DinoHajiyorgi Posted July 11, 2007 Share Posted July 11, 2007 1. Ο Μάρκος έφτασε στον σταθμό με την ψυχή στο στόμα. Σταμάτησε και προσπάθησε να ηρεμήσει, έπρεπε να δείχνει ψύχραιμος, ένας με το κοπάδι των μικρών ανθρώπων που τον κύκλωναν. Βαρετές, συμβιβασμένες ζωές βάραιναν τον πεζόδρομο γύρω του. Του πρόσβαλαν τις αισθήσεις αλλά ήταν από καιρό μαθημένος να καλύπτει την αηδία του, την απέχθεια του. Μόλις καταλάγιασε το χτυποκάρδι του κατάφερε και να χαμογελάσει. Γύρισε και κοίταξε πέρα από το Θησείο, η πανσέληνος ήταν χαμηλά πάνω από τον Παρθενώνα. Φαντάστηκε ένα τεράστιο δρεπάνι στην θέση της που θα βουτούσε στη γη σαν εκδικητικό γεράκι σταλμένο από τους θεούς, να πάρει τα κεφάλια τους, να εξαγνίσει τον κόσμο στο αίμα. Αφουγκράστηκε την φασαρία της καλοκαιρινής νύχτας. Θα έπρεπε να είχαν ανακαλύψει ήδη την κοπέλα, την πόρνη, την πουτάνα. Κατέβηκε αργά τα σκαλοπάτια στην αποβάθρα και πήρε τον συρμό που κατέφτανε εκείνη την στιγμή. Δεν είχε πολύ κόσμο, κυρίως ρεμάλια με προορισμό την Ομόνοια. Δεν κάθισε, στάθηκε όρθιος δίπλα στις πόρτες. Θα κατέβαινε στο Μοναστηράκι, έναν σταθμό πιο κάτω. Έβαλε το χέρι του στη τσέπη, άγγιξε την λεπίδα. Το μέταλλο δεν ήταν κρύο αλλά ζεστό, ήταν ζεστό ακόμα. Ένιωσε να υγραίνονται οι άκρες των δαχτύλων του. Κοίταξε γύρω του και βεβαιώθηκε πως δεν τον έβλεπε κανείς. Έβγαλε το χέρι του και το κοίταξε. Το αίμα της πόρνης ήταν μαύρο πάνω στα νύχια του. Μια μεθυστική ευφορία είχε αρχίσει να τον κατακλύζει. Είχε ξεφύγει. Κάποιος εκεί πάνω πρέπει να τον πρόσεχε, ανώτερες δυνάμεις επικροτούσαν το έργο του. Μήπως είχε διαλέξει τον στόχο του από μόνος του? Η φωνή, η φωνή μέσα, ήξερε από πάντα πως δεν ήταν η δική του. Την είχε ακολουθήσει σε δύο μπαράκια και δύο κλαμπ. Την πλαισίωναν τρεις φίλες αλλά ήταν φανερό πως εκείνη έσερνε τον χορό, οι άλλες ήταν απλές αυλικές της. Ήταν η πιο προκλητικά ντυμένη και επεδείκνυε την πιο προκλητική συμπεριφορά. Συνάντησαν μια παρέα από πέντε τύπους. Από τον εναγκαλισμό και το φιλί νόμισε πως ο ξανθός ήταν το αγόρι της. Αλλά σύντομα η τολμηρή σωματική επαφή μοιράστηκε και στους υπόλοιπους. Όλοι οι άντρες έμοιαζαν να της ανήκουν. Στην μπαρότσαρκα που ακολούθησε σκόρπισε υγρά χαμόγελα και φιλιά στον αέρα σχεδόν με όλους, άτομα που συνάντησε για πρώτη φορά. Κάποια στιγμή την πλησίασε δειλά ένας νεαρός και κάτι της ψέλλισε με λειψό θάρρος. Μυρίστηκε την ντροπή του και ανεβάζοντας το μπλουζάκι της του αποκάλυψε το αριστερό της στήθος. Ο κόσμος άρχισε να σφυρίζει και να χειροκροτεί, οι άλλες χασκογελούσαν σε βάρος του νεαρού που οπισθοχώρησε παραπατώντας, κατακόκκινος στο πρόσωπο. Σε αυτό το σημείο ο Μάρκος όπλισε την αποφασιστικότητα του, η ζυγαριά έκλινε πάνω από το κεφάλι της βασίλισσας τους. Στο τελευταίο κλαμπ φίλησε τον μπάρμαν στο στόμα όταν τους κέρασε σφινάκια. Οι γονείς της δεν γνώριζαν, δεν μπορεί να γνώριζαν. Πολύ πιθανό να την πίστευαν αγνή, μια παρθένα. Θα τους ξυπνούσε όμως, θα τους ξυπνούσε άγαρμπα όπως τους άξιζε. Την ακολούθησε στις τουαλέτες. Είχε σταθεί να χρησιμοποιήσει το καρτοτηλέφωνο στην βάση της σκάλας. Για ένα λεπτό δεν υπήρχε άλλος εκτός από τους δυο τους στον διάδρομο. Δεν χρειαζόταν άλλη ευκαιρία. Έσυρε το παλιό ξυράφι του πατέρα του, την άρπαξε ξαφνικά από τον κότσο και της έκοψε την καρωτίδα με μια χαρακιά. Δεν πρόλαβε καν να ψελλίσει ένα επιφώνημα. Το ατσάλι χώρισε τον λάρυγγα αβίαστα και η καρδιά της εκτόξευσε κόκκινο αίμα από το κόψιμο. Ο φριχτός πίδακας χτύπησε το ακουστικό της συσκευής ρίχνοντας το από το στήριγμα του. Η κοπέλα σωριάστηκε κάτω σφαδάζοντας, προσπαθώντας ασυναίσθητα να κλείσει την πληγή με τα χέρια της. Τα χείλη της ανοιγόκλειναν σαν να ήθελε να πει κάτι. Κάθισε για λίγο να την κοιτάζει, να απολαμβάνει την τιμωρία της. Μετά άκουσε το καζανάκι στις τουαλέτες, κάποιος θα ερχόταν σύντομα. Με σταθερό βήμα βγήκε από το κλαμπ και πήρε το πλακόστρωτο ανάμεσα στον κόσμο. Ξαφνικά τον κατέβαλε πανικός και άρχισε να τρέχει. Κατέβηκε στο Μοναστηράκι και πήρε τις κυλιόμενες για το Μετρό. Θα αποβιβαζόταν στους Αμπελόκηπους και από εκεί θα περπατούσε ως το σπίτι. Ήταν κουρασμένος, είχε ανάγκη να κοιμηθεί. Αύριο το μεσημέρι μόλις ξυπνούσε θα αγόραζε τις εφημερίδες να διαβάσει για το έργο του. Η αφετηρία είχε δυστυχώς αρκετό κόσμο. Ήξερε πως το τρένο θα γέμιζε από μεγαλύτερο τσούρμο στον αμέσως επόμενο σταθμό. Είχε αρκετά διαθέσιμα καθίσματα αλλά επέλεξε ξανά να σταθεί όρθιος δίπλα στις πόρτες. Ο συρμός εκτοξεύθηκε κάτω από την Αρχιεπισκοπή προς το Σύνταγμα. Έκλεισε τα μάτια του και έπαιξε στο μυαλό του το μοντάζ του τελευταίου μήνα. Έξι πόρνες είχαν βρει στα χέρια του την τιμωρία που τους άξιζε. Κάποια στιγμή η αστυνομία θα συσχέτιζε τους θανάτους και το μήνυμα του θα διαπερνούσε την βρωμερή τους ανηθικότητα. Θα συνετίζονταν, θα μαζεύονταν σπίτια τους και θα μάθαιναν…θα μάθαιναν. Αναρωτήθηκε κάποια στιγμή αν είχαν περάσει τον σταθμό του Συντάγματος και του είχε διαφύγει όπως ήταν χαμένος να ονειροπολεί. Κοίταξε τους άλλους και είδε πως ήταν οι ίδιοι και οι αυτοί που είχαν ανεβεί μαζί του. Την ίδια στιγμή ένας ηλικιωμένος σηκώθηκε όρθιος και ύψωσε την φωνή του. «Που είναι ο σταθμός ρε παιδιά? Τον περάσαμε? Δεν φτάσαμε ακόμα?» Ένας άντρας παραπέρα κοίταξε το ρολόι του. «Πάμε τρία ολόκληρα λεπτά τώρα. Σταθμό δεν είδαμε. Δεν το καταλάβατε?» «Περάσαμε το Σύνταγμα χωρίς να σταθούμε? Δεν είδα τον σταθμό» φώναξε μια γυναίκα. Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Αφουγκράστηκαν σαν να περίμεναν να τους έρθει από κάπου μια απάντηση. Αφουγκράστηκε και ο Μάρκος μαζί τους. Το ένιωθε όπως το ένιωθαν και όλοι οι άλλοι, το τρένο έτρεχε με σπουδαία ταχύτητα, θα πρέπει εκεί έξω να επικρατούσε κάποια συσκότιση και με αυτόν τον ρυθμό θα έπρεπε να βρίσκονται ήδη στους Αμπελόκηπους. «Που είναι ο σταθμός…» ψέλλισε κάποιος. Είχε αρχίσει να σιγοβράζει ένας πανικός ανάμεσα τους. Ο Μάρκος μειδίασε. Είχε κάθε λόγο να ανησυχεί και ο ίδιος αλλά οι τρομαγμένες τους εκφράσεις του φάνταζαν κωμικές. Κάποιος σηκώθηκε και άνοιξε ένα παράθυρο. Μια τρομαχτική, απίστευτη μπόχα εισέβαλλε στο βαγόνι. Κάλυψαν όλοι μύτη και στόμα, άρχισαν να βήχουν και να φτύνουν. «Για τον Θεό σου κλείσ’το! Θα ψοφήσουμε!» του φώναξαν. Η φριχτή μυρωδιά έσβησε το χαμόγελο από τα χείλη του Μάρκου. Ένα καμπανάκι άρχισε να χτυπάει μέσα στο κεφάλι του. Ένιωθε βαθιά περιφρόνηση για όλους εκεί μέσα, μισούσε αυτή την αδύναμη θέση στην οποία είχε βρεθεί, έγκλειστος με τα ερίφια. Έσπασε με την γροθιά του το πλαστικό κάλυμμα του φρένου έκτακτης ανάγκης και τράβηξε τον μοχλό. Δεν έγινε τίποτα. Το τρένο συνέχισε απτόητο στην ίδια ταχύτητα. «Τι στο διάολο…» γρύλισε μέσα από τα δόντια του. Άρχισε να βαράει την πόρτα λυσσασμένα. Προσπαθούσε να διαπεράσει με τα χέρια του το καουτσούκ ανάμεσα στις συρόμενες πόρτες. Οι άλλοι τον κοίταζαν ανήμποροι, τρομαγμένοι. Ένας νεαρός πετάχτηκε και του φώναξε. «Μη! Μην ανοίξεις!» Γύρισε έξαλλος να αντικρίσει αυτόν που είχε τολμήσει να του απευθυνθεί όταν έσβησαν όλα τα φώτα. Μια παρέα από κοπέλες άρχισαν να τσιρίζουν. Αμέσως ακολούθησε ένα υπόκωφο βογκητό. Το τρένο άρχισε να φρενάρει. Αυτό τους έκλεψε την μιλιά. Οι τροχοί άρχισαν να στριγκλίζουν. Ένας έχασε την ισορροπία του και έπεσε κάτω. Ο συρμός δεν φρέναρε τελείως. Συνέχισε τώρα αργά και σταθερά μέσα στο σκοτάδι. Οι συνδέσεις στις ράγες έστελναν έναν υπνωτικό μεταλλικό ήχο μέσα στο βαγόνι, σαν το χτυποκάρδι ενός μελλοθάνατου. Ένα αχνό, γαλάζιο φως άγγιξε τα παράθυρα στα δεξιά του βαγονιού. Έβγαλε τα τρομαγμένα τους πανιασμένα χαρακτηριστικά μέσα από την απύθμενη σκιά του υποκόσμου. Οι περισσότεροι είχαν μαζευτεί μεταξύ τους. Φοβόντουσαν να κάνουν και τον παραμικρό ήχο. Ο Μάρκος έμεινε στην δική του άκρη, μόνος όπως γούσταρε. Τα τζάμια είχαν μουσκευτεί από υγρασία. Πλησίασαν δειλά στα παράθυρα και κοίταξαν έξω. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν, ο εγκέφαλος τους αρνιόταν να το δεχτεί. Ο…χρόνος…έμοιαζε…να…σταματάει… 2. Ο συρμός έχει αρχίσει να χάνει φόρα μέσα σε ένα τεράστιο υπόστεγο. Είναι ένα σφαγείο. Λουσμένο σε ένα απόκοσμο και παγερό φως. Μια δύσοσμη άχνα αιωρείται πυκνή στο σκηνικό. Αίμα και εντόσθια καλύπτουν το νωπό πάτωμα. Ανθρώπινα σώματα κρέμονται από γάντζους, κομμάτια τους σκορπισμένα σε ατελείωτους πάγκους τεμαχίσματος που γεμίζουν το μήκος και το πλάτος του χώρου. Και μετά…εκείνοι. Οι χασάπηδες. Όντα μιας άλλης, διεστραμμένης διάστασης. Αφύσικα πρησμένα σώματα, αποκρουστικά, άτριχα κεφάλια. Τα χαρακτηριστικά τους παραμορφωμένα και ραμμένα με σύρμα. Μύτες, αφτιά κομμένα, μάτια νεκρά, χαμένα μέσα στο άχρωμο, γλοιώδης δέρμα τους. Μαύρες γυαλιστερές μπροστέλες καλύπτουν το σώμα τους από τον λαιμό και κάτω, μεγάλα κοφτερά μαχαίρια αστράφτουν στα χέρια τους. Τα ακονίζουν συνέχεια σαν έντομα που πλένουν τα πόδια τους. Είναι πολυάσχολοι στα πόστα τους. Τα βήματα τους σπρώχνουν χυμένα εντόσθια, μαύρες λεπίδες σχίζουν αχνιστές σάρκες, μπαλτάδες κόβουν κρέας και κόκαλο, φρέσκα, ζεστά άντερα ξεδιπλώνονται βίαια έξω από κοφτές τομές, το αίμα ρέει ποτάμι, πιτσιλάει στα ποδάρια των πάγκων. Καρφώνουν χέρια, πόδια, ωμοπλάτες και κεφάλια στους γάντζους. Και τώρα, η προσοχή τους στρέφεται στο τρένο. Ο Μάρκος βρίσκει αφύσικη την καθυστέρηση με την οποία αρχίζουν οι συνεπιβάτες του να ουρλιάζουν. Τα πάντα είναι τόσο απλά και ξεκάθαρα. «Η κόλαση…Το συμπόσιο του κάτω κόσμου…» μουρμουράει στον εαυτό του. Ο ηλικιωμένος άντρας αρπάζει το στήθος του και παίρνοντας έναν επίπονο μορφασμό σωριάζεται στον διάδρομο. Μένει εκεί να σφαδάζει μόνος και αβοήθητος. Δύο κοπέλες λιποθυμούν. Οι υπόλοιποι πετάγονται στα παράθυρα της αντίθετης πλευράς, τα ανοίγουν για να διαφύγουν από εκεί αλλά συναντούν γυμνό, μαύρο τοίχο να τους κόβει τον δρόμο. Δεν υπάρχει ούτε χώρος για να κρεμαστούν απ’έξω. Κλαίνε σαν τους ηλίθιους, ξύνουν και βαρούν την πέτρα αδίκως. Οι εφιαλτικές σιλουέτες πλησιάζουν τα παράθυρα, στέλνουν τις σκιές τους μέσα στο βαγόνι. Σκύβουν κοντά στο τζάμι για να δουν μέσα. Ο Μάρκος νιώθει παγωνιά να αγκαλιάζει την ραχοκοκαλιά του, οπισθοχωρεί σε μια γωνία και χώνει τα χέρια του στις τσέπες. Όλοι ουρλιάζουν, στριγκλίζουν σαν γουρούνια. Οι δυνάστες δεν έχουν σκοπό να παίξουν με τον τρόμο τους. Οι συρόμενες πόρτες ανοίγουν αμέσως και εκείνοι μπαίνουν μέσα. Αρχίζουν να τους διαλέγουν. Τους τραβούν έξω. Κάθε βίαιη αντίσταση είναι μάταιη. Ο κάθε χασάπης διαθέτει απόκοσμα κτηνώδη δύναμη. Άντρες και γυναίκες κλαίνε, φωνάζουν, χτυπούν σπασμωδικά με τα χέρια και κλοτσούν τον αέρα σαν ανυπάκουα παιδιά. Η μυρωδιά ούρων και κοπράνων σημαδεύει τον τρόμο τους. Η ίδια σκηνή παίζει σε όλο το τρένο, σε όλα τα βαγόνια. Η πρώτη επιλογή τελειώνει, οι χασάπηδες βγαίνουν έξω, οι πόρτες κλείνουν. Όσοι απέμειναν συνεχίζουν να κλαίνε, να φωνασκούν ασυναρτησίες, να ξερνούν, να γονατίζουν και να προσεύχονται. Ο Μάρκος ακολουθεί με την πλάτη του την γωνία και βρίσκεται καθισμένος στο πάτωμα. Στο χέρι του κρατάει σφιχτά την λεπίδα του κουρέα πατέρα του. Την ξεδιπλώνει και κολλάει τα χείλη του πάνω της. Αυτή τη φορά η λάμα είναι κρύα. «Θα σταθώ σωστός στις πύλες του Άδη, θα αντικρίσω τον χλωμό καβαλάρη, θα κρύψω τον φόβο από το βλέμμα του Κέρβερου…» Οι πόρτες ξανανοίγουν. Η διαλογή συνεχίζεται. Ο Μάρκος θέλει να βουλιάξει βαθύτερα στις σκιές αλλά είναι ήδη εκεί. Κλείνει τα αφτιά του γιατί δεν μπορεί να ακούει άλλο. Κλείνει τα μάτια του και περιμένει. Οι πόρτες κλείνουν και επικρατεί ησυχία. Ανοίγει τα μάτια του και διαπιστώνει πως είναι μόνος του στο βαγόνι. Δεν ξέρει τι να σκεφτεί όταν ξαφνικά το τρένο αρχίζει να κινείται ξανά. Σιγογελάει σαν να έχασε τα λογικά του. «Με ξέχασαν…με ξέχασαν…Όχι, δεν με είδαν…Δεν το πιστεύω…δεν το πιστεύω…» Ο συρμός αφήνει την αρρωστημένη ανταύγεια πίσω του και μπαίνει πάλι στο απόλυτο σκοτάδι. Βουβαίνεται τρομαγμένος και περιμένει, περιμένει, με το ξυράφι σφιχτά στην παλάμη του. Το τρένο φρενάρει ξανά, το γαλάζιο φως επιστρέφει. Οι πόρτες ανοίγουν. Δύο από εκείνους μπαίνουν μέσα και τον κοιτούν. Πετάγεται όρθιος με τα μηνίγγια του έτοιμα να εκραγούν. Τους προτείνει την λεπίδα και τους φτύνει αφρούς. «Εγώ θα σταθώ σωστός! Μ’ακούτε?! Ξέρω τι θέλετε! Ξέρω τι θέλετε από μένα! Νομίζεται πως δεν καταλαβαίνω?! Ξέρω!» Αρχίζει να κλαίει, νιώθει τόσο ανήμπορος μπροστά τους. Ανοίγει την χούφτα του και αφήνει το ξυράφι να αναπηδήσει στο πάτωμα. Εκείνοι απλά τον κοιτάζουν, δεν κάνουν καμία κίνηση προς το μέρος του. Είναι αυτός που προχωράει σαν δαρμένος προς αυτούς. Δάκρυα βρέχουν τα μάγουλα του. Κάνουν στην άκρη για να περάσει. Τον αφήνουν να βγει πρώτος έξω. Δεν είναι το σφαγείο εδώ. Κάτω από ένα δυνατό λευκό φως, στη μέση του μαύρου πουθενά, υπάρχει ένα χειρουργικό τραπέζι. Πέντε τον περιμένουν εκεί. Είναι τελείως άβουλος. Σε λίγο θα είναι ξαπλωμένος εκεί, τα άκρα του ακινητοποιημένα με λουριά, με το φως να καίει στα μάτια του. Θα αρχίσουν να κόβουν το δέρμα του και να τραβούν τις πέτσες του χωρίς αναισθητικό, θα τον κόψουν και θα τον ράψουν με σκληρό σύρμα, θα χύσει το καυτό του αίμα πάνω στο μεταλλικό κρεβάτι. Και θα ουρλιάζει, θα ουρλιάζει όπως δεν ούρλιαξε ποτέ πριν στη ζωή του. Η μυρωδιά είναι απολαυστική. Κάθε τομή την απελευθερώνει πηχτή και γλυκιά μέσα στα ρουθούνια του, την κατεβάζει στο στόμα του και γεμίζει χορταστικά τα χείλη του. Κάνει κάθε στιγμή του μαρτυρίου του να αξίζει τον κόπο. Το δέρμα του είναι μια διαρκής φλεγμονή. Βουτάει τα πρησμένα του δάχτυλα μέσα στα εντόσθια, μέσα στο αίμα και νιώθει να συσπάται το είναι του σεξουαλικά. Το χοντρό σύρμα αγκαλιάζει και σχίζει την στύση του. Ακονίζει τα μαχαίρια του, ο ήχος της λεπίδας είναι τόσο ηδονικός. Ακούει την άφιξη του τρένου πίσω του. Αφήνει τον πάγκο του και πλησιάζει την άκρη της αποβάθρας. Τρομαγμένα βλέμματα τον αντιλαμβάνονται πίσω από τα τζάμια και ουρλιάζουν. Δεν χρειάζεται να χαμογελάσει. Τσιγκέλια έχουν τα χείλη του μόνιμα τραβηγμένα, βλέπουν ξεκάθαρα τα δόντια του. Ακονίζει τα μαχαίρια του μπροστά τους, τους κάνει να ουρλιάζουν περισσότερο. «Οι θεοί του Ερέβους πεινούν, η συγκομιδή για άλλη μια φορά θα είναι εκλεκτή» λέει στον εαυτό του. Τα σφαχτά ουρλιάζουν. Τέλος Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
darky Posted July 11, 2007 Share Posted July 11, 2007 (edited) Χεχε, ωραία φριχτό. Και τώρα το σποϊλέρια : Έχει περιθώρια βελτίωσης στην αντίδραση των επιβατών. Π.χ. ένας θερμοκέφαλος νεαρός που κάνει το μάγκα. Χραπ. "Οι δυνάστες δεν έχουν σκοπό να παίξουν με τον τρόμο τους". Γιατί όχι; επίσης κάποια γριά να προσεύχεται στο θεό και να σταυροκοπιέται. Μια μάνα να βάζει εμπόδιο το σώμα της για να προστατέψει τα παιδιά της, ένας κουστουμαρισμένος τύπος να βγάζει λεφτά από το πορτοφόλι του, το κινητό, το ακριβό του ρολόι... λίγο βρισίδι, κανάς μαφιόζος να βγάζει στιλέτο ή πιστόλι κτλ(κάτι που να κολάει με την αηδία του πρωταγωνιστή για το κοπάδι) ή τέλοσπάντων παίζει να μη σ'αρέσει κάτι από αυτά, αλλά μάλλον αυτή η σκηνή έχει πολύ ψωμί(από την αρχή που μπαίνουν στη ζώνη του λυκόφωτος μέχρι και που κλείνουν οι πόρτες και που μένει μόνος ο Μάρκος -αλλά κατ' ουσίαν edit:Γιάννης) Αυτά ελπίζω να μη σε κούρασα. πολύ καλή ιστορία. Edited July 11, 2007 by darky Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Faia de Wolf Posted August 10, 2007 Share Posted August 10, 2007 Να ζητήσω μια διευκρίνηση για τον τίτλο: γιατί της Ασγκαρθ; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted August 10, 2007 Author Share Posted August 10, 2007 Να ζητήσω μια διευκρίνηση για τον τίτλο: γιατί της Ασγκαρθ; Ήθελα ένα όνομα που να ακούγεται Λαβκραφτικό, προς την μυθολογία του Κθούλου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Faia de Wolf Posted August 10, 2007 Share Posted August 10, 2007 Απλά, πρόσφατα ξεφύλλιζα μια παγκόσμια μυθολογία και έπεσα πάνω στο όνομα. Το ότι η Άσγκαρθ θεωρείτο παράδεισος από τους βόρειους λαούς μου κίνησε το ενδιαφέρον να διαβάσω (αφού το μετέφρασα αυτομάτως ως τα σφαγεία του παραδείσου) και με αυτό κατά νου βρήκα την ιστορία ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα. Κατά τα άλλα, το όλο κλίμα μου θύμισε περισσότερο Κλάιβ Μπάρκερ (εμένα προσωπικά). Δεν παύει βέβαια να είναι ένα πολύ καλό, προσεγμένο κείμενο, το οποίο μου άρεσε ακριβώς όπως είναι. Ε, να μην ξεχάσω, ευχαριστώ για την διευκρίνηση! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
month Posted August 10, 2007 Share Posted August 10, 2007 Βασικά ήταν η Ασγκαρντ, το μέρος που ζούσανε οι Νορβηγοί Θεοί. Ο παράδεισός τους ήταν η Βαλχάλα. Όσο για την ιστορία, το μόνο που έχω να πώ είναι μπλιεχ! Ο τύπος είναι αρωστημένος! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Faia de Wolf Posted August 11, 2007 Share Posted August 11, 2007 Βασικά ήταν η Ασγκαρντ, το μέρος που ζούσανε οι Νορβηγοί Θεοί. Ο παράδεισός τους ήταν η Βαλχάλα. Ναι, τέλος πάντων, ήταν ένα από τους 9 κοσμους τους... Πάντως, καταλάβατε τί θέλω να πω... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted August 22, 2007 Share Posted August 22, 2007 Τώρα να κάνω την κακιά; Την ιστορία τη διάβασα πρώτη φορα στο περιοδικό που την είχες εκδόσει, δε θυμάμαι τώρα ποιο και μου είχε φανεί έξυπνη και φρικτή και αιματηρή κατά τα γούστα μου (κι ίσως και πέρα από αυτά). Λίγο καιρό αργότερα όμως διάβασα μια παρόμοια ιστορία στα Βιβλία του Αίματος του Κλάιβ Μπάρκερ. Λεγόταν η Κρεωφόρος του Μεσονυχτίου. Δε λέω ότι αντέγραψες, γιατί αμφιβάλω ότι έχεις διαβάσει το εν λόγω βιβλίο, αλλά μου έκανε εντύπωση. Βέβαια κι εγώ η ίδια έχω κατεβασει ιδέες και έχω γράψει κείμενα που θυμίζουν ιστορίες γνωστών συγγραφέων. Και τολμώ να πω ότι η δική σου με τρόμαξε περισσότερο, γιατί είναι τοποθετημένη δίπλα μου, κάτω από τα πόδια μου κι όχι σε μια μακρυνή και δεν ξέρω γω τι Νέα Υόρκη. Απλά μοιάζουν στην ιδέα. Μην το πάρεις για μομφή, απλά ήθελα να το βγάλω από μέσα μου τόσον καιρό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted August 22, 2007 Author Share Posted August 22, 2007 (edited) Σε ευχαριστώ για την επισήμανση Ευθυμία, χαίρομαι που το έφερες στην προσοχή μου πριν το κάνει κάποιος άλλος. Ήταν ένα σοκ για μένα. Τα έχω τα Books of Blood στα αγγλικά, τα έχω διαβάσει δύο φορές και την εν λόγω ιστορία δεν την θυμόμουν καθόλου. Πάντοτε ήμουν σίγουρος πως η έμπνευση για τα «Σφαγεία» ήταν αλλού. Μια ιστορία που είχα διαβάσει στο κόμικ Creepy χρόνια πριν, όπου εκεί υπήρχε ένα τέρας που μεταμορφωνόταν σε συρμό του μετρό και οι επιβάτες ανακάλυπταν πως ήταν ήδη στο στομάχι του κτήνους, και άλλη πηγή έμπνευσης ο παράλληλος κόσμος του Hellraiser. Διάβασα την ιστορία στα γρήγορα (The Midnight Meat Train) και δεν μπορούσα να θυμηθώ αν την θυμόμουν όταν είχα πρωτογράψει το δικό μου σαν σενάριο το 1990. Το θέμα είναι πως δεν το κάνω ποτέ αυτό. Δε λέω ποτέ «θα χρησιμοποιήσω αυτό σαν έμπνευση», «θα το προσαρμόσω αλλιώς», «θα κάνω μια παραλλαγή του» κλπ. Από εγωισμό χτυπιέμαι μέχρι να έχω μια ιδέα που στέκεται όσο το δυνατό μόνη της. Κοιτάζοντας τώρα το διήγημα του Barker μου σηκώθηκε η τρίχα. Αν το θυμόμουν δεν θα το είχα γράψει. Αν το θυμόμουν αφού το είχα γράψει δεν θα το είχα δείξει σε κανέναν. Εδώ είναι η παραδοχή μου. Τώρα με συγχωρείτε, δεν νιώθω και πολύ okay. Edited August 22, 2007 by DinoHajiyorgi Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted August 22, 2007 Share Posted August 22, 2007 Ε, εντάξει δεν είναι και προς θάνατο. Πολλοί έχουμε εμπνεύσεις που μετά τις διαβάζουμε γραμμένες από άλλους. Αυτό είναι το μυστήριο με την έμπνευση, πολλές φορές είσαι συγκινονούν δοχείο με κάποιον μίλια και χρόνια μακρυά σου. Κακώς το έγραψα δημόσια μου φαίνεται. Έπρεπε να στο πω σε pm. Το λάθος είναι δικό μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Namris Posted August 22, 2007 Share Posted August 22, 2007 Κοιτάζοντας τώρα το διήγημα του Barker μου σηκώθηκε η τρίχα. Αν το θυμόμουν δεν θα το είχα γράψει. Αν το θυμόμουν αφού το είχα γράψει δεν θα το είχα δείξει σε κανέναν. Αυτό αποτελεί μόνιμη προσωπική μου φοβεία. Ότι αυτό που γράφω μπορεί να το έχει γράψει ήδη κάποιος άλλος και μετά να μου ζητάει τα ρέστα. Άσε πόσες φορές έχω διαβάσει σε διάφορα μυθιστορήματα ιδέες που ήδη βρίσκονται σε δικά μου χειρόγραφα, και αναγκάζομαι να αλλάξω ένα σκασμό κείμενα. Αν και δεν είμαι κακός άνθρωπος, μου δημιουργείται η όρεξη να στείλω στον συγγραφέα τον κύβο από το Hellraiser σε συσκευασία δώρου, έτοιμο να ανοίξει με ένα απλό άγγιγμα. Και πρώτος στην λίστα μου είναι ο Masterson και τα καρφιά του. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted August 22, 2007 Share Posted August 22, 2007 Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει και δυστυχώς (χμμμ... δεν είμαι σίγουρη για αυτό το "δυστυχώς") δε μπορεί να το αποφύγει κανείς μας. Ανάμεσα στα βιώματά μας βρίσκεται και κάθε τι που έχουμε διαβάσει και με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που εμφανίζεται μέσα σε μια ιστορία γράφοντάς την, μια σκέψη μας ή ένα συναίσθημα που δε θυμόμαστε ακριβώς που το ζήσαμε και πότε, έτσι πολύ εύκολα εμφανίζεται και μέρος μιας πλοκής. Νομίζω πως είναι κάτι που είναι αδύνατο να αποφευχθεί και για αυτόν ακριβώς το λόγο είναι καλό κάποιος άλλος να μας το πει για να το δούμε και οι ίδιοι όταν δεν καταφέρουμε να το θυμηθούμε μόνοι μας. Λέω πάνω πως δεν είμαι σίγουρη για το "δυστυχώς" γιατί γενικά έτσι δουλεύει το όλο θέμα. Πιστεύω πως πολλές φορές μέσα από τέτοιου τύπου διαδικασίες τα είδη εξελίσσονται, προχωρούν οι πλοκές και τα στυλ αλλάζουν. Το ίδιο πράγμα γίνεται και με τη μουσική και με τη ζωγραφική και με όλα τα είδη της τέχνης. Το λοιπόν, το παίρνω πίσω το "δυστυχώς", ευτυχώς που δε μπορούμε να το αποφύγουμε και που δε μπόρεσαν κι όλοι εκείνοι οι μεγάλοι πριν από μας και η τέχνη δεν παρέμεινε στάσιμη. ;) Καθόλου για στεναχώριες δεν είναι. Είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο απλά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
odesseo Posted August 22, 2007 Share Posted August 22, 2007 Το λοιπόν, το παίρνω πίσω το "δυστυχώς", ευτυχώς που δε μπορούμε να το αποφύγουμε και που δε μπόρεσαν κι όλοι εκείνοι οι μεγάλοι πριν από μας και η τέχνη δεν παρέμεινε στάσιμη. ;) Καθόλου για στεναχώριες δεν είναι. Είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο απλά. Και πόσο ευχάριστο είναι κι εκείνο το συναίσθημα που νιώθεις, όταν σε έναν συγγραφέα που εκτιμάς ή σε ένα κείμενο που σε συναρπάζει ξαφνικά αναγνωρίζεις μια δική σου ιδέα... Είναι σαν να σου λέει το βιβλίο σε εκείνο το σημείο "Αν σου είναι γνώριμο αυτό που μόλις διάβασες, είσαι σε καλό δρόμο!" Φυσιολογικό, Nienor; Λίγα λες! Είναι σκέτη αποκάλυψη και απόλαυση να διαπιστώνεις ότι, αν και αμέτρητα μίλια και χρόνια μακριά από έναν άλλο νου, έχεις βρεθεί στα ίδια μέρη που σε πάει κι αυτός. Αυτομαστιγώσου, λοιπόν, Ντίνο, αν θέλεις. Δεν θα μπορείς να το αποφύγεις όμως: όσο ο νους σου προχωρά πιο μακριά, τόσο θα έρχεσαι πιο κοντά σε κόσμους σαν αυτούς που λάτρεψες διαβάζοντας αγαπημένους σου συγγραφείς. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted August 22, 2007 Author Share Posted August 22, 2007 Όπως εξήγησα και στην naroualis σε pm, όταν σκέφτομαι μια ιδέα, οι αναφορές μου για να αποφεύγω όσο μπορώ ομοιότητες από αλλού είναι από κινηματογράφο και τηλεόραση. Δεν διαβάζω πολύ. Αυτό εδώ ήταν η καλύτερη περίπτωση. Το είχα διαβάσει. Το είχα ξεχάσει. Μου βγήκε υποσυνείδητα και τώρα μπόρεσα τουλάχιστον να απολογηθώ. Ο αληθινός εφιάλτης μου είναι να γράψω κάτι "ορίτζιναλ" που να υπάρχει σε βιβλίο που δεν έχω διαβάσει και να το ξέρουν ένα σωρό άλλοι. Εκείνο είναι πλήγμα στον εγωισμό μου (που δεν υπάρχει τελικά παρθενογέννηση) και άντε να πείθω τον κόσμο πως δεν το έκλεψα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest Dune Posted August 22, 2007 Share Posted August 22, 2007 ..... Τσιγκέλια έχουν τα χείλη του μόνιμα τραβηγμένα, βλέπουν ξεκάθαρα τα δόντια του. Ακονίζει τα μαχαίρια του μπροστά τους, τους κάνει να ουρλιάζουν περισσότερο. «Οι θεοί του Ερέβους πεινούν, η συγκομιδή για άλλη μια φορά θα είναι εκλεκτή» λέει στον εαυτό του. Τα σφαχτά ουρλιάζουν.Τέλος Πολλές φορές (αν όχι όλες) διαβάζοντας τα κείμενα σου είχα εξ αρχής αυτήν την απροσδιοριστη αίσθηση κούρασης. Σήμερα αποφάσισα να διακρίνω τι είναι αυτό που μου προκαλεί αοράτως το σύμπτωμα και στο γράφω. Είναι η ασυνέπειες. Διαρκείς ασυνέπειες, κενά, απροσδιοριστίες. Σαν οι διάφορες εκφράσεις και στιγμιότυπα να έχουν επιλεγεί με μόνο γνώμονα το πόσο εντυπωσιακές είναι και αδιαφορώντας για την σύνδεση μεταξύ τους στην συνέχεια. Αποτέλεσμα το μυαλο από την μία έκφραση να πετάει στο ένα συμπέρασμα ή εικονα όταν στην επόμενη κιόλας πρόταση ή και μέσα στην ίδια ακόμη οδηγείται σε άλλη εικονα. Αυτό τελικά εξαντλεί εξ αρχής στο γραπτό σου. Αναλυτικότερα. Ο Μάρκος έφτασε στον σταθμό με την ψυχή στο στόμα. Σταμάτησε και προσπάθησε να ηρεμήσει, έπρεπε να δείχνει ψύχραιμος, ένας με το κοπάδι των μικρών ανθρώπων που τον κύκλωναν. Αφου οι άλλοι είναι μικροί αυτός γιατί τα έχει κάνει πάνω του; Βαρετές, συμβιβασμένες ζωές βάραιναν τον πεζόδρομο γύρω του. Του πρόσβαλαν τις αισθήσεις αλλά ήταν από καιρό μαθημένος να καλύπτει την αηδία του, την απέχθεια του. Αρα κι αυτος συμβιβασμένος ήταν αφού υποκρινόταν. Τότε γιατί τον αηδίαζαν; Οξύμωρο σχήμα Θα έπρεπε να είχαν ανακαλύψει ήδη την κοπέλα, την πόρνη, την πουτάνα. Αυτός δεν την βλέπει σαν κοπέλα, αλλά σαν πουτάνα. Ούτε σαν πόρνη. Δεν έχει τον παραμικρό σεβασμο για κείνη. Η εξομοίωση και σύνδεση μεταξύ των τριών διαφορετικών γυναικείων προφιλ φαίνεται σαν προσωπική γνώμη. Δεν είχε πολύ κόσμο, κυρίως ρεμάλια με προορισμό την Ομόνοια. Αφ'υψηλού δήλωση ενώ ο ίδιος δεν έχει αναπτύξει κάποιο ιδεώδες ανωτερότητας. Φαίνεται σαν προσωπική άποψη πάλι. Έβαλε το χέρι του στη τσέπη, άγγιξε την λεπίδα. Το μέταλλο δεν ήταν κρύο αλλά ζεστό, ήταν ζεστό ακόμα. Ένιωσε να υγραίνονται οι άκρες των δαχτύλων του. Κοίταξε γύρω του και βεβαιώθηκε πως δεν τον έβλεπε κανείς. Έβγαλε το χέρι του και το κοίταξε. Το αίμα της πόρνης ήταν μαύρο πάνω στα νύχια του. Πώς δεν έτρεχε το αίμα από την τσέπη του αφου το αίμα ήταν ακομη υγρό και τόσο που να το αισθανθεί στα δάκτυλά του; Πώς δεν έκανε ουτε κάν έναν ευδιάκριτο λεκέ; Ποσο είναι το μαχαίρι για να χωράει στην τσέπη, σουγιαδάκι; Στην συνέχεια προκύπτει ότι επρόκειτο για ξυράφι ξυρίσματος. Η λεπίδα είναι η ανοικτή, οπότε θα κοβόταν ή κλειστή οπότε πώς θα επιανε το μέταλλο; Με την περιγραφή περι μετάλλου κλπ, νομίζεις ότι πρόκειται για κανα μαχαίρι σαν κι αυτά που σφάζουν αγριογούρουνα. ήξερε από πάντα πως δεν ήταν η δική του Αρκούσε το "πάντα ήξερε". Σκέτο "πάντα θα έδινε μεγαλύτερη έμφαση. Το από πάντα δίνει υπερβολή στην έμφαση αδρανοποιώντας την, δηλαδή σαν το "πάντα" να μην είναι σημαντικό. Ξαφνικά τον κατέβαλε πανικός και άρχισε να τρέχει. Αν είναι η πρώτη του φορά οκ. Όμως ο τυπος έχει σκοτώσει κι άλλες έξι (ανεπαρκές προφίλ) Έκλεισε τα μάτια του και έπαιξε στο μυαλό του το μοντάζ του τελευταίου μήνα. Έξι πόρνες είχαν βρει στα χέρια του την τιμωρία που τους άξιζε. Κάποια στιγμή η αστυνομία θα συσχέτιζε τους θανάτους και το μήνυμα του θα διαπερνούσε την βρωμερή τους ανηθικότητα. Θα συνετίζονταν, θα μαζεύονταν σπίτια τους και θα μάθαιναν…θα μάθαιναν. Τι, τι ; Αρχίζει να κλαίει, νιώθει τόσο ανήμπορος μπροστά τους. ;;;; Εντάξει θα τον σφάξουν λέμε, γι'αυτό κλαίει. Όμως ύστερα Η μυρωδιά είναι απολαυστική. Κάθε τομή την απελευθερώνει πηχτή και γλυκιά μέσα στα ρουθούνια του, την κατεβάζει στο στόμα του και γεμίζει χορταστικά τα χείλη του. Κάνει κάθε στιγμή του μαρτυρίου του να αξίζει τον κόπο. Το δέρμα του είναι μια διαρκής φλεγμονή. Τον σφάζουν δηλαδή και του αρέσει; Βουτάει τα πρησμένα του δάχτυλα μέσα στα εντόσθια, μέσα στο αίμα και νιώθει να συσπάται το είναι του σεξουαλικά. Στα δικά του εντόσθια; Χαρακίρι κάνει; Το χοντρό σύρμα αγκαλιάζει και σχίζει την στύση του. Ακονίζει τα μαχαίρια του, ο ήχος της λεπίδας είναι τόσο ηδονικός. Εικόνα που έχω. Εκεί που κλαίει και αφήνει το ξυράφι του (κουρεα) μπαμπά του, τον παιρνουν και τον σφάζουν. Επειδη βλέπυν να του αρέσει να μυρίζει το αίμα του, του δίνουν κάτι μαχαίρια για να συνεχίσει μόνος του. Ανοίγει την κοιλιά του και βάζει ηδονικά τα χέρια του στα εντόσθια του χωρίς μυστηριωδώς να πεθαίνει. Ύστερα ράβεται με ένα σύρμα και τυλίγει το πουλί του μ'αυτό επισης αφήνοντας το εξω σε στύση προφανώς για να τρομάζει περισσότερο τους άλλους από το επόμενο τραίνο που έρχονται να τους σφάξει. Εχει προσληφθεί στο τιμ των χασάπηδων, και, όπως όλοι οι άλλοι χασάπηδες, τσιγκέλια του κρατάνε το χαμόγελο μόνιμο. Λέει: «Οι θεοί του Ερέβους πεινούν, η συγκομιδή για άλλη μια φορά θα είναι εκλεκτή» λέει στον εαυτό του. Τα σφαχτά ουρλιάζουν. Πώς και είναι τόσο ενθουσιασμένος όταν πριν που τον τραβάγανε έκλαιγε; Γιατί το τραίνο από το Μμοναστηράκι πάει στο σφαγείο; Γιατι οι επιβάτες του τραίνου είαι εκλεκτη συγκομιδή; Όλα τα τραίνα έχουν εκλεκτή συγκομιδή και πάνε στο σφαγείο ή μονο αυτά από ο Μοναστηράκι; Ποια είναι τελικά η άποψή του πρωταγωνιστή (ή του συγγραφέα) για τα τεκταινόμενα; Για το σφαγείο για το τραίνο, για την κοπέλα, την πόρνη , την πουτάνα, για τον τύπο που κλαίει αλλά του αρέσει ;; Συμπέρασμα Το προφίλ του κεντρικού ήρωα είναι απροσδιόριστο, τα κίνητρά του επίσης. Γιατί; Βαριέσαι να τα σκιαγραφήσεις ή τα θεωρείς περιττά; Πετάγονται κάποια αίματα, κρέατα, φόνοι κλπ που όμως δεν φτιάχνουν ατμόσφαιρα επειδή απουσιάζει εντελώς και διαρκώς το "γιατί;" Το μυστήριο θα οδηγούσε στον τρόμο όμως δεν μπορει να υπάρξει. Σύντομα ο αναγνώστης παθαίνει αναισθησία αφου τα στιγμιότυπα και οι εκφράσεις είναι εμφανές ότι παρατίθενται προς χάρη εντυπωσιασμού και χωρίς την μέριμνα για καποια συνοχή. Ίσως αυτό δημιουργεί την κουραση. Η αίσθηξση οτι θα το διαβάσεις τζάμπα, ότι στο τέλος δεν θα καταλήξει πουθενά (όπως και δεν καταλήγει). Η φάση με τους καλούς μέσα στο τραίνο που όλο κλαίνε φωνάζουν και στριγκλίζουν επαναλαμβάνεται τόσο πολύ που από κινηματογραφική και ενδιαφέρουσα (το τραίνο της Κολάσης) καταλήγει κι αυτή επίσης κουραστική (το τραίνο με τα πρόβατα που τσιράνε). Πιστεύω ότι όλα τα παραπάνω είναι στοιχεία που διορθώνονται γι'αυτό στα έγραψα. Αρχίζοντας την διόρθωση του γραψίματος σου από την ριζα. Δηλαδή να δίνεις περισσότερη σημασία στην τεκμηρίωση της ιστορίας, στο ψυχογράφημα και το προφιλ των ηρωων σου, αντί την απόλυτη πίστη ότι μερικά εντυπωσιακά στοιχεία θα φτιάξουν αυτόματα μία εντυπωσιακή ιστορία. Κάτι τελευταίο. Ο Barker δεν θα το έγραφε έτσι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Faia de Wolf Posted August 23, 2007 Share Posted August 23, 2007 Σε ευχαριστώ για την επισήμανση Ευθυμία, χαίρομαι που το έφερες στην προσοχή μου πριν το κάνει κάποιος άλλος. Ήταν ένα σοκ για μένα. Τα έχω τα Books of Blood στα αγγλικά, τα έχω διαβάσει δύο φορές και την εν λόγω ιστορία δεν την θυμόμουν καθόλου. Συγνωμη, ρε ομορφόπαιδο, επειδή την Ευθυμία την ξέρεις από πιο παλιά το δικό μου σχολιάκι το πέρασες στο ντούκου; Ευθυμία, δεν παίζω! Κλεμένο! Κλεμένο! Εγώ το έγραψα πρώτη για τον Κλάιβ! Και τωρα, αποχωρώ με ύφος χιλίων καρδιναλίων και πάω να χτυπήσω το πόδι μου στη γωνία (αν είχα κοτσίδα θα την τραβούσα) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest Dune Posted August 23, 2007 Share Posted August 23, 2007 (edited) Και πόσο ευχάριστο είναι κι εκείνο το συναίσθημα που νιώθεις, όταν σε έναν συγγραφέα που εκτιμάς ή σε ένα κείμενο που σε συναρπάζει ξαφνικά αναγνωρίζεις μια δική σου ιδέα... Είναι σαν να σου λέει το βιβλίο σε εκείνο το σημείο "Αν σου είναι γνώριμο αυτό που μόλις διάβασες, είσαι σε καλό δρόμο!" Εξαρτάται η ευχαρίστηση που περιγράφεις εδώ φίλε Odesseo. Αν εχεις γράψει το κείμενο εσύ, δηλαδή έχεις κατεβάσει εσύ την καταπληκτική ιδέα, τότε δεν θα σε ευχαριστήσει καθόλου ίσα ίσα θα σου τη σπάσει κιόλας. Γιατί δεν θα μπορέσεις να την πουλήσεις αφου είναι άλλου. Βέβαια ναι, θα ικανοποιηθείς και λιγάκι, παρηγοριά στο άρρωστο, ότι η ιδέα σου έρχεται κοντά με ιδέες των μεγάλων. Όμως αυτό θα συμβεί και πάλι μονο σ'αυτη τη συγκεκριμένη περίπτωση. Δηλαδή δική σου ιδέα, που δεν έχεις διαβάσει ποτέ πουθενά τίποτα παρόμοι, την δείς ξαφνικά γραμμένη από κάποιον μεγάλο. Πάντως πρέπει να πώ εδώ ότι το θεωρώ μάλλον απίθανο να συμβεί αυτό. Γιατί οι μεγάλοι γράφουν δικες τους ιδεες. Αν παραγγέλναμε ας πούμε με τίτλο "Το τραίνο για την κόλαση", ή κι ακόμη πιο καρφωτά, "το τρένο για το σφαγείο", ενα κείμενο θα προέκυπταν διηγήματα πολύ διαφορετικά αν τα έγραφαν το ενα ο Μπάρκερ και το άλλο ο Κίνγκ. Γιατί θα έφτιαχναν διαφορετική κεντρική ιδέα, ψυχολογικό ντεκόρ, πλοκή, αντιδράσεις χαρακτήρων, σκέψεις και φυσικά αλλο συμπερασμα-θέση. Edited August 24, 2007 by Dune Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted August 24, 2007 Share Posted August 24, 2007 Faia, μη μου εξάπτεσαι. Η ομοιότητα με το Κλαιβ Μπαρκερ ήταν σωστή και μάλλον την πρόσεξε, αλλά να του πεις ότι είναι και η ίδια ιδέα, αυτό ήταν που δεν είχε καταλάβει ο Ντίνος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Faia de Wolf Posted August 24, 2007 Share Posted August 24, 2007 Faia, μη μου εξάπτεσαι. Η ομοιότητα με το Κλαιβ Μπαρκερ ήταν σωστή και μάλλον την πρόσεξε, αλλά να του πεις ότι είναι και η ίδια ιδέα, αυτό ήταν που δεν είχε καταλάβει ο Ντίνος. Δεν εξάπτομαι, καλέ... Και μή χειρότερα... (Μάλλον διεκόπει απότομα η... ορμονοθεραπεία που παρακολουθώ σε παράλληλο τόπικ) Εδώ άλλοι έγραψαν τραγούδια και κάναν πλατινένιο με κυριο μοτίβο το κουπλέ του εθνικού ύμνου πλήρη συνειδήσει -ονόματα δεν λέμε, υπολείψεις δεν θίγομεν... Άπό την άλλη πάλι δεν λένε ότι τα μεγάλα πνεύματα συμπτίπτουν...; (Το δικό σου, το δικό μου, του Ντίνου, του Κλάιβ...) Και, Ντίνο μου, καμιά φορά αυτά που περνάμε στο ντούκου και νομίζουμε πως δεν τους δώσαμε σημασία ίσως να αποτελούν κινητήριους μοχλούς για την έμπνευση (πάλι για άλλο τόπικ δήλωση -σε καλό μου σήμερα... τελείως εκτός τόπου...) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted August 24, 2007 Author Share Posted August 24, 2007 Επειδή η δυνατότητα για edit στο καθεαυτό διήγημα έχει λήξει, θα ήθελα να διορθώσω εδώ μια σοβαρή παράληψη. «Στα Σφαγεία της Άσγκαρθ» δημοσιεύθηκαν πρώτη φορά στο 9ο τεύχος των Φανταστικών Χρονικών, τον Ιούνιο του 2006. Τα «Φανταστικά Χρονικά» είναι μια έκδοση της Αθηναϊκής Λέσχης Επιστημονικής Φαντασίας με τον Χριστόδουλο Λιθαρή ως Αρχισυντάκτη. Μου έκαναν την τιμή να εκδώσουν το διήγημα μου και μπορώ μόνο να δικαιολογήσω την παράληψη μου σαν χαζή αφηρημάδα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
tetartos Posted November 29, 2007 Share Posted November 29, 2007 Είχα διαβάσει το διήγημά σου στα Φ.Χ. προτού σε "γνωρίσω" στο sff. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες, μια και η δουλειά έχει ολοκληρωθεί, θα πω μόνο ότι μου άρεσε αρκετά, με τρόμαξε, με αηδίασε, μου προκάλεσε έντονα συναισθήματα! Γενικώς είχε έντονες στιγμές. Έχει ενδιαφέρον που ο ίδιος την αποκαλείς σενάριο. Συνδυάζοντας και το σχόλιο του darky, θα έλεγα ότι σ' αυτό το διήγημα χειρίζεσαι με μεγάλη ικανότητα τις εικόνες, ενώ σε άλλα σου δίνεις μεγαλύτερη σημασία στους χαρακτήρες και τα συναισθήματά τους (έμμεσα ή, σπανιότερα, άμεσα) Πολυγραφότατος! Μπράβο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.