DinMacXanthi Posted January 14, 2009 Share Posted January 14, 2009 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Κέλλης Κωνσταντίνος Είδος: επιστημονική φαντασία Βία; Ναι Σεξ; Ίσως... Αριθμός Λέξεων: 3833 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Είπα να γράψω κάτι πιο ανάλαφρο γιατί πολύ βάρυνε η ατμόσφαιρα! Ξέρω ότι το συγκεκριμένο θέμα έχει δέκα χιλιάδες διαφορετικές προεκτάσεις (διάβασα και το τόπικ στην Επιστημονική φαντασία, όπου όλοι διαφωνούσαν με όλους) αλλά η εξωφρενικότητα του στοχεύει στην διασκέδαση, όχι στην πιστευτότητα. Ελπίζω να σας αρέσει. Edit 12 Ιουλίου 09. Το κείμενο μεγάλωσε κατα περίπου 700 λέξεις, δίχως αλλαγή της πλοκής, μερικές επεξηγήσεις και παραπάνω σκηνές. ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ «Κατάραααααχ!!» Συνήθως ο Δρ. Χατζόπουλος χρησιμοποιούσε το μικρό τραπεζάκι για να αφήνει τα κλειδιά του. Τώρα με μια κλωτσιά το εκσφενδόνισε προς το σαλόνι, όχι όμως προτού εκείνο πάρει την εκδίκηση του. Το μικρό δαχτυλάκι του ποδιού, διαβόητο για την εκνευριστική συχνότητα να βρίσκει πάντα μετωπικά ότι σημάδευε το πόδι, έστελνε τώρα νευριασμένες εκκενώσεις πόνου στον εγκέφαλο του. Δίπλα τους έτρεχε και μια σκέψη, που έλεγε «Δεν έπρεπε να βγάλεις τα παπούτσια σου πριν προσπαθήσεις να σουτάρεις το παλιό δρύινο τραπέζι. Ούτε καν να ξεσπάσεις σωστά δεν μπορείς, άχρηστε». Το δαχτυλάκι είχε περιέργως την φωνή της μάνας του, πίσω στην πόλη του πέρα από τον ωκεανό. Ταπεινωμένος! Μια ολόκληρη κοινότητα επιστημόνων είχε περιγελάσει το έργο ζωής του! Με πόσα όνειρα είχε έρθει στην μεγαλούπολη… θυμόταν την ώρα που πρωτοπετούσε πάνω από τον Ατλαντικό για να έρθει εδώ, είχε ορκιστεί να τους καταπλήξει. Τώρα ένιωθε ότι αν τους δινόταν η δυνατότητα, θα τον έριχναν στον ίδιο ωκεανό και θα του έλεγαν να γυρίσει στην Ελλάδα κολυμπώντας. Τόσοι κόποι και θυσίες, μελέτες και προσωπική εργασία χρόνων, η υστεροφημία του και κάθε δυνατότητα υπέρβασης, εξανεμίστηκαν σαν… σαν… σαν σωματίδια που ρίχνονται μέσα σε υπερεπιταχυντή... «Ούτε μια καλή παρομοίωση δεν μπορείς να κάνεις!» «Ε, σκάσε πια!» Είπε στο δάχτυλο ο τριαντάχρονος φυσικός και το έσφιξε στη χούφτα του, αφενός για να σταματήσει ο πόνος και αν γινόταν, για να καταπνίξει και την ενοχλητική φωνή. «Είμαι τόσο κοντά!» Είπε και έβγαλε το ογκώδες σπιράλ που κουβαλούσε μέσα στον χαρτοφύλακα του. Εξισώσεις και περίεργες ακολουθίες μπλέκονταν μεταξύ τους στις σελίδες, καθώς τις ξεφύλλιζε, εικόνες και πίνακες που εύκολα προκαλούσαν κρίση σε επιληπτικό αν τύχαινε να ρίξει μια ματιά μέσα τους. Κι όμως, ο επιστήμονας έδειχνε να βγάζει νόημα από τις σειρές καθώς ανεβοκατέβαζε εκνευρισμένος το κεφάλι με κάθε σελίδα που γύριζε. Στέκει. Είμαι σίγουρος ότι η θεωρία στέκει, ότι κι αν λένε αυτοί οι… οι… οι κομπλεξικοί που μόνο για να διδάσκουν φυσική σε γυμνάσια κάνουν! Ωχ Παναγία μου, εκεί θα καταλήξω…» Είπε και έκλεισε το βαρύ βιβλίο. «Θα δείχνω σε παιδάκια πώς να κρεμούν βαρίδια σε ελατήρια και να φτιάχνουν ηφαίστεια με σόδα…» Σωριάστηκε στον καναπέ του. Είχε ετοιμάσει έναν υπέροχο λόγο, σε όμορφες χρωματιστές καρτελίτσες. Και δεν είχε προλάβει καν να φτάσει μέχρι τη μέση προτού τον σταματήσουν. Ηλίθιοι! Γιατί τους φαινόταν τόσο περίεργο; Οι παρατηρήσεις και ο συνδυασμός των τριών θεωριών το έδειχναν ξεκάθαρα, η δημιουργία μιας απόλυτα λειτουργικής χρονομηχανής ήταν θεωρητικά εφικτή! Το μόνο που χρειαζόταν ήταν τα κονδύλια και την ανοιχτή θέση για το ΣΕΡΝ. Βέβαια, μετά το σημερινό φιάσκο, το μόνο που θα του έδινε ο πρύτανης θα ήταν η σκούπα και το φαράσι για να καθαρίζει. Την ώρα που οι μαύρες σκέψεις κατασπάραζαν όση αισιοδοξία του είχε απομείνει, χτύπησε το τηλέφωνο του. «Δόκτωρ… Τι δόκτωρ δηλαδή… Κυριάκος Χατζόπουλος, παρακαλώ… Ναι; Έλα Μαρίνα. Και βέβαια σε κατάλαβα… Πως πήγε; Χάλια. Τι να σου λέω... Καταστράφηκα Μαρίνα. Με έβγαλαν άχρηστο και τώρα που να βρω κονδύλια για την εφαρμογή… Πάει και η θέση στο ΣΕΡΝ. Θα στείλουν εκείνον τον άχρηστο μολυβοξύστη τον Φάρμιαν, με τις Χορδές του… Όχι, δεν πειράζει… Απόψε; Δεν ξέρω, δεν νιώθω και πολύ καλά να σου πω… Που μένεις;… Ναι, οδηγάω, εντάξει… Ίσως να μου έκανε καλό, λες;… Μήπως να το αφήσουμε για αύριο;... Πως;… Και πότε θα γυρίσεις;… Για πάντα;… Μάλιστα. Έ, τότε, θα τα πούμε απόψε μάλλον. Να σε πάρω τηλέφωνο για να το σιγουρέψουμε;… Όχι δεν το έχω, για πες, σημειώνω… ναι… Οχτώ, τέσσερα, εντάξει... Τι; Κόκκινο πίνω, γιατί;… Ημίγλυκο… Α, μην μπαίνεις σε κόπο... Ευχαριστώ… Άστο, άστο, δεν σώζεται, θα αρχίσω να βάζω αγγελίες για ιδιαίτερα πριν με διώξουν… Θεέ μου και δεν αντέχω τους μαθητές, τι θα κάνω... Καλά, καλά, θα τα πούμε μετά αν είναι, άντε γεια.» Κοίταξε το χαρτάκι με το τηλέφωνο της παλιάς συμμαθήτριας του. Είχαν συναντηθεί στο μετρό, δεκατρία χρόνια και χιλιάδες χιλιόμετρα από το παλιό σχολείο στην Ξάνθη που την είχε δει τελευταία φορά. Είχαν βγει δυο φορές από τότε, για καφέ ώστε να της εξηγήσει την δουλειά του, αν και δεν καταλάβαινε γιατί μια καθηγήτρια γαλλικών έδειχνε τόσο ενδιαφέρον για θεωρητική φυσική. Δεν έδειχνε να αντιλαμβάνεται ούτε τα μισά απ’όσα της έλεγε, ακόμη και τα πιο απλά διαγράμματα. Κι όμως, αυτό δεν έδειχνε να την απογοητεύει. Είχε έρθει ακόμα και σε μερικές διαλέξεις του. Τι ευχάριστη κοπέλα. Κρίμα που θα επέστρεφε στην Ελλάδα αύριο. Έχωσε το χαρτί με το νούμερο στην τσέπη και άρχισε να σκέφτεται. Κομμάτια να γίνουν, όλοι τους! Μεγαλόστομοι και μωροί! Ο κόσμος να χαλάσει, θα έδινε την ζωή του για να τα καταφέρει και τότε θα τους έτριβε την επιτυχία στα μούτρα! Μια από αυτές τις ημέρες θα καθόταν να γράψει τον λόγο αποδοχής του Νόμπελ φυσικής, ώστε όταν εκείνο ερχόταν, να είχε συγκρατήσει τις μνήμες της αποψινής βραδιάς. Ναι, η αποψινή βραδιά έπρεπε να γίνει σταθμός. Αυτό ήταν… Περίεργο πως η απόρριψη και ο εκνευρισμός μπορούσαν να δουλέψουν σαν το πιο δυνατό αλκοόλ, αλλά εκείνη την στιγμή μια τρελή ιδέα ήρθε στο κουρασμένο μυαλό του. Έψαξε να βρει μια καθαρή σελίδα. Εκεί έγραψε βιαστικά τα βασικότερα κομμάτια της θεωρίας με την οποία θα μπορούσε να υλοποιηθεί η χρονομηχανή του. Έπειτα κοίταξε το ρολόι στον τοίχο. Η ώρα έλεγε 9 και 25. Σκέφτηκε για μια στιγμή και άρχισε να γράφει: «Ορκίζομαι πως αν καταφέρω να δημιουργήσω την χρονομηχανή μου σε οποιαδήποτε φάση της ζωής μου, θα κάνω κάθε δυνατή προσπάθεια για να επιστρέψω στην οδό Μπήκονς 34 της Ουάσινγκτον, διαμέρισμα Ε8, στις 10:00 μ.μ της 10ης Ιανουαρίου, 2009. Αυτό το κομμάτι χαρτιού θα φυλαχτεί για το υπόλοιπο της ζωής μου και θα το περάσω σε όλους τους απογόνους μου, βάζοντας τους να ορκιστούν πως θα κάνουν το ίδιο με προορισμό τον παραπάνω που έθεσα. Δόκτωρ Κυριάκος Χατζόπουλος» Την ώρα που έβαζε το διπλωμένο χαρτί στην τσέπη του άκουσε τρέξιμο στην σκάλα έξω από την πόρτα. Τα βαριά βήματα σταμάτησαν πίσω από την πόρτα του και άκουσε το κουδούνι μαζί με έναν υπόκωφο ήχο ενέργειας που φορτίζει. «Ποιος είναι;» Η απάντηση είχε την μορφή μιας γαλάζιας ενεργειακής σφαίρας που ξήλωσε την πόρτα και την τίναξε ως απέναντι στο μπάνιο. Ένας ψηλός, μυώδης άντρας, με εφαρμοστή στρατιωτική στολή άγνωστου υλικού στεκόταν στο άνοιγμα. Στα χέρια του κρατούσε ένα περίεργο, γαλάζιο και πάνω απ’ όλα εξωφρενικά τεράστιο όπλο. Άστραφτε και παλλόταν, γουργουρίζοντας σαν πεινασμένο αιλουροειδές από την δύναμη που έκλεινε μέσα του. «Χα! Οι πόρτες σας δεν έχουν καμία σχέση με αυτές που έχουμε εμείς! Καλύτερα να χαμηλώσω λίγο την ένταση!» Φώναξε και γύρισε μια από τις βαλβίδες. Το γαλανό φως χαμήλωσε μαζί με το γουργουρητό. Ο Κυριάκος τον κοίταξε σαστισμένος. «Ποίος, ποιος είσαι συ; Τι θέλεις στο σπίτι μου!» Είπε και πισωπάτησε. Ο άντρας ξαναπυροβόλησε. Μια λεπτότερη δεσμίδα γαλανής ενέργειας μετέτρεψε το ξύλινο τραπεζάκι δίπλα στον Κυριάκο σε κάτι που δεν χρησίμευε πια ούτε για ανακύκλωση. Εκείνος πήδηξε πίσω από τον καναπέ. «Να πάρει, το ταξίδι με ζάλισε! Αυτή η βολή θα ‘πρεπε να σε έχει κάνει σάλτσα, παππού!» «Στάσου άνθρωπε μου, να το συζητήσουμε!» Η τελευταία λέξη βγήκε σαν ψιλή στριγκλιά καθώς ένα από τα μαξιλάρια του καναπέ πάνω από το κεφάλι του εξερράγη. «Ίσως λίγο πιο δυνατή βολή.» Είπε ο άγνωστος και το γουργουρητό δυνάμωσε. «Τι έκανα! Γιατί το κάνεις αυτό;» Είπε ο Κυριάκος ενώ γύρω του έβρεχε καψαλισμένα πούπουλα. «Θα ‘πρεπε να ξέρεις παππού, εσύ τα έγραψες στο χαρτί που κουβαλάς μέσα στη τσέπη σου!» Το σημείωμα! Τόλμησε να κοιτάξει προς τον άντρα που στεκόταν λίγα μέτρα πίσω του. Τώρα στεκόταν ήρεμος και χαμογελούσε σαν νεκροκεφαλή. Το πρόσωπο του ήταν γνώριμο. Οι παραφουσκωμένοι μύες και το ξυρισμένο κεφάλι δεν ταίριαζαν όμως… Τα μάτια, η γαμψή μύτη, ακόμη και τα χείλια που φούσκωναν ελαφρά… «Είχες δίκιο τελικά, τα κατάφερες! Και να, ήρθα! Δεν σε κάνει να νιώσεις υπέροχα αυτό;» «Είσαι εγγονός μου; Μα πως…» Είπε και ίσα που πρόλαβε να ξανακρυφτεί πίσω από το βαρύ έπιπλο. Το γυάλινο βάζο πάνω στο τραπέζι έγινε βροχή από ζάχαρη. Ο Κυριάκος κοίταξε μέσα από την τρύπα στην πλάτη του καναπέ του. «Για την ακρίβεια είμαι τρισέγγονο του τρισέγγονου σου, αλλά είναι κουραστικό να σε λέω προπροπ…προ;» Ο μυώδης άντρας σούφρωσε τα φρύδια και έξυσε τις μεγάλες φλέβες στον κρόταφο του με την κάνη του όπλου του, μπερδεμένος από το εγκεφαλικό τέντωμα. Προφανώς η εξυπνάδα του πρόγονου είχε χαθεί κάπου στην γενετική διαδρομή. Ο Κυριάκος προσπάθησε να σκεφτεί. Αν ο γίγαντας στην άλλη πλευρά του δωματίου έλεγε αλήθεια -και όσο εξωφρενικό κι αν ακουγόταν, το άγνωστης κατασκευής όπλο ήταν αρκετό για να τον κάνει να πιστέψει- η χρονομηχανή είχε δουλέψει! Ο Κυριάκος σηκώθηκε επάνω και κοίταξε τον άντρα καλύτερα καθώς πλησίαζε με μάτια που γυάλιζαν. Ναι, ήταν σίγουρο. Παρά τους είκοσι πόντους που του έριχνε, ο απέναντι έμοιαζε με συγγενή του. Σήκωσε τα χέρια, όχι ότι αυτό θα έπαιζε κάποιον ρόλο για τον ψυχοπαθή απέναντι του. «Αν αυτά που λες ισχύουν τότε δεν μπορείς να με πληγώσεις… εγγονέ. Αν με εξαφανίσεις, θα χαθείς κι ο ίδιος αφού δεν θα μπορέσω να κάνω παιδιά ώστε να γεννηθείς.» Ο άντρας στεκόταν τώρα μπροστά του. Τα τρελά του μάτια γυάλιζαν αρκετά για να φωταγωγήσουν στάδιο ενώ προσπαθούσε να καταλάβει τα λόγια του προγόνου του. Εκείνος φάνηκε να παίρνει θάρρος από την αβεβαιότητα. «Βασικά, είναι αδύνατο για σένα να με αγγίξεις επειδή κάτι τέτοιο θα συνιστά παράβαση του χωροχρονικού συνεχέεερκ!» Το τέλος της πρότασης σταμάτησε κάπου στη μέση του λαιμού του καθώς έκλεισαν γύρω του οι πένσες που είχε για δάχτυλα ο άντρας. «Απ’ ότι φαίνεται, κάνεις λάθος παππούλη.» Είπε και σήκωσε τα ενενήντα κιλά του δόκτορα με ευκολία μισό μέτρο από το πάτωμα. «Ο στόχος πρέπει να εξουδετερωθεί το βράδυ της δεκάτης Ιανουαρίου, 2019. Μόνο έτσι θα αποτραπεί η κυοφόρηση και γένεση Του.» Αναφώνησε ξερά σαν να διάβαζε από σκονάκι που είχε στην πίσω πλευρά των ματιών του. «Ποιά…» Είπε χρησιμοποιώντας τον ελάχιστο αέρα που μπορούσε να περάσει μέσα από τον φραγμένο λαιμό. Ξαφνικά ο άγνωστος γούρλωσε τα μάτια και άνοιξε διάπλατα το στόμα του. Ο Κυριάκος για μια στιγμή πίστεψε ότι θα τον δάγκωνε με εκείνες τις κοφτερές ταφόπλακες που είχε για δόντια. Το χέρι χαλάρωσε και τον ελευθέρωσε. Ο γίγαντας σωριάστηκε στο έδαφος με έναν κρατήρα να καπνίζει, ακριβώς ανάμεσα στις ωμοπλάτες του. Ένας άλλος, ντυμένος με παρόμοια άγνωστα ρούχα στεκόταν στην είσοδο. Κρατούσε ένα περίστροφο που λαμπύριζε με κοκκινωπή ενέργεια. «Συγγνώμη παππού, ο μπάσταρδος με πρόλαβε! Είσαι καλά;» Κανονικά, η απάντηση του δόκτορα στην εξωφρενική ερώτηση θα κουβαλούσε αρκετό σαρκασμό για να λιώσει μάρμαρο. Δυστυχώς το σάστισμα και ο πόνος στο λαιμό την απέτρεψαν. Αφού έβηξε μερικές φορές, γύρισε στον νεοεισελθέντα. «Ποιος είσαι συ πάλι;» «Απέχουμε εννιά γενιές. Κύραλ είναι το όνομα μου.» Ο άντρας ήταν εξίσου μυώδης και τα χαρακτηριστικά του ήταν παρόμοια με του νεκρού γομαριού στο έδαφος. Το μόνο διαφορετικό ήταν η μεγάλη χαίτη από λευκά μαλλιά που σκέπαζε το κεφάλι του. «Δεν έχουμε πολύ ώρα, πρέπει να σε πάρω από δω.» Είπε μα προτού ο Κυριάκος προλάβει να ξεστομίσει την όποια διαμαρτυρία, ακούστηκε εκείνο το απαίσιο γουργούρισμα στον διάδρομο έξω από το διαμέρισμα. «Ήρθανε κιόλας, βιάσου!» Είπε και άρπαξε τον παππού του από το σακάκι, ρίχνοντας τον ξανά πίσω από τον καναπέ. Έσκυψε από πάνω του την ώρα που ένας λαχανιασμένος άντρας, έφτασε οπλίζοντας το περίεργο όπλο του. Κοίταξε τον νεκρό άντρα αλλά τότε έστριψε προς τον διάδρομο. Άλλος ένας, πανομοιότυπος με αυτόν, στεκόταν πίσω του. Σήκωσε το όπλο για να τον σημαδέψει. «Ώπα, ήρεμα! Μαζί είμαστε! Με έστειλαν μετά από σένα.» Του φώναξε γρήγορα και χαιρέτησε στρατιωτικά φέρνοντας το χέρι του στον ώμο. Πιο ήσυχος, ο πρώτος άντρας κοίταξε το πτώμα. «Έχουν ήδη φτάσει προστάτες,» γρύλισε. «Λες να τον μετέφεραν κιόλας;» Είπε αλλά απάντηση δεν έφτασε ποτέ στα αυτιά του, μόνο μια βολή καυτού ιονισμένου πλάσματος. Το ακέφαλο κορμί γκρεμίστηκε με πάταγο στο πάτωμα. «Όχι, αλλά αυτό σκοπεύω να κάνω, κορόιδο.» Είπε και τον προσπέρασε, θηκαρώνοντας το όπλο. «Είστε εδώ;» Φώναξε και οι άλλοι δυο σηκώθηκαν. Αυτός έγνεψε και κοίταξε πίσω. Τώρα η σκάλα ήταν ήρεμη. «Είμαι ο Κάηρακ, με έστειλαν σαν ενισχύσεις λίγα χρόνια μετά από εσένα Κύραλ. Τους τελευταίους μήνες στέλνουν συνέχεια στρατιώτες πίσω σ’ αυτό το χωροχρονικό σημείο.» «Γνωρίζω, προσπέρασα αρκετές συμπλοκές στην διαδρομή. Ο χρόνος τελειώνει.» «Πρέπει να μεταφέρουμε τον παππού σε ασφαλές σημείο.» «ΣΤΟΠ!» Οι δυο άντρες σταμάτησαν και κοίταξαν τον πρόγονο τους. «Θέλω… όχι, απαιτώ εξηγήσεις! Πέρασα ένα πολύ δύσκολο βράδυ, το διαμέρισμα μου μοιάζει με περπατημένο ναρκοπέδιο και δύο άντρες που θέλανε να με ξεπαστρέψουν, κείτονται νεκροί πάνω στο πανάκριβο χαλί μου! Εξηγήσεις λοιπόν. Τώρα!» «Θέλουν να σε βγάλουν από τη μέση,» είπε ο Κάηρακ. «Δεν κατάλαβες ακόμα; Η χρονομηχανή προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις όταν έπεσε στα λάθος χέρια. Καταρρίφθηκαν θρησκείες, πολιτεύματα, σύνορα. Ολοκληρωτικός πόλεμος. Η παγκόσμια Αυτοκρατορία που δημιούργησε ο Οίκος σου σκίστηκε σε χίλια κομμάτια με τον θάνατο του Κύρονα του Τέταρτου και τώρα όσα μέλη παρέμειναν, προσπαθούν να αποτρέψουν το παγκόσμιο ολοκαύτωμα επιστρέφοντας στην αρχή όλων.» Το μάτι του Κυριάκου άρχισε να πεταρίζει. Αν αυτά τα παιδιά είχαν πραγματικάέρθει από το μέλλον, ο όρος «εξηγήσεις» θα είχε αλλάξει νόημα. «Ορίστε;» Ο ασπρομάλλης πήρε στα χέρια του ένα κρυστάλλινο μπολ που είχε επιζήσει από την αρχική επίθεση. «Έστω ότι αυτό είναι το χωροχρονικό συνεχές στο οποίο ζεις, εντάξει; Το δημιούργημα σου προκάλεσε τέτοιο μπάχαλο στον κόσμο που τώρα πια πιστεύουν πως υπάρχει μόνο ένας τρόπος να διορθωθούν κάποια κομμάτια του χωροχρόνου. Να πεθάνεις. Έτσι, ο εγγονός σου, ο επονομαζόμενος Αυτοκράτορας Κύρον ο Κοσμοφάγος, που χρησιμοποίησε την χρονομηχανή με καταστρεπτικές συνέπειες δεν θα γεννηθεί ποτέ κι έτσι η οικογένεια μας δεν θα μετατρέψει το χωροχρονικό συνεχές άπειρων διαστάσεων από την αρχική του υπόσταση σε…» Είπε και με την τελευταία του λέξη απλά άφησε το μπολ να πέσει. Ο πάταγος του κρύσταλλού έκανε τον Κυριάκο να ανατριχιάσει. «Η θεωρία σου ήταν ολόσωστη παππού,» είπε ο Κάηρακ. «Αλλά μην νομίζεις πως είσαι ο πρώτος που την διατύπωσε. Απλά όλοι οι υπόλοιποι που το κατάφεραν, εξουδετερώθηκαν για να διατηρηθεί η ισορροπία του χωροχρόνου. Και τώρα πρέπει να φύγουμε.» «Στάσου λίγο. Αν με σκοτώσουν, θα χαθούν και οι ίδιοι! Κι εσείς μαζί! Είναι τρελό!» «Πιστεύουν ότι από την στιγμή που δεν θα έπρεπε να υπάρξουν ποτέ, δεν θα τους νοιάζει και ιδιαίτερα το ότι θα χαθούν. Χοντροκέφαλοι φανατικοί! Αλλά δεν σκεφτόμαστε όλοι έτσι. Γι ‘αυτό είμαστε εδώ εμείς, μαζί με άλλους που έρχονται να σε προστατεύσουν.» Ο Κυριάκος ένιωθε ότι έβλεπε εφιάλτη. Στο μυαλό του, σειρές δολοφόνων από το μέλλον ποδοπατούσαν ο ένας τον άλλον σε ένα αέναο κυνηγητό με προορισμό το μισογκρεμισμένο διαμέρισμα και με σκοπό να… «Ω Θεέ μου!» Πανικόβλητος, έβγαλε το χαρτί και άρχισε να το σκίζει. «Ορίστε, το διέλυσα! Το σημείωμα καταστράφηκε! Πρέπει να εξαφανιστείτε όλοι τώρα! Έτσι;» Οι δυο άντρες δίπλα του, απέτυχαν παντελώς να εξαφανιστούν. Το ίδιο και τα πτώματα. «Για τι πράγμα μιλάς παππού;» είπε ο Κύραλ που τώρα πλησίασε την διαλυμένη είσοδο, ελέγχοντας τις σκάλες. «Το σημείωμα που σας έφερε εδώ! Γιατί είστε ακόμη εδώ;» «Το σημείωμα; Δεν ήρθαμε για το σημείωμα. Η γέννηση μας δεν κρίνεται από εκείνο το κομμάτι χαρτιού. Η θεωρία σου υπάρχει σε ένα σωρό διαφορετικά μέρη μέσα στο σπίτι και κυρίως μέσα στο μυαλό σου. Η χρονομηχανή φτιάχτηκε και χρησιμοποιήθηκε. Ο μόνος τρόπος να αλλάξει το μέλλον είναι να πεθάνεις απόψε ώστε να μην γεννηθεί ποτέ ο Κοσμοφάγος. Και το μέλλον σου λέει πως η αποψινή βραδιά είναι σταθμός.» «Μα πάτε καλά; Δεν είμαι καν δεσμευμένος!» Οι άλλοι δυο κοιτάχτηκαν με νόημα, μα προτού ο Κάηρακ αρχίσει να μιλάει, κάτι ακούστηκε να κουδουνίζει πίσω τους. Ο Κύραλ σήκωσε το κεφάλι του και τα μάτια του ακολούθησαν κάτι που έπεσε μέσα στο δωμάτιο. Το μικρό μεταλλικό αντικείμενο έμοιαζε να ανοίγει στη μέση και άρχισε να περπατάει πάνω σε οχτώ λεπτά πόδια από διάφανο πλαστικό «Αραχνοβομβίδα! προστάτεψε τον, Κάηρακ!» Ο Κάηρακ πέταξε τον Κυριάκο κάτω και τον κουκούλωσε με το σώμα του. Ο Κύραλ έπεσε κι αυτός στο πάτωμα, αρπάζοντας το οχτάποδο αντικείμενο που έτρεχε προς το μέρος τους σφυρίζοντας. Το τελευταίο σφύριγμα, βυθισμένο κάτω από το σώμα του άντρα, έσκισε τα αυτιά του Κυριάκου ένα δευτερόλεπτο πριν εκραγεί. Ο καναπές τινάχτηκε σε κομμάτια από πάνω τους. Το ίδιο και τα περισσότερα από τα υπάρχοντα του φυσικού. Το ίδιο και το σώμα του Κύραλ, προς διάφορες κατευθύνσεις. «Σήκω! Σήκω, έρχονται! Σήκω από πάνω μου, πανάθεμα σε!» Μάταια ο Κυριάκος φώναζε στον απόγονο του. Αν στο μέλλον η ιατρική είχε καταφέρει να κατανικήσει τις περισσότερες ιώσεις, καρκίνους και λοιπές ασθένειες, η απάντηση της στην περίπτωση μιας σφηνωμένης σιδερένιας λάμας στον κρόταφο ήταν ακόμη «μην το πάθεις.» Το εν λόγω σίδερο άνηκε πριν δευτερόλεπτα στον σκελετό του πολύπαθου καναπέ αλλά τώρα είχε βρει ένα πιο άβολο μέρος για να χωθεί. Με μεγάλη δυσκολία, ο Κυριάκος σύρθηκε κάτω από το μεγαλόσωμο πτώμα του Κάηρακ. Στην πόρτα στεκόταν ένας από τους άλλους. Είχε ένα αλογίσιο χαμόγελο στο πρόσωπο, χαρούμενος για την επιτυχία της βομβίδας που είχε πετάξει. Πίσω του άλλοι δυο σημάδευαν τον Κυριάκο με τα τεράστια όπλα. Εκείνος, πετάχτηκε προς τον διάδρομο που οδηγούσε στα ενδότερα. Τέσσερις βολές πάνω από το κεφάλι του τον γέμισαν σοβάδες και δυο ακόμη χάθηκαν στο πάτωμα λιώνοντας το ξύλο. Ο Κυριάκος κλείστηκε μέσα στο υπνοδωμάτιο του και κλείδωσε. Έτρεξε προς το παράθυρο. Θυμόταν να υπάρχει μια σκάλα κινδύνου εκεί αλλά ακόμη κι αν δεν υπήρχε… μερικά μέτρα προς το πεζοδρόμιο ήταν πιο επιθυμητά από τα όπλα των έξω. Το πρόσωπο του φωτίστηκε από γαλάζιο και κόκκινο φως. Ο δρόμος περίπου δεκαπέντε μέτρα κάτω έμοιαζε πεδίο μάχης από ταινία επιστημονικής φαντασίας. Στρατιώτες αντάλλαζαν τα ενεργειακά πυρά τους μέσα στη μέση του οδοστρώματος καθώς προσπαθούσαν να φτάσουν στην είσοδο της πολυκατοικίας του. Γύρω τους υπήρχαν αναποδογυρισμένα αμάξια που φλέγονταν και πανικόβλητοι πεζοί που έτρεχαν ουρλιάζοντας. Πόσο θα ήθελε να είναι κι εκείνος εκεί και να τρέχει ελεύθερος. Και ουρλιάζοντας, εννοείται. Ενώ τώρα… «Εύγε πανέξυπνε. Κλειδώθηκες στον τάφο σου…» Είπε και αναστέναξε. Ήταν θέμα δευτερολέπτων να παραβιάσουν την πόρτα με το όπλο που γουργούριζε ή με τα φτυάρια που είχαν για παλάμες. Σαν να περίμενε την σκέψη του Κυριάκου για να αρχίσει, κάτι βαρύ χτύπησε την πόρτα. «Παππού, θα μας ανοίξεις;» Γέλια ακολούθησαν την φωνή που προσπάθησε αποτυχημένα να ακουστεί ευγενική. Άλλο ένα βροντερό χτύπημα κούνησε τους μεντεσέδες. «Δεν θα σε πειράξουμε, αλήθεια!» Τα γέλια τώρα ήταν πιο δυνατά. Μάλλον πίστευαν ότι αυτή η υπόσχεση θα ήταν αρκετή για να τον κάνει να ξεκλειδώσει. Μα πως είχε χάσει τον δρόμο τόση εξυπνάδα; Ο Κυριάκος έβαλε τα τρεμάμενα χέρια στις τσέπες και έπιασε κάτι χάρτινο. Σίγουρα δεν ήταν το καταραμένο σημείωμα. Το είχε κομματιάσει μπροστά στους προστάτες του. Τι άλλο κουβαλούσε; Έντεκα νούμερα με το όνομα Μαρίνα γραμμένο από κάτω του χαμογελούσαν από το χαρτάκι. Δεν θα την ξανάβλεπε ποτέ. Ήταν βέβαιος πως αν αυτά δεν είχαν συμβεί, τώρα θα ήταν στο σπίτι της με ένα μπουκάλι κρασί, λίγη συζήτηση για παρηγοριά… Δυο κόκκινες σταγόνες χτύπησαν το λευκό χαρτάκι. Ο Κυριάκος αιμορραγούσε και δεν το είχε προσέξει καν. Κάποιο από τα υπάρχοντα του, του είχε γρατζουνίσει το μέτωπο όταν η βομβίδα τα είχε βάλει σε τροχιά μέσα στο διαμέρισμα. Το επόμενο χτύπημα ξεχαρβάλωσε τον πιο πάνω μεντεσέ. Έπειτα από βαθυστόχαστη συζήτηση των έξω, αυτός που βροντούσε κατάλαβε ότι θα ήταν πιο εύκολο να ανοίξει την πόρτα αν την χτυπούσε στην πλευρά του πόμολου. Γιατί δεν την είχαν ανατινάξει με τα γουργουριστά όπλα τους ακόμα άραγε; Μήπως ήθελαν να τον τρομοκρατήσουν με τα βροντερά χτυπήματα; Αν ναι, το κατάφερναν μια χαρά. Ο Κυριάκος έσφιξε το χαρτάκι στο χέρι και σκέψεις έτρεχαν στο μυαλό του, αυτό το υπερτροφικό παλιόπραμα που τον είχε φέρει σ’ αυτή τη θέση. Ίσως αν ικέτευε; Δεν του είχε μείνει και τίποτα άλλο να κάνει. Κάποτε είχε προετοιμάσει έναν πολύ βαθύ λογύδριο για να αναφωνήσει σαν τελευταίες του κουβέντες όταν θα ερχόταν η –ευχόταν μακρινή – ώρα του θανάτου του. Τώρα αυτό που θα έβγαινε θα ήταν κάτι του τύπου «μην πυροβολάαααργκχ!» Θα ικέτευε. Ή θα μπορούσε να τους επιτεθεί. Ναι, να χιμήξει πάνω τους την ώρα που δεν το περιμένουν και μέσα στην αναμπουμπούλα, να πεταχτεί ανάμεσα τους και να φύγει πετώντας από τις σκάλες. Και ότι ήθελε προκύψει. Την ώρα που τα σκεφτόταν αυτά η πόρτα γκρεμίστηκε και ένα τσούρμο άντρες, πανομοιότυποι σαν σταγόνες νερού –αν οι σταγόνες ήταν δίμετρες, μυώδεις και πάνοπλες– μπήκαν στο υπνοδωμάτιο. Ε, δεν χάνεις να δοκιμάσεις κιόλας… σκέφτηκε. Ο Κυριάκος έπεσε στα γόνατα και ικέτευσε για την ζωή του. «Σας παρακαλώ, λυπηθείτε με! Έλεος!» Οι άντρες μπροστά του σταμάτησαν, προσπαθώντας να αντιληφθούν τι σήμαιναν τα περίεργα πρωτάκουστα λόγια. Μια σταγόνα αίματος από το τραυματισμένο του κούτελο μπήκε στο βουρκωμένο του μάτι και το έκαψε. Αν και αυτή η ενόχληση θα έπρεπε να είναι η τελευταία στο μυαλό του, αντανακλαστικά έβαλε το μικρό χαρτάκι που κρατούσε στο μάτι του για να το καθαρίσει. Ο πρώτος από τους άντρες, αφού αποφάσισε πως τα λόγια του άντρα δεν ήταν κάποιου είδους άμυνα, ξεθηκάρωσε από τον μηρό του, το μεγαλύτερο πριονωτό μαχαίρι που είχε δει ποτέ του ο Κυριάκος. «Ώρα να πεθάνεις, παππού…» Είπε ο άντρας και εκατόν είκοσι κιλά μυώδους ψυχοπάθειας χίμηξαν μπροστά. Ναι, είναι αλήθεια, ο τριαντάχρονος φυσικός στρίγγλισε σαν κοριτσάκι. Οποιοσδήποτε στη θέση του θα έκανε το ίδιο. Όμως δεν έφτασε ποτέ. Σαν εικόνα που τρεμοσβήνει και χάνεται, ο άντρας με το μαχαίρι πέρασε μέσα από τον Κυριάκο –εκείνος είδε το μαχαίρι, διάφανο σαν φάντασμα, να μοιάζει να καρφώνεται στο μέτωπο του – και εξαφανίστηκε. Το ότι δεν λιποθύμησε από αυτή την τρομερή εικόνα θα έπρεπε να τον κάνει να νιώσει υπερηφάνεια. Αντιθέτως τον έκανε να νιώσει τάση προς εμετό. Οι πίσω, ο ένας μετά τον άλλον, άρχισαν να εξαφανίζονται, με το ίδιο προβληματισμένο ύφος στο πρόσωπο τους, σαν Νεάντερνταλ που ανακάλυπταν τους αντίχειρες τους. Εκείνος παρέμεινε στα γόνατα παγωμένος –με εξαίρεση το καβάλο του παντελονιού του που ήταν βρεγμένα ζεστό- για κάνα πεντάλεπτο, προσπαθώντας να καταλάβει τι είχε συμβεί. Είχαν εξαφανιστεί αλλά εκείνος ζούσε ακόμη. Σηκώθηκε κι έριξε μια ματιά στον δρόμο από το παράθυρο. Οι στρατιώτες είχαν όλοι χαθεί αν και ο δρόμος έμοιαζε ακόμα σαν να είχε δεχτεί τρομοκρατική επίθεση. Βγήκε από το υπνοδωμάτιο τρεκλίζοντας κι έφτασε στον κρανίου τόπο που κάποτε λεγόταν σαλόνι. Τι έπρεπε να κάνει τώρα; Να τηλεφωνήσει σε κάποιον; Ναι, στην Μαρίνα. Ξέσφιξε το χέρι του και κοίταξε το χαρτί για να αντιληφθεί πως είχε λιώσει μέσα στο χέρι του. Οι αριθμοί στο χαρτί είχαν μουτζουρωθεί από το αίμα και τα δάκρυα, καθιστώντας αδύνατη την ανάγνωση τους. Η Μαρίνα θα έφευγε και ποιος ξέρει αν θα την ξανάβλεπε; Ίσως αν τον έπαιρνε εκείνη τηλέφωνο; Το θλιβερό απομεινάρι της τηλεφωνικής συσκευής κάπνιζε μέσα σε μια μικρή τρύπα στο πάτωμα. Δεν ήξερε τι άλλο να κάνει. Βρήκε μια σκούπα κι ένα φαράσι κι άρχισε να μαζεύει τα συντρίμμια. Δεν σκεφτόταν κάτι τέτοιο όταν είχε σκεφτεί πως θα του τα έδινε στο χέρι ο πρύτανης. Ήταν απίστευτο αλλά όλα είχαν συμβεί μόλις σε είκοσι λεπτά. Την ώρα που το πεσμένο στο πάτωμα ρολόι σήμαινε δέκα και τα πυροσβεστικά οχήματα έμοιαζαν να κάνουν διαγωνισμό με τα περιπολικά έξω από το παράθυρο για το ποιος έχει την πιο δυνατή σειρήνα, κάποιος εμφανίστηκε στην είσοδο και χτύπησε απαλά το καψαλισμένο κούφωμα. Σίγουρος πως θα έβλεπε κάποιον αστυνομικό οπλισμένο με χιλιάδες ερωτήσεις, ο Κυριάκος γύρισε να κοιτάξει και… πάγωσε. Ήταν σαν να στεκόταν μπροστά σε καθρέφτη. Αν ο καθρέφτης είχε άσπρα μαλλιά και ρυτίδες. «Γεια…» είπε ο γέρος που στεκόταν στην είσοδο. ΤΕΛΟΣ Edited July 12, 2009 by Dinosxanthi Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Επειδή το μυρίζομαι να πηγαίνει κι αυτό προς "9" μεριά, επιτέλους, ας αναφερθεί πως "πρωτοεμφανίστηκε στο sff.gr". Τρεις απαξιώσεις στη σειρά είναι κάπως. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Εκπληκτικό. Αν και τελειώνει με έμμεσο cliffhanger. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Κι εμένα μου άρεσε, αλλά μου άφησε κάποια αναπάντητα ερωτήματα. Επίσης, σε λίγα σημεία ο λόγος δεν είναι πολύ άνετος, δεν ρέει. Το θέμα όμως είναι πάντα ευχάριστο και πάντα...βραχυκυκλωτικό! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
tetartos Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Ωραίος και ειρωνικός ο τίτλος. Παρότι υπήρχε αρκετό χιούμορ, εγώ το ένιωσα περισσότερο περιπετειώδες παρά χιουμοριστικό το διήγημα. Μου άρεσαν οι μελλοντολογικές σου περιγραφές. Επίσης ωραία ήταν και η ανατροπή του τέλους. Η εξήγηση-λύση έγινε προφανής από την φράση "Τι άλλο κουβαλούσε" και μετά, που μου υπενθύμιζε πληροφορίες (το δεύτερο χαρτάκι) που δεν είχα ξεχάσει και θα τις αναγνώριζα/ξαναθυμόμουν στο τέλος και χωρίς δεύτερη υπενθύμιση. Αλλά με το να τις ξανα-αναφέρεις, απλώς επέστησες την προσοχή μου σ' αυτές και... το 'πιασα το υπονοούμενο! Η εξήγηση γιατί η καταστροφή του πρώτου χαρτιού δεν έλυσε το πρόβλημα δεν με έπεισε. Τέλος, έχεις κάποιες ασυνταξίες/αγγλισμούς, που δείχνουν ότι μάλλον δεν του αφιέρωσες πολύ χρόνο. Παραθέτω ενδεικτικά: -έκανε μια τρελή ιδέα -Είχαν συναντηθεί στο μετρό, δώδεκα χρόνια και χιλιάδες χιλιόμετρα από το παλιό σχολείο στην Ξάνθη που την είχε δει τελευταία φορά. -σε οποιοδήποτε κομμάτι της ζωής μου Συνολικά είναι μια ιστορία που διαβάζεται άνετα και ευχάριστα. Cheers! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinMacXanthi Posted January 15, 2009 Author Share Posted January 15, 2009 (edited) Ευχαριστώ για τα σχόλια και τις αναγνώσεις, μερικές γρήγορες απαντήσεις (όπου μπορώ να δώσω): Μεσιε Τέταρτε: Δεν υπάρχουν αγγλισμοί, μόνο παγκοσμιοποιημένα Ελληνικά. Ή νεοελληνικά. Τέλος πάντων, γράφτηκαν το έτος 2009 στα ελληνικά και όχι στα αγγλικά. Τρελή ιδέα... Οποιοδήποτε κομμάτι... Αν έλεγα περίεργη ιδέα ή οποιαδήποτε στιγμή, θα άλλαζε το νόημα ή θα ήταν πιο ελληνικό; Αυτό με την καταστροφή του πρώτου χαρτιού είναι ένα ζήτημα το οποίο σκέφτομαι αλλά δεν θεώρησα ότι η εξήγηση είναι αδύναμη ούτε κάνει κακό στην πλοκή. Αν η εύκολη λύση έδινε αποτέλεσμα δεν θα υπήρχε διήγημα (Με τον ίδιο τρόπο που ο Τόλκιν δεν έβαλε τους Αετούς να πάρουν το Ένα και να το πετάξουν στο ηφαίστειο. Μπουμ! ο Αρχοντας των δαχτυλιδιών έγινε τηλεγραφημα 20 σελίδων.) Πάντως θα σκεφτώ αρκετά το "ΓΙΑΤΙ" δεν δούλεψε όταν κατέστρεψε το χαρτί και θα το περάσω στο διήγημα. Όσο για τον πολύ χρόνο... Δεν έδωσα πολύ χρόνο, αλλα όσο χρόνο του αναλογούσε και μπορούσα να δώσω. (Πίσω από το κεφάλι μου ηχεί ο συναγερμός [αυτή τη φορά με την φωνή της δικιάς μου μάνας] ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ!] Ντίνο: Σημαντικό ζήτημα εγείρεις φίλτατε μέσα από το έμμεσο κομπλιμέντο (μερσί). Δεν έκρυψα ποτέ την ύπαρξη των διηγημάτων στο sff.gr από το 9. Αντιθέτως το γνώριζαν και τις 2 φορές (π.χ. είπα ότι το Να Ονειρεύεσαι ήταν κομμάτι διαγωνισμού στο φόρουμ και ότι πρωτοδημοσιεύτηκε ΕΔΩ (λινκ) .) Αν η ύπαρξη των κειμένων στο φόρουμ, δυσχέραινε τις πιθανότητες δημοσίευσης τους (ενώ στην πραγματικότητα κάνει το αντίθετο) τότε ποιό το νόημα; Κασάνδρα: Είπες την μαγική-πιο ταιριαστή λέξη: ΒΡΑΧΥΚΥΚΛΩΤΙΚΟ! Αυτό ακριβώς ήθελα ακόμη κι αν δεν είχα τη λέξη στο μυαλό μου! Ρόρι: Λες να υπάρχει χώρος για... ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΙΙ: This time-a it-a gets a-personal... dundunduuuuun! Edited January 15, 2009 by Dinosxanthi Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Θα σχολιάσω εκτενέστερα όταν σηκωθώ απ' το πάτωμα στο οποίο κυλιέμαι ανηλεώς απ' τα γέλια. Πανάθεμά σε, μου 'φυγε ο καφές απ' τη μύτη! Δεν ψειρίζω, δεν ξεψειρίζω, απλά αναγνωρίζω τον σκοπό (το γέλιο) που επετεύχθη τα μέγιστα και υποκλίνομαι στην πένα σου. Ξέρω τι θέλεις να πω, ξέρω τι περιμένεις ν' ακούσεις από μένα (αυτό που ζήλεψες όταν το είπα σε κάποιον άλλο), αλλά θα σ' αφήσω στην πρίζα λίγο ακόμα... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
tetartos Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Ντίνο μου, συμφωνώ απόλυτα για αυτά που λες για την ιδέα. Και πολύ σωστά θα μπορούσες να προσθέσεις και άλλα διάσημα και πολύ ευχάριστα έργα που στηρίζονται πάνω σε αδύναμες ιδέες. Δεν το είπα για να το αλλάξεις ή ως λάθος. Το ανέφερα ως κάτι που μείωσε την προσωπική μου ευχαρίστηση! Αν είναι δυνατόν να ενδυναμώσεις την ιδέα, θα αυξήσεις και την ευχαρίστησή μου. Στη φράση "έκανε μια τρελή ιδέα" αυτό που με ενόχλησε ήταν το "έκανε" όχι το "τρελή". Θα έλεγα "είχε μια τρελή ιδέα". Αγγλισμός μου φάνηκε (δεν ξέρω αν είναι, εσύ είσαι ο ειδικός!) η φράση "οποιοδήπότε κομμάτι της ζωής μου" - μου θύμισε έντονα το "any part of my life". "Οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μου", "οποιαδήποτε φάση της ζωής μου" θα μου ακουγόταν κάπως καλύτερα. Αλλά ούτως ή άλλως, αυτή είναι η υποκειμενική μου προτίμηση. Αν σου το πει και κανείς άλλος, ίσως το σχόλιό μου να σου χρησιμεύσει. Αν πάλι κανείς (άλλος) δεν ενοχληθεί, μπορείς να το αγνοήσεις! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 (edited) Ρόρι: Λες να υπάρχει χώρος για... ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΙΙ: This time-a it-a gets a-personal... dundunduuuuun! Χαλαρά υπάρχει. Και του την πέφτουνε οι προηγούμενοι εφευρέτες των χρονομηχανών από το υπερπέραν, από ζήλια που αυτός την γλήτωσε.Θα πολεμάει φαντάσματα, οπότε δε θα είναι και επανάληψη των προηγούμενων. Edited January 15, 2009 by roriconfan Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Blondbrained Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Καταπληκτικόν, υπέροχον, αξιολογότατον, χιουμοριστικότατον, ΑΝΤΑΞΙΟ ΤΗΣ ΠΕΝΑΣ ΣΑΣ κύριε ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ! ΑΣΕΠ!] Α...κι εσύ? Καλό κουράγιο...λές να συναντηθούμε σε κανά εξεταστικό κέντρο? Θα φοράω καρτελίτσα που θα γράφει: Sou Fou Fou για να με αναγνωρίσεις! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Katerina Baou Posted January 15, 2009 Share Posted January 15, 2009 Χμμμ ... Λοιπόν μου άρεσε. Είναι χαριτωμένο και ανάλαφρο από άποψη γραφής. Μου θύμισε φυσικά λίγο το Back To The Future αλλά αυτό δεν είναι κακό. Η σκηνή της τηλεφωνικής συνομιλίας του Κυριάκου με την κοπέλα είναι πολύ κωμική αφού ούτε καν του περνάει από το μυαλό ότι εκείνη του την πέφτει. Η τελευταία σκηνή απίθανη!!! αν και κάπως θλιβερή. Η γραφή σο εδώ είναι κινηματογραφική και μου φέρνει στο νου περισσότερο κόμικ, ή κάποια ταινία μικρού μήκους! Αν και σε άλλη συζήτηση που έχουμε κάνει μου εξήγησες το λόγο που χρησιμοποιείς ελληνικό όνομα στην ιστορία, μου φαίνεται πως θα μου άρεσε καλύτερα να χρησιμοποιούσες ξένο όνομα - όχι ότι έχει καμιά σημασία στην τελική εκτίμηση της ιστορίας, απλά λέω. Πολύ καλή προσπάθεια@@@ Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Equilibrium Posted January 16, 2009 Share Posted January 16, 2009 (edited) Θα διαφωνίσω για τα ελληνικά ονόματα μιας και δεν με χαλάει όταν τα διαβάζω σε ελληνικά κείμενα Παρόλα αυτά τα φουτουριστικά ήταν κάπως αστεία. Μικρή ανάλαφρη ευχάριστη, προφανώς και υπάρχουν καλύτερες δουλειές πάνω στο συγκεκριμένο θέμα αλλά για το μήκος της θεωρώ ότι πέτυχε τον στόχο της. Μου άρεσαν τα Πρατσετίστικα στοιχεία που είχες. Και για να έρθουμε στην πραγματική φυσική του θέματος, Αυτό που δεν μου άρεσε είναι το τι επέλεξες να δείξεις. Φυσικά μιας και δεν είμαστε το ίδιο πρόσωπο είναι αδύνατο να έχουμε τις ίδιες απόψεις. Αλλά προφανώς εσύ θέλησες να δείξεις μια διαμάχη με στοιχεία από time-travel και τις επιπτώσεις του. Ενώ εγώ θα προτιμούσα να διαβάσω την πολυπλοκότητα των συνεπειών που δημιουργούνται. Ίσως στο επόμενο έργο. Edited January 16, 2009 by Equilibrium Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted January 16, 2009 Share Posted January 16, 2009 Μου άρεσαν τα Πρατσετίστικα στοιχεία που είχες. Μην του λες τέτοια και το παίρνει πάνω του... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted January 19, 2009 Share Posted January 19, 2009 Το λοιπο! Έχουμε και λέμε: 1) Ως γνωστόν η ανάρτηση ενός έργου στο internet δεν θεωρείται δημοσίευση με την έννοια που αυτή έχει στα έντυπα μέσα. Οπότε, καλώς ή κακώς (δεν το σχολιάζω αυτό) κανένα έντυπο δεν οφείλει να αναφέρει την πηγή του internet ως πρώτη δημοσίευση. Σε μια τέτοια περίπτωση πρώτη (και μόνη) δημοσίευση θεωρείται εκείνη του έντυπου μέσου. Και για να μην παρεξηγηθούμε άνευ λόγου και αιτίας, σπεύδω να διευκρινίσω ότι αυτό δεν δικαιολογεί φάουλ άλλου είδους (και ο συγγραφέας αυτού του τόπικ και οι προσεκτικοί αναγνώστες θα θυμούνται τι εννοώ). 2) Το "Οικογενειακή Συγκέντρωση" μου άρεσε αρκετά γιατί με διασκέδασε πάνω σε μια πολύ χρησιμοποιημένη ιδέα. 3) Το "Οικογενειακή Συγκέντρωση" δεν μου άρεσε αρκετά γιατί ο συγγραφέας του έχει δώσει πολύ καλύτερα δείγματα και διέκρινα μια προχειρότητα. Ίσως όμως γι αυτό να φταίει και ο χιουμοριστικός χαρακτήρας του. 4) Μου αρέσει ο χιουμοριστικός χαρακτήρας του και νομίζω ότι αυτή η συγγραφική επιλογή είναι σωστή, αφού στο θέμα των χρονοταξιδιών, η αληθοφάνεια πάει εκ των προτέρων έναν μεγάλο περίπατο στον αγύριστο. 5) Την ίδια χιουμοριστική προσέγγιση είχε ακολουθήσει κι ένας γνωστός μου σε ένα διήγημά του στο "9" ("Χρονομηχανή Τέλος", τ. 355, Φεβρουάριος 2007) που είχε ακριβώς την ίδια υπόθεση (δολοφονία του εφευρέτη της χρονομηχανής). Εννοείται ότι αφού η πατρότητα της ιδέας χάνεται στα βάθη του χρόνου (τι ταιριαστό) δεν τίθεται και κανένα θέμα γι αυτό. Φαντάζομαι μάλιστα ότι ο Κωνσταντίνος δεν έχει διαβάσει καν το διήγημα του φίλου μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted August 7, 2009 Share Posted August 7, 2009 Χεχε, ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική η ιστορία! Μου άρεσε που το πήγες στα όρια και δε το περιόρισες σε έναν, όπως μου άρεσε και το τέλος! Δε παρατήρησα τους αγγλισμούς που αναφέρει ο Τέταρτος αλλά συμφωνώ πως είναι προτιμότερο να μην υπάρχει τίποτα που να θυμίζει αγγλικό κείμενο. Πολύ καλό διήγημα, μπράβο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dolph Posted August 7, 2009 Share Posted August 7, 2009 Το μυστικό βρίσκεται σε αυτά που είπες και στην εισαγωγή: "κάτι πιό ανάλαφρο"..."δέκα χιλιάδες διαφορετικές προεκτάσεις". Συμφωνόντας με αυτά, θα πω ότι ήταν ένα ευχάριστο και καλογραμμένο ανάγνωσμα. Ευχαριστώ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.