Jump to content

SOLITAIRE


Naroualis

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Ευθυμία Δεσποτάκη (a.k.a. Naroualis)

Είδος: τρόμος

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 1016 χωρίς τον τίτλο (:p)

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Enjoy. Αν μπορείτε. Μουχαχα.

 

 

SOLITAIRE

 

Το Σύμπαν… σκοτεινό. Λαμπερά καρφιτσοκέφαλα φωτός, τα άστρα. Έν’ απ’ αυτά αρχίζει να μεγαλώνει, όχι, δε μεγαλώνει, απλά πλησιάζει. Κι όμως το σκοτάδι παραμένει πυκνό.

 

Ένας απλανής. Κίτρινες ακτίνες φωτός ταξιδεύουν στο κενό. Σκουντουφλούν μισότυφλες και διαθλώνται από τον έναν πλανήτη στον άλλο. Διασχίζουν ατμόσφαιρες μεθανίου και σύννεφα αμμωνίας, μια τεθλασμένη παρέλαση φωτονίων, με ταχύτητες ασύλληπτες. Καταλήγουν όλες εκεί που καμιά τους δε μπορεί να φωτίσει, εκεί που το παν και το άπαν ενώνονται σφιχταγκαλιασμένα στο τίποτα. Ένα τίποτα τόσο μαύρο, που ακόμη και τα λαμπερά απλανή καρφιτσοκέφαλα εξαφανίζονται μέσα στην απεραντοσύνη του. Στην απολυτότητά του.

 

Οι πλανήτες… Σύντροφοι του απλανούς. Το σκοτάδι είναι τρομακτικό και το κάθε τι που χάνεται μέσα του θέλει μια συντροφιά για να το αντέξει. Πολλές φορές οι απλανείς σχηματίζουν συντροφιές. Προς τι, όμως; Ακόμη και δυο ταυτόχρονα δραστήριοι υπερκαινοφανείς όταν σταθείς αρκετά μακριά τους, χάνονται, καταπίνονται, κατασπαράσσονται. Η λάμψη τους καβάλα σε κβάντα πάει και πάει κι όλο σκοντάφτει και μειώνεται μέχρι που σε κάποιο σημείο θα έχει όλη καταναλωθεί, θα έχει όλη σκοντάψει. Κι υπάρχει στ’ αλήθεια ένα τέτοιο σημείο. Ένα τέτοιο πεινασμένο σημείο. Οι σύντροφοι του απλανούς, πλανήτες οι ίδιοι, πλανήτες και πλάνητες, δεν έχουν γνώση ούτε της λάμψης ούτε των κβάντων, ούτε του τρομακτικού εκείνου σημείου, που ο αγαπημένος τους απλανής είναι ένα τίποτα στο τίποτα. Κι εξακολουθούν να του κάνουν ηλίθιες χαρές, στριφογυρνώντας γύρω του, πιστεύοντας ότι μόνο εκείνος μπορεί να διώξει ή τουλάχιστον να μειώσει το σκοτάδι που τους τυλίγει.

 

Ηλίθιες χαρές. Ηλίθιοι πλανήτες.

 

Κι ένα πλανήτης ανάμεσά τους παράξενος. Ο πλανήτης. Ένα αντικείμενο υδαρές, νερό ως εκεί που φτάνει το μάτι. Στραφταλίζει και τινάζεται προς τα πάνω, απειλεί να κατακτήσει το κενό και το Έρεβος, γιατί, λέει, μόνο εκείνο έχει τη δύναμη να φέρει μέσα του, να πολλαπλασιάζει και να αυξάνει και να μεγαλοποιεί το φως. Το Έρεβος από πάνω του γελάει. Κι όποιος έχει ακούσει το γέλιο του Ερέβους δεν υπάρχει πια.

 

Άρα το νερό δεν υπάρχει πια;

 

Ποιος ξέρει; Μήπως τα κβάντα που μεταφέρουν τα λαμπυρίσματα του νερού θα φτάσουν ποτέ ως κάποιο μάτι; Από σκοτάδι σε σκοτάδι και από Τάρταρο σε Τάρταρο να κουτουλήσουν και θα φαγωθούν όλα θα γίνουν -εκείνα που πιστεύουν ότι μπορούν να νικήσουν το σκοτάδι- ένα μέρος του, θαμπό, κρύο και μαύρο.

 

Πάντως το νερό δεν ξέρει τίποτε από αυτά, ή μάλλον, για την ακρίβεια, κάνει πώς δεν ξέρει. Το ενδιαφέρει μόνο το απέραντο μπλε του και οι ακτίνες του απλανούς πάνω στο είναι του κι αυτό το άσχημο πράγματα πάνω του. Απαίσιο κι όμως ελπιδοφόρο, γιατί φέρει χρώματα κι ο,τιδήποτε δεν είναι μαύρο είναι ευπρόσδεκτο και καλό. Στο απέραντο μπλε, μια καφετιά κηλίδα που επιπλέει, ένας σβώλος χώμα απαξιωτικά πεταμένος στη μέση του Ωκεανού, από πιο τιτάνιο χέρι, κανείς δεν ξέρει να πει. Ένα νησί από γρανίτη και μάρμαρο, πέτρα και πέτρα αγκαλιασμένες, θεμέλιο του κάστρου.

 

Πανύψηλα τείχη. Ποιος τα ‘χτισε; Πότε; Για ποιόν; (Τι σημασία έχει;) Πανύψηλα τείχη, τετραγωνισμένες πολεμίστρες και λάβαρα μονόχρωμα ν’ ανεμίζουν. Χρώματα. Το νερό χαίρεται. Αλλά δεν ξέρει ότι κάθε χρώμα φέρει μέσα του το σκοτάδι που το τρομάζει. Κάθε χρώμα που θα προσπαθήσει να ξορκίσει το Σύμπαν από μέσα του, θα καταλήξει να φαγωθεί. Τόσο απλά.

 

Υπάρχει ένας πύργος εντός των τειχών, στρογγυλός, τρεις φορές ψηλότερος από τα τείχη. Ρίχνει σκιά κι αυτό δεν είναι και πολύ καλό. Είναι όμως αναπόφευκτο. Τα πάντα είναι σκοτάδι κι η σκιά απλώς το υπενθυμίσει στο νερό. Γιατί η σκιά του πύργου πέφτει πάνω στο νερό. Αλλά το νερό κάνει πως την αγνοεί.

 

Πύργος λοιπόν, πύργος στρογγυλός και στην κορυφή του σκεπή μυτερή από κεραμίδια (κεραμίδια;). Ένα μικρό παραθυράκι φωτίζει θαμπά μια τεράστια αίθουσα. Φωτίζει; Λάθος λέξη. Πώς είναι δυνατόν να φωτίζεται κάτι που φέρει μέσα του το μαύρο; Έξω από το παράθυρο, υπάρχει φως, μέσα από το παράθυρο, εκεί που υποτίθεται ότι υπάρχει χώρος στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο ήχος. Υπάρχει κάτι που ακούγεται αλλά δε φαίνεται, για να φανεί αυτό το κάτι πρέπει να υπάρξει πρώτα σκέψη, η σκέψη είναι που ακούει τον ήχο και φτιάχνει την εικόνα μετά, ο ήχος είναι τόσο δυνατός, που μπορεί να χρησιμοποιήσει, να διαστρεβλώσει το σκοτάδι για να υπάρξει. Μόνο να το διαστρεβλώσει όμως. Γιατί να το χαράξει δε μπορεί.

 

Ήχοι σάρκας που χτυπούν πάνω σε πέτρα. Τμήματα ενός ανθρώπου, χωρισμένα το ‘να από τ’ άλλο, χοροπηδούν τυφλά στο πλακόστρωτο πάτωμα της αίθουσας. Ένα χέρι χτυπά στο βορινό τοίχο. Το συκώτι σκάει μ’ ένα πλατς (απαίσιος ήχος) πάνω στο άτριχο κρανίο. Δόντια που ‘χουν χωριστεί απ’ τη γνάθο κροταλίζουν το ‘να εδώ και τ’ άλλο ‘κει. Η ωμοπλάτη και ο γοφός συγκρούονται και ξανασυγκρούονται και ξανασυγκρούονται. Τούφες από μαλλιά θροΐζουν ψάχνοντας το κεφάλι, τις μασχάλες, την ήβη. Δεν υπάρχει αίμα πουθενά, μόνο ανθρώπινα μέλη και κίνηση αέναη κι οι ήχοι της σάρκας που σκοντάφτει πάνω σε σάρκα ή σε πέτρα.

 

Από το Μπιγκ Μπανγκ ως το τέλος της Ύπαρξης θα συμβαίνει αυτό. Ποτέ αυτά τα ανθρώπινα μέλη δε θα ενωθούν σ’ ένα σώμα. Γιατί; ΓΙΑΤΙ; Ίσως το στόμα μπορούσε να το πει, τη μια εκείνη και μοναδική φορά που η γλώσσα βρέθηκε από τύχη στη σωστή θέση. Όμως το μόνο που ακούστηκε από αυτό το στόμα ήταν μία κραυγή, μία, ένα ουρλιαχτό που έγδαρε το διαστρικό κενό, τ’ άστρα, τους πλανήτες, τη σκόνη στις ζώνες των αστεροειδών και τις σπίθες στις ουρές των κομητών. Ένα ουρλιαχτό αρχαίο, σκοτεινό. Μια ταλάντωση μορίων που αψηφά τα κβάντα και ταράζει το σκοτάδι, που το κάνει να τρέμει και να τρομάζει χωρίς όμως να σκίζεται ή να υποχωρεί πουθενά, ω, πώς θα μπορούσε ποτέ μια γλώσσα τυχαία βαλμένη στη σωστή θέση να ταράξει το σκοτάδι, εκείνο που υπήρχε πριν και να υπάρχει μετά, το παν και το άπαν και το Σύμπαν κι ό,τι άλλο μπορεί να το χαρακτηρίσει μια κατώτερη διάνοια;

 

Ένα ουρλιαχτό που ταξιδεύει από λαμπερό καρφιτσοκέφαλο σε λαμπερό καρφιτσοκέφαλο, που γκελάρει πάνω στους απλανείς και στους πλανήτες, που χρησιμοποιεί το ίδιο το κενό ως ηχείο. Ένα ουρλιαχτό σαν αυτό που βγαίνει από κάποιο λαρύγγι καθώς ο κάτοχός του ξυπνά. Και συνήθως, όχι, όχι συνήθως, πάντα, ΠΑΝΤΑ, ξυπνά μέσα στο σκοτάδι.

 

Βαθιές ανάσες. Θεοί, πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να μην επιτρέπεται στους μοναχικούς ανθρώπους να ονειρεύονται τη μοναξιά τους.

Link to comment
Share on other sites

Αχ Naroualis. Αν αποφάσιζες να γράψεις μια ιστορία τρόμου θα μας χάριζες μοναδικές ανατριχίλες, όπως μόνο εσύ ξέρεις. Για διάφορους λόγους όμως, μας έδωσες ένα ποίημα.

 

Έμεινα μαζί του γιατί ήταν δικό σου το ποίημα. Και η τελευταία σου φράση ήταν τόσο κατανοητή που δικαίωσε όσα προηγήθηκαν. Πόσες φορές δεν έχω δει «έπος» την δική μου μοναξιά; Με συνθλίβει και θέλω να ουρλιάξω, να την γράψω κάτω και να την μοιράσω στον κόσμο. Για να σωθώ. Μπορεί όμως να είναι «έπος» για μένα και σκέτη ανία για τους άλλους. Πασχίζω να αφήσω κάτω τις πένες μου και να υπομένω την τυραννία της σάρκας μόνος μου, μια και είναι δική μου και κανενός άλλου.

 

Το ποίημα σου δεν είναι ανιαρό. Δεν θα μπορούσε να είναι. Είναι τρόμος από αυτόν που αναγνωρίζουν λίγοι, χωρίς όμως να είναι καταναγκαστικά κι ευγνώμονες. Είναι η σκληρότητα που κερδίζουμε.

Link to comment
Share on other sites

Guest roriconfan

WTF μεταφυσικός τρόμος σε μακροσκοπικό επίπεδο! Γουστάρω! Και λυρικός όπως πάντα μας συνηθίζεις! Με ταξίδευσε κανονικά! Με έκανε να λυπηθώ περισσότερο παρά να τρομάξω αλλά με κέρδισε. Στα τοπ με την μια από εμένα.

Link to comment
Share on other sites

Η ιστορία σου προσφέρει μία ενδιαφέρουσα, γεμάτη εικόνες, λογοτεχνική, και αρκετά φιλοσοφική, προσέγγιση του σκοταδιού.

 

Έντεχνη αφήγηση, χωρίς όμως στόχο. Λείπουν βασικά στοιχεία που εξυπηρετούν μία ιστορία τρόμου. Γενικά, δημιουργεί την εντύπωση προσπάθειας υλοποίησης τρομακτικής ατμόσφαιρας, συναισθημάτων, συνθηκών. Απλά ένα δεξιοτεχνικό κείμενο, όχι ιστορία τρόμου.

Link to comment
Share on other sites

Χαριτωμένη και παράξενη ιστορία. Ο τρόμος που κρύβεται μέσα της γίνεται κατανοητός από εκείνους που έχουν βιώσει για τα καλά στο πετσί τους την κατάσταση που μας αποκαλύπτεις στο τέλος. Θα συμφωνήσω πως δεν είναι αυτό που έχουμε συνηθίσει να τοποθετούμε στην κατηγορία τρόμος, όμως όποιος ζει τη ζωή του έτσι ξέρει πολύ καλά ποσό λάθος κάνουν οι ταμπέλες. Ο πραγματικός τρόμος και η φρίκη μας κρατούν συντροφιά όταν οι άλλοι απουσιάζουν.

Link to comment
Share on other sites

Είναι ένα έντεχνο κείμενο, όπως είπε πολύ εύστοχα κι ο greenmist. Δεν είμαι τόσο αναίσθητη ώστε να μη νιώσω ό,τι λες μ' αυτό, αλλά δεν είναι μια ιστορία.

Φυσικά με ταξίδεψε, όμως αυτό δεν μου αρκεί όταν διαβάζω κάτι.

 

Λυπάμαι, δεν με κέρδισε.

Link to comment
Share on other sites

Το κείμενο έχει ιδιαίτερα γοητευτική γραφή, όπως παρατήρησαν όλοι και όπως περιμέναμε άλλωστε.

Ωστόσο, για μένα, δεν ήταν ιστορία αλλά ένα σύνολο από εικόνες, γοητευτικές στην αρχή, τρομακτικές στο τέλος, αλλά χωρίς τη σύνδεση που θα ήθελα από ένα διήγημα.

Link to comment
Share on other sites

Πως θα βάλω τρομομεζούρα σε αυτό εδώ τώρα? Και τι να σου πω κιόλας? Για την πλοκή σου? Για τους χαρακτήρες? Για το ύφος?

Το μόνο που μπορώ να πω και να έχει κάποια αξία είναι πως αυτό το μαγικά έντεχνο κείμενο μπορεί να είναι περισσότερο τρομαχτικό από οποιοδήποτε άλλο γιατί είναι πέρα για πέρα αληθινός ο συμβολισμός του.

 

Τρομομεζούρα: - (θα τη συμπληρώσω όταν θα το έχω σκεφτεί αρκετά)

Link to comment
Share on other sites

Νομίζω ότι οι υπόλοιποι με καλύπτουν, έτσι δεν έχει μεγάλη σημασία να επαναλάβω τα ίδια. Όμως, έχει αξία να σου πω ότι μου άρεσε πολύ.

 

Ένας απλανής. Κίτρινες ακτίνες φωτός ταξιδεύουν στο κενό. Σκουντουφλούν μισότυφλες και διαθλώνται από τον έναν πλανήτη στον άλλο. Διασχίζουν ατμόσφαιρες μεθανίου και σύννεφα αμμωνίας, μια τεθλασμένη παρέλαση φωτονίων, με ταχύτητες ασύλληπτες.

 

 

 

Έχω διαβάσει αυτές τις γραμμές, κάπου 172 φορές. Σκάλωσα πολύ με δαύτες, μα δε γνωρίζω το γιατί. Ίσως... λέω... επειδή αυτή η περιγραφή μου φαίνεται υπέροχη!

ΥΓ: Μια σκέψη που έκανα, ήταν σχετικά με το αν η ιστορία θα κέρδιζε ή θα έχανε, αν το νόημα της αποκαλυπτικής τελευταίας πρότασης, ήταν γνωστό στον αναγνώστη από την αρχή. Μια πρώτη μου προσέγγιση έλεγε ότι θα ήταν πρόβλημα κάτι τέτοιο, μιας και θα χανόταν το στοιχείο του τελικού, σκοτεινού, ψυχικού αιφνιδιασμού. Από την άλλη, η βαριά ατμόσφαιρα της έννοιας της μοναξιάς, θα ήταν μαζί μας από την πρώτη γραμμή. Συντροφιά γνωστή και μαύρη, σ’ αυτό το ταξίδι που μας πρόσφερες.

Link to comment
Share on other sites

Το κείμενό σου έχει εξαιρετικά ποιητικό ύφος και η γραφή είναι γενικά άψογη. Έχει όμως τρία μεγάλα μειονεκτήματα. Το πρώτο και βασικότερο είναι ότι δεν είναι τρομακτικό. Το δεύτερο ότι αναλώνεται στην περιγραφή σε βάρος της πλοκής. Το τρίτο ότι διαπνέεται από μια ασάφεια η οποία κάνει την ιστορία μάλλον απρόσιτη προς τον αναγνώστη. Τί ήθελε άραγε να πει ο ποιητής;

Link to comment
Share on other sites

Δεν είμαι σίγουρος τι ακριβώς ήταν αυτό και αν ήταν ιστορία τρόμου, αλλά μου άρεσε πολύ. Η κοσμική διάσταση της μοναξιάς και, πάνω από όλα, τα ανθρώπινα κομμάτια καταδικασμένα να μην μπουν ποτέ στη θέση τους ("There was a time that the pieces fit But I watched them fall away" σκεφτόμουν διαβάζοντας).

Ίσως να γινόταν πιο τρομακτικό χωρίς την τελευταία φράση. Η ατμόσφαιρα εξηγεί τον εαυτό της.

 

Από την άλλη, όντως δεν είναι ακριβώς διήγημα, δεν έχει πλοκή, και τελικά μένει μόνο ένα συναίσθημα. Πολύ δυνατό όμως.

Link to comment
Share on other sites

Θα το κατετασσα σε αυτο που λεω "παραξενες ιστορίες".

Η τελευταία φραση εμενα με "αγγιξε" θα ελεγα.Παντως δεν αισθανθηκα τοσο τρομο οσο μια ελαφρια μελαγχολια, αλλα κι αυτο θα μπορουσε να πει κανεις ειναι μια μορφή τρόμου.

Μου άφησε την αίσθηση οτι διαβασα ένα παράξενο ποίημα που περιγράφει έναν κόσμο πολύ μακρινό αλλα και ταυτόχρονα αρκετά οικείο, παρά μια ιστορία τρόμου. Μου άφησε στο τέλος και μια ... περίεργη ιδέα. "Το φως του σκοταδιού".

Link to comment
Share on other sites

Πολύ πρωτότυπη προσέγγιση αυτή της Ναρουάλις σε σχέση με τις υπόλοιπες ιστορίες. Εδώ το κέντρο βάρους δεν πέφτει σε μια υπόθεση, ούτε σε χαρακτήρες αλλά μονάχα στην αξία των λέξεων και των φράσεων, στη δυνατότητα τους να πλάσουν εφιαλτικές και συνάμα γοητευτικές εικόνες που με τη σειρά τους θέλουν να μεταδώσουν το βαρύ συναίσθημα του τρόμου απέναντι στη υπαρξιακή μοναξιά (αν το κατάλαβα καλά). Όπως είπε και κάποιος φίλος μου κάποτε για κάτι αντίστοιχο (από άποψη τεχνοτροπίας) δικό μου, αυτή είναι μια ιστορία που κάποιος πρέπει να θέλει να τη διαβάσει επειδή την έγραψε ο συγκεκριμένος συγγραφέας κι όχι επειδή είναι κάτι που θα σε τραβήξει με τον συμβατικό τρόπο.

 

Η ιστορία αποδεικνύει κατά τη γνώμη μου το ταλέντο της Ευθυμίας αλλά στα πλαίσια του διαγωνισμού αποτυγχάνει να δημιουργήσει σασπένς και κατά συνέπεια τρόμο. Για να το θέσω διαφορετικά ο τρόμος που περιγράφει τελικά η Ναρουάλις είναι τρόμος ποιητικός και φιλοσοφικός, σχεδόν θεωρητικός και δυστυχώς εγώ σαν αναγνώστης έμεινα μονάχα στην περιγραφή και δεν τον ένιωσα.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..