Guest roriconfan Posted June 5, 2009 Share Posted June 5, 2009 (edited) Είδος: Κωμικοτραγική αυτοβιογραφία Λέξεις: Κάπου 1.300 Σεξ/Βια: Έχει βρισίδι αλλά είναι λογοκριμένο Σχόλια: Η ιστορία είναι βασισμένη σε προσωπικές εμπειρίες. Όλα τα γεγονότα έχουνε παρουσιαστεί σε υπερθετικό βαθμό και μονόπλευρα για καθαρά λόγους πικάντικου ενδιαφέροντος. Δεν είμαι πραγματικά τόσο κάφρος, ούτε τα υπόλοιπα άτομα στην ιστορία ήταν τόσο ξερακιανά. Οπότε δείτε την ιστορία σαν μια ελαφριά επιθεώρηση. Επίσης κάποια γεγονότα έχουνε άμεση σχέση με το διήγημα ονόματι «Μόστρα» που έχω στις Διάφορες Ιστορίες. Καλύτερα να το διαβάσετε κι εκείνο. Και (ΜΠΙΠ) τις επισκέψεις Εκεί λοιπόν που καθόμουνα ήσυχος στο δωμάτιο μου και έπαιζα το ραλάκι μου, χωρίς να ενοχλώ απολύτως κανέναν, να’σου μπαίνει μέσα η προλίφικ μάνα. «Τάκη. … Τάκη! … Τάκη, σου μιλάω!» Επειδή βαριόμουνα πλέον να της απαντάω περιφραστικά, αρκούμουν σε απλούς άναρθρους ήχους, που μπορούσε εύκολα να κατανοήσει. «α.» (Αχρωμάτιστος τόνος, που σημαίνει “τι”) «Συμμαζέψου, θα έρθει επίσκεψη ο ξάδερφος σου, ο Λάκης.» «αΑ;» (Αύξηση τόνου στο τέλος, που σημαίνει “ποιος”) «Ο ξάδερφός σου είπαμε. Ο γιος της αδελφής μου, που έγινε αστυνόμος.» «Αα.» (Μείωση τόνου στο τέλος, που σημαίνει “α, αυτός”) «Οπότε συμμάζεψε το δωμάτιο και ντύσου καλά γιατί θα τους έχουμε για δείπνο.» «ΑαΑ!» (Μείωση τόνου στην μέση, που σημαίνει “έλα τώρα ρε μάνα!”) «Δεν ακούω τίποτα. Θα συμμαζέψεις το δωμάτιο, θα λουστείς, θα μπανιαριστείς, θα ξυριστείς, θα ευωδιαστείς, θα χτενιστείς και θα προσέχεις τι λες.» «ΑΑΑ!» (Δυνατή μονότονη ένταση, που σημαίνει “το (ΜΠΙΠ) μου μέσα!”) Με τα χίλια ζόρια παρατάω το ραλάκι. (ΜΠΙΠ), και πήγαινα για ρεκόρ. Με μισή καρδιά πάω στο μπάνιο και πασπατεύομαι να φαίνομαι ωραίος. Ρε τι τραβάω για να κάνουνε μόστρα οι δικοί μου! Βγαίνω ντυμένος σαν παλιάτσος. Τι άβολα που νιώθω! Το πουκάμισο με περιορίζει να τεντώνω τα χέρια, το παπιγιόν στον λαιμό με πνίγει, το μαύρο σακάκι με κάνει να νοιώθω σαν να είμαι σε κηδεία, και η χτενισμένη φράντζα με κάνει να φαίνομαι σαν φλώρος. Και καλά, αυτό με κάνει να φαίνομαι όμορφος; Κλόουν είμαι. Γιατί πρέπει να νοιώθω και να φέρομαι σαν ηλίθιος μπροστά στους άλλους; Το σπίτι πεντακάθαρο, το τραπέζι με καλά σερβίτσια και κεριά, η καντήλα αναμμένη και η τηλεόραση να δείχνει κουλτουριάρικια εκπομπή με πολιτικά. Τι (ΜΠΙΠ) είναι όλα αυτά; Δεν είναι αυτό το σπίτι μου. Αν δεν είναι το τραπέζι ξέστρωτο με αποφάγια, ο νιπτήρας γεμάτος με άπλυτα, η καντήλα μόνο για διακόσμηση και η τηλεόραση να δείχνει κουτσομπολίστικα ή αθλητικά, νιώθω ότι εγώ είμαι σε επίσκεψη σε σπίτι ξένου. Οπωσδήποτε αυτό δεν είναι το δικό μου. Και οι δικοί μου, κοίτα τους πως κάνουνε. Ο μπαμπάς με κοστούμι που μετά βίας του χωράει να βρίζει την μάνα μου που αργεί να τελειώσει τις προετοιμασίες, που φασκιώνεται μια ώρα με καλλυντικά και φοράει και νυχτερινό φόρεμα και τρέχει αγχωμένη πέρα δώθε, κουνώντας μερικά εκατοστά έπιπλα και μπιμπελό για να είναι στην εντέλεια. Ρε δεν είναι οι γονείς μου αυτοί. Ο μπαμπάς μου πάντα γυρνάει με το βρακί μέσα στο σπίτι, φορώντας ένα λερωμένο φανελάκι και βρίζει μόνο όταν βλέπει ποδοσφαιρικό αγώνα. Και η μάνα μου δεν αγχώνεται ποτέ, ούτε βάζει ένα δάχτυλο μέηκ-απ και να το παίζει ακόμα 20χρονη. Χτυπάει το κουδούνι και τρέχουνε σαν αλαφιασμένοι στην εξώπορτα, σέρνοντας κι εμένα μαζί τους. Παίρνουνε ένα ηλίθιο πλαστικό χαμόγελο καθώς ανοίγουνε την πόρτα. Στα αριστερά είναι ο ξάδερφος Λάκης. Ντυμένος με ένα πολύχρωμο πουκάμισο, ακριβό δερμάτινο τζάκετ, σκουλαρίκι στο αριστερό αυτί και καδένα με σταυρουδάκι στον λαιμό. Φοράει γυαλιά ηλίου ενώ είναι βράδυ και έχει πάρει ένα ύφος σαν να λέει “κατέφτασε ο θεός”. Δίπλα του είναι η αρραβωνιαστικιά του. Σούλα νομίζω την λένε. Φοράει γούνα, έξτρα μωβ μίνι, και είναι τιγκαρισμένη στα κοσμήματα. Και έχει ένα βλακώδες ύφος και κοιτάει στο υπερπέραν. Και μετά ξεκινάνε οι κλασικές ατάκες. «Καλώς τους, καλώς τους, περάστε μέσα, σαν στο σπίτι σας! Καθίστε! Να σας κρεμάσουμε τα παλτά! Να σας κεράσουμε τίποτα;» Ακολουθούνε οι προβλεπόμενες απαντήσεις, μιας που σιγά να μένανε όρθιοι ή να μη βγάζανε τα παλτά. Μετά αρχίζει μια ανούσια συζήτηση περί ανέμων και υδάτων. Ο πατέρας μου τους έλεγε για τα οικονομικά στην δουλειά του, η μάνα μου για τα τελευταία κουτσομπολιά στην πόλη. Το (ΜΠΙΠ) μου μέσα! Έχασα το χάι σκορ για να κάθομαι να ακούω χαζομάρες. Τι με ενδιαφέρουν όλα αυτά; Ούτε καν την αλήθεια δεν λέγανε. Ο μπαμπάς έλεγε υπερβολές για τα πόσα έβγαζε και η μάνα έκρυβε τα δικά της και τόνιζε στον υπερθετικό τα προβλήματα των άλλων. Μετά ήρθε και η σειρά να μιλήσουν οι καλεσμένοι. Μόνο ο Λάκης μιλούσε. Πάνω κάτω έλεγε: «Τι ωραία που είναι να είσαι αστυνόμος. Εύκολα λεφτά, κάνεις το κομμάτι σου, προσφέρεις έργο στην κοινωνία. Ακόμα και την κοπελιά μου, χάρη στην στολή την κέρδισα.» Η κοπελιά του δεν μιλούσε παρά απαντούσε μονολεκτικά ή χαχάνιζε σαν παρτσακλό. Δεν ήθελε και πολύ να καταλάβει κάποιος ότι δεν ήταν και το εξυπνότερο άτομο στην τάξη της. Και αυτό το απλανές βλέμμα της ρε (ΜΠΙΠ) μου, πολύ εκνευριστικό. Αλλά δεν με πείραζε ιδιαίτερα γιατί δεν κοιτούσα εκεί. Φρόντισα να κάτσω στον απέναντι καναπέ, να κοιτάω το ντεκολτέ της και να περιμένω να αλλάξει σταυροπόδι για να πετύχω το βρακί της. Ροζ ήταν. Είχα μια σηκωμάρα, κάτσε καλά. Ο πατέρας μου κατάλαβε που δεν μιλούσα και προσπάθησε να με βάλει στην συζήτηση. «Τον ακούς τον ξάδερφο σου Τάκη; Αστυνόμος παρακαλώ!» «α.» «Εσύ πως είσαι Τάκη; Γερός; Δυνατός;» με ρώτησε ο Λάκης. «αχα.» (“ναι” δηλαδή) «Δουλεύεις Τάκη;» «α-α.» (Παύση στην μέση που σημαίνει “όχι”) «Ψάχνεται όμως και σύντομα θα βρει κάτι καλό.» πετάχτηκε ο μπαμπάς μου. Ψέμααα! Κάπως έτσι σπαταλήθηκε κάπου μια ώρα και μετά κάτσαμε για να δειπνήσουμε. Οι δικοί μου με απειλήσανε να μου κόψουνε το χαρτζιλίκι αν δεν χρησιμοποιώ σωστά το μαχαιροπίρουνο ή δεν τρώω μικρές μπουκιές. Το (ΜΠΙΠ) μου μέσα! Ούτε να χαρώ το φαγητό δεν μπορώ όταν υπάρχουν επισκέπτες. Να σηκωθούνε να φύγουν. Κάθομαι κι εγώ κι όλοι μας να ντυνόμαστε σαν παλιάτσοι και να υποκρινόμαστε ότι είμαστε σωστοί και πρέποντες και ηθικοί και θρήσκοι και χίλιες δύο χαζομάρες. Γιατί; Για να πουλήσουμε μούρη στον ξάδερφο. Και είχα μια σκασίλα για το τι νομίζει για εμένα! Λες και δεν ξέρω ότι μια ζωή με κοροϊδεύει πισώπλατα που δεν ντυνόμουνα τρέντικα στο σχολείο ή δεν ήμουν καλός στα αθλήματα. (ΜΠΙΠ)στηκα για το πώς ντυνόμουνα και (ΜΠΙΠ)στηκα και για τα αθλήματα. Ποτέ δεν μου αρέσανε. Λες κι εγώ δεν ξέρω τι κουμάσι είναι κι ο ίδιος. Μια ζωή με σκονάκια περνούσε τις εξετάσεις, μόνο σούζες με μηχανάκια ήξερε να κάνει και ξόδευε όλα του τα λεφτά σε ρούχα και κολόνιες. Το αποκορύφωμα της τρέλας ήρθε όταν ο Λάκης είπε: «Αχ, θέλουμε να παντρευτούμε αλλά δεν υπάρχει ρευστό. Ότι βγάζω, πάει σε ταξίδια και σε κοσμήματα για την καλή μου από εδώ.» «Μη μου ανησυχείς, για βοήθεια θα σας κλείσω εγώ την μπάντα και θα σας φέρω και 200 σαμπάνιες να το κάψουμε στο γλέντι.» είπε ξαφνικά ο πατέρας. Τι λες ρε πατέρα; Λεφτά δεν έχουμε και θα τα φας όλα σε χαζομάρες; Τρελάθηκες; Αντί αυτού όμως, όλοι είπανε: «Ω, μπράβο, είσαι χουβαρδάς, έτσι σε θέλω, κάνε το κέφι σου!» Ρε τον ηλίθιο! Χρεωμένος είναι μέχρι τον λαιμό και θα ξοδέψει τα τελευταία του σε (ΜΠΙΠ)! Στον δρόμο θα βρεθούμε! Πήγα να πεταχτώ για να αποκαλύψω στον ξάδερφο ότι την πραγματικότητα έχουμε πολύ μεγάλα οικονομικά προβλήματα και ότι αυτό που λέει δεν γίνεται. Αλλά ξαφνικά η μάνα με κλώτσησε κάτω από το τραπέζι και μου έριξε ένα θανατερό βλέμμα. Πως είναι οι άναρθροι ήχοι που βγάζω και με καταλαβαίνει; Ε, έτσι και το βλέμμα της, χωρίς να βγάλει καν ήχο κατάλαβα ότι σημαίνει: «Μη πεις λέξη, με σε πνίξω με τα ίδια μου τα χέρια!» Και τότε, κάνανε όλοι τους πρόποση για να περνάμε καλά και να ξαναβρισκόμαστε πιο συχνά. Τσούγκρισα κι εγώ το ποτήρι αλλά από μέσα μου έκανα άλλη ευχή. Να σπάσουν το ποδάρι τους, να μη ξαναέρθουν ποτέ, να μη ξαναχρειαστεί να ντυθώ σαν παλιάτσος, να μην αναγκάζονται οι δικοί μου να βρίσκονται σε εναλλακτική πραγματικότητα, να μην δίνουν δεξιά-αριστερά τα λεφτά που μετά βίας έχουμε… και να με αφήσουνε στην ησυχία μου να πετύχω το χάι σκορ! Το (ΜΠΙΠ) μου μέσα! Edited June 8, 2009 by roriconfan Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Βρασίδας Posted June 5, 2009 Share Posted June 5, 2009 Ωραια επισκεψη. Ιδανικη περιπτωση να πας στην πορτα με το σωβρακο να πεις "γεια σου Λακη, πως πανε τα κεφια; Ρε το Λακη ίδιος ΜΠΙΠκας εχει παραμεινει, δειτε τον" Και να επιστρεψεις για να παιξεις απο σωσμενο. Στην τριτη ή τεταρτη φορά θα το αποδεχτουν. Δοκιμασμενο εκ μερους μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted June 6, 2009 Share Posted June 6, 2009 «Το πουκάμισο μου περιορίζει να τεντώνω τα χέρια,» -Ίσως «με περιορίζει» «η καντήλα μόνο για διακόσμηση και η τηλεόραση να δείχνει κουτσομπολίστικα ή αθλητικά, νιώθω ότι εγώ είμαι σε επίσκεψη σε σπίτι ξένου. Δεν είναι αυτό το δικό μου.» -«Δεν είναι αυτό το δικό μου σπίτι» ή καλύτερα, «Οπωσδήποτε, αυτό δεν είναι το δικό μου.» Πως σου φαίνεται; Προτάσεις κάνω έτσι; Όχι διορθώσεις. «Ακολουθούνε οι προβλεπόμενες απαντήσεις, μιας που σιγά να μένανε όρθιοι ή να μη βγάζανε τα παλτά. .» -Χεχε... αυτό μου θύμησε «μικρό Νικόλα» Σαν να μιλάει ένα παιδί. «Το (ΜΠΙΠ) μου μέσα! Ούτε να χαρώ το φαγητό δεν μπορώ όταν υπάρχουν επισκέπτες. Να σηκωθούνε να φύγουν.» -‘Οξω!!! Η επικοινωνία με άναρθρους ήχους είναι σούπερ... Δεν έχει τόσα μπιπ αυτή τη φορά και θα έλεγα ότι δεν είναι και τόσο χιουμοριστικό, όπως τα προηγούμενα της σειράς (απόδραση, πειρατής, καθυστερημένο). Ναι, ίσως ένας από τους πρωταγωνιστές της «Μόστρας» να είναι ο Λάκης, ίσως άλλος να είναι ο Τάκης... τη Σούλα τη βλέπω επίσης. Είναι οκ η ιστορία και πετυχαίνει (σε λίγες λέξεις) να αποτυπωσει με γλαφυροϊλαρό ύφος, μία από τις πραγματικότητες. Ελπίζω σε νέες περιπέτειες του ηρωϊκού Τάκη. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted June 7, 2009 Share Posted June 7, 2009 Σωστές οι διορθώσεις, τις κάνω αμέσως. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Electroscribe Posted June 7, 2009 Share Posted June 7, 2009 μακράν καλύτερο από το (ατυχές) προηγούμενο και το λιγότερο τραβηγμένο ως τώρα "καντήλα" σημαίνει "καντήλι", αυτά στις εκκλήσίες και τα στα εικονστάσια. Εσύ μάλλον εννοείς "κηροπήγιο" "ανούσια συζητήσει", συζήτηση σπαταλίστηκε σπαταλήθηκε δεξιά, αριστερά δεξιά-αριστερά Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 μακράν καλύτερο από το (ατυχές) προηγούμενο και το λιγότερο τραβηγμένο ως τώρα Τι να σου πω. Μου βγήκε τόσο νορμάλ αυτό που νόμιζα ότι θα έδινε την αίσθηση ότι "το χάλασα". Γιατί δεν ήταν κάφρικο όσο τα άλλα. "καντήλα" σημαίνει "καντήλι", αυτά στις εκκλήσίες και τα στα εικονστάσια. Εσύ μάλλον εννοείς "κηροπήγιο" Πραγματικά εννοώ καντήλα. Εκείνες τις μικρές με την εικόνα της παναγίας, που τις ανάβεις εκείνο το φυτιλάκι με τον φελλό που επιπλέι πάνω στο λάδι. Σε όλα τα παραδοσιακά σπίτια υπάρχει μια και στις θρήσκιες οικογένειες είναι πάντα αναμμένη. Αυτήν την καντήλα εννοούσα κι όχι τα κεριά στο τραπέζι. Μάλλον δεν έδωσα να εννοηθεί σωστά ότι οι γονείς το παίζανε θρήσκοι. Ευχαριστώ και για τον ορθογραφικό έλεγχο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Arachnida Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 Κλασική σκηνή ελληνικής οικογένειας. Διαβάζεται ευχάριστα και είναι οικεία. Η έκφραση ότι "φασκιώθηκε" με τα καλυντικά μου φαίνεται αδόκιμη. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 Η έκφραση ότι "φασκιώθηκε" με τα καλυντικά μου φαίνεται αδόκιμη. Στο χωριό μου μια φορά την χρησιμοποιούνε πολύ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Arachnida Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 Οκ, πάω πάσο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 Ξέρεις κάτι όμως; Η αναπαραγωγή μιας γνωστής, βαρετής πραγματικότητας χωρίς καμιά αλλαγή, χωρίς κάτι που να ξεχωρίζει στην αφήγηση, (για παράδειγμα, η "ξαδέρφη" να ψευδίζει, ή να τρώει το παστάκι που της προσφέρεται με μικρούς ήχους τρωκτικού, ή να σε τρώει όλη την ώρα ένα σπυρί στα οπίσθια και να μην μπορείς να ξυστείς...) δεν έχει ενδιαφέρον. Οι μικρές λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά. Εσύ περιγράφεις αυτονόητα πράγματα (απέχθεια στην υποκρισία, στον παραλογισμό και στον κονφορμισμό), που δεν χρειάζεται να τα διαβάσουμε σε διήγημα για να μας γίνουν γνωστά. Ούτε καταφέρεις να μας διασκεδάσεις μ' αυτά. Όσο καλό κι αν ήταν το τέχνασμα με τα διάφορα "Α" για απαντήσεις, απλώς παραθέτοντάς τα δεν με έκανες να σκάσω ούτε ένα χαμογελάκι. Θα μπορούσες να το εκμεταλευτείς καλύτερα, γιατί ήταν πολύτιμο κομμάτι για τη ζωντάνια της αφήγησης. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 (edited) Κασσάνδρα, δε προσπαθώ να παρουσιάσω μια ξεχωριστή, ρεαλιστική, παραστατική απεικόνιση του σπιτιού σπαταλώντας 2000 λέξεις περιγράφοντας το πως μιλούσε ή έτρωγε ή ξινόταν ο καθένας. Αυτά είναι λεπτομέριες που θα ξεφεύγανε από αυτό που ήθελα να αποδώσω: Μια οικεία εικόνα και όχι μια παραστατική διήγηση. Το αφήνω αόριστο για να γεμίζει ο καθένας τα πρόσωπα και τον χώρο με αυτό που νοιώθει ο ίδιος ότι κολλάει για να νοιώθει οικείο στον ίδιο. Κοινώς, δεν είμαι υπέρ της απεικόνισης γενικότερα. Τις τρισέλιδες περιγραφές του Τόλκιν για μια περιοχή τις περνούσα φευγαλαία και πήγαινα κατευθείαν στην πλοκή. Οι ιστορίες μου, ακόμα και οι μεγάλες, θέλω να έχουνε πλοκή σφαίρα και να βομβαρδίζουνε τον αναγνώστη με ιδέες και όχι με το τι χρώμα είχε το βάζο με τα λουλούδια και πόσο μεγάλο ήταν ή πόσα τριαντάφυλλα είχε μέσα με πόσα πέταλα και πόσα αγγάθια και σε ποιο σημείο του τραπεζιού βρισκόταν. Γιατί όλο αυτό το κατεβατό δεν έχει να κάνει τίποτα με την ιστορία ή την εικόνα που θέλω να περάσω. Αν έγραφα λαογραφία ή έπρεπε να περιγράψω κάποιον εξωγήινο πολιτισμό, εκεί να κολλούσε να τα έβαζα όλα αυτά, από το τι ρούχα φοράνε, μέχρι το πως το τρώνε το ρο στην ομιλία. Εδώ όμως δε θέλω. Α, και αρνούμε τον χαρακτηρισμό "μια από τα ίδια" και ότι η ιστορία είναι πολύ γενική και εύκολα την ξεχνάς. Ο Τάκης και ο Λάκης είναι μοναδικές προσωπικότητες που τους χρωματίζω σε κάθε νέο κεφάλαιο. Ίσως εδώ δεν φαίνεται αν την δεις σαν αυτοτελή ιστορία αλλά αν διαβάσεις όλα τα κεφάλαια, αυτήν η δυσφορία φεύγει. Ή έτσι θέλω να πιστεύω. Edited June 8, 2009 by roriconfan Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 σπαταλώντας 2000 λέξεις περιγράφοντας το πως μιλούσε ή έτρωγε ή ξινόταν ο καθένας... τι χρώμα είχε το βάζο με τα λουλούδια και πόσο μεγάλο ήταν ή πόσα τριαντάφυλλα είχε μέσα με πόσα πέταλα ... Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου στα παραπάνω και νόμιζα πως τον λίγο καιρό που είμαι εδώ, το έχω κάνει σαφές, μάλιστα σε κουραστικό σημείο. Δεν ήταν ακριβώς αυτό που εννοούσα. Το διήγημά σου δεν είναι ζωντανό. Είναι άψυχο, άχρωμο και άτονο. Αυτό εννούσα. Αλλά από ό,τι λες, αυτό είναι που ήθελες. Πάσο. Και σε παρακαλώ, ηρέμησε λίγο. Δεν μίλησα προσβλητικά ούτε επιθετικά (τουλάχιστον στο πρώτο post). Θέλεις, ή δεν θέλεις σχολιασμό στις ιστορίες σου; Αν δω ότι θυμώνεις με αυτά που γράφω, πολύ απλά δεν θα ξανασχολιάσω κάτι δικό σου. Δεν έχω όρεξη για τέτοια, αν θες, "παίζουμε" χαλαρά, αλλιώς δεν παίζουμε καθόλου. Εντάξει; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted June 8, 2009 Share Posted June 8, 2009 Ποιος θύμωσε; Έδωσα την εικόνα ότι θύμωσα μαζί σου; Αν ναι, ζητώ συγνώμη. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.