Jump to content

Οι ρίζες της ζωής


Mesmer
Message added by Mesmer

Νικήτρια ιστορία στον 13ο Διαγωνισμό Σύντομης Ιστορίας.

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Κώστας Χαρίτος

Είδος: ΕΦ

Βία; Ελάχιστη

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:2367

Αυτοτελής: Ναι

Σχόλια: Επισυνάπτετε αρχείο word

 

Εν αρχή ην ο Λόγος. Δεν έχω ιδέα ποιος το πρωτοείπε. Μάλλον θα ήταν κάποιος πολύ σημαντικός άνθρωπος. Ίσως βρισκόταν μόνος του αργά το βράδυ σε κάποιο γραφείο, ίσως βημάτιζε μέσα σε μια αίθουσα με μαθητές που χασκογελούσαν, ίσως στεκόταν αγέρωχος ανάμεσα σε ένα πλήθος που κρεμόταν από το στόμα του. Όπως και να ‘χει, για μένα δεν υπάρχει τίποτα πιο σπουδαίο από αυτήν τη μικρή φράση. Για να πω την αλήθεια, δεν με ενδιαφέρει καν ποιος την είπε. Αργά ή γρήγορα, τ’ όνομά του θα χαθεί μέσα στη λήθη του χρόνου, αλλά τα λόγια του δεν θα ξεχαστούν ποτέ. Πέντε λέξεις που σε λίγο θα τις διαβάσω πάνω σε μια μαρμάρινη επιγραφή στην είσοδο της αίθουσας του δικαστικού μεγάρου, την ώρα που θα μπαίνω για να εκτελεστεί η ποινή μου. Άραγε, ο άνθρωπος που τις εκστόμισε για πρώτη φορά, ήξερε πόσο μεγάλο κακό θα προκαλέσουν;

 

Πάνω στο τραπέζι του κελιού μου, μέσα σε ένα μικρό γυάλινο βάζο, βρίσκεται ένα σταχτί τριαντάφυλλο. Το ζήτησα την επόμενη μέρα της σύλληψης μου και το έφεραν αμέσως. Δεν μπορώ να πω ότι μου συμπεριφέρονται άσχημα. Τρώω τρία κανονικά γεύματα, κάθε δεύτερη μέρα μου δίνουν γλυκό, πίνω καφέ πρωί και μεσημέρι, μου αλλάζουν τα σεντόνια σχεδόν καθημερινά. Δεν είμαι σίγουρος αν αυτά επιτάσσει το πρωτόκολλο, ή είναι απλώς μια ένδειξη μεγαλοψυχίας, πριν με οδηγήσουν στην καρέκλα και τοποθετήσουν το κράνος με τα ηλεκτρόδια στο κεφάλι μου. Ίσως έχουν κυριευτεί από ευφορία, καθώς σκέφτονται ότι μόλις ο δικαστής ενεργοποιήσει το κράνος, όλοι τους θα γίνουν αθάνατοι.

 

Εν αρχή ην ο Λόγος. Κάπως έτσι πρέπει να ξεκίνησε. Ήδη όλα έτρεχαν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Οι άνθρωποι συμμετείχαν σε έναν αγώνα δρόμου, όπου το μόνο πράγμα που είχε αξία ήταν να ζήσεις τη στιγμή. Οτιδήποτε είχε σχέση με το θάνατο αποτελούσε ένα μακρινό παρελθόν που δεν μας αφορούσε, παρά μόνο όταν αυτός ερχόταν απρόσκλητος και χτυπούσε εμάς ή κάποιον γνωστό μας. Και αυτό πονούσε, γιατί κανείς δεν είχε προετοιμαστεί. Δεν υπήρχε πια τελετή ενηλικίωσης, ούτε συμφιλίωση με τον κύκλο της ζωής. Μέχρι που κάποιοι σκέφτηκαν ότι μπορούσαν να αλλάξουν αυτόν τον κύκλο. Γιατί να υπάρχει ο θάνατος; Τι θα γινόταν αν σβήναμε αυτήν τη λέξη απ’ όλα τα βιβλία του κόσμου; Αν καταργούσαμε τα ρήματα που τη συνοδεύουν; Μήπως αυτός ήταν ο τρόπος να ζήσουμε για πάντα; Όπως όλες οι μόδες, ξεκίνησε από μερικούς γραφικούς, που δεν είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν, αλλά σύντομα έγινε το σημαντικότερο ρεύμα της κοινωνίας. Ο θάνατος θα πέθαινε. Αυτό ήταν το σύνθημά τους. Παράξενο σύνθημα για κάποιους που έλεγαν ότι αγαπούν τη ζωή.

 

Πόλεμος, βία, σφαγές, εκμετάλλευση, ρατσισμός, κτηνωδίες, βασανιστήρια. Μπορώ να σκεφτώ εκατοντάδες λέξεις που θα ήθελα να εξαφανιστούν για πάντα από τα βιβλία μας, αν αυτό σήμαινε ότι θα χαθούν και από τη ζωή μας. Όμως, αυτοί, διάλεξαν άλλη. Δεν ξέρω γιατί συνέβη. Μερικές φορές νομίζεις ότι οι άνθρωποι τρελάθηκαν. Βάζουν χιλιάδες σκλάβους να φτιάχνουν μεγαλοπρεπείς ναούς για να υμνήσουν την ελευθερία, εισβάλλουν σε πόλεις σφάζοντας γυναικόπαιδα στο όνομα κάποιου δίκαιου θεού, στοιβάζουν συνανθρώπους τους μέσα σε θαλάμους με δηλητηριώδη αέρια και ύστερα πηγαίνουν σπίτι τους για ν΄ ακούσουν μουσική. Έτσι και τώρα. Ήταν μια μανία που είχε καταλάβει ολόκληρο τον κόσμο. Γέμισαν με ιούς το διαδίκτυο σβήνοντας κάθε ηλεκτρονικό ίχνος του θανάτου, έκαψαν όλα τα παλιά βιβλία και τα αντικατέστησαν με καινούρια, ξανάγραψαν από την αρχή τα λεξικά, σάρωσαν δίσκους, ταινίες, τραγούδια, ομιλίες, φυλλάδια, τα πάντα. Μερικές φορές νομίζεις ότι οι άνθρωποι τρελάθηκαν. Δεν είναι, όμως, έτσι τα πράγματα. Ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Και αλίμονο σε όποιον σταθεί εμπόδιο στο δρόμο τους.

 

Ένα ωχρό, αποστεωμένο πρόσωπο κοιτάζει από το μικρό παράθυρο του κελιού μου. Δεν είμαι σίγουρος αν είναι κάποιος καινούριος δεσμοφύλακας ή τον έχω ξαναδεί. Όλοι τους μοιάζουν πια τόσο πολύ μεταξύ τους, λες και το χέρι κάποιου ζωγράφου αφαίρεσε από τα πρόσωπά τους κάθε λεπτομέρεια που τους έκανε διαφορετικούς, και άφησε μόνο αυτήν την κιτρινωπή απόχρωση. Σίγουρα αναρωτιέται γιατί πιέζω με το δάκτυλό μου το μικρό αγκάθι ακριβώς κάτω από το γκρίζο άνθος. Δεν μπορέσαμε ποτέ να τους το εξηγήσουμε, δεν κατάφεραν ποτέ να μας καταλάβουν. Ζωή είναι το μεθυστικό άρωμα που αναδυόταν κάποτε από τα τριαντάφυλλα, ζωή και ο πόνος από το αγκάθι τους, όταν αυτό τρυπάει το δέρμα και χώνεται βαθιά μέσα στο κρέας. Ζωή είναι δύο χέρια που σπρώχνουν με δύναμη μια παιδική κούνια, ζωή και όταν σκορπίζουν τις στάχτες του γονιού πάνω από τη θάλασσα. Δεν κατάφεραν ποτέ να μας καταλάβουν, δεν μπορέσαμε ποτέ να τους το εξηγήσουμε. Αυτοί προσπαθούσαν να μην πεθάνουν, εμείς θέλαμε να ζήσουμε. Και αυτά τα δύο διαφέρουν όσο η μέρα με τη νύχτα.

 

Στην αρχή, βέβαια, τίποτα δεν άλλαξε. Οι σφαίρες συνέχισαν να σωριάζουν τους ανθρώπους μέσα σε λίμνες αίματος, οι επιδημίες δεν σταμάτησαν να θερίζουν, οι άνθρωποι ζούσαν ακριβώς όπως πριν. Όμως, τώρα δεν πέθαιναν. Χάνονταν, έσβηναν, έφευγαν αλλά ποτέ δεν πέθαιναν. Και το πράγμα ίσως σταματούσε εκεί, αλλά η υπόσχεση για την αιώνια ζωή ήταν τόσο δελεαστική. Έτσι, συνέχισαν την προσπάθειά τους. Δεν επιζητούσαν μόνο μια ψευδαίσθηση αθανασίας, ήθελαν να τα καταφέρουν πραγματικά. Και σύντομα βρήκαν τη λύση. Δεν αρκούσε να σβήσεις τις λέξεις από τα βιβλία ή τις ηλεκτρονικές μνήμες, έπρεπε να τις διαγράψεις για πάντα από τον κόσμο. Ποιοι ήταν οι φορείς των λέξεων; Εμείς οι ίδιοι και ο εγκέφαλός μας. Και ο μόνος τρόπος για να τις εξαφανίσεις ήταν να τις διαγράψεις οριστικά από το μυαλό μας.

 

Δεν ξέρω πώς το έκαναν. Νομίζω ότι, αν έχεις αρκετά χρήματα, μπορείς να κάνεις οτιδήποτε. Κάποτε ένας νευροβιολόγος μου είχε εξηγήσει, αλλά δεν μπορώ να πω ότι το κατάλαβα πολύ καλά. Μάλλον απεικόνισαν με ηλεκτρονικά μέσα τον εγκέφαλο, όταν διάβαζε ή άκουγε τις απαγορευμένες λέξεις, και εντόπισαν την περιοχή που έδειχνε μεγαλύτερη δραστηριότητα. Ύστερα, με έναν ηλεκτρομαγνητικό παλμό, καυτηρίαζαν αυτούς τους νευρώνες. Παρασυρμένοι από την ηδονή της αιώνιας ζωής δεν σκέφτηκαν το αυτονόητο. Μήπως ο θάνατος υπάρχει για κάποιο λόγο εκεί; Μήπως όταν τον σβήνεις χάνονται και άλλα πράγματα μαζί του;

 

Το πιο παράξενο ήταν ότι τελικά πέτυχαν. Αργά, αλλά σταθερά, οι άνθρωποι σταμάτησαν να πεθαίνουν. Τουλάχιστον, αυτό μας είπαν. Όχι ότι μας έλειπαν τα αθάνατα πλάσματα, ο κόσμος μας ήταν ήδη γεμάτος από αυτά. Θεοί πάνω σε βουνά ή ακόμα πιο ψηλά στον ουρανό, δαίμονες κρυμμένοι μέσα σε ψυχές ή σε ακόμα πιο βαθιά σκοτάδια, νεράιδες και μάγισσες από τα παραμύθια, ημίθεοι και δράκοι των μύθων. Όντα που στοίχειωναν τα όνειρά μας ή κάλπαζαν στη φαντασία μας. Ποιο ήταν το νήμα που τα ένωνε μεταξύ τους; Ότι ακόμα κι ένα νεογέννητο βρέφος που έβγαζε το πρώτο του κλάμα είχε περισσότερη εμπειρία ζωής απ’ όλα αυτά μαζί. Κι όμως, εμείς θελήσαμε να τους μοιάσουμε. Γίναμε αθάνατοι, όπως τα αγάλματα στις άδειες πλατείες μας, όπως τα κέρινα ομοιώματα στα έρημα μουσεία μας. Και είπαν ότι σταματήσαμε να πεθαίνουμε, γιατί δεν μπορούσαν να πουν ότι σταματήσαμε να ζούμε.

 

Εν αρχή ην ο Λόγος. Κάναμε αμέτρητες συζητήσεις γι’ αυτήν τη φράση, από την μέρα που οι άνθρωποι άρχισαν να μετατρέπονται σε αυτό το παράξενο νεκροζώντανο είδος. Πόσο μέρος της πραγματικότητας είναι αντικειμενικό και πόσο διαμορφώνουμε εμείς μέσω των αισθήσεών μας; Ποτέ δεν καταλήξαμε σε συμφωνία. Μερικές φορές φαντάζομαι κάποιον μακρινό πρόγονο μας να κοιτάζει επίμονα ένα εντυπωσιακό λουλούδι, να σκέφτεται το κόκκινο χρώμα, και όλα τα τριαντάφυλλα του κόσμου να βάφονται άλικα. Ή να λέει, στη δική του γλώσσα, θρόισμα και να αποκτά ήχο το βουβό, μέχρι τότε, πέρασμα του ανέμου μέσα από τα φύλλα Το ξέρω ότι ακούγεται απίστευτο, αλλά κανένας φιλόσοφος δεν μου πρόσφερε κάποια καλύτερη εκδοχή, κάτι που να εξηγεί αυτό που βλέπω σήμερα μπροστά μου. Μπορεί έτσι να ξεκίνησαν όλα. Ίσως ήταν το ίδιο το σύμπαν, ίσως κάποιο αθάνατο ον, ίσως ένα ταπεινό τετράποδο που προσπαθούσε να σταθεί όρθιο. Ότι και να ήταν, την ώρα που μέσα στο νου του σχημάτισε τη λέξη, θάνατος, βγήκαμε από ένα όνειρο χωρίς αρχή και τέλος, και γεννήθηκε ο αέναος κύκλος της ζωής. Τώρα προσπαθούν να κάνουν το αντίστροφο. Να σβήσουν για πάντα αυτήν τη λέξη από τον κόσμο μας, ν’ αλλάξουν την ίδια την πραγματικότητα. Και είναι τόσο αλλόκοτο που όλοι αρνούνται να δουν την αλήθεια. Τη στιγμή που κάποιος ονόμασε το θάνατο, ταυτόχρονα ονόμασε και τη ζωή.

 

Θανατολάγνοι. Έτσι μας αποκαλούσαν. Εμάς, που αγαπούσαμε πιο πολύ απ’ όλους τη ζωή. Αργότερα γίναμε οι Αντιδραστικοί. Δεν επιτρεπόταν πια να υπάρχει λέξη που να περιέχει το θάνατο, έστω και σαν συνθετικό της. Μας κυνήγησαν αλύπητα, μας καταδίωξαν σε οποιοδήποτε μέρος κι αν προσπαθήσαμε να πάμε. Δεν είναι παράξενο. Οι άνθρωποι έχουν κάνει πολύ χειρότερα πράγματα για την, μετά θάνατον, αθανασία. Τώρα, που είχαν την ευκαιρία να την αποκτήσουν εν ζωή, δεν σκόπευαν να αφήσουν εμάς να τους εμποδίσουμε. Στην αρχή απλώς μας έπιαναν και μας φυλάκιζαν, καίγοντας όλα τα βιβλία και τις ηλεκτρονικές μνήμες που είχαμε και περιείχαν τις απαγορευμένες λέξεις. Ύστερα, όμως, εφάρμοζαν τον ηλεκτρονικό ευνουχισμό και σε μας. Όταν βγαίναμε από τα κελιά ήμασταν ίδιοι με αυτούς. Ωχροί, αδύναμοι και ανήμποροι να καταλάβουμε ότι για να γεννηθεί κάτι, πρέπει κάτι άλλο να πεθάνει.

 

Κάτι κυκλάμινα τσακμακίζουν αδίκως το μοβ τους. Αδύνατον να ανάψει ότι είναι κομμένο από τη ρίζα του. Πάντα μου άρεσε η ποίηση και τώρα, καθώς περιμένω να έρθει η μεγάλη στιγμή, είναι η μόνη παρηγοριά που έχω. Μας κατηγόρησαν ακόμα και γι’ αυτό. Είπαν ότι δεν θέλαμε να χαθεί ο θάνατος, γιατί απ’ αυτόν εμπνέονται οι ποιητές. Τουλάχιστον τα κυκλάμινα είναι ακόμα μοβ. Άλλα λουλούδια δεν είχαν τη δική τους τύχη, και φυσικά δεν σταμάτησε στα λουλούδια. Είμαι σίγουρος ότι κι αυτοί βλέπουν τι έχει συμβεί, αλλά προσποιούνται ότι όλα είναι φυσιολογικά. Δεν απορώ. Είναι δύσκολο να παραδεχτείς ότι τα πορφυρά τριαντάφυλλα είναι πια γκρίζα, ότι το δέρμα των ανθρώπων δεν ήταν πάντα κίτρινο και μαραζωμένο και ότι στα σπίτια κάποτε ακούγονταν φωνές χαρούμενων παιδιών.

 

Ζωή, θάνατος, τριαντάφυλλα, άρωμα, κόκκινο, έρωτας, λύπη, χαρά, παιδιά, κλάμα, γέννηση, μητέρα, πατέρας, ευτυχία, θλίψη. Οι λέξεις δεν βρίσκονται μόνες μέσα στα κουτάκια τους. Έχουν γεμίσει το μυαλό μας με παρακλάδια που μπλέκονται αξεδιάλυτα μεταξύ τους και ο θάνατος μοιράζεται τις ρίζες του μαζί τους. Όταν τον ξεριζώνεις, στερεύουν και οι δικές τους πηγές. Αυτοί, όμως, στρέφουν αλλού το βλέμμα τους, κάνοντας ότι δεν καταλαβαίνουν. Ελπίζουν ότι όταν θα τελειώσουν μαζί μου, θα κερδίσουν την πολυπόθητη αθανασία και όλα αυτά δεν θα έχουν πια καμία σημασία. Νομίζουν ότι είμαι η αιτία που ακόμα κάποιοι πεθαίνουν, ενώ εγώ ξέρω ότι είμαι ο μόνος λόγος που μπορούν ακόμα να αναπνέουν.

 

Δύο δεσμοφύλακες μπαίνουν, μου περνούν χειροπέδες και με σηκώνουν από την καρέκλα. Τους δείχνω με το βλέμμα μου το τριαντάφυλλο μέσα στο βάζο. Ο πιο μεγαλόσωμος βγάζει ένα χαρτί από την τσέπη του, το διαβάζει προσεκτικά και ύστερα παίρνει το βάζο μαζί του. Είναι η μοναδική μου επιθυμία. Θέλω να το έχω μπροστά μου τη στιγμή που θα καίνε τους νευρώνες μου, σβήνοντας τη λέξη θάνατος από το μυαλό του τελευταίου ανθρώπου που ακόμα μπορεί να τη σκέφτεται. Με βάζουν σε ένα κλειστό όχημα μεταφοράς και σύντομα βρισκόμαστε στα δικαστήρια. Καθώς προχωράμε μέσα στους ψυχρούς διαδρόμους του δικαστικού μεγάρου, μπορώ να αισθανθώ το μίσος όσων με κοιτάζουν. Δεν τους αδικώ. Βαθιά μέσα τους πιστεύουν ότι είμαι ένας εγκληματίας, που προσπάθησα με κάθε τρόπο να τους στερήσω το πολυτιμότερο αγαθό.

 

Η ποινή μου θα εκτελεστεί στην αίθουσα που έγινε η δίκη μου και θα είναι σε παγκόσμια μετάδοση. Οι δεσμοφύλακες μου βγάζουν τις χειροπέδες, με καθίζουν στην καρέκλα και τοποθετούν το κράνος στο κεφάλι μου. Ακριβώς απέναντί μου είναι η έδρα του δικαστηρίου. Εκεί κάθονταν πριν λίγες μέρες οι δικαστές, και με άκουγαν απαθείς να υποστηρίζω τη θέση μου. Δεν ξέρω τι σκέφτονταν καθώς μιλούσα, αλλά δεν έδειχναν να αντιλαμβάνονται τίποτε απ’ όσα έλεγα. Πως θα βλέπαμε το φως αν δεν υπήρχε το σκοτάδι; Πώς θα σηκώναμε το βλέμμα στον ουρανό, αν δεν πατούσαμε στη γη; Πώς θα αποζητούσαμε την ευτυχία, αν δεν γνωρίζαμε τη λύπη; Και πώς είναι δυνατόν να λατρέψουμε τη ζωή, αν δεν υπάρχει ο θάνατος; Ήταν τόσο προφανές. Ακόμα κι ένα μικρό παιδί θα το καταλάβαινε, αλλά αμφιβάλλω αν υπάρχουν πια παιδιά στον κόσμο μας. Το μόνο που βλέπω είναι κίτρινα, ρυτιδιασμένα πρόσωπα, πάνω σε αδύναμα σώματα να περιφέρονται στους δρόμους

 

Φυσικά δεν μπορούν να με εκτελέσουν. Αυτή η ποινή έχει καταργηθεί εδώ και χρόνια. Θα κάνουν, όμως, κάτι χειρότερο από αυτό. Θα αλλάξουν το μυαλό μου. Θα μου στερήσουν τον θάνατο και μαζί τον έρωτα για τη ζωή. Γι’ αυτό έχω καρφώσει το βλέμμα μου στα γκριζωπά πέταλα του τριαντάφυλλου, ελπίζοντας ότι θα μπορώ ακόμα να σκέφτομαι τι πρέπει να κάνω μετά τον καυτηριασμό. Κοιτάζω το πλήθος που έχει μαζευτεί στην αίθουσα. Αδημονούν να τελειώσει η προετοιμασία. Ο ένας δεσμοφύλακας κάνει μια τελευταία ρύθμιση στο μηχάνημα. Ο δικαστής απλώνει το χέρι του και πιάνει έναν διακόπτη. Κλείνω τα μάτια μου, καθώς νιώθω ένα σφίξιμο βαθιά μέσα στο μυαλό μου. Δεν υπάρχει πόνος, μόνο μια αφόρητη αίσθηση απώλειας.

 

Εν αρχή ην ο Λόγος. Όταν ανοίγω το μάτια μου, καταλαβαίνω ότι, όποιος και να το είπε, τελικά είχε δίκιο. Οι δικαστές σωριάζονται στο έδαφος, οι θεατές ανασαίνουν βαριά, σαν κάποιο αόρατο πανίσχυρο χέρι να σφίγγει το λαιμό τους. Η μοναδική κλωστή που τους κρατούσε ακόμα ζωντανούς έχει σπάσει. Την έκοψαν οι ίδιοι. Ξέρω ότι το μυαλό μου δεν μπορεί να σκεφτεί όπως πριν. Υπάρχουν λέξεις που χάθηκαν για πάντα. Μπορώ, όμως ακόμα να σκεφτώ το χέρι μου να πιάνει το βάζο, να το σπάει χτυπώντας το με δύναμη πάνω στο μαρμάρινο τραπεζάκι, να το οδηγεί όσο πιο σταθερά γίνεται στο ύψος του λαιμού μου και να το σπρώχνει βαθιά μέσα του.

 

Ο πόνος με κατακλύζει. Είναι μια κίνηση απελπισίας, το ήξερα από την αρχή, αλλά είναι το μόνο που μπορώ να κάνω. Εγώ, που τόσο λάτρεψα τη ζωή, θα την χαρίσω ελπίζοντας ότι το θέαμα που μεταδίδεται σε όλον τον κόσμο θα ξαναφέρει στο μυαλό κάποιων ανθρώπων τις λέξεις που τους πήραν με τη βία. Καθώς οι δυνάμεις μου με εγκαταλείπουν, βλέπω τους δικαστές να λειώνουν σαν κεριά, να διαλύονται σαν στάχτη που τη φυσάει ο άνεμος. Βλέπω, όμως, και πρόσωπα ξαναμμένα, που αναπνέουν καλύτερα, να με κοιτάζουν με απορία. Μακάρι να είναι αλήθεια, μακάρι να μην είναι μόνο μια ψευδαίσθηση που δημιουργεί το μυαλό μου για να με παρηγορήσει τώρα που απομακρύνομαι από το σώμα μου. Και μακάρι, οι κόκκινες κηλίδες που βλέπω πάνω στο πεσμένο τριαντάφυλλο, να μην είναι οι σταγόνες από το αίμα μου, αλλά το άλικο χρώμα του που επιστρέφει.

 

 

 

ΤΕΛΟΣ

Οι_ρίζες_της_ζωής.doc

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Εν αρχη ην ο λόγος.

Άρτιότητα και δεξιοτεχνία στον λόγο, εξαιρετική ικανότητα στην εμβάθυνση και την μεταφορά στον αναγνώστη της ψυχολογίας του διηγούμενου. Επικέντρωση στο κυρίως θέμα και όμορφες προτάσεις - απόψεις - προεκτάσεις, φιλοσοφικού και ηθικολογικού περιεχομένου. Ευστοχία στην περιγραφή του περιβάλλοντος στο οποίο κινείται η ιστορία. Άρτια απόδοση. Από τις καλύτερες του διαγωνισμού ( ίσως η καλύτερη. Συγχώρησέ με, αυτό το ίσως θα το γράψω για 2 - 3 ακόμα ιστορίες, αφού δεν είναι δημόσια η ψηφοφορία, για προφανείς λόγους).

Edited by Πυθαρίων
Link to comment
Share on other sites

Ωραίο διήγημα. Με τράβηξε κάτι στις περιγραφές και κάτι στον τρόπο γραφής το οποίο δε μπορώ να το προσδιορίσω. Η σχέση με ΕΦ και με την αθανασία μου φαίνεται πάρα πολυ έμμεση αλλά παρόλα αυτά το συμπάθησα πολύ. :rolleyes:

Link to comment
Share on other sites

Οι Ρίζες Της Ζωής (Khar): Με κέρδισε, προς το τέλος όμως, αφού στην αρχή δεν μου έκανε κάποια ιδιαίτερη εντύπωση. Επιπλέον, πάλι στην αρχή, δυσκολεύτηκα να ‘’μπω’’ στην φάση της ‘’αποβολής’’ του θανάτου από την ζωή των ανθρώπων (εννοώ το σβήσιμο από βιβλία, ταινίες, λεξικά κλπ). Μετά, με την εξέταση του εγκεφάλου για την ανίχνευση των περιοχών όπου εδράζεται η έννοια του θανάτου και με τον επακόλουθο καυτηριασμό τους, κατόρθωσα να χωνέψω καλύτερα την τακτική που ακολουθήθηκε. Σωστή η χρήση της ιδέας περί διαμόρφωσης της υπαρκτής πραγματικότητας από το ίδιο το υποκείμενο ή καλύτερα από το συλλογικό ασυνείδητο της μάζας, τόσο στην τακτική εξάλειψης του θανάτου, όσο και στο αποτέλεσμα της επέμβασης στον τελευταίο αντιδραστικό. Τα άτομα που ανασαίνουν καλύτερα μου άρεσαν, αν και είμαι αμετανόητος οπαδός του ‘’στάχτη και μπούρμπερη και να μη μείνει κανένας’’. Και το τελείωμα έγραψε...

 

Και κάτι ακόμα... έχω μια αίσθηση ότι η έννοια του θανάτου ήταν κάπως πιο μπροστά, ας το πούμε, σε σχέση με αυτήν της αθανασίας.

Link to comment
Share on other sites

Το διήγημά σου μου θύμισε έντονα Όργουελ. Φυσικά αυτό δεν το λέω για αρνητικό. Το αναφέρω απλώς με την ελπίδα ότι μπορεί να σου φανεί χρήσιμο σχόλιο, αφού δεν ξέρω αν τον είχες στο μυαλό σου όταν το έγραφες, ή αν έγινε τυχαία.

 

 

Είναι πολύ καλό. Ο λόγος σου είναι άνετος και ξεκούραστος και οι σκηνές ολοζώντανες, χωρίς να φαίνεται πως κατέβαλες προσπάθεια γι' αυτό. Ξεπηδούν φυσικά από το κείμενο.

Το θέμα το έπιασες καλά και το ΕΦ είναι εκεί, ανατριχιαστικά πιστευτό, σκοτεινό και...προφητικό; Ελπίζω όχι πολύ!

Link to comment
Share on other sites

Guest roriconfan

Ορίστε, εδώ μάλιστα. Όχι μόνο επικεντρώθηκες σε ένα θέμα αλλά παρουσίασες και την αθανασία με μια οπτική γωνία που ποτέ μου δεν είχα σκεφτεί ως τώρα. Μέσα από την έννοια των λέξεων και των σκέψεων! Φοβερό, υπαρξιακό, βαθυστόχαστο. Το τέλος με μπέρδεψε γιατί δε κατάλαβα ακριβώς τι παίχτηκε αλλά το αφήνω ανοικτό στην ερμηνεία και δε το θεωρώ μεγάλο πρόβλημα. Διακρίνω μια συσχέτιση με εκείνον τον διαγωνισμό με θέμα το κόκκινο που έφυγε από την Γη.

Link to comment
Share on other sites

Η ιστορία σου είναι εκπληκτική. Η επιλογή του πρώτου προσώπου στην αφήγηση μας ταυτίζει με τον πρωταγωνιστή και το δράμα που εκείνος βιώνει. Επίσης, αποδίδεις την έννοια της αθανασίας έμμεσα. Αυτό μου άρεσε πάρα πολύ καθώς μέσω της εμμεσότητας αποδίδεται σαν μια έννοια απόκοσμη, μυστηριακή, απάνθρωπη. Τέλος, το αφηγηματικό σου ύφος είναι άψογο και σαφώς έντεχνα δουλεμένο. Συγχαρητήρια!

Link to comment
Share on other sites

Δυνατή ιδέα και δυνατή εκτέλεση. Μια από τις καλύτερες ιστορίες του διαγωνισμού. Μπράβο.

Link to comment
Share on other sites

εεε ναι... έχω μείνει άφωνος!! Μαζί με τον ήρωα σου, έκανες και σε μένα λοβοτομή!! Δεν ξέρω τι να πω... απλά μπράβο, μπράβο, μπράβο, μπράβο! Δε σου λέω καλή επιτυχία... είναι προφανής!!

Link to comment
Share on other sites

Καταπληκτική ιστορία. Μαγευτική. Δεν μπορείς παρά να ταυτιστείς με τον πρωταγωνιστή της, πόσο μάλλον όταν είναι ο τελευταίος που απέμεινε και δεν διστάζει να θυσιαστεί για τα πιστεύω του. Το ότι θίγεις την αθανασία-ε.φ. έμμεσα είναι ανοικτό σε κάθε ερμηνεία. Θα προτιμούσα λίγο περισσότερα ε.φ. στοιχεία, χωρίς όμως αυτό να είναι σόνυ και καλά μειονέκτημα. Συγχαρητήρια και πάλι.

Link to comment
Share on other sites

Μ’ αρέσει: Απλά και απόλυτα και με γνώση των συνεπειών του νόμου, ΟΛΑ. Δεν ξέρω αν μπορώ να βρω κάτι που να μη μου αρέσει.

 

Δε μ’ αρέσει: Χα, το βρήκα. Η κοινοτυπία του ότι είναι ο τελευταίος. Βέβαια μετά δε θα μπορούσες να έχει το τέλος που έχεις. Αλλά τι στο καλό, κάτι έπρεπε να βρω για να γκρινιάξω (εμπρός στο δρόμο που χάραξε ο Μανωλιός…:p )

 

Στο σύνολο: Συγκινητικά άριστο.

Link to comment
Share on other sites

Η ιδέα μου άρεσε πολύ. Το ύφος το βρήκα πολύ ταιριαστό με την ατμόσφαιρα. Κάπου μου φάνηκε ελαφρώς μεγαλύτερο απ’ όσο θα το ήθελα, ίσως βέβαια γι’ αυτό να οφείλεται το θέμα που διαπραγματεύεται το διήγημα. Το τέλος μου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Πολύ δυνατό διήγημα.

Link to comment
Share on other sites

Σιγουρα θα την καταταξω αναμεσα στις τρεις πρωτες. Ο λογος ειναι πολυ καλος, η ροη σωστη, το μυστηριο ξετυλιγεται αρμονικα και η ιδεα ειναι δυνατη. Εψαξα κατι αρνητικο να πω αλλα δεν βρηκα.

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ όλους για τα σχόλια. Περιμένω και τους υπόλοιπους με αγωνία, ειδικά κάποιους σκληροπυρηνικούς της Εφ, που δεν έχουν εκφραστεί ακόμα.

 

@Cassandra: Είχα διαβάσει Όργουελ στα νιάτα μου και τον θεωρώ κλασσικό, με την έννοια ότι αυτά που πραγματεύεται δεν νομίζω ότι θα "παλιώσουν" ποτέ. Το γεγονός ότι ακόμα θυμάμαι πολύ καλά τι ακριβώς γινόταν σε κάθε μυθιστόρημα του, δείχνει ότι σίγουρα με έχει επηρεάσει βαθιά, αν και δεν τον είχα υπόψη μου όταν έγραφα το διήγημα. Μετά την παρατήρησή σου βλέπω και την οργουελική κοινωνία που ισοπεδώνει το άτομο και τη χρήση της γλώσσας για να επινοήσουμε μια νέα αλήθεια.

 

@roric:Τη διέκρινα κι εγώ αυτήν την ομοιότητα με το κόκκινο που εγκατέλειψε τη Γη, αν και όταν πια είχα τελειώσει το διήγημα. Να δώ πότε θα εγκαταλείψει εμένα, αυτή η ιστορία που μου κόλλησαν οι φίλοι μου από τη Σύρο :rolleyes:

Link to comment
Share on other sites

Καταπληκτικο διηγημα το οποιο απογειωνεται στο τελος. Το μονο που εχω να πω ειναι Ευγε!!! :thumbsup: :thumbsup: :thumbsup: :thumbsup:

Link to comment
Share on other sites

-Η ποινή του θα εκτελεστεί στο δικαστικό μέγαρο; Και δεν φαίνεται λογικό ο δικαστής να παίζει τον ρόλο του δήμιου.

-Μου φαίνεται αναληθοφανές το παρακάτω:

«Παρασυρμένοι από την ηδονή της αιώνιας ζωής δεν σκέφτηκαν το αυτονόητο. Μήπως ο θάνατος υπάρχει για κάποιο λόγο εκεί; Μήπως όταν τον σβήνεις χάνονται και άλλα πράγματα μαζί του;» Πιστεύω ότι θα το σκέφτονταν. Φυσικά, έτσι ίσως δεν θα είχες διήγημα, οπότε το καταπίνω, αλλά και πάλι φαίνεται κάπως δύσκολο.

-Το διήγημα έχει μια σχετική έλλειψη ζωντάνιας αφού λείπουν οι διάλογοι. Βέβαια αυτό ταιριάζει μια χαρά με την υπόθεση, αλλά το πρόβλημα γίνεται πιο έντονο στο ενδιάμεσο κομμάτι που παραθέτεις τις εξελίξεις κάπως ξερά, απολογιστικά και μαζεμένα. Εκεί κάνει μια κοιλιά, αν και όχι σημαντική λόγω του μικρού μεγέθους του. Αν του έδινες καμιά χιλιάδα λέξεις ακόμα να μπορούσες να είχες περάσει τις απαραίτητες αυτές πληροφορίες μέσα από διαλόγους και ζωντανές σκηνές. Επειδή σίγουρα υπάρχει τρόπος να το κάνεις αυτό, χωρίς να βλάψεις την επιτυχημένα πεθαμενατζίδικη ατμόσφαιρά σου, εγώ προσωπικά θα το προτιμούσα.

 

+Πολύ καλή η θέση περί αναγκαιότητας του θανάτου για τη βίωση της ζωής.

+Η ιδέα του συνδυασμού της θεωρίας των 100 πιθήκων με την αθανασία νομίζω ότι είναι αρκετά έως πολύ πρωτότυπη. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα.

+Γενικά καλή ιστορία με εξαιρετικό τέλος (θυσία και τριαντάφυλλο). Βλέπω το κόκκινο χρώμα της Σύρου ακόμα καλά κρατεί!

Link to comment
Share on other sites

+Η ιδέα του συνδυασμού της θεωρίας των 100 πιθήκων με την αθανασία νομίζω ότι είναι αρκετά έως πολύ πρωτότυπη. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα.

 

Θεωρία των 100 πιθήκων;;;; Για δώσε πληροφορίες ή κάποιο link, και σε μας τους αδαείς.

Link to comment
Share on other sites

Ωραία η ιδέα της ακύρωσης της… ιδέας του θανάτου. Μου άρεσε πολύ η τελευταία παράγραφος και το ότι γενικά η ιστορία δεν ήταν φορτωμένη με τις συνηθισμένες επιστημονικοειδής σάλτσες. Πολύ καλή ιστορία :thmbup:

Link to comment
Share on other sites

Η καλύτερη ιστορία που διάβασα. Μακράν. Ίσως να είναι υποκειμενικό και να το βλέπω έτσι γιατί ίσως να συνάντησα εδώ κάτι που με απασχολούσε και το περιγράφεις πολύ κοντά στις σκέψεις μου. Και λέω ίσως γιατί θα συνεχίσω με μεγάλη κουβέντα: είσαι εκτός των ορίων του διαγωνισμού και εκτός των ορίων του φόρουμ. Με ξένιζε που τη διάβαζα σε μπλε παραθυράκι κι όχι σε κάποιο όμορφο βιβλίο (ανθολογία, προσωπικό, ό,τι: αδιάφορο). Ξαναλέω, μπορεί να είναι τρελά υποκειμενικό, αλλά έτσι τη βλέπω. Σαν ιστορία που θα πρότεινα σε κάποιο φίλο και που την έψαξα για να τη διαβάσω και δεν έπεσε στα χέρια μου τυχαία.

 

Απλά πανέμορφη, από τα επίπεδα ανάγνωσής της, μέχρι την ευαισθησία στο λόγο, το χαρακτήρα, το τέλος, όλα.

Link to comment
Share on other sites

Θεωρία των 100 πιθήκων;;;; Για δώσε πληροφορίες ή κάποιο link, και σε μας τους αδαείς.

Δεν ξέρω κι εγώ παρά ελάχιστα: Σύμφωνα με την (ανεπιβεβαίωτη φαντάζομαι) θεωρία του εκατοστού πίθηκου, υποτίθεται ότι αν σε ένα νησί με έναν μεγάλο (π.χ. 1000) αριθμό πιθήκων ένας συγκεκριμένος αριθμός από αυτούς (π.χ. 100) μάθει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο που είναι το μέρος με τις μπανανιές, τότε αυτόματα όλοι οι πίθηκοι (και οι χίλιοι!) ξέρουν πια που είναι αυτό το μέρος. Δηλαδή μόλις το μάθει ο εκατοστός πίθηκος αποτελεί πλέον κοινή σε όλους γνώση.

Είδα έναν παραλληλισμό αυτού με το διήγημά σου (αν όλοι πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει θάνατος ή τον ξεχάσουμε...).

[Δεν ξέρω αν διατυπώνω σωστά την θεωρία/αρχή του εκατοστού πιθήκου (και δεν το έχω ψάξει καθόλου). Αν ξέρεις κανείς κάτι παραπάνω ας μας φωτίσει.]

Link to comment
Share on other sites

Δεν θα επαναλάβω πόσο καλογραμμένη είναι η ιστορία, αφού δεν έχω να προσθέσω ούτε κεραία σε όσα ειπώθηκαν ήδη. Θα πω μόνο ότι είναι από αυτές που αφήνουν για ώρες στο μυαλό την ατμόσφαιρά τους. Ότι διαβάζεται με μια ανάσα μέχρι την έξοχη ανατροπή στις τελευταίες αράδες: αν στην αρχή ήταν ο λόγος, τι απομένει ύστερα από την τελική πράξη; Απορία κι ελπίδα.

Link to comment
Share on other sites

Τι να πω τώρα; Απλά, είσαι πολύ καλός. Μα πάρα πολύ καλός.

Δεν το λέω μόνο για την αφήγηση και το συναίσθημα που βγάζει η ιστορία, ούτε για τον τρόπο που λύνεται σιγά-σιγά το μυστήριο, αλλά για το ότι έχεις τόσο καλή γραφή που κατάφερες να κάνεις κάτι το οποίο μου συμβαίνει πολύ σπάνια: να διαφωνώ κάθετα με το θεωρητικό υπόβαθρο που θέτει ο συγγραφέας κι ωστόσο να βυθίζομαι μέσα στην ιστορία και να τη βρίσκω εξαιρετική!

Πραγματικά, στιγμή δεν περνάει από το μυαλό μου ότι μπορεί να έχεις δίκιο. Στιγμή δε δέχομαι ότι αν όλοι μας αγνοήσουμε το θάνατο, θα τη γλυτώσουμε. Αλλά με γραπώνεις, με κρατάς, με συγκινείς και με τρελαίνεις. Κι όλα αυτά σε λιγότερες από δυο χιλιάδες λέξεις. :worshippy:

 

Υ.Γ. Νομίζω ότι όντως αυτή είναι η θεωρία των 100 πιθήκων είναι αυτό που λέει ο mman. Υποτίθεται ότι έχουν γίνει κάποια πειράματα σε απομονωμένα νησιά όπου όταν έμαθε μια κρίσιμη μάζα πιθήκων να κάνει κάτι συγκεκριμένο, το οποίο νομίζω ήταν να πλένει από τη λάσπη τις γλυκοπατάτες πριν τις φάει, εμφανίστηκαν αυτόματα παράλληλες συμπεριφορές σε άλλα μέρη, όπου δεν είχαν την ίδια εκπαίδευση. Μάλιστα, πάνω σε κάτι τέτοια περιστατικά βασίζονται ορισμένες θεωρίες του Young περί συγχρονικότητας κλπ. Αυτό το τελευταίο με μια επιφύλαξη ως προς την υπεραπλοποίηση, επειδή δεν το έχω διαβάσει αλλά το έχω απλώς συζητήσει με μια φίλη μου ψυχολόγο, που έχει ασχοληθεί με Young.

Παρόλο που αυτό φαίνεται καταπληκτικό και θα ήθελα με όλη μου την καρδιά να το πιστέψω, επειδή μας ανοίγει τρομερούς ορίζοντες, εκείνο το ενοχλητικό, άπιστο μέρος του εαυτού μου προβάλει τόσο σθεναρές αντιρρήσεις και αντιπαραδείγματα, με κρατάει πίσω.

Link to comment
Share on other sites

Στη δεύτερη ανάγνωση βρήκα αυτά:

Έτσι, συνέχισαν την προσπάθειά τους. [...] Και σύντομα βρήκαν τη λύση. Δεν αρκούσε να σβήσεις τις λέξεις από τα βιβλία ή τις ηλεκτρονικές μνήμες, έπρεπε να τις διαγράψεις για πάντα από τον κόσμο. Ποιοι ήταν οι φορείς των λέξεων; Εμείς οι ίδιοι και ο εγκέφαλός μας. Και ο μόνος τρόπος για να τις εξαφανίσεις ήταν να τις διαγράψεις οριστικά από το μυαλό μας.

Εδώ φαίνεται ότι δεν είχαν προσχεδιάσει τον καυτηριασμό των εγκεφάλων τους πριν διαγράψουν τον θάνατο από όλα τα γραπτά αρχεία τους. Όμως μία τέτοια ολική διαγραφή, και συγχρόνως καταστροφή σε πολλούς τομείς όπως η τέχνη και η ιστορία για παράδειγμα, είναι τόσο μαζικά αδιανόητη και βλαβερή που δεν θα μπορούσε να γίνει σε καμία περίπτωση αν δεν υπήρχε ένα εξίσου και μεγαλύτερο θετικό κίνητρο: Η βεβαιότητα ότι ο θάνατος στ’ αλήθεια θα εξαλειφθεί. Άρα έπρεπε ο καυτηριασμός να είναι προσχεδιασμένος και όχι να αποφασιστεί όταν είδαν ότι η διαγραφή της έννοιας του θανάτου από τα αρχεία δεν αρκεί. Πάντως είναι κάτι που διορθώνεται εύκολα.

 

Επίσης, νομίζω ότι υπάρχει το εξής πρόβλημα:

Αν η αθανασία περιοριζόταν στους ανθρώπους, δεν θα ήταν εφικτή λόγω του ότι ο (πολύ πιο άγριος και ανεξέλεγκτος) θάνατος στην υπόλοιπη φύση θα τους θύμιζε καθημερινά αυτό που θα ήθελαν να μην ξέρουν.

Αν η αθανασία επεκτεινόταν σε ολόκληρη τη φύση, τότε θα σταμάταγαν ολόκληρες ομάδες διεργασιών και συμπεριφορών. Για παράδειγμα θα έπρεπε να εξηγήσεις πώς ακριβώς θα συνέχιζαν να ζουν οι άνθρωποι (αλλά και τα ζώα) χωρίς τροφή, αφού η πρόσληψη τροφής προϋποθέτει θάνατο.

Στο διήγημα η αθανασία φαίνεται ότι έχει ήδη αρχίσει να επεκτείνεται (τουλάχιστον στους ανθρώπους που βλέπει ο αφηγητής), οπότε για να γίνει αυτό εφικτό μάλλον ισχύει το δεύτερο (η αθανασία ισχύει για όλη τη φύση). Άρα νομίζω ότι χρειάζεται να διευκρινίσεις (έστω και στα πεταχτά) κάποια πράγματα για τα ζώα, την έλλειψη ανάγκης αναζήτησης τροφής, και γενικότερα την παγιοποίηση και το «πάγωμα» του κόσμου.

Α. Και στη δεύτερη ανάγνωση μου άρεσε ακόμα πιο πολύ.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Αλλά με γραπώνεις, με κρατάς, με συγκινείς και με τρελαίνεις. Κι όλα αυτά σε λιγότερες από δυο χιλιάδες λέξεις. :worshippy:

 

@Βάσω: Σε ποιο ακριβώς αριθμητικό σύστημα έβγαλες τις λέξεις λιγότερες από 2.000; Είπαμε σου άρεσε το διήγημα αλλά να χάσεις και το μέτρημα; :rolleyes:

 

@Nienor: Με φέρνεις σε δύσκολη, αλλά και εξαιρετικά ευχάριστη, θέση. Μακάρι, να είχα την έμπνευση αυτού του διηγήματος κάθε φορά που κάθομαι να γράψω.

 

@mman: Καταλαβαίνω απόλυτα τις παρατηρήσεις σου, αλλά εμένα μου αρέσει η ισορροπία που έχω βρει ανάμεσα στο τι θέλω να πώ και στο τι θέλει να μάθει ο αναγνώστης. Έτσι, δυσκολεύομαι να τη χαλάσω, ειδικά από τη στιγμή που διαισθάνομαι ότι για κάθε τρύπα που θα κλείνω, θα ανοίγω άλλες δύο.

Link to comment
Share on other sites

Στη δεύτερη ανάγνωση βρήκα αυτά:

 

Επίσης, νομίζω ότι υπάρχει το εξής πρόβλημα:

 

Πως φαίνεται ο ζηλιάρης ο άνθρωπος...τσκ-τσκ-τσκ!

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..