Guest roriconfan Posted July 11, 2008 Share Posted July 11, 2008 Κατηγορίες: Επιστημονική φαντασία, ψυχολογικό δράμα, ερωτισμός (ακατάλληλο για παιδιά) Πηγές έμπνευσης: Chobits (anime), Doll (manga) Σχόλια: Αν και πάτωσε σαν μέρος διαγωνισμού, πιστεύω ότι από μόνο του το διήγημα είναι αρκετά καλό. Παρακαλώ κρίνετε το σαν ιστορία χωρίς συσχέτιση με τον διαγωνισμό. 1. Αγάπη ήταν Βρισκόταν όπως πάντα μέσα στο μικρό του ακατάστατο διαμέρισμα, φορώντας ακόμα τις πυτζάμες του. Καθόταν σταυροπόδι πάνω σε μια παλιά καρέκλα και είχε πάρει ένα ύφος λες και ήταν κάποιος βασιλιάς, σε πολυτελές θρόνο. Στεκόταν ακίνητος, με κλειστά μάτια, και με ένα άκρως ειρωνικό χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη του, που μάταια προσπαθούσε να το κρύψει. Γύρω του, επικρατούσε ησυχία. Μόνο το μουντό και επαναλαμβανόμενο «τακ, τακ» από ένα μικρό ρολόι, τοποθετημένο επάνω στο γραφείο του, ακουγόταν αχνά … έτσι, για να δίνει απλά την αίσθηση ότι ο ήχος δεν έπαψε να υπάρχει σαν έννοια εκεί μέσα. ΞΑΦΝΙΚΑ! … …αυτή η σιγή έσπασε από την υπεροπτική και προστακτική φωνή του, απλά με το αναφωνήσει μονολεκτικά: Κρασί! Μάλιστα αφέντη! …ακούστηκα να λέω από το διπλανό δωμάτιο. Ξεπροβάλω γοργά, από την μικρή κουζινούλα όπου και ανάμενα υπομονετικά. Κρατώ έναν απλό στρογγυλό δίσκο με ένα ποτήρι μπύρας πάνω του, μισογεμάτο με κακής ποιότητας λευκό κρασί. Προχωρώ με γρήγορα αλλά κοφτά βήματα. Στο πρόσωπο μου, σκιαγραφημένος ένας μορφασμός δουλικότητας, ενώ παραμένω μονίμως χαμηλοβλεπούσα. Πλησιάζω γοργά και φέρνω τον δίσκο μπροστά στο πρόσωπο του με μια απότομη κίνηση. ΠΛΑΤΣ! ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ! Η κίνηση ήταν τόσο απότομη που ο λιτός δίσκος, με το ανάρμοστο ποτήρι, με την σχεδόν ρετσίνα που περιείχε, ΕΚΤΡΑΠΗΚΕ και έπεσε πάνω στην «βασιλική» πυτζάμα! Ο «βασιλιάς», με πειστικότητα ηθοποιού τρίτης κατηγορίας, κάνει τον οργισμένο, χωρίς ποτέ να σβήνει το ειρωνικό χαμόγελο από τα χείλη του: Ανίκανη! Κοίτα τι έκανες! Θα τιμωρηθείς σοβαρά γι’αυτήν σου την προσβολή! Προχωρά υψώνοντας απειλητικά το χέρι του σαν να είναι έτοιμος να μου ρίξει γερό χαστούκι. Γονατίζω. Ω! Μη! Συγχωρέστε με! Συγχωρέστε με! … κάνω. Τραβάω ελαφρά τα μανίκια του. Σκύβω κάθετα το κεφάλι μου. Κάνω πως κλαίω. Το μικρό, κόκκινο παπιγιόν που φορώ στον λαιμό μου ακουμπά στο γόνατο του. Σκούπισε με! … είπε προστακτικά κατεβάζοντας το χέρι του. Σηκώνω με τα χέρια την λευκή ποδιά μου, αποκαλύπτοντας του τους γλουτούς μου. Τον πλησιάζω σκυμμένη, ώστε να βλέπει το μπούστο μου. Πάω να τον σκουπίσω. Με σταματά, πιάνοντας τις μεταξωτές δαντέλες που πετάγονται από τους ώμους μου. Σταμάτα! Με την γλώσσα να με … (ΝΤΡΡΡ!) … Όχι τώρα! Πετάγεται να κλείσει τον ολογραφικό μεταδότη του. Κοιτάει ποιος τον καλεί. Σταματάει. Το βλέμμα του αλλάζει από αγανακτισμένο σε ξαφνιασμένο. Σε κατάσταση αναμονής … μου λέει. Κλείνω τα μάτια μου και μένω εκεί σαν μαρμαρωμένη. Τον ακούω να ανασκουμπώνεται στα γρήγορα και να τρέχει στο κουζινάκι. Μπαμπά! Τι έκπληξη! … τον άκουσα να λέει. Είχε χρόνια να του μιλήσει. Συγκεκριμένα, από τότε που με αγόρασε. Ο πατέρας του ήταν παλαιών αρχών. Πίστευε ακόμα στον γάμο, στον έρωτα, στην οικογενειακή θαλπωρή. Ήταν ακόμα Ουμανιστής, ενώ ο κόσμος είχε γίνει Βουδιστικός και Υλιστικός. Δεν είχε πλέον σημασία η μορφή ή το είδος. Ζώα, φυτά, αντικείμενα, άνθρωποι, όλα πλέον είχανε την ίδια αξία, την ίδια αντιμετώπιση. Τα κατηλεκτρίδια είναι ανήθικα! Αντίθρησκα! … έλεγε. Βρες μια κανονική γυναίκα! Κάνε μια κανονική σχέση! Πήγαινε με ιερόδουλες στην ανάγκη! … έλεγε. Μάλλον γι’αυτό πήγε στην κουζίνα για να του μιλήσει. Για να μη φανώ στο φόντο και μαλώσουνε. Συνέχισα να τους ακούω… Το μικρό ρολόι επάνω στο γραφείο δείχνει 13:35. - Μπαμπά! Τι έκπληξη! - Δεν σε πήρα για καλό, παιδί μου. Η μητέρα σου… - Θεέ μου! Είναι καλά;! Έπαθε κάτι;! - … πήρε κι αυτή κατηλεκτρίδιο! - Α, και με τρόμαξες! Και που το κακό; - Επέλεξε να είναι όπως ο αδικοχαμένος αδελφός σου! - Ε … Ναι … Και; … - Τι και;!!! Αγαπάει και νοιάζεται για μια πλαστική κούκλα! Που μοιάζει και συμπεριφέρεται όπως το σπλάχνο μου! Όπως ήταν πριν 10 χρόνια, όταν τον χάσαμε! Θέλεις στ’αλήθεια να την αφήσω να αγαπάει αυτό το … το πράγμα για μια ζωή; Μια κούκλα που ποτέ δεν θα γερνάει ή της λέει όχι; - Που το πας; - Θέλω να έρθεις και να με βοηθήσεις να την πείσουμε να το ξεφορτωθεί. - Πας καλά; Θυμάσαι πόσα χρόνια ήταν σε κατάθλιψη; Θέλεις να ξαναπάθει τα ίδια αν τον ξαναχάσει; - Μα δεν είναι αυτός! Είναι ένα άψυχο πράγμα! Ένα υποκατάστατο! Σαν εκείνο το τσουλί σου που… - Σταμάτα πια! Κάνουμε χρόνια να μιλήσουμε και πάλι αυτά λες; Η αιώνια διαφωνία μεταξύ αισθητικής και ικανοποίησης… Πόσες φορές έχω ακούσει παρόμοια διαμάχη; Όσοι ήταν υπέρ του είδους μου, λέγανε ότι είμαστε «κατοικίδια κατά παραγγελία». Φτιαγμένα και στρωμένα στις προσωπικές απαιτήσεις του κάθε ξεχωριστού ανθρώπου. Κάνουμε ότι και τα συμβατικά κατοικίδια, μόνο που εμείς καλύπτουμε πολλές παραπάνω συναισθηματικές ανάγκες. Ιδανικούς φίλους, χαμένες αγάπες, αδικοχαμένους συγγενείς, όμορφους βοηθούς σε επιχειρήσεις, τέλειοι σύντροφοι στο κρεβάτι … Όσοι ήταν κατά του είδους μου, λέγανε ότι είμαστε «προβολές της ανθρώπινης ματαιοδοξίας». Φτιαγμένα και στρωμένα στις ανικανοποίητες επιθυμίες του ανθρώπου. Υποκατάστατα αυτών που ο άνθρωπος ήταν ανήμπορος να κατορθώσει ή να ξεπεράσει ή να αποδεχτεί την απώλειά τους. Δεν είμαστε ξεχωριστή ύπαρξη αλλά προέκταση των ίδιων των ιδιοκτητών μας, μιας που πλαστήκαμε «κατ’εικόνα και καθομοίωση» τους. Στα μάτια του ιδιοκτήτη μου, είμαι η ιδανική σύντροφος που ποτέ του δεν κατάφερε να βρει εκεί έξω. Στα μάτια του πατέρα του, είμαι ένα υποκατάστατο του αυνανισμού… Το μικρό ρολόι επάνω στο γραφείο δείχνει 13:42. Τελικά, ο ιδιοκτήτης μου τερματίζει βίαια την κλήση. Επιστρέφει στην τραπεζαρία αναπνέοντας γρήγορα και βαριά. Σίγουρα θα θέλει τώρα να τον παρηγορήσω. Πάντα αποζητά παρηγοριά όταν είναι αγανακτισμένος. Ψάχνει να με βρει. ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΚΕΙ! Τρομάζει. Κοιτάει γύρω του. Με γυρεύει σε όλο το διαμέρισμα. Δεν με βρίσκει. Αρχίζει να με φωνάζει με το όνομα που μου χάρισε. Το όνομα, που ήταν ο συνδυασμός των τριών γυναικών που αγάπησε και που τον πληγώσανε στην ζωή του. Δεν αποκρίνομαι. Τον ακούω να χτυπιέται και να ωρύεται. Δεν πάω να τον βοηθήσω. Το μικρό ρολόι επάνω στο γραφείο δείχνει 13:36. Κατεβαίνω προσεκτικά από το παράθυρο ενώ μιλάει ακόμα με τον πατέρα του. Βγάζω την ιδιάζουσα ενδυμασία, με τα υπερβολικά αντιθετικά χρώματα και τα περιττά αξεσουάρ. Μου την είχε αγοράσει την επόμενη κι όλας μέρα που με δημιούργησε. Βγάζω και τα δαντελωτά εσώρουχα που τόσο πολύ του αρέσανε. Τα διπλώνω και τα αφήνω προσεκτικά δίπλα στην πόρτα του διαμερίσματος του. Ακόμα τον ακούω από μέσα. Είναι η στιγμή του κλείνει το ακουστικό. Απομακρύνομαι από την πόρτα. Πηγαίνω στον δρόμο. Παύω να τον ακούω. Είμαι πλέον ολόγυμνη. Δεν κρυώνω. Δεν με έφτιαξε για να αναγνωρίζω κρύο, ζέστη, πόνο. Παρόλα αυτά, πονάω μέσα μου. Δεν έχω πάνω μου τίποτα που να με ταυτίζει πλέον με τα γούστα του. Όσο για την συμπεριφορά μου … που είναι όπως ακριβώς αυτός με θέλει να έχω… Δεν πάω κόντρα σε αυτό που με έφτιαξε να είμαι. Φτιάχτηκα για να τον αγαπάω. Και αυτό έκανα. Και έβλεπα η αγάπη μου να τον κάνει όλο και πιο απόμακρο από τον κόσμο. Έπαψε να συγυρίζει το διαμέρισμα του. Έπαψε να μιλάει στους φίλους του. Έπαψε να μιλάει στους γονείς του. Έπαψε να βγαίνει βόλτα έξω. Έπαψε ακόμα και να νοιάζεται για την δουλειά του. Και για την εμφάνιση του. Και για την υγεία του. Ότι ήθελε, το έβρισκε πάνω μου. Τίποτα άλλο δεν τον ένοιαζε πλέον. Ξέρω ότι πραγματική αγάπη σημαίνει να κάνεις κάποιον ευτυχισμένο. Όπως και αγάπη σημαίνει να τον βοηθάς στα προβλήματα του. Δίχως να περιμένεις αντάλλαγμα. Έβλεπα την αγάπη μου να του κάνει κακό. Αποφάσισα να λύσω το πρόβλημα του. Ανακάλυψα ότι το πρόβλημα ήμουν εγώ. Αποφάσισα να αυτοκαταστραφώ, αλλά αυτό ήταν κόντρα στον προγραμματισμό μου. Αποφάσισα εναλλακτικά να φύγω από την ζωή του, κάτι που ήταν εντός του προγραμματισμού μου. Υπολογίζω … … και όχι πιστεύω… … γιατί αυτό είναι ανθρώπινη ιδιότητα, ότι έτσι θα βγει από το σπίτι του για να με βρει. Και πιθανώς θα το καταφέρει. Και πιθανώς να δει τότε κάτι που θα τον κάνει να συνέρθει. Κάτι που θα τον κάνει να νοιαστεί και για κάτι άλλο πέρα από εμένα. Γιατί η ζωή του να σπαταλιέται μόνο σε εμένα, δεν είναι ζωή. Προχωράω στον δρόμο. Δεν ντρέπομαι για την γύμνια μου. Δεν έχω την αίσθηση της ντροπής. Ερημιά παντού. Όλοι θα είναι στα σπίτια τους. Παρέα με το ιδανικό τους κατηλεκτρίδιο. Αδιαφορώντας για τον έξω κόσμο. Περπατάω στην άδεια πόλη. Μια πόλη που νέκρωσε γιατί οι άνθρωποι έπαψαν να έχουνε την ανάγκη να αγαπάνε άλλους. Μια πόλη-φάντασμα που όλοι, σαν στοιχειά, αρνούνται να παραδεχτούνε ότι πεθάνανε, όταν πάψανε να αγαπάνε άλλους. Μια πόλη-καθρέφτης της ανθρώπινης ψυχής. Αν αγαπάς μόνο τον εαυτό σου, όπου κι αν κοιτάς, θα βλέπεις μόνο το είδωλό σου. Τον ακούω στο βάθος να έχει βγει στον δρόμο και να φωνάζει δυνατά το όνομα μου. Αρχίζω να τρέχω και κρύβομαι σε ένα σοκάκι. Η κραυγή του αντηχεί μόνη της σε ολόκληρη την πόλη. Επαναλαμβάνεται μερικές φορές από την ηχώ της, αδυναμεί και σβήνει. Κανείς δεν βγαίνει να δει τι συμβαίνει. Γιατί τα λόγια του, κραυγή αγάπης ήταν… … προς κάποιον που δεν ήταν οι ίδιοι. Σιγή και πάλι… Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted July 11, 2008 Share Posted July 11, 2008 Σχόλια: Και τώρα η συνέχεια. Σε πολλούς δεν άρεσε η έλλειψη ανάπτυξης των πρωταγωνιστών του πρώτου κεφαλαίου. Ελπίζω τώρα να γίνουνε πιο κατανοητά τα κίνητρα και η ψυχολογία των χαρακτήρων. 2. Ραγίσματα Προχωράω βράδυ στους σκοτεινούς δρόμους της πόλης. Είναι ακριβώς όπως στους χάρτες. Άδειοι, χωρίς ανθρώπους ή αυτοκίνητα. Χωρίς καν φωτισμό. Όλες οι οδικές λάμπες έχουνε καεί και κανείς δεν τις αλλάζει πλέον. Γιατί κανείς πλέον δεν βγαίνει τα βράδια έξω. Όλοι μένουνε μέσα, παρέα με το κατηλεκτρίδιο της αρέσκειας τους. Σκουπίδια και ακαταστασία παντού. Σκοντάφτω μέσα στο σκοτάδι σε γεμάτους και αναποδογυρισμένους κάδους. Κανείς δεν τους αδειάζει πλέον. Όλοι κοιτάνε την προσωπική ευτυχία τους και αδιαφορούνε για τον κόσμο γύρω τους. Αν και άδεια, η πόλη δεν είναι ήσυχη. Αδέσποτες γάτες και ποντίκια παραμονεύουνε παντού. Συναντώ σκυλιά και παπαγάλους και άλλα κατοικίδια που χάσανε το κύρος τους και το σπίτι τους με την έλευση των κατηλεκτριδίων. Τώρα ο δρόμος είναι το σπίτι τους. Τώρα ο χώρος γύρω από τον χώρο των ιδιοκτητών τους είναι η περιοχή τους. Όπως οι εξόριστοι από τον παράδεισο, βρεθήκανε σε έναν αφιλόξενο κόσμο που δεν έχεις τίποτα έτοιμο και πρέπει να κοπιάζεις για να επιβιώνεις. Είναι ένας κόσμος που πρέπει να κυνηγάς και να κρύβεσαι από όσους σε κυνηγάνε. Να σκοτώνεις για να μη σκοτωθείς. Είναι μια ζούγκλα. Στο κέντρο μιας πόλης. Μιας έρημης πόλης. Προπάντων μιας βρωμερής πόλης. Το γυμνό μου σώμα ήδη έχει γεμίσει ακαθαρσίες. Γλίτσα στις πατούσες μου, από ότι πατάω. Γράσο στους αγκώνες μου από ότι σκουντουφλάω. Σκόνη στις παλάμες μου από ότι ακουμπάω. Ιστούς αράχνης στα μαλλιά μου από ότι στενά περνάω. Πριν, ποτέ δεν ήμουν βρώμικη. Πάντα με πρόσεχε. Πάντα με καθάριζε. Πάντα με συντηρούσε. Τώρα όμως είμαι μόνη. Και γυμνή. Και βρωμερή. Δε θα επιβιώσω για πολύ σε τέτοιο περιβάλλον. Τα κυκλώματα μου σύντομα θα βραχυκυκλώσουν από την υγρασία. Η γλίτσα θα βουλώσει τις κλειδώσεις μου. Η σκόνη θα μπουκώσει τους αεραγωγούς μου. Και τότε θα σβήσω… Θα πάψω να έχω συνείδηση. Θα είμαι απλώς σκουριασμένα μέταλλα. Θα είμαι πλησιέστερα σε αυτό που λένε οι άνθρωποι «νεκρή». Πέφτω στα τέσσερα από το μούδιασμα των ποδιών μου. Είμαι η μισή καλυμμένη μέσα σε ακαθαρσίες όλων των ειδών. Αυτό είναι λοιπόν το τέλος της ύπαρξης μου ως κατηλεκτρίδιο; Εδώ θα χάσω την συνείδηση μου; Εδώ θα σβήσω; Θα καταλάβει κανείς ότι βρίσκομαι εδώ; Θα καταλάβει καν κανείς ότι κάποτε υπήρχα; Και το πιο σημαντικό, θα νοιαστεί; Θα συνεχίσει ο καθένας την ζωή του κοντά στο κατηλεκτρίδιο του, αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα; Ο κόσμος γύρω του να χάνεται, ο καθένας θα κοιτάει μόνο την προσωπική του ευτυχία; Αυτό δεν μετράει μόνο στην τελική; Ή μήπως όχι; Κοιτάω γύρω μου για μια τελευταία φορά. Προσπαθώ να δω κάτι που θα είναι ευχάριστο σαν τελευταία εικόνα στον αμφιβληστροειδή μου. Αν είναι να χαθώ, ας χαθώ κοιτώντας κάτι που θα μου φέρει αγαλλίαση. Και τότε την βλέπω! Μια βιτρίνα σε σχήμα καρδιάς. Η τζαμαρία του καταστήματος όπου με αγόρασε. Το μέρος όπου με παράγγειλε. Το σημείο που κατασκευάστηκα. Η μήτρα από όπου βγήκα… Προχωράω με τις τελευταίες μου δυνάμεις, διώχνοντας από πάνω μου ένα ποντίκι που ήδη σκεφτότανε να με κάνει το νέο του σπιτικό. Φτάνω μπροστά από το τζάμι. Προσπαθώ να μπω μέσα. Η είσοδος είναι φυσικά κλειδωμένη. Όλες οι είσοδοι είναι πλέον έτσι. Οι πελάτες παραγγέλνουνε με ολογραφικό μεταδότη και η παραγγελία στέλνεται ταχυδρομικά στο σπίτι τους. Μόνο βγαίνουνε πράγματα από την είσοδο. Τίποτα δεν μπαίνει. Χτυπάω το τζάμι σε μια ύστατη προσπάθεια. Μόνο ρωγμές καταφέρνω να κάνω. Βλέπω μέσα από το τζάμι να υπάρχει στην βιτρίνα μια ενδυμασία. Μια ίδια ενδυμασία με αυτήν που φορούσα. Δεν είναι μοναδική όπως νόμιζα. Υπάρχουνε εκατομμύρια αντίγραφα της. Βλέπω ένα απενεργοποιημένο κατηλεκτρίδιο να την φοράει. Ένα κατηλεκτρίδιο που μου μοιάζει. Δεν είμαι μοναδική όπως νόμιζα. Υπάρχουνε εκατομμύρια αντίγραφα μου. Κοιτάω την κορδέλα στο λαιμό της. Είναι το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι πριν σβησσσσσσς….. …………. Κοιτάω την κορδέλα που φορούσε στο λαιμό της. Πόσο της πήγαινε! Κάθομαι στην παλιά καρέκλα με τα χέρια μου απλωμένα στο σκυμμένο πρόσωπο μου. Έχω πάρει ένα ύφος σαν βασιλιάς που έχασε το βασίλειο του. Στέκομαι ακίνητος και κοιτάω την διπλωμένη ενδυμασία της. Δάκρια κυλάνε από τα μάτια μου, που μάταια προσπαθώ να συγκρατήσω. Γύρω μου επικρατεί ησυχία. Μόνο το μουντό και επαναλαμβανόμενο «τακ, τακ» από το ρολόι μου ακούγεται. Με τρελαίνει! Θέλω να το πετάξω από το παράθυρο! Και θέλω να σκίσω και αυτήν την παλιο-ενδυμασία που μου την θυμίζει! Και θέλω να βγω εκεί έξω, να την βρω και να την διαλύσω! Να της σπάσω το κεφάλι, να της τσακίσω το στήθος και της κομματιάσω τα άκρα γι’ αυτό που μου έκανε! …Αλλά δεν κάνω τίποτα από αυτά. Δεν είμαι ο μπαμπάς μου. Απλά κάθομαι και κλαίω άπραγος. -Ωραίο αμάξι! …Είχε πει η πρώτη μου κοπέλα. Ήμουν στο λύκειο και είχα πείσει τον πατέρα να μου αγοράσει ένα από τα πιο καινούρια μοντέλα που υπήρχαν. Από εκείνα που φτάνανε μέχρι και χίλια πόδια σε λιγότερο από 10 δεύτερα. Πουλούσα μόστρα στο σχολείο. Μου άρεζε που οδηγούσα χωρίς δίπλωμα. Μου άρεζε που πλέον είχα ελευθερία μετακίνησης. Και το ίδιο της άρεζε και αυτηνής. Τι βόλτες κάναμε μαζί, τι ασυναρτησίες λέγαμε και τι χασκογελάκια κάναμε συνέχεια! Για να μη πω για το αχαλίνωτο σεξ στο πίσω κάθισμα σε ερημικές περιοχές! Ήταν ευτυχισμένα χρόνια… -Έλα μωρέ, πως κάνεις έτσι! …Είχε πει όταν την ρώτησα τι έκανε μέσα στο αυτοκίνητο αλλουνού. Ήταν πιο καινούριο μοντέλο από το δικό μου. Και αυτός ήταν αθλητής αεροσφαίρισης με τριπλάσιους τρικέφαλους από τους δικούς μου. Και είχε και δίπλωμα. Πως κάνω έτσι; Τι ερώτηση ήταν αυτή; Με παράτησε για ένα καλύτερο αμάξι, πώς να κάνω; Ήμουν εξοργισμένος! Ήθελα να την αρχίσω στις σφαλιάρες, να του κάνω την μούρη κιμά και να βάλω φωτιά στο κωλο-αμάξι του γι’ αυτό που μου έκανε! …Αλλά δεν κάνω τίποτα από αυτά. Δεν είμαι ο μπαμπάς μου. Απλά κάθομαι και κλαίω άπραγος. -Δεν ήξερα ότι διαβάζεις τέτοια βιβλία. …Είχε πει η δεύτερη μου κοπέλα. Ήμουν στο πανεπιστήμιο και ετοίμαζα μια πολυσέλιδη εργασία πάνω στην λογοτεχνία του περασμένου αιώνα. Βαριόμουνα αφάνταστα την πλαστικότητα της γραφής της και τις μελοδραματικές εξάρσεις της αλλά για έναν καλό βαθμό ήμουν διαθετημένος να διαβάσω μπόλικα. Αυτή από την άλλη λάτρευε τον χαζό ρομαντισμό τους και βλέποντας με να διαβάζω ένα από τα αγαπημένα της βιβλία, αμέσως τράβηξα άθελα μου το ενδιαφέρον της. Σύντομα κάναμε πολύ παρέα. Μιλούσαμε για την λογοτεχνία και την φιλοσοφία για ώρες. Δεν μου άρεζαν καθόλου όλα αυτά αλλά για να την εντυπωσιάσω, έκανα ότι ενδιαφέρομαι. Και διάβαζα και πολλά άλλα που μου πρότεινε, μόνο και μόνο για να έχω άποψη όταν μιλάμε. Και πουλούσα και την εικόνα του κουλτουριάρη στη σχολή. Μου άρεζε που πηγαίναμε σε διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις μαζί. Μου άρεζε που ειρωνευόμασταν την κατάσταση της κοινωνίας μας με κυνισμό και κοινωνιολογία. Και το ίδιο της άρεζε και αυτηνής. Τι ταξίδια κάναμε μαζί, τι συμπεράσματα βγάζαμε με αυτά που διαβάζαμε και γελούσαμε για θέματα που είχανε και κάποιο βάθος. Και το σεξ! Ω, το σεξ! Ποτέ μου δεν φανταζόμουνα τις απολαύσεις που θα αποκτούσα διαβάζοντας ένα βιβλίο. Δεν περίμενα μια υποανάπτυκτη χώρα της μακρινής ανατολής να κατείχε την τέχνη του έρωτα τόσο καλά για χιλιάδες χρόνια. Ήταν ευτυχισμένα χρόνια… -Μάλλον τα παρεξήγησες …Είχε πει όταν την ζήτησα να αρραβωνιαστούμε μετά το πανεπιστήμιο. Ήταν λέει νέα και ήθελε να γνωρίσει περισσότερες εμπειρίες αντί να βολευτεί με μια οικογένεια. Και ήθελε να ταξιδεύσει σε ολόκληρο τον κόσμο χωρίς δεσμεύσεις. Και είχε καταλάβει ότι υποκρινόμουνα ότι ενδιαφερόμουνα για την φιλοσοφία της. Τα παρεξήγησα; Νόμιζα ότι με αγαπούσε, όπως την αγαπούσα. Αλλά όχι, ήμουν απλώς μια εμπειρία, ένας ψευτο-κουλτουριάρης, ένας βολεμένος. Και ήμουν εξοργισμένος! Ήθελα να την αρχίσω στις σφαλιάρες, να σκίσω τα χαζο-βιβλία της και να βάλω φωτιά στις κωλο-εκδηλώσεις που πήγαινε γι’ αυτό που μου έκανε! …Αλλά δεν κάνω τίποτα από αυτά. Δεν είμαι ο μπαμπάς μου. Απλά κάθομαι και κλαίω άπραγος. -Α, συγνώμη, λάθος τομέας. …Είχε πει η τρίτη μου κοπέλα. Ήμουν στο γραφείο που δούλευα και αυτή μπήκε κατά λάθος. Ήταν καινούρια και ακόμα δεν γνώριζε τα κατατόπια στο κτήριο. Προσφέρθηκα να την ξεναγήσω και να την βοηθάω σε κάθε της απορία και δυσκολία. Ομολογώ ότι το έκανα καθαρά γιατί μου αρέσανε οι σφριγηλοί γλουτοί και το πλούσιο στήθος της. Σύντομα κάναμε πολύ παρέα. Μιλούσαμε για την δουλειά και για τις ασχολίες μας για ώρες. Δεν είχε κάποιο κόλλημα με κάποια κουλτούρα, ούτε έπαιρνε την ζωή στα αστεία. Έβλεπε μπροστά, ήξερε τι ήθελε, ήθελε να παντρευτεί και να κάνει μια απλή οικογένεια. Και εγώ με την σειρά μου δεν είχα μεγάλα σχέδια για την ζωή μου και είχα βαρεθεί τις επιφανειακές ή τις πολύ κουλτουριάρες γυναίκες. Αυτήν ήταν προσγειωμένη και με αυτογνωσία. Και πουλούσα και μούρη ως ο υπάλληλος με την πιο όμορφη κοπέλα. Μου άρεζε που βγαίναμε σε απλές ταβέρνες και κοινά μπαράκια. Μου άρεζε που μιλούσαμε για πράγματα που ήταν σχετικά και κοντινά με την πραγματικότητα που βιώναμε. Ταξίδια δεν κάναμε. Δεν μας αρέσανε. Οι συζητήσεις και οι απορίες μας δεν αποσκοπούσανε ή καταλήγανε κάπου. Όπως σε όλες τις φυσιολογικές συζητήσεις δηλαδή. Δεν φορούσαμε ούτε είχαμε την απαίτηση να φοράμε πλούσια ρούχα και πολυτελή κοσμήματα για να νοιώθουμε ωραία. Όσο για το σεξ, δεν ήταν πικάντικο σε σχέση με τις προηγούμενες σχέσεις μου. Σχεδόν άχρωμο και ξερό, αλλά ήμουν διαθετημένος να μη χαλάσω την σχέση μας απλά γι’ αυτό. Ήταν ευτυχισμένα χρόνια… -Ας μη το κάνουμε θέμα …Είχε πει όταν έλαβα την πρόσκληση αρραβώνων της… με άλλον άντρα. Αποφάσισε στα ξαφνικά να τα χαλάσει μαζί μου και να αρραβωνιαστεί αμέσως τον προϊστάμενο μου. Ήμουν λέει πολύ χαμηλόμισθος και δε θα μπορούσα να συντηρήσω οικογένεια. Και ήθελε να εξασφαλίσει τα έξοδα των σπουδών των παιδιών της. Και είχε φτάσει στο συμπέρασμα ότι δεν είχα πρόθεση να προσπαθήσω για περισσότερα στη ζωή μου. Να μη το κάνω θέμα; Νόμιζα ότι με αγαπούσε γι’ αυτά τα λίγα που ήμουν. Αλλά όχι, ξαφνικά ήθελε περισσότερα και επέλεξε τον κατά 30 χρόνια μεγαλύτερο προϊστάμενο μου για τα λεφτά του. Ήμουν και πάλι εξοργισμένος! Ήθελα να την αρχίσω στις σφαλιάρες, να τον πετάξω από το παράθυρο του τρίτου ορόφου και να βάλω φωτιά στα κωλο-λεφτά του γι’ αυτό που μου έκανε! …Αλλά δεν κάνω τίποτα από αυτά. Δεν είμαι ο μπαμπάς μου. Απλά κάθομαι και κλαίω άπραγος. Μα τι πάει συνέχεια στραβά και δε μπορώ να έχω μια φυσιολογική, σταθερή σχέση; Ούτε κακός μαζί τους ήμουν, ούτε αδιάφορος, ούτε απαιτητικός. -Μη τα παρατάς. Με την τέταρτη, με την εκατοστή, κάποτε θα τα καταφέρεις. … Είχε πει ένας γνωστός μου σε ένα φόρουμ. Αλλά με αυτήν την λογική, θα έπρεπε να είμαι ψυχρός και απαθής σαν μηχανή. Που δεν ήμουν. -Έλα μωρέ, τρύπες για πήδημα είναι όλες τους. Τίποτα παραπάνω. …Είχε πει ένας άλλος με e-mail. Μόνο που εγώ νοιαζόμουνα περισσότερο γι’ αυτές, παρά για το σεξ. Αν αυτό μόνο με ένοιαζε, θα αρκούμουνα να πηγαίνω σε οίκους ανοχής. -Υπάρχουν και εναλλακτικές λύσεις. …Είπε ένας τρίτος σε άλλο φόρουμ. Υπάρχουν τα γραφεία συνοικεσίων. Υπάρχουν οι γκέι, οι τρανς και τα σχετικά. Και υπάρχουν και τα ερωτικά κατηλεκτρίδια. Το πρώτο ακούστηκε σαν να πρέπει να αρκεστώ με μια καμπούρικη γεροντοκόρη. Το δεύτερο σαν να μου αρέσουνε παράξενα άτομα. Το τρίτο όμως, μου άρεσε σαν ιδέα. Τα κατηλεκτρίδια είναι σαν οικιακές συσκευές. Κανείς δεν μπορεί να σε κατηγορήσει ότι είσαι ανώμαλος ή παράξενος με ένα τέτοιο. Ή μάλλον σχεδόν όλοι. -Τα κατηλεκτρίδια είναι ανήθικα! Αντίθρησκα! … έλεγε. Βρες μια κανονική γυναίκα! Κάνε μια κανονική σχέση! Πήγαινε με ιερόδουλες στην ανάγκη! … έλεγε. Αλλά δεν είχα καμία όρεξη να ακούω τις συμβουλές του πατέρα μου. Μόνο γκρίνιαζε και χτυπούσε κάθε φορά που κάτι δε του άρεζε, από τότε που τον θυμάμαι. Δεν είμαι ο πατέρας μου. Και ούτε θέλω να είμαι. Πήρα στον ολογραφικό μεταδότη το πιο κοντινό κατάστημα κατηλεκτριδίων. Ένας εύθυμος κύριος με μούσι απάντησε αμέσως. Μια χαλαρωτική και σχεδόν αισθησιακή μουσική έπαιζε και μια μεγάλη γυάλινη καρδιά φαινόταν να ιριδίζει από πίσω του. Τον ρώτησα αν είχε αυτό που ήθελα. -Βεβαίως και έχουμε. Έχετε έτοιμή την πατέντα της; Την πατέντα; Μπορούσα να επιλέξω με τι θα μοιάζει; Πόσο μάλλον πως θα συμπεριφέρεται; Δεν το ήξερα αυτό. Στα γρήγορα σκεφτόμουνα την μορφή της και τον χαρακτήρα της. Προσπάθησα να σκεφτώ κάτι που δεν είχα δοκιμάσει σε μια σχέση αλλά συνέχεια επανερχόμουνα στις όμορφες στιγμές που είχα με την καθεμιά τους. Οπότε κατέληξα. Θα την έπλαθα σαν το καλύτερο μέρος των τριών γυναικών που περάσανε από την ζωή μου. Θα είχε την τσαχπινιά και τα ναζιάρικα μάτια της πρώτης. Αλλά όχι την επιπολαιότητα της. Θα είχε τα μαύρα μαλλιά και την ψαγμένη προσωπικότητα της δεύτερης. Αλλά όχι τις άφταστες απαιτήσεις της. Θα είχε το χυμώδη σώμα και την ολιγάρκεια της τρίτης. Αλλά όχι την απαίσια πρακτική σκέψη της. Και το όνομα της… Οι τρεις πρώτες συλλαβές από κάθε όνομα τους. Και το κράμα της τελειότητας είχε ολοκληρωθεί! Αντί να γυρεύω για κάτι καινούριο, θα έχω την ευκαιρία να ξαναποκτήσω αυτά που έχασα. Μια δεύτερη ευκαιρία στην ευτυχία. Και αυτή τη φορά, θα κρατήσει. Γιατί δεν είναι άνθρωπος, είναι μια μηχανή που έχει πλαστεί κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των αναγκών μου για να με υπηρετεί. Που στην γλώσσα του προγράμματος της, η υπηρεσία της θα είναι σε ανθρώπινα σταθμά η αγάπη. Η άπλετη αγάπη για τον Δημιουργό της. Και θα ξέρω πάντα ότι δεν είναι κοινός άνθρωπος. Γιατί δεν έχει ελαττώματα. Οι κανονικοί άνθρωποι έχουν, αυτή όχι. Είναι ένας τέλειος άνθρωπος! Χωρίς του εγωισμούς, τις φιλοδοξίες και τις γκρίνιες των κοινών άτριχων πιθήκων. Μια άγγελος επί της Γης που ήρθε για να με κάνει ευτυχισμένο. Ευτυχισμένο! …………… Είμαι δυστυχισμένος. Έφυγε ακόμα και η τέλεια γυναίκα… Η άγγελος της ευτυχίας μου… Το τελειότερο πλάσμα της φαντασίας μου με παράτησε. Γιατί;! Γιατί ακόμα και η τελειότητα δεν μπορεί να με ανεχτεί;! Είμαι καταραμένος;! Είναι ο κόσμος, η πλάση, το σύμπαν ολάκερο βαλτό να μου στερεί την ευτυχία;! Τι θα κάνω τώρα; Όλη μου η ζωή ήταν αφιερωμένη σε αυτήν. Και τώρα νοιώθω ότι η ζωή μου τελείωσε. Θυμήθηκα τα λόγια που μου είχε πει κάποιος … Μη τα παρατάς. Με την τέταρτη, με την εκατοστή, κάποτε θα τα καταφέρεις. Αυτό θα κάνω! Θα προσπαθήσω ξανά! Θα φτιάξω κι άλλη ιδανική γυναίκα! Και αυτή την φορά θα έχω μάθει από τα λάθη μου. Ξέρω πως πρέπει να είναι η τέλεια σύζυγος για εμένα. Χωρίς προσωπικότητα! Χωρίς γνώμη! Χωρίς θέληση! Όπως πολύ σωστά το είπε κάποιος … Έλα μωρέ, τρύπες για πήδημα είναι όλες τους. Τίποτα παραπάνω. Και αυτό ακριβώς θα είναι. Ίδια ακριβώς σε εμφάνιση αλλά με τίποτα μέσα της. Ένα τίποτα. Ένα μηδέν. Ένα φυτό. Μια τρύπα για πήδημα! Η τέλεια γυναίκα! ……….. Μερικά τετράγωνα παραπέρα, ένα κουφάρι χάσκει δίπλα από μια τζαμαρία. Μια τζαμαρία σε σχήμα καρδιάς. Μιας καρδιάς γεμάτη με ραγίσματα πάνω στην γυάλινη επιφάνια της. Μιας ραγισμένης καρδιάς. Σιγή παντού… Συνεχίζεται… Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted June 7, 2009 Share Posted June 7, 2009 (edited) Είμαι βιτσιόζος. Συνεχίζω μια ιστορία που είχα αποφασίσει να παρατήσω. //////////////////////////// 3. Σκουπίδια Κάθομαι στην πολυθρόνα μου και κοιτάω απέναντί μου την σύζυγο μου. Ή από πού έχει καταντήσει η σύζυγός μου. Την βλέπω να μιλάει όμορφα στον γιό μας και να παίζει μαζί του. Ή σε αυτό το υποκατάστατο που έχει ονομάσει γιό μας. Είμαι εξοργισμένος. Πως τόλμησε να κάνει κάτι τέτοιο χωρίς να μου πει τίποτα; Ποτέ δε μου άρεσαν οι μηχανές. Εξαιτίας τους απολύθηκαν οι περισσότεροι στο εργοστάσιο που δούλευα. Ποτέ μου δεν μου άρεσαν αυτά τα ψεύτικα κουκλάκια που τα πασάρανε σαν ζωντανά. Ένα μάτσο καλώδια και τσιπ ήτανε. Ψεύτικες, άψυχες μηχανές, που κλέψανε τις δουλειές των ανθρώπων και τώρα βαλθήκανε να κλέψουνε και την θέση των αγαπητών κατοικίδιων μας. Στην αρχή νόμισα ότι ο κόσμος δε θα του άρεσε αυτό το πλαστό υποκατάστατο και θα είχε αποτυχία το όλο προϊόν. Αλλά με αηδία διαπίστωσα ότι ο ηλίθιος κόσμος τα αγόραζε σαν τρελός και κλεινώτανε όλο και περισσότερο στο σπίτι του, παρέα με ψεύτικα ζώα και πλαστές επικοινωνίες μέσω υπολογιστών. Τον μίσησα τον κόσμο για αυτήν του την ανοησία. Αποκόπηκα από αυτόν και συγκεντρώθηκα μόνο στην δικιά μου, παραδοσιακή οικογένεια. Ήμουν πάντα αρκετά κοντά στις κλασικές αξίες. Πολλοί με αποκαλούσανε παλαιών αρχών αλλά εγώ με την σειρά μου αντιπαθούσα την ισοπέδωση των αξιών και τον κυνισμό που είχε καταβάλει την νέα γενιά. Ήθελα την οικογένεια μου να δείχνει σεβασμό στις αξίες, να πηγαίνει εκκλησία και να μην αντιμιλάει αναιδέστατα στους πρεσβύτερους. Και δεν δίσταζα να ρίξω σφαλιάρες στην γυναίκα μου και τα παιδιά μου όταν δεν συμμορφώνονταν με την θέλησή μου. Ο πρωτότοκός μας, ήταν πάντα λάτρης των υπολογιστών και των κουταβιών. Σαν βγήκανε τα πρώτα μοντέλα κατηλεκτριδίων κουταβιών, αμέσως ζήτησε ένα. Ο πρωτότοκός μας, ήταν η αδυναμία μου. Ο δεύτερός μας δεν μου γέμισε ποτέ τόσο το μάτι, έτσι που πήρε τα χούγια της μάνας του. Όταν το αγαπητό μου παιδί μου ζήτησε να του το αγοράσω το κουτάβι, δεν μπορούσα να το αρνηθώ. Και τότε, ο κανακάρης μου, μου ζήτησε ένα από αυτά τα φρικιά. Πώς να του το αρνηθώ; Και πώς να τον πείσω όι δεν έπρεπε να αγοράσει; Όλοι του οι συμμαθητές είχανε και ένοιωθε άσχημα. Φαντάστηκα ότι αν δεν του αγόραζα ένα, δεν θα με αγαπούσε άλλο. Οπότε, του το πήρα. Πόσο λάθος έκανα να εμπιστευτώ αυτά τα μηχανήματα. Αυτά τα κονσερβοκούτια συμπεριφέρονταν σαν αληθινά. Αλλά σε αντίθεση με τα κανονικά, αντί για σκυλοκροκέτες έπρεπε να τα ταΐζεις ρεύμα κάθε μερικές μέρες. Ο γιος μου, ο πολυαγαπημένος μου γιος, δεν ήξερε τον κίνδυνο του ρεύματος και το αγκάλιασε το ρημάδι ενώ είχε βγει βρεγμένος από το μπάνιο. Πέθανε ακαριαία. Ο γιατρός δε μπόρεσε να τον επαναφέρει αλλά προσπαθώντας να με κάνει να χαρώ, είπε: -Τουλάχιστον το κατηλεκτρίδιο λειτουργεί μια χαρά ακόμα… Μόλις γύρισα σπίτι, το διέλυσα το καταραμένο με τα ίδια τα χέρια μου και το πέταξα στα σκουπίδια. Αυτό το συμβάν έριξε την γυναίκα μου σε χρόνια μελαγχολία. Κι εγώ είχα χάσει την θέλησή μου για ζωή αλλά μετά από έναν χρόνο, το πήρα απόφαση ότι έπρεπε να συνεχίσω. Πίστευα ότι αυτό το μοιραίο συμβάν που κατέστρεψε την ευτυχία μας, θα κρατούσε την οικογένεια μου μακριά από αυτά τα καταραμένα μηχανήματα. Πόσο λάθος έκανα πάλι. Πολλά χρόνια αργότερα, κι ο δευτερότοκος μου αγόρασε κατηλεκτριδιο. Κι αυτό μάλιστα ήταν σαν άνθρωπος για να κάνει μαζί του σεξ! Πρώτα αυτά τα ρημάδια μας στερήσανε τις δουλειές, μας αντικαταστήσανε τα κατοικίδια, μου στερήσανε τον γιο μου, και τώρα στερήσανε και τον ανδρισμό του άλλου γιου μου! - Τα κατηλεκτρίδια είναι ανήθικα! Αντίθρησκα! Βρες μια κανονική γυναίκα! Κάνε μια κανονική σχέση! Πήγαινε με ιερόδουλες στην ανάγκη! … αλλά μάταια όσα του έλεγα. Βρήκε την αγάπη σε ένα μάτσο πλαστικό και καλώδια ο ανίκανος! Ήταν τόσο άχρηστος να κάνει μια κανονική σχέση, που το γύρισε σε αυτό το υποκατάστατο του αυνανισμού. Με έκανε ρεζίλι. Τον έδιωξα με τις κλωτσιές κι αυτόν και το ψεύτικο τσουλί του από το σπίτι. Απομείναμε οι δύο μας στο σπίτι. Νόμιζα ότι τουλάχιστον η σύζυγος μου θα έμενε μακριά από αυτόν τον βραχνά. Νόμιζα ότι με το να την φροντίζω καθημερινά, θα έβγαινε σύντομα από την κατάθλιψή της και θα συνεχίζαμε την ζωή μας απλά και ηθικά, έστω και σαν άτεκνοι. Πετούσα από την χαρά μου μόλις έμαθα μια μέρα ότι επιτέλους συνήρθε και χαμογελούσε, γεμάτη όρεξη πλέον για ζωή. Και έπεσα από τα σύννεφα σαν είδα ότι κρατούσε στην αγκαλιά της άλλο ένα από αυτά τα διαολεμένα μηχανήματα. Που είχε το θράσος να του δώσει την μορφή του αδικοχαμένου γιου μας! Όρμισα να το διαλύσω σαν το άλλο το αναθεματισμένο παλιόσκυλο. Και να την γκαρίξω στο ξύλο που τόλμησε να με προδώσει έτσι. Με σταματήσανε δύο νοσοκομειακοί που μου είπανε ότι αν το έκανα αυτό, θα πάθαινε ένα τόσο μεγάλο σοκ, αμέσως μόλις συνήρθε από το προηγούμενο, που δεν θα συνερχόταν ποτέ. Δεν ξέρουν τι τους γίνεται! Ξύλο θέλει για να γίνει καλά και να καταστρέψουν όλα αυτά τα ρημάδια που τολμάνε να τα αφήνουνε να αντικαταστούνε έτσι τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Μα τι τους έπιασε όλους να θέλουνε να έχουνε πλαστικές σχέσεις; Που πήγαν οι αληθινές σχέσεις; Που πήγαν οι κλασικές σχέσεις; Που πήγε ο σεβασμός στην παράδοση; Πήρα τηλέφωνο μετά από τόσα χρόνια στον διωγμένο γιο μου. Πίστευα ότι σαν άκουγε τι έκανε η μάνα του, θα τον έπιανε τέτοια αηδία που θα ερχόταν να την μεταπείσει και μάλιστα θα έδινε δρόμο και στην μηχανική πόρνη του. - Μπαμπά! Τι έκπληξη! - Δεν σε πήρα για καλό, παιδί μου. Η μητέρα σου… - Θεέ μου! Είναι καλά;! Έπαθε κάτι;! - … πήρε κι αυτή κατηλεκτρίδιο! - Α, και με τρόμαξες! Και που το κακό; - Επέλεξε να είναι όπως ο αδικοχαμένος αδελφός σου! - Ε … Ναι … Και; … - Τι και;!!! Αγαπάει και νοιάζεται για μια πλαστική κούκλα! Που μοιάζει και συμπεριφέρεται όπως το σπλάχνο μου! Όπως ήταν πριν 10 χρόνια, όταν τον χάσαμε! Θέλεις στ’αλήθεια να την αφήσω να αγαπάει αυτό το … το πράγμα για μια ζωή; Μια κούκλα που ποτέ δεν θα γερνάει ή της λέει όχι; - Που το πας; - Θέλω να έρθεις και να με βοηθήσεις να την πείσουμε να το ξεφορτωθεί. - Πας καλά; Θυμάσαι πόσα χρόνια ήταν σε κατάθλιψη; Θέλεις να ξαναπάθει τα ίδια αν τον ξαναχάσει; - Μα δεν είναι αυτός! Είναι ένα άψυχο πράγμα! Ένα υποκατάστατο! Σαν εκείνο το τσουλί σου που… - Σταμάτα πια! Κάνουμε χρόνια να μιλήσουμε και πάλι αυτά λες; Και μου έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα. Πως τόλμησε; Τι στάση είναι αυτή προς το άτομο που τον μεγάλωσε; Πως έγινε έτσι ο κόσμος; Όλοι τρελαθήκανε; Μόνο εγώ έμεινα λογικός εδώ πέρα; Ο κόσμος έχει γεμίσει με βρώμα και σαπίλα. Έξω τα σκουπίδια έχουνε σχηματίσει βουνά στην μέση της πόλης και κανείς δεν βγαίνει να τα μαζέψει. Όλοι έχουνε κλειστεί στα σπίτια τους και χαϊδεύονται και φιλιούνται και αυνανίζονται πάνω σε ψυγεία και τοστιέρες. Τέτοιος έγινε ο κόσμος. Επειδή απομακρυνθήκαμε από τις αξίες και τις αρχές μας. Με αποκαλούνε παλαιών αρχών αλλά κοίτα πως γίνανε σαν τα παρατήσανε όλα και αφεθήκανε στον πλασματικό ηδονισμό. Μόνο άτομα που παρέμειναν πιστά σαν εμένα μπορέσανε ξεφύγουνε από αυτό το καρκίνωμα. Τότε όμως γιατί μπήκε και στην οικογένεια μου αυτός ο βραχνάς; Τι έκανα λάθος; Γιατί ακόμα κι η οικογένεια μου, που την ανέθρεψα σωστά και ηθικά, κατάντησε έτσι; Τόσο πια στον άνθρωπο είναι αν θα σωθεί από μόνος του ή θα πέσει στην σαπίλα μαζί με όλους τους άλλους; Μα μόνο εγώ έμεινα πια σωστός στον κόσμο; Ένας μικρός όμορφος κήπος, στην κορυφή ενός βουνού από σκουπίδια; Ας είναι! Αφού κανείς δεν θέλει να κάνει το πρέπον όπως εγώ, ας χαθούνε στην καταβόθρα. Εγώ θα μείνω με τον σταυρό στο χέρι και θα κοιτάω από ψηλά τα συντρίμμια του κόσμου, βεβαιωμένος για την σωστή στάση μου. Κέρδισα την θέση μου στον παράδεισο, κάτι που ο θεός σίγουρα θα μου δώσει. Μόνος μου στον παράδεισο, ως ο μόνος σωστός. Όλη η λύτρωση μόνο για εμένα. Ο ένας και σωστός. Είμαι γεμάτος θυμό και απέχθεια με όλους και όλα. Θέλω κάπου να ξεσπάσω οπωσδήποτε. Οι νοσοκομειακοί μόλις φύγανε και με αφήσανε μόνο μου με την γυναίκα μου να χασκογελάει ενώ αγκαλιάζει εκείνο το έκτρωμα. Παίρνω μια σακούλα απορριμμάτων από το αποθηκάκι. Ότι κι αν κάνω μαζί τους, κανείς δε θα μου κρατήσει κακία. Αφού είμαι σωστός. Ο μόνος σωστός. Ότι κι αν τους κάνω, θα έχω δίκιο. Με τον σταυρό στο χέρι, θα αποδώσω δικαιοσύνη. Γιατί η λύτρωση είναι προνόμιο και μονοπώλιο μου. συνεχίζεται… Edited June 7, 2009 by roriconfan Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.