Jump to content

Θα μας χωρίσει ο Νοέμβρης


Nihilio

Recommended Posts

Είδος: φανταστικός ρεαλισμος;

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 3500

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια:

---

Η βροχή χτυπάει στο τζάμι, αφήνοντας ρυάκια που μεταμορφώνουν το λιγοστό φως σε ένα πολύπλοκο μωσαϊκό. Μου αρέσει αυτή η παρομοίωση. Την πληκτρολογώ στα γρήγορα στο αρχείο με τις “όμορφες φράσεις” για τα κείμενά μου. Την καταχωνιάζω ανάμεσα στο “Συγγραφείς είναι αυτοί που γράφουν για όσα ποτέ δεν ζουν” και στο “Τι νόημα έχεις να δίνεις μια ελπίδα, όταν μετά την παίρνεις πίσω.” Ακόμα μία μέρα για να φύγει ο καταραμένος ο μήνας...

“Θα ήθελες κάτι άλλο;” με ρωτάει η Νατάσα. Το ξέρει το τελετουργικό, ότι όπου να 'ναι θα την καλέσω, έτσι προτίμησε να έρθει από μόνη της. “Έναν καφέ ακόμα,” της λέω, χωρίς να σηκώσω το βλέμμα μου από την οθόνη. Μόνο όταν γυρνάει για να επιστρέψει στον πάγκο της ρίχνω μια γρήγορη ματιά, βλέπω τη μαύρη κοτσίδα της πηγαινοέρχεται με το λυγερό της βάδισμα. Η τελευταία φράση γράφτηκε για αυτή, και για το γιατί δε θα έπρεπε να απορώ: είμαστε στο Νοέμβρη.

Πάντοτε ο Νοέμβρης ήταν ένας κακός μήνας για τα ερωτικά μου. Στον δέκατο έβδομο Νοέμβρη της ζωής μου με απέρριψε ο πρώτος μου μεγάλος έρωτας - με ώθησε σε έναν κύκλο κατάθλιψης, ενδοσκόπησης και στις αρχές μιας συγγραφικής καριέρας.

Πρόπερσυ το Νοέμβρη γνώρισα μια γοητευτική κοπέλα που, ευγενικά, μου εξήγησε ότι θα ήθελε να μέναμε φίλοι. Νομίζω την έλεγαν ή Μαρία ή Μάρθα, δεν την είχα δει από τότε. Μια συζήτησή μας όμως μου έδωσε το έναυσμα που χρειαζόμουν για να συνδέσω τις ιδέες μου και να αρχίσω την τελική έκδοση αυτού που θα γινόταν το πρώτο μου μυθιστόρημα, το “Βαδίζοντας στην ομίχλη”.

Τον επόμενο κιόλας μήνα γνώρισα την Αριάδνη, που θα γινόταν η πρώτη μου ουσιαστική σχέση. Η ζωή από τότε και μετά περιστρεφόταν γύρω από αυτή και το βιβλίο μου, που γεννιόταν κομμάτι-κομμάτι στον φορητό υπολογιστή μου.

Ο περσινός Νοέμβρης μου έφερε δύο πράγματα: ένα συμβόλαιο για το βιβλίο μου που με έστειλε στα ουράνια και έναν χωρισμό που με έστειλε στα τάρταρα. Πέρασα τρεις μήνες διορθόνωντας το βιβλίο και μαζεύοντας τα κομμάτια μου. Αφού είχα κάπως συνέλθει, αποφάσισα να προχωρήσω στο δεύτερο έργο μου, το αυτοβιογραφικό “Οι παλιές αγάπες πηγαίνουν στην Κόλαση” (κάποιος κάποτε είπε ότι πάνε στον Παράδεισο, μάλλον δεν ήξερε).

Ο καφές μου έρχεται παρέα με ένα χαμόγελο.

“Κερασμένος,” μου λέει η Νατάσα και γνέφει προς την αφεντικίνα της, τη Μπέλλα. Δε με εκπλήσσει, περνάω περισσότερο καιρό εδώ από ότι στο σπίτι μου. Μάλλον θα φταίει ότι το βιβλίο μου άρεσε περισσότερο από όσο φανταζόμουν και ότι η προκαταβολή που έλαβα ήταν τόσο καλή που μπορώ να αναλάβω λιγότερες δουλειές και να αφοσιωθώ στο επόμενο.

“Ευχαριστώ,” της λέω και συνεχίζω να ξεμπλέκω το κουβάρι των εναλλασσόμενων οπτικών γωνιών του κεφαλαίου. Ο Νίκος και η Μαρίνα με έχουν κουράσει με το πόσο διαφορετικά αντιλαμβάνονται την ίδια σκηνή.

“Πώς πάει το βιβλίο;” με ρωτάει η Νατάσα.

“Μια χαρά,” της λέω και σηκώνω το βλέμμα μου για να συναντήσει τα καταπράσινα μάτια της. Τα κοιτάω και θυμάμαι πως την πάτησα σαν ηλίθιος. Δουλεύει εδώ για δύο μήνες, απογευματινή βάρδια τις καθημερινές. Όταν πρωτοήρθε έμοιαζε με χαμένη, τόσο έξω από το ζεστό και φιλικό κλίμα οικειότητας του μαγαζιού που τραβούσε την προσοχή, αφού το καφέ της Μπέλλας είναι πασίγνωστο για αυτά τα χαρακτηριστικά. Και μετά άρχισα να προσέχω τα πράσινα μάτια της, τα μακριά μαύρα μαλλιά, τις διακριτικές της καμπύλες, το άρωμα που φορούσε. Συχνά θα ανασήκωνα το κεφάλι μου από το γραπτό και θα την κοίταζα καθώς καθόταν στον πάγκο ή σέρβιρε κάποιον από τους πελάτες. Και σταδιακά άρχισα να κάνω σενάρια στο μυαλό μου, πώς κάποια μέρα θα της ζητούσα να βγαίναμε μετά τη δουλειά της (αφού συνήθως φεύγαμε την ίδια ώρα, όταν το μαγαζί έκλεινε) και ότι ίσως θα άφηνα επιτέλους πίσω μου το φάντασμα της Αριάδνης που ακόμα έσερνα από πέρσι.

Και ύστερα ήρθε ο φετινός Νοέμβρης και, μαζί του, κάποιος πιο όμορφος που ερχόταν την έπαιρνε κάθε μέρα στο σχόλασμα. Και μαζί του η διαπίστωση ότι κάθε Νοέμβρης έσερνε μαζί του και από μία ερωτική απογοήτευση: όσο το σκεφτόμουν, όλο και περισσότερες αναμνήσεις μου έλεγαν ότι δεν είναι σύμπτωση, απλά δεν το είχα προσέξει: για παράδειγμα εκείνη η συμφοιτήτριά μου με την οποία ενίοτε βγαίναμε: χαθήκαμε ένα Νοέμβρη.

“Έχω αρχίσει να διαβάζω το προηγούμενο βιβλίο σου,” μου είπε η Νατάσα, βγάζοντάς με από τις σκέψεις μου, “είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον!”

“Ευχαριστώ,” της είπα. Εδώ για κάποιον λόγο το λάτρεψαν ακόμα και οι κριτικοί, γιατί να μην αρέσει σε μια σερβιτόρα που, όπως είχε πει κάποτε “τα ψιλοβαριέται τα βιβλία”;

“Πέρα από το ποιος είναι ο δολοφόνος,” συνέχισε, “περισσότερο με νοιάζει τι θα γίνει με τον Ανδρέα και τη Δήμητρα. Είναι τόσο ταιριαστό ζευγάρι!”

Θα ήθελα να της πω την αλήθεια, ότι ένα υπέροχο πρωινό του Νοέμβρη εκείνη θα του πει ότι τον βαρέθηκε και αυτόν και τις ανόητες εμμονές του και θα τον παρατήσει για τον αδιάφορο μαλάκα συνάδελφό της, ο οποίος τουλάχιστον 'θα νοιάζεται περισσότερο για αυτή και λιγότερο για το γαμημένο το βιβλίο του.' Η τέχνη είναι βγαλμένη από τη ζωή...

Αλλά προτίμησα να κάνω ότι και ο σωστός συγγραφέας, να χρυσώσω το χάπι για τον αναγνώστη: “Θα το δεις στο τέλος του βιβλίου,” της είπα.

“Εντάξει, αν και δεν πολυπρολαβαίνω να διαβάζω,” είπε με ένα χάχανο και πήγε πάλι προς τον πάγκο. Καμία σχέση με την Αριάδνη, τη δυναμική και περήφανη Αριάδνη που θα προτιμούσε το εκτελεστικό απόσπασμα από το να χαχανίσει έτσι. Τελικά η καρδιά έχει μια δική της, ακατανόητη βούληση, σκέφτηκα και αμέσως σημείωσα τη φράση στο κατάστιχο. Η αλήθεια ήταν ότι ήταν λίγο μελό, αλλά τοποθετημένη κατάλληλα μέσα στο κείμενο θα δούλευε τέλεια. Το καλό με τη συγγραφή είναι ότι οι δυσκολίες της ζωής είναι τροφή για τα γραπτά σου.

Ξανακοίταξα άλλη μία φορά τις τελευταίες παραγράφους. Κάπως είχα καταφέρει να συμμαζέψω το χάος της χθεσινής πρώτης γραφής, οπότε μπόρεσα να ανασηκώσω το κεφάλι μου, να τεντωθώ στην καρέκλα μου και να πιω λίγο από τον καφέ μου. Ήταν ακριβώς όπως μου αρέσει, ζεστός, αρωματικός και με γεμάτη γεύση. Είναι ένας από τους λόγους που προτιμάω το καφέ της Μπέλλας, ο φροντισμένος καφές.

Η Μπέλλα φροντίζει καθημερινά για το χαρμάνι καφέ. Αν πιστέψω τα όσα μου είχε πει κάποτε, ανακατεύει τρεις διαφορετικές ποικιλίες καφέ σε μετρημένες δόσεις πριν τον αλέσει, έτσι ώστε να πετύχει μια μοναδική ισορροπία γεύσεων. Θα την πίστευα άνετα, αλλά τη βλέπω να κάθεται στη γωνία της πίσω από τον πάγκο, σαν την καλή γριά μάγισσα του παραμυθιού επιβλέποντας τους πελάτες της και χαμογελώντας τους αινιγματικά. Είναι μια ιδέα που ίσως γίνει το τρίτο μου μυθιστόρημα.

Το πραγματικό της όνομα δεν είναι Μπέλλα, αμφιβάλλω όμως αν το ξέρει κανείς. Μπέλλα την φώναζε ο μακαρίτης ο άντρας της, για να την πειράξει. “Τι κάθεσαι ρε τεμπέλλα;” της έλεγε χαϊδευτικά, και από το “τεμπέλλα μου” (με το βαθύ λάμδα) έμεινε για συντομία το “Μπέλλα”. Τους θυμάμαι από τα φοιτητικά μου χρόνια, όταν ερχόμουν εδώ για να κάνω τις εργασίες μου. Εδώ είχα αρχίσει να γράφω τα πρώτα αποσπάσματα του “Βαδίζοντας στην ομίχλη”. Ο κυρ Τάσος (έτσι τον φωνάζαμε) πέθανε πριν τρία χρόνια και από τότε το αινιγματικό χαμόγελο της Μπέλλας έγινε έναν τόνο πιο θλιμμένο.

Το ταξίδι στις αναμνήσεις είναι πάντα απρόβλεπτο, σαν ταχυδακτυλουργός. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου βγάλει από το καπέλο του (τη σημείωσα βιαστικά και αυτήν την ατάκα, κάπου θα κολλήσει). Στο ενδιάμεσο όμως καλό θα ήταν να ελέγξω και τα μέηλ μου.

Πολλοί συνάδελφοι θα παραπονιούνταν το ότι το καφέ δεν έχει ασύρματο ίντερνετ. Εμένα δε με πειράζει: για αυτή τη δουλειά έχω το στικάκι και με βολεύει μια χαρά.

Σήμερα έχω μόνο ένα νέο μήνυμα. Είναι από τη Δανάη, την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων του εκδοτικού οίκου μου. (Κάποτε με είχαν ρωτήσει γιατί στα γραπτά μου όλες οι γυναίκες έχουν τόσο κοινότυπα ονόματα. Η απάντηση είναι ότι περιβάλλομαι από γυναίκες με αρχαιοπρεπή ονόματα στην καθημερινή μου ζωή.) Το μήνυμα είναι επιγραμματικό. Μου λέει για κάποιο ραντεβού με παραγωγούς που θέλουν να κάνουν το βιβλίο μου σήριαλ. Αν όλα πάνε καλά ίσως κερδίσω άλλον ένα χρόνο χωρίς την ανάγκη να κυνηγάω δουλειές με το τουφέκι. Επίσης με κατσαδιάζει επειδή δεν την ακούω και αγνοώ το λογαριασμό μου στο φέησμπουκ.

Ναι, ο Νοέμβρης κοντεύει να φύγει, και όμως ακόμα καταφέρνει να μου ρίχνει χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. Κάποτε είχα φτιάξει έναν λογαριασμό και τον εγκατέλειψα. Μέχρι που, μια ωραία μέρα, η Δανάη αποφάσισε να τον ξαναχρησιμοποιήσω για να προωθήσω το βιβλίο μου. Έτσι λοιπόν ξανάνοιξα τον λογαριασμό και πρώτη φάτσα είδα την Αριάδνη. Την Αριάδνη με το μικρό σφιγμένο πηγούνι, την σηκωμένη αρχαιοελληνική μύτη, τα έντονα ζυγωματικά και το διστακτικό χαμόγελο που τόσο λάτρευα. Στεκόταν προφίλ στην κάμερα με τα μαλλιά της δεμένα σε μια πολύπλοκη κοτσίδα. Ήταν επτά μήνες που είχαμε χωρίσει και, πάνω που νόμιζα ότι την είχα ξεπεράσει, κάτι ράγισε. Αρκέστηκα να γράψω κάποια τυπικά σχόλια, να εγκρίνω όσους μου είχαν κάνει φρέντ ρικουέστ και έκλεισα το παράθυρο.

Ξαναδοκίμασα την τύχη μου στο φατσοβιβλίο έναν μήνα μετά. Και αυτή τη φορά πρώτη μούρη ήταν η Αριάδνη, αυτή το φορά χαμογελαστή, αγκαλιά με τον καλό της, τον Πάνο, σε μια φωτογραφία από τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Ο κόμπος που ένιωσα στο στομάχι μου αυτή τη φορά δεν ήταν ούτε από πόθο ούτε από ζήλια. Απλά, ήταν η θλιβερή διαπίστωση ότι, αν ήταν ακόμα μαζί μου μάλλον θα είχε πάει διακοπές μόνη της, όσο εγώ θα έτρεχα για το μόλις εκδοθέν βιβλίο μου. Ίσως τελικά, σκέφτηκα, να έκανε καλά που με εγκατέλειψε. Από τότε δεν έχω ξανανοίξει τη σελίδα μου, παρά το πρήξιμο της Δανάης.

Κλείνω το ίντερνετ και ετοιμάζομαι να προσθέσω μερικές ακόμα παραγράφους στο χειρόγραφο πριν κλείσει το μαγαζί. Είμαι πλέον στην αρχή της τρίτης πράξης: Η Μαρίνα έχει εγκαταλείψει το Νίκο, μην αντέχοντας πια την προσήλωσή του στην έκθεση ζωγραφικής που ετοίμαζε (το θεωρούσε αδιαφορία). Αυτός έχει μείνει να τελειοποιεί το αριστούργημά του, τον πίνακα που ζωγράφιζε εκείνη. Είναι απαθής, σα να μην έχει συμβεί τίποτα σαν οι μέρες μακριά της να είναι μια ψευδαίσθηση. Και, στην κορύφωση της δεύτερης πράξης, όταν πια ολοκληρώνει τον πίνακα, υψώνει το βλέμμα, βλέπει την ομορφιά των όσων έφτιαξε και τι έχει χάσει και, από τον πόνο του, καταστρέφει τον πίνακα και βυθίζεται σε μια κατατονική κατάσταση.

Και μετά τίποτα.

Όταν πρωτογνώρισα τη Νατάσα νόμιζα ότι είχα το τέλος, την καλόκαρδη σερβιτόρα που τον βγάζει από τη θλίψη του. Ο Νοέμβρης όμως μου το κατέστρεψε. Γιατί

Στο καφέ της Μπέλλας μπορείς να συναντήσεις πολλά και ενδιαφέροντα άτομα. Ίσως να είμαι εγώ, που από μικρός το είχα το ταλέντο αυτό, αλλά νομίζω ότι από τότε που άρχισα να συχνάζω εδώ οι συναντήσεις αυτές έγιναν πιο συχνές. Η βροχή έξω λυσσομανά και ένα απαλό μούδιασμα με κάνει να ξεχάσω το τέλος που λείπει. Ανασηκώνω το κεφάλι: το κουδούνι της πόρτας χτυπάει απαλά. Ένας γέρος μπαίνει καταμουσκεμένος στο καφέ. Φοράει ένα φθαρμένο αδιάβροχο, ρυάκια νερού στάζουν από το αδιάβροχό του στα ακατάστατα γένια του, στο πάτωμα. Μυρίζει φθορά, σάπια φύλλα. Γυρνάει και με κοιτάζει στα μάτια. Έρχεται προς το μέρος μου.

Η Νατάσα κάνει να τον σταματήσει, αλλά η Μπέλλα της κάνει νόημα να τον αφήσει. Αυτός προχωράει προς το μέρος μου, έρχεται στο τραπέζι μου, κάθεται απέναντί μου. Το νερό στάζει και σχηματίζει μια λίμνη γύρω από την καρέκλα του.

“Τι σου έχω κάνει;” με ρωτάει.

“Το ρωτάς,” του απαντάω. “Έχεις πάρει μακριά μου την ευτυχία.”

“Σου έχω φέρει όμως πολλά,” μου λέει ο Νοέμβρης. Από το αδιάβροχό του βγάζει ένα ταλαιπωρημένο αντίτυπο του βιβλίου μου. Είναι ποτισμένο με νερό, μυρίζει μούχλα.

“Δε αρκεί αυτό για την Αριάδνη,” διαμαρτύρομαι.

“Δε θέλω να φύγω και να σε αφήσω παραπονεμένο,” μου λέει, “είσαι ένας ξεχωριστός άνθρωπος, βλέπεις όσα άλλοι αγνοούν.”

“Τότε πες μου γιατί πρέπει να με βασανίζεις έτσι!”

Ένα αχνό χαμόγελο ζωγραφίζεται κάτω από τα δασιά του γένια, κυλάει κατά μήκος του ρυτιδιασμένου του προσώπου. “Δε σε βασανίζω,” λέει, “αυτή είναι η θέση μου στον κύκλο: φροντίζω να πεθαίνει ότι δεν αντέχει, για να ξαναγεννηθεί την Άνοιξη.”

“Σπουδαία δουλειά έκανες μαζί μου,” λέω.

“Κι όμως κάτι γεννήθηκε από την απώλειά σου,” απαντάει, δείχνοντας τον φορητό μου. Ένα βιβλίο; Δεν είναι αρκετό αντίτιμο για μια άδεια ζωή. “Λείπει μόνο ο κατάλληλος επίλογος. Θα έρθει και αυτός.”

Σηκώνεται και μου λέει: “Τα λέμε του χρόνου.” Και ύστερα βγαίνει έξω και χάνεται στη βροχερή νύχτα.

 

Την επόμενη μέρα άργησα να σηκωθώ από το κρεβάτι. Χουζούρευα μέχρι τις δύο το μεσημέρι, χαρούμενος που ήρθε ο Δεκέμβρης. Έφτασα στο καφέ της Μπέλλας στις τρεις και η βάρδια της Νατάσας είχε αρχίσει. Την είδα μέσα από την ομιχλιασμένη τζαμαρία να σερβίρει ένα τραπέζι. Η βροχή και σήμερα έπεφτε τουλούμι και, κάτω από το αδιάβροχό μου, αγκάλιαζα τη θήκη του φορητού μου. Ο κατάλληλος επίλογος είχε χαθεί φαίνεται στο δρόμο.

Μπήκα βιαστικά στο καφέ, βγάζοντας το αδιάβροχό Το κρέμασα στον καλόγηρο, δίπλα στη θήκη για τις ομπρέλες. Χαιρέτισα βιαστικά τη Νατάσα (παραγγέλνοντας ταυτόχρονα και τον πρώτο καφέ της ημέρας) και κατευθύνθηκα προς το αγαπημένο μου τραπέζι, αυτό που ήταν δίπλα στη τζαμαρία. Στο δεύτερο βήμα είδα ότι μια γυναίκα καθόταν εκεί και διάβαζε ένα βιβλίο. Φορούσε ένα ζευγάρι κοκάλινα γυαλιά ενώ τα μαύρα κατσαρά μαλλιά της ήταν λυτά και αγκάλιαζαν το λεπτό της πρόσωπο. Από μακριά έμοιαζε τόσο στην Αριάδνη. Ύστερα άφησε κάτω το βιβλίο της, σήκωσε το κεφάλι της και, έκπληξη!, ήταν η Αριάδνη.

Πάγωσα. Αν ο υπολογιστής δεν κρεμόταν από τον ώμο μου θα είχε πέσει στο πάτωμα. Τι έκανε η Αριάδνη εδώ;

Μου έγνεψε να κάτσω μαζί της. Έπινε έναν καφέ φίλτρου, όπως τότε που είχαμε πρωτοέλθει εδώ, μία ζάχαρη, χωρίς γάλα.

“Άργησες,” μου είπε. Το αμφίσημο χαμόγελό της χαράχτηκε στα χείλη της και η καρδιά μου πάγωσε. Μου φάνηκε πιο όμορφη από ποτέ.

“Είχαμε κάποιο ραντεβού;” τη ρώτησα, προσπαθώντας να ελέγξω το τρέμουλο στη φωνή μου.

“Η... κοπέλα,” μου είπε δείχνοντας τη Νατάσα, “μου είπε ότι συνήθως έρχεσαι πιο νωρίς.” Ιδέα μου ήταν, ή στο “κοπέλα” υπήρχε μια υποψία ζήλιας;

“Συνήθως,” της είπα. “Σήμερα είχα κάποιες δουλειές.”

Η θέα της και μόνο με αποσυντόνιζε, πόσο μάλλον η επαφή μαζί της, να την βλέπω απέναντί μου, να μυρίζω το άρωμά της (τριαντάφυλλο) να ακούω την κελαρυστή φωνή της.Όμως έβαλα τα δυνατά μου για να κρατηθώ στο ύψος των περιστάσεων.

“Πιο σημαντικές και από μια συνάντηση με εμένα;” με ρώτησε. Με διάβαζε καλύτερα κι από το βιβλίο που είχε μπροστά της (που όπως είδα ήταν δικό μου και είχε τίτλο “Οι παλιές αγάπες πάνε στην κόλαση”)

“Θέλω να δω το τέλος αυτού εδώ,” απαίτησε, καθώς μου το έδειχνε. Ξεφύλλισε στα γρήγορα το βιβλίο και πρόσεξα ότι οι πενήντα τελευταίες σελίδες ήταν κενές.

Κάτι μου έλεγε ότι όλα αυτά ήταν ένα όνειρο, ότι κάποια στιγμή θα ξυπνούσα. Είχα μπόλικες παράξενες εμπειρίες στη ζωή μου, αλλά αυτό έσπαγε κάθε ρεκόρ. Όταν όμως το παράδοξο στέκεται μπροστά σου στη μορφή ενός βρεγμένου, κιτρινισμένου βιβλίου που φέρει μια ελαφρά μυρωδιά από σάπια φύλλα δεν κάνεις ανόητες ερωτήσεις.

“Σου άρεσε;” τη ρώτησα

“Πολύ. Μου θύμισε... πολλά.”

“Δεν το περίμενα.” Έλεγα την αλήθεια.

“Όταν μου το έφερε ο... φίλος σου,” είπε, κωδικοποιώντας ολόκληρες προτάσεις σε μικρές αλλά εύγλωττες παύσεις της, (πόσο μου άρεσε αυτό, οι μικρές διακοπές στην ομιλία της) “σκεφτόμουν πολλά...”

Η τελευταία της παύση πρόσταζε: “Μη με διακόψεις!” Την υπάκουσα.

“Όταν γνωριστήκαμε... στα είχα πει νομίζω, για την προηγούμενη σχέση μου, για το τι σήμαινε για εμένα.”

Ναι, μου το είχε. Για τον Αργύρη και τα δύο υπέροχα χρόνια που είχαν περάσει μαζί, πριν αυτός την παρατήσει ανήμερα των γενεθλίων της, στις επτά Νοέμβρη. Στα τρία πρώτα μας ραντεβού ήταν το μοναδικό θέμα συζήτησης.

“Ίσως πρέπει να νιώθω ένοχη, αλλά εσύ ήσουν αρχικά κάτι σαν παυσίπονο... με έκανες να νιώθω καλύτερα.”

Τουλάχιστον έχεις το θάρρος να μου λες ότι ήμουν ο μαλάκας της υπόθεσης, σκέφτηκα. Η ειλικρίνεια της Αριάδνης σκότωνε. Παρόλα αυτά η φλύαρη διστακτικότητά της με είχε μαγέψει: μου άξιζαν όλες οι πληγές που θα μάζευα σήμερα.

“Και ξαφνικά αυτό που θεωρούσα μια διέξοδο από μια σχέση ουσιαστική, κατέληξε κάτι που σήμαινε... πολλά για εμένα.”

“Τέτοια ανατροπή ούτε σε θρίλερ...”

Η Αριάδνη χαμογέλασε και, με το κεφάλι χαμηλωμένο, με κοίταξε μέσα στα μάτια. “Πότε πρόλαβες να γίνεις τόσο κυνικός;” με ρώτησε.

“Εσύ με έκανες,” της είπα.

“Έχω διαβάσει την ψυχή σου,” είπε, δείχνοντας το βιβλίο ανάμεσά μας. Ρουά Ματ.

“Μπορώ να τον παριστάνω τουλάχιστον,” απάντησα. “Είναι το ψήγμα περηφάνιας που δικαιούμαι.”

“Ποτέ δε μου άρεσει που τον παριστάνεις,” σχολίασε. “Ήταν το παιδί μέσα σου που με έκανε να νιώθω όμορφα. Οι τρέλες που έκανες, το κυνήγι του... άπιαστου ονείρου, οι ώρες που ξέκλεβες για να δουλεύεις το βιβλίο σου...”

Τώρα θα το πει, σκέφτηκα.

“Και οι περίεργες συναντήσεις που είχες.” Τελεία. Καμία παύση. Καμία φλύαρη σιωπή. Μόνο αμηχανία.

“Ναι.” είπα ξερά. Δεν της είχα εξηγήσει ποτέ ποιοι ήταν όλοι αυτοί που συναντούσαμε. Σε κανέναν δεν το έχω, ίσως μόνο η Μπέλλα να τους ξέρει, αλλά και πάλι, δε λέει τίποτα. Ίσως τους συναντούν και άλλοι, αλλά δεν έχουν λόγια για να τους περιγράψουν. Ίσως επειδή οι Ιδέες δεν χωράνε σε λέξεις. Ίσως επειδή οι Λέξεις είναι ιδέες.

Η σιωπή έπεσε μαχαίρι στο τραπέζι . Δημιουργούσε ένα χάσμα που όλο και μεγάλωνε.

Άπλωσα το χέρι μου και έπιασα το δικό της. Της χαμογέλασα ενθαρρυντικά και αποφάσισε να συνεχίσει.

“Και μετά όλα πήγαν κατά διαόλου,” είπε και έβηξε για να καθαρίσει το λαιμό της. “Ξύπναγα τα βράδια και εσύ δεν ήσουν δίπλα μου. Ήσουν στο καθιστικό και έγραφες το βιβλίο σου... το πρωί με ξύπναγες και μου είχες το πρωινό έτοιμο...”

“Είμαι πρωινός τύπος.”

“Λες και δεν είχα καταλάβει ότι δεν κοιμάσαι σχεδόν ποτέ.”

Τρεις ώρες την ημέρα μου αρκούν, ήθελα να πω, αλλά σώπασα. Αν το έκανα θα έπρεπε να εξηγήσω για το μεταίχμιο στο οποίο ζω και για το πως οι Ιδέες δεν με κουράζουν. Αλλά δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια.

“Το ήξερα ότι απλά ξενυχτούσες με το βιβλίο σου και... ζήλευα.” Ξανακαθάρισε το λαιμό της, μόνο πως αυτή τη φορά ο βήχας της ήταν πιο πνιχτός και η έκφρασή της θλιμμένη. Το ταπεινότερο κομμάτι του εαυτού μου ένιωθε μια ζεστή ικανοποίηση. “Εννοώ... είχες κάτι άλλο εκτός από εμένα... είχες το βιβλίο σου... είχες... Αυτούς...”

“Και;” την ρώτησα. Τι σκατά συγγραφέας είμαι, η 'Μαρίνα' εγκατέλειψε το 'Νίκο' επειδή... τον αγαπούσε; Η ζωή μου περνούσε για τα καλά τα όρια του φανταστικού, χλευάζοντας τον ρεαλισμό των γραπτών μου.

“Απλά, δεν άντεχα στην ιδέα ότι μπορεί να με παρατούσες κάποτε κι εσύ. Δεν ήθελα να εξαρτιέμαι από κάποιον που είχε κάτι πιο σημαντικό στη ζωή του.”

“Και ο Πάνος;” πέρασα στην αντεπίθεση. “Τι ήταν ο Πάνος; Δε βγάζεις νόημα, Αριάδνη.”

“Ο Πάνος ήταν... βασικά ήταν το τίποτα που χρειαζόμουν. Ευχάριστος, κοινότυπός... ξυπνούσα το βράδυ και ήταν δίπλα μου. Μόνη του φιλοδοξία ήταν να πάρει αύξηση. Μπορούσα να φύγω κάθε στιγμή από τη σχέση που είχαμε.”

Κάπου εδώ η συζήτηση είχε περάσει στα όρια του ντανταϊσμού. Περίμενα να δω μαιμούδες με γραφομηχανές να μπαίνουν στο καφέ σε χορευτικό ταινίας του Δαλιανίδη. Όχι ότι δεν είχα δει και πιο περίεργα πράγματα στη ζωή μου, αλλά ο πραγματικός κόσμος θα έπρεπε τουλάχιστον να βγάζει νόημα.

“Και τελικά τι έκανες;” ρώτησα.

“Ξύπνησα ένα πρωί και ήμουν έναν χρόνο πιο κοντά στα τριάντα και σε μια σχέση άδεια. Χωρίς την τρέλα που είχαμε... και δεν ήμουν σίγουρη ότι μπορούσα να φύγω...”

Γέλασα. Τελικά είναι πιο εύκολο να καταλάβεις πυρηνική φυσική παρά τη γυναικεία ψυχολογία.

“Και μετά το χωρισμό μας, εκείνος σου έφερε το βιβλίο;” ρώτησα.

“Ναι. Και ξέρεις τι; Με είδα μέσα από τα μάτια σου... και μου άρεσε αυτό που είδα.”

“Δεν είσαι η Μαρίνα,” της είπα.

“Δεν είσαι ο Νίκος,” μου απάντησε, “δε θα κατέστρεφες ποτέ το χειρόγραφό σου για εμένα... ούτε για εσένα...” Με πρόλαβε.

“Και μετά τι;”

“Μετά περίμενα να περάσει ο μήνας για να έρθω να σε ρωτήσω για το τέλος...”

“Γιατί περίμενες;” Ήξερα την απάντηση, αλλά έπρεπε να ρωτήσω.

“Πες με προληπτική, αλλά τρεις Νοέμβρηδες τρεις χωρισμοί. Δε θα άντεχα και μια απόρριψη.”

Καμία παύση. Απάντηση λακωνική.

“Είναι σκατομήνας,” συμπλήρωσα, “ένας φίλος μου είχε πει ότι το Νοέμβρη ότι δεν αντέχει πεθαίνει για να ξαναγεννηθεί.”

“Μάλλον...”

“Η συνέχεια είναι η εξής,” είπα, “ο Νίκος καταλήγει να μπεκροπίνει στο μπαρ του Άγγελου. Ψάχνει να βρει μια κανονική δουλειά. Μέχρι που ο Άγγελος θυμάται ότι ήταν ο ζωγράφος που είχε γνωρίσει στη Μαρίνα και του προτείνει να κάνει μια τοιχογραφία για το μαγαζί του. Και τη νύχτα των εγκαινίων η Μαρίνα είναι εκεί. Συναντιούνται με το Νίκο και αυτή τρέχει έξω στη βροχή. Αυτός την ακολουθεί και η βροχή ξεπλένει το παρελθόν τους και τους επιτρέπει να ξαναρχίσουν φρέσκοι, ξαναβαφτισμένοι.”

“Μου αρέσει,” είπε. Το βλέμμα της ήταν άδειο, ονειροπόλο. “Τι περιμένουμε;” ρώτησε και με τράβηξε από το χέρι.

“Τίποτα,” είπα και έτρεξα μαζί της έξω, στην βροχή. Η Νατάσα μας κοίταζε παραξενεμένη, η Μπέλλα απλά χαμογελούσε αινιγματικά.

Και εγώ με την Αριάδνη γελούσαμε και χορεύαμε αγκαλιά, ανάμεσα στις χοντρές σταγόνες.

“Και τώρα τι;” με ρώτησε, με τα βρεγμένα της μαλλιά κολλημένα στο πρόσωπό της.

“Και τώρα, υποθέτω, θα είμαστε μαζί.”

“Για πόσο;” με ρώτησε.

“Μέχρι να μας χωρίσει ο Νοέμβρης,” είπα.

“Μέχρι να μας χωρίσει ο Νοέμβρης,” επανέλαβε, “καλή ευχή”

Στο απέναντι πεζοδρόμιο είδα ένα θλιμμένο κορίτσι να μας γνέφει επιδοκιμαστικά. Φορούσε ένα στεγνό λευκό φόρεμα Και ύστερα χάθηκε μέσα στη βροχή.

Ένα κερί μπορεί να αντέξει τη βροχή του Δεκέμβρη.

Link to comment
Share on other sites

Γενικά: Παράξενη ιστορία. Παράξενα όμορφη.

 

 

 

Μου άρεσε: Σχεδόν όλη. Μπορώ μόνο να σου πω τι δε μου άρεσε. Νομίζω ότι μπορώ να ξεχωρίσω ως αγαπημένη στιγμή, εκεί όπου αναγνωρίζεις στις ηρωίδες σου τα εξωτικά ονόματα, πριν το κάνω εγώ ως αναγνώστης.

 

 

 

Δε μου άρεσε: Πιο εύκολο από το τι μου άρεσε. Δε μου άρεσε το φλου (υποθέτω κόπηκε στη μέτρηση των λέξεων) των «γνωριμιών» και των «δουλειών» του αφηγητή. Καθώς και το ποια είναι η σχέση αυτών (των «γνωριμιών» και των «δουλειών») με τους προσωποποιημένους μήνες. Επίσης ο κάπως κλισέ αέρας της Μπέλλας.

 

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

Δε μου άρεσε το φλου (υποθέτω κόπηκε στη μέτρηση των λέξεων) των «γνωριμιών» και των «δουλειών» του αφηγητή. Καθώς και το ποια είναι η σχέση αυτών (των «γνωριμιών» και των «δουλειών») με τους προσωποποιημένους μήνες.

Δεν μπήκε από την αρχή, επειδή έτσι κι αλλιώς δε χωρούσε. Δύο-τρεις φράσεις υπάρχουν σχετικά με το ποιοι είναι οι "γνωριμίες" ("Δεν μπορώ να το εξηγήσω με λέξεις, οι Ιδέες δεν χωράνε σε λέξεις") και οι "δουλειές" πουθενά (ξέρω ότι στο ενδιάμεσο αρθρογραφούσε σε διάφορα περιοδικά και έκανε μεταφράσεις, αλλά δεν σας ενδιαφέρει πραγματικά)

 

Κάποια στιγμή ίσως επιστρέψω στον ίδιο ήρωα και τις "γνωριμίες" του, δεν ξέρω όμως το πότε και το πως.

Link to comment
Share on other sites

Χμ, οι Ιδέες ήταν όνως εκεί κι όντως με γαργάλισαν σαν "Ιδέες" και σαν απάντηση στην απορία μου. Όταν το ανεβάσεις σε όλο το το μήκος (μαμά μου, τι είπα τώρα) δώσε λίγο περισσότερα χιντ. Δεν είναι απαραίτητο να ξέρουμε τελικά με τι ασχολείται, όπως το είπες κι εσύ, απλά κάποιες φορές σαν αναγνώστης στέκεσαι κι αναρωτιέσαι. Ήθελα να είμαι σίγουρη ότι ήταν η πρόθεσή σου να το προκαλέσεις αυτό στον αναγνώστη σου.

Link to comment
Share on other sites

Χμ, οι Ιδέες ήταν όνως εκεί κι όντως με γαργάλισαν σαν "Ιδέες" και σαν απάντηση στην απορία μου. Όταν το ανεβάσεις σε όλο το το μήκος (μαμά μου, τι είπα τώρα) δώσε λίγο περισσότερα χιντ. Δεν είναι απαραίτητο να ξέρουμε τελικά με τι ασχολείται, όπως το είπες κι εσύ, απλά κάποιες φορές σαν αναγνώστης στέκεσαι κι αναρωτιέσαι. Ήθελα να είμαι σίγουρη ότι ήταν η πρόθεσή σου να το προκαλέσεις αυτό στον αναγνώστη σου.

Νομίζω ότι όλο το μήκος του το πολύ να είναι άλλες 500 λέξεις. Οι 250 που έκοψα ήταν οι περιττές επαναλήψεις και κάποιες πολυσύνδετες προτάσεις.

Τώρα για την πρόθεση, δεν είμαι σίγουρος πώς το εννοείς. Και δεν είμαι σίγουρος για το τι ήθελα να προκαλέσω στον αναγνώστη έτσι κι αλλιώς.

Link to comment
Share on other sites

Εγώ μπερδεύτηκα πολύ. Για να είμαι ειλικρινής δεν κατάλαβα ούτε τι προσπαθεί να πει η ιστορία, ούτε πού θέλει να καταλήξει. Με μπέρδεψαν όλες αυτές οι σχέσεις της Αριάδνης, με δυσκόλεψε ο διάλογός τους στο τέλος, με ξενέρωσε η ταύτιση του τύπου με αυτή την γυναίκα και το κλισέ των τηλεγραφικών σχεδόν 'εξηγήσεων' όλης της κατάστασης στο από την Αριάδνη. Νομιζω δεν είμαι πολύ αντικειμενική, δεν μπορώ να είμαι, γιατί γενικώς δεν μπορώ να ταυτιστώ με χαρακτήρες που κολλάνε τόσο πολύ σε έρωτες από το παρελθόν (ή το μέλλον). Με ξένισε επίσης ο τρόπος γραφής, για κάποιον λόγο. Δεν σε 'αναγνώρισα' μέσα σ'αυτό το διήγημα. Έχω διαβάσει κάποια γραπτά σου, που μου άρεσαν πολύ, κι έχεις έναν χαρακτηριστικό τρόπο να γράφεις, που δεν τον βλέπω εδώ.

 

Μ'άρεσε η φάση με τον γέρο - Νοέμβρη, το κορίτσι στο τέλος και...μέχρι εκεί. Δεν μπορώ να την εκτιμήσω την ιστορία, όπως πιθανά της αξίζει, γιατί δεν μπόρεσα να την κατανοήσω και να την 'παρακολουθήσω' στην πορεία της. Συγγνώμη. Ίσως αν την ξαναδιαβάσω λίγες μέρες αργότερα, δω κάτι διαφορετικό. Αν είναι θα επανέλθω.

Edited by Blondbrained
Link to comment
Share on other sites

Guest Anime_Overlord

Χμ πραγματικά με χάλασε κι εμένα η κλασική κοπέλα της τηλεόρασης, που ο πρωταγωνιστής την αγαπάει αλλά αυτήν προτιμάει τον κοινότυπο και μετά αλλάζει μυαλά. Η βροχή παίζει πολύ μικρό ρόλο, πιο πολύ το αισθάνθηκα σαν βιογραφία και το τέλος πολύ "εξήγησε τα να τελειώνουμε".

Link to comment
Share on other sites

Nihilio, Επαγγελματικές υποχρεώσεις δεν μου επέτρεψαν να τελειώσω έγκαιρα τον σχολιασμό του διηγήματος σου. Αύριο το πρωί θα είναι δημοσιευμένος εδώ. Ζητώ συγνώμη για αυτό και επιφυλάσσομαι να επανορθώσω.

Link to comment
Share on other sites

Nihilio, Επαγγελματικές υποχρεώσεις δεν μου επέτρεψαν να τελειώσω έγκαιρα τον σχολιασμό του διηγήματος σου. Αύριο το πρωί θα είναι δημοσιευμένος εδώ. Ζητώ συγνώμη για αυτό και επιφυλάσσομαι να επανορθώσω.

Δε χρειάζεται να ζητάς συγνώμες, η δουλεία έχει προτεραιότητα.

Link to comment
Share on other sites

Τεχνικά.

Ο χαρακτήρας του ήρωα σου είναι ανθρώπινος, ίσως περισσότερο ανθρώπινος από ότι έπρεπε… βλέπει τους μήνες (και άλλα περίεργα) να ζωντανεύουν μπροστά του και με κάποιο παράξενο τρόπο αυτό τον αφήνει με μερικές μόνο και μάλλον απλοϊκές απορίες. Δεν είναι πραγματικό μέρος της σύνθεσης αυτού του διηγήματος το μεταφυσικό που αναθέτεις στον Νοέμβρη σου. (μια ιδέα που μου ήρθε καθώς διάβαζα ήταν η εξής… φέρνεις τον Νοέμβριο στο καφέ, αλλά κάνεις τη βροχή να μη σταματάει να βρέχει επάνω του, παρόλο που είναι σε κλειστό χώρο, οι σταγόνες μοιάζουν να σκάνε ακόμα στο πανωφόρι του και τα ρυάκια τρέχουν προς το πάτωμα χωρίς να στεγνώνουν. Για τον Νοέμβρη η βροχή δεν σταματάει ποτέ…) Η επένδυση σε μεμονωμένες σκηνές, όπως το κοριτσάκι με τα άσπρα στο τέλος, πρέπει να έχει γίνει πολύ νωρίτερα προκειμένου να αποδώσει καρπούς. Ο εξωραϊσμός της τέως συντρόφου δεν στέκεται τόσο καλά όταν αυτή τελικά εμφανίζεται στο προσκήνιο και μάλλον κάνει αναγνώστη να νοιώθει λίγο προδομένος από την αντίληψη του ήρωα. Η Μπέλλα είναι ίσως ο πιο ισορροπημένος χαρακτήρας, που έτσι καταφέρνει να μοιάζει αληθοφανής. Η ταύτιση του αναγνώστη με τον ήρωα και τις καταστάσεις περνάει από διάφορες δοκιμασίες και τελικά μένει μπερδεμένος και ίσως κουρασμένος. Οι διάλογοι έχουν μια γυαλάδα ομοιόμορφου στυλιζαρίσματος που δεν αφήνουν τον αφηγητή να εξαφανιστεί στο παρασκήνιο και να πρωταγωνιστήσουν οι ήρωες ή να αναδειχτούν οι προσωπικότητές τους(έστω κι αν αυτός είναι σε πρώτο πρόσωπο, ο ίδιος ο ήρωας).

 

Λόγος.

Ο λόγος είναι επαρκούς αφηγηματικής ικανότητας αλλά όχι σταθερός. Μερικές φορές αν όχι πάντα, οι διακυμάνσεις αυτές στην μεστότητα και την αληθοφάνεια του κειμένου δεν είναι ικανοποιητικές . Ακόμα λιγότερο ικανοποιητικός είναι ο κατακερματισμός της ροής και της φόρμας προς χάριν εισόδου άσχετων και αχρείαστων πληροφοριών, όπως ονόματα και καταστάσεις που δεν συμμετέχουν άμεσα στην εξέλιξη μιας τόσο μικρής ιστορίας. Δεν μου αρέσουν οι πάγιες και ασφαλείς περιγραφές των καταστάσεων των ηρώων σύμφωνα με κάποια πρότυπα… Οι συγγραφείς κάνουν και λένε αυτά και τους συμβαίνουν εκείνα, οι σερβιτόρες είναι έτσι και χαχανίζουν αλλιώς, οι ταξιτζήδες φέρονται έτσι και λένε εκείνα κλπ… μια τέτοια προσέγγιση είναι φτηνή και λίγη. Η ευχέρεια υπάρχει μαζί με την άνεση. Μη σφίγγεις την πένα σου από καμιά πλευρά της…

 

Τύπος.

Δεν έχω τα προσόντα στα ελληνικά. Εκτός και αν είναι για Ε.Φ…

 

Ιστορία.

Η ιστορία σου δεν κατοικοεδρεύει στον κολοφώνα της δόξας των λογοτεχνικών ευρημάτων... Θα έλεγα ότι είναι μεταξύ γκρεμού και ρέματος. … Φαντασία που διανθεί μια τυπική ιστορία έρωτα και απάτης… Δεν κατάφερε να με κουνήσει σχεδόν πουθενά και φυσικά δεν με έπεισε. Και η καλή ιστορία σε ένα μικρό διήγημα, είναι απολύτως απαραίτητο συστατικό για την όποια επιτυχία.

 

Συμπέρασμα.

Είμαι σίγουρος ότι μπορείς να γράψεις καλύτερα. Το παρόν πόνημα το θεωρώ μια άσκηση επι χάρτου. Αν ήταν πραγματική μάχη στο πεδίο της βιβλιοαγοράς, θα μάζευες τα κομμάτια σου.

Edited by Martin Ocelotl
Link to comment
Share on other sites

Δείχνει υπερβολικά κοινότοπο. Δεν κατάφερα ποτέ να μπω στο πνεύμα της ιστορίας, ίσως επειδή και η γραφή δείχνει κάπως αποστασιοποιημένη. Ο χαρακτήρας του ήρωα μού ήταν πολύ θολός, παρά τις πολλές λεπτομέρειες σχετικά με τα γούστα του, και δεν ταυτίστηκα μαζί του. Η Αριάδνη, επίσης, είναι διάφανη, λες και δεν έχει σάρκα και οστά. Νομίζω, ότι το σοβαρότερο πρόβλημα είναι ότι το διήγημα μοιάζει να μην έχει προσανατολισμό. Ούτε το σημείο εκκίνησης, ούτε το τέλος, αλλά ούτε και τα ενδιάμεσα περιστατικά δένουν για να δώσουν ένα ολοκληρωμένο αφήγημα. Το μόνο στοιχείο που μου κίνησε την περιέργεια ήταν οι «φράσεις» που σημειώνει ο ήρωας και νομίζω ότι δεν αξιοποιούνται ώστε να δώσουν το «κάτι διαφορετικό» σε μια ελαφρώς άνοστη ιστορία.

ΘΑ μας χωρίσει ο Νοέμβρης_σχόλια.doc

Link to comment
Share on other sites

Συμπαθητικη ιστορια που διαβαζετε ανετα, αρκετα καλη γραφη και υποθετω ιδεες παρμενες απο προσωπικες σου εμπιριες. Σε αρκετα σημεια μου εδινε την αισθηση οτι βλεπω σειριαλ που προβαλετε στο mega 6-7 το απογευμα(το λεω με την καλη αν υπαρχη καλη εννοια σε κατι τετοιο...) Τωρα δεν ξερω κατα ποσο ειναι φαντασυ :mf_sherlock:

Link to comment
Share on other sites

Υπέροχη, μαγική ιστορία, με πέρασες από ασπρόμαυρη χολιγουντιανή ταινία στο κοριτσάκι με τα σπίρτα, και χωρίς να καταλάβω πώς το έκανες! Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να σταματήσω την ανάγνωση, όλο το διήγημα ήταν γραμμένο άνετα, αυθόρμητα, αληθινά. Δεν κόλλαγε πουθενά, δεν ένιωσα ότι προσπάθησες να το γράψεις, απλά γεννήθηκε μόνο του, ξεπήδησε μέσα απ' τη βροχή!

Δεν θα φλυαρίσω άλλο, πιστεύω ότι τό 'πιασες! Μου άρεσε πάρα, πάρα πολύ.

 

:holiday:

Link to comment
Share on other sites

Ποιος είσαι και τι έκανες στο Μιχάλη μας? Στην αρχή διάβαζα κι έλεγα ότι θα έχω τυπώσει λάθος όνομα με ιστορία αλλουνού :p

 

Τώρα εγώ θα στο πω αλλά μην το πάρεις στραβά: έχεις μια τρυφερή ιστορία εδώ. Τρυφερή.

Γιατί οκ, συναίσθημα έχουν σχεδόν πάντα τα κείμενά σου και μάλιστα στο σωστό βαθμό, αλλά τρυφερότητα ποτέ. Μου άρεσε πάρα πολύ. Αισθανόμουν το χαρακτήρα σου διαβάζοντας, κρυμμένο πίσω από την κυνικότητα της γραφής του, να ανοίγεται για πρώτη φορά -από την πρώτη λέξη- σε μας που τον διαβάζαμε. Είχε φυσικά μέσα τις εξυπναδούλες στο λόγο που τόσο μου αρέσουν στη γραφή σου και μια πλοκή στιβαρή σχεδόν ακόμα και σε ένα κείμενο υποκινούμενο από τις ευαισθησίες σου ουσιαστικά, όμως τα έδεσες όμορφα και το αποτέλεσμα -σε ένα είδος που δε νομίζω πως σε έχω ξαναδεί- ήταν πολύ καλό.

 

Τώρα, αν το θέμα ήταν ο Νοέμβρης κι όχι η βροχή θα ήσουνα ολίγον περισσότερο μέσα από ότι ήσουν τελικά, αν και "Νοέμβρης=ο κατεξοψήν βροχερός μήνας" οπότε οκ :p

 

Την τελευταία φρασούλα σου τη λατρεύω.

Link to comment
Share on other sites

Την τελευταία φρασούλα σου τη λατρεύω.

Blame GnR (οι υπόλοιπες αναφορές στο τραγούδι κόπηκαν λόγω έλλειψης χώρου)

Link to comment
Share on other sites

Γενικά δεν ένοιωσα ότι κάτι είχε να μου πει αυτή η ιστορία, απλά απόλαυσα το γράψιμο σου και χαμογέλασα με το happy ending! Επίσης ήταν διαφορετικό από τα υπόλοιπα, κάτι που με ανανέωσε σαν αναγνώστη και το ευχαριστήθηκα!Αυτάααα!

Link to comment
Share on other sites

'Ένιωσα την τεστοστερόνη να εγκαταλείπει το σώμα μου σε ρυάκια. Έκλεισα το laptop και πήγα να αγοράσω το νέο Twilight με δάκρυα στα μάτια...

Τέλος

 

Τώρα που αστειεύτηκα λίγο δείχνοντας τον περίσσιο ανδρισμό μου, μπορώ να σου πω ότι μου άρεσε η ιστορία σου. Αρχικά νόμισα ότι θα πάρει μια πιο ρεαλιστική τροπή, πράγμα θετικό για την ιστορία. Η εισαγωγή του φανταστικού στην ιστορία δεν την χάλασε όμως. Το happy ending δεν είναι του στυλ μου αλλά μπορώ να πω ότι ταιριάζει εδώ. Αυτά. Count me as another satisfied customer.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 months later...

Κατ' αρχάς γράφεις πολύ όμορφα κη ιστορία σου είναι πολύ ενδιαφέρουσα!Οι υπόλοιπες παρατηρήσεις μου δεν θε είναι λογοτεχνικές,γιατί χτύπησες φλέβα...Ε ναι λοιπόν ο Νοέμβριος είναι ο χειρότερος μήνας και για μένα...LOL!Ειδικά τα 2 τελευταία χρόνια...Πέρυσι 17 Νοεβρίου,φέτος 5-ή 14?Δεν είχα προσέξει το pattern, μέχρι που το εντόπισες εσύ:lol:!Μου άρεσε η αισιόδοξη οπτική σου "πεθαίνει ότι δεν αντέχει γιανα γεννηθεί την άνοιξη":D!Αυτό που δεν μου άρεσε ήταν το happy end σου!Είναι λίγο μη ρεαλιστικό.Θα προτιμούσα ένα νέο ξεκίνημα για τον ήρωά μας. (Μπορεί να ακούγομαι λίγο σαν τον γκρινιάρη από τα στρουμφάκια!!!). Επίσης, λες κάπου ότι η ηρωίδα "Ξύπνησε ένα πρωί και ήταν έναν χρόνο πιο κοντά στα τριάντα και σε μια σχέση άδεια."Δηλαδή τι έχουν τα τριάντα?Όχι πες μου!ΛΟΛ!Πάλι χτύπησες φλέβα...Επίσης αυτό το απόσπασμα περιγράφει ακριβέστατα την προηγούμενη σχέση μου... “Ίσως πρέπει να νιώθω ένοχη, αλλά εσύ ήσουν αρχικά κάτι σαν παυσίπονο... με έκανες να νιώθω καλύτερα.”(...) “Και ξαφνικά αυτό που θεωρούσα μια διέξοδο από μια σχέση ουσιαστική, κατέληξε κάτι που σήμαινε... πολλά για εμένα.”(δυστυχώς έτσι ακριβώς!LOL!)

“Τέτοια ανατροπή ούτε σε θρίλερ...”

Η Αριάδνη χαμογέλασε και, με το κεφάλι χαμηλωμένο, με κοίταξε μέσα στα μάτια. “Πότε πρόλαβες να γίνεις τόσο κυνικός;” με ρώτησε.“Μπορώ να τον παριστάνω τουλάχιστον,” απάντησα. “Είναι το ψήγμα περηφάνιας που δικαιούμαι.”“Ποτέ δε μου άρεσει που τον παριστάνεις,” σχολίασε. “Ήταν το παιδί μέσα σου που με έκανε να νιώθω όμορφα. Οι τρέλες που έκανες, το κυνήγι του... άπιαστου ονείρου, οι ώρες που ξέκλεβες για να δουλεύεις το βιβλίο σου...”(αυτά τα λόγια ή παρόμοια τα έχω πει κιόλας...χεχε)

Τώρα θα το πει, σκέφτηκα.

“Και οι περίεργες συναντήσεις που είχες.” (και ναι, ήταν από τα προβλήματα μου). Νομίζω ότι με κατασκοπεύεις...χεχεχε

Link to comment
Share on other sites

Κατ' αρχάς γράφεις πολύ όμορφα κη ιστορία σου είναι πολύ ενδιαφέρουσα!Οι υπόλοιπες παρατηρήσεις μου δεν θε είναι λογοτεχνικές,γιατί χτύπησες φλέβα...Ε ναι λοιπόν ο Νοέμβριος είναι ο χειρότερος μήνας και για μένα...LOL!Ειδικά τα 2 τελευταία χρόνια...Πέρυσι 17 Νοεβρίου,φέτος 5-ή 14?Δεν είχα προσέξει το pattern, μέχρι που το εντόπισες εσύ:lol:!Μου άρεσε η αισιόδοξη οπτική σου "πεθαίνει ότι δεν αντέχει γιανα γεννηθεί την άνοιξη":D!Αυτό που δεν μου άρεσε ήταν το happy end σου!Είναι λίγο μη ρεαλιστικό.Θα προτιμούσα ένα νέο ξεκίνημα για τον ήρωά μας. (Μπορεί να ακούγομαι λίγο σαν τον γκρινιάρη από τα στρουμφάκια!!!). Επίσης, λες κάπου ότι η ηρωίδα "Ξύπνησε ένα πρωί και ήταν έναν χρόνο πιο κοντά στα τριάντα και σε μια σχέση άδεια."Δηλαδή τι έχουν τα τριάντα?Όχι πες μου!ΛΟΛ!Πάλι χτύπησες φλέβα...Επίσης αυτό το απόσπασμα περιγράφει ακριβέστατα την προηγούμενη σχέση μου... “Ίσως πρέπει να νιώθω ένοχη, αλλά εσύ ήσουν αρχικά κάτι σαν παυσίπονο... με έκανες να νιώθω καλύτερα.”(...) “Και ξαφνικά αυτό που θεωρούσα μια διέξοδο από μια σχέση ουσιαστική, κατέληξε κάτι που σήμαινε... πολλά για εμένα.”(δυστυχώς έτσι ακριβώς!LOL!)

“Τέτοια ανατροπή ούτε σε θρίλερ...”

Η Αριάδνη χαμογέλασε και, με το κεφάλι χαμηλωμένο, με κοίταξε μέσα στα μάτια. “Πότε πρόλαβες να γίνεις τόσο κυνικός;” με ρώτησε.“Μπορώ να τον παριστάνω τουλάχιστον,” απάντησα. “Είναι το ψήγμα περηφάνιας που δικαιούμαι.”“Ποτέ δε μου άρεσει που τον παριστάνεις,” σχολίασε. “Ήταν το παιδί μέσα σου που με έκανε να νιώθω όμορφα. Οι τρέλες που έκανες, το κυνήγι του... άπιαστου ονείρου, οι ώρες που ξέκλεβες για να δουλεύεις το βιβλίο σου...”(αυτά τα λόγια ή παρόμοια τα έχω πει κιόλας...χεχε)

Τώρα θα το πει, σκέφτηκα.

“Και οι περίεργες συναντήσεις που είχες.” (και ναι, ήταν από τα προβλήματα μου). Νομίζω ότι με κατασκοπεύεις...χεχεχε

Γύρνα αργά το κεφάλι και κοίτα πίσω σου.

 

Με βλέπεις;

Link to comment
Share on other sites

Από τότε που πρωτοδιάβασα την ιστορία, μέχρι σήμερα, ένα πράγμα εκτίμησα περισσότερο στον ήρωά σου: Που σιχαίνεται το Νοέμβρη. Μπήκε μέσα στην καρδιά μου κι αυτός κι εσύ. :) (Και ο supermario, που συμφωνεί μ' αυτό στα σχόλιά του). Μακάρι να μπορούσα να τον σβήσω από το ημερολόγιο!

 

Τώρα, ως προς την ίδια την ιστορία -μια που δεν είχα σχολιάσει τότε- εμένα ένα σχετικά ρομαντικό κείμενο δε με χαλάει καθόλου. Μέσα στο θέμα του διαγωνισμού για τη Βροχή, μου είχε φανεί ότι ήταν μια ιστορία που εφάπτεται αλλά δεν έχει τη βροχή στο κύριο θέμα, κι αυτό την έκανε να μειονεκτεί σε σχέση με άλλες.

 

Ως ανεξάρτητη ιστορία ωστόσο, τώρα που την ξαναείδα, μακριά από διαγωνισμούς και κατατάξεις, θα έλεγα ότι μ' ευχαριστεί. Μου αρέσει η σκηνή του ήρωα που γράφει στο καφέ (θυμίζει κάτι από παλιότερες εποχές, έστω κι αν εκείνος γράφει σε φορητό κι όχι στα χειρόγραφα), μου αρέσουν οι κάπως αινιγματικές και ασαφείς φυσιογνωμίες, η ιδιοκτήτρια του μαγαζιού, η σκοτεινή ατμόσφαιρα. Θα έλεγα ότι γενικά ήταν ένα καλό διήγημα.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..