Jump to content

Το Στοίχημα


Naurgul

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Νικόλας Τ.

Είδος: ψυχολογικός τρόμος(;)

Αριθμός Λέξεων: 2996

Αυτοτελής: Σχεδόν

Στοί_ημα.pdf

Το Στοίχημα

 

Δεν πιστεύω τίποτα.

Δεν ελπίζω τίποτα.

Δεν φοβούμαι τίποτα.

Είμαι λέφτερος.

 

Περπατά, περπατά, στον κατάφωτο διάδρομο, χοροπηδώντας κάθε τόσο. Ακούει, πίσω του, το βηματισμό από δύο ζευγάρια πόδια να τον ακολουθούν, η μαμά κι ο μπαμπάς. Ακούει, ακόμα, το κροτάλισμα από χιλιάδες πλαστικά μπιχλιμπίδια καθώς χτυπούν το ένα με το άλλο, μια σακούλα να σέρνεται στο χαλί. Οι ήχοι σταματούν για μια στιγμή, ακούγεται ένα πόμολο, μια πόρτα να ανοίγει. Σταματά κι αυτός, γυρίζει, κινάει κατά εκεί. Κάθεται σ' ένα κρεβάτι και κουνιέται πάνω κάτω, αεικίνητος. Εύθυμη η ατμόσφαιρα, όλοι γελούν, χαμογελά κι αυτός. Τον ρωτούν κάτι, δε ξέρει πια τι· γνέφει ναι. Η κουβέντα διακόπτεται από έναν χτύπο στην πόρτα. Ακολουθείται από άλλους δύο, ο ένας μετά τον άλλο, στην ίδια ένταση και στον ίδιο ρυθμό. Μερικά βουβά βασανιστικά δευτερόλεπτα ακινησίας περνούν· τότε μια αστραπή καλύπτει με το λευκό της πέπλο τη ματιά του, μια βροντή τον κουφαίνει. Κλείνει τα μάτια του, βάζει τα χέρια του στα αυτιά του. Η βροχή πέφτει ασταμάτητα, είναι μούσκεμα. Μυρίζει το βρεγμένο χώμα. Ένα χέρι του αγγίζει την πλάτη, στοργικά. Ανοίγει τα μάτια του, σιγά-σιγά απομακρύνει τα χέρια από τα αυτιά του. Βρίσκεται κάπου έξω. Οι χτύποι συνεχίζουν, μόνο που πια ανήκουν σε μια καμπάνα. Νιώθει τη γυναίκα που στέκονταν πίσω του τα σκύβει στο αυτί του. “Εσύ είσαι ο μεγαλύτερος τώρα. Πρέπει να προσέχεις τα αδέρφια σου. Αυτό θα ήθελαν οι γονείς σου”. Διώχνει το χέρι της από πάνω του, προσπαθεί να δει γύρω του· αλλά η βροχή δεν τον αφήνει.

 

Ξύπνησε. Ανασκουμπώθηκε στα σκεπάσματά του. Χρόνια είχε να δει αυτό το όνειρο, από τότε που είχε ήρθε στο ορφανοτροφείο. Ασυναίσθητα, άρχισε να συλλογίζεται τα γεγονότα εκείνης της ημέρας. Τότε είχε γνωρίσει για πρώτη φορά τους αδερφούς του, το μόνο που ήξερε για αυτούς ήταν τα λόγια στο όνειρο. Ήταν ανυπόμονοι να τον συναντήσουν και να τον ρωτήσουν για τους γονείς που δε γνώρισαν ποτέ. Αυτός δε μπορούσε να τους ικανοποιήσει, όμως, όλες του οι αναμνήσεις δεν ήταν παρά μια θολούρα· για αυτόν εκείνη η ημέρα θα μπορούσε να ήταν η πρώτη της ζωής του. Το υπόλοιπό της ξετυλίχθηκε αβίαστα στο νου του, η μνήμη του αλάνθαστη από τότε. Ένα άλλο παιδί είχε χτυπήσει το μικρότερο από τ' αδέρφια του ενώ αυτός απλώς παρακολουθούσε. Έπειτα τους μάζεψε όλους, τους δίδυμους και τον μικρό. Είχε πει: “Ας παίξουμε ένα παιχνίδι. Θα βάλουμε ένα στοίχημα με τους εαυτούς μας. Πρέπει να καταφέρουμε να τιμωρήσουμε αυτόν που μας πείραξε”. Τον είχαν κοιτάξει με ένα κράμα έκπληξης και θαυμασμού· έχαιρε ανεξάντλητου θαυμασμού από τα αδέρφια του. Τελικά, κατάφεραν να στείλουν το άλλο παιδί πίσω στο ίδρυμα από όπου είχε έρθει. Χαμογέλασε ελαφριά καθώς το θυμόταν.

 

Ήξερε ότι ήταν μάταιο να προσπαθήσει να βάλει σε τάξη τις σκόρπιες εικόνες του ονείρου και να ανασυνθέσει τα γεγονότα που το είχαν προκάλεσαν. Το θεωρούσε ανώφελο. Από τη μέρα που είχε έρθει εδώ, καθετί που συνέβη είχε διατηρηθεί τέλεια μέσα στο μυαλό του. Γιατί; Εκείνο το σχέδιο, που κάθισαν όλοι μαζί και βρήκαν ένα τρόπο να κάνουν έναν άνθρωπο δυστυχισμένο, ήταν που έδωσε ένα νόημα στη ζωή του. Ή αντιστρόφως, του έδειξε ότι η ζωή δεν χρειάζονταν να έχει κάποιο συγκεκριμένο νόημα. “Εκείνη την ημέρα, κάναμε ένα λάθος.” σκέφτηκε φωναχτά και συνέχισε από μέσα του: “Το στοίχημα είχε ιδιοτελείς συνέπειες. Θέλαμε να πάρουμε εκδίκηση.” Αλλά υπήρχε και κάτι άλλο, κάτι σωστό. “Οι άνθρωποι επιτρέπουν στο παρελθόν να ορίζει την πραγματικότητά τους. Διαμορφώνει τον χαρακτήρα τους, πλάθει τις πεποιθήσεις τους και θέτει τους στόχους, τα κίνητρα και τις φιλοδοξίες τους. Εγώ αρνούμαι να υποκύψω έτσι στη μοίρα μου. Είναι δείγμα αδυναμίας να προσπαθώ να βρω τις απαντήσεις στα ερωτήματα του παρελθόντος. Είναι αδυναμία να αναζητώ συνειδητά αυτό που υποσυνείδητα μόνος μου επέλεξα να λησμονώ. Κάποτε οι άνθρωποι βγήκαν από τον κύκλο της φυσικής επιλογής, έχτισαν πόλεις. Παρέμειναν στην τροφική αλυσίδα, όχι ως απλό μέλος, αλλά ως αφέντης που ανατρέφει και καταναλώνει ό,τι θελήσει. Τότε, έγιναν ανώτεροι από τα άλλα ζώα. Έτσι κι εγώ, μόνο όταν καταφέρω να ζω τη ζωή μου ανεξάρτητα από το παρελθόν μου και τι περιμένουν οι άλλοι, γίνομαι ανώτερος από αυτούς. Τότε μόνο είμαι πραγματικά ελεύθερος”.

 

Και ήταν σίγουρος πως μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να το διασφαλίσει κανείς αυτό: ένα στοίχημα. Πέταξε τα σκεπάσματα στην άκρη και σηκώθηκε όρθιος. Πέρασε δίπλα από τα αδέρφια του, ανάμεσα από τα κρεβάτια των υπόλοιπων οικότροφων· όλοι κοιμούνταν ακόμη. Έφτασε στο μικρό παράθυρο και το άνοιξε. Έπειτα, γάντζωσε το δεξί του χέρι σε ένα κάγκελο και άφησε το άλλο πάνω στο περβάζι. Η νύχτα εγκατέλειπε σιγά-σιγά την πόλη, αλλά αυτό το παράθυρο δεν έβλεπε προς τη διεύθυνση της ανατολής. Ακόμα και έτσι να ήταν, τα γκρίζα πολυώροφα κτήρια κάλυπταν κάθε κομμάτι του ουρανού. Αυτός αρκούνταν να παρατηρεί το δρόμο. Οι σκέψεις του πλησίαζαν ένα συμπέρασμα: “Ένα στοίχημα που μοιάζει αδύνατο να κερδίσεις, αλλά πάντα το κερδίζεις. Κι αυτό επειδή στην πραγματικότητα οι δυνατότητές σου είναι περισσότερος από ό,τι αναμένει το σύστημα. Όλοι περιμένουν να κάνεις αυτό που σε βολεύει, να έχεις κίνητρο και συγκεκριμένο χαρακτήρα. Όταν νικάς το σύστημα χωρίς να προσβλέπεις σε ένα κέρδος, εκτός από την επιβεβαίωση ότι δεν είσαι υποχείριο κανενός, ειδικά του εαυτού σου, τότε μόνο αποδεικνύεις ότι είσαι ελεύθερος. Όταν νικάς ένα τέτοιο στοίχημα, το παρελθόν δε μπορεί να σε στοιχειώνει άλλο, γιατί ζεις χωρίς αυτό”.

 

Μετά το πρωινό συγκέντρωσε τα αδέρφια του για να τους μιλήσει. Στέκονταν ανάμεσα σε δύο κρεβάτια και το μικρό παράθυρο. Λίγα άλλαξαν από την προηγούμενη φορά που είχε κάνει κάτι τέτοιο· τα ίδια ενθουσιώδη βλέμματα, ο ίδιος σεβασμός, η ίδια αμηχανία. “Θυμάστε τότε που βάλαμε ένα στοίχημα;” ξεκίνησε. Δεν αντέδρασε κανείς. Τους εξήγησε γιατί τότε έκαναν λάθος, τους είπε για το πώς ο ιδιοτελής άνθρωπος είναι αδύναμος. “Ο ανώτερος είναι αυτός που ζει πάνω και πέρα από την κοινωνία.”, συνέχισε. Κατέληξε ότι πρέπει να βάζουν τέτοια στοιχήματα συνεχώς, είναι ο μόνος τρόπος να μην υποταχθούν. Κανείς δεν έφερε αντίρρηση, φαίνονταν χαρούμενοι που θα είχαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους. “Τι γίνεται αν χάσουμε κάποιο στοίχημα;” ρώτησε ένας από τους δίδυμους. Αυτός απάντησε αμέσως: “Δεν πρόκειται. Αυτά τα στοιχήματα δε χάνονται όταν τα έχεις υπολογίσει όλα εξαρχής”. Άφησε ένα μικρό κενό προτού τελειώσει: “Φοβάσαι”; Η λέξη έμεινε μετέωρη, τα αδέρφια παρέμειναν σκεπτικά για μερικά λεπτά, να χωνέψουν το βάρος της απόφασης. Τελικά, πήρε μια βαθιά ανάσα και είπε: “Νομίζω έχω μια ιδέα για το δεύτερο στοίχημα: Να κάνουμε έναν άνθρωπο να αυτοκτονήσει”.

 

Η συζήτηση αμέσως πήρε φωτιά. Όλοι μαζί έθεταν ερωτήματα, έδιναν απαντήσεις, έβρισκαν λάθη σε αυτές και τα διόρθωναν. “Ποίος θα είναι”; “Δεν πρέπει να είναι κάποιος που μπορεί να αυτοκτονήσει ούτως ή άλλως”. “Πράγματι, αλλιώς ποιο το νόημα”; “Πρέπει να είναι κάποιος στου οποίου την προσωπική ζωή θα είναι εύκολο να διεισδύσουμε”. “Αλλά ταυτόχρονα να μη μας ξέρει εμάς αρκετά καλά”. Ο μεγάλος αδερφός παρακολουθούσε χαμογελώντας μέχρι που αποφάσισε να πει κι αυτός κάτι: “Ασχολείστε με λεπτομέρειες και χάνετε την ουσία. Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε είναι γιατί οι άνθρωποι αυτοκτονούν. Αυτή είναι η ελάχιστη πληροφορία που χρειαζόμαστε για να αποφασίσουμε ποιος”. Ο μικρός συνέχισε: “Οι άνθρωποι αυτοκτονούν επειδή αισθάνονται άσχημα”. “Υποτίθεται όλοι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν μικρότερα και μεγαλύτερα προβλήματα, αλλά δεν αυτοκτονούν έτσι απλά” απάντησε ένας από τους δίδυμους. “Νομίζω έχει σχέση με την ικανότητα ενός ανθρώπου να αντιμετωπίζει τα προβλήματά του”. “Ναι, αλλά θεωρητικά η επιβίωση δεν είναι η πιο σημαντική προτεραιότητα οποιοδήποτε έμβιου οργανισμού”; “Πράγματι, φαίνεται σχήμα οξύμωρο από αυτή τη σκοπιά”. “Μόνο αν θεωρήσουμε ότι αυτή η προτεραιότητα λαμβάνεται άμεσα υπόψη όταν κάποιος παίρνει μια απόφαση”. “Ενδιαφέρον”, πήρε το λόγο πάλι ο μεγαλύτερος. “Συνεπώς πρέπει πρώτα να σκεφτούμε πώς παίρνει μια απόφαση κάποιος.”

 

“Πρώτα πρέπει να αισθανθεί ότι βρίσκεται μια κατάσταση για την οποία πρέπει να κάνει κάτι”. “Και για αυτό υπάρχουν συναισθήματα όπως η δυσφορία και το άγχος”. “Μετά, πρέπει να σκεφτεί ποιες σχετικές με την κατάσταση ενέργειες τού είναι διαθέσιμες”. “Ακριβώς, κι εδώ κολλάει το δίπολο βάρος του προβλήματος – ικανότητα του ανθρώπου να το αντιμετωπίζει”. “Ναι, αν το πρόβλημα είναι αρκετά δύσκολο...” “... και η ικανότητα του ανθρώπου να το αντιμετωπίσει είναι περιορισμένη...” “...τότε μένει με τα άσχημα συναισθήματα, χωρίς πραγματικό τρόπο να τα διώξει”. “Οπότε η απεγνωσμένη αναζήτηση διεξόδου μπορεί να οδηγήσει μόνο σε ένα μονοπάτι”, έφτασαν στο συμπέρασμα. “Βασικά, δεν είναι έτσι ακριβώς”, τους διόρθωσε ο μεγαλύτερος. “Υπάρχει πάντα η περίπτωση η δυσκολία του προβλήματος να μειωθεί ή η ικανότητα του ανθρώπου να το αντιμετωπίσει να αυξηθεί. Αλλά ας απλοποιήσουμε το μοντέλο αδιαφορώντας για αυτές τις περιπτώσεις. Εξάλλου, αν η ένταση των δύο παραγόντων είναι αρκετά μεγάλη, η πιθανότητα ανάκαμψης θα είναι πολύ μικρή”. “Οπότε αρκεί να βρούμε κάποιον που έχει αρκετά πράγματα να χάσει, ενώ ταυτόχρονα του λείπει η αυτοπεποίθηση για να αντιμετωπίσει την απώλεια.” είπε θριαμβευτικά ο ένας δίδυμος. Μετά από λίγη σκέψη, ο άλλος έκανε την πρότασή του: “Νομίζω το βρήκα. Υπάρχει μια γυναίκα από το προσωπικό. Είναι συνεσταλμένη και μοιάζει σα να προσπαθεί να περνά απαρατήρητη. Ξέρω όμως ότι έχει δυο παιδιά δημοτικού, έχει φωτογραφίες στο πορτοφόλι της. Επίσης, τη βλέπω συχνά στον υπολογιστή, μάλλον συζητήσεις με άμεσα μηνύματα”. Ο μεγάλος αδερφός χαμογέλασε και πάλι ικανοποιημένος: “Αρκεί”.

 

<anna62> γεια σου αγάπη

<georg7> γεια σου μωρό μου

<anna62> πώς περνά η μέρα σου;

<georg7> ξέρεις μωρέ...

<georg7> τα ίδια

<anna62> κανένα νέο από εκείνη την αγγελία;

<georg7> μπα

<anna62> ...

<georg7> τι;

<anna62> αν δεν είχε γίνει εκείνη η παρεξήγηση τώρα δε θα έψαχνες για δουλειά

<georg7> τι μου το λες;

<georg7> τι θες να κάνω;

<anna62> συγγνώμη

<anna62> ας πούμε κάτι άλλο

<georg7> βασικά θα έπρεπε να είχαν απαντήσει

<georg7> μπορείς να πας να ελέγξεις εσύ τα γραφεία τους;

<georg7> είναι κοντά εκεί

<anna62> εντάξει, μόλις σχολάσω

<anna62> πού είναι;

<georg7> μιλτιάδου 3

<anna62> οκ

<anna62> τι άλλα νέα;

<georg7> εμένα ρωτάς; εσύ πες...

<anna62> άκου να δεις τι απίστευτο έγινε σήμερα

<anna62> κάποια από τα μεγαλύτερα παιδιά έκατσαν και μου έφτιαξαν μια λεμονάδα

<georg7> σοβαρολογείς; :o

<anna62> ναι

<anna62> και ξέρεις πώς κάποιες φορές νιώθω πως ό,τι και να κάνω δεν έχει σημασία

<anna62> τελικά έχει

<anna62> όταν κάνεις κάτι καλό σε κάποιον σου ανταποδίδεται

<georg7> δεν έχουν αυτά σχολείο;

<anna62> μου είπαν ότι τους διώχνουν νωρίς τώρα που είναι αρχή

<georg7> χαχα, τα δικά μας έχουν κανονικά όμως

<georg7> το δημοτικό έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις; :Ρ

<anna62> τα δικά μας θα πάνε εκδρομή σήμερα όμως

<anna62> τέλος πάντων, έχω μία ώρα στην αυλή τώρα

<anna62> μ' έχει πιάσει κι ένας πονοκέφαλος...

<georg7> καλή διασκέδαση και καλή υπομονή ;)

<anna62> μη ξεχάσεις να κλείσεις το μόντεμ γιατί αλλιώς δε δουλεύει το τηλέφωνο

<georg7> καλά

<georg7> σε τρεις ώρες δεν τελειώνει η βάρδιά σου;

<anna62> ναι, τα λέμε τότε

<georg7> :)

 

“Έμαθα τι κάνει στον υπολογιστή!” ανακοίνωσε όλος χαρά ο μικρός. Οι άλλοι γύρισαν προς το μέρος του χωρίς να πουν τίποτα. Τότε συνέχισε: “Είναι ο σύζυγός της. Όποτε μπορεί, ξεκλέβει λίγο χρόνο για να συζητήσει μαζί του”. “Ενδιαφέρον αυτό.” είπε ο μεγάλος. Αφού σκέφτηκε λίγο, ξαναμίλησε: “Μπορούμε να δούμε τι λένε μεταξύ τους”; “Φυσικά, αλλά είναι πολλά.” δυσανασχέτησε ο μικρός. “Παρόλα αυτά, αν τα μελετήσουμε θα αποκαλύψουμε σημαντικές λεπτομέρειες για τη ζωή τους που δε θα μπορούσαμε να γνωρίζουμε με απλή παρακολούθηση”. “Οπότε ας κάνουμε αυτά τα δύο προς το παρόν και μετά θα καταστρώσουμε το σχέδιό μας.” έκλεισε τη συζήτηση ο μεγάλος.

 

Η γυναίκα περπατάει σκεφτική στον μουντό διάδρομο. Κατεβαίνει τις σκάλες και φτάνει στην εξώπορτα. Την ανοίγει και βγαίνει έξω. Κάτω από τον συννεφιασμένο ουρανό, τα παιδιά παίζουν. Τα μικρότερα τρέχουν δεξιά κι αριστερά, αγνοώντας, φαινομενικά, τα άδικα παιχνίδια που έχει παίξει η μοίρα σε βάρος τους. Αυτή τα λυπάται. Δε θα μπορούσε με τίποτα να εγκαταλείψει τη δουλειά της. Κάθε φορά που βλέπει τα δικά της παιδιά σκέφτεται κι αυτά εδώ. Αν άλλαζε δουλειά, θα ήταν σαν να εγκατέλειπε τα ίδια της τα παιδιά. Προσπαθεί να συγκρατήσει τα αισθήματά της, κάθε φορά που βγαίνει στην αυλή σκέφτεται τα ίδια. Μαλώνει νοητά τον εαυτό της και ξεκινάει να κάνει ένα γύρο για να δει αν τη χρειάζεται κανείς.

 

“Ξέρουμε ότι ο άντρας της είναι άνεργος ζωγράφος. Αλλά ξέρουμε αν έχει δουλέψει ποτέ;” είχε ρωτήσει ο μεγαλύτερος. “Όχι, καμιά ιδέα;” του αντιγύρισε ένας από τους δίδυμους. “Απλό, αγγελία σε εφημερίδα που διαβάζει, κι έτσι έχουμε το βιογραφικό του”. “Δεν ήξερα ότι το ορφανοτροφείο έψαχνε έμπειρους καλλιτέχνες.”, τον ειρωνεύτηκε. “Όχι, όχι, όχι”, μπήκε στη μέση ο άλλος. “Εδώ δίπλα υπάρχουν ένα σωρό πολυκατοικίες. Παρόλο που κάθε διαμέρισμα έχει δικό του γραμματοκιβώτιο, οι ταχυδρόμοι αφήνουν όλα τα γράμματα μαζί. Επίσης, οι ένοικοι έχουν το κακό συνήθειο να ανοίγουν σε όποιον χτυπήσει το θυροτηλέφωνό τους. Οπότε αρκεί να μπεις αμέσως μετά τον ταχυδρόμο”. “Και τι λες για να σε ανοίξουν; Ότι τους φέρνεις διαφημιστικά”; ρωτά ο μικρός χαχανίζοντας. “Και αυτό, αλλά είναι πιο πιθανό να ανοίξουν αν πεις απλώς 'Εγώ είμαι' ”.

 

Το κορίτσι τρέχει βιαστικό προς της γυναίκα. Αυτή το παρατηρεί να έρχεται από μακρυά, γυρίζει προς το μέρος του και περιμένει. Αναρωτιέται αν έχει αρχίσει κάποιος καβγάς. Το κοριτσάκι τη φτάνει λαχανιασμένο: “Κυρία, έχετε τηλέφωνο. Είναι επείγον. Στο γραφείο στον δεύτερο όροφο” λέει μονομιάς για να μη τα ξεχάσει. Αυτή ξαφνιάζεται λίγο στο άκουσμα της λέξης “επείγον”. Χαϊδεύει τα μαλλιά του κοριτσιού καθώς το προσπερνά, φτάνει στην κάτω πόρτα. Περνά τον μουντό διάδρομο, ανεβαίνει τις σκάλες, το βήμα της πιο βιαστικό την κάθε στιγμή που περνά. Όταν ανοίγει την πόρτα του γραφείου, ο πονοκέφαλος έχει ήδη γίνει αφόρητος από την ανησυχία. Συγγενείς, οικογένεια, φίλοι, ατυχήματα, αρρώστιες, θάνατοι, θεοί σφυροκοπούν το νου της καθώς καλύπτει, τρέχοντας σχεδόν, τα τελευταία βήματα που τη χωρίζουν από το τηλέφωνο.

 

“Νομίζω ότι έχω αρχίσει να καταλήγω σε μια λύση.” είπε ο μεγάλος αδερφός. “Θα εκμεταλλευτούμε το γεγονός ότι πολλά ταυτόχρονα χτυπήματα πονούν περισσότερο από το άθροισμα των μερών τους. Από τα πράγματα που αξίζουν για αυτήν, δύο μπορούμε εύκολα να τα υπονομεύσουμε: την αγάπη του άντρα της και την ασφάλεια των παιδιών της”. “Ίσως αν την κάναμε να νομίσει ότι ο άντρας της την απατάει;” πρότεινε ο ένας δίδυμος. “Και για τα παιδιά ένα δυστύχημα με το σχολικό!” είπε ο μικρός. “Από μόνα τους αυτά δεν κάνουν και πολλά.” είπε αβέβαιος ο άλλος δίδυμος. “Μαζί είναι τόσο μεγάλη η διαφορά;” συμπλήρωσε. “Όχι. Ακόμα και μαζί δεν πρόκειται να την οδηγήσουν στην αυτοκτονία. Πρέπει μετά να βρούμε έναν τρόπο να ενταθεί η απόκρισή της. Στο τέλος, απλώς χρειάζεται ένα χέρι να τη σπρώξει στην άβυσσο. Από εκεί, μπορεί είτε να βγάλει φτερά και να σωθεί είτε...”, ο μεγάλος αδερφός άφησε τη φράση του ανολοκλήρωτη και κούνησε τους ώμους του συνωμοτικά.

 

Η γυναίκα σφίγγει το ακουστικό, το πιέζει στο αυτί της, αλλά παραμένει βουβή. Ακούει μόνο. Όταν η φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής τελειώσει, αυτή μένει ακίνητη για μερικές στιγμές, το μυαλό της κενό. Ξαφνικά, μια άλλη δύναμη ξεσπά μέσα της και συνταράσσει τους χτύπους της καρδιάς της. Ελευθερώνει το ακουστικό από το χέρι της και με βήμα σίγουρο φεύγει. Πέρα από τις σκάλες, πέρα από τους μουντούς διαδρόμους, πέρα από την αυλή. Σταματά ένα ταξί, μπαίνει μέσα. Ο οδηγός τη ρωτάει. Μένει μια στιγμή παγωμένη στη θέση της, ανήμπορη. Τελικά, η φωνή της λύνεται και σε μια έκρηξη οργής κραυγάζει τη διεύθυνση του νοσοκομείου.

 

Τα αδέρφια περίμεναν να απομακρυνθεί. Όταν η απόστασή έγινε αρκετά μεγάλη, ένας από τους δίδυμους μίλησε πρώτος: “Οι άνθρωποι εμπιστεύονται τους άλλους υπερβολικά εύκολα”. “Αναρωτιέμαι αν είχε περίεργη γεύση” απάντησε ο μικρός, χαιρέκακα. “Αφήστε τις εξυπνάδες, ο χρόνος τρέχει.” τους αντιγύρισε ο μεγάλος, φανερά ενοχλημένος, ίσως κάπως αγχωμένος. “Θυμάσαι τον αριθμό της πιστωτικής κάρτας;” έκανε ο άλλος δίδυμος. “Ναι” είπε αυτός ακουμπώντας ελαφριά με το δάχτυλο το κρανίο του. “Οπότε σειρά έχει το λεωφορείο;” ρώτησε ο μικρός. “Για εμάς ναι, για εσένα όχι” του είπε ο μεγάλος πεζά. “Πρέπει να φροντίσεις ο άντρας της να μη μάθει τίποτα, ούτε από το τηλέφωνο, ούτε από το ίντερνετ”. “Ξέρω, ξέρω” μουρμούρισε ο μικρός βαριεστημένα ενώ οι υπόλοιποι άρχισαν να προχωρούν προς την έξοδο.

 

Τρέχει στην είσοδο του νοσοκομείου, μανιασμένα ρωτά για τα παιδιά της όποιον βλέπει. Κάποιοι προσπαθούν να την καθησυχάσουν, της ζητούν ονόματα. Αυτή δε μπορεί να ηρεμήσει, φωνάζει, απαντά. Με δυσκολία ακολουθεί το γιατρό που την οδηγεί, θέλει να τρέξει. Κάθε στιγμή που περπατά με το ρυθμό του γιατρού τρελαίνεται περισσότερο. Τη δείχνουν το δωμάτιο. Σταματά για μια στιγμή, κοιτάζει τους αριθμούς στην πόρτα. Προσπαθεί να κρύψει την ανησυχία της, μάταια. Ο γιατρός της εξηγεί. Το μόνο που καταλαβαίνει είναι ότι δεν είναι σοβαρό και ότι θα γίνουν καλά. Η ανησυχία της δε μειώνεται στάλα. Καθώς νιώθει την αποφασιστικότητά της να την εγκαταλείπει, κάνει ένα βήμα μπροστά και πιάνει το πόμολο. Κάνει μια τελευταία προσπάθεια να χαμογελάσει.

 

Τα αδέρφια μαζεύονται σε ένα καρτοτηλέφωνο, κοντά στο σπίτι της, έτοιμα να εκτελέσουν την τελευταία κίνηση. “Όλα καλά;” ρωτά ο μικρός, που φτάνει τελευταίος. “Δεν έχουν μείνει πολλά που μπορούμε σε αυτό το σημείο” ξεκινά να λέει ο μεγάλος. “Αν τα παιδιά της δεν έχουν χτυπήσει υπερβολικά πολύ ή λίγο, τότε θα καθίσει μέχρι το τέλος του επισκεπτηρίου. Αν υπολογίσαμε τις εφημερίες των νοσοκομείων σωστά, τότε θα είναι εδώ σε μία ώρα περίπου. Αν αυτή που παραγγείλαμε για τον άντρα της έρθει στην ώρα της και αυτός δεν καταφέρει να τη διώξει μέχρι να έρθει η γυναίκα του, έχουμε κερδίσει”. Ο ένας από τους δίδυμους δε φαίνεται να ικανοποιείται: “Πόσο σίγουρο είναι αυτό;” ρωτάει. “Έχουμε ένα περιθώριο λάθους πέντε ή δέκα λεπτών, μην ανησυχείς πολύ”. “Μάλιστα, και μετά τι κάνουμε”; εκφράζει την απορία στο μυαλό όλων ο άλλος δίδυμος. “Μετά, μόλις διώξει τον άντρα της από το σπίτι, θα την πάρουμε ένα τηλέφωνο”.

 

-Γεια σας.

-Ποίος είναι;

-...

-Είστε από το νοσοκομείο;

-Έχετε αναρωτηθεί ποτέ πώς θα ήταν αν κάποιος αποφάσιζε για τα άσχημα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή μας;

-... Ποίος είναι;

-Είμαι αυτός που αποφάσισε για τη σημερινή σας μοίρα, φυσικά.

-Όποιος κι αν είσ...

-Επιτρέψτε μου να σας κάνω μια εξομολόγηση. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος για τον οποίο τα έκανα όλα αυτά.

-...

-Δε σας ξέρω καν, απλώς σας διάλεξα και σας πλήγωσα. Τώρα βρίσκομαι κάπου εκεί έξω, ατιμώρητος. Θέλετε να ειδοποιήσετε την αστυνομία; Σας προκαλώ.

-...

-Νομίζω θα δυσκολευτούν να σας πιστέψουν. Πόσο μάλλον να κυνηγήσουν κάποιον που σας στοιχειώνει δίχως λόγο.

-...

-Ελπίζω να αναμένετε την επόμενη μέρα σας με την ίδια αγωνία που την αναμένω κι εγώ. Καληνύχτα σας.

Edited by Guardian of the RuneRing #1
Link to comment
Share on other sites

Φοβερά έξυπνο διήγημα, αριστοτεχνικά ανεπτυγμένο.

Και επειδή η κριτική αφορά τον τρόπο που ένας συγγραφέας βγάζει προς τα έξω τις εικόνες και τις απόψεις του, άσχετα αν αυτός που κάνει την κριτική συμφωνεί ή όχι με αυτές, γι’ αυτό κι εγώ τελειώνω την κριτική μου στο σημείο αυτό, δίνοντάς σου συγχαρητήρια για το πόσο άψογα γραμμένο είναι. Τα παρακάτω δεν αφορούν κριτική.

 

Συγκεκριμένα, μόλις διάβασα τη φράση: “Οι άνθρωποι επιτρέπουν στο παρελθόν να ορίζει την πραγματικότητά τους”, σταμάτησα να το βλέπω σαν απλό διήγημα. Αναζήτηση ή αλληγορία, σίγουρα ναι· απλό διήγημα, με καμιά Παναγία.

Με χάλασε ελαφρά, το ότι ένας άνθρωπος που καταλαβαίνει τι θα πει ελευθερία, σκαρώνει τέτοιου είδους στοιχήματα, μια και όποιος είναι πραγματικά ελεύθερος, ελευθερώνει και τους υπόλοιπους αντί να τους μπλέκει σε δικά του σενάρια (στοιχήματα). Εκτός, αν αυτά τα σενάρια είναι αλληγορικά, ή αποτελούν μια ασυνείδητη ανάγκη για κατάλυση της νοητικής φυλακής στην οποία αυτοφυλακιζόμαστε.

Βέβαια, τα σενάρια αυτά έρχονται σε απόλυτη αρμονία (συγχαρητήρια γι’ αυτό) με αυτό που είπε ο ήρωας:

“…μόνο όταν καταφέρω να ζω τη ζωή μου ανεξάρτητα από το παρελθόν μου και τι περιμένουν οι άλλοι, γίνομαι ανώτερος από αυτούς. Τότε μόνο είμαι πραγματικά ελεύθερος”.

Διότι, αν η ελευθερία είναι μια σκάλα, με το να πετύχει ο ήρωας την ανεξαρτησία αυτή, σίγουρα έχει ανέβει κάποια από τα σκαλοπάτια της, όμως, με καμιά δύναμη δεν γίνεται πραγματικά ελεύθερος. Αν νομίζει ότι έγινε πραγματικά ελεύθερος, και διαφημίζει την ελευθερία του με στοιχήματα, τότε μπαίνει σ’ ένα φαύλο κύκλο, όπως οι πιστολάδες στην Άγρια Δύση που ο καθένας νόμιζε ότι ήταν πιο γρήγορος (ίσως και πιο ελεύθερος) από τους υπόλοιπους. Φυσικά, το μυρμήγκι μπορεί να έχει όνειρο της ζωής του να γίνει κάποτε τερμίτης· μήπως, όμως, μπορεί να γίνει και κάτι ακόμη καλύτερο;

 

Θα μου πεις: “Ρε φίλε, εγώ ένα διήγημα έγραψα. Τι με πρήζεις μ’ αυτές τις παπαριές;”

Ίσως επειδή, η τελευταία φράση του διηγήματος να μ’ έβαλε σε απορία, σχετικά με το οπτικό πεδίο του συγγραφέα πάνω στη σκάλα.

 

Πάντως, αν δεν έχεις δει ακόμη την ταινία Wanted, σου προτείνω ανεπιφύλακτα να τη δεις. Μπορεί το μάρκετινγκ να επικεντρώνεται στην Αγγελικούλα, την καμπυλότητα της τροχιάς της σφαίρας και την αδελφότητα των δολοφόνων, αλλά στην πραγματικότητα, σε κάποια άλλη καμπυλότητα νομίζω ότι αναφέρεται…

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ας πιάσουμε κι αυτό το επίσης αριστουργηματικό, σαν ιδέα, μικρό, σαν απόδοση, κείμενο.

 

Οκ, δηλώνω φαν των ψυχολογικών θρίλερ, κυρίως αυτών με διεστραμμένους πρωταγωνιστές που έχουν δυσνόητα κίνητρα (βλ. saw), με ιντριγκάρουν απίστευτα.

 

Σε αδίκησε ο περιορισμός. Αν ήμουν στην θέση σου, με ΤΕΤΟΙΑ σύλληψη και τέτοια ικανότητα να προσεγγίζεις την ψυχολογία, θ' άφηνα αυτή την ιδέα στην άκρη για να την δουλέψω στο χρόνο μου και στον χώρο που της αξίζει και θα 'γραφα κάτι άλλο για τον διαγωνισμό.

 

Με χάλασαν ελάχιστα πράγματα: ο διάλογος στο chat. Ξενέρωσα με τη ζωή μου, μπέσα σου μιλάω. Πάλι καλά που δεν τον έβαλες και με greeklish. :p Με χάλασε το τέλος, το αφήνεις υπερβολικά φλου κι ήθελα να χτυπήσω την οθόνη.

 

Έχεις ένα απίστευτο ΤΑΛΕΝΤΟ να παρουσιάζεις ψυχολογίες, αλλά αφήνεις κενά. Κενά στην συνοχή, κενά στην αποπεράτωση του σχεδίου. Σου έδωσα αυτή την θέση για να σε τσιτώσω, να το πιάσεις να το γράψεις όπως του ΑΞΙΖΕΙ. Διαολίστηκα που το λάτρευα και το διάβαζα καταπίνοντας κάθε του λέξη και μετά μου 'δινε μία και με ξενέρωνε.

 

Κάνε του τη χάρη να το πιάσεις πάλι απ' την αρχή. Κλαίει και σπαράζει το καψερό ότι θέλει κι άλλο. Δώστου το. Μην το αφήσεις έτσι, θα 'ρθω και θα σε πιάσω και θα σε δείρω, μπέσα σου μιλάω.

Link to comment
Share on other sites

Φοβάμαι ότι απέτυχα να δω το φανταστικό κομμάτι του κειμένου. Εντάξει θα μπορούσε να είναι τρόμου, αλλά και πάλι ήταν γραμμένο σε μεγάλο μέρος από την οπτική γωνία των παιδιών, οπότε το μόνο που ένιωσα ήταν η ψυχρότητά τους. Θεωρώ ότι είναι άρτια γραμμένο, αν και μπορείς να είσαι σίγουρος ότι τις παραγράφους με τις φιλοσοφικές και λογικές αναλύσεις δεν τις διάβασα και με πολύ μεγάλη προσοχή. Έχω δυσκολία να παρακολουθήσω τέτοιου είδους κείμενα.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Γραφή: Παρότι μερικές φορές χρησιμοποιείς μεγάλες περιόδους, το κάνεις επιτυχημένα. Ελάχιστα λάθη απροσεξίας: "το είχαν προκάλεσαν", άμεσα μηνύματα = Instant messages; Επίσης τα λόγια του μεγάλου αδερφού, παρότι ανηλίκου σε ορφανοτροφείο, ακούγονται σα να μιλάει ώριμος ενήλικος όχι παιδί. Πέραν του περιεχομένου σ' αυτήν την αίσθηση βοηθά και η επιλογή κάποιων λέξεων ("διεισδύσουμε", "έμβιου", "σχήμα οξύμωρο" κλπ)

Πλαίσιο: Αρκετά αφηρημένο. Όλη η ιστορία είναι κάπως αφηρημένη-νοητική, παρότι τελικά εισάγεις και μερικά υλικά αντικείμενα (π.χ. καρτοτηλέφωνο)

Χαρακτήρες: Προσπαθείς και εμβαθύνεις αρκετά στον βασικό σου χαρακτήρα αλλά εγώ/προσωπικά δεν τον ένιωσα, δεν τον κατάλαβα. Ίσως ήταν πολύ εγκεφαλικός για την ιδιοσυγκρασία μου. Τα άλλα αδέρφια και ιδίως η ύπαρξη των διδύμων είναι ανεκμετάλλευτα. Από την άλλη μεριά, απ' όσο κατάλαβα κανείς δεν άλλαξε κατά τη διάρκεια της ιστορίας.

Πλοκή: Να πω ότι την κατάλαβα πλήρως θα είναι ανειλικρινές. Σχεδιάσαν την προσπάθειά τους και την εκτελέσαν στο βαθμό που μπόρεσαν. Το περιεχόμενο του τηλεφωνήματος μπορεί να αφορά την γυναίκα, τα παιδιά, τον ίδιο τον αναγνώστη. Αλλά αυτό είναι δική μου σκέψη και όχι κάτι που στοιχειοθετείται από το κείμενο. Κάνω λάθος;

Διάλογοι: το chat ήταν πειστικότατο. Οι συζητήσεις μεταξύ παιδιών, όπως έγραψα, δεν με κάλυψαν. Τον τελικό τηλεφωνικό διάλογο δεν μπορώ να τον κρίνω, μια και είναι ελλειπτικός και περισσότερο μια δήλωση παρά μια αλληλεπιδραστική επικοινωνία.

Link to comment
Share on other sites

Σας ευχαριστώ που διαβάσατε την ιστορία μου και σχολιάσατε. :) Αν είστε υπέρ των απλουστεύσεων και κατά των αναλύσεων, μπορείτε να σταματήσετε εδώ. :tongue:

 

 

Αυτή είναι μία από τις πρώτες μου προσπάθειες σε ιστορία τρόμου. Αυτό που βρίσκω απίστευτα ελκυστικό σε αυτό το είδος είναι ότι έχουν ένα συγκεκριμένο σκοπό. Ό,τι και να κάνεις, ό,τι νοήματα και ιστορίες να έχεις πλάσει στο μυαλό σου και όπως τις αποτυπώσεις στο γραπτό, πάντα ένα πράγμα είναι σίγουρο: Όσο περισσότερο νιώσει φόβο ο αναγνώστης, τόσο περισσότερο επιτυγχάνεις. Βέβαια, νομίζω επικεντρώθηκα υπερβολικά σε αυτό και κάπου το κείμενο έχασε το δρόμο του.

 

Οι χαρακτήρες και το σύμπαν όπου διαδραματίζονται αυτά τα γεγονότα προϋπήρχαν στο μυαλό μου. Το ερώτημα ήταν λοιπόν, πώς θα τα πάρω αυτά και θα δημιουργήσω μια περιεκτική ιστορία τρόμου; Η βάση στην οποία ήθελα να στηριχθώ είναι η ψυχολογία ενός κοινωνιοπαθούς ανθρώπου. Νομίζω είναι εκ βαθέων τρομακτικό το πώς γίνεται κάποιοι άνθρωποι να μη νιώθουν καθόλου συμπάθεια προς τους άλλους ανθρώπους, μετατρέποντας τις καθημερινές και αυτονόητες σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των ανθρώπων σε εν δυνάμει παγίδες και μεθόδους εκμετάλλευσης. Πάνω από αυτό, ήθελα να βάλω ένα ακόμη μοτίβο, σα μια διεστραμμένη ανατροπή: ήθελα ο αναγνώστης να αναπτύσσει κάποια μικρή συμπάθεια για τον πρωταγωνιστή.

 

Την πρώτη φορά που έγραψα το διήγημα, λοιπόν, ξεκίνησα με το εξής σκεπτικό: Περιγράφοντας το σχέδιο μέχρι την εκπλήρωσή του, ο κυνισμός, η ψυχρότητα, η απλότητα και η αδιαφορία με την οποία ο πρωταγωνιστής και τα αδέρφια του χειρίζονται αυτά τα ζητήματα ζωής και θανάτου θα προκαλούσαν τον τρόμο στον αναγνώστη. Το αποτέλεσμα μου φάνηκε απογοητευτικό. Πολλά σημεία του σχεδίου ήταν πολύ τεχνικά και η εξήγησή τους ήταν κουραστική. Ανάμεσα σε όλα αυτά που έγραφα, μου φαίνονταν ότι τα μόνα που είχαν συναισθηματική αξία ήταν οι ενθουσιώδεις διάλογοι μεταξύ των αδερφών.

 

Οπότε έκανα το εξής: Αποφάσισα να εισάγω την προοπτική του θύματος. Νομίζω ότι πλέον κατάλαβα την αξία της αντίθεσης ως τεχνική σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Όταν οι πράξεις των κοινωνιοπαθών αδερφών αντιπαραβάλλονται με την ανιδιοτέλεια της γυναίκας, μόνο τότε αποκτούν αληθινή αξία στα μάτια του αναγνώστη. Πλέον αντιλαμβάνομαι ότι ίσως θα έπρεπε να είμαι ακόμα πιο άμεσος σε αυτό. Έβαλα οι κινήσεις της να είναι κάπως αιθέριες αλλά αν την έβαζα με μεγαλύτερη ισχύ μέσα στο κείμενο, με πραγματικούς διαλόγους (πέρα από το τσατ) μπορεί αυτή η αντίθεση να δούλευε καλύτερα. Έκοψα, λοιπόν, τις λεπτομέρειες που θεώρησα ότι δε προσέφεραν κάτι δραματουργικά.

 

Για να γυρίσω όμως στη μικρή διεστραμμένη ανατροπή που ήθελα να πετύχω: Το νόημα του ονείρου και της αρχής, από δραματουργική άποψη, ήταν ο αναγνώστης να αναπτύξει κάποια συμπάθεια για τον χαρακτήρα. Το ταραγμένο και δύσκολο παρελθόν, η ορφάνια, το καθήκον να προστατέψει τα μικρότερα αδέρφια όλα αυτά ήθελα να συνθέσουν ένα κλίμα συμπάθειας. Μετά, από εκεί θέλω να αναπτύξω τις πράξεις του ως μια προσπάθεια να ξεπεράσει το παρελθόν, να γίνει καλύτερος, να λύσει τα προβλήματά του. Οπότε να υπάρχει μια αίσθηση ότι αυτά που κάνει είναι κατά κάποιον τρόπο σωστά, κάτι που θεώρησα ότι θα προσέθετε στον τρόμο.

 

Υποθέτω η προσήλωση στον τρόμο ως σκοπό της ιστορίας έκανε τη δομή της πιο χαλαρή. Δεν έβαλα καμία κατάληξη στη φιλοσοφία του πρωταγωνιστή ούτε ανέπτυξα το πώς εκτελέστηκε το "τέλειο έγκλημα". Παρόλα αυτά, δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν λαθεμένη η επιλογή μου. Τέλος, ας σημειώσω πως με εξέπληξαν τα σχόλια για το πόσο φιλοσοφημένοι είναι για την ηλικία του οι χαρακτήρες. Προσωπικά, όταν ήμουν εγώ ο ίδιος νεότερος το θεωρούσα μαγκιά να μιλάω με περίεργους επιστημονικούς όρους σε καθημερινές συζητήσεις, ένα δείγμα "ανωτερότητας" ας πούμε. Δε θεώρησα απίθανο κάποιος στην ηλικία των 15-17 να κάνει το ίδιο. Ομοίως για τη φιλοσοφία: υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι σε μικρές ηλικίες έχουν πολύ μεγάλη διανοητική ικανότητα. Έτσι πως το έβαλα, υπέθετα ότι τα λόγια τους και η φιλοσοφία τους έδειχνε αυτό το γεγονός, αλλά ίσως να θέλει κάποια αλλαγή έτσι ώστε τα λόγια τους να ενισχύουν την αίσθηση ότι είναι ιδιοφυείς αντί να υπονομεύουν την αληθοφάνεια της ηλικίας τους. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος πρακτικά τι θα μπορούσε να γίνει, όμως.

 

 

 

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να περάσω λίγο στο φιλοσοφικό κομμάτι. Ας αρχίσουμε αναλύοντας την ψυχολογία του ήρωά μας. Το βασικό χαρακτηριστικό του είναι η απάθειά του για τους άλλους ανθρώπους, ίσως υπάρχει και κάποιο υποφαινόμενο μίσος. Από πού προέρχονται αυτά; Φυσικά, από το δραματικό παρελθόν του. Κάτι συνέβη παλιά, κάτι πολύ άσχημο. Πέρασε δύσκολα τα παιδικά του χρόνια αλλά για την αρχή όλων, αυτή την τραυματική εμπειρία δεν τη θυμάται. Το πρόβλημά του δεν είναι μόνο ότι το παρελθόν του ελέγχει το ποιος είναι. Το πρόβλημά του είναι ότι δεν το θυμάται ενώ ταυτόχρονα το φοβάται. Είναι πραγματικά σημάδι ωριμότητας η αναζήτηση της ελευθερίας σε ένα τέτοιο αφαιρετικό επίπεδο; Τι θα πει ελευθερία καν; Καταλαβαίνω το όρο όταν σχετίζεται με φυλακές και κρατούμενους και κατοχές, αλλά γενικά τι σημαίνει η ελευθερία σε πιο αφαιρετικό επίπεδο; Ας την ορίσουμε ως το να μην επηρεάζονται οι αποφάσεις ενός ανθρώπου από εξωτερικούς παράγοντες. Θα συμφωνήσω, λοιπόν, με τον Καζαντζάκη ότι όταν κάποιος δεν πιστεύει τίποτα, δε φοβάται τίποτα, δεν ελπίζει τίποτα, είναι ελεύθερος. Αλλά ποια η αξία μιας τέτοιας ελευθερίας;

 

Αλλά ας μην ξεφύγω πολύ από το θέμα. Ο χαρακτήρας γιατί επιζητεί μια τέτοια ελευθερία; Η απάντηση που θα έδινα είναι επειδή αισθάνεται σκλαβωμένος. Δεν είναι ότι είναι πραγματικά σκλαβωμένος, είναι απλώς μια αίσθηση. Αυτή η αίσθηση ότι είναι φυλακισμένος είναι που τον κάνει να επιζητεί την ελευθερία του. Και φυσικά, ένας άνθρωπος σαν κι αυτόν δεν είναι καν ικανός να νιώσει χαρά με το να μοιραστεί την ελευθερία με τους άλλους. Δεν έχει νόημα για αυτόν. Δε θα αισθάνονταν τίποτα. Αλλά είναι και υποκριτής από πάνω. Δεν είναι πραγματικά ελεύθερος καθόλου. Το μόνο που κάνει είναι να αποφεύγει το παρελθόν του. Αν ήθελε πραγματικά οι αποφάσεις του να μην επηρεάζονται από αυτό, τότε θα επιδίωκε να το γνωρίσει, έτσι ώστε να μπορεί να ξέρει πώς θα τον επηρέαζε και να προσαρμοστεί αναλόγως. Στην πραγματικότητα, όλα αυτά που κάνει υποκινούνται από το παρελθόν του. Γιατί νιώθει σκλαβωμένος; Γιατί δε θυμάται τι ακριβώς συνέβη; Γιατί νιώθει την ανάγκη να αποδείξει ότι είναι ελεύθερος και ανώτερος; Γιατί πρέπει να αποδείξει την ελευθερία του με αυτόν τον συγκεκριμένο τρόπο, τα στοιχήματα; Όλα αυτά τα κάνει αυθαίρετα αλλά αντί να νοιαστεί να δώσει απαντήσεις καταλήγει να τρέχει μακρυά από τις ερωτήσεις. Και η υποκρισία συνεχίζεται: Γελά με το πώς οι άλλοι άνθρωποι έχουν αδυναμίες, αλλά δεν κοιτάζει τις δικές του. Γελά με το πώς οι άλλοι άνθρωποι εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο, αλλά δεν κάνει κι αυτός το ίδιο με τα αδέρφια του;

 

Οπότε, για να απαντήσω στην ερώτησή σου Namris: Όχι, δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αλληγορία ούτε κάποιος συγκεκριμένος συμβολισμός, όχι επιτηδευμένος τουλάχιστο· αλλά υπάρχει κάποιο νόημα στον χαρακτήρα. Κι αυτό είναι υποθέτω το πώς η εμπειρία πλάθει τον άνθρωπο. Όμως ο χαρακτήρας αυτός δε δίνει πραγματική λύση στον προβληματισμό. Είναι απλώς ένας υποκριτής που έχει ανάγκη να βρει μια λύση, ό,τι κι αν είναι αυτή. Και η λύση του είναι φυσικά απλώς μια επίδειξη δύναμης, επειδή νιώθει ανασφαλής. Και νιώθει ανασφαλής επειδή φοβάται το παρελθόν του. Επίσης, ευχαριστώ που μου πρότεινες να δω αυτή την ταινία, θα το κάνω. :)

Link to comment
Share on other sites

  • 8 months later...

Τα παρακάτω τα έγραψα πριν διαβάσω τα υπόλοιπα σχόλια. Πήρα κάποιες απαντήσεις διαβάζοντάς τα, όμως ποστάρω και τις δικές μου παρόμοιες επισημάνσεις έτσι κι αλλιώς.

 

 

 

Πρώτ’ απ’ όλα, η ιδέα είναι μια χαρά. Σατανικό σχέδιο, ακόμα και αν δεν έχει λόγους (ή μήπως έχει;) για να υφίσταται, όπως πιθανώς θα συμφωνούσαν και οι μικροί πρωταγωνιστές του «Στοιχήματος».

Τα σημεία στα οποία αντιμετωπίζω προβλήματα είναι:

 

-Πώς βλέπουν τα μηνύματα που ανταλλάζει η κοπέλα με τον άντρα της (και μάλιστα όλα); Δύσκολα επιτεύξιμο κάτι τέτοιο... νομίζω.

 

-Πώς καταφέρνουν να προκαλέσουν το ατύχημα με το σχολικό; Μήπως απλά θέλουν να κάνουν τη γυναίκα να πιστεψει ότι έχει γίνει ατύχημα και δεν το έχω καταλάβει εγώ; Νομίζω πάντως, πως δε διευκρινίζεται επαρκώς αυτό ζήτημα.

 

-Την ουσία που έριξαν στην πορτοκαλάδα που την βρήκαν;

 

-Αρκετά συχνά, ο μεγάλος αδελφός, αλλά και τα υπόλοιπα αδέλφια, μιλάνε και σκέφτονται με τρόπο που δεν ταιριάζει σε παιδιά και αυτό γίνεται εντονότατα αισθητό.

 

-Σε περίπτωση που έχει γίνει πράγματι ατύχημα με το σχολικό, το πλάνο μοιάζει να έχει κάποιες παραπάνω πιθανότητες επιτυχίας, αλλά και πάλι φαντάζει πάρα πολύ μακριά από το να αποδειχτεί λειτουργικό και αυτό επειδή: α) η πλεκτάνη σύντομα θα αποκαλυφθεί β) οι άνθρωποι ...ώς δεν αυτοκτονούν τόσο εύκολα γ) χωρίς να έχω αυτοκτονήσει για να έχω την πιο σίγουρη και έγκυρη γνώμη απ’ όλους, λέω ότι η διαδικασία για να φτάσει ένα άτομο στο σημείο να αφαιρέσει τη ζωή του, συνηθέστατα δεν είναι κάτι που κρατάει μια-δυο βδομάδες (δες και τον κουνγκ-φου/κιλ μπιλ τύπο, που υποτίθεται ότι είχε τη σκέψη για χρόνια). Ναι, η τελευταία πρόταση δίνει έναν τόνο διάρκειας, όμως αμέσως οδηγούμαστε στην περίπτωση (α)

 

Μάλλον υπάρχει ένα θέμα αναληθοφάνειας της ιστορίας. Συνήθως αυτό δεν είναι κάτι που με απασχολεί, μιας και προτιμώ να επικεντρώνομαι στην κεντρική ιδέα του κειμένου που διαβάζω και να παρακάμπτω λεπτομέρειες που πιθανώς έχουν ξεφύγει. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάνω σκόντο, απλά κατανοώ πως μια ιστορία είναι πολύ περισσότερα πράγματα από αληθοφανής ή μη.

Όμως το «Στοίχημα» (ειδικά από τη στιγμή που δεν εμπεριέχει κάποιο υπερφυσικό στοιχείο) είναι μια ιστορία στενά συνδεδεμένη με την αληθοφάνεια. Σχεδόν την έχει ανάγκη για να μπορέσει να αγγίξει τον αναγνώστη και δυστυχώς νομίζω ότι πάσχει στο συγκεκριμένο θέμα.

Επαναλαμβάνω πως η κεντρική του ιδέα είναι (για εμένα τουλάχιστον) πάρα πολύ ενδιαφέρουσα. Ένα μεγαλύτερο, πιο εξονυχιστικά μελετημένο και πιο κοντά στην πραγματικότητα ριμέικ, θα ήταν ότι πρέπει.

Link to comment
Share on other sites

Τα παρακάτω τα έγραψα πριν διαβάσω τα υπόλοιπα σχόλια. Πήρα κάποιες απαντήσεις διαβάζοντάς τα, όμως ποστάρω και τις δικές μου παρόμοιες επισημάνσεις έτσι κι αλλιώς.

 

Εδώ θα βρεις μια νεότερη. πληρέστερη έκδοση που αξίζει τον κόπο κι έχει λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις κι έχει φροντίσει να μπαλώσει διάφορες τρύπες.

Link to comment
Share on other sites

dragoncult, ευχαριστώ για το σχολιασμό. Let the quote-sniping begin! :)

-Πώς βλέπουν τα μηνύματα που ανταλλάζει η κοπέλα με τον άντρα της (και μάλιστα όλα); Δύσκολα επιτεύξιμο κάτι τέτοιο... νομίζω.
Είναι πολύ εύκολα επιτεύξιμο ειδικά αν υπάρχει φυσική πρόσβαση στον υπολογιστή (που υπάρχει στην περίπτωσή μας). Με έναν keylogger & κάποιου είδους trojan που κοιτάζει στα logs του προγράμματος ή στο process memory του.
-Πώς καταφέρνουν να προκαλέσουν το ατύχημα με το σχολικό; Μήπως απλά θέλουν να κάνουν τη γυναίκα να πιστεψει ότι έχει γίνει ατύχημα και δεν το έχω καταλάβει εγώ; Νομίζω πάντως, πως δε διευκρινίζεται επαρκώς αυτό ζήτημα.
Σε μια προηγούμενη εκδοχή του κειμένου υπάρχει η εξήγηση: Το σχολικό έκανε στάσεις. Τα αδέρφια είχαν μετρήσει το χρόνο που παίρνει στο σχολικό να φτάσει από μία στάση σε μια απότομη στροφή λίγο πιο πέρα. Έφτιαξαν έναν αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό με χρονοκαθυστέρηση όσο ο προηγούμενος χρόνος. Οπότε, την ημέρα που έπρεπε να γίνει η δουλειά, φύτεψαν τη βόμβα στη ρόδα του λεωφορείου την ώρα που γίνονταν η συγκεκριμένη στάση.
-Την ουσία που έριξαν στην πορτοκαλάδα που την βρήκαν;
Στο φαρμακείο του ορφανοτροφείου.
-Αρκετά συχνά, ο μεγάλος αδελφός, αλλά και τα υπόλοιπα αδέλφια, μιλάνε και σκέφτονται με τρόπο που δεν ταιριάζει σε παιδιά και αυτό γίνεται εντονότατα αισθητό.
Δε ξέρω γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη αντίδραση σε αυτό. Δεν το θεωρώ εξωπραγματικό παιδιά 15-17 χρονώ να μιλάνε έτσι... κι ακόμα κι αν ήταν, υποτίθεται τα παιδιά της ιστορίας δεν είναι οποιαδήποτε παιδιά. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει ένα πρόβλημα ότι αντί ο λόγος τους να καταδεικνύει τη διαφορετικότητά τους όπως το σχεδίαζα καταλήγει να αντιτίθεται στο τι περιμένει κανείς να ακούσει από τέτοιες ηλικίες, αλλά παρόλα αυτά θεωρώ υπερβολή το πόσο σημειώθηκε το γεγονός αυτό. Δε ξέρω κατά πόσο ο καθένας έχει δει χαρισματικούς ανθρώπους αλλά νομίζω είναι προφανές ότι θα υπάρχει μια απόσταση ανάμεσα στο τι κάνουν και το τι αναμένει κανείς από αυτούς. Έτσι όπως τίθετε το ζήτημα, μου δίνετε την εντύπωση ότι υποστηρίζετε πως δεν υπάρχει τρόπος να αποτυπωθεί αυτό λογοτεχνικά.
-Σε περίπτωση που έχει γίνει πράγματι ατύχημα με το σχολικό, το πλάνο μοιάζει να έχει κάποιες παραπάνω πιθανότητες επιτυχίας, αλλά και πάλι φαντάζει πάρα πολύ μακριά από το να αποδειχτεί λειτουργικό και αυτό επειδή: α) η πλεκτάνη σύντομα θα αποκαλυφθεί β) οι άνθρωποι ...ώς δεν αυτοκτονούν τόσο εύκολα γ) χωρίς να έχω αυτοκτονήσει για να έχω την πιο σίγουρη και έγκυρη γνώμη απ’ όλους, λέω ότι η διαδικασία για να φτάσει ένα άτομο στο σημείο να αφαιρέσει τη ζωή του, συνηθέστατα δεν είναι κάτι που κρατάει μια-δυο βδομάδες (δες και τον κουνγκ-φου/κιλ μπιλ τύπο, που υποτίθεται ότι είχε τη σκέψη για χρόνια). Ναι, η τελευταία πρόταση δίνει έναν τόνο διάρκειας, όμως αμέσως οδηγούμαστε στην περίπτωση (α)
Για το α, δε νομίζω η πλεκτάνη να είναι τόσο εύκολο να επιλυθεί. Τα αδέρφια δεν έχουν αφήσει ιδιαίτερα στοιχεία (το λεωφορείο βέβαια θα αποκαλυφθεί ότι δεν ήταν ατύχημα, αλλά αυτό δε λέει και πολλά για τον δράστη) από όσο αντιλαμβάνομαι ούτε έχουν κίνητρο και είναι και σχετικά υπεράνω υποψίας. Οπότε, ας πούμε, μπορείς να μου δείξεις έναν τρόπο η αστυνομία να τους πιάσει; Για το β, νομίζω έχεις σχετικά δίκιο: Οι άνθρωποι δεν αυτοκτονούν τόσο εύκολα, συνήθως δεν είναι κάτι το οποίο γίνεται σε μερικές εβδομάδες μόνο. Παρόλα αυτά, νομίζω υπάρχουν και αυτοκτονίες που δε γίνονται τόσο προμελετημένα και έπειτα από χρόνια κατάθλιψης αλλά πιο αυθόρμητα. Εξαιτίας της μορφής των "στοιχημάτων" και των χαρακτήρων ήμουν αναγκασμένος το σχέδιο να μην είναι κάτι το οποίο θα έπαιρνε χρόνια για να ολοκληρωθεί, οπότε η επιλογή του συγκεκριμένου στοιχήματος πράγματι είναι κάπως άστοχη. Αλλά ας μη ξεχνάμε ότι το τέλος μένει ανοικτό, αν θες μπορείς να υποθέσεις ότι η γυναίκα δεν ενέδωσε στην πίεση και δεν αυτοκτόνησε.
Μάλλον υπάρχει ένα θέμα αναληθοφάνειας της ιστορίας. Συνήθως αυτό δεν είναι κάτι που με απασχολεί, μιας και προτιμώ να επικεντρώνομαι στην κεντρική ιδέα του κειμένου που διαβάζω και να παρακάμπτω λεπτομέρειες που πιθανώς έχουν ξεφύγει. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάνω σκόντο, απλά κατανοώ πως μια ιστορία είναι πολύ περισσότερα πράγματα από αληθοφανής ή μη.

Όμως το «Στοίχημα» (ειδικά από τη στιγμή που δεν εμπεριέχει κάποιο υπερφυσικό στοιχείο) είναι μια ιστορία στενά συνδεδεμένη με την αληθοφάνεια. Σχεδόν την έχει ανάγκη για να μπορέσει να αγγίξει τον αναγνώστη και δυστυχώς νομίζω ότι πάσχει στο συγκεκριμένο θέμα.

Αυτό είναι κάτι που με απασχόλησε κι εμένα. Το πρόβλημα είναι ότι όχι μόνο πρέπει τα σχέδια να είναι αληθοφανή, αλλά πρέπει να είναι και σχετικά κατανοήσιμα. Νομίζω το συγκεκριμένο σχέδιο πάσχει περισσότερο από την έλλειψη του δεύτερου παρά του πρώτου. Όπως έγραψα και προηγουμένως, η ανάλυση ενός περιπλεγμένου σχεδίου είναι λογοτεχνικά ασύμφορη, οπότε μετά από κάποιο σημείο αναγκάζομαι να βασιστώ περισσότερο στο να δώσω την αίσθηση στον αναγνώστη ότι οι πρωταγωνιστές έχουν την ικανότητα να τα πετύχουν όλα αυτά, παρά στο να το αποδείξω χάνοντας "ψηφιακό μελάνι" σε άχαρες περιγραφές και διαδικαστικές λεπτομέρειες. Όχι μόνο αυτό, αλλά υπάρχει και το θέμα ότι δεν είμαι προσωπικά πάντα σε θέση να φτιάχνω τα τέλεια σχέδια για τέτοια στοιχήματα. Οπότε επισκιάζοντας μέρη τους, αφήνω και κάποιο περιθώριο για τυχόν λάθη. Συνεπώς, εφόσον η κατασκευή ενός αληθοφανούς και ταυτόχρονα κομψού και εύκολα κατανοήσιμου σχεδίου είναι ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, δεν είναι πάντα δυνατό να παρέχω ένα τέλειο σχέδιο, εκτός αν αποσιωπώ μέρη του... όμως αυτό το κάνει λιγότερο αληθοφανές οπότε αναγκάζομαι να καταφύγω στο να πείσω για τις ικανότητες των πρωταγωνιστών... κάτι που θεωρώ πιο εύκολο. Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι ότι υπάρχουν κάποιοι εγγενείς περιορισμούς που εμποδίζουν την επίτευξη αυτής της ιδανικής αληθοφάνειας που ζητάς.
Επαναλαμβάνω πως η κεντρική του ιδέα είναι (για εμένα τουλάχιστον) πάρα πολύ ενδιαφέρουσα. Ένα μεγαλύτερο, πιο εξονυχιστικά μελετημένο και πιο κοντά στην πραγματικότητα ριμέικ, θα ήταν ότι πρέπει.
Κι εμένα μου αρέσει ως ιδέα και συμφωνώ ότι σε αυτή τη μορφή το κείμενο πάσχει. Όπως λέει κι ο Electroscribe, μπορείς να δεις την καινούρια έκδοση. Είναι σε μορφή μυθιστορήματος και έχω τελειώσει ως τώρα δύο κεφάλαια. Edited by Guardian of the RuneRing #1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..