Jump to content

Κόμπες ο Ντερλικοτής-3


Naroualis

Recommended Posts

Φανταστείτε όμως την φωτογραφία από τον γάμο (ουπς - σκίτσο από τον γάμο;) Μπορντού + Ινολίκ, Γούντι Άλεν + Μόνικα Μπελούτσι!!! Πόσο ευτυχισμένος να ήταν ο καημένος εκείνη τη μέρα.

Edited by DinoHajiyorgi
Link to comment
Share on other sites

  • Replies 75
  • Created
  • Last Reply

Top Posters In This Topic

  • Naroualis

    46

  • DinoHajiyorgi

    8

  • Faia de Wolf

    4

  • month

    3

Φανταστείτε όμως την φωτογραφία από τον γάμο (ουπς - σκίτσο από τον γάμο;) Μπορντού + Ινολίκ, Γούντι Άλεν + Μόνικα Μπελούτσι!!! Πόσο ευτυχισμένος να ήταν ο καημένος εκείνη τη μέρα.

 

 

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΨΙΛΟΣΠΌΙΛΕΡ (και ψιλοσόκιν)

 

Και φαντάσου να ζούσε ο Στήβεν Φράυ και να έκανε τον πατέρα της Ινολίκ, ο οποίος όπως με ειδοποιούν από το κοντρόλ πέρασε όλη τη νύχτα του γάμου έξω από την κρεβατοκάμαρα της κορούλας του με το γιαταγάνι, για να μπορέσει ο Μπόρτου να χαρεί έχτω και μόνο μία φορά τα κάλλη της...

Link to comment
Share on other sites

Να σας πω, στην αρχή ήθελα τη Μόνικα (για να δει την ταινία κι ο Σποκ :p ) αλλά είπα "κι άλλη ταινία που το παίζουν ζευγάρι οι δυο τους;"

Δε θα την έχανα με τίποτα!!! Όσο για να μην είναι πάλι ζευγάρι οι δυο τους, μπορεί άνετα να βγει από το καστ αυτός!!! Άντε!!! Να μην τον βλέπω!!! :p

Ομολογώ πως δεν έχω διαβάσει -ακόμα- Κόμπες, αλλά θα επανορθώσω σύντομα :)

Link to comment
Share on other sites

Λοιπόν σκεφτήκαμε με μια φίλη την περίπτωση της Έμιλυ Γουότσον για Ινολίκ, αλλά δεν ξέρω πώς τα πάει από θέμα ηλικίας, γιατί η Ινολίκ είναι 25 χρονών. Κι επίσης ο Άντριεν Μπρόντι είναι όοοοοοοτι πρέπει για Κόμπες τελικά.

 

Υπάρχει ένα μικρό θεματάκι: ο γιος του Ζήση δεν είναι... βαφτισμένος. Χρειάζομαι ένα όνομα, ελληνικό κατά προτίμηση, κάπως κοινό (όχι Αλκιδάμαντας ας πούμε) και να περιέχει "σ" ή "ζ". Περιμένω προτάσεις. Εκείνος που θα προτίνει μια πραγματικά καλή θα κάνει ένα γκεστ (ο ίδιος ή το άβατάρ του) στο έκτο επισόδειο, με τίτλο "το Ζωνάρι του Κεβέκεβε".

Link to comment
Share on other sites

Χρειάζομαι ένα όνομα, ελληνικό κατά προτίμηση, κάπως κοινό (όχι Αλκιδάμαντας ας πούμε) και να περιέχει "σ" ή "ζ". Περιμένω προτάσεις.

 

Έχω κι άλλα, αλλά νομίζω ένα είναι το ασύγκριτο: ... 'Ζαφείρης'.

 

 

(με δεύτερο το 'Ζαχαρίας')

Edited by Electroscribe
Link to comment
Share on other sites

Όχι τόσο ελληνικό, ούτε κοινό, φαντάσου τον όμως να συστήνεται. Σέσωστρις. (Όνομα Φαραώ.)

Link to comment
Share on other sites

Στο επόμενο επεισόδιο του Κόμπες:

 

Ο δημοφιλής βάρβαρος τα βάζει με όλους και με όλα! Ο Βυζβόρουν αρνείται να χουφτώσει ένα ωραιότατο ζευγάρι βυζιά! Η πατσαβούρα της Ινολίκ αποκτά μαγικές ικανότητες και διώχνει τους ανεπυθίμιτους μόνη της, μέχρι που πετάει και τον Μπόρτου έξω! Ο Κόμπες, κουρασμένος απο τις μάχες ητάται στον τελικό γύρω απο την ταβρνιάρισα, και αναγκάζεται, μετά απο ένα στοίχημα που είχε βάλει, να μην ξανασπάσει την πόρτα του πανδοχείου!

 

Αυτά και ακόμα περισσότερα, στο επόμενο επισόδιο!

Link to comment
Share on other sites

Εϊ! Κόμπες fan-fiction; Θα με τρελάνετε εντελώς! :D

 

Ευχαριστώ για τα ονόματα, παιδιά, αλλά θα αποφασίσω από Δεκέμβρη. Εοιμάζομαι για το νανοριμο και τον άφησα τον κακομοίρη να παλεύει με τον Πέφτουλα, προσπαθώντας να πάρει το Θύμιστρο (μάλλον δεν είναι σπόιλερ...)

 

Μια μικρή διευκρίνηση. Δεν ανέβασα το τίζερ του τέταρτου επισοδείου, γιατί δε θα ανεβάσω άλλη Κόμπες-ιστορία στη βιβλιοθήκη. Κρατάω κλειστά χαρτιά, στην απίθανη περίπτωση που προκύψει κάποιος ριψοκίνδυνος εκδότης. Αν τώρα κάποιος θέλει να διαβάσει το τέταρτο επισόδειο που έχει ήδη ολοκληρωθεί, ας μου στείλει ένα πμ με το e-mail του για να του το στείλω. For Your Eyes Only, που λένε.

 

edit:Μόλις παρατήρησα ότι έχω ανεβάσει το τίζερ... Τι να κάνουμε. Έχω κι αυτήν την παρμεζάνα...

Edited by Naroualis
Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Λοιπόν, ο γιος του Ζήση είναι και επίσημα βαφτισμένος!

Και το όνομα αυτού...

 

Δάχοθ!

 

Ευχαριστώ για τη συμμετοχή και για να τιμήσω όσους έλαβαν μέρος, δηλώνω ότι θα κάνουν όλοι την γκέστ τους εμφάνιση, σαν συμμορία που προσπαθέι να την πέσει στον Κόμπες, με αρχηγό την -νικήτρια- Νίενορ. Λόγω της σπέσιαλ περίστασης, δε θα πέσει ξύλο πάντως, μπορείτε να κοιμάστε ήσυχοι...

Link to comment
Share on other sites

Ω! Τι χαρά είμαι επιτέλους νονά :) (και θα γίνω και πραγματική νονά σε λίγους μήνες βασικά - άσχετο... :p)

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Και με την ολοκλήρωση και του πέμπτου κεφαλαίου, να δώσω και το τίζερ του. Εγκέν, όποιος το θέλει το ζητάει με πμ.

Επεισόδειο Πέμπτο: Το Μπουκάλι Από Ασήμι Και Γαγάτη.

Ποια είναι η κοινωνική κατάσταση στη φυλή των Χηνανθρώπων; Τι έχασε η Ινολίκ και δεν το λέει στην περίπολο; Από τι τρέχει να ξεφύγει ένα γκαμήλ, με τον Πετρεξού και τον Κόμπες καβάλα; Τι θέλει και μπλέκεται στα πόδια μας ο Γκέμπλεεκτ; Πόσων χρονών είναι η Γριά-Καναρινή και πόσο μπορεί να χορέψει ένας θεός χωρίς να πέσει αναίσθητος;

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Και το κομμάτι με τους τέσσερις παρ' ολίγον νονούς του Ζάχου, που το έφαγε ο άτιμος ο χάκερ...

ΣΤ.

 

Το ταξίδι ως τη Βίντισσα, την πόλη των διπλωματούχων πορνών, της σιέστας και της ρακής της αγαύης κράτησε τέσσερις μέρες κι αυτό γιατί η απόφαση να πάνε παραλία-παραλία ήταν μάλλον ατυχής. Η παραλία της Δυτικής Ουράνιας Ακτής είναι ένα μακρύ γαϊτάνι από γκρεμίλες με μικρούς ενδιάμεσους κόλπους, τόσο μικρούς που ένας σκύλος θα δυσκολευόταν να χτίσει το σκυλόσπιτό του, καθαρά για λόγους άνεσης. Υπήρχε ένα μονοπάτι που ανεβοκατέβαινε από γκρεμό σε κολπίσκο κι από κολπίσκο σε γκρεμό, αλλά μετά από μιας μέρας δρόμο ακόμη και τα γκαμήλ επαναστάτησαν και αποφάσισαν να μην σαλέψουν από τη θέση τους αν πρώτα δεν επέλεγαν ένα πιο φυσιολογικό μονοπάτι. Καλή η ασφάλεια, αλλά τα γκρεμνά δεν παρέχουν και τόση.

 

Όχι ότι η δημοσιά, στην οποία και έφτασαν το μεσημέρι της δεύτερης μέρας ήταν πιο ασφαλής. Περπατιόταν άνετα, εντάξει, αλλά μέχρι να φτάσουν στο Πετροσήμαδο, το όριο ανάμεσα στα εδάφη της Ουράνιας Ακτής και της Βίντισσας, είχαν συναντήσει ένα σωρό κινδύνους, από ληστές και ανθρωποφάγους, μέχρι βαμπίρια και ομάδες καλικαντζάρων. Όλα τα υπερφυσικά όντα είχαν μια σαφή τάση για μετακίνηση, όπως είχε παρατηρήσει η Γάτικ, όταν συνάντησαν με τον Κόμπες το δράκο Γουστάρω Δέρμα, εδώ όμως η μετακίνηση ήταν προς την Ανατολή κι όχι βόρεια. Είχαν και μια συνάντηση ακόμη, πολύ παράξενη ακόμη και για τα δικά τους στάνταρ, μια συνάντηση από την οποία έμελε να τη γλιτώσουν τόσο φτηνά, που παραλίγο να το ‘λεγες και τζάμπα.

 

Περπατούσαν ήδη δυο μέρες στη δημοσιά, όταν είδαν ξαπλωμένο φαρδύ πλατύ στη μέση του δρόμου έναν άνθρωπο. Είχε μακρόστενο πρόσωπο κι εξίσου μακρόστενα μουστάκια που του έφταναν ως το στήθος. Βογκούσε προσποιητά «ωχωχωχωωωωχ! ωχωχωχωωωωχ!» και κρατούσε την κοιλιά του με τα δυο του χέρια. Το μέρος γύρω-γύρω ήταν γυμνό από δέντρα και θάμνους, οπότε δεν προσφερόταν για ενέδρα. Κάτι λίγες αγαύες –οι μεγάλοι κάκτοι της Βίντισσας, απ’ όπου βγαίνει η δυνατότερη τακή του κόσμου- δε θα μπορούσαν να δίνουν κάλυψη σε κάποιον κακόβουλο κι ο κοντινότερος σωρός από βράχους που θα μπορούσε απείχε πέντε λεπτά με τα πόδια.

 

Οι τρεις σύντροφοι πλησίασαν τον πεσμένο άντρα και τώρα είχε αρχίσει να κλωτσάει εντελώς θεατρινίστικα. Ανάμεσα σε δυο «ωχωχωχωωωωωχ!» μάλιστα, γύρισε εντελώς γιατρεμένος απ’ ό,τι τον βασάνιζε, κοίταξε με το ένα μάτι κλειστό και το άλλο ανοιχτό ότι τον πλησίαζαν κι όταν σιγουρεύτηκε ότι το κόλπο του έπιανε, συνέχισε να βογκάει και να κρατάει την κοιλιά του και να κλωτσάει στον αέρα.

 

Ο Πετρεξού έσκυψε από πάνω του κι έβαλε το χέρι του στα χέρια του άλλου –πιο πολύ για να τον αποτρέψει να κάνει καμμιά βλακεία, κι όχι με τόσο πονετικά συναισθήματα όσο θα νόμιζε το απαίδευτο μάτι που θα παρακολουθούσε τη σκηνή.

 

-Τι έχεις φίλε; Ποιος σε πείραξε;

 

Ο Κόμπες στεκόταν πίσω από το μάγο μ τη Γάτικ στο πλευρό του και κοιτούσαν κι οι δυο ερευνητικά το τοπία όταν ακούστηκε μια κοριτσίστικη βραχνή φωνή!

 

-Επάνω τους γενναίοι μου!

 

Τρείς λάκκοι άνοιξαν ξάφνου στο χώμα κι από μέσα πετάχτηκαν μια κοπέλα και δυο άντρες. Κρατούσαν φιδόσκοινα, που όταν τα πέταξαν πάνω στον κλέφτη και τους συντρόφους του, εκείνα τυλίχτηκαν γύρω τους και τους έδεσαν σα σαλάμια. Από το λαρύγγι της κοπέλας βγήκε ένα θριαμβευτικό «χα!» κι ύστερα συνειδητοποιώντας ότι ο τέταρτος συνεργός της ήταν ακόμη στο χώμα και κλωτσοπατούσε «ωχωχωχωωωωωχ!», σταμάτησε και τον κοίταξε σαστισμένη.

 

-Νέφτι-Νέφτι, τι ακριβώς κάνεις; Έκανε στη γλώσσα της Βίντισσας.

 

Ο μουστακαλής σταμάτησε για λίγο το κάκιστο θέατρο, την κοίταξε πάλι με το ένα μάτι κλειστό και το άλλο ανοιχτό κι έκανε συνωμοτικά:

 

-Τους πιάσαμε;

 

-Σήκω πάνω καλέ μου άνθρωπε, έκανε βαριεστημένα ο ένας από τους άλλους δυο. Τελείωσε είναι δεμένοι.

 

Ο Νέφτι-Νέφτι έριξε ένα φαρμακερό βλέμμα σ’ αυτόν που μίλησε κι ύστερα γύρισε στο κορίτσι για επιβεβαίωση.

 

-Δηλαδή τους πιάσαμε.

 

-Ναι, τους πιάσαμε, του απάντησε εκείνη με άπειρη υπομονή και ένα ανάλογο χαμόγελο.

 

Ο μουστακαλής πετάχτηκε όρθιος, τίναξε τα ρούχα του και προσπάθησε να πάρει στάση απειλητική. Το μόνο που κατάφερε όμως ήταν να κάνει τη Γάτικ να βάλει τα γέλια. Το γεγονός τον έκανε να την κοιτάξει με μισόκλειστα μάτια υποψιασμένος.

 

-Γιατί γελάει αυτή;

 

Ο άντρας που τον είχε αποπάρει προηγουμένως, τον ξανααποπήρε.

 

-Γιατί προφανώς σε δουλεύει.

 

Η Γάτικ συνέχισε να γελάει, καθώς οι δυο άντρες κόλλησαν μύτη με μύτη και κούτελο με κούτελο σαν τα κριάρια κι άρχισαν έναν διάλογο, του οποίου το κεντρικό μοτίβο είχε ως εξής:

 

-Δε με δουλεύει.

 

-Σε δουλεύει. Αφού γελάει.

 

-Δε γελάει.

 

-Έχεις δίκιο. Δε γελάει. Καγχάζει.

 

-Δεν καγχάζει.

 

-Μειδιά.

 

-Δε μειδιά.

 

-Ευφραίνεται.

 

-Δεν ευφραίνεται.

 

-Χαχανίζει.

 

-Δε χαχανίζει.

 

- Ελάτε ρε παιδιά! Διαμαρτυρήθηκε χαριτωμένα το κορίτσι. Τι κουβέντες είν’ αυτές; Σοβαροί επαγγελματίες, κοτζάμ παραμυθάδες και να τσακώνεστε έτσι… Η Ικάρια είναι απογοητευμένη μαζί σας…

 

Ο Κόμπες κοίταξε το κορίτσι μ’ ενδιαφέρον. Προφανώς Ικάρια ήταν τα’ όνομά της κι ήταν μάλλον η αρχηγός αυτής της παράξενης συνάθροισης παραμυθάδων. Παράξενης όχι διότι υφίστατο (οι παραμυθάδες ταξιδεύουν πάντα δυο-δυο, τρεις-τρεις, τέσσερις-τέσσερις για να πιάνουν ευκολότερα αιχμάλωτους τους ανυποψίαστους διαβάτες και να τους βασανίζουν για να μάθουν καινούργιες ιστορίες), αλλά γιατί την αποτελούσαν οι τέσσερις πλέον ετερόκλητοι παραμυθάδες.

 

Καταρχήν το κορίτσι. Ήταν όμορφο και πολύ ευγενικό και καλοβαλμένο, ούτε δέκα ωχτό χρονών καλά-καλά, αλλά φορούσε μαύρα σα γριά κι είχε τα χείλη της βαμμένα με μαύρο κραγιόνι, σαν προσωπογραφία της Κολάσο-Χελλάρα της θεάς του κάτω κόσμου. Ο τύπος με τα μουστάκια και το αστείο όνομα Νέφτι-Νέφτι, Λίγο μεγαλύτερός της, έμοιαζε περισσότερο με το μέσο τυπικό παραμυθά, αλλά κάτι στο βλέμμα του τον έκανε να μοιάζει επίσης και με το μέσο τυπικό χάχα. Ο αντίλογος –«καγχάζει, μειδιά, ευφραίνεται, χαχανίζει»- θύμιζε τους μάγους της γερουσίας στο Ζουμζερί: Στεγνό βλέμμα, λεξιλάγνες ορέξεις, τάση γι’ ακριβολογία κι επιμονή κεντήστρας. Ο δε τέταρτος είχε μόνο στρογγυλάδες να επιδείξει. Καθόταν παρά κει σιωπηλός μ τα χέρια δεμένα στην πλάτη, το κεφάλι χαμηλωμένο και κοιτούσε με τεράστια στεναχωρημένα μάτια, δαγκώνοντας το περιποιημένο μούσι του. Φαινόταν να έχει τουλάχιστον τα διπλά χρόνια της κοπέλας.

 

-Μα δεν τον ακούς τι λέει; Παραπονέθηκε ο μουστακαλής. Δηλαδή αμφισβητεί τις υποκριτικές μου ικανότητες;

 

-Παραμυθάς είσαι, όχι θεατρίνος, έκανε ο άλλος στον εκνευριστικά ήρεμο τόνο που είχε ως τώρα. Δεν καταλαβαίνω γιατί να μην πω τη γνώμη μου.

 

-Φωτοδέτη μου, δε νομίζεις ότι εδώ ο Νέφτι-Νέφτι έχει δίκιο; Ξαναμπήκε στη μέση το κορίτσι. Σαν παραμυθάδες πρέπει να δίνουμε κι ένα είδος… ένα είδος παράστασης τέλος πάντων.

 

-Αυτό δεν είναι απολύτως απαραίτητο και το συζητάμε αν θες, απάντησε ο Φωτοδέτης στα πρόθυρα του χαμόγελου. Ποτέ δε με κουράζουν οι συζητήσεις γύρω από τις διάφορες τεχνικές αφήγησης.

 

-Ναι, αλλά δε νομίζεις ότι πρέπει πρώτα να βασανίσουμε τους αιχμαλώτους μας; Αυτό θα έκανε κάθε αξιοπρεπής παραμυθάς στη θέση μας.

 

Η Ικάρια δεν έμοιαζε απολύτως ικανή να διαχειριστεί κάθε κατάσταση κρίσης –η ηλικία της άλλωστε ήταν απαγορευτική για κάτι τέτοιο. Πρέπει όμως να της αναγνωριστεί το ότι έκανε ό,τι μπορούσε. Από την άλλη, ο Νέφτι-Νέφτι ήταν κάπως χαμένος στην προσωπική του κοσμάρα, ενώ ο Φωτοδέτης –εκείνος με το πολύ πλούσιο λεξιλόγιο- ήταν κάποιος πιο βαρύς, έδειχνε να μη θέλει να ξεκινήσει η παραδοσιακή διαδικασία του βασανισμού και γενικά φαινόταν να είναι πιο μετρημένος και πιο συγκροτημένος από τους υπόλοιπους. Ο τέταρτος (που κάποια στιγμή πάνω στη συζήτηση αναφέρθηκε ότι το όνομά του ήταν Κχάλκις) είχε ακόμη τα χέρια πίσω από την πλάτη, σαν παιδί που περιμένει υπομονετικά να τελειώσουν οι μεγάλοι την κουβέντα και παίξουν μαζί του.

 

-Ναι, σιγά! Ο Φωτοδέτης να θέλει να βασανίσει ανθρώπους. Χα! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι. Τι σόι παραμυθάς είσαι εσύ ε;

 

-Ένας παραμυθάς που τα θύματά του δε γελάνε μαζί του;

 

-Ούτε μαζί μου γελάνε!

 

-Έχει δίκιο. Δε γελάνε. Καγχάζουν.

 

-Δεν καγχάζουν!

 

-Μειδιούν.

 

-Δε μειδιούν!

 

-Ευφραίνονται.

 

-Δεν ευφραίνονται!

 

-Χαχανίζουν.

 

-Δε χαχανίζουν!

 

-Ρε παιδιά… Μην τσακώνεστε, ρε παιδιά…

 

-Εχμ, ξερόβηξε ο Κχάλκις.

 

Οι άλλοι τρεις γύρισαν και τον κοίταξαν έκπληκτοι. Φαίνεται πως δεν είχαν συνηθίσει να τον ακούν να παρεμβαίνει στους καβγάδες τους.

 

-Με φαίνεται ότι προβλήματα έχουμε. Ναι, για.

 

Και τέντωσε ένα στρουμπουλό δάχτυλο προς τους αιχμαλώτους τους.

 

Που δεν ήταν πια δεμένοι.

 

Τα φιδόσκοινα είναι ένα είδος σκοινιού καμωμένου από δέρμα φιδιού. Για την ακρίβεια, ενός φιδιού που ζει στα ξερά ερημικά τοπία γύρω από τη Βίντισσα και που λέγεται βόας συσφιγκτήρ. Όταν το σκοινί είναι έτοιμο, κάποιος νεκρομάντης το «ντύνει» με την ψυχή ενός από τους βόες που δάνεισαν το πετσί τους για την κατασκευή του. Όσο το κρατάς από την άκρη, παραμένει σκοινί. Αν το πιάσεις από τη μέση, γίνεται φίδι. Και κατά τα αναμενόμενα, μπορεί να τυλιχτεί γύρω σου και να σε δέσει σα σαλάμι.

 

Τα φιδόσκοινα είναι ανθεκτικότατα. Μπορούν να σφιχτούν γύρω από έναν καλικάντζαρο κι όση δύναμη κι αν βάζει να μη μπορεί να τα σπάσει. Μπορείς να δέσεις μ’ αυτά έξι καλοακονισμένα σπαθιά κι οι έξι κόψεις να μην του κάνουν ούτε γρατζουνιά. Μπορείς ακόμη και θεό να δέσεις με φιδόσκοινο και να μη μπορέσει να λυθεί, όπως έκανε ο μάγος Αρέλας πριν από χίλια ή χίλια διακόσια χρόνια με τη Φρέλα-Γάσκο, τη θεά του γάλακτος. Πολλά νεογέννητα έμειναν νηστικά τις δέκα ώρες που χρειάστηκε η θεά για να φέρει κάποιον από τους υπηρέτες της να τη λύσουν. Δύο πράγματα μόνο δε μπορούν να δέσουν τα φιδόσκοινα: τους μάγους και τα Παιχνίδια των Θεών. Τους μάγους γιατί ξέρουν το ξόρκι που στέλνει την ψυχή του βόα πίσω στις αγκάλες του Ρεσίκλο-Μπιν, (θεός της ανακύκλωσης, υπεύθυνος να μαζεύει τις ψυχές των νεκρών ζώων) και τα Παιχνίδια των Θεών γιατί τα γαργαλάει η μαγική αύρα και τα κάνει να λύνονται από μόνα τους.

 

Κι έτσι, σε επιβεβαίωση αυτού που ο μέσος αναγνώστης προσδοκά, ο Κχάλκις έδειχνε με το στρουμπουλό του δάχτυλο τον Κόμπες και τον Πετρεξού που είχαν μόλις ελευθερωθεί κι έκαναν ρεσάλτο, ακολουθούμενοι από τη φρικαλέα κραυγή «ουουουουου» -την κραυγή μάχης του Νότιου.

 

Και επίσης σε επιβεβαίωση του δεύτερου «αυτού» που ο μέσος κακεντρεχής αναγνώστης προσδοκά, οι τέσσερις παλικαράδες –η Ικάρια τελευταία και διαμαρτυρόμενη και προσπαθώντας να τους κάνει να σταθούν και να πολεμήσουν- το ‘βαλαν στα πόδια. Καλά τα παραμύθια, αλλά η ζωούλα είναι απείρως καλύτερη, ειδικά όταν έχεις ένα σωρό ιστορίες να διηγηθείς ακόμα.

Link to comment
Share on other sites

  • 10 months later...

Ένα μικρό κομμάτι από το φετινό Νανόριμο, όπου ξεκίνησα να γράφω το εντέκατο και τελευταίο επεισόδιο, το Αυγό του Δρακοαφέντη. Θα το βρείτε και στο μπλόγκ μου.

 

Α. ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΠΑΤΣΑΒΟΥΡΑ

 

Στη ζωή του καθενός υπάρχει ένα σκαλοπάτι.

 

Δεν είναι κακό πράγμα τα σκαλοπάτια. Πατάς επάνω τους κι ανεβαίνεις και φτάνεις στο επόμενο πάτωμα. Πατάς επάνω τους και κατεβαίνεις και γειώνεσαι και βλέπεις τα πράγματα από το ύψος του κεφαλιού σου κι όχι αφ’ υψηλού. Γενικά τα σκαλοπάτια –εντάξει, όχι όλα, αλλά σίγουρα τα μισά από αυτά- σου δίνουν κάτι να ‘χεις να πορεύεσαι και να ‘χεις να σκέφτεσαι.

 

Υπάρχουν όμως και τα άλλα μισά σκαλοπάτια, εκείνα που τα πατάς και κατεβαίνεις και δεν γειώνεσαι απλώς, αλλά θάβεσαι στη γη και σκάβεις και σκάβεις και σκάβεις, πατώντας αυτό το ένα σκαλοπάτι και φτάνεις στα μαύρα κι άραχλα παλάτια της Κολάσο-Χελλάρα, της θεάς του κάτω κόσμου, κι εκεί μονάχα σταματάς και θρηνείς την απώλεια όλων εκείνων που είχες πριν πατήσεις στο σκαλοπάτι.

 

Αναφορικά με τους δύο αυτούς τύπους των σκαλοπατιών, μύριες όσες λέξεις έχουν γραφτεί σε βιβλία και μελάνι πολύ έχει χυθεί κι επίσης και καμπόσο κρασί –ίσως περισσότερο από μελάνι- σε καπηλειά και σε φιλοσοφικές στοές και σε λογοτεχνικά σαλόνια της υψηλής κοινωνίας. Αλλά κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε ότι υπάρχουν σκαλοπάτια, στη ζωή του καθενός ένα τουλάχιστον, που μπορούν να σου αλλάξουν τη ζωή σου και την ψυχή σου και τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο και γενικά να σε φέρουν τα πάνω κάτω και να σε κάνουν να μαρτυρήσεις το γάλα της μάνας σου.

 

Τέτοια σκαλοπάτια υπήρξαν πολλά στη ζωή του Κόμπες του Ντερλικοτή, του πρώην έμπορου, νυν κλέφτη Σενίμ-Σοριένου, που διήγε βίον ελεύθερον και ελευθεριάζοντα στην πόλη του Ζουμζερί, την κρυμμένη στο φαράγγι της κοιλάδα του ποταμού Σογκούλ. Σκαλοπάτια προς τα πάνω, όπως όταν έγινε φίλος με έναν Καλομασουριανό ευγενή και την τσιγγάνα γυναίκα του, ή όπως όταν έσωσε τη ζωή του Μεγάλου Μάγιστρου, ψηλά σκαλοπάτια που τον έκαναν καλύτερο άνθρωπο και του έδειξαν πώς να σέβεται τους άλλους. Και σκαλοπάτια προς τα κάτω, όπως όταν αναγκάστηκε να σκοτώσει το δράκο Ζήση ή όπως όταν πίστεψε ότι ο φίλος και σύντροφος και συνεργάτης του μάγος Μνήμων Πετρεξού, είχε προδώσει τη φιλία τους, σκαλοπάτια που τον χαμήλωσαν, τον έκαναν να θλίβεται ή να αυτοοικτίρεται μυστικά ή να σκέφτεται κακό για τους άλλους, γενικά να βλέπει τη ζωή μαύρη κι άραχλη, σαν τα προαναφερόμενα παλάτια της θεάς.

 

Κανένα από τα παραπάνω σκαλοπάτια όμως δεν ήταν τόσο χαμηλό, τόσο βαραθρώδες όσο αυτό στο οποίο είχε πατήσει το προηγούμενο βράδυ. Όταν έφτασε στο Ζουμζερί, με την ψυχή στο στόμα, να προλάβει να σώσει τον Πετρεξού από την κακόβουλη γυναίκα Νταραντάε κι αντί να την βρει να παλεύει με το μάγο, είδε ότι η Ινολίκ, η όμορφη ταβερνιάρισσα που αγαπούσε, είχε χαθεί, αρπαγμένη από δυο Βαμπιρονυχτερίδες.

 

Αγωνία, θλίψη, μοναξιά, θυμός, μανία. Πέντε πράγματα μετρούσε ο Κόμπες όσο ο Πετρεξού προσπαθούσε να βρει ένα ξόρκι που να τους δείξει πού βρισκόταν η Ινολίκ κι αν ήταν καλά. Για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια, ο κλέφτης δε μπορούσε να μείνει άπραγος σε ένα καπηλειό ή ταβέρνα και να τα πίνει, όσο ο μάγος έψαχνε τα καθέκαστα. Με τα ρούχα του ταξιδιού ακόμη, χωρίς να φροντίσει να μάθει τι απέγιναν ο Γκαν-Βαγκάν κι η Σοσμιλόγκι που τον συντρόφευαν στο ταξίδι του από την Ελσικριχά και με το Κουβαδάκι Λάσπη παραπεταμένο σε μια γωνιά, ο Κόμπες στεκόταν με τα χέρια σταυρωμένα δίπλα σε έναν μανιακό Πετρεξού, που είχε σχεδόν χωθεί μέσα στην κασέλα του, αφήνοντας όλον τον κόσμο να νομίζει ότι επρόκειτο περί κάποιου μυθικού φρικαλέου πλάσματος που του έλειπε το από τη μέση και πάνω και πετούσε έξω διάφορα αντικείμενα, ψάχνοντας για διάφορα ξόρκια και σύνεργα.

 

-Πετρεξού, δε θέλω να σε ανησυχήσω, αλλά αν δε βρεις σύντομα αυτό που ψάχνεις, θα δοκιμάσω στο σβέρκο σου πόσο στόμωσε το Περέγκο όσο το χρησιμοποιούσα πάνω στους Γουρουνοκέφαλους Μυθομανείς.

 

-Κόμπες, δε θέλω να σε ανησυχήσω, αλλά αν ξαναπείς το όνομά μου αντί τον τίτλο μου, θα δοκιμάσω πόσο μικρό μπορεί να κάνει το πουλί σου η Σαγηνευτική Σμικρυντική Σιαγόνα Σκουληκαντέρας.

 

-Φιλαράκι, δε θέλω να σε προκαταβάλω, αλλά αν μου μικρύνεις το πουλί θα σου σπάσω την κεφάλα.

 

-Φιλαράκι, άσε τις απειλές και κοίτα μην ξεχαστείς και με πεις με το όνομά μου ξανά, γιατί θα έχω την τύχη του Μ’νάμπου και του Μ’νέντου.

 

Ο Κόμπες πολύ θα ήθελε να συνεχίσει αυτήν την μικρή συζήτηση μεταξύ φίλων, αλλά η ανάμνηση των δύο προηγούμενων Μεγάλων Μαγίστρων, ειδικά του Μ’νάμπου, τον έκανε να κατέβει ακόμη ένα σκαλοπάτι προς τα κάτω, εκεί όπου η αγωνία, η θλίψη, η μοναξιά, ο θυμός και η μανία καλωσόρισαν στην εύθυμη παρέα τους και μια ορδή πλιατσικολόγες ενοχές.

 

Εκείνη τη στιγμή βρήκε το Χαμίνι για να μπει μέσα πολύ-πολύ προσεκτικά, ανοίγοντας αργά την πόρτα και ξεμυτίζοντας γι’ αρχή μόνο το κεφάλι του πίσω της. Ένα ιπτάμενο μαντικό βελούδο, σαν κομήτης που τον ακολουθούν μερικά από τα κομμάτια του (τα βότσαλα της μαντείας) τον υποδέχτηκε, σκεπάζοντάς του το πρόσωπο όπως είχε κάνει κάποτε ένα τρομαγμένο χταπόδι. Τινάχτηκε φοβισμένο προς τα πίσω, αλλά η φυσική του περιέργεια το έκανε να ξαναχώσει το κεφάλι του στο άνοιγμά της πόρτας και να αποφύγει για ελάχιστα χιλιοστά έναν πορτοκαλί κρύσταλλο, που έσκασε στον τοίχο δίπλα στο αυτί του. Η τρίτη του προσπάθεια να τραβήξει την προσοχή του Πετρεξού χωρίς να κινδυνέψει η σωματική του ακεραιότητα στέφθηκε με μια κάποια επιτυχία, γιατί πριν ο μάγος, εν αγνοία του, του πετάξει κάτι άλλο πιο επικίνδυνο στην γενική κατεύθυνση του κεφαλιού του, το Χαμίνι πρόλαβε να χωθεί στο εργαστήριο και να πιάσει στον αέρα ένα τσαγιερό από ασήμι που τα σκαλίσματα επάνω του ήταν ενδεικτικά ότι δεν είχε ποτέ χρησιμοποιηθεί σαν τσαγιερό.

 

-Αφέντη, έκανε κοφτά, για να τραβήξει την προσοχή του Πετρεξού.

 

-Όχι τώρα! μούγκρισε ο Κόμπες αντιλαμβανόμενος επιτέλους ότι υπήρχε κάποιος στο δωμάτιο εκτός από τον πισινό του Πετρεξού που προεξείχε από το σεντούκι.

 

-Τώρα! επέμενε το Χαμίνι, σκουπίζοντας την αιώνια μύξα του με το αιωνία βρώμικο μανίκι του, αλλά χωρίς σημάδι φόβου στο πρόσωπό του.

 

-Τι έγινε πάλι; μούγκρισε κι ο Πετρεξού από τα έγκατα του σεντουκιού, πετώντας έξω δυο ασημένια φλιτζάνια ασορτί με το τσαγιερό.

 

-Αφέντη, οι κοπέλες ρωτάνε αν θα μείνει για πολύ ώρα εκείνη η σφαίρα με τον αιωρούμενο κουβά δίπλα στην πόρτα, γιατί τις εμποδίζει στο σφουγγάρισμα.

 

Η αναφορά του κουβά, έκανε τον μάγο να σηκωθεί τόσο απότομα που το μελαχροινό του κεφάλι στούκαρε στο καπάκι του σεντουκιού μ’ ένα ηχηρό «ντουκ!», σαφή προάγγελο καρούμπαλου ηγεμονικών διαστάσεων.

 

-Όχι! Το Κουβαδάκι Λάσπη! Κόμπες, η ανοησία σου δεν έχει όρια! Άφησες το Κουβαδάκι Λάσπη στην πόρτα; Φέρ’ το μου γρήγορα εδώ! Γρήγορα!

 

Το Χαμίνι έφυγε τρεχάτο να φέρει το Κουβαδάκι στο νέο του αφεντικό, παίρνοντας μαζί του το τσαγιερό, ενώ ο Κόμπες σήκωνε τους ώμους του αδιάφορα.

 

-Έτσι όπως ήμαστε τώρα, τι ανάγκη το έχεις το Κουβαδάκι; Πότε θα κάνεις το φυλαχτό προστασίας που έλεγες;

 

Ο Πετρεξού κλώτσησε τα πασούμια του πέρα, αποτυγχάνοντας να πετύχει τον κλέφτη και κρατώντας το κεφάλι του που βούιζε ακόμη από το τράκο με το σεντούκι, έχωσε το κάθε γυμνό του πόδι ξεχωριστά σε ένα μικρό ξεσκέπαστο κασελάκι γεμάτο με άμμο, που καθόταν εδώ και πάρα πολλά χρόνια ανέγγιχτο, δίπλα στο σεντούκι. Με παράδοξη καθαρότητα σκέψης για τη στιγμή, ο Κόμπες αναγνώρισε στο περιεχόμενο της κασελίτσας την λευκότητα της σκόνης από τα τσόφλια του αυγού του Ζάχου. Ο μάγος δεν έδωσε εξηγήσει για το θέμα, καθώς σκέπαζε καλά τα πόδια του με τη σκόνη και ταυτόχρονα γύμνωνε το στήθος του. Μαύρες σγουρές τρίχες, όχι τόσες όσες συναγωνίζονταν για λίγο χώρο στο στήθος του Κόμπες έκαναν την εμφάνισή τους πίσω από το λινό ύφασμα, να σκεπάζουν το τατουάζ του Μεγάλου Μάγιστρου.

 

Για λίγο, και για έναν ακαθόριστο λόγο που σαφώς δεν είχε να κάνει με ένα παλιό συμβάν σχετικό με τον τρυπανιστή κρανίων, ο Κόμπες ένιωσε πάρα πολύ αισιόδοξος βλέποντας αυτό το τατουάζ. Το Χρίσμα του Πετρεξού σε Μεγάλο Μάγιστρο ήταν μια επιβεβαίωση ότι μέσα στο κεφάλι του μελαχροινού μάγου, εκτός από ένα σωρό ξόρκια λήθης και παμπόνηρα σχέδια, υπήρχαν και μεγάλες ποσότητες ικανοτήτων που τον είχαν οδηγήσει ως εδώ. Ίσως η ζωή της Ινολίκ να κρεμόταν από αυτό το τατουάζ. Ίσως κι η ζωή του Κόμπες του ίδιου γιατί αν η Ινολίκ πάθαινε τίποτε, ο Κόμπες θα σκότωνε πολύ κόσμο προκειμένου να την εκδικηθεί, κόσμο που ήταν σίγουρος ότι δε θα καθόταν να σκοτωθεί, αλλά πιθανότατα θα προκαλούσε ο ίδιος –ο κόσμος- τον θάνατο του Σενίμ-Σοριένου.

 

-Μην κάθεσαι εκεί σαν ηλίθιο αγγούρι, γρύλισε ο Πετρεξού, βοήθησέ με, μου έστειλες το βοηθό μου στην άλλη άκρη του κόσμου, τουλάχιστον πάρε εσύ τη θέση του αν θες να βρούμε την Ινολίκ.

 

Ο Κόμπες ξεσταύρωσε τα χέρια και τον πλησίασε.

Link to comment
Share on other sites

  • 4 months later...

Με τόση χαρά που κοντεύω να τα κάνω πάνω μου, σας παρουσιάζω το τελευταίο ζωγραφικό πόνημα του κ. Κωνσταντίνου Μίσσιου, τον χάρτη του Κοσμικού Μαργαριταριού, στο οποίο Κοσμικό Μαργαριτάρι ζει ο Κόμπες ο Ντερλικοτής...

Link to comment
Share on other sites

Πολύ ωραίος χάρτης. Ακόμα καλύτερη η κίνηση του Κωνσταντίνου να βάλει το λιθαράκι του στο έργο της Ευθυμίας. Δεν υπάρχει πιστεύω ποιο ωραίο πράγμα για έναν νέο συγγραφέα από το μοιράζεται κάποιος άλλος καλλιτέχνης το δικό του φανταστικό κόσμο. Μπράβο παιδιά!

Link to comment
Share on other sites

Πραγματικὰ ὑπέροχος χάρτης! Μήπως νὰ τὸν τυπώσω καὶ νὰ τὸν καδράρω; Λέω τώρα...

Link to comment
Share on other sites

Τα συγχαρητήρια μου στον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο και την δημιουργό Ευθυμία. Υπέροχος ο χάρτης. Τα βιβλία πήραν ένα βήμα από το fantasy στο reality. Μπράβο.

 

Και εις άλλα. ;)

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Και διαβαζα, διαβαζα διαβαζα... Γκρρρρρ στο τελος μονο ειδα το doc :chair: :chair:

 

Θελω κι αλλο :lol: :lol: :lol: :D :D

 

Φοβερος κοσμος αυτος που εχεις πλασει , υπεροχος. Εστω και με κατι...μήνες εως χρονια καθυστερηση συγχαρητηρια

Παω να το ... ξαναδιαβασω και περιμενω το επομενο αντεεεεεεεε :woot_jump:

 

Που θα βρω τα προηγουμενα εεεεε;

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ... :blush: Για τα προηγούμενα μπορείς να δεις το πρώτο επεισόδιο, το δεύτερο επεισόδιο και το μπλογκ Ημερήσιο Ζουμζερί. Τώρα για επόμενα, υπάρχουν ακόμη δύο, αλλά τα δίνω μόνο με email σε όποιον αντέξει να διαβάζει και τα ζητήσει :devil2: Υποτίθεται ότι τα κρατάω off-screen για την απίθανη περίπτωση που βρεθεί κάποια στιγμή εκδότης... Τι, μόνο ο Χαρυ Πόττερ; (Να, ορίστε αυτά κάνετε. Ξεθάβετε παλιές αμαρτίες και την ψωνίζω και πάλι. Χμφ. :p )

Edited by Naroualis
Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ... :blush: Για τα προηγούμενα μπορείς να δεις το πρώτο επεισόδιο, το δεύτερο επεισόδιο και το μπλογκ Ημερήσιο Ζουμζερί. Τώρα για επόμενα, υπάρχουν ακόμη δύο, αλλά τα δίνω μόνο με email σε όποιον αντέξει να διαβάζει και τα ζητήσει :devil2: Υποτίθεται ότι τα κρατάω off-screen για την απίθανη περίπτωση που βρεθεί κάποια στιγμή εκδότης... Τι, μόνο ο Χαρυ Πόττερ; (Να, ορίστε αυτά κάνετε. Ξεθάβετε παλιές αμαρτίες και την ψωνίζω και πάλι. Χμφ. :p )

 

 

 

Εεεεευχαριστωωωωωω :thmbup: :beerchug:

Μολις τα ξεκοκκαλισω να σε ενοχλησω για τα αλλα δυο; :D

Link to comment
Share on other sites

Φυσικά, ένα πμ, με το email* σου και φτάσανε.

 

* είναι αρκετά μεγάλα αρχεία και όσες φορές τα έχω στείλει με πμ δεν έχουν φτάσει σωστά. Οπότε προτιμώ το email.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..