Jump to content

Θα Είσαι Εδώ


Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Μιχάλης Μανωλιός

Είδος: Επιστημονική Φαντασία

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 2800

Αυτοτελής; Ναι.

Σχόλια: Δημοσιεύτηκε στο "9" της Ελευθεροτυπίας, τ.7, στις 2 Αυγούστου 2000. Επίσης συμπεριλαμβάνεται στην ανθολογία του "9" (εκδόσεις "Ελευθεροτυπία") "9 ΕΦ. 9 Έλληνες Συγγραφείς Επιστημονικής Φαντασίας".

 

Θα Είσαι Εδώ

 

Η Φαίη καθόταν σ’ αυτό που ονόμαζαν κουζίνα. Καθόταν σ’ ένα ετοιμόρροπο σκαμνί με τους αγκώνες πάνω στο τραπέζι και κρατούσε το κεφάλι της. Ήταν ένα ηλιόλουστο καυτό μεσημέρι και η Μαίρη έλειπε στη δουλειά. Η βίλα των Ν’γκάτα ήταν μόνο δέκα λεπτά με τα πόδια και τα λεφτά σχετικά καλά για την ηλικία της. Η Φαίη πίεσε ακόμα πιο πολύ τα δάχτυλά της στο σκονισμένο, άπλυτο κρανίο της στη σκέψη ότι από αύριο η κόρη της δεν θα χρειαζόταν να δουλεύει. Τα μικρά έπαιζαν έξω. Φωνές και γέλια ανακατεύονταν με την συνηθισμένη οχλαγωγία του δρόμου. Η Φαίη αναστέναξε βαθιά και αναρωτήθηκε πώς θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό της αν το άφηνε τελικά να συμβεί, όταν ξαφνικά ο θόρυβος της ζωής έξω απ’ το χαμόσπιτο κόπασε ανησυχητικά απότομα. Μια στιγμή αργότερα μόνο ένα ή δυο κάρα ακούγονταν να τσουλάνε πάνω στο χώμα. Τότε, ένας ασυνήθιστος για τη γειτονιά ήχος έφτασε μέχρι τ’ αυτιά της. Ήταν η πόρτα ενός αυτοκινήτου που έκλεινε.

 

Η Φαίη μόλις που είχε καταφέρει να σηκώσει το κεφάλι της προς την πόρτα όταν εκείνη άνοιξε. Ήταν ένας άντρας. Ήταν ο Ρον.

 

Σηκώθηκε αργά ακουμπώντας τα χέρια στο τραπέζι και σπρώχνοντας το σκαμνί προς τα πίσω. Ο Ρον έκλεισε την πόρτα αφήνοντας το φως πάλι απ’ έξω. Μετά πλησίασε προς εκείνη.

 

«Τ-τι έγινε;» μπόρεσε ν’ αρθρώσει η Φαίη.

 

Ο άντρας αντί για απάντηση, έχωσε ένα χέρι στην ξεφτισμένη τσέπη του τριμμένου του σακακιού και έβγαλε ένα μικρό χαρτί. Στη θέα του η γυναίκα υποχώρησε σχεδόν τρομαγμένη ένα βήμα. Εκείνος δεν είπε τίποτα. Άφησε το χαρτί πάνω στο τραπέζι και την Φαίη μόνη της να βρει το θάρρος να το πλησιάσει. Όταν εκείνη, με τρεμάμενα γόνατα, τα κατάφερε, είδε ότι έγραφε ένα νούμερο πάνω του. Και τα μηδενικά του την ζάλιζαν. Τότε ο Ρον άνοιξε δειλά τα χέρια του σε μια υποψία αγκαλιάς και η Φαίη χάθηκε μέσα τους όπως τόσες φορές στο παρελθόν. Έκλαιγε. Είχε προσπαθήσει σκληρά να συγκρατηθεί, αλλά ήταν πάνω απ’ τις δυνάμεις της. Έκλαιγε με ασυγκράτητα αναφιλητά.

 

«Μην το κάνεις», του ψιθύρισε ανάμεσα σε δυο λυγμούς. Σκεφτόταν την πρώτη τους συνάντηση στους διαδρόμους του Πανεπιστημίου του Νταρ Ες Σαλαάμ. «Μάλλον ούτε κι εσείς είστε Τανζανή δεσποινίς. Μπορώ να το καταλάβω από τα ξανθά μαλλιά σας». Πέντε χρόνια στον παράδεισο.

 

«Ίσως το λάθος μας να ήταν που δεν μεταναστεύσαμε όταν είχαμε την ευκαιρία», είπε εκείνος με φωνή που άρχισε κι αυτή τώρα να σπάει. Θυμήθηκε το πρωτόγνωρο τρακ και την αγωνία του όταν πήγε να την ζητήσει επίσημα απ’ τους γονείς της.

 

«Μην το κάνεις».

 

Και τις τρεις φορές ήταν εκεί, κρατώντας της το χέρι όταν εκείνη έδινε ζωή στα παιδία του. «Αλλά πιστέψαμε ότι δυο μορφωμένοι άνθρωποι μπορούσαν να προσφέρουν πολλά εδώ». Νυχτερινή βόλτα στις όχθες του Μισισιπή. Με καθαρό έναστρο ουρανό και δροσερό καλοκαιρινό αεράκι. Μια ζωή μπροστά τους, γεμάτη όνειρα.

 

«Μην το κάνεις».

 

Είχε κινήσει γη και ουρανό για να τον βγάλει από κείνο το νοτερό μπουντρούμι όταν οι μπάτσοι τα έκαναν θάλασσα με τις περιγραφές. Η ρετσινιά των αντικαθεστωτικών όμως τους ακολουθούσε από τότε. Όχι ότι έκαναν και καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια να την βγάλουν από πάνω τους.

 

«Ξέρεις πόσο σκληρά προσπάθησα να βρω δουλειά. Αλλά αυτά τα γουρούνια που κανείς δεν τα ψήφισε και που μόνο στο δέρμα είναι λευκοί, έχουν ρημάξει τη χώρα. Ξεπουλάνε τα πάντα στους Αφρικανούς…»

 

«Σσσσς».

 

«…για να βγάλουν την υποχρέωση».

 

«Μη μιλάς», έκανε εκείνη, ελέγχοντας επιτέλους το κλάμα της. «Μη φύγεις».

 

Η αίσθηση του Ρον μέσα της χθες το βράδυ. Η θύμηση της παραμικρότερής του κίνησης καθώς της έκανε για τελευταία φορά έρωτα.

 

Εκείνος πήρε μια βαθιά ανάσα. «Το ξέρεις ότι δεν γίνεται αλλιώς».

 

Η Φαίη σήκωσε το κεφάλι της και τον κοίταξε στα μάτια. «Ας ζήσουμε μια ζωή μέσ’ στη λάσπη. Ας μην έχουμε ηλεκτρικό. Ας πεθάνουμε απ’ την πείνα ή απ’ το AIDS. Αλλά ας είμαστε μαζί».

 

Ο Ρον την ξεκόλλησε απαλά από πάνω του και την κράτησε απ’ τους λεπτούς, καχεκτικούς ώμους. «Δεν θα χαθώ», της είπε. «Ποτέ δυο άνθρωποι δεν παραμένουν ίδιοι αφότου γνωριστούν. Θα είσαι εδώ», ακούμπησε ένα δάχτυλο στον κρόταφό του. «Θα είσαι εκεί», το δάχτυλο κατέβηκε στην καρδιά. Της έκλεισε το μάτι σ’ ένα ηρωικό χαμόγελο. «Πες το, αγαπούλα».

 

Η Φαίη κατάπιε και άφησε το δάχτυλό της να δείξει. «Θα είσαι εδώ. Θα είσαι εκεί. Για πάντα».

 

Το φως και ο θόρυβος από την πόρτα που άνοιξε θρυμμάτισαν τη στιγμή. Τρεις κοκκαλιάρικες σιλουέτες διαγράφονταν στο κατώφλι. Ο Ρον έσκυψε και άνοιξε τα χέρια του. Τα δύο μικρά έτρεξαν και χώθηκαν μέσ’ στην αγκαλιά του. Η Φαίη χρειάστηκε μια βαθιά ανάσα και μπόλικο θάρρος για να πει: «Χαιρετίστε τον μπαμπά που φεύγει για ταξίδι, παιδιά».

 

Ο Νίκολας και η Μελλίσα τον κοίταζαν μπερδεμένα.

 

«Θα πάω ένα ταξίδι και θα σας φέρω πολλά δώρα», χαμογέλασε ο Ρον.

 

Τα δυο παιδιά τον κοίταξαν με έκπληξη, αλλά χωρίς να ξέρουν πως ν’ αντιδράσουν. Δώρα! Ο μπαμπάς σχεδόν ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε μπορέσει να τους αγοράσει κανένα. Και τότε γιατί η μαμά δεν χαμογελούσε; Γιατί η Μαίρη στεκόταν στην πόρτα και δεν έλεγε τίποτα;

 

«Μαίρη, μπες μέσα και φίλησε τον μπαμπά», είπε με φανερή προσπάθεια η Φαίη.

 

Η Μαίρη στεκόταν αμίλητη στο κατώφλι. Είχε ξεκλέψει λίγα λεπτά απ’ τη δουλειά της όταν τα νέα του ερχομού του διαδόθηκαν στη γειτονιά. Τώρα κοίταζε ακίνητη και η ηλικία στα μάτια της καμία σχέση δεν είχε με τα δώδεκά της χρόνια. Ήταν η ηλικία του δρόμου στον οποίο μεγάλωσε. Του δρόμου, του κρύου, της σκόνης και του άδειου πιάτου. Πίσω της, μέσα από την ανοιχτή ακόμα πόρτα, η γειτονιά κρυφοκοιτούσε από μακριά. Είπε βαριά, σχεδόν θυμωμένα:

 

«Όχι». Και χωρίς να τους αφήσει χρόνο να απορήσουν, πρόσθεσε: «Γιατί αν έρθω και σε χαιρετίσω, θα είσαι ελεύθερος να φύγεις».

 

Τα μικρά κοίταζαν πότε τους γονείς τους και πότε τη μεγάλη τους αδελφή, προσπαθώντας να καταλάβουν.

 

Ο Ρον την καλούσε με τα χέρια του προσπαθώντας να διατηρήσει το χαμόγελό του. «Θα γυρίσω αγάπη μου, θα δεις».

 

Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα βασανιστικής σιγής. Μετά, η Μαίρη, χωρίς να κλείσει την πόρτα, έσυρε αργά και απρόθυμα τα βήματά της προς τον πατέρα της με κατεβασμένο κεφάλι. Όταν τον έφτασε, εκείνος της αγκάλιασε και την φίλησε χωρίς αυτή να κάνει την παραμικρή κίνηση.

 

«Μπαμπά», είπε μόνο σιγά, «αυτά τα δώρα θα μας τα φέρεις ή θα τα στείλεις;»

 

Κι εκεί έσπασε. Με το γοερό κλάμα των παιδιών που ξέρουν, πολλές φορές καλύτερα κι απ’ τους μεγάλους, ότι τα χάνουν όλα. Τα δυο μικρά άρχισαν κι αυτά αντανακλαστικά να κλαίνε. Δεν ήξεραν γιατί, αλλά έκλαιγε η μεγάλη τους αδελφή κι αυτό ήταν το χειρότερο σημάδι απ’ όλα. Κρέμονταν τώρα και τα τρία από πάνω του, τον έσφιγγαν χωρίς να λεν να τον αφήσουν.

 

Ξαφνικά η Φαίη ένιωθε δυνατή. Αντίθετα με ότι περίμενε, τώρα που έβλεπε ότι τα παιδιά της την χρειάζονταν, ένιωθε ότι μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση. Έσκυψε να αγκαλιάσει και τους τέσσερεις. Λίγο αργότερα άρχισε απαλά να τραβάει τα παιδιά από πάνω του.

 

«Πήγαινε», του ψιθύρισε.

 

Σηκώθηκαν όρθιοι. Ο Ρον είχε ένα μοναδικό δάκρινο ρυάκι. Η Φαίη φαίνεται πως είχε στερέψει. Τον φίλησε σύντομα, φοβούμενη πως ένα παρατεταμένο φιλί ή σφιχταγκάλιασμα θα κατέστρεφε τα πάντα.

 

«Πήγαινε».

 

Ο Ρον στράφηκε μέσα σε παραζάλη. Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν ήταν ο κόσμος που υποχωρούσε με ένα είδος δέους καθώς αυτός έβγαινε από το σπίτι του. Η μνήμη του δημιούργησε ένα προστατευτικό κενό εκεί. Δεν κατέγραψε ούτε την τεράστια πολυτελή λιμουζίνα λίγα μέτρα πιο κάτω, ούτε τους ογκώδεις καλοθρεμμένους μαύρους που τον συνόδευσαν. Δεν κατάλαβε ούτε το ταξίδι προς το αεροδρόμιο.

 

Το επόμενο πράγμα που θυμόταν ήταν ο έλεγχος διαβατηρίων. Ο ένας από τους συνοδούς του έβγαλε μαζί με το δικό του και το διαβατήριο του Ρον. Χωρίς καμία καθυστέρηση προχώρησαν προς το ιδιωτικό τζετ που τους περίμενε. Η απογείωση δεν άργησε, και τον φόβισε λιγότερο απ’ όσο περίμενε. Δέκα λεπτά αργότερα μια πανέμορφη μαύρη αεροσυνοδός τον πλησίασε και τον παρακάλεσε ευγενικότατα να την ακολουθήσει. Του έδειξε το λουτρό με την στρογγυλή μπανιέρα που ονόμασε τζακούζι και τον πληροφόρησε ότι αν ήθελε θα μπορούσε να δεχτεί κάποια βοήθεια στο μπάνιο του. Ο Ρον αρνήθηκε θορυβημένος. Αν και δεν κατάλαβε ακριβώς πως μπορούσε να λειτουργήσει αυτό το πράγμα, το μπάνιο ήταν υπέροχα ξεκούραστο. Το νερό τον γαργαλούσε ευχάριστα και η θερμοκρασία του ήταν ιδανική. Βγαίνοντας, σκουπίστηκε με απαλές πετσέτες και φόρεσε το μπουρνούζι που βρήκε να τον περιμένει. Έξω από το μπάνιο, η αεροσυνοδός στεκόταν με τα χέρια δεμένα μπροστά, έτοιμη να τον οδηγήσει στη σουίτα του. Εκεί του έδειξε τα καινούργια του ρούχα (ένα εξαιρετικά καλοραμμένο όπως αποδείχτηκε κοστούμι) και τον πληροφόρησε ότι το μεσημεριανό γεύμα τον περίμενε σερβιρισμένο στην τραπεζαρία.

 

Έφαγε του σκασμού. Ένα πραγματικό γεύμα μελλοθάνατου. Το πλουσιότερο και το καλύτερο γεύμα της ζωής του με θέα τις υδάτινες εκτάσεις του Ατλαντικού. Δοκίμασε γεύσεις που δεν ήξερε καν πως υπήρχαν, πιάτα που δεν γνώριζε ούτε πως τα έλεγαν. Η αεροσυνοδός στεκόταν παράμερα με τα χέρια πάντα δεμένα μπροστά της. Συντόνιζε αθόρυβα το πήγαιν’ – έλα των δύο (μαύρων) σερβιτόρων και έσπευδε κάθε λίγο να του σερβίρει κρασί από σταφύλια που είχαν πατηθεί πριν ο ίδιος δει το φως του κόσμου. Μετά το γλυκό ήρθε ο καφές και τότε, αφού καθάρισαν το τραπέζι, τον άφησαν μόνο για λίγο.

 

Ο Ρον γυρνούσε στην Αφρική. Κοιτούσε από το παράθυρο την απέραντη μάζα του ωκεανού που είχε δει άλλες δυο φορές στη ζωή του. Τώρα μπορούσε να ηρεμήσει. Τώρα που είχε περάσει το σημείο χωρίς επιστροφή μπορούσε να σκεφτεί τον εαυτό του. Ο Σουδανός δεν θα μπορούσε να αγοράσει από πουθενά αλλού αναμνήσεις σκέφτηκε ψύχραιμα, σχεδόν αποστασιοποιημένα ο Ρον. Μόνο αυτοί που είναι τελείως εξαθλιωμένοι δέχονται να πουλήσουν την ίδια τους την ψυχή στον κάθε ξένο που έχει τις τσέπες του αρκετά φουσκωμένες. Ο θάνατός σου, η αναψυχή μου. Βόρεια Αμερική. Ευρώπη. Μόνο ο καταραμένος ο Τρίτος Κόσμος θα το έκανε. Ο Ρον έσκασε ένα πικρό χαμόγελο προς το νερό που χρύσιζε κάτω απ’ τον ήλιο. Δυστυχώς η μόρφωσή του τού επέτρεπε να καταλαβαίνει και να αναγνωρίζει ακόμα καλύτερα τον μηχανισμό. Πρώτα ήταν η εδαφική κατάκτηση με τη μορφή της αποικιοκρατίας. Μετά ακολουθούσε ο πλήρης πολιτικός έλεγχος από μακριά, με τη χρήση δικτατοριών και δοτών κυβερνήσεων. Η ουσία πάντως δεν άλλαζε. Ο τελικός στόχος παρέμενε πάντα ο ίδιος: Η απόλυτη οικονομική εκμετάλλευση. Που τελικά μπορούσε να σε οδηγήσει μέχρι την τραπεζαρία ενός πολυτελούς ιδιωτικού τζετ. Μέχρι εδώ που ήταν ο Ρον.

 

Η αεροσυνοδός ήρθε και τον οδήγησε ξανά στη σουίτα του. Του έδειξε την προσωπική του τουαλέτα, και το μπαρ και του υποσχέθηκε πως αν ήθελε να κοιμηθεί, θα τον ξυπνούσαν λίγο πριν την προσγείωση. Ο Ρον την ευχαρίστησε αλλά η κοπέλα πρόσθεσε ότι αν επιθυμούσε, μπορούσε να δεχτεί ένα μασάζ πριν κοιμηθεί ή και γυναικεία συντροφιά. Ο Ρον γύρισε και την κοίταξε για πρώτη φορά στα μάτια. Μετά από ένα δευτερόλεπτο, εκείνη υποκλίθηκε ελαφρά και τον άφησε μόνο.

 

Ο Ρον ξάπλωσε στο διπλό κρεββάτι. Γυναικεία συντροφιά! Ο Σουδανός έδειχνε την ευγνωμοσύνη του με κάθε τρόπο. Και λίγα του πρόσφερε. Ξαφνικά, μετά από τόση ώρα που προσπαθούσε ασυναίσθητα να το απωθήσει, η Φαίη γύρισε στο μυαλό του. Κι αν δεν της πλήρωναν τα άλλα μισά; Δεν υπήρχε τρόπος να το εξασφαλίσει ούτε να τον κυνηγήσει. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι και με το πενήντα τοις εκατό που είχε ήδη πάρει μπορούσε να εξασφαλίσει τον εαυτό της και τα παιδιά για μια ζωή. Του ήρθαν δάκρυα στα μάτια στη σκέψη ότι αυτό το κάθαρμα του πρόσφερε πουτάνες ακριβώς επειδή θα είχε την ίδια τη γυναίκα του για μια ζωή. Θεέ μου, θα είχε όλες τις στιγμές του με την Φαίη, θα είχε το πρώτο τους φιλί, θα είχε τις νυχτερινές βόλτες στο Μισισιπή… Ο Ρον βόγκηξε πάνω στο κρεββάτι. Πώς φοβόταν το θάνατο! Μόνο και μόνο για να διασκεδάσει κάποιος λεφτάς! Τώρα που όλα είχαν ουσιαστικά τελειώσει μπορούσε να παραδοθεί σ’ αυτές τις σκέψεις… Και τα παιδιά του! Θα είχε τα παιδιά του να γεννιούνται, να μεγαλώνουν, να χαμογελούν και να κλαίνε. Θα είχε τους νεκρούς γονείς του, θα είχε όλους τους θριάμβους και τις πίκρες της ζωής του από το πρώτο του ξύλινο όπλο μέχρι την τελευταία του οριστική απόφαση.

 

Ο Ρον, πάνω στο διπλό κρεββάτι μέσα στο πολυτελές τζετ, έκρυψε το πρόσωπο στα χέρια του και ξέσπασε επιτέλους σε ανεξέλεγκτα κλάματα. Γιατί την ίδια στιγμή τον Ρον θα τον έτρωγαν τα σκουλήκια. Κι ο Σουδανός θα είχε τη ζήλεια και το μίσος, το μίσος, το μίσος του Ρον καρφωμένο κι αυτό μέσ’ στο μυαλό του.

 

 

 

Η Φαίη καθόταν σ’ αυτό που ονόμαζαν κουζίνα. Καθόταν σ’ ένα ετοιμόρροπο σκαμνί με τους αγκώνες πάνω στο τραπέζι και κρατούσε το κεφάλι της. Ήταν ένα ηλιόλουστο καυτό μεσημέρι και η Μαίρη έλειπε στη δουλειά. Δυο βδομάδες τώρα προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της να πάει στην τράπεζα. Τα λεφτά όμως τώρα έμοιαζαν όχι το κλειδί του υλικού Παραδείσου, αλλά μια άθλια παρηγοριά για μια καταστροφή που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Πώς είχε μπορέσει να τον αφήσει να το κάνει αυτό; Οι τύψεις συναγωνίζονταν την ίδια την λύπη, κάτι πολλές φορές χειρότερο απ’ αυτό που είχε φανταστεί. Κι η αξιοπρεπής ανατροφή των παιδιών δεν φάνταζε πια σαν μια αρκετά ισχυρή δικαιολογία. Δυο βδομάδες τώρα οι σκέψεις έρχονταν κι έφευγαν. Πήγαινε πάρε τα λεφτά. Ο Ρον θα ήθελε να πάρεις τα λεφτά. Ο Ρον το έκανε για σένα και τα παιδιά. Ξεκόλλα απ’ την λάσπη. Είχε αρχίσει ήδη να πιάνει τον φαύλο κύκλο των σκέψεων της απ’ την αρχή, όταν ξαφνικά ο θόρυβος της ζωής έξω απ’ το χαμόσπιτο κόπασε ανησυχητικά απότομα. Μια στιγμή αργότερα μόνο ένα ή δυο κάρα ακούγονταν να τσουλάνε πάνω στο χώμα. Τότε, ένας ασυνήθιστος για τη γειτονιά ήχος έφτασε μέχρι τ’ αυτιά της. Ήταν η πόρτα ενός αυτοκινήτου που έκλεινε.

 

Η Φαίη μόλις που είχε καταφέρει να σηκώσει το κεφάλι της προς την πόρτα όταν εκείνη άνοιξε. Ήταν ένας άντρας. Ένας πολύ παχύς, μαύρος σαν την πίσσα άντρας.

 

Όπως μια αιωνιότητα πριν, σηκώθηκε αργά ακουμπώντας τα χέρια στο τραπέζι και σπρώχνοντας το σκαμνί προς τα πίσω. Ο άντρας έκλεισε την πόρτα. Μετά έκανε ένα δειλό βήμα προς εκείνη. Η πρώτη της σκέψη ήταν τα δυο μικρά στο πίσω δωμάτιο. Η Φαίη υποχώρησε δυο βήματα. Ανέτρεψε το σκαμνί και σταμάτησε όταν βρήκε στον πάγκο της κουζίνας, πίσω της. Δεν χρειάζονταν συστάσεις.

 

«Έξω απ’ το σπίτι μου», είπε σιγά, με φωνή που δεν ήξερε αν έτρεμε από την οργή, απ’ τον φόβο ή από κάτι άλλο.

 

Ο άντρας είχε μια περίεργα ζεστή έκφραση φροντίδας στο πρόσωπό του. Την έκφραση κάποιου που προσέχει επειδή ξέρει πως ακουμπάει μια ανοιχτή πληγή. «Ήρθα μόνο ν’ αφήσω την επιταγή… κυρία», είπε σε σπαστά Αγγλικά.

 

Η Φαίη, παίρνοντας θάρρος από την απρόσμενη ευγένεια και το αναπάντεχο πλεονέκτημα της γλώσσας, σήκωσε μια ιδέα το πηγούνι της. «Στις μέρες μας, και ιδιαίτερα ένας άνθρωπος σαν κι εσένα, δεν χρειάζεται να ταξιδέψει ο ίδιος απ’ την άλλη άκρη της γης για να παραδώσει ένα χαρτί».

 

Τα μάτια του ήταν… Η Φαίη είδε τα μάτια του να κατεβαίνουν με μια ανατριχιαστική οικειότητα και σχεδόν δεν το πίστευε.

 

«Ήμουν αλαζόνας… κυρία. Οι γιατροί μου με είχαν προειδοποιήσει. Οι αναμνήσεις δεν μπορούν να μεταφερθούν επιλεκτικά. Η προσωπικότητα δεν μπορεί να διαχωριστεί. Δεν μπορούμε να διαχειριστούμε το ανθρώπινο μυαλό σαν μια βιντεοταινία, σαν μια απλή βάση δεδομένων. Όχι ακόμα. Μια ζωή όμως μέσα στη χλιδή και στη δύναμη σε κάνει να αισθάνεσαι ο ισχυρότερος του κόσμου. Τώρα όμως ξέρω, κυρία. Πιστεύω ότι είμαι λίγο σοφότερος».

 

Η Φαίη ένιωσε τα δάκρυα, που είχαν πάψει να ζητούν την άδειά της τις τελευταίες μέρες, να ανεβαίνουν και πάλι. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γι αυτό. Εκείνος είχε πλησιάσει άλλα δυο βήματα, αφήνοντας την επιταγή στο τραπέζι. Έπρεπε τουλάχιστον να κρατήσει τη φωνή της σταθερή. «Και τι νομίζεις ότι ήρθες να κάνεις μέσα στο σπίτι μου;»

 

Τα μάτια του κατέβηκαν ξανά στο πάτωμα. Την είχε σχεδόν φτάσει πια. «Ήθελα μόνο να βεβαιωθώ ότι είστε όλοι εντάξει. Και να σας πω ότι αν χρειαστείτε οτιδήποτε…»

 

Τα δάχτυλα της έσφιγγαν τον πάγκο. Δεν είχε που αλλού να υποχωρήσει. Και δεν ήξερε αν ήθελε.

 

Ο άντρας σήκωσε με φανερή δυσκολία τα μάτια του στα δικά της. «Κυρία…, ποτέ δυο άνθρωποι δεν παραμένουν ίδιοι αφότου γνωριστούν».

 

Δεν υπήρχαν άμυνες πια. Έκλεισε τα μάτια της τη στιγμή που εκείνος έσκυβε και την φιλούσε απαλά στο μέτωπο. Η Φαίη τρανταζόταν απ’ τους σιωπηλούς λυγμούς. Δεν τον αγκάλιασε. Τα δάχτυλά της δεν άφησαν τον πάγκο. Άνοιξε πάλι τα μάτια της όταν άκουσε το τρίξιμο της πόρτας. Ο άντρας στεκόταν στο κατώφλι. Πίσω του, μέσα από την ανοιχτή πόρτα, η γειτονιά κρυφοκοιτούσε από μακριά.

 

Σήκωσε αργά το χέρι του στον κρόταφο. Ο δείκτης ξεχώρισε απ’ τα υπόλοιπα δάχτυλα. Είσαι εδώ, της έδειξε. Είσαι εκεί.

 

Της πήρε ώρα να διώξει τα μάτια της απ’ την κλειστή πόρτα και να πάρει στα χέρια της την επιταγή. Τότε η πόρτα του πίσω δωματίου άνοιξε δειλά και μια φωνούλα ρώτησε:

 

«Μαμά; Ο μπαμπάς ήταν;»

 

Η Φαίη κοίταξε το χαρτί. Το ποσό δεν ήταν το σωστό. Είπε:

 

«Ναι, ο μπαμπάς ήταν. Μας άφησε τα δώρα κι έφυγε».

Edited by mman
Link to comment
Share on other sites

  • Replies 60
  • Created
  • Last Reply

Top Posters In This Topic

  • mman

    15

  • wordsmith

    5

  • Stanley

    4

  • Tiessa

    3

Top Posters In This Topic

Σε ευχαριστώ πολύ mman, έπρεπε να το σκεφτώ να στο ζητήσω κι εγώ. Αξίζει να διαβαστεί αυτό το έργο και από τους φορουμίτες που θα έχασαν την δημοσίευση του στο 9.

 

Δεν βάζω λινκ στα σχόλια που έγραψα στο τόπικ για το ένθετο της Ελευθεροτυπίας μη καταλήξουν κάποιοι πρώτα εκεί και διαβάσουν spoilers.

 

Να επαναλάβω μόνο πως με συγκλόνησε βαθύτατα (γιατί μιλάει για ανθρώπινες αξίες, την αγορά και πώληση τους), με συγκίνησε όσο δεν πάει, με αποτέλεσμα να βουρκώσω κυριολεκτικά στο φινάλε.

 

Αναρωτιέμαι όμως αν τα ξένα διηγήματα που διαβάζουμε στο 9, και αλλού, είναι αυτά που καταλήγουν εδώ γιατί δεν φτουρούν εκεί έξω, ή αυτά που βλέπουμε είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα του συνόλου. Γιατί αν ισχύει το δεύτερο, με όσα έχω διαβάσει και συγκρίνει, οι έλληνες συγγραφείς βυθίζουν αύτανδρους τους ξένους.

 

Σου εύχομαι ολόψυχα σύντομα και μεταφρασμένος, για να τους δώσουμε να καταλάβουν.

Link to comment
Share on other sites

Το αγαπημένο μου θέμα (οι αναμνήσεις) δοσμένο απίστευτα ωραία. Συγκινητικό, ευαίσθητο και απολαυστικό. Συγχαρητήρια.

Link to comment
Share on other sites

Πάρα πολύ καλό. Εύχομαι πολλά ακόμα τέτοια ''αποτυχημένα'' διηγήματα. ^_^

Link to comment
Share on other sites

Ξαναδιάβασα το κειμενάκι επειδή μου άρεσε πολύ και θέλω να συνεχίσω τα σχόλια αν δεν σας πειράζει.

Θυμήθηκα μια συζήτηση που είχαμε για το κατα πόσο θέλουμε να αναφέρονται στοιχεία επιστήμης μέσα σε ένα σφφ διήγημα και αν ειναι κουραστικό. Σκέφτηκα ότι το συγκεκριμένο διήγημα είναι επιστημονικής φαντασίας και οτι ο Μιχάλης θα μπορούσε να δώσει πάρα πολλές επιστημονικές λεπτομέρειες για τον τρόπο μεταφοράς των αναμνήσεων.

Θεωρώ όμως ότι κάτι τέτοιο θα αφαιρούσε την ομορφιά του κειμένου. Θα το βάραινε και θα κούραζε τον αναγνώστη. Θα τον αποπροσανατόλιζε από την κεντρική ιδέα του κειμένου και το διήγημα θα έχανε τον συναισθηματισμό του.

Χαίρομαι που δεν το έκανε και δημιούργησε κάτι τόσο όμορφο και συγκινητικό.

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ πολύ παιδιά. Χαίρομαι που σας άρεσε.

Ίσως έχει ενδιαφέρον να αναφέρω ένα-δυο πραγματάκια σχετικά:

1. Η ιδέα μου ήρθε παρατηρώντας πραγματικά πολύ φτωχούς μετανάστες στο σχεδόν γκετοποιημένο κέντρο της Αθήνας που δούλευα τότε. Σκέφτηκα τι θα ήταν πρόθυμοι να δώσουν κάποιοι αρκετά απελπισμένοι απ' αυτούς για μια καλύτερη ζωή, πόσο μάλλον των αγαπημένων τους. Μετά τις πρώτες προφανείς σκέψεις (π.χ. ένα νεφρό δεν στοιχίζει περισσότερο από μερικές χιλιάδες ευρώ) αποφάσισα να βρω κάτι χειρότερο και πιο στυγνό. Κατέληξα ότι θα μπορούσαν να πουλήσουν

τη ζωή και τις αναμνήσεις τους

.

2. Η αντιστροφή των ρόλων του Πρώτου και του Τρίτου Κόσμου, εμένα μου φαίνεται σαν ένα μικρό τέχνασμα εναλλακτικής ιστορίας. Είναι γνωστό ότι μια κατάλληλη αλλαγή στον άξονα περιστροφής της Γης θα μπορούσε να αλλάξει τα γεωγραφικά πλάτη των ηπείρων. Αν αυτό συνοδευόταν από παράλληλη αλλαγή στους φυσικούς πόρους, τότε οι ανάπτυξή τους θα είχε αντιστραφεί. Φυσικά μπορεί να το δει κανείς σαν απλή μελλοντική ιστορία. Έτσι κι αλλιώς δεν έχει καμία σημασία για το διήγημα. Ήθελα όμως αυτή την αντιστροφή, για να βάλω πιο εύκολα τον (δυτικό) αναγνώστη στην θέση της απελπισίας.

3. Πράγματι, ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να εξηγήσω οτιδήποτε τεχνολογικά. Προφανώς το διήγημα θα αποπροσανατολιζόταν καταστροφικά έτσι.

4. Η τελευταία σκηνή (αυτή με τα πολλά... ζουμιά) γράφτηκε αρκετά ανορθόδοξα: Ήξερα ότι όλο το βάρος έπρεπε να δοθεί στην ατμόσφαιρα, αλλά δυσκολευόμουν στο πάντρεμα του διαλόγου με τα υπόλοιπα στοιχεία (χωροθεσία χαρακτήρων, έπιπλα, γλώσσα σώματος κλπ). Έτσι "επινόησα" έναν νέο τρόπο γραφής: Έγραψα πρώτα ξερά τον διάλογο, που αποτελεί τον σκελετό της σκηνής, και έπειτα συμπλήρωσα την σκηνή με όλες τις υπόλοιπες περιγραφές (και κυρίως εκείνη της γλώσσας του σώματος). Από τότε το έχω ξανακάνει σε δύσκολες σκηνές.

5. Ομολογώ ότι η τελική ατάκα δεν είναι δική μου. Την είχα ακούσει πολύ παλιότερα σε ένα σεμινάριο ασφαλιστών (

ο ασφαλιστής πήγε να κανονίσει την ασφάλεια ζωής στο σπίτι της χήρας και την ώρα που έφευγε την άκουσε να λέει αυτή την ατάκα στο παιδί της

). Αν η ιστορία είναι πραγματική, τότε wow! Είναι τρομερή ατάκα για να την πει κανείς στην πραγματική ζωή κάτω από τέτοιες συνθήκες. Φαντάζομαι όμως ότι δεν είναι πραγματική και χρησιμοποιείται απλώς για εντυπωσιασμό. Σε κάθε περίπτωση, τα κατάφερε μια χαρά.

6. Ξέχασα να αναφέρω ότι το "Θα Είσαι Εδώ" συμπεριλαμβάνεται επίσης στην ανθολογία του "9", "9 ΕΦ. Εννιά Έλληνες Συγγραφείς Ε.Φ.". Χάρηκα πολύ όταν είδα στην ίδια συλλογή το εξαιρετικό διήγημα του Νίκου Χατζηιωάννου "Να ξαναδείς τη βροχή".Είναι κατά κάποιο τρόπο συνέχεια στο "Θα Είσαι Εδώ" πάνω στο ίδιο ακριβώς θέμα.

Edited by mman
Link to comment
Share on other sites

Υπάρχει στο "Θα είσαι εδώ" μια λεπτομέρεια που λάτρεψα από την πρώτη ανάγνωση του διηγήματος και εξακολουθώ να την λατρεύω ακόμη. Είναι στην προτελευταία φράση.

 

Η Φαίη κοίταξε το χαρτί. Το ποσό δεν ήταν το σωστό. Είπε:

 

Το ποσό δεν ήταν το σωστό. Ήταν μικρότερο ή μεγαλύτερο όμως; Ο ΜΜαν πολύ ύπουλα (και σοφά) δεν μας το λέει, ακόμα κι αν ο ίδιος το ξέρει. Αυτό που έχει τρομακτικό ενδιαφέρον για μένα, είναι το πως φωτίζεται μέσα από αυτήν την ασάφεια ο χαρακτήρας του αγοραστή - επισκέπτη. Έτσι για την πλάκα, εξετάστε το λιγάκι παρακαλώ...

Link to comment
Share on other sites

Υπάρχει στο "Θα είσαι εδώ" μια λεπτομέρεια που λάτρεψα από την πρώτη ανάγνωση του διηγήματος και εξακολουθώ να την λατρεύω ακόμη. Είναι στην προτελευταία φράση.

 

Η Φαίη κοίταξε το χαρτί. Το ποσό δεν ήταν το σωστό. Είπε:

 

Το ποσό δεν ήταν το σωστό. Ήταν μικρότερο ή μεγαλύτερο όμως; Ο ΜΜαν πολύ ύπουλα (και σοφά) δεν μας το λέει, ακόμα κι αν ο ίδιος το ξέρει. Αυτό που έχει τρομακτικό ενδιαφέρον για μένα, είναι το πως φωτίζεται μέσα από αυτήν την ασάφεια ο χαρακτήρας του αγοραστή - επισκέπτη. Έτσι για την πλάκα, εξετάστε το λιγάκι παρακαλώ...

 

Αυτόματα υπέθεσα πως το ποσό ήταν μεγαλύτερο. Αλλιώς...όλος ο συναισθηματισμός...κάτι χάνει.

Link to comment
Share on other sites

Αυτόματα υπέθεσα πως το ποσό ήταν μεγαλύτερο. Αλλιώς...όλος ο συναισθηματισμός...κάτι χάνει.

Η πρόθεσή μου ήταν ακριβώς αυτή, κάτι που νομίζω ότι ενισχύεται και από την τελευταία πληροφορία ("τα δώρα"), αλλά στην πραγματικότητα, οι μόνοι που ξέρουν την απάντηση είναι η Φαίη και ο Σουδανός. Σε κάθε περίπτωση, βρίσκω την σκέψη του PiKei πολύ ενδιαφέρουσα σε σχέση με τον "ενοποιημένο" πια χαρακτήρα του Σουδανού. Νομίζω απ' τις πιο ωραίες φάσεις στην συγγραφή είναι να ανακαλύπτουν οι άλλοι πράγματα που δουλεύουν καλά σε μια ιστορία σου και εσύ δεν τα είχες καν σκεφτεί.

Link to comment
Share on other sites

Ειλικρινά, δεν ξέρω να πω τι από τα δυο με εντυπωσίασε περισσότερο: το διήγημα αυτό καθαυτό ή τα σχόλια του συγγραφέα του;

Το διήγημα με αφορμή το φαινόμενο της οικονομικής μετανάστευσης, επικεντρώνεται σε θέματα ανθρώπινων αξιών, αλλά και προσωπικής και κοινωνικής ηθικής και πετυχαίνει αυτό που μόνο ένα πραγματικό έργο τέχνης μπορεί να πετύχει: προκαλεί ρίγη συγκίνησης, τα οποία δονούν την ψυχή του αναγνώστη και τον κάνουν δεκτικό σε μηνύματα, που εγείρουν τη συνείδησή του και προκαλούν διανοητική δραστηριότητα ικανή να τον προάγει ηθικά και πνευματικά.

Ο συγγραφέας χάρη στην δεξιοτεχνία του (όπως αυτή αποκαλύπτεται και από τα σχόλιά του) και την ευαίσθητη, διακριτική, μα και διεισδυτική ματιά του, καταφέρνει να μας βάλει στο πετσί του εξαθλιωμένου, όσο και του εκμεταλλευτή της εξαθλίωσής του, να ριζώσει στο μυαλό μας την αμφιβολία για το ποιος είναι θύτης και ποιος είναι θύμα και ακολούθως να μας κάνει να αμφιταλαντευτούμε για το εάν οι επιλογές μας στη ζωή συναρτώνται περισσότερο από έξωθεν ή άνωθεν επιβολές και λιγότερο από την προσωπική μας στάση ζωής ή το αντίστροφο.

Το μήνυμα που φθάνει σε μένα είναι σαφές και αισιόδοξο: η αγάπη ήταν, είναι και θα είναι η μεγαλύτερη ανθρώπινη αξία και θα πάψει να κυριαρχεί στη ζωή και τις αναμνήσεις μας και να σηματοδοτεί την ανθρώπινη πορεία, μόνο όταν πάψουν να υπάρχουν άνθρωποι.

Link to comment
Share on other sites

Ειλικρινά, δεν ξέρω να πω τι από τα δυο με εντυπωσίασε περισσότερο: το διήγημα αυτό καθαυτό ή τα σχόλια του συγγραφέα του;

Το διήγημα με αφορμή το φαινόμενο της οικονομικής μετανάστευσης, επικεντρώνεται σε θέματα ανθρώπινων αξιών, αλλά και προσωπικής και κοινωνικής ηθικής και πετυχαίνει αυτό που μόνο ένα πραγματικό έργο τέχνης μπορεί να πετύχει: προκαλεί ρίγη συγκίνησης, τα οποία δονούν την ψυχή του αναγνώστη και τον κάνουν δεκτικό σε μηνύματα, που εγείρουν τη συνείδησή του και προκαλούν διανοητική δραστηριότητα ικανή να τον προάγει ηθικά και πνευματικά.

Ο συγγραφέας χάρη στην δεξιοτεχνία του (όπως αυτή αποκαλύπτεται και από τα σχόλιά του) και την ευαίσθητη, διακριτική, μα και διεισδυτική ματιά του, καταφέρνει να μας βάλει στο πετσί του εξαθλιωμένου, όσο και του εκμεταλλευτή της εξαθλίωσής του, να ριζώσει στο μυαλό μας την αμφιβολία για το ποιος είναι θύτης και ποιος είναι θύμα και ακολούθως να μας κάνει να αμφιταλαντευτούμε για το εάν οι επιλογές μας στη ζωή συναρτώνται περισσότερο από έξωθεν ή άνωθεν επιβολές και λιγότερο από την προσωπική μας στάση ζωής ή το αντίστροφο.

Το μήνυμα που φθάνει σε μένα είναι σαφές και αισιόδοξο: η αγάπη ήταν, είναι και θα είναι η μεγαλύτερη ανθρώπινη αξία και θα πάψει να κυριαρχεί στη ζωή και τις αναμνήσεις μας και να σηματοδοτεί την ανθρώπινη πορεία, μόνο όταν πάψουν να υπάρχουν άνθρωποι.

Εεε... Wow!

Έγω τα έκανα όλα αυτά; rodonaura, το "Θα Είσαι Εδώ" προορίζεται για την επόμενη συλλογή διηγημάτων μου, ή οποία ήδη "ψήνεται" (σ.σ. και θέλω να πιστεύω ότι δεν θα είναι το καλύτερο διήγημά της). Προτιμάς να γράψεις τον πρόλογο, την εισαγωγή, το οπισθόφυλλο ή τα δελτία τύπου; Και τα τέσσερα ίσως;

(Κι αν δεν ήμουν αρκετά σαφής: Thx! :rolleyes: )

Link to comment
Share on other sites

  • 2 months later...

Πραγματικά πολύ καλό. Άρτιο, συναισθηματικό, ευφιές... Ολοκληρωμένο! Και φαίνεται κ τρομερά δουλεμένο. Τα συγχαρητήρια μου κύριε ΜΜΑΝ!

Link to comment
Share on other sites

Guest roriconfan

Πάντα λάτρευα τα σενάρια με παραποιήσεις αναμνήσεων και τα σχετικά. Έχω διαβάσει πολύ λίγα αλλά έχω δει εκατοντάδες σε ταινίες και ανιμέ.

 

Το διήγημα μου άρεσε όπως γράφτηκε αλλά όταν τελείωσε απλά σκέφτηκα "αυτό ήταν;"

Ακούγεται σκληρό από μέρος μου αλλά μου φάνηκε απλά σαν την παράθεση μιας καλής ιδέας και τίποτα άλλο.

"Μα καλά" σκέφτηκα "έφτιαξε κοτζάμ εναλλακτική ιστορία και νέα τεχνολογία, και την άφησε μέσα σε μόνο 5 σελίδες;"

Θα μου πεις, πάντα περιμένω ανατροπές και αποκαλύψεις σε ότι κι αν διαβάζω και περίμενα κάποιου είδους έκπληξη στην ιστορία. Και δεν την βρήκα γιατί ήταν ένα μικρό διήγημα.

 

Οπότε περιορίζομαι στο να πω ότι ήταν ένα ευχάριστο γρήγορο ανάγνωσμα με μια ιδέα που μπορούσε να αναπτυχθεί σε ολάκερο βιβλίο από μόνη της.

Link to comment
Share on other sites

"Μα καλά" σκέφτηκα "έφτιαξε κοτζάμ εναλλακτική ιστορία και νέα τεχνολογία, και την άφησε μέσα σε μόνο 5 σελίδες;"

 

Rorico, είσαι τζιμάνι. Την Ομήρου Ιλιάδα την ξέρεις; Ο Όμηρος την έγραψε για να δώσει pointers στους σιδηρουργούς της εποχής για την ορθή κατασκευή ασπίδων, θωράκων και σπαθιών. Παρομοίως και την Οδύσσεια του. Οδηγός ναυπηγηκής ήταν. Ποια Πηνελόπη και λαχτάρα για επιστροφή στο σπίτι. Κουτόχορτο τρώμε;

Link to comment
Share on other sites

... τελικά αυτή η ανθολογία του '9" αποδεικνύεται γκανιάν. :thmbup:

Link to comment
Share on other sites

"Μα καλά" σκέφτηκα "έφτιαξε κοτζάμ εναλλακτική ιστορία και νέα τεχνολογία, και την άφησε μέσα σε μόνο 5 σελίδες;"

 

Αμ, εδώ είναι που μας τσακίζει πάντα ο mman. Δε φτάνει που έχει κάτι ιδέες που σπάνε κόκαλα, είναι και ικανός να τις κάψει μέσα σε λίγες χιλιάδες λέξεις και να προχωρήσει στο επόμενο θέμα. :cool:

Εγώ, έτσι και πιάσω καλή ιδέα, δεν την αποχωρίζομαι αν δεν την περιτυλίξω με καμιά τρακοσαριά χιλιάδες λέξεις...

Link to comment
Share on other sites

Guest roriconfan

... Όπως και θα έπρεπε δηλαδή. Wasted potential όλο μου έρχεται κατά νου στα μικρά διηγήματα.

 

Ο mman έχει να πει κάτι για αυτό;

 

... τι είναι γκανιάν; :huh:

Link to comment
Share on other sites

... Όπως και θα έπρεπε δηλαδή. Wasted potential όλο μου έρχεται κατά νου στα μικρά διηγήματα.

 

Ο mman έχει να πει κάτι για αυτό;

 

... τι είναι γκανιάν; :huh:

Αν και βγαίνουμε off-topic, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο «πρέπει». Θα υπήρχε, αν η ιδέα του συγκεκριμένου διηγήματος απαιτούσε από μόνη της να αναπτυχθεί οπωσδήποτε σε μυθιστόρημα, κάτι που προφανώς δεν θεώρησα απαραίτητο, ακριβώς επειδή δεν ήθελα να εστιάσω στο τεχνολογικό αλλά στο ψυχολογικό και το συναισθηματικό κομμάτι της ιδέας.

Προφανώς δεν πιστεύω ότι ένα διήγημα (γενικά, όχι το δικό μου) που έχει πετύχει τον στόχο του (να δείξει δηλαδή αυτό που ήθελε ο συγγραφέας του) είναι wasted potential απλώς και μόνο επειδή δεν αναπτύχθηκε σε μυθιστόρημα.

 

 

[Τελείως off-topic τώρα: Από τη μεριά του συγγραφέα έχουμε:

 

Μυθιστόρημα:

 

+ Άνεση να αναπτύξεις καλά την ιδέα και αληθοφανώς τον κόσμο.

 

+ Ο αναγνώστης έχει όλο τον «χρόνο» να δεσμευτεί και να ταυτιστεί με τον ήρωα.

 

+ Δυνατότητα να φτιάξεις βοηθητικά subplots ακόμα κι αν είναι ψιλοάσχετα με την κεντρική ιδέα.

 

+ Δυνατότητα για περίπλοκη πλοκή.

 

- Υποχρέωση να μην παραλείψεις καμία από τις σημαντικές επιπτώσεις της ιδέας.

 

- Κίνδυνος δημιουργίας «κοιλιών».

 

- Υποχρέωση ανάπτυξης ενός ελκυστικού συγγραφικού ύφους/στυλ που θα αντισταθμίζει τα βαρετά ή όχι και τόσο σημαντικά αλλά απαραίτητα ενδιάμεσα επεισόδια/γεγονότα.

 

- Κίνδυνος να τα φτύσει ο συγγραφέας στην προσπάθεια.

 

Διήγημα:

 

+ Ο ήρωας παρουσιάζεται στην κορυφαία στιγμή του.

 

+ Η ιστορία είναι γεμάτη σημαντικά γεγονότα.

 

+ Αποφεύγονται ευκολότερα οι συγγραφικές «κοιλιές».

 

+ Ο συγγραφέας ολοκληρώνει εύκολα την προσπάθεια.

 

- Δεν υπάρχει έκταση ικανή να φιλοξενήσει όλες τις βασικές σημαντικές επιπτώσεις και λεπτομέρειες της ιδέας.

 

- Δυσκολία στο να συμπτυχθούν σε μικρή έκταση όλα τα απαραίτητα στοιχεία αληθοφάνειας. Ο αναγνώστης καλείται να συμπληρώσει σε σημαντικό βαθμό την εικόνα.

 

- Δυσκολία ταύτισης του αναγνώστη με τον ήρωα.

 

- Περιορισμένη σε επεισόδια πλοκή.

 

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν φυσικά ότι το ένα είναι καλύτερο ή δυσκολότερο από το άλλο, αλλά ότι ο συγγραφέας πρέπει να διαλέξει ανάλογα με το πώς θέλει να προσεγγίσει την ιδέα του. Πιστεύω πάντως πώς όλα τα καλά διηγήματα μπορούν να αναπτυχθούν σε ικανοποιητικά μυθιστορήματα αλλά όχι το αντίθετο.]

 

 

 

Υ.Γ. Γκανιάν = ιπποδρομιακό στοίχημα που αφορά τον πρώτο νικητή και μόνο.

Edited by mman
Link to comment
Share on other sites

Guest Cirrus Minor
Πιστεύω πάντως πώς όλα τα καλά διηγήματα μπορούν να αναπτυχθούν σε ικανοποιητικά μυθιστορήματα αλλά όχι το αντίθετο.

Σεβαστή η άποψή σου, σεβαστή και η επιθυμία σου να μη βγούμε off topic, αλλά γιατί πιστεύεις ότι δεν μπορεί να συμβεί το αντίθετο;

Μπορείς να μας το εξηγήσεις λίγο πιο διεξοδικά, σε κάποιο σχετικό topic;

Link to comment
Share on other sites

Σεβαστή η άποψή σου, σεβαστή και η επιθυμία σου να μη βγούμε off topic, αλλά γιατί πιστεύεις ότι δεν μπορεί να συμβεί το αντίθετο;

Μπορείς να μας το εξηγήσεις λίγο πιο διεξοδικά, σε κάποιο σχετικό topic;

Πήγαινε εδώ: http://community.sff.gr/index.php?s=&...st&p=103537

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Υπέροχο. Λύγισα. Αλήθεια. Χαίρομαι που μέσα από αυτό το φόρουμ σε γνώρισα συγγραφικά.

 

Για το άλλο θέμα που προέκυψε, το μόνο που έχω να πω ότι θα ήταν κρίμα να ξεχειλωθεί το αβάσταχτο συναίσθημα αυτού του διηγήματος - σε τι? Σε εξιστορήσεις του πώς άλλαξαν τα πράγματα και ο τρίτος κόσμος πήρε το πάνω χέρι, σε τεχνοφλυαρίες για τη μεταφορά των αναμνήσεων ανάμεσα σε εγκεφάλους...? Εγώ πάντως διαβάζοντας καθόλου δε με απασχόλησαν όλα αυτά. Προτιμώ να κρατήσω τον κόμπο που ανέβηκε στο λαιμό μου πλησιάζοντας προς το τέλος για πάντα. Τα υπόλοιπα... απλώς συνέβησαν

Link to comment
Share on other sites

Υ.Γ. Γκανιάν = ιπποδρομιακό στοίχημα που αφορά τον πρώτο νικητή και μόνο.

 

κατ' επέκταση (και μεταφορικά) το "σίγουρο πράγμα"

Link to comment
Share on other sites

Υπέροχο. Λύγισα. Αλήθεια. Χαίρομαι που μέσα από αυτό το φόρουμ σε γνώρισα συγγραφικά.

Flattered. :blush:

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..