James Posted June 12, 2009 Share Posted June 12, 2009 Kόσμος(Σύμπαν): Dragonlance Copyright: Wizards of the Coast/Sovereign Press Όνομα Συγγραφέα:James Είδος: ηρωική φαντασία Βία; Οχι Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: ~1,000 Αυτοτελής; Ναι. Σχόλια: Αυτή η ιστορία ξεκίνησε σαν το background story ενός NPC για ένα campaign που ήθελα να πάιξω, αλλά δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Τελικά την συμπλήρωσα λίγο, και εδώ είμαστε... ------------------ Η ιστορία του Sir Kelgar Glimmereye Ο Thiommar στάθηκε σκεφτικός στο κατώφλι της εισόδου του πανδοχείου του, παρατηρώντας τον ψηλό, ηλικιωμένο άνδρα που ξεμάκραινε με περήφανο βήμα, σαν να έκανε παρέλαση. Η γυναίκα του, Althaile, ήρθε να σταθεί δίπλα του και να τον αγκαλιάσει. -Ποιος ήταν ο ξένος γλυκέ μου; Ποτέ άλλοτε δεν θυμάμαι να σε έχω δει να στέκεσαι και να κοιτάς πελάτη που φεύγει. Σαν να ξύπναγε από όνειρο, ο Thiommar αναπήδησε. -Τι; Ποιός; Ο Glimmereye; -Δεν ξέρω το όνομά του. Εμένα ρωτάς; Εσύ συζητούσες μαζί του όλο το βράδι! Ο Thiommar περιορίστηκε να χαμογελάσει μελαγχολικά. Γύρισε να κοιτάξει τη γυναίκα του, αλλά το μυαλό του δεν ήταν σε εκείνη, ούτε στα μακριά μαύρα μαλλιά της, ούτε στα πανέμορφα αμυγδαλωτά μαύρα μάτια της, ούτε στα μυτερά αυτιά της. Στο μυαλό του, ο Thiommar έβλεπε έναν ψηλό ιππότη, ντυμένο με μαύρη αστραφτερή πανοπλία, που πάνω της ξεχώριζαν σχεδιασμένα το κρανίο και ο κρίνος. Καβάλα σε έναν μεγάλο πορφυρό δράκο ήταν εκείνος ο ιππότης, και οδηγούσε τη μεγαλύτερη στρατιά που γνώρισε ποτέ το Αnsalon, μια στρατιά μου σάρωσε τον κόσμο σαν αστραπή, ξεκινώντας από το Nordmaar και το Kalaman, και φτάνοντας να κατακτήσει μέχρι και το High Clerist's Tower, και την ίδια την Palanthas. Ο ιππότης εκείνος λεγόταν Ariakan. Ανάμεσα στους ιππότες που οδηγούσαν τον στρατό του Ariakan ήταν και ο Thiommar. Ντυμένος με μια μαύρη πανοπλία που πάνω της απεικονιζόταν ο κρίνος, τότε ήταν περήφανος για το αξίωμά του, περήφανος που τον είχε επιλέξει ο ίδιος ο Άρχοντας Αriakan να γίνει ένας από τους Ιππότες της Takhisis. Θυμήθηκε επίσης τον Sir Merdtz, διοικητή της μονάδας του, έναν βλογιοκομμένο ιππότη που όσο άσχημος ήταν, άλλο τόσο γενναίος και ικανός διοικητής ήταν, και τον ιπποκόμο του Sir Merdtz, έναν έφηβο νομάδα που λεγόταν Kelgar, και που οι συμπολεμιστές του τον φώναζαν Glimmereye, επειδή όταν κοίταζες ίσια μέσα στα μάτια του, υπήρχε μια λάμψη που από τη μία έκανε το αίμα σου να παγώνει, και από την άλλη σου δημιουργούσε ένα αίσθημα ότι εκείνος ο νεαρός ήταν άνδρας με τιμή. Ο Thiommar γύρισε προς το εσωτερικό του πανδοχείου του. Ξαφνικά ένιωσε κουρασμένος, πολύ κουρασμένος, και έκατσε σε ένα τραπέζι. Γύρισε στη γυναίκα του. -Θυμάσαι γυναίκα τον πρώτο μου διοικητή όταν ήμουν ιππότης; Τον Sir Merdtz; Η Althaile πήρε ένα απογοητευμένο ύφος. “-Πως μπορώ να τον ξεχάσω; Στο Qualinesti είχε επιτάξει το σπίτι δίπλα στο δικό μας για κατοικία του.” Η Althaile χαμογέλασε πονηρά. “Άλλωστε έτσι γνωριστήκαμε κι εμείς, επειδή ερχόσουν να υποβάλλεις τις αναφορές σου. Μου έχεις μιλήσει γι'αυτόν χιλιάδες φορές.” -Ε, λοιπόν, ο άνδρας που είδες να φεύγει ήταν ο ιπποκόμος του. Νομίζω σου έχω πει για εκείνο το 15χρονο που ακολουθούσε τον Sir Merdtz σαν σκυλί, και που όλο έλεγε ότι μια μέρα θα γινόταν κι εκείνος ιππότης, και μας έκανε όλους να γελάμε. Η Althaile κατάλαβε ότι ο άνδρας της ετοιμαζόταν πάλι να της πει κάποια ιστορία. Μια και ήταν ακόμα πρωί και το πανδοχείο δεν είχε κόσμο, τράβηξε μια καρέκλα, κι έκατσε κοντά στον άντρα της. -Τελικά Althaile, εκείνο το 15χρονο έγινε ιππότης. Και αυτή την ιστορία δε στην έχω πει. Ο Thiommar έλεγε πάντα την ίδια ιστορία, σκέφτηκε η Althaile, για τη γενναιότητα του Ariakan, και πως μόνος του σκότωσε εκατοντάδες δαίμονες του Χαους στο High Clerist's Tower πριν τελικά το ξίφος του σπάσει και ο ίδιος σκοτωθεί. Και πάντα της έλεγε ότι την ιστορία δεν της την είχε πει. Αλλά τώρα, ποτέ δεν είχε ξανακούσει για κάποιον 15χρονο ιππότη που λεγόταν Glimmereye. “Τον Glimmereye τον ξετρύπωσε ο ίδιος ο Sir Merdtz, όταν σε ένα από τα ταξίδια του στη Neraka, σε αναζήτηση υποψηφίων για το τάγμα των ιπποτών, έμεινε ένα βράδι σε ένα πανδοχείο. Το μέρος ήταν αμφιβόλλου ποιότητας, αλλά άλλο δεν υπήρχε, και εν πάσει περιπτώσει, εμείς δεν είμαστε σαν τους Solamnics, που θέλουν να κοιμούνται σε στρώμα με πούπουλα. Το βράδι, ο πανδοχέας, που βλέποντας την γυαλιστερή μαύρη πανοπλία του Sir Merdtz, τον θεώρησε κάποιον άρχοντα με πολλά χρήματα, έβαλε κάποιους ρουφιάνους να τον ληστέψουν. Όμως, την τελευταία στιγμή, ένα νεαρό αγόρι ξύπνησε τον Merdtz και τον ειδοποίησε για την ενέδρα. Έτσι, όταν οι άντρες του πανδοχέα όρμησαν μέσα στο δωμάτιο, βρήκαν τον Sir Merdtz να τους περιμένει με το ξίφος του στο χέρι, όπου και τους έσφαξε όλους. Όπως επιβάλλεται να πράξει ένας ιππότης, ο Sir Merdtz ευχαρίστησε τον νεαρό, και του είπε ότι ήταν διατεθιμένος να κάνει κάτι για εκείνον σαν αντάλλαγμα. Όπως φαίνεται, ο μικρός ήξερε πολύ καλά τι ήθελε. “-Θέλω να γίνω ιππότης σαν κι εσένα,” του είπε. Στην αρχή, ο Merdtz βάλθηκε να γελάει, σύντομα όπως αντιλήφθηκε ότι ο μικρός μιλούσε πολύ σοβαρά Έτσι, τον πήρε πίσω στο Storm's Keep. Και αποδείχτηκε ότι δεν είχε πέσει έξω, γιατί ο νεαρός εκείνος – Kelgar τον έλεγαν – αποδείχτηκε εξαιρετικός μαθητής και δεινός ξιφομάχος. Πριν όμως ο Kelgar συμπληρώσει την εκπαίδευσή του, ξεκίνησε η εισβολή στο Ansalon. Έτσι, τελικά ο νεαρός ακολούθησε τον Sir Merdtz μόνο σαν ιπποκόμος, και όχι σαν ιππότης. Γνωρίζεις την ιστορία. Οι στρατιές μας κατέλαβαν όλο σχεδόν το Ansalon, και ακόμα και η φοβερή, κολασμένη ζέστη που επικρατούσε εκείνο το καλοκαίρι δεν στάθηκε δυνατή να ανακόψει την προέλασή μας. Όταν ξεκίνησε η επίθεση του Χάους, η μονάδα μας βρισκόταν στο Qualinesti, υπό τη διοίκηση του Medan. Μας είχε ανατεθεί η υπεράσπισις ενός υψώματος που έλεγχε το πέρασμα μέσα στην πόλη του Qualinesti. Θυμάμαι που οι άντρες έλεγαν ότι τσάμπα περιμέναμε, γιατί ο Άρχοντας Ariakan θα κατανικούσε τις στρατιές του Χάους στο High Clerist's Tower, και δεν θα έμενε τίποτα για εμάς να πολεμήσουμε. Φυσικά κάναμε λάθος. Οι δαίμονες ήρθαν, και η μάχη ήταν τρομερή. Εγώ τότε ίππευα τη Storm, και μαζί με άλλους δύο δρακοαναβάτες πολεμούσαμε στον αέρα, ενώ ο Merdtz και ο Kelgar με τους υπόλοιπους της μονάδας μας μάχονταν στο έδαφος. Κάποια στιγμή η Storm χτυπήθηκε, και έπεσε. Αν και άσχημα πληγωμένη, κατάφερε να προσγειωθεί χωρίς να σκοτωθούμε, αλλά εγώ έσπασα το πόδι μου κατά την προσγείωση και η μετέπειτα συνεισφορά μου στη μάχη ήταν μάλλον μηδενική. Καθως εξαπολυόταν μια ακόμα επίθεση εναντίον των ανδρών στο ύψωμα, εγώ προσπαθούσα όπως μπορούσα να φτάσω εκεί. Είχα ήδη δει από μακριά,ότι οι μοναδικοί ιππότες που ακόμα έστεκαν και πολεμούσαν ήταν ο Sir Merdtz και ο Kelgar. Καθώς έφτανα στο λόφο, ο Sir Merdtz έπεφτε χτυπημένος από έναν δαίμονα. Ο Kelgar τότε έσκυψε πάνω του να τον βοηθήσει, χωρίς να έχει δει ένα σκιώδες πλάσμα που ετοιμαζόταν να τον χτυπήσει. Πρόλαβα να σκοτώσω το πλάσμα, αλλά το πόδι μου δεν άντεξε και κατέρρευσα. Τότε ο Sir Merdtz, με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει, ανασηκώθηκε, και έτεινε τη λαβή του ξίφους του προς τον νεαρό ιπποκόμο του. Ακόμα θυμάμαι τα λόγια του. `Σαν διοικητής σου, σε διατάζω να πάρεις το ξίφος μου, και τη θέση μου. Επικαλούμενος το Vision, σε χρίζω Ιππότη της Takhisis. Εσύ Sir Thiommar θα είσαι μάρτυρας των όσων συνέβησαν εδώ...` Με αυτά τα λόγια ο Sir Merdtz πέθανε, και απομείναμε εγώ και ο νεαρός ιππότης πλέον, τελευταίοι υπερασπιστές. Τότε ο Sir Glimmereye γύρισε και με κοίταξε, και από την λάμψη στο βλέμμα του κατάλαβα ότι είχε λάβει το Vision. Η Takhisis ενέκρινε την πράξη του Sir Merdtz... Φυσικά δεν τρέφαμε αυταπάτες. Πολεμούσαμε όλη την ημέρα, και είχαμε σκοτώσει πάμπολλους δαίμονες, αλλά εκείνοι φάνταζαν ατελείωτοι. Ξέραμε ότι όλα θα τελείωναν με την επόμενη επίθεση. Αλλά η επόμενη επίθεση δεν έγινε ποτέ. Έτσι ξαφνικά, όπως είχαν εμφανιστεί, τα τέρατα του Χάους διαλύθηκαν, χάθηκαν, ή έπαψαν να ενδιαφέρονται για εμας και χάθηκαν στο δάσος. Η μάχη είχε τελειώσει, όπως και ο πόλεμος. Αργότερα, απο αγγελιοφόρους από την Palanthas και τη Neraka, μάθαμε όλη την ιστορία για το τι είχε συμβεί στο High Clerist's Tower και τον θάνατο του Ariakan, καθώς και την επέλαση του Sir Brightblade εναντίον του ίδιου του Χάους μέσα στην Άβυσσο. Και ταυτόχρονα, συνειδητοποιήσαμε ότι οι φήμες που διέδιδε ο Palin Majere ήταν αλήθεια. Οι θεοί – και μαζί τους η Takhisis – είχαν εγκαταλείψει το Krynn... Δεν χρειάστηκαν τρανές αποδείξεις γι αυτό. Μας έφτανε που δεν είχαμε πια το Vision... Όταν τα πράγματα ηρέμησαν, χρειάστηκε να ταξιδέψουμε εγώ και ο Sir Kelgar μέχρι τη Neraka, για να διευθετηθεί το θέμα του χρισμού του. Στην αρχή υπήρξαν κάποιες αντιρρήσεις, τελικά όμως ο νεαρός έγινε αποδεκτός ως ιππότης. Μάλιστα, έτσι χωρίσαμε, γιατί εκείνον τον κράτησαν στη Neraka, ενώ εμένα με τοποθέτησαν ξανά στη δύναμη του Medan. Έκτοτε, και μέχρι τα γεγονότα με τη Beryl, είδα τον νεαρό Glimmereye μόνο δυο φορές. Τη μία φορά, με επισκέφθηκε εκείνος στο Qualinesti, ενώ την άλλη συναντηθήκαμε τυχαία στη Neraka όπου είχα μεταβεί να παραδώσω μια αναφορά του Marshal Medan. Εκείνη η δεύτερη φορά ήταν που είχα αποφασίσει να φύγω από το τάγμα – θα θυμάσαι που σου είχα πει ότι αυτή ήταν η τελευταία μου αποστολή. Από τότε δεν τον ξαναείδα, μέχρι χθες που ήρθε εδώ.” Η Althaile έμεινε να κοιτάζει τον άντρα της. Περίμενε τη συνέχεια της ιστορίας, αλλά όταν ο Thiommar δεν μίλησε άλλο, κατάλαβε ότι είχε τελειώσει. Κατάλαβε επίσης ότι κάτι τον απασχολούσε. -Τι συμβαίνει Thiommar; Καταλαβαίνω ότι κάτι σε απασχολεί. Γιατί ήρθε χθες αυτός από εδώ; Μήπως για να σε επαναφέρει στο τάγμα; Έχεις τελειώσει οριστικά με αυτά έτσι δεν είναι; Πες μου ότι έχεις τελειώσει! Ο Thiommar σηκώθηκε, και πήγε και άνοιξε πάλι την πόρτα του πανδοχείου. Έψαξε με το βλέμμα του τον Sir Kelgar, εκείνος όμως είχε χαθεί. Ύστερα γύρισε πάλι προς τη γυναίκα του. -Κατάλαβε αυτό Althaile: Είμαι Ιππότης της Takhisis. Πάντα ήμουν, και πάντα θα είμαι στην καρδιά μου. Αν έφυγα από το τάγμα, δεν το έκανα.... Σταμάτησε. Τα επόμενα λόγια του ήταν η αλήθεια, αλλά έτσι όπως τον κοιτούσε η Althaile, δεν τολμούσε να τα ξεστομίσει. Ήξερε ότι θα πληγωνόταν, και ήξερε πως στο βάθος, όσα θα της έλεγε, εκείνη τα είχε καταλάβει ήδη από καιρό, αλλά κάπου στο βάθος κάτι τον εμπόδιζε.Ώσπου θυμήθηκε τα λόγια του Ariakan: “Ένας ιππότης ποτέ δεν διστάζει να κάνει εκείνο που επιβάλλεται, με οποιοδήποτε κόστος.” Και πήρε μια βαθειά ανάσα. -...το έκανα γιατί η Takhisis δεν υπάρχει πια. Και μετά από την Βασίλισσά μου, εσύ είσαι το μόνο πράγμα στον κόσμο που λατρεύω. Η Althaile έκανε ένα βήμα εμπρός για να τον χαστουκίσει, αλλά σταμάτησε την τελευταία στιγμή. Ήταν η γυναίκα του, και μπορεί οι Ιππότες της Takhisis να κατέλαβαν τη χώρα της, αλλά εκείνη με τη θέλησή της διάλεξε έναν από αυτούς για άνδρα της. Ακόμα και τότε, ήξερε ότι ο άνδρας της θα έβαζε πάνω από εκείνη τη Σκοτεινή Βασίλισσα, πάνω από ο,τιδήποτε στον κόσμο. “-Επομένως, που είναι το πρόβλημα;” τον ρώτησε με άχρωμη, χαμηλή φωνή. Ο Thiommar της έδειξε την καρέκλα που καθόταν. -Κάτσε. “Την ημέρα εκείνη που ήμουν στη Neraka, είχα αποφασίσει όταν γύριζα να φεύγαμε από το Qualinesti μαζί, να παρατούσα τους Ιππότες. Και είπα αυτές μου τις σκέψεις στον Sir Kelgar. “Χωρίς την Takhisis, δεν έχουμε σκοπό, δεν έχουμε λόγο ύπαρξης. Θα καταντήσουμε μια οργάνωση φονιάδων, κλεφτών και απατεώνων.” Προς μεγάλη μου έκπληξη, ο Glimmereye συμφώνησε. “Οι πραγματικοί Ιππότες που έχουν απομείνει, εκείνοι που μοιράστηκαν το Vision με Εκείνη, είναι πολύ λίγοι,” μου είπε. “Τα αποβράσματα που στρατολογούμε τώρα ουδεμία σχέση έχουν με τους άντρες που συγκέντρωσε γύρω του ο Ariakan. Αλλά αν εμείς οι παλιοί δεν προσπαθήσουμε να δείξουμε στους νέους το σωστό,τον έντιμο δρόμο, τότε το τάγμα μας θα χαθεί οριστικά.” Εκείνος θα έμενε είπε, μέχρι τέλους. Μου έδωσε μάλιστα και το λόγο του ότι δεν θα μαρτυρούσε τις προθέσεις μου σε κανέναν, αρκεί εγώ να του έδινα το λόγο μου ότι ακόμα κι αν κατάφερνα να ξεφύγω απο την οργάνωση, θα παρέμενα πιστός στον όρκο μου σε Εκείνη, πιστός στον Όρκο Αίματος, ότι θα παρέμενα πάντα Ιππότης της Takhisis.” Η Althaile χλώμιασε ελαφρά. -Και...και ορκίστηκες; -Φυσικά. Δεν χρειαζόταν καν να μου το ζητήσει, δεν χρειαζόταν καν να το ορκιστώ. Δεν σκόπευα ποτέ μου να ξεχάσω τον Όρκο Αίματος. Τώρα η Althaile τον χαστούκισε. Αλλά ο Thiommar δεν πτοήθηκε. -Να τελειώσω πρώτα; -... “Απόψε που μίλησα μαζί του, μου είπε ότι αν και εκείνος προσπαθούσε πάντα να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων μέσα στους Ιππότες, τελευταία τον είχαν παραγκωνίσει. Φαίνεται πως οι απόψεις του Glimmereye περί του τι ήταν έντιμο, τι εξυπηρετούσε καλύτερα στην επίτευξη της Μιας Παγκόσμιας Τάξης δεν συμφωνούσαν με τα συμφέροντα των επικεφαλής, που θέλουν μόνο λεφτά και έχουν ξεχάσει τι σημαίνει τιμή. Παραμένει ακόμα στην οργάνωση, αλλά αν τον ρωτήσεις, θα σου πει ότι είναι Ιππότης της Takhisis, όχι Ιππότης της Neraka. Εγώ θα του πρότεινα να έρθει να μείνει εδώ, στην Tarsis, αλλά ξέρω που δεν θα τα πηγαίνατε καλά, και άλλωστε εκείνος ποτέ δεν θα έκρυβε την ταυτότητά του, γι' αυτό περιορίστικα να τον ρωτήσω τι σκόπευε να κάνει τώρα. Και η απάντησή του ήταν που με έχει προβληματίσει.” “Είναι απλό,” μου είπε. “Η Takhisis ήταν μια από τους δημιουργούς του κόσμου. Ό,τι κι αν γράφεται σε ενα βιβλίο, σε όποιο βιβλίο, ακόμα και στο Tobril, το βιβλίο που κρατά ο θεός της γνώσης, ο Gilean, Εκείνη δεν μπορεί να γίνει θνητή έτσι απλά, ούτε να πεθάνει. Όχι αν ο Paladine, έστω και σαν θνητός, ζει ακόμα. Θα προσπαθήσω να βρω τον τρόπο να αναστήσω τη θεά μου.” Αυτή τη φορά η Althaile γέλασε. -Αυτό ήταν όλο άντρα μου; Σε προβληματίζει το παραμιλητό ενός τρελού; Ή πιστεύεις αλήθεια ότι ένας κοινός θνητός μπορεί να αψηφήσει τη βουλή των θεών; -Μην ξεχνάς, Althaile, ο Huma Dragonbane, ένας κοινός θνητός, ήταν που νίκησε την Takhisis στον 3ο πόλεμο, ο Raistlin Majere, ένας κοινός θνητός, ήταν που της έφραξε την πύλη της Αβύσσου, o Sir Steel Brightblade, ένας κοινός θνητός, ήταν που πλήγωσε τον Χάος... -Μα σοβαρά πιστεύεις ότι μπορεί να καταφέρει κάτι τέτοιο; -Πιστεύω όχι... Ελπίζω ναι... Υγρό είχε αρχίσει να μαζεύεται στις άκρες των ματιών της Althaile, και την έκανε να θέλει να ανοιγοκλείσει τα μάτια της και να τα σκουπίσει. -Κι εμείς; Εμείς τι θα απογίνουμε; -Δεν θα αλλάξει κάτι. Έχω οικογένεια, μια πανέμορφη γυναίκα που μπροστά σε μένα φαίνεται αγέραστη, και δυο υιούς, που τους λατρεύω. Είμαι γέρος πια για να τρέχω πάνω-κάτω. Αυτά είναι για τους νεαρούς ιππότες...Αλλά αν η Takhisis ποτέ γυρίσει, θα γυρίσω κι εγώστο τάγμα... έστω και για μια μέρα. Η Althaile δεν είπε τίποτα, μόνο σηκώθηκε και πήγε στο δωμάτιό της. Πέρα μακριά, σε κάτι λόφους έξω από την Τarsis, ένας άνδρας σεκόταν ανιχνεύοντας με το βλέμμα του τον ορίζοντα. Ήταν μεσήλικας, τουλάχιστον 50 χρόνων, αλλά τα μελιά μάτια του έλαμπαν όπως ενός εικοσάχρονου. Τα μαύρα μαλλιά του, σε μερικά σημεία ανακατεμένα με τόνους του γκρίζου, έπεφταν χυτά στους ώμους του, και μόνο το μικρό, περιποιημένο μούσι του ήταν τελείως μαύρο, χωρίς ίχνος γκρίζου. Παρ' όλη την ηλικία του, στεκόταν περήφανα, με τα μυώδη μπράτσα του σταυρωμένα στο στήθος. Όπως μαρτυρούσαν οι γραμμώσεις σε εκείνα τα μπράτσα, κάθε άλλο παρά γέρικοι ήταν οι μύες του, κάθε άλλο παρά εύκολος αντίπαλος ήταν ο άνδρας εκείνος. Δεν έφερε θώρακα ή κράνος, παρά μόνο ένα ξίφος στη μέση του. Έτσι όπως είχε σταυρώσει τα χέρια του, ο μαύρος μανδύας του χώριζε στο στήθος και αποκάλυπτε ένα μενταγιόν από μαύρο μέταλλο, που απεικόνιζε ένα κρανίο και έναν κρίνο. Στο χέρι του κρατούσε μια περίεργη σφυρίχτρα, και κάθε λίγο θα την έφερνε στο στόμα του και θα φύσαγε με δύναμη. Αλλά κανένας ήχος δεν έβγαινε από αυτή. Τελικά, ο άνδρας είδε αυτό που ήθελε. Στον ουρανό, στο βάθος του ορίζοντα, είχε φανεί ένας δράκος, που στον ήλιο το δέρμα του έλαμπε στο αστραφτερό, βαθύ μπλέ χρώμα του σμαραγδιού... ---------------- Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.