Tsigman Posted January 10, 2009 Share Posted January 10, 2009 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Berithian Είδος: Τρόμου Βία; Ναι Σεξ; Μάλλον Όχι. Αριθμός Λέξεων: 1507 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Κι αυτό είναι παλιατζoύρα μου (παλιό εννοώ!) και ίσως να χρειάζεται ρετουσάρισμα σε κάποια σημεία. Δώστε στίγμα .... Da βίντσι code «Μα τι στα σκατά γίνεται»; Αναρωτήθηκε μέσα του κοιτάζοντας για ακόμη μια φορά το ψηφιακό ρολόι στο σταθμό του μετρό. Περίμενε εδώ και 20 περίπου λεπτά τον επόμενο συρμό μα δε φαινόταν πουθενά. Το ίδιο μάλλον σκέφτονταν και οι υπόλοιποι γύρω του αν έκρινε κανείς από τα στραβωμένα και εκνευρισμένα πρόσωπά τους. Άλλα δέκα λεπτά πέρασαν και χάνοντας την υπομονή του βάλθηκε να ψάχνει με το βλέμμα του κάποιον υπεύθυνο στην πλατφόρμα. Κανείς. Ξανακοίταξε το ρολόι. Οι αριθμοί που έδειχναν τα λεπτά της ώρας άλλαξαν πάλι προσθέτοντας έναν ακόμη στην οθόνη. Εκνευρίστηκε περισσότερο τώρα και πήγαινε πέρα δώθε στον πλακόστρωτο διάδρομο. Η ματιά του ξαφνικά έπεσε στα σκαλάκια στην άκρη της πλατφόρμας, εκείνα που χρησιμοποιούν οι τεχνικοί για να μπαίνουν στο τούνελ. Δε χρειάστηκε δεύτερη σκέψη και ρίχνοντας ένα σύντομο βλέμμα δεξιά και αριστερά για να επιβεβαιώσει ότι δεν έρχεται συρμός, πήδηξε το προστατευτικό κιγκλίδωμα και κατέβηκε τα σκαλάκια. «Σίγουρα θα βρω κάποιον τεχνικό εδώ μέσα να μου εξηγήσει τι στο γέρο-διάολο γίνεται …» σκέφτηκε. Ένα ανεπαίσθητο αίσθημα φόβου του γαργάλησε τη σπονδυλική του στήλη βρισκόμενος πια στη σκοτεινή κοιλιά του τούνελ, μα συνέχισε περπατώντας προσεκτικά, παράλληλα στις γραμμές, κολλημένος όσο μπορούσε στο κοίλο τοίχωμα. Ακολούθησε κάποια χοντρά καλώδια και τις οδηγίες μιας κίτρινης πινακίδας που έγραφε: ΣΤΑΘΜΟΣ Γ-999-0 -> δείχνοντας ακόμη βαθύτερα. Κάμποσα μέτρα πιο κάτω, στα αριστερά του, μια φωτισμένη εσοχή του τοιχώματος έκρυβε μια γκρι μεταλλική πόρτα με μια πριτσιναρισμένη ταμπέλα πάνω της που έγραφε: ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟΥΣ ΜΗ ΕΧΟΝΤΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑ. «Μπίνγκο» μουρμούρισε, «εδώ είμαστε …» πιάνοντας και σπρώχνοντας προς τα κάτω το βαρύ μεταλλικό χερούλι. Βρέθηκε σε ένα μικρό θάλαμο βαμμένο σε μια άρρωστη απόχρωση ώχρας και μια νέα κόκκινη πόρτα φλέρταρε την περιέργεια αλλά και τον εκνευρισμό του. Πάνω της μια νέα ταμπέλα έγραφε: ΠΡΟΣΟΧΗ: ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ. ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΑΥΣΤΗΡΑ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟΥΣ ΜΗ ΕΧΟΝΤΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑ. «Ναι, σιγά μη με πάτε και αυτόφωρο» μουρμούρισε χαμογελώντας κοροϊδευτικά και ανυπόμονος την άνοιξε και μπήκε. Έκπληκτος βρέθηκε σε ένα τεράστιο, πεντακάθαρο, λευκό δωμάτιο που έλουζε το λευκό φως των λαμπτήρων φθορίου στο ψηλό ταβάνι του. Αριστερά του μια λευκή πόρτα χωρίς πινακίδα αυτή τη φορά αλλά και χωρίς … χερούλι! Ευθεία μπροστά του ένα λευκό γραφείο, στο οποίο κάθονταν και μιλούσε στο τηλέφωνο μια πανέμορφη νεαρή κοπέλα με κατάξανθα μαζεμένα σε κότσο μαλλιά, γκρίζο, αυστηρό ταγέρ και αγγελικό πρόσωπο. Είχε καιρό να δει τόσο όμορφο πρόσωπο. Πάνω στο γραφείο μόνο μια μαύρη παλαιού τύπου τηλεφωνική συσκευή και μπροστά στην κοπέλα ένα φύλλο χαρτί. Σάστισε. Κατεβάζοντας το ακουστικό βιαστικά και κοιτάζοντάς τον με συγκρατημένη έκπληξη του είπε: «Παρακαλώ; Έχετε ραντεβού;» «Εεε, όχι, όχι, συγνώμη με όλο το θάρρος … ήθελα να ρωτήσω αν συμβαίνει κάτι με τα δρομολόγια … ξέρετε, περιμένουμε πάνω από μισή ώρα και …» ψέλλισε παρατηρώντας για ακόμη μια φορά τα όμορφα χαρακτηριστικά του προσώπου της. «Μισό λεπτό κύριε» του είπε διακόπτοντάς τον απότομα και σήκωσε το ακουστικό σχηματίζοντας έναν αριθμό στο καντράν της συσκευής. Κάτι μουρμούρισε βιαστικά σε αυτόν που βρισκόταν στην άλλη άκρη του καλωδίου και ακούμπησε αργά το ακουστικό στη βάση του, κοιτάζοντάς τον κατευθείαν στα μάτια. «Παρακαλώ περάστε από εδώ» του είπε και του έδειξε με τη λεπτή, σχεδόν διάφανη παλάμη της, την άσπρη πόρτα στα αριστερά του, η οποία άνοιγε διάπλατα από μόνη της. Απορημένος, χωρίς να το σκεφτεί και πολύ, μπήκε στο νέο δωμάτιο ζητώντας επιτέλους απάντηση. Η πόρτα έκλεισε πίσω του. Ο νέος χώρος ήταν ένα μικρότερο δωμάτιο με ασοβάτιστους, άβαφους τσιμεντένιους τοίχους. Τα σχήματα από τις σανίδες καλουπώματος εμφανίζονταν καθαρά επάνω τους. Στο ταβάνι μια σκέτη, συνηθισμένη λάμπα κρεμασμένη από ένα βρώμικο και πρόχειρα συνδεδεμένο καλώδιο, φώτιζε με αρρωστημένο κίτρινο φως. Μπαλώματα υγρασίας στόλιζαν τις γωνίες που σχημάτιζαν οι τοίχοι με το πάτωμα. Δεξιά του στον τοίχο ήταν κουλουριασμένο και κρεμασμένο ένα πράσινο λάστιχο κήπου με τη μία του άκρη χωμένη στο στόμιο της βρύσης με κόκκινη βάνα, που ξεμύτιζε από το τραχύ τσιμέντο. Στη μέση ακριβώς τοποθετημένη μέσα σε ένα λευκό , ζωγραφισμένο στο πάτωμα κύκλο με καφέ διάσπαρτες κηλίδες από κάτι, μια παλιά πράσινη μεταλλική καρέκλα με σχισίματα στην καφέ δερματίνη που έντυνε το κάθισμα και την πλάτη. Ακριβώς από πάνω της, αιωρούταν ένας μυτερός χοντρός γάντζος δεμένος με μία σκουριασμένη αλυσίδα σε ένα μεγάλο βίντσι. Ψιλοτρόμαξε. Όλο το σκηνικό του φάνηκε κάπως απόκοσμο. Η μυρωδιά μούχλας και μετάλλου του έσκαβε τα ρουθούνια. «Καθίστε παρακαλώ» ακούστηκε μια άχρωμη, απροσδιορίστου φύλου φωνή, από το πουθενά. Υπάκουσε και κάθισε στην καρέκλα με τη ματιά του να εξερευνά το μηχανισμό από πάνω του. «Ποιος ακριβώς σας κάλεσε, κύριε;» ξανακούστηκε η ίδια φωνή. Ήρεμη και αργή, μάλλον αντρική του φαινόταν. «Ξέρετε…ήθελα να ρωτήσω για τα δρομολόγια… είμαστε πάνω από μισή ώρα περιμένοντας και …» «Δηλαδή δε σας κάλεσε κανείς;» τον διέκοψε και πάλι η φωνή. «Όχι, όχι δεν με ….» «Ωραία, περιμένετε παρακαλώ» ξανακούστηκε πιο δυνατά και με ένα ανεπαίσθητο τόνο χαράς. Ακούμπησε τους αγκώνες του στα μπράτσα της καρέκλας, βολεύτηκε και περίμενε, κοιτώντας γύρω του, όπως κοιτά κανείς και εξερευνά με περιέργεια ένα νέο χώρο. Αισθανόταν λίγο φοβισμένος εκεί μέσα, όπως παρατηρούσε γύρω του και περισσότερο όταν η ματιά του ανέβαινε σε εκείνον τον παράξενο, κρεμασμένο από το μεγάλο βίντσι, γάντζο. Ξαφνικά από το κάτω μέρος των δύο μπράτσων της καρέκλας εμφανίστηκαν αστραπιαία δύο μεταλλικά ημικυκλικά ελάσματα που του τύλιξαν τους καρπούς και κλείδωσαν σα χειροπέδες βγάζοντας ένα οξύ μεταλλικό ήχο. Τρελάθηκε. Άρχισε να ιδρώνει. Ταυτόχρονα άλλα δύο ίδια ελάσματα έκαναν την εμφάνισή τους από τα μπροστινά πόδια του καθίσματος και έκαναν το ίδιο στα πόδια του λίγο ψηλότερα από τους αστραγάλους του. ‘Ήταν πια καθηλωμένος μη μπορώντας να κάνει τίποτα αφού προσπαθώντας να απελευθερωθεί από τους μεταλλικούς δεσμώτες του, κατάφερνε μόνο να πονάει περισσότερο και να σκίζει ελαφρά το δέρμα του. «Τι γίνεται ρε πούστη μου…» ούρλιαξε. Το κίτρινο φως έγινε ξαφνικά δυνατότερο και η πόρτα απέναντί του άρχισε να ανοίγει αργά. Ο τρόμος κύλισε από το απορημένο του μυαλό στις φλέβες του, κάνοντάς τον να παγώσει και να ιδρώσει περισσότερο, όταν απέναντί του είδε να μπαίνει στο δωμάτιο η κοπέλα που είχε δει στο έξω δωμάτιο. Τη θέση του σοβαρού, γκρίζου ταγέρ είχε πάρει μια αδιάβροχη, λερωμένη από καφέ λεκέδες μπλε φόρμα με φαρδιές τιράντες, που έφτανε μέχρι το κάτω μέρος του σφιχτού της στήθους. Από μέσα φορούσε μόνο ένα μακό άσπρο μπλουζάκι πιτσιλισμένο από ριπές κάποιου κόκκινου υγρού. Μπορούσε να διακρίνει τις σκληρές της ρώγες. Τα κατάξανθα μαλλιά της ήταν λυμένα και έπεφταν μέχρι την κορυφή των λεπτών, θηλυκών ώμων της, ανακατεμένα. Μαύρες χοντρές λερωμένες γαλότσες συμπλήρωναν την horror-couture εμφάνιση. Στο δεξί της χέρι κρατούσε ένα μακρύ και φαρδύ καλοακονισμένο χασαπομάχαιρο με μαύρη λαβή. «Καλώς ήρθες μικρό αναπάντεχο γεύμα…» του γρύλισε με την ίδια, σχεδόν αντρική φωνή που είχε ακούσει πριν λίγο. Το στόμα της στράβωσε διαβολικά από ένα σαδιστικό μειδίαμα και τα μάτια της κατάμαυρα μέσα στις κόγχες τους τον κοιτούσαν πεινασμένα, πλησιάζοντάς τον. «Σε παρακαλώ…» της φώναξε «τι γίνεται; Ποια είσαι; Δεν ήθελα να … θα κάνω ό,τι θες αλλά άσε με να φύγω από δω» «Έκανες ήδη ό,τι θέλω» του αποκρίθηκε, «τώρα είναι η σειρά μας» και με μια δυνατή κίνηση του κάρφωσε ανάποδα το μαχαίρι λίγο πιο κάτω από το στέρνο τραβώντας το δυνατά προς τα πάνω. Ταυτόχρονα με τον αβάσταχτο πόνο που ένιωσε, μια ριπή από σκούρο αίμα σταλμένη από την αρτηρία που μόλις ξέσκισε το κρύο μέταλλο στόλισε τα χέρια και το πρόσωπό της. Τράβηξε το μαχαίρι από τη σάρκα και τα σωθικά του και έχωσε μέσα του το χέρι της. Έκλεισε τη γροθιά της μαζεύοντας όσα όργανα μπόρεσε να πιάσει και το έφερε αργά στο στόμα της. Ανοίγοντάς το για να γευτεί τη λεία της δυο σειρές από μυτερά κιτρινόμαυρα δόντια έκαναν την εμφάνισή τους κάνοντας την να μοιάζει ακόμη πιο τερατώδης. Μπουκωμένη ακόμη με τα ζεστά του σωθικά πάτησε στο βίντσι ένα κόκκινο κουμπί και ο γάντζος άρχισε να κατεβαίνει. Καυτός πόνος τον είχε κατακλύσει ενώ ένοιωθε το αίμα του να αναβλύζει από το ξεσκισμένο του στέρνο. Προσπάθησε να ουρλιάξει αλλά η φωνή του δεν έβγαινε. «Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω …» σκέφτηκε κι εκείνη σα να άκουσε τη σκέψη του, χαμογέλασε ειρωνικά κοιτώντας τον κατάματα. Μόλις ο γάντζος κατέβηκε στο σωστό ύψος, άφησε το κόκκινο κουμπί και με μια κίνηση, του τον κάρφωσε στην ανοιχτή τεράστια πληγή. Ένοιωσε τέτοιο πόνο που νόμισε ότι η ψυχή του ξεκολλούσε από μέσα του και πάσχιζε να αφήσει την σάρκινη κατοικία της. «Όχι ακόμη» του ψιθύρισε διαβάζοντας τη σκέψη του «αυτή είναι για τον Αφέντη … μόνο αυτές τον χορταίνουν!» Ξαφνικά ο άσπρος κύκλος κάτω από την καρέκλα έγινε σαν από υγρό που άνοιγε προς την περιφέρειά του, μέχρι που μια τρύπα πήρε τη θέση του. Αισθάνθηκε μια ανυπόφορη ζέστη να έρχεται από κάτω. Τα ρουθούνια του γέμισαν από τη σκληρή και τοξική μυρωδιά θειαφιού λίγο πριν κρεμαστεί στο χάος. Το μυαλό του ταξίδεψε στα εδάφια εκείνα της Αποκάλυψης που χάζευε μικρός και που μιλούσαν για το βασίλειο του Κάτω Κόσμου. Η εικόνα που αντίκρισε με την άκρη του ματιού του κοιτώντας προς τα κάτω, αιωρούμενος πάνω από την πύλη επιβεβαίωσε το φόβο του. Το χέρι της πάτησε το κόκκινο κουμπί στο βίντσι. Ο γάντζος μαζί με το σάρκινο φορτίο του άρχισε να κατεβαίνει … Edited January 10, 2009 by Berithian Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nestor Posted January 10, 2009 Share Posted January 10, 2009 χεχε..καλό.. Μου θύμισε λίγο Barker αλλά οκ .. Πάντως κάτι έχετε με το μετρό μερικοί παλαιότερα είχα διαβάσει άλλη μια ιστοριούλα που λάμβανε χώρα στο μετρό..κάπου μεταξύ Σύνταγμα και Ευαγγελισμό, αν θυμάμαι καλά..κάπου στη βιβλιοθήκη είναι.. Δεν μπορούσε να τρυπήσει στη κοιλιακή χώρα;; τέτοιο χτύπημα στο στέρνο θα τον είχε στείλει αδιάβαστο μια και έξω.. Καλό..δώσε μας και άλλα δείγματα γραφής..παλαιότερα και πρόσφατα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tsigman Posted January 10, 2009 Author Share Posted January 10, 2009 Φίλε Nestor Ευχαριστώ για το σχόλιο. Όσο για το μετρό κάνει κάτι ρε παιδί μου, έτσι δεν είναι; υπόγειο, σκοτεινό, υγρό, μουχλιασμένο μου φαίνεται πολύ καλή επιλογή για κάποια πύλη του Κάτω Κόσμου! Δεν μπορούσε να τρυπήσει στη κοιλιακή χώρα;; Θα μπορούσε να τρυπήσει κι εκεί αλλά σκέφτηκα ότι θα κρεμόταν καλύτερα αν ο γάντζος έπιανε το κάτω μέρος του θώρακα Δε σκαμπάζω βέβαια και πολλά από ανατομία ... Θα προσπαθήσω να ξεθάψω παλαιότερα γραπτά, μιάς και πρόσφατα δεν έχω πολλά και όσα υπάρχουν είναι Under construction ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
greenmist Posted January 22, 2009 Share Posted January 22, 2009 Ώστε da Βίντσι code ε; Εύστοχο σαν black humor αλλά θα το προτιμούσα με άλλον τίτλο! Καλή ανάπτυξη της ιστορίας και καλή διήγηση. Έχει πολλά στοιχεία από το βασικό concept: "η περιέργεια σκότωσε την γάτα!" Θα μπορούσε να είναι μία κατάσταση "επιλογής" για τον ήρωα της ιστορίας. Δηλαδή βρίσκεται σε μία ενδιάμεση κατάσταση Παράδεισου - Κόλασης και αυτός αποφασίζει που θα πάει, ανάλογα με τις κινήσεις και τις ενέργειες του. Στην προκειμένη περίπτωση έπεσε στην παγίδα! Ο τρόπος που περιγράφεις την φρίκη του πρωταγωνιστή όταν κορυφώνεται το μαρτύριο του δημιουργεί την αίσθηση ότι όντως έχουμε να κάνουμε με έναν ήδη νεκρό, γιατί σε διαφορετική περίπτωση δεν θα είχε αισθήσεις και... ζωή να μας περιγράψει όλα αυτά που βίωσε! Πρέπει κάπου στην ιστορία να ξεκαθαρίσεις τις προθέσεις σου για τον πρωταγωνιστή σου, κατά την γνώμη μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.