DinoHajiyorgi Posted May 25, 2007 Share Posted May 25, 2007 Αγαπητοί φίλοι αυτό είναι το διήγημα μου από τον ζωντανό διαγωνισμό της Ερμούπολης. Πρώτα σας έχω το επεξεργασμένο κείμενο (1.714 λέξεις) ίσως γιατί θέλω να παρουσιάσω την ιστορία σε πρώτη εντύπωση όπως την ήθελε να βγει η καρδιά μου. Ακολουθεί η original εκδοχή (1.157 λέξεις), αυτό δηλαδή που πρόλαβα στις δύο ώρες. Εσείς βέβαια μπορείτε να τα διαβάσετε με την σειρά που επιθυμείτε. Σίμπα του Ντίνου Χατζηγιώργη Δεν ήταν σίγουρος για τίποτα από όσα του είχαν πει. Ακόμα και τώρα, δεν εμπιστευόταν τους ανωτέρους του. Ήταν όμως μια απελπισμένη εποχή και από όλες τις απέλπιδες προσπάθειες τους αυτή έδειχνε τουλάχιστον να έχει κάποιο σχέδιο. Το στομάχι του είχε γίνει κόμπος και δεν είχε καμία σχέση με τις δυνάμεις τζι που χτυπούσαν την μύτη του κουρασμένου του αεριωθούμενου. Αν αυτό πετύχαινε, αν η Σίμπα τα κατάφερνε, θα ήταν μια σημαντική νίκη για την ανθρωπότητα. Δεν μπορούσε όμως να βγάλει από τον νου του τους πίνακες με τα πράσινα τοπία και τα λουλούδια. Αναλογίστηκε την ψυχή από την οποία είχαν ξεπηδήσει και πικρό σάλιο γέμισε το στόμα του. Έβρισε μέσα από τα δόντια. Όλο αυτό το χάος, από το μηδέν μέχρι και το σήμερα, ήταν δικό τους, κατάδικο τους δημιούργημα. Έλεγξε τα όργανα του. Οι μηχανές δεν τον είχαν εντοπίσει ακόμα. Το παραπέτασμα του ουρανού γύρω του ολοένα και σκούραινε. Όπου να’ναι τώρα. Κοίταξε στην οθόνη του. Η χιμπατζής έδειχνε ατάραχη δεμένη στο κάθισμα της. «Θα τα θυμηθεί, μην ανησυχείς» του είχε πει ο πτέραρχος. Σχεδόν έφτυσε μέσα στον αναπνευστήρα του. Ήταν εκείνη η στιγμή που έδειχναν να έχουν τελειώσει όλα, όταν η ανθρωπότητα δεν είχε πλέον να αναμένει τίποτα παρά τον τελικό αφανισμό της. Η μόνη επιλογή για όσους δεν θέλανε να περιμένουν την εξόντωση τους κρυμμένοι σαν τα ποντίκια ήταν μια τελική επίθεση αυτοκτονίας στο Κορ-Σετ, στο Κέντρο του Συνειδητοποιημένου Υπολογιστή που αφάνιζε τώρα τον άνθρωπο από την Γη σαν κακιά αρρώστια. Ήταν μια επίθεση καταδικασμένη σε αποτυχία από το ξεκίνημα της χάρη στο Μάτι, τον δορυφόρο που βρισκόταν στη τροχιά του πλανήτη και που διοχέτευε τον κεντρικό υπολογιστή δεδομένα από την επιφάνεια. Το βλέμμα του διαπερνούσε οποιοδήποτε καμουφλάζ, πρόδιδε τον αριθμό και τις θέσεις τους. Αμέσως το Κορ-Σετ εξαπόλυε τα ιπτάμενα, μεταλλικά του τσιράκια, βομβούσε το σύμπαν από τους αναθεματισμένους έλικες όταν τα σμήνη τους γέμιζαν τον ουρανό. Δεν είχε σημασία πόσα θα κατέρριπταν. Εκεί, στα έγκατα του Υπολογιστή ξεγεννούσε καινούργια, συνέχεια, ασταμάτητα. Βρίσκονταν στον δεύτερο χρόνο αυτού του ανελέητου πολέμου. Εκτός από μερικά αποσυρμένα σκάφη παλαιότερης τεχνολογίας, ο ανθρώπινος στρατός δεν διέθετε πλέον καμία δύναμη αέρος ή πυραυλική δυνατότητα για να αντισταθεί κάπως ισάξια, πόσο μάλλον να καταστρέψει τον δορυφόρο, να ξεριζώσει το μάτι του τέρατος. Ο Τάφτ είχε μετατεθεί σε μια μονάδα τεθωρακισμένων όταν τον κάλεσαν πίσω στη βάση. Τον στείλανε ανατολικά, σε κάποιο υπόγειο καταφύγιο στο Αφγκανιστάν, όπου είχαν εντοπίσει την ανθρωπολόγο Πουλάσκι και την χιμπατζή. Ο Ταφτ δεν περίμενε το ζώο να τον θυμηθεί, μόλις όμως μπήκε στο κατάλυμα και η Σίμπα τον είδε, αναπήδησε στην αγκαλιά του και γαντζώθηκε από τον σβέρκο του, όπως παλιά, είκοσι χρόνια πριν. «Πως είσαι κοπέλα μου;» είπε και της έξυσε το μέτωπο επιβεβαιώνοντας την γνωριμία τους. Αναλογίστηκε τα χρόνια που είχαν περάσει. Η χιμπατζής πρέπει να ήταν σαράντα πέντε χρονών τώρα, σχεδόν όσο ο ίδιος. Λένε πως στην αιχμαλωσία καταφέρνουν να ζήσουν μέχρι τα εξήντα. Πρόσεξε κάποιες λευκές, ξεθωριασμένες τρίχες στη γούνα της. Το κάτω της χείλος είχε κρεμάσει λίγο, αλλά το βλέμμα ήταν το ίδιο. Σπινθηροβόλο. Τον κοιτούσε στα μάτια, κατευθείαν στην συνείδηση του. Ένιωσε ένα κάψιμο στον λάρυγγα του και της έξυσε το μέτωπο ξανά. «Σίμπα» είπε και η φωνή του βγήκε βραχνή. Πρόσεξε τα υγρά μάτια της Πουλάσκι, την οδύνη στο βλέμμα της αλλά και την αντιπάθεια που έβγαζε προς εκείνον. Δεν την είχε ξανασυναντήσει αλλά είχε ακούσει γι αυτή. Ήταν από τους πρώτους επικριτές και πολέμιους της επιχείρησης «Ίκαροι», ένα σχέδιο που ευτυχώς η αεροπορία εγκατέλειψε νωρίς σαν μη παραγωγικό. Η Πουλάσκι είχε αναλάβει προσωπικά τέσσερις από τους δέκα χιμπατζήδες του προγράμματος. Από τους δέκα, σήμερα μόνο η Σίμπα ήταν ακόμα εν ζωή. Οι τοίχοι του καταλύματος ήταν καλυμμένοι με ζωγραφιές. Υπήρχαν και κιτρινισμένα αποκόμματα εφημερίδων για τις εκθέσεις που είχαν διεξάγει ανά τον κόσμο. Πίνακες που έφτιαχνε η Σίμπα με τα κραγιόν της, τοπία από μια εξοχή που δεν υπήρχε πια, αγροί καλυμμένοι με πολύχρωμα λουλούδια, χαρούμενοι άνθρωποι κάτω από τον ήλιο, μνήμες ενός χιμπατζή που ειρωνικά καθρέφτιζαν όλη την χαμένη παιδική αθωότητα και ψυχή της ανθρωπότητας. Η ανθρωπολόγος σίγουρα καταλάβαινε πως οι μηχανές έπρεπε να καταπολεμηθούν με κάθε μέσο αλλά την ίδια στιγμή… «Δικό σας δημιούργημα είναι και εκείνες» του είχε αντιτάξει με μίσος. Είκοσι χρόνια μετά, το χάσμα ανάμεσα τους παρέμενε, δικαιολογημένα αγεφύρωτο. Η Πουλάσκι πήρε την χιμπατζή στην αγκαλιά της και έκλαψε απροκάλυπτα. Ήξερε πως όποια και να ήταν η έκβαση της αποστολής, η Σίμπα δεν θα γυρνούσε πίσω. «Σίμπα. Σίμπα μου» είπε με λυγμούς. Το ζώο, απονήρευτο τελείως, δεν μπορούσε να κατανοήσει την σύγχυση της. Διάλεγε από το τραπέζι τα αγαπημένα της κραγιόν και τα προσέφερε στη γυναίκα μάλλον για να την παρηγορήσει. Μέσα στην μακροχρόνια συμβίωση άνθρωπος και ζώο αποκτούν δικούς τους κώδικες. Ο Ταφτ ένιωσε άβολα και γύρισε το βλέμμα του για να μην βλέπει. Είδε όμως τις ζωγραφιές, τα δέντρα και τα παιδιά που έπαιζαν από κάτω. Και της την πήρανε της Πουλάσκι την Σίμπα, μετά από τόσον καιρό το ζώο φόρεσε ξανά την πορτοκαλί του στολή και μπήκε σε ένα κλουβί που την μετέφερε σε μια κρυφή βάση στην έρημο. Του το είχαν πει, κι όμως ο Ταφτ ένιωσε έκπληξη όταν είδε το παλιό, πειραματικό ΧΗ-20 με την βολίδα προσαρμοσμένη στην κοιλιά του. Πολύ πιθανό να το ξέθαψαν από κάποιο μουσείο, αλλά είχαν κάνει πολλά περισσότερα μαζί του. Η βολίδα ήταν τώρα εξοπλισμένη με βλήματα πυρηνικής ισχύος. Και ενώ η Σίμπα είχε πάνω από 200 ώρες πτήσης με την εν λόγω βολίδα, (πτήσεις που είχαν μοιραστεί αποκλειστικά οι δυο τους) είχαν εκτελεστεί όλες σε εξομοιωτή. Αυτή η δυνατότητα, έστω για μια δοκιμή, δεν υπήρχε πλέον. Είχαν μόνο μία προσπάθεια και βασίζονταν εξολοκλήρου στη μνήμη ενός ζώου. Το ΧΗ-20 απογειώθηκε αθέατο, με το Μάτι σε τροχιά στην άλλη άκρη του πλανήτη. Ο Ταφτ θα ανέβαζε το σκάφος στην εσχατιά των ικανοτήτων του, κάπου στα ανώτερα στρώματα της στρατόσφαιρας και εκεί θα απελευθέρωνε το φορτίο του. Είχε διαταγές να επιστρέψει αμέσως στη βάση, η Σίμπα θα αναλάμβανε τα υπόλοιπα πιλοτάροντας την βολίδα εκτός της βαρύτητας του πλανήτη. «Πως πάει κοπελιά;» ρώτησε στην οθόνη. Ο παλιός τρόπος με τον οποίο επικοινωνούσαν είχε αρχίσει να επιστρέφει και στο δικό του μνημονικό. Από όλους τους πιλότους που είχε συνεργαστεί στην καριέρα του, κανείς δεν είχε υπάρξει πιο «ανθρώπινος» από εκείνη. Ευχόταν η προσφώνηση του να ζέσταινε και την δική της μνήμη. Η Σίμπα τον κοίταξε μέσα από την οθόνη, κούνησε το κεφάλι της και σήκωσε ενδεικτικά τον αντίχειρα της. Ναι, ήταν σαν να μην είχε περάσει ούτε μία μέρα από την τελευταία τους πτήση. Το αεριωθούμενο ταλανιζόταν άγρια τώρα και ήξερε πως έπρεπε να είχε ελευθερώσει την βολίδα πέντε λεπτά πριν. Ήθελε όμως να αυξήσει της πιθανότητες της επιτυχίας της αποστολής στο έπακρο. Το Μάτι έκανε την εμφάνιση του στον ορίζοντα και τα όργανα άρχισαν να τον πληροφορούν πως οι μηχανές στην επιφάνεια τον είχαν πλέον εντοπίσει. Μπορούσε και με γυμνό μάτι να δει τις πυγολαμπίδες εκεί κάτω που ξεχύνονταν από την επιφάνεια με προορισμό τον ίδιο. «Πάμε τώρα κορίτσι μου» φώναξε στην ενδοεπικοινωνία. «Τώρα Σίμπα» είπε και πίεσε τον μοχλό. Ένιωσε το τράνταγμα καθώς το σκάφος ελάφρυνε ξαφνικά και είδε την βολίδα να εκτοξεύεται μπροστά του προς την τροχιά της Γης. Ο δορυφόρος είχε την δική του αεράμυνα, θα είχε την ικανότητα να καταρρίψει την βολίδα πολύ πριν φτάσουν τα ρομπότ από την επιφάνεια. Η Σίμπα δεν είχε την ικανότητα να μανουβράρει την βολίδα για να αποφύγει τα χτυπήματα. Δεν το είχε διδαχθεί ποτέ. Το πέταγμα της προς τον στόχο είχε αφεθεί από τους στρατιωτικούς στον Θεό και την τύχη. Ο Ταφτ πάλεψε με τον μοχλό ελέγχου και έμεινε στην πορεία του, ακολουθώντας την βολίδα από τα χαμηλά. Έβλεπε ακόμα την Σίμπα στην οθόνη του. Τα καύσιμα τέλειωναν γρήγορα καθώς προσπαθούσε να ισορροπήσει στα όρια της Γήινης βαρύτητας και η πιθανότητα επιστροφής του στην επιφάνεια μειώνονταν γρήγορα. Η πρώτη ένδειξη άναψε στο ταμπλό της βολίδας. «Αφαιρέστε την Ασφάλεια.» Ο πτέραρχος είχε πει πως η χιμπατζής θα θυμόταν τις παλιές ασκήσεις στον εξομοιωτή. Ο Ταφτ κράτησε την αναπνοή του. Η Σίμπα άνοιξε το πλαστικό κάλυπτρο και τράβηξε τον κόκκινο κρίκο. Το ταμπλό φωτίστηκε σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο. «Μπράβο κορίτσι μου» της είπε στο μικρόφωνο. Ξανά, η Σίμπα του έδειξε τον αντίχειρα της. «Στοχεύστε στο κέντρο.» Ήταν η δεύτερη ένδειξη στο ταμπλό. Η Σίμπα άρπαξε το joystick και κοίταξε στην οθόνη που είχε μπροστά της. Τα όργανα της βολίδας είχαν ήδη εντοπίσει τον δορυφόρο. Το μόνο που έπρεπε να κάνει η Σίμπα ήταν να φέρει το δικό της Χ πάνω στο Χ που αναβόσβηνε στο κέντρο της οθόνης. Μόλις το κατάφερνε αυτό θα λάβαινε και την τρίτη οδηγία: «Πιέστε τη Λαβή.» Εκτελώντας και αυτή την εντολή θα εξαπόλυε όλα τα καταστροφικά βλήματα πάνω στο Μάτι. Στις εξομοιώσεις, μετά το τέλος κάθε αποστολής, η Σίμπα είχε καταφέρει να προσγειώσει την βολίδα της στην επιφάνεια του πλανήτη άπειρες φορές. Η βολίδα, αντίθετα με το ΧΗ-20, είχε την δυνατότητα να επιστρέψει με ασφάλεια στην ατμόσφαιρα χωρίς την ανάγκη καυσίμων και να προσγειωθεί στην επιφάνεια σαν ανεμόπτερο. Εδώ πάνω όμως η έκρηξη και μόνο του χτυπημένου δορυφόρου απέκλειαν κάθε τέτοια πιθανότητα. Το Μάτι είχε αρχίσει ήδη να ρίχνει και κάποιες ριπές βρήκαν φάλτσα την βολίδα. Και τα ιπτάμενα ρομπότ από την επιφάνεια ήταν σχεδόν σε απόσταση βολής. Ο Ταφτ έπρεπε να δώσει στη Σίμπα έστω μια ευκαιρία. Έτσι και αλλιώς δεν υπήρχε πλέον περίπτωση να ξαναδεί ο ίδιος την επιφάνεια. Κατεβάζοντας τον μοχλό του στο μέγιστο και ρίχνοντας όλη του την προώθηση στις τουρμπίνες του βούτηξε προς τα πάνω, προς το διάστημα και ευθεία για τον δορυφόρο. Ήταν θέμα δευτερολέπτων, η Σίμπα δεν θα αργούσε να κλειδώσει τον στόχο. Το σχέδιο του Ταφτ λειτούργησε καθώς ο δορυφόρος έστρεψε τα μισά του πυροβόλα στο ΧΗ-20. Η Πουλάσκι στεκόταν στο μικρό ύψωμα μαζί με τους άλλους, το βλέμμα στραμμένο στα ουράνια. Είδαν όλη την τεράστια λάμψη. Κατ’ ευχή, η τελική επίθεση της ανθρωπότητας μόλις ξεκινούσε. Όταν άρχισε να βραδιάζει η ανθρωπολόγος ήταν ακόμα στη θέση της, οι υπόλοιποι είχαν αποσυρθεί πίσω στις σπηλιές τους. Ήταν ακόμα εκεί, όταν νόμισε στην αρχή πως είδε ένα μικρό αστέρι να τρεμοπαίζει περίεργα. Ίσως έφταιγε το θολό της βλέμμα. Σκούπισε άλλη μια φορά τα δάκρυα της και κοίταξε ξανά. Είδε τότε ξεκάθαρα την μικρή, ασημένια κουκκίδα να χαμηλώνει αργά αλλά σταθερά προς το ερημικό εκείνο πλάτωμα. Σύντομα θα βρισκόταν δίπλα της. Ήταν μια παιδική ψυχή που επέστρεφε σπίτι. Τέλος Και η original εκδοχή, ό,τι είχα έτοιμο στη λήξη του διαγωνισμού: Δεν ήταν σίγουρος για τίποτα από όσα του είχαν πει. Ακόμα και τώρα, δεν εμπιστευόταν τους ανωτέρους του. Ήταν όμως μια απελπισμένη εποχή και από όλες τις απέλπιδες προσπάθειες τους αυτή έδειχνε τουλάχιστον να έχει κάποιο σχέδιο. Το στομάχι του είχε γίνει κόμπος και δεν είχε καμία σχέση με τις δυνάμεις τζι που χτυπούσαν την μύτη του κουρασμένου του αεριωθούμενου. Αν αυτό πετύχαινε, αν η Σίμπα τα κατάφερνε, θα ήταν μια σημαντική νίκη για την ανθρωπότητα. Δεν μπορούσε όμως να βγάλει από τον νου του τους πίνακες με τα πράσινα τοπία και τα λουλούδια. Αναλογίστηκε την ψυχή από την οποία είχαν ξεπηδήσει και πικρό σάλιο γέμισε το στόμα του. Έβρισε μέσα από τα δόντια. Όλο αυτό το χάος, από το μηδέν μέχρι και το σήμερα, ήταν δικό τους, κατάδικο τους δημιούργημα. Έλεγξε τα όργανα του. Οι μηχανές δεν τον είχαν εντοπίσει ακόμα. Το παραπέτασμα του ουρανού γύρω του ολοένα και σκούραινε. Όπου να’ναι τώρα. Κοίταξε στην οθόνη του. Η χιμπατζής έδειχνε ατάραχη δεμένη στο κάθισμα της. «Θα τα θυμηθεί, μην ανησυχείς» του είχε πει ο σμηναγός. Σχεδόν έφτυσε μέσα στον αναπνευστήρα του. Ήταν εκείνη η στιγμή που έδειχναν να έχουν τελειώσει όλα, όταν η ανθρωπότητα δεν είχε πλέον να αναμένει τίποτα παρά τον τελικό αφανισμό της. Η μόνη επιλογή για όσους δεν θέλανε να περιμένουν την εξόντωση τους κρυμμένοι σαν τα ποντίκια ήταν μια τελική επίθεση αυτοκτονίας στο Κορ-Σετ, στο Κέντρο του Συνειδητοποιημένου Υπολογιστή που αφάνιζε τώρα τον άνθρωπο από την Γη σαν κακιά αρρώστια. Ήταν μια επίθεση καταδικασμένη σε αποτυχία από το ξεκίνημα της χάρη στο Μάτι, τον δορυφόρο που βρισκόταν στη τροχιά του πλανήτη και που διοχέτευε τον κεντρικό υπολογιστή δεδομένα από την επιφάνεια. Εκτός από μερικά αποσυρμένα σκάφη παλαιότερης τεχνολογίας, οι ανθρώπινες δυνάμεις δεν είχαν πλέον καμία δύναμη αέρος ή πυραυλική δυνατότητα για να καταστρέψουν τον δορυφόρο. Ο Τάφτ είχε μετατεθεί σε μια μονάδα τεθωρακισμένων όταν τον κάλεσαν πίσω στη βάση. Τον στείλανε ανατολικά, σε κάποιο υπόγειο καταφύγιο στο Αφγκανιστάν, όπου είχαν εντοπίσει την ανθρωπολόγου Πουλάσκι και την χιμπατζή. Ο Ταφτ δεν περίμενε το ζώο να τον θυμηθεί, μόλις όμως μπήκε στο κατάλυμα και η Σίμπα τον είδε, αναπήδησε στην αγκαλιά του και γαντζώθηκε από τον σβέρκο του, όπως παλιά, είκοσι χρόνια πριν. «Πως είσαι κοπέλα μου;» είπε και της έξυσε το μέτωπο επιβεβαιώνοντας την γνωριμία τους. Πρόσεξε τα υγρά μάτια της Πουλάσκι, την οδύνη στο βλέμμα της αλλά και την αντιπάθεια που έβγαζε προς εκείνον. Οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με ζωγραφιές. Πίνακες που έφτιαχνε η Σίμπα με τα κραγιόν της, τοπία από μια εξοχή που δεν υπήρχε πια, αγροί καλυμμένοι με πολύχρωμα λουλούδια, μια χαρούμενη ανθρωπότητα κάτω από τον ήλιο, μνήμες ενός χιμπατζή που ειρωνικά καθρέφτιζαν όλη την χαμένη παιδική αθωότητα και ψυχή της ανθρωπότητας. Η ανθρωπολόγος σίγουρα καταλάβαινε πως οι μηχανές έπρεπε να καταπολεμηθούν με κάθε μέσο αλλά την ίδια στιγμή… «Δικό σας δημιούργημα είναι και εκείνες» του είχε αντιτάξει με μίσος. Και της την πήρανε την Σίμπα, μετά από είκοσι χρόνια το ζώο φόρεσε ξανά την πορτοκαλί του στολή και μπήκε σε ένα κλουβί που την μετέφερε σε μια κρυφή βάση στην έρημο. Του το είχαν πει, κι όμως ο Ταφτ ένιωσε έκπληξη όταν είδε το παλιό, πειραματικό ΧΗ-20 με την βολίδα προσαρμοσμένη στην κοιλιά του. Πολύ πιθανό να το ξέθαψαν από κάποιο μουσείο, αλλά είχαν κάνει πολλά περισσότερα μαζί του. Η βολίδα ήταν τώρα εξοπλισμένη με βλήματα πυρηνικής ισχύος. Και ενώ η Σίμπα είχε πάνω από 200 ώρες πτήσης με την εν λόγω βολίδα, είχαν εκτελεστεί όλες σε εξομοιωτή. Αυτή η δυνατότητα δεν υπήρχε πλέον. Είχαν μόνο μία προσπάθεια και βασίζονταν εξολοκλήρου στη μνήμη ενός ζώου. Το ΧΗ-20 απογειώθηκε αθέατο, με το Μάτι σε τροχιά στην άλλη άκρη του πλανήτη. Ο Ταφτ θα ανέβαζε το σκάφος στην εσχατιά των ικανοτήτων του, κάπου στα ανώτερα στρώματα της στρατόσφαιρας και εκεί θα απελευθέρωνε το φορτίο του. Είχε διαταγές να επιστρέψει αμέσως στη βάση, η Σίμπα θα αναλάμβανε τα υπόλοιπα πιλοτάροντας την βολίδα. «Πως πάει κοπελιά;» ρώτησε στην οθόνη. Η Σίμπα κούνησε το κεφάλι της στην οθόνη και σήκωσε ενδεικτικά τον αντίχειρα της. Το αεριωθούμενο ταλανιζόταν άγρια τώρα και ήξερε πως έπρεπε να είχε ελευθερώσει την βολίδα πέντε λεπτά πριν. Το Μάτι έκανε την εμφάνιση του στον ορίζοντα και τα όργανα άρχισαν να τον πληροφορούν πως οι μηχανές στην επιφάνεια τον είχαν πλέον εντοπίσει. Μπορούσε και με γυμνό μάτι να δει τις πυγολαμπίδες εκεί κάτω που έρχονταν ήδη για εκείνον. «Πάμε τώρα κορίτσι μου» φώναξε στην ενδοεπικοινωνία. «Τώρα Σίμπα» είπε και πίεσε τον μοχλό. Ένιωσε το τράνταγμα καθώς το σκάφος ελάφρυνε ξαφνικά και είδε την βολίδα να εκτοξεύεται μπροστά του προς την τροχιά της Γης. Ο δορυφόρος είχε την δική του αεράμυνα, θα είχε την ικανότητα να καταρρίψει την βολίδα πολύ πριν φτάσουν τα ρομπότ από την επιφάνεια. Η Σίμπα δεν είχε την ικανότητα να μανουβράρει την βολίδα για να αποφύγει τα χτυπήματα. Αυτό είχε αφεθεί από τους στρατιωτικούς στον Θεό και την τύχη. Ο Ταφτ πάλεψε με τον μοχλό ελέγχου και έμεινε στην πορεία του, ακολουθώντας την βολίδα από τα χαμηλά. Έβλεπε ακόμα την Σίμπα στην οθόνη του. Η πρώτη ένδειξη άναψε στο ταμπλό της βολίδας. «Αφαιρέστε την Ασφάλεια.» Ο σμηναγός είχε πει πως η χιμπατζής θα θυμόταν τις παλιές ασκήσεις στον εξομοιωτή. Ο Ταφτ κράτησε την αναπνοή του. Η Σίμπα άνοιξε το πλαστικό κάλυπτρο και τράβηξε τον κόκκινο κρίκο. Το ταμπλό φωτίστηκε σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο. «Μπράβο κορίτσι μου» της είπε στο μικρόφωνο. Ξανά, η Σίμπα του έδειξε τον αντίχειρα της. «Στοχεύστε στο κέντρο.» Ήταν η δεύτερη ένδειξη στο ταμπλό. Η Σίμπα άρπαξε το joystick και κοίταξε στην οθόνη που είχε μπροστά της. Τα όργανα της βολίδας είχαν ήδη εντοπίσει τον δορυφόρο. Το μόνο που έπρεπε να κάνει η Σίμπα ήταν να φέρει το δικό της Χ πάνω στο Χ που αναβόσβηνε στο κέντρο της οθόνης. Μόλις το κατάφερνε αυτό θα λάβαινε και την τρίτη οδηγία: «Πιέστε τη Λαβή.» Στις εξομοιώσεις, μετά το τέλος κάθε αποστολής, η Σίμπα είχε καταφέρει να προσγειώσει την βολίδα της στην επιφάνεια του πλανήτη άπειρες φορές. Εδώ όμως, στην πραγματικότητα, η έκρηξη μόνο του βλήματος που θα έριχνε μάλλον απέκλειαν κάθε τέτοια πιθανότητα. Το Μάτι είχε αρχίσει ήδη να ρίχνει και τα ιπτάμενα ρομπότ ήταν ήδη πάνω τους. Ο Ταφτ έπρεπε να της δώσει έστω μια ευκαιρία. Κατεβάζοντας τον μοχλό του στο μέγιστο και ρίχνοντας όλη του την προώθηση στις τουρμπίνες του βούτηξε προς τα πάνω, προς τον δορυφόρο. Ήταν θέμα ενός λεπτού, η Σίμπα δεν θα αργούσε να κλειδώσει τον στόχο. Το σχέδιο του Ταφτ λειτούργησε καθώς ο δορυφόρος έστρεψε τα μισά του πυροβόλα στο ΧΗ-20. Η Πουλάσκι στάθηκε στο μικρό ύψωμα μαζί με πολλούς άλλους, το βλέμμα στραμμένο στα ουράνια. Είδαν όλη την τεράστια λάμψη. Η τελική επίθεση της ανθρωπότητας μόλις ξεκινούσε. Όταν άρχισε να βραδιάζει η ανθρωπολόγος έμεινε στην θέση της ακόμα κι όταν όλοι οι άλλοι αποσύρθηκαν πίσω στις σπηλιές τους. Ήταν ακόμα εκεί, όταν είδε και την μικρή, ασημένια κουκκίδα να χαμηλώνει αργά αλλά σταθερά προς το ερημικό εκείνο πλάτωμα. Ήταν μια παιδική ψυχή που επέστρεφε σπίτι. Τέλος Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted June 5, 2007 Share Posted June 5, 2007 Διάβασα μόνο τη διορθωμένη της εκδοχή γιατί νομίζω πως τώρα πια -και μετά το πέρας του διαγωνισμού- δεν έχει νόημα να διαβάσω το άλλο. Αυτό που ήθελες να δώσεις με τούτη την ιστορία βρίσκεται στο διορθωμένο. Δε θέλω να σου πω τα κλασικά "είναι πολύ όμορφη ιστορία", "μου άρεσε πολύ" κτλ αλλά δε μπορώ και να τα αποφύγω. Η ιδέα της αυτοθυσίας του Ταφτ για τη Σίμπα και η δική της αθωότητα (που αν κατάλαβα καλά τους έσωσε τελικά έτσι?) είναι διαχρονική και πάντα ιδιαίτερη. Οι αντιδράσεις της ανθρωπολόγου είναι και δικές μου. Δε μπορώ ούτε να φανταστώ πως μπορείς και βγάζεις κάτι τόσο ολοκληρωμένο θεματικά μέσα σε δύο μόνο ώρες. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
HELLO_DAVE Posted June 23, 2007 Share Posted June 23, 2007 Κι αυτή η σύντομη ιστοριούλα σου, με το ανεπαίσθητο ψήγμα από τους Επικυρίαρχους του Κλάρκ, είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Διαθέτει εσωτερική συνοχή και πειστικότητα. Την ευχαριστήθηκα και τη ζήλεψα. Απόλυτη ΕΦ. Χαίρομαι την άνεσή σου και έχω την ίδια απορία με την Nienor. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted June 23, 2007 Author Share Posted June 23, 2007 Ευχαριστώ αν και δεν μπορώ να ισχυριστώ την άνεση. Θυμάμαι να περνούν αρκετές ιδέες από τον νου μου πριν καταλήξω σε αυτό που έγραψα. Άλογο εκπαιδευμένο ζώο αντιδράει στα ερεθίσματα του θέματος και είτε προκαλεί κάποια καταστροφή ή κάνει κάτι σωτήριο. Μόλις είχα την εικόνα της Σίμπα να πλησιάζει τον δορυφόρο με τις εντολές μπροστά της, το ξεκίνησα έχοντας την ελπίδα να προλάβω όλα τα υπόλοιπα, κυρίως το υπόβαθρο. Ευχαριστώ τις ταινίες Terminator και άλλες πηγές της επιστημονικής φαντασίας που έχουν εδραιώσει στο συνειδητό αναγνωστών και θεατών τον πόλεμο μηχανών εναντίων ανθρώπων. Εκεί δεν χρειαζόταν να διευρύνω την αφήγηση μου. Και πάλι όμως οι δύο ώρες δεν ήταν αρκετές. Γράφοντας αντιλαμβανόμουν πως χρειαζόταν κι άλλο, κι άλλο, κυρίως για το συναίσθημα. Για να λειτουργήσει η ιστορία και να μείνω ευχαριστημένος εγώ, ήθελε την συγκίνηση της. Όσοι μπήκατε στον κόπο να διαβάσατε και τι είχα προλάβει να γράψω μέσα στις δύο ώρες του διαγωνισμού θα είδατε πως λείπουν κομμάτια από τον δεσμό της Σίμπα με την Πουλάσκι, και κάποιες σκέψεις του Ταφτ που φανερώνουν την συνείδηση του. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted February 21, 2010 Share Posted February 21, 2010 Αυτή ήταν μια πάρα πολύ όμορφη ιστορία, Ντίνο. Ιδιαίτερα ευαίσθητη, αλλά με σωστό μέτρο. Είχα χάσει το 3ο ΦΕΦΕ, κι ενώ με διάφορους τρόπους είχαν πέσει στα χέρια μου πολλές από τις ιστορίες που γράφτηκαν εκείνο το ιστορικό δίωρο, ετούτη κάπως μου διέφυγε. Ήταν πραγματικά πολύ συγκινητική και άρτια -ακόμα και η πρώτη της εκδοχή στέκεται καλά- αλλά είναι εντυπωσιακό ότι η βελτιωμένη απλώνει τόσα πολλά στοιχεία μέσα σε τόσο λίγο χώρο: Παρελθόν, παρόν, μέλλον, χρήση των εκπαιδευμένων χιμπατζήδων, τεχνολογία εκτός ελέγχου - ένα σωστό ε.φ. με ουσία όχι μόνο χροιά και όλα αυτά σε τόσο λίγες λέξεις. Και μάλιστα με την αρχική σύλληψη σε τόσο λίγο χρόνο. Καταπληκτικό πραγματικά. Έστω και πολύ καθυστερημένα, ένα μεγάλο μπράβο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.