Jump to content

Almost a week


Karasu_Noroi

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Χρήστος Μπάρδας

Είδος: εμ δεν είμαι σίγουρος, κάτι σαν ημερολογίο σε τρίτο πρόσωπο

Πλοκή: Οι τελευταίες μέρες ενός ανθρώπου

Γλώσσα: Έλληνικά

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Μεγεθος:3.872

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Η ιστορία έχει να κάνει με τις 5 τελευταίες μέρες ενός ανθρώπου που σιγά σιγά καταλαβαίνει πως δεν έχει λόγο για να ζει. Ή μαλλον πως ο λόγος για να ζήσει δεν είναι δίκος του και καταλήγει στο να ψάχνει τη λύτρωση με άλλους τρόπους αφού οι παραδοσιακοί απέτυχαν...

 

μετέφερα και τα 5 parts εδώ, για την περίπτωση που έχει κάποιος την απορία, γιατί δεν έγραφα ολόκληρες τις μέρες ή γιατί κάθε μέρα είναι ένα συγκεκριμένο τμήμα η εξήγηση είναι η εξής:

Τα κομμάτια πάνε προοδευτικά με τις μέρες, Δευτέρα πρωί, Τρίτη Μεσημέρι κοκ γιατί θέλω να δέιξω πως τα αντίστοιχα κομμάτια στις υπόλοιπες μέρες είναι ακριβώς τα ίδια, εντείνοντας έτσι τα συναισθήματα που δημιουργούν... και μίας αίσθηση ανικανότητας αποφυγής των.

 

Almost a week

 

 

Δευτέρα

 

Το ξυπνητήρι διέκοψε άλλο ένα από τα συνηθισμένα όνειρά του. Κύλισε στην άλλη άκρη του διπλού κρεβατιού και το έκλεισε πατώντας νευρικά το κουμπί στην πάνω πλευρά.

Γύρισε και ξάπλωσε ανάσκελα στη μέση του κρεβατιού. Τυλιγμένος όπως ήταν στα σκεπάσματα, προσπάθησε να βγάλει έξω το δεξί του πόδι, αλλά το στρώμα, εκεί που δεν ήταν ξαπλωμένος αυτός, ήταν παγωμένο από την υγρασία. Έκλεισε τα μάτια και τράβηξε το πόδι μέσα. Έπρεπε να είχε σηκωθεί ήδη αλλά δεν είχε το κουράγιο. Δεν ήταν ότι ήταν κουρασμένος σωματικά απλά δεν ήθελε να σηκωθεί.

Αποφάσισε να αντιμετωπίσει τη σκέψη που στριφογύριζε στο μυαλό του. Είχε κουραστεί πια, κάθε πρωί να προσπαθεί να την κρατήσει απ' έξω και ήταν ήδη πολλές οι μέρες που συνεχόμενα την έβλεπε στον ύπνο του. Συγκεντρώθηκε προσπαθώντας να θυμηθεί το σημερινό όνειρο.

Αν και ο εγκέφαλος συγκρατεί κατά μέσο όρο μόνο το 1-5% των ονείρων που βλέπουμε, για κάποιο λόγο σχεδόν όλα τα όνειρα του που είχαν να κάνουν με αυτή, δηλαδή όλα τον τελευταία μήνα, ήταν ξεκάθαρα το επόμενο πρωί λες και πατούσε το rewind στο DVD.

 

Θυμήθηκε:

«απόγευμα, φροντιστήριο, 25ης Μαρτίου, τυχαία συνάντηση, τί όμορφη που ήταν πάλι σήμερα, μου χαμογέλασε και με έκανε τόσο χαρούμενο, καφεδάκι το βράδυ και μετά μαζί σπίτι. Ούτε το υπέρδιπλο κρεβάτι δεν μας χωρούσε καθώς την κρατούσα αγκαλιά μου».

 

Άνοιξε τα μάτια του. Ήταν ακόμη στο άδειο και σκοτεινό δωμάτιο των 50 τ.μ. που μερικές φορές έμοιαζε με γήπεδο ποδοσφαίρου….

Το κρεββάτι ήταν κρύο ακόμη και το ξυπνητήρι χτύπησε για 2η φορά λες και νευρίασε για τον τρόπο που το έκλεισα την πρώτη.

Το άφησε να χτυπάει και σκέφτηκε τη μέρα μπροστά του.

«Σήμερα έχω δουλειά το απόγευμα και αυτή έχει κενό… κρίμα δεν θα τη δω».

Είπε να σηκωθεί από το κρεβάτι αλλά το σώμα του δεν υπάκουγε.

Ξαναέκλεισε τα μάτια και σκέφτηκε πόσο ωραία θα ήταν να κοιμηθεί και να μην ξανά ξυπνήσει, τέλος πια τα κρύα σεντόνια, τέλος ο κόμπος στο στομάχι, τέλος τα δάκρυα. Λες και ήταν συνεννοημένο, ένοιωσε κάτι υγρό και κρύο να τρέχει στο μάγουλό του.

 

Μισή ώρα μετά ήταν όρθιος και έψαχνε να βρει τι ρούχα να βάλει. Είχε ήδη αργήσει στη δουλειά αλλά δεν βιαζόταν ιδιαίτερα.

Κοίταξε το καλό του μαύρο παντελόνι και το απέρριψε ως πολύ «σοβαρό» για τέτοια ώρα και συνέχισε στο μπλε του τζιν, «μπα» σκέφτηκε και το πέταξε και αυτό στην άκρη. Με μία αυτοματοποιημένη κίνηση έπιασε τη μαύρη του φόρμα και τη φόρεσε. Διάλεξε και ένα T-Shirt, το πιο σκουρόχρωμο που βρήκε μπροστά του. Περπάτησε μέχρι την πόρτα, φορτώθηκε την τσάντα του, έβαλε τα παπούτσια του και την άνοιξε για να βγει έξω. Λίγο πριν την κλείσει πίσω του έριξε μία τελευταία ματιά στο δωμάτιο. Προσπάθησε να θυμηθεί πότε το τακτοποίησε τελευταία φορά. Η κιθάρα του ήταν ακουμπισμένη πάνω στο γραφείο σε μία πολύ επικίνδυνη θέση ενώ τα ρούχα που απέρριψε το πρωί ήταν πεταμένα πάνω στο, αμάζευτο ακόμη, κρεβάτι. Προσπέρασε τεχνιέντως τον όγκο απο χαρτομάντηλα πάνω στο κομωδίνο και σκέφτηκε ότι ίσως έπρεπε να τακτοποιήσει το χώρο πριν φύγει αλλά δεν βρήκε νόημα. Η τάξη στο σπίτι του ήταν πολύ μακριά από τις προτεραιότητες του, την μία και μοναδική δηλαδή.

 

Ο καιρός έξω ήταν μουντός για την εποχή. Τέλη Μαΐου και τα σύννεφα κόβαν βόλτες πάνω από το κεφάλι του. Καβάλησε το ποδήλατο αλλά στάθηκε 5 λεπτά πατώντας στο πεζοδρόμιο για να διαλέξει τραγούδι στο iphone.

Άνοιξε το μενού αλλά δεν πήγε στα τραγούδια αμέσως. Έκανε μία βόλτα από τα μηνύματα πρώτα…

 

Τρείς μέρες πριν, απόγευμα:

« =] it was nice seeing you and talking to you after so long…»

 

Ξανά αυτή η κρύα και υγρή αίσθηση στο μάγουλο… κατέβασε τα γυαλιά για καλό και για κακό. Αν ήθελε, μπορούσε να διαβάσει σε αυτό το μήνυμα όλα όσα έψαχνε, πάθος, έλξη κ.ο.κ. αλλά η καρδιά του ήξερε. Ακόμη και δεμένη σε αυτόν τον κόμπο, πνιγμένη στο μέγεθός της, ήξερε. Στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο…

 

Διάλεξε το Autumns Monologue από From Autumn to Ashes, σκούπισε τα μάγουλά του κάτω από τα μαύρα γυαλιά και ξεκίνησε.

 

Η συνηθισμένη του διαδρομή ήταν και η συντομότερη, ευθεία στο δρόμο κάτω από το σπίτι του, μετά από 500 μέτρα μία δεξιά στροφή, άλλα 100 μέτρα ευθεία και έφτανε. Σήμερα, κάπου εκεί μετά τη δεύτερη στροφή μπερδεύτηκε. Για κάποιο λόγο, ξανά έστριψε αριστερά και μετά την ανηφόρα δεξιά όπου και σταμάτησε. Κοίταξε γύρω του. 25ης Μαρτίου δίπλα στο φροντιστήριο και ξανά κόμπος το στομάχι. Για την ακρίβεια ακόμη πιο σφιχτός γιατί ο κόμπος δεν έφευγε ποτέ.

 

(Ερώτηση κρίσεως από τον συγγραφέα:

 

Πως λέγεται αυτός που πιστεύει ότι τα όνειρα βγαίνουν αληθινά το επόμενο πρωί και όταν δεν βγαίνουν τον παίρνει από κάτω;

Α) Ονειροπόλος και ευαίσθητος

Β) Ηλίθιος

Θα πάρω το Α), δεν είμαι αρκετά μαζόχας για να δεχτώ την πραγματικότητα . )

 

Παρ' όλα αυτά περίμενε 5 λεπτά. Όταν δεν άλλαξε τίποτα ξανακαβάλησε το ποδήλατο και αυτή τη φορά, αφού κοίταξε ακόμη μία φορά προς τα πίσω, κατευθύνθηκε στη δουλειά του.

 

Τρίτη

 

"Χρήστο; Χρήστο! Χρήστο!!!" η φωνή της αρχισυντάκτριας έκοψε την ονειροπόληση του και τράβηξε το βλέμμα του από την οθόνη.

 

"έχεις καρφωθεί στην οθόνη εδώ και 15 λεπτά" του είπε αυτή μεταξύ σοβαρού και αστείου, "ερωτευμένος είσαι παιδί μου;"

Εκείνος χαμογέλασε αμήχανα, εκείνο το γνωστό χαμόγελο που δεν παραδέχεται τίποτα αλλά δεν αρνείται κι όλας. Δεν ήταν ότι δεν ήθελε να το παραδεχτεί, εξάλλου ήξερε εδώ και καιρό ότι είναι ερωτευμένος, αυτό που δεν άντεχε είναι το μετά. "Ποιά είναι;, τις μίλησες;, τί σου είπε; τι έκανες μετά;" και λοιπές ερωτήσεις περίεργων ενδιαφερόμενων που το μόνο που κατάφερναν θα ήταν να του θυμίσουν πράγματα που πονούσαν.

Σηκώθηκε από το γραφείο και πήγε στο κουζινάκι. Άνοιξε το γκαζάκι και έβαλε to μπρίκι στη φωτιά. Σκέφτηκε πόση δουλειά είχε ακόμη και πόσο λίγη όρεξη είχε για να την κάνει.

Μπορούσε να βρει μια δικαιολογία να φύγει, αλλά που να πάει. Το μυαλό του είχε αδειάσει. Δεν μπορούσε καν να σκεφτεί τί να κάνει. Ακόμη και η επόμενη κίνησή του, του διέφευγε. Λες και το μυαλό του είχε σταματήσει να λειτουργεί. Δεν ήταν ότι δεν ήξερε τί ήθελε, αυτό το ήξερε καλύτερα από οτιδήποτε. Ήθελε αυτή. Όμως δεν την είχε και πέρα από αυτό, όλος ο άλλος κόσμος ήταν ένα μεγάλο γκρίζο κενό.

Ο καφές φούσκωσε και χύθηκε πριν καν σκεφτεί ότι πρέπει να τον βγάλει από τη φωτιά. Έβαλε ότι είχε απομείνει από αυτόν στην κούπα, σκούπισε τον πάγκο από τα υπόλοιπα και στάθηκε όρθιος στη μέση του διαδρόμου.

"Α, γραφείο" σκέφτηκε μετά από 10 δευτερόλεπτα και επέστρεψε στην καρέκλα του. Είχε μπροστά του να γράψει τουλάχιστον 500 λέξεις για ένα θέμα αλλά δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί εκείνη τη στιγμή, αντί αυτού μπήκε στο youtube.

Το καλό με τη δουλειά του ήταν ότι κανείς δεν διαμαρτυρόταν όταν έβαζε μουσική, το κακό ήταν ότι δεν έπρεπε να ακούσει μουσική, τουλάχιστον τέτοια μουσική...

 

Πάτησε στην αναζήτηση "yellowcard – only one (acoustic)"

 

είχε φάει σκάλωμα τον τελευταίο καιρό με τις ακουστικές διασκευές. Από τους System Of A Down και τους Poison the well είχε καταλήξει να ψάχνει μέχρι και την τελευταία ακουστική διασκευή σε Punk, Pop και Rock κομμάτια.

 

Η πρώτη συγχορδία του τραγουδιού ακούστηκε και για μία ακόμη φορά κατέβασε τα γυαλιά του.

Κάποτε κάποια του είχε πει ότι οι άνθρωποι μοιάζουν να αναπτύσσουν μαζοχιστικές τάσεις με τα αγαπημένα τους τραγούδια. Αυτός το πήγε ακόμη παραπέρα και αντί για μαζοχιστικές έλεγε αυτοκαταστροφικές... Τώρα, αν οι συνάδελφοί του στο γραφείο κατάλαβαν πως έκλεγε, δεν είπαν τίποτα και τον άφησαν στην ησυχία του...

 

Άνοιξε νέο παράθυρο browser και μπήκε σε γνωστό τόπο δικτύωσης για καλλιτέχνες, όπου ο καθένας μπορεί να ανεβάσει κάτι που έγραψε, κάτι που φωτογράφισε, κάτι που ζωγράφισε και να το μοιραστεί με την υπόλοιπη κοινότητα.

Κοίταξε την μπάρα με τις ενδείξεις του χρήστη. 0 μηνύματα.

Αυτό σήμαινε είτε ότι δεν είχε μπει ακόμη η κοπέλα στο προφίλ της και κατα συνέπεια δεν είχε δει ακόμη το νέο ποίημα που της έγραψε, άρα δεν το σχολίασε. Είτε, το είδε αλλά δεν είχε κάτι να πει... ξεφύσησε και έκλεισε το παράθυρο. Θα ξαναέλεγχε σε 15 λεπτά, ξανά και ξανά....

 

Τετάρτη

 

Ή ώρα ήταν σχεδόν τρείς, όταν χτύπησε το κινητό του. Άφησε τη δουλειά του στη μέση και τράβηξε γρήγορα την τσάντα του από κάτω. Την ακούμπησε πάνω στο γραφείο και άνοιξε το τσεπάκι για να βγάλει το κινητό.

 

Κοίταξε την αναγνώριση κλήσης:

 

«ΜΑΝΑ»

 

Ξεφύσησε και το έκλεισε.

Ξαναγύρισε στο PC του. Είχε στην ελαχιστοποίηση εδώ και μία ώρα το άρθρο και έπαιζε στο Photoshop με κάτι φωτογραφίες. Τέντωσε τον αυχένα του και ένοιωσε τον πόνο να διαμαρτύρεται.

Άνοιξε το συρτάρι και έβγαλε το απόθεμά του από ασπιρίνες.

Πάντα απέφευγε τα παυσίπονα κάθε είδους, είτε ήταν φαρμακευτικά, είτε φυτικά είτε αλκοολούχα.. θεωρούσε πως αφαιρούσαν την αίσθησή της πραγματικότητας.

Γύρισε το κουτί ανάποδα αλλά ήταν άδειο. Το πέταξε στον κάδο δίπλα στα άλλα δύο από την προηγούμενη βδομάδα και έπιασε ένα καινούριο από το συρτάρι. Ήταν και το τελευταίο.

Έβαλε ένα από τα χάπια στο στόμα του και το κατάπιε με λίγο νερό. Το σκέφτηκε λίγο, έβαλε ακόμη ένα στο στόμα του αλλά το μετάνιωσε πριν το καταπιεί και το έφτυσε μέσα στο ποτήρι.

 

Η μισοτελειωμένη φωτογραφία στο Photoshop έκλεισε χωρίς καν αποθήκευση και ο υπολογιστής ακολούθησε. Μαζί του και το άρθρο.

Σηκώθηκε, μάζεψε τα πράγματά του και βγήκε από το γραφείο ξεχνώντας να χαιρετίσει τους συναδέλφους του. Κατέβηκε τις σκάλες με τα πόδια, σιγά σιγά και έφτασε στην αυλή όπου είχε παρατήσει το ποδήλατό του, ξεκλείδωτο, πάνω στον εξωτερικό τοίχο.

 

Αφού διάλεξε πάλι μουσική υπόκρουση, το Adam’s song από Blink 182, κατέβηκε ανάποδα τον δρόμο, με κατεύθυνση την καφετέρια. Πέρασε από το σταυροδρόμι στο οποίο είχε λοξοδρομήσει προχτές αλλά αυτή τη φορά συνέχισε στην συνηθισμένη διαδρομή. Ήξερε ότι τέτοια ώρα δεν υπήρχε περίπτωση να είναι η κοπέλα στο φροντιστήριο λίγα μέτρα πιο πάνω. Παρ’ όλα αυτά έριξε μία ματιά στην καφετέρια, στην άλλη μεριά του δρόμου. Έτσι για το καλό.

 

10 λεπτά μετά άνοιγε την πόρτα του σπιτιού του. Είχε κάνει μία προσπάθεια την προηγούμενη μέρα να το τακτοποιήσει αλλά κάπου στη μέση βαρέθηκε με αποτέλεσμα να είναι μεν καθαρό το σπίτι, χωρίς ρούχα πεταμένα στο κρεβάτι, αλλά η κιθάρα παρέμενε σε επικίνδυνη στάση και τα προχτεσινά χαρτομάντιλα στο κομοδίνο είχαν αντικατασταθεί με τα χθεσινοβραδινά.

 

τράβηξε την πολυθρόνα, με την οποία είχε αντικαταστήσει την καρέκλα του και κάθησε μπροστά στο γραφείο.

 

Πάτησε το On στο laptop και περίμενε. Είχαν περάσει 3 χρόνια από τότε που το αγόρασε. Είχε δουλέψει σε ένα mini market για ένα μήνα, στη βάρδια 12 το βράδυ με 8 το πρωί, για να καταφέρει να το πάρει. Σήμερα, σκονισμένο, σπάνια σηκωνόταν από το γραφείο με μόνη εξαίρεση αυτή του κρεβατιού.

 

Μέχρι να φορτώσει το laptop και να συνδεθεί στο ίντερνετ έπιασε την κιθάρα του και την έφερε στην αγκαλιά του.

Αυτήν την είχε ήδη 5 χρόνια. Για να την αποκτήσει είχε δουλέψει σε ένα ξενοδοχείο πολυτελείας ένα ολόκληρο καλοκαίρι, κάνοντας τρελή οικονομία σε βόλτες και έξοδα για να μαζέψει τα χρήματα. Και αυτή σήμερα είχε μαζέψει σκόνη ανάμεσα στους μαγνήτες.

Έπαιζε κιθάρα, άλλοτε λιγότερο άλλοτε περισσότερο, εδώ και 7 χρόνια συνολικά και σε όλη αυτή τη διάρκεια είχε μάθει να παίζει τα εξής τραγούδια:

 

1) smells like teen spirit, 2)… κανένα.

 

Προτιμούσε να λέει ότι έγραφε αποκλειστικά δική του μουσική και είχε όντως γράψει 2-3 τραγούδια, αλλά η αλήθεια ήταν ότι με εξαίρεση τον πρώτο καιρό, μετά έχασε κάπως την όρεξή του, ίσως και την έμπνευσή του.

Το αξιοσημείωτο όμως ήταν, ότι σε αντίθεση με το παραπάνω, τους τελευταίους 8 μήνες είχε μάθει να παίζει, το Iris από Goo Goo Dolls, το In joy and Sorrow από HIM, το Nobody’s Home από Avril Lavigne, το Through the Glass από Stone Sour, το Stand By Me, το wonderwall από Oasis, το Creep από Radiohead ενώ είχε γράψει άλλα 4, το Goodnight Song for her, το Autumns Release, το Her και ένα άτιτλο ακόμη… το αγαπημένο του.

έπαιξε μία Fm και τραγούδισε:

 

«are you scared to make, any mistakes

 

do you fall, when autumn calls

 

can you feel my breath on your neck

 

or my arms, on the dreams you make…

 

 

 

I felt your aura in the air,

 

Girl you must know how much I care

 

cover my cheek with your kiss

 

don’t you miss me when you ‘re far… away from me…”

 

Το καλό ήταν ότι δεν είχε ανάγκη να φορέσει τα γυαλιά του. Το κακό, ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει το τραγούδι. Άφησε την κιθάρα και το laptop και ξάπλωσε στο κρεβάτι με τα χέρια του μπροστά στο πρόσωπό του. Ακόμη και αυτή την ώρα το στρώμα έμοιαζε κρύο και ξένο.

Θυμήθηκε το σταυροδρόμι…

 

Πέμπτη

 

Χάζευε ήδη μισή ώρα στο ίντερνετ όταν χτύπησε το κινητό του.

 

«Έλα ρε, θα πάμε στο στούντιο να τζαμάρουμε σε κάνα μισάωρο, να περάσω να σε πάρω;»

Το «στούντιο» ήταν ένα μικρό δωμάτιο στο ξενοδοχείο ενός φίλου από την παρέα, ο οποίος το είχε μονώσει και εφοδιάσει με καρέκλες, καναπέδες κτλ ενώ όλοι οι υπόλοιποι είχαμε εγκαταστήσει εκεί τα όργανά μας.

 

Είχε μέρες να πάει, αλλά δεν ήθελε να είναι μόνος του σήμερα…

«Οκ, κόρναρε όταν είσαι από κάτω»

Σηκώθηκε από το γραφείο και μπήκε στο μπάνιο για ένα γρήγορο ντους. Άνοιξε το νερό και το άφησε να τρέχει πάνω του, δροσερό και χαλαρωτικό, ότι πρέπει για τον πονοκέφαλο αφού ούτε οι ασπιρίνες δεν βοηθούσαν πια.

 

Οι εικόνες ήρθαν στο μυαλό χωρίς καθυστέρηση, λες και είχαν γίνει πια αυτοματοποιημένες αντιδράσεις του οργανισμού του, ενσωματωμένες στο νευρικό σύστημα.

Πόσες φορές ονειρεύτηκε, και στον ύπνο του και στον ξύπνιο του, τους δύο τους γυμνούς, κάτω από το νερό, να νοιώθουν τη διέγερση στο κορμί τους, σπιθαμή σπιθαμή στο ανατριχιασμένο δέρμα τους.

Μα δεν ήταν μόνο το μπάνιο, στην ουσία κάθε γωνιά του σπιτιού έμοιαζε να κρύβει ένα δεύτερο κόσμο. Τον κόσμο που θέλει και τον κόσμο που έχει. Τον κόσμο που γεμίζει το δωμάτιο και τον κόσμο που το τεντώνει σε διαστάσεις χάους.

Tο διπλό κρεβάτι από τη μία γεμάτο με δύο σώματα κουρνιασμένα το ένα μέσα στο άλλο, ένα ζευγάρι μάτια που χαίρονται για πρώτη φορά και ένα δεύτερο ζευγάρι ξωτικά μάτια που κάνουν τα ποιήματα μου γι’ αυτά, να μοιάζουν φτωχά και λίγα. Ένα άγαρμπο χαμόγελο με στόχο το πιο όμορφο στόμα του κόσμου. Έρωτας σε ψυχή και σάρκα.

Μα δεν ήταν μόνο το μπάνιο και το κρεβάτι, ήταν και το γραφείο όπου σκυμμένοι οι δυο τους διάβαζαν τα κείμενα που έγραφαν ο ένας για τον άλλον. Είναι το μπαλκόνι όπου αγκαλιά κοιτούσαν τα πεφταστέρια, λες και τα πρόσταζε αυτός να υποκλιθούν στην ομορφιά της, στην ψυχή της.

 

Ντυμένος πια, κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Τον πονούσε, αλλά έβλεπε πια με τα μάτια της, όπως και όλων των άλλων πριν. Τι να σου κάνει το όμορφο χαμόγελο, τί να σου κάνει το ότι είσαι "μοναδικός", ότι είσαι κάτι ιδιαίτερο, όταν περισσεύεις τόσο πολύ…. είδε ακριβώς ότι έβλεπε αυτή και γι’ αυτό ποτέ δεν την κατηγόρησε που δεν τον ήθελε, ποτέ δεν σκέφτηκε κάτι άσχημο γι’ αυτήν. Να αλλάξει δεν μπορούσε έτσι και αλλιώς. Προσπάθησε ξανά και ξανά, αλλά οι αποτυχίες του έμαθα ότι δεν γεννήθηκαν όλοι για να ζήσουν.

 

Το κινητό χτύπησε την ώρα που έπρεπε και άφησε πίσω του το σπίτι που έχει, σκοτεινό και κρύο.

 

Το στούντιο ήταν ζεστό, τουλάχιστον όσον αφορά τη θερμοκρασία και για πολύ καιρό ήταν το καταφύγιό του όταν ήταν άσχημα.

Ένας έπιανε τα ντραμς, άλλος το μπάσο, ένας τρίτος τη μία κιθάρα, αυτός την άλλη και με ένα γκρουβάτο ριφάκι όλα έφτιαχναν για κάνα τέταρτο.

Ο έτερος κιθαρίστας έπιασε ένα ωραίο Ριφ, κάτι ανάμεσα σε hard rock και grunge, ότι πρέπει για την διάθεση.

Ο Χρήστος βρήκε το κλειδί και αποφάσισε να παίξει ένα ωραίο lead σημείο από πάνω. Αλλά αυτό που ξεκίνησε ματζόρε, δηλαδή δυνατό και αισιόδοξο, κατέληξε μινόρε, απαισιόδοξο και λυπημένο, χωρίς να καταλάβει πότε έγινε η αλλαγή.

 

Άλλαξε πάλι, δοκίμασε νέα φράση, πάλι ματζόρε, όμως το μινόρε της ψυχής του συνέχιζε να βρίσκει διέξοδο στην κιθάρα.

Στα μάτια του, απέναντί δεν ήταν ο τάδε φίλος του. Ήταν αυτή, να χαμογελάει με την μπλε-μωβ κιθάρα της και να παίζει μαζί του. Σταμάτησε. Άλλο ένα καταφύγιο έπεσε στον πόλεμο.

«Συγνώμη μάγκες, βγαίνω λίγο έξω» πέταξε στους φίλους του και κατέβηκε στο παρκινγκ του ξενοδοχείου. Λίγο πιο κάτω, σε ένα μικρό κομμάτι με γκαζόν, ανακάθισε με την πλάτη του ακουμπισμένη σε ένα δέντρο.

 

Μπροστά του η θάλασσα, με το φεγγάρι να χαράζει ασημένιες ρίγες στην πλάτη της.

Σκούπισε το δάκρυ και έβγαλε το κινητό που δονούσε στην τσέπη του.

Ήταν αυτή.

Η φωνή της ήταν σπασμένη αλλά προσπαθούσε να το κρύψει…

Είχε ανάγκη να μιλήσει μαζί του, να νοιώσει καλύτερα, να ξεχαστεί. Το ίδιο και αυτός…

Μισή ώρα μετά, το είχαν κλείσει.

Το πεφταστέρι που πέρασε μπροστά του έμοιαζε να έχει αλλάξει προορισμό για κάπου μακριά...

 

Παρασκευή

 

Για πρώτη φορά μετά από καιρό, πήγε στο γραφείο στην ώρα του. Τους χαιρέτησε όλους χαμογελαστός, έφτιαξε καφέ γι' αυτόν και τους συναδέλφους του που δεν είχαν πιεί ακόμη και κάθισε στο γραφείο του.

Είχαν μαζευτεί λίγο τα ρεπορτάζ αλλά δεν ήταν τίποτα που δεν μπορούσε να κάνει αν έστρωνε τον πισινό του στη δουλειά. Και αυτό έκανε.

4 ώρες μετά, έκλεινε και το τελευταίο θέμα όταν βγήκε μία ειδοποίηση από το msn.

 

«Hey είσαι εκεί;»

 

«Yeah girl, εδώ είμαι»

 

«Καλά είσαι;»

 

«Ναι μωρέ, εσύ;»

 

«Good, I guess»

 

«Θέλω κάτι να σου πω. Συγνώμη αν μερικές φορές γίνομαι λίγο πιο φορτικός με τα συναισθήματά μου, απλά που και που νοιώθω ότι πρέπει να σου πω κάτι, αλλιώς θα σκάσω»

 

« :] δεν πειράζει μέχρι στιγμής δεν έχεις πει κάτι που να πειράξει»

 

«Ναι ε; even if I tell you that I still love you so much? That you 're my muse. My woman. The soul of the things i make the sun on my porch and the wind through my hair. The poem i 'll never regret. That i will never love anyone else as much as I love you and no one will love you as much as I love you…"

 

"Oh… Wow… I don't know what to say…"

 

"Αν δεν έχεις να πεις κάτι δεν πειράζει… πες ένα thanks ξέρω εγώ…"

 

"Okay…"

 

"lol, I guess Okay works too.. Να σου πώ, τι ώρα έχεις κενό σήμερα;"

 

"6"

 

«Θές να συναντηθούμε στο γνωστό σταυροδρόμι και να πάμε απέναντι στο καφέ;»

 

«Em.. ok!»

 

«Cool, τα λέμε τότε»

 

Τελείωσε τη δουλειά του όσο καλύτερα μπορούσε και αποθήκευσε το τελευταίο ρεπορτάζ του.

Καθάρισε το γραφείο του από χαρτάκια, δελτία τύπου ώσπου τακτοποίησε και το τελευταίο αντικείμενο.

 

Μπήκε στο γνωστό τόπο δικτύωσης για καλλιτέχνες, όπου ο καθένας μπορεί να ανεβάσει κάτι που έγραψε, κάτι που φωτογράφισε, κάτι που ζωγράφισε και να το μοιραστεί με την υπόλοιπη κοινότητα. Δεν ήθελε να ανεβάσει κάτι συγκεκριμένο, απλά να γράψει για τελευταία φορά στο Blog…

 

Δύο ώρες μετά την παρακολουθούσε να κατεβαίνει από το φροντιστήριό της στο μέρος που είχαν κανονίσει το ραντεβού. Ο ήλιος έπεφτε στα κοκκινωπά μαλλιά της δίνοντας τους μία μεταφυσική ομορφιά. Το χαμόγελό της τον ζέστανε περισσότερο από την καλοκαιρινή θερμοκρασία της ημέρας και το σώμα της, λυγερό και πανέμορφο, του θύμισε τους πόθους που έπνιγε κάθε βράδυ.

 

Στάθηκε στην απέναντι πλευρά του δρόμου, ακριβώς ευθεία από αυτόν, περιμένοντάς τον να περάσει.

Εκείνος πήρε μία βαθιά ανάσα και κοίταξε προς την αριστερή πλευρά όπου ερχόταν η κίνηση.

 

Ένα αμάξι είχε στρίψει κατευθυνόμενο προς το μέρος τους και κρατήθηκε να μην περάσει το δρόμο ακόμη.

Την κοίταξε στα μάτια και έβγαλε από την τσέπη ένα διπλωμένο χαρτάκι το οποίο και έσφιξε στην παλάμη του.

Ξανακοίταξε το αμάξι…

Ήταν πια στα 50 μέτρα , μετά στα 20, μετά στα 10… η στιγμή πλησίαζε.

 

Δευτερόλεπτα πριν περάσει από μπροστά του την ξανακοίταξε στα μάτια και τις χαμογέλασε με όλη του την καρδιά.

 

Έκανε δύο βήματα μπροστά και χάθηκε

 

Πάνω στον πανικό, κανένας δεν σκέφτηκε να δει τι κρατούσε τόσο σφιχτά. Ανάμεσα στις φωνές και στις σειρήνες αυτή τον πλησίασε με το χέρι της στο στόμα από το σοκ.

Λες και το κατάλαβε, φευγάτος εκεί ψηλά από ώρα, οι μυς του χαλάρωσαν και το διπλωμένο χαρτί κύλησε στο δρόμο…

 

Το διάβασε:

 

«Thy every look and every grace

so charm whenever I view thee,

'til death overtake me in the chase

still will my hopes pursue thee

Then when my tedious hours have past,

be this my last blessing given

low at thy feet to breathe my last

and die in sight of heaven».

 

Και όσοι έμπαιναν στο Blog του μπορούσαν να διαβάσουν την τελευταία του καταχώρηση.

 

this is a real journal entry. No sad songs to portray my feelings, no cryptic entries about this and that.

i am in love. actually i ve been in love for quite some time now. It started with this feeling in my gut, like this was something more than a crush... but i kept my mind open to any conclusion., but it still grew bigger. At first i was the happiest man when we talked now and then through msn, then i wanted to listen to her voice and then when a day passed that i didn't get the chance to talk to her, i counted that day as lost. At one point i started wondering why didn't i meet her before... why was i doing all this meaningless things instead of looking for her since day 1. i considered all of these years without her lost... i still do by the way.

And she deserves it all. She might say otherwise but she's just being modest. she is funny and open minded and the greatest part of her, is her passion, passion that screams through her poems, that screams through her eyes, passion for love, passion for life.. passion for everything, and i know it is not directed at me... but i want that, i want to share that passion cause its the greatest thing to have in this day and age.

because i am like that too, and she may not be perfect (who is anyway) but she is perfect for me... if i knew that i had to forfeit my life so she could enjoy hers to the fullest, i d be a happy man... and if i had only one more night to spent in this earth, i d want to spent it with her... even just by talking on the telephone.

 

its like when you walk into a place full of people and you only see/hear/feel her, like there 's a life force that connects us shouting at us to become one...

well, i may be the only one who can hear that voice ... and i wont lie, it still costs me many sleepless nights, many awkward moments in the office, where i cant hold my tears back, many afternoons, when the sun has already gone down but i still need to wear my sunglasses around other people.

but then again, i also find myself unable to keep my soul from reaching out. in these last months, i have written more poems, more songs that the rest of my life...

me, who was picking the guitar only to strum a few chords, now stays asleep to finish the 100th song for her. And doubtless they are all for her.

Cause she 's my muse. She's my woman. She 's the soul of the things i make, she's the sun on my porch and the wind through my hair. she s the poem i ll never regret.

Edited by Karasu_Noroi
Link to comment
Share on other sites

Δεν είμαι ειδικός σε αξιολογήσεις γραπτών, αυτά που θα πω θα τα πω με την ιδιότητα του αναγνώστη και μόνο.

 

Πολύ όμορφο μέχρι τώρα, μου έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον. Μόνο δύο σημεία μου χτύπησαν κάπως.

 

Το υπέρδιπλο κρεβάτι παρέμεινε κρύο εκεί που ήταν άδειο και το ξυπνητήρι ξαναχτύπησε αυτή τη φορά λες και ήταν νευριασμένο.

 

Κάτι δεν μου κολλάει εδώ. Ίσως θέλει αναδιαμόρφωση όλη η παράγραφος...

 

 

Άνοιξε το γκαζάκι και έβαλε το μπρίκι να βράζει με νερό

 

Ίσως πρέπει να γραφτεί κάπως: "Άναψε το γκαζάκι και έβαλε στο μπρίκι νερό να βράζει." ;

Link to comment
Share on other sites

Τα ημερολόγια ή οι ιστορίες τύπου ημερολόγιο έχουν το πλεονέκτημα να κρατούν τον αναγνώστη, ακριβώς επειδή ποντάρουν στην έμφυτη περιέργεια που όλοι μας έχουμε για τη ζωή των άλλων (κάποιοι θα το πουν και διάθεση για κουτσομπολιό). Παρατηρώ ότι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας έχει το ίδιο όνομα με σένα. Ενδιαφέρον.

 

Ως ανάγνωσμα κρατάει το ενδιαφέρον αμείωτο. Ως θέμα, μια και μιλάει για κάποιο έρωτα που δεν ευδοκίμησε, είναι πραγματικά θλιβερό. Η υποτονική διάθεση του απογοητευμένου ερωτικά ανθρώπου έχει καταγραφεί σε όλο της το μεγαλείο. Η δε αυτοκτονία του πρωταγωνιστή…τραγική.

 

Φαντάζομαι πως το φινάλε που διάλεξες ήταν αναγκαίο για να υπερτονίσεις την απελπισία του πρωταγωνιστή, μα δεν σου κρύβω πως δεν κατάφερα να το «αγκαλιάσω». Ποιος πεθαίνει από ερωτική απογοήτευση αυτή την εποχή; Πολύ ρομαντικό, μα δύσκολο.

 

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

Τα ημερολόγια ή οι ιστορίες τύπου ημερολόγιο έχουν το πλεονέκτημα να κρατούν τον αναγνώστη, ακριβώς επειδή ποντάρουν στην έμφυτη περιέργεια που όλοι μας έχουμε για τη ζωή των άλλων (κάποιοι θα το πουν και διάθεση για κουτσομπολιό). Παρατηρώ ότι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας έχει το ίδιο όνομα με σένα. Ενδιαφέρον.

 

Ως ανάγνωσμα κρατάει το ενδιαφέρον αμείωτο. Ως θέμα, μια και μιλάει για κάποιο έρωτα που δεν ευδοκίμησε, είναι πραγματικά θλιβερό. Η υποτονική διάθεση του απογοητευμένου ερωτικά ανθρώπου έχει καταγραφεί σε όλο της το μεγαλείο. Η δε αυτοκτονία του πρωταγωνιστή…τραγική.

 

Φαντάζομαι πως το φινάλε που διάλεξες ήταν αναγκαίο για να υπερτονίσεις την απελπισία του πρωταγωνιστή, μα δεν σου κρύβω πως δεν κατάφερα να το «αγκαλιάσω». Ποιος πεθαίνει από ερωτική απογοήτευση αυτή την εποχή; Πολύ ρομαντικό, μα δύσκολο.

 

 

Καταρχήν ευχαριστώ για το σχόλιο :).

Τώα, το φινάλε που διάλεξα δεν ήταν κάποιο τέχνασμα για να τονίσω κατι. Στα δικάμου μάτια το φινάλε αυτό ήταν η μοναδική λύση. το μοναδικό φινάλε που θα μπορούσα να έχω διαλέξει.

Η αυτοκτονία είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Σαν φαίνομενο έχει αυξηθή η συχνότητα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Ο αυτόχειρας μπορεί σε εμάς που είμαστε καλά να φαίνεται ως κάτι αδιανόητο και χωρίς λόγο, αλλά αυτός δεν σκέφτεται κάλα. Κάτι μέσα του τον πονάει τόσο που έχει κάνει τη ζωή του κόλαση. Ο πρωταγωνιστής μου έχει χάσει κάθε νόημα της ζωής. Δεν μπορεί να φάει, δεν μπορεί να κοιμηθεί, ότι έκανε πριν και το ευχαριστιώταν τώρα τον πονάει, δεν μποεί να δουλέψει, νοιώθει συνεχώς αυτόν τον πόνο... δεν είναι λογικό σε αυτή την κατάσταση, ανάμεσα στην ζωη υπό αυτές τις συνθήκες και στον θάνατο που θα φέρει τη λύτρωση, να διαλέξει το δεύτερο; και δεν βάζω την αυτοκτονία ως κάτι "ρομαντικό" δεν αυτοκτόνισε για τον έρωτά του ή γιατί δεν μπορούσε χωρίς αυτή μόνο και μόνο απο απογοήτευση... αυτοκτόνισε γιατί πολύ απλά δεν έβλεπε φως μπροστά του, γιατί πίστευε πως τίποτα δεν θα άλλαζε, γιατί πολύ απλά έχασε το λόγο του για να ζήσει, χωρίς ρομάντζα.

ΚΑι έτσι σκέφτονται υποθέτω όλοι οι αυτόχειρες, είτε είναι για οικονομικούς λόγους, είτε για λόγους της καρδιάς ή δεν ξέρω εγώ ότι, φτάνουν όλοι σε ένα κοινό σημείο, που ανεξάρτητα απο την αιτία, απλά δεν μπορείς να ζήσεις άλλο έτσι και δεν νοιώθεις καθόλου δυνατός να το αλλάξεις αυτό. Οπότε αποφασίζεις να δώσεις ένα τέλος για να αναπαυθείς επιτέλους...

Το μόνο που έκανα έγώ είναι ότι τον έβαλα να αυτοκτονήσει μπροστά της, ώστε να είναι αυτή το τελευταίο πράγμα που είδε ποτε.

Link to comment
Share on other sites

Η επεξήγηση που δίνεις για το φινάλε και τη γενικότερη ουσία-θέμα της ιστορίας που έγραψες με βοήθησε να καταλάβω πως σκέφτηκες όταν ξεκίνησες να την γράφεις και σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό.

 

Αν δεχτούμε λοιπόν πως ως απώτερος σκοπό σου δεν ήταν να σκιαγραφήσεις την απελπισία της ερωτικής απογοήτευσης, αλλά τη γενικότερη ψυχολογία του αυτόχειρα, τότε οφείλω να σου επισημάνω ότι η συνεχής αναφορά σου στο κείμενο σε μια ερωτική σχέση που δεν ευδοκίμησε, αποπροσανατολίζει απόλυτα τον αναγνώστη σου. Πουθενά δυστυχώς δεν αφήνεις να διαφανεί πως υπάρχουν και άλλοι λόγοι που τον οδηγούν εκεί ή έστω κάποια ψυχολογική ασθένεια ή κατάσταση που τον βασανίζει και τον ωθεί να σκεφτεί το θάνατο (πέρα από την καλή του, που τον παράτησε). Δεν παρεμβάλετε πουθενά ίσως κάποια αναφορά στο παρελθόν του, μέσα από την οποία να βλέπουμε έστω και ψήγματα του διαταραγμένου ψυχισμού του (να μια καλή ιδέα να συμπληρώσεις στην ήδη καλή ιστορία σου).

 

Όπως σωστά επισημαίνεις, οι αιτίες που οδηγούν στην αυτοκτονία είναι πολύπλοκες, αλλά, αν δεν κάνω λάθος, όλες ξεκινούν από κάποια ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία είναι αρκετά ευδιάκριτα σε αυτά τα άτομα. Στο δικό σου ήρωα αναγνωρίζω όλα τα σημάδια της ερωτικής απογοήτευσης, Τα αναγνωρίζει ο καθένας, αν τα έχει περάσει, μόνο που ο έρωτας δεν είναι ασθένεια, ακόμη και όταν μας απογοητεύει και μας πληγώνει, οπότε είναι λίγο επικίνδυνο πιστεύω να τον παρουσιάζεις ως την «ψυχασθένεια» που οδήγησε στο θάνατο (ακόμη και αν το κάνεις άθελα σου).

 

Κοινώς, παρα-είναι συνηθισμένα και καθημερινά τα πράγματα που περνάει ο ήρωας σου –τα περάσαμε όλοι, μα επιζήσαμε- για να δικαιολογούν την κατάληξη του, αν με καταλαβαίνεις. Ίσως θα έπρεπε να τονίσεις με κάποιο τρόπο την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητας του, τη διαφορετικότητα του αν θέλεις.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Η επεξήγηση που δίνεις για το φινάλε και τη γενικότερη ουσία-θέμα της ιστορίας που έγραψες με βοήθησε να καταλάβω πως σκέφτηκες όταν ξεκίνησες να την γράφεις και σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό.

 

Αν δεχτούμε λοιπόν πως ως απώτερος σκοπό σου δεν ήταν να σκιαγραφήσεις την απελπισία της ερωτικής απογοήτευσης, αλλά τη γενικότερη ψυχολογία του αυτόχειρα, τότε οφείλω να σου επισημάνω ότι η συνεχής αναφορά σου στο κείμενο σε μια ερωτική σχέση που δεν ευδοκίμησε, αποπροσανατολίζει απόλυτα τον αναγνώστη σου. Πουθενά δυστυχώς δεν αφήνεις να διαφανεί πως υπάρχουν και άλλοι λόγοι που τον οδηγούν εκεί ή έστω κάποια ψυχολογική ασθένεια ή κατάσταση που τον βασανίζει και τον ωθεί να σκεφτεί το θάνατο (πέρα από την καλή του, που τον παράτησε). Δεν παρεμβάλετε πουθενά ίσως κάποια αναφορά στο παρελθόν του, μέσα από την οποία να βλέπουμε έστω και ψήγματα του διαταραγμένου ψυχισμού του (να μια καλή ιδέα να συμπληρώσεις στην ήδη καλή ιστορία σου).

 

Όπως σωστά επισημαίνεις, οι αιτίες που οδηγούν στην αυτοκτονία είναι πολύπλοκες, αλλά, αν δεν κάνω λάθος, όλες ξεκινούν από κάποια ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία είναι αρκετά ευδιάκριτα σε αυτά τα άτομα. Στο δικό σου ήρωα αναγνωρίζω όλα τα σημάδια της ερωτικής απογοήτευσης, Τα αναγνωρίζει ο καθένας, αν τα έχει περάσει, μόνο που ο έρωτας δεν είναι ασθένεια, ακόμη και όταν μας απογοητεύει και μας πληγώνει, οπότε είναι λίγο επικίνδυνο πιστεύω να τον παρουσιάζεις ως την «ψυχασθένεια» που οδήγησε στο θάνατο (ακόμη και αν το κάνεις άθελα σου).

 

Κοινώς, παρα-είναι συνηθισμένα και καθημερινά τα πράγματα που περνάει ο ήρωας σου –τα περάσαμε όλοι, μα επιζήσαμε- για να δικαιολογούν την κατάληξη του, αν με καταλαβαίνεις. Ίσως θα έπρεπε να τονίσεις με κάποιο τρόπο την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητας του, τη διαφορετικότητα του αν θέλεις.

 

 

Όχι όχι δεν με κατάλαβες. Δεν υπάρχουν άλλα ζητήματα/κατάσταση/ ασθένεια. Είναι ξεκάθαρα η ερωτική απογοήτευση. ¨ομως όταν φτάνει σε αυτό το σημείο δεν αυτοκτόνησε για να δείξει κάτι σε αυτην, η γιατί έτσι έπρεπε αφου δεν είχε αυτή που ήθελε. Δεν προσπαθώ δηλαδή να δώσω ένα δραματικό/λυρικό χαρακτήρα πχ Ρωμαίος και Ιουλιέτα.

Είναι ο άνθρωπος που βρήκε τη γυναίκα που θεωρούσε ώς το άλλο του μισό, ίσως αφελώς και όταν την έχασε έπαψε πια να έχει λόγο να ζήσει. Ίσως εγώ δεν κατάλαβα το πρώτο σου σχόλιο και μπορεί να μην σε πείθει εσένα ως αρκετό κίνητρο αλλα διαφωνώ, εξ' άλλου οι πιο πολλες αυτοκτονίες ακόμη και οι απόπειρες για τέτοιους λόγους έιναι.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
  • Upcoming Events

    • 0
      13 December 2025 05:00 PM
      Until 07:00 PM

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..