Jump to content

Λήθη


HELHEIMEN

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Ηelheimen

Είδος: τρόμος

Βία; Ναι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Ουδέν

 

Ένα γεγονός του παρελθόντος έχει συμβεί, εφόσον κάποιοι το θυμούνται, διαφορετικά, χάνει την υπόστασή του και εξαφανίζεται στο χωροχρόνο.

Πρέπει τουλάχιστον ένα άτομο να το θυμάται, ώστε να δίνει ενέργεια στο γεγονός, για να συνεχίσει και αυτό με την σειρά του να αποτελεί κομμάτι από το παζλ της ζωής του.

Ίσως είναι απογοητευτικό κάτι τέτοιο και ειδικά αν αναλογιστεί κανείς το παρελθόν του, και ανακαλύψει πόσα πράγματα μπορεί να θυμάται και πόσα να άφησε να σβήσουν. Αυτό αυτομάτως σημαίνει ότι έζησε όσα θυμάται.

Και αν κάποιος στα 80 του βρεθεί σε ένα κρεβάτι, ένα δρόμο, ένα παγκάκι και δεν θυμάται τίποτα, και μετά πεθάνει, αναρωτιέμαι... και εάν έζησε ποτέ...

Η Μνήμη είναι το ανώτερο αγαθό μετά τη ζωή.

 

 

Όλα ξεκίνησαν πριν ένα χρόνο, περίπου, σε μία μεγάλη πόλη της Ελλάδας. Την πρωτεύουσα, την Αθήνα.

 

 

 

Ένα σβολάκι από σκόνη, τρίχες και μικρά κλαδάκια άρχισε να δημιουργείται σε ένα στενό δρόμο, μιας συνοικίας .

 

 

 

 

Ο Σωκράτης και ο Άρης, έπιναν καφέ στο στέκι τους, ενώ το βλέμμα τους ακολουθούσε τα περαστικά κορίτσια, όπως οι φίλαθλοι το μπαλάκι σε ένα αγώνα τένις. Δεν έλεγαν και πολλά, μόνο πότε πότε κοιτάζονταν και έκαναν νοήματα. Όταν τελείωνε ο καφές καμιά φορά συνέχιζαν με ούζο. Δεν ήταν άνεργοι ή αργόσχολοι, απλώς το ωράριο εργασίας τους, τους επέτρεπε να αράζουν έτσι από τις δώδεκα που σχόλαγαν μέχρι τις δύο ή καμιά φορά και τις πέντε. Δούλευαν τρίτη βάρδια στο εργοστάσιο ανταλλακτικών μεγάλης αυτοκινητοβιομηχανίας. Το συγκεκριμένο εργοστάσιο αποτελούσε το τμήμα που επεξεργάζεται τα δέρματα αλλά μόνο για ένα από τα έξι μοντέλα μιας Ιαπωνικής εταιρίας, τα υπόλοιπα πέντε μοιράζονταν στην Ισπανία και την Τουρκία. Αρχικά τα έπαιρνε από μία άλλη εταιρεία δερμάτων αλλά μετά οι Γιαπωνέζοι αποφάσισαν ότι καλύτερο θα ήταν να φτιάξουν μία δική τους. Έτσι βρήκε δουλειά αρκετός κόσμος στην περιοχή και ήταν όλοι ευχαριστημένοι.

 

Το μόνο που σκέφτονταν και οι δύο, πότε πότε, ήταν ότι ποτέ δεν κατάφεραν να φύγουν από την πόλη που μεγάλωσαν. Δεν πήγαν κάπου να σπουδάσουν. Δεν ταξίδεψαν και δεν είδαν όσα θα ήθελαν. Όσο και να το σκέφτονταν δεν έβρισκαν κάποια λύση στο θέμα, εκτός από το να κερδίσουν ένα λαχείο, άρα καμία λύση.

 

 

 

Το σβολάκι απο χορτάρι, τρίχες, και διάφορα κλαδάκια κινούνταν αμέριμνο, στο νωχελικό καλοκαιρινό αέρα...

 

 

 

 

Η Λένα ήταν βιαστική και περπατούσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, τα μαλλιά της ανέμιζαν αφήνοντας ένα απαλό άρωμα κανέλας και γιασεμιού. Τα τακούνια της αντηχούσαν στο στενό ήσυχο δρομάκι. Προσπέρασε ένα μικρό καφενεδάκι και με την άκρη του ματιού της είδε 2 ζευγάρια μάτια να ακολουθούν την πορεία της. Χαμογέλασε. Ήξερε ότι ήταν όμορφη, το ήξερε από καιρό...

 

Είχε πετύχει στην ζωή της και όλα χάρη στο τέλειο ταίριασμα των γονιών της. Είχε πάρει τα μάτια και την υπέροχη μύτη της μητέρας της, τα χείλη του πατέρα της και τα μαλλιά επίσης... εκείνα τα υπέροχα μεταξένια καστανόξανθα μαλλιά. Τα φυλούσε σαν θησαυρό σε ένα τριπλοκλειδομένο σεντουκάκι κάτω από την σκάλα του υπογείου. Δεν έπρεπε να χαθούν ποτέ και δεν έπρεπε να τα ανακαλύψει κανείς. Ποτέ.

 

 

 

Δεν θα ξεχνούσε την στιγμή που άρχισε να νοιώθει την αλλαγή. Το δέρμα της να γίνετε λείο και απαλό.

Το σώμα της να αλλάζει... Η μέση της πήρε διαστάσεις δαχτυλιδιού τον πρώτο κιόλας μήνα.

Κάθε τόσο έφερνε στο μυαλό της την γριά Μαροκινή που της είχε πει το “Μυστικό”. Όλα είχαν καταγραφεί με την κάθε λεπτομέρεια στο μυαλό της, η συνταγή, το ξόρκι, όλα...

 

Πριν από ένα χρόνο, γυρνώντας σπίτι νωρίτερα, από τη δουλειά, είδε τον Πάρη στο κρεβάτι τους με άλλη γυναίκα. Τον σκότωσε χωρίς δεύτερη σκέψη και το έκανε γελώντας με μία γιαπωνέζικη κατάνα. Από λάθος σκότωσε και μία φίλη της την ίδια μέρα...στο ίδιο σημείο.

Και μετά η μαροκινή τρελόγρια έδωσε τέλος σε όλο το μπέρδεμα... Διόρθωσε όλα τα λάθη θα έλεγε.

Η Λένα από τότε έγινε μεγάλη και τρανή, έλυνε και έδενε στην τράπεζα όπου γρήγορα έγινε προϊσταμένη και σύμβουλος του υπουργού οικονομίας, ο οποίος την έκανε επίτιμο μέλος του κόμματος και όπως κουβεντιάζονταν ίσως την πρότεινε για την δημαρχία στις ερχόμενες εκλογές. Η ομορφιά είναι το αιώνιο πασπαρτού.

Άρχα!! Άρχα!! του φώναξαν τρία παιδιά από το παραπάνω στενό και μετά το έβαλαν στα πόδια.

Όλοι στη γειτονιά τον ήξεραν ως Άρχα, η μόνη λέξη που ήταν για τον ίδιο, σαν να του πέταγαν σκατά αλόγου στο πρόσωπο, ήταν για τους "λογικούς" το όνομά του.

Αν δεν πέρναγε αυτή γυναίκα από δίπλα του, πριν από λίγο, αυτή που μοσχοβόλαγε κανέλα και γιασεμί θα είχε πάρει στο κυνηγητό τα κακομαθημένα παιδιά. Σε ένα ανελέητο κυνηγητό μέχρι να τα στριμώξει σε καμία γωνία ή μέχρι να του κοπεί η αναπνοή και να παρατήσει την προσπάθεια.

 

Ό Άρης είδε τον Άρχα να καταφθάνει ασθμαίνοντας και βρίζοντας, κοίταξε με νόημα τον Σωκράτη και είπε χαμηλόφωνα "τα κωλόπαιδα ακόμη ενοχλούν τον Άρχα....(σιγή)... γιατί εμείς; τι κάναμε;"

Ο Σωκράτης έγνεψε καταφατικά... Και κοίταξε από την άλλη.

 

 

Ένα σβολάκι από χορτάρι, τρίχες και κλαδάκια σταμάτησε στο πόδι του Άρη.

Μόλις εκείνος το αντιλήφθηκε σήκωσε το πόδι του και άφησε το σβολάκι να συνεχίσει το ταξίδι του.

 

 

 

 

Ξαφνικά μέσα στην ηρεμία και την ρέγουλα των πραγμάτων κάτι αλλάζει. Όλοι γίνονταν υπερβολικά ευγενικοί, χαμογελαστοί, εξυπηρετικοί. Άνθρωποι που αν έλεγαν καλημέρα θα σχίζονταν το στόμα τους, τώρα ήταν διαχυτικοί και πραγματικά, αλλόκοτα φιλικοί. Η προεκλογική περίοδος των δημοτικών εκλογών είχε ξεκινήσει. Οι μισοί ήταν υποψήφιοι και οι άλλοι μισοί συγγενείς τους και αν περίσσευε κανένας τύχαινε να είναι φίλος τους. Το παραλήρημα συνεχίζονταν μέχρι τα δεύτερα αποτελέσματα και μετά έμπαιναν πίσω στη σπηλιά τους, τουλάχιστον για τα τέσσερα επόμενα χρόνια.

 

Ήταν οι εκλογάνθρωποι.

 

Και ήταν όλοι ίδιοι. Οι εκπρόσωποι του ανδρικού φίλου, στο μαλλί βαφή καστανή ή μαύρη, παντελόνι με τσάκιση, μαζεμένα μανίκια, και ανοιχτά δύο κουμπιά του πουκαμίσου. Ενώ οι γυναίκες με μαλλί ακαζού ή ντεκαπάζ… ανάλογα…. ταγέρ, λάγνο βλέμμα και έτοιμες για μεγάλη ενασχόληση με τα κοινά. Αυτή ήταν η στολή και η μάσκα κάθε τέσσερα χρόνια.

 

 

 

Και μετά έγινε, σαν να πήρε κάποια ανώτερη δύναμη τα ψηφοδέλτια και τα έκανε λίστα… Λίστα αίματος…

 

 

 

Μάτια, κεφάλια, μαλλιά, αίμα σε μία μάζα… Και ο υπόλοιπος κόσμος να κοιτάει αποχαυνωμένος. Με τα μάτια ορθάνοιχτα και τα χέρια ματωμένα, τα ρούχα κόκκινα και τα μαχαίρια και περίστροφα αριστερά δεξιά πεσμένα στα πόδια τους. Παιδιά, γυναίκες, ηλικιωμένοι, ο τρελός της πόλης, ο παπάς, ο δάσκαλος και ο αστυνόμος ήταν όλοι εκεί. Ματωμένοι. Από ξένο αίμα. Από το αίμα των εκλογάνθρωπων.

 

 

 

Και αυτό δεν έγινε μόνο εκεί, έγινε σε όλη την Ελλάδα, σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο. Οι άρχοντες της κάθε περιοχής δεν υπήρχαν πια.

 

Κάποια δύναμη, κάποιος περίεργος μαγνητισμός, ίσως και η ίδια η γη το πρόσταξε.

 

 Η αντάρα κράτησε μία μέρα.

 

 

Στην συνέχεια ήρθαν κάποιοι υπάλληλοι του δήμου κρατώντας σχέδια και σημάδεψαν τον δρόμο. Οι γραμμές τους ξεκινούσαν από το ένα πεζοδρόμιο και ευθεία κατέληγαν στο απέναντι. Δέκα μέτρα πιο πάνω από την πρώτη γραμμή, ο υπάλληλος έφτιαξε την δεύτερη, παράλληλη προς την πρώτη. Αυτό γίνονταν κάθε πενήντα μέτρα.

 

Αφού τελείωσε ο σχεδιασμός των γραμμών, ειδοποιήθηκαν οι εκσκαφείς. Άγρια μηχανήματα κ μεγάλα. Οι μηχανές τους μούγκριζαν σαν να αντιλαμβάνονταν τι συνέβαινε. Μούγκριζαν και έσπαγαν την άσφαλτο με τα ατσάλινα δόντια τους. Απόκοσμα θηρία.

 

 

Οι τάφροι καταμεσής του οδοστρώματος ήταν έτοιμες.

 

 

 

Ένας άντρας που στέκονταν στο πεζοδρόμιο, έκανε μερικά βήματα μπροστά και βγήκε από την μάζα του πλήθους. Ήταν μετρίου αναστήματος, φορούσε ένα γαλάζιο πουκάμισο και ένα καφέ ανοιχτό παντελόνι. Με δυσκολία μπορούσε κανείς να καταλάβει το χρώμα των ρούχων του. Ήταν μέσα στο αίμα. Ακόμη και το χρώμα των μαλλιών του δεν φαινόνταν. Το κεφάλι του σκυφτό και μπροστά από το υπόλοιπο σώμα, έμοιαζε να τον οδηγεί κάπου. Τα παπούτσια του κόλλαγαν σχεδόν στο αίμα που ήταν κάπως πιο πηχτό τώρα. Το βήμα του έγινε πιο αργό, και μετά από λίγο σταμάτησε. Δεν ήταν πάνω από τριάντα.

 

Γονάτισε μπροστά σε ένα νεκρό “παραστρατισμένο” και τον ανασήκωσε. Άγγιξε το κεφάλι του πάνω στο στήθος του νεκρού, και στην συνέχεια σηκώθηκε αργά και φώναξε στους άλλους “ ο αδερφός μου δεν θα θαφτεί στο οδόστρωμα, ακούτε ρε; με ακούτε;” τα μάτια του φάνταζαν τεράστια στο κατακόκκινο πρόσωπο. Ενώ δίπλα από τα γόνατά του ξεπρόβαλε

ένα πανέμορφο γυναικείο πρόσωπο που αν το πλησίαζες μύριζε, εκτός από αίμα, και λίγο γιασεμί με κανέλα...

Οι ήχοι πάγωσαν στο άκουσμα της τραγικής του φωνής, η σιωπή αυτή είχε όγκο και υπόσταση. Σαν αρχαίο δράμα με τον χορό και όλα. Και τώρα η κορύφωσή του. Το μόνο που ακούστηκε ήταν η προσπάθεια του άντρα να σηκώσει το νεκρό σώμα του αδερφού του και να το τραβήξει. Μετά από αυτό, ακούστηκε ο ήχος που έκανε το σώμα του, ενώ μετέβαινε από την ζωντανή κατάσταση στην ίδια με τον αδερφό του.

Και ύστερα έπεσε...

Ένα πιστόλι κάπνιζε στο μπαλκόνι επάνω από τα κεφάλια τους...

 

 

 

 

 

Την επόμενη μέρα, οι δρόμοι όλου του κόσμου είχαν φρέσκια άσφαλτο και μύριζε πίσσα παντού, οι άνθρωποι ακολουθούσαν το συνηθισμένο πρόγραμμά τους, σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Τα μαγαζιά γέμιζαν από τον κόσμο, οι υπηρεσίες δούλευαν ρολόι και αν κάπου κάπου, κάποιος προσπαθούσε να δώσει καμία εντολή κάποιος άλλος βρίσκονταν και τον κοίταζε με νόημα.

 

 

 

 

 

Ο Σωκράτης και ο Άρης έπιναν τα ουζάκια τους στο στέκι και κουβέντιαζαν για το μέλλον.

 

Το σβολάκι από σκόνη, τρίχες κ κλαδάκια είχε αποκτήσει το μέγεθος μπάλας του τένις.

 

 

 

 

...end


 

Edited by Ghost
Το μέλος HELHEIMEN έστειλε σε ΠΜ το κείμενο της ιστορίας διορθωμένο (αντικαταστάθηκε το κείμενο στο αρχικό πόστ).
Link to comment
Share on other sites

Γράφεις καλά, δεν έχω ιδιαίτερες παρατηρήσεις. Ούτε κι επί του περιεχομένου βρήκα κάτι αρνητικό (εκτός από την αναφορά σε κατάνα που είναι διαχρονικό cheesy σύμβολο :D ). ¨ολα περιγράφηκαν όπως έπρεπε (μου άρεσε πάρα πολύ πώς περιέγραψες εύστοχα τις αντιδράσεις των δυο φίλων σ' "αυτά" που περνούσαν).

 

Αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω πώς συνδέονται τα διάφορα κομμάτια της ιστορίας μεταξύ τους (η ενδιαφέρουσα σύνδεση ύπαρξης μνήμης, το σβολάκι, οι δυο φίλοι, η Λένα με το ξόρκι της και οι Εκλογάνθρωποι με το τέλος τους). Θα ήθελες να πεις κάτι επί του θέματος;

Link to comment
Share on other sites

Κατ'αρχήν, με τιμά που έδωσες χρόνο για να διαβάσεις την ιστορία μου κ πολύ περισσότερο για την αποψή σου.

Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι δεν θα διαβάσω μια γραμμή για την "Λήθη".Γι αυτό κερνάω διαδυκτιακή μπύρα :beerchug:

Θέλησα να δώσω έμφαση στον χρόνο(τον μεγάλο άγνωστο)-το τυχαίο(;)-την συμπαντική κυκλική διαδοχή

των γεγονόντων.

Link to comment
Share on other sites

Οφείλω να ομολογήσω πως με γοήτευσε. Τόσο η γραφή σου όσο και οι εικόνες που σχηματίστηκαν στο νου μου με τη σειρά που τις παρουσιάζεις. Μοιάζει με κάποιο μεγάλο πεζό ποίημα ενώ μου έδωσε επίσης την εντύπωση ότι γράφτηκε ως σενάριο για κόμικ. Πιστεύω στη μορφή του κόμικ θα ήταν περισσότερο "κατανοητό" απο την πλευρά του αναγνώστη. Γιατί κι εγώ όπως πριν από μένα ο Ελέκτρο, δεν κατάλαβα το πως συνδέονται τα γεγονότα της ιστορίας μεταξύ τους.

Link to comment
Share on other sites

Παρατηρητή, καλημέρα

ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια.(σου χαρίζω εισητήρια για παράσταση ζογκλέρ :juggle: )

Πολύ εύστοχη παρατήρηση (δεν το είχα σκεφτεί ποτέ).

Διαβάζω και δημιουργώ κόμιξ. Έτσι ίσως εδώ σκιαγραφήθηκε αυτό.

 

Παρ'όλα αυτά, το στοιχείο που ενώνει τις φαινομενικά άσχετες ιστορίες είναι στο σβολάκι. Είναι ο υλικός ιστός που συγκρατεί άυλα γεγονότα.

Έχεις ένα ποταπό υλικό στοιχείο που δεν γυρίζεις να το κοιτάξεις καν, και έχεις και ζωντανούς ανθρώπους (σημαντικούς,vip και όχι μόνο). Αυτοί χάνονται, αυτό όχι. (Τί είναι πιο σημαντικο, λοιπον?).

 

Τέλος, το σβολάκι θα έλεγα ότι δημιουργήθηκε στο τέλος της ιστορίας και όχι στην αρχή.

Ευχαριστώ για τον χρόνο σου

θα ανταποδώσω

Link to comment
Share on other sites

Περιττό να σημειώσω ότι το σβολάκι ήταν το χαρακτηριστικό κομμάτι της ιστορίας. Μάλλον ήταν όλη η ιστορία. Η αρχή η μέση και το τέλος της.

Link to comment
Share on other sites

  • 14 years later...
On 2/17/2009 at 1:15 PM, HELHEIMEN said:

Παρατηρητή, καλημέρα

ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια.(σου χαρίζω εισητήρια για παράσταση ζογκλέρ :juggle:)

Διαβάζω και σχεδιάζω κόμιξ. 

 

Παρ'όλα αυτά, το στοιχείο που ενώνει τις φαινομενικά άσχετες ιστορίες είναι στο σβολάκι. Είναι ο υλικός ιστός που συγκρατεί άυλα γεγονότα.

Έχεις ένα ποταπό υλικό στοιχείο που δεν γυρίζεις να το κοιτάξεις καν, και έχεις και ζωντανούς ανθρώπους (σημαντικούς,vip και όχι μόνο). Αυτοί χάνονται, αυτό όχι. (Τί είναι πιο σημαντικο, λοιπον?).

 

Τέλος, το σβολάκι θα έλεγα ότι δημιουργήθηκε στο τέλος της ιστορίας και όχι στην αρχή.

Ευχαριστώ για τον χρόνο σου

θα ανταποδώσω

 

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..