lizbeth_covenant Posted October 17, 2008 Share Posted October 17, 2008 Είδος: φαντασίας(αν και δε φαίνεται πολύ παρακάτω) Βία; Μάλλον... ναι! Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων:3.246 Αυτοτελής; Όχι, είναι το 19 κεφάλαιο, το πιο πρόσφατο που έγραψα Σχόλια: Υπάρχει μια μικρή περίληψη της ιστορίας στο "τι γραφετε τελευταία" αλλά αν έχετε κάποια απορία ή κάτι που δεν καταλαβαίνετε ρωτήστε! Φαντάζομαι πως υπάρχουν πολλά προβλήματα στο κείμενο οποτε θα χαρώ να βελτιωθώ με τα σχόλια σας!!! Επειδή το κεφάλαιο ακολουθεί τις πράξεις και τις σκέψης μιας μόνο ηρωίδας, θα ήθελα αν δε σας κάνει κόπο να μου πείτε πως σας φαίνονται τα γεγονότα μέσα από τα μάτια της για να διαπιστώσω αν πέτυχα αυτό που ήθελα. Κεφάλαιο 19 Τα δάκρυα μετέτρεψαν τα μάγουλά της σε μια αλμυρή μάσκα πόνου. Έτρεχαν σα φουσκωμένα ρυάκια του φθινοπώρου κι έσταζαν απ’ το λαιμό της σα σταγόνες βροχής. Τα γεμάτα αίματα χέρια της λέρωναν το πρόσωπό της, αφήνοντας κόκκινα σημάδια κάθε φορά που απερίσκεπτα σκούπιζε τα δάκρυα με τα δάχτυλά της. Στη ζεστή της αγκαλιά κρατούσε τον αγαπημένο της Μόντρατ, νεκρό και νικημένο απ’ τις δυνάμεις της φύσης. Η Λαένα πνιγμένη στον πόνο και τη μοναξιά του θανάτου γύρω της, δεν άφησε κανέναν να πάρει το βασιλιά μακριά της. «Πρέπει να πάρουμε το άψυχο κορμί του, αρχόντισσα μου. Πρέπει να τον καθαρίσουμε και να ετοιμάσουμε τη βασιλική κηδεία» «Άρχοντες μου, δείξτε έλεος. Αφήστε με μονάχη μαζί του για μερικά λεπτά ακόμα. Είναι τόσο δύσκολο να τον αποχαιρετήσω». Οι άρχοντες γύρω της έπραξαν όπως τους είπε. Πήραν τα υπόλοιπα πτώματα που κείτονταν γύρω της καθώς και τους τραυματίες κι έπειτα την άφησαν με τον νεκρό βασιλιά στην αγκαλιά. Τα γαλάζια πέπλα του φορέματος της τύλιγαν το κορμί του και τη θανατηφόρα πληγή του και αιχμαλώτιζαν το κόκκινο αίμα. Τα μαύρα μάτια του ήταν ακόμη ανοιχτά και κοιτούσαν τον κόσμο αδιάφορα και ψυχρά. Κι εκείνη ήθελε να πιστέψει πως απλά ήταν αφηρημένος, χαμένος στο δικό του κόσμο, με δικές του σκέψεις. Αν το πίστευε με όλη τη θέληση της θα γινόταν πραγματικότητα. Όμως στα μάτια της τα δάκρυα συνέχιζαν να τρέχουν και τα χείλη της έτρεμαν λαχταρώντας ένα του φιλί. Όταν την ειδοποίησαν πως οι Αλιναϊδες* φίλησαν το βασιλιά, ένιωσε τη γη να χάνετε κάτω απ’ τα πόδια της και τις εικόνες να τρεμοπαίζουν μπροστά στα μάτια της. Σωριάστηκε ταραγμένη σε μια καρέκλα μα αργότερα με τις λιγοστές της δυνάμεις κατάφερε να τρέξει κοντά του. Κι ήταν σαν εφιάλτης η θέα του ματωμένου του κορμιού ενώ η μυρωδιά του θανάτου τη ζάλισε. Ένα μεγάλο, κοφτερό σπαθί ήταν χωμένο στα σωθικά του και μια κραυγή βγήκε απ’ το στόμα της όταν το αντίκρισε. Σύρθηκε δίπλα του και τον αγκάλιασε καθώς οι υπόλοιποι τραβούσαν την παγωμένη λεπίδα από μέσα του. Δεν είχε τη δύναμη να σηκωθεί από εκείνη τη στιγμή. Πολύ περισσότερο δεν άντεχε στη ιδέα πως έπρεπε κάποτε να τον αφήσει απ’ την αγκαλιά της. Έσκυψε το κεφάλι της και άγγιξε τα χείλη του, έβαλε τη γλώσσα της μέσα στο ακίνητο στόμα του. Αν και χωρίς ανταπόκριση ήταν το πιο γλυκό φιλί που της είχε χαρίσει. Ήταν το μοναδικό φιλί στο στόμα που έπαιρνε απ’ αυτόν. Το πρώτο και το τελευταίο. Στη σκέψη αυτή το κορμί της άρχισε να τρέμει και τα δάκρυα έτρεξαν ασυγκράτητα μακριά απ’ τα μάτια της. Η αναπνοή έβγαινε με δυσκολία απ’ το στήθος της, ανάμεσα απ’ τα αναφιλητά της και τα πνευμόνια της πονούσαν. Χάιδευε με τ’ ακροδάχτυλα της τα μάγουλα και τα μαύρα του μαλλιά, ψιθυρίζοντας λόγια αγάπης που δεν συνειδητοποιούσε ότι έβγαιναν απ’ το στόμα της. Ποτέ πριν δεν της δόθηκε η ευκαιρία ή δε βρήκε το θάρρος να του πει όσα ένιωθε και τώρα με το θάνατο του δε θα άκουγε ποτέ όσα επιθυμούσε να του εξομολογηθεί. «Αγάπη μου, αγάπη μου…», ψιθύριζε ξανά και ξανά, τυλίγοντας τον με τα χέρια της, γεμάτη πόνο και έρωτα. Μα όσο κι αν τον αγκάλιαζε, το κορμί του πάγωνε όλο και περισσότερο όσο περνούσε η ώρα. Το επόμενο πρωινό οι καμπάνες στο μαρμάρινο παλάτι χτυπούσαν πένθιμα. Η Λαένα ένιωσε φυλακισμένη στη ζοφερή πραγματικότητα και οι καμπάνες έκαναν τα δάκρυα της να πέφτουν σα βαριές σταγόνες για άλλη μια φορά. Φόρεσε ένα μαύρο, πένθιμο φόρεμα, με κεντημένη δαντέλα και κλειστό ως το λαιμό ενώ ένα μαύρο, διάφανο πέπλο σκέπαζε τα κόκκινα μαλλιά της. Η πούδρα σκιζόταν επάνω στο δέρμα της απ’ τα δάκρυα και τα πόδια της δεν άντεχαν το βάρος. Τα μάγουλά της γυάλιζαν στο φως του ήλιου κι εκείνη παρατηρούσε τον κόσμο πίσω απ’ το σκούρο πέπλο που φορούσε, νιώθοντας συντετριμμένη για το τέλος που πλησίαζε. Ήταν ένα θλιβερό πρωινό μ’ ένα γάμο να γίνεται κηδεία. Το μαντήλι της ήταν κολλημένο στην παλάμη κι ήταν αδύνατο να το αποχωριστεί. Οι βασιλικοί ιππότες κουβάλησαν το νεκρό Μόντρατ ως τους τάφους των περασμένων βασιλιάδων κι από πίσω ακολουθούσε μια τεράστια ανθρώπινη ουρά. Όλοι οι καλεσμένοι του γάμου έμειναν να τιμήσουν τον νεκρό βασιλιά με την παρουσία τους στην κηδεία του. Μα η Λαένα μπορούσε να το νιώσει πως στην καρδιά τους δεν υπήρχε πόνος και στα πρόσωπά τους η λύπη ήταν προσποιητή. Προχωρούσε αγέρωχα με το κεφάλι ψηλά, πίσω ακριβώς από το άρμα του βασιλιά. Κρατούσε τον Λέμακ Ρόουλανγκ από το μπράτσο και προχωρούσαν μαζί με αργά, θλιμμένα βήματα. Ο Λέμακ φαινόταν εξαντλημένος και γεμάτος απόγνωση και πόνο. Οι δυο τους είχαν ξενυχτήσει το προηγούμενο βράδυ δίπλα στο κορμί του Μόντρατ. Η Λαένα γνώριζε πως η ανησυχία του για τη διατήρηση της θέσης του ήταν μεγαλύτερη απ’ τον πόνο που ένιωθε για το θάνατο του βασιλιά. Παρόλα αυτά το μπράτσο του ήταν καλύτερο απ’ το να στηριχτεί στον οποιονδήποτε άλλο, υποκριτή και ψεύτη. Πίσω της οι ανάγωγοι καλεσμένοι συνομιλούσαν μεταξύ τους, χαμηλόφωνα ο καθένας μα ο θόρυβος από τους μαζικούς ψιθύρους αυξανόταν με το πέρασμα της ώρας. Η Λαένα ήθελε να ουρλιάξει μέχρι να σκιστεί ο λαιμός της και τα χείλη της μα συνέχισε να περπατά, κοιτώντας με απελπισία το νεκρό κορμί του Μόντρατ επάνω στο χρυσό άρμα του. Σκούπισε τα δάκρυα με το μαντήλι της που τώρα πια ήταν βρεγμένο. Πως μπορεί να είναι η τελευταία φορά αγάπη μου… Ο Λύσιους, το καταραμένο παιδί** έλειπε απ’ τη μεγαλοπρεπή κηδεία, όπως φυσικά η αδερφή της κι ο νεαρός συγγραφέας. Αυτό το απόβρασμα ο Λύσιους τους βοήθησε να κρυφτούν, είμαι σίγουρη. Από χτες είχε μαθευτεί ποιος ήταν ο δολοφόνος του βασιλιά, αν και οι περισσότεροι έμαθαν μια διαφορετική αλήθεια απ’ την πραγματική. Οι σύμβουλοι του Μόντρατ μαζί με τον Ρόουλανγκ και τη Λαένα μαζεύτηκαν αργά το περασμένο βράδυ στην αίθουσα συμβουλίου. «Οι επιζήσαντες ιππότες μας είπαν όλη την αλήθεια σχετικά με τη δολοφονία του βασιλιά», τους ανακοίνωσε με αναστεναγμούς ένας γέρος σύμβουλος. Η Λαένα τον είχε συναντήσει μερικές φορές μονάχα, ήξερε πως οι σύμβουλοι ήταν μοναχικοί άντρες. Ο γέρος την πλησίασε πριν συνεχίσει και έκλεισε τα χέρια της στοργικά στις παλάμες του. «Τι συμβαίνει», τον ρώτησε ανήξερη κι εκείνος έσφιξε κι άλλο τα χέρια της. «Θα ήθελα να δείξετε ψυχραιμία σε όσα θα ακούσετε από δω και πέρα, αρχόντισσά μου», της είπε γλυκά μα τα λόγια του την ανησύχησαν. «Η αρχόντισσα αδερφή σας και μέλλουσα βασίλισσα… Η αρχόντισσα Λύριαν ήταν εκείνη που σκότωσε το βασιλιά με το σπαθί, στην προσπάθεια της να σώσει τον συγγραφέα- εραστή της από βέβαιο θάνατο». «Δεν… είναι δυνατόν να… η Λύριαν…». Τα γόνατα της λύγισαν και σωριάστηκε σε μια καρέκλα. Πριν ειπωθούν αυτά τα λόγια πίστευε πως ο Γουίλ Κάτερμολ είχε διαπράξει το φόνο με σκοπό να πάρει μακριά τη Λύριαν. Μα το μικρό της μυαλό δεν είχε φανταστεί πως η μικρή της η αδερφή και αγαπημένη του Μόντρατ είχε σκοτώσει με τα ίδια της τα χέρια το βασιλιά. Σκύλα!. Πόρνη! «Είναι προτιμότερο να μη μαθευτεί αυτή η ιστορία», είπε αργότερα ο Λέμακ αφού πρώτα καθάρισε αμήχανα το λαιμό του. «Πιστεύω πως αν μαθευτεί η προδοσία της αρχόντισσας Λύριαν, θα σπιλωθεί η μνήμη του βασιλιά Μόντρατ». Η Λαένα έβαλε τα κλάματα, αφήνοντας τον εαυτό της ελεύθερο να κλάψει με λυγμούς. Οι υπόλοιποι γύρω της σώπασαν μέχρι να ηρεμήσει. «Θα πούμε πως ο φόνος έγινε απ’ το χέρι του Κάτερμολ», συνέχισε ο Λέμακ. «Έπειτα απήγαγε την αρχόντισσα Λύριαν, την οποία είχε ερωτευτεί κι εξαιτίας της σκότωσε το βασιλιά. Με αυτό τον τρόπο, η μνήμη του βασιλιά θα μείνει καθαρή κι επιπλέον η αρχόντισσα Λαένα θα προχωρά με το κεφάλι ψηλά» «Είναι μια καλή ιδέα, Λέμακ», συμφώνησε ένας απ’ τους συμβούλους κι έπειτα όλοι οι υπόλοιποι έγνεψαν καταφατικά. «Θα αποφύγουμε το σκάνδαλο, είναι το καλύτερο για όλους». Η Λαένα δεν άκουγε τις συζητήσεις τους. Είχε βυθιστεί στο δικό της σκοτεινό κόσμο πένθους και οργής. Τα γεγονότα αποδείχθηκαν σκληρότερα απ’ όσο η ίδια μπορούσε ν’ αντέξει. Το κορμί της έτρεμε και πάλι παρασυρμένο απ’ την ταραχή της. «Φρόντισε όσους έχουν γλώσσα και μιλάνε πολύ. Είδαν πράγματα που δεν πρέπει να μαθευτούν παραέξω», είπε ο Λέμακ αργότερα κι έπειτα έμεινε μόνος μαζί της καθώς οι υπόλοιποι αποχώρησαν με αργά, θλιμμένα βήματα. Εκείνη δεν έριχνε καν το βλέμμα της στον Λέμακ. Τα γεμάτα παρηγοριά λόγια του την έκαναν να χύσει κι άλλα δάκρυα. Η Λύριαν τριγυρνούσε στις σκέψεις της, με το γεμάτο υπεροψία βλέμμα της, το σηκωμένο φρύδι της και το ειρωνικό χαμόγελο της. Και τότε μαζί μ’ αυτές τις σκέψεις και τα λόγια των συμβούλων να επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά, ένιωσε για πρώτη φορά μίσος για την αδερφή της. «Θα επιθυμούσες να σε συνοδεύσω στο δωμάτιο σου, αρχόντισσα μου;». Η Λαένα σήκωσε το κεφάλι και τον κοίταξε με απελπισία. «Πως μπόρεσε να το κάνει αυτό;», ούρλιαξε στα μούτρα του Λέμακ ενώ τα χέρια της είχαν γραπωθεί απ’ τον βελούδινο γιακά του και τον τραβούσαν προς τα κάτω. Εκείνος κατάφερε να τη συγκρατήσει και την αγκάλιασε στοργικά. Η Λαένα μπορούσε να μυρίσει τον ιδρώτα στο βρώμικο ρούχο του μα τυλίχτηκε κι άλλο κοντά του. Ο πόνος της ήταν μεγαλύτερος απ’ την ενόχληση της κι είχε τόσο μεγάλη ανάγκη από ένα στήριγμα και μια ζεστή αγκαλιά. «Την αγαπούσε τόσο πολύ…», κατάφερε να πει ανάμεσα στους λυγμούς της. «Ήταν ερωτευμένος, της χάρισε τα πάντα… κι εκείνη τον δολοφόνησε! Την αγαπούσε τόσο βαθιά μα…». Ακόμη και τα λόγια της ακούστηκαν παράξενα κι ανεξήγητα. Σα να περιέγραφε ένα φανταστικό και τρομαχτικό παραμύθι που δεν είχε καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Μια μακρινή ιστορία που αφορούσε ξένους ανθρώπους μιας άλλης ζωής. Γράπωσε πιο δυνατά το ρούχο του Λέμακ στην παλάμη της κι έκλεισε τα βλέφαρα με τόση δύναμη που ένιωσε τις κόρες των ματιών της να πονάνε. «Μη φοβάσαι αρχόντισσα μου. Οι προδότες θα βρεθούν και θα τιμωρηθούν. Ο βασιλιάς θα αναπαυτεί ήσυχος», της είπε ο Λέμακ χαϊδεύοντας τα κόκκινα, αχτένιστα μαλλιά της. «Είμαι σίγουρος πως ο πραγματικός υπεύθυνος της τραγωδίας είναι ο Κάτερμολ γι’ αυτό μην κατηγορείς την άμυαλη αδερφή σου, καλή μου αρχόντισσα!». Τα γόνατα της λύγισαν κι ο Λέμακ Ρόουλανγκ δεν κατάφερε να την κρατήσει άλλο στην αγκαλιά του. Έπεσε στο δάπεδο ανήμπορη. Δεν γνωρίζεις καλά την αδερφή μου άρχοντα. Εκμεταλλεύτηκε τον έρωτα του Μόντρατ για να τον σκοτώσει! «Πρέπει να τη βρεις! Να κινήσεις γη και ουρανό μα τη θέλω νεκρή, με άκουσες;», ούρλιαξε για άλλη μια φορά στον Λέμακ. Σηκώθηκε με μια δύναμη που δεν περίμενε ότι είχε. Γιατί να συμβεί αυτό σ’ εμένα. Γιατί σ’ εσένα γλυκέ μου Μόντρατ; «Έλα, αρχόντισσα μου. Θα σε συνοδεύσω ως την κάμαρα σου για να ξεκουραστείς. Είσαι χλωμή κι αδύναμη». Ο Λέμακ άπλωσε το χέρι του με σκοπό να στηριχτεί στο μπράτσο του η Λαένα. Εκείνη πήρε μερικές βαθιές ανάσες για να ξαναβρεί την ψυχραιμία της κι έπειτα έβαλε το χέρι της μέσα στο δικό του. «Δε θέλω να ξεκουραστώ, άρχοντα Λέμακ. Το μόνο που θέλω είναι να δω το Μόντρατ. Θα περάσω τη νύχτα δίπλα του», ανακοίνωσε αποφασισμένη. Για έναν ανεξήγητο λόγο που ούτε η ίδια δεν καταλάβαινε, έπαιρνε δύναμη με τη σκέψη του Μόντρατ ακόμα και με τη θέα του άψυχου κορμιού του. Πονούσε σα να είχε καρφωμένα στα σωθικά της δέκα στιλέτα μα η όψη του την ηρεμούσε και της έδινε την ώθηση που χρειαζόταν για εκδίκηση. Εκδίκηση… Μπροστά στους τάφους των περασμένων βασιλιάδων σταμάτησε το χρυσό άρμα που κουβαλούσε το κορμί του Μόντρατ. Οι βασιλικοί ιππότες τοποθέτησαν το άψυχο σώμα του επάνω σ’ ένα μεγάλο, πέτρινο έδρανο με λευκόχρυσα πέπλα απλωμένα ανάλαφρα επάνω του και λουλούδια να το στολίζουν. Έπειτα οι ιππότες παραμέρισαν και η μαρμάρινη, γιγάντια πόρτα των τάφων άνοιξε αργά κάνοντας τη Λαένα να ανατριχιάζει ολόκληρη. Ιερείς και ιέρειες τον Μεγάλων Θεών βγήκαν μέσα απ’ τα σκοτάδια, σε ζευγάρια, το ένα πίσω απ’ το άλλο με βαριά, αργά βήματα. Τα μάτια τους ήταν βαθουλωμένα, με μαύρους κύκλους και τα πρόσωπα τους χλωμά. Ήταν ημίγυμνοι με μερικά λευκά πέπλα να σκεπάζουν τα κορμιά τους. Πλησίασαν το νεκρό και σχημάτισαν ένα κύκλο γύρω του. Σήκωσαν ψηλά τα χέρια και επικαλέστηκαν τους Μεγάλους Θεούς ενώνοντας τις φωνές τους σε ιερά λόγια και προσευχές. Η Λαένα ένιωθε το κεφάλι της να μυρμηγκιάζει στο άκουσμα όλων αυτών των ιερών λέξεων. Αγκάλιασε με τα χέρια τους ώμους της χωρίς τα δάκρυα να πάψουν ούτε μια στιγμή να τρέχουν στο πρόσωπό της. Με το τέλος της τελετουργίας, οι ιππότες πλησίασαν το άψυχο κορμί του βασιλιά και τοποθέτησαν ξερά κλαδιά και ξύλα τριγύρω του. Μετά απομακρύνθηκαν και πάλι ενώ οι ιερείς έψελναν τραγούδια των νεκρών και προχωρούσαν με αργά βήματα και τα χέρια κρατημένα προς το νεκρό βασιλιά της Λόρνα Μερίνα. Η πρώτη ιέρεια βρέθηκε ένα βήμα πιο μπροστά απ’ όλους. «Είθε οι Αλιναϊδες να σου χαρίσουν ηρεμία στην ψυχή και οι Μεγάλοι Θεοί να σου δωρίσουν τη συγχώρεσή τους για όσα έπραξες ανάμεσα στους ζωντανούς. Είθε να σου επιτραπεί η είσοδος στο σκοτάδι», είπε υψώνοντας τη φωνή της και με μια απαλή, ανεπαίσθητη κίνηση της, τα κλαδιά πήραν φωτιά. Πίσω απ’ το μαύρο πέπλο, το στόμα της Λαένα είχε στραβώσει στην προσπάθεια της να παραμείνει κόσμια και να μην ουρλιάξει. Το πρόσωπο της είχε παραμορφωθεί απ’ τον πόνο που προσπαθούσε να κρύψει βαθιά μέσα και να κρατήσει για τον εαυτό της. Οι φωτιές υψώθηκαν ως τον ουρανό, με κόκκινες και πορτοκαλιές γλώσσες να χορεύουν δεξιά κι αριστερά στον τρελό χορό τους. Ο αέρας γύρω τους μύρισε καμένη σάρκα και θάνατο ενώ νεκρική σιγή απλώθηκε ανάμεσα στους παρευρισκόμενους. Το κορμί του Μόντρατ χανόταν μέσα στις φλόγες, αποκτώντας αρχικά μια ακαθόριστη μορφή κι αργότερα το μόνο που απέμεινε ήταν μια μαύρη μάζα. Η σάρκα του κάηκε ανάμεσα σε δάκρυα και νεκρικά τραγούδια, μοιρολόγια του θανάτου απ’ τα στόματα των ιερέων. Μέσα στη σκληρή, καυτή φωτιά ήταν αφημένα τα απομεινάρια του σπουδαίου, όμορφου άντρα και άξιου βασιλιά που τόσο αγαπούσε. Όλη της η ζωή ήταν ο Μόντρατ. Το συνειδητοποίησε αργά και η ίδια, όταν το σώμα του δεν ήταν τίποτα περισσότερο από στάχτες και αποκαΐδια. Οι σκέψεις αυτές την έκαναν να αποτινάξει τον πόνο από μέσα της και να τον αντικαταστήσει με οργή και μίσος. Η αδερφή της, της έκλεψε ότι πολυτιμότερο είχε. Έκλαψε ξανά μπροστά στη θέα της φωτιάς όταν φαντάστηκε τη Λύριαν να καίγεται ζωντανή και βασανισμένη. Μια στάλα ευχαρίστησης γεννήθηκε στην καρδιά της μα πέρασε πριν καν χορτάσει το όμορφο συναίσθημα. Θα πρέπει να το κάνω πράξη για να μείνει η ικανοποίηση στην καρδιά μου, σκέφτηκε με το παρανοϊκό πλέον βλέμμα της να κρύβεται κάτω απ’ το σκούρο πέπλο που σκέπαζε το κεφάλι και το πρόσωπό της. Μα δεν της αξίζει η μεγαλοπρέπεια της φωτιάς, ούτε οι προσευχές προς τους Μεγάλους Θεούς ή τα μοιρολόγια. Της αξίζει ένας σιωπηλός θάνατος για τον οποίο κανείς δεν θα κάνει τον κόπο να μιλήσει ποτέ. Η φωτιά μαζευόταν αργά προς το έδαφος. Είχε πια εκτελέσει το θλιβερό καθήκον της και πραγματικά στα δακρυσμένα μάτια της Λαένα η φωτιά έμοιαζε θλιμμένη σα να είναι άνθρωπος με αισθήματα. Μετά το τέλος της τελετής γύρω απ’ ότι απέμεινε απ’ το βασιλιά έμειναν μονάχα οι ιερείς που θα μάζευαν τις στάχτες του και θα ετοίμαζαν τον βασιλικό του τάφο δίπλα στους προγόνους του. Οι υπόλοιποι παρευρισκόμενοι αποχώρησαν με αργά βήματα μα πιο ανάλαφρα μετά το βαρύ κλίμα που επικρατούσε τη στιγμή της καύσης. Το μπράτσο του Λέμακ Ρόουλανγκ την βαστούσε και στην επιστροφή και όλως παραδόξως δεν ήταν τόσο αηδιαστικός όσο άλλες φορές. Απ’ την άλλη ίσως η Λαένα να συνήθισε τη δυσάρεστη μυρωδιά του. «Ψάξατε καλά μέσα στο κάστρο; Σε όλα τα δωμάτια;», τον ρώτησε απαιτητικά. Ήξερε πως απ’ τη πρώτη στιγμή που ανακαλύφτηκε το πτώμα του Μόντρατ και η σφαγή στο δωμάτιο προετοιμασίας της νύφης, όλοι έψαχναν για τους δολοφόνους του βασιλιά. «Είμαι στη δυσάρεστη θέση, αρχόντισσα μου να σας πω πως όσο και να ψάχνουμε δεν μπορούμε να τους βρούμε. Είναι αδύνατο να βγήκαν έξω απ’ το παλάτι. Οι άντρες στο τοίχος θα τους ανακάλυπταν. Μα μέσα στο κάστρο δε βρέθηκαν». «Τα ίχνη αίματος που βρήκατε;», ρώτησε ξανά σφίγγοντας το μπράτσο του μέσα στο οργισμένο χέρι της. «Είμαι σίγουρος πως είναι δικά τους μα δεν μας βοήθησαν να βρούμε την κρυψώνα τους. Είμαι σε απόγνωση, τολμώ να πω, αρχόντισσα Λαένα. Η ανικανότητα των φρουρών με εξοργίζει!», είπε μέσα από τα δόντια ο Λέμακ χαμηλόφωνα. «Βρήκες τουλάχιστον τον άρχοντα Λύσιους, άρχοντά μου; Είχαν μια ιδιαίτερη σχέση με την πόρνη αδερφή μου. Αυτός πρέπει να ξέρει κάτι» «Είναι εξαφανισμένος από χτες, αρχόντισσα μου. Όπως θα διαπίστωσες δεν παρευρέθηκε καν στην καύση του νεκρού βασιλιά μας», είπε με απολογητικό τόνο ο Ρόουλανγκ και η Λαένα ένιωσε το αίμα να της ανεβαίνει στο κεφάλι. «Είστε όλοι άχρηστοι!», του πέταξε όσο πιο χαμηλόφωνα γινόταν και πήρε το χέρι της απ’ το δικό του, οργισμένη. «Θα πρέπει να πάρω εγώ την κατάσταση στα χέρια μου αν θέλω να τιμωρηθούν οι προδότες». Με τα τελευταία λόγια απευθυνόταν περισσότερο στον εαυτό της παρά στον ντροπιασμένο Λέμακ που είχε λουφάξει δίπλα της, περπατώντας σκυφτός και γλοιώδης. «Μα, αρχόντισσα μου, έβαλα όλους τους άντρες να ψάχνουν για τους προδότες. Αναστάτωσαν όλο το μαρμάρινο παλάτι και αναποδογύρισαν όλους τους χώρους» «Δεν είναι αρκετό!», του πέταξε υποτιμητικά και σκούπισε γρήγορα άλλο ένα δάκρυ που ξέφυγε από τα μάτια της χωρίς να τη ρωτήσει. «Πες μου, που σταματούν αυτά τα ίχνη; Θέλω να κάνω δική μου έρευνα. Κάτι περισσότερο θα μάθω από τους κοκορόμυαλους άντρες σου» «Στη βιβλιοθήκη, αρχόντισσα μου. Μα είναι άδεια πέρα από τα βιβλία», της εξήγησε. «Αυτό θα το δούμε. Θα ξεκινήσω από εκεί κι έπειτα θα κάνω μια επίσκεψη στο βρωμερό μέρος που ζούσε το καταραμένο παιδί», είπε αποφασισμένη. Η δίψα της για εκδίκηση, η οργή και το μίσος για την αδερφή της, της έδιναν δύναμη. Προχώρησε με γρήγορα βήματα και άφησε το Λέμακ να επιστρέψει στο παλάτι μόνος. Το πρωινό εκείνης της μέρας έμοιαζε μοναχικό και παγωμένο παρά τον ζεστό ήλιο που έλαμπε στον ουρανό. Μερικά λευκά και αφράτα σύννεφα περιπλανιόνταν στο γαλάζιο κι άλλαζαν χρώματα καθώς περνούσε η ώρα. Η ομορφιά του κόσμου δεν ήταν δυνατό να φωλιάσει μέσα στη Λαένα. Όποιο όμορφο συναίσθημα είχε στην καρδιά, το κλέψανε και μόνο κενό σκοτάδι και βρωμιά υπήρχε πια στην ψυχή της. Με το θάνατο του αγαπημένου της Μόντρατ ένιωσε να χάνει κάθε λόγο για να συνεχίσει να αναπνέει. Μόνο η εκδίκηση υπάρχει πια για μένα. Το φως του ήλιου είχε χαθεί από τα μάτια της και μόνο το κρύο, παγωμένο στρώμα του κρεβατιού μπορούσε να νιώσει στο κορμί της. Κι όταν τα σκεπάσματα που την τύλιγαν χάθηκαν από τα θολωμένα της μάτια, δεν ξαφνιάστηκε. Ένιωσε πως ήταν προορισμένη να φτάσει στο σκοτεινό μέρος που αντικατέστησε την κάμαρά της. Βρέθηκε, σαν σε όνειρο, να προχωρά σ’ ένα μαύρο τούνελ που μονάχα μια δέσμη φωτός της επέτρεπε να δει τριγύρω. Σκορπισμένα τριαντάφυλλα, ποτισμένα από αίμα, άφηναν μικρές γρατσουνιές στα γυμνά της πόδια. Μα δεν ήταν μόνη όπως αρχικά πίστευε. Η όψη του Μόντρατ, μεγαλοπρεπής και σκληρή, όπως τη θυμόταν, έκανε την καρδιά της Λαένα να χτυπήσει. Ήθελε διακαώς να τον πλησιάσει και να νιώσει τη σάρκα του να γλιστρά επάνω στη διψασμένη δική της. Μα δεν της επέτρεπε να τον πλησιάσει. Τον είδε να σκύβει και μ’ ένα χαμόγελο να μυρίζει τα ματωμένα τριαντάφυλλα που σήκωσε απ’ το σκοτεινό δάπεδο. «Έχεις μια αποστολή να κάνεις για χάρη μου, αρχόντισσα», της είπε και η ηχώ του την τύλιξε σαν παγωμένος μανδύας. Δεν ήξερε για ποιο πράγμα της μιλούσε. «Υπάρχει μια κατάρα που πρέπει να εκπληρωθεί». Με τα λόγια αυτά η Λαένα ένιωσε μέσα της μια δύναμη πρωτόγνωρη και η γνώση γέμισε το κεφάλι της. Ξαφνικά κατάλαβε όσα της είπε ο Μόντρατ και γνώριζε τι έπρεπε να κάνει. Άφησε ένα αχνό χαμόγελο να ξεφύγει από τα ξερά της χείλη κι αφού γονάτισε, μύρισε με ευλάβεια τα ματωμένα τριαντάφυλλα. *Οι Αλιναϊδες είναι μυστήρια πλάσματα με γυναικεία μορφή που κατεβαίνουν στη γη κάθε φορά που ένας άνθρωπος πεθαίνει και παίρνουν την ψυχή του. **Τα καταραμένα παιδιά είναι πλάσματα που έχουν τη μορφή δεκάχρονων παιδιών για όλη τους τη ζωή, που διαρκεί περίπου πέντε αιώνες και ασχολούνται με τη μαγεία και τη φύση. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted October 17, 2008 Share Posted October 17, 2008 Το διάβασα όλο χωρίς να κοιτάξω την περίληψη των προηγουμένων. Ήθελα να δω πως θα μου φαινόταν, έτσι από μόνο του. Και ήταν ενδιαφέρον το πείραμα. Κι αυτό γιατί γνώρισα μόνο την μία πλευρά της ιστορίας, χωρίς να ξέρω αν οι φονιάδες είναι όντως οι κακοί. Επειδή δεν διαβάζω πολύ fantasy, και από αυτό ξέρω μόνο το Lord of the Rings, ή ο κόσμος που έχεις πλάση γενικώς δεν είναι αγγελικά πλασμένος ή σε αυτό το κεφάλαιο βρισκόμουν στην πλευρά των κακών. Πουθενά στο έργο του Tolkien δεν θυμάμαι να έχω δει καλούς να σκέφτονται να «κανονίσουν» αυτούς που μιλούν πολύ, ή μια ηρωίδα να διψάει για εκδίκηση με θάνατο της αδελφής της (όσο και να πονάει). Η Λαένα έχει λοιπόν όλα τα χαρακτηριστικά μιας κακιάς, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο χαρακτήρας της δίνεται μονοδιάστατα. Υποκύπτει εύκολα στον πόνο και την οργή της, ανήκει, όπως θα λέγαμε οι της επιστημονικής φαντασίας, στη σκοτεινή πλευρά. Ενδιαφέρουσα γραφή, είναι…fantasy (φοβερή διαπίστωση διαστημάνθρωπε!) Για τα γλωσσολογικά θα σου πουν άλλοι, ένα που πρόσεξα όμως ήταν το «κι από πίσω ακολουθούσε μια τεράστια ανθρώπινη ουρά». Καταλαβαίνω τι λες, μήπως όμως το σωστό είναι «ουρά ανθρώπων»; Ίσως κάνω λάθος, ας πουν αρμοδιότεροι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienna Posted October 17, 2008 Share Posted October 17, 2008 ...Aλιναϊδες; Ωχ, μας πιάσανε! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
lizbeth_covenant Posted October 18, 2008 Author Share Posted October 18, 2008 Επειδή δεν διαβάζω πολύ fantasy, και από αυτό ξέρω μόνο το Lord of the Rings, ή ο κόσμος που έχεις πλάση γενικώς δεν είναι αγγελικά πλασμένος ή σε αυτό το κεφάλαιο βρισκόμουν στην πλευρά των κακών. Πουθενά στο έργο του Tolkien δεν θυμάμαι να έχω δει καλούς να σκέφτονται να «κανονίσουν» αυτούς που μιλούν πολύ, ή μια ηρωίδα να διψάει για εκδίκηση με θάνατο της αδελφής της (όσο και να πονάει). Η Λαένα έχει λοιπόν όλα τα χαρακτηριστικά μιας κακιάς, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο χαρακτήρας της δίνεται μονοδιάστατα. Υποκύπτει εύκολα στον πόνο και την οργή της, ανήκει, όπως θα λέγαμε οι της επιστημονικής φαντασίας, στη σκοτεινή πλευρά. Σ' ευχαριστώ για το σχόλιο σου! Στην ουσία οι άνθρωποι που βλέπεις να λένε τέτοια πράγματα δεν είναι κακοί- κακοί, είναι απλά άνθρωποι της εξουσίας οπότε κάνουν τα πάντα για να αποκρύψουν όσα δεν τους συμφέρουν. Όσο για τη Λαένα... Όλοι μου οι ήρωες, όλοι όμως υποκύπτουν στα πάθη τους, τον πόνο, την οργή, τον έρωτα και κάνουν άσχημες πράξεις. Απλά κάποιοι είναι καλύτεροι από άλλους. Δεν έχω αυτό του Tolkien, το καλό ενάντια στο κακό. Καμία σχέση. Οπότε, υποθέτω πως ο κόσμος μου δεν είναι αγγελικά πλασμένος...Και για να πω την αλήθεια, τώρα το συνειδητοποιώ... ...Aλιναϊδες; Ωχ, μας πιάσανε! Ωχ, γιατί το λες; Μη μου πεις ότι υπάρχει και αλλού αυτη η λέξη γιατί δυσκολεύτηκα πολύ για να την επινοήσω! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienna Posted October 19, 2008 Share Posted October 19, 2008 Το λέω γιατί με λένε Αλίνα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dreamwhisperer Posted October 19, 2008 Share Posted October 19, 2008 Θα εκφράσω μία άποψη σε συνδυασμό και με την περίληψη που είχε διαβάσει σε ένα προηγούμενο ποστ. 1. Η γραφή είναι αρκετά καλή, ρέει ο λόγος και δεν κουράζει. Αλλά... Υπάρχει κάτι που λέγεται προσωπική προσαρμογή διαλόγου, δηλαδή κάθε πρόσωπο μέσα από το διάλογο πρέπει να δίνει το στίγμα της ανάπτυξής του, έτσι ώστε να ξεχωριζεί από τους υπόλοιπους χαρακτήρες, ακόμα και βάσει της προβλεψιμότητας του λόγου του, ως προς την προηγούμενη περιγραφή του. Τα μπέρδεψα λίγο, με απλά λόγια, κάθε χαρακτήρας μέσα στο διάλογο, πρέπει να διαχωρίζεται σαφώς. Μία πριγκίπισσα μιλάει ως πριγκίπισσα (τουλάχιστον έτσι όπως έχει αναπτυχθεί σε προηγούμενο μέρος). Ο Διάλογος δεν προωθεί απλώς την υπόθεση, αλλά εξελίσει και τους χαρακτήρες στα μάτια του αναγνώστη. Αυτό ήταν κάτι που δεν το είδα, αν και θα έπρεπε να εκφράσω την άποψη, όταν θα το είχα διαβάσει ολόκληρο. Σε αυτό το κομμάτι πάντως έλλειπε. 2. Υπάρχει ένας αποπροσανατολισμός ευρηματικότητας. Τουλάχιστον ως πρόθεση, προσπαθούσα να καταλάβω μέρος της υπόθεσης και κυρίως τις διαλεγμένες ιδιότητες των ηρώων. (Συγγραφέας;). Η επική φαντασία έχει σαν ατού της, την ευρηματικότητα των ιδεών και την ελευθεριότητα στη δομή της υπόθεσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει οδηγήσει σχεδόν σε αλλαγή του τρόπου που σκεφτόμαστε λογοτεχνικά (Τόλκιν), σε άλλες όμως οδηγούμαστε σε έναν απροπροσανατολισμό υπόθεσης και απλώς συρραφή διαφόρων ιδεών χωρίς ειρμό. (Δεν υποννοώ ότι συμβαίνει αυτό εδώ, απλώς εφιστώ τον κίνδυνο). Καλή συνέχεια, ελπίζω να το δούμε σύντομα ολοκληρωμένο στα βιβλιοπωλεία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mariposa Posted October 19, 2008 Share Posted October 19, 2008 Μου άρεσε πολύ το απόσπασμα lizbeth_covenant, πραγματικά ο λόγος έρρεε χωρίς δυσκολία. Χωρίς να έχω διαβάσει τίποτα άλλο μπόρεσα και μπήκα στο πνεύμα της ιστορίας. Μου ήταν πολύ εύκολο να ταυτιστώ με την ηρωίδα, έναν άνθρωπο με πάθη και έντονα συναισθήματα που πολλές φορές δεν ξέρει πως να τα διαχειριστεί. Αν υπάρχει και άλλο κομμάτι θα ήθελα πολύ να το διαβάσω. Θα ήθελα να πω κάτι που με ξένισε : "Έσκυψε το κεφάλι της και άγγιξε τα χείλη του, έβαλε τη γλώσσα της μέσα στο ακίνητο στόμα του". Η δεύτερη πρόταση είναι λίγο ανάρμοστη για μια γυναίκα που βρίσκεται στα όρια του πόνου και της δυστυχίας. Πιο λογικό μου φαινόταν να του έδινε πολλά φιλιά στο πρόσωπο και στο στόμα. Δεν είμαι μυστήρια αλλά εκεί που είχα βάλει τον εαυτό μου στην θέση της, αυτό με αποσυντόνισε. Ελπίζω να διαβάσω σύντομα την συνέχεια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
lizbeth_covenant Posted October 19, 2008 Author Share Posted October 19, 2008 2. Υπάρχει ένας αποπροσανατολισμός ευρηματικότητας. Τουλάχιστον ως πρόθεση, προσπαθούσα να καταλάβω μέρος της υπόθεσης και κυρίως τις διαλεγμένες ιδιότητες των ηρώων. (Συγγραφέας;). Η επική φαντασία έχει σαν ατού της, την ευρηματικότητα των ιδεών και την ελευθεριότητα στη δομή της υπόθεσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει οδηγήσει σχεδόν σε αλλαγή του τρόπου που σκεφτόμαστε λογοτεχνικά (Τόλκιν), σε άλλες όμως οδηγούμαστε σε έναν απροπροσανατολισμό υπόθεσης και απλώς συρραφή διαφόρων ιδεών χωρίς ειρμό. (Δεν υποννοώ ότι συμβαίνει αυτό εδώ, απλώς εφιστώ τον κίνδυνο). Αυτό μήπως μπορείς να μου το εξηγήσεις με πιο απλά λόγια γιατί μπερδεύτηκα λίγο. Καταλαβαίνω απόλυτα αυτό που λες για τους διαλόγους και συμφωνώ μαζί σου αν και δεν το είχα σκεφτεί πριν. Μου φαίνεται λίγο δύσκολο αλλά θα προσπαθήσω να κάνω τους διαλόγους καλύτερους. Θα ήθελα να πω κάτι που με ξένισε : "Έσκυψε το κεφάλι της και άγγιξε τα χείλη του, έβαλε τη γλώσσα της μέσα στο ακίνητο στόμα του". Η δεύτερη πρόταση είναι λίγο ανάρμοστη για μια γυναίκα που βρίσκεται στα όρια του πόνου και της δυστυχίας. Πιο λογικό μου φαινόταν να του έδινε πολλά φιλιά στο πρόσωπο και στο στόμα. Δεν είμαι μυστήρια αλλά εκεί που είχα βάλει τον εαυτό μου στην θέση της, αυτό με αποσυντόνισε. Ελπίζω να διαβάσω σύντομα την συνέχεια. Ξέρεις αυτό το σημείο το σκέφτηκα κι εγώ πολύ. Τελικά αποφάσισα να το βάλω αν και ποτέ δεν ήμουν σίγουρη γι' αυτή την πράξη. Απλά δεν ήθελα να φτιάξω μια κλασική-όμορφη σκηνή πένθους. Αφού όμως σε ξένισε κι εσένα μάλλον κάτι πρέπει να κάνω γι' αυτό, γιατί κι εμένα με χαλάει λίγο... Τη συνέχεια δεν την έχω γράψει ακόμη αλλά ελπίζω σύντομα. Υπάρχουν βέβαια προηγούμενα κεφάλαια,τα υπόλοιπα 18. Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον να βαλω και κάποιο άλλο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dreamwhisperer Posted October 19, 2008 Share Posted October 19, 2008 Γράφεις: Ένας νεαρός συγγραφέας πηγαίνει στο απομονωμένο μαρμάρινο παλάτι ως προσκεκλημένος στην τελετή γάμου του βασιλιά της χώρας. Εκεί ανακαλύπτει πως η μέλλουσα βασίλισσα είναι η ίδια γυναίκα με την κοπέλα που είχε ερωτευτεί μερικά χρόνια πριν μα την έχασε όταν έφυγε αναγκαστικά για τον πόλεμο.{...}Κάποια στιγμή ο βασιλιάς ανακαλύπτει τους δύο εραστές κι εκείνοι τον σκοτώνουν για να γλιτώσουν και να το σκάσουν μαζί. Πριν πεθάνει όμως αφήνει μια κατάρα κι έτσι λίγο αργότερα η κοπέλα πεθαίνει. Ο συγγραφέας πνιγμένος απο τύψεις και πόνο πηγαίνει στους Αρχαίους(μεγάλη ιστορία) με σκοπό να βασανιστεί αιώνια γιατί πίστευε ότι αυτό του άξιζε. Η νεκρή αγαπημένη του με κάποιο τρόπο{....} επιστρέφει στη ζωή σα δαίμονας(μη φανταστείτε κέρατα και ουρές), για να τον σώσει απ' το βασανισμό κι ο συγγραφέας αποφασίζει να αναζητήσει τους Μεγάλους θεούς της Λόρνα Μερίνα για να την κάνει ξανά άνθρωπο. Οι Θεοί ζητάνε ανταλλάγματα κι ο νεαρός τρέχει, τρέχει, τρέχει για να τα καταφέρει(πολύ κούραση!!). Ε, μετά είναι το τέλος, δεν το έχω αποφασίσει ακόμη. Αυτο ειναι σε γενικες γραμμές. Διακρίνω: 1. Κόμης Δράκουλας, αρχέτυπο έρωτα μετανσαρκώσεων. 2. Οι άθλοι του Ηρακλή, με μία δόση Σίσυφου και αιώνιου μαρτυρίου. 3. Δαιμονολογία, αγγελολογία. 4. Ορέστης και όλη η φιλολογία των Ατρείδιδων. (Μάλλον είσαι φιλόλογος, υποθέτω, ή σε ενδιαφέρει η αρχαία τραγωδία). Και όλα αυτά σε ένα επικό βασίλειο, αδιευκρίνιστης εποχής και χώρας, με ήρωα συγγραφέα (;) (μάλλον αρχέτυπο μοντέρνας λογοτεχνίας). Αν τα έχεις πλάσει μέσα στο μυαλό σου σωστά, τότε μιλάμε για ένα πολύ πρωτότυπο έργο. Αν όμως δεν είσαι πολύ σίγουρη και προχωράς με άλματα, τότε βρίσκω έναν αποπροσανατολισμό της όλης ιδέας, με πολλά και διαφορετικά κομμάτια, που θα ήθελα να δω πολύ πως τα έχεις ταιριάξει. Τέλος, μην ξεχνάς ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Δεν θα έλεγα τίποτα, αλλά πρόκειται για ένα μεγαλειώδες έργο αρκετών χιλιάδων λέξεων και άρα "άβυσσος χρόνου για το συγγραφέα". Τι θέλεις να πεις; Ποιο το νόημα; Και ποιος ο τελικός σκοπός; Με άλλα λόγια γιατί το γράφω και γιατί κάποιος να το διαβάσει; (Δεν χρειάζεται να τα απαντήσεις σε εμένα, αλλά σε ρωτώ αν τα έχεις απαντήσει ήδη στον εαυτό σου). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
lizbeth_covenant Posted October 19, 2008 Author Share Posted October 19, 2008 Πρώτα απ’ όλα να σ’ ευχαριστήσω για τις παρατηρήσεις και τα σχόλια. Μου φάνηκαν πολύ χρήσιμα. Και αυτά που διέκρινες στην ιστορία! Εγώ δεν το είχα προσέξει αν και έχω διαβάσει όλα όσα αναφέρεις! Περισσότερο επηρεάστηκα απ’ τη νεκρή νύφη του Tim Burton παρά απ’ τον Δράκουλα! Τον αποπροσανατολισμό από τη βασική ιδέα τον φοβάμαι κι εγώ και μάλιστα είναι αυτό που σκέφτομαι συνεχώς απ’ την πρώτη στιγμή. Κι αυτό γιατί μέχρι να πεθάνει η κοπέλα, μεσολαβούν 20 κεφάλαια και 172 σελίδες. Φοβάμαι λοιπόν μήπως ο αναγνώστης άλλο περιμένει να διαβάσει κι άλλο διαβάζει τελικά. Γιατί η περιπέτεια και το τρέξιμο ξεκινάνε μετά το θάνατο της. Φοβάμαι πως το πρώτο μέρος(ας το πούμε έτσι), είναι αρκετά διαφορετικό απ’ το δεύτερο και ίσως δε θα έπρεπε. Το πρώτο είναι πιο κλειστοφοβικό, μέσα σ’ ένα παλάτι και παίζω περισσότερο με τους χαρακτήρες. Μετά η ιστορία ανοίγεται σε όλη τη χώρα και αλλάζει κάπως. Απ’ την άλλη δεν θεωρώ καθόλου βαρετό αυτό το κομμάτι στο παλάτι και δεν βλέπω πως θα μπορούσα να το αποφύγω. Ούτε και θα ήθελα να το αποφύγω για να είμαι ειλικρινής. Κάπως πρέπει να εξελιχθεί και η ιστορία και οι χαρακτήρες. Αλλά με προβληματίζει γιατί νιώθω πως είναι δύο διαφορετικά μέρη και δεν ξέρω καθόλου αν είναι καλό ή κακό. Τώρα για τα διάφορα κομμάτια της ιστορίας και για το πώς τα συνδέω…Νομίζω και ελπίζω να τα συνδέω καλά. Το αν τα έχω πλάσει μέσα στο μυαλό μου σωστά, δεν το ξέρω καθόλου! Ότι τα έχω πλάσει, τα έχω πλάσει πάντως και προσπαθώ… Τέλος, μην ξεχνάς ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Δεν θα έλεγα τίποτα, αλλά πρόκειται για ένα μεγαλειώδες έργο αρκετών χιλιάδων λέξεων και άρα "άβυσσος χρόνου για το συγγραφέα". Τι θέλεις να πεις; Ποιο το νόημα; Και ποιος ο τελικός σκοπός; Με άλλα λόγια γιατί το γράφω και γιατί κάποιος να το διαβάσει; Η αλήθεια είναι πως δεν έχω απαντήσει σ' αυτές τις ερωτήσεις. Πριν ξεκινήσω το γράψιμο προσπάθησα να απαντήσω αλλά τελικά δεν τα κατάφερα. Απλά γράφω μια ιστορία. Αν υπάρχει κάποιο βαθυτερο νόημα, ελπίζω να το βρω ή αν για μένα είναι αργά ας το βρει ο αναγνώστης(αν κάποια στιγμή διαβαστεί απο κάποιον ολόκληρο). Θα δούμε... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted December 1, 2008 Share Posted December 1, 2008 Εμένα αυτό εδώ σα στυλ δε μου κάνει καθόλου σε Τολκινικό, αντίθετα μου κάνει πολύ σε Μαρτινικό Πέρα από την πλάκα, είναι το πρώτο κείμενό σου που διαβάζω και το σημαντικότερο που ίσως είχα να παρατηρήσω κι εγώ ήταν αυτό εδώ που λέει κι ο Dream: Ο Διάλογος δεν προωθεί απλώς την υπόθεση, αλλά εξελίσει και τους χαρακτήρες στα μάτια του αναγνώστη. Αν έχεις στο μυαλό σου ότι δε μας τους γνωρίσεις εσύ, αλλά οι ίδιοι θα μας γνωρίσουν τους εαυτούς τους μέσα από αυτά που λένε, ίσως λειτουργήσει λίγο καλύτερα. Τώρα, εμένα με προβληματίζει λίγο το ότι κατάλαβα πάρα πολύ καλά τι έχει γίνει. Δεν πιστεύω πως θα έπρεπε. Το κεφάλαιο 19 της ιστορίας θα έπρεπε να στηρίζεται πάρα πολύ στα προηγούμενα 18. Δηλαδή, θα έπρεπε να έχω χάσει κάποια επεισόδια. Μου δίνεις πληροφορίες τις οποίες θα έπρεπε ήδη να τις έχω και να μην χρειάζεται να τις γράφεις εδώ. Εκτός πια κι αν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε τους συγκεκριμένους χαρακτήρες στο μυθιστόρημα. Μου άρεσαν πάρα πολύ οι Αλινάιδες κι ο μύθος τους (επίσης, αν διαβάζονται ΑλιναΙδες, ο τόνος μαζί με τα διαλυτικά μπαίνει πάνω από το ι πατώντας shift και w πριν το ι). Καλή συνέχεια Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
lizbeth_covenant Posted December 19, 2008 Author Share Posted December 19, 2008 Εμένα αυτό εδώ σα στυλ δε μου κάνει καθόλου σε Τολκινικό, αντίθετα μου κάνει πολύ σε Μαρτινικό Πέρα από την πλάκα, είναι το πρώτο κείμενό σου που διαβάζω και το σημαντικότερο που ίσως είχα να παρατηρήσω κι εγώ ήταν αυτό εδώ που λέει κι ο Dream: Αν έχεις στο μυαλό σου ότι δε μας τους γνωρίσεις εσύ, αλλά οι ίδιοι θα μας γνωρίσουν τους εαυτούς τους μέσα από αυτά που λένε, ίσως λειτουργήσει λίγο καλύτερα. Τώρα, εμένα με προβληματίζει λίγο το ότι κατάλαβα πάρα πολύ καλά τι έχει γίνει. Δεν πιστεύω πως θα έπρεπε. Το κεφάλαιο 19 της ιστορίας θα έπρεπε να στηρίζεται πάρα πολύ στα προηγούμενα 18. Δηλαδή, θα έπρεπε να έχω χάσει κάποια επεισόδια. Μου δίνεις πληροφορίες τις οποίες θα έπρεπε ήδη να τις έχω και να μην χρειάζεται να τις γράφεις εδώ. Εκτός πια κι αν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε τους συγκεκριμένους χαρακτήρες στο μυθιστόρημα. Μου άρεσαν πάρα πολύ οι Αλινάιδες κι ο μύθος τους (επίσης, αν διαβάζονται ΑλιναΙδες, ο τόνος μαζί με τα διαλυτικά μπαίνει πάνω από το ι πατώντας shift και w πριν το ι). Μόλις τώρα είδα αυτό το σχόλιο... Να απαντήσω λοιπόν... Σχετικά με το Μαρτινικό στυλ...χεχε μ' έπιασες ;) . Εντάξει ο Μάρτιν είναι ο αγαπημένος μου αλλά δεν είχα σκοπό σε καμιά περίπτωση να του μοιάσω. Πέρα απο ίσως κάποια στοιχεία στη γραφή που μάλλον επηρεάστηκα(χωρίς δυστυχώς να το προσέξω), η ιστορία γενικότερα δεν έχει καμία σχέση(ευτυχώς)!Ξεκίνησα να το γράφω πάντως, πριν διαβάσω Μάρτιν... Αχ, αυτοί οι διάλογοι με δυσκολεύουν. Δλδ με δυσκολεύει να τους αλλάξω και να πετύχω αυτό που μου λέτε...Δεν το βασάνισα και πολύ βέβαια γιατί νιώθω λίγο χαμένη πάνω σ' αυτό.Τι θα μπορούσαν να λένε οι ήρωες για να τους γνωρίσει καλύτερα ο αναγνώστης; Δεν ξέρω... Πρέπει να το ψάξω το θέμα!!! Κοίτα σίγουρα έχεις χάσει επεισόδια απ' τα προηγούμενα δεκαοχτώ κεφάλαια. Ας πούμε δεν μπορεί κάποιος από αυτό το κεφάλαιο να καταλάβει τι έχει κάνει στη ζωή της η Λαένα, ούτε το παρελθόν των υπόλοιπων ηρώων(που είναι σημαντικά κομμάτια φυσικά-όχι απλές πληροφορίες), ούτε καν πως έγινε στην πραγματικότητα ο φόνος του βασιλιά. Σίγουρα το 19 είναι αρκετά συνδεδεμένο με το 18, απλά εγώ στηρίζομαι αρκετά στους χαρακτήρες μου οπότε εδώ βλέπουμε πως αντιμετωπίζει η Λαένα το θάνατο του βασιλιά οπότε μαθαίνει η ίδια τα γεγονοτα του προηγούμενου κεφαλαίου. Οι Αλιναΐδες, ναι γράφονται έτσι και thanks για τα διαλυτικά και τον τονο, ήταν πρόβλημα!!! Δεν είναι όμως μύθος! Οι άνθρωποι τις βλέπουν κανονικά κάθε φορά που κάποιος πεθαίνει! Σ'ευχαριστώ πολύ πολύ για το σχόλιο σου. Θα τα σκεφτώ σοβαρά αυτά που μου έγραψες κι ελπίζω να καταφέρω κάτι... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.