Παρατηρητής Posted February 2, 2008 Share Posted February 2, 2008 Το κάλεσμα Περνώντας την πόρτα βρέθηκε σε ένα χώρο ακόμα πιο περίεργο και φρικιαστικό από τον προηγούμενο. Κόκκινα κεριά με έντονες πορφυρές φλόγες χρωμάτιζαν τους τοίχους του ευρύχωρου δωματίου. Ασάλευτοι άνδρες και γυναίκες ήταν κρεμασμένοι από ένα τεράστιο τεντωμένο σκοινί λες και ήταν ρούχα απλωμένα. Όλοι τους κρεμασμένοι με μανταλάκια, άλλοι από το αυτί, άλλοι από τα μαλλιά, μα οι περισσότεροι από τη γλώσσα. Το έδαφος ήταν γεμάτο με κέρματα και χαρτονομίσματα ενώ παχιά κοράκια βουτούσαν από το κατασκότεινο ταβάνι και τα καταβρόχθιζαν. Στο κέντρο της αίθουσας ένα λουστραρισμένο στρογγυλό τραπέζι έδρευε και γύρω από αυτό απαθέστατοι από το φρικιαστικό περιβάλλον, κάθονταν έξι τύποι, τρεις άντρες και τρεις γυναίκες. Και στο επίκεντρο του τραπεζιού, ένα βιβλίο. Από την εμφάνιση τους έλεγες πως αυτοί οι άνθρωποι δεν θα ταίριαζαν ποτέ. Άλλοι έδειχναν προσεγμένοι, άλλοι απεριποίητοι. Άλλοι φαίνονταν να έχουν τρόπους ευγενικής συμπεριφοράς, κυρίως οι γυναίκες, άλλοι να έχουν τον κόσμο όλο γραμμένο στα παλιά τους τα παπούτσια, όπως ένας αχτένιστος άνδρας με κοιλιά που κοπάνησε με δύναμη στο τραπέζι το μπουκάλι με το ουίσκι που μόλις άδειασε. Κι όμως όλοι τους αποτελούσαν μια ευχάριστη μεταξύ τους παρέα με κάτι κοινό να τους διασκεδάζει έντονα. Δεν ήταν ο Μάρκος που μόλις μπήκε στο χώρο. Αυτόν κανείς δεν τον παρατήρησε. Δεν ήταν οι κρεμασμένοι άνθρωποι γύρω τους, ούτε τα κοράκια που έκρωζαν τρώγοντας τα χρήματα στο πάτωμα. Ήταν το βιβλίο στο κέντρο του τραπεζιού. Κάτι αισθάνθηκε ο Μάρκος αντικρίζοντας τους χαρούμενους συνδαιτυμόνες που γελούσαν μεταξύ τους. Κάτι γνώριμο. Παρατηρώντας τους καλύτερα, διαπίστωσε πως ήξερε δύο από τα άτομα. Ο ένας, εκείνος με το μούσι και το βλοσυρό ύφος που παρίστανε τον επαναστάτη ήταν ο εκδότης του «Θησαυρός», κάτοχος εκδοτικού οίκου και ομώνυμου εξειδικευμένου βιβλιοπωλείου. Από εκείνον είχε αγοράσει το πρώτο του βιβλίου φανταστικής λογοτεχνίας, πολύ πριν ο άνθρωπος εκείνος αποφασίσει να εξελίξει το βιβλιοπωλείο του σε εκδοτική εταιρία. Ο άλλος, εκείνος με το ουίσκι, ήταν ο εκδότης της εταιρίας «Αναλαμπή», της εκδοτικής που είχε τάξει στον Μάρκο περισσότερα από την έκδοση του μυθιστορήματος του, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Τους υπόλοιπους τέσσερις δεν τους είχε ξαναδεί, όμως τους ένιωθε τρομερά γνώριμους σαν μακρινούς συγγενείς. Ήταν οι άλλοι τέσσερις που τον είχαν απορρίψει. Με ταραχή και περιέργεια συνειδητοποίησε πως μπροστά του είχε τους έξι εκδότες που είχαν απορρίψει το έργο του. Ήταν και οι έξι τους εκεί, καθισμένοι γύρω από ένα και μόνο βιβλίο. Το δικό του. Ένας-ένας άρχισαν να το παίρνουν στα χέρια τους και να το ξεφυλλίζουν. Τόσο τα γέλια τους όσο και η «αξιολόγηση» τους φαρμάκωνε όλο και πιο πολύ το συγγραφέα που αμέτοχος τους κοιτούσε να χλευάζουν τον ίδιο και το έργο του. «Το διάβασε κανείς από εσάς αυτό το…το…να το χαρακτηρίσω…μυθιστόρημα;» «Μη δίνετε σημασία αγαπητή μου! Μία «επική ασυναρτησία» είναι! Έχασα πολύ από τον πολύτιμο μου χρόνο να αναγνώσω είκοσι σελίδες από αυτήν την ανούσια περιπέτεια!» «Πάλι καλά που διαβάσατε και είκοσι σελίδες! Εγώ ούτε που το άνοιξα! Όπως μου το έδωσε ο βλαμμένος έτσι το παράτησα στο σπίτι μου!» «Θέλετε να πείτε ότι δεν γνωρίζετε την υπόθεση του βιβλίου κύριε;» «Η γυναίκα μου διάβασε λίγο. Της φάνηκε απίστευτα αστείο! Δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε από τα γέλια! Ομολογώ πως το βιβλίο ανεβάζει τη διάθεση έπειτα από μια κουραστική μέρα!» «Αληθεύει λοιπόν πως οι περισσότεροι στη χώρα μας είναι γελωτοποιοί αντί για συγγραφείς!» «Όχι όλοι, αλλά ο συγκεκριμένος σίγουρα θα κάνει καριέρα στο τσίρκο!» «Πως τον είπαμε τον τύπο;» «Χιώτης Μάρκος. Ορίστε, το έχει γράψει και με μεγάλα γράμματα!» «Ω Θεέ μου…ποιος νομίζει ότι είναι; Τι ατάλαντος!» «Μαλάκας…» «Είπες το καλύτερο μεγάλε!» «Ε μα με τον κάθε καραγκιόζη που παριστάνει τον καλλιτέχνη! Μου τη δίνουνε στα νεύρα αυτοί οι τύποι!» «Ο συγκεκριμένος είναι πολύ γελοίος, συμφωνώ! Τον έχω γνωρίσει από κοντά! Ένας φαντασμένος είναι που πιστεύει ότι θα γίνει πετυχημένος και θα ζήσει από αυτά που γράφει!» «Αμέ, πως! Με τέτοιες ιστορίες, σίγουρα θα φτάσει ψηλά!» «Καταρχάς δεν ξέρει να γράφει και άλλωστε η ιστορία του δεν είναι τίποτα το συγκλονιστικό! Ένα χιλιοειπωμένο σενάριο που έχει εκδοθεί εκατοντάδες φορές κατά καιρούς!» «Τέτοιου είδους άνθρωποι αποτελούν πλήγμα τόσο στην τέχνη της συγγραφής όσο και στο χώρο του φανταστικού!» «Για πελάτες όμως καλοί είναι! Που θα πουλάγαμε το εμπόρευμα μας εάν δεν υπήρχαν αυτοί;» «…«Ο Ίσκιος του Παρελθόντος»…Ακούστε τίτλο βιβλίου!» «Έτσι λέγεται; Ούτε που το είχα προσέξει!» «Συγχωρέστε με μα δεν θα αντέξω αν δεν γελάσω!» «Όχι ακόμα! Περιμένετε να σας διαβάσω κάτι! Μάλλον, πάρτε το εσείς κυρία μου! Έχω συνηθίσει από τη γυναίκα μου που τα απαγγέλλει με τρόπο! Ανοίξτε μια σελίδα και διαβάστε μας κάτι!» «Για να δω…χμ, είναι και πολλές οι σελίδες! Ποιος θα το διάβαζε αυτό το «τούβλο»;» «Έλα ντε! Πέρα από το τεράστιο κόστος της έκδοσης, ποιος θα είχε την όρεξη να διαβάσει όλη αυτή την κουταμάρα;» «Μαλακίες…» «Για ακούστε αυτό…Λοιπόν…γράφει ο Χιώτης… «…κραδαίνοντας το σπαθί του, κοίταξε κατάματα το δράκο και φώναξε «Δεν σε φοβάμαι δράκοντα! Έχω καρδιά πλασμένη από ατσάλι σαν ετούτο το ξίφος που θα σε στείλει στο σκοτάδι!»…Μπρρρ, ανατρίχιασα!» Και οι έξι ξέσπασαν σε γέλια. Η εκδότρια βρήκε άλλο ένα τυχαίο απόσπασμα σε μια σελίδα. «Για ακούστε και αυτό… «…και όπως κράτησε το άψυχο κορμί της στην αγκαλιά του κραύγασε δυνατά στον ουρανό: «Καταραμένος να είσαι Μάγε! Καταραμένοι όλοι εσείς που σκοτώνετε την αθωότητα και μαραίνετε τα λιγοστά άνθη που απέμειναν σε αυτό το σκοτεινό κόσμο να ευωδιάζουν! Κατάρα σε γη και ουρανό που σας επέτρεψαν να αντικρίσετε το φως της ζωής….»,…αχ συγχωρέστε με, δεν μπορώ να διαβάσω άλλο!» Γέλασαν ξανά, αυτή τη φορά με έντονους χλευασμούς, ενώ δύο από την παρέα εκλιπαρούσαν την αναγνώστρια να συνεχίσει να τους απαγγέλλει. Εκείνη τότε άρχισε να σκίζει τις σελίδες, τραβώντας τις βίαια, προσφέροντας από μερικές στους υπόλοιπους πέντε. Πλέον όλοι είχαν από ένα μικρό μέρος της δουλειάς του Μάρκου στα χέρια τους και άρχισαν να διαβάζουν όλοι μαζί φωναχτά, ο καθένας το απόσπασμα που είχε. Μερικοί γελούσαν κακαρίζοντας, άλλοι προσπαθούσαν να δείξουν στους κοντινούς τους μερικές φράσεις και λέξεις που τους φαίνονταν αστείες, ενώ εκείνοι που στην πραγματικότητα είχαν αδιαφορήσει πλήρως για το μυθιστόρημα, έκλειναν τις σελίδες στα χέρια του, μετατρέποντας τις σε χάρτινες μπάλες. Τόση ώρα ο Μάρκος ανήμπορος τους κοιτούσε να ρημάζουν το μόχθο του. Άκουγε τα υποτιμητικά τους σχόλια και τις επικρίσεις που τον καθιστούσαν οικτρό και τρισάθλιο, τόσο σαν συγγραφέα όσο και σαν άνθρωπο. Και το όνειρο ήταν τόσο ζωντανό που τον ανάγκαζε να δέχεται όλη εκείνη την κατακραυγή. Με ένα κόμπο στην καρδιά και στους πνεύμονες, έσκυψε το κεφάλι και παραδόθηκε σε λυγμούς σαν μικρό παιδί που το κορόιδευαν οι συμμαθητές του. «Άκουσε τους.», ξεχώρισε μία απροσδιόριστη φωνή μέσα από τους σαρκασμούς των εκδοτών. «Άκουσε τι πραγματικά πιστεύουν αυτοί για το έργο σου. Αναίσθητοι γελούν με την ελπίδα σου. Ασυγκίνητοι διασκεδάζουν με τον καημό σου. Άκουσε τους.» Η φωνή παρέμενε αυστηρή κι όμως μια δόση συμπόνιας ήταν αισθητή. «Κοίταξε τους. Κοίτα τι σου κάνουν.» Με δυσκολία ο Μάρκος προσπάθησε να καταπνίξει τη δυστυχία του και να κοιτάξει. Δεν μπορούσε να αντικρίζει άλλο εκείνο το φριχτό θέαμα. Αφού αναθάρρεψε και σήκωσε το κεφάλι, βρέθηκε αντιμέτωπος με κάτι ακόμα πιο φρικιαστικό. Δεν υπήρχε τραπέζι. Οι έξι εκδότες ήταν όρθιοι γύρω από έναν γονατιστό άνδρα. Ο άνδρας αυτός ήταν ο ίδιος ο Μάρκος. Κοιτούσε έντρομος το είδωλο του που τον παρατηρούσε στην άλλη άκρη του δωματίου ενώ δάκρυα και μύξες χύνονταν από το πρόσωπο του. Δύο από τους εκδότες του πίεζαν τους ώμους να παραμείνει γονατιστός, ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις χτυπούσαν ρυθμικά παλαμάκια. Τα κοράκια έκρωζαν δυνατά, κοιτώντας στο επίκεντρο της σκηνής. Οι κρεμασμένοι, ακολουθώντας το ρυθμό της χειροκρότησης φώναζαν «Εκτέλεση-εκτέλεση!» «Τι θα κάνουν; Τι θα κάνουν;;;», ρώτησε ο Μάρκος ελπίζοντας η φωνή να του απαντήσει πριν από τη συνέχεια, αγωνιώντας για το κακοποιημένο του είδωλο στα χέρια των εκδοτών. «Θα σε απορρίψουν.» Ο χτύπος του σφυριού που συγκρούεται με κάτι εύθραυστο ήχησε ολόγυρα, αφήνοντας έναν ανατριχιαστικό ήχο να ριγήσει το κορμί του Μάρκου. Είδε έναν από τους εκδότες με ένα σφυρί στο χέρι και το ομοίωμα του λουσμένο στο αίμα, παραμορφωμένο. Ένας άλλος έχωσε το χέρι στο σπασμένο του κεφάλι και ψαχούλεψε. «Να το!», φώναξε θριαμβευτικά και τράβηξε έξω το μυαλό του Μάρκου. «Λιώστε το!», παρότρυνε ένας άλλος. «Λιώστε το-λιώστε το!!!», κραύγαζαν οι κρεμασμένοι και τα κοράκια έκρωζαν. Παράξενες φωνές και οδυρμοί ακούγονταν από το μυαλό που κρατούσε ο εκδότης στο ματωμένο του χέρι. Ο Μάρκος ορκιζόταν πως άκουγε τους ήρωες του βιβλίου του να θρηνούν και να εκλιπαρούν για έλεος. Κραύγαζαν οι ιππότες, έκλαιγαν οι πριγκίπισσες, σπάραζαν οι μάγοι, θρηνούσε το ίδιο το μυαλό του συγγραφέα. Ο εκδότης έσφιξε τον εγκέφαλο στη γροθιά του, μετατρέποντας το σε μια άμορφη κολλώδης μάζα. Έπειτα πέταξε κάτω το μυαλό με δύναμη και σκούπισε πάνω στο πουκάμισο του τα υπολείμματα που είχαν μείνει κολλημένα στην παλάμη του. μπροστά στα έντρομα μάτια και των δύο Μάρκων, οι άλλοι εκδότες κλώτσησαν το μυαλό ανταλλάσσοντας μεταξύ τους πάσες. Τα πλάσματα της φαντασίας του Μάρκου ούρλιαζαν ακόμα. Έπαψαν όταν τελικά μία γυναίκα πάτησε με δύναμη το μυαλό κάτω από το τακούνι της. «Και την καρδιά!» «Την καρδιά-την καρδιά!» Ο εφιάλτης συνεχίστηκε. Η γυναίκα που προηγουμένως απάγγειλε πρώτη τα αποσπάσματα του βιβλίου βύθισε το χέρι της στο στόμα του ομοιώματος και τράβηξε απότομα την καρδιά του. Το ομοίωμα έκανε εμετό και εκείνοι που το κρατούσαν το άφησαν να πέσει πάνω στα ξερατά του. Η εκδότρια κρατούσε ψηλά την καρδιά του Μάρκου στο ματωμένο της χέρι, σφίγγοντας την να μην της γλιστρήσει. Το έντονο κλάμα ενός τρομαγμένου μωρού αντηχούσε μέσα στη θορυβώδη αίθουσα. Κι όσο η καρδιά παλλόταν στο χέρι της γυναίκας, το κλάμα του μωρού γινόταν όλο και πιο έντονο. «Κλάψε-κλάψε!!!», φώναζαν οι εκδότες χειροκροτώντας ρυθμικά. «Κλάψε-κλάψε!!!», ακολουθούσαν οι κρεμασμένοι. Το μωρό που ακούγονταν από την ξεριζωμένη καρδιά έκλαιγε ηχηρά. Ο ίδιος ο Μάρκος έκλαιγε. Το ομοίωμα του με το συντετριμμένο κεφάλι έκλαιγε, βήχοντας μέσα στα ξερατά. «Όχι…όχι», ικέτευε ο θεατής Μάρκος με πνιγμένη τη φωνή του. «Όχι, σας παρακαλώ…» Η εκδότρια πέταξε την καρδιά ψηλά και όλα τα κοράκια ξεσηκώθηκαν στον αέρα για να την κατασπαράξουν. Το μωρό κραύγαζε υποφέροντας καθώς τα μαύρα αρπακτικά τσιμπούσαν τα κομμάτια της καρδιάς. Την κατασπάραξαν όλη. Ούτε ένα της κομμάτι δεν κατάφερε να πέσει στο έδαφος. Το μωρό σίγασε. Ο Μάρκος δεν άντεξε άλλο να αντικρίζει αυτή τη φρίκη. Τα κοράκια έκρωζαν ικανοποιημένα και οι εκδότες χόρευαν γύρω από το πτώμα. Αναζήτησε δρόμο διαφυγής. Όλη εκείνη η θλίψη και ο τρόμος του μεγάλωσαν το αίσθημα του κινδύνου μέσα σε εκείνο τον εφιάλτη. Έτρεξε προς τα πίσω, ευελπιστώντας να βρει την έξοδο. Τα πάντα είχαν αλλάξει. Δεν υπήρχε ούτε το γραφείο ούτε η τουαλέτα. Υπήρχε μόνο ένας σκοτεινός διάδρομος με μικρά λευκά φώτα σε ένα απόμακρο ταβάνι, τα οποία έσβηναν σε κάθε βήμα του Μάρκου. Οι φωνές ακούγονταν πίσω του πιο δυνατές. Κρωξίματα και συρίγματα φιδιών αντιλαλούσαν στο διάδρομο που έτρεχε ο Μάρκος. Που ήταν η έξοδος; «Γιατί εγκαταλείπεις δειλέ;» αντήχησε πάλι η απροσδιόριστη φωνή. «Γιατί επιτρέπεις σε αυτούς να ρημάζουν την καρδιά και να βιάζουν την ψυχή σου; Αναθάρρεψε και αντιμετώπισε τους!» Ο Μάρκος έτρεχε ασταμάτητα. Έκλαιγε ασταμάτητα. «Αντιμετώπισε τους! Δώσε τους ότι σου έδωσαν! Κάνε τους να υποφέρουν!» «Δεν μπορώ!!!», τσίριξε ο Μάρκος τρέχοντας. «Μπορείς! Κάλεσε με! Επιστράτευσε με!» Τα βήματα του Μάρκου επιβραδύνθηκαν. Κάτι κολλώδες στο πάτωμα εμπόδιζε το τρέξιμο του. Ιστοί αράχνης φαίνονταν αμυδρά στο χώρο. Τα γέλια των εκδοτών, μαζί με τα κρωξίματα και τα συρίγματα πλησίαζαν. «Τι θέλεις από αυτούς; Τι είναι αυτό που πραγματικά αποζητάς;» Ο Μάρκος εισέπνεε με δυσκολία. Δεν μπορούσε ούτε ανάσα να πάρει. Η έξοδος δεν φαίνονταν πουθενά. «Τους εμπιστεύτηκες ότι πιο αγνό είχες: τη φαντασία σου. Τους ζήτησες ότι πιο απλό θα μπορούσαν να κάνουν για σένα: να σε συστήσουν στον κόσμο. Τους πλησίασες ταπεινά, αποζητώντας την αρχή μιας παιδικής σου επιθυμίας: να πραγματοποιήσουν το όνειρο σου. Κι εκείνοι τι σου έδωσαν;» Ο Μάρκος γονάτισε. Τα πόδια του γέμισαν με ιστούς. Κυλίστηκε χάμω κλαίγοντας. «Σου φέρθηκαν ύπουλα. Διασκέδασαν με τις ιδέες σου, αδιαφόρησαν πλήρως για τον εσωτερικό κόσμο. Σου πάτησαν το μυαλό σαν σκουλήκι. Σου ξερίζωσαν την καρδιά και την πέταξαν στα όρνια να τη φάνε. Σε σκότωσαν Μάρκο. Σε απόρριψαν, σε σκότωσαν. Τώρα τι ζητάς από εκείνους;» «Να ψοφήσουνε!!!», ούρλιαξε ο Μάρκος και η φωνή του αντήχησε κάνοντας του τοίχους να τρίξουν. «Να πεθάνουνε όλοι τους, να υποφέρουν!!!» Τα πάντα σώπασαν. Μία βαριά σιωπή κυρίεψε το χώρο. «Κρακ», ακούστηκε κάτι σαν ένας μηχανισμός να ενεργοποιήθηκε. Ένα ανατριχιαστικό νανούρισμα έφτασε στα αυτιά του Μάρκου. Ένα μικρό καρουζέλ άπλωσε παντού την παιδική του μελωδία. Τίποτε άλλο δεν ηχούσε. Μόνο το νανούρισμα του καρουζέλ. Σκιές από αλογάκια που κυνηγούσαν το ένα το άλλο αποτυπώθηκαν στον τοίχο. Από κάπου ένα πλάσμα πλησίαζε κρυμμένο στο σκοτάδι. Η σκιά του φάνηκε ανάμεσα στα αλογάκια που κυνηγιόνταν στον τοίχο: τα μακριά πόδια μιας τεράστιας τριχωτής αράχνης. Ένα φως φάνηκε από ψηλά. Οι παχιές ακτίνες του φανέρωναν μια σκάλα. Ο Μάρκος σηκώθηκε και με όλες του τις δυνάμεις έτρεξε προς τα εκεί. Συνάντησε τα σκαλοπάτια. Τον οδηγούσαν στο φως. Άφησε πίσω του τον ήχο του καρουζέλ και τις σκιές στους τοίχους και έτρεξε με αγωνία. Κάθε που πατούσε σε ένα σκαλοπάτι, το προηγούμενο γκρεμίζονταν. Έτρεχε, έτρεχε. Τα σκαλοπάτια έπεφταν, το καρουζέλ έπαιζε το ανατριχιαστικό νανούρισμα. Μικρά παιδιά τραγουδούσαν. Ο Μάρκος πλησίαζε το φως. Άφησε πίσω το σκοτάδι. Βγήκε επιτέλους από εκείνο το φριχτό μέρος. Πήρε μία ταλαίπωρη ανάσα και κοίταξε γύρω του. Το τοπίο δεν ήταν καλύτερο από το προηγούμενο. Φωτιές έκαιγαν τα πάντα. Φλόγες πυργώνονταν ως τον ουρανό. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο εκτός από φωτιά. Ακούστηκε το σφύριγμα μιας ταχείας αμαξοστοιχίας. Ένα τρένο ερχόταν από κάπου με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ο Μάρκος κοιτούσε γύρω-γύρω σαν τρελός προσπαθώντας ακόμη μία φορά να βρει μια έξοδο. Φωτιές ολόγυρα, τίποτα άλλο. Ώσπου, μέσα από τη φωτιά ξεπήδησε η τεράστια σκιά του τραίνου που έπεσε με ορμή πάνω στο Μάρκο. Με μία πνιχτή κραυγή πετάχτηκε από τον ύπνο. Η καρδιά του χτυπούσε ξέφρενα. Ένιωθε το κορμί του παράλυτο και τα μάτια του ανήμπορα να κλείσουν. Φοβόταν πως με το παραμικρό βλεφαρισμό θα έβλεπε ξανά εκείνες τις φριχτές εικόνες. Για πρώτη φορά στη ζωή του χάρηκε που αντίκριζε εκείνο το λευκό ταβάνι πάνω από το κρεβάτι του. Ξύπνησε από έναν τρομερό εφιάλτη. Ήταν από τα χειρότερα όνειρα που είχε δει ποτέ. Σαν όνειρο, αυτό που είδε ήταν τελείως αλλόκοτο. Ήταν όμως τόσο ζωντανό. Τα γέλια και τα λόγια των εκδοτών βούιζαν ακόμα στα αυτιά του. Τα γέλια της απόρριψης. Κι όμως κάτι μέσα σε εκείνον τον εφιάλτη τον καλούσε. Κάποιος… ΥΓ Η συνέχεια δεν είναι καθόλου ευχάριστη Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted February 3, 2008 Share Posted February 3, 2008 (edited) Ωραίο απόσπασμα, περνάει νομίζω πετυχημένα την ονειρική μη-λογική που θέλει να περάσει. Μιλώντας μάλιστα για κάτι οικείο σε όλους (τον φόβο της απόρριψης) αλλά και πιο ειδικά για τον φόβο της απόρριψης του έργου ενός συγγραφέα, πιάνει νομίζω πετυχημένα το θέμα. Πρόσεξα όμως ένα λαθάκι μορφοποίησης στα σημεία εκείνα όπου έχουμε διάλογο μέσα σε απόσπασμα μέσα σε διάλογο. Μιλάω φυσικά για το κομμάτι: «Για ακούστε αυτό?Λοιπόν?γράφει ο Χιώτης? «?κραδαίνοντας το σπαθί του, κοίταξε κατάματα το δράκο και φώναξε «Δεν σε φοβάμαι δράκοντα! Έχω καρδιά πλασμένη από ατσάλι σαν ετούτο το ξίφος που θα σε στείλει στο σκοτάδι!»?Μπρρρ, ανατρίχιασα!» Και οι έξι ξέσπασαν σε γέλια. Η εκδότρια βρήκε άλλο ένα τυχαίο απόσπασμα σε μια σελίδα. «Για ακούστε και αυτό? «?και όπως κράτησε το άψυχο κορμί της στην αγκαλιά του κραύγασε δυνατά στον ουρανό: «Καταραμένος να είσαι Μάγε! Καταραμένοι όλοι εσείς που σκοτώνετε την αθωότητα και μαραίνετε τα λιγοστά άνθη που απέμειναν σε αυτό το σκοτεινό κόσμο να ευωδιάζουν! Κατάρα σε γη και ουρανό που σας επέτρεψαν να αντικρίσετε το φως της ζωής?.»,?αχ συγχωρέστε με, δεν μπορώ να διαβάσω άλλο!» (μπλα μπλα μπλα) όπου και ανοίγεις περισσότερα εισαγωγικά από όσα κλείνεις. Τι εννοώ; Θα χρησιμοποιήσω κουτάκια αντί εισαγωγικών για να καταλάβεις «Για ακούστε αυτό?Λοιπόν?γράφει ο Χιώτης? «?κραδαίνοντας το σπαθί του, κοίταξε κατάματα το δράκο και φώναξε «Δεν σε φοβάμαι δράκοντα! Έχω καρδιά πλασμένη από ατσάλι σαν ετούτο το ξίφος που θα σε στείλει στο σκοτάδι!»?Μπρρρ, ανατρίχιασα!» Και οι έξι ξέσπασαν σε γέλια. Η εκδότρια βρήκε άλλο ένα τυχαίο απόσπασμα σε μια σελίδα. «Για ακούστε και αυτό? «?και όπως κράτησε το άψυχο κορμί της στην αγκαλιά του κραύγασε δυνατά στον ουρανό: «Καταραμένος να είσαι Μάγε! Καταραμένοι όλοι εσείς που σκοτώνετε την αθωότητα και μαραίνετε τα λιγοστά άνθη που απέμειναν σε αυτό το σκοτεινό κόσμο να ευωδιάζουν! Κατάρα σε γη και ουρανό που σας επέτρεψαν να αντικρίσετε το φως της ζωής?.»,?αχ συγχωρέστε με, δεν μπορώ να διαβάσω άλλο!» (μπλα μπλα μπλα) Γενικά, διάβαζα κάπου, ότι είναι πιο "σωστό" να γράφεις τους διαλόγους μέσα σε διπλά αυτάκια (") και τις αφηγήσεις μέσα σε διαλόγους με μονά ('), πχ να βάλεις "?και όπως κράτησε το άψυχο κορμί της στην αγκαλιά του κραύγασε δυνατά στον ουρανό: 'Καταραμένος να είσαι Μάγε! Καταραμένοι όλοι εσείς που σκοτώνετε την αθωότητα και μαραίνετε τα λιγοστά άνθη που απέμειναν σε αυτό το σκοτεινό κόσμο να ευωδιάζουν! Κατάρα σε γη και ουρανό που σας επέτρεψαν να αντικρίσετε το φως της ζωής?.'" Όμως παρόλα αυτά υπάρχει και ο εξωτερικός διάλογος, που πρέπει κάπως να βολευτεί και αυτό με προβληματίζει για το πώς μπορεί να γίνει. Σε γενικές γραμμές δεν έχω ιδέα πώς θα το έκανα. Στην περίπτωση αυτή όμως, παρατηρώ κάτι: σε κανένα σημείο δεν σπας το διάλογο για να περιγράψεις τον ομιλητή ή πράξεις του, άρα, αντί για εισαγωγικά, μπορείς να χρησιμοποιήσεις την μέθοδο της παύλας σε όλους τους διαλόγους των προσώπων (που νομίζω θα βοηθήσει στο απρόσωπο των ομιλητών που θες να περάσεις. Έτσι θα σου έλεγα να έκανες αυτό: - Για ακούστε αυτό?Λοιπόν?γράφει ο Χιώτης? "?κραδαίνοντας το σπαθί του, κοίταξε κατάματα το δράκο και φώναξε 'Δεν σε φοβάμαι δράκοντα! Έχω καρδιά πλασμένη από ατσάλι σαν ετούτο το ξίφος που θα σε στείλει στο σκοτάδι!'"?Μπρρρ, ανατρίχιασα! Και οι έξι ξέσπασαν σε γέλια. Η εκδότρια βρήκε άλλο ένα τυχαίο απόσπασμα σε μια σελίδα. - Για ακούστε και αυτό? "?και όπως κράτησε το άψυχο κορμί της στην αγκαλιά του κραύγασε δυνατά στον ουρανό: 'Καταραμένος να είσαι Μάγε! Καταραμένοι όλοι εσείς που σκοτώνετε την αθωότητα και μαραίνετε τα λιγοστά άνθη που απέμειναν σε αυτό το σκοτεινό κόσμο να ευωδιάζουν! Κατάρα σε γη και ουρανό που σας επέτρεψαν να αντικρίσετε το φως της ζωής?.'",?αχ συγχωρέστε με, δεν μπορώ να διαβάσω άλλο! (μπλα μπλα μπλα) ΥΓ: το (μπλα μπλα μπλα) υποδηλώνει το κείμενο που ακολουθεί το απόσπασμα. Edited February 3, 2008 by Nihilio Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Παρατηρητής Posted February 4, 2008 Author Share Posted February 4, 2008 Ευχαριστώ Μιχάλη. Θα έχω υπόψη μου την παρατήρηση σου. Ξέρω πως το κείμενο έχει αρκετά λάθη. Όποιος εντοπίσει κάποια ας τα σημειώσει. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
white_unicorn Posted July 4, 2008 Share Posted July 4, 2008 Behind the errors to the heart and soul we should look, the blood and breath the story gives us... and there you'll see the fear you hide under layers of dust in your one core.... :phoenix: Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Παρατηρητής Posted July 4, 2008 Author Share Posted July 4, 2008 how sweet... Από ποιους είναι οι στίχοι; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
white_unicorn Posted July 4, 2008 Share Posted July 4, 2008 (edited) εχμ... ναι... γκουχ γκουχ... ε, οι στίχοι? ποιοί στίχοι? εμ, δεν είναι στίχοι... δικό μου είναι... απλά το έβαλα να φαίνεται σαν στιχοι... * falls into the sea hoping Poseidon will let her drown in his sea* :unicorn2: Edited July 4, 2008 by white_unicorn Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted December 11, 2008 Share Posted December 11, 2008 Μερικές φορές η συγχρονικότητα σ' αυτή τη ζωή είναι κάτι το καταπληκτικό! Μόλις χτες βράδυ διάβασα την ιστορία "Το κάλεσμα του ονειροβάτη" στις Συμπαντικές Διαδρομές και σκεφτόμουνα ότι θα ήθελα να έγραφα κάποια σχόλια. Κι ενώ αναρωτιόμουνα αν υπάρχει στο forum και αν θα πρέπει να την αναζητήσω στη Βιβλιοθήκη Τρόμου, νάσου κι αναδύεται το τόπικ "Τι διαβάσατε από τη Βιβλιοθήκη μας;" και, μπαίνοντας να το κοιτάξω, βρίσκω το link να με φωνάζει σε κάποιο από τα πρώτα ποστς! Κατ' αρχήν να πω λοιπόν ότι μου άρεσε, παρόλο που εν γένει δεν είμαι πολύ φίλη του τρόμου. Δημιουργείς ωραία ατμόσφαιρα από την είσοδο στην αίθουσα κι έτσι άρπαξες άμεσα το ενδιαφέρον μου. Η ροή ήταν καλή, η περιγραφή των εκδοτών ήταν επίσης ωραία με την ποικιλία της. Νόμιζα ότι το διάβαζα ψύχραιμα, ότι η ατμόσφαιρα του τρόμου και όλος ο περίεργος σουρελιασμός της με αποστασιοποιούσαν από το συναίσθημα της ιστορίας. Όταν όμως έφτασα στο σημείο: «Τους εμπιστεύτηκες ότι πιο αγνό είχες: τη φαντασία σου. Τους ζήτησες ότι πιο απλό θα μπορούσαν να κάνουν για σένα: να σε συστήσουν στον κόσμο. Τους πλησίασες ταπεινά, αποζητώντας την αρχή μιας παιδικής σου επιθυμίας: να πραγματοποιήσουν το όνειρο σου. Κι εκείνοι τι σου έδωσαν;» Ο Μάρκος γονάτισε... αναγκάστηκα να σταματήσω για να ξεθολώσουν τα μάτια μου. Χτύπησες πολύ βαθιά, φίλε μου. Και όσοι έχουν φάει πολλές, μα πάρα πολλές πόρτες και κάποιες απ' αυτές με ιδιαίτερα εξευτελιστικό τρόμο, δεν μπορούν να τις ξεχάσουν εύκολα. Στο περιοδικό κατάλαβα ότι τελείωνες εκεί. Στο τόπικ φαίνεται ότι είναι απόσπασμα κι ότι ακολουθεί κάτι πολύ δυσάρεστο. Αν πω βέβαια ότι η βαθύτατη επιθυμία μου θα ήταν με το τέλος της ιστορίας να έβλεπα το Μάρκο να τους είχε ξεσκίσει, δεν πιστεύω να παραξενευτείς... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Παρατηρητής Posted December 12, 2008 Author Share Posted December 12, 2008 Σε ευχαριστώ πολύ Βάσω. Ήταν από τα καλύτερα σχόλια που θα μπορούσα να δεχτώ. Το όνειρο αυτό ήταν εσκεμμένο από κάποιον δαίμονα για να ωθήσει τελικά το Μάρκο να επισκεφτεί μια περιοχή που το προηγούμενο βράδυ απέφυγε. Εκεί δηλαδή που ο αποτυχημένος συγγραφέας προσπαθεί να ξεχάσει και να αλλάξει τη ζωή του, η σκοτεινή δύναμη τον φέρνει πάλι πίσω ώστε να τον οδηγήσει κάπου που ούτε η ζωηρή του φαντασία δεν τολμούσε να πλησιάσει. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει ο Ονειροβάτης... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
kitsos Posted February 4, 2009 Share Posted February 4, 2009 Λατρεύω τα όνειρα. Και να τα διαβάζω και να τα γράφω και να τα βλέπω. Εδώ έχουμε ένα όνειρο σκέτη φρίκη (με την καλή έννοια). Πολύ γουστόζικος εφιάλτης με πολλά κρυφά αλλά και φανερά μηνύματα. Νομίζω πως έχεις δώσει αυτό που θες μέσα από αυτό το κείμενο και παρόλο που είναι αρκετά ωμό δεν με ενόχλησε καθόλου κάτι που πολλές φορές μου έχει συμβεί αλλού. Οι εικόνες διαδέχονται με γρήγορο ρυθμό η μια την άλλη με πιο παράξενη (που μένει αξέχαστη) τους κρεμασμένους. Αν θα άλλαζα κάτι αυτό θα ήταν η λέξη «επίκεντρο» στην πρώτη παράγραφο. ΥΓΗ συνέχεια δεν είναι καθόλου ευχάριστη Θα τη διάβαζα ευχαρίστως Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Παρατηρητής Posted February 4, 2009 Author Share Posted February 4, 2009 (edited) Θα τη διάβαζα ευχαρίστως Ευχαρίστως λοιπόν να σου τη στείλω, μιας και δεν νομίζω να είναι αρκετοί εκείνοι που θέλουν να τη διαβάσουν. Πρίν μια βδομάδα ο "Ονειροβάτης" κέρδισε τη δεύτερη του απόρριψη απο εκδοτικό οίκο. Τους φάνηκε ανόητη η ιδέα καθώς και η επιλογή του συγκεκριμένου πρωταγωνιστή (αποτυχημένος καλλιτέχνης)... Την άλλη φορά θα επιλέξω για ήρωα κάποιον επιτυχημένο μανάβη. Ίσως να έχει περισσότερες προοπτικές στην Μπανανία μας. Edited February 4, 2009 by Παρατηρητής Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted February 4, 2009 Share Posted February 4, 2009 Ευχαρίστως λοιπόν να σου τη στείλω, μιας και δεν νομίζω να είναι αρκετοί εκείνοι που θέλουν να τη διαβάσουν. Πρίν μια βδομάδα ο "Ονειροβάτης" κέρδισε τη δεύτερη του απόρριψη απο εκδοτικό οίκο. Τους φάνηκε ανόητη η ιδέα καθώς και η επιλογή του συγκεκριμένου πρωταγωνιστή (αποτυχημένος καλλιτέχνης)... Είθε να επαληθευτεί αυτό που λένε: μια του κάδου, δύο του κάδου, τρεις και το εκδόσανε. Συνέχισε να προσπαθείς. Την άλλη φορά θα επιλέξω για ήρωα κάποιον επιτυχημένο μανάβη. Ίσως να έχει περισσότερες προοπτικές στην Μπανανία μας. Το οραματίζομαι: Η επίθεση των ραδικιών-βαμπίρ. Θα σπάσει τα ταμεία Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
kitsos Posted February 4, 2009 Share Posted February 4, 2009 Ρε Γιώργο, το να απορριφθεί μια ιστορία από έναν-δυο ανθρώπους δε σημαίνει απαραίτητα ότι δεν είναι καλή ή ότι κανείς δε θέλει να τη διαβάσει. Εδώ βλέπεις μέσα στο φόρουμ μας που σε γενικές γραμμές όλοι έχουμε κοινά και παρόλα αυτά οι μισοί λατρεύουν ιστορίες από τις οποίες οι άλλοι μισοί απωθούνται. Ποτέ δε θα μπορέσεις να τους ικανοποιήσεις όλους. Υπάρχουν αναγνωρισμένης αξίας συγγραφείς που με αφήνουν αδιάφορο. Αυτό σημαίνει απλά πως δεν είμαι ο ιδανικός αναγνώστης τους, όχι πως εκείνοι δεν είναι μεγάλοι. Μην απογοητεύεσαι και συνέχισε την προσπάθεια. Δες το λίγο πιο χαλαρά και θα το πετύχεις. Δε θέλω μουρμούρες και κατσουφιάσματα, δεν ταιριάζουν στο στιλ σου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
constantinos Posted February 6, 2009 Share Posted February 6, 2009 Γιώργο αν ήθελες να βγάλεις το άχτι σου μ’ αυτή την ιστορία νομίζω ότι το κατάφερες και με το παραπάνω. Αμιγώς σαν ιστορία τρόμου πάντως έχει πολύ μερικές πολύ έντονες εικόνες… Ωστόσο αυτό που με χάλασε είναι ίσως το υπερβολικά μελοδραματικό ύφος κάποιων φράσεων όπως: «Σου φέρθηκαν ύπουλα. Διασκέδασαν με τις ιδέες σου, αδιαφόρησαν πλήρως για τον εσωτερικό κόσμο. Σου πάτησαν το μυαλό σαν σκουλήκι. Σου ξερίζωσαν την καρδιά και την πέταξαν στα όρνια να τη φάνε. Σε σκότωσαν Μάρκο. Σε απόρριψαν, σε σκότωσαν. Τώρα τι ζητάς από εκείνους;» Αν ήταν λίγο πιο συγκρατημένες και ύπουλες (μη με ρωτάς πως δεν έχω ιδέα) θα ήταν όπως έπρεπε. ;) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
HELHEIMEN Posted March 3, 2009 Share Posted March 3, 2009 .... καλα μιλάμε πολύ φρίκη εφιάλτης.... πιάνει και το αίσ8ημα του κοινού που απευθύνεσε.. ευστοχο 8α έλεγα... και ζωντάνεψε στο μυαλό μου αβίαστα... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Βρασίδας Posted May 29, 2009 Share Posted May 29, 2009 (edited) Πωπω τι διαβασα τώρα; Ενταξει δεν εχω ουδεμια ... απαιτηση να δημοσιευτει κατι δικο μου ποτέ, αλλα και να είχα θα την ειχα ... εγκαταλειψει στην αρχη του εφιαλτη με την περιγραφη των "καλων παιδιων γυρω απο το βιβλιο".... Ποσο ωραιο... αν κι εγω δεν θα περιμενα το δαιμονα να μιλησει θα τον αρπαζα απο το αυτι να τον πεταξω πανω τους. Για μενα συγκλονιστικη περιγραφη. Αν θελω να διαβασω τη συνεχεια; Σαν παλαβος. Προσθηκη-διορθωση: Οντως απορριφθηκε αυτο σαν ιδεα; Τζιζας κιολας ετσι; Συγνωμη στους υπολοιπους που συνηθως δε δινω δεκαρα για μικρα λαθη, δεν ειναι αυτο βασικα ειναι οτι διαβαζω... ε, σαν αναγνωστης οχι τοσο σαν συγγραφεας. Edited May 29, 2009 by Βρασίδας Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.