manstredin Posted September 12, 2009 Share Posted September 12, 2009 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Βάγια Βία; Δε θα το ΄λεγα Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: 1550 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Για πρώτη φορά πειραματίζομαι με το horror. Δεν είμαι σίγουρη κατά πόσο τα κατάφερα, αλλά αυτό είναι το πρώτο δείγμα... Κομμάτια Από Σπασμένο Καθρέφτη Το ουρλιαχτό έσκισε βίαια τη σιωπή. Το πυκνό σκοτάδι έπεφτε βαρύ στα έπιπλα του παιδικού δωματίου, κατακαθόταν στα έπιπλα σαν παχύ στρώμα σκόνης, και τώρα, μετά την κραυγή, έμοιαζε ζωντανό, ηλεκτρισμένο από τρόμο. Κινούταν αργά, έπαιρνε μορφές, κατάπινε τις γνώριμες σκιές. Η Αλίκη άνοιξε το στόμα ξανά, μα φωνή δεν έβγαινε. Ξάφνου, μια στιγμιαία λάμψη, μια αστραπή. Για μια στιγμή μονάχα της φανερώθηκε ο κόσμος όπως τον ήξερε, αμέσως μετά βούτηξε πάλι στο χάος. Η βροντή αντήχησε εκκωφαντική και με τον ήχο της βροχής επανήλθαν όλοι οι ήχοι, μαζί και η φωνή της. Το σκοτάδι την πλησίαζε, βήμα-βήμα, το ένιωθε τώρα, ένιωθε το βάρος του στην άκρη του κρεβατιού της. Κουλουριάστηκε κάτω απ’ την κουβέρτα με μάτια ορθάνοιχτα, που γυάλιζαν, σφίγγοντας τα δάχτυλά της γύρω από το μικρό της φυλαχτό μέχρι που οι αρθρώσεις της άσπρισαν. Τώρα στο δωμάτιο ακούγονταν καθαρά ένα σιγανό γρύλισμα, σα να προσπαθούσε να μιλήσει κάποιος με ραμμένο στόμα. Η Αλίκη δεν ήθελε να ακούσει, δεν ήθελε να μάθει. Ούρλιαξε ξανά. Αφουγκράστηκε όλο αγωνία για τυχόν βήματα στον διάδρομο, κάποιος θα έπρεπε να την έχει ακούσει. Κανείς δεν ερχόταν. Το σιγανό μούγκρισμα συνεχιζόταν μακάβριο. Δάκρυα φούσκωσαν στα μάτια της και κύλησαν στο μαξιλάρι. Ένιωθε εξουθενωμένη. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβανόταν κάθε βράδυ από την ημέρα που έκλεισε το δωδέκατο έτος της ζωής της. Προσπάθησε να μετρήσει πόσες μέρες είχαν περάσει από τότε, αλλά δεν κατάφερνε να θυμηθεί τίποτα πέρα από αυτό το απαίσιο αίσθημα πανικού. Για το μόνο που μπορούσε να είναι σίγουρη ήταν πως δεν είχε περάσει μέρα από τότε που να μην είχε ευχηθεί να γύριζε ο χρόνος πίσω, να μη γινόταν ποτέ δώδεκα. Ήταν εκείνη την αναθεματισμένη μέρα που είχε επιστρέψει κλαίγοντας από το σχολείο, ντροπιασμένη για το αίμα που είχε λερώσει το παντελόνι της. Η αδερφή της την είχε προειδοποιήσει ότι θα συνέβαινε αυτό. Το τελευταίο που θυμόταν ήταν να κλείνεται στο δωμάτιό της κλαίγοντας. Ανασήκωσε λίγο το κεφάλι της για να ακούσει καλύτερα. Δάγκωσε τα χείλη της. Το γρύλισμα είχε πάψει. Χαλάρωσε λιγάκι τα δάχτυλά της κι έτριψε το φυλαχτό της. Το έφερε στα χείλη της και το φίλησε. Ήταν ένα μικρό κοφτερό κομμάτι καθρέφτη. Ξεσκεπάστηκε κι ανασηκώθηκε, με την καρδιά της ακόμα να τσιμπάει στο στήθος της. Η βροχή χόρευε ρυθμικά έξω απ’ το παράθυρο κι ο αέρας μύριζε βρεγμένο χώμα. Άπλωσε το χέρι κι άναψε το μικρό πορτατίφ που βρισκόταν πάνω στο κομοδίνο, δίπλα στο κρεβάτι. Απαλό κίτρινο φως διέλυσε το σκοτάδι. Πήρε μερικές βαθιές αναπνοές. Το βλέμμα της σκάλωσε στον άδειο τοίχο απέναντι από το κρεβάτι της. Υπήρχε ένα λευκότερο ορθογώνιο που έχασκε λες και πότε-πότε άνοιγε εκεί μια μυστική πόρτα. Ξεροκατάπιε. Εκεί κρεμόταν ο καθρέφτης της. Τον είχε σπάσει η ίδια τη μέρα των γενεθλίων της. Κοίταξε το εσωτερικό της παλάμης της. Η ουλή της απ’ το κόψιμο είχε γιάνει. Έσυρε τον δείκτη του αριστερού χεριού κατά μήκος της. Θα πρέπει να είχαν περάσει αρκετές μέρες από τότε. Ακούμπησε τα γυμνά της πόδια στη ζεστή μοκέτα και περπάτησε ως το παράθυρο. Κοίταξε κάτω, το στενό πλακόστρωτο δρομάκι. Ήταν έρημο. Δάγκωσε ελαφρά τα χείλη της καθώς το μυαλό της ξέσκιζε η σκέψη πως ο κόσμος είχε πάψει να υπάρχει όπως τον γνώριζε. Συνέχισε να κοιτάζει με πείσμα. Ίσως ένας ξενυχτισμένος πεζός, μια γάτα, ένα μηχανάκι, να έλυνε το ξόρκι. Να την καθησύχαζε πως όλα αυτά ήταν ένα παιχνίδι του φόβου της. Συνέχισε να έχει το βλέμμα στυλωμένο. Τώρα, που το καλοσκεφτόταν, δεν ήταν λες κι ο κόσμος είχε αλλάξει, αλλά λες κι ο χρόνος είχε παγώσει. Άκουγε τον σφυγμό της να χτυπά ολοένα και πιο δυνατά. Ένα νέο κύμα πανικού ετοιμαζόταν να σαρώσει κάθε ψήγμα ψυχραιμίας. Έτριψε το φυλαχτό στην παλάμη της κι έκανε ένα βήμα πίσω, ν’ απομακρυνθεί από το τζάμι. Πριν τραβήξει όμως εντελώς το βλέμμα της, έπιασε μια αστραπιαία κίνηση στην αντανάκλαση του γυαλιού. Προς στιγμήν θεώρησε πως ήταν η δική της αντανάκλαση, αλλά καθώς συνέχισε να βλέπει, με χείλη μισάνοιχτα και μάτια γουρλωμένα, αυτό που περίμενε να δει, δεν ήταν εκεί. Η αντανάκλασή της, δεν ήταν εκεί. Κουνήθηκε δεξιά-αριστερά, τίποτα. Κούνησε νευρικά το χέρι της, πήγε μπρος-πίσω, μάταια. Ανέπνεε ξεκούρδιστα, λες κι αυτή η νέα τάξη πραγμάτων είχε διαταράξει τις σωματικές της λειτουργίες. Χωρίς να αφήσει απ’ το χέρι της το φυλαχτό, έστρεψε ελαφρά το κεφάλι της προς τα πίσω. Δεν υπήρχε τίποτα. Κανείς. Σάρωσε βιαστικά κάθε σκοτεινή γωνιά. Δε μπορούσε να διακρίνει κάτι ύποπτο. Το γραφείο της φορτωμένο με ένα σωρό βιβλία και τετράδια, όπως πάντα, η μπαμπού ντουλάπα της κλειστή, η αφίσα του Χάρι Πότερ κολλημένη στον τοίχο, εκτός από μια άκρη πάνω δεξιά που πάντα ξεκολλούσε, το παλτό της ριγμένο όπως-όπως στην κρεμάστρα. Το παλτό. Εκείνο το παλτό δεν έμοιαζε με το δικό της. Το δικό της ήταν μπορντό, με φαρδύ γιακά και μαύρα μεγάλα κουμπιά, ενώ αυτό εδώ ήταν γκριζωπό, φθαρμένο στα μανίκια και γεμάτο κόμπους. Σίγουρα δεν ήταν δικό της. Τα γόνατά της είχαν λυθεί, και το κάτω χείλος της έτρεμε. Κάπου το είχε ξαναδεί, το θυμόταν αμυδρά, αλλά πού και ποιός το φορούσε; Ίσως να το είχε ξεχάσει εκεί κάποια από τις φίλες της, ίσως κάποια φίλη της αδερφής της, ήταν λογικό. Αλλά όσες λογικές εξηγήσεις κι αν σκεφτόταν με μανία, δεν μπορούσε να σταματήσει το τρέμουλο. Έβρεχε τα χείλη με τη γλώσσα της, τα δάγκωνε, τα ξανάβρεχε. Εν τέλει, με το ζόρι, έκανε ένα βήμα προς την κρεμάστρα. Θα ήταν κάποιας φίλης της, γι’ αυτό άλλωστε της θύμιζε κάτι. Μάζεψε όσο θάρρος της είχε απομείνει, και περπάτησε αποφασιστικά προς την γωνία. Άπλωσε το χέρι της και με μια απότομη κίνηση, τράβηξε το παλτό. Κόντεψε να το σκίσει, αλλά τελικά υποχώρησε με ένα αναπάντεχο κροτάλισμα. Ασυναίσθητα το μύρισε, πάντα οι μυρωδιές της έφερναν αναμνήσεις. Μύριζε ιδρώτα και λιωμένο κερί, και θυμήθηκε ένα χειμωνιάτικο απόγευμα που είχε βλάβη η θέρμανση κι η μαμά είχε ανάψει πολλά κεριά. Θυμήθηκε πως φορούσε το παλτό της κι ένα ζευγάρι χοντρές κάλτσες του μπαμπά, κι έπαιζε χύνοντας λιωμένο κερί σε ένα πιάτο. Η λάμπα του πορτατίφ άστραψε ξαφνικά και με ένα «τσαφ» βύθισε το δωμάτιο στις σκιές. Αγκάλιασε ενστικτωδώς το παλτό και κάθισε κάτω, με την πλάτη στον τοίχο και τα γόνατα μαζεμένα στο στήθος της. Η αναπνοή της έγινε ακανόνιστη ξανά. Αφουγκράστηκε την σιωπή. Από κάπου έξω ακούγονταν πνιχτά βήματα, σαν κάποιος να περπατούσε σε παχιά μοκέτα. Κουκουλώθηκε με το παλτό και κόλλησε στον τοίχο όσο γινόταν. Έτρεμε. Όλο το σώμα της ριγούσε ανεξέλεγκτα. Τα βήματα γίνονταν ολοένα και πιο δυνατά, μέχρι που σταμάτησαν απότομα. Ήταν σίγουρη πως, όποιος κι αν ήταν, είχε σταματήσει ακριβώς έξω από την πόρτα. Σκέφτηκε πως ίσως να ήταν η μαμά της, αλλά δεν θυμόταν να υπάρχει μοκέτα στον διάδρομο. Άκουσε ένα απαλό σφύριγμα κι αμέσως μετά το χαρακτηριστικό ήχο της κλειδαριάς. Περίμενε όσο πιο ακίνητη μπορούσε. Αλλά τα βήματα ακούστηκαν ξανά, μόνο που τώρα έμοιαζαν να απομακρύνονται. Σηκώθηκε όσο πιο αθόρυβα γινόταν και χωρίς δισταγμό, φόρεσε το παλτό. Ήταν παγωμένη μέχρι το κόκαλο. Το έσφιξε γύρω της, και πάλι άκουσε ένα αδύναμο κροτάλισμα. Έβαλε τα χέρια στις τσέπες και τις ξέφυγε μια πνιχτή κραυγή. Δάγκωσε τα χείλη της και τα έβγαλε αστραπιαία, είχαν κοπεί. Στις τσέπες ήταν ένα σωρό σπασμένα κομμάτια καθρέφτη, και το χειρότερο ήταν πως μέσα σ’ όλα αυτά της είχε πέσει και το φυλαχτό. Ευτυχώς, το αίμα δεν ήταν πολύ, αλλά η παλιά της ουλή είχε ανοίξει. Πήγε προς το γραφείο της και ψαχούλεψε προσεκτικά για σπίρτα. Είχε ένα διακοσμητικό κερί, πάνω στο κομοδίνο. Κάθισε στο κρεβάτι και «τσαφ» άναψε το πρώτο σπίρτο. Λες όμως και κάποιος φύσηξε δίπλα της, η φλόγα του έσβησε μεμιάς. Έπιασε το δεύτερο, «τσαφ», σκοτάδι ξανά. Κάποιος καθόταν δίπλα της. Πήρε βιαστικά το τρίτο σπίρτο, το άναψε και πρόλαβε να αντικρίσει το τερατώδες στόμα, το βελονιά τη βελονιά, πρόχειρα ραμμένο στόμα, μιας γυναίκας που άπλωνε τα χέρια σε μια φρικαλέα αγκαλιά. Πριν το συνειδητοποιήσει, το δωμάτιο πλημμύρισε απ’ το γρύλισμα που την είχε ξυπνήσει πρωτύτερα. Πετάχτηκε όρθια, έχωσε τα χέρια στις τσέπες, άρπαξε όπως-όπως τα σπασμένα κομμάτια κι άρχισε να τα εκτοξεύει στα τυφλά προς το κρεβάτι. Το γρύλισμα δεν έπαψε ούτε στιγμή. Τα πέταξε όλα, με λύσσα, με κραυγές, και τώρα της είχε απομείνει μονάχα ένα. Δίστασε. Μετά τί θα είχε για φυλαχτό; Με την αδρεναλίνη ακόμα να την κρατά όρθια, έδωσε ένα σάλτο, έφτασε στην πόρτα, την άνοιξε και με φόρα την βρόντηξε πίσω της. Έψαξε το κλειδί και το γύρισε τρεις φορές. Έπειτα γλίστρησε στο πάτωμα με την πλάτη στην πόρτα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και άνοιξε τα μάτια. Ένιωσε το κεφάλι της ελαφρύ κι όλο τον αέρα να έχει σωθεί απ’ τα πνευμόνια της. Ήταν το δωμάτιό της. Ήταν το γραφείο της, κι η αφίσα της, και η ντουλάπα της, και οι άπλυτες κάλτσες της πεταμένες στο πάτωμα. Και στο κρεβάτι, ήταν αυτή! Τ ο μυαλό της άρχισε να παίρνει στροφές, κινήθηκε αθόρυβα προς την κρεμάστρα κι έβγαλε το παλτό, παίρνοντας μαζί της το κομμάτι καθρέφτη που είχε απομείνει. Έπειτα νυχοπατώντας πήγε στο γραφείο, πήρε ένα στυλό και σε ένα λευκό χαρτί έγραψε: «Αλίκη, μη φοβάσαι, απ’ τον καθρέφτη είμαι, εγώ». Δίπλωσε προσεκτικά το χαρτί και κοίταξε με θλίψη τον εαυτό της που όπου να’ ναι θα ξυπνούσε ουρλιάζοντας, παγιδευμένος στο deja-vue. Πλησίασε αργά στο κρεβάτι και πίεσε στο χέρι της το φυλαχτό μαζί με το χαρτί. Ίσως αυτό να έπιανε καλύτερα απ’ το να κλαίει στο προσκεφάλι της. Έπειτα έτρεξε και κουλουριάστηκε κάτω από το παλτό. Και περίμενε για τον κεραυνό. Edited September 12, 2009 by manstredin Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted September 13, 2009 Share Posted September 13, 2009 Πάρα πολύ παράξενη ιστορία, Manstredin. Με έναν τρόπο που μ' αρέσει, τη βρήκα φρικαλέα, αβάσταχτη σαν ιδέα. Όμως, στην πράξη κάτι ακόμα ήθελε. Ενώ η σκέψη είναι φριχτή και απείρως κλειστοφοβική, δεν βγαίνει ερκετά ζωντανά στο κείμενο. Στέλνει ενστικτωδώς τον αναγνώστη και πάλι στις πρώτες γραμμές του κειμένου, αφού έχει τελειώσει, για να απολαύσει το όλο εγχείρημα. Πάντως, είναι κάτι που θα θυμάμαι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
manstredin Posted September 13, 2009 Author Share Posted September 13, 2009 Χαίρομαι που σε πρώτη φάση σου άρεσε. Ίσως, καθώς κυλούσε το κείμενο, κι άρχισε να "φαίνεται" η σκέψη πίσω από αυτό, να έχασε σε τεχνική (εννοώ πως δεν κατέχω ακόμα την τεχνική να το κάνω καλά). Γενικώς έχω παρατηρήσει πως ενώ έχω μια δυνατή εικόνα στην αρχή, μπλέκομαι και "χάνω" σε ζωντάνια όταν πρέπει να ξεδιπλώσω τον γρίφο, αν μπορώ να το πω έτσι. Δηλαδή, όταν το μυαλό μου μπαίνει στη μέση για να βάλει την αρχική ιδέα σε μια σειρά, το αποτέλεσμα είναι αυτό ακριβώς που λες, σχεδόν ανέμπνευστο. Το ίδιο υποψιάζομαι συνέβη κι εδώ, ξεκίνησα την ιστορία από μια παρόρμηση και πιέστηκα να την τελειώσω. Όπως και να'χει, ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted September 14, 2009 Share Posted September 14, 2009 Χαίρομαι που το διάβασα αυτή τη στγμή (που όπως θα δεις και στο ποστ είναι εννιά η ώρα το πρωί). Πιθανόν να μην την έβγαζα καθαρή αν τη διάβαζα το βράδυ. Όχι γιατί είναι κάτι εξαιρετικά τρομακτικό, όσο γιατί παίζει με την πραγματικότητα που θα μπορούσε να ήταν και δική μου, ένα κορίτσι μόνο του τη νύχτα στο δωμάτιό του. Τα κακά νέα τώρα. Ίσως να οφείλεται σ' αυτό που λες ότι, δηλαδή δυσκολεύεσαι να ξεδιπλώσεις το γρίφο, όμως από ένα σημείο κι ύστερα η περιγραφή γίνεται λίγο μακρόσυρτη. Αυτό, μαζί με το γεγονός ότι τελικά δεν εξηγείς ξεκάθαρα τι συμβαίνει στην Αλίκη (πέρα από το θέμα του καθρέφτη, το γιατί το ΄"τέρας" έχει ραμμένο στόμα δεν το εξηγείς καθόλου), σου κόβει πόντους. Πάντως για πρώτη δοκιμή είσαι σε πολύ καλό δρόμο. Αν και μετά την Αδηφάγα Τρύπα της Έμπνευσης, δεν ξέρω γιατί θεωρίς ότι ΑΥΤΗ είναι η πρώτη σου δοκιμη στον τρόμο... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
manstredin Posted September 14, 2009 Author Share Posted September 14, 2009 Έχεις δίκιο, έχει κάποια ερωτήματα που μένουν αναπάντητα. Η αρχική μου σκέψη ήταν πως το πλάσμα ήταν το είδωλό της από τον σπασμένο καθρέφτη, έτσι όπως έβλεπε τον εαυτό της όταν τον έσπασε, που έχει πσγιδευτεί μαζί της στον ίδιο εφιάλτη, κι η ιστορία επαναλαμβάνεται κάθε βράδυ προσπαθώντας να της πει να μην φοβάτια τον ίδιο της τον εαυτό. Το γυλαχτό (κομμάτάκι καθρέφτη) που είχε στο χέρι, της το είχε βάλει στην παλάμη σε μια προσπάθεια να τη βοηθήσει να καταλάβει. Όταν η Αλίκη μπαίνει πλέον στο δωμάτιο, και βλέπει τον εαυτό της να κοιμάται, έχει γίνει εκείνη το είδωλο που αυτή τη φορα, με το γράμμα και το καθρεφτάκι, προσπαθεί με τη σειρά της να ειδοποιήσει τον εαυτό της.Το πλάσμα είχε ραμένο το στόμα, γιατί απλώς τέτοια εικόνα είχε η κοπέλα για τον εαυτό της όταν τον έσπασε. Βέβαια, καταλαβαίνω πως όλο αυτό δεν γίνεται σε καμία περίπτωση κατανοητό από το κείμενο. Αυτή ήταν η πρώτη συνειδητή προσπάθεια να γράψει κάτι τρόμου, την Αδηφάγα Τρύπα της Έμπνευσης ή ακόμα και τη Σπάτουλα που έχουν ένα touch τρόμου, για ένα περίεργο λόγο ποτέ δεν τα είδα με τέτοιο μάτι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted September 14, 2009 Share Posted September 14, 2009 Αυτή ήταν η πρώτη συνειδητή προσπάθεια να γράψει κάτι τρόμου, την Αδηφάγα Τρύπα της Έμπνευσης ή ακόμα και τη Σπάτουλα που έχουν ένα touch τρόμου, για ένα περίεργο λόγο ποτέ δεν τα είδα με τέτοιο μάτι. Είναι σερνάμενος και κρυφός τρόμος. Ίσως γι' αυτό και πολύ πιο τρομακτικός. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
manstredin Posted September 14, 2009 Author Share Posted September 14, 2009 Ναι, κρυφός ακόμα κι απ' τη συγγραφέα! χεχε! Αργώ λιγάκι... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
*Aria* Posted September 14, 2009 Share Posted September 14, 2009 Πολύ ωραίο κείμενο! Παίζει με το μυαλό, ψυχολογικό θρίλλερ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted September 14, 2009 Share Posted September 14, 2009 Μπορεί να μην είναι το είδος τρόμου που θα σε αρπάξει απ' τα μούτρα και θα σου κάνει τη ζωή σου κόλαση. Μπορεί να μην εχει τοίχους πιτσιλισμένους με αίμα και εντόσθια. Μπορεί να μη σε κάνει να κρατάς την ανάσα σου μέχρι να σκάσεις. ΑΛΛΑ ... Σίγουρα παίζει με το μυαλό σου. Σίγουρα σε κάνει να κοιτάς το κρεβάτι σου δεύτερη φορά, πριν ξαπλώσεις το βράδυ. Σίγουρα έχει μια δυνατή, σκοτεινή επιρροή στον αναγνώστη. Σίγουρα χαίρομαι που το διάβασα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted September 14, 2009 Share Posted September 14, 2009 Όμορφο διήγημα και με τον τρόπο του γυναικείο. Μου άρεσε και ήταν δυνατό, όμως στο τέλος μόνο πολύ θολά έβγαζα τα συμπεράσματα που ανέφερες. Θα προτιμούσα οι εξηγήσεις να ήταν ξεκάθαρες, πιστεύω πως έτσι η ιστορία θα γινόταν καλύτερη. Κι εδώ "Έβαλε τα χέρια στις τσέπες και τις ξέφυγε μια πνιχτή κραυγή. Δάγκωσε τα χείλη της και τα έβγαλε αστραπιαία, είχαν κοπεί." νόμισα πως είχαν κοπεί τα χείλη της. Συνολικά μου άρεσε, απλώς νομίζω πως δεν εκμεταλλεύτηκες πλήρως μια πολύ ωραία ιδέα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
manstredin Posted September 14, 2009 Author Share Posted September 14, 2009 (edited) Martin_D. σ' ευχαριστώ πολύ για τα καλά λόγια. Solonor, ναι, έχεις δίκιο, πολύ ελάχιστα (ή και τίποτα) από όσα ανέφερα στα post δε φαίνονται στην ίδια την ιστορία. Επίσης, εύστοχη η παρατήρησή σου, δεν ξεχωρίζει αν κόπηκαν τα χέρια ή τα χείλη, σ' ευχαριστώ. Σίγουρα η ιστορία θα μπορούσε να γίνει καλύτερη, θα μπορούσα να την ξεζουμίσω κι άλλο, να την προσέξω περισσότερο. Την ώρα που την έγραφα δε μου βγήκε αυτό το παραπάνω, και δεν είχα την πολυτέλεια του χρόνου να ασχοληθώ εκείνη τη στιγμή. Ίσως και να την έκαψα, αν και αυτό που υποψιάζομαι είναι ότι αν την παρατούσα για να την πιάσω κάποιο καιρό με καθαρότερο μυαλό, αυτό δε θα συνέβαινε και θα γινόταν άλλη μια από τις μισοτελειωμένες ιστορίες μου. Όπως και να 'χει, σας ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση και για τα σχόλια! Edited September 14, 2009 by manstredin Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Electroscribe Posted September 30, 2009 Share Posted September 30, 2009 Ενδιαφέρον, με κάποια πολύ καλά στοιχεία και εικόνες. Αλλά πέφτεις στην παγίδα και για να δουλέψεις θεωρώντας πως είσαι άπειρη στο είδος χρησιμοποιείς κάποιες προκάτ εκφράσεις (η πρώτη κι εκείνη με τη μυρωδιά του χώματος μού χτύπησαν πιο πολύ). έχεις και κάποιες επαναλήψεις λέξεων, μάλλον από το άγχος. Επίσης, πέρα από την εξήγηση που δε βγαίνει ξεκάθαρη, λείπει και το σπάσιμο του καθρέφτη που πρέπει να μάθουμε πώς και γιατί έγινε. manstredin #1 - Κομμάτια από σπασμένο καθρέφτη.doc Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted September 30, 2009 Share Posted September 30, 2009 Με άφησε με ανάμεικτες εντυπώσεις. Ο τρόμος υπάρχει μεν, αλλά χάνεται μέσα σε ένα σύννεφο αοριστίας, σα να φοβάσαι να δώσεις καθαρά τις εξηγήσεις που θα ήθελες να δώσεις. Ξέρω ότι πολλοί θεωρούν ότι με το να στήνουν το κείμενό τους σα γρίφο το κάνουν καλύτερο και προκαλούν τον αναγνώστη να σκεφτεί, αλλά στην πράξη χρειάζεται πολύ ικανότητα το πώς θα στήσεις το κείμενο για να το κάνεις να βγάζει με την πρώτη νόημα. Εδώ κάπου χάνεται ο λόγος για τον οποίο γίνονται τα όσα γίνονται και αυτό, για εμένα, αφαιρεί πολλά από την ιστορία, αφού είναι σα να αιωρείται στο κενό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
manstredin Posted September 30, 2009 Author Share Posted September 30, 2009 Παιδιά, σας ευχαριστώ για τα σχόλια, έχετε δίκιο σε όσα λέτε. Electroscribe, ναι υπάρχουν επαναλήψεις και κλισέ εκφράσεις και λέξεις (και εικόνες) που χρησιμοποιήθηκαν πάνω στο άγχος μου να του δώσω στόμφο και βάρος, που περισσότερο μειώνουν το κείμενο στο σύνολό του παρά το βοηθούν. Θα συμφωνήσω επίσης και με τους δυο σας περί της αοριστίας που διέπει την ιστορία, κάτι που αν και δεν μου αρέσει, το κάνω πολύ συχνά, μάλλον επειδή δεν έχω την υπομονή να δουλέψω παραπάνω ένα διήγημα που δνε αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου πλάνου που μπορεί να έχω στο μυαλό μου την εκάστοτε περίοδο. Όπως και να έχει όμως, υποβαθμίζει την οποιαδήποτε αρχική ιδέα και την κάνει να δείχνει άγουρη. Δεν έχω την φιλοδοξία να γίνω master της αοριστίας, ούτε τρέφω αυταπάτες ότι εχω φτάσει σε επίπεδο τέτοιο ώστε να στήνω αριστοτεχνικά ένα διήγημα γεματο υπονοούμενα (που να βγάζει νόημα). Οπότε ένα από τα βασικά που σκοπεύω να έχω στο μυαλό μου (μαζί με όσα άλλα θέλουν βελτίωση) σε ένα επόμενο διήγημα είναι η άρτια απόδοση της πλοκής του. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.