Cassandra Gotha Posted September 11, 2009 Share Posted September 11, 2009 (edited) Άλλαξα την υποσημείωση σε "Γκοθιά", γιατί ο Μάρτιν το εξέφρασε μια χαρά. Είναι Γκοθιά. ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ Πήρα το πακετάκι κι έφυγα χωρίς να χαιρετήσω, χωρίς καν να κοιτάξω στα μάτια το φαρμακοποιό. Πρώτη φορά που το έκανα, αλλά είχα συνταγή, δε θα ‘πρεπε να ντρέπομαι. Είχα συνταγή γιατρού. Απλά δεν ήθελα να με καταλάβει. Πόσο εύκολο είναι να σου γράψουν υπνωτικά χάπια… Πίνεις καφέδες για δυο-τρεις μέρες, βολοδέρνεις από καρέκλα σε καρέκλα (ευτυχώς δεν ήμουν ποτέ από τους ανθρώπους που κοιμούνται σε καθιστή στάση), κάνεις κρύα ντους για να τσιτώνουν τα νεύρα σου και τρως πολλούς υδατάνθρακες. Όταν πας στον τρελογιατρό είσαι ένα μάτσο κουρέλια. Κι έτσι, ο πτυχιούχος συνταγογράφος κάνει ευσυνείδητα τη δουλειά του. Περπατούσα γρήγορα, σχεδόν τρέχοντας. Ήμουν χαρούμενη. Κατά έναν παράξενο τρόπο χαρούμενη. Ίσως ενθουσιασμένη. Αυτό που κρατούσα στα χέρια μου ήταν ένα δώρο, το τελευταίο, που θα μου επέτρεπε να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα. Πάντα ήθελα να αυτοκτονήσω. Μου φαινόταν τόσο μεγαλειώδης πράξη, υπέροχη, απόλυτα μοναχική, ο τέλειος πόνος και τρόμος και παραίτηση. Η πιο μοιραία πράξη που μπορεί να κάνει κάποιος. Όχι, δεν υπέφερα στη ζωή μου. Αλλά δεν χάρηκα κιόλας. Όλα μου ήρθαν βολικά, εύκολα, ανώδυνα. Οι γονείς μου μ’ αγαπούσαν αλλά ήταν και λογικά αυστηροί στη διαπαιδαγώγησή μου. Φίλες και φίλους είχα πάντα, αλλά όχι τίποτα σπουδαίο. Όλοι θέλουν να τους ‘ανοίγεσαι’, να δίνεις κάτι απ’ την ψυχή σου στις κοπέλες και απ’ το μυαλό σου στους άντρες. Εγώ τα ήθελα όλα για τον εαυτό μου. Δεν ήθελα να με αγγίζει καμιά και κανείς, ήμουν τόσο τέλεια και πολύτιμη. Έτσι, όλες μου οι σχέσεις, φιλικές και ερωτικές, ήταν ρηχές, επιδερμικές και ανούσιες. Ίσα για να γεμίζουν τις κυψέλες εγωισμού μέσα μου. Είχα τη ζωή που επέλεξα, περνούσα ήρεμα, στρωτά. Δουλειά βρήκα αμέσως μετά τις σπουδές. Δίδασκα φωτογραφία σε ψώνια που νομίζανε ότι γυρνώντας με μια κάμερα περασμένη απ’ τον ώμο ήταν κουλτουριάρηδες και καλλιτέχνες. Τους παραμύθιαζα ότι έτσι είναι, και έγινα επιτυχημένη και αγαπητή στη σχολή. Οι φωτογραφίες τους δεν βλέπονταν, αλλά και κάποιες που κάτι λέγανε, πάλι δεν με ενδιέφεραν. Έβρισκα να τους λέω πέντε τεχνικές και άλλες πέντε εικαστικές αρλούμπες διανθισμένες με διάσημα παραδείγματα και τους θάμπωνα, χώνοντάς τους πιο παθιασμένα στο σκοτεινό θάλαμο. Τα λεφτά ήταν καλούτσικα και δεν με ένοιαζε για παραπάνω, οι γονείς μου είχαν αρκετά και για τους τρεις μας. Γενικά, το ταλέντο μου ήταν να λέω στους ανθρώπους ό,τι θέλουν να ακούνε κι έτσι όλα στη ζωή μου πήγαιναν καλά. Μέσα μου όμως ήξερα την αλήθεια για τον καθένα. Μόνο εγώ. Αλήθεια που δεν ξεστόμιζα ποτέ. Η φίλη μου η Χαρούλα για παράδειγμα, δεν ήξερε πόσο φιλόπονη ήταν. Έβρισκε τον ένα χειρότερο απ’ τον άλλο για γκόμενο. Ο πρώτος καθίκι, την παράτησε ξαφνικά, ενώ η σχέση τους ήταν καθαρά σωματική και χαλαρή και περνούσαν ζάχαρη, ούτε δεσμεύσεις ούτε τίποτα τρομακτικό για έναν μπούλη σαν κι αυτόν. Η ηλίθια όμως τον ερωτεύτηκε, και όταν αυτός εξαφανίστηκε χωρίς ούτε ένα τηλεφώνημα, τα έβαψε μαύρα κι έπεσε στον καναπέ. Έτρωγε πατατάκια κι έβλεπε τηλεόραση για δύο μήνες. Ο δεύτερος πρώην πρεζάκι, τον έλεγχε συνεχώς, έπαιζε το ρόλο της Δίωξης στο σπίτι του, όπου έμεναν μαζί. Άνοιγε συρτάρια και έψαχνε τσέπες όταν ήταν μόνη της, έλεγχε αν ήταν με τις παλιές, βλαβερές παρέες του κι αν έπαιρναν κάτι. Κοιτούσε τις κλήσεις του στο κινητό. Μέσα στο άγχος, αλλά ‘τον αγαπούσε’. Πόσο αρέσει το μελό στις γυναίκες! Κρεμασμένη απ’ το πουλί του ήταν, κανείς δεν την είχε γαμήσει τόσο καλά μέχρι τότε. Απλά κατάλαβε επιτέλους τι είχε ανάμεσα στα πόδια της. Ο τρίτος κοίταζε άλλες ενώ έβγαιναν μαζί. Όπου κι αν στέκονταν, όπου κι αν κάθονταν ή περπατούσαν, ή έτρωγαν, έπιναν, μίλαγαν, αυτός κοίταζε κάποιον κώλο ή ένα γυαλιστερό μπούστο, γυμνό στον ήλιο. Την εξευτέλιζε έτσι κι αυτή γούσταρε, αλλά δεν το συνειδητοποίησε ποτέ. Τελευταία μου κλαιγόταν ότι είναι πολύ καιρό μόνη της. Θα έπρεπε να της πω ότι από τη συλλογή της λείπει ένας που να τη βαράει, αλλά δεν της το ‘πα. Το έπαιξα καλή φίλη και την παρηγορούσα. Πόσο σπαστικό είναι να ξέρεις μόνο εσύ την αλήθεια για τους άλλους, τη στιγμή που οι ίδιοι έντεχνα εξαπατούν εαυτούς και άλλους. Θα έπρεπε ν’ αφήσω ένα γράμμα όπου θα λέω τη γνώμη μου για όλους, αλλά βαρέθηκα να το κάνω. Είναι τόσο ηλίθιοι και ξεροκέφαλοι, που δεν πρόκειται να καταλάβουν ποτέ. Η πρώτη και μοναδική αντίδραση θα ήταν να αμυνθούν και να τα ρίξουν στην ‘κατάστασή μου’ την ώρα που έγραφα το σημείωμα αυτοκτονίας. Εγώ όμως εκείνη τη μέρα δεν ήμουν σε καμιά ‘κατάσταση’. Μόνο νυσταγμένη, μετά από τις μέρες της επιτηδευμένης αϋπνίας. Εκείνη τη μέρα ήμουν σαν κάποιον που του δώσανε επιτέλους την υποτροφία που ονειρευόταν στη χώρα που ονειρευόταν για να κάνει μεταπτυχιακό, ή σαν κάποιον που έπιανε δουλειά εκεί που δεν τολμούσε να ονειρευτεί. Επιτέλους, θα έκανα αυτό που ποθούσα απ’ τα δεκατρία μου. Θα πήδαγα στο κενό, θα βούλιαζα στο αιώνιο σκοτάδι, θα έσβηνα, θα έπαυα. Και θα το έκανα μόνη μου, όταν εγώ ήθελα, όπως εγώ προτιμούσα, κι αυτό λέγεται κατά τη γνώμη μου υπερηφάνεια. Και το ότι κατάφερα ένα γιατρό να με βοηθήσει να πεθάνω, αυτό ήταν για ‘μένα τεράστια ευχαρίστηση. Η ειρωνεία, η κοροϊδία, μου έφερνε μια πικάντικη γεύση στο στόμα. Ο θάνατος ήταν κάτι που πάντα με αναστάτωνε θετικά, και λίγα πράγματα κατάφεραν ποτέ να με αναστατώσουν. Μόνο ίσως ο σαδομαζοχισμός στο σεξ, οι τραγικές ιστορίες για γονείς που έχασαν τα παιδιά τους και μετά ζούσαν σε ένα σκοτεινό σπίτι για πάντα, ή αυτοκτονούσαν, και ο κίνδυνος. Οδηγώ πολύ επικίνδυνα και το ξέρω, τρέχω στις στροφές με βρεγμένο δρόμο, οδηγώ πιωμένη, κάνω τυφλές προσπεράσεις. Αλλά ποτέ δεν έχω πάθει το παραμικρό, κι αυτό με εξιτάρει τρομερά. Είμαι τόσο καλή στο τιμόνι και με τόσο γρήγορα αντανακλαστικά, που πάντα τη γλιτώνω. Ο θάνατος λοιπόν, ήταν πάντα το μόνο πράγμα που περίμενα στη ζωή, που με αναστάτωνε βαθιά και ορμητικά, είχα οργασμούς κανονικούς κάθε φορά που τον σκεφτόμουν. Αλλά θέλει κότσια για να το πάρεις απόφαση. Εμένα μου πήρε δεκαπέντε χρόνια. Δεν είναι και λίγα. Το μόνο που μετάνιωνα, ήταν ότι δεν μπορείς να τον περάσεις δυο φορές. Ω, μαρτύριο φριχτό και υπέροχο, πόσο λάθος είχα! Ο τρόπος που είχα σκεφτεί να το κάνω ήταν θεϊκός, πανέξυπνος. Θα πήγαινα σε μια βαθιά θάλασσα, κάπου που να μπορώ να σταθώ σε βράχια και από κάτω να βλέπω ότι είναι άπατα και μακριά από προσιτή στεριά. Θα έπαιρνα λίγα-λίγα τα χάπια για να μην τα κάνω εμετό. Μόλις θα άρχιζα να νιώθω το αναμενόμενο μούδιασμα, θα κατάπινα όλα τα υπόλοιπα και θα πηδούσα στο νερό. Τέλεια, τα είχα σκεφτεί όλα, ακόμα και το μπουκαλάκι με το ουίσκι για να τα καταπίνω είχα πάρει μαζί μου. Έφτασα σ’ έναν βραχώδη και απόμερο κόλπο, μετά από δυο ώρες οδήγηση. Το είχα επισκεφτεί κι άλλη φορά το μέρος και μου άρεσε, ήταν τέλειο για το σκοπό μου. Κατέβηκα απ’ το αμάξι και σκαρφάλωσα στα κοφτερά βράχια. Ήμουν αναστατωμένη υπέροχα, μοναδικά, ήταν η μεγάλη στιγμή της ζωής μου. Δεν λυπόμουν τους γονείς μου, γιατί θα τους χάριζα μια πολύτιμη τραγωδία για να ‘χουν κάτι να λένε στα γεράματα που κοντοζύγωναν. Οι ζωές τους ξαφνικά θα αποκτούσαν νόημα, θα γίνονταν πρωταγωνιστές στον συγγενικό κύκλο, η κόρη τους αυτοκτόνησε, τι σημαντικοί που θα γίνονταν ξαφνικά… Άνοιξα το κουτάκι και κατάπια πρώτα πέντε από τα ροζ χαπάκια, με μερικές γενναίες γουλιές Scotch. H αίσθηση ήταν μεγαλειώδης, γινόμουν ο πιο δυνατός άνθρωπος στον πλανήτη, ψήλωνα και βάραινα, το σώμα μου ένιωθα να σκληραίνει σαν νά ‘ταν από σίδερο. Δεν φοβόμουν καθόλου. Γύρω μου ο αέρας φυσούσε μανιασμένα, είχα επιλέξει τον σωστό καιρό. Τα κύματα ήταν ψηλά και χτυπούσαν με δύναμη τα βράχια. Μετά από λίγο ήπια άλλα πέντε, με αρκετό ποτό. Ακόμη δεν ένιωθα μούδιασμα, μόνο το γλυκό κάψιμο του αλκοόλ. Δεν σκεφτόμουν τίποτα, ήμουν εκεί, απλά εκεί και κατάπινα χάπια. Την τρίτη φορά περίμενα πιο πολύ ώρα και κατάλαβα ότι είχα μουδιάσει πια. Δεν ένιωθα τα χείλια και τα χέρια μου, και μια ακαταμάχητη κούραση με έσπρωχνε να ξαπλώσω. Άργησα πολύ να πάρω τα επόμενα, ίσα που προλάβαινα. Το ευτύχημα ήταν ότι δεν ανακατευόταν το στομάχι μου. Πήρα και τα υπόλοιπα κακήν κακώς, γιατί πια δεν έβλεπα μπροστά μου απ’ τη μαστούρα, ήπια όσο ουίσκι μπορούσα να καταπιώ και πήδηξα χωρίς σκέψη. Ήταν η πιο άνετη κίνηση που έχω κάνει στη ζωή μου, αφού μου έκανε εντύπωση πόσο αβίαστα έπεσα στο νερό. Ίσως να κάνανε δουλειά τα χάπια, μου διώξανε κάθε αντανακλαστικό επιβίωσης, δεν ξέρω, πάντως βρέθηκα ξαφνικά τυλιγμένη από κρύο, βίαιο κύμα. Το χτύπημα πάνω στα βράχια με βρήκε ξύπνια. Ήταν τρομερό. Ήταν μια στιγμή που κράτησε ώρες, δεν ξέρω πόσες ώρες έκανε η δύναμη της φουρτούνας να με πάρει για λίγο προς τα μέσα, μετά να με κρατήσει σταθερή στο ίδιο σημείο ανασηκώνοντάς με, και τέλος να με χτυπήσει ορμητικά και αμετάκλητα πάνω στα βράχια όπου πριν από λίγο στεκόμουν. Όταν άρχισε να με σπρώχνει πάνω τους, σκέφτηκα ‘άρχισε’. Δεν ένιωσα πόνο με το χτύπημα, μόνο ένα κάψιμο μέσα στο στήθος, ένα περίεργο παγωμένο κάψιμο. Ήταν τόσο απολαυστικό. Έγινα το πιο αδύναμο πλάσμα πάνω στον πλανήτη, το νερό ήταν ο απόλυτος δυνάστης και τον άφησα να με πάρει με ολοκληρωτική εγκατάλειψη. Μετά, το πολυπόθητο σκοτάδι. Νόμισα ότι πέθανα και παραξενεύτηκα που είχα αντίληψη ακόμη και μετά το θάνατο. Πίστευα πως στο θάνατο δεν υπάρχει τίποτα, απλά κλείνει ο διακόπτης και τέλος. Πίστευα πως όλη η απόλαυση και ο τρόμος είναι στη μετάβαση από τη ζωή στο θάνατο, και όχι στον ίδιο. Και γι’ αυτό δοκίμασα την πιο τεράστια έκπληξη όταν βρέθηκα στο βυθό της θάλασσας με ανοιχτά τα μάτια και την αναπνοή μου ακούσια κρατημένη βαθιά στα πονεμένα μου πνευμόνια. Αλλά δεν άκουγα χτύπο των κυμάτων στα βράχια. Δεν υπήρχαν βράχια. Υπήρχε μόνο νερό. ‘Σίγουρα αυτή η θάλασσα κάτι περίεργο έχει’ σκέφτηκα, γιατί όταν κοίταξα επάνω δεν υπήρχε ούτε επιφάνεια. Ως εκεί όπου έφτανε το μάτι έβλεπα νερό. Η αναπνοή μου τέλειωνε και την κράτησα ως εκεί που δεν έπαιρνε άλλο, η αγωνία ήταν φρικτή, θα έσκαγα, έπρεπε να πάρω ανάσα, τα πνευμόνια μου προσπαθούσαν με σπασμωδικές κινήσεις να δουλέψουν κι εγώ τα κρατούσα με υπεράνθρωπη βία. Σε λίγο θα νικούσαν, θα έπαιρνα ανάσα. Και πήρα. Ο ίδιος πόνος, το ίδιο οξύ κάψιμο βαθιά στο στήθος μου και μετά η κρύα αίσθηση του σκοταδιού και το τίποτα. Έκανα στ’ αλήθεια αρκετό καιρό να καταλάβω τι συνέβαινε. Στην αρχή τρομοκρατήθηκα, ούτε στον πιο οδυνηρό εφιάλτη δεν πίστευα, όχι, δεν ήταν εφιάλτης, ήξερα ότι είναι πραγματικό, αλλά δεν μπορούσα με καμία δύναμη να καταλάβω τι είναι. Δεν είχα και πολύ χρόνο στη διάθεσή μου κάθε φορά για σκέψη. Τις πρώτες αμέτρητες φορές δεν σκεφτόμουν τίποτα, μόνο υπέφερα, ξανά και ξανά, πνιγόμουν στη θάλασσα χωρίς επιφάνεια, στο μοιραίο τέλος μου. Άνοιγα τα μάτια και το μόνο που προλάβαινα να σκεφτώ ήταν ‘όχι!’ και η φρίκη ξεκινούσε. Η τρέλα δεν προλάβαινε να με φτάσει, ο θάνατος ερχόταν πιο γρήγορα. Ναι, φυσικά πέθαινα, κάθε φορά, πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να επιζήσει μιας τέτοιας εμπειρίας; Δεν μου φύτρωσαν ξαφνικά βράγχια, δεν γίνονται τέτοια πράγματα, αυτό το ήξερα από την αρχή σχεδόν. Γενικά το κατάλαβα σχετικά νωρίς ότι πέθαινα. Αυτό που άργησα να καταλάβω ήταν το γιατί ξαναγυρνούσα. Μου πήρε αρκετό καιρό να συνδυάσω όλα τα στοιχεία, αναμνήσεις από τη ζωή μου, όπως οι εικασίες των θρήσκων και τα μεταφυσικά σκατά που διάβαζα κατά καιρούς. Και όλα αυτά μπόρεσα να τα σκεφτώ γιατί φυσικά με κάθε πνιγμό τα πνευμόνια μου εξασκούνταν όλο και πιο πολύ να αντέχουν, κι έτσι είχα το χρόνο να κάνω συνειρμούς μέχρι τον επόμενο θάνατο. Έχοντας τέλεια συνείδηση των προηγούμενων θανάτων μου, θυμούμενη τα πάντα, συνέχιζα τη σκέψη μου από το σημείο που είχα μείνει κάθε φορά κι έτσι κατάφερα να φτάσω σε λογικά συμπεράσματα, που μάλλον στέκουν. Να σημειώσω εδώ, πως όσο περνούσε ο καιρός και έφευγε η πρώτη άρνηση του τι συνέβαινε, άρχισα να απολαμβάνω μέχρις εσχάτων την κατάστασή μου και να αφήνομαι μοιραία στο απίστευτο μαρτύριο. Τα στοιχεία είναι τα εξής: Η θάλασσα που βρίσκομαι δεν έχει επιφάνεια. Και να έχει, δεν μπορώ να τη βρω, γιατί δεν μπορώ να κολυμπήσω, σαν κάτι να με κρατάει καρφωμένη στο βυθό. Πεθαίνω και ξαναξυπνώ και ξαναπεθαίνω. Αυτοκτόνησα. Οι Χριστιανοί, που ποτέ μου δεν τους χώνεψα ούτε τους πίστεψα, λένε ότι οι αυτόχειρες πάνε στην κόλαση. Οι μυστικιστές λένε ότι η κόλαση είναι μια κατάσταση πολύ προσωπική για τον καθένα, όπου η ψυχή παγιδεύεται μέσα σε έναν δαίδαλο απροσπέραστων καταστάσεων και δεν μπορεί να ησυχάσει. Οι περισσότεροι αυτόχειρες, σχεδόν όλοι, σκοτώνονται γιατί δεν αντέχουν άλλο τη ζωή και ζητούν γαλήνη στο θάνατο. Άρα, ποια θα ήταν η κόλαση του αυτόχειρα; Η τελευταία του πράξη να κρατήσει για πάντα. Όλα αυτά με οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι βρίσκομαι στην κόλαση. Βέβαια, κι εδώ πάλι είμαι πιο έξυπνη από τον μέσο άνθρωπο, γιατί ξεγέλασα ακόμη και τις υπερκόσμιες δυνάμεις. Αν για τον κοινό αυτόχειρα αυτή εδώ είναι η κόλαση, το να ζει την αυτοκτονία του ξανά και ξανά, αιωνίως, τότε για ‘μένα είναι το πιο απρόσμενο, ανέλπιστο δώρο! Ω, πόσο ωραία είναι να πεθαίνεις, πόσο σκληρά και τρομερά, μια δυνατή ζάλη με πιάνει κάθε φορά που το σκέφτομαι, που ξέρω τι έρχεται, πωρώνομαι, δεν το χορταίνω, ‘ναι, δώσ’ μου κι άλλο θάνατο!’ φωνάζω με έξαψη, βάζοντας νερό μέσα μου. Πια παίζω μ’ αυτό, το κουμαντάρω, του δίνω άλλη χροιά κάθε φορά.. Δεν θα το βαρεθώ ποτέ. Είμαι ο μόνος άνθρωπος που πέτυχε να κρατήσει η στιγμή του θανάτου του για πάντα. Είμαι στον παράδεισο. Παράδεισος.doc Edited September 12, 2009 by Cassandra Gotha 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted September 11, 2009 Share Posted September 11, 2009 Μπράβο Άννα. Σα να τρως ένα πιάτο καρφίτσες. Ή να κάθεσαι μέσα σε μια μπανιέρα γεμάτη κοφτερά ξυράφια. Απολαυστικά αποκρουστικό! Διάπρεψες κι εδώ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
odesseo Posted September 11, 2009 Share Posted September 11, 2009 Δεν βρήκα βρώμικο λεξιλόγιο, ούτε κάτι εξαιρετικά δυνατό, πόσο μάλλον άρρωστο, παρά τις δηλώσεις στο σύντομο εισαγωγικό σου σημείωμα (και ασφαλώς απογοητεύτηκα). Η θανατίλα του κειμένου είναι μια διαρκής αναφορά στο θάνατο με όρους marketing: καμιά πληροφορία, μόνο τσιτάτα για το πόσο γαμάτος είναι ο θάνατος (για την ηρωίδα). Θέλω να πω, είναι μια θανατίλα "άποψης", χωρίς να βλέπω τίποτε που να τη δικαιολογεί - μια θανατίλα τύπου "emo" ή "gothic". Απόλαυσα τις περιγραφές αγωνίας και πόνου μέσα στο νερό. Αυτό βρίσκω και ως το δυνατότερο στοιχείο του κειμένου. Όσο για το κλείσιμο - την ευτυχία του ανθρώπου που καταφέρνει να κάνει τη στιγμή του θανάτου του να κρατήσει για πάντα - το βρίσκω αδύναμο. Δεν αρκεί να το δηλώνεις (γενικά "δηλώνεις" πράγματα, χωρίς να τα αφήνεις να αναδύονται, να προκύπτουν από τις καταστάσεις). Σαν τελική εικόνα, έχω την αίσθηση ότι διάβασα ένα κείμενο για το πώς κάποιος ανακάλυψε, επιτέλους, ένα παιχνίδι που να τον διασκεδάζει μέχρι πώρωσης. Στο δικό της παιχνίδι, η ηρωίδα σου απολαμβάνει να σκοτώνεται - σε άλλα παιχνίδια, άλλοι απλώς σκοτώνουν την ώρα τους. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted September 11, 2009 Share Posted September 11, 2009 έχεις κάποια σχέση με το θάνατο; Εννοώ έχεις δει κάποιον να πεθαίνει, ένα πτώμα κάτι νεκρό; Αν έχεις δει θα ξέρεις ότι ο θάνατος για τους νεκρούς είναι ΤΙΠΟΤΑ. Απολύτως ΤΙΠΟΤΑ. Η σχέση του θανάτου με τους ζωντανούς είναι που φτιάχνει μύθους και ανείπωτους φόβους. Αν σπάσεις αυτή τη σχέση, το άγνωστο χάνεται μέσα σε περιγραφές στιλιζαρισμένου δέους και φτιασιδωμένου τρόμου. Το να ζει κανείς το θάνατό του σε λούπα είναι σαν μια αέναη προσπάθεια να αγκιστρωθεί στη ζωή. Εννοιολογικά καταργεί τον θάνατο και τον τρόμο και τον απύθμενο φόβο του αγνώστου. Καταργεί την ίδια τη ζωή στερώντας της το σασπένς του τέλους. Δεν είναι άσχημο, αλλά σίγουρα δεν είναι τρόμος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted September 11, 2009 Author Share Posted September 11, 2009 Dino, ευχαριστώ. Odesseo, το εισαγωγικό σημείωμα ήταν για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο σε περίπτωση που κανένας ευαίσθητος γονέας μου κάνει παρατήρηση για μια ίσως κακιά λεξούλα που χρησιμοποίησα και για την εμμονή της ηρωίδας μου με το θάνατο (ποτέ δεν ξέρεις, βέβαια εδώ δεν μου έχει συμβεί ακόμα να δω κάτι τέτοιο). Όσο για τους όρους μάρκετινγκ, ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι λες. Η βλαμμένη ηρωίδα μου απλά λέει τις σκέψεις της, το πώς έφτασε ως εκεί, δηλώνει πως είναι ένα παιχνίδι και όχι απόφαση ανακούφισης. Καταλαβαίνω το να μην σου άρεσε ή το να περίμενες αρρώστια που δεν σου έδωσα (μέχρι εκεί μπορώ, είναι και το πόσο αναίσθητος είναι κάποιος στην καφρίλα), αλλά δεν καταλαβαίνω το θυμό σου. Ηρέμησε, δεν το αγόρασες να ζητάς τα λεφτά σου πίσω. Εγώ πάντως αν δεν ήθελα να διαβάσω κάτι που να με κάνει να νιώσω άσχημα, θα μου άρεσε να δω ένα σημειωματάκι στην αρχή. Αυτό είναι όλο. Martin, ευχαριστώ για το σχολιασμό, αλλά αν ήθελα να κάνω φιλοσοφία θα έγραφα κάτι άλλο και όχι αυτό. έχεις κάποια σχέση με το θάνατο; Εννοώ έχεις δει κάποιον να πεθαίνει, ένα πτώμα κάτι νεκρό; Αν έχεις δει θα ξέρεις ότι ο θάνατος για τους νεκρούς είναι ΤΙΠΟΤΑ. Απολύτως ΤΙΠΟΤΑ. Αν έχω δει θάνατο και αν όχι, είναι κάτι που δεν σε αφορά. Απλά δεν σου επιτρέπω ξανά τέτοιες προσωπικές νήξεις. Η ηρωίδα μου δεν έχει καμία σχέση με δικές μου σκέψεις και το μόνο που ήθελα να δώσω ήταν η κενότητα στο τελευταίο της παιχνιδάκι. Και όχι, διαφωνώ στο ότι είναι προσπάθεια αγκίστρωσης στη ζωή. Είναι αυτό που περιγράφω ότι είναι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted September 11, 2009 Share Posted September 11, 2009 χμ... Σέβομαι την ευθιξία σου. Απ ότι φαίνεται δεν είμαι σε θέση να πω αυτό που θέλω χωρίς να σε προκαλέσω και είμαι σίγουρος ότι δεν θέλω να δημιουργώ θέματα επί προσωπικού. Ως απόδειξη του τελευταίου δεν πρόκειται να ξανασχολιάσω κείμενό σου. Φιλικά Μ.Ο Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted September 12, 2009 Author Share Posted September 12, 2009 Λοιπόν, όπως λέω και στο πρώτο ποστ, άλλαξα την υποσημείωση, γιατί κάτι που θεωρώ εγώ άρρωστο κάποιος άλλος το βρίσκει πολύ light. Δεν μ' αρέσει να απογοητεύω, γι' αυτό... "Γκοθιά". B) @Martin_D. δεν πρόκειται να ξανασχολιάσω κείμενό σου. Πφφ... Δειλέ! :tongue: Εγώ πάντως θα σχολιάζω δικά σου (αν δεν με παρακαλέσεις για το αντίθετο. Χε... ) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted September 12, 2009 Share Posted September 12, 2009 (edited) Προς απόρριψη του ισχυρισμού σου περί δειλίας μου, σε προκαλώ να σχολιάζεις οτιδήποτε γράφω με όση οξύτητα αρέσκεσαι. Προσωπικές νύξεις ή άλλες αιχμές δεν με πτοούν και συνεπώς σου επιτρέπονται πλήρως. Νοιώσε ελεύθερη να τα χώσεις... Μεγάλη καρδιά έ! Δεν μπορείς να πείς... Edited September 12, 2009 by Martin_D. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted September 14, 2009 Share Posted September 14, 2009 Θεωρώ το παρόν κείμενο άρτιο. Αρτιο. Κάφτε με στην πυρά, αν θέλετε, αλλά αυτή είναι η αποψή μου. Το είναι ο θάνατος για κάθε άνθρωπο, αυτό είναι πολύ υποκειμενικό. Και μια από τις υποκειμενικόητες είναι κι αυτή της ηρωίδας. Συμφωνώ ότι δεν υπάρχουν νύξεις που να δείχνουν ποια βήματα την οδήγησαν σε αυτήν την της πεποίθηση, όμως προσωπικά, αυτό δε με έκανε να ψάξω να βρω τέτοιες νύξεις. Δε συμμερίζομαι την άποψή της, αλλά απολαμβάνω το ταξίδι της. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
manstredin Posted September 15, 2009 Share Posted September 15, 2009 Την σιχάθηκα την πρωταγωνίστρια! Μπράβο! Μου άρεσε πάρα πολύ πώς παρουσίασες αυτόν τον μονόπλευρο άνθρωπο, γεμάτο σαρκασμό, ειρωνία, εγωισμό και πίκρα. Δε με ενόχλησε τίποτα στο κείμενο (πέρα από την ηρωίδα, χεμ χεμ). Ίσως εκείνο το "scotch" λιγάκι... Δεν τρόμαξα, αλλά με ενόχλησε και με τάραξε, ίσως λόγω προσωπικών εμπειριών. Επίσης πολύ εύστοχος τίτλος, και ωραία η στροφή του τέλους, ο χαρακτήρας είναι συνεπής μέχρι την τελευταία λέξη. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted January 28, 2010 Share Posted January 28, 2010 Λοιπόν, την είχα διαβάσει εδώ και κάποιον καιρό την ιστορία και δεν είχα μείνει πολύ ευχαριστημένος. Χτες που την ξαναδιάβασα τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα. Νομίζω πως αυτό που έπαιξε σημαντικότερο ρόλο ήταν ότι δεν ασχολήθηκα με την προσέγγιση της ψυχολογίας της ηρωίδας, μιας και οι ερωτήσεις (στην πρώτη ανάγνωση) ήταν περισσότερες από τις απαντήσεις. Έμεινα μόνο στην ατμόσφαιρα που δημιουργεί το κείμενο και μπορώ να πω ότι, από τη στιγμή που πάει στα βράχια, το πράγμα είναι αρκετά δυνατό. Το μούδιασμα, το άλμα, τα βράχια, η αίσθηση του πνιγμού , το μέρος στο οποίο καταλήγει και αυτό που συμβαίνει εκεί. Είναι γραμμένα με έντονη ζωντάνια όλα αυτά και, για μια στιγμή, τα ένιωσα να βαραίνουν πάνω μου και το συναίσθημα ήταν ζόρικο και κλειστοφοβικό… και αυτό σημαίνει ότι είμαστε οκ. Κάτι που μου έμεινε (και είχε μείνει και από την πρώτη φορά που το διάβασα) είναι η εξήγηση στο φινάλε. Μου φαίνεται αδύναμη και πιστεύω ότι, τελικά, η ηρωίδα θα έπρεπε να πάει στη δική της προσωπική κόλαση (ή πολύ απλά κάνει λάθος στα συμπεράσματά της). Η παράγραφος με τη φίλη της μου φαίνεται μεγάλη και όχι απαραίτητη. Και να έλειπε (ή να ήταν πιο σύντομη η αναφορά) δεν νομίζω ότι θα δημιουργούσε πρόβλημα. Δε δίνει άλλωστε κάποιο πολύ σημαντικό στοιχείο για την πρωταγωνίστρια. Γνώμη μου είναι ότι, γενικά, το πρώτο μισό (μέχρι να φτάσει στα βράχια) ίσως θα μπορούσε να είναι και μικρότερο. Έτσι κι αλλιώς, το να προσεγγίσω την ψυχολογία της κοπέλας ήταν αδύνατο και, επίσης, δεν μου φάνηκε ότι σ’ ενδιέφερε κάτι τέτοιο, μιας και τα στοιχεία που δίνονται για τη ζωή της, φανερά δεν επαρκούν για να εκλογικεύσω την πράξη της και να αρχίσω να συμπάσχω. Εννοώ ότι οι αιτίες της έξης της για τον θάνατο μόνο αχνοφαίνονται (κι αυτό με πολλή προσπάθεια), ενώ ταυτόχρονα μπλέκονται αξεδιάλυτα και με τα αποτελέσματα της έξης αυτής. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
supermario Posted January 28, 2010 Share Posted January 28, 2010 "Το να πεθαίνεις με την θέλησή σου προϋποθέτει ότι έχεις αναγνωρίσει, έστω και από ένστικτο, τη γελοία φύση αυτής της συνήθειας, την απουσία κάποιου ουσιαστικού λόγου για να ζεις, την ανόητη φύση αυτού του καθημερινού πηγαινέλα και το ανώφελο το πόνου" "Ο ξένος" Αλμπέρ Καμύ. Η ηρωίδα σου μού θύμισε πολύ τον ξένο του Καμύ, έτσι όπως παρουσιάζεται αποξενωμένη από το περιβάλλον της και μηδενίστρια. Ακόμα δεν πορώ να αποφασίσω αν μου άρεσε ή όχι η ιστορία σου ή αν ήταν ιστορία τρόμου. Ίσως το γεγονός οτί είναι τόσο αποκρουστική να την καθιστά μια ιστορία τρόμου, χωρίς όμως να προκαλεί αυτό καθαυτό το συναίσθημα κατά την ανάγνωσή της. Προσωπικά, θα ήθελα να αιτιολογηθεί κάπως αυτή η συμπεριφορά της ηρωίδας και γιατί παραδείγματος χάριν επιθυμούσε να δώσει τέλος στη ζωή της από τα 13 της. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted January 28, 2010 Author Share Posted January 28, 2010 Σας ευχαριστώ για τα σχόλια. Τα διαβάζω πάντα με προσοχή, κι ας μην απαντάω. Dagoncult, γι' αυτό που λες εδώ: Γνώμη μου είναι ότι, γενικά, το πρώτο μισό (μέχρι να φτάσει στα βράχια) ίσως θα μπορούσε να είναι και μικρότερο. Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, το τι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Μου έχει ξανασυμβεί. Λοιπόν, αυτό το κομμάτι, το πρώτο, είναι ακριβώς αυτό που μια φίλη μου είπε να ήταν μεγαλύτερο! Ξέρω, ξέρω, κι εγώ έτσι την κοίταξα, αλλά μου είπε ότι δεν την ενδιέφερε καθόλου το δεύτερο σκέλος (που είναι όλη η ιστορία). Με το πρώτο έπαθε πλάκα! Μάλιστα μου είπε χαρακτηριστικά πως δεν περίμενε να μπορώ να γράψω έτσι. Εγώ διαφωνώ βέβαια ότι αυτό είναι ενδιαφέρουσα γραφή, μπορεί να το πετύχει ο καθένας (δεν υπάρχει και κάτι να πετύχεις εκεί, έτσι κι αλλιώς), αλλά μου χρησίμευσε στο κείμενό μου. Πάντως, αν και για 'σένα απέτυχε στο σκοπό του, εξακολουθώ να πιστεύω ότι δεν θα μπορούσε να είναι μικρότερο (και δεν θα χρησίμευε σε τίποτα αν ήταν μεγαλύτερο). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted February 5, 2012 Share Posted February 5, 2012 Σίγουρα καλές περιγραφές, ο αναγνώστης δε σκοντάφτει πουθενά, αν και η παράγραφος με τα ερωτικά της φίλης της δε θα μου έλειπε αν έφευγε. Προσπαθώ να το θεωρήσω πρόβλημα το ότι δεν υπάρχει κάποια λογική αιτία για να θέλει να αυτοκτονήσει η "βλαμμένη", όπως τη λες, αλλά πάλι αν υπήρχε θα μου φαινόταν ίσως πολύ αμερικανιά, πολύ ζορισμένα αισιόδοξο και στρατευμένο, πολύ "όλα διορθώνονται αν τα ψάξεις αρκετά". Εμένα πάντως με πείθει η επιθυμία να αυτοκτονήσει σαν επιθυμία να ζήσει κάτι έντονο επιτέλους, που της έχει λείψει. Αφού, δηλαδή, 1)όλα της είναι αδιάφορα, 2)δεν πιστεύει σε τίποτα, 3)όλα της έχουν έρθει εύκολα στη ζωή της και συνεπώς δεν έχει μάθει να τα εκτιμάει και 4)τη νοιάζει μόνο ο εαυτός της, τότε το μόνο έντονο που θα μπορούσε να νιώσει θα ήταν ο θάνατός της, ο θάνατος αυτού του εγώ που είναι το μόνο που τη νοιάζει. Από κει και πέρα δεν κατάλαβα πώς γίνεται να πεθαίνει ξανά και ξανά. Έστω και αν εδώ εννοείς ότι υπάρχει κάποιο φανταστικό στοιχείο, δεν κατάλαβα ούτε πώς δικαιολογείται με βάση τους ορισμούς του θανάτου και της κόλασης που δίνουν οι διάφορες θρησκείες και θεωρίες. Δηλαδή οκ, κάτι υπερφυσικό συμβαίνει και πραγματοποιείται στην κυριολεξία αυτό που λένε οι θεωρητικοί ορισμοί(αυτό εννοείς; ), αλλά τι είναι αυτό; Τέλος πάντων, με ικανοποιεί και μόνο το ότι αφήνεται να εννοηθεί πως έχει κάποια εξήγηση όλο αυτό, ακόμα και αν δεν την καταλαβαίνω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted February 5, 2012 Share Posted February 5, 2012 Δεν θυμάμαι να είχα ξαναδιαβάσει άλλη ιστορία τρόμου από εσένα, Άννα (εκτός από εκείνη με τα παϊδάκια ) Μου άρεσε. Ο παραλογισμός της κοπέλας (αν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε έτσι την επιθυμία της να πεθάνει) σε συνδυασμό με τον εγωκεντρικό της χαρακτήρα, πείθουν, και μας μένει μόνο να παρακολουθούμε με αγωνία την πορεία της προς το θάνατο. Δεν συμφωνώ με την Κέλλυ στο ότι έπρεπε να υπάρχει μια εξήγηση για το τι είναι αυτό που συμβαίνει στο τέλος. Συμβαίνει επειδή συμβαίνει. Νομίζω ότι θα δούλευε το ίδιο καλά ακόμη κι αν δεν υπήρχαν οι αναφορές στις θρησκείες. Να ήταν κάτι πιο αόριστο. Πως πχ μετά το θάνατο ο καθένας πηγαίνει στον δικό του Παράδεισο, κι αυτός ήταν ο Παράδεισος της κοπέλας. Κάπως έτσι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.