Adinol Doy Posted August 10, 2008 Share Posted August 10, 2008 (edited) Όνομα συγγραφέα: Παναγιώτης Ζερβός Είδος: Επιστημονική Φαντασία Βία; Μάλλον όχι Σεξ; Σίγουρα όχι Αριθμός Λέξεων: 1434 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Για πρώτη φορά, υπεισήλθα στα μονοπάτια της ΕΦ. Ελπίζω να μην τα έκαμα μπάχαλο. Η ΑΛΥΣΙΔΑ Ἡ κατσαρίδα ἔλιωσε κάτω ἀπ’ τὸ ἀποφασιστικὸ παπούτσι τοῦ ὀχτάχρονου ἀγοριοῦ. Ἀκούστηκε ἕνα ἠχηρὸ ΣΚΡΑΤΣ καὶ ἐντόσθια, κέλυφος καὶ φτερὰ ἀνακατεύτηκαν σ’ ἕνα ἑνιαῖο σύνολο. Τὸ ἀγόρι σήκωσε τὸ πόδι του ἀηδιασμένο. Κοίταξε τριγύρω μήπως βρεῖ κάποια πέτρα – ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο τέλος πάντων – γιὰ νὰ καθαρίσει τὴν σόλα τοῦ παπουτσιοῦ· δὲν βρῆκε. Ἀναγκάστηκε νὰ τὴν τρίψει στὸ χῶμα. Πάντα περιφρονοῦσε αὐτὰ τὰ ζωύφια ποὺ ἀρνιόνταν νὰ ἀφανιστοῦν ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς – τί χρειάζονταν στὸν πλανήτη; Ἡ μητέρα του χλόμιαζε ἀπ’ τὸν φόβο της ὅταν τὰ ἔβλεπε νὰ εἰσβάλλουν στὸ σπίτι. Ἔλεγε ὅτι κουβαλοῦν ἀρρώστιες, ὅτι εἶναι ἑστία μικροβίων καὶ ἄλλα πράγματα ποὺ δὲν καταλάβαινε. Ὅταν τὴν ρωτοῦσε τί εἶναι αὐτά, ἐκείνη ἀπαντοῦσε διστακτικά, σάμπως νὰ ζύγιαζε τὰ λόγια της. Ἡ σταθερὴ ἀπάντησή της ἦταν: «Ὅταν μεγαλώσεις, θὰ σοῦ ἐξηγήσω». Κι ὕστερα ἄλλαζε θέμα, λὲς καὶ τῆς εἶχαν ξεφύγει λόγια ποὺ δὲν ἔπρεπε νὰ ξεστομίσει. Ἀλλὰ κι ὁ πατέρας του εἶχε τέτοιες παράξενες συμπεριφορές. Γιὰ παράδειγμα, τὸν ρωτοῦσε τί βρισκόταν πίσω καὶ πέρα ἀπὸ τὸν δυσθεώρητο τοῖχο ποὺ ὠρθωνόταν περιμετρικὰ σὲ ἀπόσταση ἑκατοντάδων μέτρων ἀπὸ τὸ σπίτι τους. Ὁ πατέρας μπέρδευε τὰ λόγια του, ψέλλιζε κάτι ἀκατανόητες φράσεις, χάιδευε τὰ μαλλιὰ τοῦ γυιοῦ του καὶ χαμογελοῦσε λέγοντας σὰν σὲ ὀνειροπόληση: «Ἔτσι περίεργος ἦμουν κι ἐγὼ στὴν ἡλικία σου». Μὰ ἀρνιόταν νὰ συνεχίσει τὴν ἐξιστόρηση τῆς παιδικῆς του ἡλικίας. Καμμιὰ φορὰ μονάχα τοῦ ξέφευγαν ἀνόητες κι ἀδιάφορες ἱστορίες γιὰ τὸ παρελθόν, τὶς ὁποῖες ἔπαυε ἀπὸ μόνος του ξαφνικά, γιὰ νὰ μὴν πεῖ κάτι ἄλλο ποὺ πιθανῶς δὲν θά ’πρεπε. Στὰ κλεφτά, φυσικά, ὅταν ἦταν νύχτα καὶ οἱ γονεῖς του νόμιζαν πὼς κοιμόταν, τοὺς ἄκουγε νὰ θυμοῦνται περιστατικὰ ἀπὸ τὰ νειάτα τους (Θυμᾶσαι τότε πού…) καὶ χαχάνιζαν. Ὕστερα ἔκλαιγαν. «Τί παράξενοι ποὺ εἶναι οἱ μεγάλοι!» σκεφτόταν τὸ ἀγόρι. Κι ἀποκοιμιόταν. *** Ἐπέστρεψε στὸ σπίτι, βαριεστημένος καὶ κακόκεφος. Δὲν εἶχε τίποτε νὰ κάνει, τίποτε γιὰ νὰ περάσει ἡ ὥρα του. Εἶχε τελειώσει τὰ μαθήματα ποὺ τοῦ ἔκανε ἡ μητέρα του καὶ δὲν εἶχε τίποτε ἄλλο γιὰ νὰ ἀσχοληθεῖ. Εἶχε βαρεθεῖ ὅλα τὰ ἠλεκτρονικὰ παιγνίδια του, εἶχε βαρεθεῖ τὴν τηλεόραση, ἐπίσης. Ἡ τηλεόραση! Τὰ κανάλια ἔδειχναν συνέχεια τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια πράγματα: τὶς ἴδιες ἐκπομπές, τὶς ἴδιες ταινίες – ἀκόμη καὶ τὶς ἴδιες εἰδήσεις. Μπορεῖ νὰ ἦταν μικρός, ἀλλὰ δὲν ἦταν χαζός· κάτι λάθος ὑπῆρχε – ἦταν ἀδύνατον νὰ μὴ συνέβαινε τίποτε καινούργιο στὸν κόσμο. Καὶ ποῦ ἦταν ὁ κόσμος; Ἔβλεπε ἀνθρώπους στὴν ὀθόνη, ἀλλὰ ποτὲ στὴν πραγματικότητα. Ποῦ ἦσαν ὅλοι αὐτοί; Γιατί δὲν ἐμφανίζονταν ποτέ; Γιατί δὲν ἔρχονταν στὸ σπίτι τους; Γιατί τοὺς ἀπέφευγαν; Ὑπῆρχαν πολλὰ ἀναπάντητα ἐρωτηματικὰ στὸ μυαλό του. Καὶ οἱ γονεῖς του ἀρνιόνταν νὰ τὸν διαφωτίσουν στὸ ἐλάχιστο. Ἀνέβαλλαν συνεχῶς τὶς ἀπαντήσεις γιὰ «ἀργότερα» καὶ «ὅταν μεγαλώσεις». Μὰ ἕνα παιδί, ἕνα πλᾶσμα ποὺ μαθαίνει τὸν κόσμο, εἶναι ἀδύνατον νὰ σταματήσει νὰ ρωτᾶ. Εἶναι ὁ ἄρρητος νόμος τῆς φύσης καὶ τὸ ἀρχέγονο ἔνστικτο τῆς ἐπιβίωσης. Βλέπω τὸ ἀγόρι νὰ πηγαίνει πέρα-δῶθε ἐκνευρισμένο. Εἶναι προφανὲς πὼς νοιώθει μοναξιὰ καὶ πλήξη – πῶς θὰ περάσει εὐχάριστα καὶ ἐποικοδομητικὰ τὴν ὥρα του; Ἂν τοὐλάχιστον εἶχε συντροφιά… Ἀλλ’ ὄχι, κάτι τέτοιο θὰ ἦταν ἴσως ἐπικίνδυνο· ὀλέθριο. Ἔχω ξαναδεῖ τὸ σενάριο καὶ πάντα οἱ συνέπειες ἦσαν δραματικές. Δὲν θέλουμε ἄλλες αὐτοκτονίες· ἀντίθετα, θέλουμε ζωή, χαρά, αἰσιοδοξία. Μπαίνει στὴν κουζίνα. Ἡ μητέρα του μαγειρεύει. Εὐωδιαστὸ φαγητὸ διαχέει τὸν χῶρο. «Εἶναι ἕτοιμο τὸ φαγητό;» ρωτᾶ τὸ παιδί. «Σὲ λίγο», ἀπαντᾶ χαμογελώντας βεβιασμένα ἡ μητέρα. «Πήγαινε νὰ δεῖς τηλεόραση». Τὸ ἀγόρι πηγαίνει στὸ καθιστικό, ὅπου ὁ πατέρας παρακολουθεῖ εἰδήσεις. Συγκρούσεις στὰ Βαλκάνια (Ἄντε πάλι οἱ βρομο-αμερικανοί). Οἱ μετανάστες στὸ Παρίσι ξεσηκώνονται (Τί θέλουν κι αὐτοὶ οἱ ἀράπηδες κι οἱ ἀσιάτες; Ὅλο δικαιώματα ζητᾶνε, τὰ ζῶα). Μνημόσυνο γιὰ τὸ Ὁλοκαύτωμα τῶν Ἑβραίων (Ἄ, ρὲ Ἀδόλφε, μισὲς δουλειὲς ἔκανες). Οἱ ἴδιες εἰδήσεις καὶ τὰ ἴδια σχόλια τοῦ πατέρα. Καί, φυσικά, ἀναπάντητα τὰ ἐρωτηματικά: γιατί ἐμεῖς εἴμαστε ἀνώτεροι ἀπ’ αὐτούς; Ποιοί εἶναι οἱ ἀράπηδες κι οἱ ἀσιάτες; Τί εἶναι οἱ Ἑβραῖοι; Ποιός εἶναι ὁ Ἀδόλφος; Τί καὶ ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς; Ξανὰ προκύπτει, λοιπόν, τὸ ζήτημα τῆς ταὐτότητας καὶ τῶν καταβολῶν – μιὰ ἐμμονὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ξερριζώθηκε, παρ’ ὅλα τὰ χρόνια καὶ τὰ συνταρακτικὰ γεγονότα ποὺ μεσολάβησαν. Ἀκόμη καὶ μετὰ τὸ πέρασμα σ’ ἕνα νέο κεφάλαιο τῆς Ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας, οἱ ἀντιδράσεις εἶναι ἴδιες σὲ κάθε γεωγραφικὴ χώρα, πόλη καὶ χωριό. Θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν ἀστεῖο ἂν δὲν ἦταν τόσο τραγικό. *** Μιὰ μέρα συνέβη κάτι ποὺ δὲν εἴχαμε ὑπολογίσει. Ἦταν μεγάλο λάθος μας αὐτό, δεδομένου ὅτι γνωρίζαμε τὴν ἀνθρώπινη ψυχολογία ἀρκετὰ καλά. Γιὰ κάποιον λόγο, ἡ προσοχή μας ἦταν στραμμένη στὶς ἀντιδράσεις τοῦ ἀγοριοῦ κι εἴχαμε παραβλέψει ἐκεῖνες τῶν γονιῶν. Νομίζαμε, ἐσφαλμένα ἀσφαλῶς, πὼς εἶχαν συνηθίσει. Φαίνεται τελικὰ πὼς δὲν εἶχαν συνηθίσει καθόλου. Ἦταν ἡ ὥρα τῆς τροφοδότησης – ξημερώματα, γιὰ νὰ εἴμαστε βέβαιοι πὼς τὸ ἀγόρι κοιμόταν. Ἔρχονταν κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς σὲ συγκεκριμένο σημεῖο τοῦ τοίχου καὶ συναντιόνταν μὲ τὸν πατέρα, ποὺ παρελάμβανε τὰ φαγώσιμα γιὰ τὸ σπίτι. Εἴχαμε παρατηρήσει, βεβαίως, τὴν ἔκφραση τοῦ προσώπου του κάθε φορὰ ποὺ μᾶς ἀντίκρυζε, μιὰ ἔκφραση ἀποδοκιμασίας καὶ περιφρόνησης· ἀλλὰ δὲν εἴχαμε φανταστεῖ (ἡ λέξη φαντασία στὴν πραγματικότητα δὲν ὑπάρχει στὸ λεξιλόγιό μας) ὅτι θὰ ξεσποῦσε μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ἦσαν δυὸ δικοί μας στὴν εἴσοδο στὸν τοῖχο καὶ περίμεναν τὸν πατέρα. Δὲν ἐμφανίστηκε. Ὅταν κοιτάξαμε μέσα στὸ σπίτι, μέσῳ τοῦ περιμετρικοῦ τοίχου μὲ τὶς μυριάδες ὀπτικὲς ἴνες, τὸν εἴδαμε νὰ κλαίει μὲ ἀναφιλητὰ στὴν ἀγκαλιὰ τῆς γυναίκας του. «Δὲν μπορῶ ἄλλο», εἶπε κομπιάζοντας. «Δὲν μπορῶ ἄλλο νὰ βλέπω αὐτὰ τὰ φρικιά». Ἡ τελευταία λέξη δὲν μᾶς ἦταν ἄγνωστη. Τὴν εἴχαμε συναντήσει συχνά, μελετώντας τὴν Ἱστορία μας, καὶ πάντοτε σήμαινε ἐτοῦτο: τὰ ἀνθρώπινα πλάσματα ποὺ εἶναι διαφορετικὰ ἀπὸ τὴν πλειονότητα, λόγῳ διαστρεβλωμένων χαρακτηριστικῶν ἤ, ἀρκετὲς φορές, λόγῳ διαφορᾶς στὸ χρῶμα τοῦ δέρματος. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς λαμβάναμε ὑπ’ ὄψιν τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς φυλῆς τῶν ἐνοίκων σὲ κάθε σπίτι καὶ στέλναμε ἐπιλεγμένους δικούς μας, ὥστε οἱ ἔνοικοι νὰ νοιώθουν κάτι ποὺ νὰ πλησιάζει στὴν οἰκειότητα. Αὐτὴν τὴν φορά, ὅμως, ὁ πατέρας δὲν μπόρεσε νὰ συγκρατήσει τὴν ἀποστροφή του. Ἀρνιόταν νὰ μᾶς συναντήσει καὶ νὰ προμηθευτεῖ τὰ ἀπαραίτητα φαγώσιμα γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς οἰκογένειάς του. Μὲ δυὸ λόγια, κινδύνευαν νὰ πεθάνουν ἀπὸ ἀσιτία. Σκεφτήκαμε νὰ πᾶμε τὴν ἑπόμενη μέρα, μὲ νέα φαγώσιμα τώρα. Ὁ πατέρας ἀρνήθηκε νὰ ἐμφανιστεῖ. Τὴν ἑπόμενη μέρα συνέβη ἀκριβῶς τὸ ἴδιο πρᾶγμα. Μέχρι ποὺ πέρασε μιὰ ἑβδομάδα καὶ τὰ πράγματα ἦσαν ἐπικίνδυνα γιὰ τὴν ζωή τους. Ἀποφασίσαμε τότε νὰ παρέμβουμε. Δὲν συνηθίζαμε νὰ ἐμπλεκόμαστε στὶς ζωὲς τῶν ἐνοίκων, ὅμως τώρα δὲν εἴχαμε ἄλλη ἐπιλογή· ἔπρεπε νὰ τοὺς προστατεύσουμε. Ἦσαν τὰ τελευταῖα δείγματα τοῦ οἰκισμοῦ μας, κάθε οἰκισμὸς στὸν πλανήτη στέγαζε στὸ τοπικὸ Μουσεῖο τὰ τελευταῖα δείγματα ἀνθρώπων, ποὺ μᾶς ἦσαν ἀπαραίτητα γιὰ νὰ μάθουμε τὴν Ἱστορία μας, καὶ πού, σὲ συνεργασία μὲ τὰ ὑπόλοιπα Μουσεῖα, διασταυρώναμε πληροφορίες. Ὅταν μπήκαμε στὸ σπίτι, τὰ μέλη τῆς οἰκογένειας ἦσαν ξαπλωμένα στὰ κρεββάτια τους, ἀδύναμα καὶ θολωμένα ἀπὸ τὴν πείνα καὶ τὴν δίψα. Οἱ γονεῖς, μόλις μᾶς ἀντίκρυσαν, ἔφριξαν καὶ ἔβγαλαν σχεδὸν ἄηχες κραυγές. Τὸ ἀγόρι, ὅμως, μᾶς χάρισε ἕνα διάπλατο χαμόγελο – ὅσο διάπλατο μπορεῖ νὰ εἶναι τὸ χαμόγελο ἑνὸς παιδιοῦ στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου – καὶ εἶπε σιγανά: «Ἄνθρωποι! Ἐπιτέλους… ἔχουμε… ἐπισκέψεις». Κοιταχτήκαμε ἀναμεταξύ μας. Πῶς θὰ ἐξηγούσαμε στὸ ἀπονήρευτο αὐτὸ πλᾶσμα πὼς δὲν εἴμαστε ἄνθρωποι; Πῶς θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ καταλάβει πὼς ἔχουν ἀπομείνει ἐλάχιστοι ἄνθρωποι στὸν πλανήτη, ποὺ ζοῦν πιὰ σὲ περιφραγμένα σπίτια – ἐξομειώσεις τῶν παραδοσιακῶν σπιτιῶν τους – ποὺ τ’ ἀποκαλοῦμε Μουσεῖα, τὰ ὁποῖα ἐπισκεπτόμαστε οἱ Μετα-άνθρωποι; Καὶ πῶς θὰ τοῦ ἐξηγούσαμε πῶς ἔγιναν τὰ πράγματα; Τί γνώσεις ἔχει πάνω στὴν βιολογία, ὥστε νὰ συνειδητοποιήσει πλήρως πὼς πρὶν ἀπὸ μερικὲς δεκαετίες ἔγινε ἐκεῖνο τὸ ξαφνικὸ ἅλμα ἐξέλιξης, ποὺ ἄλλαξε τὸ πληθυσμιακὸ τοπίο τοῦ πλανήτη; Ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἁλματώδη ἐξέλιξη ἕνα μεγάλο ποσοστὸ ἀνθρώπων πέθανε, μιὰ καὶ δὲν ἄντεξε σωματικὰ τὴν ἀλλαγή. Ἡ πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων ἐξελίχθηκε σ’ αὐτὸ ποὺ σήμερα ὀνομάζεται Μετα-ανθρωπότητα. Ἀλλὰ ὑπῆρξε καὶ μιὰ μειοψηφία παραδοσιακῶν ἀνθρώπων ποὺ ἐπέζησε. Κι ἐμεῖς, ὡς νέα ράτσα, ἐμφανισιακὰ ἴδια κι ἀπαράλλαχτη μὲ τὴν παλαιά, ἀποφασίσαμε νὰ τοὺς σώσουμε, γιὰ νὰ μάθουμε ἀπ’ αὐτοὺς τί καὶ πῶς ἤμαστε πρὶν τὴν Ἀλλαγή. Κάποτε οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τὰ δικά τους Μουσεῖα, στὰ ὁποῖα εἶχαν ἀναπαραστήσει κοινότητες προ-ανθρώπων ἀπὸ κοῦκλες σὲ φυσικὸ μέγεθος μέσα σὲ σπηλιές, γιὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τοὺς ἐπιζῶντες ἀνθρώπους. Ὅπως τότε, ἔτσι καὶ σήμερα ἔρχονται παιδιὰ Μετα-ανθρώπων σὲ ὁμάδες, γιὰ τὴν ἐπιμόρφωσή τους. Οἱ γονεῖς τοῦ ἀγοριοῦ ξέρουν· γι’ αὐτὸ μᾶς ἀντικρύζουν μὲ φρίκη, μὴ μπορώντας νὰ ἀπαντήσουν στοὺς ἑαυτούς τους ἂν ἐκεῖνοι ἢ ἐμεῖς εἴμαστε ἀνώτεροι στὴν ἐξελικτικὴ ἁλυσίδα. Ἐμεῖς, φυσικά, δὲν ἀντιμετωπίζουμε τέτοιο ζήτημα· δὲν πιστεύουμε στὴν ἀνωτερότητα φυλῶν ἢ ζωῶν. Πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε μία ἑνιαία φυλή – κι αὐτὸ εἶν’ ὅλο. Μὰ ὅλ’ αὐτὰ πῶς θὰ τὰ κατανοήσει τὸ ἀγόρι, ποὺ μᾶς κοιτᾶ μὲ τέτοια λαχτάρα καὶ ἐνθουσιασμό; Φυσικά, τέτοιο θέμα δὲν ἔχει σημασία ἐτούτη τὴν στιγμή. Σημασία ἔχει νὰ συντηρήσουμε τὴν οἰκογένεια. Καὶ ἴσως – ἴσως! – κάποτε τὸ ἀγόρι νὰ γίνει φίλος μας. Edited August 10, 2008 by adinol Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naurgul Posted September 6, 2008 Share Posted September 6, 2008 (edited) Ιδέα: Μια οικογένεια ανθρώπων ζουν ως εκθέματα σε ένα μουσείο μιας πιο εξελιγμένης μορφής ανθρώπων. Από τη μια μεριά οι μεγάλοι, καταφρωνητικοί, γεμάτοι μίσος και απόγωση και το παιδί τους, γεμάτο περιέργεια και μοναξιά. Από την άλλη μεριά, οι μετα-άνθρωποι, απόκοσμα ψυχροί. Ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα ιδέα και ωραία ανεπτυγμένη, αν και νομίζω ήθελε λίγο περισσότερο, ειδικά ο χαρακτήρας των μετα-ανθρώπων. Θα ήθελα να συμβαίνουν περισσότερα γεγονότα, το μόνο περιστατικό που ουσιαστικά κινεί τη δράση είναι η "επανάσταση" των γονιών. Η λογική τους είναι απλοϊκή (μισούν τους μετα-ανθρώπους επειδή τους θεωρούν φρικιά) οπότε θα προτιμούσα τα κίνητρά τους να ήταν λίγο πιο ανεπτυγμένα. Τέλος, η ανάγκη των μετα-ανθρώπων να γίνουν φίλοι με το παιδί με ξάφνιασε στο τέλος, δεν προοικονομείται καθόλου. Εκτέλεση: Πρώτα από όλα, και σε αυτό και σε άλλα κείμενα του συγγραφέα εντοπίζω συνέχεια λέξεις που μου μοιάζουν αταίριαστες με τα γεγονότα και τους χώρους. Ας πούμε το που οι μετα-άνθρωποι ονομάζουν την οικογένεια οι "ἔνοικοι", τα απομεινάρια της κατσαρίδας που γίνονται "ἑνιαῖο σύνολο", η ευωδία του φαγητού που "διαχέει" στον χώρο και κάποια άλλα λιγότερο, όπως η "ἐπιμόρφωσή" των μετα-ανθρώπων στο μουσείο. Αλλά νομίζω ότι το πιο σημαντικό πρόβλημα που υπάρχει στο κείμενο είναι η οπτική γωνία του αφηγητή. Άλλες στιγμές μοιάζει να περιγράφει δραματικά τα συναισθήματα της οικογένειας ενώ άλλες μιλάει τυπικά για αυτούς. Άλλες φορές μοιάζει να ξεφεύγει από τα πλαίσια της ιστορίας και να γίνεται τελείως εξωτερικός παρατηρητής ενώ άλλες μιλάει συγκεκριμένα ως μετα-άνθρωπος. Ο λόγος γενικά μου έδωσε μια εντύπωση αποστασιοποίησης από της ιστορία. Κάποιες φορές, ειδικά όταν ο αφηγητής μιλά ως μετα-άνθρωπος/επιστήμονας είναι ταιριαστό ενώ άλλες όχι. Μερικές πιο συγκεκριμένες παρατηρήσεις ακολουθούν: (ἡ λέξη φαντασία στὴν πραγματικότητα δὲν ὑπάρχει στὸ λεξιλόγιό μας) Αυτό μου φάνηκε κάπως άκυρο. Γιατί το λες ακριβώς; Δεν το κατάλαβα. Ναι μεν καλλιεργείται κάπως η εικόνα των μετα-ανθρώπων ως ψυχρών κι απόμακρων αλλά εδώ μου φαίνεται το παρακάνεις. «Ἄνθρωποι! Ἐπιτέλους… ἔχουμε… ἐπισκέψεις». Οι διάλογοι γενικά νομίζω θα έπρεπε να είναι πιο άμεσοι και να έχουν μεγαλύτερη αντίθεση με την αφήγηση. Ειδικά σε αυτό το παράδειγμα το κείμενο δε με πείθει καθόλου ότι αυτό είναι κάτι που θα έλεγε το παιδάκι. Ίσως αν έκοβες τα λόγια του με μια περιγραφή στη μέση να ήταν καλύτερα; Κοιταχτήκαμε ἀναμεταξύ μας. Πῶς θὰ ἐξηγούσαμε στὸ ἀπονήρευτο αὐτὸ πλᾶσμα πὼς δὲν εἴμαστε ἄνθρωποι; ... Σε αυτή την παράγραφο αναπτύσεις ουσιαστικά πλήρως τις πληροφορίες του κόσμου. Το πρόβλημα είναι η μεγάλη ποσότητα αυτών των πληροφοριών, πράγμα που αμέσως αποκαλύπτει στον αναγνώστη ότι υπάρχουν μόνο και μόνο για να ενημερωθεί αυτός για την κατάσταση του κόσμου, παρά για να εκφράσουν το τι σκέφτεται και αισθάνεται ο χαρακτήρας. Νομίζω θα ήταν πολύ καλύτερα να διασκόρπιζες αυτές τις πληροφορίες σε όλο το κείμενο παρά να τις έχεις συγκεντρωμένες όλες εδώ, κι ας ήταν λιγότερο κατανοητό το σύνολο στο τέλος. Θα έλεγα αξίζει μια τέτοια ανταλλαγή. Σημείωση: Δέχομαι και ενθαρρύνω κάθε είδους απάντηση, ένσταση, αίτημα επεξήγησης κλπ πάνω στην κριτική από τον συγγραφέα ή οποιοδήποτε άλλο μέλος. Εγγυώμαι ότι αυτό δε θα επηρεάσει την ποσότητα ή την ποιότητα των κριτικών μου. Περισσότερες πληροφορίες εδώ. Edited September 6, 2008 by Guardian of the RuneRing #1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Adinol Doy Posted September 7, 2008 Author Share Posted September 7, 2008 Περιττό να πω πως η κριτική σου είναι από τις πιο εντυπωσιακές και ουσιαστικές που έχω διαβάσει εδώ και πολύ καιρό, Guardian. Σ' ευχαριστώ για τα "αρνητικά" σχόλιά σου. Η αλήθεια είναι ότι, όταν ξαναδιάβασα την ιστορία μου μετά τις διακοπές (το έγραψα λίγο πριν φύγω, βιαστικά, για να προλάβω το διαγωνισμό), υπήρχε κάτι που δε μου άρεσε. Κι αυτό ήταν κυρίως η κατάληξη της ιστορίας. Ήθελα να βρω ένα τέλος, σκέφτηκα ένα τέχνασμα και το έβαλα. Βαριόμουν κιόλας... Οπωσδήποτε, αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία. Όταν μπαίνεις στη διαδικασία να γράψεις κάτι, πρέπει να το κάνεις με πάσα αίσθηση ευθύνης και να βάλεις το 100% των δυνατοτήτων σου. Ίσως κάποια στιγμή να αναπτύξω το διήγημα και να το ξαναδουλέψω στο μέλλον. Σχετικά με τις άλλες παρατηρήσεις σου (η ματιά του αφηγητή που αλλάζει, η ανυπαρξία λεπτομερειών που θα διαφώτιζαν περαιτέρω τους χαρακτήρες), έχεις ΑΠΟΛΥΤΟ ΔΙΚΙΟ και θυμώνω με τον εαυτό μου που δεν τα είχα παρατηρήσει νωρίτερα. Σ' ευχαριστώ και πάλι, Guardian, για το χρόνο και την ψυχική διάθεσή σου να ασχοληθείς με το διήγημά μου. Οι παρατηρήσεις και οι συμβουλές σου είναι ανεκτίμητες. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted September 11, 2008 Share Posted September 11, 2008 Μία εξαιρετική ιστορία! Πρώτον, να σε συγχαρώ για την άψογη χρήση του πολυτονικού, κόντεψα να δακρύσω απ' την συγκίνηση... Και περνάμε στα ουσιώδη. Η ιδέα δεν είναι τελείως πρωτότυπη, αλλά την διαχειρίζεσαι με πολύ καλό κι ευρηματικό τρόπο. Μη-άνθρωποι, άνθρωποι, κατσαρίδες. Υπέροχο! Κυρίως το παιχνίδι που κάνεις, ξεκινώντας με τις κατσαρίδες και τελειώνοντας με τους μη-ανθρώπους και την δική τους επιθυμία να γίνουν μια ενιαία φυλή και φίλοι με τους ανθρώπους. Η ελπίδα για την προσαρμογή του πιτσιρικά στα δεδομένα των μη-ανθρώπων, προκειμένου να βλέπει κόσμο είναι συγκινητικότατη. Αυτό που έχω να σου προσάψω, στα τεχνικά ζητήματα, είναι η απότομη αλλαγή οπτικής γωνίας. Εκεί που βλέπουμε το πιτσιρίκι, ξαφνικά αλλάζει στους μη-ανθρώπους χωρίς προειδοποίηση. Υπέροχη, αντικειμενικά, ιστορία, αλλά εκτός των δικών μου αναγνωσμάτων. Δεν έχω τις καλύτερες σχέσεις με πολιτικοκοινωνικά πράγματα, με απωθούν. Εν τούτοις, της δίνω τα εύσημα για την ποιότητά της. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted September 11, 2008 Share Posted September 11, 2008 Για πρωτόλειο είναι ενθαρρυντικό. Η επιλογή του θέματος ίσως είναι λίγο τετριμμένη, αλλά η πρωτοτυπία έχει παραγίνει θεός τον τελευταίο καιρό και δε με ενόχλησε καθόλου ένα τετριμμένο θέμα. Με καλύπτουν οι αναπτύξεις των χαρακτήρων, ειδικά του πατέρα. Θα σταθώ στο ότι θα περίμενα να το στήσεις καλύτερα, μιας και το πρόβλημα του κειμένου είναι ακριβώς το στήσιμό του. Ξεκινάς με οπτική γωνία που μοιάζει να ακολουθεί το παιδί, δεν δίνεις εξαρχής την ύπαρξη του πραγματικού σου αφηγητή, συνεχίζεις δείχνοντας μια φευγαλέα οπτική γωνία των γονιών και στο τέλος έρχεται ο καταρράκτης του info-bubble. Όλα όσα λέγονται στις τελευταίες παραγράφους μπορούν να εισαχθούν στην ιστορία, λίγο-λίγο, χωρίς σπόιλερ, χωρίς να καρφωθείς εξαρχής. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
tetartos Posted September 20, 2008 Share Posted September 20, 2008 Γραφή: Χεχε, χωρίς να σχολιάσω το πολυτονικό, ήταν στρωτή με εναλλαγές στο μέγεθος των προτάσεων. Αλλάζεις οπτική γωνία λίγο μετά την αρχή, κάτι που με ενόχλησε μέχρι να το συνηθίσω. Πλαίσιο: Παρότι κατά το μεγάλο του μέρος γνωστό, δεν περιγράφεις ίσως παραπάνω το καινοτόμο: τον τοίχο. Και στο τέλος, οι μετα-άνθρωποι δεν περιγράφονται: σα να έχουν μια άυλη και αόριστη ύπαρξη. Χαρακτήρες: Εστιάζεις στην περιέργεια του παιδιού. Δεκτόν αλλά όχι και τόσο σχετικό με το θέμα. Οι σκέψεις και αντιδράσεις του πατέρα ίσως να είχαν περισσότερο ενδιαφέρον - αλλά το επισκέπτεσαι στο τέλος και βιαστικά. Πλοκή: Μου άρεσε που ξεκίνησε με την κατσαρίδα. Γιατί ο άντρας σχολιάζει, λες και οι ειδήσεις αλλάζουν; (δύσκολο) Η εξήγηση που δίνεις στην προτελευταία παράγραφο μοιάζει βεβιασμένη. Διάλογοι: Λίγοι αλλά καίρια τοποθετημένοι. Ο τίτλος είναι λίγο τραβηγμένος ή δεν τον καταλαβαίνω καλά; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted January 10, 2012 Share Posted January 10, 2012 Έχεις ένα θεματάκι με τις κατσαρίδες, ε; Αν έχω να προσθέσω κάτι ουσιώδες, είναι ίσως η απορία μου ως προς το αν είχαν ελευθερία στην ίδια τους την αναπαραγωγή. Νομίζαμε, ἐσφαλμένα ἀσφαλῶς, πὼς εἶχαν συνηθίσει. Χαριτωμένο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted January 10, 2012 Share Posted January 10, 2012 Καλό, παρά την αλλαγή οπτικής γωνίας που με μπέρδεψε κι εμένα. Το πολυτονικό δε θα με πείραζε καθόλου να εκλείψει από τον πλανήτη, αλλά θέμα γούστου. Μου αρέσουν οι ιστορίες που, όπως αυτή, δεν έχουν στην ουσία υπόθεση, αλλά αυτό που τραβάει το ενδιαφέρον είναι η αποκάλυψη του πού είμαστε-τι είμαστε-τι κάνουμε. Επίσης καταφέρνεις να αποφύγεις συγκαλυμμένα το ότι δεν αναφέρεται πουθενά (νομίζω) τι σόι διαφορά είχαν οι προ-άνθρωποι με τους μετά-ανθρώπους(=αποφυγή τεχνικούρας). Έχω την εξής απορία: Αν εμφανισιακά ήταν και οι μεν και οι δε το ίδιο, γιατί οι μέσα έβλεπαν τους απέξω σαν "φρικιά"; Επίσης να ομολογήσω ότι εγώ περίμενα ακόμα μεγαλύτερο twist: να έχουν αποκτήσει νοημοσύνη οι κατσαρίδες, να έχουν γίνει γίγαντες και να παρατηρούν τους ανθρώπους με το μικροσκόπιο(θα είχε και πλάκα). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Adinol Doy Posted January 14, 2012 Author Share Posted January 14, 2012 Καλέ, ποῦ τὸ θυμηθήκατε αὐτὸ τὸ διήγημα; Τὸ εἶχα ξεχάσει ἐντελῶς. Μιὰ καὶ τὸ ξανασχολιάσατε ὅμως, τὸ θεωρῶ προσωπικὰ κακό. Ἔχει κενά, ἡ ἀπότομη ἀλλαγὴ ἀφηγηματικῆς φωνῆς μπερδεύει καὶ τὸ τέλος εἶναι βιαστικό, ὅπου ὅλες οἱ ἐξηγήσεις δίνονται μονοκοπανιά, λὲς καὶ βαριόμουν ν' ἀσχοληθῶ ἄλλο (ποὺ αὐτὸ ἔγινε, μεταξύ μας τώρα, χεχε!). @wordsmith: δὲν λείπει, κατὰ τὴν γνώμη μου, τὸ τουὶστ γιὰ νὰ ἀπογειωθεῖ τὸ κείμενο. Ὁ τρόπος ποὺ τὸ διαπραγματεύτηκα εἶναι ποὺ φταίει. Σᾶς εὐχαριστῶ ὡστόσο ποὺ ἀσχοληθήκατε μ' αὐτό. Μοῦ δώσατε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐντοπίσω ἰδίοις ὄμμασι τὰ σφάλματά μου καί, κυρίως, νὰ τὰ συνειδητοποιήσω πλήρως, ἂν ὄχι νὰ τὰ ἀποφύγω ἐντελῶς. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted January 14, 2012 Share Posted January 14, 2012 Μου άρεσε η ιστορία και την βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα. Πολύ ωραίος ο τρόπος που προσέγγισες την έννοια του Μουσείου και τις σχέσεις μεταξύ των ειδών. Κατά τη γνώμη μου, εκεί που χρειαζόταν να δώσεις λίγο μεγαλύτερο βάρος, ήταν η αληθοφάνεια. Για παράδειγμα, το «εξελικτικό άλμα» δεν γίνεται σε μια ομάδα πληθυσμού, αλλά περνάει σιγά-σιγά από μια γενιά στην επόμενη (κι αν η εξέλιξη είναι ωφέλιμη για το είδος, παραμένει) και είναι μια πολύ αργή διαδικασία (εκατομμυρίων χρόνων). Επίσης, το ότι κάποιοι εξελίχθηκαν, δεν σημαίνει ότι αυτό είναι θανατηφόρο για τους υπόλοιπους του είδους. Μπορούσες να πεις πχ ότι εμφανίστηκε ένας ιός, που προκαλούσε μια συγκεκριμένη μετάλλαξη, από την οποία κάποιοι δεν επιβίωσαν. Και κάτι ακόμη. Αφού οι μετα-άνθρωποι αναγνώριζαν τη νοημοσύνη των προγόνων τους και προσπαθούσαν για την επιβίωσή τους, γιατί τους είχαν κλεισμένους σε Μουσεία και δεν τους έφτιαχναν μια δικιά τους κοινωνία, όπου θα μπορούσαν να αναπαραχθούν και να ζήσουν, αντί να τους συμπεριφέρονται σαν «ζώα»; Γενικά, μου άφησε πολύ καλές εντυπώσεις και ευχαριστήθηκα την ανάγνωσή της. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted January 14, 2012 Share Posted January 14, 2012 Είδα παλιά ιστορία του Adinol και μετά το πολύ καλό (κατά την γνώμη μου) Κρυφό είπα να την τιμήσω. Δυστυχώς με έχασες τις δύο πρώτες γραμμές και δεν συνέχισα. -Ένα παπούτσι δεν μπορεί να είναι αποφασιστικό. -Όταν πατάμε κατσαρίδα δεν ανακατεύονται όλα. Για το ανακάτεμα απαιτείται, well, ανακάτεμα. Θα μπορούσες να βρεις πολύ πιο εύστοχες λέξεις για να περιγράψεις την σκηνή. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.