Jump to content

Ένα τραγούδι για τον Λάμ


Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Month

Είδος: Επιστημονική Φαντασία

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:1216

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Άλλο είχα γράψει αρχικά, αλλά τελικά η ιστορία ήθελε να γραφεί έτσι. Θα μπορούσε να είχε γραφεί και για τον διαγωνισμό του προηγούμενου μήνα, τώρα που το σκέφτομαι.

 

 

Ένα τραγούδι για τον Λάμ

 

«Η ανθρωπότητα δεν είναι έτοιμη για την αθανασία. Είμαστε θνητοί για κάποιο λόγο.»

 

 

Δέκα αιώνες από σήμερα τα πάντα θα έχουν αλλάξει. Εδώ που βρίσκομαι και γράφω δεν θα υπάρχει κανείς άλλος. Ο αέρας που αναπνέω θα είναι ελεύθερος από ανάσες. Και η σιωπή θα είναι αιώνια και τόσο εύθραυστη όσο το τελευταίο τραγούδι ενός άστρου. Γνωρίζω το τι θα γίνει, γιατί έχει είδη γίνει. Οι σπίθες με φωνάζουν Λάμ, και είμαι ο Πρώτος. Είμαι τόσο αρχαίος όσο το αρχαιότερο άστρο, και ίσως και πιο παλιός. Το μήνυμα που αφήνω εδώ είναι για όποιον μπορέσει να το καταλάβει. Και αν μπορέσει να το διαβάσει, ίσως να μπορέσει να με ακολουθήσει.

 

 

 

Ξύπνησα κάποτε. Δεν ξέρω πότε, ο χρόνος δεν είχε σημασία τότε. Τίποτα δεν είχε σημασία. Απλά υπήρχα, χωρίς να ξέρω τίποτα για τον χώρο γύρω μου. Δεν έβλεπα, ίσως γιατί δεν είχα μάτια. Δεν άκουγα ίσως γιατί δεν είχα αφτιά. Μέχρι που μια μέρα, άκουσα την Μουσική. Τόσο όμορφη. Τόσο γλυκιά. Άκουσα με τα αφτιά που δεν ήξερα ότι είχα. Άνοιξα τα μάτια που δεν ήξερα ότι είχα, και με μια εκτυφλωτική λάμψη, η μουσική σκορπίστηκε παντού γύρω μου. Ήμουν περικυκλωμένος από νότες, από ήχους. Και από εκεί που δεν υπήρχε τίποτα, τώρα υπήρχε κάτι. Όσο περνούσε η ώρα, η ένταση της μουσικής έπεφτε. Άρχισα να την κυνηγάω. Εις μάτην όμως. Ή μουσική χάθηκε. Και τότε άρχισε το ταξίδι μου, να βρω αυτό που είχα χάσει.

 

 

 

Κομμάτια της έβρισκα παντού. Μια νότα εδώ, ένα φαλτσέτο που ήθελε διόρθωση εκεί. Ο καιρός κύλησε, χωρίς να τον μετράω. Όταν κάνεις κάτι επειδή το αγαπάς, δεν μετράς τις ώρες.

 

 

 

Μια μέρα όλα άλλαξαν. Βρήκα ότι δεν ήμουν μόνος. Σε μια γωνιά του χώρου υπήρχε μια περίεργη φυλή. Δεν υπήρχαν για πάντα. Εμφανιζόντουσαν με λαμπρότητα και χανόντουσαν, λες και ήταν σπίθες. Και η κάθε σπιθίτσα έβγαζε της δική της μουσική, και όλες μαζί συνέθεταν ένα μέρος από την μουσική που έψαχνα και είχα χάσει. Και με κάθε νέα σπίθα η μουσική γινόταν πιο πλούσια, και όταν έσβηνε μια σπίθα η μουσική έχανε κάτι από τη δύναμή της. Έκατσα και άκουγα την μουσική που φτιάχνανε οι σπίθες αυτές για πολύ καιρό. Πόσο δεν μπορώ να πω.

 

 

 

Κάποτε όμως η μουσική σταμάτησε. Άνοιξα μετά από πολύ καιρό τα μάτια μου και οι σπίθες είχαν πάψει να υπάρχουν. Άρχισα να ψάχνω πάλι μέσα στον χώρο για την μουσική. Και όπως έψαχνα, βρήκα κι άλλη φυλή από σπίθες. Έκατσα να ακούσω την δική τους μουσική. Ήταν πιο βίαιη, πιο σκληρή από την μουσική που είχαν οι άλλες σπίθες. Δεν μου άρεσε αυτό. Τους ζήτησα να τραγουδήσουν πιο ήρεμη μουσική, αλλά δεν με ακούσανε. Για κάθε σπίθα που γλύκαινε υπήρχε μια άλλη για να πάρει την θέση της. Η βιαιότητα στην μουσική τους αυξήθηκε σε ένα απίστευτο κρεσέντο, και τόσο ισχυρή ήταν που ένιωσα κάτι για πρώτη φορά.

 

Πόνο.

 

 

 

Πόνος άρχισε να με διαπερνάει. Ένιωθα σαν να προσπαθούσε κάποιος να με περιορίσει. Να με κλείσει κάπου. Ξαφνικά ο ήχος που άκουγα έγινε πιο δυνατός. Η κάθε νότα ακουγότανε ξεχωριστή από την άλλη, η μουσική που μέχρι εκείνη την στιγμή άκουγα έχασε την όποια συνοχή είχε. Και τότε, για δεύτερη φορά στη ζωή μου, άνοιξα τα μάτια μου.

 

 

 

Δεν μπορώ να περιγράψω την αλλαγή στις αισθήσεις. Είναι λες και ξαφνικά ανάβουν τα φώτα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Βλέπεις σχεδόν τα πάντα. Κάποια πράγματα όμως δεν μπορείς να τα δεις· είναι εκεί, στην άκρη του ματιού σου, υπάρχουν αλλά όχι τόσο καθαρά ώστε να τα ορίσεις, αλλά ούτε και τόσο θολά ώστε να μην τα γνωρίζεις. Και πέρασε πάλι καιρός. Πολύς καιρός. Δεν κατάφερα να τον μετρήσω σωστά. Μου κρύβανε το φώς του ήλιου, το φώς των άστρων. Κλεισμένος μέσα σε δωμάτια γκρίζα και χωρίς ζωή. Δεν χρειαζότανε να ακούσω την μουσική τους. Ήταν θλιμμένος χώρος. Δεν μου άρεσε. Ούτε και οι «αφέντες» εκείνου του μέρους μου άρεσαν. Σπίθες, που φώναζαν και απαιτούσαν, ζήταγαν και εκλιπαρούσαν, για τα μυστικά μου. Μυστικά που δεν είχα, τουλάχιστον όπως τα πίστευαν αυτοί. Σε τι θα τους βοήθαγε άραγε η μουσική που κάνει ένα άστρο που γεννιέται; Και ύστερα ποτέ δεν ρώτησαν να μάθουν κάτι. Πάντα απαιτούσανε να διδάξω άλλους για αυτούς. Σπίθες το ίδιο απαιτητικές, αλλά τρομαγμένες. Σπίθες που φοβόντουσαν τι θα τους κάνανε οι άλλες σπίθες. Δεν τους είπα ούτε μια λέξη όσο καιρό με είχαν κλεισμένο.

 

 

 

Πέρασε πάλι χρόνος. Γέρασαν οι σπίθες, και εγώ έμεινα ίδιος. Άλλες σπίθες πήραν τις θέσεις τους. Ποιο ήρεμες, ποιο γλυκές. Άρχισα να συνομιλώ μαζί τους. Έμαθα πράγματα που δεν ήξερα. Οι σπίθες είχανε βαφτίσει τους εαυτούς τους. Ποτέ δεν έκατσα να μάθω πραγματικά το όνομά τους. Σπίθες ήτανε, και σπίθες είναι. Και ποτέ δεν πρόκειται να γίνουν κάτι άλλο παρά σπίθες. Αυτή είναι η μοίρα τους, όπως και η δικιά μου είναι να ψάχνω να βρω μια μουσική, που τώρα πια ξέρω ότι θα ακούσω άλλη μια φορά, σε αυτό που μπορώ πλέον να πω ζωή. Μάθανε πολλά από μένα, αλλά μάλλον άχρηστα μπορώ να πω. Και τώρα, μετά από πολλά χρόνια, όπως μετράνε οι σπίθες το χρόνο, μπορώ επιτέλους να φύγω. Θυμήθηκα πράγματα που δεν ήξερα ότι έχω ξεχάσει. Μπορώ πλέον να επιστρέψω στο κανονικό μου σώμα, να συνεχίσω την έρευνά μου. Είναι κάτι που επιθυμώ να κάνω. Είναι κάτι που αποζητώ. Δεν ήξερα παλιά γιατί έψαχνα την μουσική. Γιατί καθόριζε τη ζωή μου με τέτοιο τρόπο. Τώρα ξέρω. Η μουσική ήτανε αυτό που οι σπίθες λένε μάνα. Ήταν το πρώτο πράγμα που είδα και άκουσα, και θα είμαι εκεί όταν θα πρέπει να πω αντίο. Θα είμαι εκεί για να της τραγουδήσω πλέον εγώ. Και έτσι να μπορέσει να κοιμηθεί χωρίς πόνο. Αυτή είναι η μοίρα μου, μοίρα που κατάλαβα μόνο όταν πέρασα μια ανάσα με τις σπίθες.

 

 

 

Και έτσι τώρα φεύγω. Αφήνω αυτό το μήνυμα για όποιον μπορέσει να το διαβάσει, και αν μπορεί, να με ακολουθήσει. Γιατί το άλλο πράγμα που μου δίδαξαν οι σπίθες ήταν η μοναξιά.

 

 

 

 

 

Χίλια χρόνια αργότερα, μια μορφή στέκεται μόνη της και κοιτάζει τα άστρα. Σκυφτή και κουρασμένη, λες και δεν μπορεί πλέον να σταθεί όρθια και στητή. Φοράει γκρίζο μανδύα, με κουκούλα που κρύβει το πρόσωπό της. Στα μάτια της το μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Χέρια ροζιασμένα από την ηλικία, τραβάνε πίσω την κουκούλα, και ο απαλός άνεμος χτυπάει το άτριχο πρόσωπο ενός άντρα τόσο γέρου, όσο και ο πλανήτης. Τα μάτια του αρχίζουν και δακρύζουν. Ένα γυναικείο χέρι, και αυτό ροζιασμένο από τους αιώνες, τον αγγίζει στον ώμο.

 

«Δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε εκεί που πάνε» λέει η γυναίκα.

 

«Και πώς θα ζήσουν χωρίς εμάς;» ρωτάει παραπονεμένος ο γέρος.

 

«Πάντα θα έχουν μέρος από εμάς μαζί τους, ακόμα και αν δεν το ξέρουν» του αποκρίνεται. «Δεν μπορούμε να φύγουμε από εδώ. Εδώ είναι το σπίτι μας και η ζωή μας. Τα παιδιά μας όμως μπορούν, και έτσι θα ακολουθήσουν τον ταξιδιώτη.»

 

«Μακάρι να μπορούσα να το κάνω και εγώ» μουρμούρισε ο γέρος στοχαστικά. Η γυναίκα τον αγκάλιασε απαλά…

 

 

 

Το τελευταίο διαστημόπλοιο που θα έφευγε από τη Γη, παρατήρησε κάποιες περίεργες γεωλογικές ανακατατάξεις στον φλοιό που θεωρήθηκαν λάθος των αισθητήρων. Έτσι είναι η ανθρωπότητα, και έτσι πάντα θα είναι. Θα αγνοεί την ύπαρξη του ανώτερου, μέχρι να γίνει και αυτή κάτι παραπάνω. Και έτσι η ιστορία του βουνού που έμοιαζε με αγκαλιά, διατηρήθηκε στη μνήμη ενός μόνο ατόμου, μέχρι που πέθανε και αυτός και ξεχάστηκε τελείως. Και η ανθρωπότητα, συνέχισε να αγνοεί το σύμπαν.

Link to comment
Share on other sites

Αν και μου άρεσε πολύ το ύφος του διηγήματός σου, μπορώ να πω ότι με ενόχλησε η μεγάλη του ασάφεια, η οποία θα άρμοζε περισσότερο σε ποίημα παρά σε πεζό κείμενο. Κατά τα άλλα το κείμενό σου είναι αρκετά ενδιαφέρον, με εξαίρεση θα έλεγα το τέλος, για το οποίο δεν μας προϊδεάζεις καθόλου, με αποτέλεσμα να μη δένει τόσο καλά με την υπόλοιπη ιστορία. Μπράβο για την προσπάθεια.

Link to comment
Share on other sites

Guest roriconfan

Πολύ λυρικό και δραματικό διηγηματάκι. Που είναι όμως η αθανασία; Ή που είναι ακριβώς το σου φου στην υπόθεση; Και κράτησε πολύ λίγο για να συμπονέσω τον βασικό χαρακτήρα.

Link to comment
Share on other sites

Ωραίο περιγραφικά, λυρικό και συμβολικό σίγουρα αλλά εγώ προσωπικά δεν κατάφερα να προεγγίσω το τι θέλει να πει. Δε μπορούσα να διακρίνω το ΕΦ και η έννοια της αθανασίας ήταν πολύ συμβολική, τόσο που χάθηκα... Καλή επιτυχία!!

Link to comment
Share on other sites

Προειπώθηκαν τα περί ποιητικότητας και λυρισμού, με τα οποία συμφωνώ απόλυτα. Ιδιαίτερο και αξιοπρόσεκτο, φίλε month. Το έχω διαβάσει τρεις φορές. Κάθε φορά το βρίσκω νοηματικότερο. Ξεφεύγει από μια τυποποίηση που πολλές φορές υποσυνείδητα μας οδηγεί στο να επαναλαμβάνουμε ως κλισέ στοιχεία και στυλ και λεκτικές εκφράσεις. Κανείς μας, είτε του αρέσει είτε όχι, δεν μπορεί να το αφορίσει από τον χώρο της ε.φ.. Η ε.φ. είναι εξ ορισμού τεράστια, περιέχει και το μεταφυσικό. Και με προσωπική ευχαρίστηση, αποδέχομαι την πρόκλησή σου να επιχειρήσω να το κατανοήσω, στο μέτρο που μου επιτρέπεται. Γιατί, ούτε κι αυτό είναι εντελώς απαραίτητο, το είδος αφήνει περιθώρια για προσωπικές ερμηνείες και προεκτάσεις.

Link to comment
Share on other sites

Τα ίδια και εγώ. Καλό το διήγημα σου -αν και μικρό- αλλά κατά πόσο θα έλεγες ότι αφορά την αθανασία; Ίσως να ταίριαζε περισσότερο για τον διαγωνισμό του προηγούμενου μήνα όπως είπες και εσύ. Be well.

Link to comment
Share on other sites

Κάτι δεν πιάνω, κι είναι πολύ αργά το βράδυ (ή πολύ νωρίς το πρωί) για να το προσδιορίσω. Θέλω να το ξαναδώ με καθαρότερο μυαλό.

Link to comment
Share on other sites

Ο τίτλος πράγματι παρέπεμπε στον προηγούμενο διαγωνισμό. Τον Λάμ, βέβαια, ποτέ δεν τον γνωρίζουμε επισήμως.

 

Μου άρεσε ο λυρικός, φαντασιακός τρόπος γραφής. Νομίζω ότι οι περιγραφές που χρησιμοποίησες είναι οι μόνες που θα ταίριαζαν σε κάτι τόσο διαφορετικό. Κατάφερες να με βάλεις σε μια ατμόσφαιρα ονειρική, να νιώσω λίγο από όσα ένιωθε το πλάσμα σου. Καταπληκτικό το όνομα "Σπίθες" για τα θνητά πλασματάκια, εμάς.

 

Δυσκολεύομαι να καταλάβω τη σχέση του moto σου με την ιστορία. Επίσης ένιωσα λίγο μακριά από την αναζήτηση της μουσικής και τη σημασία που είχε αυτό για τον πρωταγωνιστή. Τέλος, δεν αγγίζεις το θέμα της αθανασίας, πέραν του ότι ένα αθάνατο πλάσμα βλέπει τα θνητά πλάσματα ως σπίθες.

 

Ήταν μια όμορφη ιστορία και ευχαριστήθηκα την ανάγνωσή της.

Link to comment
Share on other sites

Ενα εφχαριστω αναγνωσμα που ειχε τα δυνατα του σημεια. Παραυτα ειχε μια καποια ασαφεια και ως προς την πορεια του διηγηματος και ως προς το θεμα αθανασια......Αν ηταν για τον προηγουμενο διαγωνισμο ισως τεριαζε καλυτερα:p

Link to comment
Share on other sites

Είναι πάρα πολύ όμορφο, από τα ομορφότερα πράγματα που έχω διαβάσει στο forum. Δεν με πειράζει καθόλου που είναι αόριστο και ποιητικό, αυτό είναι που το κάνει τόσο ξεχωριστό και αυθεντικό. Το έχω διαβάσει ήδη δυο φορές και ξέρω ότι θα υπάρξουν κι άλλες.

 

Συγχαρητήρια!

Link to comment
Share on other sites

Ένα όμορφο ποίημα, η ιστορία της ανθρωπότητας σε μορφή μουσικής σύνθεσης. Η μαγεία κάπου χάνεται στο φινάλε όταν αλλάζει το ύφος. Το ηλικιωμένο ζευγάρι ήταν πραγματικοί άνθρωποι, οι τελευταίοι στη Γη ή ήταν προσωποποίηση κάτι άλλου;

 

Ενδιαφέρουσα η παρομοίωση του ανθρώπου με σπίθα, λόγω της σύντομης θνητής ζωής του, αλλά η λέξη «σπίθες» επαναλαμβάνεται στο κείμενο σε κουραστικό βαθμό. Όλο και κάπως αυτό θα μπορούσε να διορθωθεί. Επίσης θα ήταν πιο κομψό, νομίζω, να «σβήνουν» οι σπίθες από το να «γερνούν.»

 

Το διήγημα σου ήταν από τις καλύτερες σου προσπάθειες.

Link to comment
Share on other sites

Που 'σαι ρε Μηνά τόσο καιρό; Κι εγώ σχεδόν τίποτα δεν έχω πιάσει, αλλά μόνο επειδή προσπαθώ να σκεφτώ -χμμμμ... πως να το θέσω τώρα;- με όρους εφ :p Διαφορετικά, κι από μουσική ξέρω, κι ο Ιλούβαταρ έτσι το έκανε και το λατρεύω, τρελαίνομαι για του συγκεκριμένου τύπου τις κοσμογονίες και οι σπίθες σου καταπληκτικές είναι σα σύλληψη και τα βουνά τα αγκαλιασμένα μπορώ να τα δω σα σύμπαν και γη, καλά γερόντια, φοβερά πλάσματα με συναισθήματα που περνάν ελάχιστα στο υποσυνείδητο διαβάζοντας, αλλά ταυτόχρονα οικεία. Και η πρώτη φράση... ε, σαφώς, αφού δεν τους καταλαβαίνουν ότι υπάρχουν καν, ήταν από πάντα εκεί. Μας συμβαίνει αυτό με τα πράγματα που είναι από πάντα εκεί.

 

Δεν ξέρω αν έχεις καταλάβει λέξη από ό,τι λέω (που το ελπίζω γιατί μετά από αυτό που διάβασα θα σε έχω εκδικηθεί κατάλληλα :p) πάντως μου άρεσε πολύ ρε συ...

Link to comment
Share on other sites

Μ’ αρέσει: Η γλώσσα, οι εικόνες, τα «εξωτικά» συναισθήματα, η σταδιακή ανάπτυξη της ιστορίας.

 

Δε μ’ αρέσει: Το ότι στο τέλος γίνεται μπερδεμένο, ξεφεύγει χωρίς προειδοποίηση από την αφήγηση πρώτου προσώπου και γυρίζει να κοιτάξει -τι; Έναν γέρο και μια γριά; Τι ρόλο παίζουν αυτοί εκεί; Και τελικά ο Λαμ είναι το βουνό; Με μπέρδεψες στο τέλος.

 

Στο σύνολο: Απίθανο κατά τα δύο τρίτα, αλλά οι τελευταίες παράγραφοι με έβγαλαν εντελώς από το κλίμα.

Link to comment
Share on other sites

Ο συγγραφέας διαβάζει τα σχόλια και χαμογελάει χαιρέκακα.

 

Αποστολή εξετελέσθη. Οι πάντες μπερδευτήκανε.

 

 

Ο Λάμ, αν και δεν είναι το όνομά του, έτσι απλά τον βαφτίσανε γιατί δεν τους έλεγε το όνομά του (και μάλλον το έχει ξεχάσει), απλά υπάρχει και ψάχνει κάτι. Χωρίς να ξέρει το γιατί το ψάχνει. Βρίσκει έναν λόγο πριν φύγει απο την Γη, γιατί ψάχνει να ακούσει ξανά την μουσική. Και συνειδητοποιεί ότι θα είναι εκεί, ακόμα και όταν το σύμπαν καταστραφεί. Μαθαίνει και δίνει πράγματα στην ανθρωπότητα. Μπορεί να μην φαίνεται. Δεν τον ενδιέφερε τι κάνανε οι "σπίθες". Ο μόνος λόγος που έκατσε τοσο καιρό μαζί τους, είναι ο λόγος που αφήνει το μήνυμα του. Έχει μάθει τι είναι η μοναξιά. Ένα μάθημα που πιστεύω σαν φυλή είμαστε παραπάνω απο ικανοί να διδάξουμε.

Αν πάρουμε εξελικτικά τα πράγματα, ο Λαμ μετά την καταστροφή του σύμπαντος, θα δημιουργήσει το επόμενο, για να πάψει να νιώθει μόνος. Στο τέλος θα δημιουργήσει τη δική του μουσική. Και κάποτε, όταν θα έχει περάσει τόσος καιρός που δεν μπορώ ούτε καν να φανταστώ, θα κοιμηθεί ξανά. Θα ξυπνήσει άραγε; Αυτό δεν μπορώ να το γνωρίζω.

 

Για αυτούς που δεν κατάλαβαν γιατί μίλαγε για την αθανασία, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Ίσως πρέπει να διαβάσουν λίγο πιο προσεκτικά τι γράφω. Πέραν του τελευταίου μέρους που πετάγεται απο το πουθενά, όλο το υπόλοιπο θεωρώ ότι είναι κατανοητό.

 

Τον Λαμ τον γνωρίζουμε απο την προσωπική του ιστορία. Δεν χρειάζεται να τον δεις. Και να τον έβλεπες δεν θα μάθαινες και περισσότερα πράγματα, εκτός ίσως τα όρια της υπομονής σου.

 

Όσο για τους γέροντες, η γριά... Μπορεί κάποιος να καταλάβει πια είναι αν συνδυάσει της δύο τελευταίες παραγράφους. Η Κιάρα είναι στο σωστό δρόμο. Όταν τελειώσει η ψηφοφορία θα πω ποιοι ήταν.

 

Όσο για ποιο λόγο υπάρχουν οι δύο τελευταίες παράγραφοι; Γιατί αλλάζει ο τρόπος διήγησης ξαφνικά, όπως και το ύφος; Ήθελα να δείξω κάτι που έχει σχέση με την ανθρωπότητα. Κάτι που έχουμε αρχίσει να ξεχνάμε χρόνια πριν, και ίσως καλό θα κάνει να το θυμηθούμε ξανά, και γρήγορα. Ήθελα να πω για τη ζωή που υπάρχει γύρω μας. Για όλα αυτά που δεν καταλαβαίνουμε ότι ζούνε, και με την άγνοιά μας τα καταστρέφουμε. Όλα αυτά που θα έκαναν κάποιον απο εμάς, μια μέρα, να ακολουθήσουμε τον Λάμ, όχι γιατί υπάρχει ανάγκη, αλλά επειδή διαβάσαμε το μήνυμά του, και κατανοήσαμε που πήγε και γιατί το άφησε. Γιατί μόνο όταν δούμε το σύμπαν για αυτό που είναι, μπορούμε να γίνουμε κάτι περισσότερο. Μέχρι τότε... Καλή προσπάθεια με ορούς και μηχανές εικονικής πραγματικότητας. Εγώ θα πάω να βρω τον θάνατο, όταν έρθει η ώρα μου.

 

Και όπως λέω στην αρχή,

«Η ανθρωπότητα δεν είναι έτοιμη για την αθανασία. Είμαστε θνητοί για κάποιο λόγο.»

 

 

edit: διόρθωση λαθώ, και μετά απο αίτηση spoiler tags.

Edited by month
Link to comment
Share on other sites

Το διάβασα πριν μέρες και δεν ήξερα τι ήθελα να γράψω. Μετά ξανάγινε το ίδιο. Τέλος πάντων. Πρέπει να καταλήξω. Λυρικό είναι η μία λέξη και ποίημα η άλλη. Οι σπίθες μου άρεσαν, η μουσική μου άρεσε. Το τέλος με αποσυντόνισε. Τι είναι αυτό το λάθος των αισθητήρων και οι ανακατατάξεις στον φλοιό? Εκεί κάτι δεν έπιασα μάλλον. Η αθανασία ήταν πίσω σαν έννοια, με την μουσική και τις σπίθες, για 'μένα, να βρίσκονται σε πρώτο πλάνο. Είναι οκ.

ΥΓ: Σε ένα ηχοσύστημα, οι σπίθες θα ήταν τα ηχεία ή ο ενισχυτής? Η μήπως, τώρα που το ξανασκέφτομαι... θα ήταν το βινύλιο? Έχουμε μέσα μας κάτι του οποίου είμαστε απλά όργανα? Του οποίου μεταφέρουμε-πραγματοποιούμε την θέληση, όπως το ηχείο και ο ενισχυτής κάνουν με τον δίσκο? Ή μήπως είμαστε οι ίδιοι φορείς μιας ''μουσικής'' που πηγάζει εξ ολοκλήρου από εμάς τους ίδιους? Οκ... αστειεύομαι. Ακόμα τον πρώτο καφέ πίνω...

Link to comment
Share on other sites

Όχι, όχι όχι!!!!!!! Άμα θες να εξηγήσεις κι άλλα βάλτα σε σπόιλερ ταγκ! Μου τη χαλάς. Και μου τη σπάς κιόλας. Δε θέλω να ξέρω τίποτα, αλήθεια στο λέω. Μου αρέσουν αυτά που με άφησες να φανταστώ, μη μου τα παίρνεις πίσω...

Link to comment
Share on other sites

Ωραίο διήγημα. Ταιριαστή αφήγηση, όμορφη οπτική, συναίσθημα. Ξεκινούσε καλά, κυλούσε εξίσου καλά και τελείωνε υπέροχα. Αδιαφορώ για τα spoilers και τι ήθελες να πεις!

Link to comment
Share on other sites

Διεγείρει συναισθηματικά, αλλά απουσιάζει η ΕΦ, δεν υπάρχει πλοκή και αφήνει την αίσθηση μια συναισθηματικής κατάθεσης και όχι μιας ολοκληρωμένης ιστορίας. Κατά τα άλλα, έχει μια δική του εσωτερική μουσική και συνοχή και δεν έχω κάποια παρατήρηση να κάνω στο κείμενο.

Edited by khar
Link to comment
Share on other sites

Όμορφη αφήγηση που όμως το νόημα της (για εμένα υποθέτω) ήταν ακατάληπτο. Στο τέλος προσπαθούσα (ξαναδιαβάζοντας παραγράφους) να καταλάβω που είχα χάσει το νόημα, το κλειδί που θα μου αποκάλυπτε ποιος ήταν ο αφηγητής και ποιο το νόημα όσων έλεγε σε σχέση με τις τελευταίες εικόνες της ιστορίας. Δυστυχώς δεν τα κατάφερα.

Link to comment
Share on other sites

Υπερβολικά ασαφές για τα γούστα μου. Η αοριστία του με εμποδίζει να ενδιαφερθώ για τον αφηγητή και το τι του συμβαίνει. Επίσης, όπως και άλλοι, βρήκα το τέλος άνισο.

Link to comment
Share on other sites

Όμορφο και λυρικό το κείμενο - δεν πρωτοτυπώ, το είπαν οι περισσότεροι. Ωραίες εικόνες, ωραία ευρήματα με τις σπίθες, ο ήχος το διέτρεχε αρμονικά.

Όμως... δυστυχώς, με ενοχλεί να μην καταλαβαίνω και δεν μπορώ να πω ότι εδώ κατάλαβα και πολλά. Ιδιαίτερα ο τρόπος που άλλαξε η οπτική της ιστορίας στις τελευταίες παραγράφους, μ' έκανε να νομίσω ότι διάβαζα άλλο διήγημα και παρόλο που δόθηκαν οι εξηγήσεις που περίμεναν, για κάποιο λόγο δεν μου ταίριαξαν πολύ με το κλίμα που είχες στήσει.

Link to comment
Share on other sites

Μπερδεύτηκα λίγο όταν την διάβασα, να πώ την αλήθεια. Δεν μπορώ να βρώ πολλά αρνητικά πέρα απ' αυτό, μιας και πιστεύω επιτυγχάνει τους στόχους που είχες όταν την έγραψες.

Link to comment
Share on other sites

Ήταν μαγευτικό. Στο τέλος λίγο με προσγείωσε γιατί νόμιζα ότι διάβαζα την αφήγηση ενός πλάσματος το οποίο εμείς αντιλαμβανόμαστε ως θεό, ο οποίος όμως είναι κι αυτός ένα πλάσμα που πονάει και νιώθει όπως εμείς. Αλλά πάλι, δεν είμαι και πολύ σίγουρος τι ακριβώς κατάλαβα στο τέλος. Η φράση «Είναι λες και ξαφνικά ανάβουν τα φώτα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο» μου φάνηκε κάπως αταίριαστη για το πλάσμα που περιγράφεις.

 

Βέβαια, θα πρέπει να πω ότι αυτή μάλλον ήταν μια ιστορία φάντασι.

Edited by aScannerDarkly
Link to comment
Share on other sites

Μετά απο σκέψη αποφάσισα να θέσω τον εαυτώ μου εκτός διαγονισμού. Εφώσον το πρόβλημα το έχω εγώ, είναι η μοναδική λογική κίνηση που μου μένει. Συγγνώμη αν προκάλεσα το οποιοδήποτε πρόβλημα, ή αν προσέβαλα κανένα. Δεν ήταν σκοπός μου αυτός, και σίγουρα δεν είναι σκοπός μου να χτυπήσω κάτω απο τη ζώνη.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..