dagoncult Posted October 19, 2009 Share Posted October 19, 2009 (edited) Όνομα Συγγραφέα: dagoncult Είδος: Φαντασίας Βία; Όχι Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: 2.654 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Ελπίζω να σας αρέσει ΑΙΘΡΑ Έχουν περάσει χρόνια, όμως ακόμα συλλογιέται την Αίθρα∙ επιτακτικά, ασταμάτητα. Είναι πολύ γέρος πια, ένα πρόσωπο γεμάτο ρυτίδες κι ένα κορμί που παλεύει να βγάλει τη μία κουραστική μέρα μετά την άλλη. Κι όμως, το σφίξιμο στην καρδιά του είναι εκεί και τα μάτια του υγραίνονται στη θύμησή της. Η νεράιδα του ήταν, το ξέρει∙ γι’ αυτό δε μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυα που ανεβαίνουν και σπρώχνουν με βία να περάσουν πάνω από τους κυματοθραύστες των βλεφάρων του. Γι’ αυτό δε μπορεί να τιθασεύσει τους αναστεναγμούς που κλωτσούν στο στήθος του. Η νεράιδα του ήταν. Και όποτε βρέχει, ο πόνος γίνεται δυσβάσταχτος. Θυμάται την πρώτη φορά που τη συνάντησε. Πανέμορφη. Άστραφτε η ομορφιά της μπρος στα μάτια του και ξυπνούσε μέσα του αισθήσεις κοιμισμένες από καιρό. Ο ήλιος λαμπερός πάνω απ’ τα κεφάλια τους κι εκείνος ν’ αντικρίζει το ομορφότερο πλάσμα τού κόσμου. Θυμάται τους πρώτους μήνες που πέρασαν μαζί και το γέρικο πρόσωπό του συσπάται από την πικρή ανάμνηση της χαμένης ευτυχίας. Βουτηγμένος σε απέραντη θαλπωρή∙ τόση που φοβόταν ότι δε θα αποδεικνυόταν άξιος να την αντέξει. Έτοιμος σχεδόν να εκραγεί από χαρά. Μήνες βαθιάς ικανοποίησης, μήνες ολοκλήρωσης... μήνες κερδισμένοι. Ώσπου ήρθε κείνο το βροχερό βράδυ, που έφερε τον πρώτο τους τσακωμό. Σαν χθες προβάλλει στη φαντασία του η κορύφωση τής διαμάχης, όταν οι φωνές και των δύο υψώνονταν να συγκρουστούν πάνω απ’ το θόρυβο της μπόρας. Θυμωμένος... θυμωμένος... και ξαφνικά... Θυμάται να κλείνει τα μάτια του. Η αίσθηση έχει χαραχτεί ολοζώντανη στη μνήμη του∙ πώς θα ήταν δυνατόν να την ξεχάσει; Ένιωσε το θυμό να φεύγει, την αγανάκτηση να καταλαγιάζει∙ κι όλ’ αυτά στιγμιαία. Τα βλέφαρά του σηκώθηκαν αργά, ενώ η κεραυνοβόλος πνευματική κένωση τελείωνε. Η Αίθρα τον κοιτούσε με ένα καθησυχαστικό βλέμμα που ξεχείλιζε από συντροφική κατανόηση, ωστόσο ήταν κουρασμένο, λες και πίσω του κρυβόταν κάποιος που είχε ζήσει κακουχίες δεκαετιών. Και ήταν και κάτι άλλο πάνω της, κάτι που ανέδυε μια αρνητικότητα εντελώς αντίθετη με αυτό που έλεγαν τα μάτια της. Όμως η ταραχή είχε πετάξει μακριά του και δεν έδωσε σημασία στους σκυφτούς της ώμους, ούτε θεώρησε κάτι περισσότερο από παιχνίδι τής αναστατωμένης μνήμης, τις λιγοστές άσπρες τρίχες που έβλεπε στους κροτάφους της∙ τρίχες που δεν υπήρχαν εκεί πριν τον τσακωμό και τις οποίες δεν μπόρεσε ν’ ανακαλύψει την επόμενη μέρα. Ακόμα και τώρα, που η ψυχή του κλαίει από θλίψη και η μετάνοια δεν είναι ποτέ αρκετή για να καλύψει το κενό μέσα του, ακόμα και τώρα ριγεί, καθώς αναλογίζεται τη συνέχεια εκείνης της νύχτας. Έπεσαν στο κρεβάτι φιλιωμένοι, όμως η Αίθρα ξάπλωνε πλάι του νευρική. Θα έπαιρνε όρκο ότι οσμιζόταν πάνω της υπερένταση... δυσφορία. Λες και η κοπέλα πάλευε ακόμα με τις βαριές κουβέντες που είχαν ανταλλάξει νωρίτερα, ενώ το σκοτάδι τούς κύκλωνε και η βροχή έξω δυνάμωνε και δυνάμωνε. Αποκοιμήθηκε στο πλευρό της και ο ύπνος του ήταν γαλήνιος και ζεστός. Από τότε, κάθε φορά που ξυπνάει στο μέσο του βραδιού, αλλά και κάθε πρωί που ανοίγει τα μάτια του, ο νους του ταξιδεύει πίσω σ’ εκείνο το νυχτερινό ξύπνημα, όταν άπλωνε το χέρι του στα μπερδεμένα σκεπάσματα και άγγιζε την απουσία της από το πλάι του. Σηκώθηκε με τις μυριάδες μικρές εκρήξεις των σταγόνων της βροχής να σμίγουν σε μια εκκωφαντική, μονότονη συμφωνία και τους κεραυνούς να φωτίζουν σποραδικά το δωμάτιο. Βάδισε στο παράθυρο που κοιτούσε στην πίσω αυλή... και είδε. Η Αίθρα στέκει στο κέντρο του μικρού χώρου, γυμνή ανάμεσα στα αφρόντιστα αγριόχορτα, με τα χέρια απλωμένα και το κεφάλι ριγμένο πίσω. Η βροχή πέφτει πάνω της και στεφανώνει το κορμί της με μια αλλόκοσμη, σκοτεινή, υγρή αύρα και το νερό που κυλάει από πάνω της είναι μαύρο και πηχτό και δεν κυλάει ακριβώς. Κινείται σαν με δική του βούληση και χάνεται στο χώμα κάτω από τα πόδια της. Εικόνες που χαράζονται στη μνήμη και τις οποίες τα πιο βαθιά γηρατειά δε μπορούν να σβήσουν. Εικόνες που μένουν και φωτοβολούν, φάροι μέσα στο παρελθόν∙ με τη δύναμή τους, με την ενέργειά τους. Τα ξέρει όλα τούτα τώρα κι ελεύθερος λατρεύει τους δικούς του φάρους, στρέφει τα μάτια της ψυχής του στο φως τους. Πάντα μειδιά σ’ αυτό το σημείο, όταν θυμάται πώς πετάχτηκε αλαφιασμένος στην αυλή, μέσα στον κατακλυσμό. Η Αίθρα μπροστά του, το σώμα της γυαλίζει εβένινο και τα μαύρα, πηχτά ρυάκια ρέουν από τους ώμους στη μέση της, κατηφορίζουν αργά στους γοφούς της, συναντούν τη λασπωμένη γη στο τέλος τής διαδρομής τους. Όμως τα μάτια της τον ατενίζουν με τη γλύκα του κόσμου και διεισδύουν βαθιά στα φυλλοκάρδια του. Τον κάνουν να αισθάνεται ασφάλεια, παρά το μαύρο θαύμα που αντικρίζει. Βουβός, εκστατικός, μεταλαμβάνοντας την ουσία του θεάματος, στάθηκε εκεί, βρεγμένος ως το μεδούλι, όμως ζεστός. Ώσπου αυτή κατέβασε τα χέρια της και, κάτω από το μαστίγωμα της βροχής, ήρθε κοντά του. Εξηγήσεις κι απαντήσεις που αδυνατείς να πιστέψεις, δεν τις θέλει ο νους και τις σπρώχνει πέρα, στις παρυφές της κατανόησης. Όμως οι φάροι λειτουργούν και το φως τους φτάνει σε σένα με κάθε καταραμένη, άγια περιστροφή. Βομβεί μέσα σου το καυτό του άγγιγμα και αδημονείς με φόβο για το επόμενο σάρωμα. Η Αίθρα τού εξήγησε. Απορροφώ την οργή σου. ... η βροχή... Απορροφώ την πίκρα σου. ... το καλεί... Απορροφώ το θυμό σου. ... η βροχή... Απορροφώ τη δυσφορία σου. ... το διώχνει... Αναπολεί νοσταλγικά τους επόμενους μήνες, μετά την αποκάλυψη. Να την αγγίζει μαγεμένος, να την κρυφοκοιτάζει με ασυγκράτητη περιέργεια, να γεύεται την ασύλληπτη φύση της. Έζησε το θαύμα, μέχρι που ήρθε ο δεύτερος καβγάς, ένα βράδυ που έβρεχε δυνατά κι ο ουρανός είχε πάρει από νωρίς ένα βαρύ, πένθιμο χρώμα. Όταν έκλεισε τα μάτια του, ενώ τα πνεύματα είχαν ήδη οξυνθεί, κι αισθάνθηκε τα αρνητικά συναισθήματα να εξαφανίζονται, ήξερε ότι μόλις είχε γίνει, ξανά, μάρτυρας στο μυστήριο∙ στη μαγεία τής Αίθρας του. Άσπρες τρίχες, πιο πολλές από την πρώτη φορά, είχαν εμφανιστεί στο κεφάλι τής κοπέλας που τον κοιτούσε ήρεμη, ήταν σίγουρος, τις έβλεπε, δεν ήταν παιχνίδι τής όρασής του. Άσπρες τρίχες και δυο γαμψά νύχια στα δάχτυλα του αριστερού χεριού, μαυρισμένα και δυο πόντους μακρύτερα από τα υπόλοιπα. Τα μάτια της να λένε μείνε κι όμως, μια βαριά αύρα να την περικυκλώνει και να του φωνάζει φύγε. Αυτή τη φορά, όταν αναδύθηκε από τη θάλασσα του ύπνου, αρκετά πριν το χάραμα, έτρεξε στην αυλή με χαρά και φόβο μαζί. Η Αίθρα δεν ήταν στο κρεβάτι κι η βροχή συνεχιζόταν. Είδε τα μαύρα ρυάκια να γλείφουν με την πηχτή τους μάζα το απαλλαγμένο από ρούχα σώμα της. Έμεινε μαζί της ώσπου τα πόδια του μούδιασαν, όμως, γι’ αυτόν, το μόνο που είχε σημασία ήταν η γυναίκα μπροστά του. Το πρωί τους βρήκε αγκαλιασμένους κάτω από τα βαριά σκεπάσματα. Οι άσπρες τρίχες είχαν χαθεί από το κεφάλι τής Αίθρας και τα νύχια στο χέρι της ήταν όπως πρώτα. Σφίγγονται τα σαγόνια του, καθώς πασχίζει να συγκρατήσει έναν κόμπο που ανεβαίνει στο λαιμό του. Γιατί τώρα ξέρει ότι καμία μαγεία δεν είναι παντοτινή, αν δεν την τροφοδοτείς με την πίστη σου, αν δε διαποτίζεις το τελετουργικό με τον ιδρώτα σου. Ξανά ο χρόνος κύλησε ήρεμα για τους δυο τους και η φωτιά τού πάθους μετατράπηκε σε θέρμη που τους νανούριζε μαυλιστικά. Έρχεται πάντα η βροχή ωστόσο και η καλοκαιρία παραχωρεί τη θέση της στα σκούρα χρώματα της καταιγίδας. Έρχεται πάντα η βροχή και κανείς πρέπει να φυλάει τη μαγεία του καλά, αν δεν θέλει να κινδυνέψει η μυστική της φλόγα. Μετά τον τρίτο καβγά, τα πράγματα ποτέ δεν ήταν όπως πριν. Κλείνει τα μάτια του και βλέπει μέσα του πεντακάθαρη τη σκηνή. Βρέχει, βρέχει από το πρωί και όλη η μέρα έχει περάσει κάτω από μια αποπνικτική ατμόσφαιρα. Η βροχή τούς κλείνει μέσα και κάνει τα νεύρα τους να τεντώνονται επίπονα∙ τους προδιαθέτει. Ακούει τη φωνή του να σχηματίζει τις λεκτικές σφαίρες, τα καλύτερα πολεμοφόδια που διατηρούν οι εραστές στα στενά τους χαρακώματα. Της φωνάζει κάτι κι εκείνη σκύβει το κεφάλι με αγανάκτηση ή απογοήτευση, δε μπορεί να πει. Τα βλέφαρά του σμίγουν και η αίσθηση του σκοταδιού, που ξεσκίζεται ακαριαία σε ξέφτια, τον συγκλονίζει γι’ άλλη μια φορά. Τον αδειάζει από τον πόνο και τον εγωϊσμό και τον αφήνει αμόλυντο από τη μικρότητα του ανθρώπου, σαν βρέφος που τανύζεται σε μητρική, ζεστή φωλιά. Όμως, αλίμονο, τώρα η Αίθρα έχει ένα αλλόκοτο, γωνιώδες πρήξιμο στην πλάτη και το δέρμα στα χέρια της είναι σκληρό, σπασμένο και ρυτιδωμένο. Η φωνή της βγαίνει βαριά, διαφορετική∙ γρατζουνάει τ’ αυτιά του και η απειλή στον τόνο της ηλεκτρίζει τον αέρα. Την κοιτάζει εμβρόντητος και, παρόλο που τα μάτια της, σαν φωτεινές αντιθέσεις, τον παρακαλούν να δει τη δική τους αλήθεια, τη δική τους κρυμμένη ομορφιά, οι σωματικές αλλοιώσεις είναι εκφοβιστικές και τα λόγια της τον ταράζουν. Φύλαγε το θαύμα σου, μονολογεί σκόρπια, όλο πιο συχνά πλέον, όπως βαδίζει αταλάντευτα προς το τέλος των ημερών του. Δεν κοιμήθηκε μαζί της εκείνο το βράδυ και, όταν ξύπνησε στις μικρές ώρες, αλαφροπάτησε ως το παράθυρο και μετά γύρισε στο πρόχειρο κρεβάτι του. Δίχως απαντήσεις αναρωτιέται, αν αυτό ήταν το μεγάλο του λάθος, αν θα έπρεπε να έχει βγει στην αυλή και να σταθεί μαζί της στο καθαρτήριο της βροχής, αν θα έπρεπε να έχει πιστέψει εκείνα τα γαλήνια μάτια που τον αποζητούσαν, κρυμμένα λες πίσω από τη γκροτέσκα μεταμόρφωση. Λιώνει χρόνια μ’ αυτή τη σκέψη, κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί. Κι άλλοι κόκκοι έπεσαν από το άνοιγμα τής κλεψύδρας. Μόνιασαν πάλι, αλλά, αν και το γυαλί ξανακόλλησε, ωστόσο η τραχιά ουλή στην επιφάνειά του έμεινε για να τονίζει το παρελθόν. Και ήρθαν κι άλλοι τσακωμοί, πάντα με την καταπιεστική συνοδεία της βροχής και πάντα, ενώ η ένταση αυξανόταν, εκείνος έκλεινε τα μάτια για μια στιγμή κι αυτή ρουφούσε τη μαυρίλα από μέσα του, τον άφηνε άδειο από κακία, άδειο από άρνηση. Ίσως κάθε καλό να σέρνει από πίσω του και κάτι κακό, προσπαθεί μάταια να πείσει τον εαυτό του, αλλά το γέρικο μυαλό του δε μπορεί να εξαπατηθεί. Μολαταύτα, η Αίθρα λυγίζει κάτω από το βάρος τού σκοταδιού που αντλεί, κάθε φορά που το θαύμα επιτελείται. Οι μεταμορφώσεις της τον οδηγούν προς καινούρια, ανεξερεύνητα όρια απόμακρης δυσπιστίας και φόβου. Πιο αποτρόπαιο, πιο απειλητικό το πλάσμα που αντικρίζει μπροστά του, κάθε φορά που ανοίγει τα μάτια του μετά το άδειασμα. Και μόνο το βλέμμα της να μένει, ανθρώπινο, το βλέμμα τού ανήμπορου εραστή, ύστατη υπενθύμιση της αγάπης της. Τα μαύρα ρυάκια δεν θέλει να τα βλέπει πια, αισθάνεται ότι ανήκουν σ’ εκείνον και δε θέλει να αντικρίζει χειροπιαστή την κακία μέσα του. Όμως δεν είναι χαζός, ξέρει ότι η κοπέλα αλλάζει σ’ αυτό το φρικιαστικό ον εξαιτίας του. Η δική του ενέργεια είναι που της το κάνει αυτό. Φταίει, όμως είναι απλά ένας άνθρωπος και δε μπορεί συνεχώς να κάνει το σωστό. Την αγαπάει και τη φοβάται, θετικός κι αρνητικός απέναντί της... και, εκείνες τις φορές, όταν έρχεται η βροχή, απλά δεν κατορθώνει να συγκρατηθεί. Εκνευρίζεται, δυσφορεί και δε μπορεί να σκεφτεί τη συνέχεια. Άλλος ένας τσακωμός, άλλη μια μεταμόρφωση. Διαβολικό γαϊτανάκι, στημένο για να το ακολουθήσεις ως το τέλος. Θυμάται το φινάλε. Αναμνήσεις και σκέψεις. Θαρρεί ότι στριφογυρίζουν στο κεφάλι του μια ζωή. Παλεύει, αγωνίζεται να κάνει ειρήνη με δαύτες, όμως τούτες έχουν γεννηθεί από κάθε λάθος που έκανε μαζί της, κάθε βήμα που έπρεπε να έχει περπατήσει με διαφορετικό τρόπο. Είναι αναμνήσεις και σκέψεις πιο δυνατές από τη στιγμή, γιατί κουβαλάνε στην πλάτη τους την ίδια τη ζωή. Η καταιγίδα ήταν τόσο δυνατή, που τα παράθυρα έτριζαν από τα μπουμπουνητά και η βροχή είχε απλώσει μια υγρή κουρτίνα, που μείωνε την ορατότητα και έκανε τα πάντα να μοιάζουν θολά. Η Αίθρα βρίσκεται σε υπερένταση εδώ και μέρες. Το ξέρουν και οι δύο πως σήμερα το βράδυ θα γίνει πάλι. Ο καυγάς αρχίζει για ασήμαντο λόγο, όμως δεν αργεί να φουντώσει. Κλείνει τα μάτια περιμένοντας την, οικεία πια, αίσθηση. Ο θυμός χάνεται, το κενό τον αγκαλιάζει. Αθώος. Ανοίγει τα μάτια. Το θέαμα τον σοκάρει. Ένοχος. Ξανά αμαυρωμένος. Η όψη τού πλάσματος τον κάνει να θέλει να ουρλιάξει και, όταν αυτό κινείται εναντίον του, τινάζεται προς τα πίσω σαν αφιονισμένος. Το κεφάλι του χτυπάει κάπου, δεν ξέρει που, όμως δεν τον ενδιαφέρει, γιατί ο πόνος τον βυθίζει γοργά στη λιποθυμία. Το μόνο που βλέπει, λίγο πριν παρασυρθεί στη λήθη, είναι τα μάτια τής Αίθρας του, γεμάτα καλοσύνη, μαρτυρούν τα πάντα, δίνουν τα πάντα. Η Αίθρα δε θα τον αφήσει να πάθει κακό. Το φως τού μυαλού του σβήνει. Συνέρχεται μετά από ώρες και, πέρα από το βόμβο στο κεφάλι του, το μόνο που μπορεί ν’ ακούσει είναι ο θόρυβος της βροχής. Σέρνει το βήμα του στο παράθυρο και βλέπει μια δυσδιάκριτη, σκοτεινή φιγούρα, στο κέντρο τής πίσω αυλής. Μέσα από τις αμέτρητες στάλες νερού που σαρώνουν το οπτικό του πεδίο, είναι σίγουρος ότι η μορφή τον κοιτάζει κι αυτή. Ο χρόνος κυλάει αργά και, σε κάθε στιγμιότυπο, στο αντιφέγγισμα των μακρινών κεραυνών, τα ρυάκια πάλλονται από μαύρη ζωή, καθώς προχωρούν ακάθεκτα, από την Αίθρα προς το έδαφος. Δεν ξέρει πόσες ώρες έχουν περάσει, όμως νιώθει το σώμα του μουδιασμένο και βαρύ. Ο τελευταίος κεραυνός τού αποκαλύπτει ότι το παχύρρευστο υγρό έχει σταματήσει την τρομακτική του πορεία. Τώρα η βροχή πέφτει πάνω στην κοπέλα κι εκείνη μοιάζει με την Αίθρα που ξέρει, την Αίθρα που θα ήθελε να έχει. Πρέπει να της μιλήσει ξανά όταν επιστρέψει, να συζητήσουν, όπως τόσες και τόσες φορές. Πρώτα θα την αγκαλιάσει και μετά θα της μιλήσει. Θα της μιλήσει σαν να ‘ναι η πρώτη φορά, θα βρει τον τρόπο. Μόλις μπει στο σπίτι, αμέσως μόλις μπει, κι ας είναι μουσκεμένη και κατάκοπη. Δεν αργεί τώρα. Όμως τα λεπτά περνούν και η γυναίκα μένει κάτω από τη βροχή. Δε μπαίνει στο σπίτι. Την παρατηρεί από το παράθυρο, χωρίς να καταλαβαίνει, χωρίς να υποψιάζεται. Ώσπου, στη λάμψη του κεραυνού, βλέπει κάτι που δεν έχει ξαναδεί. Η βροχή πέφτει στους γυμνούς ώμους τής Αίθρας και, αυτή τη φορά, γύρω της κινείται ένα λεπτό στρώμα από κάποιο χρυσαφί υγρό. Ρυάκια του ίδιου χρώματος πέφτουν σαν μικροί καταρράκτες από πάνω της και τινάζουν αστραφτερά σταγονίδια ολόγυρα απ’ εκεί που προσγειώνονται. Στέκεται συνεπαρμένος από αυτή τη νέα, απίστευτη εξέλιξη. Στέκεται και η ψυχή του πεταρίζει απ’ αυτά που βλέπει και η καρδιά του χορεύει γρήγορο χορό. Μέχρι που αντιλαμβάνεται ολόκληρη την αλλαγή κι ο χορός στο στήθος του γίνεται φρενιασμένο ποδοβολητό. Η Αίθρα... μικραίνει, μειώνεται, χάνεται μαζί με το χρυσαφένιο υγρό. Η Αίθρα χάνεται κάτω από τη βροχή. Τρέχει πανικόβλητος στην πίσω αυλή ή, τουλάχιστον, αυτό είναι που θέλει να κάνει, όμως η μικρή σιδερένια πόρτα που οδηγεί εκεί είναι κλειδωμένη και το κλειδί δε βρίσκεται στην κλειδαριά. Παλεύει με όλες του τις δυνάμεις, της φωνάζει να μπει μέσα, όμως εκείνη δεν κινείται, μονάχα παραμένει με τα χέρια ανοιχτά, κοιτώντας τον μ’ αυτά τα μάτια... δυο ήλιοι μέσα στη θύελλα. Τον κοιτάζει και μικραίνει... κι όλο μικραίνει, όμως δεν τραβά τη ματιά της από πάνω του. Και τώρα καταλαβαίνει κι εκείνος. Δεν υπάρχει τρόπος να βγει στη μικρή αυλή, το γνωρίζει, κι έτσι πρέπει να κρατήσει όσο πιο πολλά μπορεί απ’ αυτή τη στιγμή. Είναι ό,τι του απομένει. Λέει τ’ όνομά της και μετά δε μπορεί να σταματήσει να το επαναλαμβάνει. Κι αυτό είναι το μόνο που κάνει, ως το τέλος, καθώς η Αίθρα εξαφανίζεται σιγά-σιγά από μπρος του, συρρικνώνεται και δραπετεύει μέσα από τους ηλιόχρωμους καταρράκτες. Χάνεται κάτω από τη βροχή. Η νεράιδα του ήταν, το ξέρει, γι’ αυτό φέρνει με απόγνωση τα χέρια στους κροτάφους, γι’ αυτό σκύβει το κεφάλι. Η νεράιδα του ήταν και η θλίψη που τον τσακίζει δεν σβήνει καθώς τα χρόνια περνούν. Συλλογίζεται την Αίθρα, δυνατά, τη βλέπει στη φαντασία του. Πανέμορφη μέσα στη βροχή που τη στεφανώνει. Τα μάτια της τον αγκαλιάζουν και το υγρό φως ρέει πάνω της με χάρη. Κλαίει συχνά, τελευταία όλο και περισσότερο. Είναι η φαντασία του, που δε σταματά, παρά τραβάει μπροστά κι εκείνος είναι αναγκασμένος να βλέπει ξανά και ξανά το ίδιο θέαμα. Κι έτσι κλαίει... γιατί η Αίθρα τον κοιτάζει με αγάπη, όσο το σώμα της μικραίνει. Γλιστράει μακριά του και μόνο το όνομά της ακούγεται συνέχεια από τα χείλη του... καθώς η βροχή την παίρνει μακριά του... καθώς η Αίθρα χάνεται κάτω από τη βροχή. ΤΕΛΟΣ Αίθρα.doc Edited October 19, 2009 by dagoncult Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted October 21, 2009 Share Posted October 21, 2009 Γενικά: Απίστευτα γλυκόπικρο. Με κέρδισε πρακτικά εξαρχής. Μου άρεσε: Η ιδέα, ο ρυθμός, οι περιγραφές του καλού και του κακού, Δε μου άρεσε: Κάποια λάθη στη γλώσσα που πιστεύω ότι είναι καθαρά θέμα εξάσκησης. Ας πούμε, το πιο χτυπητό: «στο μέσο του βραδιού». Δεν είναι γραμματικά λάθος, απ’ όσο ξέρω, αλλά είναι άκομψο για τη συγκεκριμένη στιγμή της αφήγησης. Αν έγραφες «της βραδιάς» θα ήταν καλύτερα. Κι αν ήθελες να ήσουν ακριβής στην περιγραφή σου θα έπρεπε να γράψεις «της νύχτας». Το βράδυ είναι ένα μέρος της νύχτας. Επίσης δεν είμαι σίγουρη ότι είναι απαραίτητο, αλλά προσωπικά θα ήθελα και λίγη περιγραφή του «τώρα». Το «τώρα» του ήρωα είναι η κορνίζα μέσα στην οποία θα τοποθετήσεις την υπέροχη εικόνα της ιστορίας σου. Εσύ την έχεις αφήσει με δυο ξύλινα τακάκια. Όμως η κορνίζα είναι σοβαρό μέρος του αποτελέσματος. Καλά θα ήταν να την περιποιηθείς λιγάκι Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Blondbrained Posted October 22, 2009 Share Posted October 22, 2009 Απίστευτα τρυφερή ιστορία, χωρίς να γίνεται υπερβολική, υπέροχη γλώσσα, παρά τα όποια λάθη της, καθαρές εικόνες και κατάφερες κάτι που δύσκολα βρίσκω πια... με συγκίνησες. Μ'έκανες ν'ανατριχιάσω στην προτελευταία παράγραφο συγκεκριμένα. Ευχαριστώ γι'αυτό το συναίσθημα. Η ροή είναι σωστή, δεν σκάλωσα πουθενά στην ανάγνωση, δεν μου λείπει τίποτα. Ομολογώ ότι προσωπικά δεν ενδιαφέρομαι για το "τώρα" του πρωταγωνιστή σου. Είναι περίεργο, όμως, πόσο διαφορετικά πράγματα χρειάζεται ο κάθε αναγνώστης, γι'αυτό είναι τόσο πολύτιμη η κριτική (άσχετο, αλλά δεν μπορούσα να μην το επισημάνω). Είναι από τις ιστορίες που μου άρεσαν πολύ... Δεν θα άλλαζα τίποτα, εκτός από κανά δύο συντακτικά, που ήδη τα ξέχασα (όχι δεν ήταν αυτό του βραδιού, δεν το παρατήρησα, αν κι έχει δίκιο η Naroualis. Το ξέχασα, άσε με...δε μπορώ να μιλάω για τόσο πεζά πράγματα τώρα) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted October 22, 2009 Share Posted October 22, 2009 2.654 λέξεις. Που πρέπει να μεταφέρουν συναισθήματα ιδέες και κόσμους άυλους, πέρα από τη πραγματικότητα. Που πρέπει να τις βάλεις να γίνουν φορείς της ψυχής σου, χωρίς να την ταλαιπωρήσουν, χωρίς να την αφήσουν έκθετη σε άγνωστους κινδύνους, χωρίς να την αφήσουν να πέσει κατάχαμα και να τσαλαπατηθεί από τα πόδια ξένων. Το δυστύχημα είναι ότι όλα τα προηγούμενα συμβαίνουν όταν δημοσιεύεις μια ιστορία σου. Δεν είναι ότι μου αρέσει ή δεν μου αρέσει. Θα έλεγα ότι μάλλον μου είναι ξένο. Από την άλλη δεν μπορώ να πω κάτι που να έχει έστω και το ελάχιστο ίχνος αντικειμενικότητας, τουλάχιστον με την έννοια του όρου όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ και που ενδεχομένως θα σε βοηθήσει κάπου. Έτσι δεν θα πω τίποτα τώρα, θα περιμένω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest Anime_Overlord Posted October 22, 2009 Share Posted October 22, 2009 Ούτε εγώ το κατέχω ή το καταλαβαίνω ή το νιώθω αυτό το είδος αφήγησης. Με αφησε με απορία παρά με ικανοποίηση. Δύσκολο να το κρίνω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted October 22, 2009 Author Share Posted October 22, 2009 Ευχαριστώ για το χρόνο σας παιδιά Naroualis: Για τα λάθη στη γλώσσα: ελπίζω να μην συγκαταλέγεις σε αυτά και τις αλλαγές στους χρόνους. Όσο το έγραφα συνειδητοποίησα ότι μ’ άρεσαν αυτές οι αλλαγές. Δεν ξέρω αν έπιασε, αλλά η προσπάθεια να τις ταιριάξω ομαλά στο κείμενο, ακόμα και στην ίδια παράγραφο, ήταν πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία. Τώρα... για τη λέξη νύχτα, ναι είναι η ιδανική, αλλά δυστυχώς εμφανίζεται στην αρχή της παραγράφου. Μάλλον θα έπρεπε να μπει η λέξη βραδιά. Για το «τώρα» του ήρωα: ναι, πάντα η κορνίζα (αλλά και η εικόνα) μπορεί να είναι καλύτερη. Blondbrained: Χαίρομαι που σου άρεσε. Πράγματι, οι ανάγκες των αναγνωστών παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις. Martin Oceloti/Anime_Overlord: Εμ... είναι απλά μια ιστορία . Οπωσδήποτε, ευχαριστώ πολύ για το χρόνο και τον κόπο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
khar Posted October 23, 2009 Share Posted October 23, 2009 Η ιδέα με την κοπέλα που απορροφά την οργή και μεταμορφώνεται είναι πολύ καλή. Όπως και οι σκηνές με την Αίθρα στη βροχή. Επίσης το διήγημα έχει ρυθμό και είναι υποβλητικό, σε παρασύρει στην ατμόσφαιρα που δημοιυργείς. Η γραφή, όμως, είναι κάπως επιτηδευμένη με πάρα πολλά επίθετα, εκφράσεις στα όρια της υπερβολής και χρήση ενός λόγου που δεν ταιριάζει στην αφήγηση κάποιου ανθρώπου που βιώνει αυτήν την κατάσταση. Αυτό με αποσυντόνισε για αρκετή ώρα και με δυσκόλεψε πολύ στο να «μπω» στην ιστορία. Αν ο λόγος δεν ήταν τόσο «φτιασιδωμένος», είμαι σίγουρος ότι θα μου άρεσε πολύ πειρσσότερο το διήγημα. Το τέλος, επίσης, μου φάνηκε κάπως αναμενόμενο, χωρίς να είναι κακό. Αίθρα_σχόλια.doc Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Πυθαρίων Posted October 24, 2009 Share Posted October 24, 2009 Dagoncult: Ταιριαστός με την ιστορία ο εμφατικός σου λόγος, κατά την άποψή μου. Πολύ καλός και υποβλητικός ο ρυθμός, όπως προειπώθηκε. Μεταφέρεις εύστοχα τις σκέψεις και τα συναισθήματα του ήρωά σου. Ελκυστικό σαν μεταφυσικό στοιχείο (ενδιαφέρον ακόμα και σαν συμβολισμός) το ότι η συμπεριφορά του ήρωα και οι περιοδικές εντάσεις έχουν αυτήν την άμεση επίδραση στην σύντροφό του. Μπράβο από εμένα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted October 26, 2009 Share Posted October 26, 2009 Κι εγώ θα πω τα ίδια με τον Khar. Μου άρεσε η ιδέα και το πώς εξελίχθηκε η ιστορία, αλλά δεν κατάφερα να την απολαύσω αρκετά λόγο γραφής. Είναι φορτωμένη με πολλά επίθετα και περιγραφές που το μόνο που μου έδωσαν ήταν εμπόδια κατά την ανάγνωση, κάτι να σκοντάφτω πάνω του και να μην μπορώ να ταξιδέψω μέσα στην πανέμορφη πλοκή. Παρόλα αυτά, το διήγημα μου άφησε την αίσθηση ότι μυρίζει βροχή, και είναι μια αίσθηση που κρατάει. Αυτό σημαίνει ότι κάτι έκανες καλά, ε; ;) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted October 27, 2009 Share Posted October 27, 2009 Ένα υπέροχο διήγημα. Θα μπορούσα να σταματήσω σε αυτή τη φράση και να μη σου πω τίποτα άλλο και θα ήμουνα απόλυτα ειλικρινής. Έτσι το είδα εξαρχής, ως ένα υπέροχο διήγημα. Μετά που μπήκε κι η σκέψη μου στη μέση κι έπιασε και το "νόημα" της κάθαρσης, την ασχήμια του θυμού κτλ έγινε ένα ακόμα πιο υπέροχο διήγημα. Η γλώσσα σου με αφήνει άφωνη, τα σκέρτσα της με καθηλώνουν, το προσωπικό είδος μαγείας που έχεις χρησιμοποιήσει είναι απίστευτα κοντά στον τρόπο σκέψης μου και η ροή της αφήγησης ήταν όπως ακριβώς τη χρειαζόμουν για να το απολαύσω. Κανένα διήγημα δεν είναι "απλά ένα διήγημα". Πάντοτε αφήνεις μέσα του κομματάκια σου ακόμα κι αν είναι αόρατα σε μας. Κι όποια κι αν είναι αυτά έχουν βοηθήσει να φτιάξεις ένα υπέροχο διήγημα. Υ.Γ. εεε... βασικά μου άρεσε, ε? το καταλάβατε ή να συνεχίσω? Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
northerain Posted October 27, 2009 Share Posted October 27, 2009 Πολύ καλή ιστορία. Δεν ξέρω αν θα δούλευε καλύτερα χωρίς τον συνεχή ''σχολιασμό'' του ήρωα, που μας προετοιμάζει για το άσχημο τέλος εξ αρχής. Πιστεύω αν η διήγηση ήταν γραμμική θα προκαλούσε μεγαλύτερη αγωνία στον αναγνώστη. Πέρα απ' αυτό δεν μπορώ να διακρίνω κάτι αρνητικό. Σας gorehound θα προτιμούσα η εξαφάνιση της ''νεράιδας'' να γινόταν διαφορετικά, αλλά υποθέτω ότι ήθελες ένα συγκεκριμένο vibe για την ιστορία σου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
vkarg Posted October 27, 2009 Share Posted October 27, 2009 Μου άρεσε γιατί ήταν και πρωτότυπο αλλά και μελαγχολικό, αλλά λίγο χαλάστηκα που με προϊδέασες τόσο πολύ! Καλή δουλειά όμως, μπράβο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Electroscribe Posted October 27, 2009 Share Posted October 27, 2009 Η σύλληψη είναι εξαιρετική, αλλά η αφήγηση με την ιστορία πλαίσιο και τα αλλεπάλληλα flashback βαραίνει υπερβολικά και γίνεται κουραστική. Και για μια σιτορία στην οποία οι διάλογοι (καυγάδες) έχουν σημαντικό ρόλο, δεν υπάρχει ούτε ένας! Προσωπικά, θα ήθελα και κα΄τι ακόμη για το πώς βρέθηκαν αρχικά, καθώς και μια υπόνοια τουλάχιστον για τη φύση του φαινουμένου, καθώς και του πού πήγε η Αίθρα μετά (αν πήγε). Γενικά, θα πρότεινα να κάνεις μια δοκιμή ακόμη με τις ίδιες εικόνες γιατί πραγματικά στοιχειώνουν τον αναγνώστη, αλλά να επιλέξεις μια εντελώς διαφορετική φόρμα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
aScannerDarkly Posted October 28, 2009 Share Posted October 28, 2009 Δεν ξέρω πόσο καιρό ασχολείσαι με το άθλημα, αλλά από το πρώτο διήγημά σου που διάβασα, στα πλαίσια ενός άλλου διαγωνισμού, μέχρι τώρα, η εξέλιξη είναι τεράστια. Διαφωνώ ότι η γλώσσα είναι υπερβολική. Ίσως σε δυο τρία σημεία να ξεφεύγει, αλλά σε γενικές γραμμές εξυπηρετεί το σκοπό της απόλυτα. Κάθε ιστορία πρέπει να ειπωθεί με τον τρόπο της - κι αυτή η ιστορία χρειάζεται αυτό το πληθωρικό ύφος. Η ένστασή μου βρίσκεται σε αυτό που λέει και ο Electroscribe. Γίνεται λίγο κουραστικό το τσακωθήκαμε - φιλιώσαμε, τσακωθήκαμε - φιλιώσαμε. Πρέπει να δώσεις μια ποικιλία σε αυτό το μοτίβο και να το εμπλουτίσεις. Στο top 3 μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted October 29, 2009 Share Posted October 29, 2009 H γραφή και οι εικόνες είναι πάρα πολύ δυνατές και γεμάτες συναίσθημα, όμως κάπου το λυρικό ύφος κάπου οι πολλές περιγραφές του αφηγητή και οι λίγοι διάλογοι με χάλασαν. Η ιστορία αφήνει πολλές υποσχέσεις για το μέλλον λόγω γραφής, αλλά χάνει δείχνει ταυτόχρονα και λίγο άγουρη λόγω της δομής της. Συνέχισε, είσαι σε καλό δρόμο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted December 4, 2009 Share Posted December 4, 2009 Δεν είχα χρόνο να σχολιάσω τότε που έτρεχε ο διαγωνισμός, αλλά είναι μια από τις ιστορίες που έχει μείνει στο μυαλό μου για πολύ καιρό μετά. Μου άρεσε πάρα πολύ. Η ιδέα ήταν πολύ όμορφη και το κλίμα βαρύ, "βροχερό", κατάλληλο για τη μελαγχολία αυτής της τόσο μεγάλης απώλειας. Στο όριο μεταξύ φαντασίας και τρόμου, εκείνα τα σημεία όπου έβλεπε φευγαλέα τις μεταμορφώσεις, ολοένα και πιο τρομακτικές, ήταν εντυπωσιακό. Και κάθε φορά, η κάθαρση που ακολουθούσε, μας έφερνε πίσω, μας έδειχνε ότι όχι δεν είναι ένα κακό πλάσμα, είναι κάτι άλλο, πιο δυνατό, πιο ενδιαφέρον, πιο συγκλονιστικό. Στα τεχνικά τώρα, το μόνο που λίγο ελάττωσε τη γοητεία της ιστορίας ήταν ο αριθμός των επαναλήψεων. Χωρίς να είμαι σε θέση να πω ποια θα μπορούσε να λείψει -επειδή όλες δίνουν πληροφορία και ατμόσφαιρα- νομίζω ότι μια λιγότερη θα έδενε την ιστορία πιο σφιχτά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.