχίσεις έτσι, σε βλέπω να σε βγάζουν τέσσερις από εδώ, Ιβάν» «ΔΕ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΟΥ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ ΑΥΤΟ! ΕΧΩ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ!» ούρλιαξε ο νεαρός, εκτοξευόμενος σχεδόν από την καρέκλα. «ΣΚΑΤΑ ΕΧΕΙΣ, ΠΟΥΤΑΝΟΣΠΕΡΜΑ! ΚΑΤΣΕ ΚΑΤΩ!» ούρλιαξε ο επιθεωρητής, αναγκάζοντας τον νεαρό να κάτσει κάτω. Ο επιθεωρητής άναψε ένα τσιγάρο και πρόσφερε ένα στο νεαρό, ο οποίος αρνήθηκε. «Νόμιζα ότι είχα τελειώσει μαζί σας, γαμώτο. Έχω γυναίκα και παιδιά, μια κανονική επιχείρηση της προκοπής, κάρφωσα όσους θέλατε να καρφώσω, τώρα τι άλλο θέλετε; Δε μπορώ να κυκλοφορήσω στην παλιά μου γειτονιά πια, τα αφεντικά μου την έχουν στημένη...» ο νεαρός έμοιαζε έτοιμος να κλάψει, ενώ ο επιθεωρητής τον κοιτούσε ασυγκίνητος. «Έχεις μια κάβα που έχουμε βάσιμες υποψίες ότι χρησιμοποιείται σα βιτρίνα διακίνησης μαύρης ηρωίνης. Τα αφεντικά που κάρφωσες ήταν τρεις αυτοφοράκηδες του κώλου που δούλευαν για την τοπική μαφία. Και επίσης, γνωρίζεις προσωπικά μερικά άτομα για τα οποία θα θέλαμε να ξεθάψουμε βρωμιά για μια πολύ σημαντική υπόθεση» Ο Ιβάν είχε πλέον ασπρίσει, κάνοντας το χρώμα των ρευστών τατουάζ πιο έντονο πάνω του. «Κάποιος σκότωσε ένα πολύ σημαντικό μέλος της επιστημονικής κοινότητας με πολυπαλμικό όπλο μικρής ισχύος, κάτι που είναι παράνομο και δυσεύρετο στη Νέα Αθήνα. Έχουμε μερικά άτομα με ‘προϋπηρεσία’ για κατοχή και χρήση αυτών των όπλων, αλλά αποκλείεται να τα βρήκαν μόνοι τους, έτσι δεν είναι;» «Δεν έχω τίποτα εγώ πάντως» «Βεβαίως και δεν έχεις. Εσύ είσαι ένας λακές δευτέρας κατηγορίας που έμπλεξε για να σώσει ένα χοντρό κάθαρμα που ζει πλουσιοπάροχα από το εμπόριο ναρκωτικών. Ξέρεις όμως μερικά ονόματα, έτσι δεν είναι; Ξέρεις εμπόρους, ξέρεις διανομείς, ξέρεις χρήστες» «Θα με σκοτώσουν» «Θα σε σκοτώσουν πιο γρήγορα όταν βγεις από εδώ χωρίς να συνεργαστείς και εμείς βγάλουμε βρώμα ότι έδωσες μερικούς συναδέλφους σου που έχουμε ήδη στη μπούκα» απάντησε χαμογελαστός. «Εί-είναι ένας σχετικά νέος στην πόλη, κινέζος, από αυτούς από τον Άρη όμως, με τα περίεργα εμφυτεύματα. Πουλά τα όπλα που τα φτιάχνει ο ίδιος, άκουσα. Λένε έχει κάτι εργαστήρια και τα παράγει στα Καμίνια. Ένας γνωστός γνωστού μου είχε κάνει μια δουλειά για αυτόν πριν κανά μήνα, είχε πουλήσει προστασία σε κάτι μαγαζιά και είχε διακινήσει κάτι όπλα, αλλά δεν είχε πολυπαλμικά» «Αυτή ήταν μια άχρηστη πληροφορία» «Κάτσε, κάτσε! Έχει κι άλλο. Ο τυπάς είχε κάτι διαφορές με τους Αλβανούς και τραβήχτηκαν μαχαίρια πάνω που είχαν κανονίσει να τα βρούνε. Κάτι είχε πάει στραβά και να μη στα πολυλογώ, έγινε λουτρό αίματος. Μετά κάποιος τους έδωσε και αποκαλύφθηκε ότι διακινούσαν τα πολυπαλμικά. Τον είχαν βάλει στην ψειρού αλλά βγήκε πέρσι. Κυκλοφορεί με το όνομα Πρόεδρος» «Και αυτός διακινεί πολυπαλμικά;» «Ναι, αν και τελευταία άκουσα δεν πάει καλά η επιχείρηση εκεί. Κάποιος τον σαμποτάρει. Άκουσα ότι πήγε να γυρίσει στην ηρωίνη, αλλά πάλι είχαν διαφορές στη συνενοήση με του Ρώσους αυτή τη φορά» «Πολύ μειονότητα ρε πούστη μου» ξεφύσησε ο επιθεωρητής. «Και;» «Αλληλοσκοτώθηκαν πάλι. Μερικοί λένε ότι ήταν ξεκαθάρισμα λογαριασμών, ότι ο Πρόεδρος τα είχε σπάσει με τους Ρώσους, αλλά δεν άκουσα τίποτα άλλο, μα το Θεό» «Πώς τον έκοψες;» ρώτησε ο επιθεωρητής, κοιτάζοντας το δωμάτιο. «Δε λέει ψέματα πάντως. Ο ανιχνευτής έδειξε μερικές ενδείξεις στην αρχή της συζήτησης, αλλά έλεγε αλήθεια για τον Πρόεδρο» απάντησε ο ανακριτής. «Άρα έχουμε έναν μαφιόζο με σακατεμένες δουλειές που μέχρι πρότινος μοντάριζε όπλα μόνος του» «Αλλά που βρήκε τα εξαρτήματα; Τα πολυπαλμικά ανήκουν στο στρατό, δε μπορείς να παράγεις κομμάτια ή καλούπια στο υπόγειο του σπιτιού σου...» «Και ο ένας που μπορεί είναι υπό παρακολούθηση. Θα το ψάξω αυτό παραπάνω αργότερα. Για την ώρα, θέλω να κάνω μια βόλτα από την οικογένεια του θύματος» Το σπίτι ήταν εξίσου βολικό και όμορφο από μέσα όσο και από έξω. Μια μονοκατοικία τριών ορόφων με θερμαινόμενη πισίνα και αυτοματοποιημένο σπα. Και μου έλεγε η μάνα μου: Διάαβαζε γίοκα μου, να γίνεις επιστήμονας. Όχι, μάνα έλεγα. Θα γίνω ποδοσφαιριστής. Να, μαλάκα σκέφτηκε, μουτζώνοντας τον εαυτό του νοητά καθώς καθόταν στον ανατομικό καναπέ, περιμένοντας τη χήρα Νετρ να επιστρέψει με τους καφέδες. «Ζητώ συγνώμη για την ενόχληση, κυρία Νετρ, αλλά είναι μια τυπική διαδικασία. Θα ήθελα απλώς να μου πείτε μερικά πράγματα για τον σύζυγό σας» φώναξε από το σαλόνι στην κουζίνα, όπου η καλλίγραμη χήρα έφτιαχνε τον καφέ, ντυμένη με μια νυχτικά με ολογραφικό μαύρο χρώμα. «Καταλαβαίνω απόλυτα, επιθεωρήτα...» «Αλβίδης, κυρία Νετρ. Αν και μπορείτε να με λέτε Πέτρο» «Θα προτιμούσα να διατηρήσουμε τις τυπικότητες, επιθεωρητά» απάντησε, καθώς ερχόταν στο σαλόνι, με τις κούπες να αφήνουν ένα αχνιστό μονοπάτι πίσω τους. Ήταν μια όμορφη γυναίκα, τόσο από μπρος, όσο και από πίσω, αρκετά νεώτερη του Νετρ. Δεν έδειχνε να έχει ούτε το πρόσωπο ούτε το στήσιμο μιας μάνας δύο παιδιών. «Θα ερχόμουν αργότερα, αλλά θα ήθελα να μην ήταν εδώ τα παιδιά σας» «Δεν είναι παιδιά μου, επιθεωρητά. Είναι οι προγονοί μου» «Ο κύριος Νετρ ήταν παντρεμένος;» «Ήδη μια φορά πριν. Αφού χήρευσε, παντρευτήκαμε» «Πώς γνωριστήκατε, αν επιτρέπετε;» «Ήμουν γραμματέας στην προηγούμενη δουλειά του, στη Βιομετάλ. Ήμουν στο μήμα Έρευνας και Ανάπτυξης για τρία χρόνια» Ο επιθεωρητής χαμογέλασε αχνά και έβγαλε το παλμτοπ του. «Πιστεύετε ότι ο άνδρας σας είχε διαφορές στο γραφείο;» «Όχι, ίσα-ίσα που αν ισχύουν μερικές φήμες, είχε ιδιαίτερα καλές σχέσεις, ειδικά με τις γραμματείς του» «Ο λύκος κι αν εγέρασε ε;» αστειεύτηκε ο επιθεωρητής, αμέσως κοκάλωσε όταν κατάλαβε το λάθος του. «Γνωρίζετε σχετικά με τη φύση της δουλειάς του;» «Όχι, βλέπετε κρατούσε τη δουλειά μακριά από το σπίτι. Δε σκοπέυα να εμπλακώ με την έρευνά του και άφηνε περισσότερο χρόνο σε αυτόν να ασχολείται με τα παιδιά του. Και με εμένα βεβαίως» «Γνωρίζετε ίσως αν διατηρούσε επαφές με συναδέλφους από την παλιά του δουλειά, αν ακόμη μιλούσε με μερικούς;» «Όχι, αν και είχε ακόμη επαφές με έναν νεαρό που έκανε την πρακτική του εκεί τα τελευταία χρόνια. Ο Ιάκωβος βέβαια ένιωθε άσχημα για αυτόν μετά το ατύχημα...» «Ατύχημα;» «Κάποια δοκιμή στο εργαστήριο που πήγε στραβά. Ο νεαρός σχεδόν πέθανε και έκτοτε μπήκε στο νοσοκομείο. Ο Ιάκωβος απολύθηκε, αλλά πάλι καλά που τον πήραν στην καινούρια δουλειά. Βέβαια δε μπορώ να πω ότι χάρηκαν που τον έδιωξαν από τη Βιομετάλ, όμως δε μπορούσαν να τον κρατήσουν όταν μαθεύτηκε τι συνέβη στη δοκιμή» «Τι είδους δοκιμή ήταν αυτή;» «Δεν είμαι σε θέση να σας αποκαλύψω, βλέπετε. Είμαι δεσμευμένη από εταιρική υποχρέωση για δέκα ακόμη χρόνια. Είχε γίνει ντόρος για αυτό πριν καμια πενταετία όμως, αν θέλετε, ρίξτε μια ματιά στα αρχεία...» Ο Αλβίδης έσβησε το παλμτοπ του. «Κυρία Νετρ, το ξέρω ότι η ερώτηση που θα σας κάνω είναι προσωπική, αλλά γιατί μου το λέτε αυτό; Αν έχετε δεσμευτεί εταιρικά, κινδυνεύετε να στιγματίσετε την οποιαδήποτε μελλοντική καριέρα σας» «Γιατί ο νεαρός που τραυματίτηκε στο ατύχημα, ήταν ο πρώην άνδρας μου» 1.395 λέξεις περιθώριο 2 μέρες και ντου στον επόμενο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Celestial Posted March 2, 2007 Share Posted March 2, 2007 Τα δύο αιωροκίνητα της αστυνομίας σήκωσαν ένα μικρό σύννεφο σκόνης καθώς προσγειώθηκαν πίσω από τις αποθήκες που αποτελούσαν το ‘Προεδρείο’. Από μέσα κατέβηκε ο επιθεωρητής Αλβίδης με την αστυνόμο Αργυρίου και έξι ένστολους αστυνομικούς. «Λοιπόν, παιδιά δεν περιμένουμε αντίσταση, λογικά οι τύποι μονό που θα μας δουν θα τα κάνουν πάνω τους. Θα συλλάβουμε τον ‘Πρόεδρο’, θα κατασχέσουμε ότι υλικό βρούμε και θα την κάνουμε.» «Μάλιστα αστυνόμε,» απάντησαν μάλλον αμήχανα οι έξι ένστολοι, ποτέ δεν ήξερε κανείς πως θα εξελιχθεί μια τέτοια επιχείρηση. Η μικρή ομάδα προχώρησε προς την είσοδο της κεντρικής αποθήκης, οπού ο Αλβίδης, βλέποντας ότι δεν ήταν κλειδωμένη, την άνοιξε και προχώρησαν μέσα. Στο απέναντι κτήριο μια φιγούρα που παρακολουθούσε τις δραστηριότητες τους χάιδεψε ένα πλήκτρο στο κράνος που φόραγε και είπε: «Σίγμα δύο εδώ. Ρε συ, οκτώ μπάστοι μόλις μπήκαν στην αποθήκη, θα μας τα κάνουν σκατά τι κάνουμε;» Άκουσε κάτι στη συσκευή ενδοσυνεννόησης και άρχισε, με ακριβείς κινήσεις, να ξεπακετάρει και να συναρμολογεί το όπλο που ήταν στη βαλίτσα διπλά του. Ο δεύτερος όροφος ήταν κακά φωτισμένος κυρίως από λάμπες φθορίου που τρεμόπαιζαν. Προχωρώντας προς τον κυρίως αποθηκευτικό χώρο του 2ου ορόφου ο Αλβίδης έβγαλε το όπλο του, κίνηση που την ακολούθησαν και οι άλλοι έξι αστυνομικοί και άνοιξε την πόρτα: τίποτα δε θα μπορούσε να τον έχει προετοιμάσει γι αυτό που συνέβη. Κοιτώντας μέσα η πρώτη αναπάντεχη εικόνα ήταν τα δέκα περίπου άτομα που ήταν καλύμενα πίσω από τραπέζια, η δεύτερη ήταν η χειροβομβίδα που πετάχτηκε μπροστά τους και η βροχή από μολυβί που την ακολούθησε. Η τρίτη, και πιο απρόβλεπτη, ήταν η γαλάζια ακτίνα που εμφανιζόταν μέσα από τους τοίχους και χτυπούσε έναν έναν τους καλυμμένους άντρες που τους πυροβολούσαν, αλλά ακόμα και αυτό θα θεωρούνταν φυσιολογικό σε σχέση με τη γυμνή κοπέλα που, αποφεύγοντας με χάρη όλων αυτό τον κυκεώνα θανάτου και καταστροφής, όρμηξε πάνω τους κρατώντας ένα πολυπαλμικό πιστόλι και αφού σκότωσε τους δυο αστυνομικούς που ήταν διπλά του, κατάφερε να τον πυροβολήσει στο στερνό. Καθώς τα ματιά του θόλωναν από τον πόνο και το σοκ, γύρισε το όπλο του στο αυτόματο και το άδειασε στο στήθος της. Με απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του, την είδε να συνεχίζει τη πορεία της, να περνάει μέσα από το φωταγωγό που βρισκόταν πίσω του και να χάνεται, καθώς τον τύλιγε το σκοτάδι. Η αστυνόμος Αργυρίου άνοιξε σιγά σιγά τα ματιά της, ήταν καλυμένη από τη σκόνη, τους σοβάδες και, εν μέρη, με τα εντόσθια ενός συναδέλφου της. Το πρώτο πράγμα που είδε ήταν οι τέσσερις άνθρωποι που στέκονταν πλέον όρθιοι στο χώρο γύρω της. Οι τρεις έλεγχαν τον κυρίως αποθηκευτικό χώρο, κρατώντας όπλα που παρόμοια τους δεν είχε ξαναδεί, ενώ ο ένας απασφάλιζε το κράνος του. «Είμαι καλά,» ξεκίνησε να λέει όταν άκουσε τη φωνή του νεαρού που κρυβόταν πίσω από το κράνος να λέει με εξοργισμένο ύφος: «Τι στο διάολο κάνατε εδώ, ρε κοπελιά; Μας καταστρέψατε την επιχείρηση.» Με έκπληξη στο βλέμμα ξεκίνησε να πει «ποια επιχείρηση;» όταν είδε μια πέμπτη φιγούρα, πιο σωματώδη από τις άλλες, να πλησιάζει με το πτώμα μιας νεαρής γυναικάς στο ένα χέρι, με εμφανώς σπασμένη τη σπονδυλική στήλη και ένα μαύρο κύλινδρο στο άλλο. Μόλις έφτασε διπλά της άφησε το πτώμα να πέσει κάτω και είπε: «Ο δολοφόνος σας δεσποινίς, ελπίζω να άξιζε τον κόπο.» Με φρίκη αναγνώρισε στο συσπασμένο από τον πόνο πρόσωπο της, τη γραμματέα του Ιακώβου Ντερ. «Ασφαλίστε και καθαρίστε το χώρο. Σίγμα ένα και δύο επιστρέψτε στο όχημα και φερτέ το στη μπροστινή είσοδο. Άλφα ένα και δύο κονιορτοποιείστε τα πτώματα των στόχων. Τρία και τέσσερα μάζεψτε τους μπάτσους και στοιβάξτε τους στα οχήματα τους. Ζήτα, συνέδεσέ με με το κέντρο αμέσως.» Ολοκληρώνοντας τις εντολές του απομακρύνθηκε μουρμουρίζοντας στην επικοινωνιακή συσκευή του. **** Άνοιξε τα ματιά του. Πόνεσε από το φως, αυτοί οι προβολείς του τη έδιναν στα νεύρα κάθε φορά, με αργές και άγαρμπες κινήσεις άρχισε να ξεκολλάει τα ηλεκτρόδια από το σώμα του, αρσενικό αυτή τη φορά. Νιώθοντας ακόμα τον αντανακλαστικό πόνο στη στήθος και στη πλάτη του άρχισε να αποσυνδέει τον αναπνευστήρα. Το υγρό σιγά σιγά υποχώρησε και η πόρτα μπροστά του άνοιξε, ένας οργισμένος άντρας τον υποδέχτηκε ξανα στη ζωη: «ΡΕ ΕΙΣΑΙ ΣΟΒΑΡΟΣ;» φώναξε και οι φλέβες στο μέτωπο και το λαιμό του πετάχτηκαν έξω. «ΕΧΟΥΝ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟ ΠΤΩΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΤΑΦΟΡΕΑ.» «Και τι έγινε;» απάντησε με αλαζονικό ύφος –ω, ναι το νέο του σώμα έβγαζε ένα υπέροχο αλαζονικό ύφος. «Μέχρι να καταλάβουν τι παίζει θα έχουν όλα τελειώσει, αλλώστε αν ήθελες να γίνει σωστά η δουλειά να μου έστελνες επαγγελματίες και όχι οικολόγους ακτιβιστές! Για το όνομα του Θεού.» «Θα βοηθήσουν και μετά θάνατον. Με τη βλακεία που έγινε θα τους οδηγήσουν σε λάθος ίχνη, πρέπει να προχωρήσουμε στο τελικό στάδιο άμεσα.» «Όντως,» είπε χαμογελόντας. Ω, ναι, το νέο του σώμα είχε υπέροχο χαμόγελο, κρίμα που δε θα το κράταγε για πολύ, είχε αρχίσει να το συμπαθεί. *** Η αστυνόμος Αργυρίου άκουγε έκπληκτη τον άγνωστο άντρα να την ενημερώνει, με εντελώς τυπικό ύφος για το θάνατο των έξι ένστολων αστυνομικών και του αστυνόμου Αλβίδη. Ολοκληρώνοντας, την κοίταξε και της είπε, διατηρώντας αυτό τον παγερό τόνο στη φωνή του: «Δυστυχώς, δεν μπορούμε να σας αφήσουμε να φύγετε. Αυτό το συμβάν, βλέπετε, δε συνέβη ποτέ, κανόνισα να αποσπαστείτε με εμάς. Όσο για την υπηρεσία σας θα θεωρηθείτε απολεσθήσα στο καθήκον» «Μα... ποιοι είστε επιτελούς;» ψέλλισε. «Η Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφαλείας της Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης.» ειπε και γύρισε προς τον πιλότο του οχήματος «ξεκίνα αμέσως για το διαστημοδρομιο δεν έχουμε καιρό για χάσιμο» and the beat keeps going on... ;) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Arachnida Posted March 5, 2007 Share Posted March 5, 2007 Προσπάθεια δύο χιλιάδες τριακόσια πενήντα δύο. Όταν προσπαθείς να ενώσεις τα κομμάτια ενός τετραδιάστατου παζλ, υπάρχουν πολλές πιθανές θέσεις για κάθε κομμάτι, αλλά μόνο μία χρονικά σωστή. Στη φυλακή έμαθα επίσης πως οι Κινέζοι από τον Άρη, το αποκαλούν «η δοκιμασία της υπομονής» και θεωρούν πως όποιος καταφέρνει να το λύσει κρύβει ξεχωριστές δυνάμεις μέσα του. Δεξιά, δεξιά, διαγώνια αριστερά και πάλι διαγώνια αριστερά και ένα δευτερόλεπτο πίσω στο χρόνο… Όχι. Ούτε πάλι. Παλιότερα σκεφτόμουν την ψυχοσύνθεσή μου σαν ένα σπασμένο παζλ, το οποίο θα έπρεπε να ξαναενώσω στο πέρασμα των χρόνων. Δε θυμάμαι ποιος το είχε σπάσει αρχικά μέσα μου και δεν γνωρίζω αν ποτέ θα τα καταφέρω. Ξέρω, όμως πως στη παρούσα φάση για κάθε ένα κομμάτι που τοποθετώ στη σωστή θέση, χαλάω δύο ή και τρία μαζί. Αναρωτιέμαι αν είναι λυπηρό. Είναι πράγματι λυπηρό, γιατί αν συνεχίσω με αυτόν τον αυτοκαταστροφικό ρυθμό, μέσα σε λίγο καιρό θα καταφέρω να αποσυνθέσω ό,τι είχα καταφέρει από τα παιδικά μου χρόνια ως σήμερα. Τουλάχιστον αυτό θα υποστήριζε με σθένος ο μεταψυχολόγος μου, αντίθετα με όσα πίστευα και θα διαφωνούσαμε έντονα έως την τελευταία του ανάσα. *** Ο Πρίγκιπας Μπούντιμιρ έκλεψε μια ματιά από το τετραδιάστατο παζλ, που βρίσκονταν τακτικά τοποθετημένο στο γραφείο μπροστά του. Κοίταξε τους δύο πάνοπλους φρουρούς, που βρίσκονταν στον καναπέ απέναντί του και υποτίθεται πως ήταν σε εγρήγορση για τη στιγμή που θα έκανε την εμφάνισή του ο στόχος. Ο ένας διάβαζε μανιωδώς ένα αριστούργημα της κλασικής λογοτεχνίας, που είχε ξετρυπώσει απ’ την δρύινη ψηφιακή βιβλιοθήκη: τον Κώδικα Ντα Βίντσι. Ο άλλος με κλειστά τα βλέφαρα και με ένα πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπό του, λάμβανε εικόνες από τους φακούς του, που κινούνταν με ταχύτητα σα να έβλεπε όνειρο. Παρόλο που το προσεγμένα διακοσμημένο, ambient περιβάλλον απόσπασε για μερικά δευτερόλεπτα την προσοχή του, όταν ο Πρίγκιπας Μπούντιμιρ ξανακοίταξε το παζλ -το οποίο πάντα κουβαλούσε μαζί του- αναπάντεχα διέκρινε μία θέση για το κομμάτι που κρατούσε εκείνη τη στιγμή ανάμεσα στα δάχτυλά του. Το πρόσωπό του φωτίστηκε. Ένας ανεπαίσθητος παλμός κυμάτισε στην επιφάνεια της μεμβράνης και το κομμάτι κλείδωσε θριαμβευτικά στην θέση του. Πλέον ο αριθμός των κομματιών που του απέμεναν για να λύσει το πολύπλοκο παζλ, είχε πέσει σε διψήφιο νούμερο. Μία ανέλπιστη επιτυχία για τον Πρίγκιπα Μπούντιμιρ. Ο «Πρίγκιπας Μπούντιμιρ» δεν ήταν παρά ένας από τους αμέτρητους, κενόδοξους χαρακτήρες που κυκλοφορούν ανάμεσα στο πλήθος μιας μεγαλούπολης. Με τη βοήθεια, όμως μιας σειράς συγκυριών και τις άοκνες προσπάθειες μιας σατανικής γυναίκας, κατάφερε όχι μόνο να ανελιχθεί ραγδαία στις τάξεις του υποκόσμου, αλλά και να φτάσει να κατέχει έναν τόσο σημαντικό τίτλο, που του είχε απονείμει ο ίδιος ο «Βασιλιάς». Τώρα η αποστολή που είχε να φέρει σε πέρας, όχι απλώς θα του χάριζε αίγλη δυσανάλογη των ικανοτήτων του, αλλά θα του επέτρεπε και να αναδειχθεί σαν τον πρώτο και πιο έμπιστο Πρίγκιπα, ανάμεσα στους όμοιούς του. Τα τρία πρώτα μέρη είχαν ήδη ολοκληρωθεί και παρά την αναπόφευκτη εμπλοκή της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφάλειας της Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης, τα πάντα έδειχνα πως θα εξελίσσονταν ομαλά. Το σημερινό βήμα θα ήταν και το προτελευταίο. Η σκέψη του άρχισε ξανά να επιστρέφει στην πραγματικότητα. Είχαν περάσει πολλές ώρες απ’ όταν είχε καθίσει στη δερμάτινη πολυθρόνα, που πλέον του φαίνονταν άβολη και είχε καταναλώσει το μεγαλύτερο μέρος από τα παράνομα αλκοολούχα, που είχε ανακαλύψει σε μία προφυλαγμένη θήκη στο μπαρ. Αν μέσα στην επόμενη ώρα δεν εμφανιζόταν ο κύριος Καθηγητής, τότε θα άρχισαν να στερεύουν οι στάλες της υπομονής του και σίγουρα αυτό δεν ήταν καλό. Τέντωσε τα μέλη του για να ξεμουδιάσει και τελικά σηκώθηκε. Πάτησε προσεκτικά για να μη γλιστρήσει στο αδειασμένο περιεχόμενο των συρταριών και των φοριαμών και κατευθύνθηκε προς τη γωνία του δωματίου. Χτύπησε ελαφρά με το δάχτυλό του ένα σφαιρικό, πορσελάνινο, μαύρο αντικείμενο, που μέσω μιας βαλβίδας ήταν συνδεδεμένο σε μία συσκευή που η επιφάνειά της έμοιαζε παράξενα σπογγώδης. Ο Πρίγκιπας Μπούντιμιρ ήθελε να βεβαιωθεί πως η μπαταρία ψευδαργύρου-καδμίου που έψυχε το σφουγγάρι, που απορροφούσε την ηχώ απ’ τις αύρες, δεν είχε προλάβει να αδειάσει. Μπορεί ο Πρόεδρος να τους είχε κατακλέψει στη συμφωνία που είχαν συνάψει, αλλά δεν ήταν και απόλυτα βέβαιος πως τα εμπορεύματα ήταν σε άριστη κατάσταση. Κοίταξε πάλι προς το μέρος των φρουρών και ακριβώς τη στιγμή που άνοιγε το στόμα του για να κάνει ένα υποτιμητικό σχόλιο για τον συντηρητισμό των μεγάλων κλασικών, ένα ζευγάρι βήματα σταμάτησαν από την άλλη πλευρά της πόρτας, μία κάρτα ακούστηκε να γλιστράει σε μία σχισμή και μία σειρά από πλήκτρα να ακολουθούν ράθυμα. Χωρίς τον παραμικρό ήχο, η παλιομοδίτικη πόρτα άνοιξε διάπλατα και στο κάδρο της εμφανίστηκε ένας μεσόκοπος άνδρας, που κρατούσε μία σελίδα χαρτιού-χαμαιλέοντα με τις πρωινές οικονομικές εφημερίδες και μια χαριτωμένη, διάφανη ομπρέλα. Ο Καθηγητής Ιωάννης Ινοκέντιος ο Τρίτος, αντιπρόεδρος της Πολυεθνικής Εταιρίας Αγάπης και Ιδεολογίας, έκανε τρία βήματα πάνω στο παχύ χαλί του γραφείου του, πριν ακούσει την πόρτα πίσω του να κλείνει απότομα. Δύο ζευγάρια, στιβαρά χέρια τον άρπαξαν βίαια, του βούλωσαν το στόμα και τον ανάγκασαν να γονατίσει στο πάτωμα. Τρομοκρατημένος είδε στο μισοσκόταδο μία μορφή να στέκεται από πάνω του, να τείνει ένα πολυπαλμικό όπλο προς το κεφάλι του και με μία εξασκημένη, αλαζονική έκφραση να λέει: «Καλώς ορίσατε κύριε Καθηγητά. Αντίο κύριε Καθηγητά.» *** Αυτά τα κομμάτια πρέπει κάποια στιγμή να τοποθετηθούν στη θέση τους. Όσο κι αν πονέσω, όσο πόνο κι αν προξενήσω, όση προσπάθεια κι αν χρειαστώ, όσα ακριβά ναρκωτικά κι αν ξοδέψω. Για να αρχίσω πρέπει πρώτα να συγκεντρωθώ στον εαυτό μου, ακόμα κι αν δεν αναγνωρίζω τη μορφή που κοιτάζω μέσα από τον καθρέφτη. Δεξιά, αριστερά, δεξιά, δεξιά, διαγώνια αριστερά και τέσσερα δευτερόλεπτα πίσω στο χρόνο… Όχι. Ούτε πάλι. Προσπάθεια δύο χιλιάδες τριακόσια πενήντα τρία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted March 7, 2007 Share Posted March 7, 2007 Οι πόρτες άνοιξαν αυτόματα και ο Εν-Ρο Έξι τσούλησε αθόρυβα στο νεκροτομείο. Ο Σλοβάκος ιατροδικαστής ήταν ήδη σκυμμένος πάνω από το πτώμα. Το χέρι του ρομπότ στριφογύρισε και πρόβαλλε το μικρό έμβολο με την βεντούζα. «Αίτηση προσκόμισης δείγματος DNA. Φάκελος 65-20-Α, Ισμήνη Χαρίτου» τιτίβισαν τα μεταλλικά του λαρύγγια. «Δεν μπορείς να περιμένεις να κάνω πρώτα την τομή μου;» είπε ενοχλημένος ο Σλοβάκος. Το ρομπότ αγνόησε την ανθρώπινη κουβέντα που ήταν ελλιπής μακροεντολών και κάρφωσε την βεντούζα στην πατούσα της νεκρής. Ο γιατρός άφησε έναν αναστεναγμό και πλησίασε τον παλμικό του κόφτη στο στέρνο του αντικειμένου του. «Τι μπορεί να μετατρέψει μια σεμνή κοπελίτσα σαν και του λόγου σου σε μια επικίνδυνη, φονική νίντζα; Για να δούμε τι μου κρύβεις γλυκιά μου.» Έκανε εύστοχα την τομή σε σχήμα Υ στο χλωμό στέρνο. «Γιατρέ. Αυτό δεν είναι ανθρώπινο DNA» τον διέκοψε ο Έξι. «Τι είπες;» ρώτησε αφηρημένα ο άντρας την στιγμή που τέλειωνε την τομή του. Αμέσως το κομμένο δέρμα ελευθέρωσε ένα διαπεραστικό σφύριγμα του οποίου η ένταση οξυνόταν ολοένα ασταμάτητα. Ο άντρας κάλυψε τα αφτιά του. «Τι στο…» Η έκρηξη ήταν στιγμιαία και αθόρυβη. Το σώμα στο τραπέζι διαλύθηκε σε ένα συμπυκνωμένο κύμα από νετρόνια που απλώθηκαν προς κάθε κατεύθυνση, παρασέρνοντας μαζί τους κάθε παρούσα ύλη. Ο ένας και μοναδικός, φριχτός θόρυβος ήταν αυτός του τραπεζιού, των φωτιστικών, εργαλείων, επίπλων, του Σλοβάκου και του Έξι που συμπιέστηκαν και απλώθηκαν ταυτόχρονα σαν ταπετσαρία σε πάτωμα, τοίχους, ταβάνι. * Ο Μπούντιμιρ έσπρωξε τις πόρτες και μπήκε στην μεγάλη σάλα τραβολογώντας την αναμαλλιασμένη γυναίκα. Την έσπρωξε στη μέση του κεντρικού χαλιού και έψαξε ολόγυρα με το βλέμμα του. Σαν απάντηση, ο άνεμος έσπρωξε τις λευκές κουρτίνες της ψηλής μπαλκονόπορτας και Εκείνη μπήκε μέσα, με σίγουρο, λικνιστό βήμα. Έδειχνε να απολαμβάνει την κάθε της στιγμή. «Ορίστε! Στην έφερα!» γρύλισε ο Πρίγκιπας, «Να δω τι θα καταλάβεις! Στο ξαναλέγω πως χάνουμε τον καιρό μας…» Χρειάστηκε μόνο να τον κοιτάξει και καυτές βελόνες έσκισαν το μυαλό του. Ούρλιαξε και διπλώθηκε από τον πόνο. «Δεν σου είπα να μη μου φωνάζεις;» του είπε απαλά. «Συγνώμη! Συγνώμη!» ούρλιαξε απελπισμένος. Αμέσως ο πόνος εξαφανίστηκε σαν κακιά ανάμνηση. Ανασηκώθηκε παραπαίοντας μουδιασμένος. «Που βρίσκονται τα σκάφη της Αποικίας;» τον ρώτησε το ίδιο απαλά. «Η πρώτη φάλαγγα άφησε την τροχιά και κατευθύνεται προς την επιφάνεια αυτή τη στιγμή. Θα βρίσκονται στον εναέριο μας χώρο σε μία ώρα το πολύ.» «Καλώς. Πήγαινε τώρα. Πήγαινε να μου ετοιμάσεις μια χώρα…Πρίγκιπα μου» είπε γλυκά και του χαμογέλασε πλατιά, φιδίσια. Ο Μπούντιμιρ της γύρισε την πλάτη και κουβάλησε την πληγωμένη του υπερηφάνεια προς την έξοδο. «Μπούντιμιρ,» τον σταμάτησε, «Τι γίνεται με την αστυνόμο;» «Είναι ακόμα υπό επιτήρηση.» «Μας είναι άχρηστη και σαν μάρτυρας επιβλαβής. Είχες δίκιο. Πες τους να την ξεφορτωθούν.» Ο Μπούντιμιρ έγνεψε καταφατικά ικανοποιημένος και βγήκε από την σάλα κλείνοντας τις πόρτες πίσω του. Η αναμαλλιασμένη γυναίκα είχε παρακολουθήσει την όλη σκηνή παγωμένη, ανίκανη να βγάλει ένα συμπέρασμα. Η άλλη γυναίκα με την μαύρη στολή την πλησίασε με βλέμμα που της έκοβε τα γόνατα. «Κλημεντίνη» είπε. «Ποια είστε;» τραύλισε η αναμαλλιασμένη γυναίκα, «Ποιοι είστε όλοι εσείς;! Ποιοι ήταν αυτοί οι στρατιώτες;! Γιατί με φέρατε εδώ;! Με ποιο δικαίωμα;!» «Δεν έχετε ξανακούσει για την Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφαλείας της Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης;» «Τι; Εε…έχουν να κάνουν με τις Αποικίες…μα τι…» «Σε μία ώρα…και ένα πραξικοπηματάκι μετά…θα είναι και η νέα πραγματικότητα της Νέας Αθήνας!» «Μα ποια είστε;» κλαψούρισε τώρα η Κλημεντίνη Νετρ. Η άλλη γυναίκα ήρθε κοντά και έβαλε τα χέρια στους ώμους της αναμαλλιασμένης της αιχμάλωτης. «Περίμενε γιατί είμαι καινούργια σε αυτό και δεν έχω εξασκηθεί αρκετά…» Έκλεισε τα μάτια της, πήρε βαθιές εισπνοές και άρχισε να τινάζει το κεφάλι της πέρα δώθε. Με φρίκη η χήρα του Νετρ άκουσε κρότους, σαν κόκαλα που σπάνε, και είδε το γατίσιο εκείνο θηλυκό πρόσωπο να αλλάζει, να μετατρέπεται σε κάτι πιο οικείο. Ανάμεσα από τα μακριά, μεταξένια μαλλιά, τώρα την κοίταζε ένα αντρικό πρόσωπο. Πως δεν είχε προσέξει εξαρχής το τόσο γνώριμο βλέμμα; «Αλέξη!» ψέλλισε έντρομη. «Τι κάνεις αγάπη;» «Μα…μα…» «Πως το βρίσκεις; Εννοώ το σφαλματάκι του αντρούλι σου, του Ιάκωβου; Δεν είμαι ένα θαύμα της γενετικής προσωποποιημένο;!» Έκανε μια στροφή μπροστά της με τα χέρια απλωμένα. Η Κλημεντίνη άρχισε να κλαίει. Ο Αλέξης ήρθε και την αγκάλιασε. «Μην κλαις αγαπούλα. Δεν σας κρατώ κακία. Αυτό που έπαθε ο Ιάκωβος δεν ήταν από εκδίκηση. Ήταν μια ανάγκη αποκοπής με το ενοχλητικό παρελθόν. Τώρα, εδώ στρώνουμε το μέλλον. Εκείνο το ατύχημα ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί. Και κάποιοι άλλοι πίστεψαν το ίδιο. Μόνο που αυτοί νομίζουν πως είμαι ακόμα η μαριονέτα τους. Τυφλωμένοι από εξουσία αδυνατούν να δουν ποιος εξουσιάζει πλέον τα νήματα. Κι αυτό γιατί ο Ιάκωβος σου ήταν μεγαλοφυΐα! Με πήγε εκεί που δεν προέβλεψε κανείς και έκτοτε δεν έχω πάψει να εξελίσσομαι.» Πήρε το πρόσωπο της στα χέρια του και φίλησε τα δάκρυα της. «Δεν μπορούσα να μην το μοιραστώ αυτό μαζί σου, την Κλημεντίνη μου» είπε και με ένα κρότο το πρόσωπο του ξανάγινε γυναικείο. * Το μαύρο μεταγωγικό έμοιαζε να κάνει άσκοπα κύκλους στην στρατόσφαιρα, ψηλά πάνω από την Αθήνα. Κανείς από τους ένστολους δεν έδειχνε την διάθεση να την ενημερώσει για οποιαδήποτε νέα εξέλιξη. Είχε έντονη την ανάγκη να μιλήσει σε κάποιον επικεφαλής. Σηκώθηκε εκνευρισμένη από τα πίσω καθίσματα και κατευθύνθηκε στους άντρες που ήταν μαζεμένοι μπουλούκι μπροστά. Είδε τον ένα να μιλάει στον μεσολαβητή του και ταυτόχρονα να την καρφώνει με το βλέμμα του. Εκείνο το βλέμμα την σταμάτησε. Το ήξερε, το είχε ξαναδεί. Στα μάτια ενός πρεζάκια που τη σημάδεψε κάποτε με έναν διατρητή, χρόνια πριν, όταν ήταν φρέσκια ακόμα στην υπηρεσία. Είδε τώρα τον άντρα να χώνει το χέρι του στο εσωτερικό του γιλέκου του και να την πλησιάζει μηχανικά, να αποτελειώσει ασυγκίνητα κάποια εντολή. Η Αλίκη έκανε ένα βήμα πίσω και αναλογίστηκε τις πιθανότητες της. Πριν ολοκληρώσει την σκέψη, μια έκρηξη ρούφηξε έξω ένα τεράστιο κομμάτι από τα πλευρά του μεταγωγικού παίρνοντας μαζί του τον άντρα και όσους άλλους ένστολους δεν ήταν ασφαλισμένοι στη θέση τους. Η δίνη άρπαξε και την Αλίκη που πέταξε προς τη τρύπα προλαβαίνοντας μια θέα του σκούρου μπλε ουρανού που την περίμενε έξω. «Είμαι νεκρή» σκέφτηκε. Εκείνη την στιγμή, μια τεράστια μεταλλική αράχνη προσγειώθηκε στην τρύπα και τα τέσσερα μπράτσα της γαντζώθηκαν στο άνοιγμα. Με δύο πλοκάμια ελεύθερα την άρπαξε σαν μπάλα του μπάσκετ και η Αλίκη ένιωσε το στομάχι να πετάγεται στο στόμα της. Οι ένστολοι που ήταν δεμένοι ακόμα στον πάγκο τράβηξαν τα αυτόματα τους και σημάδεψαν ρομπότ και γυναίκα αδιάκριτα. Το στομάχι της αράχνης άνοιξε και δέχτηκε μέσα την αστυνόμο την στιγμή που σφαίρες έσκαγαν στον αδιαπέραστο φλοιό της. Με ένα σπρώξιμο, το ρομπότ αποκολλήθηκε από το τραυματισμένο όχημα και πήρε μια βουτιά προς την επιφάνεια, πυρακτωμένο. Η Αλίκη στεκόταν ασφαλής και άναυδη μέσα σε μια περίεργη επένδυση που την προστάτευε από τους απανωτούς κραδασμούς. Άκουσε αναπνοή πίσω της και γύρισε να δει. Η αράχνη είχε και πιλότο. Στεκόταν ακριβώς από πίσω της, τα χέρια του απασχολημένα με μοχλούς, το βλέμμα του στο χοντρό παράθυρο που του παρείχε θέα της κατάβασης. Ξεφώνησε έκπληκτη. «Επιθεωρητά!» Την κοίταξε μόνο στιγμιαία. «Μην κινείσαι!» «Επιθεωρητά Αλβίδη!» «Όχι! Δεν είμαι αυτός που νομίζεις. Έρχομαι από το μέλλον! Κρατήσου, θα προσγειωθούμε σε δέκα λεπτά!» ------------------------------------------------------------------ Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
araquel Posted March 11, 2007 Share Posted March 11, 2007 (edited) Η αστυνόμος Αργυρίου γέμισε το φλυτζάνι της με καφέ και ακούμπησε την κανάτα της πάνω στο τραπέζι, πλάι στο όπλο της. Λίγο πιο πέρα ο άντρας που ήταν σωσίας του επιθεωρητή Αλβίδη είχε ακουμπήσει το χειριστή του Όλονετ που προβάλλονταν σε μια ειδικά προσαρμοσμένη μακροοθόνη για να περιλαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερες αναφορές περνούσαν από το φίλτρο που είχαν θέσει. Την τελευταία μισή ώρα παρακολουθούσαν τις εξελίξεις. Αναταραχές στη γενικότερη περιοχή της Νέας Αθήνας. Απόπειρα δολοφονίας του εκπροσώπου της Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης. Η ίδια ακόμα δεν είχε συνέλθει από το σοκ και την ένταση της ξαφνικής «απαγωγής» της. Ξεκίνησε να ρωτήσει κάτι, αλλά το βλέμμα του αποσιώπησε την απορία αυτή μέσα της. Πήρε μια βαθιά ανάσα και αναλογίστηκε αυτά που της είχε πει μέχρι τώρα. Τα πειράματα που μετά από σειρά ετών είχαν επιτέλους παράγει τις σωστές κατευθυντήριες γραμμές, η αναγέννηση ιστών που είχε στεφθεί με επιτυχία. Τα αξ- «τα αξο.. τό… Αυτά πού κολλάνε;» «Τα αξολότλ. Είναι ζώα που μπορούν να αναπλάσουν μεγάλο μέρος του σώματός τους.» «Σαύρες.» «Σαλαμάνδρες, ναι. Πειράματα έχουν δείξει ότι έχουν καταφέρει να αναπλάσουν μέχρι και μέρος του εγκεφάλου τους. Ο άνθρωπος, πέρα από περιορισμένη ανάπλαση, δεν μπορεί να επιτύχει κάτι τέτοιο. Μεγάλο μέρος της έρευνας του Δόκτωρα Νετρ είχε βασιστεί στα αξολότλ και στην δημιουργία ενός ανθρώπου που θα διαθέτει τις ικανότητες αυτών.» ο Ιάκωβος Νετρ είχε ειδικευτεί στη νανοβιολογική μηχανική. Το κλωθογύρισε για λίγο στο μυαλό της, δοκιμάζοντας διαφόρους συνδυασμούς. «Άμα όμως ο Νετρ είχε καταφέρει να αναπλάσει σε τέτοια κλίμακα ένα ανθρώπινο σώμα-» «Δεν τίθεται θέμα πιθανότητας. Το έχει καταφέρει. Ο πρώην σύζυγος της γυναίκας του για παράδειγμα.» «Οπότε ο δόκτορας Νετρ καταφέρνει και φτιάχνει την φόρμουλα αυτή, τη θεραπεία, και μετά αρνείται να παραδώσει τα αποτελέματα. Περιμένει την υψηλότερη τιμή.» «Κάθε άλλο. Η έρευνα ήταν πολύ ιδεαλιστικά προσανατολισμένη. Δες ποιοι έχουν δολοφονηθεί. Τις προάλλες μόλις βρέθηκε το πτώμα του Ιωάννη Ιννοκέντιου του Τρίτου.» «Του προέδρου της Πολυεθνικής Αγάπης και Ιδεολογίας;» «Αντιπροέδρου. Ναι. Ξέρω από πρώτο χέρι ότι ήταν σε επικοινωνία με τον Ιάκωβο Νετρ, τον παρακολουθούσα βλέπεις, τον Ιάκωβο. Ήταν υπερβολικά ιδεαλιστής, και ο ίδιος θα επιθυμούσε να διανεμηθεί η φόρμουλα σε όλον τον κόσμο. Αλλά δεχόταν πιέσεις από τους οργανισμούς που είχαν παραχωρήσει κονδύλια και θα ενέκυπτε σε αυτές.» «Και τώρα τι περιμένεις; Δεν ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει, με όσα ξέρω, μόνο ελλιπείς υποθέσεις θα μπορούσα να σχηματίσω. Δεν ξέρω καν ποιος είσαι, τι είσαι. Γιατί με έσωσες.» Είχε αρχίσει να εκνευρίζεται. Ένιωθε ότι ο άνδρας απέναντί της την κατεύθυνε προς μια συγκεκριμένη γραμμή σκέψης και συμπερασμάτων. Τον άκουσε να της εξηγεί και πάλι, με περισσότερες λεπτομέρειες αυτή τη φορά. Το σχέδιο για την κυτταρική ανοικοδόμηση χρειαζόταν τεράστια ποσά και κονδύλια, τα οποία για να αποκτήσει η Ιντερμέντικαλ Ελλάς είχε σχηματίσει διαφορετικές συμμαχίες, από άλλες πολυεθνικές μέχρι δημόσιες υπηρεσίες. Εισέπραττε λεφτά με αντάλλαγμα την τεχνογνωσία. Μέρη της τεχνογνωσίας βασικά. Ο καθένας από αυτούς τους μετόχους περίμενε και το «μέρισμά» του, μια αμοιβή, που από όσο θα μπορούσε να υποψιαστεί κανείς, θα ήταν σε είδος. Όλα αυτά τα ήξερε ή τα είχε υποψιαστεί ή συμπεράνει από τον καιρό που είχε περάσει ο ίδιος μέσα στο ερευνητικό τμήμα της Ιντερμέντικαλ Ελλάς. Αποτελούσε έναν κλώνο του επιθεωρητή Αλβίδη. Από ό,τι φαίνονταν, η αστυνομική αρχή της Νέας Αθήνας είχε παραχωρήσει κύτταρα αστυνομικών που είχε στη διάθεσή της προσμένοντας ενδεχομένως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας σε επιλεγμένους υπαλλήλους της. Σε κάποια χρονική στιγμή στο κοντινό παρελθόν τον είχαν προσεγγίσει άτομα, που τον ενημέρωσαν για μια επερχόμενη απόδραση από το ερευνητικό τμήμα και ένα σχέδιο που μόνο κομμάτια αυτού κατάφερε να συγκρατήσει. Τα ακολούθησε και σύντομα έμαθε τι συνέβαινε. Ότι όντως η πλειοψηφία των πειραμάτων είχε στεφθεί με επιτυχία. Ότι τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη άρχισαν να πιέζουν για την ανταμοιβή τους. Γνώρισε τον Πρίγκηπα Μπούντιμιρ και έμαθε για την οργανωμένη επίθεση που σκόπευαν να επιχειρήσουν με σκοπό την απόκτηση της τεχνογνωσίας και την ελεύθερη διακίνησή της. Κάπου εκεί όμως γνώρισε και το Αλέξη, τον πρώην σύζυγο της χήρας Νετρ. Και είδε τι μπορούσε να κάνει. Πράγμα που σήμαινε ότι δεν τα του τα είχανε πει όλα, και ότι τα πειράματα του δόκτορα Νετρ ήταν πολύ πιο πολύπλοκα από ό,τι είχε υποψιαστεί. «Μετά το θάνατο του επιθεωρητή και την αναγκαστική προσχώρησή σου στο τμήμα της Εσωτερικής Ασφάλειας της Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης, ήμουν σίγουρος ότι δεν είναι όλα όπως φαίνονταν..» «Δηλαδή;» «Δεν κολλάει. Η Πλανητική Σύμπραξη; Να υποστηρίζουν ένα τσούρμο απροσάρμοστων και τον υπόκοσμο; Ποιος ενέκρινε κάτι τέτοιο; Τα σκάφη δεν λειτουργούν τυχαία, έτσι δεν είναι; Τις περισσότερες φορές ακολουθούν συγκεκριμένες πορείες που έχουν εγκριθεί εκ των προτέρων. Και εδώ και μισή ώρα, άμα ήθελαν θα μπορούσαν να τα έχουν ακινητοποιήσει. Και δεν συμβαίνει τίποτα τέτοιο. Και καμιά από τις Αποικίες δεν θα στήριζε έναν τέτοιο σκοπό. Χωρίς κανένα άμεσο κέρδος, δηλαδή.» Σταμάτησε για μια στιγμή. Έριξε μια ματιά στην μακροοθόνη. «Φοβάμαι ότι όλα αυτά είναι μια βιτρίνα. Και όμως με κάποιον τρόπο συνδέονται. Είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον Μπούντιμιρ ή από μια προσπάθεια κάποιων αναρχικών να επιφέρουν μια βεβιασμένη ισότητα. Τα μεταγωγικά είναι με την πλευρά μας, αλλά ξαφνικά δεν ξέρω ποια είναι η πλευρά μας. Εμπλέκονται σίγουρα άτομα από τον Άρη και τις Αποικίες, -το γεγονός ότι τα μεταγωγικά συνεχίζουν την πορεία τους υπονοεί τον έλεγχό τους από κάποιο σημείο εκτός του πλανήτη μας - αλλά δεν ξέρω ποια. Πρέπει να επιλυθεί το θέμα αυτό και δεν νομίζω να τα καταφέρω μόνος.» «Για αυτό με έσωσες;» «Ναι. Μέχρι το χρονικό σημείο συλλογής των κυττάρων του επιθεωρητή διατηρώ – μοιραζόμασταν- κοινές μνήμες και εμπειρίες. Γνωρίζω για τις μεθόδους σου, δίνεις σημασία στις λεπτομέρειες και αυτή τη στιγμή χρειάζομαι κάποιον να με βοηθήσει.» «Στο όχημα πριν ανέφερες ότι είσαι από το μέλλον.» «Ναι, είμαι σχεδόν ό,τι πιο καινούργιο κυκλοφορεί. Ό,τι πιο εξελιγμένο. Σχεδόν». Το τελευταίο το ψιθύρισε ανάμεσα στα δόντια του, αλλά η αστυνόμος Αργυρίου το πρόσεξε. Η Αργυρίου άδειασε τον υπόλοιπο καφέ από το φλυτζάνι της. Κάτι δεν της κολλούσε. «Δεν νομίζω να έχεις καταλάβει ακόμα τις διαστάσεις των γεγονότων», φώναξε ο κλώνος του Αλβίδη. «Μέσα στην επόμενη ώρα η Νέα Αθήνα θα βρίσκεται υπό την διοίκηση κάποιων που έχουν τη στήριξη της Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης. Επίσης στη Νέα Αθήνα βρίσκονται τα δείγματα της θεραπείας, οι σωστές ακολουθίες DNA, και τα τελευταία ζωντανά αξολότλ. Δεν έχουμε πραγματικά πολύ χρόνο ακόμα. Πρέπει να πάμε αμέσως στα κεντρικά του ερευνητικού τμήματος της Ιντερμέντικαλ Ελλάς.» «Άμα όντως όλα αυτά είναι μία βιτρίνα, και είναι άλλος ο σκοπός τους, τότε δεν θα κατευθυνθούν προς τα εκεί.» «Ναι, αλλά προς το παρόν δεν έχω καμιά υποψία σχετικά με τον πραγματικό τους σκοπό. Αντιθέτως, αυτό που μπορώ, που μπορούμε να κάνουμε είναι να διασφαλίσουμε ότι το έργο του δόκτορα δεν θα πέσει σε λάθος χέρια.» «Προσπαθείς να με παρασύρεις συνεχώς προς αυτήν την κατεύθυνση. Και δεν μπορώ να καταλάβω το λόγο για τον οποίο θέλεις να εμπλακείς σε τόσο προσωπικό επίπεδο σε όλα αυτά. Τι δεν μου έχεις πει;» Τον κάρφωσε με τα μάτια της, σκεφτόμενη παράλληλα τρόπους να διασταυρώσει αυτά που της είχε πει με την πρώτη ευκαιρία. Δεν τον εμπιστεύονταν. Ο κλώνος απόμεινε για μια στιγμή σιωπηλός και μετά κοιτώντας το πάτωμα μπροστά του, είπε σε χαμηλό τόνο: «Θέλω να επανορθώσω για αυτό που έκανα. Εγώ σκότωσα τον Ιάκωβο Νετρ.» [1.188 λέξεις] edit1: 1-2 κόμματα, μερικά ορθρογραφικά edit2: ναι, οκ, χάνω μερικές στροφές, όλοι το ξέρουμε αυτό. διόρθωση ενός ονόματος... Edited March 11, 2007 by araquel Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted March 17, 2007 Share Posted March 17, 2007 Μεσημεριανός ήλιος. Η Νέα Αθήνα ήταν ένα μουντό, καταθλιπτικό μέρος γεμάτο αλλοδαπούς, αλλά της αστυνόμου Αργυρίου της άρεσε. Δεν ήθελε να φύγει από κει. Δεν ήθελε να αλλάξει κάτι στην πόλη της. Καθισμένη σ’ ένα παγκάκι, στο πάρκο πίσω από το κτίριο της Ιντερμέντικαλ, μπορούσε να απολαύσει τον ήλιο για λίγα ακόμη λεπτά. Η προοπτική της στράτευσής της στην Εσωτερική Ασφάλεια Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης (κι ως εκ τούτου η διαμονή σε μυστικά και ανήλιαγα μέρη μακρυά από το μητρικό πλανήτη) την είχε κάνει να εκτιμήσει τον ήλιο της Νέας Αθήνας, όσο κι αν τον έκρυβε η αιθαλομίχλη. Δίπλα της ο κλώνος του Αλβίδη έκανε πως μασούσε ηλιόσπορους. -Πόσο ακόμη; -Λίγο. Περιμένουμε να βγουν κι αν είναι αυτοί που νομίζω, τότε τους ακολουθώ. -Κι αν έχουν ανιχνευτές για αύρες; Ο κλώνος έριξε ένα πλάγιο βλέμμα στα σπουργίτια που προσπαθούσαν να τσιμπήσουν τα φλούδια των ηλιόσπορων. -Σου είπα ότι δεν είμαι η τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Μου λείπουν κάποια πράγματα που ο πατρικός οργανισμός διέθετε εξ ορισμού. -Δεν έχεις αύρα! -Σκέψου. Δακτυλικά, DNA, αύρες, όλα ήταν των παρόντων κατά τη διάρκεια της έρευνας της Σήμανσης. Κι ο Αλβίδης ήταν παρών κι είχε αφήσει ένα κάρο σημάδια του μέσα στο δωμάτιο. Δηλαδή και δικά μου. Η Αργυρίου έμεινε σιωπηλή. Ο ήλιος της ζέσταινε τους ώμους και ευχόταν με όλη της την καρδιά να μην είχε όλες αυτές τις πολιτικο-πολεμικές σκοτούρες στο κεφάλι. -Ποιος σε…; -Έφτιαξε; Ο ίδιος ο Νετρ. Με το ζόρι βέβαια. Κάποιος με χρειαζόταν, προφανώς για να κάνω δουλειές που ο πατρικός οργανισμός δε θα μπορούσε. -Και γιατί τον σκότωσες; Είχε αποφύγει να κάνει αυτήν την ερώτηση εδώ και ώρες, αλλά δε μπορούσε πια να μένει σιωπηλή. Γύρισε και τον κοίταξε κι ήταν λες κι είχε τον πραγματικό Αλβίδη μπροστά της, εκείνον που της μιλούσε πάντα στον πληθυντικό και την έβαζε να συντάσσει αναφορές. -Με τρόμαξε. Δεν ήμουν εκεί για εκείνον, αλλά για το μεταφορέα. Έφυγε απ’ το γραφείο, μπήκα να ψάξω, ξαναγύρισε… τρόμαξα, ήταν σκοτεινά. Και τα πολυπαλμικά δεν αστοχούν ξέρεις. Έφτυσε τα φλούδια των ηλιόσπορων τάχα αδιάφορα. -Τι έψαχνες στο γραφείο του Νετρ; -Ένα μαύρο κύλινδρο. Μεταφορέας διάνοιας. Του βάζεις μερικά ηλεκτρόδια, τα προσαρμόζεις σε δυο σώματα και έχεις μόλις μεταφέρει την διάνοια του ενός στο σώμα του άλλο. Το σώμα-υποδοχέας βέβαια χάνει τη νόησή του, στην ουσία πεθαίνει η ίδια του η ψυχή. Μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι ήταν το πρωτότυπο, αν και κάποιοι διαβεβαίωσαν εμένα για το αντίθετο. Αλλά μου φαίνεται ότι η μικρή Ισμήνη τον σούφρωσε πριν από μένα. Ή μάλλον ο φιλαράκος της ο Μετράκης, το σούφρωσε για χάρη της. -Μετράκης; Ο τελευταίος που είδε το Νετρ ζωντανό; Εννοώ εκτός από το- εσένα; Ο κλώνος δεν έδειξε ότι κατάλαβε την κομμένη φράση. Η Αργυρίου θα έλεγε «το δολοφόνο του» αλλά τη σταμάτησε ένα είδος σεβασμού, που πάντα έτρεφε για τον Αλβίδη. Και κατ’ επέκταση για τον κλώνο του; Δεν είχε ώρα να σκεφτεί τέτοιες λεπτομέρειες. -Βγαίνουν. Τρεις άντρες ντυμμένοι με στολές της Ιντρερμέντικαλ έβγαιναν εκείνη τη στιγμή από την πίσω πύλη, σπρώχνοντας ισάριθμα καρότσια με κιβώτια παρόμοια με σαρκοφάγους. Ο κλώνος σηκώθηκε από το παγκάκι, της έδωσε τους ηλιόσπορους στο χέρι με μια χειρονομία που την ξένισε κι ύστερα γύρισε την πλάτη του στο δρόμο. -Επειδή πολλά μπορεί να συμβούν, ήθελα να σου δείξω αυτό. Τράβηξε το πουκάμισό του κι έβγαλε την μία άκρη από το παντελόνι, δείχνοντάς της την κοιλιά του. Μια κοιλιά ανθρώπινη, συνηθισμένη, όχι και πολύ γυμνασμένη, λίγο τριχωτή, μ’ ένα ρευστό τατουάζ, που απεικόνιζε με τουλάχιστον 20 τρόπους το νούμερο 4. -Είμαι ο τέταρτος. Ο καθένας μας έχει κι από ένα τέτοιο τατουάζ, για να μας ξεχωρίζουν. Αν δεις να συμπεριφέρομαι διαφορετικά, βρες τρόπο να δεις το τατουάζ μου. Μόνο εγώ έχω το τέσσερα. Το δερματικό στολίδι χόρεψε για λίγο στα μάτια της (4, δ΄, ΙV, 102, 22) πριν ο Αλβίδης βάλει πάλι το πουκάμισο μέσα στο παντελόνι. -Τα λέμε, έκανε κι εξαφανίστηκε, λες και κάτι τον διέλυσε στον αέρα. Η Αργυρίου φόρεσε ένα ζευγάρι γυαλιά και άρχισε με τη σειρά της να κάνει πως τρώει ηλιόσπορους. Πίσω από τα συνθοκρύσταλλα, περασμένα με μια ουσία της οποίας τη φύση δεν ήξερε και δεν ήθελε να ξέρει, μπορούσε να δει τον κλώνο να διασχίζει το δρόμο, κρυμμένο μέσα σ’ ένα πεδίο ψευδοΤέσλα, που τον έκανε αόρατο για το κοινό μάτι. Είχε κάποτε ακούσει για τα πεδία ψευδοΤέσλα, αλλά δεν ήθελε να το σκέφτεται. Ο Αλβίδης διέσχισε το δρόμο, έφτασε δίπλα στις σαρκοφάγους αόρατος και όση ώρα οι τρεις άντρες προσπαθούσαν να τις φορτώσουν σε ένα αιωροκίνητο φορτηγό, γύρισε, έκανε ένα νόημα στη γυναίκα που τον κοιτούσε από το παγκάκι και χώθηκε κι αυτός στην καρότσα. ***** Ο Αρχηγός της Εσωτερικής Ασφάλειας Ηνωμένης Πλανητικής Σύμπραξης, περπατούσε πάνω κάτω στο δωμάτιο όπου ο καπνός κυριαρχούσε. Ο γυμνός άντρας απέναντί του τού χαμογελούσε αλαζονικά, πλατσουρίζοντας ακόμη μέσα στα τελευταία υπολείμματα του υγρού, με τα ηλεκτρόδια να κρέμονται από τις πλευρές της μπανιέρας. Σε μια διπλανή μπανιέρα, το σώμα ενός γέρου Κινέζου τους κοιτούσε με γυάλινα, νεκρά μάτια. -Αργούμε, έκανε ο Αρχηγός, πολύ αργούμε. Άναψε ακόμη ένα τσιγάρο. Ο άλλος σηκώθηκε αποκαλύπτοντας όλη την ομορφιά ενός νέου και σφριγηλού αντρικού σώματος. -Αυτός ο Μετράκης ήταν πολύ όμορφο αγόρι, έτσι δεν είναι; Έκανε φιλάρεσκα. -ΕΔΩ ΤΑ ΜΠΑΤΖΑΚΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙΓΟΝΤΑΙ ΚΙ ΕΣΥ ΜΟΥ ΜΙΛΑΣ ΓΙΑ ΓΚΟΜΕΝΟΥΣ; Φρούμαξε ο Αρχηγός. ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΜΑΣ ΚΥΝΗΓΑΝΕ ΓΙΑ ΤΟΣΟΥΣ ΦΟΝΟΥΣ ΚΑΙ ΚΛΟΠΕΣ ΚΙ ΕΣΥ ΜΑΛΑΚΙΖΕΣΑΙ; -Ναι. Αν θέλω θα μαλακιστώ. Τα παλικάρια σου σκότωσαν το προηγούμενο σώμα μου στα Καμίνια κι αυτό το νέο που μου έφερες με κάνει ιδιαίτερα αισθησιακό. -Αν μάθει κανείς ότι έσωσα τον Πρόεδρο και τον έβαλα στο σώμα ενός άλλου… -…θα σε καθαιρέσουν; Χα! Θα είσαι ένα πάμπλουτος καθαιρεμένος. Κι εγώ θα παίζω τετραδιαστατικό σκάκι στον Άρη, χρησιμοποιώντας αυτό το όμορφο σώμα για να πηγαίνω με όποιο θηλυκό ή αρσενικό θέλω… Ο Αρχηγός τράβηξε μια ακόμη ρουφηξιά από το τσιγάρο του, πυκνώνοντας τους καπνούς στο δωμάτιο. -Και αν ο Βασιλιάς…; Τα αμυγδαλωτά μάτια του Μετράκη έλαμψαν αποκαλύπτοντας την κινέζικη ψυχή του. -Ο Βασιλιάς δεν θα κάνει τίποτε, έκανε κοφτά. Πρώτον γιατί θα βγάλω βρώμα ποιος μου έδινε τα ανταλλακτικά για τα πολυπαλμικά κι έπειτα γιατί δεν τον ενδιαφέρουν αυτά που ενδιαφέρουν εμένα. Χαλάλι του η Νέα Αθήνα και τα Βαλκάνιά του και τα πειράματα που ονειρεύεται να κάνει. Εγώ θέλω τα αξολότλ. ***** Ο Αλβίδης είχε μια μοναδική ικανότητα. Είχε αυτό που λέμε χαμαιλεώντειο προσωπικότητα. Ήταν έμφυτο, δεν το έκανε από υστεροβουλία. Μπορούσε με την Αργυρίου να ήταν αυστηρός και πατρικός, με τον Διοικητή της Αστυνομίας λαϊκός και παρορμητικός, με τους υπόπτους βάρβαρος και του σιναφιού, με τις κυρίες του καλού κόσμου άξεστος και λάγνος… Άλλαζε. Άραγε αυτό το είχαν και οι κλώνοι του; Η Αργυρίου προσπαθούσε να βγάλει από το μυαλό της ο,τιδήποτε άλλο, προσπαθώντας να μη γίνει αντιληπτή από το αιωροκίνητο φορτηγό. Πού ήταν; Στην συνοικία των Αρειανών, έλεγε ο ψηφιακός βοηθός που της είχε δώσει ο κλώνος. Όχι και το ασφαλέστερο μέρος, ειδικά μετά τις συγκρούσεις που είχαν σημειωθεί από το πρωί. Είχε βγάλει από πάνω της ό,τι θύμιζε αστυνομικό, όμως κάποιοι της είχαν πει κάποτε: «μια ώρα μπάτσος, για πάντα μπάτσος». Κάποιοι… Ο Αλβίδης. Ή ο κλώνος του; Ο κλώνος του; Ο κλώνος του. Αυτός που λίγα μέτρα απέναντί της, οι τρεις κλέφτες των αξολότλ τον χτυπούσαν με σιδερογροθιές και μούλτιγκλομπς. 1199 λέξεις. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
nikosal Posted March 28, 2007 Author Share Posted March 28, 2007 Ο Αλβίδης χτύπησε το πενάκι του ρυθμικά στο τραπέζι. Δυο φορές, παύση, δυο φορές, παύση, τρεις φορές, παύση, μια φορά, τέλος. Ο ρυθμός του άρεσε και τον επανέλαβε κάμποσο, ώσπου βαρέθηκε. Κοίταξε το ρολόι του: Δεκαέξι και είκοσι ένα αποικιακή, έντεκα και τριάντα τοπική. Έπιασε το μέτωπό του, ανακάτεψε τα μαλλιά, σκέφτηκε την Αλίκη, χαμογέλασε. Έπειτα γύρισε το βλέμμα του ένα γύρω στην αίθουσα και προσπάθησε να αποφασίσει αν θα τέλειωνε πριν τις δέκα τρεις τοπική, όπως της είχε υποσχεθεί. -Τι ήθελα και της είπα να με περιμένει; μουρμούρισε στον εαυτό του. -Μίλησες; τον ρώτησε ο Αλβίδης. Τον κοίταξε ανασηκώνοντας το φρύδι. Είχε κάτσει δίπλα του από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν οι ανακρίσεις και όλη αυτή την ώρα είναι ζήτημα αν είχαν ανταλλάξει πέντε κουβέντες. Βαλτός, αλλά τίνος; Της Εταιρίας Αγάπης και Ιδεολογίας ή της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφάλειας; Εκτός βέβαια αν τα δύο αυτά ταυτίζονταν, κάπου στο αχανές βάθος του δαιδάλου. -Είπα, κάποια στιγμή θα γυρίσω σπίτι. Ο άλλος έβηξε. -Νομίζω ότι δεν πρέπει να φύγεις μέχρι να βρούμε την άκρη. Ο Αλβίδης γέλασε. -Χα! Και αν δεν βρούμε την άκρη; -Χα! Τον μιμήθηκε ο άλλος με ακρίβεια διδύμου. Σε αυτή την περίπτωση θα χάσεις το ραντεβού σου. Ο Αλβίδης συνοφρυώθηκε. Δεν ήθελε να ξέρει ούτε ο Αλβίδης, ούτε κανείς άλλος εδώ μέσα ότι θα συναντούσε την Αλίκη. Άλλαξε το ύφος του από ενοχλημένο σε στοργικό και γύρισε ξανά προς τον Αλβίδη. -Ποιος είσαι εσύ είπαμε; -Δεν το είπαμε, αλλά ευχαρίστως να συστηθώ. Επιθεωρητής Πέτρος Αλβίδης, αριθμός δέκα εννιά. ΧΙΧ, για να το θέσω λατινικά. Ο Αλβίδης σφύριξε με θαυμασμό. -Δέκα εννιά; Που σημαίνει ότι έχουν ενεργοποιηθεί άλλοι δέκα εφτά πριν από σένα; -Και άγνωστος αριθμός μετά. Ποτέ δεν μπορεί να ξέρεις το μετά. Αλλά δύο έχουν σίγουρα σκοτωθεί και ένας είναι στο νοσοκομείο με τέτοια τραύματα που δύσκολα θα συνέλθει. Νομίζω πρέπει να έχουμε μείνει καμιά δεκαπενταριά εδώ και στις Αποικίες. -Κόσμος... Κόσμος λέει; Μόνο μέσα σε αυτή την αίθουσα τρεις Αλβίδηδες έπαιρναν καταθέσεις και άλλοι δύο ανακρίνονταν. Δυο πρίγκιπες μιλούσαν ροδάνι στους ανακριτές τους, ενώ ένας τρίτος, δεμένος και δαρμένος δεχόταν σε μια γωνιά τη φροντίδα ενός νοσοκόμου. Από πάγκο σε πάγκο γυρόφερναν αστυνομικοί και στρατιώτες, ενώ ανάμεσα σε ανακριτές και ανακρινόμενους συνωστίζονταν ακόμα πέντε ή έξι διοικητές (είχε χάσει το λογαριασμό αφού αυτοί συνεχώς μπαινόβγαιναν), δύο Μετράκηδες και μια Αργυρίου που σίγουρα δεν ήταν η δική του. Αν ο Μάλθους κοίταζε από μια γωνιά, θα χαμογελούσε σαρδόνια. Η Γη δεν μπορεί παρά να κατέρρεε από στιγμή σε στιγμή. Ένας διοικητής πλησίασε τον πάγκο και τους κοίταξε παγερά. -Ήμουν φίλος με τον Ένα σας, είπε. -Χαίρω πολύ, απάντησαν οι δύο Αλβίδηδες ταυτόχρονα. -Δυστυχώς ο Ένα χάθηκε. Και αμφιβάλω αν θα γίνω φίλος με οποιονδήποτε από σας. Τον είχα γνωρίσει μετά τη δειγματοληψία. Ο Αλβίδης έγνεψε καταφατικά. Φυσικά ο Ένα ήταν ο πρωτότυπος, αλλά αυτό που μετρούσε σε μια φιλία ήταν αν η γνωριμία είχε γίνει πριν ή μετά τη δειγματοληψία. Ανατρίχιασε στη σκέψη να έκανε έρωτα με την Αργυρίου της αίθουσας. Για αυτόν ήταν τόσο ξένη, όσο κάθε άλλη γυναίκα στον πλανήτη. -Βγαίνει τίποτα; Έγνεψε δείχνοντας τους πρίγκιπες. -Φοβάμαι πως όχι. Τεράστιο μπλέξιμο. Φαίνεται πώς ο πρίγκιπας κανόνισε τη δολοφονία του Ιννοκέντιου ενώ παγίδευσε και τον Αλβίδη στο θέμα του Νετρ. Και όλα αυτά για ένα τίποτα. Για ένα κύλινδρο που μεταφέρει διάνοιες. Ο Αλβίδης γέλασε. -Δεν μπορεί να στάθηκε τόσο αφελής. -Ο κόσμος μπορεί να πιστέψει τα πάντα. Κάποτε πίστευαν στα ζώδια. Τώρα στο μεταφορέα που εξασφαλίζει την απόλυτη νεότητα. Να την κάνεις τι, όταν περιμένει στο ψυγείο ο κλώνος σου; -Κανείς δεν θέλει να πεθάνει, απάντησε ο Αλβίδης. Ρίξτε μια ματιά γύρω. Ο διοικητής τον κοίταξε ανέκφραστα και γύρισε στη δουλειά του χωρίς να απαντήσει. Ο Αλβίδης κοίταξε ξανά το ρολόι του. -Θα βγω λίγο έξω, είπε στο διπλανό του. -Λυπάμαι. Δεν γίνεται. -Θέλω να πάω τουαλέτα. Θα γυρίσω μπρος πίσω. Φοβάσαι πραγματικά ότι μπορεί να σε κοροϊδέψει ο κλώνος σου; Ο άλλος συνοφρυώθηκε. -Δώσε μου το λόγο σου ότι θα επιστρέψεις αμέσως. Ο Αλβίδης αναστέναξε. -Στο λόγο μου. Ορίστε. Θα επιστρέψω αμέσως. Δεν πίστευε στην τύχη του. Μήπως κάτι δεν πήγαινε καλά με τους κλώνους του; Μπορεί να ήταν τόσο ανόητοι; Κατευθύνθηκε προς την έξοδο με βήμα αργό, αδιάφορο. -Αλβίδη! Για πού το έβαλες; Ήταν ο διοικητής. -Μισό λεπτό, είπε όσο πιο φυσικά γινόταν. Θέλατε κάτι; -Να με βοηθήσεις να ξεκαθαρίσω ένα δυο πραγματάκια. Γνώριζες την Αργυρίου; Εννοώ εκείνη που απήγαγε η ιδιωτική αράχνη. Δύσκολη δουλειά. Ελάχιστοι έχουν τα μέσα. Μας έκανε μεγάλη εντύπωση. Ο Αλβίδης ανασήκωσε τους ώμους προσπαθώντας να βγάλει από το μυαλό του τη μυρωδιά του ιδρώτα της. -Κάτι έχω ακούσει. Αλλά δεν νομίζω να την είχα συναντήσει ποτέ. Πριν ή μετά την απαγωγή. -Και κάτι άλλο. Η Νετρ. Τηλεφώνησε σήμερα από τη Μαδρίτη. Καταθέτει αίτηση για παράδοση του κλώνου της που βρέθηκε στη Νέα Αθήνα. Μπορείς να φανταστείς το λόγο; -Μήπως είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά; Έχω ακούσει ότι θάβουν τους νεκρούς τους κλώνους. Ο επιθεωρητής τον κοίταξε ανέκφραστος για ένα δευτερόλεπτο και μετά έβαλε τα γέλια. -Έχεις πλάκα Αλβίδη. Δεν είναι όλοι οι κλώνοι σου έτσι. Ο Αλβίδης χαμογέλασε. -Πήγα δραματική σχολή μετά τη δειγματοληψία. Έχω το γούστο μου. *** Το διαστημόπλοιο απογειώθηκε από το Βενιζέλο στις 3:55 τα ξημερώματα τοπική. Ο Αλβίδης πέρασε στον υπολογιστή τις ρυθμίσεις της πτήσης και χαμήλωσε το φωτισμό. Σκέπασε τα πόδια του με μια κουβέρτα και έγειρε στο κάθισμα κλείνοντας τα μάτια. Λίγο πριν τον πάρει ο ύπνος σκέφτηκε τον επιθεωρητή, το Μετράκη, την Αργυρίου, τον Πρίγκηπα, τη Χαρίτου και την Κλιμεντίνη Νετρ. Καθένας τους είχε παίξει το ρόλο του όπως τον είχε υπολογίσει. Ακόμα και εκείνος ο ανόητος, ο Ιβάν, είχε κάνει ακριβώς ό,τι του είχε ζητήσει. Σαν σε ονειροφαντασία είδε την Αργυρίου γυμνή να του ζητά να κάνουν πάλι έρωτα. Ο συναγερμός θερμοκρασίας τον έκανε να πεταχτεί όρθιος και πριν συνέλθει από την έκπληξη το σκάφος τραντάχτηκε απότομα. Από το Πικέρμι ο Αλβίδης παρακολούθησε την αθόρυβη έκρηξη είκοσι χιλιόμετρα πάνω από το κτήμα του και τα τέσσερα - πέντε φλογισμένα συντρίμμια που έγραψαν το καθένα τη δική του πορεία στον ουρανό. Αναρωτήθηκε σε ποιο από όλα να ήταν ο Αλβίδης. Προσπάθησε να μπει στη θέση του κλώνου του που είχε μόλις εξαερωθεί αλλά δεν τα κατάφερε. Τα τελευταία χρόνια ο θάνατος είχε χάσει τη σημασία που είχε κάποτε. Ξαπλωμένος στην πολυθρόνα έκλεισε τα μάτια και ονειρεύτηκε την αυριανή μέρα που θα περνούσε με τον Μετράκη στο Λαγονήσι... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.