Jump to content

Η Τριλογία των Λαξευτών (Βάσω Χρήστου)


PiKei

Recommended Posts

Εμμ, γλουπ, ευχαριστώ πολύ, Αλέξανδρε.:blush:

Με άφησες άφωνη.

Χαίρομαι πάρα πολύ που σου άρεσε και πέρασες ωραίες ώρες "Στα χρόνια τα παλιά των Λαξευτών".

 

Όσο για την παρατήρηση:

Μια παρατήρηση όμως, οι σκέψεις που είναι μέσα σε εισαγωγικά των χαρακτήρων δεν θα έπρεπε να γράφονται με πλάγια γράμματα;

 

η κατάσταση έχει ως εξής: Δεν έβαλα ποτέ τις σκέψεις των χαρακτήρων με πλάγια γράμματα για να μην μπερδεύονται με την νοερή ανταλλαγή που έχουμε με τους πολύμορφους, όπου χρησιμοποιούσα εκεί την πλάγια γραφή. Οι σκέψεις ήταν γραμμένες αρχικά χωρίς πλάγια γράμματα και χωρίς εισαγωγικά. Η επέμβαση με τα εισαγωγικά ήταν πρόταση του εκδότη και μάλιστα για να ξεχωρίσουν από την κανονική ομιλίας μου πρότεινε τα απλά (αγγλικά) εισαγωγικά για τις σκέψες ενώ τα γνωστά μας (<< >>), έμειναν για τον κανονικό διάλογο.

Link to comment
Share on other sites

Κι εκεί που ξεφύλλιζα το Βιβλιοδρόμιο του Σαββάτου (το ένθετο των Νέων για τα βιβλία), πέφτω πάνω σε παρουσίαση των Λαξευτών! Συγχαρητήρια Βάσω! :)

Link to comment
Share on other sites

  • 6 months later...

Κριτική για το πρώτο βιβλίο της τριλογίας:

 

 

Το θέμα

 

 

 

Μια ορφανή κοπέλα, αγνώστων γονέων, ανακαλύπτει το μεγάλο ταλέντο της στη μαγεία υπό δραματικές συνθήκες, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο πλάι των πολιτικά ισχυρών του Ρουμπάν, της ηπείρου στην οποία ζει. Πέρα από τις ευθύνες που χρειάζεται να αναλάβει και τις μεγάλες αλλαγές στη ζωή της, υπάρχουν δυο ακόμη ζητήματα: από τη μια το πιο οπισθοδρομικό αλλά στρατιωτικά ισχυρό κράτος του Ρουμπάν επεκτείνεται συνεχώς, από την άλλη η εποχιακή παλίρροια που προστατεύει τα «καλά» κράτη από τις επικίνδυνες προνύμφες ενός θαλάσσιου πλάσματος, χάνει σταδιακά το ύψος της. Καθώς η μαγεία παίρνει τη δύναμή της από τη γη και εφαρμόζεται στη γη, η σωτηρία από τον δεύτερο κίνδυνο είναι ευθύνη της πρωταγωνίστριας.

 

 

 

Γραφή

 

 

 

Γενικά, το ύφος είναι απατηλά απλό, η συγγραφέας έχει το είδος της πένας που κάνει ένα πολύ μεγάλο βιβλίο να περνάει ευχάριστα, δίχως να κουράζει. Οι περιγραφές σπανίζουν – περισσότερο απ’ ότι θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου – και οι σκηνές δράσης επίσης. Μεγάλο μέρος των κεφαλαίων έχει να κάνει με διαλόγους, σκέψεις και αισθήματα κι αυτό κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακό το γεγονός πως το βιβλίο είναι ευκολοδιάβαστο κι όχι βαρετό.

 

 

 

Δυο πολύ θετικά σημεία που αξίζουν να αναφερθούν είναι η σχεδόν άψογη επιμέλεια (λιγότερα από δέκα λάθη συνολικά, τα περισσότερα στις τελευταίες 100 σελίδες) και η μεγάλη δύναμη των κομματιών στα οποία περιγράφονται οικισμοί, θέα κτλ. Αν και το Ρουμπάν είναι ψευδομεσαιωνικός κόσμος με δική του γεωγραφία, η Βάσω Χρήστου το κάνει να μοιάζει κάπως με ελληνικό νησί, όταν δίνει τις εικόνες και τις μυρωδιές του. Και η μαγεία, αν και δεν ξεδιπλώνεται στο πλήρες μεγαλείο της, είναι μαγευτική σε ιδέες και εικόνες.

 

 

 

Αν κάτι μου χτύπησε άσχημα, υποκειμενικά ίσως, είναι η αντικατάσταση όρων του δικού μας κόσμου με φανταστικά αντίστοιχα. Αντί για «ώρα», το κείμενο λέει «κλεψύδρα», αντί για «μήνα», «περιστροφή του τάδε φεγγαριού» (δεν ξέρω αν υπάρχουν δυο είδη μήνα, όπως υπάρχουν και δυο φεγγάρια, δεν κατόρθωσα να απομνημονεύσω ποιο είναι το μικρό και ποιο το μεγάλο, ούτε αν αναφέρονται και τα δύο με την παραπάνω έκφραση) κτλ. Χειρότερο όλων, η αποφυγή βαθμών και τίτλων του δικού μας κόσμου (λοχαγός, κόμης, βαρώνος), που αντικαθίστανται όλα με το στεγνό «αρχηγός», κάνοντας όλων των ειδών τους αξιωματούχους να μοιάζουν με Ινδιάνους φυλάρχους ή με παιδιά που παίζουν πόλεμο. Και υπάρχει η προκάτ φράση «όλοι οι θεοί και οι δαίμονες του Ρουμπάν», που υποκαθιστά αναλόγως το «τι διάολο», το «άει στο διάολο» κτλ. Συνοδεύεται ανελλιπώς από μια προκάτ διαβεβαίωση ότι ο χαρακτήρας που τη σκέφτηκε/είπε, δεν πιστεύει βέβαια στους προαναφερθέντες. Αν το πάρει κανείς κυριολεκτικά το θέμα, θα καταλήξει πως οι ανώτερες δυνάμεις στον πλανήτη Σόλαν είναι ανώνυμες και τοπικής εμβελείας, ενώ το 100% των κατοίκων του Ρουμπάν είναι άθεοι.

 

 

 

Και (πείτε το προσωπική εμμονή) υπάρχει μια κοπελίτσα στο βιβλίο που λέγεται Άλντα και κλίνεται «της Άλντας» σε άπταιστη ελληνική. Οι κάτοικοι του Ντραπ λέγονται Ντράπεν, οι κάτοικοι της Αλτέρα λέγονται Αλτέραν σε άπταιστη αγγλική. Και όλα τα άλλα ονόματα είναι εντελώς άκλιτα. Νομίζω είναι προτιμότερο να έχουμε έναν κανόνα για όλες τις περιπτώσεις.

 

 

 

Κι ένα πραγματάκι που πιστεύω θα βοηθούσε είναι η αναφορά στο (υπ)έδαφος σαν πηγή μαγείας, να γράφεται «Πέτρα» κι όχι «πέτρα». Για να το εξηγήσω καλύτερα, προς το τέλος του βιβλίου, ένας χαρακτήρας ανοίγει μια πύλη τηλεμεταφοράς μέσα από την Πέτρα κι ο βασιλιάς που τον κυνηγούσε «έπεσε στην πέτρα» (από το ωστικό κύμα). Εγώ φαντάστηκα πως η πύλη ρούφηξε το βασιλιά μαζί με το μάγο, αλλά στην πραγματικότητα επρόκειτο απλώς περί… βασιλικής σαβούρδας.

 

 

 

Σύλληψη

 

 

 

Κάθε βιβλίο είναι ταυτόσημο δυο στοιχήματα. Το πρώτο είναι κοινό για όλα, να αποτελούν ευχάριστη αναγνωστική εμπειρία. Εδώ οι Λαξευτές επιτυγχάνουν πλήρως, όπως είπα ήδη. Το δεύτερο στοίχημα τίθεται σε κάθε περίπτωση από τον συγγραφέα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με μια φράση, θα μπορούσα να πω ότι «Οι Λαξευτές της Παλίρροιας» είναι το «Dune» της συγγραφέως. Όχι ότι παίρνει την πλοκή του γνωστού βιβλίου και τη μεταφέρει από την έρημο στην ακρογιαλιά (το μόνο κοινό είναι ότι οι αμμοπέστροφες και τα αστερόπτερα είναι προνύμφες πολύπλοκων όντων με εντελώς διαφορετική μορφολογία). Αλλά έχει την ίδια μεγάλη κλίμακα, με ηγεμόνες και πολιτική, οικολογικές διεργασίες και πολέμους, υπερφυσικές δυνάμεις και επιστήμη. Και προσπαθεί, ομοίως, να μη χρησιμοποιεί τη μαγεία ως λύση σε κάθε συγγραφικό αδιέξοδο, αλλά την περιγράφει ως μια ακόμη δύναμη με όρια και κανόνες, περισσότερο παραφυσική παρά μεταφυσική. Παρόμοια αντιμετωπίζονται και οι άλλοι παράγοντες, από την κοινωνία ως την αρχιτεκτονική, μένουν προσγειωμένοι και λογικά δομημένοι, αντί να πριμοδοτείται ο εντυπωσιασμός εις βάρος του ρεαλισμού (όπως γίνεται συχνά στο φάνταζυ).

 

 

 

Εκτέλεση

 

 

 

Το βιβλίο θέτει υψηλούς στόχους και δεν είναι εύκολο να τους καλύψει πλήρως.

 

 

 

Από τη μια υπάρχει πρόβλημα στην προοικονομία (συνήθως, είτε οι εξελίξεις έρχονται από το πουθενά, είτε απορεί κανείς γιατί οι χαρακτήρες δεν τις περιμένουν όπως ο ίδιος, τη στιγμή που είναι ευφυέστατοι και πεπειραμένοι πολιτικοί). Αλλά και γενικότερα, η ροή της πληροφορίας χωλαίνει. Οι περισσότεροι δευτερεύοντες χαρακτήρες έρχονται από το πουθενά και επιστρέφουν εκεί, ενώ οι μισητοί πειρατές μετατρέπονται ξαφνικά σε καημένους πρόσφυγες με περιορισμένες μαχητικές ικανότητες. Κάποια πράγματα θεωρούνται δεδομένα επειδή το βιβλίο είναι φάνταζυ (μια φορά κι έναν καιρό ήταν όλα καλύτερα, υπήρχε ένας κακός άρχοντας που παραλίγο να κατακτήσει τον κόσμο, οι κακοί είναι και βάρβαροι φαλλοκράτες, ο μοχθηρός βασιλιάς Σιριντάρ αντιστοιχεί γενικά και αόριστα σε κάποιο χιτλερικό αρχέτυπο). Οι σχετικές πληροφορίες πέφτουν ουρανοκατέβατες προς το τέλος, όχι για να εξηγηθούν, αλλά σαν εξηγήσεις οι ίδιες κι ο αναγνώστης καλείται να συμπληρώσει με τη φαντασία του τις λεπτομέρειες. Ειδικά τα αιλουροειδή και τα πτηνά του Ρουμπάν που αναφέρονται πλειστάκις, είναι τόσο γενικότροπα ώστε δεν κατάλαβα γιατί δεν έλεγε απλά το κείμενο «τίγρεις/λιοντάρια» και «άλμπατρος/γλάροι». ΟΚ, ακολουθούν δυο ακόμη βιβλία και κάτι έπρεπε να μείνει να ειπωθεί κι εκεί, αλλά πέντε βασικά πράγματα πρέπει να καλύπτονται όταν έχει ο συγγραφέας 500 σελίδες στη διάθεσή του. Δεν μπορούν όλοι οι χαρακτήρες να μιλάνε για «Λαξευτές» και για τον «Πόλεμο της Εγκατάστασης» όλη την ώρα σαν κάτι δεδομένο κι ο αναγνώστης να κλείνει τελικά το βιβλίο χωρίς μια σαφή περιγραφή του τι είναι Λαξευτής ή ποιος εγκαταστάθηκε πού.

 

 

 

Από την άλλη, η εμμονή με το ρεαλισμό αποβαίνει μερικές φορές εις βάρος του κειμένου. Για παράδειγμα, υπάρχει μια μεγάλη διώρυγα με συνδεδεμένους νερόμυλους, σημαντική για την πλοκή, η οποία αποδίδεται στη μηχανική. Σε έναν κόσμο όπου η μαγεία πλάθει την πέτρα, αυτό είναι μάλλον απογοητευτικό, όταν θα μπορούσε να ειπωθεί πως είναι αποτέλεσμα συνεργασίας των μεγαλύτερων μάγων μιας περασμένης εποχής. Γενικά, η μαγεία χρησιμοποιείται με τσιγκουνιά στην πλοκή, ενώ είναι από τα πιο όμορφα στοιχεία της. Και οι άνθρωποι ενίοτε ξέρουν υπερβολικά πολλά (ότι τα φωτεινότερα άστρα είναι πλανήτες του ίδιους ηλιακού συστήματος, ότι υπάρχουν άλλες ήπειροι με συγκεκριμένα ονόματα) κι άλλοτε είναι αμόρφωτοι χωριάτες που φοβούνται τη μαγεία δεισιδαιμονικά ακόμη κι όταν θα έπρεπε να είναι εξοικειωμένοι μαζί της. Δυστυχώς, ένας καλώς νοούμενος και με καλά κίνητρα (την ανάδειξη των γυναικείων χαρακτήρων σε κάτι περισσότερο από γλάστρες όπως καταντούν συχνά στο είδος), δεν βοηθά στο ρεαλισμό, μιας και εκτρέπει το κείμενο σε υπερβολές: οι «καλές» χώρες, εκτός από την αξιοποίηση των γυναικών στο στρατό, έχουν ακραία χαλαρή στάση απέναντι στις εκτός γάμου σχέσεις και τα νόθα τέκνα.

 

 

 

Σε πιο εξειδικευμένα θέματα, υπάρχουν κάποια πράγματα στα οποία η συγγραφέας είναι πολύ καλή και κάποια άλλα στα οποία δεν νιώθει άνετα. Στα δεύτερα ξεχωρίζουν οι μάχες, τις οποίες γράφει με συντομία και ανόρεχτα. Μια από αυτές, η οποία ρίχνει το βάρος στην αγωνία, τον πόνο και τον μόχθο των αμυνόμενων, είναι σχεδόν σε όλη της την έκταση υπόδειγμα. Αυτό εμένα μου λέει πως μπορεί η κυρία Χρήστου να γράψει και συναρπαστικές σκηνές δράσης αν το πάρει απόφαση. Αν δε θέλει, πάντως, μια λύση είναι να διαμορφώσει την πλοκή της έτσι ώστε να μην είναι αναγκασμένη να τις συμπεριλάβει. Δεν υπάρχει κάποια υποχρεωτική λίστα υλικών που πρέπει να καλύπτει ένα βιβλίο φάνταζυ. Δε χρειάζεται να είναι οι κεντρικοί χαρακτήρες πολεμιστές και ηγεμόνες, αν δεν επιθυμούμε να γράψουμε (ή να μάθουμε να γράφουμε) για μάχες και για πολιτική. Ο πόλεμος, ας πούμε, είναι πόλεμος για όλους, και θα τον καταλάβουμε μια χαρά ακόμη κι από τη σκοπιά ενός άμαχου, ειδικά αν ο συγγραφέας ταυτίζεται καλύτερα μαζί του κι έτσι μπορεί να μας κάνει κι εμάς να ταυτιστούμε.

 

 

 

Βέβαια, τα παραπάνω τοπικά ελαττώματα δεν αναιρούν τις αρετές του βιβλίου, οι οποίες το διαποτίζουν συνολικά. Με τους κεντρικούς χαρακτήρες γίνεται καλή δουλειά (ξεχώρισα τη Ροβίρα, όπως και τον Ράζαθορ) και μια αρκετά μεγάλη περίοδος παρουσιάζεται πότε με το στρωτό ρυθμό και πότε με το ρυθμό που απαιτεί η ίδια η πλοκή, βρίσκοντας τον τρόπο να τον επιβάλει στον αναγνώστη. Μυστήρια και αγωνία υπάρχουν σε επαρκή αφθονία για να μη συνεχίζει κανείς να διαβάζει από αδράνεια, αλλά με πραγματικό ενδιαφέρον για το τι θα γίνει παρακάτω. Ακόμη και στο τέλος του βιβλίου, το οποίο κλείνει με σημαντικές υποσχέσεις για τις δυο συνέχειές του.

 

 

 

Ετυμηγορία

 

 

Το βιβλίο είναι ήπιο και ώριμο, έργο μιας συγγραφέα που έχει δουλέψει την τέχνη της κι έχει διαβάσει το είδος που θέλει να υπηρετήσει. Αν κάποιος θέλει οπωσδήποτε επικές μάχες και μαγικά πυροτεχνήματα σωρηδόν από το επόμενο κείμενο που θα διαβάσει, μάλλον θα απογοητευτεί αν επιλέξει το συγκεκριμένο. Οι υπόλοιποι, κάθε άλλο παρά θα χάσουν από την ανάγνωση των «Λαξευτών της Παλίρροιας»

 

 

 

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ πολύ, Λευτέρη, για την αναφορά σου στους Λαξευτές.

 

Χαίρομαι που υπήρχαν αρκετά πράγματα που σε ικανοποίησαν και ομολογώ ότι βρήκα πολύ ενδιαφέροντα και τα σημεία που θέτεις τις αντιρρήσεις σου πως κάτι δεν πήγε καλά. Κρίμα που δεν είχα αυτές τις πληροφορίες (ή έστω και τις απορίες) όταν δούλευα με τα επόμενα βιβλία για να μπορέσω να τα συμμαζέψω εκεί.

 

Παρόλο που νομίζω ότι κάπου τελικά θα τα ομολογήσω όλα μέχρι το τέλος (και θα τα δεις αν αντέξεις να μείνεις μέχρι τότε μαζί μου :rolleyes:), μπορώ να αποκαλύψω τουλάχιστον τα παρακάτω:

1. Μια κλεψύδρα ισοδυναμεί με μισή ώρα. (Παρεμπιπτόντως μου το έχει επισημάνει και άλλος ότι έπρεπε κάπως να το είχα εξηγήσει αυτό).

2. Ένας κύκλος του Φλάγκαν ισοδυναμεί περίπου με έναν γήινο σεληνιακό μήνα (τέσσερις εβδομάδες). Υπάρχουν μόνο οι μήνες του Φλάγκαν του κίτρινου φεγγαριού, που βρίσκεται πιο κοντά τους. Μετράνε το χρόνο με βάση αυτόν.

Ο απόμακρος Ρόγκαν έχει τροχιά περιφοράς περίπου έξι εβδομάδων και δεν επηρεάζει τίποτα άλλο εκτός από το φως στον ουρανό και την παλίρροια.

 

Και πάλι σ' ευχαριστώ πολύ για το χρόνο που αφιέρωσες να γράψεις τόσο αναλυτικά για το θέμα. :)

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

[...] Ο άνθρωπος Βάσω Χρήστου.

 

[...] Άλλά σημαντικά μειονεκτήματα:

Δεν πίνει - εκτός από μια φορά που την πότισα μια μπύρα με το χωνί.

 

/gossip mode/

 

ΟΚ, μετά από δυόμισι (πολύ όμορφα είναι η αλήθεια) χρόνια, αισθάνομαι υποχρεωμένος να κάνω ένα πολύ σημαντικό και ευχάριστο edit:

 

Δεν πίνει!

 

Και αλήθεια, θέλετε να είστε εκεί όταν συμβαίνει αυτό!

 

/end of gossip mode/

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

[...] Ο άνθρωπος Βάσω Χρήστου.

 

[...] Άλλά σημαντικά μειονεκτήματα:

Δεν πίνει - εκτός από μια φορά που την πότισα μια μπύρα με το χωνί.

 

/gossip mode/

 

ΟΚ, μετά από δυόμισι (πολύ όμορφα είναι η αλήθεια) χρόνια, αισθάνομαι υποχρεωμένος να κάνω ένα πολύ σημαντικό και ευχάριστο edit:

 

Δεν πίνει!

 

Και αλήθεια, θέλετε να είστε εκεί όταν συμβαίνει αυτό!

 

/end of gossip mode/

 

Κάλλιο αργά παρά ποτέ! Η φήμη μου αποκαταστάθηκε!:lol:

Και πού να δεις τι θα γράψεις όταν χορέψω κι εκείνο το τσιφτετελι τον παραδοσιακό χορό που συνηθίζεται στα πανηγύρια του Ρουμπάν!

Link to comment
Share on other sites

  • 2 months later...

Αποφάσισα, μιας κι η συγγραφέας, όταν έμαθε πως άρχισα να διαβάζω την τριλογία της, άρχισε τα "το τρίτο βιβλίο είναι το καλύτερο" και "το δεύτερο δεν μου αρέσει πολύ" και "στο πρώτο δεν είχε κάνει σχόλια ο Μανωλιός" και γενικά μόνο τα νύχια της δεν έφαγε, να κάνω κριτική σε κάθε βιβλίο ξεχωριστά κι όχι σε όλο το έργο. Αρχίζω, λοιπόν, με τον "Λαξευτές της Παλίρροιας", το οποίο πρόσφατα τελείωσα.

 

Υποκειμενικά

 

Μου άρεσε. Ήταν μια ευκολοδιάβαστη ιστορία, που κύλησε σα νεράκι, άφησε όμορφες εντυπώσεις και εικόνες, αν και την ήθελα πιο σκληρή σε ορισμένα σημεία. Προβλέψιμη, αλλά όχι δυσάρεστα τέτοια, με συμπαθείς, αν και όχι εξαιρετικούς ήρωες. Με το που έκλεισα το πρώτο βιβλίο, έπιασα κατευθείαν το δεύτερο, πράγμα που (για μένα) σημαίνει ότι το ενδιαφέρον μου δεν χάθηκε, ήθελα να μάθω τι έγινε παρακάτω, ποια εξέλιξη είχαν οι ήρωες. Μου άρεσε πάρα πολύ η κεντρική ιδέα και η χρήση της μαγείας. Αν και οι επιρροές ήταν ξεκάθαρες, η επεξεργασία ήταν πάρα πολύ λειτουργική για μένα.

 

Ιδέα (από εδώ και πέρα, κάθε δύο γραμμές είναι σπόιλερ και βαριέμαι να βάζω tags. Όποιος δεν έχει διαβάσει το βιβλίο, ας μην διαβάσει)

 

Η μεταφορά από πύργο σε πύργο μέσω της πέτρας είναι αξιοζήλευτη σαν ιδέα. Οι πολύμορφοι, τα αστερόπτερα είναι πλάσματα που δείχνουν όχι μόνο την φαντασία, αλλά και την λεπτομερή δουλειά της συγγραφέως. Η χρήση των στοιχείων, η σύνδεση μεταξύ τους λειτουργεί πάρα πολύ καλά. Σαν υπόθεση είναι αρκετά τεττριμένη, με αρκετές επιρροές από Τόλκιν και άλλους συγγραφείς της φανταστικής λογοτεχνίας. Η προβλεψιμότητα αγγίζει το 100%, χωρίς όμως αυτό να στερεί τον αναγνώστη απ' την απόλαυση. Προσωπικά, ήθελα τουίστ. Ήθελα να μην ολοκληρωθεί τόσο τέλεια ο κύκλος. Ήθελα κάτι το οποίο να μου θυμίζει την πραγματική ζωή, στην οποία υπάρχει ο αστάθμητος παράγοντας (τύχη και γκαντεμιά), η αλλαγή προτεραιοτήτων, το απρόβλεπτο στοιχείο. Δεν τα βρήκα καθόλου.

 

Κόσμος

 

Το μόνο σίγουρο είναι πως η Βάσω επένδυσε εργατοώρες στην σύλληψη και την δημιουργία του Ρουμπάν, έζησε και περπάτησε τα μονοπάτια του πριν το χαρίσει στους αναγνώστες. Δεν έχουμε μια ξερή γεωγραφία. Έχουμε έναν κόσμο ζωντανό, που πάλλεται στον ρυθμό των στοιχείων, που πονάει απ' τα αστερόπτερα, που υποφέρει μαζί με τους ήρωες. Έχουμε έναν κόσμο που γίνεται αντιληπτός στον αναγνώστη με όλες του τις αισθήσεις. Το Ρουμπάν δεν είναι σκηνικό ταινίας, με χάρτινες προσόψεις σπιτιών, δεν αποτελεί απλά ένα μπακγκράουντ για την ιστορία. Είναι η ιστορία. Έχει λεπτομέρεια, υφή και πραγματικά στοιχεία. η Βάσω δεν υπεραναλύει το Ρουμπάν, δεν προσπαθεί να εκβιάσει τον αναγνώστη να το δει όπως το ονειρεύτηκε η ίδια. Θεωρεί σαν δεδομένο ότι το Ρουμπάν είναι πραγματικό κι αφήνει, μέσα από ζωντανές, αυθόρμητες, αλλά όχι επιτηδευμένες περιγραφές, να το ζήσει ο αναγνώστης.

 

Χαρακτήρες

 

Εδώ κάπου αρχίζει να φαίνεται το νεαρό της ηλικίας της συγγραφέως όταν άρχισε να δημιουργεί την ιστορία, καθώς και οι επιρροές της απ' την κλασική επική λογοτεχνία του φανταστικού. Οι χαρακτήρες είναι απολύτως στερεοτυπικοί. Τα επίπεδα γκρίζου ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο είναι υπερβολικά λίγα για να τους κάνουν πραγματικούς. Τα συναισθήματα, οι σκέψεις τους, οι αντιδράσεις τους είναι πάντα απολύτως αναμενόμενα, δοσμένα σε υπερθετικό και μην πραγματικό βαθμό. Οι μεταξύ τους σχέσεις είναι στερεοτυπικές σε βαθμό κακουργήματος. Οι κακοί είναι ΚΑΚΟΙ ΚΑΙ ΜΟΧΘΗΡΟΙ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ, οι καλοί είναι ΚΑΛΟΙ ΚΑΙ ΑΔΙΑΦΘΟΡΟΙ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΟΙ. Δεν περνάει η πονηριά απ' το μυαλό των καλών, δεν περνάει η απλή κοινή λογική απ' το μυαλό των κακών. Με το που γνωρίζεις έναν χαρακτήρα, ξέρεις αυτόματα τι ρόλο πρόκειται να βαρέσει και ποια ακριβώς θα είναι η εξέλιξή του και η σχέση του με τους άλλους. Χωρίς να είναι επιδερμικοί οι χαρακτήρες, εν τούτοις είναι μη αληθοφανείς.

 

Εξέλιξη της ιστορίας

 

Εδώ επίσης φαίνεται το νεαρό της Βασούλας όταν έγραφε το πρώτο βιβλίο. Τυπικό good vs evil, με αναμενόμενο τέλος. Αφελής ιστορία, την σώζει το πολύ ιδιαίτερο στοιχείο μαγείας και τα υπέροχα πλάσματα που εισάγει. Ευχάριστη, αλλά όχι η ιστορία που θα σε τινάξει στον αέρα. Περισσότερο η ιστορία φαίνεται πως γράφτηκε για να "ντύσει" το Ρουμπάν και την πάρα πολύ πρωτότυπη ιδέα των Πύργων της Δύναμης. Υπάρχουν κάποια κομμάτια τα οποία φαίνεται πως δεν έχουν δουλευτεί αρκετά, όπως επίσης υπάρχουν πράγματα που γίνονται βεβιασμένα (κι αυτό φαίνεται), προκειμένου να πάει η συγγραφέας την ιστορία εκεί που θέλει. Περισσότερο αυτό συμβαίνει στην αρχή του βιβλίου, τα πράγματα βελτιώνονται άρδην συνεχίζοντας κι η υπόθεση εκτινάσσεται με την επίθεση των αστερόπτερων. Σ' αυτό το σημείο, η νεαρή και ρομαντική συγγραφέας τρώει ένα σουτ βολέ κι αναλαμβάνει μια σκληρή κι αδυσώπητη μάτσο γκόμενα να περιγράψει πώς κόβουν ποπουδέλια τα αστερόπτερα. Η Βάσω που συμπαθεί (ίσως) κάποιους ήρωες, τους βλέπει να σφαγιάζονται άγρια απ' την απολύτως απαθή χρονικογράφο που περιγράφει μια καταστροφή χωρίς συναισθηματισμούς.

 

Γραφή

 

Η δύναμη της πένας της Βασούλας είναι γνωστή. Άγουρη, απαίδευτη σε κάποια σημεία, αφελής και ρομαντική σ' αυτό το πρώτο και μεγάλο έργο, αλλά η προοπτική είναι εκεί. Ξεκινά πιο δειλά, φοβισμένα σχεδόν, εξελίσσεται σελίδα με την σελίδα και βγάζει πλούσια συναισθήματα (αν και με την γλυκιά αφέλεια κι απολυτότητα της νιότης), ζωντανές περιγραφές και μαγευτικές εικόνες. Η γραφή βοηθάει όλες τις αισθήσεις να συμμετάσχουν στην ιστορία.

 

 

Αυτά από μένα για το πρώτο βιβλίο της τριλογίας των λαξευτών. Ήδη είμαι στα μισά του δεύτερου και, παρά τις ενστάσεις και τις παρατηρήσεις μου, το απολαμβάνω ήδη πάρα πολύ. smile.gif

Edited by Sonya
  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Τα είπαμε και κατ' ιδίαν στο μυτίνγκιο, αλλά πρέπει να τα πω και δημόσια: Σ' ευχαριστώ πολύ, Χριστίνα, για το χρόνο σου να διαβάσεις και να σχολιάσεις, και βέβαια χαίρομαι ιδιαίτερα που μένεις ικανοποιημένη από το σύνολο και που σου άρεσε ο κόσμος των Λαξευτών.

Όσο για τα επί μέρους, κάθε φορά που διαβάζω το ποστ όλο και περισσότερο συμφωνώ μαζί σου και για την κοσμοπλασία -που ήταν πράγματι για μένα σημαντικότερη και από την ίδια την ιστορία, μόνο που δεν το είχα καταλάβει ακόμα- και για τις επιρροές μου και τις απόψεις μου για το τι πρέπει να γράφει κανείς στο φάντασυ, και για το πώς έβλεπα τον κόσμο, με το good vs. evil εκείνη την εποχή.

Ένα-δυο φορές ευχήθηκα να μπορούσα είκοσι χρόνια πριν, όταν έγραφα την ιστορία, να είχα το τόσο χρήσιμο feedback που λαμβάνω τώρα, αλλά βέβαια, ναι, αυτό είναι όντως φάντασυ... :) Όσα μου λέτε ωστόσο είναι ιδιαίτερα πολύτιμα για μελλοντικά πονήματα και σας ευχαριστώ.

 

[...] και γενικά μόνο τα νύχια της δεν έφαγε, να κάνω κριτική σε κάθε βιβλίο ξεχωριστά κι όχι σε όλο το έργο. Αρχίζω, λοιπόν [...]

 

Με τα νύχια έχω τελειώσει από μέρες. Τώρα προχωράω ακάθεκτη στα δάχτυλα μέχρι την επόμενη κριτική :lol:.

Link to comment
Share on other sites

Έρχεται συντόμως, καθώς τελείωσα και το δεύτερο βιβλίο. (Στο λέω από τώρα μέχρι να την γράψω, να δω αν μετά θα σου έχουν μείνει δάχτυλα ν' απαντήσεις :Ρ)

 

 

Link to comment
Share on other sites

Τώρα που κοντεύω να τελειώσω και το τρίτο βιβλίο, ας κάνω την κριτική στο δεύτερο.

 

Υποκειμενικά

 

Και πάλι, μου άρεσε. Πιο σκληρό και πιο ώριμο απ' το πρώτο βιβλίο, πιο προσεγμένο στους χαρακτήρες και την μεταξύ τους σχέση. Σιγά σιγά η συγγραφέας ξεφεύγει απ' τα στερεότυπα (χωρίς, ωστόσο, τα επίπεδα του γκρίζου να φτάνουν την απόλυτη αληθοφάνεια), αν και διατηρεί ακόμα την συναισθηματικότητά της απέναντι στους χαρακτήρες που την εμποδίζει να τους αντιμετωπίσει αντικειμενικά.

 

Ιδέα

 

Έχουμε καινούργια στοιχεία πλέον. Έχουμε έναν κακό που, μυστηριωδώς, την σκαπούλαρε απ' το πρώτο βιβλίο και ο οποίος αυτός κακός εισάγει καινούργια δεδομένα. Οι δυνάμεις που είχαμε μάθει διαστρεβλώνονται και πλέον οι χαρακτήρες πρέπει ν' αντιμετωπίσουν με καχυποψία όλα αυτά που εμπιστεύονταν. Αυτό, από μόνο του, δίνει νέα πνοή στις δυνάμεις των στοιχείων. Ο αναγνώστης δεν πλήττει από επανάληψη δεδομένων, αντίθετα οι γρίφοι που διαδέχονται ο ένας τον άλλο, τον προκαλούν να τους λύσει πριν δώσει το σκονάκι η συγγραφέας.

 

Κόσμος

 

Και πάλι, εισάγονται καινούργια στοιχεία. Νέοι πύργοι, καινούργια μέρη. Το Ρουμπάν συνεχίζει να είναι αξιοζήλευτα καλοδουλεμένο και το βιβλίο αφήνει να εννοηθεί πως από πίσω υπάρχει πολύ ζουμί ακόμα. Η οικειότητα της συγγραφέως με τον κόσμο είναι εμφανής στην παραμικρή του λεπτομέρεια. Δεν εισάγονται στοιχεία απ' το πουθενά για να καλύψουν ανάγκες. Είναι όλα εκεί, ήταν απ' την αρχή και δίνονταν/δίνονται διαδοχικά στον αναγνώστη. Έτσι, ούτε τον μπουκώνει με περιττές πληροφορίες, ούτε τον αφήνει ξεκρέμαστο ν' αναρωτιέται πού βρίσκεται.

 

Χαρακτήρες

 

Εισαγωγή νέων προσώπων και χρήση των παλιών σε διαφορετικούς ρόλους. Οι σχέσεις αλλάζουν, οι χαρακτήρες εξελίσσονται με βάση τα δεδομένα του πρώτου βιβλίου. Είναι καταφανής η ωρίμανση της συγγραφέως σ' αυτόν τον τομέα, ακόμα κι αν δεν μπορεί ν' απαλλαγεί απόλυτα απ' τα στερεότυπα. Τουλάχιστον, όμως, αυτή την φορά οι χαρακτήρες είναι πιο προσεγγίσιμοι και πιο πραγματικοί. Συνεχίζει να ξενίζει το απόλυτο που θέτει (όλες οι αγάπες κι όλοι οι έρωτες είναι απολύτως τέλειοι, χωρίς σκαμπανεβάσματα, χωρίς χωρισμούς, ψυχρότητες και καθημερινές πραγματικότητες) και διαφαίνεται μια λαχτάρα να ήταν έτσι κι ο έρωτας στην ζωή. Αυτό στερεί απ' την αληθοφάνεια, ωστόσο της το συγχωρεί ο αναγνώστης, γιατί είναι αρκετά καλοδοσμένα τα ρομάντζα, αν και υπερβολικά, μα υπερβολικά συναισθηματικά και ρομαντικά. Στα πολύ θετικά, η σε βάθος ψυχολόγηση των παιδιών, αν και οι σκέψεις τους αγγίζουν πολλές φορές τον τρόπο του παραμυθιού για παιδιά κι όχι της φανταστικής ιστορίας για ενήλικες. Τα ρομάντζα (ή μάλλον το ρομάντζο :Ρ), αναμενόμενο απ' τις πρώτες σελίδες.

 

Εξέλιξη της ιστορίας

 

Ξεκινάμε με τουίστ. Αυτό, από μόνο του, είναι ένα πάρα πάρα πολύ θετικό στοιχείο! Η συγγραφέας δεν διστάζει να θυσιάσει έναν απ' τους πρωταγωνιστές του πρώτου βιβλίου και μάλιστα τόσο απότομα που αμφιβάλλω αν κι ο χαρακτήρας κατάλαβε από πού του ήρθε. Μπαμ και κάτω, χωρίς καμία προειδοποίηση. Για μένα, τουλάχιστον, αυτό λειτούργησε πάρα πολύ θετικά. Αφήνει τον σύντροφό του κουρέλι, τα παιδιά ορφανά και τα πάντα μπάχαλο. Οι καινούργιοι χαρακτήρες που εισάγονται (τα παιδιά) τσουλάνε χωρίς καμία προσπάθεια την ιστορία και μπαίνουν πάρα πολλές φορές στο προσκήνιο. Εδώ έχουμε, όμως, ένα σκάλωμα αναληθοφάνειας: σχέση χαρακτήρων. Η μικρή Σέριλι, παρατημένη απ' τη μάνα της με το στίγμα της ολοφάνερο, αφήνεται στην τύχη της απ' όλους, εκτός απ' την Ράιλις, που όμως μας αφήνει χρόνους πολύ νωρίς. Και ρωτάει, εύλογα, ο αναγνώστης: εντάξει, ο Κένταλ μέσα στον πόνο του το ξεχνάει τ' ορφανό, εντάξει, η Τορέυν το είχε γραμμένο απ' την αρχή, αλλά η Τέρανι; Δεν αποζητάει την φιλενάδα της; Η Ράιλις, που το είχε υπό την προστασία της, τόσα χρόνια δεν είχε πει πέντε κουβέντες με την Τορέυν για το δόλιο; Φάουλ της συγγραφέως εδώ. Στο προσκήνιο γι ακόμα μια φορά η διαβολική Ροβίρα και οι δολοπλοκίες της. Καινούργιες δυνάμεις εισάγονται από έναν ύπουλο και μεθοδικό χαρακτήρα που μπορεί με μεγάλη ευκολία να ρίχνει στάχτες στα μάτια και των ηρώων του βιβλίου και του αναγνώστη. Η δράση περνάει από χαρακτήρα σε χαρακτήρα κι όλοι μαζί βάζουν το λιθαράκι τους στο οικοδόμημα του βιβλίου. Στα πολύ θετικά η ανακάλυψη των μικρών πολύμορφων και οι σχέσεις τους με τους χαρακτήρες, όπως και η ωρίμανση της μικρής Τέρανι. Σαφώς και δεν θα μπορούσαμε να γλυτώσουμε απ' την σχέση καλού-κακού, ούτε απ' την αναπόφευκτη νίκη του καλού και την θυσία ενός άσχετου χαρακτήρα, ο οποίος φαίνεται σαν να υπήρχε μόνο και μόνο για να δώσει την λύση. Παρά την προφανή βελτίωση, η συγγραφέας δεν ξεφεύγει απ' την λούμπα του από μηχανής θεού και των κινήσεων που γίνονται μόνο και μόνο για να εξυπηρετηθεί ένας σκοπός.

 

Γραφή

 

Κι εδώ παρατηρείται βελτίωση σε σχέση με το πρώτο βιβλίο. Η Βάσω δεν θα χάσει ποτέ και για κανέναν λόγο την λυρική και ρομαντική γραφή που την χαρακτηρίζει, αλλά τουλάχιστον δεν υπερβάλλει τόσο πολύ στις εκφράσεις της. Δεν χρειάζεται να εκθειάσω την δύναμη της πέννας της, το μόνο που μπορώ πια να πω είναι ότι οι φόβοι της φεύγουν, σιγά σιγά, δεν διστάζει να πονέσει η ίδια ούτε να πονέσει τους χαρακτήρες και τον αναγνώστη. Παρά τα λεγόμενά της ότι αυτό είναι το χειρότερο απ' τα τρία, εγώ το βρήκα καλύτερο απ' το πρώτο.

 

 

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Και τώρα, πλέον, που τελείωσα και το τρίτο βιβλίο, ας ολοκληρώσω την κριτική.

 

Υποκειμενικά

 

Ξεπερνάω το "μου άρεσε". Δεν μου άρεσε απλά. Όσο γυρόφερνε το τέλος και το πλησίαζε από δω κι από κει, μειδίαζα, με μικρές ευτυχισμένες βωμολοχίες να ξεφεύγουν πού και πού. Με ελάχιστα σκαλώματα, η συγγραφέας παίρνει όλα τα κομματάκια του παζλ που είχε αριστοτεχνικά σκορπίσει εδώ κι εκεί στα δύο πρώτα βιβλία και τα ενώνει, δείχνοντας την μεγάλη εικόνα. Είναι εκεί. Είναι ολοφάνερη απ' την αρχή και κρύβεται με μαεστρία μέχρι και τα μισά του τρίτου βιβλίου. Νομίζω ότι θα μπορούσε ν' αποτελεί μάθημα στην δημιουργική συγγραφή "πώς να έχετε το τέλος μέσα στο βιβλίο σας απ' την αρχή, ακριβώς κάτω απ' τη μύτη του αναγνώστη κι αυτός να μην το βλέπει". Μου φανέρωσε μια συγγραφέα υπομονετική, που ξέρει τι ακριβώς έχει σπείρει και πού και κάθεται μετά πίνοντας τον καφέ της να βλέπει τους καρπούς να βγαίνουν μόνοι τους. Αριστοτεχνική δουλειά!

 

Ιδέα

 

Έχει έρθει πια η ώρα να δεθούν όλα τα κομμάτια ιστορίας, να δοθεί ένα τέλος οριστικό κι αμετάκλητο, να κλείσουν οι κύκλοι. Κι αυτό γίνεται με τον πιο ευρηματικό τρόπο. Μικρά ψήγματα πραγματικότητας και επιστημονικής φαντασίας βαφτίζονται "μαγεία" και μπαίνουν στον χορό για να δώσουν το τέμπο. Εισάγονται ακόμα περισσότερα στοιχεία και, πλέον, η λύση δεν βρίσκεται στην κάλυψη του προβλήματος, όπως στα δύο πρώτα βιβλία (στο πρώτο ο αγώνας για το φλογέλαιο και στο δεύτερο ο αγώνας για την φόρτιση του ρουμπινιού), αλλά στην ουσία του. Ό,τι έκανε τα αστερόπτερα την μάστιγα του Ρουμπαν, αυτό και θα τα ξεκάνει. Όχι με θάνατο, γιατί οι ήρωες έχουν ωριμάσει, έχουν μορφωθεί και καταλαβαίνουν την αναγκαιότητα για την ύπαρξη όλων των πλασμάτων, αλλά με σοφία και σύνεση. Η μαγεία θα πρωταγωνιστήσει στην ισχυρότερη μορφή της, λύνοντας το πρόβλημα απ' τη ρίζα μια και καλή. Δεν έχω λόγια να περιγράψω την ευρηματικότητα της συγγραφέως σ' αυτό το τελευταίο βιβλίο. Φάνταζυ για σεμινάρια. Φάνταζυ το οποίο θα σου δώσει κάτι να πάρεις στην πραγματική σου ζωή. Χωρίς ψευτοηθικολογίες, η Βάσω Χρήστου δίνει πραγματικότητα φιλτραρισμένη από ένα πολύχρωμο και ολοζώντανο πρίσμα φαντασίας.

 

Κόσμος

 

Γνωρίζουμε καινούργια μέρη, γι ακόμα μια φορά. Επιπλέον, τώρα πια δεν περιοριζόμαστε σ' ένα μόνο μοτίβο, αλλά η συγγραφέας παίζει σε πολλά ταμπλώ. Οι ντόμπροι και σταράτοι, αλλά αμόρφωτοι ανατολίτες συναντούν μια πόλη στην οποία η γνώση είναι τόσο απέραντη όσο κι η διπλωματία στην χειρότερη μορφή της. Η συγγραφέας δεν παραλείπει να κάνει συγκρίσεις, ν' αφήσει τους χαρακτήρες να κρίνουν και να μάθουν, ν' αφήσουν το δικό τους στίγμα. Επίσης, εισάγεται κι ένας εξ ολοκλήρου διαφορετικός κόσμος, με άλλα ήθη κι έθιμα και διαφορετική μαγεία. Για ακόμα μια φορά φαίνεται το δέσιμο της συγγραφέως με τον κόσμο που τόσο αριστοτεχνικά και λεπτομερειακά έχει δημιουργήσει. Θα μου επιτραπεί, ελπίζω, να συγκρίνω το Ρουμπάν με την Παλάμη του Kay, με την Μέση Γη του Tolkien και να μην βρω τίποτα λειψό στο Ρουμπαν. Δεν βρίσκω τι θα μπορούσε η Βάσω Χρήστου να ζηλέψει από την κοσμοπλασία των μεγάλων δασκάλων της λογοτεχνίας του φανταστικού. Μπορώ να πω πως σαν αναγνώστρια έζησα και περπάτησα το ολοζώντανο Ρουμπάν και σαν συγγραφέας ζήλεψα την ικανότητά της να δημιουργήσει έναν τόσο λεπτομερή και καλοδουλεμένο κόσμο.

 

Χαρακτήρες

 

Για ακόμα μια φορά έχουμε εξέλιξη. Επιτέλους, τα επίπεδα γκρίζου φτάνουν σε σχεδόν ικανοποιητικά επίπεδα. Πλέον μπορεί να διαφανεί πως ο Κένταλ, η Σέριλι, η Τέρανι, η Λύρις, ο Λέβαν δεν είναι μόνο κομμάτια της συγγραφέως, αλλά έχουν πάρει ζωή. Παίρνουν αποφάσεις δικές τους, μεγαλώνουν και ωριμάζουν μόνοι τους. Η συγγραφέας δεν τους χρησιμοποιεί σαν ηθοποιούς μόνο και μόνο για να ντύσει ένα σκηνικό, αλλά τους αφήνει πρωτοβουλίες και πεδία δράσης. Σημαντική και υπέροχη η προσθήκη ένος τόσο βαθύ χαρακτήρα όπως η Βισάνυ. Πάρα πολλά χειροκροτήματα για την δημιουργία της θεραπεύτριας. Ο έρωτας συνεχίζει να είναι μια ονειρομπουρμπουλήθρα εκτός σφαίρας πραγματικότητας, αλλά συνεχίζουμε να μιλάμε για την Βάσω Χρήστου, ε; Κάτι το οποίο εγώ βρίσκω αρνητικό για έναν συγγραφέα και το οποίο είναι σήμα κατατεθέν της Βασούλας, είναι το συναισθηματικό δέσιμο με τους χαρακτήρες. Τους αγαπάει. Δεν θέλει να τους πονέσει. Το κάνει με δικό της προσωπικό πόνο καρδιάς κι αυτό φαίνεται. Τους βλέπει σαν παιδιά της. Λοιπόν, κυρία Χρήστου, έχω να σας πω δυο λογάκια πάνω σ' αυτό: αποστασιοποιήσου απ' τους χαρακτήρες σου. Άφησέ τους να υποφέρουν. Άσε τους να γίνουν απόλυτα πραγματικοί. Θα σε εκπλήξει, ίσως, το πόσο θα εξελιχθούν, αν τους αφήσεις να πετάξουν, να πέσουν, να χτυπήσουν, να πεθάνουν, να φοβηθούν τον θάνατο, να δειλιάσουν, να κάνουν λάθη, να χάσουν. Δες τους πραγματικά σαν παιδιά σου, τα οποία κάποια στιγμή απογαλακτίζονται και ΠΡΕΠΕΙ να βιώσουν την ζωή με όλο τους το είναι.

 

Εξέλιξη της ιστορίας

 

Τα σκαμπανεβάσματα είναι ελάχιστα στο τρίτο βιβλίο. Η ιστορία κυλάει ομαλά και είναι καταφανής η επιρροή Μανωλιού, καθώς δεν υπάρχει ούτε μία πληροφορία που να περισσεύει. Αφού ξεπεράσω τους διθυράμβους που έπλεξα σχετικά με την χρήση όλων των πληροφοριών προκειμένου να επέλθει η οριστική λύση, θα σταθώ σε δύο σημεία που το ένα μου έκοψε τη μαγιονέζα και το άλλο θα το έγραφα εγώ διαφορετικά. Το πρώτο αφορά την Σέριλι και τον τρόπο με τον οποίο έμαθε το σχέδιο δολοφονίας της Νταναΐν. Φάουλ απ' τα κραυγαλέα. Φωνάζει από δέκα χιλιόμετρα μακριά πως αυτή η σκηνή έχει γραφτεί μόνο και μόνο για να πάει την ιστορία εκεί που θέλει η συγγραφέας. Τα είπα στην Βάσω κι απ' το τηλέφωνο, τα λέω κι από δω. Είχες ευκαιρίες να δείξεις την πόλη, να την περπατήσει ο αναγνώστης και να του την περιγράψεις. Δεν χρειαζόταν να εκβιαστεί τόσο κραυγαλέα η αποκάλυψη για την δολοφονική απόπειρα. Ο αναγνώστης θα μπορούσε να είναι ανυποψίστος, η απόπειρα να γίνει κι η Σέριλι, σαν έμπειρη τοξότρια, να δει τον επίδοξο δολοφόνο και να προστατέψει επί τόπου την πριγκίπισσα. Αυτό θα της έδινε και το credit και θα κέρδιζε την εμπιστοσύνη της βασίλισσας χειροπιαστά. Είναι λίγο απαράδεκτο, για ένα τόσο καλοδουλεμένο έργο, να πιστεύουν μια άγνωστη, η οποία μόλις έχει δολοφονήσει και την γητεύτρια του παλατιού. Το δεύτερο είναι καθαρά προσωπικό. Εγώ θα σκότωνα τον Κένταλ. Έφτασε στο ζενίθ του, έγινε λαξευτής, ο κύκλος του έπρεπε να κλείσει. Θα με έφερνε στα δάκρυα μια σκηνή στην οποία η Σέριλι θα χάιδευε τα μαλλιά του νεκρού Κένταλ, όπως είχε κάνει όταν ήταν παιδάκι κι αυτός κοιμόταν. Αλλά αυτό είναι κάτι καθαρά προσωπικό και επ' ουδενί δεν χαλάει την ιστορία.

 

Γραφή

 

Υπέροχη, όπως πάντα. ΑΛΛΑ! Είχες πολύ ψωμί το οποίο θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις για να ταΐσεις τον αναγνώστη δάκρυα. Νομίζω πως ήταν συνειδητή η επιλογή να μην το κάνεις, αν και εγώ θα το ήθελα. :)

 

 

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Έρχεται συντόμως, καθώς τελείωσα και το δεύτερο βιβλίο. (Στο λέω από τώρα μέχρι να την γράψω, να δω αν μετά θα σου έχουν μείνει δάχτυλα ν' απαντήσεις :Ρ)

 

 

 

Εμ, γιατί νομίζεις πως δεν γράφω τίποτα αυτές τις μέρες; Επειδή και καλά είμαι διακοπές; Είναι που δεν μου έχει μείνει ούτε ένα δάχτυλο... :lol:

 

 

ΟΚ, σοβαρά τώρα. Ευχαριστώ πάρα πολύ για τα σχόλια.

Κάποια από τα σχετικά με την κοσμοπλασία του πολυαγαπημένου μου Ρουμπάν με έκαναν να :blush:.

Τα είπαμε και πολύ σποϊλεριαστικά δια ζώσης, να πω κι εδώ πόσο πολύ χαίρομαι που σου άρεσε.

:bounce8:

 

(Αν δεν έγινε φανερό, είμαι πανευτυχής).

Link to comment
Share on other sites

  • 4 months later...

Λοιπόν, μόλις τελείωσα κι εγώ τους "Λαξευτές της Παλίρροιας".

 

Μου άρεσε:

 

-το ότι ήταν ευκολοδιάβαστο, γιατί για μένα το "δεν κατάλαβα" είναι γενικά από τις φράσεις που σκέφτομαι ότι πρέπει να τις φτιάξω σε ταμπελάκια

-ο τρόπος αφήγησης, ας τον πούμε "γυναικείο", που περιείχε αρκετές λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή των χαρακτήρων, τι φοράνε, τι διδάσκονται, πώς έχουν το νου τους να μαζέψουν, που λέει ο λόγος, τα ρούχα απ' την ταράτσα όταν πιάνει βροχή. Θέλω να πω, οι ήρωες δεν ασχολούνται μόνο με μεγαλεπήβολα σχέδια και επικές μάχες, αλλά μαθαίνουμε και τα ψιλά του τρόπου ζωής τους κι αυτό κάνει το βιβλίο πολύ πιο πειστικό/ρεαλιστικό. Τρελαίνομαι για ουτοπίες και για περιγραφές κόσμων.

-η μάχη με τα αστερόπτερα. Μέχρι τώρα είχα την εντύπωση ότι όλες οι σκηνές μάχης είναι λίγο πολύ οι ίδιες και δε μπορεί να υπάρχει και πολύ μεγάλη ποικιλία, αλλά αυτή ήταν πιο ενδιαφέρουσα. Δεν είναι επική σύγκρουση ανάμεσα σε ήρωες απρόσιτους-ψώνια, αλλά συνδυάζει το συναρπαστικό του πολεμάω-με-τέρατα και το προσγειωμένο του ξεριζώνω-από-τον-κήπο-μου-τα-αγριόχορτα.

-ο Ράζαθορ, που μου θυμίζει πλάσματα-τέρατα της ελληνικής μυθολογίας.

 

Δε μου άρεσε:

 

-που όλοι οι χαρακτήρες ως ένα σημείο μοιάζουν, μιλάνε στρωτά, δεν έχουν κανένα ενοχλητικό ψυχικό τραύμα ή κάτι τέτοιο, κανένας δεν είναι χτυπητά πιο εκκεντρικός από τους άλλους, κανείς δεν έχει κάποιο χαρακτηριστικό/πάθος που να τον ξεχωρίζει έντονα από τους άλλους.

-το κάπως πολύ για τα γούστα μου μπλα μπλα πολιτικής και διπλωματικών κινήσεων, αντί για δράση ή τουλάχιστον λεκτικές αντιπαραθέσεις. Σε τέτοιες συζητήσεις, εγώ είμαι συνήθως το παιδί που κάθεται στη γωνιά και χασμουριέται κρυφά, περιμένοντας να τελειώσουν οι ειδήσεις για να δει κινούμενα σχέδια.

 

Γενικά καλό, έχει μια φρεσκάδα και μια αισιοδοξία χωρίς να γίνεται μελό και οι ήρωες με έκαναν να νοιαστώ για την τύχη τους στο τέλος, αν θα επιζήσουν και πού θα καταλήξουν.

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

  • 3 months later...

Τα παρακάτω σχόλια γράφτηκαν ζωντανά, παράλληλα με την ανάγνωση του πρώτου βιβλίου «Λαξευτές της Παλίρροιας». Κάθε σκέψη καταγραφόταν αυθόρμητα με τις εντυπώσεις που μου προκαλούσε η ιστορία, χωρίς να γνωρίζω φυσικά τι θα ακολουθήσει.

 

Το πρόβλημα που έχω με τον Τόλκιν: Μπορώ να πω ότι από φάνταζυ έχω διαβάσει μόνο τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», ίσως το πιο «ήπιο» από τα έργα του, γιατί βόγκηξα λίγο με το «Σιλμαρίλιον» και αν κατάφερα να το ολοκληρώσω είχε να κάνει με την πρόσφατη ανάγνωση των βιβλίων και τη θέαση των ταινιών. Να διαβάσω όμως οτιδήποτε άλλο της Μέσης Γης σήμερα… πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο. Λόγος κι αιτία; Τα εκατό και βάλε ονόματα που κουβαλά ο κάθε χαρακτήρας. Το κυρίως όνομα του, το «επίθετο» (όνομα πατρός), το χαϊδευτικό, το ψευδώνυμο, πως τον αποκαλούν τα Ξωτικά, πως τον αποκαλούν οι νάνοι, πως τον αποκαλούν οι δυτικοί, πως τον αποκαλούν οι ανατολικοί… Την ίδια ποικιλία κουβαλούν και χώρες, πόλεις, βουνά και κάμποι. Κάτσε λοιπόν σαν αναγνώστης και μελέτα, για να θυμάσαι σε ποιον, ή που, αναφέρεται ο συγγραφέας την εκάστοτε στιγμή. Άγχος.

 

Η Βάσω αγαπάει και σέβεται το φάνταζυ της. Είναι σίγουρα φαν του Τόλκιν. Έχω βάλει όμως στοίχημα να γνωριστώ επιτέλους με τους Λαξευτές της. Εντάξει, ίσως είμαι και λίγο υπερευαίσθητος καθώς είμαι και ξύλο απελέκητο. Ένας μικρός πανικός: «Ο στρατός του Σιριντάρ» είναι το ίδιο πράγμα με τις «στρατιές των Ντράπεν». Κι εκεί που αρχίζω να συνηθίζω κάποια ονόματα και να αναγνωρίζω ποιοι ανήκουν στην ποια πλευρά, πετάγονται ξαφνικά δύο καινούργιοι τύποι, νέος πανικός, «ποιοι είναι αυτοί και από πού ήρθαν», αλλά εντάξει, δικό μου το λάθος, δεν είναι τύποι αλλά τα δύο φεγγάρια αυτού του κόσμου, που επίσης έχουν όνομα. Εύχομαι να μην το ξεχάσω. Ας κολλήσω με την Τορέυν και ας χαλαρώσω, να δω που θα με βγάλει… [Τορέυν με ύψιλον εκ του Toreyn; Και κάποιος από την Αλτέρα είναι Αλτέραν λόγω αγγλικής μετάφρασης;]

 

Πλην ονομασιών, η γραφή της Βάσως δεν είναι φορτωμένη, την αισθάνομαι ελαφριά σαν το πούπουλο, η δράση ρέει και δεν κουράζει, και αντίθετα με αυτό που περίμενα η πλοκή τον Λαξευτών δεν σέρνει αλλά τρέχει. Μου αρέσει πολύ η σκηνή της αιχμαλωσίας του Κένταλ μπροστά στο πλήθος του Μπέρυλ, και η πράξη της Τορέυν, που είναι ακριβώς η κίνηση που θα ήθελα από την ηρωίδα. Η σκηνή, συνοπτικά καταφέρνει να εδραιώσει τον Σιριντάρ ως έναν σκοτεινό και μισητό κακό. Στα κεφάλαια της ανάρρωσης του Κένταλ που ακολουθούν, ο μύθος εδραιώνεται στην αντίληψη μου. Τορέυν = Luke Skywalker, Κένταλ = Princess Leia (αντιστροφή φύλλου των ηρώων, αλλά υποψιάζομαι την πλήρη ομοιότητα των ηρώων και σε αυτό που τους συνδέει.)

 

[20/3/2011, έχω καλύψει το 1/6 των Λαξευτών (σελ. 108) και νιώθω πολύ όμορφα. Φοβόμουν ότι θα το διάβαζα από υποχρέωση, και κάτι τέτοιο δεν ισχύει από πολύ νωρίς. Γοητευτικός ο μύθος και το μυστήριο των Λαξευτών της Πέτρας. Κι ακόμα μου δημιουργήθηκαν τόσες δελεαστικές απορίες για την τάφρο. Είμαι χαρούμενος που τόσον καιρό δεν είχα διαβάσει τα σχόλια των άλλων για το βιβλίο. Θα τα απολαύσω (τα σχόλια) μαζεμένα μόλις τελειώσω την δική μου ανάγνωση. Ταυτόχρονα με κατακλύζει μια ζεστή αγάπη για τον κύριο εκδότη που επένδυσε σε αυτό το όνειρο. Τι υπέροχος κυριούλης. Και μπράβο στο τόσο φροντισμένο σχετικό εξώφυλλο.]

 

Δελεαστικός ο μύθος της μεγάλης τάφρου, με τα creatures που αναμένουν μέσα του και την απειλή που αποτελούν για το Ρουμπάν. Η πληροφορία, μέρος του παρασκηνίου, αλλά δυνατή ως δόλωμα, με έχει τώρα και με τρέχει, αχ Βάσω μη με απογοητεύσεις.

 

Μου έλειψαν δύο σκηνές, που αντιλαμβάνομαι ότι η απουσία τους ήταν για λόγους οικονομίας, κι έτσι μου ήρθαν ως tell και όχι ως show. Η μία ήταν η απαίτηση του συμβουλίου να εξοριστεί ο Κένταλ. Η πρόβλεψη μου ότι ο γαμπρός του Έρινταν, ή ο ανιψιός του Έρινταν, θα ήταν μέρος των «κακών» ή των «αντιπαθητικών» του έπους, δεν επιβεβαιώθηκαν (καθώς το tell με πληροφορεί για τον θάνατο του Τζέφερ). Παρομοίως, εξεπλάγην να στερηθώ και την σκηνή που ο Έρινταν ανακηρύσσει τον Θαντόρ ως διάδοχο μπροστά στους ευγενείς. Βέβαια δεν είμαι μέσα στο σκεπτικό της συγγραφέως, πολύ πιθανό να πλησιάζουν πιο φλέγοντα ζητήματα, ζητήματα που μας επιφυλάσσουν άλλους χαρακτήρες σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, για καταστάσεις που θα απασχολήσουν περισσότερο τον κύριο όγκο του βιβλίου.

 

Τώρα, στη σελίδα 150 ο Θαντόρ και η Ελισσάν μιλούν για την άγνωστη καταγωγή της Τορέυν. Πέφτουν διάφορες θεωρίες, ο δεσμός με την Αστράντ αναμφισβήτητος. Και στο τέλος της σελίδας 152 κιόλας: «Πάνε όμως χρόνια από τότε. Ακόμα κι αν δεν σκότωσαν τη μικρή οι επιδρομείς, ακόμα κι αν έχει επιζήσει μέχρι της μέρες μας, πως θα την αναγνώριζε πια κανείς;» αναφερόμενοι στην χαμένη εγγονή της Ελισσάν, την κόρη του Έρινταν. Δηλαδή… “hello?” Ακόμα κι αν πέφτω τελείως έξω και η συγγραφέας μαγειρεύει άλλη συνταγή, είναι δυνατό οι χαρακτήρες να αναφέρονται σε δύο πράγματα μέσα στην ίδια ανάσα και να μην κάνουν καν την σύνδεση/ συσχετισμό που έχει κάνει ήδη ο αναγνώστης εδώ και τόσες σελίδες; Ίσως, άλλο πως το βλέπει ο αναγνώστης, που έχει μια θεϊκή οπτική της ιστορίας, και άλλο πως το βλέπουν, ρεαλιστικά, οι χαρακτήρες που ζουν το δράμα, και οι οποίοι δεν έχουν διαβάσει παρόμοια βιβλία ή έχουν δει ανάλογες ταινίες. Παρόλα αυτά, στην εξίσωση παίζει ρόλο και η σχέση συγγραφέως με τον αναγνώστη. Έχω ανάγκη να πειστώ. Μήπως η Ελισσάν γνωρίζει ήδη αλλά δεν λέει; Πάμε παρακάτω.

 

Στα 2/6 των Λαξευτών. Τι ωραία έκπληξη ο Ράζαθορ. The plot thickens, και ανησυχητικά απειλητική η Ροβίρα. Παμ’ παρακάτω – παμ’ παρακάτω…

 

Κυριακή, 27 Μαρτίου, σήμερα κάλυψα τα μισά του βιβλίου. Πίνοντας καφέ στην παραλία της Χαλκίδας.

«Το διαβάζεις από υποχρέωση;» με ρωτάει ο αδελφός μου.

«Έτσι ανησυχούσα» απαντώ με πλατύ χαμόγελο, «αλλά ευτυχώς όχι.»

Σε ευχαριστώ Βάσω για τα άφοβα σου άλματα στην πλοκή, όποτε μου δημιουργούνται απορίες, προσδοκίες και αγωνίες, δεν με τυραννάς, κι εκεί που άλλοι θα έσερναν ένα θέμα μέχρι να μην πάει άλλο, μου πετάς την έκπληξη και τις αποκαλύψεις. Όπως όταν η Τορέυν συστήνει τον Θαντόρ στον πολύμορφο της φίλο, και έτσι αποκαλύπτεται σε όλους η πραγματική ταυτότητα της ηρωίδας. Μετά όμως, στην αλλαγή του κεφαλαίου, νιώθω να μου έχεις στερήσει την αντίδραση της Ελισσάν στα μαντάτα, αλλά και του Έρινταν. Σε ορισμένα πράγματα είμαι παλιομοδίτης στα παραμύθια μου, εκτός και αν μου φιλάς ένα φλάσμπακ, ή φλασ-συλλογισμό, για αργότερα, που να μου δείχνει πως έγινε, τι αισθάνθηκαν.

 

Ένα σχόλιο για το «σεξ» στον κόσμο των Λαξευτών. Ευχάριστη η έκπληξη της υγιούς του παρουσίας (σε αντίθεση με την παντελή του απουσία στον «Άρχοντα» π.χ.), χωρίς την θρησκευτική ηθικολογία να μπαίνει άτοπα στη μέση, και χωρίς να αποτελεί δραματουργικό εφέ, του τύπου σταματούμε τώρα να δούμε τα σεντόνια της Τορέυν ποτισμένα από ερωτικό ιδρώτα. Όταν ο οποιοσδήποτε στο Ρουμπάν έχει την φαγούρα, ξύνεται. End of story. Επίσης, σε αντίθεση με τον «Άρχοντα» π.χ., δεν έχουμε και τους καθιερωμένους ροζ αναστεναγμούς της ρομαντικής αγάπης. Η φανερή ερωτική επιθυμία μέχρι στιγμής εμφανίζεται ως επιδίωξη για δύναμη και κοινωνική αναρρίχηση, κυρίως από την «κακιά» Ροβίρα. Κλασσικά, η Τορέυν πρέπει να αναστενάζει για τον Θαντόρ, η συγγραφέας όμως δεν μας δίνει αναστεναγμούς από την ηρωίδα της. Περισσότερο βρίσκει άλλους τρόπους για την Τορέυν να βγάζει τον Θαντόρ από τα ρούχα του, με την μεταφορική έννοια (πιθανό να είναι και ελληνική η καταγωγή της. :Ρ) Μέχρι τα μισά του έργου πάντως, το ζευγάρι που μου έκανε κλικ, αλλά δεν παίζει η ιστορία του, είναι ο Κένταλ και η Ράιλις.

 

Μα τα φτερά του Ράζαθορ, non-stop εξελίξεις. Και νομίζω ότι τελικά την έπιασα την πατέντα, έτσι θα πάψω στο εξής να γκρινιάζω. Γίνονται ωραία και υγιή άλματα στην ιστορία, αποφεύγονται αντιδράσεις σε νέα και καταστάσεις (ο Κένταλ μαθαίνει από τον Ράζαθορ ότι η Τορέυν είναι η χαμένη του αδελφή, η Τορέυν και ο Έρινταν μαθαίνουν ότι ο Κένταλ είναι καλά, κλπ) και έτσι συνεχίζουμε πάντα με κατόπιν-γεγονότος αφήγηση. Που ίσως είναι σοφή τακτική από την συγγραφέα, καθώς όπως βλέπω πολλές θα μαζεύονταν αυτές οι αντιδράσεις, και οι οποίες συχνά τείνουν σε αμηχανία γραφής, αν και βλέπω μια στιβαρότητα στη εδώ πένα. Η Βάσω Χρήστου σωστά αποφεύγει την εύκολη λύση των δακρύβρεχτων περιγραφών. Και τώρα που έφτασε η ώρα των creatures της τάφρου, ανεβαίνουν οι προσδοκίες μου για τα γκάζια στην δράση.

 

Προσδοκίες απαντημένες με το παραπάνω, ικανοποιημένες. Από «Το Συμβούλιο των Ευγενών» μέχρι την «Πολιορκία του Άστραντ» με πήγε μονορούφι πριν κάνω ένα διάλειμμα από την εξάντληση. Το δε τελευταίο κεφάλαιο δεν έλεγα να το παρατήσω πριν την ολοκλήρωση του. Το σκηνικό και το στήσιμο της μάχης, με πολεμιστές ανήμπορους και παιδιά, ανέβαζαν τον πήχη στην συναισθηματική συμμετοχή αυτού του αναγνώστη στα τεκταινόμενα. Και η απώλεια ενός χαρακτήρα στο τέλος της δράσης, ενός τριτεύοντα χαρακτήρα όπως τον έβλεπα ως τότε, μου προκάλεσε αληθινή λύπη, που σημαίνει ότι με ένοιαζε περισσότερο από όσο νόμιζα, κι αυτό οφείλεται στην τέχνη της παρούσας αφήγησης. Συγκλονιστική και επική επίσης η καταστροφή της Τιαμίν. Και αμέσως μετά… γκουλπ, ένα διάλειμμα για σεξ, την πρώτη ερωτική σκηνή του βιβλίου. Μα τώρα; Τώρα Βάσω; Θα πεις αυτό είναι το εξέχον ζευγάρι των Λαξευτών, πότε και πως αλλιώς; Αχ Βάσω, πόσο καλά κατέχεις την τέχνη σου! Σύντομη, δυνατή σκηνή αλλά ουχί ροζ στην περιγραφή της, ευτυχώς απαλλαγμένη από τα επίθετα «ξίφος» και «θηκάρι» π.χ., θα ντρεπόμουν να την διαβάσω αλλιώς (γιατί το βιβλίο δεν το διαβάζω απλά, αλλά η “Βάσω Χρήστου” είναι νοερά δίπλα μου και μου το διαβάζει.) Ο εφιάλτης του Θαντόρ μαζί με την μακρινή αγωνία του Ράζαθορ φέρνει ένα κρύο και τρομακτικό ξύπνημα στον τερματισμό του σύντομου αυτού πάθους. Η κίνηση των Ντράπ και η αντίδραση των Σιμέρι δεν λέει να βγάλει την αναγνωστική αδρεναλίνη από την πρίζα, και το βιβλίο που έχει απομείνει φαντάζει ξαφνικά τόσο λίγο. Σήμερα διάβασα τόσο Λαξευτές όσο καμία άλλη μέρα, 120 σελίδες σερί, ρεκόρ σπάνιο για μένα, και σταματώ με το ζόρι για να συνεχίσω αύριο το πρωί – και η ανυπομονησία να πέσω για ύπνο, γι αυτό τον λόγο, είναι μεγάλη.

 

Ξύπνημα, ολοκλήρωση υποχρεώσεων (ψώνια) και στρώσιμο στο σαλόνι για τις υπόλοιπες 115 περίπου σελίδες, σερί, για να τελειώσω το βιβλίο. Γενική εντύπωση κάτι παραπάνω από θετική, μπράβο Βάσω και σε ευχαριστώ για το δώρο σου. Η μία μου προσμονή που δεν απαντήθηκε ήταν η επίθεση των Σιμέρι που δεν έγινε, δεν μου έδωσες δηλαδή μια επική σύγκρουση. Αναπάντεχη επιλογή να λυθούν όλα σε μια μονομαχία, και ακόμα πιο αναπάντεχη η κατάληξη της. Νόμιζα ότι ο Σιριντάρ ήταν ο Darth Vader του έπους σου, και αποδεικνύεται τελικά ότι η Ροβίρα έχει τον ρόλο.

 

Μου δημιουργήθηκαν βέβαια και κάποιες προσωπικές, αναγνωστικές ενστάσεις. Μια χαριτωμένη σκηνή, γεμάτη χαριτωμενιές, εξελίσσεται εκεί που η Ράιλις ανακαλύπτει την αληθινή ταυτότητα του άντρα της και τι θα σημαίνει αυτό στο εξής για τον έγγαμο τους βίο. Ταυτόχρονα ο Εριντάν συναντάει τον γιο του ζωντανό, αλλά κει την νύφη του. Μου θύμισε εκείνες τις «χαχαχούχα» σκηνές με τις οποίες κάποτε έκλειναν τα επεισόδια τους οι αμερικάνικες σειρές (του Aaron Spelling συγκεκριμένα), με όλους τους ήρωες μαζεμένους και ανακουφισμένους που πέρασε το κακό που τους απειλούσε, να το ρίχνουν στο ελαφρύ χιούμορ. Όμως, η κάπως αμήχανη σκηνή λαβαίνει χώρα την στιγμή που η καρδιά του Σιριντάρ συνεχίζει ακόμα να τρομπάρει ζεστό αίμα έξω από τον κομμένο του λαιμό. Και αυτοί, οι καλοί, είναι όλο χαχαχούχα πάνω από τον νεκρό, με την γυναίκα και τον γιο του Σιριντάρ να παρακολουθούν αποσβολωμένοι.

 

Το μόνο θετικό με την ανωτέρω σκηνή, και ίσως ο σκοπός της, είναι ότι δίνει στον αναγνώστη μια ψεύτικη αίσθηση ανακούφισης για να ξαφνιάσει με την επίθεση που ακολουθεί.

 

Να κάνω επίσης δύο ακόμα σημαντικές παρατηρήσεις: Η αφήγηση δίνεται στον αναγνώστη με μια γενικά αίσθηση ασφάλειας, προσφέροντας άκαιρα πληροφορίες που θα ήταν καλύτερα να μην γνώριζε, αφαιρώντας πολλούς πόντους που αλλιώς θα απογείωναν το βιβλίο σε σημεία. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα είναι η συμπλοκή του Θαντόρ με τους Σιμέρι, ο τραυματισμός και η «αιχμαλωσία» του. Εδώ Βάσω, θα με είχες πατήσει κάτω και θα χτυπιόμουν απελπισμένος, σίγουρος ότι μέσα στην υπόλοιπη ευφορία, είχες αποφασίσει και σε μια θυσία, τον θάνατο ενός καίριου χαρακτήρα που θα έφευγε τόσο άδοξα. Και θα ζούσα μαζί του όλες τις αγωνίες που περνούν από το μυαλό του. Αντί όμως να σφαδάζω, γελάω με την άγνοια του, καθώς με πληροφορείς νωρίς-νωρίς ότι κατέφθασε ο Κένταλ έγκαιρα και άρα γι αυτό τον έπιασαν αντί να τον σκοτώσουν. Θα με είχες να κλαίω από ανακούφιση αν το είχες πει αλλιώς.

 

Δεν μπορώ λοιπόν να μην αναρωτηθώ, αν οι Λαξευτές θα μπορούσαν να στηθούν έτσι ώστε ο αναγνώστης να μην γνωρίζει ότι ο Τζέριντ είναι ο Κένταλ. [Θυμήθηκα για λίγο τον ξεχασμένο «Ιβανόη» του Σκοτ που διάβασα παιδί, και την ταυτότητα του μυστηριώδη μαύρου ιππότη που αγνοούσαμε ως το τέλος.] Νομίζω ότι θα ήταν εφικτό. Αν νομίζαμε ότι ο Κένταλ όντως σκοτώθηκε, και αν ο Ράζαθορ ήταν πιο μυστικοπαθής, η αποκάλυψη στην αυλή του Τάλιαρκ πόσο πιο δυνατή θα ήταν.

 

Και προφητικό το βιβλίο: «Δε θέλησε ωστόσο να κάνει την θριαμβευτική είσοδο που είχε φανταστεί… Το ηθικό και η κατάσταση της οικονομίας σε ολόκληρη την ανατολή δεν επέτρεπαν παρελάσεις και λαμπαδηφορίες μόνο και μόνο για να μπει ένα μωρό στην πόλη.» Ένα φάνταζυ με το βλέμμα στο μέλλον.

 

Πολύ ωραία η σκηνή της γέννησης των νέων Λαξευτών, αναπάντεχη όμως η αντίδραση του Θαντόρ. Είχαμε προσέξει τον τρόπο που αντιδρούσε στον Ράζαθορ, θα δεχόμουν όμως καλύτερα την υστερία του αν λάβαινα ισχυρότερες ρατσιστικές τάσεις από εκείνον προς πολύμορφους, Λαξευτές και οτιδήποτε μαγικό. Θα έπρεπε να αρνιόταν και τα ταξίδια μέσα από την πέτρα, κάτι με το οποίο δεν είχε ως τότε πρόβλημα.

 

Το φινάλε ήταν απότομο ή όχι; Δεν είχε π.χ. τους χαρακτήρες να ατενίζουν έναν ορίζοντα, ένα ηλιοβασίλεμμα, τα δύο φεγγάρια, το πέταγμα ενός γλάρου. Κάτι με φρουφρούδια και στολίδια ενός επιλόγου. Πέφτει κουβέντα και βαβούρα, σχεδόν περιμένεις κάποιον να πει «Πεινάει κανείς;», αντ’αυτού το χαρτί ασπρίζει, το βιβλίο έχει τελειώσει. Χμμ…

 

Και τώρα τι λένε; Μου άρεσε πολύ το βιβλίο. Γκουχ. Το οποίο αποδείχτηκε υπέροχο δώρο. Αναμένοντας υπομονετικά για τη συνέχεια…

 

[Τελικά μόνο σε μένα άρεσε το "cart-postal από την Άστραντ" εξώφυλλο.]

Edited by DinoHajiyorgi
  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Ντίνο, σ' ευχαριστώ πολύ. Και για τα σχόλιά σου και για τη live μετάδοση του αναγνωστικού αγώνα. Μεγάλη μου τιμή να κάθεται κάποιος να κρατάει σημειώσεις για το πώς αλλάζει η διάθεσή του και τι σκέφεται σε διάφορες φάσεις της ανάγνωσης. :)

 

Πολύ χαίρομαι που βρήκες τόσα θετικά. Ελπίζω στα μεταγενέστερα έργα να μειωθούν και τα αρνητικά.

 

Απ' όσα έγραψες, κάνω highlight κάτι λίγα γιατί δεν κρατιέμαι να μην τα απαντήσω. Όλα τα άλλα από κοντά.

 

1. Τορέυν με ύψιλον εκ του Toreyn; Και κάποιος από την Αλτέρα είναι Αλτέραν λόγω αγγλικής μετάφρασης;

 

2. Τορέυν = Luke Skywalker, Κένταλ = Princess Leia (αντιστροφή φύλλου των ηρώων[...])

 

3. Μου έλειψαν δύο σκηνές, που αντιλαμβάνομαι ότι η απουσία τους ήταν για λόγους οικονομίας, κι έτσι μου ήρθαν ως tell και όχι ως show[...]

 

4. Μήπως η Ελισσάν γνωρίζει ήδη αλλά δεν λέει; Πάμε παρακάτω.

 

5. Και τώρα τι λένε; Μου άρεσε πολύ το βιβλίο. Γκουχ. Το οποίο αποδείχτηκε υπέροχο δώρο. Αναμένοντας υπομονετικά για τη συνέχεια…

 

6. Τελικά μόνο σε μένα άρεσε το "cart-postal από την Άστραντ" εξώφυλλο.

 

1. Ναι, έτσι ακριβώς. Την εποχή εκείνη ήμουνα σχεδόν άρτι αφιχθείσα από το μεταπτυχιακό μου στην Αμερική και πολλές από τις σημειώσεις μου καθώς και τα ονόματα, τα είχα κάνει στα αγγλικά.

 

2. Ουάου! ΓΟΥΣΤΑΡΩ παραλληλισμό! :thumbsup: Μ' έφτιαξες τρελά μιλάμε τώρα. :clap:

 

3. Ένας λόγος που παρέλειψα τόσες πολλές σκηνές (κι όχι μόνο δύο, όπως παρατήρησες αργότερα) είχε να κάνει με την αίσθηση της κόπωσης που δημιουργούσαν. Το κείμενο που έφτασε στα χέρια σου είναι η κορυφή του παγόβουνου. Γύρω στη μέση του βιβλίου πρέπει να υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες λέξεις, κεφάλαια επί κεφαλαίων, που γράφτηκαν και κόπηκαν στις μετέπειτα αναγνώσεις μου, γιατί ένιωθα την ιστορία να σέρνεται.

Επίσης, πράγματα όπως "show don't tell" μού ήταν παντελώς άγνωστα 20 χρόνια πριν που γραφόταν το πρώτο βιβλίο.

 

4. Η Ελισσάν είναι πολύ πιο πονηρή απ' όσο φαίνεται. Ξέρει τα πάντα. Λάθος μου που δεν έκανα έναν επαρκή υπαινιγμό στο κατάλληλο σημείο.

 

5. Ευχαριστώ και ελπίζω η συνέχεια να αποδειχτεί ανάλογη των προσδοκιών σου.

 

6. ΝΑΙ. Μόνο σε σένα άρεσε. Να σκεφτείς ότι η Μάγδα, η κοπέλα που μου έκανε τα άλλα δυο εξώφυλλα, αλλά που δυστυχώς δεν γνώριζα όταν βγήκε το πρώτο βιβλίο, μου πρόσφερε ένα εναλλακτικό εξώφυλλο όταν πια είχε ολοκληρωθεί η τριλογία, με την ελπίδα αν γινόταν ποτέ μια άλλη έκδοση να έβγαινε μ' αυτό.

 

Σ' ευχαριστώ και πάλι Ντίνο. Τα λέμε σύντομα. :book:

Edited by Tiessa
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Επιτέλους, ξεκίνησα κι εγώ τους Λαξευτές! Επιτέλους! Είμαι στα μισά του πρώτου βιβλίου, και ως τώρα μ' αρέσει τρελά, το αποχωρίζομαι με δυσκολία κάθε φορά που η πραγματικότητα έχει διάφορες παράλογες απαιτήσεις από μένα (δουλειά, παιδιά και τα τοιαύτα), ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες μου και γενικά είμαι μια εντελώς ευτυχισμένη αναγνώστρια.

Όταν με το καλό το τελειώσω, θα διαβάσω και το υπόλοιπο τόπικ και θα γράψω και καμιά λεπτομέρεια παραπάνω.

Νά 'σαι καλά ρε Βάσω, λέω προς το παρόν, την ευκή μου νά 'χεις, κοπέλα μου.

Link to comment
Share on other sites

Ρε συ, Γεωργία, ευχαριστώ πολύ.

Να πω πόσο χαίρομαι, ή δε χρειάζεται;

 

 

 

:bounce8:

 

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

Δε χρειάζεται. Λοιπόν, μόλις τελείωσα και τους Λαξευτές των στοιχείων. Έχω

 

α) μείνει μαλάκας.

β) τη διάθεση να ξεσπάσω στους κλασικούς αλλά αχ! τόσο σπάνιους γιούπι-μόλις-διάβασα-καλό-φάντασυ πανηγυρισμούς :yahoo:

 

γ) να απευθύνω στην κα Χρήστου την απορία "τί κάνετε αυτήν τη στιγμή, κα Χρήστου, στα ιντερνέτια και δεν είσθε σκυμένη πάνω από το πληκτρολόγιό σας να γράφετε την επόμενη τριλογία; Ε;"

 

Πολύ σελιδογυρίστρες, ιδίως το δεύτερο, που το διάβασα σε δύο μέρες (χθες και προχθές) και το τρίτο, σε μία (σήμερα κλειδώθηκα στο δωμάτιό μου κι άφησα τον έξω κόσμο στη μοίρα του. Because I'm worth it).

Να πω ότι είναι πραγματικά μια τριλογία, τρία διαφορετικά μεταξύ τους βιβλία που συνδέονται άρρηκτα (και όχι το συνηθισμένο, ένα βιβλίο που το κόψαμε στα τρία γιατί αλλιώς το πάχος θα υπερέβαινε το ύψος του).

Για τον κόσμο, τί να πω, τα είπαν κι άλλοι. Γούσταρα που δεν ήταν ο γνωστός ψευτομεσαίωνας/ψευτομεσηγή, ακόμα και η χρήση του "αρχηγού" σαν τίτλος, αν και θυμίζει από Πρόσκοπους μέχρι ακροδεξιά γκρουπούσκουλα, με φάνηκε θετική. Όχι άλλους βαρώνους και δούκες, ευχαριστώ!

 

Συμφωνώ σε γενικές γραμμές με Σόνυα (Κένταλ μαστ ντάι!), ιδίως για το πόσο τέλεια είναι τα ρομάντζα και ότι οι ήρωες σηκώνουν περισσότερο τσαλάκωμα.

 

 

ΥΓ. Βάσω, να χαρείς, μην αρχίσεις πάλι τα "ωωω, σας ευχαρισθώ δια τα καλά σας λόγια", ΕΓΩ ευχαριστώ. Και γράφε λέμε.

ΥΓ2. Εκείνος πάλι ο Ραζατέτοιος, που επί τρία βιβλία στάθηκα τελείως ανίκανη να μάθω το όνομά του και τον έλεγα "Ζάρατοθ"! :p

 

ΥΓ3. Αν περίμενες καμιά εμπεριστατωμένη, αναλυτική, χρήσιμη κριτική, σόρρυ. Αυτή τη στιγμή είμαι μια χνουδωτή ροζ-μωβ μπαλίτσα αναγνωστικής ευτυχίας.

 

 

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

 

ΥΓ. Βάσω, να χαρείς, μην αρχίσεις πάλι τα "ωωω, σας ευχαρισθώ δια τα καλά σας λόγια", [...]

 

 

 

Το γυροφέρνω το γυροφέρνω από το πρωί, 'νταξ'. Δεν θα ευχαριστήσω.

 

ΝΑ ΑΛΑΛΑΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΡΑ :icon_yea: :icon_yea:ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ; :lol:

Link to comment
Share on other sites

  • 3 months later...

ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ

 

Οι Λαξευτές τηςΠαλίρροιας

 

ΠΡΟΣΩΠΑ:

Χόλταν

Ζίλνα

 

Άστραντ, σ’ ένα σκονισμένο γραφείο του κάστρου. Τριγύρω άτακτα απλωμένες περγαμηνές. Το μισοφέγγαρο του Φλάγκαν φαίνεται μέσα από το παράθυρο. Δύο γερασμένοι βιβλιοθηκάριοι, ένας άνδρας και μία γυναίκα (Χόλταν και Ζίλνα) συζητούν σκυμμένοι πάνω από τα χαρτιά στο φως ενός κεριού που τρεμοπαίζει.

 

Ζ: Ώστε το τέλειωσες επιτέλους.

Χ: Ναι. Άργησα, το ξέρω, αλλά τα καθήκοντά μου στη φυτεία δε μου άφηναν όσο χρόνο θα ήθελα για μελέτη.

Ζ: Κι εγώ είχα δουλειές. Χόλταν, είδες όμως πόσο πιο γρήγορη ήμουν.

Ο Χόλταν ανοίγει το στόμα του να απαντήσει, αλλά τελικά μένει σιωπηλός.

Ζ: Πώς σου φάνηκαν τα γραπτά της Πνευματικής;

Χ: Δεν ξέρω πόσα από όλα αυτά είναι ιστορικά γεγονότα και πόσα αντικατοπτρισμοί τους θολωμένοι από το χρόνο, αλλά αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι αγωνιώ να μάθω τη συνέχεια.

Ζ: Κοίταξε, ξέρουμε ότι η μεγάλη μείωση της Παλίρροιας και οι επιδρομές των αστερόπτερων είναι ιστορικά γεγονότα, καταγεγραμμένα σε πολλές διαφορετικές πηγές. Όπως ξέρουμε ότι ο Έρινταν, ο Κένταλ και ο Θαντόρ, είναι αληθινά πρόσωπα, καταγεγραμμένα στα αρχεία των αξιωματούχων της Αλτέρα. Όπως φυσικά και η Ελισσάν και η Τορέυν. Από κει και πέρα, είναι πασίγνωστο ότι η Πνευματική ήταν παθιασμένη παραμυθού, και δύσκολα θα μπορούσε ν΄ αντισταθεί να προσθέσει και λίγη δικιά της μαγεία στην ιστορία που κατέγραφε.

Χ: Δυστυχώς δε σώζεται το πρωτότυπο χρονικό του Μέριλ, μόνο η μεταγραφή που έκανε η Βάχρη…

Ζ: Και τι πειράζει; Ίσως η αλήθεια, σκέτη, να μην ήταν τόσο ενδιαφέρουσα.

Χ: Η Τάφρος πάντως υπήρξε. Ακόμα φαίνονται τα σημάδια της στη γη κοντά στις ακτές. Και τι απίστευτο θέαμα πρέπει να ήταν! Ένα γιγάντιο φαράγγι που περικυκλώνει το Ρουμπάν και γεννάει τέρατα!

Ζ: Ναι… πρέπει να ήταν γοητευτικό και συνάμα τρομερό καπρίτσιο της γης.

Χ: Και υπήρχαν όμως φωτισμένοι άνθρωποι εκείνες τις εποχές, ε;

Ζ: Αλήθεια λες. Δεν ξέρουμε βέβαια πόσο αντικειμενικά απέδωσε η Πνευματική τα πρόσωπα – δεν ήταν ούτε ένας αιώνας μετά τα γεγονότα και σίγουρα ο απόηχός ήταν ακόμα ισχυρός στο Άστραντ – αλλά ήταν στ’ αλήθεια άνθρωποι μπροστά από την εποχή τους. Ακόμα και για την εποχή μας έκαναν πράγματα πολύ προοδευτικά.

Χ: Φαντάσου τώρα, ο ίδιος ο άρχοντας της Αλτέρα να χρίζει διάδοχό του έναν μη ευγενή, να παντρεύεται γυναίκα από το νησί μας, όχι μόνο να επιτρέπει, αλλά να χαίρεται ειλικρινά με την απόφαση του γιου του να παντρευτεί γυναίκα των Σιμέρι.

Ζ: Και, όχι μόνο να περιφρονούν τις δεισιδαιμονίες του κλήρου, αλλά να ο κλήρος να μην παίζει κανένα ρόλο στα κοινά της χώρας τους. Αλλά και οι γυναίκες όλες, πολύ ξύπνιες, δεν είναι έτσι; Δυναμικές και φιλόδοξες. Ακόμα και εκείνη η σιχαμένη η Ροβίρα.

Χ: Εδώ όμως δεν είναι ένα σημείο που σε κάνει να καταλαβαίνεις πως η Πνευματική δεν κατάφερε να καταγράψει την ιστορία αντικειμενικά; Αυτή η Ροβίρα παρουσιάζεται ως απίστευτα κακή και αδίστακτη, ενώ οι αντίπαλοί της είναι αποκλειστικά και μόνο καλοί και δίκαιοι.

Ζ: Συμφωνώ σε αυτό. Η Ροβίρα παρουσιάζεται κακιά σχεδόν σαν καρικατούρα, αλλά παρ’ όλ’ αυτά κανείς δε δείχνει να την παίρνει χαμπάρι – τουλάχιστον από τους άντρες. Κι αν αυτό μπορεί ίσως να δικαιολογηθεί από τη γοητεία που ασκούσε, αν η Ροβίρα ήταν τόσο απροκάλυπτα αδίστακη, είναι δυνατόν η Ελισσάν, η ίδια η Πνευματική του Άστραντ, να ξεγελιόταν έτσι και μάλιστα να την εκπαίδευε και για διάδοχό της;

Χ: Κι εγώ το παρατήρησα αυτό. Κάτι δεν ταιριάζει εδώ.

Ζ: Πάντως, ο Κένταλ περιγράφεται μάλλον πιο ρεαλιστικά από τους υπόλοιπους. Έχει τα ελαττώματά του, φέρεται με κάποια αφέλεια, ιδίως στην επίθεση που κάνει αρχικά στο Μπέρυλ.

Χ: Υπάρχουν όμως και φορές που οι ήρωες φαίνονται να φέρονται με παράλογη αφέλεια. Κι εδώ δεν ξέρω αν η Πνευματική δεν ήξερε ακριβώς πώς συνέβησαν τα πράγματα και μπάλωσε τα κενά από μόνη της.

Ζ: Λες για τις διαπραγματεύσεις των αρχόντων της περιοχής, όταν τους γνωστοποιούν ότι η Τάφρος δε σκεπάστηκε;

Χ: Ακριβώς! Δεν πιστεύω ότι μπορεί να είδαν τον Σικκίμ και τον Σιριντάρ να ψιθυρίζουν και να συνωμοτούν και να μην υποπτεύθηκαν ότι σκοπεύουν να τους τη φέρουν.

Ζ: Κι εγώ εκεί απόρησα. Και μάλιστα, όχι μόνο δεν πονηρεύονται, αλλά δείχνουν να χαίρονται κιόλας, γιατί θα αποδεχθούν την πρότασή τους. Λες και δεν ήξεραν τι είδους άνθρωποι είναι.

Χ: Άρα πιστεύεις κι εσύ ότι τα πράγματα δε συνέβησαν ακριβώς έτσι.

Ζ: Ναι. Όπως και με την επίθεση στο φράγμα. Γνωρίζουν ότι τα αστερόπτερα έλκονται από το σίδερο, είναι δυνατόν να ξεχάσουν το φράγμα; Νομίζω ότι η Πνευματική τα έμπλεξε εκεί.

Χ: Και πολύ μάλιστα. Να σε ρωτήσω, γνωρίζεις αν οι Σικκιμ, Σιριντάρ και οι υπόλοιποι ονομάζονταν στ’ αλήθεια έτσι; Έχουμε γραπτές μαρτυρίες για την ύπαρξη και τη δράση τους;

Ζ: Δεν ξέρω. Μόνο στο κείμενο της Βαχρή αναφέρονται.

Χ: Απλά μου έκανε εντύπωση ότι οι «κακοί» της ιστορίας έχουν εξωτικά ονόματα, ανατολίτικα θα έλεγες.

Ζ: Κι εγώ το σκέφτηκα αυτό.

Χ: Είναι πάντως προφανές πόσο καλά γνώριζε και πόσο αγαπούσε τον κόσμο στον οποίο ζούσε.

Ζ: Πρέπει να είχε αφιερώσει πάρα πολλά χρόνια στη μελέτη του. Και, αλήθεια, τι θαυμαστά πλάσματα πρέπει να ήταν οι πολύμορφοι. Είναι μεγάλο κρίμα που δεν υπάρχουν πια! Τι υπέροχα, ευγενή, συναισθηματικά πλάσματα! Και η σχέση που είχαν με το ταίρι τους… Μακάρι να είχαμε μάθει ως άνθρωποι από τους πολύμορφους.

Χ: Αντί γι’ αυτό, τους εξολοθρεύσαμε.

Ζ: Από την άλλη, τα αστερόπτερα ευτυχώς που έχουμε μάθει πια πώς να τα ελέγχουμε και πώς να τα περιορίζουμε.

Χ: Τι φοβερός εχθρός. Ηλίθιος, άβουλος κι όμως τόσο θανάσιμος. Πρέπει να ήταν τρομερή η περίοδος των επιδρομών.

Ζ: Ακόμα και τα πράγματα που γνωρίζουμε από πρώτο χέρι όμως, τα δίνει τόσο όμορφα. Θυμάσαι την εικόνα του δάσους των φωτόδεντρων από ψηλά;

Χ: Και, ακόμα και για εμένα, που γνωρίζω περισσότερα από πολλούς για το παρελθόν του Ρουμπάν, για την ιστορία του, για τους Λαξευτές, σε κάνει να θέλεις τόσο πολύ να μάθεις τι θα συμβεί στη συνέχεια και πώς εκείνο το μακρινό παρελθόν θα τους επηρεάσει.

Ζ: Βέβαια, επειδή είναι προφανές ότι το κείμενο έχει γραφεί με αποδέκτες όχι μόνο εμάς, που γνωρίζουμε τα μυστικά του Άστραντ, αλλά και οποιονδήποτε άλλο απλό άνθρωπο, καμιά φορά, στην αγωνία της να δώσει στον αναγνώστη την πλήρη εικόνα του κόσμου, βάζει λόγια στους ήρωες αρκετά αφύσικα.

Χ: Ναι, σαν να κάνουν μάθημα ο ένας στον άλλον, για πράγματα τα οποία γνωρίζουν καλά. Όπως όταν ο Θαντόρ και η Τορέυν συναντιούνται στο Άστραντ και η Τορέυν ζητά από τον Θαντόρ να απαγγείλει το απόσπασμα από τα βιβλία που αναφέρεται στην Παλίρροια, με σκοπό προφανώς να το διαβάσει και ο αναγνώστης που δεν τα έχει διδαχθεί αυτά.

Ζ: Όντως, δίνει κάπως άκομψη εντύπωση. Από την άλλη, πρέπει να ομολογήσω κάτι που με απογοήτευσε πραγματικά.

Χ: Νομίζω ξέρω τι θα πεις…

Ζ: Λέω για τις ερωτικές σκηνές.

Χ: (Γελάει)

Ζ: Σαν να δειλιάζει, σαν να φοβάται ότι κάποιος την παρακολουθεί όταν γράφει… Πώς να το πω, είναι γραμμένες με τρόπο που θυμίζει εκείνα τα φτηνά, υποτίθεται ρομαντικά, μυθιστορήματα με τους πολεμιστές και τις ξανθές πριγκίπισσες, που διαβάζουν οι αργόσχολες κυράδες στα κάστρα.

Χ: Και αν σκεφτείς και από ποια γυναίκα έχουν γραφτεί, αναρωτιέσαι γιατί.

Ζ: Η αλήθεια είναι ότι ήταν ακόμα νέα όταν το έγραψε, αλλά μια γυναίκα που είναι πασίγνωστο πόσο προοδευτική, πόσο τολμηρή ήταν, απαλλαγμένη από ανούσιες σεμνοτυφίες.

Χ: Μα μιλάμε για τη γυναίκα που μας αφηγήθηκε στα γραπτά της το καταπληκτικό παραμύθι των Μετανυδριτών!

Ζ: (Γελώντας) Ξέρουμε με βεβαιότητα πάντως ότι αφού το έγραψε αυτό το παραμύθι, δεν μπόρεσε ποτέ να ξαναγράψει σκηνές όπως ετούτες εδώ.

Χ: Δεν είχε γνωρίσει και τον Μόμαν τότε…

Ζ: Παρ’ όλ’ αυτά, έχει την πλάκα του ότι στην αρχή η Πνευματική αποφεύγει να υπαινιχθεί κάποια ερωτική συνεύρεση, μα όταν τελικά αποφασίζει να το κάνει, από κει και πέρα γίνεται ένας χαμός!

Χ: Να επιστρέψουμε λίγο σε κάποια πράγματα που δε με έπεισαν; Όταν τα αστερόπτερα επιτίθενται στο Άστραντ, δεν καταλαβαίνω γιατί η Πνευματική δε δίνει τον πραγματικό λόγο που δεν το εγκατέλειψαν οι κάτοικοί του, παρά μία δικαιολογία που μπάζει από παντού. Σίγουρα δεν παρέμειναν στο νησί για να πολεμήσουν, ώστε να μη βρεθεί μετά ερειπωμένο από αυτούς που θα επιστρέψουν. Μάλλον σε χειρότερη κατάσταση θα το έβρισκαν με αυτή τη μάχη.

Ζ: Και κάθε λογικός άνθρωπος, όπως η Τορέυν, ξέρει ότι η αυτοθυσία χωρίς πραγματικό κέρδος είναι μάλλον ηλίθια πράξη.

Χ: Επειδή όμως η μάχη συνέβη στ’ αλήθεια, σπάω το κεφάλι μου να βρω γιατί δεν το εγκατέλειψαν στ΄αλήθεια.

Ζ: Χόλνταν, καμιά φορά είσαι τόσο αφελής, που δε βλέπεις μπροστά σου. Δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν μαζικά το Άστραντ, γιατί θα έπρεπε να περάσουν μέσα από την πέτρα. Και μια τόσο μεγάλη μετακίνηση θα προκαλούσε μεγάλες διαταραχές στην ισορροπία των δυνάμεων της πέτρας, με πολύ σοβαρές συνέπειες.

Άλλο παρόμοιο σημείο: Όταν η Τορέυν συναντά το Ράζαθορ και τον ελευθερώνει από τα δεσμά. Είναι προφανές, ακόμα και σε όσους δεν γνωρίζουν την ιστορία από πριν, πως η Τορέυν ήταν μια γυναίκα οξυδερκής και με πολύ ανεπτυγμένο ένστικτο. Δεν την φόβιζαν λοιπόν δεισιδαιμονίες και προλήψεις. Θα καταλάβαινε τι πλάσμα ήταν ο Ράζαθορ και θα τον απελευθέρωνε, ξέροντας ότι δεν έχει κάτι να φοβάται. Αλλά η Πνευματική το έχει αφηγηθεί αυτό με τρόπο που μοιάζει λες κι η Τορέυν είναι ένα αφελές κοριτσάκι που βλέπει ένα τέρας και το απελευθερώνει χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες.

Χ: Και βέβαια το τέλος του τόμου, με την αντίδραση του Θαντόρ στα νέα.

Ζ: Ναι, δε μου άρεσε αυτό καθόλου, είμαι απολύτως σίγουρη ότι δεν έγιναν έτσι τα πράγματα.

Χ: Ίσως η Πνευματική προσπάθησε να δείξει στον αναγνώστη πόσο έξω πέφτει κανείς όντας προκατειλημμένος.

Ζ: Μα ο Θαντόρ δεν ήταν άνθρωπος τέτοιος. Ήταν από το Άστραντ, είχε πνευματικές δυνάμεις, είχε μόρφωση. Εκτός κι αν ήθελε να δείξει ότι ζήλευε, οπότε η αντίδρασή του είναι τουλάχιστον υπερβολική.

Χ: Και μετά πείθεται ότι κάνει λάθος χωρίς μεγάλη δυσκολία, παρά την αρχική του αντίδραση.

Ζ: Καταλαβαίνεις γιατί δε θέλησαν να πουν στο Θαντόρ ότι στο Τάλιαρκ κινδύνευε η ζωή του και να τον στείλουν σε μια αποστολή χωρίς να του εξηγήσουν; Λογικός άνθρωπος έχει φανεί ότι ήταν, συνετός, δε θα έκανε ψευτοπαλληκαριές όπως είχε κάνει ο Κένταλ.

Χ: Όπως επίσης δεν το βρίσκω πειστικό να στείλουν τον ίδιο το διάδοχο σε μια τέτοια αποστολή. Δεν είχαν μαζί τους, αν θυμάμαι καλά, τον αρχηγό της φρουράς, και πιθανότατα κι άλλους ακόμα κατώτερους;

Ζ: Κι αυτή η ιστορία με την αποκλήρωση του Κένταλ; Κάτι έχει παραλείψει να αναφέρει η Πνευματική, γιατί δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο θέλουν τόσο πολύ να τον αποκληρώσει και γιατί πείθεται ο Έρινταν.

Χ: Σίγουρα κάτι έχει ξεχάσει. Αναφέρει ένα συμβούλιο ευγενών το οποίο μοιάζει να έχει τόσο ισχυρή επιρροή στον Έρινταν, το οποίο δεν εμφανίζεται πουθενά αλλού. Αντίθετα, ο άρχοντας και ο διάδοχός του δείχνουν να έχουν όλη την εξουσία στα χέρια τους.

Ζ: Κάτι άλλο που έχει παραλείψει η Βάχρης, και είναι αρκετά σημαντικό, όχι ως ιστορικό στοιχείο, αλλά στην εξέλιξη της αφήγησης, είναι η σχέση της Τορέυν με τον πατέρα της.

Χ: Καθώς και όλη η ιστορία με την προσωρινή της μεταφορά στην Αλτέρα.

Ζ: Ακριβώς. Χωρίς κανένα προφανή λόγο, πείθεται ξαφνικά να μετακομίσει στο Μαγιοράν, να εγκαταλείψει το Άστραντ στο οποίο είχε βρει φιλοξενία και ασφάλεια και μάλιστα προοριζόταν για νέα Πνευματική. Εγώ στη θέση της δε θα πήγαινα.

Χ: Ναι, δεν υπάρχει λόγος, για μια οικογένεια που της είναι έτσι κι αλλιώς ξένη, κι αν θέλει να τη γνωρίσει, μπορεί εύκολα να τους επισκεφθεί ή να την επισκεφθούν.

Ζ: Και όχι μόνο αυτό, βασανίζεται για το αν θα υποχρεωθεί να παντρευτεί κάποιον που δε θέλει, ενώ η συνάντηση με τον Έρινταν έρχεται πολύ αργά, μετά από καιρό παραμονής εκεί. Δεν είχε ενδιαφερθεί κανείς από τους δύο να μιλήσουν σαν πατέρας και κόρη;

Χ: Ξέρεις, προφανώς και η Πνευματική δε θέλει να αποκαλύψει τα μυστικά της πέτρας, για να μην μαθευτούν από κόσμο που δεν πρέπει. Αλλά νομίζω θα μπορούσε απλά να υπονοεί τις μεθόδους.

Ζ: Τα παρουσιάζει αρκετά απλά κι εύκολα, τόσο που οποιοσδήποτε θα μπορούσε να κλέψει κάποια γνώση, κάποια από τα κατάλληλα λόγια, και να τα δοκιμάσει.

Χ: Επίσης, εγώ μπερδεύτηκα και κόντεψα να δώσω κάποιο δίκιο στον Σικκίμ για την ιστορία με το φλογέλαιο. Έκανα εκσκαφή στα εδάφη του; Τότε θα έπρεπε να του δίνουν τουλάχιστον ένα ποσοστό.

Ζ: Ίσως απλά να έπρεπε να είναι πιο σαφές το καθεστώς υπό το οποίο έγινε αυτό.

Χ: Έχοντας πάντως μελετήσει αρκετά από τα γραπτά της Πνευματικής, νομίζω ότι η νεαρή της ηλικία και η απειρία της φαίνεται σε κάποιες στιγμές του κειμένου. Όχι ότι είναι άσχημα γραμμένο, είναι πολύ κατανοητό κι ευανάγνωστο, απλά δεν έχει τη δύναμη που έχουν μεταγενέστερα γραπτά της.

Ζ: Δεν είμαι σίγουρη για αυτό που λες. Κυρίως για την απειρία δηλαδή. Ίσως απλά να είχα άλλα στο νου της τότε, να ήθελε να το γράψει με αυτόν τον τρόπο.

Χ: Ίσως… Επίσης, κι αυτό νομίζω είναι προφανές, λείπει η δεύτερη ματιά κάποιου από τους γραμματικούς της, γιατί έχουν ξεφύγει κάποια λάθη, ενώ κάποια, ιδίως με τη στίξη, γίνονται συστηματικά.

Ζ: Αυτό είναι αλήθεια, ακόμη κι αν είσαι λίγο σπασίκλας. Ιδίως προς το τέλος, που είχε μάλλον κουραστεί, λείπουν ολόκληρες λέξεις από κάποιες φράσεις. Άσε που, όπως θα δεις μετά, τους άλλους δύο τόμους τούς έχει προσέξει πολύ περισσότερο, και στην αισθητική, και στην πρακτικότητα, έχει και λίστα με τα κεφάλαια του βιβλίου.

Χ: Αυτό που πρέπει πάντως να πω, και νομίζω ότι συμφωνείς, είναι ότι αν το αρχίσεις δε γίνεται να μην το τελειώσεις. Βιάζομαι να διαβάσω το υπόλοιπο.

Ζ: Ναι, την είδαμε τη βιασύνη σου.

Χ: Έλα τώρα, αφού έτυχαν κάτι πραγματάκια…

Ζ: Καλά, καλά. Να μου το θυμηθείς, έτσι που πας, θα ξαναβρεθούμε να κάνουμε την ίδια συζήτηση με την επόμενη Παλίρροια.

Edited by aScannerDarkly
  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Ααααααχαχαχαχαχαχαχα, μπράβο ρε Ηφαιστίωνα, μ' άκουσε ολόκληρη η Στοκχόλμη να γελάω.

Link to comment
Share on other sites

μ' άκουσε ολόκληρη η Στοκχόλμη να γελάω.

 

Γι' αυτό νομίζω δεν αμφιβάλλει κανείςwink.gif

Link to comment
Share on other sites

Ηφαιστίωνα υποκλίνομαι στην κριτική σου.

 

Βάσω πρέπει να είσαι ευτυχισμένη έπειτα από τέτοια πρωτότυπη κριτική. Στην πραγματικότητα εδώ έχουμε το πρώτο fanfiction βασισμένο σε ελληνικό φάνταζι!

 

 

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..