DinoHajiyorgi Posted October 5, 2008 Author Share Posted October 5, 2008 “The Lonely” Σενάριο: Rod Serling Μουσική: Bernard Herrmann Με τον Jack Warden και την Jean Marsh Από τον πρώτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 13/11/1959. «Σας παρουσιάζουμε ένα κελί, αποτελούμενο από βουνά, αλυκές και άμμο που εκτείνονται στο άπειρο. Αυτό το κελί έχει έναν έγκλειστο: τον Τζέιμς Κόρι. Και αυτή είναι η κατοικία του, ένα μεταλλικό καλύβι. Και ένα παλιό όχημα που σκουριάζει κάτω από τον ήλιο και δεν πάει πουθενά, γιατί δεν έχει που να πάει. Να σημειώσετε πως ο Τζέιμς Κόρι είναι καταδικασμένος εγκληματίας που εκτίει ποινή απομόνωσης. Και η απομόνωση απλώνεται μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι, γιατί αυτό το συγκεκριμένο κελί βρίσκεται σε έναν αστεροειδή εννέα εκατομμύρια μίλια από την Γη. Παρακολουθήστε τώρα το σώμα και τον νου ενός ανθρώπου που λιώνει κάτω από τον ήλιο, ενός ανθρώπου που πεθαίνει από μοναξιά.» Ο Άλενμπι, ο καπετάνιος ενός σκάφους προμηθειών που διασχίζει το ηλιακό σύστημα, από οίκτο προς τον Κόρι, που είναι φυλακισμένος με ποινή πενήντα ετών για φόνο, του αφήνει ένα κιβώτιο που περιέχει την Αλίσια, ένα ρομπότ μου μοιάζει και μιλάει σαν γυναίκα. Στην αρχή ο Κόρι νιώθει απέχθεια προς το ρομπότ αλλά στο τέλος η καρδιά του λυγίζει και την ερωτεύεται. Περνούν έτσι έντεκα μήνες. Και μια μέρα το σκάφος προμηθειών επιστρέφει. Ο Άλενμπι λέει στον Κόρι πως του δόθηκε χάρη και πως ήρθαν για να τον πάρουν. Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα: ο Κόρι μπορεί να πάρει μαζί του μόνο ένα συγκεκριμένο βάρος προσωπικών αντικειμένων, και η Αλίσια σίγουρα ζυγίζει πολύ περισσότερο. Ο Κόρι αρνείται να την εγκαταλείψει, ισχυριζόμενος πως είναι γυναίκα. Διστακτικά, ο Άλενμπι τραβάει το όπλο του και την πυροβολεί στο πρόσωπο, αποκαλύπτοντας τους μηχανισμούς και τα καλώδια από πίσω. Λέει στον Κόρι πως το μόνο που θα εγκαταλείψει είναι η μοναξιά. Αποσβολωμένος ο Κόρι απαντάει «Πρέπει να το θυμάμαι αυτό και να μην το ξεχάσω ποτέ.» «Σε έναν μικροσκοπικό κόκκο άμμου που πλέει στο διάστημα κείτεται ένα κομμάτι από τη ζωή ενός ανθρώπου. Αφημένα να σκουριάσουν είναι το κατάλυμα και οι μηχανές που χρησιμοποιούσε. Χωρίς χρήση, θα αποσυντεθούν και θα σκορπίσουν από τον άνεμο και τον χρόνο. Όλες οι μηχανές του κυρίου Κόρι, μαζί κι εκείνη πλασμένη κατ’ομοίωση του, τώρα ξεπερασμένη…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το πρώτο επεισόδιο της σειράς που γυρίστηκε για τον πρώτο κύκλο, και ένα από πολλά που γυρίστηκαν στην Κοιλάδα του Θανάτου. Ήταν μια εμπειρία που βασάνισε ηθοποιούς και συνεργείο, που καθώς ήταν απροετοίμαστοι στις συνθήκες λιποθυμούσαν ο ένας μετά τον άλλον από την ζέστη. Ήταν μεγάλη ανακούφιση για όλους όταν ο σκηνοθέτης αποφάσισε να γυρίσει τις περισσότερες σκηνές, εκείνες με το εσωτερικό της καλύβας, πίσω στο στούντιο. Σε προσωπική εκτίμηση, κλασσικός σταρτρεκάκιας, θυμάμαι πόσο με είχε λυπήσει το φινάλε του εν λόγω επεισοδίου. Αλλά σε μια εποχή πριν καν το original series, ήταν μάλλον το πιο λογικό και διδακτικό τέλος. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 7, 2008 Author Share Posted October 7, 2008 “Number Twelve Looks Just Like You” Σενάριο: John Tomerlin Βασισμένο στο διήγημα “The Beautiful People” του Charles Beaumont Από τον πέμπτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 24/01/1964 «Δοσμένης της ευκαιρίας, ποια κοπέλα δεν θα άλλαζε ευχαρίστως το κοινό της πρόσωπο με ένα όμορφο; Ποιο κορίτσι θα αρνούνταν την ευκαιρία στην ομορφιά; Για μια καλύτερη εκτίμηση, ας πούμε πως βρισκόμαστε στο έτος 2000. Φανταστείτε μια εποχή στο μέλλον όπου η επιστήμη έχει βελτιώσει την τεχνογνωσία να δίνει στον καθένα το σώμα και το πρόσωπο που επιθυμεί. Ίσως να μην συμβεί ακριβώς αύριο, συμβαίνει όμως τώρα στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Στην ηλικία των δεκαεννιά, οι άνθρωποι αυτού του κόσμου στο μέλλον υφίστανται μια, υποτίθεται εθελούσια, επέμβαση, την Μεταμόρφωση. Τους κάνει πανέμορφους, και πανομοιότυπους με εκατομμύρια άλλους. Η δεκαοχτάχρονη Μέριλιν Κιούμπερλι όμως, (της οποίας ο πατέρας, που είχε φιλελεύθερες ιδέες, αυτοκτόνησε μετά την Μεταμόρφωση του) πιστεύει πως η επέμβαση είναι απλά ένας τρόπος επιβολής για συμμόρφωση και επιμένει να κρατήσει το δικό της πρόσωπο. Η μητέρα της, η Λάνα, ο θείος της Ρικ και η φίλη της Βάλερι αντιμετωπίζουν την απόφαση της σαν παραλογισμό. Στέλνουν την Μέριλιν σε γιατρό, μετά σε ψυχίατρο και ο τελευταίος την εισάγει σε κλινική. Η Μέριλιν επιχειρεί να δραπετεύσει αλλά καταλήγει στο δωμάτιο της επέμβασης, με τον γιατρό και την νοσοκόμα να την περιμένουν. Μετά την επέμβαση η Μέριλιν εξέρχεται εκστασιασμένη, σκεπτόμενη και φερόμενη ακριβώς σαν την φίλη της την Βάλερι. Η Μεταμόρφωση ήταν πλήρως επιτυχημένη. «Πορτρέτο μιας κοπέλας ερωτευμένης, με τον εαυτό της. Απίθανο; Ίσως. Μα στην εποχή της πλαστικής χειρουργικής, του body building, και το άπειρο των καλλυντικών, ας διστάσουμε να το χαρακτηρίσουμε ‘αδύνατο’. Αυτά και άλλα δώρα μπορεί να μας περιμένουν στο μέλλον, το οποίο φυσικά είναι, στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Κατά έναν τρόπο, αυτό το επεισόδιο είναι συνοδευτικό του “The Eye Of The Beholder”. Αυτός είναι ένας κόσμος στον οποίο τα βιβλία είναι παράνομα, οι άνθρωποι πίνουν το ποτό Άμεσο-Χαμόγελο όταν έχουν τις μαύρες τους, και όλοι οι προβληματισμοί είναι μόνο επιδερμικοί. Η επέμβαση που πλάθει την μεταμόρφωση είναι δήθεν εθελοντική. Αλλά σύντομα αποδεικνύεται πως πρόκειται για κάτι πολύ πιο βαθύ από ένα ευεργέτημα προς την κοινωνία. Στην πραγματικότητα είναι μια τελετή μύησης σε σωματική και πνευματική συμβατικότητα. Το επαναστατημένο κορίτσι θυμάται τα λόγια του πατέρα της, που αυτοκτόνησε όταν αναγκάστηκε να κάνει την δική του επέμβαση. «Όταν όλοι είναι όμορφοι, τότε δεν θα είναι κανένας, γιατί χωρίς την ασχήμια δεν υπάρχει ομορφιά. Δεν τους νοιάζει αν είσαι όμορφη ή όχι. Θέλουν απλώς να είναι όλοι ίδιοι.» Βασισμένο στο διήγημα του Charles Beaumont, που εκδόθηκε το 1952 στο περιοδικό If, το σενάριο έγραψε ο John Tomerlin, με την συμβολή του συγγραφέα. Αν και εκείνη την εποχή το μυαλό του Beaumont ήδη κατέρρεε. Μέχρι το 1963 μπορούσε ακόμα να πουλάει ιστορίες, δεν μπορούσε όμως πλέον να εμπνευστεί ή να γράψει. Το σενάριο ήταν μια βελτίωση στο διήγημα, όπου η κοπέλα περνάει από δίκη που της επιβάλει την επέμβαση. Αντίθετα, στο επεισόδιο όλοι προσπαθούν να την βοηθήσουν. Φοβούνται για τα λογικά της εφόσον αρνείται την μεταμόρφωση. Όλους τους ενήλικες ρόλους στο επεισόδιο τους παίζουν ο Richard Long (ο θείος, ο γιατρός, ο ψυχίατρος) και η Suzy Parker (η μητέρα, η νοσοκόμα) που εκείνη την εποχή ήταν το πιο διάσημο τοπ μόντελ της χώρας. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, η Collin Wilcox είναι έξοχη. Έξυπνη, νευρική, γοητευτική αλλά όχι όμορφη, τέλεια για τον ρόλο. Η αγωνία της όταν αντιλαμβάνεται πως είναι ολομόναχη στον κόσμο και πως κανείς δεν την καταλαβαίνει, βγαίνει γνήσια και σπαρακτική. Στο τέλος, όταν βγαίνει από την επέμβαση, είναι ολόϊδια με την φίλη της Βάλερι (Pam Austin). Καθώς θαυμάζεται στον καθρέπτη της λέει «Και το καλύτερο απ’όλα Βαλ… μοιάζω ακριβώς με σένα!» Ένα ανατριχιαστικό φινάλε, που μας χτυπάει ανήσυχα κοντινό και γνώριμο δυστυχώς. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 9, 2008 Author Share Posted October 9, 2008 “The Odyssey Of Flight 33” Σενάριο: Rod Serling Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 24/02/1961 «Ταξιδεύετε με επιβατηγό αεροπλάνο από το Λονδίνο για Νέα Υόρκη. Είστε στα 35.000 πόδια, πάνω από πυκνά σύννεφα και κάπου πενήντα πέντε λεπτά από το Αεροδρόμιο του Άιντλγουιλντ. Όσα όμως βλέπετε να λαβαίνουν μέρος στο πιλοτήριο αυτού του σκάφους, δεν αντικατοπτρίζουν το αεροπλάνο ή το πλήρωμα του. Είναι μια ασφαλή μηχανή άρτιας τεχνολογίας και μελετημένου σχεδιασμού, και οι άντρες που μόλις συναντήσατε είναι μια εκπαιδευμένη, ψύχραιμη, υψηλής αποδοτικότητας ομάδα. Το πρόβλημα είναι πως η ταχύτητα του αεροπλάνου έχει αυξηθεί υπερβολικά και δεν υπάρχει τίποτα στο πεδίο της γνώσης, ή έστω της λογικής, να το εξηγήσει. Σε άγνοια των επιβατών και του πληρώματος, το αεροπλάνο κατευθύνεται σε μια αχαρτογράφητη περιοχή πέραν των κοινών εμπορικών δρομολογίων, κατευθείαν προς την Ζώνη του Λυκόφωτος.» Μετά από μια περίεργη ανατάραξη που ανεβάζει την ταχύτητα του αεροπλάνου πέραν των τριών χιλιάδων κόμβων, και μέσα από μια ηλεκτρική εκκένωση, το πλήρωμα της Global 33 αδυνατεί να επικοινωνήσει με οποιονδήποτε στον ασύρματο. Χαμηλώνοντας κάτω από τα σύννεφα για μια εκτίμηση της κατάστασης, βλέπουν την νήσο του Μανχάταν άδεια από κτίρια και γεμάτη δεινόσαυρους. Με έναν περίεργο τρόπο έχουν ταξιδέψει στον χρόνο. Η μόνη τους ελπίδα να επιστρέψουν πίσω είναι να περάσουν πάλι μέσα από την ίδια ανατάραξη. Το καταφέρνουν, και όταν χαμηλώνουν πάλι προς το έδαφος, βλέπουν πάλι την γνώριμη όψη των κτιρίων της Νέας Υόρκης. Όλα όμως δεν είναι ως πρέπει. Όταν καλούν τον Πύργο Ελέγχου του Λα Γκουάρντια, η φωνή στην άλλη άκρη ισχυρίζεται πως δεν έχει ακούσει ποτέ τις λέξεις «ραντάρ» ή «μηχανή τζετ.» Σε απόσταση, το πλήρωμα αναγνωρίζει χτίσματα που είχαν αναρτηθεί στην Παγκόσμια Έκθεση της Νέας Υόρκης το 1939. Η πτήση 33 κατάφερε να γυρίσει πίσω, αλλά όχι αρκετά πίσω. Με τα καύσιμα του σχεδόν τελειωμένα, το σκάφος ανυψώνεται για άλλη μια φορά, για μια τελειωτική προσπάθεια επιστροφής στον χρόνο που ανήκει. «Ένα τζετ των αερογραμμών Global, από Λονδίνο για Νέα Υόρκη ένα συνηθισμένο απόγευμα του έτους 1961. Τώρα δηλωμένο καθυστερημένο και αγνοούμενο, με ομάδες αναζήτησης να το ψάχνουν σε γη, θάλασσα και αέρα, από ανήσυχους ανθρώπους που φοβούνται για το τι θα βρουν. Εσείς κι εγώ όμως ξέρουμε που βρίσκεται, εσείς κι εγώ ξέρουμε τι συνέβη. Αν λοιπόν κάποια στιγμή, μια οποιαδήποτε στιγμή, ακούσετε τον ήχο μηχανών τζετ πάνω από τα σύννεφα, μηχανές που ακούγονται να ψάχνουν χαμένες, μηχανές που ακούγονται απελπισμένες, ρίξτε μια φωτοβολίδα ή κάντε κάτι. Θα είναι η Global 33 που προσπαθεί να επιστρέψει σπίτι…από τη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ένα από τα πιο πετυχημένα και γνήσια επεισόδια της σειράς, η ιδέα έσκασε στο μυαλό του Rod Serling τη μέρα που έλαβε ένα φυλλάδιο από την American Airlines στο γραφείο του, που πρόσφερε το αντίγραφο καμπίνας επιβατών ενός σκάφους 707 σε όποιο στούντιο ήθελε να γυρίσει μια σκηνή. Οι αερογραμμές χρησιμοποιούσαν το ομοίωμα για εκπαίδευση αεροσυνοδών και τώρα ήταν στη διαδικασία αντικατάστασης του με ένα καινούργιο. Με την μεστή καθοδήγηση του σκηνοθέτη Justus Addiss, οι πρωταγωνιστές του επεισοδίου δίνουν ψύχραιμες, συγκρατημένες και αληθοφανείς ερμηνείες. Κινηματογραφημένη λήψη από αέρος της Παγκόσμιας Έκθεσης της Νέας Υόρκης το 1939 δένει αψεγάδιαστα με την υπόλοιπη φωτογραφία. Και οι δύο σύντομες ματιές από ψηλά ενός βροντόσαυρου βγαίνουν πετυχημένες με την γνωστή μέθοδο του stop motion animation (η πιο ακριβή σκηνή που γυρίστηκε ποτέ για την σειρά, με ένα κόστος 2.500 δολαρίων.) 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 12, 2008 Author Share Posted October 12, 2008 “Nick Of Time” Σενάριο: Richard Matheson Με τον William Shatner Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 18/11/1960. «Το χέρι ανήκει στον κύριο Ντον Κάρτερ, το άρρεν μισό ενός ζευγαριού στον μήνα του μέλιτος, που ταξιδεύουν μέσα από την εξοχή του Οχάιο προς την πόλη της Νέας Υόρκης. Σε λίγες στιγμές, θα τους δοθεί ένα δώρο που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν συναντούν μια ολόκληρη ζωή. Για μια δεκάρα, θα μπορέσουν να δουν το μέλλον. Ο χρόνος είναι το τώρα, ο χώρος ένα εστιατόριο στο Ρίτζβιου Οχάιο, και αυτό που το ζευγάρι αδυνατεί να φανταστεί είναι πως η εν λόγω πόλη βρίσκεται στα όρια της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Περιμένοντας να τους φτιάξουν το χαλασμένο αμάξι, ένα ζευγάρι πάει για φαγητό σε ντόπιο φαγάδικο. Ο Ντον, προληπτικός από τη φύση του, γοητεύεται από ένα επιτραπέζιο μηχάνημα που λέει την τύχη βγάζοντας καρτέλες που απαντούν σε ερωτήσεις του «ναι» και του «όχι». Αν και οι απαντήσεις είναι αρκετά γενικευμένες, ο Ντον πείθεται πως η μηχανή πρόβλεψε σωστά δύο συμβάντα: Την προαγωγή του στη δουλειά, και το παραλίγο ατύχημα που είχε με την γυναίκα του ενώ περνούσαν τον δρόμο. Επιστρέφει τρεχάτος στο εστιατόριο και αρχίζει να ταΐζει το μηχάνημα με δεκάρες, ανίκανος πλέον να πάρει μια απόφαση για τον εαυτό του. Σε αυτό το σημείο η Πατ, η γυναίκα του, που μέχρι στιγμής αμφισβητούσε το μηχάνημα και ανησυχούσε για την επιρροή που ασκούσε στον άντρα της, επαναστατεί, λέει στον άντρα της πως δεν μπορεί να χαραμίσει την ζωή του για μια φτηνή μηχανή, πως το μέλλον τους πρέπει να το πλάσουν οι ίδιοι. Συγκινημένος από την αγάπη της και την πίστη της σε εκείνον, ο Ντον καταφέρνει να απεγκλωβιστεί από τα δίχτυα της μηχανής, και των προλήψεων του. Βγαίνουν από το εστιατόριο, ελεύθεροι να ορίσουν οι ίδιοι το πεπρωμένο τους. Την ίδια στιγμή, ένα άλλο ζευγάρι, δείχνοντας εξαντλημένο και νευρικό, μπαίνουν μέσα και τρέχουν στο ίδιο μηχάνημα. Απεγνωσμένα του θέτουν το ερώτημα αν μπορούν επιτέλους να φύγουν από την πόλη. Σαν τον Ντον και την Πατ, έχουν πιαστεί στη φάκα, και δεν έχουν καταφέρει να αποδράσουν. «Ισοζυγία στη μικρή πόλη του Ρίτζβιου, Οχάιο. Δύο άνθρωποι μόνιμα σκλαβωμένοι από την τυραννία του φόβου και της δεισιδαιμονίας, αντικρίζουν το μέλλον με ένα είδος ανέλπιδης αγωνίας. Δύο άλλοι που κοιτάζουν προς το μέλλον με αυτοπεποίθηση, έχοντας δραπετεύσει από τις σκοτεινότερες περιοχές της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Το “Nick of Time” του Richard Matheson είναι ένα από τα εντονότερα επεισόδια της Ζώνης του Λυκόφωτος. Τίποτα στην ιστορία δεν είναι φανερό, όλα υπονοούνται. Ίσως η μηχανή προλέγει το μέλλον, ίσως όχι, που είναι και η αμφιβολία που υποβόσκει κάθε προληπτική πίστη. Το μήνυμα που περνάει ο Matheson πετυχημένα είναι πως άσχετα αν υπάρχει ή όχι μαγεία εδώ, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: απώλεια της ελεύθερης βούλησης και απόσυρση από τη δράση. Η φύση του σεναρίου έθεσε αυξημένη απαίτηση στις ερμηνευτικές ικανότητες των ηθοποιών. Το επεισόδιο δεν είχε ειδικά εφέ για να καλύψουν την πλοκή, τίποτα μυστήριο ή εντυπωσιακό. Είναι μια ιστορία χαρακτήρων, για λόγια που λέγονται αλλά και που δεν λέγονται, ένα θέμα αποχρώσεων. Και οι ηθοποιοί ανταποκρίνονται παραπάνω από επάξια. O Rod Serling. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 14, 2008 Author Share Posted October 14, 2008 “The Howling Man” Σενάριο: Charles Beaumont, βασισμένο σε ομώνυμο διήγημα του ίδιου. Με τον John Carradine Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 04/11/1960. «Η τσακισμένη μορφή του κυρίου Ντέιβιντ Έλλινγκτον, επιστήμονα, αναζητητή της αλήθειας και, δυστυχώς, κάτοχο της αλήθειας. Ένας άντρας που σύντομα θα ανασηκωθεί, παρά την εξάντληση του, και θα αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα που ταλανίζει την ανθρωπότητα από την απαρχή του χρόνου. Ένας άνθρωπος που χτύπησε μια πόρτα αποζητώντας καταφύγιο, και βρήκε αντ’αυτού τις σκοτεινές πτυχές της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Στην διάρκεια ενός οδοιπορικού στην κεντρική Ευρώπη, μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Έλλινγκτον πιάνεται σε μια νεροποντή και χάνει τον δρόμο του. Κουρασμένος, και στα πρόθυρα της αφασίας, φτάνει σε ένα απόμερο ερημητήριο. Στην αρχή τον διώχνουν, όταν όμως χάνει τις αισθήσεις του, οι μοναχοί αναγκάζονται να τον φέρουν μέσα. Όταν συνέρχεται, ακούει ένα περίεργο ουρλιαχτό, το οποίο οι μοναχοί υποκρίνονται πως δεν ακούν. Ακολουθώντας τον ήχο, ο Έλλινγκτον βρίσκει ένα φαινομενικά ευγενικό άντρα με μούσι, κλειδωμένο σε ένα κελί. Ο άντρας έχει φυλακιστεί από τον αδελφό Ιερώνυμο, την κεφαλή του τάγματος, ο οποίος, κατά τον άντρα με το μούσι, είναι τρελός. Ο φυλακισμένος παρακαλάει για την αποφυλάκιση του. Ο Έλλινγκτον αντιμετωπίζει τον Ιερώνυμο, ο οποίος κάνει μια εκπληκτική αποκάλυψη: το πλάσμα που ουρλιάζει στο κελί δεν είναι άνθρωπος αλλά ο ίδιος ο Διάβολος! Τον έχουν κρατούμενο εδώ και πέντε χρόνια, δέσμιο της «ράβδου της αλήθειας» που φράζει την πόρτα του κελιού. Ο Έλλινγκτον λέει στον Ιερώνυμο πως αποδέχεται την εξήγηση του και υπόσχεται να μην αποκαλύψει αυτή την αλήθεια στον έξω κόσμο. Μόλις όμως του δίνεται η ευκαιρία, πηγαίνει στο κελί και ελευθερώνει τον φυλακισμένο, ο οποίος αμέσως παίρνει την μορφή του Διαβόλου και εξαφανίζεται με μια έκρηξη καπνού. Σύντομα μετά, ξεσπά ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Αντιλαμβανόμενος τι έκανε, ο Έλλινγκτον αφιερώνει την ζωή του στο κυνήγι του Διαβόλου και στο τέλος καταφέρνει να τον πιάσει. Καθώς φεύγει για να κανονίσει να σταλεί ο αιχμάλωτος του στο ερημητήριο, προειδοποιεί την οικονόμο του να μην δώσει σημασία στα ουρλιαχτά που ακούγονται πίσω από την πόρτα που φράζει μια ράβδος. Εκείνη όμως, όταν μένει μόνη, σηκώνει την μικρή ράβδο και η πόρτα ανοίγει από μέσα. «Αρχαίο ρητό: Μπορείς να πιάσεις τον Διάβολο, δεν μπορείς να τον κρατήσεις για πολύ. Ρωτήστε τον αδελφό Ιερώνυμο. Ρωτήστε τον Ντέιβιντ Έλλινγκτον. Εκείνοι ξέρουν, και θα συνεχίσουν να ξέρουν μέχρι το τέλος των ημερών τους και πέρα από αυτές…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το σενάριο του επεισοδίου είναι μια βελτίωση στο διήγημα, που τυπώθηκε στο Night Ride and Other Journeys. Στο γνήσιο, ένας νεαρός αμερικανός τουρίστας αρρωσταίνει ενώ διασχίζει την Ευρώπη με ποδήλατο, λίγο μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Τον περιποιούνται σε ένα αβαείο όπου ακούει συνεχόμενες, μανιασμένες κραυγές. Ψάχνοντας, βρίσκει έναν γυμνό, βρώμικο άντρα ο οποίος κρατείται φυλακισμένος. Ζητώντας τον λόγο από τον ηγούμενο, μαθαίνει πως ο φυλακισμένος είναι ο ίδιος ο Σατανάς. Ο νεαρός αρνείται να δεχτεί την εξήγηση, που τη βλέπει σαν παράνοια θρησκόληπτων φανατικών, και ελευθερώνει τον φυλακισμένο. Αμέσως μετά ξεσπάει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Τελικά, μετά τον πόλεμο, ο νεαρός άντρας λαβαίνει μια κάρτα από την Γερμανία που γράφει «Ξεκουράσου τώρα παιδί μου. Τον έχουμε πάλι μαζί μας.» Το αν όμως ο φυλακισμένος ήταν όντως ο Διάβολος, αυτό αφήνεται στην κρίση του αναγνώστη. Για το σενάριο, ο Beaumont κράτησε την βασική ιδέα, αποφάσισε όμως να μην αφήσει καμία αμφιβολία για την ταυτότητα του φυλακισμένου. Στη σκηνή της απόδρασης, έγραψε ένα οπτικό στοιχείο, τη σχιστή οπλή στο πόδι, που το έκαμνε ολοφάνερο. Το εφέ όμως τελικά δεν γυρίστηκε. Σε αυτό το σημείο υπήρξε διαφορά προσέγγισης ανάμεσα σε συγγραφέα και σκηνοθέτη. Ο σκηνοθέτης Douglas Heyes πίστευε πως ο θεατής θα ένιωθε προδομένος αν δεν έβλεπε τον διάβολο με τα μάτια του. Αντίθετα, ο Beaumont προτιμούσε να μην φανεί, αλλά να δουν την έκφραση στο πρόσωπο του Έλλινγκτον, που κυνηγώντας τον επιχειρεί να τον σταματήσει στον τοίχο της μονής, με το χέρι του να αγγίζει την οπλή του. Δυστυχώς, το τελικό make-up μας δίνει έναν «κυριολεκτικό» Διάβολο, με μακριά μύτη, μυτερά αυτιά και κέρατα, μια μάλλον περισσότερο χαζή εικόνα παρά τρομακτική. Το μόνο σημείο στο οποίο πέτυχαν να αγγίζει μια αληθινή αίσθηση κακού είναι τα πρώτα στάδια της μεταμόρφωσης. Παρόλα αυτά, το επεισόδιο βγαίνει σαν ένα πετυχημένο μελόδραμα που ακολουθεί στα χνάρια των «κακών» αλλά υπέροχων b-movies τρόμου των δεκαετιών ’30 και ’40. Ο Έλλινγκτον ίσως είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο σταρ όμως του επεισοδίου είναι ο αδελφός Ιερώνυμος (ο John Carradine), ηγέτης του τάγματος, ένας άντρας που ντύνεται, μιλάει, και συμπεριφέρεται, σαν τον Μωυσή. Η επιλογή του Carradine για τον ρόλο υπήρξε θεόπνευστη. Πατέρας των David, Keith και Robert, η καριέρα του John Carradine (πλην αμέτρητων γουέστερν και τηλεοπτικών εμφανίσεων) στον κόσμο του φανταστικού: Buried Alive (1990) Evil Spawn (1987) Monster in the Closet (1987) The Tomb (1986) Peggy Sue Got Married (1986) Evils of the Night (1985) The Ice Pirates (1984) House of the Long Shadows (1983) Satan's Mistress (1982) The Nesting (1981) The Howling (1981) Frankenstein Island (1981) The Boogeyman (1980) The Monster Club (1980) Nocturna (1979) Monster (1979) The Bees (1978) Vampire Hookers (1978) Doctor Dracula (1978) Missile X - Geheimauftrag Neutronenbombe (1978) Shock Waves (1977) Satan's Cheerleaders (1977) The White Buffalo (1977) The Sentinel (1977) Crash! (1977) Silent Night, Bloody Night (1974) The House of Seven Corpses (1974) Terror in the Wax Museum (1973) Blood of Ghastly Horror (1972) Shadow House (1972) Blood Legacy (1971) Bigfoot (1970) Five Bloody Graves (1970) Horror of the Blood Monsters (1970) Hell's Bloody Devils (1970) Blood of the Iron Maiden (1970) Blood of Dracula's Castle (1969) Vampiras, Las (1969) Pacto diabólico (1969) The Mummy and the Curse of the Jackals (1969) Autopsia de un fantasma (1968) The Astro-Zombies (1968) Dr. Terror's Gallery of Horrors (1967) Munster, Go Home! (1966) Billy the Kid versus Dracula (1966) House of the Black Death (1965) The Wizard of Mars (1965) Curse of the Stone Hand (1964) Invisible Invaders (1959) The Cosmic Man (1959) Half Human: The Story of the Abominable Snowman (1958) The Unearthly (1957) The Ten Commandments (1956) The Egyptian (1954) House of Dracula (1945) House of Frankenstein (1944) Return of the Ape Man (1944) The Mummy's Ghost (1944) The Invisible Man's Revenge (1944) Voodoo Man (1944) Revenge of the Zombies (1943) Hitler's Madman (1943) Captive Wild Woman (1943) Whispering Ghosts (1942) The Hound of the Baskervilles (1939) 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 16, 2008 Author Share Posted October 16, 2008 “Miniature” Σενάριο: Charles Beaumont Με τον Robert Duvall Από τον τέταρτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 21/02/1963. «Στον συνηθισμένο άνθρωπο, μουσείο είναι ένας χώρος γνώσης, ένα μέρος που περιέχει ομορφιά, αλήθεια και θησαυρούς. Κάποιοι έρχονται για να μελετήσουν, άλλοι για να στοχαστούν, κι άλλοι για την απλή απόλαυση της παρατήρησης. Ο Τσάρλι Παρκς έχει τους δικούς του λόγους. Έρχεται στο μουσείο για να δραπετεύσει από τον κόσμο. Δεν είναι το φτηνό φαγητό της καντίνας του μουσείου που τον έλκει εδώ κάθε μέρα. Είναι το γεγονός πως εδώ, σε αυτές τις περίεργες, δροσερές αίθουσες μπορεί να μείνει για λίγο μόνος, πραγματικά και αληθινά μόνος. Τέλος πάντων, έτσι ήταν μέχρι που περιπλανήθηκε και χάθηκε… μέσα στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ο Τσάρλι, ένας ντροπαλός εργένης που ζει με την μητέρα του, πηγαίνει στην καντίνα του μουσείου και την βρίσκει κλειστή για επισκευές. Ξαφνικά βρίσκει τον εαυτό του μέσα σε μια ομάδα τουριστών και παρασύρεται σε ένα άλλο σημείο του μουσείου. Καταφέρνοντας να απομονωθεί, αντικρίζει ένα καταπληκτικής λεπτομέρειας κουκλόσπιτο από τον δέκατο-ένατο αιώνα. Και μένει έκπληκτος όταν ανακαλύπτει μέσα του μια μηχανική κούκλα, σαν ζωντανή, μια όμορφη γυναίκα που παίζει σε ένα πιάνο μια Σονάτα του Μότσαρτ. Από περιέργεια ρωτάει έναν φύλακα για τον μηχανισμό και μαθαίνει πως η κούκλα είναι από σκαλισμένο ξύλο και πως δεν παίζει καμία μουσική! Επιστρέφοντας καθυστερημένος στην δουλειά, ο Τσάρλι απολύεται από το αφεντικό του, κυρίως όμως γιατί ο χαρακτήρας του «δεν ταιριάζει» με το περιβάλλον του γραφείου. Στις μέρες που ακολουθούν όμως, ο Τσάρλι δεν ψάχνει για άλλη δουλειά. Αντ’αυτού, ξοδεύει όλον του τον χρόνο στο μουσείο, παρακολουθώντας την κούκλα (την οποία όλοι βλέπουν άψυχη και ακίνητη) να περνάει τη ζωή της τρώγοντας γεύματα, παίζοντας μουσική, διαβάζοντας βιβλία, να την περιποιείται η καμαριέρα της ή και να δέχεται επίσκεψη από κάποιον θαυμαστή, όλα αυτά σε παντομίμα. Ο Τσάρλι έχει ερωτευτεί την κούκλα αλλά το κρατάει μυστικό. Η μητέρα του, η αδελφή του η Μίρνα και ο γαμπρός του Μπάντι μένουν δυσαρεστημένοι από την μοναχική του συμπεριφορά. Προσπαθώντας να τον βοηθήσει να βγει από το καβούκι του, η αδελφή του τού στήνει ραντεβού με μια συνάδελφο, την Χάριετ. Το ραντεβού όμως καταλήγει καταστροφικά, όταν η Χάριετ…τον φλερτάρει ανοιχτά. Την επόμενη μέρα ο Τσάρλι επιστρέφει στο μουσείο, απορροφημένος από το κουκλόσπιτο. Ξαφνικά, ο συνηθισμένος θαυμαστής της κούκλας εμφανίζεται μεθυσμένος μέσα στο κουκλόσπιτο, χτυπάει την καμαριέρα και αρπάζοντας την τρομοκρατημένη κούκλα την κουβαλάει μαζί του. Απελπισμένος να προστατέψει την τιμή της, ο Τσάρλι αρπάζει ένα μαρμάρινο αγαλματάκι και σπάει το τζάμι που εσωκλείει το κουκλόσπιτο. Η πράξη του τον οδηγεί σε ψυχιατρική κλινική. Τελικά, ο Τσάρλι καταφέρνει να πείσει τον Δόκτορα Γόλμαν, έναν ψυχίατρο, πως έχει θεραπευτεί από τις ψευδαισθήσεις του για την ζωντανή κούκλα. Αφήνεται ελεύθερος και επιστρέφει στους δικούς του, αλλά στην πρώτη ευκαιρία γυρνάει πάλι στο μουσείο. Εκεί, στο κουκλόσπιτο, βρίσκει την κούκλα να κλαίει επειδή είναι ολομόναχη. Της λέει πως την καταλαβαίνει, υπήρξε και ο ίδιος μόνος όλη του τη ζωή. Μαζί, θα μπορούσαν να κατανοήσουν, να βοηθήσουν και να αγαπήσουν ο ένας τον άλλον. Απελπισμένοι να τον βρουν, ο Δρ. Γόλμαν, η οικογένεια του Τσάρλι και η αστυνομία, ψάχνουν στο μουσείο. Αλλά δεν υπάρχει κανένα του ίχνος. Τότε ο φύλακας κοιτάζει μέσα στο κουκλόσπιτο και προς έκπληξη του βλέπει μέσα δύο φιγούρες σε μινιατούρα. Η μία είναι η κούκλα, και η άλλη ο Τσάρλι. «Δεν βρήκαν ποτέ τον Τσάρλι Παρκς, γιατί ο φύλακας δεν τους είπε ποτέ τι είδε μέσα στην βιτρίνα. Ήξερε τι θα έλεγαν, και ήξερε πως θα είχαν δίκιο, γιατί ακόμα και αυτό που βλέπει κανείς με τα ίδια του τα μάτια δεν είναι απόδειξη, ειδικά αν αυτό που βλέπει είναι μια παράξενη γωνία της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Με το “Miniature” ο Charles Beaumont δημιούργησε μια πολύ ασυνήθιστη και συγκινητική ιστορία αγάπης, βασίζοντας τον ήρωα στον εαυτό του, που ήταν από τη φύση του ντροπαλός, ειδικά με τις γυναίκες. Είναι μια εύθραυστη και υπέροχη ιστορία, ένα παραμύθι για έναν άντρα που αδυνατεί να ταιριάξει με τον υπόλοιπο κόσμο. Ο Robert Duvall, ένας καταπληκτικός χαμαιλέοντας ηθοποιός, ερμηνεύει τον Τσάρλι ως έναν έξυπνο και αρεστό άνθρωπο που απλά δεν νιώθει άνετα με τους άλλους. Δεν είναι τόσο ασυμβίβαστος όσο είναι περισσότερο εξωγήινος. Η Pert Kelton, στον ρόλο της μητέρας του, είναι η τέλεια καρικατούρα της ξεμωραμένης, προστατευτικής μάνας, με μια έντονα ένρινη φωνή. Από όλα τα επεισόδια του τέταρτου κύκλου, που διαρκούν μια ώρα, το “Miniature” είναι το μόνο που δεν συμπεριλήφθηκε στα πακέτα των επαναλήψεων που παίζονται στα κανάλια των Ηνωμένων Πολιτειών έκτοτε. Ο λόγος ήταν πως όταν η σειρά πήρε τον δρόμο της προβολής της από μικρότερους ανεξάρτητους σταθμούς, το επεισόδιο ήταν μπλεγμένο σε δικαστική διαμάχη. Ένα σενάριο με τίτλο “The Thirteenth Mannequin” είχε προσκομιστεί στο στούντιο πριν το “Miniature”. Εκείνο το σενάριο είχε να κάνει με έναν γέρο που προτιμούσε την παρέα κούκλων βιτρίνας, κούκλων που στο τέλος ζωντάνευαν. Η μήνυση ισχυριζόταν πως το “Miniature” είχε κλέψει την ιδέα. Το δικαστήριο τελικά έκρινε πως η μήνυση δεν ευσταθούσε. Αν μάλιστα υπάρχει σενάριο στη Ζώνη του Λυκόφωτος που έχει μεγαλύτερη ομοιότητα στο “The Thirteenth Mannequin” είναι το “The After Hours” του Rod Serling, που γράφτηκε και καταχωρήθηκε στο στούντιο πολύ πριν ακουστεί καν το “The Thirteenth Mannequin”. Η ζημιά όμως είχε γίνει, και το “Miniature” προβλήθηκε μόνο μια φορά όπως μας πληροφορεί το Twilight Zone Companion, έκδοση του 1982. Θυμάμαι όμως το 1984 να παρακολουθώ σε τηλεόραση του Los Angeles το ετήσιο Twilight Zone Marathon, όπου σαν έκτακτο δώρο προβλήθηκε αυτό το επεισόδιο, και μάλιστα, τις σκηνές που εξελίσσονται μέσα στο κουκλόσπιτο τις είχαν χρωματίσει με κομπιούτερ (Η νέα αυτή τεχνολογία, ο χρωματισμός ασπρόμαυρων ταινιών, ήταν η νέα τρέλα τότε.) 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 19, 2008 Author Share Posted October 19, 2008 “It’s A Good Life” Σενάριο: Rod Serling, βασισμένο στο ομότιτλο διήγημα του Jerome Bixby Με τους Billy Mumy, και Cloris Leachman Από τον τρίτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 03/11/1961. «Το σημερινό επεισόδιο της Ζώνης του Λυκόφωτος είναι κάπως ξεχωριστό και απαιτεί μια άλλου είδους εισαγωγή. Αυτός, όπως αναγνωρίζεται, είναι ένας χάρτης των Ηνωμένων Πολιτειών, κι εκεί βλέπετε μια μικρή πόλη που ονομάζεται Πίκσβιλ. Κάποιο πρωινό, όχι πολύ παλιά, ο υπόλοιπος κόσμος εξαφανίστηκε και η Πίκσβιλ έμεινε μόνη της. Οι κάτοικοι της δεν ήταν σίγουροι αν ο κόσμος καταστράφηκε και επιβίωσε μόνο η Πίκσβιλ, ή αν απλά η πόλη τους μεταφέρθηκε αλλού. Ήταν όμως σίγουροι για ένα μόνο πράγμα: την αιτία. Ένα τέρας είχε έρθει στα μέρη τους. Χρησιμοποιώντας μόνο τον νου του, εξαφάνισε τα αυτοκίνητα, τον ηλεκτρισμό, τις μηχανές, -γιατί δεν του άρεσαν- και μετακίνησε όλη την κοινότητα πίσω στον Μεσαίωνα. Με την δύναμη του νου του. Τώρα θα ήθελα να σας γνωρίσω μερικούς από τους κατοίκους της Πίκσβιλ, Οχάιο. Αυτός είναι ο κύριος Φρέμοντ. Το τέρας ζει στο σπίτι του. Αυτή είναι η κυρία Φρέμοντ. Κι αυτή είναι η Θεία Έιμη, που πιθανόν είχε μεγαλύτερη επιρροή πάνω στο τέρας, στην αρχή, από οποιονδήποτε άλλον. Αλλά μια μέρα ξεχάστηκε. Άρχισε να τραγουδάει φωναχτά. Του τέρατος βλέπετε δεν του αρέσουν τα τραγούδια. Έτσι ο νους του ξέσπασε πάνω της, και την μετέτρεψε στο χαμογελαστό, κενό ανδρείκελο που βλέπετε τώρα. Δεν τραγουδάει πια. Και θα έχετε προσέξει πως οι κάτοικοι του Πίκσβιλ, Οχάιο, πρέπει να χαμογελούν, πρέπει να έχουν χαρούμενες σκέψεις και να λένε χαρούμενα πράγματα γιατί, αν το τέρας ενοχληθεί, μπορεί με μια ευχή να τους στείλει στο χωράφι με τα καλαμπόκια ή να τους μεταμορφώσει σε κάτι φρικτό. Το συγκεκριμένο τέρας βλέπετε…μπορεί και διαβάζει την σκέψη των άλλων. Ξέρει κάθε σκέψη, αισθάνεται κάθε συναίσθημα. Ω ναι, ξέχασα κάτι, έτσι δεν είναι; Ξέχασα να σας συστήσω στο τέρας. Αυτό είναι το τέρας. Ονομάζεται Άντονι Φρέμοντ. Είναι έξι χρονών, με το μωρουδίστικο πρόσωπο ενός αγοριού, και με αθώα, γαλάζια μάτια. Όταν όμως σας κοιτούν αυτά τα μάτια, καλύτερα να αρχίσετε να σκέφτεστε χαρούμενα πράγματα, γιατί ο νους πίσω από τα μάτια κάνει κουμάντο. Βρίσκεστε στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Στη διάρκεια ενός πάρτι γενεθλίων στο σπίτι των Φρέμοντ, ο Νταν Χόλις λαβαίνει σαν δώρο έναν δίσκο του Πέρι Κόμο, αλλά δεν μπορεί να τον παίξει μπροστά στον Άντονι λόγω φόβου των συνεπειών. Εκνευρισμένος, αρχίζει να πίνει και μεθυσμένος αρχίζει να τραγουδάει. Οι υπόλοιποι ενήλικες παγώνουν καθώς η προσοχή του Άντονι στρέφεται πάνω του. Απεγνωσμένα ο Χόλις εκλιπαρεί τους άλλους να σκοτώσουν τον Άντονι όσο η προσοχή του παιδιού είναι απασχολημένη. Κανένας τους όμως δεν έχει το κουράγιο να κάνει κάτι. Ο Άντονυ μεταμορφώνει τον Χόλις σε έναν τεράστιο jack-in-the-box και τον στέλνει στο χωράφι με τα καλαμπόκια. Στις πανικόβλητες στιγμές που ακολουθούν, ο Άντονι προκαλεί χιονόπτωση, κάτι που θα καταστρέψει τις μισές σοδειές της περιοχής. «Είναι όμως καλό που έφερες το χιόνι Άντονι, πραγματικά καλό» λέει ο πατέρας του γεμάτος φόβο και συγκαλυμμένη υστερία, «Και αύριο…αύριο θα είναι μια πολύ καλή μέρα!» «Κανένα σχόλιο εδώ, κανένα σχόλιο πράγματι. Θέλαμε απλά να σας συστήσουμε έναν από τους πιο ξεχωριστούς μας πολίτες, τον μικρό Άντονι Φρέμοντ, που ζει σε ένα μέρος που το λένε Πίκσβιλ, σε ένα μέρος που κάποτε ήταν το Οχάιο. Και αν για κάποιον περίεργο τρόπο τύχαινε να τον συναντήσετε, καλύτερα να κάνετε χαρούμενες σκέψεις. Οτιδήποτε λιγότερο θα ήταν υπ’ευθύνη σας, γιατί αν συναντούσατε τον Άντονι αυτό θα σήμαινε ένα μόνο πράγμα: μόλις φτάσατε στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το ομότιτλο κλασσικό διήγημα του Jerome Bixby κυκλοφόρησε το 1953 και επανεκδόθηκε στο Science Fiction Hall of Fame (Doubleday 1971). Η ιστορία που αφηγείται, απεριόριστη δύναμη στο μυαλό ενός παιδιού, και με όμηρους ενήλικες, είναι αληθινά τρομακτική. Ο Rod Serling έκανε κάποιες αλλαγές στο σενάριο αλλά κράτησε τον κορμό της ιστορίας. Η επιτυχία όμως του επεισοδίου έχει να κάνει και με την επιλογή και την καθοδήγηση των ηθοποιών από τον σκηνοθέτη, James Sheldon. Οι ηθοποιοί που παίζουν τους κατοίκους της Πίκσβιλ βγαίνουν πετυχημένα ομοιόμορφοι, τόσο ίδιοι στη συμπεριφορά με την οποία παρουσιάζουν τον εαυτό τους. Κενά βλέμματα, ανούσια χαρούμενοι στην επιφάνεια, με μια υποβόσκουσα όμως νευρικότητα και υστερία. Μας δίνουν την αίσθηση δηλαδή πως αυτοί οι άνθρωποι όντως υποκρίνονται, γιατί σ’αυτό βασίζεται η επιβίωση τους. Και μετά είναι ο ίδιος ο Άντονι. Στο διήγημα δεν υπάρχει ακριβής περιγραφή του. Πηγαίνοντας σε μια άλλη, πιο τηλεοπτική προσέγγιση, ο σκηνοθέτης διάλεξε τον Billy Mumy ως ένα πολύ χαριτωμένο αγοράκι, του οποίου οι πράξεις είναι τόσο ξεκομμένες από την εμφάνιση του. Ο Sheldon έδωσε οδηγίες στον Billy πως όποτε ο χαρακτήρας του έκαμνε κάτι κακό, να γουρλώνει τα μάτια του και να μην τα ανοιγοκλείνει. Μια μέθοδο που ο μικρός ηθοποιός διασκέδασε πολύ να ακολουθεί. Η καριέρα του Billy Mumy είχε και συνέχεια. Ήταν, βεβαίως-βεβαίως ο Will Robinson της κλασσικής σειράς Lost in Space, και πιο πρόσφατα ο Lennier του Babylon 5! Ο σκηνοθέτης Joe Dante (Howling, Gremlins) σκηνοθέτησε το remake του It’s A Good Life, σαν το τρίτο κομμάτι της ταινίας Twilight Zone – The Movie. Εκεί το επεισόδιο βγήκε κάπως καρτουνίστικο και είχε ένα ντισνεϊκό happy end. Στις 19/02/2003, η νέα σειρά της Ζώνης του Λυκόφωτος πρόβαλλε το επεισόδιο It’s Still A Good Life, sequel του παλιού επεισοδίου, με τον Billy Mumy και την Cloris Leachman (που έπαιζε την μητέρα του) να επαναλαμβάνουν τους ρόλους τους. Εδώ, έχουν περάσει σαράντα χρόνια και ο Άντονι συνεχίζει ακόμα να τρομοκρατεί την Πίκσβιλ. Έχει και μια κόρη (που την παίζει η αληθινή κόρη του Billy Mumy) που έχει τις ίδιες δυνάμεις με τον πατέρα της. Κάποια στιγμή η μητέρα του Άντονι ξεσπά (μετά από σαράντα χρόνια!) και ζητάει την εγγονή της να εξαφανίσει τον πατέρα της. Η κόρη όμως λατρεύει τον πατέρα της και εξαφανίζει την γιαγιά. Όταν κάποια στιγμή πατέρας και κόρη αντιλαμβάνονται πως έχουν μείνει μόνοι τους στον κόσμο, η κόρη επαναφέρει όχι μόνο τους κατοίκους της Πίκσβιλ, αλλά όλης της Γης. Μετά εκφράζοντας την επιθυμία της να πάνε στην Νέα Υόρκη ρωτάει τον πατέρα της πως είναι εκεί. Της απαντάει πως είναι μια πόλη με πολλούς ανθρώπους. «Καλύτερα να είναι ευγενικοί μαζί μας» λέει εκείνη καθώς αναχωρούν. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Dark desire Posted October 21, 2008 Share Posted October 21, 2008 Nτινο γραψε κανενα ακομα....Εξαρτηση μου'χει γινει το ποστακι! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 22, 2008 Author Share Posted October 22, 2008 “A Hundred Yards Over The Rim” Σενάριο: Rod Serling Με τον Cliff Robertson Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 07/04/1961. «Το έτος είναι 1847, το μέρος η περιοχή του Νέου Μεξικού, οι άνθρωποι μια χούφτα από άντρες και γυναίκες με ένα κοινό όνειρο. Έντεκα μήνες πριν, ξεκίνησαν από το Οχάιο με κατεύθυνση δυτικά. Κάποιος τους είπε για ένα μέρος που το λένε Καλιφόρνια, για έναν ζεστό ήλιο και έναν γαλανό ουρανό, για εύφορη γη και καθαρό αέρα, και αυτή τη στιγμή, σχεδόν ένα χρόνο μετά, δεν συνάντησαν παρά κρύο, καύσωνες, ταλαιπωρία, πείνα και αρρώστια. Το όνομα του άντρα είναι Κρίστιαν Χορν. Έχει ένα οκτάχρονο αγοράκι που πεθαίνει και μια θλιμμένη σύζυγο. Και είναι ο μόνος στον οποίο έχει εναπομείνει κάποιο ψήγμα ονείρου. Ο κύριος Κρις Χορν, που ετοιμάζεται να διασχίσει την κόψη του ορίζοντα, σε αναζήτηση νερού και τροφής, θα περάσει σε λίγο στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Εξερευνώντας την εσχατιά που κυκλώνει την πορεία τους, ο Χορν ανακαλύπτει έκπληκτος στην έρημο έναν ασφαλτοστρωμένο δρόμο με γραμμές τηλεφώνου κατά μήκος του, και τις άμαξες που άφησε πίσω μόλις πριν λίγα λεπτά εξαφανισμένες. Μια τεράστια νταλίκα, που ο Χορν αντικρίζει σαν τέρας, περνάει από μπροστά του. Βουτάει στο έδαφος τρομαγμένος και το τουφέκι που κρατάει εκπυρσοκροτεί τραυματίζοντας τον. Ακολουθώντας τον δρόμο, φτάνει σε μια ταβέρνα που ιδιοκτήτες του είναι ο Τζο και η Μαίρη Λου (πρώην νοσοκόμα.) Η Μαίρη Λου περιποιείται το χέρι του Χορν και του δίνει ένα μπουκαλάκι με χάπια πενικιλίνης. Το ζευγάρι παραξενεύεται από τον Χορν, ο οποίος βρίσκει εκείνους και την ταβέρνα τους τελείως ανεξήγητα. Μέχρι που βλέπει ένα ημερολόγιο στον τοίχο που λέει Σεπτέμβριος του 1961. Το ζευγάρι φωνάζει έναν γιατρό που κάνει στον Χορν κάποιες ερωτήσεις. Ο γιατρός βρίσκει πως οι «ψευδαισθήσεις» του Χορν έχουν μια περίεργη λογική, που υποστηρίζεται από τον ρουχισμό του, το τουφέκι του και το παλιομοδίτικο σφράγισμα στα δόντια του. Ο Τζο αντιλαμβάνεται πως δεν μπορεί να τα χειριστεί όλα αυτά και καλεί τον σερίφη για να έρθει να παραλάβει τον Χορν. Ο Χορν επιστρέφει από ένα άλλο δωμάτιο. Έχοντας ψάξει σε μια εγκυκλοπαίδεια έμαθε πως ο γιος του μεγάλωσε και έγινε ξακουστός γιατρός. Αντιλαμβάνεται πως το ταξίδι του μέσα στον χρόνο είχε κάποιο σκοπό. Την ώρα που φτάνει ο σερίφης, ο Χορν το σκάει από την ταβέρνα. Ο Τζο και ο σερίφης τον κυνηγούν αλλά ο Χορν ξεπερνά τον ορίζοντα και επιστρέφει στο 1847, κρατώντας την πενικιλίνη για το παιδί του και γνωρίζοντας προς τα πού έχει νερό και κυνήγι. Το μόνο που αφήνει πίσω στο 1961 είναι το τουφέκι του, που τώρα δείχνει σαν να σάπιζε για εκατό χρόνια στην έρημο. «Ο κύριος Κρίστιαν Χορν, ένας από μια σκληρή γενιά που ταξίδεψε στην άγρια δύση, σε μια εποχή που δεν είχε ασφαλτοστρωμένους δρόμους ή η θαλπωρή του πολιτισμού. Ο κύριος Κρίστιαν Χορν, με γυναίκα και παιδιά και κατεύθυνση δυτικά, μετά από μια σύντομη παράκαμψη μέσα από τη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Πολλές φορές, για οικονομία, το στούντιο διάλεγε να κινηματογραφήσει δύο επεισόδια μαζί στην ίδια τοποθεσία. Το παρόν επεισόδιο γυρίστηκε μαζί με το “The Rip Van Winkle Caper” στην έρημο του Λόουν Πάιν της Καλιφόρνια. Πρώτο στις κάμερες στήθηκε το “A Hundred Yards Over The Rim”. Το επεισόδιο αναδεικνύει πολλές καλές ερμηνείες αλλά είναι το παίξιμο του Cliff Robertson που το ανυψώνει. Ως Κρις Χορν, δίνει στον ρόλο του εξυπνάδα και εγκυρότητα, μέσα από κίνηση, έκφραση, ακόμα και προφορά που δείχνει έναν άντρα του δέκατου ένατου αιώνα. Ο σκηνοθέτης Buzz Kulik θυμάται πως στις πρόβες ο Robertson ήρθε με μια ανάλυση του χαρακτήρα, οκτώ ή εννιά σελίδων που είχε γράψει, και δίνοντας την ρώτησε τον σκηνοθέτη να του πει που συμφωνεί ή διαφωνεί με την προσέγγιση του. Στην αναζήτηση τους για αυθεντικότητα, οι Kulik και Robertson δεν ήθελαν ο ήρωας να δείχνει καουμπόης, αλλά να φορά ρούχα που ήταν τότε της μόδας στις Ανατολικές Πολιτείες. Ήταν ιδέα του πρωταγωνιστεί να φορέσει ημίψηλο καπέλο, κάτι που έκανε τον διευθυντή της φωτογραφίας να ανησυχήσει πως οι θεατές θα το έβρισκαν γελοίο. Φόβοι όμως που δεν επαληθεύτηκαν. O Cliff Robertson 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 25, 2008 Author Share Posted October 25, 2008 “Where Is Everybody?” Σενάριο: Rod Serling Μουσική: Bernard Herrmann Με τον Earl Holliman Ο πιλότος της σειράς. Προβλήθηκε στις 02/10/1959. «Το μέρος είναι εδώ, ο χρόνος τώρα, και το ταξίδι στις σκιές που πρόκειται να παρακολουθήσουμε, μπορεί να είναι το δικό μας ταξίδι.» Ο Μάικ Φέρις, ένας άντρας σε φόρμα πολεμικής αεροπορίας, που πάσχει από αμνησία, βρίσκει τον εαυτό του σε μια πόλη που είναι έρημη από κατοίκους. Παρά την ερημιά όμως, έχει το παράξενο συναίσθημα πως τον παρακολουθούν. Καθώς εξερευνάει το φαγάδικο της πόλης, έναν τηλεφωνικό θάλαμο, το αστυνομικό τμήμα, το φαρμακείο και το σινεμά, η απελπισία του αυξάνεται. Στο τέλος καταρρέει, πατώντας υστερικά το πράσινο κουμπί σε μια διάβαση πεζών, ξανά και ξανά. Στην πραγματικότητα, το πράσινο κουμπί είναι το κουμπί πανικού, και ο Φέρις είναι ένας εκπαιδευόμενος αστροναύτης καθισμένος μέσα σε μια κάψουλα απομόνωσης. Μετά από 484 ώρες στην κάψουλα, έχει «σπάσει» από την ανυπόφορη μοναξιά. Η περιπλάνηση του στην πόλη δεν ήταν τίποτα περισσότερο από παραισθήσεις. «Εκεί πάνω, στο αχανές διάστημα, στο κενό του ουρανού, εκεί καραδοκεί ένας εχθρός που λέγεται απομόνωση. Κάθεται εκεί στα άστρα και περιμένει, περιμένει με την υπομονή αιώνων, παντοτινά…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το “Where Is Everybody?” προβλήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1959, σαν το εναρκτήριο επεισόδιο της Ζώνης του Λυκόφωτος. Ο Rod Serling δεν ήταν ποτέ ικανοποιημένος με το σενάριο που είχε γράψει και το 1975 παραδεχόταν πως αντίθετα με ένα μπουκάλι κρασί, αυτό το επεισόδιο δεν είχε γεράσει καθόλου καλά. Χωρίς καμιά σπουδαία ανατροπή στο τέλος, το έβρισκε τραγικά ξεπερασμένο. Όταν μάλιστα προσάρμοσε το σενάριο σε διήγημα, για μια ανθολογία με ιστορίες του (Stories from the Twilight Zone – Bantam, 1960) το άλλαξε: Ο Φέρις, όταν πηγαίνει στο σινεμά, ενώ δεν υπάρχει ταμίας, απλώνει το χέρι του στο ταμείο και κόβει για τον εαυτό του ένα εισιτήριο. Βάζει το εισιτήριο στο τσεπάκι του. Και όταν τον μεταφέρουν αργότερα με φορείο έξω από την κάψουλα απομόνωσης, βάζει το χέρι του στο τσεπάκι και βρίσκει το εισιτήριο! Επίσης, άλλο ένα στοιχείο που ενοχλούσε τον Serling με το επεισόδιο, ήταν ο μονόλογος του μοναχικού ήρωα, που πολλές φορές δεν είχε λογική στο να μιλάει με τον εαυτό του. Παρά τα όποια ελαττώματα του όμως, αυτό το επεισόδιο κατόρθωσε αυτό που ίσως κανένα άλλο επεισόδιο της σειράς δεν θα είχε κατορθώσει. Πούλησε τη σειρά. Μα σίγουρα υπήρξαν άλλα επεισόδια, πολύ πιο δυνατά, δραματικά και ευφάνταστα, είναι όμως αμφίβολο αν η μοναδικότητα τους θα άγγιζε μια ομάδα υπερ-συντηρητικών χρηματοδοτών. Και πάλι όμως, ο πιλότος ήταν λίγο «εκεί έξω» σε σχέση με την υπόλοιπη τηλεόραση, αυτή τουλάχιστον που είχε συνηθίσει ο κόσμος μέχρι τότε. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 26, 2008 Author Share Posted October 26, 2008 “Once Upon A Time” Σενάριο: Richard Matheson Με τον Buster Keaton Από τον τρίτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 15/12/1961. «Ο κύριος Μάλιγκαν, ένας μάλλον αυστηρός κριτής της εποχής του, σε λίγο θα ανακαλύψει την πηγή του παλιού γνωμικού ‘γλίτωσε από το τηγάνι κι έπεσε στη φωτιά’, η οποία φωτιά καίει άσβεστη στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Απογοητευμένος από την φασαρία και την ακρίβεια του 1890, ο θυρωρός στο επάγγελμα Γούντροου Μάλιγκαν, χρησιμοποιεί ένα κράνος που είναι μηχανή του χρόνου, κατασκευασμένη από το αφεντικό του, τον καθηγητή Γκίλμπερτ, και ταξιδεύει στο 1962, που υποθέτει πως θα συναντήσει μια ουτοπία. Μόλις φτάνει εκεί, αντιλαμβάνεται γρήγορα το λάθος των υποθέσεων του και ανυπομονεί να επιστρέψει στην εποχή του. Αλλά το κράνος έχει υποστεί ζημιά, και σε δεκαπέντε λεπτά θα του είναι πλέον αδύνατο να γυρίσει πίσω. Συναντάει τον Ρόλο, έναν επιστήμονα ηλεκτρονικών, που παίρνει το κράνος στο εργαστήρι του. Μόλις το επισκευάζει, οι προθέσεις του Ρόλο φανερώνονται: Θέλει να χρησιμοποιήσει το κράνος ο ίδιος! Ο Μάλιγκαν τον αρπάζει και μεταφέρονται μαζί στο 1890. Ο Μάλιγκαν είναι καταχαρούμενος, αλλά ο Ρόλο είναι απογοητευμένος. Για εκείνον το 1890 είναι τρομερά οπισθοδρομικό. Ο Μάλιγκαν του βάζει το κράνος και τον στέλνει πίσω στο 1962. «‘Ο καθείς εκεί που ανήκει’ λέει άλλο γνωμικό, με το οποίο ο κύριος Μάλιγκαν σίγουρα συμφωνεί, γιατί έμαθε, με τον δύσκολο τρόπο, πως υπάρχει πολύ σοφία πίσω από άλλη, τρίτη φράση που πάει κάπως έτσι: ‘Μείνε στην δική σου αυλή’. Και μπορούμε να προσθέσουμε ‘κι αν μπορείς, βοήθησε άλλους να μείνουν στη δική τους’, μέσω φυσικά της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Το “Once Upon A Time” του Richard Matheson είναι μια σλάπστικ κωμωδία με πρωταγωνιστή τον Buster Keaton. Το σενάριο γράφτηκε ειδικά για τον βετεράνο κωμικό έτσι ώστε να τον ταιριάξει στη σειρά, και ο παραγωγός έφερε στο επεισόδιο τον Norman Z. McLeod, αποσυρμένο σκηνοθέτη του παλιού κινηματογράφου (με ταινίες όπως Monkey Business, Horse Feathers, Topper, The Secret Life of Walter Mitty). Ο Buster Keaton αποδείχτηκε πολύ συνεργάσιμος και επαγγελματίας στα γυρίσματα, που πιστός στον θρύλο του έδειχνε μεγάλη σοβαρότητα στην κωμωδία και έδινε οδηγίες στο πως έπρεπε να γυριστεί μια σκηνή για να πετύχει το gag. Δυστυχώς, το χιούμορ στο επεισόδιο βγαίνει κάπως χλιαρό. Οι σκηνές του 1890 που ανοίγουν και κλείνουν την ιστορία είναι βουβές, με κάρτες διαλόγου αντί ομιλίες. Βλέπουμε τον Keaton να προσπερνάει γουρούνια και κότες στον δρόμο, και εμφανίζονται κάρτες που γράφουν «Όινκ-όινκ» και «Κοτ-κοτ.» Τα προβλήματα φάνηκαν νωρίς, από τις πρώτες μέρες στο μοντάζ. Έκοβαν και ξαναέκοβαν την ταινία αλλά το αποτέλεσμα έβγαινε συνέχεια αργό και βαρετό. Τελικά αποφάσισαν να αφαιρέσουν ένα καρέ από κάθε τρία στο φιλμ, δίνοντας στην εικόνα μια διακεκομμένη αίσθηση, όπως παίζανε κάποτε οι ταινίες του βωβού, όταν οι κάμερες που χρησιμοποιούσαν τότε δούλευαν με μανιβέλα. Αυτό έλυσε κάπως το πρόβλημα, η ταχύτητα όμως των βουβών σκηνών δημιούργησε ένα κενό χρόνου, το οποίο αναπληρώθηκε με την πρόσθετη σκηνή στο εργαστήριο, που γυρίστηκε από άλλον σκηνοθέτη, αφού είχαν περάσει κάποιοι μήνες. Ο Richard Matheson δεν έμεινε καθόλου ευχαριστημένος με το επεισόδιο. Είχε βάλει στο σενάριο ένα σωρό gags που δεν γυρίστηκαν, η δική του ιστορία ήταν από το ξεκίνημα μέχρι το φινάλε ένα συνεχόμενο κυνηγητό. Αυτό δεν μπόρεσε να υλοποιηθεί για οικονομικούς λόγους, και από την στιγμή που ο Μάλιγκαν συναντάει τον Ρόλο, η όλη δράση φρενάρει και κάνει κοιλιά. Το επεισόδιο όμως έχει μια, την σπουδαιότερη αξία που το κάνει αξέχαστο. Την παρουσία του Buster Keaton, μια σημαντική εμφάνιση ενός ανθρώπου που από πολύ παλιά ήξερε πως να μας κάνει να γελάμε, και πολύ πετυχημένα. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 28, 2008 Author Share Posted October 28, 2008 (edited) “People Are Alike All Over” Σενάριο: Rod Serling Βασισμένο στο διήγημα “Brothers Beyond The Void” του Paul Fairman Με τον Roddy McDowall και την Susan Oliver Από τον πρώτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 25/03/1960. «Παρακολουθείτε ένα εύθραυστο είδος, ένα δίποδο ζώο με αφύσικα μικρό κεφάλι που αποκαλείται Άνθρωπος. Ο Γουόρεν Μάρκουσον, ετών τριάντα πέντε. Ο Σάμουελ Κόνραντ, ετών τριάντα ενός… Έχουν πάρει τον δρόμο για τα άστρα. Ο Άνθρωπος που λύνει τα δεσμά του και στέλνει τα μικροκαμωμένα του δάχτυλα μέσα στο άγνωστο. Ο προορισμός τους είναι ο Άρης, και σε πολύ λίγο, θα προσγειωθούμε εκεί μαζί τους.» Όταν το σκάφος τους συντρίβεται στην επιφάνεια του Άρη, ο Μάρκουσον, ο αισιόδοξος που πιστεύει πως οι άνθρωποι είναι ίδιοι παντού, ακόμα και στον Άρη, σκοτώνεται. Μένει μόνος του ο Σαμ Κόνραντ, ο οποίος δεν συμφωνεί καθόλου με την φιλοσοφία του Μάρκουσον, και που τρομοκρατείται όταν ακούει κάποιον να χτυπάει την καταπακτή έξω από το σκάφος. Ο τρόμος του μετατρέπεται σε ανακούφιση όμως όταν βγαίνει έξω και βλέπει πως, πράγματι, οι Αριανοί είναι ανθρωπόμορφοι, αν και τηλεπαθητικοί. Και φαίνονται πάρα πολύ φιλικοί. Το άλλο πρωί, οι Αριανοί του έχουν μια έκπληξη. Του έχουν χτίσει ένα σπίτι ακριβώς σαν αυτά της Γης. Ικανοποιημένος από το δώρο, ο Κόνραντ αφήνεται μόνος να εγκλιματιστεί στην κατοικία του. Αλλά σύντομα, ανακαλύπτει σοκαρισμένος πως το σπίτι δεν έχει παράθυρα και όλες οι πόρτες είναι κλειδωμένες. Ξαφνικά, ένας από τους τοίχους ανοίγει και φανερώνει κάγκελα, πίσω από τα οποία τον παρακολουθεί ένα πλήθος Αριανών. Ο Κόνραντ είναι έκθεμα σε ζωολογικό κήπο. Και φωνάζει απελπισμένος «Είχες δίκιο Μάρκουσον, οι άνθρωποι είναι ίδιοι παντού!» «Είδος ζώου που εξασφαλίστηκε ζωντανό. Ενδιαφέρουσες ομοιότητες στη φυσιογνωμία των ανθρώπων είναι το κεφάλι, ο κορμός, μπράτσα, γάμπες, χέρια, πόδια. Πολύ μικρό, υπανάπτυκτο μυαλό. Προέρχεται από τον πρωτόγονο πλανήτη Γη. Αυτοαποκαλείται Σάμουελ Κόνραντ. Και θα παραμείνει εδώ στο κλουβί του με το τρεχούμενο νερό και τον ηλεκτρισμό και την κεντρική θέρμανση για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Σάμουελ Κόνραντ ανακάλυψε την Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το διήγημα του Paul Fairman, “Brothers Beyond the Void”, κυκλοφόρησε πρώτη φορά στο τεύχος Μαρτίου των Fantastic Adventures το 1952, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στην ανθολογία Worlds of Tomorrow (Berkley, 1953). Στο διήγημα, είναι ο Μάρκουσον που πάει μόνος του στον Άρη, και ο Κόνραντ είναι ένας φίλος που μένει πίσω στη Γη. Οι Αριανοί είναι πανύψηλοι, «όχι άσχημοι ή ιδιαίτερα όμορφοι», και σίγουρα δεν μοιάζουν σε τίποτα με την πανέμορφη Susan Oliver (μια μεγάλη απώλεια για τους αληθινούς Αριανούς βέβαια.) Στο σενάριο, ο Serling τόνισε ιδιαίτερα την ειρωνεία του κομματιού κάνοντας πρώτα τον Κόνραντ δύσπιστο προς τους Αριανούς, αλλά που τελικά λυγίζει στην πίστη του Μάρκουσον πως οι άνθρωποι είναι ίδιοι παντού, μια κοσμική αλήθεια που προκαλεί την πτώση του. Έχει ενδιαφέρον η πρώτη σκηνή του επεισοδίου. Είναι νύχτα και οι δύο αστροναύτες στέκονται πίσω από ένα συρματόπλεγμα και παρακολουθούν το σκάφος τους στην πίστα απογείωσης. Οι δύο άντρες μοιάζουν ήδη σαν ζώα σε κλουβί. H Susan Oliver. Edited October 28, 2008 by DinoHajiyorgi 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 29, 2008 Author Share Posted October 29, 2008 “A Most Unusual Camera” Σενάριο: Rod Serling Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 16/12/1960. «Μια σουίτα ξενοδοχείου που σε αυτή την περίσταση εξυπηρετεί ως άντρο για ένα έγκλημα, το αποτέλεσμα ενός ασήμαντου γεγονότος σε αστυνομική αναφορά, μια διεκδίκηση ασφαλίστρων, μια μικρή στήλη στις πίσω σελίδες μιας εφημερίδας. Ελάχιστη προσθήκη στη λίστα του πλιάτσικου: μια φωτογραφική μηχανή, ανάξια καν αναφοράς, γιατί μπορεί κάποιες φωτογραφικές μηχανές να είναι πανάκριβες, άλλες όμως αγοράζονται σε καταστήματα ψιλικών. Αλλά αυτή η συγκεκριμένη φωτογραφική μηχανή δεν είναι συνηθισμένη και σε λίγο θα δούμε με ποιο τρόπο επεμβαίνει στη μοίρα τριών ανθρώπων. Είναι γεγονός πως οι φωτογραφίες που τραβάει μπορούν να εμφανιστούν μόνο στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Αφού κλέβουν ένα κατάστημα με αντίκες, ο Τσέστερ Ντίτριχ και η γυναίκα του Πόλα ανακαλύπτουν πως ένα από τα αντικείμενα που έκλεψαν είναι μια φωτογραφική μηχανή που βγάζει άμεσες φωτογραφίες που δείχνουν πέντε λεπτά προς το μέλλον. Όταν ο αδελφός της Πόλα, ο Γούντγορντ, ένας δραπέτης φυλακών, καταφτάνει σύμφωνα με την «πρόβλεψη» της μηχανής, ο Τσέστερ έχει την ιδέα να πάει με την φωτογραφική μηχανή στον ιππόδρομο και να την εκμεταλλευτεί ποντάροντας στα νικήτρια άλογα. Το τρίο σαρώνει στα στοιχήματα, αλλά τότε, ένας σερβιτόρος στο ξενοδοχείο τους πληροφορεί πως η γαλλική επιγραφή πάνω στην μηχανή λέει «δέκα στον κάθε ιδιοκτήτη.» Οι τρεις τους αρχίζουν να μαλώνουν για το πώς να χρησιμοποιήσουν τις φωτογραφίες που τους απομένουν. Ο Τσέστερ και ο Γούντγορντ αρχίζουν να χτυπιούνται και καθώς παλεύουν πέφτουν και οι δύο από το παράθυρο της σουίτας και σκοτώνονται. Η Πόλα φωτογραφίζει τα δύο σώματα στο πεζοδρόμιο από το παράθυρο της, σαν σουβενίρ. Αρχίζει να μαζεύει τα κλοπιμαία και τα λεφτά όταν μπαίνει μέσα ο σερβιτόρος. Έχει ανακαλύψει πως οι τρεις πελάτες είναι κακοποιοί και θέλει να εκβιάσει την Πόλα για να κρατήσει το πλιάτσικο για τον εαυτό του. Κοιτάζει την φωτογραφία που τράβηξε εκείνη και παρατηρεί πως στο πεζοδρόμιο δείχνει περισσότερα από δύο πτώματα. Η Πόλα τρέχει στο παράθυρο για να δει, σκοντάφτει σε ένα καλώδιο και πέφτει κι εκείνη έξω. Τώρα βέβαια ο σερβιτόρος αντιλαμβάνεται πως τα πτώματα στην φωτογραφία δεν είναι τρία αλλά τέσσερα. Αφήνει μια κραυγή και πέφτει κι αυτός από το παράθυρο. «Αντικείμενο γνωστό σαν φωτογραφική μηχανή, απροσδιόριστης χρονολογίας κατασκευής, αγνώστου προέλευσης. Αλλά για τους άπληστους, τους οπορτουνιστές, τους καιροσκόπους, ξεγελάει σαν σύμμαχος αλλά δεν είναι καθόλου. Είναι απλώς μια πρόσκληση για μια βόλτα γύρω από την γωνία, στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Σκηνοθετημένο χλιαρά από τον John Rich το επεισόδιο δεν βγάζει πουθενά. Με εξίσου μισοεμπνευσμένο γράψιμο, το φινάλε βγαίνει τελείως ξεκάρφωτο, χωρίς να προσφέρει μια κάποια εξήγηση. Όχι από τα καλύτερα της σειράς. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 30, 2008 Author Share Posted October 30, 2008 “The Masks” Σενάριο: Rod Serling Σκηνοθεσία: Ida Lupino Από τον πέμπτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 20/03/1964. «Ο κύριος Τζέισον Φόστερ, ένας κουρασμένος αρχαίος που αυτό το συγκεκριμένο απόγευμα Καρναβαλιού θα αποχωριστεί τα εγκόσμια. Αλλά πριν την αναχώρηση του έχει να τακτοποιήσει κάποια πράγματα, κάποιες εκκρεμότητες να κλείσει, να ξεπληρώσει χρέη και να αποδώσει λίγη δικαιοσύνη. Βρισκόμαστε στη Νέα Ορλεάνη, καιρό Καρναβαλιού. Είναι επίσης η Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ξέροντας πως θα πεθάνει, ο Φόστερ καλεί τους κληρονόμους του, για τους οποίους δεν τρέφει καμία συμπάθεια, στην έπαυλη του για μια περίεργη καρναβαλική τελετή. Ένας Κέϊτζον έχει φτιάξει για εκείνον μια σειρά από γκροτέσκες μάσκες που αντανακλούν τον αληθινό ψυχισμό της οικογένειας του. Την γκρινιάρικη αυτολύπηση της κόρης του Έμιλης, την φιλαργυρία του γαμπρού του Γουίλφρεντ, την ματαιοδοξία της εγγονής του, επίσης Έμιλης, και την μπλαζέ σκληρότητα του εγγονού του Γουίλφρεντ Τζούνιορ. Ο Φόστερ απαιτεί να φορέσουν όλοι τις μάσκες τους μέχρι τα μεσάνυχτα, καθώς εκείνος θα φοράει μια νεκρική μάσκα. Εκείνοι αρνούνται μέχρι που τους πληροφορεί πως αν δεν υπακούσουν θα αποκληρωθούν. Η απληστία τους ξεπερνάει την ενόχληση τους και βάζουν όλοι τις μάσκες. Καθώς οι ώρες περνούν βασανιστικά αργά, παρακαλούν να τις βγάλουν αλλά ο Φόστερ είναι ακλόνητος. Μόλις το ρολόι χτυπάει μεσάνυχτα ο Φόστερ πεθαίνει. Καταχαρούμενοι που τον ξεφορτώθηκαν και κέρδισαν τα πλούτη του, οι οικογένεια βγάζει τις μάσκες και με φρίκη ανακαλύπτουν πως τα πρόσωπα τους έχουν πάρει τα παραμορφωμένα χαρακτηριστικά των μασκών. «Συμβάν Καρναβαλιού, με τέσσερις δραματικούς πρωταγωνιστές που ήρθαν για να γλεντήσουν και που απώλεσαν τις ταυτότητες τους. Και το έκαναν με γούστο. Τώρα φορούν τα πρόσωπα που καθρεπτίζουν το μέσα τους, και θα τα φορούν για το υπόλοιπο της ζωής τους, ζωής που θα βιωθεί στη σκιά. Ήταν η σημερινή ιστορία ανθρώπων, του μακάβριου και μασκών, από τη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το “Masks” είναι ένα επεισόδιο και καλογραμμένο αλλά και έξοχα σκηνοθετημένο από την μεγάλη ηθοποιό Ida Lupino, που την καθιστά την μόνη γυναίκα σκηνοθέτη της σειράς. Μεγάλο μέρος όμως της επιτυχίας του επεισοδίου οφείλεται στις ίδιες τις μάσκες, και το μέικ-απ των ηθοποιών από κάτω. Σχεδιασμένες από τον William Tuttle είναι αληθινά έργα τέχνης. Είναι γκροτέσκα που αντανακλούν επάξια τους χαρακτήρες που αντιπροσωπεύουν. Και ακόμα καλύτερα, έχουν μια ισχνή ομοιότητα και με τα πραγματικά πρόσωπα των ηθοποιών έτσι ώστε να φαντάζουν σαν αληθινά, διεφθαρμένα alter ego τους. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 31, 2008 Author Share Posted October 31, 2008 “The Chaser” Σενάριο: Robert Presnell Jr. Βασισμένο στο ομώνυμο διήγημα του John Collier Από τον πρώτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 13/05/1960. «Ο κύριος Ρότζερ Σάκλφορθ. Ηλικία: νεαρός εικοσάρης. Επάγγελμα: ερωτευμένος. Όχι απλά ερωτευμένος, αλλά τρελά, παθιασμένα, παράλογα, μίζερα, αρρωστημένα ερωτευμένος, με μια νεαρή κυρία που ονομάζεται Λίλα, η οποία έχει μια αμυδρή επίγνωση του προσώπου του και ακόμα λιγότερο ενδιαφέρον για το άτομο του. Σε λίγα λεπτά θα δείτε μια μεταστροφή, γιατί ο κύριος Ρότζερ Σάκλφορθ, ο νεαρός που είναι τόσο ερωτευμένος, θα πάρει ένα σύντομο αλλά ενδοσκοπικό ταξίδι στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Απελπισμένος να κερδίσει την αγάπη της Λίλας, ο Ρότζερ εξασφαλίζει ένα ελιξίριο έρωτα από έναν αινιγματικό καθηγητή που ονομάζεται Α. Ντέμον. Επισκεπτόμενος το διαμέρισμα της Λίλας, καταφέρνει να προσθέσει το ελιξίριο σε ένα ποτήρι σαμπάνιας. Το αποτέλεσμα είναι πετυχημένο, και με το παραπάνω. Μετά από έξι μήνες γάμου, ο Ρότζερ έχει αηδιάσει τόσο με την έντονη, αναγουλιαστική αφοσίωση της Λίλας που αποφασίζει να την ξεφορτωθεί τελειωτικά. Ξαναπηγαίνει στον καθηγητή και τον πληρώνει χίλια δολάρια για μια δόση από εγγυημένο δηλητήριο (το οποίο δεν αφήνει κανένα ίχνος, μυρωδιά, γεύση ή άλλο στοιχείο που μπορεί να ανιχνευτεί.) Στο σπίτι, χύνει το υγρό στη σαμπάνια της γυναίκας του. Μόλις όμως ακούει πως εκείνη είναι έγκυος, από την έκπληξη του πέφτει το ποτήρι και σπάει. Έξω στη βεράντα, ο καθηγητής Ντέμον κάθεται σε μια κουνιστή πολυθρόνα, καπνίζοντας ένα πούρο. Φυσάει έναν κύκλο καπνού σε σχήμα καρδιάς και εξαφανίζεται. «Ο κύριος Ρότζερ Σάκλφορθ, που ανακάλυψε κάπως αργά πως η αγάπη μπορεί να κολλάει σαν ένας κουβάς γεμάτος πίσσα και να κατατρώει όπως μια πυρκαγιά ένα καλύβι από μπαμπού. Μια περίπτωση ερωτιάρη που δεν έπρεπε να διασχίσει ποτέ τη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το μόνο χαρακτηριστικό του επεισοδίου αυτού είναι το ότι είναι το μοναδικό του πρώτου κύκλου που δεν γράφτηκε από τον Serling, τον Beaumont, ή τον Matheson. Βασισμένο σε ένα πολύ ανώτερο διήγημα, το σενάριο είχε προσαρμοστεί κυρίως για μια άλλη τηλεοπτική εκπομπή και είχε μεταδοθεί ζωντανά στο The Billy Rose Television Theatre το 1951. Η ιστορία του Collier είναι απλά ένας διάλογος ανάμεσα σε έναν νεαρό και έναν γέροντα, μέσα σε ένα λιτό δωμάτιο. Ο νεαρός έχει έρθει να αγοράσει ένα ελιξίριο. Ο άντρας του το πουλάει για ένα δολάριο, και του υπαινίσσεται πως σε λίγα χρόνια, όταν θα είναι πιο πλούσιος, σίγουρα θα επιστρέψει για κάποιο άλλο φαρμάκι, που θα έχει τιμή πέντε χιλιάδων δολαρίων. Μεγαλώνοντας το κομμάτι για την τηλεόραση, προστέθηκαν κάποιες σκηνές με τον νεαρό και το αντικείμενο του πόθου του, πριν και μετά το ελιξίριο της αγάπης. Αυτό κατά κάποιο τρόπο κάλυψε και ξενέρωσε τη δύναμη μιας πολύ πιο δυνατής βινιέτας. Η τελική σκηνή όμως με τον κύριο Ντέμον και τον καπνό σε σχήμα καρδιάς έχει την γοητεία του. Το 1991 γυρίστηκε σε remake για το Tales from the Crypt με πρωταγωνιστές τον Andrew McCarthy και την Mariel Hemingway. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 3, 2008 Author Share Posted November 3, 2008 “Steel” Σενάριο: Richard Matheson, βασισμένο σε ομότιτλο διήγημα του ίδιου Με τον Lee Marvin Από τον πέμπτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 04/10/1963. «Αθλητική ανταπόκριση, γύρω στα 1974: Ο Μαχόμενος Μάξο, Β2, βαρέων βαρών, συνοδευόμενο από τον μάνατζερ και χειριστή του, καταφθάνει στο Μέιναρντ του Κάνσας, για προγραμματισμένο αγώνα έξι γύρων. Ο Μαχόμενος Μάξο είναι ρομπότ, ή, για να είμαστε ακριβείς, ανδροειδές. Δηλαδή ένα αυτόματο που μοιάζει με άνθρωπο. Μόνο αυτά τα αυτόματα επιτρέπονται πλέον στο ρίνγκ, από τότε που η πυγμαχία απαγορεύτηκε δια παντός το 1968. Αυτή είναι λοιπόν μια ιστορία ενός αγώνα με έξι γύρους, πιο συγκεκριμένα η ιστορία ενός ανθρώπου που σε λίγο θα αντιμετωπίσει μια σκληρή αλήθεια: πως δεν υπάρχει νόμος που μπορεί να σβήσει την απανθρωπιά ή την απελπισμένη ανάγκη, ούτε το τυφλό, ζωώδες θάρρος. Τοποθεσία για την αντιμετώπιση της προαναφερθείσας αλήθειας, μια μικρή, καπνισμένη αρένα, σε αυτή τη πλευρά της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Ο Μαχόμενος Μάξο, ένα ξεπερασμένο μοντέλο Β2, χαλάει λίγο πριν τον αγώνα του με αντίπαλο ρομπότ. Απελπισμένος να βγάλει τα πέντε χιλιάδες δολάρια της συμμετοχής για να επιδιορθώσει τον Μάξο, ο μάνατζερ του, ο «Ατσάλινος» Κέλι (που του έχουν δώσει αυτό το παρατσούκλι γιατί ως πυγμάχος δεν είχε βγει ποτέ νοκ-άουτ) αποφασίζει να μεταμφιεστεί σαν ρομπότ στη θέση του Μάξο και να συγκρουστεί με το αντίπαλο Μέιναρντ Φλας, ένα ολοκαίνουργιο μοντέλο Β7. Αναμενόμενα, ο «Ατσαλένιος» γρονθοκοπείται άσχημα στον πρώτο γύρο αλλά η απάτη δεν αποκαλύπτεται. Τον πληρώνουν τα μισά λεφτά από αυτά που του υποσχέθηκαν, όχι πολλά, αλλά αρκετά για να καλύψουν τις απαιτούμενες επισκευές. «Πορτραίτο μιας χαμένης πλευράς, τρανή απόδειξη πως δεν μπορείς να νικήσεις τη μηχανή. Απόδειξη και για κάτι άλλο.. Ό,τι και να μας επιφυλάσσει το μέλλον, η ικανότητα του ανθρώπου να ανταποκρίνεται στις συνθήκες δεν θα αποτυχαίνει ποτέ. Η δυνητικότητα του για επιμονή και αισιοδοξία θα συνεχιστεί, όπως πάντα, για να ξεπερνάει σε αγώνα και ζωή όποια και όλες τις αλλαγές που φέρει η κοινωνία. Σας μεταφέρουμε επευφημίες και ομόφωνη κρίση υπέρ του, από την Ζώνη του Λυκόφωτος.» Αυτή είναι μια πιστή μεταφορά στη μικρή οθόνη του διηγήματος του Richard Matheson, από τον ίδιο. Τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1956, στο τεύχος του The Magazine of Fantasy and Science Fiction, και συμπεριλήφθηκε στη συλλογή The Shores of Space. Είναι το πιο αγαπημένο από τα τηλεοπτικά επεισόδια του συγγραφέα. Όπως και με άλλα του σενάρια, ο τίτλος του έχει δύο έννοιες. «Ατσαλένιος» είναι το παρατσούκλι του ήρωα, αλλά τέτοιος είναι και ο χαρακτήρας του. Ως Ατσαλένιος Κέλι, ο Lee Marvin βγάζει μια δυνατή και έντονη ερμηνεία. Ο συγγραφέας ήταν παρόν στις πρόβες των γυρισμάτων και εντυπωσιάστηκε με τον τρόπο που ο ηθοποιός προετοίμαζε τον εαυτό του ψυχολογικά για να μπει στο πετσί του ρόλου. Επίσης εντυπωσιακά είναι και τα δύο ρομπότ, ο Μαχόμενος Μάξο και ο Μέιναρντ Φλας, που τους ερμηνεύουν ηθοποιοί. Μεγάλοι και μυώδεις, δείχνουν ανθρώπινοι πλην των μηχανοκίνητων κινήσεων τους και τα τελείως ακίνητα πρόσωπα τους, με μαύρα, γυαλιστερά μάτια. Τα πρόσωπα των ρομπότ είχαν κατασκευαστεί από τον William Tuttle. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 4, 2008 Author Share Posted November 4, 2008 (edited) “Will The Real Martian Please Stand Up” Σενάριο: Rod Serling Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 26/05/1961. «Χειμωνιάτικη νύχτα Φεβρουαρίου, το παρόν. Η συνοχή των γεγονότων: τηλεφώνημα από τρομαγμένη γυναίκα αναφέρει την άφιξη αγνώστου ταυτότητας ιπτάμενου αντικειμένου, και η έρευνα των δύο ένστολων που μόλις παρακολουθήσατε να επιβεβαιώνουν το γεγονός, δεν φέρει άλλες αποδείξεις πέραν από κάποια ίχνη στο χιόνι που καταλήγουν σε ένα φαγάδικο. Έχετε ακούσει για την αναζήτηση βελόνας στα άχυρα; Μείνετε μαζί μας και θα πάρετε μέρος σε μια έρευνα που δεν ψάχνει εκείνη την βελόνα, αλλά κάτι ακόμα πιο δύσκολο. Πρέπει να ανακαλύψουν έναν Αριανό μέσα σε ένα εστιατόριο, και σε λίγο θα ψάχνετε μαζί τους, γιατί μόλις προσγειωθήκατε στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Οι αστυνόμοι Πέρι και Πάτζετ ακολουθούν ίχνη που ξεκινούν από μία παγωμένη λίμνη στην οποία ίσως έχει προσγειωθεί κάτι. Στο εστιατόριο συναντούν τον μάγειρα, έναν οδηγό λεωφορείου και επτά επιβάτες, όπου όλοι τους δείχνουν απόλυτα ανθρώπινοι. Το μόνο πρόβλημα είναι πως ο οδηγός είναι σίγουρος που οι επιβάτες του όταν ξεκίνησε ήταν έξι. Κάποιος δεν είναι αυτό που δείχνει. Δύο παντρεμένα ζευγάρια είναι αυτόματα εκτός υποψίας γιατί ο παραπανίσιος επιβάτης είναι ένας. Αυτό αφήνει τρεις υποψήφιους: έναν νευρικό, μεσήλικα επιχειρηματία, που είναι ανυπόμονος να φτάσει στη Βοστώνη για ένα μίτινγκ, μια ελκυστική, επαγγελματία χορεύτρια που δεν έχει ταυτότητα, και έναν εκκεντρικό, μισότρελο γέρο. Οι αστυνόμοι προσπαθούν όσο μπορούν να μειώσουν τους υπόπτους όταν αρχίζει ξαφνικά το τζουκ-μποξ να παίζει από μόνο του, να αναβοσβήνουν τα φώτα, και αντικείμενα στα τραπέζια να αναποδογυρίζουν ανεξήγητα. Εκείνη τη στιγμή έρχεται ένα τηλεφώνημα από τον νομαρχιακό μηχανικό που τους ανακοινώνει πως η γέφυρα που κινδύνευε με κατάρρευση, και που τους είχε αποκλεισμένους, είναι τώρα ασφαλής. Το λεωφορείο μπορεί να συνεχίσει τον δρόμο του. Διστακτικά, οι αστυνόμοι τους αφήνουν να φύγουν. Οι επιβάτες ανεβαίνουν στο λεωφορείο και φεύγουν με την συνοδεία του περιπολικού. Λίγο αργότερα, ο επιχειρηματίας επιστρέφει στο εστιατόριο. Η γέφυρα τελικά δεν ήταν ασφαλής. Κατέρρευσε μαζί με λεωφορείο και περιπολικό και είναι όλοι τους νεκροί. Το τηλεφώνημα που δέχτηκαν ήταν μια ψευδαίσθηση που δημιούργησε ο Αριανός, που είναι ο επιχειρηματίας. Είναι ένας ανιχνευτής για μια μεγαλύτερη δύναμη εισβολής που είναι καθ’οδόν. Πίνει φιλάρεσκα ένα φλιτζάνι καφέ και καπνίζει ένα τσιγάρο, χρησιμοποιώντας και τα τρία του χέρια. Αλλά ο ιδιοκτήτης του φαγάδικου του έχει μια έκπληξη. Είναι Αφροδισιανός, και πληροφορεί τον Αριανό πως οι δυνάμεις της Αφροδίτης έχουν εξολοθρεύσει εκείνες των Αριανών. Η Αφροδίτη έχει τα δικά της σχέδια για την Γη. Χαμογελώντας πλατιά βγάζει τον σκούφο του, αποκαλύπτοντας ένα τρίτο μάτι στο μέτωπο. «Συμβάν σε ένα μικρό νησί, το πιστεύετε ή όχι. Αν όμως κάποιος γκρινιάρης επιχειρηματίας ονόματι Ρος, ή ένας καλοπροαίρετος μάγειρας που ξέρει πώς να χειρίζεται την κουτάλα, εμφανιστούν ξαφνικά μπροστά σας, καλύτερα να τους σφίξετε το χέρι, μάλλον και τα τρία, ή να τσεκάρετε το χρώμα των ματιών τους, και τα τρία. Αυτοί οι κύριοι μπορεί να προσπαθήσουν να σας πάρουν μαζί τους…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Σε μια ιστορία που ο Serling έγραψε τον Οκτώβριο του 1958, με τίτλο The Night of the Big Rain, έθεσε τα βασικά αυτού του επεισοδίου με μια μεγάλη διαφορά. Ο εξωγήινος τελικά αποδεικνύεται ένα αδέσποτο σκυλί που ο μάγειρας είχε πάρει μέσα στο εστιατόριο. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Serling ξαναδούλεψε την ιδέα και έγραψε το σενάριο με τίτλο “Nobody Here But Us Martians”. Αυτή τη φορά φάνηκε δίκαιος προς τις προσδοκίες των θεατών φανερώνοντας έναν από τους επιβάτες ως Αριανό. Αυτό δεν τον εμπόδισε βέβαια να προσθέσει και μια τελική ανατροπή. Η σκηνοθεσία του Montgomery Pittman έβγαλε ένα πολύ ψυχαγωγικό και αξιομνημόνευτο επεισόδιο. Ο μεγάλος καρατερίστας του Χόλυγουντ Jack Elam (τον ξέρετε από πολλά western και τον γιατρό με την σύριγγα στο Canonball Run) παίζει έξοχα τον τρελό, με πολλές αστείες ατάκες. Για το εφέ του Αριανού με τα τρία χέρια, κάποιος κρύφτηκε από πίσω, μέσα στο παλτό του ηθοποιού John Hoyt, δανείζοντας το τρίτο χέρι. Χρειάστηκαν αρκετές πρόβες για να δώσουν την αψεγάδιαστη, φυσική κίνηση που βλέπετε στην οθόνη. Το μόνο που απογοητεύει κάπως είναι το τρίτο μάτι του Αφροδισιανού που δεν είναι και τόσο σπουδαίο για να γίνει απόλυτα πιστευτό. Η αφεντιά μου βρήκα το σενάριο του επεισοδίου στο ίντερνετ και το προσάρμοσα σε ελληνική μετάφραση ως θεατρικό έργο. Το έχω ποστάρει στην Βιβλιοθήκη του φόρουμ με τον τίτλο «Παρακαλώ, ο Αληθινός Αριανός να Σηκώσει το Χέρι του» και θα το βρείτε εδώ. Edited November 4, 2008 by DinoHajiyorgi 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 7, 2008 Author Share Posted November 7, 2008 “Mr. Denton On Doomsday” Σενάριο: Rod Serling Με τους Martin Landau, Doug McClure Από τον πρώτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 16/10/1959. «Πορτραίτο του μέθυσου της πόλης, Αλ Ντέντον. Αυτός είναι ένας άνθρωπος που ξεκίνησε τον θάνατο του νωρίς, μια μακριά, αγωνιώδη πορεία μέσα από έναν λαβύρινθο από μπουκάλια.. Ο Αλ Ντέντον, που θα έδινε το δεξί του χέρι, ή κομμάτι της ψυχής του, για μια δεύτερη ευκαιρία, να μπορέσει να σταθεί όρθιος, να τινάξει την βρώμα από πάνω του και να διώξει τους εφιάλτες από την συνείδηση του. (Εικόνα του Χένρι Φέιτ) Σύμφωνα με τους καιρούς, αυτός εδώ είναι ένας πλασιέ. Ένας καλοντυμένος μικρός κύριος σε μαύρο σμόκιν. (Ένα εξάσφαιρο εμφανίζεται δίπλα στον Ντέντον) Κι αυτός είναι ο τρίτος πρωταγωνιστής της ιστορίας μας. Ο σκοπός του: Ίσως δώσει στον κύριο Ντέντον την δεύτερη του ευκαιρία,» Η τοποθεσία είναι η παλιά άγρια δύση. Ο Αλ Ντέντον, ένας πιστολάς που τον έτρεμαν κάποτε, τώρα ο μέθυσος της πόλης, αναγκάζεται να αναμετρηθεί με έναν σαδιστικό νταή, τον Χόταλινγκ. Την ίδια ακριβώς μέρα, ο Χένρι Φέιτ φτάνει στην πόλη. Κατά κάποιο τρόπο, ένα βλέμμα του Φέιτ δίνει στο χέρι του Ντέντον νέα ζωή και ο μέθυσος καταφέρνει δύο εύστοχες βολές, αφοπλίζοντας τον βασανιστή του και κερδίζοντας τον σεβασμό των πολιτών. Με ανανεωμένη την αξιοπρέπεια του, ορκίζεται να σταματήσει το πιοτό. Αλλά σύντομα βρίσκει τον εαυτό του στην ίδια φάκα που τον είχε οδηγήσει εξαρχής στο αλκοόλ. Η καινούργια του φήμη έχει σαν αποτέλεσμα να τον προκαλέσει σε μονομαχία ένας νεαρός, ανερχόμενος πιστολάς. Επίσης, ο Ντέντον ανακαλύπτει πως η θαυματουργή ικανότητα του στο πιστόλι έχει εξαφανιστεί. Απελπισμένος, αγοράζει ένα ελιξίριο από τον Φέιτ, εγγυημένο να του χαρίσει δέκα δευτερόλεπτα από θανατηφόρα ευστοχία. Την στιγμή που ο αντίπαλος του μπαίνει στο σαλούν, ο Ντέντον πίνει το ελιξίριο και βλέπει τον άλλο…να κάνει ακριβώς το ίδιο! Και οι δύο πυροβολούν ταυτόχρονα, πετυχαίνοντας ο ένας το χέρι του άλλου, αποκτώντας και οι δύο ένα τραύμα που δεν θα τους επιτρέψει ποτέ ξανά να τραβήξουν όπλο. Ο Ντέντον, ελεύθερος από το να χρειάζεται πια να αντιμετωπίσει πιστολάδες, λέει στον αντίπαλο του πως έχουν ευλογηθεί και οι δυό τους. «Ο κύριος Χένρι Φέιτ, εμποράκος αντικειμένων, κατσαρολικών και τηγανιών, αλοιφών και ελιξιρίων. Ένας παράξενος ανθρωπάκος με σμόκιν που μπορεί να βοηθήσει κάποιον να βγει από έναν λάκκο, ή να εμποδίσει έναν άλλο από το να πέσει μέσα. Γιατί αυτά είναι τα έργα του κυρίου Φέιτ, στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Με το “Mr. Denton On Doomsday” ο Serling έγραψε μια δυνατή, συγκινητική ιστορία φαντασίας. Πολλοί σεναριογράφοι του Λυκόφωτος θα συνέχιζαν τη συνταγή σε επόμενα επεισόδια, εκείνης του ατόμου που κερδίζει μαγικά μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Στον ρόλο του Ντέντον διάλεξαν τον Dan Duryea, ο οποίος μέχρι τότε ήταν γνωστός από ρόλους γλοιώδη κακού. Εδώ είχε την ευκαιρία να παίξει τον συμπαθή ήρωα και έδωσε μια ερμηνεία σοφίας, δύναμης και ταπεινότητας (και αληθοφάνειας – ο Ντέντον δείχνει πραγματικά σαν κάποιος που βρίσκεται στον πάτο του βαρελιού.) O Dan Duryea Και φυσικά δύο υπέροχοι κακοί, ο Martin Landau σε ρόλο σαδιστή νταή, και ένας πολύ νεαρός Doug McClure στον ρόλο του αστόχαστου, ανερχόμενου πιστολά. Η σκηνοθεσία του Allen Reisner οδήγησε τις πράξεις μακριά από τα στερεότυπα και τα κλισέ, αναδεικνύοντας έτσι το σενάριο του Serling. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 10, 2008 Author Share Posted November 10, 2008 “The Last Night Of A Jockey” Σενάριο: Rod Serling Με τον Mickey Rooney Από τον πέμπτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 25/10/1963. «Το όνομα είναι Γκρέιντι, πέντε πόδια κοντός με καλσόν και μπότες, μια κάπως παραμορφωμένη εξαίρεση των καλών ανθρώπων που τρέχουν άλογα. Είναι ένα από τα σάπια μήλα, χτυπημένο και κιτρινισμένο μέσα στη βρώμα, ένας κοντός άνθρωπος με κοντόφθαλμη μνήμη που έχει ξεχάσει πως δούλευε στο σπορ των βασιλέων που βοήθησε ο ίδιος να μετατρέψει σε βόθρο, παρέα με δίποδα ζώα που σύχναζαν σε αθλητικές αναμετρήσεις από την εποχή του Κολοσσαίου. Είναι ο Γκρέιντι λοιπόν, την τελευταία του νύχτα σαν τζόκεϊ. Πίσω του βρίσκονται οι πιο σημαντικοί ιππόδρομοι της πολιτείας. Ερχόμενος στην τελική ευθεία, καλπάζει τώρα προς – τη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Έχοντας αποκλειστεί από τις ιπποδρομίες για περίπτωση ντοπαρίσματος αλόγων, ο Γκρέιντι κάθεται μόνος του στο ακατάστατο δωμάτιο του, αναλογιζόμενος την καταστροφή της καριέρας και της ζωής του. Το μόνο που ήθελε στη ζωή του ήταν να τον σέβονται. Ξαφνικά, αρχίζει να του μιλάει μια σαρδόνια εσωτερική φωνή. Εκείνος προσπαθεί να δικαιολογήσει τις πράξεις του, η φωνή όμως ξέρει καλύτερα. Προσφέρει στον Γκρέιντι μια ευκαιρία να αλλάξει την ζωή του με μια τελική ευχή. Ο Γκρέιντι δεν χρειάζεται να το σκεφτεί πολύ. Ζητάει να γίνει μεγάλος. Όταν ξυπνάει μετά από έναν υπνάκο, ανακαλύπτει πως η ευχή του εισακούστηκε. Είναι πάνω από οκτώ πόδια ψηλός. Εκστατικός, καλεί την πρώην φιλενάδα του για να της πει τα νέα του, και για να αποδείξει στη φωνή πως το μέγεθος μετράει. Εκείνη τον απορρίπτει, ο Γκρέιντι όμως εμμένει στην άποψη του. Καυχιέται πως μπορεί να βρει πολλές κοπέλες που θα εκτιμήσουν το ύψος του. Η φωνή κριτικάρει τον Γκρέιντι για την χαζή και φτηνή του ευχή. Θα μπορούσε να ζητήσει να νικήσει σε ένα ντέρμπι ή να διεκπεραιώσει μια ηρωική πράξη, αλλά αντί γι αυτά, ζήτησε να γίνει «μεγάλος». Ο Γκρέιντι συνεχίζει να υπερασπίζεται την επιλογή του. Ξαφνικά λαβαίνει ένα τηλεφώνημα από την ομοσπονδία ιπποδρομιών που τον πληροφορούν πως του δόθηκε άλλη μια ευκαιρία, να ιππεύσει ξανά. Τότε αντιλαμβάνεται πως έχει συνεχίσει να μεγαλώνει, σε τέτοιο ύψος που δεν υπάρχει πιθανότητα να γίνει ξανά τζόκεϊ. Όχι μόνο δεν μπορεί να ανέβει σε άλογο, χωράει με δυσκολία στο ίδιο του το δωμάτιο. Ο Γκρέιντι αρχίζει να γκρεμίζει τα έπιπλα και παρακαλάει την φωνή να τον κάνει πάλι μικρό. Και η φωνή απαντάει “Είσαι μικρός κύριε Γκρέιντι. Κάθε φορά που κέρδιζες έναν τίμιο αγώνα, τότε ήσουν γίγαντας. Ενώ τώρα, είσαι τόσο μικρός που μικρότερος δεν γίνεσαι.” «Το όνομα είναι Γκρέιντι, δέκα πόδια ψηλός, μια κάπως παραμορφωμένη εξαίρεση των καλών ανθρώπων που τρέχουν άλογα. Δυστυχώς για τον κύριο Γκρέιντι, έμαθε πολύ αργά πως δεν μετράς το μέγεθος με χάρακα, δεν αντιλαμβάνεσαι ύψος με μεζούρα και δεν κρίνεις ποτέ έναν άντρα από το πόσο ψηλός δείχνει στον καθρέπτη. Ο γίγαντας φαίνεται στις πράξεις. Μπορείτε να βάλετε το στοίχημα σας πάνω σε αυτό, στο ταμείο της Ζώνης του Λυκόφωτος.» Ο Mickey Rooney κουβαλάει ολόκληρο το επεισόδιο στους ώμους του, ένας ερμηνευτικός δυναμίτης. Ως Γκρέιντι ξεσπάει σε μια πληθώρα ανθρώπινων συναισθημάτων, από οργή σε θλίψη, από θλίψη σε αυτοαπέχθεια, χωρίς να χάνει ποτέ το μέτρο ή την αξιοπιστία του χαρακτήρα που παίζει. Το σενάριο του Serling έχει ένταση αλλά και κατανόηση προς τον ήρωα της ιστορίας, είναι όμως το παίξιμο του Rooney που το κάνει αξιομνημόνευτο. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 12, 2008 Author Share Posted November 12, 2008 “Mr. Dingle, The Strong” Σενάριο: Rod Serling Με τον Burgess Meredith Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 03/03/1961. «Ένας μοναδικός αμερικάνικος θεσμός, γνωστός και ως μπαρ της γειτονιάς. Βλέπετε από αριστερά προς δεξιά, τον κύριο Άντονι Ο’Τουλ, ιδιοκτήτη, που νερώνει τα ποτά του σα να ήταν λουλούδια, τον κύριο Τζόζεφ Κάλαχαν, έναν μπούκι στοιχημάτων, που όλη του η ζωή είναι ένα αθλητικό ματς, έναν πολύ νευρικό κύριο που είναι ο κάθε ανώνυμος παίκτης στοιχημάτων που έχασε ποτέ το νοίκι του στα άλογα ή στο πόκερ και που έβγαλε το άχτι του σε όποιον άτυχο βρέθηκε να κάθεται δίπλα του στο μπαρ. Και αυτός είναι ο κύριος Λούθερ Ντινγκλ, ένας πλασιέ ηλεκτρικών σκουπών του οποίου ο τζίρος είναι όσο κι ενός παρκαδόρου σε μάζωξη αστέγων. Είναι ο απόλυτος εκπρόσωπος της αποτυχίας σχεδόν στα πάντα και μαγνήτης κάθε είδους κακοβουλίας. Και οι δύο αόρατοι κύριοι είναι επισκέπτες από το διάστημα. Ετοιμάζονται να αλλάξουν το πεπρωμένο του Λούθερ Ντινγκλ αφήνοντας του ένα κληροδότημα, από εκείνα που δύσκολα βρίσκεις κανείς πια. Σε μόλις λίγες στιγμές, ένας θλιβερός σάκος του μποξ που έχασε κάθε ευκαιρία στη ζωή θα πάρει ένα μικρό διάλειμμα από τα συνηθισμένα και θα βρεθεί σε μια αναπάντεχη γωνία που εμείς αποκαλούμε Ζώνη του Λυκόφωτος.» Δοκιμάζοντας ένα πείραμα, δύο Αριανοί (δύο κεφάλια, ένα σώμα) δίνουν στον Ντινγκλ δύναμη τριακοσίων ανδρών. Ανακαλύπτοντας την νέα του ικανότητα, ο Ντινγκλ εκτελεί διάφορους άθλους, σηκώνοντας ένα άγαλμα, σπάζοντας βράχους στα δύο κλπ, και τραβάει την προσοχή των εφημερίδων και του κόσμου. Στο μπαρ, ετοιμάζεται να εκτελέσει έναν καταπληκτικό άθλο όχι μόνο για τους παρευρισκόμενους αλλά και για το ζωντανό τηλεοπτικό κοινό. Θα σηκώσει ολόκληρο το κτίριο που στεγάζει το μπαρ. Εκείνη την στιγμή, οι Αριανοί, αηδιασμένοι από την χαζή συμπεριφορά του Ντινγκλ, του αφαιρούν τις δυνάμεις. Αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στους κομπασμούς του, ο Ντινγκλ γελοιοποιείται μπροστά σε όλον τον κόσμο. Καθώς οι Αριανοί βγαίνουν από το μπαρ, συναντούν δύο Αφροδισιανούς που ψάχνουν έναν γήινο για να του δώσουν υπέρτατη εξυπνάδα, χάριν κάποιου πειράματος. Οι Αριανοί τους προτείνουν τον Ντινγκλ. Οι Αφροδισιανοί τον χτυπούν με μία ακτίνα αυξάνοντας την νοητική του ικανότητα κατά τριακόσιες φορές. Και πάμε ξανά από την αρχή. «Έξοδος για τον κύριο Λούθερ Ντινγκλ, πρώην πλασιέ ηλεκτρικών σκουπών, πρώην δυνατότερου άνθρωπου στη Γη, και τώρα γίγαντα της διανόησης. Αυτές οι τελευταίες δυνάμεις θα αφαιρεθούν λίαν συντόμως, αλλά ο κύριος Ντινγκλ έχει μια κάποια γοητεία στους εξωγήινους πειραματιστές και προς τους αμετανόητους τζογαδόρους με τάση να χάνουν. Θα μαντεύαμε πως τον περιμένουν πολλές περίεργες καταστάσεις, κυρίως γιατί υπάρχουν τόσοι πολλοί κατοικημένοι πλανήτες που στέλνουν παρατηρητές, και γιατί ο κύριος Ντινγκλ ζει με το ένα πόδι πάνω στην μπανανόφλουδα και το άλλο στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ένα χρόνο πριν από την προβολή του επεισοδίου, σε ένα άρθρο για την Ζώνη του Λυκόφωτος, ένας ρεπόρτερ αναφερόμενος στο “Mr. Denton on Doomsday” έγραψε από λάθος το όνομα του ήρωα ως “Mr. Dingle”. Το όνομα μάλλον άρεσε στον Serling, ο οποίος έγραψε το παρόν σενάριο. Αφαίρεσε από τους χαρακτήρες του κάθε ίχνος ευαισθησίας για να δημιουργήσει αυτή την κάπως κάφρικη κωμωδία. Ο κύριος Ντινγκλ λοιπόν είναι ένας αδύναμος χαρακτήρας που καταλήγει του κλότσου και του μπάτσου του οποιουδήποτε. Οι εξωγήινοι είναι ίσως γραφικοί, κερδίζουν όμως τις εντυπώσεις και δεν τους ξεχνάς εύκολα. Υπάρχουν και τα ειδικά εφέ με τους άθλους του Ντινγκλ, ανάμεσα τους να λιώνει το ξυπνητήρι του προσπαθώντας να το σταματήσει, να σηκώνει μια γυναίκα μαζί με το παγκάκι στο οποίο κάθεται, να ξεκολλάει ένα άγαλμα από την βάση του, να σπάει βράχους ή να σχίζει έναν τηλεφωνικό οδηγό στα δύο. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 17, 2008 Author Share Posted November 17, 2008 “Third From The Sun” Σενάριο: Rod Serling Βασισμένο στο ομότιτλο διήγημα του Richard Matheson Από τον πρώτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 08/01/1960 «5:30 μ.μ. Τέλος βάρδιας στο εργοστάσιο. Ώρα για δείπνο. Ώρα για οικογένειες. Ώρα για ένα δροσερό ποτό στην βεράντα. Ώρα για το θρόισμα των φύλλων σε δέντρα που κρύβουν το φεγγάρι. Και στο περιθώριο, πίσω από τα βλέμματα των αντρών, κρεμάμενος αόρατος πάνω από την καλοκαιρινή νύχτα, είναι ένας τρόμος χωρίς λέξεις. Γιατί αυτή είναι η σιγαλιά πριν την καταιγίδα. Αυτή είναι η παραμονή του τέλους.» Ο επιστήμονας Γουίλιαμ Στούρκα, σίγουρος πως όπου να’ναι θα ξεσπάσει ένας παγκόσμιος πυρηνικός πόλεμος, μαζί με τον πιλότο δοκιμών Τζέρι Ράιντεν, σχεδιάζει να κλέψει ένα πειραματικό διαστημόπλοιο και να δραπετεύσει με τις οικογένειες τους σε έναν πλανήτη έντεκα εκατομμύρια μίλια μακριά. Ένας γλοιώδης υπάλληλος της κυβέρνησης, ο Κάρλινγκ, σχεδόν καταφέρνει να τους εμποδίσει, εκείνοι όμως υπερισχύουν, επιβιβάζονται στο διαστημόπλοιο και απογειώνονται. Ενώ ταξιδεύουν στο διάστημα, αναρωτιούνται πως θα είναι ο καινούργιος τους πλανήτης. Από λήψεις ραδιοφωνικών σημάτων ξέρουν πως κατοικείται από ανθρώπους σαν τους ίδιους, και πως ονομάζεται…Γη! «Πίσω από ένα μικρό σκάφος που ταξιδεύει στο διάστημα είναι ένας καταδικασμένος πλανήτης στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Μπροστά περιμένει ένα μέρος που αποκαλείται Γη, ο τρίτος πλανήτης από την Ήλιο. Και για τον Γουίλιαμ Στούρκα και τους ανθρώπους που είναι μαζί του, είναι η παραμονή της αρχής…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ο Serling προσάρμοσε το διήγημα του Richard Matheson σε σενάριο κρατώντας τον τίτλο και την βασική πλοκή. Υπάρχει μια εμφανέστατη επιστημονική ανακρίβεια στην ιστορία αυτού του επεισοδίου. Ο επιστήμονας αναφέρει πως η απόσταση του πλανήτη του από την Γη είναι 11 εκατομμύρια μίλια. Αν πάρουμε υπ’όψη πως ο Άρης είναι ο κοντινότερος μας γείτονας στα 34.600.000 μίλια (στην πιο κοντινή του τροχιά), τότε είτε οι αστρονόμοι πάσχουν από μυωπία ή ο Serling πιάστηκε αδιάβαστος. Ο σκηνοθέτης Richard L. Bare για να πουλήσει την ανατροπή στο τέλος, γύρισε το επεισόδιο χρησιμοποιώντας ασυνήθιστους φακούς και περίεργες γωνίες λήψης. Με την κάμερα λίγο στραβή ή με οπτική από τα χαμηλά επιχείρησε να δώσει στον θεατή μια περίεργη αίσθηση ανασφάλειας, έτσι ώστε να νιώσει πως δεν βρισκόταν στον γνωστό του κόσμο, στη Γη. Το πειραματικό διαστημόπλοιο που βλέπουμε στο επεισόδιο είναι η ίδια μακέτα που είχε χρησιμοποιηθεί και στην κλασσική ταινία του 1956 The Forbidden Planet της MGM. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 24, 2008 Author Share Posted November 24, 2008 “The Mirror” Σενάριο: Rod Serling Με τον Peter Falk Από τον τρίτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 20/10/1961. «Αυτό είναι το πρόσωπο του Ράμος Κλεμέντε, πριν ένα χρόνο ένας αμούστακος, ανώνυμος εργάτης της γης που πάσχιζε πίσω από ένα μουλάρι, οργώνοντας το χωράφι κάποιου άλλου. Και κοίταζε ψηλά στον καυτό Νοτιοαμερικάνικο ήλιο δίνοντας υποσχέσεις για το ακατόρθωτο. Έδωσε όρκο πως θα οδηγούσε έναν εκδικητικό στρατό κατά μιας τυραννίας που έβαλε τον πόνο στην πλάτη του και την αγωνία στο βλέμμα του, και τώρα, ένα χρόνο μετά το όνειρο του ακατόρθωτου έγινε γεγονός. Σε πολύ λίγο θα κοιτάξουμε βαθιά μέσα σε αυτόν τον καθρέπτη και θα δούμε τα υπολείμματα μιας επανάστασης…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Αφού κερδίζει την εξουσία, ο Κλεμέντε μαθαίνει από τον Στρατηγό ΝτεΚρουζ, τον αποκαθηλωμένο τύραννο, πως στο γραφείο του έχει έναν μαγικό καθρέπτη που αποκαλύπτει στον ιδιοκτήτη του το πρόσωπο του φονιά του. Κοιτάζοντας μέσα, ο Κλεμέντε βλέπει τους συμπολεμιστές του να τον πλησιάζουν με αυτόματα, μαχαίρια και δηλητήριο. Τους σκοτώνει όλους αλλά αυτό δεν του χαρίζει καμία αίσθηση ασφάλειας. Όταν ένα ιερέας του λέει πως ο λαός έχει φρίξει με τις ατελείωτες εκτελέσεις που έχει διατάξει, ο Κλεμέντε απαντάει πως δεν τον απασχολεί ο λαός, πως βλέπει παντού επίδοξους φονιάδες και πως φοβάται. Ο ιερέας του λέει πως οι τύραννοι έχουν μόνο έναν αληθινό εχθρό, αυτόν που δεν αναγνωρίζουν μέχρι να είναι πλέον πολύ αργά. Ο ιερέας φεύγει. Μόνος του, ο Κλεμέντε βλέπει την αντανάκλαση του στον καθρέπτη, τον σπάει και αυτοκτονεί. Ο ιερέας, ακούγοντας τον πυροβολισμό έρχεται μέσα τρεχάτος. «Ο τελευταίος φονιάς» λέει, «Και δεν λένε να μάθουν ποτέ.» «Ράμος Κλεμέντε, κατά φαντασία θεός, πνιγμένος από μια ψευδαίσθηση, από ένα ψεύτικο όραμα που κρέμεται από τον ουρανό μπροστά στα μάτια φιλόδοξων αντρών, τύραννοι όλοι τους…και κάθε ομοιότητα με τύραννους ζωντανούς ή νεκρούς είναι κάθε άλλο παρά συμπτωματική, είτε εδώ ή στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Το «κάθε ομοιότητα με τύραννους ζωντανούς ή νεκρούς» στον τελικό επίλογο του “Mirror” είναι ξεκάθαρη αναφορά προς τον Φιντέλ Κάστρο, τον οποίο ο Falk, ως Κλεμέντε, έχει μακιγιαριστεί για να του μοιάζει. Αυτή δυστυχώς, δεν είναι μια από τις καλύτερες στιγμές του ηθοποιού. Φωνασκεί, κάνει γκριμάτσες και δίνει μια τελείως επιδερμική απεικόνιση του χαρακτήρα του. «Αυτή ήταν η εντύπωση που είχαμε για τον Κάστρο εκείνη την εποχή» λέει ο παραγωγός Buck Houghton. Ο παγωμένος αέρας του Ψυχρού Πολέμου φυσάει σε αυτό το μονόπλευρο επεισόδιο, και αδικεί τον Κάστρο ανταποκρινόμενο στις προκαταλήψεις του κοινού για το οποίο προβλήθηκε. Ακόμα και ο Houghton παραδέχεται πως τότε είχαν μια πολύ απλοϊκή εικόνα του Κουβανού ηγέτη. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted November 29, 2008 Author Share Posted November 29, 2008 “Shadow Play” Σενάριο: Charles Beaumont Με τον Dennis Weaver Από τον δεύτερο κύκλο. Προβλήθηκε στις 05/05/1961. «Άνταμ Γκραντ, ένας κοινός άνθρωπος που βρέθηκε ένοχος για φόνο και καταδικάστηκε στην ηλεκτρική καρέκλα. Σαν κάθε άλλον εγκληματία πιασμένο στα γρανάζια της δικαιοσύνης, φοβάται, φοβάται μέχρι το μεδούλι. Αλλά δεν είναι η φυλακή που τον τρομάζει, ούτε οι μακριές, σιωπηλές νύχτες της αναμονής, ή τα αργά βήματα προς το μικρό δωμάτιο. Ούτε καν ο ίδιος ο θάνατος. Είναι κάτι άλλο που έχει τον Άνταμ Γκράντ μέσα στη καυτή μέγγενη του φόβου, κάτι πολύ πιο χειρότερο από οποιαδήποτε τιμωρία θα είχε να του δώσει ο κόσμος. Κάτι… που βρίσκεται μόνο στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Αυτό που τρομάζει τον Γκραντ είναι η σιγουριά του πως όλα αυτά είναι ένα όνειρο που βλέπει, ένας επαναλαμβανόμενος εφιάλτης που τον αναγκάζει κάθε βράδυ να ξυπνάει ουρλιάζοντας. Ο Εισαγγελέας Ρίτσι το αποκλείει, χαρακτηρίζοντας την ιδέα γελοία, αλλά ο φίλος του, ο Πολ Κάρσον, ένας συντάκτης εφημερίδας, δεν είναι τόσο σίγουρος – και είναι τρομοκρατημένος πως όταν ο Γκραντ εκτελεστεί θα πάψουν να υπάρχουν όλοι τους. Ο Κάρσον πείθει τον Ρίτσι να επισκεφθεί τον Γκραντ στο κελί του, αλλά ο Ρίτσι δεν πείθεται από το γεγονός πως ο Γκραντ περίμενε την άφιξη του, ούτε που ο Γκραντ ξέρει κάθε λέξη που έχει να πει ο Ρίτσι πριν την πει. Ο Γκραντ προσφέρεται να αποδείξει πως όλος ο κόσμος είναι δική του επινόηση. Όταν ο Ρίτσι επιστρέφει σπίτι του ανακαλύπτει πως η μπριζόλα που είχε βάλει η γυναίκα του στον φούρνο έχει αλλάξει σε ρολό, και πάλι όμως αρνείται τους ισχυρισμούς του κατάδικου. Καθώς πλησιάζουν τα μεσάνυχτα, ο Κάρσον τον παρακαλάει να τηλεφωνήσουν στον κυβερνήτη για μια αναβολή της εκτέλεσης, χρησιμοποιώντας το επιχείρημα πως ο Γκραντ είναι διανοητικά ταραγμένος. Με μισή καρδιά ο Ρίτσι σηκώνει το ακουστικό. Είναι όμως πολύ αργά. Μόλις κατεβαίνει ο μοχλός της ηλεκτρικής καρέκλας, ο Ρίτσι και ο Κάρσον εξαφανίζονται, και κάθε τι άλλο στον κόσμο τους. Για μια στιγμή επικρατεί το σκοτάδι. Ξαφνικά, ο Γκραντ είναι πάλι στην αίθουσα του δικαστηρίου και ακούει την ποινή του. Κάποιοι από τους χαρακτήρες που είδαμε πριν είναι πάλι γύρω του αλλά έχουν άλλους ρόλους. Το σενάριο όμως είναι το ίδιο, και ο εφιάλτης ξεκινά πάλι από την αρχή. «Ξέρουμε πως ένα όνειρο μπορεί να είναι πραγματικό, ποιος όμως θα σκεφτόταν ποτέ πως η πραγματικότητα μπορούσε να είναι όνειρο; Υπάρχουμε βέβαια, αλλά πως, με ποιο τρόπο; Είμαστε όπως πιστεύουμε ανθρώπινα όντα με σάρκα και οστά ή είμαστε απλώς τα κομμάτια στον πυρετώδη εφιάλτη κάποιου άλλου; Σκεφτείτε το, και μετά ρωτήστε τον εαυτό σας, ζείτε εδώ, σε αυτή τη χώρα, σε αυτόν τον κόσμο, ή αντ’αυτού ζείτε…στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ο Charles Beaumont εξερευνά εδώ τα σκοτεινά μονοπάτια του υποσυνείδητου. Αν και καταπιάνεται με στερεότυπα, το επεισόδιο έχει αγωνία. Θα καταφέρει ο Άνταμ Γκραντ να πείσει τον εισαγγελέα πως όλα αυτά είναι ένα όνειρο ή θα καταλήξει στην καρέκλα; Ο Dennis Weaver, που μέχρι τότε ήταν γνωστός για τον ρόλο του κουτσού βοηθού του σερίφη στο Gunsmoke, εδώ δίνει μια έντονη και πολύπλευρη ερμηνεία.(Είχε αργότερα τον ρόλο του οδηγού στην ταινία του Spielberg, Duel.) Ο σκηνοθέτης John Brahm ήταν καλή επιλογή ως βετεράνος της σειράς Alfred Hitchcock Presents. Υπάρχει και μια σκηνή αρκετά Χιτσκοκική: Ο Γκραντ περιγράφει σε έναν συγκρατούμενο του την πορεία προς την ηλεκτρική καρέκλα. Κλείνει τον μονόλογο του με τα εξής λόγια. «Μετά σου βάζουν την μάσκα. Είναι νωπή, μυρίζει σαν παλιός καναπές. Μετά περιμένεις, κάθε σου μυς τεντωμένος, έτοιμος να σπάσει. Σε ένα δευτερόλεπτο, ένα δευτερόλεπτο και…σχεδόν το ακούς. Κατεβάζουν τον μοχλό…» Η εικόνα κόβεται απότομα και βλέπουμε σε κοντινό το ρολό που τσιτσιρίζει στο ταψί όπως το βγάζει από τον φούρνο η γυναίκα του εισαγγελέα. Πετυχημένο, μαύρο χιούμορ. Επίσης, η ιστορία βάζει τον θεατή και σε μία διαδικασία σκέψης καθώς διερωτάται την φύση της πραγματικότητας. Ή μάλλον ας το θέσουμε έτσι: Διαβάζεται στ’αλήθεια αυτό το ποστ, ή κάποιος ονειρεύεται πως το διαβάζεται; Γυρίστηκε και remake για την ίδια σειρά το 1986, με τον ρόλο του Άνταμ Γκραντ στον Peter Coyote ( Ο keys του Ε.Τ.) O Peter Coyote. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted December 7, 2008 Author Share Posted December 7, 2008 “The After Hours” Σενάριο: Rod Serling Με την Anne Francis Από τον πρώτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 10/06/1960. «Ασανσέρ εξπρές για τον ένατο όροφο πολυκαταστήματος, με επιβάτη την δεσποινίδα Μάρσα Γουάιτ, σε αποστολή για ένα πεζό, συνηθισμένο, καθημερινό θέλημα. Η δεσποινίς Μάρσα Γουάιτ στον ένατο όροφο, ειδικευόμενο τμήμα, ψάχνοντας για μια χρυσή δακτυλήθρα. Τα προγνωστικά είναι πως θα την βρει – αλλά τα προγνωστικά είναι ακόμα καλύτερα στο ότι θα βρει και κάτι άλλο, γιατί αυτό δεν είναι ένα συνηθισμένο πολυκατάστημα. Εδώ τυχαίνει να είναι η Ζώνη του Λυκόφωτος.» Η Μάρσα ανακαλύπτει πως ο ένατος όροφος είναι ένα τρομακτικό, άδειο μέρος, όπου το μόνο εμφανή κομμάτι εμπορεύματος είναι μία χρυσή δακτυλήθρα. Της το πουλάει μια περίεργα γνώριμη και αυθάδης πωλήτρια. Επιστρέφοντας στο ισόγειο, η Μάρσα ανακαλύπτει πως η δακτυλήθρα είναι γρατσουνισμένη, όταν όμως πάει να παραπονεθεί της λένε πως δεν υπάρχει ένατος όροφος. Η Μάρσα βλέπει στο ισόγειο την αυθάδη πωλήτρια και την δείχνει στον υπεύθυνο. Προς έκπληξη της όμως ανακαλύπτει πως δείχνει μια από της κούκλες, τα ξύλινα μανεκέν, του καταστήματος. Ταράζεται και την βοηθούν να ξαπλώσει σε ένα από τα γραφεία του προσωπικού, όπου την παίρνει ο ύπνος. Όταν ξυπνάει αντιλαμβάνεται πως το πολυκατάστημα έχει κλείσει κι εκείνη έχει παγιδευτεί μέσα. Καθώς περιπλανιέται στο σκοτάδι, ακούει φωνές που της απευθύνονται, φωνές που προέρχονται από τα μανεκέν. Τρομοκρατημένη, οπισθοχωρεί σε ένα από τα ασανσέρ – που την πηγαίνει στον ένατο όροφο. Όλες οι κούκλες είναι εκεί και μία-μία ζωντανεύουν, ανάμεσα τους η πωλήτρια και ο χειριστής του ασανσέρ που την πήγε την πρώτη φορά στον ένατο όροφο. Με την ανάκριση τους αναγκάζουν την Μάρσα να θυμηθεί πως κι εκείνη είναι ένα μανεκέν. Το κάθε ένα τους επιτρέπεται να κινείται ελεύθερα μέσα στον κόσμο των ανθρώπων για έναν μήνα, αλλά η Μάρσα ξέχασε την αληθινή της ταυτότητα και δεν επέστρεψε όταν θα’πρεπε. Με μελαγχολική συγκατάβαση, η Μάρσα ζητάει συγνώμη και επιστρέφει στην αρχική της «αγαλματένια» μορφή. «Μάρσα Γουάιτ στην συνηθισμένη, φυσιολογική της μορφή. Μια ξύλινη κυρία με βαμμένο πρόσωπο, που ένα μήνα τον χρόνο παίρνει τα χαρακτηριστικά με σάρκα και αίμα όπως εσείς κι εγώ. Σας βάζει όμως σε σκέψεις, δεν είναι έτσι; Σε ποιους ακριβώς λέμε την καλημέρα μας κάθε μέρα στον δρόμο; Μια καλή ερώτηση, ειδικά στη Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ένα από τα καλύτερα επεισόδια του πρώτου κύκλου ήταν το “The After Hours” του Rod Serling. Η μεγαλύτερη πρόκληση που χειρίστηκε η παραγωγή ήταν να κατασκευάσει μανεκέν που θα έμοιαζαν με τους κύριους ηθοποιούς ενώ ταυτόχρονα θα έδειχναν συνηθισμένες κούκλες καταστήματος. Την λύση την έδωσε ο ταλαντούχος William Tuttle που έφτιαξε καλούπια από τα πρόσωπα των τριών πρωταγωνιστών δημιουργώντας τρεις πολύ πετυχημένες κούκλες. Τρία μανεκέν όμως δεν φτιάχνουν ένα επεισόδιο. Εδώ χρειαζόταν το ταλέντο του Serling, της Anne Francis (Forbidden Planet) και του σκηνοθέτη Douglas Heyes. Για την δική του πλευρά, ο σεναριογράφος δημιούργησε «το άτομο ενάντια στον τρόμο του αγνώστου, ενός τρόμο που αδυνατεί να μοιραστεί με άλλους.» Ποιος δε θα ένιωθε για μια γυναίκα παγιδευμένη σε πολυκατάστημα με κάτι να την κυνηγάει; Από εκεί, έργο του σκηνοθέτη ήταν να μεταδώσει μια ανατριχιαστική, ανείπωτη, καταπιεστική αίσθηση προς τον θεατή. Στάθηκαν τυχεροί στο να βρουν ένα τεράστιο σκηνικό που είχε κατασκευαστεί από πριν για μια ταινία, που ήταν υποτίθεται τα γραφεία μιας εφημερίδας. Με αυτόν τον τεράστιο χώρο, ο σκηνοθέτης είχε την δυνατότητα να στήσει πλάνα που θα δημιουργούσαν αγωνία, κινούμενες φιγούρες σε σιλουέτα, κοντινά στα πόδια της πρωταγωνίστριας καθώς θα διέσχιζε σκοτεινούς διαδρόμους, το πρόσωπο της παραμορφωμένο πίσω από κυματιστά τζάμια, και με την κάμερα σε διαρκή κίνηση σα να συμμετέχει στο κυνήγι. Και πάλι, καμία επιτηδευμένη τεχνική της κάμερας δεν θα γλίτωνε το επεισόδιο χωρίς μια δυνατή, κεντρική παρουσία. Εδώ καταλήγουν όλα στο πρόσωπο της Anne Francis. Το άτομο της μετέδιδε μια φρεσκάδα, μια αστείρευτη ενέργεια και προσωπικότητα. Η ερμηνεία της είναι ηλεκτρική, οι αντιδράσεις της γνήσιες. Για χρόνια μετά ο κόσμος που την πλησίαζε θα της έλεγε πως είχε πρωταγωνιστήσει σε ένα από τα αγαπημένα τους επεισόδια της Ζώνης. Anne Francis Υπήρξε και remake το 1986 για το New Twilight Zone, όπου τον ρόλο της Μάρσα τον είχε η Terry Farrell. Η διαφορά σε αυτή την εκδοχή ήταν πως η Μάρσα αρνιόταν να ξαναγίνει μανεκέν, επιθυμώντας να παραμείνει άνθρωπος. Η Terry Farrell στο The After Hours (1986) 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted December 9, 2008 Author Share Posted December 9, 2008 “He’s Alive” Σενάριο: Rod Serling Με τον Dennis Hopper Από τον τέταρτο κύκλο. Προβλήθηκε στις 24/01/1963. «Πορτραίτο ενός αποτυχημένου φίρερ, ονόματι Πήτερ Βόλμερ, ενός ανθρωπάκου που τρέφεται με τις φαντασιώσεις του αδυνατώντας όμως να χορτάσει την πείνα του για μεγαλείο. Και σαν κάποιους που βάδισαν το βήμα της χήνας πριν από αυτόν αποζητάει έναν λόγο να εξηγήσει την πείνα του, να δώσει μια εξήγηση στο γιατί ο κόσμος τον προσπερνάει χωρίς να τον χαιρετάει. Αυτόν τον λόγο, το κάτι που ψάχνει, θα το βρει στον υπόνομο. Στο διαστρεβλωμένο, παραμορφωμένο ιδιωτικό του λεξικό θα το αποκαλέσει πίστη, δύναμη, αλήθεια. Αλλά σε λίγο ο Πήτερ Βόλμερ θα κλείσει την συμφωνία του σε μια άλλου είδους γωνία, μια παράξενη διασταύρωση μέσα στον κόσμο της σκιάς που αποκαλείται Ζώνη του Λυκόφωτος.» Ο Βόλμερ, ο ηγέτης μιας μικρής ομάδας αμερικανών νέο-ναζί, αποζητά εξουσία – αλλά το μόνο που του αποφέρουν τα ρατσιστικά του λογύδρια είναι βρισιές και διαπληκτισμούς. Μετά από μια τέτοια ομιλία ζητάει καταφύγιο στο σπίτι του Ερνστ Γκανζ, ενός ηλικιωμένου διασωθέντα των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ο Ερνστ ξέρει τον Πήτερ από τότε που ο δεύτερος ήταν κακοποιημένο παιδί και του έχει σταθεί σαν πατέρας. Γνωρίζει και απεχθάνεται τις απόψεις του νεαρού αλλά τον λυπάται και τον αφήνει να περάσει την νύχτα στο σπίτι του. Αργότερα όμως, μια παρουσία έξω από το παράθυρο ξυπνάει τον Πήτερ. Είναι ένας άντρας που του λέει πως συμφωνεί με την φιλοσοφία του και θέλει να τον βοηθήσει. Παραμένοντας κρυμμένος στις σκιές, ο άντρας δίνει οδηγίες στον Πήτερ στο πώς να εξεγείρει και να κερδίζει ένα ακροατήριο. Ο Πήτερ αποδεικνύεται καλός μαθητής και σύντομα οι ομιλίες του γεμίζουν τις αίθουσες. Ο σκιώδης του ευεργέτης επανεμφανίζεται και του παρέχει χρήματα για το νοίκι της αίθουσας και προσφέροντας του μια νέα και σοκαριστική συμβουλή: Το κίνημα του τώρα χρειάζεται έναν μάρτυρα. Ο Πήτερ συμφωνεί. Διατάσει τον Φρανκ, έναν πιστό ακόλουθο, να δολοφονήσει τον Νικ, έναν επίσης αφοσιωμένο αλλά όχι τόσο έξυπνο οπαδό. Το έγκλημα συντελείται και το κοινό του Πήτερ μεγαλώνει. Θορυβημένος από τις εξελίξεις, ο Ερνστ διακόπτει μία από τις ομιλίες του Πήτερ και τον κατηγορεί. Ο Πήτερ τον παρακαλεί να σταματήσει αλλά ο Ερνστ αρνείται και τον χαστουκίζει. Ο γέρος άντρας φεύγει αλλά η στρατηγική του έχει αποτελέσματα. Το ακροατήριο δεν βλέπει πια τον Πήτερ σαν έναν χαρισματικό ηγέτη. Φεύγουν όλοι και ο Πήτερ μένει μόνος του στην αίθουσα. Μπαίνει τότε η σκιώδης φιγούρα, εξαγριωμένη που ο Πήτερ τα θαλάσσωσε στην αντιπαράθεση του με τον Ερνστ. Εξίσου θυμωμένος, ο Πήτερ ζητάει από τον ξένο να βγει από τις σκιές στο φως για να τον δει. Ο άντρας βγαίνει από τις σκιές και είναι ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ, ζωντανός! Τώρα λέει θα δώσει εκείνος τις εντολές. Πετάει ένα λούγκερ στον Πήτερ και τον διατάσει να σκοτώσει τον Ερνστ. Πιστεύοντας πως είναι φτιαγμένος από ατσάλι, ο Πήτερ μπαίνει στο σπίτι του Ερνστ και τον πυροβολεί. Αργότερα, ένας ντεντέκτιβ και ένας αστυνομικός έρχονται στην αίθουσα που βρίσκεται ο Πήτερ για να τον συλλάβουν για τον φόνο του Νικ. Πρώτα επιχειρεί να το σκάσει και μετά τους πυροβολεί. Επιστρέφουν τα πυρά και ο Πήτερ πέφτει κάτω αιμόφυρτος. Έκπληκτος ο Πήτερ λέει «Κάτι δεν πάει καλά εδώ. Δεν καταλαβαίνετε πως είμαι φτιαγμένος από ατσάλι;» «Προς τα πού θα πάει μετά, αυτό το φάντασμα από έναν άλλο χρόνο, αυτό το αναστημένο στοιχειό από έναν προηγούμενο εφιάλτη; Σικάγο; Λος Άντζελες; Μαϊάμι της Φλόριντα; Βινσένς της Ιντιάνα; Οπουδήποτε, παντού, όπου υπάρχει μίσος, προκατάληψη, στενοκεφαλιά. Είναι ζωντανός. Όσο υπάρχει το κακό, είναι ζωντανός. Να το θυμάστε όταν έρθει στην πόλη σας. Να το θυμάστε όταν ακούσετε την φωνή του μέσα από το στόμα των άλλων. Να το θυμάστε όταν ακούτε ένα όνομα, όταν βλέπετε μια μειονότητα να δέχεται επίθεση, οποιαδήποτε τυφλή, αναίτια επίθεση σε ομάδες ή έναν άνθρωπο. Είναι ζωντανός γιατί όλα αυτά τον κρατούν ζωντανό.» Με το “He’s Alive” ο Serling καταπιάνεται με ένα θέμα που τον ενδιαφέρει, τον ναζισμό, αλλά αντίθετα με το επεισόδιο “Death’s Head Revisited” όπου εκεί το δράμα κινούσε την ιστορία, εδώ έχουμε ένα σκέτο δοκίμιο. Σκοπός του σεναρίου είναι να εξετάσει τα κίνητρα ενός νεαρού αμερικανού νέο-ναζί, να φανερώσει την πεζότητα των ιδεών του και την ανηθικότητα των πράξεων του. Σίγουρα σαν θέμα έχει δραματική δύναμη. Δυστυχώς το “He’s Alive” στερείται αληθοφάνειας. Οι χαρακτήρες είναι μονοδιάστατοι και δεν μοιάζουν με πραγματικούς ανθρώπους. Από την αρχή πρέπει να δεχτούμε πως ο Πήτερ Βόλμερ (ο Dennis Hopper πριν γίνει θρύλος με το Easy Rider) είναι αφοσιωμένος σε φασιστική οργάνωση της οποίας είναι ηγέτης, ενώ ταυτόχρονα τον ακούμε να λέει πως «ο μόνος άνθρωπος που αγάπησε ποτέ» είναι ένας ηλικιωμένος άντρας που επιβίωσε στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Αν και το σκηνοθέτησε ο Stuart Rosenberg (που αργότερα θα γυρνούσε ταινίες όπως το Cool Hand Luke και το The Amityville Horror) το επεισόδιο δεν απογειώνεται ποτέ. Ο Αυστριακός ηθοποιός Ludwig Donath είναι πολύ καλός στον ρόλο του γέρου, ο Dennis Hopper όμως δεν έχει τον απαιτούμενο μαγνητισμό για να πείσει ως χαρισματικός ηγέτης. Ομιλίες που υποτίθεται είναι υπνωτικές βγαίνουν τσιριχτές, ενώ το κοινό υποτίθεται πως γοητεύεται. Ο δε ηθοποιός που παίζει τον Χίτλερ, δεν χρειάζεται παρά να σταθεί μπροστά σε πίνακα του αληθινού για να καταρρεύσει η κάθε ψευδαίσθηση. Δεν μοιάζει σε τίποτα με τον Αδόλφο. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.